Transcript COM(2

Συμβούλιο
της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Βρυξέλλες, 6 Δεκεμβρίου 2016
(OR. en)
15199/16
JAI 1041
DROIPEN 209
COPEN 372
GENVAL 129
MIGR 212
COSI 205
ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Αποστολέας:
Για τον Γενικό Γραμματέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
ο κ. Jordi AYET PUIGARNAU, Διευθυντής
Ημερομηνία
Παραλαβής:
2 Δεκεμβρίου 2016
Αποδέκτης:
κ. Jeppe TRANHOLM-MIKKELSEN, Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου
της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Αριθ. εγγρ. Επιτρ.:
COM(2016) 722 final
Θέμα:
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ σχετικά με την αξιολόγηση του κατά πόσον τα κράτη
μέλη έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με
την οδηγία 2011/36/EΕ για την πρόληψη και την καταπολέμηση της
εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, σύμφωνα
με το άρθρο 23 παράγραφος 1
Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2016) 722 final.
συνημμ.: COM(2016) 722 final
15199/16
sa
DGD2B
EL
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ
ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 2.12.2016
COM(2016) 722 final
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
σχετικά με την αξιολόγηση του κατά πόσον τα κράτη μέλη έχουν λάβει τα αναγκαία
μέτρα προκειμένου να συμμορφωθούν με την οδηγία 2011/36/EΕ για την πρόληψη και
την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της,
σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1
EL
EL
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η εμπορία ανθρώπων απαγορεύεται ρητά βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 3 του Χάρτη των
Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, περιλαμβάνεται στο άρθρο
83 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μεταξύ των ιδιαιτέρως σοβαρών
εγκλημάτων με διασυνοριακή διάσταση.
Σημαντικό βήμα στο πλαίσιο της δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση του φαινομένου
αυτού αποτέλεσε η έκδοση της οδηγίας 2011/36/ΕΕ για την πρόληψη και την
καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της («η
οδηγία»), η οποία αντικατέστησε την προηγούμενη νομική πράξη της ΕΕ σχετικά με την
εμπορία ανθρώπων, την απόφαση-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου. Η οδηγία
εφαρμόζεται σε όλα τα κράτη μέλη, πλην της Δανίας 1.
Στην οδηγία καθορίζονται ελάχιστα πρότυπα που πρέπει να εφαρμόζονται σε ολόκληρη την
Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της πρόληψης και της καταπολέμησης της εμπορίας
ανθρώπων καθώς και της προστασίας των θυμάτων, ενώ επίσης παρατίθεται ο ορισμός της
εμπορίας ανθρώπων. Βασίζεται σε μια προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη τα ανθρώπινα
δικαιώματα και τη διάσταση του φύλου, με στόχο την ενίσχυση της πρόληψης του
συγκεκριμένου εγκλήματος και την παροχή προστασίας και συνδρομής στα θύματα.
Η οδηγία αφορά τα εξής: i) ποινικά μέτρα, ποινική έρευνα και δίωξη (άρθρα 2 έως 10) ii)
μέτρα παροχής συνδρομής, στήριξης και προστασίας στα θύματα (άρθρα 11 έως 17)· iii)
μέτρα πρόληψης που διευκολύνουν τη μείωση της ζήτησης, αυξάνουν την ευαισθητοποίηση
και προωθούν την επιμόρφωση προσώπων που ενδέχεται να έλθουν σε επαφή με θύματα
(άρθρο 18) και iv) εθνικούς εισηγητές ή ισοδύναμους μηχανισμούς (ΕΕΙΜ) και συντονισμό
(άρθρα 19 και 20). Επίσης, στην οδηγία λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη το βέλτιστο συμφέρον
του παιδιού και προβλέπονται διατάξεις για τη χορήγηση συνδρομής, στήριξης και
προστασίας που να είναι ειδικά προσαρμοσμένες στις ανάγκες των παιδιών (άρθρα 13 έως
16).
Η παρούσα έκθεση ανταποκρίνεται στην απαίτηση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23
παράγραφος 1 της οδηγίας, να υποβάλλει η Επιτροπή έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
και το Συμβούλιο στην οποία αξιολογείται το κατά πόσον τα κράτη μέλη έχουν λάβει τα
απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση προς την εν λόγω οδηγία, συμπεριλαμβανομένης και
της περιγραφής των μέτρων που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 4. Σε
χωριστή έκθεση αξιολογούνται οι επιπτώσεις των υφιστάμενων εθνικών νομοθεσιών βάσει
των οποίων καθίσταται ποινικό αδίκημα η χρήση υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο
εκμετάλλευσης της εμπορίας ανθρώπων, και σχετικά με την πρόληψη της εμπορίας
ανθρώπων 2.
Η Επιτροπή οργάνωσε τρεις συναντήσεις με εκπροσώπους των κρατών μελών πριν από την
ημερομηνία μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, προκειμένου να συνδράμει τα κράτη
μέλη στις διαδικασίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και να διευκολύνει την ανταλλαγή
1
Στην παρούσα έκθεση ως «κράτη μέλη» νοούνται τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από την οδηγία.
Έκθεση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την αξιολόγηση των
επιπτώσεων των υφιστάμενων εθνικών νομοθεσιών, βάσει των οποίων καθίσταται ποινικό αδίκημα η χρήση
υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης της εμπορίας ανθρώπων, όσον αφορά την πρόληψη της
εμπορίας ανθρώπων, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 της οδηγίας 2011/36/ΕΕ, COM (2016)719.
2
2
πληροφοριών και βέλτιστων πρακτικών, καθώς και για να συζητηθούν τα προβλήματα τα
οποία αντιμετώπιζαν τα κράτη μέλη κατά τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.
Επιπλέον, η οδηγία έχει αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε πολλές συνεδριάσεις του
δικτύου εθνικών εισηγητών ή ισοδύναμων μηχανισμών (ΕΕΙΜ).
Στην παρούσα έκθεση παρουσιάζεται η σημειωθείσα πρόοδος στη μεταφορά της οδηγίας στο
εθνικό δίκαιο κατά τον χρόνο σύνταξης της έκθεσης, βάσει των πληροφοριών τις οποίες είχε
στη διάθεσή της η Επιτροπή, και ως εκ τούτου δεν αποτελεί εξαντλητική ανάλυση των
υφιστάμενων εθνικών διατάξεων. Δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ύπαρξης
περαιτέρω νομοθετικών εξελίξεων ή διατάξεων που δεν κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή.
Συνεπώς, η παρούσα έκθεση δεν εμποδίζει την Επιτροπή να αναζητήσει, εν ανάγκη,
πρόσθετες πληροφορίες από τα κράτη μέλη μέσω διμερών επαφών.
2. ΠΡΟΟΔΟΣ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ
ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ ΕΛΗΦΘΗΣΑΝ ΑΠΌ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ
Τα κράτη μέλη όφειλαν να έχουν ολοκληρώσει τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό τους
δίκαιο έως τις 6 Απριλίου 2013. Τον Μάιο του 2013, η Επιτροπή κίνησε διαδικασίες επί
παραβάσει κατά κρατών μελών που δεν είχαν κοινοποιήσει τα μέτρα μεταφοράς για την
ολοκλήρωση της μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο, αποστέλλοντας 13
προειδοποιητικές επιστολές. Σε τέσσερις από τις εν λόγω διαδικασίες επί παραβάσει η
Επιτροπή απηύθυνε αιτιολογημένες γνώμες στα αντίστοιχα κράτη μέλη. Όλα τα κράτη μέλη
που δεσμεύονται από την οδηγία έχουν πλέον κοινοποιήσει τα μέτρα για τη μεταφορά της στο
εθνικό τους δίκαιο 3. Λόγω της καθυστερημένης κοινοποίησης των μέτρων μεταφοράς της
οδηγίας στο εθνικό δίκαιο από τη Γερμανία, η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να ολοκληρώσει
την αξιολόγησή της σχετικά με τα συγκεκριμένα μέτρα. Συνεπώς, στην έκθεση δεν
περιλαμβάνονται διαπιστώσεις βάσει της αξιολόγησης αυτών των μέτρων.
Δεδομένου του ευρέος και σφαιρικού χαρακτήρα της οδηγίας, που καλύπτει διάφορους τομείς
των εθνικών νομοθεσιών, τα περισσότερα κράτη μέλη επέλεξαν να μεταφέρουν την οδηγία
στο εθνικό τους δίκαιο μέσω πολυάριθμων και ποικίλων πράξεων οι οποίες εντάσσονται σε
πέντε βασικούς τομείς: ποινικοί κώδικες, συγκεκριμένες πράξεις σχετικά με την
καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, νόμοι για την προστασία των θυμάτων εγκλημάτων,
πράξεις για τη θέσπιση μέτρων προστασίας των παιδιών και νομοθετικές διατάξεις που
ρυθμίζουν την είσοδο και διαμονή υπηκόων τρίτων χωρών. Στην παρούσα έκθεση
αξιολογείται η μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο χωρίς να εξετάζεται η εφαρμογή της.
2.1.
Ποινικά μέτρα, ποινική έρευνα και δίωξη (άρθρα 2 έως 10)
2.1.1. Αδικήματα σχετικά με την εμπορία ανθρώπων (άρθρο 2)
Στο άρθρο 2 παρατίθεται ένας κοινός ορισμός της εμπορίας ανθρώπων και καθορίζονται τα
είδη της εκ προθέσεως συμπεριφοράς που στοιχειοθετούν το αδίκημα της εμπορίας
ανθρώπων.
3
Κατά την ημερομηνία περάτωσης των εργασιών για την παρούσα έκθεση.
3
Όλα τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει διατάξεις που ποινικοποιούν το αδίκημα της εμπορίας
ανθρώπων. Στον ορισμό του αδικήματος που διατυπώνεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1
περιλαμβάνονται τρία συστατικά στοιχεία (πράξεις, μέσα και σκοπός).
Οι πράξεις της πρόσληψης, μεταφοράς, διακίνησης, στέγασης ή υποδοχής προσώπων
περιλαμβάνονται ρητά στον ορισμό του αδικήματος σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη. Ορισμένα
κράτη μέλη δεν αναφέρονται ρητά στην «ανταλλαγή» και τη «μεταβίβαση εξουσίας» (BG,
CZ, EE, FR, IT, LV, NL, AT, PL, PT, RO, SI, SK, SE). Οι δύο αυτές πράξεις
εμπερικλείονται κατά κανόνα σε άλλες πράξεις, όπως η «πρόσληψη ενός προσώπου» 4. Όσον
αφορά τα μέσα, η χρήση απειλής, βίας και άλλων μορφών εξαναγκασμού, καθώς και η
κατάχρηση ευάλωτης θέσης, καλύπτονται σε όλα τα κράτη μέλη. Ωστόσο, ορισμένα μέσα
(απαγωγή, απάτη, παραπλάνηση, πληρωμή ή αποδοχή χρημάτων ή άλλων απολαβών ή
κατάχρηση εξουσίας) δεν περιλαμβάνονται ρητά στον ορισμό σε κάποια κράτη μέλη 5. Τα
κράτη μέλη αντιμετωπίζουν με διαφορετικούς τρόπους την ευάλωτη θέση, η οποία σύμφωνα
με το άρθρο 2 παράγραφος 2 της οδηγίας ορίζεται ως η κατάσταση στην οποία το σχετικό
πρόσωπο δεν έχει άλλη πραγματική ή παραδεκτή επιλογή από το να υποστεί τη συγκεκριμένη
κατάχρηση.
Στο άρθρο 2 παράγραφος 3 ορίζεται ότι η εκμετάλλευση περιλαμβάνει, τουλάχιστον, την
εκμετάλλευση της εκπόρνευσης άλλων ή άλλες μορφές σεξουαλικής εκμετάλλευσης, την
καταναγκαστική παροχή εργασίας ή υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της επαιτείας, τη
δουλεία ή άλλες πρακτικές παρεμφερείς προς τη δουλεία, την οικιακή δουλεία, την
εκμετάλλευση εγκληματικών δραστηριοτήτων ή την αφαίρεση οργάνων. Πολλά κράτη μέλη
[BG, ES, FR, CY, LT, LU, MT, NL, PT, SK, SE και UK (Γιβραλτάρ)] έχουν
συμπεριλάβει ρητές αναφορές στις συγκεκριμένες μορφές εκμετάλλευσης, ενώ σε άλλα
κράτη μέλη δεν γίνεται ρητή αναφορά σε ορισμένες από αυτές τις ελάχιστες μορφές 6. Όσον
αφορά τη SE, τα ελλείποντα στοιχεία καλύπτονται, ωστόσο, από την ευρύτερη γενική
διάταξη 7. Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη μπορούν να υπερβούν τον ελάχιστο ορισμό,
ορισμένα εξ αυτών κάνουν επίσης μνεία σε πρόσθετες μορφές εκμετάλλευσης, όπως η
εκμετάλλευση για υιοθεσία (CY), η παραγωγή πορνογραφικού έργου (CZ) και ο
καταναγκαστικός γάμος (ES, HR και SK).
4
Στη SI η «πρόσληψη» δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό, ενώ στο UK (Αγγλία/Ουαλία και Βόρεια Ιρλανδία)
γίνεται αναφορά σε «οργάνωση ή διευκόλυνση του ταξιδιού ενός άλλου προσώπου».
5
Για παράδειγμα, στις CZ, EE, FR, LV, HU, FI και UK (Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία και Σκωτία) δεν
γίνεται ρητή αναφορά σε «απαγωγή και απάτη». Στις ES και IT δεν φαίνεται να περιλαμβάνεται η «απαγωγή»·
στις LT και SI δεν γίνεται αναφορά σε «απάτη»· στην AT δεν γίνεται αναφορά σε «παραπλάνηση» και
«απαγωγή»· στις EE, HU, SI και UK (Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία και Σκωτία) δεν γίνεται αναφορά σε
«πληρωμή ή αποδοχή χρημάτων ή άλλων απολαβών», και στο UK (Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία και
Σκωτία) δεν γίνεται αναφορά σε «κατάχρηση εξουσίας».
6
Παραδείγματα ορισμένων μορφών εκμετάλλευσης που δεν αναφέρονται ρητά στην εθνική νομοθεσία: επαιτεία
[CZ, FI, HR, LV, SI και UK (Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία και Σκωτία)]· δουλεία και πρακτικές
παρεμφερείς προς τη δουλεία (AT, BE, EL και IT)· εκμετάλλευση για σκοπούς εγκληματικών δραστηριοτήτων
[EL, PL, RO, FI και UK (Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία και Σκωτία)], αφαίρεση οργάνων (AT, SE).
7
Στη SE η επαιτεία, η δουλεία, οι παρεμφερείς προς τη δουλειά πρακτικές, η οικιακή δουλεία, η εκμετάλλευση
εγκληματικών δραστηριοτήτων και η αφαίρεση οργάνων καλύπτονται από μια γενική διάταξη.
4
Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 4, η συναίνεση του θύματος εμπορίας ανθρώπων είναι
αδιάφορη εάν έχουν χρησιμοποιηθεί τα μέσα που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος
1. Η πλειονότητα των κρατών μελών έχουν αποτυπώσει τη διάταξη αυτή στο εθνικό τους
δίκαιο· ωστόσο, σε ορισμένα κράτη μέλη η διάταξη αυτή καλύπτεται μόνο μέσω γενικών
αρχών του δικαίου ή μέσω της νομολογίας. Οι πληροφορίες σχετικά με τις DE, LV και NL,
AT δεν επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για το κατά πόσον αποτυπώνεται
στο εθνικό τους δίκαιο η διάταξη του άρθρου 2 παράγραφος 4.
Στο άρθρο 2 παράγραφος 5 ορίζεται ότι η εμπορία παιδιών συνιστά αξιόποινη πράξη ακόμη
και εάν δεν έχουν χρησιμοποιηθεί τα μέσα που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1.
Σχεδόν όλα τα κράτη μέλη αποτυπώνουν πλήρως την απαίτηση αυτή· στην περίπτωση των
EL και CY οι πληροφορίες δεν επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.
Στο άρθρο 2 παράγραφος 6 προβλέπεται ότι, για τους σκοπούς της οδηγίας, ως «παιδί»
νοείται κάθε πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη δεν
φαίνεται να παρέχουν συνδρομή και προστασία σε όλα τα παιδιά ηλικίας έως 18 ετών 8. .
2.1.2. Υποκίνηση, υποβοήθηση και συνεργία και απόπειρα (άρθρο 3)
Το άρθρο 3 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εξασφαλίζουν ότι τιμωρείται η
υποκίνηση, η υποβοήθηση, η συνεργία και η απόπειρα διάπραξης εμπορίας ανθρώπων. Σε
όλα τα κράτη μέλη προβλέπονται αντίστοιχα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό τους δίκαιο.
2.1.3. Κυρώσεις (άρθρο 4)
Στο άρθρο 4 ορίζεται το ελάχιστο επίπεδο της ανώτατης ποινής που θα πρέπει να επιβάλλεται
στο αδίκημα της εμπορίας ανθρώπων και προβλέπονται διάφορες επιβαρυντικές περιστάσεις
που επισύρουν βαρύτερη ανώτατη ποινή.
Σχεδόν σε όλα τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1, έχει οριστεί ότι το
αδίκημα τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή το ανώτατο όριο της οποίας ανέρχεται
σε τουλάχιστον 5 έτη. Οι BE, HU, AT επέλεξαν ως ανώτατη ποινή τα 5 έτη. Σε όλα τα
υπόλοιπα κράτη μέλη φαίνεται να επιβάλλονται αυστηρότερες κυρώσεις, οι οποίες
κυμαίνονται από 6 έως 20 έτη.
Στο άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 παρατίθεται μια σειρά επιβαρυντικών περιστάσεων που
επισύρουν βαρύτερες ποινές στερητικές της ελευθερίας, διάρκειας τουλάχιστον 10 ετών (στις
περιπτώσεις που το αδίκημα έχει διαπραχθεί: εις βάρος ιδιαίτερα ευάλωτου θύματος· στο
πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης· θέτοντας παράλληλα σε κίνδυνο τη ζωή του θύματος εκ
προθέσεως ή λόγω σοβαρής αμέλειας· με τη χρήση σοβαρής βίας ή προκαλώντας ιδιαίτερα
σοβαρή βλάβη στο θύμα· από δημόσιους λειτουργούς κατά την εκτέλεση των καθηκόντων
8
Βλέπε 2.2.4. και 2.2.5.
5
τους). Τα περισσότερα κράτη μέλη μετέφεραν τις διατάξεις αυτές στο εθνικό τους δίκαιο. Οι
πληροφορίες για τις BG, DE, ES και HU όσον αφορά την ενσωμάτωση ή μη των
επιβαρυντικών περιστάσεων που επισύρουν ποινή στερητική της ελευθερίας διάρκειας
τουλάχιστον 10 ετών δεν επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.
Το άρθρο 4 παράγραφος 4 προβλέπει ότι οι ποινές για την υποβοήθηση, τη συνεργία, την
υποκίνηση ή την απόπειρα διάπραξης αδικήματος εμπορίας ανθρώπων πρέπει να είναι
αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, και να μπορούν να συνδυαστούν με έκδοση.
Όλα τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει τις διατάξεις αυτές στο εθνικό τους δίκαιο. Όσον αφορά
τα επίπεδα των ποινών, τα κράτη μέλη τιμωρούν όσους είναι ένοχοι υποβοήθησης, συνεργίας,
υποκίνησης και απόπειρας διάπραξης εγκλήματος είτε με στερητική της ελευθερίας ποινή
ίδιας διάρκειας με την ποινή που επιβάλλεται στον δράστη του βασικού αδικήματος,
επιτρέποντας τον μετριασμό των επιπέδων της ποινής, είτε με συγκεκριμένο επίπεδο ποινής.
Η έκδοση για αδίκημα που αναφέρεται στο άρθρο 3 είναι δυνατή σε όλα τα κράτη μέλη.
2.1.4. Ευθύνη νομικών προσώπων (άρθρο 5)
Το άρθρο 5 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να εξασφαλίζουν ότι τα νομικά
πρόσωπα μπορούν να υπέχουν ευθύνη για τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3,
και προσδιορίζει τη θέση ή την ιδιότητα του δράστη σε σχέση προς το νομικό πρόσωπο, η
οποία οδηγεί στη στοιχειοθέτηση της ευθύνης του νομικού προσώπου.
Όλα τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει την ποινική ή διοικητική ευθύνη των νομικών προσώπων
για τα διάφορα είδη ιδιότητας ή θέσης του δράστη βάσει των οποίων στοιχειοθετείται η
ευθύνη. Ορισμένα κράτη μέλη [LT, MT και UK (Σκωτία)] έχουν θεσπίσει ειδικές διατάξεις
που αφορούν την εταιρική ευθύνη για τα εγκλήματα εμπορίας ανθρώπων, ενώ όλα τα
υπόλοιπα βασίζονται σε γενικές διατάξεις σχετικά με την εταιρική ευθύνη, οι οποίες
εφαρμόζονται στην περίπτωση εγκλημάτων. Όλα τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει την ευθύνη
των νομικών προσώπων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως γ)· Οι EL,
CY, LT, MT, PL και SK έχουν μεταφέρει την εν λόγω διάταξη κατά λέξη στο εθνικό τους
δίκαιο. Το άρθρο 5 παράγραφος 2 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θεσπίσουν
την ευθύνη των νομικών προσώπων στις περιπτώσεις όπου η απουσία ελέγχου ή εποπτείας
από πρόσωπο που κατέχει μία από τις θέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1
στοιχεία α) έως γ) κατέστησε δυνατή την τέλεση εγκλήματος που αναφέρεται στα άρθρα 2 ή
3. Η ευθύνη αυτή προβλέπεται ρητά σε όλα τα κράτη μέλη, πλην του LU, για το οποίο η
αξιολόγηση δεν κατέληξε σε ασφαλή συμπεράσματα. Η απαίτηση του άρθρου 5 παράγραφος
3, βάσει της οποίας η ευθύνη ενός νομικού προσώπου δεν πρέπει να αποκλείει την ποινική
δίωξη φυσικού προσώπου για το ίδιο έγκλημα, καλύπτεται σε όλα τα κράτη μέλη.
Στο άρθρο 5 παράγραφος 4 ορίζεται ότι από την έννοια του «νομικού προσώπου»
εξαιρούνται τα κράτη ή οι δημόσιοι οργανισμοί που ασκούν κρατική εξουσία και οι δημόσιοι
διεθνείς οργανισμοί. Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, κανένα κράτος μέλος δεν
6
συμπεριέλαβε τους εν λόγω δημόσιους οργανισμούς στην έννοια του «νομικού προσώπου» (ή
σε παρόμοιες έννοιες που ισχύουν στο πλαίσιο των αντίστοιχων εθνικών νομοθεσιών).
2.1.5. Κυρώσεις εις βάρος νομικών προσώπων (άρθρο 6)
Στο άρθρο 6 προβλέπεται η υποχρέωση των κρατών μελών να θεσπίσουν αποτελεσματικές,
αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για τα νομικά πρόσωπα τα οποία υπέχουν ευθύνη
σύμφωνα με το άρθρο 5. Τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις που
εφαρμόζονται ρητά στα νομικά πρόσωπα. Τα ελάχιστα και μέγιστα πρόστιμα διαφέρουν
μεταξύ των κρατών μελών. Στο άρθρο 6 προβλέπεται επίσης ότι τα κράτη μέλη μπορούν να
επιβάλλουν άλλες προαιρετικές κυρώσεις. Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, τα
περισσότερα κράτη μέλη 9, πλην των DE, IE και UK, έχουν επιλέξει να θεσπίσουν
τουλάχιστον άλλη μία κύρωση.
2.1.6. Κατάσχεση και δήμευση (άρθρο 7)
Σύμφωνα με το άρθρο 7, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν
τη δυνατότητα να προβαίνουν σε κατασχέσεις και δημεύσεις των οργάνων και προϊόντων που
προέρχονται από τα αδικήματα τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3. Σε όλα τα κράτη
μέλη προβλέπονται εθνικά μέτρα για τη μεταφορά της διάταξης αυτής στο εθνικό τους
δίκαιο. Ενώ ορισμένα κράτη μέλη [BE, EL, ES, FR, CY και UK (Αγγλία/Ουαλία)] έχουν
θεσπίσει ειδικές διατάξεις που αφορούν την κατάσχεση και τη δήμευση σε σχέση με το
έγκλημα της εμπορίας ανθρώπων, τα υπόλοιπα κράτη μέλη φαίνεται να βασίζονται σε
γενικούς κανόνες σχετικά με την κατάσχεση και τη δήμευση στο πλαίσιο του ποινικού
δικαίου, οι οποίοι εφαρμόζονται σε όλα τα εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένης της εμπορίας
ανθρώπων.
2.1.7. Μη άσκηση δίωξης ή μη επιβολή ποινικών κυρώσεων στα θύματα (άρθρο 8)
Το άρθρο 8 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα
ώστε να παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές τις εξουσίες για μη άσκηση δίωξης ή μη
επιβολή κυρώσεων σε θύματα εμπορίας ανθρώπων λόγω της συμμετοχής τους σε
εγκληματικές δραστηριότητες εφόσον η συμμετοχή αυτή ήταν άμεση συνέπεια του γεγονότος
ότι αποτέλεσαν θύματα αυτού του εγκλήματος. Η οδηγία παρέχει στις αρμόδιες αρχές
9
: Παραδείγματα: αποκλεισμός από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις (BE, CZ, EL, ES, HR, IT, CY, HU, MT, PL,
PT), μέτρα προσωρινής ή οριστικής απαγόρευσης της άσκησης εμπορικής δραστηριότητας (BE, CZ, EL, ES,
FR, HR, IT, CY, HU, MT, LT, LV, AT, PL, PT, RO, SI, SE), θέση υπό δικαστική εποπτεία (CY, ES, FR, IT,
MT, PT και RO), δικαστική εκκαθάριση (BE, EL, ES, FR, HR, CY, HU, LT, LU, MT, NL, PT, RO, SI),
προσωρινό ή οριστικό κλείσιμο των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη του αδικήματος
(BE, ES, FR, LT, LU, CY, MT, PT και RO). Πέραν των προστίμων και των προαναφερόμενων προαιρετικών
κυρώσεων, ορισμένα κράτη μέλη (BE, CZ, FR, PT και RO) έχουν επιλέξει να θεσπίσουν την πρόσθετη κύρωση
της δημοσίευσης ή ανάρτησης της δικαστικής απόφασης με την οποία διαπιστώνεται η ενοχή του νομικού
προσώπου για την τέλεση του εγκλήματος.
7
διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο θα ρυθμίσουν σε εθνικό επίπεδο τη
δυνατότητα μη άσκησης δίωξης ή μη επιβολής κυρώσεων.
Τα κράτη μέλη έλαβαν διάφορα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα αυτή για τις
εθνικές τους αρχές. Σε ορισμένα κράτη μέλη (BG, EL, ES, CY, LV, LT, LU, MT, NL, RO,
SK και UK) γίνεται ρητή αναφορά στη μη άσκηση δίωξης κατά των θυμάτων εμπορίας
ανθρώπων, ενώ σε άλλα προβλέπεται η μη άσκηση δίωξης κατά προσώπου που
υποχρεώθηκε, απειλήθηκε ή εξαναγκάστηκε να διαπράξει μια εγκληματική πράξη (HU, IT,
PL, PT, SE και SI). Οι πληροφορίες για τις CZ και HR δεν επιτρέπουν την εξαγωγή
ασφαλών συμπερασμάτων.
2.1.8. Ποινική έρευνα και δίωξη (άρθρο 9)
Το άρθρο 9, στο οποίο προβλέπονται μέτρα για την ποινική έρευνα και δίωξη της εμπορίας
ανθρώπων, έχει μεταφερθεί από την πλειονότητα των κρατών μελών στο εθνικό τους δίκαιο.
Όσον αφορά την παράγραφο 1, σε όλα τα κράτη μέλη προβλέπεται ότι δεν απαιτείται
υποβολή καταγγελίας προκειμένου να κινηθεί η σχετική έρευνα, ενώ η απόσυρση της
κατάθεσης ενός θύματος δεν επηρεάζει τη συνέχιση της ποινικής έρευνας ή δίωξης.
Η παράγραφος 2 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα
προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι η εμπορία ανθρώπων διώκεται για ικανό χρονικό διάστημα
μετά την ενηλικίωση του θύματος. Στα περισσότερα κράτη μέλη προβλέπεται τέτοια διάταξη·
στην περίπτωση των IE και HR οι διαθέσιμες πληροφορίες δεν επιτρέπουν την εξαγωγή
ασφαλών συμπερασμάτων.
Όλα τα κράτη μέλη έχουν προβλέψει μέτρα για την επιμόρφωση των προσώπων/υπηρεσιών
που έχουν επιφορτιστεί με την ποινική έρευνα και δίωξη των αδικημάτων εμπορίας
ανθρώπων σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 3, είτε στο πλαίσιο νομοθετικών διατάξεων
είτε στο πλαίσιο μη δεσμευτικών μέτρων, όπως εθνικών σχεδίων δράσης, στρατηγικών ή
προγραμμάτων.
Τέλος, όλα τα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα ώστε τα πρόσωπα, οι μονάδες ή οι υπηρεσίες
που είναι επιφορτισμένες με την ποινική έρευνα ή δίωξη της εμπορίας ανθρώπων να έχουν
στη διάθεσή τους αποτελεσματικά εργαλεία έρευνας (άρθρο 9 παράγραφος 4). Μεταξύ των
εργαλείων έρευνας που προβλέπονται στα κράτη μέλη περιλαμβάνονται η παρακολούθηση
των επικοινωνιών (BE, BG, DE, EE, EL, FI, HR, IT, MT, NL, AT, PL, RO, SI, SE και
UK 10· η κεκαλυμμένη παρακολούθηση (BE, BG, CZ, EE, EL, ES, FI, FR, HR, IT, LU,
HU, NL, AT, PL, PT, RO, SI, SK και UK 11· η παρακολούθηση τραπεζικών λογαριασμών
και άλλες έρευνες οικονομικής φύσεως (BE, FR, HR, HU, IT, AT, PL, PT, RO, SI, FI και
10
11
Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία και Σκωτία.
Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία και Σκωτία.
8
UK), και η ηλεκτρονική παρακολούθηση ή παρόμοια μέτρα (BE, BG, CZ, DE, EL, FR, HR,
HU, NL, AT, PL, PT, RO, SI, SE και UK).
2.1.9. Δικαιοδοσία (άρθρο 10)
Το άρθρο 10 παράγραφος 1 αναφέρεται στις περιπτώσεις στις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει
να θεμελιώσουν τη δικαιοδοσία τους για τα αδικήματα που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3.
Στο άρθρο 10 παράγραφος 2 προβλέπεται μια σειρά προαιρετικών κριτηρίων δικαιοδοσίας
που τα κράτη μέλη μπορούν, μεταξύ άλλων, να επιλέξουν να υιοθετήσουν. Το άρθρο 10
παράγραφος 3 αναφέρεται στην ποινική δίωξη των αδικημάτων που αναφέρονται στα άρθρα
2 και 3 τα οποία διαπράττονται εκτός του εδάφους του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και
προβλέπει ότι «κάθε κράτος μέλος λαμβάνει, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην
παράγραφο 1 στοιχείο β), και δύναται να λάβει, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην
παράγραφο 2, τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσει ότι η δικαιοδοσία του δεν
εξαρτάται από οιονδήποτε από τους ακόλουθους δύο όρους: α) οι συγκεκριμένες πράξεις
συνιστούν ποινικά αδικήματα στον τόπο που διαπράχθηκαν, ή β) ποινική δίωξη μπορεί να
κινηθεί μόνο μετά από έγκληση του θύματος στον τόπο τέλεσης του αδικήματος ή
καταγγελία προερχόμενη από το κράτος στο έδαφος του οποίου διαπράχθηκε το αδίκημα».
Το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο α) επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να
λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να θεμελιώσουν τη δικαιοδοσία τους όταν το αδίκημα
διαπράττεται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στο έδαφός τους. Όλα τα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει
τη διάταξη αυτή στο εθνικό τους δίκαιο· ωστόσο, στις HR, CY, LV και SI, δεν είναι σαφές
κατά πόσον η δικαιοδοσία θεμελιώνεται επίσης όταν ένα έγκλημα έχει διαπραχθεί εν μέρει
στο οικείο έδαφος.
Το άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να
λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να θεμελιώσουν τη δικαιοδοσία τους όταν ο δράστης του
αδικήματος είναι υπήκοός τους. Όλα τα κράτη μέλη έλαβαν μέτρα για τη μεταφορά της
διάταξης αυτής στο εθνικό τους δίκαιο.
Στο άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ) προβλέπονται ορισμένα προαιρετικά κριτήρια
δικαιοδοσίας και τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν υιοθετήσει τουλάχιστον ένα εξ αυτών.
Στις BG, DE και FR δεν έχουν προσδιοριστεί προαιρετικά κριτήρια δικαιοδοσίας.
Όσον αφορά το άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο α), τα περισσότερα κράτη μέλη μετέφεραν
τη διάταξη αυτή στο εθνικό τους δίκαιο και δεν έχουν θεσπίσει τέτοια απαίτηση κατά τον
καθορισμό της δικαιοδοσίας βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 1. Ωστόσο, στις EE, NL, PT
και RO η δικαιοδοσία [δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχείο α)] θεμελιώνεται
μόνον όταν το αδίκημα έχει ποινικοποιηθεί στον τόπο όπου διαπράττεται.
9
Όσον αφορά το άρθρο 10 παράγραφος 3 στοιχείο β), στο οποίο διευκρινίζεται ότι η
δικαιοδοσία βάσει των αρχών της εδαφικότητας και της ενεργητικής προσωπικότητας δεν
υπόκειται στην απαίτηση βάσει της οποίας ποινική δίωξη μπορεί να κινηθεί μόνο μετά από
έγκληση του θύματος στον τόπο τέλεσης του αδικήματος ή καταγγελία προερχόμενη από το
κράτος στο έδαφος του οποίου διαπράχθηκε το αδίκημα, κανένα κράτος μέλος δεν έχει
θεσπίσει τέτοια απαίτηση. Ως εκ τούτου, όλα τα κράτη μέλη μετέφεραν στο εθνικό τους
δίκαιο την οδηγία όσον αφορά τα υποχρεωτικά κριτήρια δικαιοδοσίας βάσει του άρθρου 10
παράγραφος 1.
2.2. Μέτρα συνδρομής, στήριξης και προστασίας των θυμάτων
2.2.1 Παροχή συνδρομής και στήριξης στα θύματα εμπορίας ανθρώπων (άρθρο 11)
Στο άρθρο 11 προβλέπεται μια σειρά υποχρεώσεων που σχετίζονται με την παροχή
συνδρομής και στήριξης στα θύματα εμπορίας ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων
εντοπισμού. Τα αναγκαία μέτρα που απαιτούνται βάσει του άρθρου αυτού περιλαμβάνονται
συχνά όχι μόνο σε νομοθετικές πράξεις, αλλά και σε εθνικά σχέδια δράσης, στρατηγικές και
προγράμματα. Η πλειονότητα των κρατών μελών έχουν μεταφέρει στο εθνικό τους δίκαιο τις
διάφορες διατάξεις του άρθρου, παρότι ορισμένα ζητήματα που αφορούν τη μεταφορά των
παραγράφων 2 και 7 απαιτούν μεγαλύτερη προσοχή.
Όσον αφορά το άρθρο 11 παράγραφος 2, μόνο τα μισά κράτη μέλη απαιτούν ρητά την
παροχή συνδρομής και στήριξης αμέσως μόλις οι αρμόδιες αρχές έχουν ενδείξεις ή βάσιμους
λόγους να πιστεύουν ότι το πρόσωπο είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων (BG, EE, ES, FR, CY,
IE, LT, LU, NL, RO, SK, FI και UK). Ορισμένα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει στο εθνικό
τους δίκαιο το άρθρο 11 παράγραφος 2 παραπέμποντας επίσης σε κατάλογο δεικτών οι οποίοι
επιτρέπουν την αναγνώριση ενός προσώπου ως θύματος σύμφωνα με «βάσιμους λόγους»
(BG, LT, LU και RO).
Βασική πτυχή της οδηγίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3, είναι η επιβολή στα
κράτη μέλη της υποχρέωσης να εξασφαλίζουν ότι η παροχή συνδρομής και στήριξης σε ένα
θύμα δεν εξαρτάται από την προθυμία του θύματος να συνεργαστεί σε ποινική έρευνα, δίωξη
ή δίκη. Τα κράτη μέλη έλαβαν μέτρα για τη μεταφορά της διάταξης αυτής στο εθνικό τους
δίκαιο, η οποία αποτυπώνεται σχεδόν κατά λέξη στη νομοθεσία των CY, MT και UK
(Γιβραλτάρ, Σκωτία και Βόρεια Ιρλανδία). Οι διαθέσιμες πληροφορίες για το BE δεν
επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων σχετικά με το αν παρέχεται συνδρομή και
στήριξη άνευ όρων σε όλα τα θύματα ανεξαρτήτως ιθαγένειας. Όσον αφορά τη SK, φαίνεται
ότι εάν η παρουσία του θύματος δεν είναι απαραίτητη για τους σκοπούς της ποινικής
διαδικασίας, μπορεί να μην γίνει δεκτή η συμμετοχή του στο πρόγραμμα παροχής συνδρομής.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, στην εθνική νομοθεσία δεν περιλαμβάνεται όρος βάσει του
οποίου να απαιτείται η προθυμία του θύματος να συνεργαστεί στην ποινική έρευνα (AT, BG,
10
CZ, EL, FI, HR, HU, IT, LT, LU, LV, NL, PL, PT, SE, SI και UK (Αγγλία/Ουαλία)). Σε
ορισμένα κράτη μέλη, όπως στις EE, ES, FR, IE, CY, MT, RO και UK (Σκωτία, Βόρεια
Ιρλανδία και Γιβραλτάρ), προβλέπεται ρητά ότι η προθυμία για συνεργασία δεν είναι
απαραίτητη για την παροχή συνδρομής στα θύματα. Στην πλειονότητα των εθνικών μέτρων,
η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο συνοδεύτηκε από κανόνες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
της οδηγίας 2004/81/ΕΚ σχετικά με τα θύματα που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών 12. Τα κράτη
μέλη συγκρότησαν διάφορους μηχανισμούς 13 που στοχεύουν στον έγκαιρο εντοπισμό
θυμάτων και στην παροχή συνδρομής και στήριξης σε αυτά, σε συνεργασία με τις σχετικές
οργανώσεις στήριξης βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 4.
Οι ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπει το άρθρο 11 παράγραφος 5 για τα μέτρα συνδρομής
και στήριξης των θυμάτων αποτυπώνονται με διάφορους τρόπους, π.χ. με την κατά λέξη
ενσωμάτωση της διάταξης της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο [CY, MT, UK (Γιβραλτάρ)] ή με
τη διαφορετική διατύπωσή της στις διατάξεις διαφόρων πράξεων (BE, BG, EL, ES, FR, HU,
IT, LV, LT, NL, AT, PL, PT, RO, SI και SK) ή μέσω γενικών διατάξεων που διασφαλίζουν την
παροχή άλλης μορφής συνδρομής (BG, ES, HR, RO). Οι εθνικές προσεγγίσεις διαφέρουν
όσον αφορά τη διασφάλιση της παροχής συνδρομής και στήριξης κατόπιν συναίνεσης και
προηγούμενης ενημέρωσης.
Το άρθρο 11 παράγραφος 6 σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται στο
πλαίσιο της συνδρομής και της στήριξης αποτυπώνεται στην εθνική νομοθεσία των
περισσότερων κρατών μελών (BG, CY, CZ, EE, EL, ES, FR, HR, LT, LU, MT, AT, PL,
PT, RO, SK, FI και UK). Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, τα εν λόγω κράτη μέλη δεν
διασφαλίζουν την παροχή ενημέρωσης στα θύματα που να καλύπτει την περίοδο περίσκεψης
και αποκατάστασης δυνάμει της οδηγίας 2004/81/ΕΚ, καθώς και τη δυνατότητα χορήγησης
διεθνούς προστασίας και καθεστώτος πρόσφυγα δυνάμει της οδηγίας 2004/83/ΕΚ και της
οδηγίας 2008/85/ΕΚ. Πέραν των CY, MT και UK (Γιβραλτάρ), όπου η συγκεκριμένη
απαίτηση έχει μεταφερθεί σχεδόν κατά λέξη, αυτό συνάγεται κατά κύριο λόγο από ένα
12
Οδηγία 2004/81/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με τον τίτλο παραμονής που
χορηγείται στους υπηκόους τρίτων χωρών θύματα εμπορίας ανθρώπων ή συνέργειας στη λαθρομετανάστευση,
οι οποίοι συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές, ΕΕ L 261 της 6.8.2004, σ.19.
13
Τα περισσότερα κράτη μέλη έλαβαν υπόψη, στο πλαίσιο του άρθρου 11 παράγραφος 4, τη συνεργασία, για
τους σκοπούς του εντοπισμού θυμάτων εμπορίας ανθρώπων, μεταξύ κυβερνητικών αρμόδιων αρχών, τοπικών
δημόσιων οργανισμών και ιδιωτικών φορέων, όπως ΜΚΟ, κέντρων φιλοξενίας ή οποιωνδήποτε άλλων ενώσεων
που είναι αναγνωρισμένες και καταχωρισμένες από το κράτος και που είναι πιθανό να έλθουν σε επαφή με
θύματα. Κατά κανόνα, στα εθνικά μέτρα μεταφοράς επισημαίνεται το καθήκον των δημόσιων αρχών να
καταγγέλλουν κρούσματα εμπορίας ανθρώπων, λαμβάνοντας υπόψη ότι οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να
προβεί σε τέτοια καταγγελία. Η ενίσχυση του προορατικού και έγκαιρου εντοπισμού θυμάτων και η ταχεία
παροχή ενημέρωσης και βοήθειας σε θύματα αποτελούν σημαντικούς στόχους των εθνικών σχεδίων δράσης,
των στρατηγικών και των προγραμμάτων. Συχνά, σε αυτά παρέχονται κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις
διαδικασίες εντοπισμού. Συνήθως, η διαδικασία εντοπισμού χωρίζεται σε πολλά στάδια. Οι εθνικές νομοθετικές
πράξεις των BG, FR, LU, CY, MT και SI αναφέρονται συγκεκριμένα σε έναν κατάλογο δεικτών για τους
σκοπούς του εντοπισμού θυμάτων. Σε ορισμένους εθνικούς μηχανισμούς περιλαμβάνεται επίσης η κατάρτιση
εγχειριδίων, κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων για τους σκοπούς του εντοπισμού θυμάτων (CZ, EE, ES,
LV, LT, CY, MT, SI, SE). Στη βελγική νομοθεσία, ο μηχανισμός που έχει θεσπιστεί εφαρμόζεται μόνο σε
θύματα που δεν είναι Βέλγοι υπήκοοι.
11
σύνολο διατάξεων σχετικά με τις διαδικασίες χορήγησης αδειών διαμονής σε υπηκόους
τρίτων χωρών. Συνήθως, στα εθνικά μέτρα προβλέπεται το καθήκον ενημέρωσης των
αλλοδαπών γενικότερα, και όχι συγκεκριμένα των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων. Βάσει των
πληροφοριών που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή, η παροχή πληροφοριών σχετικά με την
περίοδο περίσκεψης προβλέπεται ρητά στις EE, ES, FI, FR, IE, CY, LT, LU, MT, PT, SK
και UK (Γιβραλτάρ).
Η απαίτηση της οδηγίας για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τη διεθνή προστασία και το
καθεστώς πρόσφυγα προβλέπεται ρητά στις BG, EE, IT, CY, MT, PL, SK και στο UK
(Γιβραλτάρ). Στις BG και SK προβλέπονται ειδικές διατάξεις για τα θύματα εμπορίας
ανθρώπων.
Η παροχή πληροφοριών σχετικά με τη διεθνή προστασία στις HU, IE, NL και SE, σχετικά με
την περίοδο περίσκεψης στην IT, ή σχετικά και με τα δύο είδη πληροφοριών στις BE, LV και
SI θα χρειαστεί ενδεχομένως να μελετηθεί πιο προσεκτικά.
Τα κράτη μέλη χρησιμοποίησαν τη νομοθεσία (EE, EL, FI, HU, IT, CY, LV, LT, LU, MT,
NL, PL, PT, RO, SK και SE) ή τη νομοθεσία σε συνδυασμό με μη δεσμευτικά μέτρα (BE,
BG, CZ, ES, FR, IE, HR, AT, SI και UK) για τη μεταφορά του άρθρου 11 παράγραφος 6
στο εθνικό τους δίκαιο. Επιπλέον, σε ορισμένα κράτη μέλη η απαίτηση της οδηγίας
περιλαμβάνεται σε πράξεις που πραγματεύονται συγκεκριμένα την εμπορία ανθρώπων (CY),
σε πράξεις γενικού χαρακτήρα (EE, EL, HU, IT, AT, PL, PT, SE) ή και στα δύο είδη
πράξεων (BE, BG, CZ, ES, FR, IE, HR, LV, LT, LU, MT NL, RO, SK, FI).
Η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της διάταξης του άρθρου 11 παράγραφος 7 που επιβάλλει στα
κράτη μέλη την υποχρέωση να μεριμνούν για τα θύματα με ειδικές ανάγκες, όταν οι ανάγκες
αυτές προκύπτουν ειδικότερα από εγκυμοσύνη, την κατάσταση της υγείας, αναπηρία,
διανοητική ή ψυχολογική διαταραχή, ή σοβαρές μορφές ψυχολογικής, σωματικής ή
σεξουαλικής βίας, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω. Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών,
έχουν παρατηρηθεί αποκλίσεις όσον αφορά τη μεταφορά της απαίτησης αυτής στο εθνικό
δίκαιο.
2.2.2 Προστασία των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και
διαδικασίας (άρθρο 12)
Στο άρθρο 12 καθορίζεται μια σειρά μέτρων προστασίας των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων
στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και διαδικασίας. Παρότι το άρθρο αυτό έχει μεταφερθεί από
την πλειονότητα των κρατών μελών, ορισμένα ζητήματα που αφορούν τη μεταφορά των
παραγράφων 2 και 4 του συγκεκριμένου άρθρου, όπως αναφέρεται κατωτέρω, χρήζουν
μεγαλύτερης προσοχής.
Οι διατάξεις του άρθρου 12 έχουν μεταφερθεί κυρίως στο εθνικό ποινικό δικονομικό δίκαιο,
ενώ ορισμένα κράτη μέλη έχουν συμπεριλάβει τις εν λόγω διατάξεις σε ειδικές πράξεις που
12
πραγματεύονται την εμπορία ανθρώπων (EL, LU, CY, NL, RO, SK, FI και UK) ή σε
πράξεις σχετικά με την προστασία των θυμάτων εγκληματικών πράξεων (CZ, ES και PT).
Όπως απαιτείται βάσει του άρθρου 12 παράγραφος 1, όλα τα κράτη μέλη 14 διασφαλίζουν την
εφαρμογή των μέτρων προστασίας που προβλέπονται στη νομοθεσία τους επιπλέον των
δικαιωμάτων που καθορίζονται στην απόφαση-πλαίσιο 2001/220/ΔΕΥ, νυν οδηγία
2012/29/ΕΕ 15.
Το άρθρο 12 παράγραφος 2, βάσει του οποίου τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν στα θύματα
εμπορίας ανθρώπων πρόσβαση χωρίς καθυστέρηση σε νομικές συμβουλές και σε νομική
εκπροσώπηση, μεταξύ άλλων και για την απαίτηση αποζημίωσης, και μάλιστα δωρεάν
εφόσον το θύμα δεν διαθέτει επαρκείς οικονομικούς πόρους, αποτυπώνεται στην εθνική
νομοθεσία της πλειονότητας των κρατών μελών (BG, CZ, EE, EL, ES, FR, HR, CY, LV,
LT, MT, AT, PT, SI, SK, FI, SE και UK). Τα περισσότερα κράτη μέλη προβλέπουν τη
δυνατότητα παροχής δωρεάν νομικής συνδρομής σε περιπτώσεις στις οποίες ένα πρόσωπο
δεν διαθέτει επαρκείς οικονομικούς πόρους. Οι EL, HR, LV και SE προχωρούν ακόμη πιο
πέρα, δεδομένου ότι η εν λόγω συνδρομή παρέχεται δωρεάν ανεξαρτήτως των πόρων του
θύματος. Όσον αφορά τη διάταξη περί παροχής νομικής εκπροσώπησης και νομικών
συμβουλών «χωρίς καθυστέρηση», οι EE, ES, MT και UK (Γιβραλτάρ) αποτυπώνουν τον
όρο αυτό με ρητό τρόπο στην αντίστοιχη νομοθεσία τους. Επιπλέον, όσον αφορά το πεδίο
εφαρμογής της πρόσβασης σε νομική εκπροσώπηση, οι πληροφορίες σχετικά με την IT και
το LU δεν επιτρέπουν την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων και ενδέχεται να απαιτηθεί
περαιτέρω εξέταση.
Όσον αφορά το άρθρο 12 παράγραφος 3, όλα τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι στα θύματα
εμπορίας ανθρώπων παρέχεται η δέουσα προστασία βάσει ατομικής αξιολόγησης κινδύνου,
μεταξύ άλλων μέσω της πρόσβασής τους σε προγράμματα προστασίας μαρτύρων.
Στην παράγραφο 4 ορίζονται διάφορες διαδικασίες και καταστάσεις που θα πρέπει να
αποφεύγονται στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας και διαδικασίας, όπως η άσκοπη επανάληψη
συνεντεύξεων, οι οπτικές επαφές μεταξύ θυμάτων και εναγομένων, η κατάθεση σε δημόσια
συνεδρίαση και οι άσκοπες ερωτήσεις σχετικά με την ιδιωτική ζωή των θυμάτων. Τα
περισσότερα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα για τη μεταφορά της διάταξης αυτής στο εθνικό
τους δίκαιο, ωστόσο λόγω του γεγονότος ότι ορισμένες διαδικασίες δεν καλύπτονται ρητά
στην εθνική νομοθεσία, η Επιτροπή θα χρειαστεί ενδεχομένως να εξετάσει περαιτέρω την
πρακτική εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης.
14
CZ, PT και UK (Γιβραλτάρ) που μετέφεραν κατά λέξη στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 12 παράγραφος 1.
Οδηγία 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για τη
θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της
εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου, ΕΕ L
315 της 14.11.2012.
15
13
2.2.3 Γενικές διατάξεις για τα μέτρα συνδρομής, στήριξης και προστασίας των παιδιών
θυμάτων εμπορίας ανθρώπων (άρθρο 13)
Το άρθρο 13 ορίζει ότι στα παιδιά θύματα εμπορίας ανθρώπων παρέχεται ειδική συνδρομή,
στήριξη και προστασία με γνώμονα το ύψιστο συμφέρον τους. Οι περισσότερες διατάξεις
έχουν μεταφερθεί από την πλειονότητα των κρατών μελών στο εθνικό τους δίκαιο. Μια
σημαντική αρχή που ορίζεται στην οδηγία είναι το τεκμήριο της παιδικής ηλικίας. Ωστόσο,
εγείρονται διάφορα ζητήματα για τις LT, IT, BE, CZ, FI, FR, HU, IE, LV, NL, AT, PL,
RO, SE και SI όσον αφορά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της παραγράφου 2, στην οποία
προβλέπεται ότι τα μέτρα συνδρομής, στήριξης και προστασίας θα πρέπει επίσης να
παρέχονται σε θύματα των οποίων η ηλικία είναι άγνωστη, αλλά μπορούν να θεωρηθούν
κατά τεκμήριο παιδιά.
2.2.4 Παροχή συνδρομής και στήριξης σε παιδιά θύματα (άρθρο 14)
Το άρθρο 14 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να λαμβάνουν ειδικά μέτρα
συνδρομής και στήριξης, τα οποία να είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες των παιδιών που
έχουν πέσει θύματα εμπορίας ανθρώπων. Τα περισσότερα κράτη μέλη (BG, CZ, EE, ES, FR,
CY, HU, LT, PT, RO, SK και UK) κάνουν γενική αναφορά σε μέτρα παροχής συνδρομής
και στήριξης, τα οποία καλύπτουν την παροχή συμβουλών, την κοινωνική υποστήριξη, καθώς
και την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης και σε κατάλληλη μορφή
στέγασης. Άλλα κράτη μέλη (HR, IT, LU, AT και SI) αναφέρονται σε ειδικά μέτρα
ψυχολογικής και ιατρικής βοήθειας, στην ένταξη στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας (HR),
στην παροχή προσωρινής άδειας διαμονής (SI) και στη δημιουργία ομάδων προστασίας
παιδιών σε νοσοκομεία (AT). Τα εν λόγω μέτρα συνδρομής και στήριξης πρέπει να
παρέχονται στο παιδί θύμα κατόπιν ατομικής αξιολόγησης. Τα μέτρα συνδρομής και
στήριξης που παρέχονται από ορισμένα κράτη μέλη (BE, EL, LV και PL) εφαρμόζονται σε
όλα τα θύματα. Είναι δύσκολο να αξιολογηθεί κατά πόσον η προσέγγιση ανταποκρίνεται
επαρκώς στις ειδικές ανάγκες των παιδιών θυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης
στην εκπαίδευση για τα παιδιά θύματα και τα παιδιά θυμάτων, και η Επιτροπή θα εξετάσει το
ζήτημα αυτό περαιτέρω.
Το άρθρο 14 παράγραφος 1 προβλέπει ότι τα μέτρα αυτά θα πρέπει να συνδράμουν και να
στηρίζουν το παιδί «βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα»: μόνο η FR κάνει ρητή αναφορά
στη χρονική διάρκεια των μέτρων συνδρομής, ενώ τα υπόλοιπα κράτη μέλη φαίνεται να
παρέχουν τα μέτρα αυτά για «εύλογο χρονικό διάστημα» χωρίς να προσδιορίζεται το ακριβές
χρονικό πλαίσιο.
Στο άρθρο 14 παράγραφος 2 προβλέπεται ότι θα πρέπει να διορίζεται κηδεμόνας ή
εκπρόσωπος για το παιδί που είναι θύμα εμπορίας ανθρώπων μόλις αυτό χαρακτηρισθεί από
τις αρχές ως θύμα, όταν οι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας δεν μπορούν λόγω σύγκρουσης
συμφερόντων να διασφαλίσουν το ύψιστο συμφέρον του παιδιού. Η διάταξη αυτή
αποτυπώνεται στη νομοθεσία όλων των κρατών μελών: ένας μικρός αριθμός κρατών μελών
14
(CY, NL και UK) θέσπισαν ειδικές διατάξεις για τον σκοπό αυτό, ενώ τα υπόλοιπα
διασφαλίζουν τον διορισμό μέσω των γενικών κανόνων τους.
Στο άρθρο 14 παράγραφος 3 ορίζεται ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν συνδρομή και
στήριξη, κατά περίπτωση και κατά το δυνατόν, στην οικογένεια των παιδιών θυμάτων, όταν η
οικογένεια βρίσκεται στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Τα μισά κράτη μέλη
(BG, ES, CY, LT, LU, MT, PL, PT, SI, SK, FI, SE και UK) έχουν θεσπίσει ειδικά μέτρα
για την οικογένεια του παιδιού θύματος 16.
2.2.5 Προστασία των παιδιών θυμάτων εμπορίας ανθρώπων στο πλαίσιο ποινικής
έρευνας και διαδικασίας (άρθρο 15)
Το άρθρο 15 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θεσπίσουν, στο πλαίσιο ποινικής
έρευνας και διαδικασίας, σειρά μέτρων προστασίας των παιδιών που είναι θύματα εμπορίας
ανθρώπων. Όλες οι εθνικές νομοθεσίες φαίνεται να περιλαμβάνουν διατάξεις που
ανταποκρίνονται στο άρθρο 15 παράγραφος 1, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι στο
πλαίσιο ποινικών ερευνών και διαδικασιών διορίζεται εκπρόσωπος για το παιδί που έχει πέσει
θύμα εμπορίας ανθρώπων στην περίπτωση που οι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας
αποκλείονται από την εκπροσώπηση του παιδιού λόγω σύγκρουσης συμφερόντων. Το
δικαίωμα σε νομικές συμβουλές και νομική εκπροσώπηση για το παιδί που έχει πέσει θύμα
εμπορίας ανθρώπων, το οποίο προβλέπεται στην παράγραφο 2, τείνει να καλύπτεται από τους
γενικούς κανόνες του ποινικού και αστικού δικαίου που ισχύουν για όλους,
συμπεριλαμβανομένων ενηλίκων και παιδιών.
Τα κράτη μέλη αποτυπώνουν τα ειδικά μέτρα προστασίας που απαριθμούνται στο άρθρο 15
παράγραφος 3 στοιχεία α) έως στ) κυρίως μέσω γενικών διατάξεων ποινικού δικονομικού
δικαίου ή μέσω πράξεων που προστατεύουν γενικά τα θύματα εγκληματικών πράξεων. Ως εκ
τούτου, παρότι προβλέπονται γενικά μέτρα και διατάξεις στο ποινικό δικονομικό δίκαιο
σχετικά με την προστασία των θυμάτων εγκληματικών πράξεων, παρατηρείται έλλειψη
ειδικών μέτρων για τα παιδιά που είναι θύματα εμπορίας ανθρώπων. Ειδικά εθνικά μέτρα για
τα παιδιά θύματα εμπορίας ανθρώπων έχουν εντοπισθεί στις EL, CY, LV, NL, MT, RO, και
UK. Η διάταξη αυτή πρέπει ενδεχομένως να εξεταστεί περαιτέρω δεδομένου ότι ορισμένα
κράτη μέλη φαίνεται να εφαρμόζουν το σύνολο ή μέρος των μέτρων προστασίας μόνο σε
παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών (DE, EE, IE, LV, AT, RO) ή 15 ετών (PL), ενώ στο άρθρο
2 παράγραφος 6 της οδηγίας ορίζεται ότι ως παιδί νοείται κάθε πρόσωπο ηλικίας κάτω των 18
ετών.
16
Τα είδη των μέτρων διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται η πρόσβαση σε
κοινωνικές υπηρεσίες (BG, LT, PL και SK), η παροχή συνδρομής στην ανατροφή του παιδιού μέσω της
παροχής στις οικογένειες της αναγκαίας πρόσβασης σε υπηρεσίες [FI και UK (Αγγλία/Ουαλία, Βόρεια Ιρλανδία
και Σκωτία)], η παροχή πληροφοριών, νομικής εκπροσώπησης, καθώς και οικογενειακής στήριξης και, κατά
περίπτωση, οικονομικής αρωγής (ΡΤ), η πρόσβαση στο ίδιο είδος πληροφοριών με το θύμα (CY), η παροχή
ψυχολογικής, κοινωνικής και εκπαιδευτικής συνδρομής (LU και ΜΤ) ή στήριξης και βοήθειας (SE).
15
Σε συμμόρφωση με το άρθρο 15 παράγραφος 4, η πλειονότητα των κρατών μελών
εξασφαλίζουν ότι, στο πλαίσιο ποινικής έρευνας για την εμπορία ανθρώπων, όλες οι
συνεντεύξεις με παιδιά θύματα ή μάρτυρες μπορούν να μαγνητοσκοπηθούν, και ότι αυτές οι
μαγνητοσκοπημένες συνεντεύξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία
κατά την ποινική διαδικασία 17. Ως επί το πλείστον, τα κράτη μέλη αποτυπώνουν τη διάταξη
αυτή στο ποινικό δικονομικό τους δίκαιο. Οι περιπτώσεις αυτές απαιτούν προσοχή, όταν οι
διατάξεις περιορίζονται βάσει της ηλικίας των ανηλίκων.
Η εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 5, βάσει του οποίου απαιτείται τα κράτη μέλη να
λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι στο πλαίσιο της ποινικής
διαδικασίας μπορούν να διατάσσονται ειδικά μέτρα προστασίας, διασφαλίζεται κυρίως μέσω
γενικών μέτρων ποινικού δικονομικού δικαίου. Τα περισσότερα κράτη μέλη εξασφαλίζουν
ότι η ακρόαση του ανηλίκου που είναι θύμα ή μάρτυρας διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών,
αλλά σε ορισμένα κράτη μέλη υπόκειται σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Στα περισσότερα
κράτη μέλη προβλέπεται γενικά ότι το παιδί θύμα μπορεί να τύχει ακρόασης χωρίς να είναι
παρόν, κυρίως με τη χρήση κατάλληλων τεχνολογιών επικοινωνίας, ωστόσο σε ορισμένα
κράτη μέλη η επιλογή αυτή συνδέεται με την ηλικία του ανηλίκου 18.
2.2.6 Συνδρομή, στήριξη και προστασία για ασυνόδευτα παιδιά θύματα εμπορίας
ανθρώπων (άρθρο 16)
Το άρθρο 16 αφορά τα ασυνόδευτα παιδιά θύματα εμπορίας ανθρώπων και επιβάλλει στα
κράτη μέλη την υποχρέωση να τους παρέχουν μέτρα συνδρομής, στήριξης και προστασίας
που να ανταποκρίνονται στις ειδικές ανάγκες τους. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει όχι μόνο να
λαμβάνουν υπόψη το βέλτιστο συμφέρον των ασυνόδευτων παιδιών, αλλά και να τους
παρέχουν μόνιμη λύση.
Σε ορισμένα κράτη μέλη (HU, IE, CY, AT, SK και FI) προβλέπονται ειδικά μέτρα όσον
αφορά την ιατρική και ψυχολογική φροντίδα, καθώς και την εκπροσώπηση και τη στέγαση
των ασυνόδευτων παιδιών θυμάτων, ενώ σε άλλα (BG, EE, HR, LV, PT, SI, UK) τα
ασυνόδευτα παιδιά θύματα φαίνεται να καλύπτονται από γενικούς κανόνες. Στις FR, LU και
NL προβλέπεται περιορισμένος αριθμός μέτρων, πέραν των γενικών κανόνων που ισχύουν
για όλα τα παιδιά, τα οποία είναι ειδικά προσαρμοσμένα στις ανάγκες των ασυνόδευτων
παιδιών θυμάτων.
Τα περισσότερα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι στα ασυνόδευτα παιδιά θύματα παρέχονται
ειδικά μέτρα συνδρομής και στήριξης –όπως ιατρική και ψυχολογική υποστήριξη και
πρόσβαση σε κατάλληλη στέγαση– με γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον τους. Τα περισσότερα
κράτη μέλη εξασφαλίζουν επίσης την εφαρμογή μέτρων που στοχεύουν στην εξεύρεση
μακροπρόθεσμης σταθερότητας και μόνιμης λύσης για κάθε παιδί θύμα σε ατομική βάση.
17
Οι EE, CY, LU, MT και NL μετέφεραν κατά λέξη στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 15 παράγραφος 4.
Τα εθνικά μέτρα που εντοπίστηκαν φαίνεται να καλύπτουν τους ανηλίκους ηλικίας κάτω των 14 ετών (HU και
LV), κάτω των 15 ετών (FI και PL) ή κάτω των 16 ετών (ΜΤ).
18
16
Ορισμένες απαιτήσεις θα πρέπει ενδεχομένως να εξεταστούν διεξοδικότερα όσον αφορά τις
EL, LV και SE 19.
Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφοι 3 και 4, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τον διορισμό
κηδεμόνα και αντιπροσώπου στο πλαίσιο ποινικής έρευνας και διαδικασίας για τα
ασυνόδευτα παιδιά θύματα εμπορίας ανθρώπων. Η υποχρέωση αυτή αποτυπώνεται στις
εθνικές νομοθεσίες όλων των κρατών μελών.
2.2.7 Αποζημίωση των θυμάτων (άρθρο 17)
Το άρθρο 17 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι τα θύματα
εμπορίας ανθρώπων έχουν πρόσβαση σε υφιστάμενα προγράμματα αποζημίωσης θυμάτων
εγκλημάτων βίας εκ προθέσεως. Σε όλα τα κράτη μέλη προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης
της εν λόγω αποζημίωσης, η οποία είναι διαθέσιμη για όλα τα θύματα ανεξαρτήτως
ιθαγένειας. Στη SI φαίνεται να προβλέπεται η χορήγηση αποζημίωσης σε θύματα που είναι
Σλοβένοι υπήκοοι ή πολίτες της ΕΕ.
Το είδος της χορηγούμενης αποζημίωσης και οι διαδικασίες χορήγησής της διαφέρουν
μεταξύ των κρατών μελών, ωστόσο κατά κανόνα στην εν λόγω αποζημίωση περιλαμβάνεται
η καταβολή δαπανών ιατρικής και ψυχολογικής θεραπείας, η απώλεια εισοδήματος, τα
δικαστικά έξοδα και τα έξοδα κηδείας. Ορισμένα κράτη μέλη (AT, SK, FI, και UK)
χορηγούν επίσης αποζημίωση για μη υλική ζημία, όπως η σωματική και ψυχική οδύνη.
Όσον αφορά τις διαδικασίες χορήγησης αποζημίωσης, σε πολλά κράτη μέλη (BG, CZ, ES,
IE, LT, MT, NL, PT και SE) προβλέπεται ένα διττό σύστημα στο πλαίσιο του οποίου το
θύμα μπορεί να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης κατά του δράστη στο πλαίσιο της ποινικής
διαδικασίας· σε περίπτωση που το θύμα δεν αποζημιωθεί πλήρως μέσω αυτής της
διαδικασίας, υπάρχει ακόμη η δυνατότητα παροχής αποζημίωσης από το κράτος.
Σε άλλα κράτη μέλη (EE, EL, HU, LV, PL, RO, SK και UK) προβλέπονται ειδικές
διατάξεις που διέπουν την αποζημίωση θυμάτων εγκληματικών πράξεων
(συμπεριλαμβανομένων βίαιων εγκλημάτων) ή την αποζημίωση για βλάβες που αποτελούν
συνέπεια των εν λόγω εγκλημάτων. Στις BE, FR και HR, έχει δημιουργηθεί ειδικό ταμείο για
τα θύματα βίαιων εγκληματικών πράξεων μέσω του οποίου τα θύματα λαμβάνουν
αποζημίωση από το κράτος.
19
Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, στην ελληνική νομοθεσία δεν προβλέπεται η διεξαγωγή ατομικής
αξιολόγησης κατόπιν της αρχικής αναγνώρισης του παιδιού θύματος· στη Λετονία, τα εθνικά μέτρα φαίνεται να
απευθύνονται σε θύματα εν γένει και στη νομοθεσία δεν φαίνεται να προσδιορίζονται οι ειδικές ανάγκες και το
βέλτιστο συμφέρον του ασυνόδευτου παιδιού.
17
2.3 Πρόληψη (άρθρο 18)
Το άρθρο 18 επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να λαμβάνουν μέτρα για την
αποθάρρυνση και τη μείωση της ζήτησης που ευνοεί όλες τις μορφές εκμετάλλευσης που
συνδέονται με την εμπορία ανθρώπων.
Τα αναγκαία μέτρα που απαιτούνται βάσει του άρθρου αυτού συχνά συμπεριλαμβάνονται όχι
σε νομοθετικές πράξεις αλλά σε εθνικά σχέδια δράσης, στρατηγικές και προγράμματα.
Στην παράγραφο 1 προβλέπεται ότι τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα,
όπως εκπαίδευση και κατάρτιση, ενώ η παράγραφος 2 αφορά, ειδικότερα, την ενημέρωση και
την ευαισθητοποίηση. Τα περισσότερα κράτη μέλη (BE, EE, EL, ES, FR, HR, HU, IE, CY,
LT, MT, NL, AT, PL, PT, RO, SI, SK, SE και UK) έχουν εγκρίνει σχέδια δράσης στα
οποία περιλαμβάνονται γενικά μέτρα κατάρτισης και εκπαίδευσης σε συνδυασμό με
συγκεκριμένα έργα αύξησης της ευαισθητοποίησης,
Σύμφωνα με την παράγραφο 3, τα κράτη μέλη οφείλουν να προωθούν την τακτική
επιμόρφωση των λειτουργών που ενδέχεται να έλθουν σε επαφή με θύματα ή δυνητικά
θύματα εμπορίας ανθρώπων. Όλα τα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα για να διασφαλίσουν την
επιμόρφωση των λειτουργών τους. Η πλειονότητα των κρατών μελών αναφέρονται κατά
κανόνα σε λειτουργούς που ενδέχεται να έλθουν σε επαφή με θύματα εμπορίας ανθρώπων,
ενώ άλλα κράτη μέλη κάνουν ρητή αναφορά στην επιμόρφωση των υπαλλήλων των
υπηρεσιών μετανάστευσης (BE, FR και LU), των δικαστών (AT, BE, BG, CZ, HU, LT,
MT, PL, PT, SE και SI), των εισαγγελέων (BG, CZ, EE, ES, HU, IT, LT, MT, NL, AT,
PL, SI και SE), των οργάνων επιβολής του νόμου (EE, NL και PL), της δικαστικής
αστυνομίας (ES), των υπαλλήλων διαφόρων υπουργείων (BE, CY, ES, MT και SI), των
εκπροσώπων των μέσων ενημέρωσης (BG), των επιθεωρητών εργασίας (CZ, FR και SI), των
αξιωματικών του στρατού που συμμετέχουν σε αποστολές στο εξωτερικό (CZ), των
επαγγελματιών στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης (FR, PT και SK), του προσωπικού
ελέγχου των συνόρων (HU, LT και PT), καθώς και των κοινωνικών λειτουργών και του
προσωπικού των υπηρεσιών παροχής συνδρομής (BG, HU, IT, LT, LU, MT, PT, SI και
SK).
Λεπτομερέστερη αξιολόγηση των μέτρων που έχουν λάβει ή εξετάσει τα κράτη μέλη στο
πλαίσιο του άρθρου 18 παράγραφος 4 της οδηγίας με στόχο την ποινικοποίηση της χρήσης
υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης θυμάτων εμπορίας ανθρώπων, εφόσον
ο χρήστης γνωρίζει ότι το πρόσωπο που παρέχει τις υπηρεσίες είναι θύμα εμπορίας
ανθρώπων, παρουσιάζεται σε χωριστή έκθεση 20.
20
Βλέπε υποσημείωση 3.
18
2.4 Εθνικοί εισηγητές ή ισοδύναμοι μηχανισμοί και συντονισμός της στρατηγικής της
Ένωσης κατά της εμπορίας ανθρώπων (άρθρα 19 και 20)
Σύμφωνα με το άρθρο 19, τα κράτη μέλη διορίζουν εθνικούς εισηγητές ή ισοδύναμους
μηχανισμούς (ΕΕΙΜ), στα καθήκοντα των οποίων περιλαμβάνεται η διεξαγωγή εκτιμήσεων
σχετικά με τις τάσεις, η στάθμιση των αποτελεσμάτων των ενεργειών κατά της εμπορίας,
καθώς και η συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων. Στην αιτιολογική σκέψη 27 διευκρινίζεται
ότι οι ΕΕΙΜ θα πρέπει να δημιουργηθούν με τον τρόπο που τα κράτη μέλη θεωρούν
κατάλληλο «σύμφωνα με την εσωτερική τους οργάνωση και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη
ελάχιστης υποδομής για συγκεκριμένα καθήκοντα». Ως εκ τούτου, οι ΕΕΙΜ έχουν διαφορετικά
καθεστώτα και δομές· ειδικότερα, ορισμένα κράτη μέλη έχουν διορίσει ΕΕΙΜ που είναι
ανεξάρτητοι από την κυβέρνηση, ενώ στη συντριπτική πλειονότητα των κρατών μελών οι
ΕΕΙΜ αποτελούν μέρος της εθνικής διοίκησης. Η οδηγία δεν αναφέρεται στην έννοια της
ανεξαρτησίας των ΕΕΙΜ, αλλά περιγράφει τα καθήκοντά τους και τις υποχρεώσεις τους για
υποβολή εκθέσεων.
Τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν διορίσει έναν εθνικό εισηγητή ο οποίος εκτελεί τα
καθήκοντα που ορίζονται στο εν λόγω άρθρο· ορισμένα κράτη μέλη 21 έχουν διορίσει ένα
συγκεκριμένο πρόσωπο, άλλα έχουν διορίσει κάποιον φορέα 22, ενώ τα υπόλοιπα έχουν
συγκροτήσει ισοδύναμους μηχανισμούς. Το άρθρο 20 επιβάλλει στα κράτη μέλη την
υποχρέωση να διευκολύνουν τα καθήκοντα του Συντονιστή Δράσης κατά της Εμπορίας
(ΣΔΕ) και, ειδικότερα, να διαβιβάζουν στον ΣΔΕ τις πληροφορίες που αναφέρονται στο
άρθρο 19, βάσει των οποίων ο ΣΔΕ συμμετέχει στη σύνταξη έκθεσης από την Επιτροπή ανά
διετία σχετικά με την πρόοδο που σημειώνεται στις ενέργειες για την καταπολέμηση της
εμπορίας ανθρώπων. Όλα τα κράτη μέλη έχουν συμμορφωθεί με την υποχρέωση αυτή
διαβιβάζοντας τα στοιχεία τους για την πρώτη έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο
που έχει σημειωθεί όσον αφορά την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων, η οποία
εκδόθηκε στις 19 Μαΐου 2016 23.
Επιπλέον, στα μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο στις EL, IT, CY, LT και MT προβλέπεται
ρητά η κοινοποίηση στον ΣΔΕ των πληροφοριών σχετικά με την καταπολέμηση της εμπορίας
ανθρώπων. Ειδικότερα, ενώ στην CY προβλέπεται η παροχή πληροφοριών από τον εθνικό
εισηγητή στον ΣΔΕ ανά διετία, στην EL και στην IT προβλέπεται η υποβολή ετήσιας
έκθεσης και διετούς έκθεσης, αντίστοιχα.
21
BE, FR, HU, NL, PT και UK (Γιβραλτάρ).
BG, CZ, EE, EL, ES, FI, HR, IT, CY, IE, LT, LU, LV, MT, AT, PL, RO, SI, SK, SE και UK (Αγγλία/Ουαλία,
Βόρεια Ιρλανδία και Σκωτία).
23
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, Έκθεση σχετικά με την
πρόοδο που σημειώνεται στις ενέργειες για την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων (2016) όπως απαιτείται
βάσει του άρθρου 20 της οδηγίας 2011/36/ΕΕ για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων
και για την προστασία των θυμάτων της, COM(2016) 267 final
22
19
Άλλα κράτη μέλη, όπως οι BG, ES, FR, HU και RO, μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο το
άρθρο 20 μέσω μιας γενικής υποχρέωσης ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας με τις
αρμόδιες αρχών άλλων χωρών και διεθνείς οργανισμούς. Η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο
μπορεί επίσης να ολοκληρωθεί όσον αφορά τα εναπομείναντα κράτη μέλη κυρίως στη βάση
των γενικών καθηκόντων που ανατίθενται στον εθνικό εισηγητή.
3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΟΜΕΝΑ ΒΗΜΑΤΑ
Η πλήρης και ορθή μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, ακολουθούμενη από την
ουσιαστική εφαρμογή της, είναι όχι μόνον υποχρεωτική, αλλά και αναγκαία προκειμένου να
σημειωθεί σημαντική πρόοδος σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την καταπολέμηση της
εμπορίας ανθρώπων. Ο απώτερος στόχος είναι να υπάρξει πραγματική διαφορά στις ζωές των
θυμάτων και να ενισχυθεί η καταπολέμηση του εγκλήματος αυτού μέσω της αύξησης του
αριθμού των διώξεων και των καταδικών.
Η Επιτροπή έχει παρακολουθήσει ενεργά τις διαδικασίες μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό
δίκαιο. Η παρούσα έκθεση, η οποία πρέπει να αναγνωσθεί σε συνδυασμό με την έκθεση
σχετικά με την υποχρέωση που επιβάλλει το άρθρο 23 παράγραφος 2 - COM(2016) 719 - της
οδηγίας, αποτελεί μέρος της διαδικασίας διασφάλισης της ορθής εφαρμογής και υλοποίησης
της οδηγίας. Η παρούσα επισκόπηση καταδεικνύει ότι τα κράτη μέλη έχουν καταβάλει
σημαντικές προσπάθειες για τη μεταφορά του ολοκληρωμένου αυτού μέσου στο εθνικό τους
δίκαιο.
Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης, κυρίως όσον αφορά: τα
ειδικά μέτρα για την προστασία των παιδιών, το τεκμήριο της παιδικής ηλικίας και την
εκτίμηση της ηλικίας των παιδιών, την προστασία πριν και κατά τη διάρκεια της
ποινικής διαδικασίας, την πρόσβαση σε άνευ όρων συνδρομή, την αποζημίωση, τη μη
επιβολή κυρώσεων, την παροχή συνδρομής και στήριξης στο μέλος της οικογένειας ενός
παιδιού θύματος, καθώς και την πρόληψη.
Η Επιτροπή είναι πρόθυμη να παράσχει περαιτέρω στήριξη στα κράτη μέλη ώστε να
διασφαλιστεί ένα ικανοποιητικό επίπεδο εφαρμογής της οδηγίας, λαμβανομένων υπόψη: του
ευρωπαϊκού θεματολογίου για την ασφάλεια 24, στο οποίο επισημαίνεται η εμπορία ανθρώπων
ως μορφή σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος, της τρέχουσας στρατηγικής της ΕΕ για
την εξάλειψη της εμπορίας ανθρώπων 2012-2016 25, στο πλαίσιο της οποίας ζητείται να
διασφαλιστεί η πλήρης μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και η εφαρμογή της οδηγίας, καθώς και
του νέου πλαισίου πολιτικής για την περίοδο μετά το 2016. Εφόσον χρειαστεί, θα μπορούσαν
επίσης να καταρτιστούν κατευθυντήριες γραμμές για την πρακτική εφαρμογή της οδηγίας,
όσον αφορά συγκεκριμένες διατάξεις.
24
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και
Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, Το ευρωπαϊκό θεματολόγιο για την ασφάλεια,
COM(2015) 185 final.
25
Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και
Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, Η στρατηγική της ΕΕ για την εξάλειψη της εμπορίας
ανθρώπων 2012–2016, COM(2012) 286 final.
20
Η Επιτροπή θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εφαρμογή της οδηγίας από τα κράτη
μέλη στο πλαίσιο των εξουσιών της δυνάμει των Συνθηκών και ενδέχεται να λάβει
κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της κίνησης διαδικασιών
επί παραβάσει.
21