σεμιναριο:>

Download Report

Transcript σεμιναριο:>

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ:<<ΘΕΜΑΤΑ
ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ>>
ΘΕΜΑ:<<ΠΟΛΥΠΡΑΓΜΟΣΥΝΗ>>
ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΒΑΣΙΛΑΚΗ ΕΛΕΝΗ
ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ :
ΚΙΤΣΑΚΗ ΝΑΤΑΛΙΑ-ΕΛΕΝΗ (5238)
ΚΥΔΩΝΙΑ ΜΑΡΙΑ (5278)
Στην εποχή μας οι ρυθμοί και οι απαιτήσεις της
καθημερινότητας αυξάνονται προοδευτικά,
δυσκολεύοντας τις ζωές των ανθρώπων που καλούνται
να ανταποκριθούν σε συνεχείς και ταυτόχρονες
δραστηριότητες.
Οι άνθρωποι γίνονται πολυάσχολοι και εξ’ ανάγκης
πολυπράγμονες, καθώς είναι υποχρεωμένοι σε
περιορισμένο χρόνο να εκτελούν περισσότερα από ένα
έργα, συχνά, ανόμοια και με υψηλό βαθμό δυσκολίας. Η
επίδραση που ασκείται στο γνωστικό μας σύστημα στα
πλαίσια της πολυπραγμοσύνης έχει στρέψει το
ενδιαφέρον των επιστημόνων γύρω από το ερώτημα
«μας ωφελεί τελικά ή μας καταστρέφει και πως;».
•
•
Ο όρος «πολυπραγμοσύνη» χρησιμοποιήθηκε πρώτη
φορά στο πλαίσιο λειτουργίας των υπολογιστών.
Σύμφωνα με τη Webopedia (2004) «η πολυπραγμοσύνη
είναι η ικανότητα επιτέλεσης περισσότερων από ένα
έργων την ίδια στιγμή, όπου ένα έργο είναι ένα
πρόγραμμα. Μόνο η κεντρική μονάδα επεξεργασίας
εμπλέκεται αλλά αλλάζει από το ένα πρόγραμμα στο
άλλο τόσο γρήγορα, ώστε να δίνει την εντύπωση ότι
εκτελεί όλα τα προγράμματα ταυτόχρονα.».
Σύμφωνα με την Sharon Merhalski πρόκειται για τη
δυνατότητα να αναπτύσσουμε και να ακολουθούμε
πολλαπλές διαδικασίες σκέψης ταυτόχρονα.
•
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον,David Leny
δηλώνει το 2001 στην United Press International:«Οι
επιστήμονες ονομάζουν την πολυπραγμοσύνη ¨φαινόμενο
γνωστικής υπερφόρτωσης¨ και θεωρούν πως ανταποκρίνεται
στο σύγχρονο μοντέλο επικράτησης του άγχους, της
απόσπασης προσοχής και της υπερφόρτωσης δεδομένων.
Στην πραγματικότητα η πολυπραγμοσύνη- ένας όρος των
υπολογιστών- έχει εδραιωθεί στην καθημερινή μας ζωή και
μελετηθεί ενδελεχώς. Οι έρευνες έχουν δείξει ότι είναι
σταθερά αντιπαραγωγική, συχνά ανόητη και μακροπρόθεσμα
ανθυγιεινή. Για παράδειγμα, το να πληκτρολογείς στο κινητό
τηλέφωνο ενώ παράλληλα οδηγείς, είναι επικίνδυνο. »
Τα έργα που επιτελούνται εύκολα μαζί συνήθως
διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Π.χ, είναι
ευκολότερο σε κάποιους να μαγειρεύουν ενώ ακούν
μουσική αλλά αντίθετα είναι εξαιρετικά δύσκολο να
τρίβουμε το στομάχι μας με το ένα χέρι και να
χαϊδεύουμε το κεφάλι μας με το άλλο.
Οι μελέτες των Schumacher (2001) και Greenwald
(2003) επιβεβαιώνουν ότι δύο έργα μπορούν να
επιτελούνται ταυτόχρονα χωρίς παρεμβολή του ενός
στο άλλο όταν διαφοροποιούνται ως προς τρεις
παράγοντες ομοιότητας:1)Αίσθηση(ακοή,όραση,κ.λ.π),
2)Κεντρική επεξεργασία (νοητικές λειτουργίες) και
3)Μέσο ανταπόκρισης( π.χ χέρια, ομιλία,κ.α)
1) Αίσθηση:
Όταν η αίσθηση, η οποία δέχεται το ερέθισμα των δύο
εκτελούμενων έργων είναι η ίδια ,π,χ ακοή, τότε
μειώνεται η επίδοση μας. Παραδείγματος χάριν είναι
δύσκολο να ακούμε ένα τραγούδι και έναν διάλογο
στην τηλεόραση χωρίς να παρεμβάλλεται το ένα στο
άλλο.
Έρευνες των Treisman και Davies(1973) έδειξαν ότι
δύο έργα παρακολούθησης παρεμβάλλονταν μεταξύ
τους περισσότερο όταν τα ερεθίσματα τους άνηκαν
στην ίδια αίσθηση(όραση ή ακοή).
2) Κεντρική επεξεργασία:
Μετά το ερέθισμα που δεχόμαστε ενεργοποιούνται
νοητικές λειτουργίες για την εκτέλεση των δύο έργων.
Όταν είναι διαφορετικές ,π.χ μνήμη-προσοχή, είναι
ευκολότερο να αποδώσουμε από το όταν είναι όμοιες
,π.χ. προσοχή-προσοχή. Π.χ μπορούμε ευκολότερα να
παρακολουθούμε μια παρουσίαση και ταυτόχρονα να
ανακαλούμε πληροφορίες για το θέμα από το να
παρακολουθούμε δυο συζητήσεις ταυτόχρονα.
3) Ανταπόκριση:
Μετά την ενεργοποίηση των νοητικών λειτουργιών
ενεργοποιείται και το μέσο με το οποίο θα εκτελέσουμε τα
έργα, π.χ. χέρια, ομιλία, κ.α. Όταν το μέσο είναι το ίδιο η
απόδοση μας μειώνεται όπως είδαμε παραπάνω στο
παράδειγμα με τα χέρια. Αντίθετα μπορούμε να φτιάχνουμε
ένα πάζλ και την ίδια στιγμή να απαντάμε σε μία ερώτηση
διότι τα μέσα ανταπόκρισης είναι διαφορετικά.
Οι Van Selst(1999) υποστήριξαν την παραπάνω θεωρία με
έρευνα η οποία έδειξε ότι όταν δύο έργα απαιτούν απάντηση
με τα χέρια παρεμβάλλονται περισσότερο μεταξύ τους. Ενώ
όταν απαιτούν το ένα λεκτική ανταπόκριση και το άλλο
ανταπόκριση με τα χέρια η παρεμβολή είναι μικρότερη.
Ο McLeod (1977) στα πλαίσια ενός πειράματος ζήτησε
από τους συμμετέχοντες να εκτελέσουν ένα έργο
συνεχούς καταγραφής με τα χέρια, ταυτόχρονα με ένα
έργο αναγνώρισης του τόνου. Μερικοί ανταποκρίνονταν
φωνητικά στους τόνους, ενώ άλλοι με το χέρι που δεν
εμπλεκόταν στο έργο καταγραφής. Η επίδοση τους στο
έργο καταγραφής ήταν χειρότερη όταν η ανταπόκριση
ήταν η ίδια (δηλ. και στα δύο έργα με τα χέρια)απ΄όσο
όταν η ανταπόκριση ήταν διαφορετική(στο ένα έργο με
τα χέρια στο άλλο φωνητικά).
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι είναι δύσκολο να
αποφασιστεί πόσο όμοια η ανόμοια είναι δύο έργα . Για
παράδειγμα, πόσο όμοιο είναι το να παίζει κάποιος
πιάνο και να γράφει ποιήματα ή το να οδηγεί και να
παρακολουθεί έναν ποδοσφαιρικό αγώνα;
Μόνο όταν κατανοήσουμε τις εμπλεκόμενες
επεξεργασίες για την επιτέλεση τέτοιων έργων θα
είμαστε σε θέση να δώσουμε ουσιαστικές απαντήσεις.
Σύμφωνα με την κοινή λογική αλλά και πολλές έρευνες
το επίπεδο δυσκολίας δύο έργων επηρεάζει την
ικανότητα μας να τα εκτελέσουμε. Για παράδειγμα, ο
Sullivan σε μια έρευνα που διεξήγαγε το 1976 ζήτησε
από τους συμμετέχοντες να καταγράψουν ένα ακουστικό
μήνυμα και την ίδια στιγμή να βρουν συγκεκριμένες
λέξεις σε ένα μη καταγεγραμμένο μήνυμα. Όταν το έργο
καταγραφής ήταν δύσκολο, ανιχνεύθηκαν λιγότερες
λέξεις στο μη καταγεγραμμένο μήνυμα ,ενώ όταν ήταν
εύκολο ,ανιχνεύθηκαν περισσότερες λέξεις.
Ο Greenwald (2004) διέκρινε τα έργα που καλούμαστε
να επιτελέσουμε σε εύκολα και δύσκολα σύμφωνα με τις
σχέσεις ερεθίσματος-ανταπόκρισης. Όταν οι σχέσεις
είναι άμεσες, το έργο είναι εύκολο, ενώ όταν οι σχέσεις
είναι έμμεσες, δυσκολεύει.
Ανάλογοι με τη δυσκολία του έργου είναι και οι
νοητικοί πόροι που απαιτούνται για την επιτέλεσή του.
Θα μπορούσαμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι όσους
νοητικούς πόρους χρειαζόμαστε για τα δύο έργα
ξεχωριστά, στην ταυτόχρονη εκτέλεσή τους
χρειαζόμαστε το άθροισμά τους. Όμως ,οι D’Esposito,
Detre, Alsop, Shin, Atlas και Grossman (1995) με τα
αποτελέσματα των ερευνών τους απέδειξαν ότι η
ταυτόχρονη επιτέλεση έργων (πολυπραγμοσύνη) εισάγει
νέες απαιτήσεις, καθώς
μόνο σε συνθήκες διπλού έργου υπάρχει σημαντική
δραστηριότητα στον μετωπιαίο φλοιό και στο πρόσθιο
τμήμα του προσαγωγείου, τα οποία βρίσκονται στο
μετωπιαίο λοβό. Η σημασία αυτού του ευρήματος
έγκειται στο ότι τα συγκεκριμένα εγκεφαλικά μέρη
επεξεργάζονται την προσοχή και άλλες σχετικές
νοητικές λειτουργίες.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
Οι παράγοντες της αποτελεσματικότητας στο διπλό έργο
έχουν απασχολήσει κατά καιρούς τους επιστήμονες.
Εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα, από το φύλο και τη
νοημοσύνη μέχρι τον αυτοματισμό και τα ψυχολογικά
φαινόμενα (φαινόμενο ψυχολογικής αδράνειας).
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
1) Γυναίκες και Άντρες:
Σύμφωνα με τη Floro (1999) η οποία μελέτησε δύο
αυστραλιανά νοικοκυριά ενηλίκων οι γυναίκες
παρουσιάζουν καλύτερη επίδοση στο διπλό έργο από
τους άντρες.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αναλαμβάνουν στην
καθημερινότητα τους πολλά περισσότερα έργα, όπως η
φροντίδα των παιδιών, του συζύγου, του σπιτιού,
καθώς και η προσωπική τους εργασία. Ωστόσο, οι
However, Rubinstein, Meyer και Evan (2001) (
Πιθανότατα όλοι άντρες!!!) δεν βρήκαν διαφορές κατά
φύλο στις επιδόσεις διπλών έργων σε σειρά
πειραμάτων που διεξήγαγαν.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
2) Νοημοσύνη:
Υπάρχει η κοινή πεποίθηση ότι οι μη ευφυείς άνθρωποι
είναι λιγότερο αποτελεσματικοί σε συνθήκες διπλών
έργων. Χαρακτηριστικά, ο Αμερικανός πρόεδρος Λίντον
Τζόνσον αναφερόμενος σε ένα αργόστροφο μέλος του
Κογκρέσου (που αργότερα έγινε πρόεδρος) τον
Τζέραλντ Φορντ είπε πως « δεν είναι ικανός να πέρδεται
και ταυτόχρονα να μασάει τσίχλα!».
Την άποψη αυτή έχουν υποστηρίξει με μελέτες τους και
επιστήμονες, όπως οι: Engle, Tuholski, Laughlin και
Conway (1999) των οποίων βασικό εύρημα ήταν πως η
νοημοσύνη ήταν προγνωστικά καλή παράμετρος για
την επίδοση στο διπλό έργο αλλά άσχετη με την επίδοση
στο απλό έργο.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
3) Αυτοματισμός:
Πολλοί άνθρωποι υποστηρίζουν πως η πρακτική
εξάσκηση οδηγεί στην τελειότητα μέσα από την
κατάκτηση δεξιοτήτων αυτοματισμού. Για παράδειγμα,
οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας μπορούν να ελέγχουν
θέσεις πολλών αεροπλάνων ταυτόχρονα και ο
άνθρωπος-ορχήστρα μπορεί να παίζει πολλά όργανα
μαζί.
Την αξία της πρακτικής εξάσκησης έχουν υποστηρίξει
και οι Spelke, Hirst και Neisser (1976).Στα πλαίσια του
πειράματος τους εκπαίδευσαν δύο σπουδαστές (Νταϊάν
και Τζον) για 5 ώρες την εβδομάδα επί τρεις μήνες σε
διάφορα έργα. Αρχικά, έπρεπε να διαβάζουν διηγήματα
για κατανόηση, ενώ ταυτόχρονα έγραφαν λέξεις για
ορθογραφία.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
Στην αρχή η ταχύτητα ανάγνωσης και γραφής τους είχε
μειωθεί σημαντικά. Μετά ,όμως, από 6 εβδομάδες εξάσκησης
μπορούσαν να διαβάζουν και να καταλαβαίνουν εξίσου
γρήγορα και σωστά όταν έκαναν ορθογραφία, όπως και όταν
διάβαζαν μόνο. Επιπρόσθετα, βελτιώθηκε και ο γραφικός
τους χαρακτήρας.
Σε αντίθεση με την παραπάνω άποψη έρχονται οι
Πουμλπιλίος Σύρος και David Weinberger. O πρώτος,
ρωμαίος σοφός του 1ου αιώνα μ.Χ. ,έλεγε ότι «Το να κάνεις
δύο πράγματα μαζί είναι σα να μην κάνεις κανένα». Στο ίδιο
μήκος κύματος και ο δεύτερος, Αμερικανός σχολιαστής
,υποστήριξε ότι «το να κόβεις σε φέτες την προσοχή σου είναι
σα να κόβεις φέτες ένα δαμάσκηνο» - «θα χάσεις ένα μέρος
του χυμού». Το ίδιο υποστηρίζουν και οι Rubinstein (2001)
«το κόστος της πολυπραγμοσύνης είναι πολύ ισχυρό ακόμα
και με απλά έργα.».
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
3) Αυτοματισμός- Μπορούμε να σκεφτόμαστε και να
οδηγούμε; :
Υπάρχει μεγάλη αντιπαράθεση για το αν μειώνεται και κατά
πόσον η ικανότητα του οδηγού όταν μιλάει στο τηλέφωνο.
Περισσότερες από 12 χώρες πέρασαν νόμους που
απαγορεύουν τη χρήση των κινητών κατά την οδήγηση αλλά
εκατομμύρια εξοργισμένων οδηγών δηλώνουν ότι η
νομοθεσία αυτή θίγει τις πολιτικές τους ελευθερίες.
Σχετική έρευνα διεξήγαγαν οι Redelmeier και Tibshirani
(1997). Μελέτησαν τα αρχεία των κινητών τηλεφώνων 699
οδηγών που είχαν εμπλακεί σε τροχαίο ατύχημα. Ανακάλυψαν
ότι το 24% αυτών είχαν χρησιμοποιήσει το κινητό τους 10
λεπτά νωρίτερα από το ατύχημα με ή χωρίς ακουστικά.
Δηλαδή, η χρήση του κινητού τηλεφώνου είτε με ακουστικά
είτε όχι τετραπλασιάζει τις πιθανότητες εμπλοκής σε τροχαίο
ατύχημα!.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
•
•
Οι David Strayer και William Johnston (2001) υποστήριξαν
ότι τα παραπάνω ευρήματα δεν αποτελούν απόδειξη ότι η
χρήση των κινητών τηλεφώνων προκάλεσε το ατύχημα,
καθώς αυτό μπορεί να οφειλόταν σε επικίνδυνη οδήγηση ή
παρορμητική συμπεριφορά. Για αυτό το λόγο
πραγματοποίησαν μία έρευνα με προσομοίωση οδήγησης
όπου οι συμμετέχοντες έπρεπε να φρενάρουν όσο πιο
γρήγορα μπορούσαν όταν έβλεπαν ένα κόκκινο φως ,ενώ
μιλούσαν στο τηλέφωνο (με ή χωρίς ακουστικά) .Στη
συνέχεια το πείραμα επαναλήφθηκε χωρίς να μιλάνε στο
τηλέφωνο.
Προέκυψαν 3 ευρήματα:
Πρώτον, τα ακουστικά δεν βελτιώνουν την επίδοση
Δεύτερον, το κινητό μείωσε σημαντικά την επίδοση τους.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
•
Τρίτον, ο μέσος χρόνος αντίδρασης τους μειώθηκε κατά
50 κλάσματα του δευτερολέπτου. Μπορεί να φαίνεται
μηδαμινό αλλά στην ταχύτητα των 110 χιλιομέτρων την
ώρα αντιστοιχεί σε 1,5μέτρο επιπλέον για να σταματήσει
το αυτοκίνητο. Αυτή η απόσταση μπορεί να αποβεί
μοιραία.
Οι Lesch και Hancock (2004) ισχυρίστηκαν ότι οι
συνέπειες μπορεί να μην είναι τόσο σημαντικές αν οι
οδηγοί γνωρίζουν ότι αυτό συμβαίνει. Πραγματεύθηκαν
το θέμα αυτό σε μία έρευνα όπου γυναίκες και άντρες
οδηγοί εξέφρασαν την αυτοπεποίθηση τους ότι θα
αντιμετωπίσουν τους περισπασμούς από το κινητό
τηλέφωνο ενώ οδηγούν. Οι άντρες είχαν λιγότερη
αυτοπεποίθηση από τις γυναίκες για το πόσο καλά θα
ανταποκριθούν.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
3) Αυτοματισμός-Πρακτική εξάσκηση:
Έχει παρατηρηθεί ότι η πρακτική εξάσκηση έχει
σημαντική επίδραση στην απόδοση μας σε συνθήκη
διπλού έργου ( Schumacher 2001` Spelke 1976). Αυτό
οφείλεται στο ότι αυτοματοποιούμε κάποιες
δραστηριότητες επεξεργασίας. Υπάρχουν 4 βασικές
προϋποθέσεις για να αυτοματοποιηθούν:
• Να είναι γρήγορες.
• Να μην απαιτούν προσοχή.
• Να μην είναι διαθέσιμες στη συνείδηση.
• Να είναι αναπόφευκτες, δηλαδή να συμβαίνουν πάντα
όταν εμφανιστεί το ερέθισμα.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
Λίγες επεξεργασίες ικανοποιούν όλα τα παραπάνω
κριτήρια. Για παράδειγμα, στο φαινόμενο Stroop όπου
δεν μπορούμε να αποφύγουμε την επεξεργασία της
λέξης οι Kahneman και Henik (1979) ανακάλυψαν ότι οι
επεξεργασίες δεν είναι απολύτως αναπόφευκτες και έτσι
δεν είναι τελείως αυτόματες.
Τέλος, οι αυτόματες επεξεργασίες υστερούν στο ότι
είναι άκαμπτες όταν αλλάζει η κατάσταση ενώ οι
ελεγχόμενες όχι.
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
4) Φαινόμενο περιόδου ψυχολογικής αδράνειας:
Αρκετοί επιστήμονες (Pashler, Johnston & Ruthruff
2001` Welford, 1952) υποστήριξαν πως αν
χρησιμοποιούμε ευαίσθητες τεχνικές, αποδεικνύουμε
διαρκώς την παρεμβολή μεταξύ δύο έργων. Πιο
συγκεκριμένα, ο Pashler (2001) χρησιμοποίησε μία
τέτοια τεχνική όπου οι συμμετέχοντες δέχονταν δύο
ερεθίσματα (δύο φώτα), τα οποία απαιτούσαν
διαφορετική ανταπόκριση (πάτημα διαφορετικών
κουμπιών). «Όταν το δεύτερο ερέθισμα (δεύτερο φως)
παρουσιάζεται πολύ γρήγορα μετά το πρώτο, υπάρχει
μία έντονη επιβράδυνση στη δεύτερη ανταπόκριση.
Αυτό το φαινόμενο παρεμβολής είναι γνωστό ως
φαινόμενο περιόδου ψυχολογικής αδράνειας.».
ΤΙ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟ ΔΙΠΛΟ
ΕΡΓΟ;
Οι Van Selst, Ruthruff και Johnston (1999)
προσπάθησαν να δείξουν ότι το φαινόμενο αυτό μπορεί
να περιοριστεί. Υποστήριξαν ότι η περίοδος
ψυχολογικής αδράνειας προκαλείται από το ότι οι
άνθρωποι καλούνται να χρησιμοποιήσουν τα δύο χέρια
τους ξεχωριστά (όμοιο μέσο ανταπόκρισης). Στη
συνέχεια έκαναν ένα πείραμα με δύο έργα που
απαιτούσαν ξεχωριστά μέσα ανταπόκρισης και η
περίοδος περιορίστηκε στα 50 κλάσματα του
δευτερολέπτου μόνο.
Υπάρχουν δυο σημαντικές θεωρητικές προσεγγίσεις
σχετικά με τον τρόπο που ανταποκρινόμαστε στην
ανάγκη επιτέλεσης δύο έργων ταυτόχρονα και έχουν
επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη σκέψη στον τομέα
αυτόν. Πρόκειται για τις θεωρίες της κεντρικής
χωρητικότητας και τις θεωρίες των πολλαπλών
πόρων.
Ως κεντρική χωρητικότητα οι επιστήμονες
αντιλαμβάνονται ένα σύστημα προσοχής σαν κεντρική
εκτελεστική μονάδα. Την άποψη αυτή έχουν υιοθετήσει
και οι Kahneman (1973) και Baddeley (1986).
Σύμφωνα με αυτήν το αν μπορούμε να επιτελέσουμε δύο
έργα ταυτόχρονα, εξαρτάται από τις απαιτήσεις που έχει
το κάθε έργο από τους νοητικούς μας πόρους. Εφόσον η
κεντρική χωρητικότητα έχει αυστηρά περιορισμένους
πόρους, αν το άθροισμα των απαιτήσεων των δύο έργων
δεν υπερβαίνει το σύνολο των πόρων, τα δύο έργα δεν
παρεμβάλλονται μεταξύ τους. Αν, όμως, οι πόροι είναι
ανεπαρκείς, θα υπάρξει μείωση της επίδοσης.
Οι Bοurke, Duncan και Nimmo-Smith (1996) έλεγξαν
τις προβλέψεις της κεντρικής χωρητικότητας
πραγματοποιώντας ένα πείραμα με τέσσερα έργα, τα
οποία εκτελέστηκαν σε κάθε πιθανό συνδυασμό.
Σύμφωνα με τη θεωρία, το έργο με τις περισσότερες
απαιτήσεις σε νοητικούς πόρους θα παρεμβαλλόταν
περισσότερο στα άλλα τρία έργα.
Το πείραμα επιβεβαίωσε τη θεωρία με το πιο δύσκολο
έργο να παρεμβάλλεται περισσότερο. Σε αντίθεση,
όμως, έρχονται τα ευρήματα μίας άλλης έρευνας των
Hegarty, Shah και Miyake (2000). Ανακάλυψαν πως
όταν απαιτείται επιλογή της απόκρισης σε ένα έργο,
αναστέλλεται η απόδοση στο άλλο έργο ακόμα κι αν δεν
είναι αυτό το πιο δύσκολο.
Τη θεωρία της κεντρικής χωρητικότητας υποστηρίζει και
μία ενδιαφέρουσα μελέτη των Just, Carpenter, Keller,
Emery, Zajac και Thulborn (2001), οι οποίοι
χρησιμοποίησαν τη λειτουργική απεικόνιση μαγνητικής
τομογραφίας( fMRI) για να δουν την εγκεφαλική
δραστηριότητα κατά την επιτέλεση διπλού έργου. Το
ένα έργο ήταν κατανόηση ακουστικής πρότασης και το
άλλο νοητική περιστροφή τρισδιάστατων σχημάτων. Η
επιλογή τους ήταν σκόπιμη, ώστε να εμπλέκουν
διαφορετικά μέρη επεξεργασίας του εγκεφάλου.
1.
2.
3.
Τα ευρήματα τους ήταν τα εξής:
Η επίδοση μειώθηκε σημαντικά σε συνθήκη διπλού
έργου.
Το γλωσσικό έργο ενεργοποιούσε κυρίως μέρη του
κροταφικού λοβού, ενώ η νοητική περιστροφή μέρη
του βρεγματικού λοβού.
Σε συνθήκη διπλού έργου η εγκεφαλική
δραστηριοποίηση στον κροταφικό λοβό μειώθηκε κατά
53%, ενώ στο βρεγματικό λοβό κατά 29%.
Οι D’Esposito βρήκαν ότι οι περιοχές εντός του
πλαγιοραχιαίου προμετωπιαίου φλοιού
ενεργοποιούνται στη συνθήκη διπλού έργου αλλά όχι
στη συνθήκη απλού έργου. Το ίδιο υποστήριξαν και οι
Bunge, Klingberg, Jacobsen και Gabrieli (2000).
•
•
•
Σε αντίθεση με τη θεωρία κεντρικής χωρητικότητας
έρχεται το μοντέλο των πολλαπλών πόρων.
Υποστηρίζει ότι το σύστημα επεξεργασίας αποτελείται
από ανεξάρτητους μηχανισμούς με τη μορφή πόρων,
οι οποίοι έχουν περιορισμένη χωρητικότητα.
Σύμφωνα με τον Wickens (1984) το μοντέλο αυτό
εξηγεί ότι τα παρόμοια έργα είναι δύσκολο να
επιτελεστούν μαζί γιατί ανταγωνίζονται για τους ίδιους
ειδικούς περιορισμένους πόρους και επομένως
παρεμβάλλονται. Στο μοντέλο του Wickens υπάρχουν 3
διαδοχικά στάδια επεξεργασίας:
Κωδικοποίηση
Κεντρική επεξεργασία
Ανταπόκριση
Στο μοντέλο αυτό υπάρχουν 2 βασικές παραδοχές:
1. Υπάρχουν διαφορετικές πηγές πόρων μεταξύ των
τριών σταδίων.
2. Αν δύο έργα χρησιμοποιούν διαφορετικές πηγές
πόρων, τότε θα έπρεπε να επιτελούμε και τα δύο έργα
χωρίς αποδιοργάνωση.
Κριτική στο μοντέλο του Wickens:
Αρκετοί επιστήμονες υποστηρίζουν το παραπάνω
μοντέλο αν και έχει κάποιους περιορισμούς:
1. Επικεντρώνεται μόνο σε οπτικά και ακουστικά
ερεθίσματα.
2. Συχνά υπάρχει κάποια διάσπαση στην επίδοση ακόμα
και όταν δύο έργα δεν χρησιμοποιούν το ίδιο
αισθητήριο.
3. Υποθέτει ότι δύο έργα μπορούν να επιτελούνται μαζί
χωρίς παρεμβολή αρκεί να χρησιμοποιούν
διαφορετικές πηγές πόρων. Όμως, oι Just (2001)
βρήκαν ότι δύο πολύ διαφορετικά έργα( ακουστική
κατανόηση πρότασης και νοητική περιστροφή)
παρεμβάλλονται το ένα στο άλλο.
Φεύγοντας από το θεωρητικό πλαίσιο και
παρατηρώντας την πολυπραγμοσύνη στην καθημερινή
ζωή, γίνεται εύκολα αντιληπτή η αρνητική της
επίδραση όχι μόνο στις επιδόσεις αλλά και στην
ψυχολογία μας. Η πίεση που μας ασκείται όταν
καλούμαστε να κάνουμε πολλά πράγματα ταυτόχρονα
μας δημιουργεί έντονο στρες, μας αποδιοργανώνει και
δεν μας αφήνει το περιθώριο να απολαύσουμε κανένα
από τα πράγματα που κάνουμε.
Η παραπάνω άποψη υποστηρίζεται μεταξύ άλλων από
επιστήμονες, αρχαίους φιλόσοφους και την εκκλησία.
Πῶς πρέπει νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν
πολυπραγμοσύνη καὶ τὴν περιέργεια.
Καθὼς εἶναι ἀνάγκη νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν
ἀγνωσία, ὅπως εἴπαμε πρίν, ἔτσι παρομοίως εἶναι ἀνάγκη νὰ
τὸν φυλᾶμε ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη, τὴν
ἀντίθετή της ἀγνωσίας. Γιατὶ, ἀφοῦ τὸν γεμίσουμε ἀπὸ
πολλοὺς λογισμοὺς μάταιους καὶ ἄτακτους καὶ βλαπτικούς,
τὸν κάνουμε ἀδύνατο καὶ δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη ἐκεῖνο
ποὺ ταιριάζει στὴν ἀληθινὴ ἀπονέκρωσί μας καὶ τελειότητα.
Γι᾿ αὐτό, πρέπει νὰ εἶσαι σὰν πεθαμένος ἐντελῶς, σὲ κάθε
ἔρευνα τῶν ἐπιγείων πραγμάτων, τὰ ὁποῖα, ἂν καὶ μπορεῖ νὰ
ἐπιτρέπωνται, δὲν εἶναι ὅμως καὶ ἀναγκαία. Καὶ μαζεύοντας
πάντα τὸ νοῦ σου, ὅσο μπορεῖς μέσα στὸ ν ἑαυτό σου, κάνε
τὸν ἀμαθῆ ἀπὸ τὰ πράγματα ὅλου τοῦ κόσμου τὰ πράγματα.
(Α΄Κορινθ.3.1.8)
Περί Πολυπραγμοσύνης
Η τε πολυπραγμοσύνη παράδυσις εστί και φθορά και
απογύμνωσις των απορρήτων(…)Διό και πίστεως πάσης
‘ερημος ο πολυπράγμων εστίν.
Πλούταρχος,Μοράλια