Η επίδραση των Ελληνικών μεταναστευτικών ρευμάτων του 20ου

Download Report

Transcript Η επίδραση των Ελληνικών μεταναστευτικών ρευμάτων του 20ου


Με αφορμή την εισαγωγή του ερευνητικού
προγράμματος(project) στο πρόγραμμα σπουδών της πρώτης
λυκείου στα πλαίσια της πραγματοποίησης διαθεματικών
εργασιών με στόχο την ενδελεχή εξέταση θεμάτων που
εντάσσονται σε επιμέρους θεματικές ενότητες ,
αναλαμβάνουμε την παράθεση του πληροφοριακού υλικού που
συλλέξαμε έπειτα από την καταβολή ομαδικής προσπάθειας το
οποίο αποτελεί απόδειξη της καταλυτικής επίδρασης των
μεταναστευτικών ρευμάτων του 20ου αιώνα στην ανάπτυξη και
διαμόρφωση λογοτεχνικών ειδών με θεματικό πυρήνα το
φαινόμενο της ελληνικής μετανάστευσης στο προαναφερόμενο
χρονικό πλαίσιο, και πηγή έμπνευσης αλλά και αντικείμενο
μελέτης τις κοινωνικές διαστάσεις του που σχετίζονται με την
επίδραση του στην ψυχοσύνθεση των μεταναστών, την
κοινωνική ζωή, και τα βιώματα τους, αλλά και το ρόλο του ως
θεματική παλέτα για τους λογοτέχνες, τόσο πεζογράφους, όσο
και ποιητές.

Γεννήθηκε στην Αθήνα το Δεκέμβρη του 1943. Σπούδασε στην ανωτάτη
Δημοσιογραφική Σχολή της Λιλ. Είναι εγκατεστημένος στο Παρίσι από το 1968.
Εκεί δούλεψε ως δημοσιογράφος, κριτικός βιβλίου στην εφημερίδα "Le Monde"
και χρονογράφος. Έτσι εξοικειώθηκε με τη γαλλική γλώσσα στην οποία έγραψε
τα πρώτα του μυθιστορήματα.
Ο Βασίλης Αλεξάκης έχει ασχοληθεί επίσης με το χιουμοριστικό σκίτσο και με
τον κινηματογράφο. Έχει δημοσιεύσει τις συλλογές "Mon amour", στην Ιταλία
("Citta armoniosa", 1978), "Γδύσου" (Αθήνα, Εξάντας, 1982) καθώς και έξι
ιστορίες με εικόνες, υπό τον γενικό τίτλο "Η σκιά του Λεωνίδα" (Αθήνα, Εξάντας,
1984) που έχουν κυκλοφορήσει και στα γερμανικά ("Leonidas' Schatten",
Romiosini, μετάφραση του Klaus Eckhardt, 1986).
Έχει σκηνοθετήσει τέλος την ταινία μικρού μήκους "Είμαι κουρασμένος",
βραβείο φεστιβάλ Τουρ και Γαλλικού Κέντρου Κινηματογράφου (1982), τις
τηλεταινίες "Ο Νέστως Χαρμίδης περνά στην επίθεση" (1984) και "Το τραπέζι"
(1989) και τη μεγάλου μήκους ταινία του "Αθηναίοι", απέσπασε το Α΄ βραβείο
διεθνούς φεστιβάλ ταινιών χιούμορ του Charmousse (1991).
Ως πεζογράφος έχει τιμηθεί στη Γαλλία με τα βραβεία Αλμπέρ Καμύ, Αλεξάντρ
Βαιλάτ, Σαρλ Εσμπραγιά, Medicis (το 1995, για το βιβλίο του "Η μητρική
γλώσσα"), καθώς και με το Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας
(το 2007, για το βιβλίο του "μ.Χ.").

Με την πτώση της χούντας και μετά από 28 χρόνια εξορίας στην
Ανατολική Ευρώπη, ο Δημήτρης Χατζής (1913-1981) επιστρέφει
στην Ελλάδα το 1975 και το επόμενο έτος δημοσιεύει το διπλό
βιβλίο, ένα από τα πιο σημαντικά μυθιστορήματα της
μεταπολεμικής περιόδου. Ακολουθώντας τη ζωή του βασικού του
ήρωα Κώστα, ο Χατζής καταφέρνει να διατρέξει τη σύγχρονη
ιστορία της Ελλάδας – όχι σαν παρατηρητής, ούτε με έναν
ιστορικό ή πολιτικό τρόπο, αλλά αποτυπώνοντας το ψυχικό τοπίο
που διαμόρφωσαν αυτές οι στιγμές της ιστορίας μας. Έτσι, η
ιστορία του Κώστα γίνεται η ιστορία της χώρας μας, φωτίζοντας
τις πτυχές του «ρωμαίικου» που δημιούργησαν την Ελλάδα του
σήμερα. Συγχρόνως, όμως, η ιστορία του καταφέρνει να γίνει
πανανθρώπινη, ένας στοχασμός για τη θέση του ανθρώπου «στο
δικό μας κόσμο το σημερινό», ανεξάρτητα από φύλο, χρώμα ή
πατρίδα.

Η έρευνα του Γ. Ματζουράνη αποτελεί κατά κάποιο τρόπο ένα
διαρκές σχόλιο της θέοης του Λένιν ότι οι μετανάστες είναι όχι
μόνο «χειρότερα αμειβόμενοι αλλά και συχνά χωρίς δικαιώματα,
διότι οι εκμεταλλευτές στις "πολιτισμένες" χώρες επωφελούνται
πάντα από το γεγονός ότι οι εισαγόμενοι ξένοι εργάτες στερούνται
δικαιωμάτων», και μας δίνει πολύτιμα στοιχεία για την ιστορία
της ελληνικής εργατικής τάξης. Η ερευνητικά άρτια και πολιτικά
συνειδητοποιημένη συμβολή του συγγραφέα στη μελέτη της
ιστορίας αυτής, δείχνει ότι η - στρατηγικής σημασίας για την
ανάπτυξη του εργατικού κινήματος - «συγγραφή» της ιστορίας
των Ελλήνων εργατών που εργάζονται στην Ελλάδα, πρέπει να
λάβει υπ' όψη πριν απ' όλα τις εμπειρίες και τον λόγο των ίδιων
των πρωταγωνιστών της, δηλαδή εκείνων που βιώνουν την
εκμετάλλευση και μπορούν να μιλήσουν για τις κοινωνικές
συνθήκες που τη γεννούν και την αναπαράγουν. Το βιβλίο του Γ.
Ματζουράνη αποτελεί απόδειξη για το πόσο γόνιμη είναι μια
τέτοια επιλογή.

Ο Χρήστος Ηλ. Κολύβας γεννήθηκε στη Σελλασία της Σπάρτης το 1930.
Στη Σπάρτη τέλειωσε το γυμνάσιο και στην Αθήνα σπούδασε Πολιτικές
Επιστήμες, ασχολούμενος παράλληλα με τη Δημοσιογραφία και τη
Λογοτεχνία. Το Γενάρη του 1958 μετανάστευσε στον Καναδά. Είναι ο
ιδρυτής, εκδότης και διευθυντής του Ελληνικού Ταχυδρόμου του Καναδά,
μιας από τις μεγαλύτερες εφημερίδες του απόδημου ελληνισμού, που
συμπλήρωσε ήδη τριάντα εφτά χρόνια ζωής. Έχει πρωτοστατήσει σε
όλους τους αγώνες των μεταναστών, κοινωνικούς και πατριωτικούς. Τα
χρόνια της δικτατορίας υπήρξε από τους οργανωτές και ο πρόεδρος του
«Παναμερικανικού Συμβούλιου για Ελευθερία και Δημοκρατία στην
Ελλάδα», που έπαιξε σημαντικό ρόλο για την πτώση της δικτατορίας στην
Ελλάδα. Έχει γράψει πεζά (διηγήματα-μυθιστορήματα), ποίηση, θέατρο
και ιστορία. Το έργο του σημαντικό αλλά το μεγαλύτερο μέρος του
αδημοσίευτο. Το βιβλίο του Μετανάστες στον άλλο κόσμο
συμπεριλαμβάνει διηγήματα, αληθινές διηγήσεις, από τη ζωή των
Ελλήνων μεταναστών του Καναδά, τις οποίες και έχει καταγράψει με το
δικό του τρόπο.

Ο Θανάσης Σκουρμπέλος γεννήθηκε στον Κολωνό το 1944. Σπούδασε
Καλές Τέχνες (χαρακτική και αγιογραφία) στην Αθήνα και
κινηματογράφο στο London Film School), με υποτροφία της Διεθνούς
Αμνηστίας, ως διωκόμενος από τη δικτατορία. Έχει εργαστεί ως
δημοσιογράφος σε αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά, ενώ έχει γράψει
αρκετά σενάρια για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση: "Ανατολικός
άνεμος", "Τοπική εφημερίδα", "Καλή πατρίδα, σύντροφε", "Η Αριάδνη
μένει στη Λέρο" κ.ά. Έχουν εκδοθεί τα βιβλία του "Εργατικό παραμύθι",
"Μετανάστες", "Τα φίδια στον Κολωνό", "Ο Αϊ Γιώργης των Γραικών".
Έχει γράψει και σκηνοθετήσει τις μεγάλου μήκους ταινίες: "Ο Τζώνης
Κελν, κυρία μου"," Χαβάη", "Αλιόσσα", την ομαδική "Νέος
Παρθενώνας", και την σπονδυλωτή "Η αυλή με τα σκουπίδια".
Ασχολείται επίσης με τη συγγραφή και τη μετάφραση θεατρικών έργων
("Χαβάη", "Μυστικές φωνές", "Γέρμα", "Γέλιο στο σκοτάδι" κ.ά.). Έχει
εκλεγεί αρκετές φορές μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας
Ελλήνων Σκηνοθετών και είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Ένωσης
Σεναριογράφων Ελλάδος.

Ο Βαλτινός χαρακτηρίζει "μυθιστόρημα "αυτό το βιβλίο του,
μολονότι είναι έκδηλο ότι δεν διαθέτει τα αντιπροσωπευτικά
γνωρίσματα μιας μυθιστορηματικής υπόθεσης με δραματικά
πρόσωπα, δράση και πλοκή. Ο συγγραφέας συνθέτει με τη
μέθοδο του αφηγηματικού κολάζ ετερόκλητα κείμενα, τα
οποία αναφέρονται κυρίως στη συναισθηματική ζωή των
προσώπων και πλαισιώνονται με δεδομένα που αποδίδουν
την ιστορική συγκυρία, τις κοινωνικές αντιδράσεις και τη
συλλογική ψυχολογία της δεκαετίας του '60.Πρόκειται για
επιστολές που εκφράζουν την ανθρώπινη ανάγκη για
επικοινωνία και επαφή με τα αγαπημένα πρόσωπα, τις οποίες
αναπαράγει ο συγγραφέας μιμούμενος πιστά τη γλώσσα, την
ψυχολογία και το συναίσθημα των υποθετικών αποστολέων,
και ιδιαίτερα της Χαράς, μητέρας της ελληνικής οικογένειας
των μεταναστών.

Το θέατρο επηρεάστηκε κατά τον 20ο αιώνα από τη
μετανάστευση. Λίγοι ήταν όμως οι σεναριογράφοι
που ασχολήθηκαν με τους Έλληνες θεατρικοί
συγγραφείςστο εξωτερικό και για αυτό το λόγο
αναζητώντας ως ομάδα στο διαδίκτυο λίγες ήταν οι
πληροφορίες για αυτές . Μερικές από αυτές ήταν:

Το έργο αποτελεί μια αναδρομή στη μεταναστευτική ιστορία
της Ελλάδας με συναίσθημα και αιχμηρό χιούμορ.
Πρόκειται για ένα θέατρο που επιδιώκει να δείξει τον τρόπο
που καταγράφεται στη μνήμη όλων η συλλογική ιστορία,
μέσα από τις προσωπικές αφηγήσεις Ελλήνων και
Γερμανών. Η παλιά γενιά μεταναστών, οι γκασταρμπάιτερ,
και οι «φυγάδες» της σημερινής οικονομικής κρίσης
συναντιούνται σε μια παράσταση-ντοκουμέντο.
Πρωταγωνιστές σε αυτό το «θέατρο της πραγματικότητας»
δεν είναι μια ομάδα ηθοποιών αλλά οι ίδιοι οι Έλληνες της
Γερμανίας -μεσήλικες και νέοι, επιστήμονες, ιδιοκτήτες
επιχειρήσεων και εργάτες. Αφηγούνται στο κοινό τις
ιστορίες τους, ο καθένας ως ένας σύγχρονος Οδυσσέας, είτε
ζωντανά επί σκηνής, είτε μέσω οπτικοακουστικού υλικού.

Ποιος είναι αυτός ο άγνωστος, ο ωραίος και
καλοφορεμένος άντρας που περιπλανάται παραμονή
Χριστουγέννων στην αποβάθρα του λιμανιού; Μοιάζει
με ξένο, φαίνεται Αμερικάνος. Γιατί τριγυρνά
νυχτιάτικα στα σοκάκια της μικρής συνοικίας μας; Τι
δουλειά έχει ανάμεσα στα χαλάσματα του σπιτιού του
Στάθη του Μοθωνιού; Γιατί στέκεται και περιμένει στη
μέση του δρόμου και γιατί κοιτάζει «επιμόνως» και «επί
μακρόν» το μισόκλειστο παράθυρο της Μιχάλαινας;
Και πάνω από όλα, γιατί «έχει ξουραφισμένο το
μουστάκι και τα γένια»;

Μετανάστευση και σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα συναντιούνται σε ένα
έργο που βασίζεται σε πολλές διαφορετικές πηγές αλλά και σε πραγματικές
μαρτυρίες ανθρώπων που μετανάστευσαν, Ελλήνων και ξένων.
Μια ομάδα έξι Ελλήνων και τριών ξένων ηθοποιών συνθέτουν έναν ιδιότυπο
θίασο που φωτίζει με αμεσότητα την κοινή ανθρώπινη εμπειρία και μας
υπενθυμίζει ότι η πατρίδα, ο ξεριζωμός και ο νόστος είναι έννοιες πανανθρώπινες
και διαχρονικές.
Ο Θανάσης Παπαθανασίου και ο Μιχάλης Ρέππας σημειώνουν για την
παράσταση:
Με το έργο «Πατρίδες» προσπαθήσαμε να αντιμετωπίσουμε αυτό καθ’ εαυτό το
θέμα του μετανάστη. Όχι τον μετανάστη όπως τον αντιλαμβανόμαστε εμείς. Τον
μετανάστη όπως αντιλαμβάνεται ο ίδιος τον εαυτό του. Γι’ αυτό στραφήκαμε και σε
ένα εντελώς άλλο τρόπο γραφής από αυτόν που συνηθίζαμε μέχρι σήμερα.
Μαζεύοντας αυθεντικό υλικό από διάφορες πηγές στήσαμε ένα έργο
«ντοκουμέντο», όπου δεν γράψαμε ούτε μια λέξη επινοημένη από μας. Διαλέξαμε
και μοντάραμε αποσπάσματα από πραγματικές μαρτυρίες ελλήνων και ξένων
μεταναστών από βιβλία, συνεντεύξεις και αδημοσίευτες μαρτυρίες και στήσαμε μια
βιογραφία. Όλα τα ετερόκλητα κομμάτια που ερμηνεύονται από τους εννέα
ηθοποιούς του θιάσου (μέσα από τα αντιφατικά επιμέρους ατομικά χαρακτηριστικά)
συνθέτουν ουσιαστικά την ιστορία ενός ανθρώπου. Του ανθρώπου που ξεριζώθηκε.

Η δεκαετία του ’60 ήταν το αποκορύφωμα της μετανάστευσης της
ελληνικής νεολαίας στη Γερμανία. Χιλιάδες νέοι, με μια βαλίτσα
γεμάτη όνειρα, έπαιρναν τον δρόμο της ξενιτιάς, αναζητώντας μια
καλύτερη ζωή. Κάτι παραπάνω από το τίποτα που είχε να τους
δώσει η πατρίδα τους. Μια πατρίδα κατεστραμμένη μετά από έναν
πόλεμο, μια τριπλή κατοχή και έναν τρομερό εμφύλιο. Μαζί τους
στον δρόμο της ξενιτιάς και ο Στάμος, Έλληνας γκαστερμπάιτερ
στην Γερμανία. Μόνη γέφυρα με την Ελλάδα αλλά και τους γονείς
και την αδερφή του που έμειναν πίσω, το ραδιόφωνο ,τα τραγούδια
και η φωνή του Στέλιου.
Η δύσκολη ζωή του στα ορυχεία και στις φάμπρικες τον οδηγούν να
αλλάζει τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα – «μακριά από ‘δώ,
αδερφέ. Όπου και να κοιτάξεις, αυτή η πατρίδα σε πληγώνει» -και
να πάρει μια σημαντική και απρόσμενη απόφαση για τη ζωή του…
Ένα έργο επίκαιρο σήμερα, όσο ποτέ. Γιατί η ιστορία
επαναλαμβάνεται…

Στην ταινία «Ελληνική κοινότητα Χαϊδελβέργης»,
του Λευτέρη Ξανθόπουλου, βλέπουμε με μια απλή,
αντικειμενική ματιά τα προβλήματα των Ελλήνων
σε αυτή την πόλη, όπως τα είδε ένας νεαρός
αριστερός κινηματογραφιστής. Ο Ξανθόπουλος, στο
τέλος της ταινίας, εκφράζει το δικό του λόγο που
είναι ποιητικός και, αυτή τη φορά, μεταφράζει την
πραγματικότητα, ανοίγοντας το κείμενο της ταινίας
σε κάθε ανάγνωση.

Στην ταινία «Μην πυροβολείς », του Κωνσταντίνου
Μπλάθρα, έχουμε την ιστορία ενός οικονομικού
μετανάστη, τον τσακωμό με το αφεντικό του, τον
αθέλητο σκοτωμό του δεύτερου, πάνω στον καυγά,
τις τύψεις του μετανάστη που τελικά
συλλαμβάνεται από την αστυνομία. Μια
συνηθισμένη ιστορία που αποδίδει σχεδόν με
ονειρικό τρόπο το δράμα της ψυχής ενός
εξαθλιωμένου και εύκολα εκμεταλλεύσιμου
ανθρώπου.

Ο Κίμων Τσακίρης, στην ταινία «Ο ξένος, όνειρο ή
πραγματικότητα», παρακολουθεί τους μετανάστες
που έχουν έρθει στην Ελλάδα, χωρίς κανένα
σχολιασμό, δημιουργώντας ένα σχεδόν ονειρικό
κόσμο, ο οποίος, κατόπιν, γίνεται πραγματικός.
Ποιο είναι το όνειρο και ποια είναι η
πραγματικότητα, λοιπόν; Ποια είναι η στάση μας
απέναντι σε αυτό το πρόβλημα; Ερωτήματα που ο
σκηνοθέτης θέτει στο θεατή και τον καλεί να
τοποθετηθεί σε αυτά, σε ένα διάλογο με τον εαυτό
του, δημιουργώντας τελικά μια ιδεολογική στάση.

Η ψυχή που ταξιδεύει, σπάζοντας τα σύνορα, έχοντας σα
μοναδικό σύνορο την αφήγηση και την απεικόνιση, σε ένα
ταξίδι προς το θείο, αυτό περιγράφει η Βουβούλα Σκούρα,
στην ταινία «Κώδικες». Ο εξαιρετικά απλός τρόπος
κινηματογράφησης γίνεται πανανθρώπινος και εύληπτος
όταν, χρησιμοποιώντας τα σύμβολα και τους ανθρώπους, οι
οποίοι συμβολοποιούνται, μπαίνουμε σε ένα σύμπαν
αποδιδόμενο με λυρικό τρόπο όπου ο Άνθρωπος
αγιοποιείται, εφόσον έχει πάθει, και μετέχει σε ένα Θείο
Δράμα που με ένα καθαρά μυθοπλαστικό τρόπο αποδίδει
όλη την πραγματική δύναμη αυτής της ανθρώπινης
τραγωδίας, την οποία κάθε μετανάστης βιώνει. Χωρίς λόγια,
με έντονο ρυθμό και δύναμη στην εικόνα, η ταινία μας
καθηλώνει και με την απίθανη εικαστικότητά της.

Ένας νεαρός άντρας (Αλέκος Αλεξανδράκης)
επιστρέφει στον τόπο του μετά από χρόνια εργασίας
στο εξωτερικό. Δεν έχει γίνει πλούσιος, αλλά με
πολλές στερήσεις και σκληρή δουλειά έχει
καταφέρει να εξοικονομήσει λίγα χρήματα για να
περάσει άνετα τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Παράλληλα έχει φροντίσει να στηρίξει οικονομικά
τις αδελφές του ώστε να παντρευτούν. Στο τέλος,
δίνει όλες τις οικονομίες του και ξεψυχά στο
γαμήλιο γλέντι της μικρότερης αδερφής του.

Η ταινία εκφράζει την αγωνία της διατήρησης της
ταυτότητας των Ελλήνων μεταναστών στην
Ευρώπη. Στην Πολωνία το 1991 ένας πατέρας και ο
θετός γιος του, Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες,
κατοικούν σε μια γειτονιά ανθρακωρύχων εδώ και
σαράντα χρόνια. Τα μόνιμα ερωτήματα τι είναι η
πατρίδα και ποια είναι τελικά η πατρίδα διατρέχουν
την ταινία και οδηγούν σε ένα βαθύτατο
προβληματισμό .

Στο ερώτημα τι είναι η πατρίδα προσπαθούν να
απαντήσουν δύο νεαροί φίλοι που ζουν στη Γεωργία
της Σοβιετικής Ένωσης το 1937. Ο ένας είναι
Έλληνας και ο άλλος Γεωργιανός και, καθώς
ξετυλίγεται η ιστορία, ο θεατής εκτός από την
καθημερινή ζωή στη γειτονιά έχει την ευκαιρία να
κάνει μια γενική επισκόπηση της όλης τραγωδίας
που βίωσαν οι Έλληνες, διωγμούς, εξορίες,
φυλακίσεις.

Η αφετηρία της ταινίας είναι το μεταναστευτικό ρεύμα από
την Ελλάδα προς την Αμερική τη δεκαετία του ’20. Το
1922, 700 κοπέλες από την Ελλάδα, την Τουρκία και τη
Ρωσία αφήνουν πίσω τους τη φτώχια και την πείνα και μ’
ένα νυφικό στο βαλιτσάκι τους και τη φωτογραφία ενός
άγνωστου γαμπρού στο χέρι, ταξιδεύουν στην Τρίτη θέση
ενός υπερωκεανίου, για να φτιάξουν τη δική τους οικογένεια
στην Αμερική. Η ταινία θίγει τα θέματα της μικρασιατικής
καταστροφής, της οικονομικής εξαθλίωσης, της
εκμετάλλευσης των γυναικών από επιτήδειους και της
διασποράς γενικά. Τα θετικά σημεία, όπως είναι η
συντροφικότητα και ο έρωτας, δεν φτάνουν για να λύσουν
τα προβλήματα της μετανάστευσης.

Η ταινία αναφέρεται στους Έλληνες διανοούμενους οι
οποίοι, επειδή δεν άντεχαν το καταπιεστικό καθεστώς
που ακολούθησε το χουντικό πραξικόπημα των
δικτατόρων του 1967, αυτοεξορίστηκαν στο Παρίσι και
προσπάθησαν να ζήσουν με αξιοπρέπεια εκεί. Η
αφήγηση περιλαμβάνει διάφορες κωμικοτραγικές
ιστορίες, ερωτικά και άλλα περιστατικά. Πρόκειται για
ανθρώπους με πολιτικές ανησυχίες, αλλά και με την
άνεση της απόστασης από τα διαδραματιζόμενα στην
Ελλάδα.

Το θέμα των ξένων εργατών στη Γερμανία έχει
προβληθεί πολλές φορές στο έργο του Φασμπίντερ.
Όπως γράφει ο Β. Βίγκαντ, ο ήρωας που συνήθως
εξετάζει ο σκηνοθέτης είναι ένας άνθρωπος που νιώθει
χωρίς πατρίδα στον ίδιο του τον τόπο. Οι μετανάστες
εργάτες-ξένοι σε μια ξένη χώρα είναι ένα είδος
κατοπτρικού ειδώλου του νέου Γερμανού. Στη
συγκεκριμένη ταινία ένας Έλληνας μετανάστης
πηγαίνει στη Γερμανία και προσπαθεί να ενταχθεί τόσο
στις παρέες των Ελλήνων όσο και στις παρέες των
Γερμανών. Ο σκηνοθέτης έχει την ευκαιρία να δείξει
τον σκληρό και απάνθρωπο κόσμο σε μια ταινία
γεμάτη ανθρωπιά.

Ο συγγραφέας Θόδωρος Καλλιφατίδης έζησε από
κοντά τα προβλήματα των Ελλήνων μεταναστών
στη Σουηδία τη δεκαετία του ’70 και μαζί με τον
σκηνοθέτη Γ. Μπεργκενστρόλε δημιούργησαν ένα
σενάριο που μοιάζει με ντοκιμαντέρ λόγω της
αμεσότητας που το διακρίνει. Ο Στέλιος πηγαίνει
από την Ελλάδα να δουλέψει στη Σουηδία με
όνειρα, γρήγορα όμως καταλαβαίνει ότι είναι μόνος
του σε μια ξένη κοινωνία που τον εκμεταλλεύεται.

Θέμα της ερευνητικής εργασίας του Β’ τετράμηνου ήταν η επίδραση
της ελληνικής μετανάστευσης στο ελληνικό τραγούδι. Κάθε
τραγούδι και ένας πόνος. Τα τραγούδια συνήθως περιέγραφαν την
καθημερινότητα των Ελλήνων μεταναστών στις άγνωστες γι’αυτούς
χώρες. Μέσα από αυτά προσπαθούσαν να απαλύνουν τον πόνο της
ξενιτιάς, τη θλίψη που τους δημιουργούσε η ζωή μακριά από την
πατρίδα τους, τη χαμένη αγάπη που ίσως άφησαν φεύγοντας και
άλλους λόγους που τους οδήγησαν δυστυχισμένους μακριά από την
πατρίδα τους. Στη συνέχεια προσπαθήσαμε να καταγράψουμε
ορισμένα αίτια που έκαναν τους δημιουργούς να εμπνευστούν αυτά
τα τραγούδια . Επιπλέον, βρήκαμε τους στίχους των τραγουδιών
αλλά και τις ημερομηνίες τις οποίες αυτά γράφτηκαν ,ώστε να
καταλάβουμε σε ποια περίπου εποχή γράφτηκε το κάθε τραγούδι.
Τέλος, έγινε ένας συνδυασμός όλων αυτών των πληροφοριών
έχοντας ως αποτέλεσμα να προσπαθήσουμε να κάνουμε τους
άλλους να κατανοήσουν τον αντίκτυπο της μετανάστευσης στο
ελληνικό τραγούδι.


1.Φεύγω με πίκρα στα ξένα.
Στίχοι: Ευτυχία Παπαγιαννόπουλου, μουσική: Στέλιος
Καζαντζίδης, πρώτη εκτέλεση: Στέλιος Καζαντζίδης και
Μαρινέλλα σε ντουέτο (1959). Εδώ το βλέπουμε στην
ταινία "Μάνα μου παραστράτησα" (1961) του Κώστα
Στράντζαλη με τους Χριστίνα Σύλβα και Ανδρέα
Μπάρκουλη.
2. Στις φάμπρικες της Γερμανίας (Στον Καναδά στη
Βραζιλία). Στίχοι: Κώστας Βίρβος, μουσική: Θόδωρος
Δερβενιώτης πρώτη εκτέλεση: Στέλιος Καζαντζίδης. Από
δίσκο 45 στροφών (1961) και μετέπειτα ενσωμάτωση στον
δίσκο "Στέλιος Καζαντζίδης Νο 4" (1972).


3.Στο σταθμό του Μονάχου. Στίχοι, μουσική: Άκης
Πάνου. Πρώτη εκτέλεση: Στράτος Διονυσίου. Από δίσκο
45 στροφών (1972)
4.Θα κλείσω τα μάτια. Στίχοι, μουσική: Άκης Πάνου.
Πρώτη εκτέλεση: Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Από δίσκο 45
στροφών (1967). Το τραγούδι, 15 μέρες μετά από την
κυκλοφορία του απαγορεύτηκε από τη Δικτατορία και
κυκλοφόρησε με πολιτικά "ορθούς" στίχους, πάλι από τον
Άκη Πάνου το 1970 με τη Βίκυ Μοσχολιού.
5.Της ξενιτιάς ( Φεγγάρι μάγια μου 'κανες ) - 1962
Στίχοι: Ερρίκος Θαλασσινός
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Γρηγόρης Μπιθικώτσης

6.` Ο Ρόκκο και οι άλλοι - 1974
Στίχοι: Γιώργος Σκούρτης
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
Λάκης Χαλκιάς



7. Σε ξένη χώρα μόνος - 1965
Στίχοι: Βάσος Χαλκίδης
Μουσική: Στέφανος Βαρτανέρης
Στέλιος Καζαντζίδης & Μαρινέλλα
8. Ανάθεμά σε ξενιτιά
Στίχοι: Στέλιος Καζαντζίδης
Μουσική: Στέλιος Καζαντζίδης
Στέλιος Καζαντζίδης


Δύσκολο πεδίο έρευνας με περιορισμένα
αποτελέσματα λόγω του συγκεκριμένου θεματικού
άξονα «Οι Έλληνες μετανάστες»
Στην παρουσίαση προβληθηκαν έργα των
εικαστικών: Αλέξη Ακριθάκη και Βλάση Κανιάρη

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Έζησε στο Παρίσι
μεταξύ 1957 και 1961, ενώ από το 1968 ως το 1970
παρέμεινε στο Βερολίνο με υποτροφία του γερμανικού
κράτους (DAAD). Στη συνέχεια μοίρασε το χρόνο του
μεταξύ Αθηνών και Ευρώπης. Πραγματοποίησε
ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό
(Βερολίνο, Αμβούργο, Μόναχο, Τορίνο, Γενεύη), ενώ
συμμετείχε σε σημαντικές ομαδικές παρουσιάσεις στην
Ευρώπη. Ο Ακριθάκης ασχολήθηκε με την
εικονογράφηση βιβλίων, τη σκηνογραφία και το design.
Πέθανε στις 19 Σεπτεμβρίου 1994 από ανακοπή
καρδιάς και ετάφη στο κοιμητήριο του Παλαιού
Ηρακλείου Αθηνών.


Ο Βλάσης Κανιάρης (Αθήνα, 1928 - 2 Μαρτίου 2011)
ήταν Έλληνας ζωγράφος και εικαστικός καλλιτέχνης.
Έχοντας φοιτήσει για πέντε χρόνια στην Ιατρική Σχολή
του Πανεπιστημίου της Αθήνας (1946-1950) εγκατέλειψε
τις σπουδές του και στράφηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών.
Μετά από προετοιμασία στο φροντιστήριο του Πάνου
Σαραφιανού, σπούδασε στη Σχολή (1950-1955) κοντά
στους Ουμβέρτο Αργυρό, Γιάννη Παππά και Γιάννη
Μόραλη. Παράλληλα εργαζόταν ως βοηθός του Γιάννη
Τσαρούχη σε διάφορες παραγγελίες για σκηνογραφίες,
εκτελώντας και ο ίδιος σκηνογραφικές εργασίες.
Ομάδες Εργασίας
Ομάδα Α
Τσιόγκα Ελένη
Σαραντάρη Κωνσταντίνα
Τσιόγκας Χαράλαμπος
Κολιού Ευαγγελία
Ομάδα Γ
Ρώσσιου Αλεξάνδρα
Βασιλείου Δήμητρα
Γιώτης Παναγιώτης
Μπότσαρης Παναγιώτης
Ομάδα Β
Αναστασιάδης Κωνσταντίνος
Κουτσογιάννη Εμμανουέλα
Μάνος Χρήστος
Δαρδαμάνη Παναγιώτα
Μαρούτσιου Δέσποινα
Ζαχάρης Χρήστος
Ομάδα Δ
Αθανασίου Δημήτριος
Γιαννακός Ιωάννης
Μπαρτζώκα Ελένη
Λέτσου Δήμητρα