Ηρώ Κωνσταντοπούλου

Download Report

Transcript Ηρώ Κωνσταντοπούλου

Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου, η οποία γεννήθηκε
στις 16 Ιουλίου 1927 και εκτελέστηκε στις 5
Σεπτεμβρίου 1944 σε ηλικία 17 χρονών, ήταν
αγωνίστρια της εθνικής αντίστασης.
Οι γονείς της ήταν από τη Σπάρτη. Η ίδια
γεννήθηκε κι έζησε στην Αθήνα. Ήταν μαθήτρια
Γυμνασίου και οργανωμένη στην ΕΠΟΝ, όπου είχε
αναπτύξει έντονη απελευθερωτική δράση, παρά το
νεαρό της ηλικίας της. Μιλούσε τέσσερις γλώσσες
και όταν τη βασάνιζαν οι χιτλερικοί στην οδό Μέρλιν,
όπου βρισκόταν το αρχηγείο της Κομαντατούρ,
αναφέρεται ότι τους "μαστίγωνε" στη γλώσσα τους.
Όταν συλλαμβάνεται για πρώτη
φορά, ο εύπορος πατέρας της
καταφέρνει να την ελευθερώσει.
Λίγο πριν την αποχώρηση των
Γερμανών, συμμετέχει στην
ανατίναξη ενός τρένου που μετέφερε πυρομαχικά και ξανά
συλλαμβάνεται στις 31 Ιουλίου 1944. Εκείνη τη μέρα είχε
τελειώσει τις απολυτήριες εξετάσεις του Γυμνασίου.
Επί τέσσερα μερόνυχτα τη βασάνιζαν να μαρτυρήσει
τους συνεργάτες της. Αλλά ούτε τα βασανιστήρια ούτε οι
δελεαστικές προτάσεις που τις έκαναν απέδωσαν.
Στις 5 Σεπτεμβρίου του 1944, μαζί με άλλους 49
κρατούμενους, οδηγήθηκε στο Σκοπευτήριο της
Καισαριανής. Η ζωή της έγινε ταινία το 1981 με τίτλο "17
σφαίρες για έναν άγγελο, η αληθινή ιστορία της Ηρώς
Κωνσταντοπούλου"
«...Επί 4 ημερόνυκτα την βασάνιζαν
απάνθρωπα, όμως η ηρωική αυτή
κοπελίτσα δεν λέει τίποτα. Κι όμως ξέρει
πολλά. Της υποσχέθηκαν τα πάντα αν
συνεργασθεί μαζί τους. Όμως η Ηρώ τους
φτύνει και μάλιστα μπατσίζει τον Έλληνα
διερμηνέα».
Στιγμή δεν άφηνε η Ηρώ να φεύγει άπρακτη. Μέρα
και νύχτα προπαγάνδιζε. Μιλούσε κι έγραφε
σημειωματάκια με τα γνωστά συνθήματα, που
έρισκε τρόπο να στέλνει στις άλλες κρατούμενες,
στις «ελεύθερες». Ανάμεσα στις 20 γυναίκες ττου
θαλάμου ήταν και μία Βιεννέζα, τάχα θύμα των
Γερμανών. Αλλά στην πραγματικότητα
κατάσκοπος... Αλλά μια μέρα εξαγριώθηκε από τις
πολλές βρισιές που έσερνε των Γερμανών η Ηρώ
και πάνω στον θυμό της έβγαλε τη μάσκα της: Θα σε
εκδικηθώ βρωμοελληνίδα, της λέει. Και το έκαμε. Το
άλλο πρωί ο Γιόχαν, ο δεσμοφύλακας, μαστίγωσε το
κοριτσάκι με τον συρμάτινο εκείνο βούρδουλα, που
όπου έπεφτε άφηνε αυλάκια αιματηρά.
Λίγες μέρες αργότερα μάζεψαν όλες τις κρατούμενες
να τις περάσουν από επιτροπή γιατρών. Θα
κοίταζαν για την υγεία τους... Τις εξήτασαν
απλούστατα γιατί θέλανε να στείλουν τις πιο γερές
στη Γερμανία για εργάτριες και υπηρέτριες και τις
πιο όμορφες και νέες για τα κτήνη τους που
πολεμούσα στις πρώτες γραμμές. Το είπαν καθαρά,
ξέροντας ότι έριχναν δόλωμα και όχι απειλή. Και το
αποτέλεσμα απέδειξε ότι είχαν καλά μαντέψει και
καλά μετρήσει το μέγεθος της τραγωδίας των
δυστυχισμένων γυναικών. Τι φρικτή ήταν εκεί μέσα
η ζωή τους, ώστε οι περισσότερς το ήθελαν, το
εύχονταν να φύγουν από το Χαϊδάρι, κι ας
στέλνονταν μακάρι και στα βρωμότερα παλιόσπιτα.
Και τότε εκτυλίχθηκε μια σκηνή, που όταν την αναλογίζεται
κανείς ανατριχιάζει σύγκορμος. Όσες ήτανε νόστιμες αρχίσανε
άθελά τους, ασυνείδητα κινημένες από το ένστικτο της
αυτοσυντηρήσεως να φτιάχνονται,για να φανούν καλές για κει
που τις προόριζε η μαύρη εφευρετικότητα των Ες-Ες. Τόσο
φρικτά εξευτέλισαν την ανθρώπινη ψυχή οι Ναζί. Οι άλλες, οι
κακοφτιαγμένες, οι ηλικιωμένες, αγωνίζονται να πείσουν τους
γιατρούς ότι ήταν ικανές και για την πιο βαριά δουλειά,
κρύβοντας τις αρρώστιες που πέρασαν. Και ξάφνου να που την
κολασμένη αυτή σκηνή ήρθε να διακόψει μια κραυγή. Η Ηρώ
φαίνεται πως η αμόλυντη ψυχή της ένιωσε τόσο ντοπή, ώστε
δάμασε τον φόβο της και στηλώθηκε αμείλικτη κα ωραία όσο
ποτέ άλλοτε ανάμεσα στους Γερμανούς επιστήμονες και στις
φυλακισμένες: «Ντροπή σας!»
Η κραυγή της, αν και εξασθενημένη, πάγωσε τους πάντες.
«Δεν είσθε Ελληνίδες!... Μα δεν ντρέπεσθε; Καμιά δεν πρέπει
να πάει στην Γερμανία!... Μα τι φοβάσθε... Μην σας
τουφεκίσουνε; Καλύτερα να μας τουφεκίσουν παρά να
υποστούμε εξευτελισμούς!
Στους Γερμανούς έγινε αναβρασμός. Και μετά απο πολλά
βασανηστήρια στο δωμάτιο 15 την κλείσαν στην
απομόνωση. Είχε μείνει συνολικά 65 μέρες στην
απομόνωση, γιατί οι Γερμανοί φοβούνταν μήν
επαναστατήσει τους 8.000 κρατουμένους. Κι έτσι έφτασε η
ώρα της κταδίκης. Οι εκτελεστές πήραν τις θέσεις τους. Η
μικρούλα έδειχνε ατάραχη. Και κοίταζε κατάματα το
απόσπασμα. Μόλις εμφανίζεται ο Γερμανός αξιωματικός,
τρέμοντας από μίσος και θυμό σηκώνει τα χέρια της,
χτυπάει ελαφρά το στήθος της και ρίχνει μια φωνή:
«Χτυπάτε δω παλιάνθρωποι!» Οι Γερμανοί μένουν για λίγο
εμβρόντητοι. Κι εκείνη συνεχίζει: «Κτήνη! Κτήνη!».
Της απαντά το πολυβόλο. Το άμοιρο παιδί δέχεται 17
σφαίρες που γαζώνουν το στήθος της και σωριάζεται νεκρή.
Από αυτό το γεγονός εμπνεύστηκε και ο Νίκος Τζήμας για
την ταινία του, ’17 σφαίρες για έναν άγγελο’.
Μια ομαδική εργασία απο τους μαθητές:
Δανάη Μιχαήλ
Σωτηρία Καραμήτσου
Φοίβος Κουμιωτάκης