epagelmata-parelthon

Download Report

Transcript epagelmata-parelthon

ΜΠΑΡΜΠΕΡΗΣ

Ο μπαρμπέρης είναι χειρωνακτικό επάγγελμα.

Η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από το γαλλικό barbe ([baʀb]), που σημαίνει «γένι», «μούσι». Το επάγγελμα έχει τις ρίζες του στο επάγγελμα του μεσαιωνικού κουρέα, που διατηρούσε δημόσια λουτρά και περιποιούνταν πελάτες και ασθενείς. Με την πάροδο του χρόνου, και ανάλογα με τις ικανότητες του καθενός ήταν σε θέση να κάνει εκτός αυτού και άλλες δουλειές, όπως το βγάλσιμο των δοντιών, την θεραπεία τραυμάτων (στρατιώτες μετά τον πόλεμο κλπ.), καταγμάτων, και άλλων πληγών. Ο κουρέας και ο μπαρμπέρης είχαν ως επί το πλείστον ανδρική πελατεία.

ΝΕΡΟΥΛΑΣ

Νερουλάς- Yδρονομέας – Νεροκόπος Υπεύθυνος να φυλάει και να μοιράζει το νερό.

Το επάγγελμα αυτό διατηρήθηκε μέχρι το 1930 με την ίδρυση της ΟΥΛΕΝ (χρηματοδότηση Αμερικανικής εταιρείας μαζί με Ελληνική τράπεζα Αθηνών για κατασκευή έργων ύδρευσης. Το πρώτο μεγάλο έργο ήταν η κατασκευή του φράγματος του Μαραθώνα).

Στα παλιά χρόνια στα σπίτια ή στις αυλές δεν υπήρχαν βρύσες και γι’ αυτό ο νερουλάς έδινε νερό στις νοικοκυρές προσφέροντάς του κάποια αμοιβή.

ΟΡΓΑΝΟΠΑΙΧΤΕΣ (Μουσικοί του δρόμου)

Στην Αιτωλ/νία, όπως σε όλους τους ελληνικούς τόπους, από την φυλή των τσιγγάνων, των γύφτων, που έχει την μουσικότητα στα σπλάχνα της, ξεπήδησαν οι λαϊκοί οργανοπαίχτες, που πρώτοι ψυχαγώγησαν το λαό μας με λαϊκά όργανα, πρώτοι έπαιξαν δημοτική μουσική δημόσια σε χορούς και πανηγύρια. Οι οργανοπαίχτες εργάζονταν κατά κομπανίες, που αποτελούνταν από τέσσερα με πέντε άτομα και απαρτίζονταν από συγγενικά ή φιλικά πρόσωπα. Τα πιο συνήθης όργανα που εξασκούσαν οι οργανοπαίχτες ήταν το βιολί, το κλαρίνο, το ντέφι, το λαούτο και το σαντούρι.

ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ

Τσαγκάρης (=βυζαντινή προέλευση από ένα είδος υποδήματος που λεγόταν τσαγκιόν). Σήμερα με την έννοια του τσαγκάρη εννοούμε το άτομο που επιδιορθώνει χαλασμένα παπούτσια. Στα παλιά χρόνια όμως εκείνος τα έφτιαχνε από την αρχή. Ο χώρος που εργαζόταν ήταν το τσαγκαράδικο, όπου βρισκόταν ο πάγκος με όλα τα σύνεργά του (βελόνες, σακοράφες, σουβλιά, σφυράκια, λίμες, τανάλιες). Μαζί με τον τσαγκάρη δούλευαν οι καλφάδες και τα τσιράκια. Τα τσιράκια βοηθούσαν χωρίς να αμείβονταν, μόνο κάποιες φορές κάποιο χαρτζιλίκι .

ΓΑΛΑΤΑΣ

Ο γαλατάς ήταν επάγγελμα πλανόδιου μικροπωλητή παλαιότερων εποχών, που διατηρήθηκε μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα, που σήμερα έχει εκλείψει σχεδόν τελείως από αρκετές χώρες της Ευρώπης.

Ο γαλατάς εργαζόταν στα μεγάλα αστικά κέντρα και όχι στα χωριά, καθώς εκεί υπήρχε η δυνατότητα, εξ ανάγκης, για άμεση πώληση φρέσκου γάλακτος. Αναλάμβανε τη διάθεση του γάλακτος και άλλων γαλακτοκομικών προϊόντων (συνηθέστερα γιαουρτιού) στα σπίτια.

Το μεταφορικό του μέσο ήταν ένα υποζύγιο (γάιδαρος ή μουλάρι, μερικές φορές ρυμουλκούσαν και ανοικτή ή κλειστή ελαφριά άμαξα) και αργότερα το ποδήλατο ή μηχανοκίνητο δίτροχο.

ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΟΠΑΙΧΤΗΣ

Ο καραγκιοζοπαίχτης προσποιείται τις φωνές όλων των ηρώων και υποδύεται ο ίδιος όλους τους ρόλους. Η παλαιότερη μαρτυρία για παράσταση Καραγκιόζη στον ελλαδικό χώρο χρονολογείται το 1809 και την τοποθετεί στην περιοχή των Ιωαννίνων. Τα θέματα των έργων του Θεάτρου Σκιών είναι συνήθως σκωπτικά – σατιρικά.

ΑΓΩΓΙΑΤΗΣ (ΚΙΡΑΤΖΗΣ)

Οι "αγωγιάτες", είναι επάγγελμα που συναντάμε προπολεμικά. Είναι οι "πρόδρομοι" των αυτοκινητιστών.

Πραγματοποιούσαν επί πληρωμή ιδιωτικές μεταφορές εμπορευμάτων, κρασιών (σε ασκιά), διακινούσαν ταξιδιώτες, ιδιώτες γιατρούς για επίσκεψη σε ασθενείς, κρατικούς λειτουργούς για την εκτέλεση υπηρεσίας. Κυρίως μετέφεραν δημητριακά (σιτάρι, καλαμπόκι), όσπρια, πατάτες ή κρέας για τον ανεφοδιασμό των κατοίκων.

Επίσης, μετέφεραν και επισκέπτες στις απομακρυσμένες γειτονιές. Η αμοιβή του "αγωγιάτη" ήταν σχετικά καλή για κείνα τα χρόνια, όμως η δουλειά ήταν δύσκολη και εξαντλητική.

ΒΑΡΕΛΑΣ

O βαρελάς ήταν τεχνίτης, ειδικός στην κατασκευή βαρελόσχημων και σκαφοειδών σκευών, μικρού ή μεγάλου μεγέθους, σκευών που απαιτούσαν ιδιαίτερη τεχνική και ειδικά εργαλεία για καμπύλες επιφάνειες. Οι βαρελάδες υπήρξαν ένα διαδομένο επάγγελμα κατά την προπολεμική περίοδο, μιας και το ξύλο ήταν ένα εύπλαστο υλικό και πιο εύκολο να βρεθεί. Η χρήση του δεν περιοριζόταν μόνο στο κρασί, αλλά το χρησιμοποιούσαν ως μέσο αποθήκευσης και μεταφοράς λαδιού, τυριού, κρασιού, τσίπουρου, αλλά και νερού.

ΨΑΡΑΣ ΤΩΝ ΛΙΜΝΩΝ

Οι ψαράδες των λιμνών δούλευαν σε ομάδες τριών ή έξι ατόμων γνωστά ως <<ντουκιάνια>>.

Έφτιαχναν την καλύβα τους στο μέρος όπου ψάρευαν, το λεγόμενο <<φουντάνι>>. Οι καλύβες τους ήταν φτιαγμένες από μακριά ξύλα, τα <<λούρα>>, από καλάμια και ραγάζια και είχαν στο κέντρο του δαπέδου μια πέτρινη εστία για να μπορούν να μαγειρεύουν.

ΑΡΚΟΥΔΙΑΡΗΣ

Κυρίως με το όνομα αρκουδιάρης ή και αρκουδόγυφτος φερόταν συνήθως ο τσιγγάνος εκείνος που παλαιότερα περιήγαγε αρκούδα σε υπαίθριες παρουσιάσεις - επιδείξεις και με αυτό τον τρόπο χρηματιζόταν. Αλλά και σήμερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδος όπως π.χ. στη Σάμο στη περίοδο της Αποκριάς χορεύεται προς αστεϊσμό ο «αρκουδιάρικος» χορός σε μίμηση κατά μελωδία και χορό εκείνου της αρκούδας του αρκουδόγυφτου (από δύο άντρες που ο ένας υποδύεται την αρκούδα με περιλαίμιο αλυσίδα που βαστάει ο υποδυόμενος τον αρκουδιάρη).

ΑΡΓΥΡΟΧΡΥΣΟΧΟΟΣ

Γιάννενα πόλη των αργυροχρυσοχόων. Μια τέχνη που μετρά όσο και η ιστορία της πόλης. Το ασήμι δουλευόταν στα Γιάννενα από τα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Πολλοί Γιαννιώτες αργυροχρυσοχόοι εργάζονται σε μεγάλα κέντρα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπως η Θεσσαλονίκη και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Καλαρρύτες, Συρράκο και Γιάννενα είναι τα μεγαλύτερα κέντρα ασημουργίας .

ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ

Η δουλειά του αγγειοπλάστη είναι να παράγει κεραμικά προϊόντα. Οι δραστηριότητες που περιλαμβάνονται είναι παραγωγή γύψινων καλουπιών - παραγωγή των κεραμικών μιγμάτων και σμαλτώσεων παραγωγή, καλούπωμα, συναρμολόγηση, λουστράρισμα και ψήσιμο των κεραμικών προϊόντων για οικιακούς, υγιεινούς και διακοσμητικούς σκοπούς, όπως επίσης και κεραμικά προϊόντα όπως κύπελλα, κούπες, πιάτα, δοχεία ζάχαρης, κανάτες, δοχεία, τασάκια, νιπτήρες, καζανάκια, δίκτυο σωληνώσεων, υποπόδια, μπιντές, σιφόνι, μορφές ανθρώπων και ζώων κτλ.

ΛΑΤΕΡΝΑΤΖΗΣ

Ο λατερνατζής είναι ένας επαγγελματίας με διπλή ιδιότητα.

Είναι ο κατασκευαστής της λατέρνας σε πρώτο στάδιο και σε δεύτερο ο τραγουδοθέτης. Ο τραγουδοθέτης (σταμπαδόρος) μπορεί να είναι ο εκτελεστής, δηλ. ο παίκτης. Η λατέρνα είναι ένα δύσκολο όργανο, γιατί οι νότες βγαίνουν από μεταλλικά ελάσματα, που είναι τοποθετημένα στη σειρά σαν δόντια χτένας. Το κάθε τραγούδι που θα παίξει η λατέρνα είναι πρωτοτοποθετημένο, σαν νότες, στον κύλινδρο κι όταν σφυράκια ή καρφιά χτυπούν τα ελάσματα βγαίνει το τραγούδι.

ΤΣΑΡΟΥΧΟΠΟΙΟΣ

Ένα άλλο επάγγελμα που υπήρχε παλιά είναι αυτό του τσαρουχοποιού.Ο τσαρουχοποιός έφτιαχνε παπούτσια που τα ονόμαζαν τσαρούχια και απο εκεί πήρε και το ονομά του.

Για να φτιαχτούν τα τσαρούχια, οι τσαρουχοποιοί έπαιρναν το αποτύπωμα του δεξιού ποδιού του πελάτη, βάζοντας ένα χαρτί στο πάτωμα και ακουμπούσαν το πόδι πάνω σε αυτό.

Με το μολύβι έκαναν το περίγραμμα του πέλματος και στη συνέχεια με τη μεζούρα μετρούσαν το μήκος και το φάρδος του ποδιού στα δάχτυλα και στο κουτουπιέ.Στη συνέχεια μουσκεύανε τον πάτο μέσα σε ένα κουβά με νερό για δέκα λεπτά περίπου, το βγάζανε και το στραγγίζανε καλά. Στη συνέχεια το καρφώνανε κάτω από το πέλμα του καλοποδιού.

ΠΑΓΩΤΑΤΖΗΣ

Οι παγωτατζήδες βράζανε το γάλα και προσθέτανε ζάχαρη, αυγά, κακάο ή βανίλια, ανάλογα με τη γεύση που θέλανε να φτιάξουν. Όταν έβραζε το μείγμα, το κατέβαζαν από τη φωτιά και το τοποθετούσαν σε ένα μεταλλικό κάδο, ο οποίος βρισκόταν μέσα σε ένα ξύλινο βαρέλι. Στο κενό που υπήρχε ανάμεσα στο ξύλινο βαρέλι και στον κάδο, έβαζαν πάγο και συνέχιζαν να ανακατεύουν το μείγμα μέχρι να πήξει.

ΠΑΛΙΑΤΖΗΣ

Ο παλιατζής είναι μια από τις εικόνες που σήμερα ξεθωριάζουν. Στην αρχική του μορφή εντασσόταν στους γυρολόγους , τους πραματευτάδες. Σε αυτή την μορφή τον συναντάμε στις μέρες μας. Ήταν έμπορος. Και μάλιστα δεινός έμπορος. Από την μια έπρεπε να περιφέρεται μέσα σε κάθε λογής γειτονιά , να συναναστρέφεται με όλο τον κόσμο (εύπορο και φτωχολογιά) και να συναλλάσσεται μαζί τους και από την άλλη έπρεπε να κατάφερνε την καλύτερη τιμή αγοράς και την καλύτερη επιλογή εμπορεύματος.

Αγόραζε παλιά έπιπλα, παλιά αντικείμενα, συσκευές και κυρίως παλιά ρούχα.

ΑΜΑΞΑΣ

Ο αμαξάς ήταν υπεύθυνος για την μετακίνηση και μεταφορά ανθρώπων από το ένα μέρος στο άλλο, μέχρι την εφεύρεση των πρώτων αυτοκινήτων και τη μαζική πώληση τους. Γενικά ο αμαξάς ήταν κάτι σαν τον σημερινό οδηγό ταξί. Περίμενε πάντα καλοντυμένος κάποιον πεζό να τον καλέσει έτσι ώστε να τον πάει στον επιθυμητό προορισμό. Σήμερα οι άμαξες βρίσκονται στα τουριστικά μέρη και βοηθούν στην εξυπηρέτηση των επισκεπτών, που θέλουν μια παραδοσιακή βόλτα.

ΣΑΓΜΑΤΟΠΟΙΟΣ

Ο σαγματοποιός η αλλιώς σαμαρτζής κατασκεύαζε σε ειδικά εργαστήρια τα σαμάρια τα οποία τοποθετούνταν πάνω στα άλογα σαν σέλες για να μπορεί να ιππεύσει ο αναβάτης με ασφάλεια και σιγουριά χωρίς το φόβο να γλιστρήσει. Αρχικά ο σαγματοποιοί έπαιρναν τα μέτρα από το ζώο και στη συνέχεια ξεκινούσε η κατασκευή . Συλλέγονταν ξύλα κατά προτίμηση βελανιδιάς η οξιάς και με ειδικά εργαλεία προχωρούσαν στη δημιουργία του σκελετού που θα τυλίγονταν με ύφασμα και δέρμα έτσι ώστε το ζώο να μην τραυματίζεται. Μετά τα πουλούσαν στην αγορά και τιμές τους κυμαίνονταν ανάλογα με την ποιότητα του προϊόντος.

ΚΑΛΑΘΑΣ

Οι καλαθάδες ήταν τεχνίτες που έφτιαχναν τα «κασάκια» ή «καφάσια». Ο άνθρωπος όταν βρέθηκε στην ανάγκη να μεταφέρει διάφορα πράγματα βρήκε τον τρόπο να κατασκευάζει αυτοσχέδια δοχεία για την μεταφορά τους, τα καλάθια. Η καλαθοπλεκτική αναπτύχτηκε κυρίως σε περιοχές στις οποίες υπήρχε αφθονία πρώτων υλών, αλλά και μεγάλη χρήση των παραγόμενων προϊόντων Μέχρι τις δεκαετίες του 1950 - 1970 στα χωριά υπήρχαν πολλοί καλαθάδες. Σήμερα η ζήτηση είναι πολύ περιορισμένη και προέρχεται κυρίως από κάποιους ελαιοπαραγωγούς. Τα «καφάσια» έχουν αντικατασταθεί από τα αντίστοιχα πλαστικά που είναι πιο φθηνά.

ΚΑΡΕΚΛΑΣ

Ο καρεκλάς ήταν ο κατασκευαστής των παλιών καρεκλών τις οποίες συναντούμε ακόμα και σήμερα σε ορισμένα παραδοσιακά καφενεία.

Αυτοί όμως που βρισκόταν στις πόλεις είχαν εργαστήρια ή μικρά μαγαζάκια συνήθως κοντά στις λαϊκές αγορές. Στα μισά του 20 ου αιώνα η δημιουργία λεσχών και θεάτρων είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης των καρεκλών και πολλοί νέοι ενδιαφέρθηκαν να μάθουν την τέχνη αυτή. Κατά τη δεκαετία του 50 παρατηρήθηκε κρίση στο επάγγελμα λόγω του μεγάλου αριθμού καρεκλάδων αλλά και λόγω της μείωσης που παρατηρήθηκε στην ζήτηση. Ακόμα, στις μέρες μας δεν υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από τους νέους να μάθουν την τέχνη αυτή γιατί πιστεύουν πως δεν θα τους εξασφαλίσει το μέλλον.

ΛΟΥΣΤΡΟΣ

Ο εξοπλισμός του ήταν ένα ξύλινο κασελάκι με πλαϊνές θήκες με το οποίο ο λούστρος έβαφε τα παπούτσια των περαστικών στο δρόμο, συνήθως τριγύριζε στα διάφορα καφενεία και σε καταστήματα αλλά και σε διάφορα σημεία των δρόμων για να βρει πελάτες. Παλιότερα που ο κόσμος περπατούσε σε χωμάτινους δρόμους, τα παπούτσια σκονίζονταν ή λασπώνονταν εύκολα. Τότε γνώρισε άνθηση και το επάγγελμα του λουστραδόρου. Είχε τις μπογιές και τις βούρτσες του και ό,τι άλλο χρειαζόταν για το γυάλισμα των παπουτσιών μέσα σε ένα κασελάκι. Το κασελάκι αυτό είχε ένα λουρί που χρησίμευε για την μετακίνηση του. Η δουλειά του λούστρου γινόταν με γρήγορες κινήσεις. Το επάγγελμα αυτό πλέον δεν υπάρχει.

ΜΥΛΩΝΑΣ

Ο μυλωνάς πληρωνόταν σε είδος ή σε χρήμα. Φρόντιζε να είναι εγκάρδιος και όλοι να μένουν ευχαριστημένοι. Ο μυλωνάς είχε καθήκον να συντηρεί το μύλο του. Γι’ αυτό κατά τακτά διαστήματα έκανε έλεγχο στις μυλόπετρες και γενικά σε όλο το μηχανισμό του μήλου, ώστε να προλάβει τυχόν βλάβες και φθορές. Το επάγγελμα του μυλωνά ήταν πολύ κουραστικό. Εκτός από κουραστικό ήταν και ανθυγιεινό και επιπλέον έπρεπε να σηκώνεται πολύ πρωί.

ΣΤΡΑΓΑΛΟΠΟΙΟΣ

Ο στραγαλοποιός ξεχώριζε τα ρεβίθια ανάλογα με το μέγεθος και τα έψηνε ανακατεύοντάς τα σιγά-σιγά με το χέρι περίπου μια ώρα. Την επόμενη μέρα αφού είχαν κρυώσει, τα ξανάψηνε και τα άπλωνε στο υπόγειο για δύο με τρεις εβδομάδες. Ο στραγαλοποιός έπαιρνε τα ρεβίθια και τα μούσκευε σε σκαφίδες, μετά από είκοσι μέρες.

ΑΚΟΝΙΣΤΗΣ

Ξεκινούσε πρωί-πρωί τη γύρα για να καλύψει όλο το δρομολόγιο. Το ακόνι ήταν ένας τροχός φτιαγμένος από ειδική πέτρα, λεία και σκληρή, συνήθως σμυριδόπετρα από τη Νάξο. Είχε διάμετρο 30 εκατοστών περίπου και στηρίζονταν πάνω σε ξύλινη βάση ύψους ενός μέτρου.

Καθώς ο ακονιστής πατούσε το πεντάλι, ο τροχός περιστρεφόταν.

Γυρίζοντας το ακόνι οι λάμες των μαχαιριών σπίθιζαν. Ο ακονιστής έριχνε κάθε λίγο νερό. Όταν τέλειωνε το τρόχισμα, έβγαζε απ' τον τορβά του τις λίμες και τα σφυριά και έσιαζε τα μαχαίρια και τα τσεκούρια, που απ' την πολλή χρήση είχαν στραβώσει. Έπειτα τα λάδωνε με τη <<λαδόπετρα>> για να μη σκουριάσουν. Σήμερα έπαψε πια να ακούγεται η φωνή του. Όλα έγιναν μηχανές.

ΓΑΝΩΤΗΣ

Το επάγγελμα του γανωτή ήταν πάρα πολύ παλιό. Στην πλάτη του κουβαλούσε πάντα ένα τσουβάλι για να μαζεύει τα σκεύη που ήθελαν γάνωμα. Το εργαστήριο του ήταν συνήθως στο σπίτι του. Το επάγγελμα του γανωτή ήταν πάρα πολύ σημαντικό εκείνη την εποχή επειδή τα περισσότερα σκεύη που χρησιμοποιούσαν ήταν χάλκινα ( μπακιρένια). Αυτά με τον καιρό από την μεγάλη χρήση τους οξειδώνονταν και ήταν πάρα πολύ επικίνδυνα επειδή μπορούσαν να προκαλέσουν δηλητηριάσεις.

ΟΜΠΡΕΛΑΣ

Ο ομπρελάς περνούσε από τις παλιές γειτονιές και επιδιόρθωνε χαλασμένες ομπρέλες. Αυτό γινόταν επειδή ο κόσμος δεν είχε αρκετά χρήματα για να αγοράζει καινούργιες ομπρέλες. Το επάγγελμα του ομπρελά ήταν ευκαιριακό και εποχιακό. Κουβαλούσε μαζί του παλιές μισοζαλισμένες ομπρέλες που ήταν χρήσιμες για ανταλλακτικά. ‘Έφτιαχνε ακόμη και βελόνες που ήταν χρήσιμες για να πλέκουν. Τις βελόνες τις έφτιαχνε από τα ακτινωτά χαλύβδινα ελάσματα που έπαιρνε από τις ομπρέλες τις οποίες δεν μπορούσε να επισκευάσει.

ΚΑΣΕΡΟΜΑΣΤΟΡΑΣ

Το επάγγελμα του κασερομάστορα, περνούσε από γενιά σε γενιά. Το κασέρι το παρασκεύαζαν σε μικρά ξύλινα ή πέτρινα σπίτια γνωστά ως κασερίες. Στη συνέχεια μετά την απαιτούμενη διαδικασία παρασκευής του κασεριού το έβαζαν για ένα 24ωρο σε καλούπια για να πάρει το κατάλληλο σχήμα. Μετά γινότανε η μεταφορά του κασεριού από τις κασερίες στα υπόγεια των σπιτιών που υπήρχε σταθερή θερμοκρασία και τα τοποθετούσαν σε τεζάκια για να ωριμάσουν. Παρέμεναν στα υπόγεια για τρεις μήνες ώστε να είναι έτοιμα.

ΑΓΡΟΦΥΛΑΚΑΣ – ΔΡΑΓΑΤΗΣ

Ο σκοπός του είναι η φύλαξη των αγρών, η πρόληψη, η δίωξη και τιμωρία κάθε αγροτικού αδικήματος (αγροζημιώσεις, κλοπές, φθορές, παράνομοι βοσκοί ζώων, ζωοκτονίες).

Οι αγροφύλακες είχαν δικαίωμα να οπλοφορούν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Το επάγγελμα του αγροφύλακα ήταν πολύ δύσκολο, γιατί ήταν υποχρεωμένος να γυρίζει όλη την μέρα στα χωράφια και να τα ελέγχει. Δεν έχουν συγκεκριμένο ωράριο, πρωί, μεσημέρι, βράδυ είναι πάντα έτοιμοι.

ΣΑΛΕΠΙΤΖΗΣ

Ένας από τους γραφικότερους πλανόδιους πωλητές της παλαιότερης εποχής είναι ο σαλεπιτζής. Με τη φουφού αναμμένη, ένα μικρό σκαμνί και το αστραφτερό χάλκινο γκιουμί διαλαλεί στους παγωμένους δρόμους το αχνιστό και μυρωμένο σαλέπι, μια σκόνη από αποξηραμένους βολβούς διαφόρων ορχιδέων. Είναι επάγγελμα που έχει τις ρίζες του στην Μικρά Ασία και για αυτό συνδέεται στενά με την προσφυγιά. Το στέκι του ο σαλεπιτζής το διάλεγε κυρίως με βάση τις περιοχές που σύχναζαν ξενύχτηδες ή άνθρωποι που ξεκινούσαν αξημέρωτα τη δουλειά.

ΥΦΑΝΤΡΑ

Οι υφάντρες που δούλευαν επαγγελματικά είχαν μόνιμα στημένο τον αργαλειό και δούλευαν ασταμάτητα. Ο αργαλειός ήταν μια ξύλινη κατασκευή που αποτελούνταν από τρεις τύπους, τον όρθιο, τον πλαγιαστό και τον 'λάκκο'.

Υπήρχαν και νοικοκυριά που είχαν τον αργαλειό και στους οίκους διότι δεν υπήρχαν γεωργικές δουλειές και υφαίνανε τα απαραίτητα για την οικογένειά τους. Η πρώτη ύλη ήταν το μαλλί, το οποίο έπρεπε να το περάσουν από πολλές διαδικασίες ώστε να γίνει νήμα.

ΝΤΕΛΑΛΗΣ

Ο ντελάλης διαλαλούσε τα νέα, τις παραγγελίες που έπαιρνε από τις αρχές ή τα εμπορεύματα που έφερναν οι πραματευτάδες. Η δυνατή φωνή και κυρίως ο τρόπος που παρουσίαζαν συνοπτικά τα νέα ή διαφήμιζαν τα προϊόντα, τους καθιστούσε γνωστούς στην τοπική κοινωνία. Έβαζε την παλάμη στο στόμα σαν χωνί, και έπαιρνε τις γειτονιές φωνάζοντας. Η αμοιβή του ήταν ένα ποτηράκι τσίπουρο ή λίγο κολατσιό. Σήμερα το επάγγελμα αυτό έχει εξαφανιστεί λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας στην επικοινωνία.

ΚΑΡΒΟΥΝΙΑΡΗΣ

Το επάγγελμα του καρβουνιάρη ήταν εποχιακό. Έστηνε καμίνια από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο. Για να στήσει το καμίνι διάλεγε ένα μέρος όπου προστατευόταν από τον άνεμο. Σκέπαζε τον σωρό από ξύλα με άχυρα και πάνω από τα άχυρα έριχνε μαλακό χώμα. Άναβε το καμίνι το οποίο έκαιγε για 12 με 15 μέρες, και το πρόσεχε μέρα και νύχτα. Στη συνέχεια το σκέπαζε πάλι με χώμα και το άφηνε ακόμη μια μέρα πριν το καθαρίσει. Όταν το καθάριζε, τα κάρβουνα ήταν έτοιμα. Τα κομμάτιαζε, τα τσουβάλιαζε και τα πουλούσε από μέρος σε μέρος.

ΠΕΤΑΛΩΤΗΣ

Ο πεταλωτής ήταν ο τεχνίτης που πετάλωνε τα άλογα, τα μουλάρια και τους γαϊδάρους. Το επάγγελμα εξασκούνταν κυρίως στα κεφαλοχώρια όπου οι ιδιοκτήτες έφερναν τα ζώα τους απο τα γύρω χωριά. Τα πέταλα ήταν σιδερένια φτιάχνονταν συνήθως από τους ίδιους τους πεταλωτές και διευκόλυναν τα ζώα να κινούνται στους κακοτράχαλους δρόμους. Σήμερα η τεχνογνωσία σε συνδυασμό με την συγκέντρωση των ανθρώπων στις πόλεις και τον περιορισμό της ιδιοκτησίας ζώων έχουν υπερκαλύψει τις ελλειπείς γνώσεις του πεταλωτή και έχουν οδηγήσει το επάγγελμα σε εξαφάνιση.

ΠΛΑΝΟΔΙΟΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ

Πριν η φωτογραφική μηχανή εξελιχτεί με την πρόοδο της τεχνολογίας, ο πλανόδιος φωτογράφος ήταν περιζήτητος.

Έστηνε τη μεγάλη τετράγωνη φωτογραφική μηχανή με τον προεξέχοντα φακό πάνω σε ένα τρίποδο και φωτογράφιζε. Σήμερα το επάγγελμα αυτό έχει σχεδόν εξαφανιστεί.

Σπάνια, σε κάποιους αρχαιολογικούς χώρους μπορεί κανείς να συναντήσει έναν τέτοιο φωτογράφο με τη γραφική του άσπρη του ρόμπα και στην περίπτωση αυτή, αποτελεί ο ίδιος αντικείμενο φωτογράφησης των επισκεπτών.

-

Πηγές:

www.pame.gr

www.historyofgreekfood.wordpress.com

www.blog.sch.gr

www.entre.gr

www.winefest-dafnes.gr

www.persista.net

www.el.wikipedia.org

www.ecomuseum.gr

www.meropitopik.blogspot.gr

www.entre.gr

www.epil.gr

www.laografia-istoria.blogspot.gr

www.konroes.pblogs.gr

www.komianos.wordpress.com

www.ssv2.aegean.gr/epaggelmata www.samsystems.gr

www.estiahua.gr

• • • • • • • • • • • • • • • • • • •

Την παραπάνω εργασία επιμελήθηκαν οι μαθητές:

Περσεφόνη Κατσουλίδη Ελένη Βαγγελή Φιλιώ Ευαγγελίδου Σαββίνα Καρακάση Κωνσταντίνος Κεραμίδας Κωνσταντίνος Συγκούνας Πέτρος Έξαρχος Στέφανος Κωσταγιάννης Μαρία Σίσκου Βάγια Ζιάβρου Γεωργία Παπανικολάου Κωνσταντίνα Τασιούλα Βαγγέλης Παπαδόπουλος Αλβέρτος Πρωτόγερος Βασίλης Μπούτικος Ζήκος Βαρούχος Αλέξανδρος Ζηκόπουλος Παναγιώτα Καραγιάννη Έλενα Γκοντού • •

Συντονιστές του προγράμματος:

Κωστάκης Νικόλαος Αρέθας Δημήτριος