Θεωρία του Νού

Download Report

Transcript Θεωρία του Νού

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ
Π.Τ.Δ.Ε
ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ: Θέματα Γνωστικής Ψυχολογίας
ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: Κ. Βασιλάκη Ελένη
ΕΙΣΗΓΗΤΕΣ: Διακουμάκος Στάθης, Βιενά Έλενα
ΘΕΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: Φύση και ανάπτυξη της Θεωρίας
του Νου
ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ
ΤΟΥ ΝΟΥ
«Θεωρία του νου»:
- Η ικανότητα του ατόμου να κατανοεί τις δικές του
νοητικές καταστάσεις και αυτές των άλλων
(Premock&Woodruff,1978)
-Ικανότητα του ατόμου να αποδίδει νοητικές
καταστάσεις στον εαυτό του και στους άλλους
(πεποιθήσεις, προθέσεις, επιθυμίες και
συναισθήματα) προκειμένου να ερμηνεύει και να
προβλέπει συμπεριφορές (Wellman, 1990)
-Η επίγνωση και κατανόηση του τι σκέφτονται, τι
αισθάνονται και τι κάνουν οι άλλοι είναι σημαντικές
για την αποτελεσματικότητα του ατόμου στο
κοινωνικό περιβάλλον (Hala, 1997)
ΣΥΜΒΟΛΗ PIAGET



Στο «προλογικό στάδιο» τα παιδιά είναι
εγωκεντρικά, δηλαδή αντιμετωπίζουν σοβαρές
δυσκολίες στο να αντιληφθούν την οπτική ή
ακόμα και τη νοητική άποψη των άλλων.
Η σκέψη των παιδιών κυριαρχείται από το «εδώ»
και το «τώρα». Δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι
ένα άτομο που βρίσκεται σε άλλη θέση έχει άλλη
αντιληπτική άποψη. Παγιδεύονται από την
προσωπική, υποκειμενική εμπειρία για τον κόσμο
(εγωκεντρισμός).
Επιπλέον, συναντούν δυσκολία στο να κρίνουν
ηθικά παραπτώματα στα οποία απαιτείται η
κατανόηση της πρόθεσης που τα υποκίνησε και
όχι το μέγεθος της βλάβης που προκάλεσαν.


Οι πράξεις ελέγχονται όχι μόνο από απρόοπτα
γεγονότα αλλά και από τις πεποιθήσεις των
ανθρώπων (π.χ. οι προπαγάνδες και οι εμπορικές
διαφημιστικές καμπάνιες βασίζονται στην
υπόθεση ότι, εάν κάποιος καταφέρει να επηρεάσει
το περιεχόμενο των πεποιθήσεων των άλλων, θα
μπορέσει να επηρεάσει και τη συμπεριφορά τους).
Η κατανόηση πως οι άνθρωποι έχουν πεποιθήσεις
πρέπει να αποτελεί το βασικό κριτήριο
προκειμένου να αποφανθούμε εάν ένα άτομο
διαθέτει ή όχι θεωρία του νου.
Στο παράδειγμα με την μπάλα του John,η οποία αλλάζει
θέση χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει, τα παιδιά ηλικίας 5
ετών φαίνεται να έχουν μερική κατανόηση του νου, ενώ
τα παιδιά μικρότερης ηλικίας αναφέρουν την
πραγματική θέση της μπάλας και όταν ρωτώνται για την
πεποίθηση του ήρωα, δεν μπορούν να απαντήσουν.
 Τα παιδιά αποκτούν την ικανότητα κατανόησης του νου
μέσα από μια εννοιολογική αναδόμηση της σκέψης
(περιορίζεται ο εγωκεντρισμός των μικρών παιδιών όταν
η σκέψη υπόκειται σε αναδόμηση).

ΚΑΙ ΤΑ ΠΟΛΥ ΜΙΚΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΚΑΤΙ ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΗ
ΤΟΥ ΝΟΥ
Wellman
τα παιδιά ηλικίας 2-3 ετών:
 Κατανοούν ότι οι ποιοτικές ιδιότητες των φυσικών
αντικειμένων είναι διαφορετικές από αυτές των
σκέψεων
 Αναγνωρίζουν πως κάποιος είναι σε θέση να κάνει
πράγματα με τις σκέψεις, τα οποία δεν θα μπορούσε να
κάνει με φυσικά αντικείμενα
 Γνωρίζουν αρκετά πράγματα για τις επιθυμίες
(κατανοούν πως αν γνωρίζουμε την επιθυμία κάποιου,
μπορούμε να προβλέψουμε τη συμπεριφορά του)
Η ΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Τα παιδιά ηλικίας 3 ετών κατανοούν αρκετά για το νου:
1. Αναγνωρίζουν πως οι σκέψεις στερούνται ορισμένων
ιδιοτήτων, οι οποίες χαρακτηρίζουν τα φυσικά
αντικείμενα.
2. Κατανοούν τις ενδείξεις που δηλώνουν ότι κάποιος
σκέφτεται.
3. Γνωρίζουν ότι η σκέψη διαφέρει από το λόγο, την
όραση ή την αφή.
ΤΙ ΚΑΤΑΝΟΟYΝ
ΤΑ ΠΑΙΔΙA ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΚEΨΕΙΣ
ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΑΤΟΜΩΝ
τα μικρά παιδιά κατανοούν το νου και μπορούν να
προβλέψουν τη συμπεριφορά των άλλων με βάση
νοητικές καταστάσεις όπως η επιθυμία και η πεποίθηση
 Κατανοούν πως οι σκέψεις είναι υποκειμενικές με
αποτέλεσμα δύο άτομα να μπορούν να έχουν
διαφορετικές σκέψεις για το ίδιο πράγμα
 Κατανοούν ότι οι σκέψεις απεικονίζουν όψεις της
πραγματικότητας και ότι είναι σε θέση να πάρουν
πληροφορίες για την πραγματικότητα από τις σκέψεις
κάποιου άλλου
 Γνωρίζουν πως οι σκέψεις είναι εφήμερες και πως δεν
μπορούμε να τις αγγίξουμε ή να τις υποβάλουμε σε
αισθητηριακή διερεύνηση

ΤΙ ΚΑΤΑΝΟΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΧΕΣΗ
ΣΚΕΨΕΩΝ-ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ
Οι πεποιθήσεις και οι επιθυμίες συνδέονται με
διαφορετικές συναισθηματικές καταστάσεις:
χαρά ή λύπη
Επιθυμία
καταστάσεις δραστηριοποίησης
( κίνητρο
κατανοούν ότι η επιθυμία δημιουργεί το
κίνητρο, το οποίο όμως παύει να παρίσταται με την
κατάλληλη δράση )

Πεποίθηση
συναίσθημα της έκπληξης
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ



Νοητικές καταστάσεις: πεποιθήσεις, επιθυμίες, ευχές,
προσδοκίες, προθέσεις, ελπίδες, αντιλήψεις.
Λέγοντας ότι μια νοητική κατάσταση έχει περιεχόμενο
εννοούμε ότι αναφέρεται σε κάτι και το αναπαριστά με
συγκεκριμένο τρόπο. Αυτό το χαρακτηριστικό στη
φιλοσοφία αποδίδεται με τον όρο «προθετικότητα».
Προτασιακές στάσεις: σκέψεις οι οποίες αποδίδονται
σχηματικά ως «Χ φ ότι Α» όπου «Χ» ο φορέας της στάσης,
«φ» η στάση και «Α» μια πρόταση που εκφράζει το
περιεχόμενο της στάσης.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

Ο Γιαννάκης( φορέας) πιστεύει ότι( στάση) η
καραμέλα είναι στην πορτοκαλί τσάντα( πρόταση).
Εδώ η πρόταση «η καραμέλα είναι στην πορτοκαλί
τσάντα» εκφράζει το προθετικό περιεχόμενο της
στάσης του Γιαννάκη και η στάση «πιστεύει ότι»
είναι το αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο αυτή
η πρόταση νοείται από τον Γιαννάκη.

Οι προθετικές νοητικές καταστάσεις έχουν συνθήκες
ικανοποίησης.
Κατεύθυνση ικανοποίησης :
ΝΟΥΣ
ΚΟΣΜΟΣ (ανήκουν οι νοητικές
καταστάσεις που έχουν επιστημικό-πληροφοριακό
περιεχόμενο όπως πεποίθηση, προσδοκία κλπ)
ΚΟΣΜΟΣ
ΝΟΥΣ (ανήκουν οι νοητικές
καταστάσεις που εκφράζουν την βούληση του φορέα
τους όπως επιθυμία, ελπίδα, ευχή, πρόθεση)


Αν το περιεχόμενο της νοητικής κατάστασης δεν
ικανοποιηθεί τότε ο κόσμος ή ο νους είναι λάθος.
ΔΟΜΗ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΟΥ ΝΟΥ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΟΥ ΝΟΥ ΑΠΟ 3
ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ
Θεωρία για την θεωρία
Η θεωρία του Νου αποτελεί ένα αιτιακό-εξηγητικό
πλαίσιο που έχει 3 κοινά χαρακτηριστικά με τις
επιστημονικές θεωρίες:
1.
Αφαίρεση: είναι αφηρημένη, την συνθέτουν
εσωτερικές οντότητες(νοητικές καταστάσεις)
αποσπασμένες από άμεσες μαρτυρίες.
2.
Συνοχή: οι νοητικές καταστάσεις που συνθέτουν την
θεωρία ενός ατόμου για τον Νου αποτελούν
λειτουργικά μέρη ενός συστήματος το οποίο έχει
νόμους και δομή.
3.
Εξήγηση-πρόβλεψη: δεν περιγράφει απλά μια
συμπεριφορά αλλά δίνει την δυνατότητα εξήγησης και
πρόβλεψης μιας συμπεριφοράς.
Οι αλλαγές στην θεωρία του νου είναι ανάλογες προς τις
αλλαγές των θεωρητικών υποδειγμάτων στην ιστορία
της επιστήμης.
 Οι Gopnik και Wellman υποστηρίζουν πως η θεωρία
του νου αλλάζει ριζικά ανάμεσα στις ηλικίες των 2 και 4
ή 5 ετών.
 Φάση επιθυμίας( 2 ετών): κατανόηση απλών επιθυμιών
και απλών αντιλήψεων.
 Φάση επιθυμίας-πεποίθησης( 3 ετών): τα παιδιά
κατανοούν τον προθετικό χαρακτήρα των επιθυμιών και
τις πεποιθήσεις οι οποίες έχουν ακόμα δευτερεύοντα
ρόλο στην εξήγηση και πρόβλεψη μιας συμπεριφοράς.
 Φάση πεποίθησης-επιθυμίας( 4 ετών): πεποιθήσεις 
κεντρικό ρόλο μαζί με τις επιθυμίες στην εξήγηση και
πρόβλεψη μιας συμπεριφοράς.

Θεωρία της νοητικής προσομοίωσης
Σύμφωνα με τους Alvin Goldman και Robert Gordon(
1995) ο νους είναι διαφανής στον ίδιο του τον εαυτό και
έτσι μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον δικό μας νου
ως ένα είδος αναλογικού μέσου για να κατανοήσουμε τις
νοητικές καταστάσεις των άλλων
 Όταν το παιδί πρέπει να εξηγήσει ή να προβλέψει την
συμπεριφορά ενός άλλου ατόμου δεν χρειάζεται να έχει
κάποια θεωρία απλά κατασκευάζει στο νου του ένα είδος
μοντέλου και εξετάζει τις εισροές και εκροές στο
μοντέλο αυτό. Έτσι το παιδί είναι σε θέση να
φαντάζεται τις νοητικές καταστάσεις που
διαμορφώνονται σε μία κατάσταση και να τις προβάλλει
στους άλλους για να κατανοήσει την συμπεριφορά τους.


Paul Harris  ο μηχανισμός της νοητικής
προσομοίωσης είναι έμφυτος και βελτιώνεται
σταδιακά με την εμπειρία. Η αποτελεσματικότητα
του εξαρτάται από την ικανότητα του παιδιού να
απομονώνει προσωρινά την δική του νοητική
κατάσταση από την μια και την εξωτερική
κατάσταση από την άλλη ώστε αυτές να μην
επιδρούν στην φανταστική νοητική κατάσταση.
Θεωρία του εξειδικευμένου πεδίου
Fodor,1983: ο νους στο μεγαλύτερο μέρος του,
αποτελείται από εξειδικευμένα πεδία που περιλαμβάνουν
το καθένα έννοιες από μία συγκεκριμένη γνωστική
περιοχή( γλώσσα, μαθηματικά κλπ).
 Οι νοητικές καταστάσεις δεν κατασκευάζονται με την
εμπειρία αλλά προϋπάρχουν
 Η πορεία ανάπτυξης του είναι γενετικά προσδιορισμένη
και προκαθορισμένη με ελάχιστα περιθώρια
τροποποίησης του από περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Alan Leslie(1994,2000,2001): η ανάπτυξη του πεδίου
που εξειδικεύεται στην επεξεργασία των πληροφοριών
προϋποθέτει την ωρίμανση δυο έμφυτων μηχανισμών:
1.
Ο πρώτος ωριμάζει μεταξύ του 6ου και 8ου μήνα και
δίνει στο βρέφος την δυνατότητα να κατανοεί ότι οι
άνθρωποι έχουν αντιλήψεις και ότι η δράση και
συμπεριφορά τους οδηγείται από αυτές.
2.
Ο δεύτερος ωριμάζει περίπου το 18ο μήνα της ηλικίας
και δίνει στα παιδιά την δυνατότητα να κατανοούν ότι
τα δρώντα υποκείμενα έχουν νοητικές καταστάσεις
ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΘΕΣΗ
Επιθυμία: τάση που δίνει προτεραιότητα σε
συγκεκριμένα πράγματα ή καταστάσεις του κόσμου
έναντι άλλων (Malle,1999).
 Η επιθυμία δεν οδηγεί απευθείας σε δράση αλλά
χρειάζεται να μεταφραστεί πρώτα σε πρόθεση
 Πρόθεση: σχέδιο δράσης που οικοδομείται πάνω στην
επιθυμία του ατόμου.
 Η κατανόηση της επιθυμίας και της πρόθεσης για
πρώτη φορά πραγματοποιείται στην ηλικία των 18
μηνών περίπου.

Αιτιακές συνδέσεις μεταξύ επιθυμίας-δράσηςσυναισθηματικών αντιδράσεων:
 Από την ηλικία των 2,5 ετών τα παιδιά κατανοούν την
αιτιακή σχέση μεταξύ επιθυμίας, δράσης και
συναισθηματικών αντιδράσεων.
Η υποκειμενικότητα της επιθυμίας:
 Perner(1991): στα πρώτα χρόνια της ζωής τους τα
παιδιά κατανοούν την επιθυμία σαν κάτι το
αντικειμενικό και όχι ως υποκειμενική κατάσταση στο
νου ενός συγκεκριμένου ατόμου.
 Από την ηλικία των 4 ετών τα παιδιά κατανοούν ότι
διαφορετικά άτομα μπορεί να επιθυμούν διαφορετικά
πράγματα.
Εμπρόθετες και τυχαίες ενέργειες:
 Η ικανότητα διάκρισης μεταξύ εμπρόθετων και τυχαίων
ενεργειών αναπτύσσεται στην ηλικία των 3 ετών.
 Στρατηγική ταύτισης: όταν ο στόχος και το αποτέλεσμα
ταυτίζονται τα παιδιά λένε πως το αποτέλεσμα έγινε
από πρόθεση ενώ όταν δεν ταυτίζονται λένε ότι ήταν
τυχαίο.
 Πειράματα από τους Astington και Lee(1991) έδειξαν
ωστόσο ότι η παραπάνω ικανότητα αναπτύσσεται στην
ηλικία των 4 ετών.
Συνθήκες ικανοποίησης επιθυμίας και πρόθεσης
 Η επιθυμία και η πρόθεση διαφέρουν ως προς τις
συνθήκες ικανοποίησης τους. Μία επιθυμία
εκπληρώνεται όταν η κατάσταση που αναπαριστά το
περιεχόμενο της είναι σύμφωνη με την εξωτερική
πραγματικότητα(αν θέλω ένα μολύβι και βρω ένα
ανεξάρτητα από το πώς τότε η επιθυμία μου
εκπληρώνεται).
 Αν η κατάσταση που αναπαριστά το περιεχόμενο μιας
πρόθεσης πραγματοποιηθεί τότε δεν ικανοποιείται
απαραίτητα η συγκεκριμένη πρόθεση.
 Τα παιδιά αναπτύσσουν την ικανότητα διάκρισης
μεταξύ των συνθηκών ικανοποίησης επιθυμίας και
πρόθεσης στην ηλικία των 4-5 ετών.
ΠΕΠΟΙΘΗΣΗ
 Πεποίθηση:
ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίον
οι άνθρωποι περιγράφουν στο νου τους
καταστάσεις της εξωτερικής πραγματικότητας.
 Οι
πεποιθήσεις δεν ισοδυναμούν με γνώση
καθώς το περιεχόμενο τους δεν είναι πάντα
αληθές.
 «Εάν
η γνώση έχει ως στόχο τη σύλληψη της
αλήθειας, η πεποίθηση υποδηλώνει την
πιθανότητα του λάθους»(Davidson,1973,1991)
Πειραματικά έργα ψευδούς πεποίθησης

Απροσδόκητη μετακίνηση: εδώ έχουμε το λεγόμενο
«σφάλμα ρεαλισμού» δηλαδή τα παιδιά μέχρι την ηλικία
των 4 ετών απαντούν σύμφωνα με αυτό που τα ίδια
γνωρίζουν για την θέση του αντικειμένου και όχι
σύμφωνα με αυτό που δικαιολογημένα ο ήρωας
πιστεύει.

Το κουτί με το απροσδόκητο περιεχόμενο: ο
ερευνητής δείχνει στο παιδί ένα κουτί η επιφάνεια του
οποίου υποδηλώνει το περιεχόμενο του π.χ ένα κουτί
από καραμέλες. Στην συνέχεια ο ερευνητής ζητάει από
το παιδί να πει τι έχει μέσα στο κουτί. Όταν το παιδί
απαντήσει «καραμέλες» τότε ο ερευνητής ανοίγει το
κουτί και του αποκαλύπτει ότι έχει ένα μολύβι. Ύστερα
το κουτί ξανακλείνει και ο ερευνητής ζητάει από το
παιδί να προβλέψει τι θα πει ένα άλλο παιδί, που δεν
ήταν παρών στην διαδικασία, για το περιεχόμενο του.

Τα ευρήματα έδειξαν ότι τα παιδιά των 4 ετών
κατανοούν την ψευδή πεποίθηση ενώ τα παιδιά 3
ετών αδυνατούν να την καταλάβουν δίνοντας
ρεαλιστικές απαντήσεις στην ερώτηση για την
πεποίθηση του άλλου παιδιού.
Λόγοι αποτυχίας των τρίχρονων παιδιών στα
πειραματικά έργα ψευδούς πεποίθησης
1. Προβλήματα με την κριτική ερώτηση: τα παιδιά
δυσκολεύονται να κατανοήσουν τις ερωτήσεις των
ερευνητών με τις οποίες αξιολογείται η ικανότητα
απόδοσης ψευδών πεποιθήσεων. Όταν όμως οι ερωτήσεις
διατυπώνονται κατά τέτοιο τρόπο ,ώστε να
προσδιορίζεται χρονικά( που θα ψάξει ο Μαχι πρώτα
για την σοκολάτα;) το σημείο στο όποιο αναφέρεται ο
ερευνητής, τα περισσότερα παιδιά δίνουν σωστές
απαντήσεις( Siegal, Beattie, 1991 και Lewis,
Osborne,1990).
2. Ελλείμματα στον εκτελεστικό έλεγχο: η αδυναμία των
παιδιών να ελέγξουν την παρόρμηση τους να
αναφέρουν την πραγματική κατάσταση( π.χ με Maxi
και κουτί).
3. Προσωπικό ενδιαφέρον των παιδιών: οι ιστορίες που
περιγράφονται στα πειραματικά έργα ψευδούς
πεποίθησης είναι "υποθετικές, στατικές και χωρίς
προσωπικό ενδιαφέρον για τα παιδιά"(Chandler και
Hala , 1994).
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗΣ


Σύμφωνα με μελέτες τα παιδιά είναι σε θέση να
"εξαπατούν" ακόμα και στην ηλικία των 2,5 ετών.
Ωστόσο τα συμπεράσματα που εξάγονται δεν είναι
ασφαλή καθώς πολλοί ερευνητές διαφωνούν στο θέμα
της ηλικίας εκδήλωσης της εξαπάτησης.
ΠΡΟΣΠΟΙΗΣΗ
Ορισμός: διαμόρφωση στάσης που διαφέρει από την
πραγματικότητα και κατευθύνει την δράση του ατόμου.
 Το παιχνίδι της προσποίησης εμφανίζεται ήδη από το
τέλος του 2ου χρόνου του παιδιού και σταδιακά γίνεται
περισσότερο σύνθετο και περίτεχνο.
 Bateson(1995): κατά την προσποίηση ο φανταστικός
κόσμος δεν συγχέεται με τον πραγματικό.
 Piaget(1945/1962): το παιδί μέχρι τα 6 πρώτα χρόνια
στο «παιχνίδι προσποίησης» ταυτίζει κατά την
αποκορύφωση της εμπλοκής του με το παιχνίδι την
φαντασία με την πραγματικότητα.
 Flavell και Green(1983): τα παιδιά διακρίνουν τον
κόσμο της προσποίησης με τον κόσμο τον πραγματικό
από την ηλικία των 3 ετών.

Πότε τα παιδιά αρχίζουν να κατανοούν τον νοητικό
χαρακτήρα της προσποίησης;
 Leslie(1987,1988): τα παιδιά δημιουργούν δυο
αναπαραστάσεις στο νου τους , μια του πραγματικού
κόσμου και μια του προσποιητού ήδη από την ηλικία
των 2 ετών.
 Lillard(1993):μέχρι την ηλικία των 4ή5 ετών τα παιδιά
αντιμετωπίζουν την προσποίηση ως έναν «ιδιαίτερο
τύπο δράσης» και όχι ως νοητική κατάσταση.
 Custer(1996): τα παιδία σε ηλικία 3 ετών κατανοούν
τον νοητικό χαρακτήρα της προσποίησης
ΦΑΝΤΑΣΙΑ



Η φαντασία σε αντίθεση με την προσποίηση δεν
συνδέεται με την δράση.
Wellman και Estes(1986): τα παιδιά ήδη από την
ηλικία των 3 ετών αρχίζουν να κατανοούν την φαντασία
ως νοητική κατάσταση.
Υπάρχουν και περιπτώσεις κατά τις οποίες το παιδί δεν
κατανοεί το νοητικό χαρακτήρα της φαντασίας. Ωστόσο
αυτό φαίνεται να συμβαίνει στις περιπτώσεις που
καλούνται να φανταστούν ένα αντικείμενο που τους
προκαλεί έντονα αρνητικά συναισθήματα όπως φόβο.
ΟΝΕΙΡΟ




Το όνειρο σε αντίθεση με την προσποίηση και την
φαντασία είναι αποτέλεσμα ασυνείδητης και όχι
εκούσιας νοητικής διεργασίας. Έτσι δεν είμαστε σε θέση
να ελέγξουμε την σχέση ονείρου-πραγματικότητας.
Piaget(1945/1962): μέχρι την ηλικία των 8ή9 ετών τα
παιδιά δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τα όνειρα τους από
την πραγματικότητα
Laurendeau και Pinard(1962): μέχρι την ηλικία των 5ή
6 ετών τα παιδιά δεν αντιλαμβάνονται το όνειρο σαν
νοητική κατάσταση.
Οι Woolley και Wellman(1962): τα παιδιά από την
ηλικία των 3 ετών κατανοούν τα όνειρα ως καταστάσεις
του νου.

Wilcox και Woolley(1989): τα παιδιά κατανοούν
πως οι πληροφορίες που αντλούν από τα όνειρα
είναι μεροληπτικές, μη ελεγχόμενες και άρα
αμφισβητήσιμες.
ΑΥΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΝΟΥ

Ο αυτισμός προσδιορίζεται ως μια σοβαρή διάχυτη
(εκτεταμένη) αναπτυξιακή διαταραχή που εμφανίζεται
συνήθως πριν από τη συμπλήρωση των τριών πρώτων
χρόνων της ζωής του παιδιού (DSM-ΙV, 1987. ICD-10,
1978).
ΔΙΑΧΥΤΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ
Νοητικό τομέα
 Γνωστικό τομέα
 Επικοινωνιακό /Κοινωνικό τομέα
 Συναισθηματικό τομέα
 Τομέα Παιγνιδιού
 Αισθητηριακών αντιδράσεων

ΤΟΜΕΙΣ /ΕΠΙΠΕΔΑ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ ΣΕ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ
ΑΥΤΙΣΤΙΚΟΥ ΦΑΣΜΑΤΟΣ







Διαταραχές /δυσλειτουργίες
Επικοινωνιακό: προβληματική /ελλιπής συνδιαλλαγή με
τον άλλο, φαινομενική απουσία διάθεσης επικοινωνίας,
ιδιόμορφες μορφές επικοινωνίας
Κοινωνικό /Διαπροσωπικό : αδυναμία επαφής
/διατήρησης σχέσης με τον άλλο, πλήρης κοινωνική
απόσυρση (στις βαριές περιπτώσεις)
Συναισθηματικό : φαινομενική απουσία συναισθηματικής
επένδυσης των άλλων, οργάνωση και εκδήλωση
συναισθημάτων, απουσία παιγνιωδών μορφών έκφρασης
Γλωσσικό: άκαμπτη χρήση γλώσσας, χρήση κυριολεκτικής
γλώσσας, αδυναμία κατανόησης λανθάνουσας γλώσσας (π.χ.
υπαινιγμών, υπονοουμένων, αστείων κλπ.), απουσία
αντωνυμιών, σύγχυση λέξεων με παρόμοιο ήχο
Γνωσιακό/Διανοητικό: ανομοιογενή ανάπτυξη γνωσιακών
λειτουργιών, απουσία συμβολικού παιγνιδιού, χαμηλή
νοημοσύνη (πλειονότητα περιπτώσεων)
Συμπεριφορικό: εμμονές , στερεοτυπίες, απουσία
πλουραλιστικού παιγνιδιού, απόσυρση, υπερδιέγερση,
προβλήματα συμπεριφοράς-κρίσεις (σοβαρότητα ανάλογα με
τις περιπτώσεις)
ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΑΥΤΙΣΜΟΥ:
Διάχυτες διαταραχές σε όλους σχεδόν τους τομείς
 Αισθητηριακές δυσλειτουργίες (ιδιόμορφη επεξεργασία
/αντίληψη ποιοτικών /ακουστικών ερεθισμάτων)
 Βασικές ποιοτικές διαταραχές επικοινωνίας &
κοινωνικών αλληλεπιδράσεων/διαταραχές στη λεκτική
& μη λεκτική επικοινωνία/συμπεριφορά
 Βασικά προβλήματα στην έκφραση στοιχειωδών
αναγκών /προβλήματα συμπεριφοράς
 Απουσία ή καθυστέρηση ανάπτυξης ομιλίας
 Ο βαθμός και η έκταση των διαταραχών
εξαρτάται ανάλογα με την περίπτωση
 Καταναγκαστική επανάληψη λέξεων (ηχολαλία)
 Χρήση ιδιοσυγκρασιακής γλώσσας
 Απουσία συναισθηματικού συγχρονισμού, απουσία
βλεμματικής επαφής

Έλλειψη διάθεσης για επαφή με τον άλλο & τάση
απομόνωσης
 Αδυναμία κατανόησης του λόγου και της
επικοινωνιακής διάθεσης του άλλου
 Αδυναμία ανάπτυξης ενσυναισθητικών δεξιοτήτων/
κατανόησης της σκέψης του άλλου
 Αισθητηριακές δυσλειτουργίες /διαταραχές αποτύπωση
/αποκωδικοποίηση ακουστικών /οπτικών /απτικών
ερεθισμάτων
 Απουσία ανάπτυξης συμβολικής σκέψης
 Αδυναμία χρήσης γλώσσας του σώματος /μη λεκτικής
επικοινωνίας
 Παράδοξες συμπεριφορές, παράδοξες κινήσεις,
παράδοξη χρήση ομιλίας
 Παράδοξο πλησίασμα του άλλου
 Εμμονές στην χρήση αντικειμένων /παιγνιδιών

Στερεότυπες κινήσεις ή καταναγκαστική στερεότυπη
χρήση αντικειμένων
 Μεγάλη διαφοροποίηση στην συμπεριφορά (μη σταθερή
συμπεριφορά)
 Εκδήλωση περίεργων κινήσεων /μανιερισμών
 Αδυναμία να αντέξουν τις αλλαγές στο περιβάλλον
(συχνά τις πιο ελάχιστες)
 Φαινομενική απουσία συναισθημάτων
 Επιθετικά /αυτοκαταστροφικά ξεσπάσματα
 Αδυναμία κατανόησης του άλλου (έλλειψη θεωρίας νου)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΥΤΙΣΜΟΥ:
Γενετικές ανεπάρκειες
 Χρωμοσωμικές ανωμαλίες
 Προγεννητικές και περιγεννητικές επιπλοκές
 Μολυσματικές ασθένιες κατά την πρώιμη βρεφική
ηλικία (όταν το νευρικό σύστημα είναι ιδιαίτερα
ευπαθές
ερυθρά )


Οι παραπάνω ανεπάρκειες προκαλούν βλάβες στις
περιοχές εκείνες του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνες
για τη φυσιολογική ανάπτυξη της κοινωνικότητας, της
επικοινωνίας και της φαντασίας/δημιουργικότητας
ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΤΡΙΓΩΝΟ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΑΥΤΙΣΜΟΥ Η
«ΤΡΙΑΔΑ ΤΗΣ ΕΞΑΣΘΕΝΙΣΗΣ»
κοινωνικές σχέσεις και
κοινωνική αλληλεπίδραση
Επικοινωνία,
λεκτική και
μη λεκτική
δραστηριότητες,
ενδιαφέροντα και
συμπεριφορές
ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΑΥΤΙΣΤΙΚΑ ΠΑΙΔΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ
ΝΟΥ;

Οι Leslie & Frith (1988),μετά από έρευνα που
διεξήγαγαν, κατέληξαν ότι τα αυτιστικά παιδιά
αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην απόδοση ψευδών
πεποιθήσεων, οι οποίες όμως δεν είναι συνάρτηση των
ελλειμμάτων τους στην ικανότητα φαντασίας.
ΤΑ ΑΥΤΙΣΤΙΚΑ ΠΑΙΔΙΑ:
Δεν κατανοούν το νοητικό χαρακτήρα της φαντασίας
 Δεν αναγνωρίζουν τα ρήματα της σκέψης
( π.χ. πιστεύω, γνωρίζω, εύχομαι) σε λίστες λέξεων και δε
χρησιμοποιούν ρήματα σκέψης στον αυθόρμητο λόγο τους
 Δεν επιδίδονται σε παιχνίδια προσποίησης
 Δεν έχουν την ικανότητα να διακρίνουν μεταξύ τυχαίων και
εμπρόθετων ενεργειών
 Δεν κατανοούν τις συναισθηματικές αντιδράσεις που
προκαλούνται από ψευδείς πεποιθήσεις
 Δεν είναι σε θέση να εξαπατήσουν τους άλλους
 Παρουσιάζουν νοητική τύφλωση (Baron-Cohen.1995),
στερούνται δηλαδή της ικανότητας να κατανοούν τον εαυτό
τους και τους άλλους ως φορείς πεποιθήσεων, επιθυμιών,
προθέσεων κ.α

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΟΗΤΙΚΗΣ
ΤΥΦΛΩΣΗΣ:
Έλλειψη ευαισθησίας για τα συναισθήματα των
άλλων
 Δυσκολίες στη δημιουργία φιλικών σχέσεων
 Δυσκολίες στο να κατανοούν το ενδιαφέρον των
ακροατών τους
 Δυσκολίες στην κατανόηση των συνομιλιακών
υπονοημάτων
 Δυσκολίες στο να προβλέπουν τι σκέφτονται οι
άλλοι για τις ενέργειές τους
 Δυσκολίες στην κατανόηση της εξαπάτησης

Ο αυτισμός μας δίνει μία εικόνα για το πώς θα ήταν η ζωή
χωρίς θεωρία του νου. Τα αυτιστικά παιδιά στερούνται
θεωρίας του νου και αυτό έχει ως συνέπεια ελλείμματα
στις κοινωνικές τους σχέσεις και στην ικανότητα
επικοινωνίας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ





Πλούσια Μισαηλίδη,(2003):Η θεωρία των παιδιών για
το Νου. Αθήνα: Γιώργος Δαρδανός
Αικατερίνη Μαριδάκη-Κασσωτάκη(1997): Σύγχρονες
απόψεις για την σκέψη του παιδιού. Αθήνα: Γρηγόρης
Peter Mitchell( μετάφραση: Πλούσια Μισαηλίδη και
Αντωνέλλα Μουτσοπούλου) (2002): Η κατανόηση του
Νου στην παιδική ηλικία. Αθήνα: Γίωργος Δαρδανός
Ηλίας Κουρκούτας και Jean-Pierre Chartier(2008
έκδοση β):Παιδιά και έφηβοι με ψυχοκοινωνικές και
μαθησιακές διαταραχές, Στρατηγικές παρέμβασης.
Αθήνα: Τόπος
Howard Gardner, επιμέλεια: Ευγενία Κουτσουβάνου,
Σπύρος Πανταζής(2006): Πως το παιδί αντιλαμβάνεται
τον φυσικό κόσμο. Αθήνα: Ατραπός
Σας ευχαριστούμε πολύ…