ποπη λαμπροπουλου

Download Report

Transcript ποπη λαμπροπουλου

©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
ΤΗ ΝΥΧΤΑ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ Η ΜΟΙΡΑ
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Σειρά: Ελληνική Πεζογραφία
Συγγραφέας: Πόπη Λαµπροπούλου
Τίτλος: Τη νύχτα που άλλαξε η µοίρα
Σελιδοποίηση: Αλίκη Τριανταφυλλίδου
Φιλολογική Επιµέλεια: Ε.Κ.Χ. – Ανθή Μπίσσα
Εκπόνηση εξωφύλλου: Έλενα Ματθαίου
Θεώρηση ∆οκιµίων: Εύη Ζωγράφου
Απαγορεύεται η αναδηµοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, µερική ή περιληπτική, ή
η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχοµένου του βιβλίου µε οποιονδήποτε τρόπο, µηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς
προηγούµενη γραπτή άδεια του εκδότη. Νόµος 2121/1993 και κανόνες του ∆ιεθνούς
∆ικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
©2016 Πόπη Λαµπροπούλου & ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Σόλωνος 136, 106 77, Αθήνα
Τηλ.: 210 3829339, 210 3803925, Φαξ: 210 3829659
e-mail: [email protected]
www.oceanosbooks.gr
ISBN 978-618-5104-86-3
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Π ΟΠΗ Λ ΑΜΠΡΟΠΟ ΥΛ Ο Υ
Τ η νύχτα που
άλλαξε η µο ί ρα
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Σ τ ι ς γ υ ν α ί κ ε ς που έζησαν
πα ρ ό μ ο ι ε ς δ ύ σ κολ ε ς κατασ τάσεις
κ α ι τ ό λ μ ησ α ν ν α ζητ ή σ ο υ ν δικαιοσύνη .
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Μέρος Πρώτο
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
KΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η απαρχή
δώ και αρκετά χρόνια η οικογένεια του Σταύρου
Έ
Καρνέζη κατέβαινε στο μικρό ψαροχώρι στις
Πόρτες, στην Αίγινα, για να περάσουν το καλοκαίρι.
Αυτός, η γυναίκα του η Μίνα και ο δεκάχρονος Στέφανος που είχε πάρει το όνομα του παππού του. Πατέρας και γυιός το περίμεναν με λαχτάρα όλον τον χειμώνα κάνοντας σχέδια για τα καλοκαιρινά ψαρέματα.
Η Μίνα τους άκουγε με κάποια αδιαφορία, σαν να
έλεγε «δεν είναι αυτά που ονειρευόμουν εγώ». Εκείνη
ήθελε να στολίζεται και να βγαίνει, να γλεντάνε με
παρέες, να δείχνει την ομορφιά της και να πρωταγωνιστεί με το κέφι της. Αλλά με την τρέλα του Σταύρου
για το ψάρεμα και του γυιού της για το καΐκι δεν προλάβαινε να κατεβάζει το τηγάνι από τη φωτιά. Ατελείωτες ψαριές...
– Λέπια θα βγάλουμε βρε Σταύρο, αμάν! Πάμε καμμιά φορά στην πόλη να φάμε και καμμιά κρέπα, κανέναν λουκουμά ή έστω κανένα σουβλάκι.
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Π Ο Π Η Λ Α Μ Π Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ
Για αστείο το έπαιρνε ο Σταύρος και γέλαγε με την
καρδιά του...
– Νοστάλγησες τις σκουπιδοτροφές, Μίνα, μου φαίνεται. Η μακροζωία δεν σε ενδιαφέρει πια.
– Τί να την κάνω τη μακροζωία αν ζούμε ψαρεύοντας και τηγανίζοντας, απαντούσε κρεμώντας τα μούτρα της.
Το χωριό βρισκόταν στο ανατολικό μέρος της Αίγινας αντικριστά στο Αιγαίο. Εκεί ο πατέρας του Σταύρου, ο γερο-Στεφανής, είχε αφήσει ένα μικρό σπιτάκι
κοντά στη θάλασσα, πάνω στο ύψωμα του γέρικου
βράχου να αγναντεύει το πέλαγος.
Μερικά σκαλοπάτια σκαλισμένα στο σκληρό χώμα
σε κατέβαζαν σε έναν μικρό κολπίσκο που τον αγκάλιαζε ο απότομος υπερήφανος βράχος. Όταν το Αιγαίο
θύμωνε, η θάλασσα τον έδερνε αλύπητα. Αλλά σαν
ημέρωνε, τραβούσε τα νερά της μεγαλόκαρδα και άφηνε μια αμμουδιά περίπου 6-7 μέτρα σαν δώρο εξιλέωσης για τους απότομους θυμούς της.
Το καΐκι υπήρχε από παλιά, τότε που ζούσε ο παππούς. Πάντα αραγμένο στον μικρό μόλο, λίγα μέτρα
πιο κάτω από το κέντρο του χωριού, προστατευμένο
από τις θυμωμένες στιγμές της Φύσης. Αυτό το καΐκι
ήταν το εργαλείο του γερο-Στέφανου, το ψωμί του, η
διασκέδασή του, η συντρόφισσά του. Η κυρα-Καλή, η
γυναίκα του και μάνα του Σταύρου, είχε πεθάνει από
v 12 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Τ Η Ν Υ Χ ΤΑ
ΠΟΥ
ΑΛΛΑΞΕ
Η
ΜΟΙΡΑ
μια ξαφνική πνευμονία πριν φτάσει σε γεράματα. Προς
τιμήν της ο γέρος το είχε ονομάσει Ξανθομαλλούσα.
Του άφησε δύο αγόρια, τον Σταύρο και τον Ηλία, πάλεψε σαν μάνα και πατέρας μαζί, με γιαγιάδες και
τους πέντε αδελφούς του για να τα μεγαλώσει και να
τα σπουδάσει. Ο πρωτότοκος ήταν ο Σταύρος. Αυτός
ήταν ο διαβαστερός που δεν τον κούρασε καθόλου.
Μόνος του διάβαζε, χωρίς βοήθεια, χωρίς φροντιστήρια,
τακτικός, ανέξοδος και οργανωμένος, γρήγορα μπήκε
στο Πολυτεχνείο και με καλή σειρά μάλιστα. Εκείνον
τον καιρό το Πολυτεχνείο ήταν άθλος.
Χημικός μηχανικός, αυτό ήταν το όνειρό του, και
το κατάφερε. Ο μικρότερος, ο Ηλίας, ήταν διαφορετικός. Έτσι και αλλιώς, τ’ αδέλφια δεν μοιάζουν ποτέ
μεταξύ τους. Για λόγους ισορροπίας πάντα γίνονται
αντίθετοι χαρακτήρες, σπάνια ανταγωνίζονται στον
ίδιο χώρο. Αυτός αγαπούσε τη μουσική, τη ζωγραφική
και καθετί που είχε σχέση με καλλιτεχνία... Γκρίνιαζε
ο πατέρας του προσπαθώντας να τον καταφέρει να
ανοίξει κανένα βιβλίο...
– Δεν κοιτάς τον αδελφό σου που δεν σηκώνει κεφάλι από το διάβασμα; Κάνε και εσύ κάτι για να φτιάξεις τη ζωή σου, αλλιώς σε βλέπω να παίρνεις τη θέση
μου στο καΐκι, εδώ στο χωριό!
Όμως με τις συγκρίσεις τα παιδιά χειρότερα τα πάνε.
Ολέθρια η σύγκριση. Όσο ο πατέρας του μουρμούραγε
v 13 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Π Ο Π Η Λ Α Μ Π Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ
και τον συνέγκρινε με τον μεγάλο, τόσο χειρότερος γινόταν αυτός. Αλλά η μοίρα είχε τα δικά της σχέδια.
Δεν πέρασε σε καμμιά σχολή στην Αθήνα. Για άλλη
πόλη δεν γινόταν λόγος, μια και τα οικονομικά τους
ήταν μετρημένα κουκιά. Και εκεί που ο γερο-Στεφανής
είχε αρχίσει να του μαθαίνει την τέχνη του ψαρά, ξαφνικά εμφανίστηκε ο Αρίστος από το Λος Άντζελες.
Πρώτος ξάδελφος της συγχωρεμένης της γυναίκας του,
της μάνας του Ηλία και του Σταύρου... Καιρό τώρα
ήταν στην Αμερική, παντρεμένος από τρελό έρωτα με
μια πλούσια Αμερικάνα που την είχε γνωρίσει ένα καλοκαίρι στην Αίγινα.
Μετά χρόνια αποθύμησε τον τόπο του, τα ξαδέλφια
του, το νησί του. Μια και παιδιά δεν τους είχε στείλει
ο Θεός το είχαν ρίξει στα ταξίδια. Νιώθοντας νοσταλγία, σκέφθηκε πως είχε έρθει η ώρα να προσκυνήσει
τα πάτρια εδάφη και να φανεί συνεπής σε ένα παλιό
του τάμα που είχε κάνει στον Άγιο του τόπου του. Ο
Ηλίας, ο μικρότερος γυιός του γερο-Στέφανου, που είχε
μαγευτεί από τις ιστορίες που άκουγε από τον θείο
του για την Αμερική, είχε αρχίσει να ονειρεύεται δειλά
μέσα στο μυαλό του το φευγιό του. Έτσι όταν ο Αρίστος τους έκανε ξεκάθαρα την πρόταση να πάρει τον
Ηλία μαζί του για να σπουδάσει και να έχει και το ζευγάρι μια παρέα στην ξενιτιά, κανείς δεν είχε αντίρρηση. Μάλλον ανακούφιση ένιωσαν όλοι.
v 14 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Τ Η Ν Υ Χ ΤΑ
ΠΟΥ
ΑΛΛΑΞΕ
Η
ΜΟΙΡΑ
Εκτός από τον Σταύρο, που του έφερνε θλίψη η σκέψη να πάει τόσο μακριά ο αδελφός του ο μικρός, που
ήταν η παρέα του και ο καρδιακός του φίλος. Αλλά
αφού ήταν για το καλό του, τί να έλεγε...
Καλή τύχη αδελφούλη, του είπε ένα πρωινό όταν
αποχαιρετήθηκαν ο ένας με τη βαλίτσα στο χέρι και ο
άλλος με τα δάκρυα στα μάτια. Πού να ήξερε ότι από
τότε, μια φορά μόνο θα τον έβλεπε ξανά.
Έτσι ο μεγάλος γυιός έμεινε με τον πατέρα του, τον
γερο-Στέφανο που τον φρόντισε έως τα βαθιά του γεράματα. Πεθαίνοντας ο γέρος άφησε ευχή και κατάρα
«να φροντίζουν το καΐκι, την Ξανθομαλλούσα να μη
σαπίσει». Ο Σταύρος Καρνέζης, ο γυιός του, σεβόμενος
την επιθυμία του πατέρα του, το συντηρούσε και το
φρόντιζε όσο ήταν εκεί τα καλοκαίρια, και για έναν
ακόμη λόγο. Είχε μια τρέλα με τη θάλασσα και με το
ψάρεμα. Κάθε χρόνο, όταν έπαιρνε άδεια από την
εταιρεία στην οποία εργαζόταν, φόρτωναν όλα τα απαραίτητα του καλοκαιριού, καλάμια, πετονιές, φρέσκα
δολώματα από τον Πειραιά, και κατέβαιναν με τον
γυιό του τον Στέφανο και τη Μίνα τη γυναίκα του στις
Πόρτες για να περάσουν τις διακοπές τους.
Πρωταγωνίστρια στις καλοκαιρινές διακοπές ήταν
πάντα η Ξανθομαλλούσα. Νύχτα και ’μέρα, πατέρας
και γυιός όργωναν τον Σαρωνικό. Πότε στον Πόρο τρέχανε, πότε στα λιμανάκια στο Αγκίστρι και όταν ο και-
v 15 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Π Ο Π Η Λ Α Μ Π Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ
ρός το επέτρεπε, βγαίνανε στα ανοιχτά για να νιώσουν
το δέος του πελάγους.
«Το σπίτι είναι η γυναίκα σου, αλλά η θάλασσα είναι η ερωμένη σου... μην το ξεχνάς αυτό», έλεγε συνέχεια στον γυιό του τον Σταύρο, πριν κλείσει οριστικά
τα μάτια του ο γερο-Στεφανής. Του μετάγγιζε καθημερινά την αγάπη του για τη θάλασσα λες και ήταν μια
ακριβή κληρονομιά που δεν ήθελε να πάει χαμένη. «Η
αγάπη για τη θάλασσα. Αυτή του γέμιζε τη ζωή του».
Δεν είχε τίποτε πιο άξιο να του δώσει.
v 16 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
KEΦΑΛΑΙΟ 2
Προάγγελος κακού
λα τα άσχημα άρχισαν ένα πρωινό που ο Στέφα-
Ό
νος ήταν δώδεκα χρονών. Εκείνην την ημέρα το
καΐκι τους, η Ξανθομαλλούσα, λες και ήθελε να πάει
κόντρα στον αφέντη της, βγήκε άχρηστο. Κάποια βλάβη στη μηχανή το πεισμάτωσε και δεν ξεκινούσε παρ’
όλες τις επαναλαμβανόμενες προσπάθειες που έκανε
ο Σταύρος. Δεν το χώραγε ο νους του πως θα έχανε το
ψάρεμά του, σήμερα που είχε πετύχει τόσο καλό δόλωμα... Είχε βγάλει αφρούς από την τσαντίλα του. Ο
φίλος του ο Μάκης, που περνούσαν μαζί τα καλοκαίρια
στις Πόρτες, προσπαθούσε εδώ και αρκετή ώρα να τον
βοηθήσει, αλλά πλέον είχε σηκώσει τα χέρια ψηλά.
– Άκου, φίλε μου, μη σκοτώνεσαι. Η μηχανή θέλει
μάστορα, έχει βλάβη γερή, και εσύ δεν είσαι μάστορας.
Μην την κάνεις χειρότερα... Φόρτωσέ την και τράβα
στον Νεκτάριο τον Νικολάου στην Πέρδικα, είναι ο καλύτερος μάστορας στην Αίγινα και πες του πως είσαι
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Π Ο Π Η Λ Α Μ Π Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ
από μένα· θα σ’ τη φτιάξει στα γρήγορα, αν δεν έχει
κάτι σοβαρό φυσικά.
– Τί είναι αυτά που λες, και θα πάει το δόλωμα χαμένο; Τρελός είσαι. Δεν τα παρατάω. Θα βρω άλλη
βάρκα, θα νοικιάσω, θα αγοράσω, θα την κλέψω, δεν
ξέρω τί θα κάνω, αλλά θα πάω για ψάρεμα. Το περίμενα πώς και πώς αυτό το σημερινό, είπε απογοητευμένος, όλα ανάποδα ήρθαν.
– Θα πηγαίναμε μαζί, ξέρεις πόσο το γουστάρω, αλλά δεν γίνεται δυστυχώς, είπε ο Μάκης θέλοντας να
απολογηθεί για την απουσία του. Περιμένω την αδελφή
μου από την Πάτρα, θα περάσει λίγες ημέρες μαζί μας
με τα παιδιά η φουκαριάρα, είναι στα μαύρα της μετά
την εγκατάλειψη του άνδρα της. Άκου, ρε φίλε, έφυγε
με την πιτσιρίκα που έκανε μάθημα στα παιδιά του.
Μετά δώδεκα χρόνια γάμου. Τί κάνει ο άνθρωπος για
ένα πήδημα! Τί να πω! Έρχεται με τον Ποσειδώνα στις
ένδεκα και πρέπει να πάω να την πάρω. Μην την αφήσω μόνη.
– Σε καταλαβαίνω, δύσκολες ώρες. Δυστυχώς, συμβαίνουν και αυτά, είπε ο Σταύρος έχοντας περισσότερο
τον νου του στο καΐκι, κουνώντας το κεφάλι του με κάποια δήθεν κατανόηση. Και εγώ περιμένω τα ξαδέλφια
μου, καλοκαίρι βλέπεις, όλοι τη θέλουν την Αίγινα, αλλά θα τους δω όταν γυρίσω. Δεν αφήνω το ψάρεμά μου
για κανέναν. Το ξέρουν άλλωστε τί ψώνιο έχω με αυτό.
v 18 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Τ Η Ν Υ Χ ΤΑ
ΠΟΥ
ΑΛΛΑΞΕ
Η
ΜΟΙΡΑ
Άσε που δεν θα τους πέσει και άσχημα. Περιμένουν να
φάνε φρέσκο ψαράκι. Θα τα ψήσουμε όλοι μαζί.
– Υπάρχει και άλλη λύση βέβαια για την καψούρα
σου, είπε ο Μάκης σκεπτικός. Ο Σταύρος αμέσως σήκωσε το κεφάλι του από τη βάρκα και κρεμάστηκε από
τα χείλια του.
– Τί εννοείς, για λέγε!
– Αν θες πάρε τη δικιά μου, τη Μαριώ, και πήγαινε
μόνος σου, αφού το θέλεις τόσο πολύ. Τη βάρκα μου
τη γνωρίζεις καλά, δεν είναι και κοπελίτσα, αλλά για
τις Πόρτες στην Αίγινα το καλοκαιράκι μια χαρά είναι.
Άλλωστε, δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα μπεις μέσα. Αν θέλεις πάρ’ την, να κάνεις το κέφι σου, και αύριο φτιάχνεις τη δικιά σου...
Τον κοίταξε συγκινημένος έτοιμος να τον αγκαλιάσει.
– Τί να πω, ξέρεις άμα μου κολλήσει κάτι πως με
παλαβώνει, ειδικά αν έχει να κάνει με το ψάρεμα, μπορεί και να αρρωστήσω!
– Ναι βρε, ξέρω-ξέρω, τί αγύριστο κεφάλι είσαι, και
τί κάψα σε δέρνει. Την άλλη φορά κατεβήκαμε με σχοινιά από τους απόκρημνους βράχους έξω από τη Βαγιά
γιατί δεν μπορούσε να προσεγγίσει το καΐκι, δεν θυμάσαι, είπε γελώντας. Άντε τράβα, μην το σκέπτεσαι,
τράβα να κάνεις το κέφι σου και καλή ψαριά. Περιμένω φυσικά μερτικό από τα ψάρια, και μην ξανοιχτείς
και πολύ μη σε πιάσει καμμιά σοροκάδα.
v 19 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
Π Ο Π Η Λ Α Μ Π Ρ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ
– Για αρχάριο με έχεις; Όσο για τα ψάρια, μαζί θα
τα φάμε Μάκη μου! Αφού με ξέρεις, αν δεν μοιράζομαι, δεν το ευχαριστιέμαι, στον λόγο μου, είπε και το
γέλιο ξανάρθε στο πρόσωπό του. Θα γίνει χαμός, θα
πιούμε και τσίπουρα, θα διασκεδάσει και λίγο η αδελφούλα σου, είπε ενθουσιασμένος, τρίβοντας τα χέρια
του χαρούμενος που θα τάιζε έναν σωρό κόσμο, αλλά
και από το γεγονός ότι οι φίλοι του θα αναγνώριζαν
και την ψαρευτική του ικανότητα. Το είχε σίγουρο·
απόψε δεν θα του ξεφεύγανε, θα είχε καλή ψαριά.
Ο Στέφανος δεν πήγε μαζί του. Ο πατέρας του το
είχε αποκλείσει. Ούτε να το σκέπτεσαι, και άλλη φορά να είσαι πιο προσεκτικός, του είπε. Ο γιατρός το
είπε ξεκάθαρα: παραλίγο να πάθεις ζημιά μεγάλη!
Είχε χτυπήσει την προηγούμενη ’μέρα το πόδι του στη
θάλασσα σε έναν βράχο καθώς έκανε μια βουτιά σε
ακατάλληλο σημείο και πονούσε πολύ. Γκρίνιαξε βέβαια, αλλά κατάλαβε πως δεν γινόταν αλλιώς, έπρεπε
να το κρατήσει ακίνητο και δεμένο για λίγο καιρό – ο
γιατρός ήταν κάθετος σ’ αυτό.
Συνεχί ζε ται ...
v 20 u
©
ΕΚ∆ΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ