Συμπεράσματα

Download Report

Transcript Συμπεράσματα

Συμπεράσματα
Από την παρούσα μελέτη προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

Η περιοχή χαρακτηρίζεται πεδινή, τμήμα της πεδιάδας των Φιλίππων (τενάγη των
Φιλίππων), με ήπιο ανάγλυφο και κλίσεις 2-3% προς ΝΔ.

Στην περιοχή των πηγών εμφανίζονται οι σχηματισμοί του κρυσταλλοσχιστώδους της
Ροδόπης
του
Παλαιοζωικού
(αμφιβολίτες,
γνεύσιοι
και
γνευσιακοί
σχιστόλιθοι,
μαρμαρυγιακοί σχιστόλιθοι, εναλλαγές μαρμαρυγιακών σχιστόλιθων και μαρμάρων και
μάρμαρα), πυριγενή πετρώματα ηλικίας Ηώκαινο-Ολιγόκαινο (γρανίτης-γρανοδιορίτης των
Φιλίππων) οι Τριτογενείς αποθέσεις του Πλειοκαίνου (ποτάμιες και χερσαίες αποθέσεις
πηλών, αργίλων, άμμων, χαλίκων και μαργών), καθώς και οι Τεταρτογενείς αποθέσεις του
Πλειστόκαινου (αλλουβιακά ριπίδια και πλευρικά κορήματα, τοπικά και λατυποπαγή,
αποτελούμενα από άμμους, χάλικες, πηλούς και άργιλους) και του Ολόκαινου (λιμναίες
αποθέσεις - άργιλος σε εναλλαγές με ασβεστολιθική ιλύ, άμμοι και σποραδικά χάλικες,
χερσαίες αποθέσεις - κροκαλοπαγή, κροκάλες, χάλικες, άμμοι και ερυθρές άργιλοι και
πλευρικά κορήματα - άμμοι, λατύπες και πηλοί).

Στα βορειονατολικά των πηγών εντοπίζεται ένα σύστημα ρηγμάτων µε επικρατούσες
διευθύνσεις ΒΔ-ΝΑ και ΒΑ-ΝΔ. Τα ρήγματα αυτά έχουν σημαντικό ρόλο στον μηχανισμό
ανάβλυσης της πηγής, καθώς η κάθοδος των μετεωρικών νερών γίνεται μέσα από τα
ρήγματα ΒΔ-ΝΑ και η άνοδος μέσα από ρήγματα ίδιας διεύθυνσης σε διασταύρωση με
ρήγματα ΒΑ-ΝΔ (ένα διέρχεται ΝΑ του χώρου των λουτρών).

Το κλίμα της περιοχής προσομοιάζει στον τύπο του Μεσογειακού κλίματος και μπορεί να
χαρακτηρισθεί ως Csa κατά Koeppen, δηλαδή μεσογειακό κλίμα με ήπιους χειμώνες και
ξηρό, θερμό καλοκαίρι, ενώ βιοκλιματικά η περιοχή κατατάσσουν στον ημίξηρο βιοκλιματικό
όροφο με όχι τόσο κρύους χειμώνες, με αντίστοιχο κλιματικό όροφο βλάστησης τη
θερμομεσογειακή διάπλαση Ανατολικής Μεσογείου (Oleo ceratonion).

Το υδρογραφικό δίκτυο παρουσιάζει μέτρια ανάπτυξη και έχει δενδριτική μορφή με σχετικά
μικρή πυκνότητα. Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχει ένα μικρό ρέμα (ρέμα Λουτρών) και
αρκετά αποστραγγιστικά κανάλια, με χειμαρρώδη, σχεδόν μόνιμη ροή.

Η υδροφορία είναι γενικά σημαντική στις τεταρτογενείς αποθέσεις και στα ασβεστολιθικά
πετρώματα, ενώ είναι ασθενής στα γρανιτικά και κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα.
Εντοπίζονται δύο ειδών νερά τα κοινά, με υδροφόρους εντός των τεταρτογενών αποθέσεων
και τα θερμομεταλλικά εντός των μαρμάρων και, τοπικά των ολοκαινικών λιμναίων
αποθέσεων.

Το φυσικό περιβάλλον της περιοχής των πηγών δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον,
χαρακτηριζόμενο κατά κύριο λόγο ως αγροτικό. Στην περιοχή δεν υπάρχουν ανθρωπογενείς
δραστηριότητες που να προκαλούν σημαντικά προβλήματα στο φυσικό περιβάλλον.

Σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 1 του Ν. 3498/86 το είδος του ιαματικού ρευστού /
υλικού είναι πηλός και νερό.

Η έκταση που αντιπροσωπεύει το υδροφόρο σύστημα των πηγών, που τροφοδοτούνται
από νερό ανάμιξης με ψυχρό υδροφόρο, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα ατρακτοειδές, με
μεγάλο άξονα περίπου 300 μέτρα, στη διεύθυνση ΒΑ-ΝΔ και μικρό άξονα περίπου 150
μέτρα, στη διεύθυνση ΒΔ-ΝΑ, ενώ το βάθος του κορεσμένου με θερμό νερό γεωλογικού
υλικού (τεταρτογενείς χερσαίες αποθέσεις και μάρμαρα) είναι περίπου 100 μέτρα.
Επιφανειακά παρουσιάζει έκταση περίπου 45.000 m2 (0,03 km2) και όγκο περίπου
4.500.000 m3.

Από άποψη υδρολιθολογίας οι γεωλογικοί σχηματισμοί διακρίνονται στις αδρόκοκκες
τεταρτογενείς
αποθέσεις
(περατές,
με
υδροφορία
μικρής
έκτασης
και
υψηλής
δυναμικότητας), τις μικτές τεταρτογενείς αποθέσεις (περατές, με υδροφορία μέτριας
έκτασης και δυναμικότητας), τις κοκκώδεις τριτογενείς αποθέσεις (περατές, με υδροφορία
μεγάλης έκτασης και μέτριας δυναμικότητας), τα μεταμορφωμένα πετρώματα (ημιπερατά,
με υδροφορία αρκετά μεγάλης έκτασης και μικρής δυναμικότητας), τα μάρμαρα (περατά, με
υδροφορία μεγάλης έκτασης και υψηλής δυναμικότητας) και τα πυριγενή πετρώματα
(ημιπερατά, με υδροφορία μικρής έκτασης και δυναμικότητας).

Με βάση τις χημικές αναλύσεις τα νερά της περιοχής διακρίνονται σε «κοινά», που
χαρακτηρίζονται ως ασβεστούχα-οξυανθρακικά και θερμομεταλλικά, που χαρακτηρίζονται
ως ασβεστιούχα-μαγνησιούχα-οξυανθρακικά. Τα νερά δεν είναι ραδιενεργά.

Ο φυσικός πόρος του θερμομεταλλικού νερού Κρηνίδων, σύμφωνα με το παράρτημα ΙV της
ΥΑ
16655/22/12/06
«Υδροχημικοί
τύποι
ιαματικών
νερών»,
χαρακτηρίζεται
ως:
Οξυανθρακικό μικτό (ασβεστο-μαγνησιούχο), ενώ σύμφωνα με την ταυτοποίηση με
πολλαπλά κριτήρια ως Μετεωρικό - Υπόθερμο - Μεσομεταλλικό - υποτονικό - Ca++ - Mg++ HCO3- - νερό Κρηνίδων Δήμου Καβάλας Νομού Καβάλας.

Οι διαχρονικές και ετήσιες μεταβολές του χημισμού των νερών είναι γενικά πολύ μικρές έως
ασήμαντες και έχουν συνάφεια κυρίως με κλιματικές μεταβολές (βροχοπτώσεις) ή το βαθμό
ανάμιξης με «κοινά νερά» και αλλαγή της διαδρομής (αυξομείωση του χρόνου ανόδου προς
την επιφάνεια).

Με βάση τα υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά της περιοχής και δοκιμαστικές αντλήσεις που
έγιναν στη νέα γεώτρηση (ΓΚ-2), στις οποίες διαπιστώθηκαν τα υδραυλικά χαρακτηριστικά
του φυσικού πόρου του νερού, καθορίστηκαν οι ζώνες προστασίας της ποσότητας με
συντεταγμένες (εξωτερική- Β: 90 m προς ΒΑ, 50 m προς ΝΔ και 75 m προς ΒΔ και ΝΑ,
εσωτερική-Α: 30 m προς ΒΑ, 20 m προς ΝΔ και 30 m προς ΒΔ και ΝΑ) και οι ζώνες
προστασίας της ποιότητας με συντεταγμένες (μακρινή ζώνη προστασίας-Ζώνη ΙΙΙ: λεκάνη
απορροής του ρέματος ανάντι της πηγής, Κοντινή Ζώνη- Ζώνη ΙΙ: 350 m προς ΒΑ, 150
προς ΝΔ και 350 προς ΒΔ και ΝΑ και Ζώνη Υδροληψίας-Ζώνη Ι: 10 m προς Α.ΝΑ και Δ.ΒΔ
και 6 m προς Β.ΒΑ και Ν.ΝΔ).

Για το φυσικό πόρο του πηλού και με βάση τα γεωλογικά και υδρογεωλογικά δεδομένα,
καθορίστηκαν οι ζώνες προστασίας του, με συντεταγμένες, ως Ζώνη προστασίας
θεραπευτικού πηλού (όλοι οι χώροι απόθεσης και χρήσης του ώριμου πηλού - χώροι
πηλοθεραπείας, από τους χώρους πηλοθεραπείας και σε απόσταση 10-20 m) και Ζώνη
προστασίας κοιτάσματος μητρικού πηλού (χώροι εμφάνισης του μητρικού πηλού, σε
απόσταση 500 m προς τα Α και 600 προς τα Ν, ενώ η ζώνη αυτή καλύπτει και το χώρο των
λουτρών).

Από χημικές και μικροβιολογικές αναλύσεις προκύπτει ότι ο φυσικός πόρος του νερού,
παρουσιάζει χαμηλή γενικά ευαισθησία στην αγροτική ρύπανση, που αποτελεί τον πλέον
σημαντικό ρυπογόνο παράγοντα στην περιοχή. Όσον αφορά στην ευαισθησία του μητρικού
πηλού, αυτή είναι γενικά πολύ μικρή, ενώ για τον ιαματικό πηλό, ισχύουν αυτά που
αναφέρονται για το νερά, καθώς προκύπτει με χρήση του θερμομεταλλικού νερού.

Η παροχή της γεώτρησης των λουτρών είναι σταθερή στα 35 m3/h, ενώ η αυτόματη ροή της
πηγής και των άλλων γεωτρήσεων παρουσιάζει εποχιακή αυξομείωση. Οι διακυμάνσεις των
φυσικών χαρακτηριστικών των νερών (θερμοκρασία και ηλεκτρική αγωγιμότητα) είναι πολύ
μικρές και εποχιακές.

Η ανάλυση του μηχανισμού ανάβλυσης της πηγής δείχνει ότι τα μετεωρικά νερά
κατεισδύουν σε αρκετά μεγάλο βάθος (μέσο βάθος, περίπου 600 m), μέσω των ρηγμάτων
του υποβάθρου, όπου αποκτούν θερμοκρασία, εν μέρει και από την επαφή με τη γρανιτική
διείσδυση, διαλύουν διάφορα ιόντα, κυρίως από τα υποκείμενα μάρμαρα και στη συνέχεια
αρχίζουν ανοδική πορεία, διαμέσου των ρηγμάτων, σχηματίζοντας υδροφόρο σε βάθος 20100 μέτρων, παρουσιάζοντας μικρή ανάμιξη με «κοινά» νερά και μειώνοντας τη
θερμοκρασία του, κυρίως στα λιμναία ιζήματα, που αποτελούν το κάλυμμα των ανώτερων
μαρμάρων.
Με βάση όλα τα υδρογεωλογικά και γεωλογικά στοιχεία, που αναφέρονται παραπάνω, εκτιμούμε
ότι, τόσο το νερό, όσο και ο πηλός των λουτρών Κρηνίδων Δήμου Καβάλας πληρούν τις
προϋποθέσεις για την ανακήρυξή τους ως ιαματικά.
Ακόμη οι προτεινόμενες ζώνες προστασίας θα πρέπει να θεσμοθετηθούν, για την προστασία του
φυσικού πόρου, τόσο του πηλού, όσο και του νερού.
Ο ΣΥΝΤΑΞΑΣ