ce%b1%cf%81%cf%87%ce%b9%ce%bc

Download Report

Transcript ce%b1%cf%81%cf%87%ce%b9%ce%bc

Ιερομόναχος Σάββας Αγιορείτης
Συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών
Δ' ενημέρωση - βελτιωμένη & επαυξημένη εώς (12.11.2016)
ΤΟΜΟΣ Α
(600 σελίδες)
Μια δωρεάν συλλογή που δημιουργήθηκε για προσωπική μελέτη,όλων των υπαρχουσων
μέχρι στιγμής,απομαγνητοφωνημένων ομιλιών, και αποσπασμάτων ομιλιών
του π.Σάββα Αγιορείτη,που έχουν αναρτηθεί
στην επίσημη ιστοσελίδα (hristospanagia3.blogspot.gr) μέχρι τις 12-11-2016.
Ακολουθούν και επόμενα δωρεάν pdf της συλλογής μελλοντικά,οταν αναρτηθούν νέες
απομαγνητοφωνημένες ομιλίες στην ιστοσελίδα.
1
hristospanagia3.blogspot.gr
Για περισσότερες ψυχοφελείς ομιλίες για πλήθος θέματων,καθώς και για μελέτη πλήθους
κειμένων Λόγων και Διδαχών Αγίων Πατέρων,επισκεφτείτε τις παρακάτω
ιστοσελίδες.Καθημερινή Ενημέρωση & Αναρτήσεις.
(Επίσημες Ιστοσελίδες)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Παλαιότερες Αναρτήσεις]
hristospanagia3.blogspot.gr
www.hristospanagia.gr
agiapsychanalysi.blogspot.gr
Η παρούσα συλλογή απομαγνητοφωνημένων ομιλιών,θεωρητικά αποτελεί ίσως ενα 5% απο το
σύνολο ομιλιών του π.Σάββα.Ακούστε τις ομιλίες της παρούσας συλλογής καθώς και τις
συνεχειές τους (ανα θεματική κατηγορία) και πλήθος άλλων ομιλιών για ποικίλα πνευματικά
θέματα στις παρακάτω ιστοσελίδες με καθημερινή & εβδομαδιαία ενημέρωση:
(Συλλογή ομιλιών - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/videos
(Playlists Ομιλιών ανα θεματική Κατηγορία - Youtube)
[Στο τέλος της ιστοσελίδας κάτω κάτω πατήστε Φόρτωση Περισσοτέρων]
https://www.youtube.com/channel/UCEtOr176QWbyqK_H3ZZoJJw/playlists
(Θεματικές Ενότητες Blog – Ετικέτες ανα κατηγορία)
http://hristospanagia3.blogspot.gr/search?q=%CE%95%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%95%CE%A4%CE%95%CE%A3
Γιά ενημέρωση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για τις καθημερινές λίστες θεμάτων που
αναρτούνται καθημερινά στην ιστοσελίδα - στείλτε τό e-mail σας στό:[email protected]
2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1)Ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου μέσα στήν Ἐκκλησία [Σελ 6 εώς 19]
2)Μετάνοια καί ἐξομολόγηση [Σελ 20 εώς 40]
3)Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ,ἡ στενοχώρια καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία [Σελ 41 εώς 57]
4)Τρόποι ἐπανενεργοποίησης τῆς Θείας Χάρης:α)Μετάνοια,β)Ἀδιάλειπτη προσευχή [Σελ 58 εώς 61]
5)Ο Ρόλος της Εκκλησίας - Η Θεραπεία της ανθρώπινης ψυχής [Σελ 62 εώς 95]
6)Ἀγάπη [Σελ 96 εώς 113]
7)Ἀδικία [Σελ 114 εώς 126]
8)Ἡ ψυχοπάθεια ἀπό Πατερική ἄποψη [Σελ 127 εώς 140]
9)Τό ἀλλοιωμένο δυτικό πνεῦμα καί ἡ Ὀρθοδοξία [Σελ 141 εώς 152]
10)Ὁ κοινωνικός σκοπός τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἡ καταλλαγή μέ τό Θεό [Σελ 153 εώς 161]
11)Περί τῆς ἔννοιας τοῦ Δόγματος καί περί τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ [Σελ 162 εώς 168]
12)α.Ἡ οὐσία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης β.Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι θρησκεία [Σελ 169 εώς 182]
13)α.Ποιοί εἶναι οἱ Θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας β.Περί νοερᾶς προσευχῆς [Σελ 183 εώς 191]
14)α.Ποιός εἶναι ὁ φωτισμένος καί ὁ θεόπνευστος β.Περί θρησκείας γ.Περί τῶν δύο
πίστεων [Σελ 192 εώς 198]
15)Οἱ Προφῆτες,οἱ Κληρικοί καί οἱ λαϊκοί μέσα στήν Ἐκκλησία [Σελ 199 εώς 211]
16)Ἡ ἐκκοσμίκευση τῶν χριστιανῶν [Σελ 212 εώς 222]
17)Ὑποκρισία [Σελ 223 εώς 239]
18)Οἱ ρινόκεροι [Σελ 240 εώς 243]
19)Οἱ ὀθόνες πού προκαλοῦν τόν θάνατο [Σελ 244 εώς 248]
20)Τηλεόραση, διαδίκτυο,κινητό καί πνευματική ζωή [Σελ 249 εώς 259]
21)Διασκέδαση ἤ ψυχαγωγία; [Σελ 260 εώς 264]
22)Χαρακτηριστικά τοῦ ἀσθενοῦς πνευματικά ἀνθρώπου [Σελ 265 εώς 272]
23)Περί ψυχῆς καὶ θεραπείας αὐτῆς – 1ο μέρος [Σελ 273 εώς 285]
24)Ἡ αἰτία τῆς κατάθλιψης [Σελ 286 εώς 298]
25)Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς κατάθλιψης [Σελ 299 εώς 309]
26)Τά αἴτια δημιουργίας τῆς λύπης [Σελ 310 εώς 323]
27)Γιατί χάνουμε τή χαρά μας [Σελ 324 εώς 336]
28)Ἁπλοποιεῖστε τή ζωή σας γιά νά φύγει τό ἄγχος [Σελ 337 εώς 348]
29)Νοερά προσευχή [Σελ 349 εώς 357]
30)Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε [Σελ 358 εώς 368]
31)Νά ἐπιδιώκουμε συναναστροφές μέ ἐνάρετους ἀνθρώπους – 1ο μέρος [Σελ 369 εώς 384]
3
32)Περί εἰρήνης τῆς ψυχῆς [Σελ 385 εώς 392]
33)Προέλευση καί ἀντιμετώπιση λογισμῶν - 1ο μέρος [Σελ 393 εώς 407]
34)Περί φιλαυτίας - 1ο μέρος [Σελ 408 εώς 417]
35)Περί φιλαυτίας - 2ο μέρος [Σελ 418 εώς 426]
36)Περί φιλαυτίας - 3ο μέρος [Σελ 427 εώς 436]
37)Ἑκούσιες καί ἀκούσιες θλίψεις [Σελ 437 εώς 447]
38)Ἡ ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν [Σελ 448 εώς 461]
39)Περί θλίψεων καί πειρασμῶν [Σελ 462 εώς 476]
40)Περί πειρασμῶν [Σελ 477 εώς 488]
41)Ἀντιμετώπιση τοῦ σαρκικοῦ πολέμου [Σελ 489 εώς 499]
42)Αὐτοκτονία καί ἱεροί Κανόνες [Σελ 500 εώς 509]
43)Εἰσαγωγή στήν Φιλοκαλία [Σελ 510 εώς 522]
44)Ἡ Φιλοκαλία καί ἡ προσευχή μέ τό κομποσχοίνι [Σελ 523 εώς 535]
45)Οἱ γονεῖς καί οἱ ἐλεύθερες σχέσεις [Σελ 536 εώς 553]
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΩΦΕΛΗΜΑ ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΚΑΙ
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
46)Τί εἶναι ὁ κόσμος; Ποῦ ἀνήκει καί ποῦ ὁδηγεῖ τούς ὁπαδούς του; [Σελ 554 εώς 555]
47)Ἀναγκαῖος ὁ χωρισμός ἀπό τόν κόσμο [Σελ 555 εώς 556]
48)Πίστη καί ζωή - Τί εἶναι πίστη [Σελ 556 εώς 557]
49)Πίστη καί ζωή - Τί εἶναι ὀρθή ζωή [Σελ 557 εώς 557]
50)Πίστη καί ζωή. Σχέση πίστεως καί ζωῆς, α’ μέρος [Σελ 557 εώς 558]
51)Πίστη καί ζωή. Σχέση πίστεως καί ζωῆς, β’ μέρος [Σελ 558 εώς 558]
52)Πίστη και ζωή.Τί συμβαίνει ὅταν κάποιος δέν πιστεύει σωστά στό Τριαδολογικό ἤ
στό Χριστολογικό δόγμα [Σελ 559 εώς 560]
53)Τά γνωρίσματα τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ.Ποῖος εἶναι ὁ καλός,ὁ ἀληθινός χριστιανός; [Σελ 560 εώς 560]
54)Ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί τό αὐτεξούσιο τοῦ ἀνθρώπου [Σελ 560 εώς 561]
55)Ἡ Ὑπακοή καί ὁ μοναχισμός [Σελ 562 εώς 562]
56)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. α΄μέρος [Σελ 563 εώς 563]
57)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. β΄μέρος [Σελ 563 εώς 564]
58)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. γ΄μέρος [Σελ 564 εώς 564]
59)Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας. δ΄μέρος [Σελ 564 εώς 564]
60)Περί περισπασμοῦ καί ἡσυχίας [Σελ 565 εώς 565]
4
61)Ἡ Πνευματική ζωή καί ὁ πνευματικός ἀγώνας.Περιφρόνηση καί ὄχι ὑποταγή στά
πάθη [Σελ 566 εώς 567]
62)Ἡ ἐκκοπή τοῦ θελήματος καί ἡ κατάθλιψη [Σελ 567 εώς 569]
63)Ἐμπιστοσύνη στή Θεία Πρόνοια [Σελ 569 εώς 575]
64)Ἡ ταλαιπωρία.Ἡ ἀφοβία, τό ἀνεπηρέαστον ἀπό τίς δυσκολίες [Σελ 575 εώς 575]
65)Ἡ ξενιτεία, τό ταπεινό, τό ἀπέριττο [Σελ 575 εώς 575]
66)Ἡ χρησιμοθηρική σχέση μέ τόν Θεό [Σελ 575 εώς 577]
67)Ἡ ἀρχή τῆς ὁδοῦ τῆς ζωῆς:Ἡ μελέτη καί ἡ πτωχεία [Σελ 578 εώς 579]
68)Ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Ἡ εὐχαριστία πρός τόν Θεό γιά ὅλα.Ἡ χαρά γιά τά ὑπέρ
Χριστοῦ παθήματα [Σελ 579 εώς 579]
69)Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ γεννιέται ἀπό τήν πίστι [Σελ 579 εώς 579]
70)Ὁ ἐγωισμός καί ἡ θεραπεία τῶν ψυχολογικῶν προβλημάτων [Σελ 580 εώς 580]
71)Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τό ἄγχος.Πῶς δημιουργεῖται καί πῶς θεραπεύεται [Σελ 580 εώς 593]
72)Καταπολέμηση τῆς ἔχθρας καί τῆς μνησικακίας [Σελ 593 εώς 594]
73)Ἡ ζήλεια-φθόνος καί ἡ ἐπιθυμία νά μᾶς ἀγαποῦν [Σελ 594 εώς 595]
74)Οἱ τρομακτικές μορφές τοῦ πονηροῦ [Σελ 595 εώς 595]
75)Ἡ καταπολέμηση τῆς ἐπιθυμίας νά μᾶς ἀγαποῦν [Σελ 596 εώς 596]
76)Πώς θα Σωθούμε (Σειρά ηχητικών ομιλιών ) [Σελ 597 εώς 600]
5
Ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου μέσα στήν Ἐκκλησία
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γεννιόμαστε ἄρρωστοι γιατί ἔχουμε τήν κληρονομιά τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὕας.
Αὐτοί τοποθετήθηκαν ἀπό τόν Θεό μέσα στόν Παράδεισο, τούς ἔδωσε τή Χάρη Του, τό Ἅγιο
Πνεῦμα, ψυχή καί σῶμα καί τήν δυνατότητα ἀπό τό λίαν καλῶς πού ἦταν, νά φτάσουν στό ἄριστα.
Ἡ μόνη ὑπακοή πού τούς ἔβαλε νά κάνουν, ἦταν νά μήν φᾶνε ἀπό ἕνα δέντρο, τό δέντρο τῆς
γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ. Δέν τηρήσαμε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὕα
ἁμάρτησαν.
Ὁ Θεός παρ’ ὅλη τήν ἀνυπακοή, προσπάθησε νά μᾶς βοηθήσει κάνοντας μεταξύ μας διάλογο.
Ἐμεῖς ὅμως προσπαθήσαμε νά δικαιολογηθοῦμε. Ὁ Ἀδάμ ἔριξε τό φταίξιμο στήν Εὕα καί ἡ Εὕα
στό φίδι. Βλέποντας ὁ Θεός ὅτι δέν μετανοοῦμε ἀπό ἐγωισμό καί ὑπερηφάνεια, μᾶς ἔβγαλε ἀπό τόν
Παράδεισο καί πέσαμε στήν κατάσταση τῆς ἁμαρτίας, τῆς φθορᾶς, τῆς κυριαρχίας τοῦ διαβόλου
πάνω στόν ἄνθρωπο καί τῆς κυριαρχίας τοῦ θανάτου.
Ὁ Θεός, δέν ἔπαψε ποτέ νά μᾶς ἀγαπάει, παρόλο πού ἐμεῖς φερθήκαμε τόσο ἀχάριστα στίς δωρεές
Του. Οὔτε Τόν ὑπολογίσαμε, οὔτε ζήσαμε σύμφωνα μέ τήν ἐντολή Του. Ἐκεῖνος ὅμως συνέχισε νά
μᾶς βοηθάει. Ἔστελνε προφῆτες, Ἁγίους, ἀνθρώπους πού ἔκαναν ὑπακοή στόν Θεό καί μᾶς
παρότρυναν στή μετάνοια. Ὅλοι αὐτοί οἱ μεγάλοι Ἅγιοι της Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ προφήτης
Ἠσαΐας, ὁ προφήτης Ἱερεμίας, μᾶς ἔδειχναν τόν δρόμο πρός τόν Θεό. Ἐμεῖς ὡστόσο δέν
μετανοούσαμε. Ὅποτε, ὁ καλός Θεός ἔστειλε τόν Υἱό του, τό ἴδιο Του τό παιδί, δίνοντάς Του τήν
ἀνθρώπινη φύση, χωρίς νά παύσει νά εἶναι καί Θεός. Ἔγινε λοιπόν ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ὁ
ὁποῖος γεννήθηκε ἀπό τήν Παναγία μας.
Ὁ Χριστός -τό λέμε καί στήν Ἐκκλησία- εἶναι ὁ νέος Ἀδάμ. Αὐτός δηλαδή πού ἔκανε τήν ὑπακοή,
τήν ὁποία δέν εἶχαν κάνει οἱ πρωτόπλαστοι, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὕα, στόν Παράδεισο. Ὁ Χριστός τώρα
ὡς καινούριος Ἀδάμ, ὡς τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, κάνει τέλεια ὑπακοή στόν Θεό
Πατέρα. Μέ τή θυσία πού κάνει γιά μᾶς ὁ Χριστός ὡς Θεάνθρωπος, παίρνει κατά κάποιο τρόπο τήν
δική μας θέση. Κανονικά ἐμεῖς ἔπρεπε νά πληρώσουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ὁ Χριστός ὅμως, ἄν
καί ἀναμάρτητος, παίρνει τήν θέση μας στόν σταυρό καί μᾶς συμφιλιώνει μέ τόν Θεό. Ὁ Θεός
πάντα μᾶς ἀγαποῦσε, ποτέ δέν ἦταν ἐχθρός μας. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴχαμε γίνει ἐχθροί τοῦ Θεοῦ
καί εἴχαμε ἀνάγκη νά συμφιλιωθοῦμε. Ἔρχεται λοιπόν ὁ Χριστός μας καί μᾶς συμφιλιώνει. Γιατί
εἶναι καί Θεός καί ἄνθρωπος. Πεθαίνει Αὐτός ἀντί γιά ἐμᾶς.
Ἐμεῖς διά τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, μποροῦμε νά ξαναμποῦμε στόν Παράδεισο. Νά
ζήσουμε τόν Παράδεισο ἀπό αὐτήν τήν ζωή καί νά φτάσουμε ἐκεῖ πού θά ἔφτανε ὁ Ἀδάμ, ἄν ἔκανε
ὑπακοή. Νά φτάσουμε στό ἄριστα, στή θέωση, νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Θεό, νά γίνουμε ὅμοιοι μέ τόν
Θεό κατά πάντα.
Αὐτό δέν γίνεται ὄχι μέ τήν δική μας δύναμη, ἀλλά μόνο ὅταν ζοῦμε σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία.
–Τί εἶναι Ἐκκλησία;
Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός μας ἦρθε στή γῆ, ἔφτιαξε τήν Ἐκκλησία, ὄχι τό
ναό, τά ντουβάρια, ἀλλά τό μυστηριακό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ὁποίου κεφαλή εἶναι ὁ ἴδιος ὀ
Χριστός καί σῶμα ὅλοι ὅσοι εἴμαστε Ὀρθόδοξα βαπτισμένοι. Αὐτό τό λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
Ὅταν βαφτιζόμαστε μπαίνουμε μέσα σέ αὐτό τό σῶμα καί μποροῦμε νά ζήσουμε πάλι τόν
Παράδεισο. Νά διώξουμε τήν ἁμαρτία, νά διώξουμε τόν διάβολο, νά ξεπεράσουμε τόν θάνατο, νά
ζήσουμε αἰώνια εὐτυχισμένοι μέ τόν Χριστό. Κεφαλή εἶναι ὁ Χριστός καί κομμάτια τοῦ σώματός
Του, ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς.
Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο, ἡ μεγάλη δωρεά πού μᾶς ἔκανε ὁ Χριστός ἀπό τήν ἀπειρη ἀγάπη Του. Ὁ
Χριστός δέν ἦρθε στή γῆ γιά νά μᾶς φέρει κάποιους κανόνες, νά μᾶς θέσει κάποια ‘πρέπει’. Οὔτε
6
ἦρθε γιά νά μᾶς δώσει ἕνα βιβλίο, τήν Ἁγία Γραφή. Οἱ προτεστάντες πιστεύουν ὅτι διαβάζοντας
τήν Ἁγία Γραφή, θά σωθοῦνε. Ἦρθε γιά νά μᾶς φτιάξει Ἐκκλησία. Νά μᾶς δώσει τήν Ἐκκλησία
Του.
Ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρχε πάντα. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος λέει ὅτι «ἡ πρώτη Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα,
ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα». Μέσα στήν πρώτη Ἐκκλησία, ὁ Χριστός ἔβαλε τούς
Ἀγγέλους. Οἱ Ἄγγελοι δημιουργήθηκαν πρίν ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ὁ Θεός πρῶτα ἔφτιαξε τούς
Ἀγγέλους, μετά ὅλο τό σύμπαν καί στό τέλος τόν ἄνθρωπο.
Ἀφοῦ δημιούργησε τά πάντα (τόν ἥλιο, τά ἀστέρια, τά φυτά, τά ζώα..), ὅπως ἕνας βασιλιάς
ἑτοιμάζει τό παλάτι καί βάζει μέσα τό πριγκηπόπουλο, ἔτσι καί ὁ Θεός ἔβαλε τόν ἄνθρωπο σάν
πριγκηπόπουλο. Γιά τόν ἄνθρωπο ἔφτιαξε ὅλο αὐτό τό σύμπαν, δηλαδή τό ἀνάκτορο. Βλέποντας
ἐμεῖς καί θαυμάζοντας τήν τελειότητα τοῦ σύμπαντος διαπιστώνουμε ὅτι δεν εἶναι δυνατόν νά
δημιουργήθηκε μόνο του, οὔτε νά ἐμφανίστηκε ξαφνικά καί ὁδηγούμαστε χωρίς ἀμφιβολία στήν
ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει δηλαδή κάποιος σοφός νοῦς πού τό δημιούργησε.
Τό σύμπαν ὅπως ἔχει ἀρχή -τό δέχεται καί ἡ ἐπιστήμη αὐτό- θά ἔχει καί τέλος. Γιά παράδειγμα,
περπατᾶς στό δάσος καί βρίσκεις κάτω στό χῶμα ἕνα ρολόι. Εἶναι δυνατόν τό ρολόι νά φτιάχτηκε
μόνο του, ἀκόμα κι ἄν πέρασαν τρισεκατομμύρια χρόνια; Μήπως μαζεύτηκαν τά μόρια καί
φτιάχτηκε τό πλαστικό, φτιάχτηκε τό σίδερο, οἱ δεῖκτες, μετά κουρδίστηκε καί δουλεύει καί μόνο
του; Πρέπει νά εἶσαι τρελός γιά να πιστέψεις κάτι τέτοιο!
Πόσο μᾶλλον ἕνα τεράστιο σύμπαν, πού ἀκόμα δέν τό γνωρίζουμε ὅλο. Τό σύμπαν λειτουργεῖ
καλύτερα καί ἀπό ρολόι. Ἄν λοιπόν ἕνα ρολόι δέν εἶναι λογικό νά φτιάχτηκε μόνο του, πόσο
περισσότερο τό σύμπαν! Γι’ αὐτό ὁ Θεός ἔφτιαξε αὐτό τό μεγαλεῖο. Ἤθελε νά φανεῖ ὅτι τό σύμπαν
τό δημιούργησε ἕνας σοφός καί παντοδύναμος Νοῦς, δηλαδή ὁ Θεός.
Τό σύμπαν ἔχει τεράστια ἐνέργεια. Στήν ἀτομική βόμβα, λόγου χάριν, σ’ ἕνα ἐλάχιστο μόριο ὕλης
ἔχουμε ἐνέργεια, πού κρύβεται μέσα στό μόριο, στό ἄτομο καί γι’ αὐτό λέγεται ἀτομική ἐνέργεια.
Σκεφτεῖτε μέσα στό σύμπαν πόση ἐνέργεια ὑπάρχει!
–Μά ποῦ βρέθηκε τόση ἐνέργεια;
Ἀπό τό πουθενά δέν βγαίνει τίποτα!
Ὁ Θεός τήν ἔβαλε. Συνεπῶς ὁ Θεός πού ἔβαλε αὐτήν τή δύναμη, εἶναι Παντοδύναμος. Κατόπιν,
βλέπουμε αὐτήν τήν ἄπειρη ὀμορφιά πού τήν ἔκανε ὁ Θεός. Ἄν λοιπόν τό δημιούργημα εἶναι τόσο
ὡραῖο, πόσο πιό ὡραῖος συγκριτικά θά εἶναι ὁ δημιουργός, ὁ Θεός!
Ἑπομένως μέ τό σύμπαν ὁ Θεός μᾶς διδάσκει. Γι’ αὐτό ἔφτιαξε πρῶτα τό παλάτι, γιά νά μᾶς δείξει
πόση σοφία, πόση δύναμη καί πόση ὡραιότητα ἔχει. Ζητάει λοιπόν νά τόν ἀγαπήσουμε, γιά μᾶς,
ὄχι γι’ Αὐτόν. Γιά νά μοιάσουμε στόν Θεό. Νά γίνουμε ἀπείρως μακάριοι, νά ἔχουμε ἄπειρη
εἰρήνη, χαρά καί εὐφροσύνη. Αὐτό πού ποθοῦμε ὅλοι. Αὐτό εἶναι ὁ Θεός.
Ὁ Θεός αὐτά ἦρθε νά μᾶς τά δώσει διά μέσω τοῦ σώματός Του, τῆς Ἐκκλησίας. Δέν τά δίνει στόν
καθένα πού μέ ἐγωισμο λέει ὅτι μόνος του θά βρεῖ τόν Θεό, ὅπως λένε οἱ προτεστάντες. Ἀρχικά θά
πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά βαπτιστεῖ, νά χριστεῖ καί νά μπεῖ στήν Ἐκκλησία ὡς Ὀρθόδοξος Χριστιανός.
Στή συνέχεια νά προσπαθεῖ νά διαφυλάσσει αὐτήν τήν Χάρη πού τοῦ δόθηκε στό βάπτισμα καί στό
χρίσμα καί νά τήν ἀνανεώνει μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με»
καί μέ τή συνεχῆ μυστηριακή και ἀσκητική ζωή.
Ἡ μυστηριακή ζωή εἶναι ἡ Ἱερά Ἐξομολόγηση καί ἡ Θεία Κοινωνία. Ὁ Χριστιανός λοιπόν
χρειάζεται συχνά νά ἐξομολογεῖται καί νά κοινωνάει, ὄχι μόνο στίς μεγάλες ἑορτές. Ὁ Ἅγιος
Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός λέει ὅτι «ἄν γίνεται καί κάθε μέρα νά ἐξομολογούμαστε, ἄντε μία φορά τήν
ἑβδομάδα, τουλάχιστον μία φορά τόν μήνα».
Ἐπίσης ἡ ἀσκητική ζωή δέν ἀφορᾶ μόνο τούς μοναχούς καί τούς ἀσκητές, ἀλλά καί τούς
7
ἀνθρώπους μέσα στόν κόσμο. Πρέπει νά ζοῦμε παρόμοια μέ τούς μοναχούς. Πρέπει δηλαδή νά
κάνουμε τίς νηστεῖες, πού ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία καί νά τηροῦμε τόν κανόνα τοῦ Πνευματικοῦ.
Μπορεῖ ὁ πνευματικός νά μᾶς βάλει μετάνοιες, νοερά προσευχή μέ τό κομποσκοίνι, ἤ λίγη
ἀγρυπνία. Ὅλα αὐτά εἶναι ἄσκηση. Ἡ μεγαλύτερη ἄσκηση ὅμως ἀπό ὅλες εἶναι ἡ ὑπακοή. Ἡ
ὑπακοή ὑπάρχει καί μέσα στόν κόσμο.
Κάποιοι ἀποροῦν πῶς γίνεται ἐνῶ ζοῦν μέσα στόν κόσμο, εἶναι ἔγγαμοι, ἔχουν οἰκογένεια, νά
κάνουν ὑπακοή. Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ὑπακούετε ἀλλήλοις». Νά ὑπακούει ὁ ἕνας στόν
ἄλλον. Ὁ σύζυγος στήν σύζυγο, ἡ σύζυγος στόν σύζυγο, τά παιδιά στούς γονεῖς καί ὅλοι νά ἔχουμε
ἕναν πνευματικό ὁδηγό, ἕναν ἐξομολόγο καί νά τοῦ κάνουμε ὑπακοή. Αὐτός εἶναι ὁ γιατρός τῆς
ψυχῆς μας. Σήμερα δυστυχῶς οἱ ἄνθρωποι ἀντί νά ἔχουν Πνευματικό, ἔχουν ψυχίατρο καί τά
παιδιά τους ἀντίστοιχα παιδοψυχίατρο καί παιδοψυχολόγο, ἐνῶ εἶναι ἀναγκαῖο ἀπό πέντε ἐτῶν καί
πάνω νά τά πηγαίνουν στόν πνευματικό. Τά παιδιά ἔτσι, ἀντί νά θεραπεύονται γίνονται πιό ἄγρια
καί πιό ἀνυπότακτα. Γιατί; Γιατί δέν μπορεῖ οὔτε ὁ ψυχολόγος, οὔτε ὁ ψυχίατρος νά θεραπεύσουν
τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Μερικοί, οὔτε κάν ξέρουν τί θά πεῖ ψυχή. Ὁ μόνος πού ξέρει τί εἶναι ψυχή
εἶναι ὁ Χριστός, ἀφοῦ Αὐτός τή δημιούργησε καί μᾶς τήν ἔδωσε. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ, οἱ
Ἅγιοι Πατέρες ἀκολουθώντας καί κοινωνώντας μέ τόν Χριστό, ἔχουν τή Θεία φώτιση καί μποροῦν
νά θεραπεύουν ψυχές.
Αὐτά μᾶς ἔχουν διδάξει οἱ Ἅγιοι καί εἶναι γραμμένα στά πατερικά βιβλία. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος γιά παράδειγμα, πολύ μεγάλος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, δίνει σοφές συμβουλές
στούς γονεῖς: Πῶς θά πρέπει νά μεγαλώνουν οἱ γονεῖς τά παιδιά τους. Ἄν ἀκολουθοῦσαν αὐτές τίς
συμβουλές σήμερα, δέ θά εἶχαν κανένα πρόβλημα μέ τά παιδιά τους, οὔτε καί μεταξύ τους τά
ἀνδρόγυνα θά εἶχαν πρόβλημα. Δυστυχῶς ὅμως ἐμεῖς ἀντί νά διαβάζουμε αὐτά τά ψυχωφελῆ
κείμενα, διαβάζουμε τίς σκουπιδομελέτες ἀπό τή Δύση.
Ἔστειλε μία μητέρα ἕνα παιδάκι τριῶν χρονῶν στόν παιδικό σταθμό. Σήμερα μέ πῆρε τηλέφωνο
καί μοῦ εἶπε ὅτι τό παιδί μετά ἀπό δύο μέρες εἶχε μεταμορφωθεῖ σέ ἄλλο παιδί. Ἄρχισε νά χτυπάει
καί νά τρέχει ἀπό δῶ κι ἀπό κεῖ. Ἡ μητέρα ρώτησε τήν νηπιαγωγό τοῦ σταθμοῦ καί τῆς
παρουσίασε τήν συμπεριφορά τοῦ παιδιοῦ, ὡς ἀπολύτως φυσιολογική. Τῆς εἶπε ὅτι τό παιδί ἔτσι
πρέπει νά κάνει, ὥστε νά ἐξωτερικεύσει τόν θυμό του. Τό παιδί ὅμως πρίν πάει στόν σταθμό δέν
εἶχε θυμό! Τόν ἀπέκτησε ἐκεῖ.
Αὐτή ἡ θεωρία πού υἱοθετεῖται σήμερα ὅτι πρέπει οἱ γονεῖς ν’ ἀφήνουν τά παιδιά νά κάνουν ὅ,τι
θέλουν, νά ἐκτονώνονται, εἶναι λάθος ἀγωγή. Ἄν υἱοθετήσουμε αὐτήν τήν ἀγωγή τό παιδί θά
βγάλει ὅλα τά ἄγρια ἔνστικτά του, πού ἔχουμε ὅλοι κληρονομήσει ἀπό τόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα. Τό
θέμα ὅμως δέν εἶναι νά βοηθήσεις τό παιδί νά βγάλει τά ἔνστικτά του, ἀλλά νά τά χαλιναγωγήσει.
Σκοπός εἶναι νά βγάλει τό καλό ἔνστικτο, πού ἄν καί τό πήραμε μέ τό βάπτισμα τό ἔχουμε θάψει
καί δέν τό ἀφήνουμε νά βγεῖ, ἐξαιτίας τῶν παθῶν. Ὁ Ἅγιος Παϊσιος ἔλεγε ὅτι τό ἔχουμε
‘μπαζώσει’. Ὁ ρόλος λοιπόν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά μᾶς βγάλει τά ‘μπάζα’, ὥστε νά φανερωθεῖ τό
καλό, τό Ἅγιο Πνεῦμα πού πήραμε μέ τό βάπτισμα. Αὐτό ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἀσκητική, τήν
μυστηριακή ζωή καί κυρίως μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Ὅσο ὁ ἄνθρωπος παρακαλάει -κυρίως- τόν Χριστό νά τόν ἐλεήσει, τήν Θεοτόκο νά τόν σώσει καί
ἐπικαλεῖται τούς Ἁγίους καί πιό πολύ τόν Ἅγιό του, τότε δημιουργεῖ μία συνεχῆ ἐπικοινωνία μέ τόν
Χριστό. Ἔτσι ἔρχεται μέσα μας ἡ ἐνέργεια τοῦ Χριστοῦ καί πετάει τά μπάζα πού ἔχουν
συσσωρευτεῖ.
Ὅπως, γιά παράδειγμα, ἀνοίγει κάποιος ἕναν δρόμο καί βρίσκει ἕναν βράχο. Γιά νά συνεχιστεῖ τό
ἔργο του, ἀνοίγει μέ ἕνα τρυπάνι μία τρύπα, βάζει ἕναν δυναμίτη καί τινάζει τόν βράχο στόν ἀέρα.
Τό ἴδιο κάνει καί ὁ ἄνθρωπος πού ἐπικαλεῖται συνέχεια τόν Χριστό. Βάζει ἕναν δυναμίτη, κάνει
ἀνατινάξεις μέσα του καί σπάει τά μπάζα. Τότε βγαίνει ἀπό κάτω, αὐτό πού πήραμε μέ τό βάπτισμα
καί τό χρίσμα, δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τότε φανερώνεται ὁ ἄνθρωπος πόσο καλός καί ἅγιος εἶναι.
8
Αὐτή ἡ ἁγιότητα πού τήν βλέπουμε καί στόν Ἅγιο Παΐσιο, στόν Ἅγιο Πορφύριο, σέ αὐτούς τούς
σύγχρονους Ἁγίους, ἦρθε ἀπό τό Ἅγιο Βάπτισμα. Ἀλλά γιατί ἐμεῖς δέν τήν ἔχουμε; Τήν ἔχουμε,
ἀλλά δέν τήν ἔχουμε ἀκόμα φανερώσει. Ἄν φροντίσουμε κι ἐμεῖς νά κάνουμε αὐτές τίς
‘ἀνατινάξεις’, νά ζήσουμε δηλαδή ἀσκητικά καί μυστηριακά, θά φανερωθεῖ καί σέ ἐμᾶς.
–Τί ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος;
«Λένε ὅτι ἐγώ εἶμαι Ἅγιος καί λάμπω. Μπορεῖ νά τούς φαίνεται ὅτι λάμπω, ἀλλά δέν εἶμαι
χρυσάφι. Ξέρετε τί εἶμαι; Εἶμαι ἕνα κονσερβοκούτι». Ἀλλά προσέξτε. Τό κονσερβοκούτι μπορεῖς
νά τό κάνεις νά φαίνεται σάν χρυσάφι, ὅταν τό καθαρίσεις καί τό στρέψεις πρός τόν ἥλιο. Καί
ἔλεγε «κι ἐγώ αὐτό κάνω. Ἁπλῶς φροντίζω τό κονσερβοκούτι μου νά τό καθαρίζω καί νά τό ἔχω
στραμμένο πρός τόν ἥλιο, πού εἶναι ὁ Χριστός». Ἐννοοῦσε ὅτι αὐτό πού ἔκανε ἦταν νά
προσεύχεται καί νά καθαρίζεται μέ τήν ἐξομολόγηση. Ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὅπως καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι
ἐξομολογοῦνταν, γιατί κανένας ἅγιος δέν εἶναι ἀναμάρτητος.
Τό μυστικό εἶναι νά μετανοοῦμε καί νά ἐξομολογούμαστε. Ἔπειτα νά στρέφουμε τό
κονσερβοκούτι μας, τήν ψυχή καί τόν νοῦ μας δηλαδή, στόν Χριστό μέ τήν προσευχή. Ὁπότε θά
λάμπουμε κι ἐμεῖς καί θά ἔχουμε ὅλα αὐτά πού ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τά λέει: ΄καρπό τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος΄.
– Ποιά εἶναι αὐτά τά καλά πού τά ἔχουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ἀλλά κι ἐμεῖς ἄν κάνουμε αὐτήν τήν
προεργασία πού εἴπαμε;
Ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χριστότητα, ἀγαθοσύνη,
πίστη, πραότητα καί ἐγκράτεια (Γαλ. 5,22-23). Ὅλα αὐτά τά καλά πού τά ψάχνουμε καί δέν τά
βρίσκουμε, ὥστε νά ἠρεμήσουμε, νά εἰρηνέψουμε, ν’ ἀπαλλαχτοῦμε ἀπ’ τούς κακούς λογισμούς. Ὁ
κόσμος πηγαίνει στούς ψυχολόγους, ἀνοίγει τήν τηλεόραση, κάνει ταξίδια ἀναψυχῆς καί πάλι ἡ
εἰρήνη δέν ἔρχεται. Αὐτό συμβαίνει γιατί ἡ εἰρήνη εἶναι ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Προκειμένου νά ἔρθει τό Ἅγιο Πνεῦμα πρέπει νά καθαρίσουμε τήν καρδιά μας. Ἄν δέν
καθαρίσουμε τήν καρδιά μας δέν ἔρχεται γιατί ἀποστρέφεται τή βρωμιά.
Δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχεις μέσα στήν καρδιά σου σαρκικές ἐπιθυμίες ἤ ἔχθρα, κακία, μίσος, ζήλια,
φθόνο καί νά ζητᾶς νά ἔρθει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν πρόκειται νά ἔρθει. Ὑπάρχει βαθιά μέσα μας
ἀπό τό Ἅγιο Βάπτισμα, ἀλλά δέν φανερώνεται, εἶναι μπαζωμένο.
–Πῶς θά τό ἐνεργοποιήσουμε;
Μέ τή μετάνοια, μέ τήν κάθαρση. Ἡ κάθαρση εἶναι τό πρῶτο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Μέ τήν
μετάνοια λοιπόν, τήν ἐξομολόγηση μέ τό νά πολεμᾶμε τά πάθη μας, νά χαλιναγωγοῦμε τίς
ἐπιθυμίες, νά ἀπορρίπτουμε ὅσα δέ θέλει ὁ Θεός, ἐνεργοποιοῦμε τό Ἅγιο Πνεῦμα. Πρέπει νά
θέλουμε νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό λέμε καί στήν καθημερινή προσευχή μας
«Γεννηθήτω τό θέλημά σου».
Διαβάζουμε στό Εὐαγγέλιο ὅτι ὅποιος βλέπει τόν ἄλλον πονηρά, ἤδη κάνει στήν καρδιά του
μοιχεία. Αὐτή εἶναι πολύ βαριά ἁμαρτία. Μοιχεία δέν κάνεις μόνο μέ τό σῶμα, ἀλλά καί μέ τά
μάτια ἤ καί μέ τή σκέψη ἀκόμα. Ὁ Θεός λοιπόν δέν τό θέλει αὐτό, γιατί αὐτό μᾶς καταστρέφει.
Τότε ὁ πραγματικός χριστιανός δέ θά θελήσει νά τό κάνει. Ἄν τό ἔχει ἤδη κάνει θά ἐξομολογηθεῖ,
θά μετανοήσει καί δέ θά τό ἐπαναλάβει. Μέ τήν μετάνοια λοιπόν φεύγει ἕνα πάθος. Ἕνας
δαίμονας.
Τά πάθη εἶναι δαίμονες πού δουλεύουν στήν καρδιά μας. Ἄν ἐμεῖς δέν διώξουμε τούς δαίμονες, δέν
θά ἔρθει ὁ Χριστός. Δέν μπορεῖ νά συνυπάρξει ὁ ἐχθρός τοῦ Χριστοῦ μέ τόν Χριστό δίπλα δίπλα.
Πρέπει νά πετάξεις τόν ἐχθρό τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τά πάθη ἀπό πάνω σου, γιά νά φανερωθεῖ ὁ
Χριστός καί νά σοῦ δώσει τήν εἰρήνη καί τή χαρά.
Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο χρειάζεται ἡ κάθαρση, ἡ Ἐκκλησία, ἠ ἐξομολόγηση, ἡ μετάνοια.
9
Τό νά πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία καί νά ὑπακοῦμε σέ ὅσα μᾶς λέει ὁ Πνευματικός μας, δέν εἶναι
κάτι τό τυπικό. Εἶναι πράξη πού μᾶς θεραπεύει.
Ὅταν πᾶς στό νοσοκομεῖο δέν πᾶς τυπικά γιά νά δεῖς τούς γιατρούς καί νά φύγεις. Πηγαίνεις γιά νά
σέ ἐξετάσουν, νά τούς πεῖς κι ἐσύ τί συμπτώματα ἔχεις, νά σέ βάλουν ἐνδεχομένως στά
μηχανήματα καί νά κάνουν τή διάγνωση. Δέ φτάνει ὅμως αὐτό μόνο. Θά πρέπει νά σοῦ ποῦν καί τί
πρέπει νά κάνεις γιά νά θεραπευτεῖ ἡ ἀρρώστια. Ἄν φύγεις πρίν τούς ἀκούσεις δέ θά θεραπευτεῖς.
Θά πρέπει νά ἀκούσεις τίς ὁδηγίες πού θά σοῦ δώσουν. Οὔτε αὐτό ὅμως εἶναι ἀρκετό. Ἀφοῦ
ἀκούσεις τίς ὁδηγίες, θά πρέπει νά ἀκολουθήσεις τήν ἀγωγή, τή θεραπεία. Μάλιστα εἶναι
ἀπαραίτητο νά κάνεις ἐπακριβῶς ὅτι σοῦ δώσουν οἱ γιατροί γιά νά θεραπευτεῖς.
Αὐτό ἀντίστοιχα γίνεται καί στήν Ἐκκλησία. Ἔχουμε τό νοσοκομεῖο πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τούς
γιατρούς πού εἶναι οἱ Πνευματικοί μας καί τά φάρμακα πού δίνει ἡ Ἐκκλησία.
–Ποιά εἶναι τά φάρμακα;
Πρῶτα ἀπ’ ὅλα εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι φάρμακο. Εἶναι κρίμα πού οἱ
ἄνθρωποι δέν τό ἔχουν καταλάβει καί δέν πηγαίνουν στά κηρύγματα, δέ διαβάζουν τόν λόγο τοῦ
Θεοῦ, δέν ἀκοῦν ὁμιλίες. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει δύναμη καί μπαίνοντας στήν ψυχή μας, κάνει τίς
ἀνατινάξεις καί διώχνει τά μπάζα.
Ἀλλιῶς μπήκαμε στήν Ἐκκλησία κι ἀλλιῶς θά βγοῦμε. Κι ἐγώ ἀλλιῶς θά βγῶ. Κι ἐγώ ὠφελοῦμαι
πού σᾶς μιλάω κι ἐγώ θυμίζω στόν ἑαυτό μου αὐτά πού μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός καί βοηθιέμαι. Ὅλοι
βοηθιόμαστε καί ἄν προσέχουμε θά βγοῦμε πιό ἅγιοι ἀπ’ ὅτι ὅταν μπήκαμε καί ἀκόμα πιό ἅγιοι θά
γίνουμε ἄν τά ἐφαρμόσουμε κιόλας. Γιατί εἴπαμε ὅτι αὐτά εἶναι φάρμακα πού τά δίνει μέν ὁ
γιατρός, ἀλλά κι ἐμεῖς πρέπει νά τά δεχτοῦμε.
Πρέπει νά σταματήσουμε τό κακό καί νά κάνουμε τό ἀντίθετο καλό. Ἐάν ὡς τώρα ἔβλεπα
ἀπρόσεχτα καί πονηρά πράγματα, τώρα προσέχω. Βλέπω μόνο τά ἅγια πράγματα. Δέν βλέπω πιά
πονηρά θεάματα, οὔτε τηλεόραση, οὔτε κινητά, οὔτε ἴντερνετ… τίποτε πού θά μοῦ μολύνει τήν
καρδιά καί τήν ψυχή.
Θά πεῖς αὐτό ἀκούγεται δύσκολο.
–Ποιός τό κάνει σήμερα;
Κι ὅμως ἄν ἀγαπήσουμε τόν Χριστό θά δοῦμε ὅτι δέν εἶναι καθόλου δύσκολο. Κι ἄν μποῦμε στήν
διαδικασία νά τό κάνουμε, θά δοῦμε τί χαρά θά μᾶς δώσει ὁ Χριστός καί θά τά μισήσουμε ὅλα
αὐτά, θά τά ἀποστραφοῦμε καί θά ἀποδεσμευθοῦμε ἀπ’ ὅλα αὐτά.
Ἡ Ἐκκλησία λοιπόν εἶναι αὐτό τό νοσοκομεῖο. Ἔχει τούς γιατρούς, ἔχει τά φάρμακα κι ὅποιος
παίρνει τά φάρμακα σωστά, θεραπεύεται.
– Τί θά πεῖ θεραπεύεται;
Θά πεῖ ὅτι ξεπερνάει αὐτήν τήν κακή κληρονομιά, πού πήραμε ἀπό τόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα.
Ξεπερνάει τήν ὑποδούλωση στά πάθη, στίς ἁμαρτίες, στόν διάβολο καί στόν θάνατο. Δέν φοβᾶται
μετά τόν θάνατο, οὔτε τόν διάβολο, οὔτε τά μάγια, οὔτε κάποιον ἄνθρωπο. Φοβᾶται μόνο τόν Θεό.
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι εἶναι γεμάτοι φοβίες. Ξέρετε γιατί;
Ἐπειδή δέν φοβοῦνται τόν Θεό καί φοβοῦνται ὅλα τά ἄλλα. Τό λένε καί οἱ Ἅγιοι. «Θέλεις νά μή
φοβᾶσαι τίποτα; Νά φοβᾶσαι τόν Θεό». Γι’ αὐτό ἡ Ἁγία Γραφή λέει «ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου»
(Παρ. 1,7). Δηλαδή ἡ ἀρχή τῆς ἀληθινῆς σοφίας εἶναι νά φοβᾶσαι τόν Θεό. Μέ ποιά ἔννοια τό λέει;
Ὄχι νά τρέμεις τόν Θεό, νά τόν βλέπεις σάν τιμωρό, ἀλλά νά τόν σέβεσαι, νά Τόν λογαριάζεις καί
νά τηρεῖς τίς ἐντολές Του.
Οἱ ἐντολές δέν εἶναι καταπιεστικές. Οἱ ἐντολές εἶναι οἱ ὁδηγίες χρήσης τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς
μας. Μᾶς ἔφτιαξε ὁ Θεός, μέ ψυχή καί σῶμα, δίνοντάς μας τίς ὁδηγίες χρήσης. Ὅπως ὅταν
10
ἀγοράζεις ἕνα μηχάνημα σοῦ δίνει τίς ὁδηγίες χρήσης ἡ ἑταιρεία πού ἔφτιαξε τό μηχάνημα. Δέν θά
πᾶς νά πάρεις ὁδηγίες ἀπό ἄλλη ἑταιρεία πού φτιάχνει ἄλλου εἴδους μηχανήματα. Εἶναι ἀνόητο
αὐτό. Θά πάρεις τίς ὁδηγίες χρήσης τῆς ἑταιρείας πού ἔφτιαξε τό μηχάνημα, πού ἀγόρασες. Ἄν δέν
τίς διαβάσεις καί δέν τίς τηρήσεις τίς ὁδηγίες, θά τό καταστρέψεις. Παίρνεις γιά παράδειγμα ἕνα
μίξερ. Δέ θά κοιτάξεις νά δεῖς πῶς δουλεύει; Θά διαβάσεις πῶς θά τό συντηρήσεις, πῶς θά τό
λειτουργήσεις, πῶς θά τό πλύνεις. Μπορεῖς νά τό βάλεις κάτω ἀπό τήν βρύση καί νά τό πλύνεις; Θά
τό καταστρέψεις ὁλόκληρο.
Τό ἴδιο συμβαίνει μέ τήν ψυχή καί τό σῶμα μας. Θά πρέπει νά ἀκολουθήσουμε τίς ὁδηγίες χρήσης
πού μᾶς ἔδωσε ὁ κατασκευαστής μας, πού εἶναι ὁ Θεός.
–Ποῦ θά τίς βροῦμε τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστῆ μας;
Μέσα στήν Ἐκκλησία. Τίς ὁδηγίες τίς ἔχουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἀλλά καί ἐμεῖς μποροῦμε νά τίς
βροῦμε. Οἱ ὁδηγίες εἶναι τά ἅγια βιβλία μας. Εἶναι ἕνα βιβλίο πού λέγεται Πηδάλιο. Αὐτό τό βιβλίο
ἔχει μέσα ὅλους τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί σοῦ λέει τί πρέπει νά κάνεις. Αὐτό ὅμως εἶναι πιό
πολύ γιά τούς πνευματικούς.
Ἐμεῖς ὅμως πρέπει νά ἔχουμε ἕναν πνευματικό ὁδηγό, ὁ ὁποῖος θά εἶναι τό ζωντανό βιβλίο μας.
Αὐτόν θά τόν συμβουλευόμαστε γιά νά μᾶς ἀποκαλύπτει κάθε στιγμή ὅ,τι ἔρχεται ἀπό τόν Θεό,
ἀπό τόν διάβολο ἤ ἀπό τόν ἑαυτό μας καί μέ διάκριση νά μᾶς βοηθάει στήν ἀντιμετώπιση
διαφόρων καταστάσεων. Αὐτός θά μᾶς καθοδηγεῖ οὕτως ὥστε νά μή ζημιώσουμε, οὔτε νά
καταστρέψουμε τό σῶμα καί τήν ψυχή μας.
Ἀλλά προσέξτε, ὑπάρχουν καί κακές ὁδηγίες.
Σήμερα πάλι εἶδα στό βιβλίο τῶν Θρησκευτικῶν τῆς Γ’ Λυκείου, πώς γράφει ὄτι ‘οι προγαμιαῖες
σχέσεις πού κάνουν οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι παντρεμένοι, μπορεῖ νά εἶναι καί καλές. Γιατί
ἄν ὑπάρχει πιστότητα καί ἀφοῦ εἶναι μοναδικά τά δύο πρόσωπα, αὐτό δέν εἶναι πορνεία’. Ἄν εἶναι
δυνατόν!
–Τί εἶναι τότε; Κάθε σχέση ἔξω ἀπό τόν γάμο εἶναι πορνεία.
Κι ὅμως, βλέπετε, αὐτά τά διδάσκουν στά παιδιά μας στό βιβλίο τῶν Θρησκευτικῶν. Μά θά πεῖς
πῶς μπῆκαν αὐτά; Κάποιος τά πέρασε ὕπουλα. Δέν εἴμαστε ὅμως κι ἐμεῖς προσεκτικοί. Αὐτά τά
πράγματα τά γράφουν τά βιβλία ἐδῶ καί 15 χρόνια. Σκεφτεῖτε τί ζημιά ἔχει γίνει στά παιδιά.
Σήμερα ἔχουμε ἕνα σωρό προγαμιαῖες σχέσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι ὅ,τι χειρότερο, γιά νά πετύχει ὁ
γάμος.
–Γιατί σήμερα νομίζετε ὅτι ὅλοι χωρίζουν;
Διότι ἀκριβῶς ἔχουν κάνει προγαμιαῖες σχέσεις καί ἔμαθαν νά ζοῦν ἀπρόσεκτα πρίν τόν γάμο.
Ἕνας πού ἔμαθε πρίν τόν γάμο νά κοιτάζει ἐδῶ κι ἐκεῖ, μετά τόν γάμο δέν θά κάνει τό ἴδιο; Τό ἴδιο
θά κάνει. Μπορεῖ νά σταθεῖ ἔτσι ὁ γάμος, χωρίς πιστότητα; Δέν μπορεῖ. Νά γιατί ὑπάρχουν τά
διαζύγια σήμερα.
Γι’ αὐτό πρέπει νά προσέχουμε ποιούς θά ἔχουμε πνευματικούς ὁδηγούς, ἀλλά καί ποιές ὁδηγίες θά
ἀκολουθοῦμε. Θά πρέπει οἱ ὁδηγίες νά εἶναι σύμφωνες μέ τό Εὐαγγέλιο. Θέλει πολλή προσοχή καί
διάκριση. Δέ θά πᾶμε στόν πρῶτο τυχόντα. Ὅπως καί στό νοσοκομεῖο δέν πηγαίνεις στόν πρῶτο
πού φοράει ἄσπρη μπλούζα νά τοῦ παραδώσεις τόν ἑαυτό σου. Πρῶτα θά ρωτήσεις ἄν εἶναι καλός
γιατρός, πόσους ἔχει θεραπεύσει, θ’ ἀναζητήσεις τόν καλό γιατρό. Ἔτσι πρέπει νά ἀναζητήσεις καί
τόν καλό πνευματικό. Ὑπάρχουν καί καλοί πνευματικοί. Δέν ἔχει ἀφήσει ὁ Θεός τήν Ἐκκλησία του
ἔτσι. Εἶναι λίγοι, ἀλλά ὑπάρχουν.
Ὑπάρχει λοιπόν ἡ Ἐκκλησία πού εἶναι τό νοσοκομεῖο τῶν ψυχῶν μας, ὑπάρχουν οἱ γιατροί καί τά
φάρμακα. Ὅμως ἐναπόκειται σέ μᾶς ἀρχικά νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία. Πρέπει δηλαδή πρῶτα νά
μποῦμε στή διαδικασία, νά παραδεχτοῦμε ὅτι εἴμαστε ἀσθενεῖς.
11
Ἕνας μεγάλος θεολόγος, ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης ἔλεγε ὅτι ὅλοι εἴμαστε ψυχοπαθεῖς. Μέ ποιά
ἔννοια; Ὄχι τήν ψυχιατρική, ἀλλά μέ τήν πνευματική ἔννοια. Ἔχουμε πάθη ψυχῆς, ἀρρώστια στήν
ψυχή μας, πού ὅπως εἴπαμε τήν κληρονομήσαμε ἀπό τόν Ἀδάμ καί τήν Εὕα. Μέ τή βάφτισή μας
παύει αὐτή ἡ ἀρρώστια πρός καιρόν. Ὅμως μέ τήν κακή ἀγωγή πού ὑφιστάμεθα – γιατί καί οἱ
γονεῖς μας δέν ξέρουν πῶς νά μᾶς μεγαλώσουν, ἀφοῦ κι αὐτοί δέν διαβάζουν τά κείμενα τῶν
πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί δέν ἀκολουθοῦν κι αὐτοί σωστή πνευματική πορεία – ἀνακαινίζουμε
μέσα μας τά πάθη καί τήν ἁμαρτία.
Ἕνα παιδί ἀπό μικρό μαθαίνει νά βρίζει, νά εἶναι θυμῶδες, νά ἀγαπάει τά χρήματα… Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι
τά μαθαίνουμε τά παιδιά ἔτσι. Λένε γιά παράδειγμα «τό χρύσωσες τό μωρό;». Ἀπό τό μαιευτήριο
ἀκόμα τούς δίνουν χρυσή λίρα. Γιατί νά τό χρυσώσεις τό μωρό; Γιατί λένε πρέπει νά μάθει νά
ἀγαπάει τόν χρυσό.
–Ὁ Χριστός λέει ν’ ἀγαπᾶμε τό χρυσό (τά χρήματα);
Ὅχι, λέει, νά μισήσουμε τόν χρυσό. Ὅλα τά κάνουμε ἀνάποδα. Ἀπό τήν πρώτη στιγμή κιόλας.
Ἰσχυρίζονται βέβαια κάποιοι ὅτι τό μωρό δέν καταλαβαίνει. Ὅμως τό μωρό καταλαβαίνει ἀπό τήν
ἐπιδοκιμασία πού βλέπει στό πρόσωπό σου, ὅτι κι ἐσύ ἀγαπᾶς τόν χρυσό. Ὁπότε τοῦ μεταδίδεις τό
βασικό πάθος, πού λέγεται φιλαργυρία ἀπό πολύ νωρίς. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι ἡ ρίζα ὅλων
τῶν κακῶν εἶναι ἡ φιλαργυρία (Α΄Τιμ. 6,10). Σήμερα οἱ πόλεμοι γίνονται ἐξαιτίας τῆς φιλαργυρίας.
Τό χρῆμα κυβερνάει καί μᾶς σπρώχνει στούς ἀλληλοσκοτωμούς. Ἄν οἱ ἄνθρωποι εἶχαν
ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν φιλαργυρία, ἡ ζωή μας θά ἦταν παραδεισένια.
Οἱ πρῶτοι χριστιανοί -πού ἦταν πραγματικά χριστιανοί- δέν εἶχαν δικά τους χρήματα, ὅλα ἦταν
κοινά. Ὅταν κάποιος ἤθελε νά βαφτιστεῖ, ἔπαιρνε τήν περιουσία του καί τήν πήγαινε στούς
Ἀποστόλους. Ὅπως τώρα κάποιος πού ἀποφασίζει νά γίνει μοναχός, δέν μπορεῖ νά ἔχει δικά του
χρήματα καί πηγαίνει τήν περιουσία του στό μοναστήρι. Ἔτσι ζοῦσαν ὅλοι οἱ χριστιανοί. Εἶχαν
κοινοκτημοσύνη καί γι’ αὐτό δέν ὑπῆρχε φτωχός ἀνάμεσά τους. Ὅ,τι ἔλειπε ἀπό κάποιον, οἱ
Ἀπόστολοι τό ἔδιναν ἀπό τό κοινό ταμεῖο πού εἶχαν. Αὐτό κράτησε διακόσια χρόνια στήν
Ἐκκλησία. Δέν κράτησε λίγο. Μετά ὅμως ἐπειδή μπῆκε τό κοσμικό πνεῦμα, ἄρχισαν καί οἱ
χριστιανοί νά ζοῦν μέ περιουσία καί ὁ καθένας διέθετε τή δική του. Οἱ καλοί χριστιανοί τότε, δέν
μποροῦσαν νά ζήσουν ἐκεῖ καί πῆγαν νά μείνουν στήν ἔρημο. Ἔτσι ἔγιναν τά πρῶτα μοναστήρια.
Ὡς ἀντίδραση στό κοσμικό πνεῦμα πού μπῆκε στήν Ἐκκλησία καί δυστυχῶς συνεχίζεται καί στίς
μέρες μας.
Ἄν ἐμεῖς τηρήσουμε ὁλοκληρωτικά τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἴσως κάποια στιγμή ξαναγυρίσουμε
στά τότε δεδομένα. Αὐτό ὅμως εἶναι πολύ δύσκολο γιατί ἔχουμε ἀλλοτριωθεῖ πολύ μέσα μας. Αὐτά
ὅλα φαίνονται ἀκατόρθωτα. Ἀκόμη καί σέ μία οἰκογένεια οἱ δύο σύζυγοι ἔχουν ξεχωριστό ταμεῖο!
Δέν ἔχουμε καταλάβει ὅτι ἡ οἰκογένεια εἶναι ἕνα μικρό μοναστηράκι, πού οἱ δύο σύζυγοι κάνουν
ὑπακοή ὁ ἕνας στόν ἄλλον κι ἔτσι καθαρίζονται ἀπό τά πάθη τους, ξεμπαζώνουν ὅπως λέει ὁ Ἅγιος
Παΐσιος. Ἔτσι ἡ οἰκογένεια γίνεται μία μικρή Ἐκκλησία. Ὅμως ἐμεῖς οὔτε στήν οἰκογένεια
κάνουμε αὐτά πού λέει ὁ κατασκευαστής μας.
Ὁ κατασκευαστής μᾶς ἔχει δώσει ὁδηγίες καί γιά τήν οἰκογένεια. Γιά παράδειγμα διαβάζουμε τόν
Ἀπόστολο Παῦλο σέ κάθε γάμο, πού λέει «ἡ γυνή ἵνα φοβῆται τὸν ἄνδρα» (Εφεσ. 5,33). Μερικές
γυναῖκες ἀκούγοντας αὐτό πατᾶνε τό πόδι τοῦ ἄνδρα. Αὐτό εἶναι γελοῖο, ἀλλά καί βλάσφημο. Εἶναι
σάν νά λένε πώς ὁ Θεός κάνει λάθος πού τό λέει αὐτό. Ὁ φόβος σημαίνει σεβασμός. Ἔπειτα λέει
«ὑπακούεται ἀλλήλοις». Δηλαδή καί ὁ ἄνδρας πρέπει νά κάνει ὑπακοή στήν γυναίκα. Ὁ ἄνδρας
κάνει τό πιό δύσκολο, πρέπει ἀνεξάρτητα ἀπό τό ἄν ἡ γυναίκα του εἶναι καλή ἤ ὄχι, νά τήν
ἀγαπάει. Αὐτή ἡ ἐντολή πού δόθηκε στόν ἄνδρα εἶναι πιό δύσκολη. Ἄν ὅμως καί ἡ γυναίκα
βοηθήσει μέ τήν ὑπακοή της, ὁ ἄνδρας πιό εὔκολα θά τήν ἀγαπάει.
Ἄν ὅλα αὐτά τά τηρούσαμε, θά ζούσαμε πολύ ὡραῖα. Ὅμως ἐμεῖς ἔχουμε αὐτήν τήν κακοδαιμονία
στή ζωή μας γιατί δέν τηροῦμε τίς ὁδηγίες τοῦ κατασκευαστῆ μας, οὔτε κάν τίς γνωρίζουμε. Δέ
12
μπαίνουμε κἄν στη διαδικασία νά τίς μάθουμε. Γίνεται, γιά παράδειγμα τώρα στό χωριό σας μιά
ὁμιλία καί δέν ἦρθαν πολλοί. Φυσικά δέν μποροῦμε νά τούς ἀναγκάσουμε νά ἔρθουν, ἀφοῦ ὁ
Χριστός μας εἶπε, ὅποιος θέλει νά τόν ἀκολουθήσει. Ἀκόμα καί ἄν ἕνας εἶναι αὐτός πού θά ἔρθει,
τό κήρυγμα θά γίνει, θά ἀκουστεῖ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀγαποῦσε πάρα πολύ τό κήρυγμα, γιατί αὐτό εἶναι ὁ λόγος τοῦ
Θεοῦ, τό φάρμακο γιά τήν ψυχή. Καί τότε ὅμως ὑπῆρχαν ἀδιάφοροι ἄνθρωποι. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης
ἦταν ὁ τέλειος ἱεροκήρυκας, ἔκανε τό πιό τέλειο κήρυγμα. Κι ὅμως μία μέρα ἦταν ἄδεια ἡ
Ἐκκλησία. Ἐκεῖνος ὅμως βγῆκε νά κάνει κήρυγμα. Τότε ὁ νεωκόρος τοῦ εἶπε ὅτι δέν ὑπάρχει
κανείς στήν Ἐκκλησία. Ἐκεῖνος ὅμως εἶδε μία γυναίκα πίσω ἀπό τήν κολόνα. Ἔκανε λοιπόν
κήρυγμα γιά μία γυναίκα, ἡ ὁποία ἦταν καί κωφή. Κι ὅμως ἔκανε κήρυγμα γι’ αὐτήν, γιατί ἤξερε ὁ
Ἅγιος ὅτι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει δύναμη καί θεραπεύει τήν ψυχή. Γι’ αὐτό πρέπει νά πηγαίνουμε
στά κηρύγματα, γιατί θεραπεύεται ἡ ψυχή μας. Ἕνα λοιπόν φάρμακο εἶναι αὐτό, τό μεγαλύτερο
φάρμακο μαζί μέ τήν Θεία Κοινωνία. Αὐτά εἶναι τά μεγαλύτερα φάρμακα πού ὑπάρχουν καί εἶναι
κρίμα νά μήν τά παίρνουμε. Αὐτά τά φάρμακα ὑπάρχουν κατεξοχήν στή Θεία Λειτουργία, γι’ αὐτό
εἶναι ἀπαραίτητο νά μήν τήν χάνουμε. Εἶναι ἀχαριστία ἀπό τίς 168 ὧρες πού ἔχει ἡ ἑβδομάδα νά μή
βρίσκουμε μία ὥρα τήν ἑβδομάδα, γιά νά ποῦμε ἕνα εὐχαριστῶ στόν Θεό.
Στή Θεία Λειτουργία στήν ἀρχή ἔχουμε κήρυγμα. Ἀκοῦμε τόν Ἀπόστολο καί μετά τό Εὐαγγέλιο.
Μᾶς μιλάει ὁ Χριστός μέσα ἀπό τό Εὐαγγέλιο. Μετά ὁ ἱερέας ἐξηγεῖ τό Εὐαγγέλιο. Τό πρῶτο
μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας δηλαδή εἶναι προσφορά τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τό πρῶτο φάρμακο.
Ἀφοῦ ἀκούσουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί ἡ ψυχή μας εὐφρανθεῖ καί μπεῖ στή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί
προετοιμαστεῖ κατάλληλα, μετά πᾶμε στή Θυσία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, στή Θεία Λειτουργία. Στό
τέλος μᾶς δίνει ὁ Χριστός τό δεύτερο φάρμακο, πού εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του. Εἶναι κρίμα νά
μήν κοινωνοῦμε.
Ἐπικρατεῖ μιά ἀντίληψη ὅτι δέν πρέπει νά κοινωνοῦμε συχνά. Αὐτό ἀποτελεῖ βλασφημία νά τό
πεῖς. Ἴσα-ἴσα πού πρέπει νά κοινωνᾶμε πολύ τακτικά γιατί ὑπάρχει κανόνας τῆς Ἐκκλησίας. Στούς
πρώτους – σωστούς Χριστιανούς ὑπῆρχε ἡ τάξη, ἄν κάποιος δέν κοινωνοῦσε, νά δώσει λόγο στόν
Ἱερέα καί νά πεῖ γιατί δέν κοινώνησε. Ἄν ὁ λόγος δέν ἦταν εὔλογος (πχ τεμπελιά), ἔπαιρνε ἐπιτίμιο.
Τό ἐπιτίμιο δέν εἶναι τιμωρία. Ἕνα φάρμακο εἶναι γιά νά μπορέσει νά μετανοήσει καί νά
κοινωνήσει. Σήμερα ἰσχύει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Ἄν κάποιος κοινωνάει τακτικά, τόν κοιτοῦν
κάποιοι περίεργα. Κι ὅμως αὐτό εἶναι τό σωστό. Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει «τί πιό καλό τόν Χριστό
πού εἶναι ἡ ζωή, νά τόν παίρνεις μέσα σου, ὅσο πιό συχνά γίνεται». Ὁ διάβολος τά ἔχει διαστρέψει
τά πράγματα στίς συνειδήσεις μερικῶν, οἱ ὁποῖοι δέν εἶναι πραγματικοί χριστιανοί.
Ἦταν μία γυναίκα στήν Αἴγυπτο καί κάποιος τήν ἐπιθύμησε, ἐνῶ ἦταν παντρεμένη. Θέλοντας νά
ἱκανοποιήσει τήν ἐπιθυμία του, πῆγε σ’ ἕνα μάγο. Αὐτός ἔκανε μάγια, δηλαδή ἔστειλε δαιμόνια.
Τότε ἡ γυναίκα μεταμορφώθηκε σέ ἄλογο, σέ φοράδα. Αὐτό τό ἔκανε γιά νά μήν τή θέλει πιά ὁ
ἄνδρας της. Ὁ ἄνδρας της ὡστόσο, πού τήν ἀγαποῦσε πραγματικά, τήν πῆγε στούς Ἅγιους Πατέρες
στήν ἔρημο. Τότε στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου ζοῦσε ὁ Ἅγιος Μακάριος. Τήν πῆγε λοιπόν ἐκεῖ. Ὅταν
οἱ μαθητές τοῦ Ἁγίου εἶδαν τόν ἄνδρα μέ τό ἄλογο, τόν ρώτησαν πού πάει. Ἐκεῖνος ἀπάντησε ὅτι
πηγαίνει στόν γέροντα. Τότε οἱ μαθητές ἀπόρησαν γιατί ἔχει μαζί του τό ἄλογο. Ὁ ἄνδρας τούς
ἐξήγησε πώς εἶναι ἡ γυναίκα του κι ἐκεῖνοι τόν πέρασαν γιά τρελό. Τόν ὁδήγησαν λοιπόν στόν
Ἅγιο Μακάριο καί τοῦ μετέφεραν τά λόγια τοῦ ἄνδρα. Ὁ Ἅγιος τῆς ἔριξε ἁγιασμό, ἔφυγαν οἱ
δαίμονες καί ἔγινε πάλι γυναίκα. Τότε ὁ Ἅγιος τῆς ἀποκάλυψε πώς αὐτό τό ἔπαθε γιατί εἶχε νά
κοινωνήσει πέντε ἑβδομάδες καί γι’ αὐτό ἔπιασαν τά μάγια.
–Πιάνουν τά μάγια; ρωτᾶνε μερικοί.
Βέβαια πιάνουν ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἐξομολογεῖται καί δέν κοινωνάει. Ὅταν ὅμως κάποιος
ἐξομολογεῖται καί κοινωνάει δέν πιάνουν.
–Πόσο λοιπόν ἀντέχει ὁ ἄνθρωπος χωρίς Θεία κοινωνία;
13
Πέντε ἑβδομάδες δέν ἀντέχει. Ὅπως συμβαίνει μέ τό σῶμα. Ὁ ἄνθρωπος ἀντέχει χωρίς φαγητό, τό
πολύ 35-40 μέρες, μετά τελειώνει. Τό ἴδιο γίνεται καί στήν ψυχή μας. Τό φάρμακο καί ἡ τροφή τῆς
ψυχῆς εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία.
Ἡ συμμετοχή μας βέβαια στή Θεία Κοινωνία δέ μπορεῖ νά εἶναι ἀπροϋπόθετη. Τίς προϋποθέσεις
καί τή συχνότητα θά μᾶς τά πεῖ ὁ πνευματικός μας. Ἐμεῖς ὅμως θά πρέπει νά φροντίζουμε νά
ἀκολουθοῦμε τίς ὁδηγίες του, ὥστε νά μᾶς δίνει τήν ἄδεια νά κοινωνοῦμε. Νά θέσουμε ὥς στόχο
τήν ἀποφυγή τῶν ἁμαρτιῶν πού θά μᾶς στερήσουν τήν Θεία Κοινωνία. Ὑπάρχουν τέτοιες ἁμαρτίες
(π.χ. σαρκικές, ἔχθρα, μίσος, μνησικακία καί ἄλλες). Μέ αὐτόν τόν τρόπο φτάνουμε στή θεραπεία.
Θά κάνουμε τήν κάθαρση καί σιγά σιγά θά προχωρήσουμε καί στόν φωτισμό. Ἄν θέλει ὁ Θεός θά
φτάσουμε ἀκόμα καί στήν θέωση, στό ψηλότερο σκαλοπάτι ἀπό ὅλα. Τουλάχιστον ὅμως, ὅπως
λένε οἱ Ἅγιοι, πρέπει νά φτάσουμε στόν φωτισμό.
–Πῶς καταλαβαίνει κάποιος ἄν ἔφτασε στόν φωτισμό;
Ὅταν ἀκούει μέσα του τήν προσευχή πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι
ὑπάρχει μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα καί κράζει, φωνάζει «ἀββᾶ ὁ πατήρ» (Γαλ. 4,6). Ἐμεῖς δέν
ἀκοῦμε τό Ἅγιο Πνεῦμα γιατί δέν ἔχουμε βγάλει τά μπάζα ἀπό μέσα μας. Ὅταν τά βγάλουμε θά Τό
ἀκούσουμε καί θά πρέπει νά κάνουμε κι ἐμεῖς αὐτήν τή προσευχή. Τότε ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σέ
καλή πορεία, στόν φωτισμό. Ἀπό ἐκεῖ μπορεῖ νά φτάσει ἀκόμα καί στή θέωση, ὅπου ὁ Θεός τόν
παίρνει καί τοῦ δείχνει τό Ἄκτιστο Φῶς, ὅπως τό εἶδαν οἱ Ἀπόστολοι πάνω στό ὅρος Θαβώρ στήν
Μεταμόρφωση. Ἐκεῖ ἦταν ἡ θέωση τῶν Ἀποστόλων, εἶδαν τόν Χριστό μέσα στό Ἄκτιστο Φῶς,
ἀλλά καί οἱ ἴδιοι ἦταν μέσα στό Φῶς. Αὐτή εἶναι πολύ ψηλή κατάσταση. Ἐμεῖς τουλάχιστον νά
ἀγωνιστοῦμε νά καθαριστοῦμε ἀπό τά πάθη πού ἔχουμε μέσα μας.
Αὐτή ἡ θεραπεία καί ἡ μέθοδος (κάθαρση, φωτισμός, θέωση), τό ξεμπάζωμα δηλαδή μέ τή
μετάνοια, τήν προσευχή, ὅλα αὐτά διασώθηκαν στήν Ἐκκλησία, κυρίως ἀπό τά μοναστήρια. Οἱ
μοναχοί καί οἱ μοναχές προσπαθοῦν καί ζοῦν αὐτήν τήν θεραπευτική μέθοδο πού ἔχει μέσα ὡς
πυλῶνες τήν ὑπακοή, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν ἄσκηση καί τά μυστήρια. Αὐτά εἶναι τά
βασικά.
–Ἐμεῖς στόν κόσμο μποροῦμε νά κάνουμε αὐτά τά πράγματα;
Μποροῦμε καί πρέπει. Θά μοῦ πεῖτε:
–Πάτερ καλόγερους θά μᾶς κάνετε;
Μακάρι!
Δέ χρειάζεται νά φορᾶτε ράσα. Ἀρκεῖ ἡ ζωή μας νά εἶναι ἡσυχαστική. Νά κόψει κανείς τά περιττά,
νά βάλει μέσα στήν ψυχή τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί νά μήν περισπᾶται ἀπό τίς πολλές μέριμνες
καί τά πολλά πράγματα. Σέ αὐτό βοηθάει ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ φτώχεια, τά λίγα πράγματα, ἡ ἁπλή
ζωή. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὅτι ἀκόμα καί ἕνα σφουγγαράκι νά ἔχεις, εἶναι μέριμνα. Σκέφτεσαι
ποῦ θά τό βάλεις, ποῦ θά τό κρεμάσεις. Ἀκόμα κι αὐτό μπελάς εἶναι. Σήμερα ἔχουμε γεμίσει τά
σπίτια μας μέ πράγματα καί τό μυαλό μας μέ λογισμούς. Ἔτσι δέν μπορεῖ νά ἡσυχάσει καί ὁ νοῦς
μας μέ τόσες μέριμνες. Πρέπει λοιπόν νά ἀρχίσουμε ἀπό αὐτά, νά βροῦμε πνευματικό ὁδηγό, νά
κάνουμε ὅσα λέει ἡ Ἐκκλησία μας κι ἔτσι σταδιακά θεραπευόμαστε.
Οἱ ἐχθροί τῆς πίστεως, οἱ αἱρετικοί, πολεμᾶνε τά μοναστήρια.
Τό 1821 ὅταν ὑποτίθεται ὅτι ἐλευθερωθήκαμε -ψευτοελευθερωθήκαμε δηλαδή- οὐσιαστικά
σκλαβωθήκαμε στούς Εὐρωπαίους. Αὐτή ἡ σκλαβιά συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Καί σήμερα
σκλάβοι εἴμαστε. Αὐτοί ὅταν ἦρθαν στήν Ἑλλάδα, χτύπησαν τά μοναστήρια. Στήν Τουρκοκρατία
ὑπῆρχαν ἑξακόσια μοναστήρια, τά ὁποῖα δέν τά εἶχαν πειράξει οἱ Τοῦρκοι καί τά ἔκλεισαν αὐτοί,
οἱ Βαυαροί, οἱ Γερμανοί, ὁ Ὄθωνας. Φταῖμε ὅμως ἐμεῖς πού τούς τό ἐπιτρέψαμε, πού τούς βάλαμε
μέσα. Κάποιοι νεοέλληνες, διαφωτιστές (διασκοτιστές πιό σωστά), μέ τρεῖς νόμους ἔκλεισαν
14
τετρακόσια μοναστήρια. Αὐτό τό ἔκαναν γιατί ἤξεραν πολύ καλά ὅτι τά μοναστήρια διασώζουν τήν
θεραπευτική μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας (κάθαρση, φωτισμό, θέωση).
Ἕνας πού θεραπεύεται καί φτάνει στόν φωτισμό, δέν φοβᾶται τίποτα, οὔτε τήν ἐξουσία. Αὐτό
βέβαια δέ σημαίνει ὅτι εἶναι ἀναρχικός, ἀλλά ὅτι φοβᾶται μόνο τόν Θεό. Δέ φοβᾶται οὔτε κἄν τόν
θάνατο. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει λόγο, γνώμη καί μπορεῖ νά γίνει ἡγέτης. Ἕνα ἀπολυταρχικό
κράτος πού θέλει μόνο εἵλωτες, δούλους νά κάνουν τίς δουλειές του, δέν θέλει τέτοια πρόσωπα,
πού νά ἔχουν γνώμη, νά θέλουν τήν ἀληθινή δημοκρατία. Τέτοιες ἀληθινές προσωπικότητες
φτιάχνει μόνο ἡ Ἐκκλησία, πού ἐφαρμόζει αὐτήν τή μέθοδο. Ἔτσι ἐπειδή ἤξεραν ὅτι αὐτή ἡ
μέθοδος ὑπάρχει στά μοναστήρια, τά ἔκλεισαν, γιατί δέν ἤθελαν πραγματικά ἐλεύθερους
ἀνθρώπους, ἀλλά ὑποταγμένους.
Σήμερα ἔχετε ἀκούσει γιά τή νέα τάξη πραγμάτων, τήν παγκοσμιοποίηση, πού θέλουν ὅλους νά μᾶς
κάνουν ἕναν πολτό, μία μάζα. Γι’ αὐτό μας ἔφεραν καί τούς λαθρομετανάστες. Θέλουν νά χάσουμε
τήν ἐθνική μας ὑπόσταση καί τήν παράδοσή μας πού σχεδόν τήν ξεπουλήσαμε ἤδη. Ἔτσι, χωρίς
πολιτισμό, θρησκεία, πίστη, ἱστορία καί ἔχοντας γίνει μία μάζα, στοχεύουν νά δεχτοῦμε ὅ,τι μᾶς
ποῦν καί τελικός σκοπός εἶναι ὁ ἀντίχριστος, τό χάραγμα. Νά μᾶς ἔχουν ἀπόλυτα ἐλεγχόμενους μέ
τήν ὑποστήριξη τῶν ὑπολογιστῶν. Σ’ αὐτό εἶναι ἐμπόδιο ἡ Ἐκκλησία, ὁ μοναχισμός καί ἡ
θεραπεία, πού ἀναφέραμε. Ἕνας ἐλεύθερος ἄνθρωπος πού ἀκολούθησε τή θεραπεία, θά ἀπορρίψει
τό χάραγμα καί θά προτιμήσει χίλιες φορές νά πεθάνει ἀπό τήν πείνα. Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία φτιάχνει
τέτοιους ἐλεύθερους ἀνθρώπους, πού δέν δέχονται ὅ,τι τούς ἐπιβάλλουν, γι’ αὐτό τήν πολεμοῦν.
Αὐτός ὁ πόλεμος συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Ὑπάρχουν καί σήμερα ἄνθρωποι πού φέρονται κατά
τῶν παπάδων καί τῆς Ἐκκλησίας. Πίσω ἀπό αὐτά ὑπάρχει τό προτεστάντικο πνεῦμα, τό πνεῦμα
τῶν ἐχθρῶν της Ἐκκλησίας, πού εἰσέβαλε μέ τήν λεγόμενη ‘ἀπελευθέρωση’. Μακάρι νά δώσει ὁ
Θεός νά γίνει ἀληθινή ἐλευθέρωση! Ἀλλά αὐτή ἄν ἔλθει, θά ἔλθει μόνο διά μέσω τῆς Ἐκκλησίας.
Γι’ αὐτό εἶναι σημαντικό νά ἀκοῦτε ὁμιλίες, ἄς εἶστε καί λίγοι. Ἄν ἐσεῖς κάνετε αὐτά πού λέμε, θά
βοηθήσετε κατόπιν κι ἄλλους.
Εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό πού γίνεται στήν Ἐκκλησία. Ὅταν κάποιος θεραπευτεῖ, ξεμπαζώσει καί
φανερωθεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα πού ἔχει μέσα του μέ τό Βάπτισμα, αὐτός μπορεῖ στή συνέχεια νά
βοηθήσει καί ἄλλους ἀνθρώπους. Γίνεται γιατρός καί τῶν ἄλλων, γιατί ὁ ἴδιος γνωρίζοντας τήν
διαδικασία τῆς θεραπείας, μπορεῖ νά τή δείξει καί σέ ἄλλους. Δέν ἔχει σημασία ἄν δέν εἶναι
κάποιος παπάς ἤ μοναχός. Κατ’ ἀρχήν θά βοηθήσει τήν οἰκογένειά του. Θά τούς δείξει τόν τρόπο
πού θά βροῦνε τή χαρά. Σήμερα δέν ὑπάρχει χαρά, ἀλλά κατήφεια καί κατάθλιψη γιατί δέν ἔχουμε
θεραπεία, ἀλλά ἀρρώστια. Ὁ διάβολος καί τά πάθη ἀρρωσταίνουν τήν ψυχή καί παθαίνει
κατάθλιψη. Οἱ ἐπιστήμονες εἰκάζουν ὅτι τό 2020 ἡ κατάθλιψη θά εἶναι ἡ δεύτερη αἰτία θανάτου
στούς ἀνθρώπους. Τόσο αὐξημένα εἶναι τά ποσοστά, γιατί δέν ψάχνουμε νά βροῦμε τόν Χριστό,
ἀλλά προσπαθοῦμε νά ἠρεμήσουμε μέ τά χάπια. Μά δέν ἠρεμεῖ ἡ ψυχή πού εἶναι πνευματική μέ τά
χάπια, ἀλλά μέ τόν Χριστό, τόν Θεό.
ΑΠΟΡΙΕΣ
– Εἴπατε στήν ἀρχή γιά ἕνα ἀνάκτορο…καί ἐμεῖς τί κάναμε; Τό γκρεμίσαμε; Ὑπάρχει θεραπεία γι’
αὐτό;
– Τό ἀνάκτορο δέν τό γκρεμίσαμε, ἀλλά προσπαθοῦμε νά τό γκρεμίσουμε. Ἄν θέλετε νά
ἑστιάσουμε σ’ αὐτό, στό οἰκολογικό πρόβλημα, οἱ καταστροφές πού κάνουμε στόν πλανήτη καί
ὅλες οἱ προφητεῖες τῶν ἐπιστημόνων, ὅτι δῆθεν σέ πενήντα χρόνια θά καταστραφοῦν τά πάντα,
τελικά δέ βγαίνουνε, γιατί ἀπό ἀγάπη παρεμβαίνει ὁ Θεός. Ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά καταστρέψουμε
τό περιβάλλον (καῖμε τά δάση, κάνουμε πυρηνικές δοκιμές κτλ), ὅμως ὁ Θεός παρεμβαίνει καί μᾶς
γλυτώνει. Τό λέει καί ἡ Ἁγία Γραφή ὅτι ὁ Θεός «ἐστερέωσε τὴν οἰκουμένην, ἥτις οὐ
σαλευθήσεται» (Ψαλ. 92,1).
15
–Πότε θά καταστραφεῖ, ἤ μᾶλλον θά ἀνακαινισθεῖ ἡ γῆ;
–Ὅταν τό θελήσει ὁ Θεός μέ τή Δευτέρα Παρουσία. Ὅμως ὁ Θεός μᾶς ἔχει παραχωρήσει αὐτήν
τήν ἐλευθερία καί δυστυχῶς κάνουμε συνέχεια καταστροφές. Ἡ πατρίδα μας εἶναι πολύ
εὐλογημένη, γι’ αὐτό λέω στά νέα παιδιά νά μήν φεύγουν. Εἶναι καλύτερα νά περάσουμε φτωχικά,
εἶναι καλύτερα. Γιατί ἐδῶ εἶναι θαμμένοι οἱ ἅγιοί μας. Κανείς δέν μπορεῖ νά μᾶς πειράξει γιατί μᾶς
προστατεύουν οἱ Ἅγιοί μας, οἱ πραγματικοί ὀρθόδοξοι.
Σημασία ἔχει ἐμεῖς νά ζήσουμε μέ μετάνοια. Σήμερα ἰσχύει αὐτό πού ἔγινε στά Σόδομα καί τά
Γόμορρα. Ὁ Θεός πρίν τά καταστρέψει πῆγε στόν Ἀβραάμ πού ἔμενε λίγο πιό πάνω ἀπό τήν
κοιλάδα ἐκείνη, στή Χεβρώνα. Ὁ Ἀβραάμ ἦταν φίλος του Θεοῦ, γιατί ἦταν πιστός, Τόν
ἐμπιστευόταν τόν Θεό. Παρόλο πού ὁ Θεός εἶχε ὑποσχεθεῖ στόν Ἀβραάμ ὅτι θά ἀποκτήσει πολλούς
ἀπογόνους, μία μέρα τοῦ ζήτησε νά σφάξει τό μοναδικό παιδί πού εἶχε καί ἐκεῖνος ἀμέσως δέχτηκε.
Δέ σκέφτηκε ὅτι τόν ἐξαπάτησε ὁ Θεός, ὅτι τοῦ ἔδωσε ἕνα παιδί καί τοῦ ζήτησε νά τό σφάξει.
Ἔδειξε ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί ὁ Θεός στούς φίλους του, ἀποκαλύπτει τά μυστικά Του.
Ἔτσι ἀποκάλυψε στόν Ἀβραάμ ὅτι θά καταστρέψει τά Σόδομα καί τά Γόμορρα. Ὁ Ἀβραάμ τότε
τόν ρώτησε ἄν θά τά κατέστρεφε, ἄν ὑπῆρχαν 50 καλοί ἄνθρωποι. Ὁ Θεός εἶπε ὅτι ἄν ὑπάρχουν 50
καλοί ἄνθρωποι, δέν θά τά κατέστρεφε. Ὁ Ἀβραάμ τόλμησε νά Τόν ξαναρωτήσει τό ἴδιο ἄν οἱ
δίκαιοι ἦταν 45,40,35,30,20. Ἀκόμα κι ἄν ὑπῆρχαν μόνο 10 καλοί ἄνθρωποι, δέ θά κατέστρεφε ὁ
Θεός αὐτές τίς 5 πόλεις (ἐμεῖς ξέρουμε τίς 2 ἀλλά ἦταν 5). Ἀλλά δέν ὑπῆρχαν οὔτε 10! Ἄν ὑπῆρχαν
10 καλοί ἄνθρωποι, θά ἔσωζαν χιλιάδες. Τόσο μεγάλη ἀξία ἔχουν οἱ Ἅγιοι! Πόσο μεγάλη ἀξία ἔχει
τό νά μετανοήσουμε ἐμεῖς! Ποτέ βέβαια δέν θά μετανοήσουμε ὅλοι οἱ Ἕλληνες, ἀλλά κάποιοι
μποροῦν νά μετανοήσουν καί μέ τόν τρόπο αὐτό νά βοηθήσουν ὅλη τήν Ἑλλάδα.
Οἱ ἁμαρτίες φέρνουν τήν καταστροφή. Ὁ Θεός δέν μᾶς ἐκδικεῖται, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ ἁμαρτία ἔχει μέσα
της τήν καταστροφή καί τόν θάνατο. Ἄν λοιπόν ὑπάρχει καλή ‘μαγιά’, ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος
Παΐσιος, καί ὑπάρχει ἀκόμα δόξα τῷ Θεῶ, αὐτή θά σώσει τήν Ἑλλάδα. Δέν πρέπει ἑπομένως νά
ὑποχωρήσουμε, οὔτε νά συνθηκολογήσουμε μέ τό κακό καί τήν ἁμαρτία κι ἄς μᾶς κοροϊδεύουν.
Δέν πειράζει. Οἱ πρῶτοι πού θά μᾶς κοροϊδέψουν εἶναι οἱ συγγενεῖς μας. Ἐμᾶς ὅμως δέν πρέπει νά
μᾶς ἐνοχλεῖ γιατί ἐμεῖς εἴμαστε τοῦ Χριστοῦ καί θά τό κάνουμε αὐτό γιά τόν Χριστό, ἀλλά καί γι’
αὐτούς πού μᾶς κοροϊδεύουν, γιατί τούς ἀγαπᾶμε καί αὐτούς. Αὐτό ἄλλωστε μᾶς ζητάει καί ὁ
Χριστός μας, νά ἀγαπᾶμε ἀκόμα καί τούς ἐχθρούς μας. Ἔτσι σώζεται ἡ Ἑλλάδα καί δέν
καταστρέφεται τό ‘ἀνάκτορο’. Οὔτε ἡ γῆ θά καταστραφεῖ, παρά μόνο ὅταν θέλει ὁ Θεός, θά
ἀνακαινιστεῖ.
Ἐμεῖς ὅμως οἱ ἄνθρωποι μπορεῖ νά χαθοῦμε ἄν δέν ζήσουμε σωστά. Ἔτσι χάθηκαν καί κάποιες
ἐκκλησίες στή Μικρά Ἀσία. Ἔτσι ἀκοῦμε ὅτι ὑπάρχει γιά παράδειγμα ἐπίσκοπος Ἐφέσου ἤ
Σμύρνης, ἀλλά δέν ἔχει κανένα ποίμνιο, δέν ἔχει λαό, δέν ἔχει χριστιανούς, ἀφοῦ ὅλοι ἐκεῖ εἶναι
μουσουλμάνοι.
–Γιατί χάθηκαν αὐτές οἱ Ἐκκλησίες, ἐνῶ ὑπῆρχαν;
Παλιά ὑπῆρχαν πολλοί χριστιανοί στή Μικρά Ἀσία. Χάθηκαν ὅμως λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἄν
δέν προσέξουμε λοιπόν, ἔτσι μπορεῖ νά χαθοῦμε κι ἐμεῖς. Ἡ Ἐκκλησία κάπου στήν ὑφήλιο, στή γῆ
θά ὑπάρχει πάντα. Τό εἶπε ὁ Χριστός: «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18). Τήν
Ἐκκλησία δηλαδή, ὁ Ἅδης δέν μπορεῖ νά τήν πειράξει. Ἄν ὅμως ἐμεῖς μιά τοπική Ἐκκλησία, ὅπως
ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας δέν προσέξουμε καί κοσμικοποιηθοῦμε, ἐκκοσμικευθοῦμε -αὐτός εἶναι ὁ
μεγάλος κίνδυνος- τό νά κάνουμε κοσμικά πράγματα μέσα στήν Ἐκκλησία, θά χαθοῦμε κι ἐμεῖς.
Ἤδη ἔχουν ἀρχίσει νά κάνουν διάφορες κοσμικές ἐκδηλώσεις στήν Ἐκκλησία μας (συναυλίες,
γλέντια), φοβερά πράγματα. Αὐτά ὅλα εἶναι ἀλλοτρίωση. Ὅπως ἐπίσης ἡ κοσμική ζωή τῶν
λεγόμενων χριστιανῶν, οἰ αἱρέσεις, ὁ οἰκουμενισμός, κ.α. Οἱ χριστιανοί καί οἱ χριστιανές γιά
παράδειγμα δέν προσέχουν καί δέν ντύνονται σωστά. Αὐτά εἶναι κοσμικότητα καί μπαίνει μέσα
στήν Ἐκκλησία. Εἶναι ὁ πιό μεγάλος ἐχθρός.
16
–Ἔχουμε τόσες αἱρέσεις ἐδῶ στήν Ἑλλάδα, κανένας ὅμως δέν βρίζει τούς δικούς τους «ἱερεῖς»,
ὅσο βρίζουν τούς ἱερεῖς τους οἱ ὀρθόδοξοι. Τί ἔχετε νά πεῖτε γι’ αὐτό;
–Οἱ αἱρέσεις ὅλες, ἀκόμη καί ἄν λέγονται χριστιανικές, ὑπηρετοῦν τόν διάβολο. Εἶναι τοῦ
διαβόλου, ὁπότε αὐτούς δέν τούς πειράζει. Ἐμᾶς πειράζει τούς Ὀρθόδοξους, πού ἔχουμε τό Φῶς,
τήν Ἀλήθεια. Ἔτσι βάζει τούς Ὀρθόδοξους νά βρίζουν τούς ἱερεῖς τους, γιά νά μή γίνεται τό ἔργο
τοῦ Θεοῦ. Γι΄ αὐτό καί ἔχουμε στήν Ἐκκλησία μας τόση ἀταξία. Μᾶς πειράζει πολύ ὁ πονηρός καί
πρέπει νά προσέχουμε.
Κάποτε ἕνας ἄνθρωπος ἔψαχνε νά βρεῖ ποιά εἶναι ἡ σωστή πίστη. Πῆγε στούς προτεστάντες καί
εἶδε ἐκεῖ τάξη, ἡσυχία, τραγουδάκια.. Τό ἴδιο εἶδε καί στούς παπικούς, ἠρεμία, ἁρμόνια,
συναισθηματισμούς.. Ὅταν πῆγε στούς Ὀρθοδόξους εἶδε ἀταξία, φασαρία καί φωνές. Τότε ρώτησε
πότε φτιάχτηκε ἡ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων καί τοῦ ἀπάντησαν 2000 χρόνια πρίν. Ξαναρώτησε
πότε φτιάχτηκε ἡ Ἐκκλησία τῶν προτεσταντῶν καί τοῦ εἶπαν, ἐδῶ καί 500 χρόνια. Τέλος ρώτησε
τούς παπικούς καί τοῦ ἀπάντησαν ὅτι ἡ Ἐκκλησία τους φτιάχτηκε ἐδῶ καί 1000 χρόνια. Τότε
ἀπόρησε πῶς γίνεται ἡ Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων νά φτιάχτηκε ἐδῶ καί 2000 χρόνια καί νά μήν
ἔχει διαλυθεῖ μέ ὅλη αὐτή τήν τόση ἀταξία πού ἐπικρατεῖ. Ὁδηγήθηκε λοιπόν στό συμπέρασμα πώς
αὐτή εἶναι ἡ σωστή πίστη διότι ὁ Θεός φυλάει τήν Ἐκκλησία Του, γι’ αὐτό δέν διαλύθηκε.
Νά σᾶς πῶ καί ἕνα ἄλλο ἀνέκδοτο, ἀλλά γεγονός. Ὅταν εἶχε ἐπικρατήσει ὁ κομμουνισμός στή
Ρωσία, ὁ Ρῶσος ἡγέτης ἀπειλοῦσε τόν Πατριάρχη ὅτι θά διαλύσει τήν Ἐκκλησία μας καί ὅτι θά
κάνει τούς πάντες ἄθεους. Ὁ Πατριάρχης τοῦ εἶπε «Μάταια κουράζεσαι. Ἐμεῖς προσπαθοῦμε νά
τήν διαλύσουμε ἐδῶ καί τόσα χρόνια καί δέν διαλύεται». Γιατί ἔχουμε τόν Χριστό μέσα μας.
Τό κοσμικό πνεῦμα δυστυχῶς ἔχει μπεῖ καί μέσα στούς ἱερεῖς. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει καί θά
ὑπάρχει. Ἀπλῶς δέν πρέπει νά ἐπαναπαυόμαστε, ἀλλά νά μετέχουμε σέ αὐτήν τήν σωτηρία ὁ
καθένας προσωπικά. Γιατί μπορεῖ νά ὑπάρχει Ἐκκλησία, ἀλλά νά πᾶμε στήν κόλαση ἄν δέν
προσπαθήσουμε. Πρέπει νά φροντίσουμε νά εἴμαστε ‘σωστά’ μέσα στήν Ἐκκλησία γιά νά πᾶμε
στόν Παράδεισο, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἤ πιό σωστά ἀπό τώρα νά ζοῦμε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ
γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Στήν ἀρχή τῆς Θείας Λειτουργίας λέμε «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος». Ὅταν μπαίνουμε λοιπόν στήν Ἐκκλησία, μπαίνουμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ,
στόν Παράδεισο καί πρέπει νά ζοῦμε τόν Παράδεισο. Γι’ αὐτό, ὅσο μποροῦμε πιό συχνά, ἀκόμα
καί καθημερινές νά πηγαίνουμε στή Θεία Λειτουργία, γιά νά ζοῦμε τή Βασιλεία, τόν Παράδεισο.
Νά πάρουμε εὐλογία ἀπό τόν Πνευματικό μας νά κοινωνοῦμε τακτικά. Νά ζοῦμε τόν Χριστό πολύ
βαθιά μέσα μας. Τότε δέ θά ἔχουμε οὔτε κατάθλιψη, οὔτε ψυχολογικά, γιατί θά ἔχουμε μέσα μας τό
φῶς τοῦ Θεοῦ καί αὐτό θά διώξει τούς δαίμονες. Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε ὅτι τά ‘ψυχολογικά’
προβλήματα εἶναι πνευματικά. Πίσω ἀπό τά λεγόμενα ‘ψυχολογικά’ προβλήματα κρύβονται
δαιμόνια, πού δέν φεύγουν μέ χάπια, ἀλλά μόνο μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
–Γιά νά εἶναι κάποιος Χριστιανός ἀντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες γιατί δέχεται πολλούς
πολέμους. Ἄν κάποιος πάει νά κοινωνήσει δύο φορές μέσα σέ δύο ἐβδομάδες, δέχεται ἄπειρα πυρά
ἀπό τούς οἰκείους του. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος παρόλο πού ἔχει κάνει ἀγώνα ἐσωτερικό καί ἐξωτερικό
ἀκόμα καί μετά τήν Θεία Κοινωνία δέν ἠρεμεῖ. Τί πρέπει νά κάνει; Πῶς θά μπορέσει νά ἔχει τήν
ψυχή καί τό σῶμα τοῦ στραμμένα στόν Θεό, νά ἔχει καλή καρτερία καί ὑπομονή στόν δύσκολο
αὐτόν ἀγώνα;
–Ὁ Χριστός μας μᾶς τό εἶπε : «ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε · ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν
κόσμον» (Ιω. 16,33). Ζοῦμε μέσα στόν κόσμο.
Ὅταν λέμε ‘κόσμος’ τί ἐννοοῦμε;
Ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος λέει ὅτι γιά τήν Ἁγία Γραφή ὁ κόσμος εἶναι τρία πράγματα: «ἡ
ἐπιθυμία τῆς σαρκός, ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου». Οὐσιαστικά εἶναι τά
17
τρία βασικά πάθη: ἡ φιληδονία, ἡ φιλοδοξία καί ἡ φιλαργυρία, πού κυβερνοῦν τόν κόσμο. Ἄν τό
προσέξετε λίγο θά δεῖτε ὅτι οἱ ἄνθρωποι κυβερνῶνται ἀπό τήν γαστριμαργία (τά σαρκικά πάθη, τήν
κοιλιά), ἀπό τά λεφτά (τήν φιλαργυρία) καί ἀπό τήν κενοδοξία (τί θά πεῖ ὁ κόσμος, ἡ μόδα,
ἐπιθυμία νά ἀρέσουμε, ἐξωτερική περιποίηση τοῦ σώματος, προσπάθειες νά ἐντυπωσιάσουμε κτλ).
Ὁ Χριστός εἶπε ὅτι ζοῦμε μέσα σέ αὐτά. Ὄχι ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε αὐτά τά πάθη, ἀλλά οἱ γύρω μας.
Ὅταν λοιπόν μᾶς δοῦν ὅτι πᾶμε νά ξεφύγουμε, ἀντιδροῦν καί μᾶς διεκδικοῦν. Πέφτουν ὅλοι πάνω
μας νά μᾶς φᾶνε, δήθεν ἀπό ἀγάπη. Ὁταν γυρνοῦσες ξημερώματα ἀπό τά νυχτερινά κέντρα, δέ σοῦ
λέγανε τίποτα καί τώρα φοβοῦνται ‘μήν κρυώσεις στήν ἀγρυπνία’! Ὁ σκοπός εἶναι νά μήν
θεραπευτοῦμε. Ἀπό πίσω φυσικά κρύβεται ὁ διάβολος, γιατί εἴπαμε ὅτι τά πάθη εἶναι ὁ διάβολος.
Ὅταν λοιπόν βλέπει ὅτι κάποιος πάει νά τοῦ ξεφύγει, ξεσηκώνει τά ὄργανά του, τούς ἄλλους
ἀνθρώπους, ἀκόμα καί τούς οἰκείους μας. Ὁ Χριστός μας, μᾶς τά εἶπε ὅλα. Μᾶς εἶπε: «ἐχθροί τοῦ
ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοί αὐτοῦ» (Ματθ. 10,36). Οἱ πρῶτοι ἐχθροί μας θά εἶναι οἱ ἄνθρωποι τοῦ
σπιτιοῦ μας, οἱ ὁποῖοι θά μᾶς πολεμήσουν. Θέλει γιά παράδειγμα ἡ σύζυγος νά ἐξομολογηθεῖ καί
τήν πολεμᾶ ὁ σύζυγος. Μπορεῖ φυσικά νά συμβεῖ καί τό ἀνάποδο.
Οἱ γυναίκες σήμερα ἔχουν ‘προοδεύσει’ πολύ. Πόσο ἔχουμε ἀλλοτριωθεῖ! Ἡ γυναίκα εἶναι τό
ἀσθενές σκεύος καί – παρενθετικά – νά ἀναφέρουμε ὅτι ἡ νέα τάξη πραγμάτων προωθεῖ γυναίκες
στά μεγάλα ἀξιώματα γιατί τίς ἔχει πιό εὐκολα ὑποχείρια καί εἶναι καί πολύ σκληρές.
Εἶπε ὁ Χριστός μας λοιπόν ὅτι θά ἔχουμε θλίψεις. Δέν μᾶς ἔταξε ἀνέσεις καί καλοπέραση. Μᾶς
ἀποκάλυψε ὅτι οἱ ἐχθροί μας θά εἶναι οἱ οἰκιακοί μας. Εἶπε καί κάτι ἀκόμη φοβερό: «ἔσεσθε
μισούμενοι ὑπὸ πάντων» (Ματθ. 24,9). Θά μᾶς μισήσουν ὅλοι γιατί δέν ταιριάζει ἡ ζωή μας μέ τήν
δική τους. Δέν πρέπει να μᾶς κάνει ἐντύπωση, πρέπει νά εἴμαστε προετοιμασμένοι. Γιά νά εἴμαστε
προετοιμασμένοι πρέπει νά τά ξέρουμε καί γιά νά τά ξέρουμε πρέπει νά διαβάζουμε τό Εὐαγγέλιο,
τήν Ἁγία Γραφή.
–Εἶναι χριστιανός αὐτός πού δέν ἔχει διαβάσει Ἁγία Γραφή;
Κάθε μέρα πρέπει νά διαβάζουμε τήν Ἁγία Γραφή, ὅπως κάθε μέρα τρῶμε φαγητό. Ἡ Ἁγία Γραφή
εἶναι τροφή, εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Νά ἔχουμε τόν Πνευματικό μας, μυστηριακή ζωή καί νά
εἴμαστε λίγο ἔξυπνοι! Ὁ Χριστός εἶπε ἄν μᾶς σκανδαλίζει τό ἕνα μάτι μας, νά τό βγάλουμε, γιατί
εἶναι καλύτερα νά πᾶμε στόν παράδεισο μέ ἕνα μάτι, παρά καί μέ τά δύο στήν κόλαση. Μέ αὐτό
φυσικά δέν ἐννοεῖ νά βγάλουμε τό μάτι μας, ἀλλά νά κόψουμε κάθε σχέση μέ ἄνθρωπο πού εἶναι
σάν τό μάτι μας καί μᾶς σκανδαλίζει. Πρέπει νά κόψουμε τίς σχέσεις μας, ἀκόμη καί ἄν εἶναι πολύ
κοντινός. Δέν πρέπει νά τόν μισήσουμε, δέν πρέπει νά πάψουμε νά τόν ἀγαπᾶμε, ἀφοῦ ὅλους
πρέπει νά τούς ἀγαπᾶμε. Ὅμως δέν πρέπει νά ἔχουμε σχέσεις μέ τέτοιους ἀνθρώπους κοσμικούς,
πού ζοῦν μέσα στήν ἁμαρτία καί θά μᾶς ἐμπαίζουν πού πᾶμε στήν Ἐκκλησία. Θά μᾶς
συμβουλεύουν νά πᾶμε στήν πορνεία, στά μπάρ, στόν τζόγο, σέ ὅλα τά ἁμαρτωλά. Ὅταν ἐμεῖς δέν
πᾶμε θά μᾶς ἐμπαίξουν καί θά μᾶς εἰρωνευτοῦν.
–Ὅποτε γιατί νά κάνουμε παρέα μέ τέτοιους ἀνθρώπους;
Ἄν κόψουμε τίς σχέσεις μας, θά προστατευτοῦμε, ἀλλά ὄχι ἀπόλυτα καί πάλι. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός
μᾶς εἶπε ὅτι εἴμαστε «ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. 10,16), ἀλλά «Μή φοβοῦ τό μικρόν
ποίμνιον» (Λουκ. 12, 32). Νά μήν φοβᾶσαι τό μικρό κοπαδάκι, πού εἴμαστε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί.
Δέν πρέπει νά φοβόμαστε γιατί ἔχουμε τόν ποιμένα μας, τόν Χριστό μας. Αὐτά πρέπει νά
σκεφτόμαστε γιά νά ἔχουμε θάρρος.
Ἐπιτέλους, ἄν ὁ Θεός θέλει νά πεθάνουμε, ἄς πεθάνουμε. Ὁ Χριστιανός δέν φοβᾶται τόν θάνατο.
Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ἦταν συνεχῶς ὑπό διωγμό, ἀνά πάσα στιγμή. Σήμερα εἴμαστε μιά χαρά ἐδῶ
στήν Ἑλλάδα. Μποροῦμε νά πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία, νά ἀνάβουμε τά κεράκια μας, νά κάνουμε
τίς προσευχές μας στό σπίτι. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ἀνά τόν κόσμο πού δέν ἔχουν αὐτήν τήν
εὐκαιρία. Στήν Ρωσία πρίν λίγα χρόνια δέν μποροῦσαν οἱ ἄνθρωποι, οἱ Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι νά
πᾶνε στήν Ἐκκλησία καί νά προσευχηθοῦν.
18
Νά δοξάζουμε τόν Θεό καί νά ἀποκτήσουμε μαρτυρικό φρόνημα, γιατί ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ εἶναι
ὄντως ζωή μαρτυρική, ζωή θλίψεως ὄχι ζωή ἀνέσεως. Ἡ ἄνεση εἶναι μετά θάνατον, στήν ἄλλη ζωή.
Μέσα μας ζοῦμε ἀπό τώρα τόν παράδεισο, ἀλλά ἀπ’ ἔξω ἔχουμε θλίψεις ἀπό τούς γύρω μας, τούς
ἀντίχριστους, πού μᾶς πολεμᾶνε. Θά ἔχουμε πάντα θλίψεις. Αὐτό δέν εἶναι πρόβλημα γιά τόν
ἀληθινό Χριστιανό. Δέν τόν πειράζει, μάλλον χαίρεται γιατί ἀξιώνεται νά πάθει κάτι γιά τόν
Χριστό.
–Ὁ Χριστός τόσα τράβηξε γιά ἐμᾶς, νά μήν κάνουμε καί ἐμεῖς κάτι;
Νά μήν τόν μιμηθοῦμε κι ἐμεῖς λίγο; Ὅσο περισσότερα τραβήξουμε γιά τόν Χριστό ἐδῶ, τόση
μεγαλύτερη δόξα θά μᾶς δώσει ὁ Χριστός.
Οἱ μεγαλύτεροι Ἅγιοι, εἶναι οἱ Μάρτυρες, πού δῶσαν τό αἷμα τους γιά τόν Χριστό. Ἐπειδή
σταμάτησαν οἱ διωγμοί, οἱ Πατέρες ἐφηύραν τό λεγόμενο ‘ἀναίμακτο μαρτύριο’, πού εἶναι ἡ
ὑπακοή, πού κάνουν στά μοναστήρια καί κόβουν τό θέλημά τους. Αὐτό κοστίζει στόν ἄνθρωπο. Νά
κόψει τό θέλημά του καί νά κάνει ὑπακοή σέ ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο. Αὐτό μπορεῖ νά φαίνεται
δύσκολο στήν ἀρχή, ἀλλά εἶναι τό ὡραιότερο πράγμα, ὅταν τό μάθεις. Αὐτό θεραπεύει τήν ψυχή
τοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτό τό ἀναίμακτο μαρτύριο μπορεῖτε νά τό ζεῖτε κι ἐσεῖς μέσα στήν οἰκογένεια. Ὅταν κόβει ὁ
ἕνας τό θέλημά του στόν ἄλλον, ὁ σύζυγος στήν σύζυγο ἤ ἡ σύζυγος στόν σύζυγο. Αὐτό φαίνεται
πολύ δύσκολο, ἀλλά εἶναι πολύ ἀπελευθερωτικό, πολύ θεραπευτικό γιατί μετά μαθαίνεις νά κάνεις
καί ὑπακοή στόν Θεό. Ὁ Θεός μᾶς λέει νά μήν θέλουμε τίποτα. Στό Πάτερ ἠμῶν λέμε «γενηθήτω
τό θέλημά σου». Στήν πράξη ὅμως στεναχωριόμαστε ὅταν μᾶς δίνει ὁ Θεός κάτι. Διότι στήν
πραγματικότητα δέν θέλουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ζητᾶμε νά μήν τό ἐπιτρέψει τελικά. Ὁμως
ἔτσι δείχνουμε ὅτι δέν Τόν ἐμπιστευόμαστε.
–Ξέρουμε ἐμεῖς καλύτερα ἀπό τόν Θεό ποιό εἶναι τό καλύτερο;
Ἔλεγε μία Γερόντισσα «πολλές φορές ἤ σχεδόν πάντα, παίρνουμε μία κόλλα χαρτί καί γράφουμε
πάνω ὅλα τά θέλω μας. Τότε τήν δίνουμε στόν Θεό καί τοῦ λέμε νά ὑπογράψει ὅλα ὅσα θέλουμε».
Αὐτό εἶναι τό λάθος μας. Γι’ αὐτό ὁ Θεός πολύ σωστά πράττει καί δέν μᾶς τά ὑπογράφει, γιατί
αὐτά πού ζητᾶμε εἶναι καταστροφικά. Ἐμεῖς μετά θυμώνουμε καί λέμε ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι καλός.
Τό σωστό ὅμως εἶναι νά πάρουμε μία κόλλα ἄδεια, νά βάλουμε ἐμεῖς τήν ὑπογραφή μας καί νά τή
δώσουμε στόν Θεό, λέγοντάς του νά τήν πάρει καί νά γράψει ὅ,τι θέλει. Νά ἀποδεχθοῦμε ἐκ τῶν
προτέρων ὅ,τι θελήσει ὁ Θεός νά μᾶς δώσει, ἀρρώστια, ἀναπηρία, εἰρωνία, θάνατο, δυσκολία,
ὁτιδήποτε. Αὐτός εἶναι ὁ σωστός Χριστιανός. Ἄν ζοῦμε ἔτσι μετά δέν θά φοβόμαστε τίποτα.
–Οἱ αἱρετικοί δέν ἔχουν ἱερεῖς..
Ἡ Ἱερωσύνη εἶναι μυστήριο καί πηγάζει ἀπό τόν Θεό. Ὅταν δέν ἔχει σωστή δόξα γιά τόν Χριστό
(αὐτό σημαίνει αἱρετικός), δέν ἔχει Ἐκκλησία, οὔτε καί μυστήρια. Γι’ αὐτό ἕνας παπικός ὅταν
ἔρχεται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, πρέπει νά βαφτίζεται ὁλόκληρος, νά μπαίνει ὁλόκληρος μέσα
στήν κολυμβήθρα. Τώρα βέβαια κατ’ οἰκονομία, τοῦ κάνουμε μόνο Χρίσμα. Σέ καμιά περίπτωση
ὅμως δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι αὐτός εἶναι βαφτισμένος, γιατί ἡ παπική δέν εἶναι Ἐκκλησία,
εἶναι μία αἵρεση. Τό ἴδιο ἴσχύει μέ τούς προτεστάντες καί τίς ὑπόλοιπες αἱρέσεις.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
19
Μετάνοια καί ἐξομολόγηση
Εὐχαριστῶ τόν Πανάγιο Κύριο, πού μέ ἀξιώνει νά εἶμαι πάλι κοντά σας,τόν δικό σας
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη κ. Γεώργιο καί τόν δικό μας κ. Ἰωήλ γιά τήν εὐλογία πού μᾶς δίνουν
καί παρακαλῶ καί ὅλους ἐσᾶς νά εὐχηθεῖτε, ὥστε καί αὐτή ἡ συνάντηση νά εἶναι πρός δόξαν τοῦ
Ἁγίου μας Τριαδικοῦ Θεοῦ καί πρός μία μικρή βοήθεια ἐνόψει τῆς σημαντικότατης αὐτῆς
περιόδου, πού ἀνοίγεται μπροστά μας καί λέγεται Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ἡ ὁποία-ὅπως ὅλοι
γνωρίζουμε-εἶναι ἡ κατεξοχήν περίοδος τῆς μετανοίας.
«Μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα», ψάλλουμε στήν Ἐκκλησία μας. Παρακαλοῦμε δηλαδή
τόν Κύριο νά μᾶς ἀνοίξει τίς πύλες τῆς μετάνοιας, πού σημαίνει ὅτι μόνοι μας δέν μποροῦμε νά
ἔχουμε καί νά δείξουμε πραγματική μετάνοια. Οὔτε κἄν μποροῦμε νά περάσουμε τίς πύλες, ἄν δέν
μᾶς τίς ἀνοίξει ὁ Κύριος. Ἕνας μεγάλος ἅγιος, ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος, παρακαλεῖ καί λέει: «δῶσ’
μοι Κύριε μετάνοιαν ὁλόκληρον», ὁλοκληρωμένη μετάνοια «καί καρδίαν ἐπίπονον εἰς ἀναζήτησίν
σου».
Θά ποῦμε λοιπόν, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, λίγα λόγια γιά τό τί εἶναι μετάνοια. Ἄν καί πιστεύω ὅτι
γνωρίζετε τί θά πεῖ μετάνοια, ἀφοῦ ἔχετε χρόνια καλλιεργηθεῖ ἀπό τούς ἁγίους σας Πνευματικούς
πατέρες, πού ἔχετε ἐδῶ στή Μητρόπολη. Ὡστόσο, θά ποῦμε κάποια ἀπό αὐτά πού λένε οἱ Ἅγιοι καί
στή συνέχεια θεωρῶ σκόπιμο νά ἀναφερθοῦμε σέ κάποια πιό ἐπίκαιρα πού προβληματίζουν, ὅπως
τό θέμα πνευματικοῦ καί ψυχιάτρου. Κάποιοι σήμερα ἀντί νά ἐξομολογοῦνται, πηγαίνουν καί
κάνουν ψυχανάλυση καί συμβουλεύονται ψυχολόγους καί ψυχιάτρους καί ὄχι πνευματικούς.
Θεραπεύεται ἄραγε ἡ ψυχή μέσα ἀπ’ αὐτά; Εἶναι σύγχρονα ἐρωτήματα πού κάποιοι δυστυχῶς δέν
δίνουν τίς σωστές ἀπαντήσεις. Θά δοῦμε τί ἀπαντοῦν σ’ αὐτά οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι, ὅπως ὁ ἅγιος
Παΐσιος καί ὁ ἅγιος Πορφύριος.Στό τέλος θά ποῦμε καί λίγα γιά τό πῶς ἐπιλέγουμε τόν Πνευματικό
μας. Ἕνα τεράστιο θέμα, τό ὁποῖο χρειάζεται ἰδιαίτερη προσοχή κι ὅμως δέν ἀκούγεται ὅσο πρέπει.
Ὅπως κανείς ἐπιλέγει τόν σωστό γιατρό καί δέν πάει στόν πρῶτο τυχόντα πού φοράει ἄσπρη
μπλούζα, ἔτσι πρέπει νά προσέξει πολύ καί στήν ἐπιλογή τοῦ Πνευματικοῦ του πατέρα. Γιατί μέ
τόν Πνευματικό πατέρα θά πᾶμε μαζί στόν Παράδεισο καί ἀλλοίμονο ἄν ὁ ἴδιος δέν μᾶς δείξει τόν
σωστό δρόμο.
Λέει λοιπόν ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος:
– Τί σημαίνει μετάνοια;
Καί ἀπαντάει: «Μετάνοια σημαίνει ἀνανέωσις τοῦ βαπτίσματος, συμφωνία μέ τόν Θεό γιά νέα ζωή.
Μετανοῶν σημαίνει ἀγοραστής τῆς ταπεινώσεως. Μετάνοια σημαίνει μόνιμος ἀποκλεισμός κάθε
σωματικῆς παρηγορίας. Μετάνοια σημαίνει σκέψη αὐτοκατακρίσεως, ἀμεριμνησία γιά ὅλα τά ἄλλα
καί μέριμνα γιά τήν σωτηρία τοῦ ἑαυτοῦ μας. Μετάνοια σημαίνει θυγατέρα τῆς ἐλπίδος καί
ἀποκήρυξις τῆς ἀπελπισίας. Μετανοῶν σημαίνει κατάδικος ἀπηλλαγμένος ἀπό αἰσχύνη».
Ἀξίζει λίγο νά τά ἀναλύσουμε αὐτά ἕνα-ἕνα ὥστε νά κατανοήσουμε τί σημαίνει μετάνοια. Τό
πρῶτο, εἶναι ἀνανέωση, λέει, τοῦ βαπτίσματος. Μά θά ρωτήσει κάποιος:
– Χρειάζεται ἀνανέωση τό Βάπτισμά μας; Δέν ἰσχύει;
Ἐφόσον ὅλοι εἴμαστε βαφτισμένοι δέν ἔχουμε ἐνεργό τό Βάπτισμα; Δυστυχῶς, δέν τό ἔχουμε
ἐνεργό ὅλοι. Τί σημαίνει νά ἔχουμε ἐνεργό τό Βάπτισμα; Σημαίνει νά ἐνεργεῖ μέσα μας τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Θά πεῖτε δέν ἐνεργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα; Ἄν ἐνεργοῦσε τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά εἴχαμε φανερό
καί τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
– Ποιός εἶναι ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
Τό λέει ὁ Ἁπόστολος Παῦλος (Γαλ. 5,22). Ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι πρῶτον χαρά.
20
Δηλαδή θά ἔπρεπε νά εἴχαμε ὅλοι χαρά καί ὄχι μιά χαρά πού κρατάει ἕνα, δύο, πέντε δευτερόλεπτα
ἤ ἕνα λεπτό καί μετά τή χάνουμε, ἀλλά μία μόνιμη χαρά, πού δέν τή χάνεις ποτέ. Ἀκόμα κι ἄν σέ
πιέζανε τά ΕΝΦΙΑ καί τό ΔΝΤ καί τό ὅτι δέν ἔχεις ἐργασία καί τό ὅτι τό παιδί σου δέν πάει καλά,
δέν θά χάναμε ποτέ τή χαρά μας.
Μετά λέει ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος ἐστιν ἀγάπη. Κι αὐτή ἡ ἀγάπη πάλι δέν χάνεται ποτέ. Δέν
παύεις ποτέ ν’ ἀγαπᾶς, ἀκόμα κι αὐτόν πού δέν σ’ ἀγαπάει, ἀκόμα κι αὐτόν πού σ’ ἐχθρεύεται.
Ἐπίσης ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος ἔχει μέσα τήν εἰρήνη. Δέν χάνεις ποτέ τήν εἰρήνη. Συνεπῶς
συμπεραίνουμε ἀπό αὐτά -γιά νά μήν προχωρήσουμε καί πιό κάτω- ὅτι ἐφόσον δέν τά ἔχουμε
σταθερά καί μόνιμα, πάντοτε, δέν ἔχουμε ἐνεργό μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα. Βλέπετε πόσο εὔκολα
χάνουμε τήν εἰρήνη μας; Θυμώνουμε, ταραζόμαστε κ.λ.π. Σημαίνει ὅτι κάτι δέν πάει καλά. Ναί
μέν, τό πήραμε στό Ἅγιο Βάφτισμα καί στό Ἅγιο Χρίσμα, ἀλλά ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, τό
ἔχουμε ‘μπαζώσει’, τό ἔχουμε ἀπενεργοποιήσει.
– Πῶς γίνεται αὐτό τό ‘μπάζωμα’;
Ὅπως ὅταν κάποιος ἔχει μιά πηγούλα καί ρίξει πέτρες καί χῶμα, μπορεῖ καί νά χαθεῖ τελείως τό
νερό καί νά πρέπει νά ξανασκάψει γιά νά ξαναβρεῖ τήν πηγή, ἔτσι καί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ρίχνουμε
στήν ψυχή μας πολλές ἁμαρτίες, πολλά μπάζα, ὀγκόλιθους, πάθη καί κακές συνήθειες, ἁμαρτωλές,
οἱ ὁποῖες παγιώνονται μέσα μας καί μπαζώνουν αὐτήν τήν πηγούλα, πού εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Χρειάζεται μετά ὁ ἄνθρωπος νά σκάψει, νά βγάλει τά μπάζα, νά ξαναβρεῖ αὐτό τό νεράκι, πού δέν
εἶναι ἄλλο παρά ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά μπορέσει νά ξεδιψάσει. Καί τότε ἔχει βρεῖ
τήν πηγή τῆς χαρᾶς, τῆς ἀγάπης, τῆς εἰρήνης, ἔχει βρεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο εἶχε πάρει ἀπό τό
Βάπτισμα, ἀλλά τό εἶχε μπαζωμένο.
Αὐτό τό ἔργο κάνει ὁ ἄνθρωπος ὅταν μετανοεῖ. Ξεμπαζώνει καί ἀνακαλύπτει τήν κρυμμένη χάρη
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί στή συνέχεια ἐξομολογεῖται βέβαια καί προχωράει σταθερά πλέον καί
δέν ξανακάνει τίς προηγούμενες ἁμαρτίες.
Ἑπομένως μετάνοια, γιά νά τό ποῦμε ἐπιγραμματικά, τί εἶναι; Ἀφενός μέν ὁ ἄνθρωπος νά
σταματήσει τό κακό καί ἀφετέρου νά κάνει τό καλό. Ὅπως λέει ὁ Δαβίδ πολύ ὄμορφα: «Ἔκκλινον
ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,15). Ξέκλινε, φύγε ἀπό τό κακό καί κάνε ἀπό δῶ καί
μπρός πλέον τό καλό. Ἐνῶ μέχρι τώρα πόρνευες, μοίχευες, ἔβλεπες πονηρά πράγματα, ἀσελγοῦσες
μέ τά μάτια σου, μέ τήν ἐπιθυμία σου, μέ τή σκέψη σου, τώρα δέν θά τό ξανακάνεις ποτέ αὐτό καί
θά κάνεις τό ἀντίθετο. Δηλαδή θά βλέπεις μέ ἁπλότητα -ἤ ἄν δέν μπορεῖς μή βλέπεις καί καθόλου,
γιά νά μήν πέφτεις σέ πειρασμό-, θά διορθώνεις τίς αἰσθήσεις σου, θά διορθώνεις τή δίαιτά σου,
-γιατί κι αὐτό παίζει ρόλο στό νά χαλιναγωγήσει κανείς τά σαρκικά πάθη-, δέν θά εἶσαι
γαστρίμαργος καί λαίμαργος. Θά κάνεις δηλαδή τά ἀντίθετα καλά ἀπό τά κακά πού ἔκανες μέχρι
τώρα. Αὐτό ἐννοοῦμε λέγοντας ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἀνανέωση τοῦ βαφτίσματος. Γίνεται δηλαδή ὁ
ἄνθρωπος διά τῆς μετανοίας καί τῆς ἐξομολόγησης, πού εἶναι ἡ κορύφωση τῆς μετάνοιας, σάν
νεοβαπτισμένος.
Ἐάν δεῖτε νεοβαπτισμένο ἄνθρωπο, λάμπει ὁλόκληρος. Ὄχι μόνο τά μικρά παιδάκια, πού
φωτίζονται καί λάμπουν, ἀλλά καί οἱ μεγάλοι. Ἕνας πρώην προτεστάντης ἤ παπικός, πού
βαφτίστηκε -ὄχι ἁπλῶς χρίστηκε, βαφτίστηκε κανονικά- λάμπει ὁλόκληρος. Εἶναι αὐτή ἡ Χάρη τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτή τή λάμψη πού ἔχει αὐτός, πρέπει νά τήν ἔχουμε ὅλοι οἱ χριστιανοί, ἀλλά
δέν τήν ἔχουμε, γιατί, ὅπως εἴπαμε, ἔχουμε ἀπενεργοποιήσει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τίς πολλες μας
ἁμαρτίες. Ὅταν ὅμως καθαριστοῦμε, ἀποκτοῦμε πάλι αὐτή τή λάμψη.
Αὐτή ἡ λάμψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἡ λάμψη πού βλέπουμε στίς ἁγίες εἰκόνες μας, τό
φωτοστέφανο τῶν ἁγίων. Δέν εἶναι δηλαδή ἕνα σχῆμα πού διάλεξαν οἱ ἁγιογράφοι γιά νά μᾶς
δείξουν τήν ἁγιότητα μόνο, ἀλλά εἶναι μιά πραγματικότητα κι ἄν διαβάσετε τούς βίους τῶν ἁγίων
θά δεῖτε πού ἔλαμπαν. Ἀκόμα καί ζωντανοί ἔλαμπαν, ὅπως στόν Ἅγιο Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ σέ μία
συζήτηση πού εἶχε μέ ἕναν ἔμπορο τόν Μοτοβίλωφ, ἔλαμψε τό πρόσωπό του σάν τόν ἥλιο. Αὐτό
21
εἶναι τό φωτοστέφανο πού εἰκονίζουμε στίς ἅγιες εἰκόνες καί μᾶς δείχνει αὐτήν τήν Χάρη τήν
ἐνεργό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ὁποία ἐπαναλαμβάνω πρέπει νά τήν ἔχουμε ὅλοι μας.
«Μετάνοια σημαίνει συμφωνία μέ τόν Θεό γιά νέα ζωή». Τό θέμα δέν εἶναι ἁπλῶς νά
ἀπαριθμήσουμε κάποιες ἁμαρτίες μπροστά στόν Θεό στήν προσευχή μας ἤ στόν Πνευματικό μας.
Αὐτό εὔκολο εἶναι. Ἀλλά τό βασικό εἶναι νά συμφωνήσεις μέ τόν Θεό ὅτι δέν θά τό ξανακάνεις.
Ὑπάρχει μιά ὡραία ἱστορία –τό λέω γιατί μᾶς ἀρέσουν οἱ ἱστορίες καί εἶναι πολύ διδακτικές- μέ
κάποιον Γέροντα, πού εἶχε τό ἰδιαίτερο χάρισμα νά βλέπει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Εἶχε τό
λεγόμενο διορατικό χάρισμα. Αὐτός λοιπόν στάθηκε στήν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας καί ἔβλεπε ἕνανἕναν τούς μοναχούς, πού ἔμπαιναν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἦταν στή Σκήτη -σέ μιά περιοχή πού
ἦταν μόνο μοναχοί. Τούς ἔβλεπε ὅλους νά εἶναι χαρούμενοι, νά ἔχουν τόν ἄγγελό τους καί νά
παίρνουν τή θέση τους γιά νά λάβουν μέρος στή Θεία Λειτουργία καί νά κοινωνήσουν. Μπῆκε
ὅμως καί ἕνας, ὁ ὁποῖος ἀντί γιά τόν ἀγγελό του, εἶχε ἕναν διάβολο κοντά του καί ὁ ἄγγελός του
στεκόταν καταλυπημένος πιό μακριά. Τό πρόσωπό του δέν ἦταν φωτεινό, ἦταν μαῦρο καί
λυπήθηκε πολύ ὁ Γέροντας. Δέν τοῦ εἶπε τίποτα, προσευχήθηκε ὅμως γι’ αὐτόν.
Ὅταν τέλειωσε ἡ Θεία Λειτουργία καί κοινώνησαν οἱ Πατέρες, στάθηκε πάλι στήν πόρτα κι ἔβλεπε
τά πρόσωπά τους καί τίς ψυχές τους. Ἔβλεπε τώρα πάλι τούς μοναχούς ἔχοντας κοινωνήσει νά
εἶναι ἀκόμα πιό φωτεινοί, πιό λαμπροί, πιό χαρούμενοι καί ὤ! τοῦ παραδόξου θαύματος κι ἐκεῖνος
πού εἶχε μαῦρο πρόσωπο, εἶχε τώρα φωτεινό πρόσωπο καί ὁ διάβολος εἶχε φύγει πολύ μακριά καί
ἦταν κοντά του ὁ ἄγγελός του. Ὁπότε κάλεσε αὐτόν τόν ἀδελφό καί τοῦ εἶπε:
– Ἀδελφέ μου, σέ παρακαλῶ, θέλω νά μοῦ ἐξηγήσεις κάτι καί τοῦ εἶπε τήν ἱστορία πού σᾶς
διηγήθηκα. Τοῦ λέει τότε ὁ μοναχός:
– Γέροντα, πολύ καλά καταλαβαίνεις τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι εἶναι. Ὅταν μπῆκα μέσα, εἶχα
τό τάδε πάθος, ἀλλά στή Λειτουργία μέσα ἐξομολογήθηκα στόν Θεό μέ εἰλικρίνεια, ἔκλαψα καί
ὑποσχέθηκα στόν Θεό ὅτι δέν θά τό ξανακάνω ποτέ καί μετά πού κοινώνησα ἔγινε αὐτό πού εἶδες.
Ὁ Γέροντας λοιπόν γεμάτος χαρά φώναξε τούς ὑπόλοιπους ἀδελφούς γιά νά τούς ἀνακοινώσει τό
μεγάλο θαῦμα καί τούς διηγήθηκε ὅλη αὐτή τήν ἱστορία καί τή θαυμαστή μεταμόρφωση. Γιατί
πραγματικά ἡ μετάνοια μεταμορφώνει τόν ἄνθρωπο καί τόν γεμίζει μέ τό φῶς τοῦ Θεοῦ.
Μετάνοια λοιπόν σημαίνει νά συμφωνήσω μέ τόν Θεό ὅτι δέν θά ξανακάνω πιά αὐτό τό κακό πού
ξέρω. Ὅλοι ξέρουμε τά κακά μας καί τά στραβά μας -συγνώμη γιά τήν ἔκφραση- ἀλλά λίγο-πολύ
τά ξέρουμε τά λάθη μας. Ἔχουμε μέσα μας τή συνείδηση, πού εἶναι ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μᾶς
πληροφορεῖ. Βέβαια ὑπάρχει καί ἡ κατάσταση στήν ὁποία φτάνει κανείς μετά ἀπό πολλές ἁμαρτίες,
ὅπου πλέον δέν ἀκούει τή συνείδησή του, τή φιμώνει ἤ καί τή διαστρέφει καί τότε εἶναι πολύ
δύσκολα τά πράγματα. Ὁ Θεός βέβαια δέν δεσμεύεται, μπορεῖ νά κάνει θαῦμα, ἀρκεῖ ὁ ἄνθρωπος
νά θελήσει τή σωτηρία του. Ὅταν μετανοοῦμε λοιπόν, συμφωνοῦμε μέ τόν Θεό ὅτι θά
σταματήσουμε τό κακό καί θά κάνουμε ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς τό καλό.
«Μετανοῶν» ἐπίσης λέει ὁ ἅγιος, «σημαίνει ἀγοραστής τῆς ταπεινώσεως». Αὐτός πού μετανοεῖ
μοιάζει μέ ἕναν πού ἀγοράζει ταπείνωση. Γιατί; Γιατί μετάνοια καί ταπείνωση πᾶνε μαζί. Δέν εἶναι
δυνατόν κάποιος πού μετανοεῖ νά μήν ἔχει ταπείνωση. Καί τί σημαίνει ταπείνωση;
– Πῶς φτάνει κανείς στήν ταπείνωση;
Λέει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος ὅτι μέ τρεῖς τρόπους φτάνει κανείς στήν ταπείνωση. Πρῶτον, μέ τό νά
βάζει τόν ἑαυτό του κάτω ἀπό ὅλους. Προσέξτε, γιατί αὐτά εἶναι καί χαρακτηριστικά τοῦ
μετανοοῦντος. Ἕνας δηλαδή πού μετανοεῖ, δέν μπορεῖ νά ἔχει τήν ἰδέα ὅτι εἶναι ἀνώτερος ἀπό
κάποιον. Τό πρῶτο λοιπόν εἶναι αὐτό: θεωρεῖ τόν ἑαυτό του πιό ἁμαρτωλό ἀπό ὅλους τούς
ἀνθρώπους.
Δεύτερον, φτάνουμε στήν ταπείνωση, μέ τό νά ἀγαπήσουμε τόν κόπο τόν σωματικό, αὐτόν πού μᾶς
22
βάζει ἡ Ἐκκλησία μας. Τώρα τή Μεγάλη Σαρακοστή, γιά παράδειγμα, ἀρχίζουμε πολύ δυναμικά
τήν ἄσκηση. Κάποιοι δηλαδή, μέ τήν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ τους, κάνουν τό λεγόμενο
τριήμερο. Δηλαδή τρεῖς μέρες δέν τρῶνε καί δέν πίνουν τίποτα. Παλιότερα οἱ χριστιανοί τό ἔκαναν
ὅλη τήν ἑβδομάδα. Ὄχι οἱ μοναχοί! Στίς μέρες μας κάποιοι κρατᾶνε τό τριήμερο καί μερικοί τό
συνεχίζουν καί ὅλη τήν ἑβδομάδα, ὅπως παλιά. Δέν τρώγανε δηλαδή ὅλη τήν ἑβδομάδα τίποτα καί
τό Σάββατο τρώγανε ἕνα λαδερό φαγητό, ὅπως προβλέπεται ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ἡ νηστεία λοιπόν μᾶς βάζει δυναμικά στήν ἀγάπη τοῦ σωματικοῦ κόπου, τόν ὁποῖο πρέπει νά
κάνουμε πάντοτε οἱ χριστιανοί. Ἡ ἄσκηση βέβαια δέν εἶναι μόνο ἡ νηστεία, εἶναι καί οἱ
γονυκλισίες, οἱ λεγόμενες μετάνοιες, ἡ ἀγρυπνία καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή. Ὅλα αὐτά εἶναι ἕνας
κόπος σωματικός. Γιατί τόν κάνουμε αὐτόν τόν κόπο τώρα; Λένε κάποιοι –Γιατί νά βασανίζεις τό
σῶμα σου τό καημένο, τί φταίει αὐτό; Ὄχι, δέν φταίει τό σῶμα. Αὐτό τό λέμε κι ἐμεῖς. Ἀλλά τί
φταίει; Φταίει τό σωματικό φρόνημα, τό σαρκικό φρόνημα, ἡ φιλοσωματία, ἡ φιλαυτία, ἡ ἄλογη
ἀγάπη πού ἔχουμε στό σῶμα, ἡ ὁποία τροφοδοτεῖ τά τρία μεγάλα πάθη: τή φιληδονία, τή
φιλαργυρία καί τή φιλοδοξία, τά ὁποῖα βασανίζουν ὅλους τούς ἀνθρώπους καί μᾶς ἐμποδίζουν νά
προχωρήσουμε στόν Θεό. Ἄν ὅμως δέν σκοτώσεις αὐτά τά πάθη ἤ δέν τά ὑποτάξεις, δέν μπορεῖς νά
προχωρήσεις στόν Θεό. Γιά νά τά ὑποτάξεις, πρέπει νά ὑποτάξεις τή μητέρα τους, τή φιλαυτία, τήν
ἄλογη ἀγάπη δηλαδή πού ἔχουμε στό σῶμα κι αὐτό γίνεται μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ βέβαια, ἀλλά καί
μέ τήν ἄσκηση.
Θυμηθεῖτε τί εἶπε ὁ Χριστός μας: «τοῦτο τό γένος τῶν δαιμόνων δέν βγαίνει ἀπ’ τόν ἄνθρωπο,
παρά μέ προσευχή καί νηστεία (Ματθ. 17,21). Οἱ Προτεστάντες καί οἱ προτεστατίζοντες ὀρθόδοξοι
ἰσχυρίζονται πώς δέν χρειάζεται νά νηστεύεις, μόνο νά ἔχεις ταπείνωση. Μά πῶς θά ἔχεις
ταπείνωση, ἅμα δέν νηστεύεις; Ἡ ταπείνωση τοῦ σώματος, πού εἶναι ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ
κακοπάθεια, ὁδηγεῖ στήν ταπείνωση τῆς ψυχῆς. Ἕνα σῶμα καλοθρεμμένο, καλοταϊσμένο, μέ
καλόν ὕπνο κ.λ.π. εἶναι ὑπερήφανο σῶμα καί σκιρτάει καί ζητάει τά σωματικά, τά δικά του καί
αὐτό ἐμποδίζει τήν ψυχή νά ταπεινωθεῖ. Ἕνα σῶμα ὅμως λίγο ἀδυνατισμένο μέ τήν ἄσκηση
-βέβαια μέ μέτρο πάντα καί διάκριση γιατί δέν εἴμαστε σωματοκτόνοι, ἀλλά παθοκτόνοι- ἕνα
σῶμα, τό ὁποῖο εἶναι λίγο ἀσθενικό γιά χάρη τοῦ Κυρίου, γίνεται κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καί ἐπειδή εἶναι ταπεινωμένο, ὁδηγεῖ καί τήν ψυχή στήν ταπείνωση.
Οἱ ἅγιοι λένε, ἀνάλογα μέ τήν κατάσταση τοῦ σώματος, συνδιαμορφώνεται καί ἡ κατάσταση τῆς
ψυχῆς. Ἄν λοιπόν τό σῶμα εἶναι ταπεινωμένο μέ τήν ἄσκηση, τή νηστεία κ.λ.π. καί ἡ ψυχή
βοηθιέται νά ταπεινωθεῖ καί βοηθιέται ἔτσι ὁ ἄνθρωπος νά μετανοήσει. Ὁ δεύτερος λοιπόν τρόπος
γιά νά φτάσουμε στήν ταπείνωση εἶναι νά ἀγαπήσουμε αὐτόν τόν σωματικό κόπο.
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς τά τονίζει αὐτά καί μάλιστα ἡ Μεγάλη Σαρακοστή εἶναι ἕνα στάδιο
ἄσκησης καί προσευχῆς περισσότερης, ἀλλά καί νηστείας καί ἀγρυπνίας καί μετανοιῶν. Κάθε
φορά πού λέμε τό «Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας…» κάνουμε καί
μετάνοιες. Στό Ἅγιον Ὄρος κάνουν ἐδαφιαῖες μετάνοιες, πέφτουν κάτω κάτω.
Τέλος ὁ τρίτος τρόπος, πού λέει ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος, γιά νά φτάσουμε στήν ταπείνωση, εἶναι νά
προσευχόμαστε ἀδιάλειπτα. Αὐτά τά τρία βοηθᾶνε τόν ἄνθρωπο νά ταπεινωθεῖ.
– Ὅταν κανείς προσεύχεται συνεχῶς τί εἶναι;
Εἶναι ἕνας ζητιάνος τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Ὅσο ζητιανεύουμε, τόσο ταπεινωνόμαστε. Ὅσο ζητᾶμε,
τόσο ἐξαρτώμαστε ἀπό τόν Θεό καί ὄχι ἀπό τόν ἑαυτό μας. Ἐνῶ, ὁ ἄνθρωπος πού δέν προσεύχεται
–καί δυστυχῶς οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι δέν προσεύχονται σήμερα- δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τόν Θεό,
ἀλλά ἀπό τόν ἑαυτό του, ἀπό τή σύνεσή του. Πόση σύνεση νά ἔχει ἕνας ἄνθρωπος ἀπό μόνος του,
ἀπό τίς σκέψεις του ἤ καί ἀπό ἄλλους ἀνθρώπους; Κρεμιέται ἀπό ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀλλά ἕνας
ἄνθρωπος πού ἐμπιστεύεται τόν ἑαυτό του ἤ προσκολλᾶται καί ἐμπιστεύεται ἄλλους, λέει ἠ Ἁγία
Γραφή ὅτι γίνεται ἐπικατάρατος (Ἱερ. 17,5), δηλαδή χωρισμένος ἀπό τόν Θεό, ἀπό τήν Χάρη τοῦ
Θεοῦ. «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ἐλπίζων ἐπ’ ἄνθρωπον ἤ στηρίζων βραχίονα αὐτοῦ», στηρίζεται στόν
23
βραχίονά του, στά μπράτσα του δηλαδή.
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι λόγω τῆς ψεύτικης ἐπιστήμης καί τῆς ψεύτικης παιδαγωγικῆς διδάσκονται νά
ἔχουν αὐτοπεποίθηση καί οἱ ταλαίπωροι πολιτικοί λένε νά πιστέψουμε στόν ἑαυτό μας. Τί θά
κάνουμε ἄν πιστέψουμε στόν ἑαυτό μας; Ἁπλούστατα θά γίνουμε καταραμένοι. Θά χωριστοῦμε
ἀπό τόν Θεό καί θά φύγει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ τελείως, γιατί αὐτό σημαίνει ἐπικατάρατος καί ἀφορᾶ
κάθε ἄνθρωπο πού ἐλπίζει στόν ἑαυτό του ἤ σέ ἄλλον ἄνθρωπο. Πόσοι ἀπό μᾶς δέν ἐλπίσαμε στούς
πολιτικούς; Τώρα τά λουζόμαστε γιατί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀδιάψευστος καί πρέπει νά τόν
διαβάζουμε τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί νά τόν ἀκολουθοῦμε. Ἄν δέν τόν τηροῦμε, θά ἔρθουν οἱ
συνέπειες.
Δέν μᾶς ἐκδικεῖται ὁ Θεός. Ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει, ἀλλά μᾶς ἔχει δώσει προδιαγραφές ζωῆς, ὁδηγίες
χρήσεως τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς μας, πού εἶναι οἱ ἐντολές του. Ἄν δέν τίς τηροῦμε,
καταστρέφουμε σῶμα καί ψυχή καί ἡ ζωή μας γίνεται μαύρη. Γιατί δέν θέλουμε νά ὑπηρετήσουμε
τό πραγματικό ἀφεντικό μας, πού εἶναι ὁ Θεός καί ὑπηρετοῦμε τό μαῦρο ἀφεντικό, πού ἔλεγε ὁ
ἅγιος Παΐσιος. Ἄν ὑπηρετεῖς τόν μαῦρο καί ἡ ζωή σου θά εἶναι μαύρη, ὅπως εἶναι τῶν
περισσότερων Ἑλλήνων σήμερα. Γιατί οἱ περισσότεροι Ἑλληνες, γιά νά εἴμαστε εἰλικρινεῖς, ἔχουν
φύγει ἀπό τόν Θεό καί δέν ζοῦν ζωή μετανοίας.
Συνοψίζοντας λοιπόν, τά τρία πράγματα πού μᾶς ὁδηγοῦν στήν ταπείνωση εἶναι πρῶτον νά
βάζουμε τόν ἑαυτό μας κάτω ἀπό ὅλους, νά θεωροῦμε ὄτι εἴμαστε οἱ χειρότεροι ἀπό ὄλους τούς
ἀνθρώπους, οἱ πιό ἁμαρτωλοί. Νά τό πιστεύουμε αὐτό, ὁπότε δέν θά κατακρίνουμε, δέν θά
θυμώνουμε μέ τούς ἄλλους κ.λ.π. Εἶναι αὐτονόητες οἱ συνέπειες. Δεύτερον, νά ἀγαπήσουμε τόν
σωματικό κόπο, τή νηστεία, τήν ἄσκηση καί τρίτον νά προσευχόμαστε ἀδιάλειπτα. Αὐτά τά τρία
μᾶς ὁδηγοῦν στήν ταπείνωση καί ὅποιος ἀγοράζει ταπείνωση, εἶναι –λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννηςμετανοῶν.
Ὄχι ἁπλῶς νά μετανοήσουμε μιά φορά, γιατί ἡ μετάνοια δέν εἶναι ὐπόθεση μιᾶς στιγμῆς ἤ ἔστω
μιᾶς ἐξομολόγησης. Τώρα, λόγου χάρη, πού εἶναι Σαρακοστή νά πᾶμε νά κάνουμε καί μιά
ἐξομολόγηση, νά πάρουμε καί μιά συγχώρεση. –Διάβασέ μου μιά εὐχή πάτερ, λένε μερικοί καί δέν
ἐξομολογοῦνται τίποτα. Στάσου, ἀναμάρτητος εἶσαι; Αὐτό δείχνει τελεία ἀγνωσία. Ὅταν λοιπόν
θέλουμε νά μετανοοῦμε -ὄχι νά μετανιώσουμε μιά στιγμή καί μετά πάλι νά κάνουμε τά ἴδια- θά
πρέπει νά ἀσχοληθοῦμε μ’ αὐτό τό ἔργο τῆς ταπείνωσης. Νά μάθουμε αὐτούς τούς τρεῖς τρόπους
ταπείνωσης καί νά τούς βάλουμε σέ πράξη στή ζωή μας, γιατί ὁ μετανοῶν εἶναι αὐτός πού ἀγοράζει
ταπείνωση.
«Μετάνοια» ἀκόμα «σημαίνει μόνιμος ἀποκλεισμός κάθε σωματικῆς παρηγοριᾶς». Αὐτό τό
ἀναλύσαμε λίγο προηγουμένως, νά μήν ἐπεκταθοῦμε. Εἶναι τό θέμα τῆς ἐγκράτειας, τῆς ἄσκησης,
τῆς γενικότερης ὑπακοῆς στήν Ἐκκλησία καί στούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας. Σήμερα δυστυχῶς
πολεμιέται πάρα πολύ τό πνεῦμα τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐγκράτειας καί ἔχει ἐπικρατήσει τό πνεῦμα
τῆς ἄνεσης, ἡ ὁποία ἄνεση θεωρεῖται ὅτι εἶναι καί τό κλειδί τῆς εὐτυχίας. Ἡ ἄνεση ὅμως δέν ὁδηγεῖ
στήν εὐτυχία. Ἡ ἄνεση, λένε οἱ ἅγιοι, ὁδηγεῖ στήν ἀνία, δηλαδή στή βαρεμάρα καί στό τέλος ἀφοῦ
ἀηδιάσεις καί τόν ἴδιο σου τόν ἑαυτό, νά ἀχρηστέψεις καί τόν ἑαυτό σου.
Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν εἶναι φτιαγμένος γιά νά ζεῖ μέ τόν Θεό. Γιά νά ζοῦμε μέ τόν Θεό, πρέπει νά
μετανοοῦμε καί γιά νά μετανοοῦμε, πρέπει νά ταπεινωνόμαστε καί γιά νά εἴμαστε ταπεινοί, θά
πρέπει νά ἀγαπήσουμε τήν κακοπάθεια, τόν σωματικό κόπο, ὁ ὁποῖος ὁδηγεῖ στήν ταπείνωση τή
σωματική καί αὐτή στήν ταπείνωση τῆς ψυχῆς.
«Μετάνοια» ἀκόμα «σημαίνει σκέψη αὐτοκατακρίσεως». Πόσοι ἄνθρωποι σήμερα κατακρίνουν ὁ
ἕνας τόν ἄλλον; ‘Θάβουνε’, ὅπως συνηθίζουν νά λένε, τούς ἄλλους, σέ παρέες, στά ἐργασιακά
περιβάλλοντα κ.λ.π. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά γεμίζουν οἱ ἴδιοι μέ ὑπερηφάνεια καί μέ πονηρό
πνεῦμα. Μετάνοια εἶναι ἀκριβῶς τό ἀντίθετο, νά μήν κατακρίνεις τούς ἄλλους, ἀκόμα κι ἄν φταῖνε,
ἀκόμα κι ἄν σέ ἀδίκησαν, νά κατακρίνεις πάντοτε τόν ἑαυτό σου. Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει τό πνεῦμα
24
τῆς αὐτομεμψίας, τῆς αὐτοκατάκρισης βρίσκει ἀνάπαυση ὁπουδήποτε.
Λένε οἱ ἅγιοι στό Γεροντικό πολύ ὡραῖα, «ἄν κατακρίνει ὁ ἄνθρωπος τόν ἑαυτό του, μπορεῖ νά
ζήσει ὄχι μόνο μέ ἀνθρώπους, μέ κάθε ἄνθρωπο, ἀλλά καί μέ ἄγρια θηρία», γιατί παντοῦ βρίσκει
ἀνάπαυση ἐκεῖνος πού κατηγορεῖ τόν ἑαυτό του σέ ὅλα. Ἐμεῖς ὅμως τούς κατηγοροῦμε ὅλους,
ἐκτός ἀπό τόν ἑαυτό μας καί γι’ αὐτό δέν βρίσκουμε ἀνάπαυση πουθενά.
«Μετάνοια σημαίνει ἀμεριμνησία γιά ὅλα τά ἄλλα καί μέριμνα γιά τή σωτηρία τοῦ ἑαυτοῦ μας».
Ποιός σήμερα νοιάζεται γιά τή σωτηρία του; Ὅλοι νοιάζονται γιά χίλια-δυό ἄλλα πράγματα, γιά τό
ἐπάγγελμα, γιά τό σπίτι, γιά τά παιδιά, γιά τό ὅτι τά παιδιά δέν ἔχουν ἐργασία, γιά τό πῶς θά
προοδεύσουν νά πάρουν πολλά πτυχία… Γιά τή σωτηρία τῶν παιδιῶν σου νοιάζεσαι; Γιά τή
σωτηρία τῆς ψυχῆς σου νοιάζεσαι; Αὐτό εἶναι τό πρῶτο καί ὅλα τά ἄλλα εἶπε ὁ Θεός θά σᾶς τά
δώσω Ἐγώ. «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα
προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 6,33), ὅλα τά ἄλλα, τά ἀναγκαῖα καί ἀπαραίτητα, θά σᾶς τά προσθέσω
Ἐγώ, δηλαδή θά σᾶς τά δώσω ἕτοιμα.
«Μετάνοια σημαίνει θυγατέρα τῆς ἑλπίδος καί ἀποκήρυξις τῆς ἀπελπισίας».
– Τί κάνει ὁ διάβολος; Πῶς ἐργάζεται;
Προσπαθεῖ νά μᾶς ρίξει στήν ἀπελπισία διά μέσω τῆς ἁμαρτίας. Καί πῶς μᾶς ρίχνει στήν ἁμαρτία;
Διά μέσω τῆς ἀμέλειας. Σοῦ λέει: ‘Ἐντάξει τώρα μή ζορίζεσαι καί πολύ. Καλά τά λέει ὁ π. Σάββας
καί οἱ Πατέρες, ἀλλά ἐντάξει μήν τά ἀκολουθεῖς κατά γράμμα… εἶναι καί ἀπόλυτος καί πολύ
αὐστηρός. Βάλε καί λίγο νερό στό κρασί σου. Νά εἶσαι ὅπως ὅλοι. Φυσιολογικά πράγματα’. Καί
θεωροῦμε φυσιολογικό τό ἀμελές, τό λεγόμενο χαλαρό καί λίγο Θεός καί λίγο κόσμος καί λίγο νά
ἔχουμε τίς «χαρές» τοῦ κόσμου, -πού δέν εἶναι χαρές- καί λίγο νά πηγαίνουμε καί στήν Ἐκκλησία
νά τακτοποιοῦμε τή συνείδησή μας. Νά μή μᾶς ἐλέγχει ὅτι εἴμαστε καί ἄθεοι. Ἀλλά ἔτσι δέν ζοῦμε
τίποτα. Εἴμαστε στήν κατηγορία τῶν χλιαρῶν, τούς ὁποίους, λέει ὁ Κύριος στήν Ἀποκάλυψη, ὅτι
«θά τούς ἐμέσω» (Ἀποκ. 3,16), θά τούς κάνω ἐμετό. Ἔτσι λοιπόν ὁ διάβολος διά τῆς ἀμέλειας μᾶς
ρίχνει στίς διάφορες ἁμαρτίες.
Βλέπετε τί γίνεται τήν περίοδο αὐτή μέ τίς Ἀπόκριες καί τά καρναβάλια. Ὅταν ὅμως εἴμαστε
μακριά ἀπό τόν Θεό, ὅλο τόν χρόνο εἴμαστε καρναβάλια. Γιατί; Γιατί ὅλο τόν χρόνο
ὑποκρινόμαστε. Φορᾶμε μάσκες. Γιατί ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό, ὑποκρίνεται.
Ἄλλος φαίνεται πώς εἶναι καί ἄλλος εἶναι στήν πραγματικότητα. Τό ψέμα ἔχει ποτίσει πάρα πολύ
τήν ζωή μας σήμερα! Κληρικῶν καί λαϊκῶν. Νά μή λέμε τά δικά σας, νά λέμε καί τά δικά μας.
Τεράστια ὑποκρισία. Ὅλο αὐτό τί εἶναι; Εῖναι τό πνεῦμα τῆς ἀμέλειας, τό ὁποῖο ὁδηγεῖ στήν
ἁμαρτία.
Ἡ ἁμαρτία κατόπιν δίνει ἀφορμή στόν διάβολο νά μᾶς ὠθήσει στήν ἀπελπισία καί νά μᾶς πείσει ὅτι
δέν ὑπάρχει γιά μᾶς ἐλπίδα σωτηρίας. ‘Οὔτως ἤ ἄλλως χαμένος εἶσαι, κάνε λοιπόν καί τίς
ὑπόλοιπες ἁμαρτίες καί μήν ἔχεις κανέναν ἐνδοιασμό, καμιά ἀναστολή’. Αὐτό ἀδελφοί μου εἶναι
ὅ,τι χειρότερο. Μπορεῖ νά ἔχουμε κάνει ὅλες τίς ἁμαρτίες καί πολλές φορές μάλιστα, ὅμως μήν
ἀπελπιστοῦμε ποτέ. Ἔτσι, διά τῆς ἀποβολῆς τῆς ἀπελπισίας, ὁδηγούμαστε στή μετάνοια.
Ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία τόσα χρόνια δούλευε στήν ἁμαρτία, ἐπειδή ὅμως δέν ἀπελπίστηκε,
βρῆκε τελικά τόν δρόμο καί ἔγινε πολύ μεγάλη Ἁγία καί ἐκεῖ πού πρῶτα πόρνευε δεκαεπτά χρόνια,
μετά ἔφτασε νά προσεύχεται καί νά σηκώνεται δύο μέτρα ἀπό τό ἔδαφος καί νά περπατάει πάνω
στόν Ἰορδάνη ποταμό, ὅπως περπατᾶμε ἐμεῖς στήν ξηρά.
Μετάνοια λοιπόν σημαίνει ἀποκήρυξη τῆς ἀπελπισίας καί θυγατέρα τῆς ἐλπίδας. Γιά ποιούς
σταυρώθηκε ὁ Χριστός μας ἀδελφοί μου; Γιά μᾶς δέν σταυρώθηκε τούς ἁμαρτωλούς; Γιά μᾶς. Μήν
ἔχουμε τήν ἰδέα ὅτι δέν ἔχουμε ἀνάγκη μετανοίας. Τέτοια ἰδέα εἴχανε οἱ Φαρισαῖοι. Καί ὁ Χριστός
τούς εἶπε «Ἐγώ ἦρθα γιά τούς ἄρρωστους. Δέν ἦρθα γιά τούς ὑγιεῖς». Μά ποιός εἶναι ὑγιής; Οἱ
Φαρισαῖοι νόμιζαν ὅτι εἶναι ὑγιεῖς. Μή γίνουμε σάν κι αὐτούς. Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη μετανοίας καί
25
πρῶτος ἐγώ καί νά εὔχεστε καί γιά μένα. Αὐτή ἡ μετάνοια, εἴπαμε, εἶναι ἔργο ζωῆς καί τό κάνουμε
κάθε στιγμή. Δέν πρέπει νά θεωροῦμε ὅτι τό κάναμε μιά φορά ἤ ὅτι τό κάναμε κάποιες φορές τόν
χρόνο καί εἴμαστε ἐντάξει. Κάθε στιγμή πρέπει νά διορθώνουμε τόν ἑαυτό μας, νά ἀποτασσόμαστε
τό κακό καί νά κάνουμε τό καλό.
«Μετάνοια» ἐπίσης «σημαίνει συμφιλίωση μέ τόν Κύριο μέ ἔργα ἀντίθετα μέ τά παραπτώματά
μας», λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης. «Μετανοῶν σημαίνει κατάδικος ἀπηλλαγμένος ἀπό αἰσχύνη». Ὄλοι
εἴμαστε κατάδικοι ἀδελφοί μου. Ἄν ὁ Θεός μᾶς κρίνει κατά τά ἔργα μας, ὅλοι πρέπει νά
κολαστοῦμε. Δέν ὑπάρχει σωτηρία ἐξ’αἰτίας τῶν ἔργων μας. Ὅλα τά ἔργα μας εἶναι κατά βάση
ἁμαρτωλά. Ἀλλά τί μᾶς σώζει; Μᾶς σώζει δωρεάν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί ἐκεῖ ἐλπίζουμε. Ὅταν
μετανοοῦμε καί καταφεύγουμε ἀκριβῶς σ’ αὐτό τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἀπαλλασσόμαστε ἀπό τήν
αἰσχύνη καί ἀπό τήν καταδίκη.
«Μετάνοια σημαίνει καθαρισμός τῆς συνειδήσεως. Μετάνοια σημαίνει θεληματική ὑπομονή ὅλων
τῶν θλιβερῶν πραγμάτων. Τί μᾶς λένε οἱ ἅγιοι; Ἔχεις θλίψεις; Πολύ καλά!
– Γιατί συμβαίνουν οἱ θλίψεις στήν ζωή μας;
Διότι ἔχουμε πολλές ἁμαρτίες. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος: «ἄν δέν ἔχεις ἁμαρτίες ἤ ἄν δέν ἔχεις καμιά
ἁμαρτία καί ἔχεις θλίψεις, πάλι νά χαίρεσαι γιατί κάνεις καταθέσεις στόν οὐρανό». Τό ὅτι
συμβαίνουν λοιπόν θλίψεις, σημαίνει δύο πράγματα: εἴτε ξεχρεώνουμε ἁμαρτίες, εἴτε ἄν δέν
ἔχουμε ἁμαρτίες –πού ποιός δέν ἔχει!- κάνουμε καταθέσεις στόν οὐρανό, ὅπου θά βροῦμε πολύ
μεγάλη δόξα. Ξεχρεώνουμε ἁμαρτίες βεβαίως ἐφόσον κάνουμε ὑπομονή καί δέν ἀντιστεκόμαστε
στόν Θεό καί δέν λέμε ‘Γιατί Θεέ μου σέ μένα, τί Σοῦ ἔκανα’; Τί τοῦ ἔκανες; Μά τί δέν ἔχεις κάνει!
Ὅλα τά ἔχεις κάνει κι ἄν δέν τά ἔκανες στήν πράξη, ἔχεις κάνει ὅλα τά ἁμαρτήματα κατά διάνοια.
Λοιπόν, δέν πρέπει νά καθαριστεῖς; Ἡ κάθαρση γίνεται μέσα ἀπό τίς θλίψεις, ὅταν ὑπομένουμε στίς
θλίψεις.
«Μετάνοια σημαίνει ὑπερβολική ταλαιπωρία τῆς κοιλίας μέ νηστεία καί κτύπημα τῆς ψυχῆς μέ
ὑπερβολική συναίσθηση». Τό πρῶτο λίγο τό ἀναλύσαμε, γιά τό κτύπημα τῆς ψυχῆς, θυμόμαστε τόν
τελώνη πού ἔλεγε «ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ» (Λουκ. 18,13) καί τήν αὐτομεμψία, στήν
ὁποία ἐπίσης ἀναφερθήκαμε.
«Μετανοῶν σημαίνει ἐπινοητής τιμωριῶν τοῦ ἑαυτοῦ του». Νά βάζεις ἐσύ ὁ ἴδιος κανόνα στόν
ἑαυτό σου. Ἐπειδή ὅμως αὐτό χρειάζεται διάκριση, ἄς τό κάνετε ἔχοντας τήν εὐλογία τοῦ
Πνευματικοῦ σας.
Αὐτά πολύ συνοπτικά γιά τό τί εἶναι μετάνοια μέ ὁδηγό τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος. Πάρα
πολλά μποροῦμε νά ποῦμε ἀκόμα. Ὁ ἅγιος Πορφύριος μᾶς λέει ἐπίσης ὅτι δέν ὑπάρχει ἀνώτερο
πράγμα ἀπό αὐτό πού λέγεται μετάνοια καί ἐξομολόγηση. Καί αὐτό τό μυστήριο δέν εἶναι τίποτα
ἄλλο, παρά ἡ προσφορά τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Καί μέ αὐτόν τόν τέλειο τρόπο
ἀπαλλασσεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό κακό. Πηγαίνουμε, ἔλεγε, ἐξομολογούμαστε, αἰσθανόμαστε τή
συνδιαλαγή μέ τόν Θεό, ἔρχεται ἡ χαρά μέσα μας, φεύγει ἡ ἐνοχή.
– Ποιός ἀδελφοί μου μπορεῖ νά μᾶς ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἐνοχή;
Μήπως ὁ ψυχολόγος ἤ ὁ ψυχίατρος; Ὄχι, σέ καμιά περίπτωση. Μόνο ὁ Θεός διά τοῦ Πνευματικοῦ,
γιατί ὅπως γνωρίζετε ὁ Θεός ἔδωσε τέτοια ἐξουσία στούς Πνευματικούς, τούς ἱερεῖς «ἄν τινων
ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται» (Ἰω. 20,23).
Αὐτό τό μυστήριο λοιπόν τῆς ἐξομολόγησης ἄς τό προσεγγίζουμε πιό συχνά καί μέ πολύ προσοχή,
συναίσθηση καί εὐλάβεια. Εἶναι ἕνα τεράστιο θέμα, θά πῶ μόνο ἐπιγραμματικά στήν ἀγάπη σας
πώς χρειάζεται πολύ καλή προετοιμασία, πρίν τήν ἐξομολόγηση. Εἶναι ἀπαραίτητο νά προηγηθεῖ
προσευχή. Νά βροῦμε ἕναν ἥσυχο τόπο καί λίγο χρόνο πού δέν θά ἔχουμε περισπασμούς νά
συγκεντρωθοῦμε, νά προσευχηθοῦμε, νά παρακαλέσουμε τόν Θεό νά μᾶς δείξει τά λάθη μας, νά
μᾶς ἀποκαλύψει τήν κατάστασή μας καί μετά νά καταγράψουμε τούς λογισμούς μας, τίς σκέψεις
26
μας, τίς πράξεις μας τίς κακές, ὅλα αὐτά πού θά μᾶς ἀποκαλύψει ὁ Θεός καί νά τά ἐξομολογηθοῦμε
πρῶτα στόν Θεό κάνοντας προσευχή ἐξομολογητική, μετανοίας καί μετά καί στόν Πνευματικό μας.
Δυστυχῶς, ὅπως εἶπα, πολλοί ἄνθρωποι σήμερα θεωροῦν ὅτι τό μυστήριο αὐτό εἶναι περιττό.
Ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, τό ἔργο τοῦ Πνευματικοῦ σήμερα τό κάνουν οἱ ψυχίατροι. Ξέρουμε
ἀπό τούς ἅγιους Πατέρες ὅτι «τά πάθη εἶναι ἀρρώστια τῆς ψυχῆς», ἀλλά καί τοῦ σώματος.
Γνωρίζετε βέβαια, ὅτι πολλοί ἀπό τούς ψυχιάτρους δέν πιστεύουν κάν ὅτι ὑπάρχει ψυχή. Πῶς
λοιπόν μπορεῖ νά σέ βοηθήσει ἕνας ἄνθρωπος νά θεραπεύσεις τήν ψυχή, ὅταν δέν πιστεύει κἄν ὅτι
ὑπάρχει;
Λέει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος: «ὅπως εἶναι ἡ ἀρρώστια στό κορμί, ἔτσι εἶναι καί ἡ ἁμαρτία
στήν ψυχή. Γι’ αὐτό, ἡ ἰατρική τῶν ψυχῶν δέν καταγίνεται μέ τίποτε ἄλλο, παρά μόνο μέ τήν
καταπολέμηση τῆς ἁμαρτίας καί τῶν αἰτιῶν τῆς ἁμαρτίας», πού εἶναι τά πάθη, οἱ κακές συνήθειες,
οἱ ἁμαρτωλές πού ἔχουν ἐδραιωθεῖ μέσα μας λόγω τῆς πολυχρόνιας πτώσης. Ὅταν κανείς συνέχεια
πέφτει σέ ἕνα ἁμάρτημα, ἀποκτάει τό ἀντίστοιχο πάθος.
Σήμερα δυστυχῶς ὑπάρχει ἀποπροσανατολισμός τοῦ σύγχρονου κόσμου, ὁ ὁποῖος μᾶς ἦρθε ἀπό τή
Δύση καί οἱ ἄνθρωποι καί μέσα ἀπό τά Μ.Μ.Ε. καί μέσα ἀπό τήν παιδεία στρέφονται τεχνηέντως
πρός τίς ψυχο-ἐπιστήμες, ὅπως τίς λένε, ψυχολογία, ψυχιατρική, παιδοψυχολογία,
παιδοψυχιατρική, παιδιατρική, παιδαγωγική κ.λ.π. Ἀλλά ὅλα αὐτά ἐπειδή μᾶς ἦρθαν ἀπό τή Δύση
εἶναι θεμελιωμένα οὐσιαστικά σέ θεωρίες ἀθέων. Ὁ Γιούνγκ καί ὁ Φρόυντ, στούς ὁποίους εἶναι
βασισμένη ἡ σύγχρονη ψυχιατρική ἦταν ἄθεοι καί μάλιστα -διάβαζα μία μελέτη πρόσφατα- ἦταν
καί ἀποκρυφιστές, δηλαδή μάγοι. Ὁ Γιούνγκ ἦταν ἀποκρυφιστής, ἀσχολιόταν δηλαδή καί εἶχε
ἐπικοινωνία μέ πονηρά πνεύματα καί χρησιμοποιοῦσε διάμεσους, δηλαδή μέντιουμ καί αὐτά πού
μᾶς διδάσουν οὐσιαστικά εἶναι διδασκαλίες δαιμόνων καί στήν ἐποχή μας τούς ἔχουμε γιά
μεγάλους ἐπιστήμονες, ἐνῶ στήν πραγματικότητα διατύπωσαν κάποιες δαιμονικές θεωρίες, οἱ
ὁποῖες ἐπικράτησαν μέσω κάποιων ἐπιτηδείων. Συνεπῶς δέν πρέπει νά δεχόμαστε ἀβασάνιστα
ὁ,τιδήποτε κυκλοφορεῖ ὡς ἐπιστήμη γιατί δέν εἶναι ἐπιστῆμες.
Ὑπάρχει λοιπόν αὐτός ὁ ψευτοδιαφωτισμός, πού μᾶς ἦρθε ἀπό τή Δύση καί ἐπικρατεῖ σιγά-σιγά
καί στήν πατρίδα μας. Στήν Ἀμερική βέβαια εἶναι δεδομένο ὅτι πρέπει νά ἔχει ὁ καθένας τόν
ψυχολόγο του. Κι ὅμως ὅλοι εἶναι μέ ψυχοφάρμακα! Ξέρετε ὅτι ἡ Ἀμερική πού ἔχει τόν ὑψηλότερο
δείκτη, θά λέγαμε, οἰκονομικό, πολιτισμικό, κ.λ.π. ἔχει καί τήν μεγαλύτερη κατανάλωση σέ
ψυχοφάρμακα; Πρόσφατα -ἐξ’ ἰδίας πείρας τό ἔμαθα αὐτό- ὅτι στά παιδάκια στά σχολεῖα δίνουν
ψυχοφάρμακα. Στό δημοτικό σχολεῖο, ὑποχρεωτικά! Ὄχι προαιρετικά. Γιατί παρακαλῶ; Γιά νά
κάθονται ἥσυχα! Τά λέμε γιά νά ἔχετε γνώση γιά τό τί πρόκειται νά ἀκολουθήσει. Ἐκεῖ θέλουν νά
καταλήξουμε κι ἐμεῖς. Τά ναρκώνουν τά παιδάκια γιά νά κάθονται ἥσυχα. Βέβαια ἕνα παιδάκι πού
θά μάθει ἀπό μικρό τά ψυχοφάρμακα, φαντασθεῖτε τί ἐξέλιξη θά ἔχει στή ζωή του μετά..
«Ὁ ἄνθρωπος πού δέν πιστεύει στόν Θεό καί στήν μέλλουσα αἰώνια ζωή», ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος,
«καταδικάζει αἰώνια τήν ψυχή του καί μένει ἀπαρηγόρητος καί σ’ αὐτή τή ζωή». Δηλαδή καί στήν
αἰώνια ζωή δέν θά ὑπάρξει, δέν θά μετέχει καί σ’ αὐτή τή ζωή θά εἶναι ἀπαρηγόρητος. Γιατί τί εἶναι
ἡ ἁμαρτία, ἀδελφοί μου, δέν εἶναι μία κόλαση, μιά πρόγευση τῆς κόλασης; Μή μοῦ πεῖτε ὅτι οἱ
ἁμαρτωλοί ἔχουνε χαρά καί εἰρήνη; Ἔχουν μιά ψευτοχαρά πού διαρκεῖ δευτερόλεπτα, λεπτά καί
μετά ἕνα τεράστιο κενό στήν ψυχή τους.
«Νομίζω ὅτι ὅλη ἡ προσπάθεια, λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος. «πρέπει νά γίνει σ’ αὐτή τήν κατεύθυνση.
Διότι βλέπουμε σχεδόν ὅλη τήν Εὐρώπη, πού διέθεσε ὅλη τήν ἐπιστήμη (τήν ἀνθρώπινη γνώση),
γιά νά διορθώσει δῆθεν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐπειδή δέν εἶναι οἱ ἴδιοι στραμμένοι πρός τόν
Θεόν, καί δέν ζητᾶνε καί τήν θεία Του ἐπέμβαση, ταλαιπωροῦνται συνέχεια καί ταλαιπωροῦν
συνέχεια μικρούς καί μεγάλους· καί ἀπό τό φυσικό περιβάλλον, τό ὁποῖο σιγά-σιγά
παραμορφώνουν, ἄρχισαν νά παραμορφώνουν καί τούς ἀνθρώπους καί νά τούς ‘περιποιοῦνται’ στά
ψυχιατρεῖα μέ ἠλεκτροσόκ».
27
Διάλεξε, θέλεις ἠλεκτροσόκ ἤ θέλεις Πνευματικό καί ἀληθινό «ψυχίατρο», πού εἶναι ἡ Χάρις τοῦ
Θεοῦ; Ἤ θέλεις τόν ἑαυτό σου αὐτονομημένο ἀπό τόν Θεό καί ἔχοντας ὡς βοηθό αὐτές τίς
ψευτοεπιστῆμες; Δυστυχῶς αὐτό τό πνεῦμα ἔχει περάσει καί σέ κάποιους ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι
παροτρύνουν τούς ἀνθρώπους νά πᾶνε στόν ψυχίατρο καί στόν ψυχολόγο. Ἀναμφισβήτητα,
ὑπάρχει καί περίπτωση νά ἔχει βλαφτεῖ τό νευρικό σύστημα. Τότε χρειάζεται νά συμβουλευτεῖς καί
νά πάρεις καί κάποια φάρμακα ἀπό τόν ψυχίατρο, ὄχι ἀπό τόν ψυχολόγο. Ὅταν ἔχει βλαφτεῖ τόσο
πολύ ἡ ψυχή, πού πλέον ἔχει πειραχτεῖ τό νευρικό σύστημα. Ἀλλά αὐτά τά χάπια θά εἶναι γιά τό
νευρικό σύστημα, ὄχι γιά τήν ψυχή. Κακῶς τά λένε ψυχοφάρμακα. Εἶναι ἁπλῶς κάποια φάρμακα
γιά νά ἠρεμήσει λίγο ὁ ἄνθρωπος καί νά μήν αὐτοκτονήσει. Κατόπιν ὅμως, θά πρέπει νά πάει νά
ἐξομολογηθεῖ, νά βρεῖ τόν Θεό, νά βρεῖ τήν κρυμμένη βαπτισματική Χάρη γιά νά θεραπευτεῖ ἡ ρίζα
τοῦ κακοῦ. Ἡ ρίζα τοῦ κακοῦ δέν εἶναι στόν ἐγκέφαλο, οὔτε στό νευρικό σύστημα. Ἡ ρίζα τοῦ
κακοῦ εἶναι στήν ψυχή. Καί δέν εἶναι, ὅπως ἔλεγε ὁ Φρόυντ, ἡ αἰτία τῶν ψυχικῶν προβλημάτων, ἡ
σεξουαλικότητα. Ἀλλά ποιά εἶναι ἡ αἰτία καί ἡ ρίζα; Ἡ ὑπερηφάνεια, λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, οἱ
ἅγιοι Πατέρες καί ὅλοι οἱ σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες.
Ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, πού εἶναι ἡ χειρότερη ἁμαρτία, ἡ πιό μεγάλη ἀκαθαρσία, πηγάζουν καί τά
ψυχικά νοσήματα καί ἡ κατάθλιψη, πού παίζει πρωταρχικό ρόλο στίς μέρες μας. Ἄν θέλουμε
λοιπόν καί ἐμεῖς, ἱερεῖς καί πνευματικοί, νά βοηθήσουμε ἀληθινά τούς ἀνθρώπους, θά πρέπει νά
μήν κάνουμε μιά ἐκκοσμικευμένη ποιμαντική, ἀλλά νά ἀσχοληθοῦμε μέ τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων
καί ὄχι μέ χορούς καί κτίρια, ὅπως γίνεται πολλές φορές. Δέν θέλω νά κατακρίνω ἤ νά κατηγορήσω
κανέναν, ἀλλά τό κύριο βάρος δέν πρέπει νά πέφτει, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, στήν πρόνοια ἤ
στά συσσίτια ἤ στήν φιλανθρωπία. Αὐτό τό κάνουν καί οἱ κοσμικοί καί καλύτερα ἀπό ἐμᾶς τούς
ἱερεῖς. Τό κύριο βάρος τῶν ἱερέων καί τῶν Πνευματικῶν θά πρέπει νά πέσει στήν θεραπεία τῶν
ψυχῶν. Αὐτό βέβαια προϋποθέτει ὅτι πρῶτα ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εἴμαστε θεραπευμένοι.
Γι’ αὐτό, ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, «βλέπω τήν καημένη τή νεολαία ἐγκαταλελειμένη άπό
Πνευματικούς, γιατί οἱ περισσότεροι Πνευματικοί ἀσχολοῦνται μέ τήν πρόνοια, ἐνῶ ὑπάρχει ἡ
κοινωνική πρόνοια καί κάνει πιό καλύτερα τή δουλειά της στόν τομέα αὐτόν καί τό ἔργο τοῦ
πνευματικοῦ (δυστυχῶς), τό κάνουν ψυχίατροι, πού οἱ περισσότεροι δέν παραδέχονται ψυχή ἤ τήν
παραδέχονται μέ τόν δικό τους τρόπο καί δέν ἀναγνωρίζουν τήν ἀξία τῆς ψυχῆς, πού μιά ψυχή
ἀξίζει περισσότερο ἀπό ὅλον τόν κόσμο, καθώς μᾶς λέει ὁ Χριστός».
«Ἐάν δέν ὑπῆρχαν τά ψυχολογικά βιβλία, θά εἴχαμε λιγότερες αὐτοκτονίες». Προσέξτε ἔχουν κάνει
μεγάλη ζημιά τά ψυχολογικά βιβλία, μήν τά διαβάζετε. Διαβάζουν αὐτά τά βιβλία οἱ ἄνθρωποι καί
ἀπελπίζονται γιατί –σᾶς εἶπα- πίσω ἀπό τόν Φρόυντ καί ὅλους αὐτούς κρύβονται πονηρά πνεύματα.
Τό πονηρό πνεῦμα εἶναι ἀνθρωποκτόνο. Θέλει νά ὠθήσει τόν ἄνθρωπο στήν αὐτοκτονία.
«Γιατί πολλοί πού τά διαβάζουν, καταδικάζουν τόν ἑαυτό τους, ἐνῶ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ διώχνει καί
τά κληρονομικά καί σκορπάει καί χαρά». Πράγματι, ὑπάρχουν καί τά κληρονομικά, ὑπάρχει ἡ
ἐπιρροή. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος «ἔχουμε μέσα μας ὅλον τόν Ἀδάμ». Κληρονομᾶμε ὅλο τό καλό
καί ὅλο τό κακό, ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τώρα. Ἀνάλογα κυρίως μέ τό τί ἦταν οἱ γονεῖς μας, οἱ ἄμεσοι
πρόγονοι καί πῶς ἦταν ἡ μητέρα μας ὅταν μᾶς κυοφοροῦσε. Ἔχει τεράστια σημασία αὐτό, πῶς
ζοῦσε, τί βιώματα εἶχε ὅταν ἐμεῖς εἴμαστε στήν κοιλία της. Αὐτό ἐπιδράει στή ζωή μας καί
διαμορφώνει καί τή συμπεριφορά μας. Καί πῶς διορθώνεται αὐτό; Λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, «ὅταν
ὁ ἄνθρωπος κάνει μιά καλή, γενική ἐξομολόγηση». Τότε φεύγουν καί τά κληρονομικά.
Μπορεῖ, λέει, νά ἔχεις μία λαιμαργία καί νά μή μπορεῖς νά τή χαλιναγωγήσεις καί νά φταίει τό ὅτι
ὅταν ἡ μητέρα σου σέ κυοφοροῦσε ἤ στήν πολύ μικρή σου ἡλικία δέν πῆρες ὅση ἀγάπη ἔπρεπε νά
πάρεις. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι σήμερα ἔχει ψυγεῖ ἡ ἀγάπη, ἀκόμα καί τῶν μητέρων πρός τά παιδιά.
Πρίν λίγα χρόνια ἄκουγα, στή Γαλλία ὅταν χωρίζουνε -σήμερα ἔχει γίνει πολύ τῆς μόδας νά
χωρίζουν οἱ ἄνθρωποι- τσακώνονται ποιός δέν θά πάρει τά παιδιά! Ὄχι ποιός θά πάρει τά παιδιά.
Ἔχει χαθεῖ δηλαδή καί ἡ φυσική ἀγάπη. Αὐτό θά ἔρθει καί ἐδῶ, ἄν δέν μᾶς ἔχει ἔρθει ἤδη.
Ἑπομένως, λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος, «ἐάν δέν ὑπῆρχαν αὐτά τά βιβλία θά εἴχαμε λιγότερες
28
αὐτοκτονίες». Ἄν οἱ ἄνθρωποι πήγαιναν στή Χάρη τοῦ Θεοῦ θά ἔφευγαν καί τά κληρονομικά καί
θά ἔβρισκαν οἱ ἄνθρωποι τή σωτηρία τους. Θυμᾶμαι ἕνα χαριτωμένο, πού ἔλεγε πάλι, ἄν πάει
κάποιος σέ ἕνα ψυχιατρεῖο καί τούς διαβάσει τόν ἀββᾶ Ἰσαάκ τόν Σύρο, μόνο νά τούς τόν διάβαζε,
θά ἄδειαζε τό ψυχιατρεῖο!
Ἔχετε διαβάσει ἀββᾶ Ἰσαάκ; Νά δεῖτε τί γλυκύτατα πράγματα λέει. Γιατί; Γιατί, λέει, ὁ ἀββᾶς
Ἰσαάκ σοῦ δείχνει τό νόημα τῆς ζωῆς. Σέ προσανατολίζει σωστά. Σήμερα ὁ ἄνθρωπος εἶναι
ἀπροσανατόλιστος καί ὅλοι εἶναι σέ μιά κατάσταση ἀκηδίας, ὅπως ἔλεγε ὁ π. Σωφρόνιος, δηλαδή
ἀφροντισιᾶς, ἀμέλειας. Ἀπό τήν ἀμέλεια, εἴπαμε, πᾶμε στήν ἁμαρτία καί ἀπό τήν ἁμαρτία στήν
ἀπελπισία.
«Πίσω ἀπό τά ποικίλα ψυχικά – ψυχολογικά νοσήματα κρύβονται δαιμόνια καί πάθη». Τί θά
κάνουν τά χάπια στούς δαίμονες; Σιγά μή φοβᾶται ὁ δαίμονας τά χάπια. Πᾶρε ὅσα χάπια θέλεις, ὁ
δαίμονας δέν φεύγει καί ἑπομένως δέν φεύγει καί ἡ κατάθλιψη.
«Κύριον αἴτιον εἰς τήν κατάθλιψη» ἔλεγε ὁ ἅγιος Γέροντας Πορφύριος «καί σέ ὅλα αὐτά πού τά
λένε πειρασμικά, σατανικά, ὅπως εἶναι ἡ νωθρότης, ἡ ἀκηδία, ἡ τεμπελιά, πού μαζί μ’ αὐτά εἶναι
τόσα ἄλλα ψυχολογικά, δηλαδή πειρασμικά πράγματα, εἶναι ὅτι ἔχεις μεγάλον ἐγωισμό μέσα σου».
Βλέπετε; Νά ἡ αἰτία γιά τά λεγόμενα ψυχολογικά: Ὁ μεγάλος ἐγωισμός. Προκαλεῖ μάλιστα
ἐντύπωση πού ὁ ἅγιος ἀποκαλεῖ καί τά ψυχολογικά, πειρασμικά, δηλαδή δαιμονικά. Σήμερα
ἀκούγεται φυσιολογικό νά ἔχεις καί λίγη κατάθλιψη καί λίγο ἄγχος. Ἀπό ποῦ κι ὡς ποῦ εἶναι
φυσιολογικό νά ἔχεις ἄγχος; Δηλαδή κάναμε καί τό δαιμονικό, φυσιολογικό.
Ὅλα λοιπόν, λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, αὐτά πού ἐγκολπώνεται ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἐλεύθερη θέλησή
του καί μετά ὁδηγεῖται στά ψυχολογικά, εἶναι οὑσιαστικά δαιμονικές ἐνέργειες, οἱ ὁποῖες ὅμως δέν
ἐνεργοῦν αὐθαίρετα καί ἀνεξέλεγκτα καί καταναγκαστικά στόν ἄνθρωπο. Τίς θέλει καί ὁ ἄνθρωπος
καί τίς ἐγκολπώνεται αὐτές τίς δαιμονικές ἐνέργειες. Πῶς γίνεται αὐτό; Ἁπλούστατα μέ τίς
διάφορες ἁμαρτίες πού κάνουμε. Ὅταν πᾶς σέ ἕνα μάγο, σέ μιά μάγισσα, ξέρεις πόσες δαιμονικές
ἐνέργειες ἐγκολπώνεσαι; Γιατί ὁ μάγος καί ἡ μάγισσα εἶναι καθέδρα τοῦ σατανᾶ. Ὅταν θά πᾶς
λοιπόν ἐκεῖ θά γεμίσεις μέ Ἅγιο Πνεῦμα; Μέ πονηρό πνεῦμα θά γεμίσεις. Καί τό πονηρό πνεῦμα
εἶναι πονηρό! Δέν θά σοῦ δείξει ἀμέσως τήν κακία του. Μπορεῖ νά νιώσεις καί λίγο καλά καί νά
νομίσεις ὅτι σέ ὠφέλεισε κιόλας καί μετά θά ἔρθουν οἱ φοβερές συνέπειες.
«Λοιπόν αύτό εἶναι τό μυστικό» λέει ὁ Γέροντας Πορφύριος: «Ἔχω πολλά νά σᾶς πῶ πάνω σ’ αὐτά
πού ἔχω ἰδεῖ στή ζωή μου, ἀπό ἀνθρώπους, πού κατείχοντο ἀπό τέτοια συναισθήματα, δηλαδή
σατανικά συναισθήματα, δηλαδή ὁ διάβολος, ὁ κακός ἑαυτός μας», πού ὑποτάσσεται στόν διάβολο
«κατορθώνει καί παίρνει ἀπό τή μπαταρία τῆς ψυχῆς μας, πού ἔχει τή δύναμη γιά νά κάνομε τό
καλό, τήν προσευχή, τήν ἀγάπη, τή χαρά, τήν εἰρήνη, τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό, αὐτός κατορθώνει
καί μᾶς παίρνει αὐτή τήν ἐνέργεια καί τήν κάνει θλίψη, κατάθλιψη, καί ξέρω πῶς τά λένε οἱ
λεγόμενοι ψυχίατροι». Μᾶς κλέβει ὁ διάβολος δηλαδή τήν ψυχική μας ἐνέργεια καί μᾶς ὑποτάσσει
σ’ αὐτά τά δαιμονικά πράγματα, στίς δαιμονικές καταστάσεις, πού τίς λένε κατάθλιψη κ.λ.π., ἀλλά
οὐσιαστικά εἶναι δαιμονικές ἐνέργειες καί ἐπήρειες.
«Λέμε ἀκηδία, λέμε λογισμοί», εἶναι τοῦ ἁγίου Πορφυρίου λόγια. «Λέμε ὁ διάβολος τῆς ἀκηδίας, ὁ
διάβολος τῆς πορνείας, ὁ διάβολος, ὁ διάβολος, ὁ διάβολος». Ἐνῶ οἱ ψυχίατροι δέν τά λένε ἔτσι.
Λένε: ἔχεις ψύχωση, ἔχεις νεύρωση, ἔχεις ἀνασφάλεια, ἔχεις διάφορα ψυχολογικά. Ἔχουν ἀλλάξει
τήν ὁρολογία καί γι’ αὐτό μᾶς παραπλανοῦν καί δέν πρέπει νά ἀκολουθοῦμε καί νά υἱοθετοῦμε
αὐτά τά πράγματα.
«Οἱ λεγόμενοι ‘ψυχίατροι’ γιά νά μή χρησιμοποιοῦν τή λέξη διάβολος», ἡ ὁποία ὑποκινεῖ τόν
ἄνθρωπο στόν ἐγωισμό, ἡ δαιμονική αὐτή ὀντότητα, «ἔχουν ἐφεύρει, ἄλλες λέξεις. Τά λένε
ἀνασφάλεια, τά λένε πολλές ὀνομασίες … καί τά ἔχουνε βγάλει ἔτσι γιά νά μήν λένε τόν διάβολο».
Ἄν ὅμως βγάλεις τόν διάβολο ἀπό τήν θρησκεία μας, πεῖς ‘δέν ὑπάρχει διάβολος’, ὅπως πολλοί,
ἀκόμα καί χριστιανοί τό λένε, τότε, λέει, «πᾶνε ὅλα τά τῆς θρησκείας μας» γιατί εἶναι δόγμα ὅτι,
29
ὅπως ὑπάρχει ὁ Θεός, ὑπάρχει καί ὁ διάβολος, ὑπάρχουν και οἱ ἐνέργειες οἱ δαιμονικές.
Χρειάζεται λοιπόν, γιά νά θεραπευθοῦμε ἀπό αὐτά τά ψυχολογικά, νά ἀπομακρύνουμε τά αἴτια,
τούς δαίμονες δηλαδή καί τίς ἐνέργειές τους. Ὅλα αὐτά βέβαια δέν φεύγουν μέ χάπια καί
ἠλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης καί, ὅπως σᾶς εἶπα, ἰδιαίτερα ἔλεγε ὁ ἅγιος
Πορφύριος, τῆς γενικῆς ἐξομολόγησης. Νά κάνει ὁ ἄνθρωπος, ἔλεγε, ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν, εἶναι
πολύ ὠφέλιμο, μιά καλή, γενική ἐξομολόγηση, ὅλη του τή ζωή.
Δυστυχῶς -ἀπό τήν πείρα μου ὡς Πνευματικοῦ σᾶς λέω- ἔχω συναντήσει ἀνθρώπους μεγάλης
ἡλικίας καί πολύ μεγάλης πού ἔχουν ἀνεξομολόγητα ἁμαρτήματα λόγω ντροπῆς. Πῶς μετά θά
ἔχουμε ἐνεργό τόν Θεό μέσα μας; Θά κοροϊδέψουμε τόν Θεό; «Νά ντρέπεσαι», λέει ὁ ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, «ὅταν κάνεις τήν ἁμαρτία, ὄχι ὅταν εἶναι νά ἐξομολογηθεῖς». Ἀλλά ὁ
διάβολος αὐτό κάνει: ὅταν ἁμαρτάνουμε μᾶς παίρνει τήν ντροπή καί μᾶς τή δίνει ὅταν εἶναι νά
θεραπευθοῦμε. Ὅταν πᾶς στόν γιατρό, ντρέπεσαι; Ἅμα ντρέπεσαι νά τοῦ δείξεις τήν πληγή σου,
δέν πρόκειται νά πάρεις τή σωστή διάγνωση καί τή σωστή θεραπεία.
Ὁ ἅγιος Παΐσιος, ἐνῶ συνιστοῦσε στούς ἀσθενεῖς νά συμβουλεύονται χριστιανούς γιατρούς, «γιατί
τούς φωτίζει ὁ Θεός», ὅπως τό λέει καί ἡ Ἁγία Γραφή «Τίμα ἰατρόν καί γάρ αὐτόν ἔκτισε Κύριος»
(Σοφ.Σειρ. 38,1), εἶχε ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τήν ἀπαρέσκειά του πρός τά «ψυχολογικά»
βιβλία.
Δέν ἔχω κανένα πρόβλημα μέ τούς ἀνθρώπους, τούς ψυχολόγους, μή νομίζετε ὅτι τούς ἔχω ἄχτι,
ἀλλά αὐτά πού λένε καί διαδίδουν ὅτι εἶναι τάχατες ἐπιστήμη καί θεραπεύει τόν ἄνθρωπο εἶναι
προβληματικά. Δέν θεραπεύει γιατί εἶναι λανθασμένη ὅλη ἡ βάση, ὅπως εἴπαμε.
Εἶχε λοιπόν πολύ μεγάλη ἀπέχθεια καί στά ψυχολογικά βιβλία καί πρός τήν ἴδια τήν «ψυχολογία»
καί τήν «ψυχιατρική», ἡ ὁποία ἀσκεῖται ἀπό ἐπιστήμονες καί ἰατρούς, οἱ ὁποῖοι δέν πιστεύουν στήν
ὕπαρξη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὅπως τήν δέχεται ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία. Ὄντας ὁ ἴδιος βαθύς
γνώστης, Χάριτι Θεοῦ, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνοικούσης στόν ἄνθρωπο λογικῆς καί νοερᾶς ψυχῆς,
τῶν φυσιολογικῶν, ἀλλά καί τῶν παθολογικῶν ἐκδηλώσεών της, στενοχωριόταν καί ὑπέφερε, ὅταν
ἔβλεπε τίς βαριές ἀστοχίες καί τά λάθη στήν ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενιῶν αὐτῶν.
«Αὐτοί πού δέν εἶναι καλά πνευματικά, εἶναι μερικοί ἱερωμένοι πού σπουδάζουν ψυχολογία, γιά νά
βοηθήσουν τίς ψυχές (μέ ἀνθρώπινες τέχνες). Καί τό παράξενο εἶναι πού οἱ δάσκαλοί τους οἱ
ψυχολόγοι δέν πιστεύουν στόν Θεό καί δέν παραδέχονται οὔτε ψυχή, ἤ τήν παραδέχονται μέ ἕνα
δικό τους τρόπο (σχεδόν ὅλοι). Ἀπό αὐτήν τήν πράξη τους οἱ κληρικοί αὐτοί φανερώνουν ὅτι
πνευματικά εἶναι ἄρρωστοι». Εἶναι σάν νά λένε δηλαδή ὅτι ‘Δέν φτάνει ὁ Χριστός, χρειάζεται καί ἡ
ἐπιστήμη. Ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά θεραπεύσει πλήρως τήν ψυχή’. Αὐτό εἶναι βλάσφημία.
Ἔχω συναντήσει τέτοιους ἱερεῖς, πού σκορπᾶνε ἀπελπισία, ἐνῶ ὁ ἱερέας πρέπει νά ἔχει τή χάρη τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος, νά σκορπάει τή χαρά, τήν Ἀνάσταση. Νά σκορπάει ἀπελπισία ὁ ἱερέας
ἐπιτρέπεται; Ὄχι βέβαια, ἀλλά ἄν ὁ ἴδιος δέν ἔχει θεραπευθεῖ, πῶς θά θεραπεύσει τούς ἄλλους;
«Καί ἔχουν ἀνάγκη ἀπό Ἁγιοπατερικές ἐξετάσεις», ὅπως τά ἔλεγε χαριτωμένα ὁ ἅγιος, «καί ἀφοῦ
θεραπευθοῦν, τότε θά διακρίνουν καί μόνοι τους τό ἄρρωστο αὐτό πνεῦμα καί θά γνωρίσουν
παράλληλα καί τή θεία Χάρη, γιά νά χρησιμοποιοῦν στό ἑξῆς τίς ψυχές πού πάσχουν τήν θεία
ἐνέργεια καί ὄχι τίς ἀνθρώπινες τέχνες». Πῶς θά θεραπευθεῖ ἡ ψυχή, ἄν ὄχι μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ;
– Ξέρετε τό πρόβλημα στή Δύση ποιό εἶναι;
Δέν ἔχουν νόημα ζωῆς. Δέν ξέρουν γιατί νά ζοῦν. Ὁπότε πολύ εὔκολα μποροῦν νά προωθήσουν καί
τήν εὐθανασία. ‘Γιατί νά ζεῖς τώρα, κάνε μία ἔνεση καί πέθανε’. Ἰδίως ἅμα προχωρήσει λίγο ἡ
ἡλικία καί ἀρχίσουν οἱ πόνοι… Νομιμοποιοῦμε τήν αὐτοκτονία δηλαδή. Καί ἔχει ἀρχίσει καί
συζητιέται καί ἐδῶ τό θέμα αὐτό τῆς εὐθανασίας. Ἐκεῖ φτάνει ἡ ἔλλειψη νοήματος ζωῆς! Γιά νά
φτάσει κάποιος στό σημεῖο νά ζητήσει εὐθανασία, σημαίνει ὅτι δέν βρίσκει νόημα στή ζωή. Δέν
ἔχει ἔννοια ἡ ζωή του. Εἶναι δυνατόν ὅμως νά μήν ἔχει ἔννοια ἡ ζωή μας; Δέν ξέρεις γιατί ζεῖς; Δέν
30
ξέρουν, ὅτι ἡ ζωή αὐτή μᾶς δόθηκε νά ἐτοιμαστοῦμε γιά τήν αἰώνια ζωή, γιά νά μετανοήσουμε, νά
ἐξαγοράσουμε τόν καιρό, τήν κάθε εὐκαιρία καί νά ἀνοιχτοῦμε στή χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν λοιπόν προσανατολιστεῖ σωστά ὁ ἄνθρωπος καί θά βοηθήσει σ’ αὐτό ὁ προσανατολισμός
τῶν ἁγίων Πνευματικῶν, τῶν Πατέρων μας, τότε καί οἱ ἄνθρωποι θά βροῦνε τό νόημα τῆς ζωῆς.
«Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βοηθηθεῖ νά πιστέψει στόν Θεό καί στή μέλλουσα ζωή, τήν αἰώνιο – συλλάβει
δηλαδή τό βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς – καί μετανοήσει, ἀλλάξει ζωή, ἔρχεται ἀμέσως ἡ θεία
παρηγοριά μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀλλοιώνει τόν ἄνθρωπο, διώχνοντας καί ὅλα τά
κληρονομικά του. Ἔτσι ἔγινε σέ πολλούς ἀνθρώπους πού μετανόησαν, ἀγωνίστηκαν φιλότιμα,
χαριτώθηκαν, ἔγιναν καί Ἅγιοι καί τούς προσκυνᾶμε τώρα μέ εὐλάβεια καί ζητᾶμε καί τίς
πρεσβεῖες τους, ἐνῶ πρίν εἶχαν πολλά πάθη καί κληρονομικά».
«Ἐπί παραδείγματι, ὁ Ὅσιος Μωυσῆς ὁ Αἰθίωψ, ἐνῶ πρίν ἦταν ὁ πιό αἱμοβόρος ληστής –καί
μάλιστα λέγεται αἰθίωψ γιατί ἦταν μαῦρος, ἦταν τέτοιο χρῶμα τό δέρμα του- μέ κληρονομική
κακία –αὐτά τά λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος-, μόλις πίστεψε στόν Θεό, μετανόησε, ἀσκήθηκε, ἔφυγαν ὅλα
τά πάθη, τόν ἐπισκέφθηκε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί ἀξιώθηκε νά λάβει ἀκόμα καί τό προφητικό
χάρισμα. Πέρασε δέ στήν εὐαισθησία ἀκόμα καί τόν Μέγα Ἀρσένιο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπό τή
μεγαλύτερη ἀρχοντική οἰκογένεια τῆς Ρώμης, μέ κληρονομικές ἀρετές καί μεγάλη ἐπιστημονική
μόρφωση».
«Ἑπομένως, τό πᾶν εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Τήν ψυχή μπορεῖ νά τήν βοηθήσει μόνο ἕνας
χαριτωμένος Πνευματικός, μέ πίστη, πού ἀγαπάει τήν ψυχή καί τήν πονάει, γιατί γνωρίζει τή
μεγάλη της ἀξία. Τήν βοηθᾶ στή μετάνοια, τήν ξαλαφρώνει μέ τήν ἐξομολόγηση, τήν ἐλευθερώνει
ἀπό τό ἄγχος καί τήν ὁδηγεῖ στόν Παράδεισο ἤ πετάει τόν λογισμό μέ τόν ὁποῖο βασανίζει τήν
εὐαίσθητη ψυχή ὁ πονηρός, καί θεραπεύεται».
Ξέρετε πόσο ὑποφέρουν οἱ ἄνθρωποι σήμερα ἀπό λογισμούς; Ποικίλους λογισμούς! Οἱ ψυχολόγοι
θά σοῦ ποῦν ἔχεις ἔμμονες ἰδέες καί θά σοῦ δώσουν χάπια. Τί νά σοῦ κάνουν τά χάπια στούς
λογισμούς; Θά τά πάρεις λίγο, θά ναρκωθεῖς, μπορεῖ νά γίνεις καί παχύσαρκος, γιατί αὐτά ἀνοίγουν
καί τήν ὄρεξη καί γίνεσαι ἕνας ἄχρηστος ἄνθρωπος, μισοκοιμισμένος. Ἔτσι γίνεται ἡ θεραπεία τῆς
ψυχῆς; Τό θέμα εἶναι νά βοηθήσεις τόν ἄνθρωπο νά πετάξει τόν λογισμό αὐτόν πού τόν
ἀχρηστεύει. Ἀλλά αὐτό χρειάζεται ‘χαριτωμένο’ Πνευματικό, πού ἔχει θεραπευθεῖ ὁ ἴδιος καί
μπορεῖ νά σοῦ δείξει τόν δρόμο, νά θεραπευθεῖς κι ἐσύ.
«Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀρρώστια στόν κόσμο ἀπό τόν λογισμό, ὅταν δηλαδή πείσει ὁ διάβολος
τόν ἄνθρωπο μέ λογισμούς ὅτι δέν εἶναι καλά. Ὅπως δέν ὑπάρχει καί ἀνώτερος γιατρός σ’ αὐτές τίς
περιπτώσεις ἀπό τόν ἔμπειρο Πνευματικό, πού ἐμπνέει ἐμπιστοσύνη μέ τήν ἁγιότητά του καί πετάει
αὐτούς τούς λογισμούς ἀπό τά εὐαίσθητα πλάσματα τοῦ Θεοῦ καί θεραπεύει ψυχές καί σώματα
δίχως φάρμακα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, καί τίς ἐξασφαλίζει καί τόν Παράδεισο».
– Πῶς ἐπιλέγουμε τόν Πνευματικό μας;
Πρῶτον, θερμή προσευχή. Δέν εἶναι ἁπλό πράγμα νά βροῦμε σωστό Πνευματικό. Στίς μέρες μας
μάλιστα, λέει καί ὁ Σεβασμιώτατος π. Ἰερόθεος Βλάχος: «Ἀληθινά εἶναι σπάνιοι αὐτοί πού
γνωρίζουν νά ποιμαίνουν καλά καί νά ἰατρεύουν τίς λογικές ψυχές». Πολύ προσευχή. Ὑπάρχει μιά
προσευχή -δέν θά σᾶς τή διαβάσω- πού ἔχει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος καταχωρημένη στά
ἔργα του, μπορεῖτε νά τή βρεῖτε. Νά παρακαλέσετε τόν Θεό νά σᾶς δώσει σωστό Πνευματικό
γιατρό. Ὅπως ἀναζητᾶς τόν καλό γιατρό γιά τό σῶμα σου, ὀφείλεις καί γιά τήν ψυχή σου νά
ἀναζητήσεις τόν καλό γιατρό. Ἀλλά προσέξτε:
– Γιατί πολλές φορές πέφτουμε σέ ὄχι καλούς Πνευματικούς‘γιατρούς’;
Γιατί δέν θέλουμε κατά βάθος, ὁλοκληρωτικά τόν Χριστό. Θέλουμε καί λίγο τά πάθη μας. Θέλουμε
καί λίγο τήν ἁμαρτία, ὁπότε δέν πᾶμε μέ εὐθεία καρδία στόν Θεό, ἀλλά πλαγίως, ὅπως λέει ἡ
Γραφή: Ἄν πᾶς πλαγίως στόν Θεό, πλαγίως θά πάει καί ὁ Θεός σέ σένα. Θά παραχωρήσει δηλαδή ὁ
31
Θεός νά πλανηθεῖς, γιατί θέλεις νά πλανηθεῖς. Ἐνῶ ὁ Θεός θέλει ὅλοι νά σωθοῦμε (Α΄Τιμ. 2,4).
Ἀλλά ἐπειδή ἐσύ εἶσαι πονηρός, σέ ἀφήνει νά μάθεις ἀπό αὐτά πού θά πάθεις. Καί σήμερα
ὑπάρχουν δυστυχῶς Πνευματικοί χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα, τό ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος
Θεολόγος στήν ἐποχή του, χίλια χρόνια πρίν. Ἔχουμε πολλούς λέει, πνευματικούς χωρίς ἅγιο
Πνεῦμα, οἱ ὁποῖοι θά σοῦ ποῦνε –Κάνε καί λίγο τήν ἁμαρτία, δέν πειράζει, ἐγώ θά σοῦ διαβάσω
εὐχή νά κοινωνήσεις κιόλας. Καί ποιό εἶναι τό ἀποτέλεσμα; Θά θεραπευθεῖς; Κάθε ἄλλο. Θά πᾶς
πιό γρήγορα στήν καταστροφή.
Ἑπομένως χρειάζεται γιά νά βροῦμε σωστό Πνευματικό, νά ἔχουμε εἰλικρίνεια μέ τόν ἑαυτό μας.
Νά ἔχουμε ἀποταχθεῖ πλήρως τήν ἁμαρτία, νά τήν ἔχουμε μισήσει καί νά ἔχουμε εἰλικρινή διάθεση
νά ἀκολουθήσουμε 100% τόν Θεό.
Στίς μέρες μας θά ἔχετε ἀκούσει τήν διάκριση ‘αὐστηρός Πνευματικός καί ἐπιεικής Πνευματικός’.
Λοιπόν, νά σᾶς πῶ ὅτι δέν ὑπάρχουν αὐστηροί καί ἐπιεικεῖς. Ὑπάρχουν ἁπλούστατα γιατροί πού
θεραπεύουν καί γιατροί πού δέν θεραπεύουν. Ὅπως στό Νοσοκομεῖο, δέν λές αὐτός εἶναι αὐστηρός
γιατρός, ὁ ἄλλος εἶναι ἐπιεικής. Ὑπάρχει γιατρός πού θά σοῦ δώσει τή σωστή θεραπεία καί ὑπάρχει
καί ὁ τσαρλατάνος. Πρέπει νά ἐπιλέξεις: ἄν δέν εἶσαι ράθυμος καί δέν ἀγαπᾶς τά πάθη σου, αὐτόν
τόν ὁποῖο δέν θά σοῦ χαϊδέψει τά πάθη, ἀλλά αὐτόν πού θά σέ θεραπεύσει μέ ὅ,τι κι ἄν κοστίσει,
γιατί βεβαίως ἄν θέλεις νά θεραπευθεῖς, θά πονέσεις λίγο.
Ἔλεγε ἕνας σύγχρονος μεγάλος ἅγιος Γέροντας, τά πάθη εἶναι σάν ρίζες, τά ὁποῖα ἔχουν μπεῖ μέσα
στήν καρδιά μας καί τά ὁποῖα πρέπει νά ξεριζώσεις. Ἀλλά ὅταν τά ξεριζώνεις ματώνεις κιόλας, γιά
νά βγάλεις τά ριζίδια πού ἔχουν μπεῖ μέσα στήν καρδιά. Ματώνεις, ἀλλά ἔτσι ἔρχεται ἡ πνευματική
ὑγεία.
Ἀκόμα κάποια κριτήρια θά σᾶς δώσω. Αὐτός πού θά ἐπιλέξετε θά πρέπει νά εἶναι ὀρθόδοξος,
δηλαδή νά λέει ὀρθόδοξα πράγματα. Δέ μπορεῖ νά λέει, π.χ. ὅτι κι ὁ Πάπας εἶναι Ἐκκλησία, νά
εἶναι οἰκουμενιστής δηλαδή, ὅτι ὁ Παπισμός καί οἱ Προτεστάντες καί αὐτοί εἶναι Ἐκκλησίες, ὅτι
καί αὐτοί ἔχουν τό Ἅγιο Πνεῦμα κι αὐτοί ἔχουν Μυστήρια. Μακριά ἀπό αὐτούς, γιατί ὑπάρχουν
καί τέτοιοι. Τό πρῶτο κριτήριο εἶναι αὐτό νά εἶναι Ὀρθόδοξος. Νά πιστεύει ὀρθόδοξα δηλαδή.
Ἕνα δεύτερο βασικό κριτήριο εἶναι νά εἶναι ὁ ἴδιος θεραπευμένος καί φωτισμένος. Πῶς θά τό
καταλάβεις αὐτό; Ἀπό τούς καρπούς, λέει ὁ Χριστός, καταλαβαίνεις τό δένδρο. Ἄν ὁ ἴδιος δηλαδή
ἔχει τή χαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχει τήν εἰρήνη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄν ὁ ἴδιος εἶναι μέσα
στό ἄγχος, μέσα στήν ταραχή, μέσα στόν θυμό, τί γιατρός εἶναι; Ἀφοῦ δέν ἔχει θεραπεύσει τά δικά
του πάθη, θά θεραπεύσει ἐσένα; Ἀπό τούς καρπούς λοιπόν, ἀπό αὐτά πού θά δεῖς στή ζωή του, θά
κρίνεις κι αὐτόν.
Αὐτά πού σᾶς λέω εἶναι Ἁγιοπατερικά τά κριτήρια, δέν εἶναι δικά μου, εἶναι τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ
Νέου Θεολόγου, πού ἔχει ἀσχοληθεῖ μέ αὐτό τό θέμα. Τρίτο βασικό κριτήριο εἶναι, λέει ὁ ἅγιος
Συμεών, νά δεῖς ἄν κάνει ζωή ἀσκητική, ἄν μιμεῖται τή ζωή τῶν Ὀρθοδόξων Ἁγίων, πού ὅλοι ἦταν
ἀσκητές, εἴτε ἦταν μέσα στόν κόσμο, εἴτε ἦταν στήν ἔρημο. Ὅλοι ζοῦσαν μέ νηστεία, ἀγρυπνία καί
προσευχή.
Τέταρτο κριτήριο, ἐάν ἔχει τήν ἔξωθεν καλή μαρτυρία. Ἀλλά ἀπό ποιούς; Ὄχι ἀπό τή μάζα, ἀπό
τόν πολύ κόσμο. Ἀπό τούς ἁγίους, ἀπό τούς ἀγωνιζομένους πιστούς ἄν ἔχει καλή μαρτυρία.
Μπορεῖς νά τό μάθεις αὐτό. Ὅπως στόν καλό γιατρό, θά ἀναζητήσεις τούς καλούς ἀσθενεῖς του γιά
νά τόν ἐπιλέξεις.
Πέμπτο καί τελευταῖο κριτήριο εἶναι ἡ προσωπική μας πείρα. Δηλαδή πᾶς ἐξομολογεῖσαι μιά φορά,
δυό φορές καί βλέπεις ἄν πέφτει ὁ πυρετός τῶν παθῶν, ἄν ἀρχίζεις νά θεραπεύεσαι. Ἄν ἀρχίζει νά
ἔρχεται μέσα σου ἡ χάρη, ἡ εἰρήνη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σημαίνει ὅτι σοῦ ἔδωσε σωστές ὁδηγίες,
ἐννοεῖται βέβαια ὅτι θά κάνεις αὐτά πού θά σοῦ πεῖ. Δέν παίρνουμε τήν περίπτωση πού δέν τά
ἐφαρμόζεις καί ἁπλῶς πᾶς. Ἐφόσον τά κάνεις, θά πρέπει νά ἀρχίσει ἀμέσως ἡ θεραπεία καί τά
σημάδια τῆς θεραπείας νά εἶναι ἐμφανή. Ἄν δέν εἶναι ἐμφανή, κάτι δέν πάει καλά, σοῦ δίνει λάθος
32
θεραπεία. Ὁπότε εἶναι κι αὐτό ἕνα κριτήριο, ἡ προσωπική μας ἐμπειρία.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: Γιά τήν ἐκλογή τοῦ Πνευματικοῦ πού εἴπατε…….
– Ἀπ.: Ὅταν εἶσαι σ’ ἕναν γιατρό καί πᾶς ἕνα χρόνο, δύο χρόνια, πέντε χρόνια καί δέν
θεραπεύεσαι, δέν θά τόν ἀλλάξεις; «Ὅπου ἔχουμε πολλούς γιατρούς, μετά ἔχουμε κηδεία», ὅπως
λέει καί ἡ παροιμία. Ἔτσι εἶναι καί στά πνευματικά. Σωστό εἶναι αὐτό πού λέτε, ὅταν βρεῖς ὅμως
τόν σωστό γιατρό. Ἄν δέν τόν βρεῖς, βεβαίως θά ἀλλάξεις. Μπορεῖ νά κάναμε λάθος ἐπιλογή.
Ὡραῖα, θά διορθωθοῦμε. Δέν σημαίνει ἐπειδή ἐπιλέξαμε κάποιον, θά μείνουμε ἐκεῖ διά βίου.
Μερικοί προσκολλῶνται συναισθηματικά. Καί σκέφτονται: ‘Πῶς νά τοῦ τό πῶ τώρα, θά τόν
στενοχωρήσω’. Νά τόν στενοχωρήσεις. Ἅμα δέν σέ ἔχει θεραπεύσει; Πρέπει κι αὐτός λίγο νά
προβληματιστεῖ, γιατί φεύγεις; Ὅπως εἴπαμε, θεραπεία σημαίνει ὄχι ἁπλῶς νά ζοῦμε μέ τήν
κατάθλιψή μας καί τό ἄγχος μας, γιατί αὐτό σέ μαθαίνουν οἱ ψυχολόγοι καί οἱ ψυχίατροι καί οἱ
ψυχολογοῦντες Πνευματικοί καί ἱερεῖς, νά συζεῖς μέ τά πάθη σου. Ὁ σκοπός δέν εἶναι νά
συζήσουμε μέ τά πάθη μας καί τήν κακομοιριά μας, ἀλλά νά πετάξουμε τά πάθη καί νά βροῦμε τή
χαρά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Σήμερα δηλαδή δέν ὑπάρχει Θεός; Δέν ὑπάρχει Ἅγιο Πνεῦμα, δέν ὑπάρχουν οἱ ἐκδηλώσεις τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος; Δέν τίς ζεῖ κανένας αὐτές τίς ἐκδηλώσεις; Χάθηκε πλέον ἡ ἁγιοπνευματική ζωή;
Δέν ὑπάρχει δυνατότητα νά ζήσουμε τόν Παράδεισο ἐδῶ στή γῆ, ὅπως μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι;
Ἀλλοίμονο καί βέβαια ὑπάρχει. Ἀλλά οἱ σωστοί θεραπευτές, σᾶς εἶπα, εἶναι σπάνιοι καί πρέπει νά
τούς ἀναζητήσετε.
Ἄς τήν χάσουνε τήν πελατεία… αὐτοί πού δέν εἶναι σωστοί Πνευματικοί, δέν πειράζει. Γιατί κι
ἐμεῖς, παππούλη μου, πρέπει νά προβληματιστοῦμε. Πρῶτοι ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς καί ἐγώ πού τό λέω, γιά
τόν ἑαυτό μου. Πόσο καλά ποιμένουμε τόν λαό τοῦ Θεοῦ; Θά δώσουμε φρικτό λόγο στόν Θεό.
Ξέρετε τά κρόσια στό πετραχήλι μας εἶναι οἱ ψυχές τῶν ζώντων καί τῶν κεκοιμημένων, πού γιά
κάθε μιά ἀπ’ αὐτές θά μᾶς ζητήσει λόγο ὁ Θεός.
Ὁπότε κι ἐσεῖς βοηθᾶτε τήν Ἐκκλησία, ὅταν κάνετε σωστή ἐπιλογή μέ τά κριτήρια πού εἴπαμε.
Ξέρετε οἱ Πνευματικοί χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα προτιμῶνται ἰδιαίτερα. Γιατί ὅμως; Γιατί καί ὁ λαός δέν
θέλει νά ἀλλάξει κατά βάθος. Θέλει νά ζεῖ μέ τά πάθη του. Δυστυχῶς. Ὁπότε θά βρεῖ καί ἕναν
ἀνάλογο ψευτογιατρό, πού θά τοῦ παίρνει καί τίς ἐνοχές. ‘Ἐντάξει ἐξομολογοῦμαι κιόλας, ἔχω καί
Πνευματικό’. Ξέρετε ἀπό πόσους τό ἀκούω αὐτό; Ἔχω καί Πνευματικό. – Ἀπό πότε ἔχεις νά τόν
δεῖς; Δέν θυμοῦνται κἄν, ἄλλα μπορεῖ καί νά τόν βλέπει. Βέβαια πολλά παίζονται κι ἐδῶ. Μπορεῖ
νά μή λέει αὐτά ἀκριβῶς πού τοῦ λέει ὁ Πνευματικός, νά τά διαστρέφει κ.λ.π.
Ἀλλά ἕνας πού ἔχει εἰλικρινή διάθεση νά θεραπευθεῖ, θά τόν βρεῖ τόν δρόμο, δέν θά τόν ἀφήσει ὁ
Θεός. Κάνοντας θερμή προσευχή -πού εἶναι τό βασικότερο- ὁ Θεός θά σοῦ δώσει τόν σωστό
Πνευματικό. Καί μή διστάσετε νά ἀλλάξετε ὅταν δέν θεραπεύεστε, πολύ ἁπλό πράγμα εἶναι. Μήν
κολλᾶμε συναισθηματικά σέ πρόσωπα.
– Ἐρ. : Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔχει τήν ἀνάγκη νά μιλήσει στόν Πνευματικό του, θά προσπαθήσει νά
τόν βρεῖ. Ὅταν ἕνας Πνευματικός στήν ἀρχή μπορεῖ νά ἔχει χίλια ἄτομα, μετά νά αὐξάνουν, γιατί
μπορεῖ νά εἶναι καλός καί σιγά-σιγά νά μειώνεται καί ὁ χρόνος πού μποροῦν νά τόν δοῦν. Ἀλλά
ὅταν ὑπάρχει ἀνάγκη στό κάθε πνευματικοπαίδι καί δέν μπορεῖ νά τόν δεῖ, ἀρχίζει νά χάνεται.
Δηλαδή στό πρόβλημά του νά θέλει νά τόν δεῖ. Τί κάνουμε;
– Ἀπ. : Νά σᾶς πῶ τί ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος: εἶναι μερικοί πού μοῦ δίνουν τριάντα σελίδες
ἐξομολόγηση καί ὅλα αὐτά πού γράφουν γιά τόν ἑαυτό τους, τίς τριάντα σελίδες, θά μποροῦσαν νά
τά γράψουν σέ μία σελίδα καί νά μή βασανίσουν καί τόν Πνευματικό. Δηλαδή κι ἐμεῖς πρέπει νά
μάθουμε νά ἐξομολογούμαστε. Γι’ αὐτό, σᾶς εἶπα, εἶναι τεράστιο τό θέμα.
33
Ἰδίως οἱ γυναίκες ἔχετε αὐτή τήν ἀδυναμία -δέν θέλω νά νομίσετε ὅτι εἶμαι ἐναντίον σας, μαζί σας
εἶμαι- καί ἀντί νά ψάχνετε τή θεραπεία, ζητᾶτε ἁπλῶς μία ψυχολογική ὑποστήριξη. ‘Τόν θέλω τόν
Πνευματικό τώρα. Αὔριο δέν θά τόν θέλω, θά μοῦ ἔχει περάσει’. Τώρα τόν θέλω γιατί λειτουργεῖ
ὡς πυροσβεστήρας, ἄς ποῦμε, καί θά μοῦ πάρει ὅλη τήν ἔνταση. Μά γι’ αὐτό εἶναι ὁ Πνευματικός;
Ὁ Πνευματικός εἶναι γιά νά σέ βοηθήσει νά μήν ἔχεις ποτέ ἔνταση. Γι’ αὐτό εἶναι ὁ Πνευματικός κι
ἄν δέν τό ἔχεις πάρει αὐτό τό μάθημα, θά πρέπει νά φροντίσεις νά τό πάρεις γιατί ἡ ἔνταση θά
φύγει σήμερα, μετά αὔριο θά ἔρθει κάτι ἄλλο. Πάλι θά ἔχεις ἔνταση. Πάλι τόν Πνευματικό
τηλέφωνο. Μεθαύριο πάλι. Ἔ, δέν εἶναι αὐτό θεραπεία.
Σ’ αὐτό δέν φταίει ὁ Πνευματικός, φταῖς ἐσύ, γιατί πᾶς μέ λανθασμένη προσδοκία. Προσδοκᾶς ἀπό
τόν Πνευματικό ἕνα στήριγμα, ὅπως ἄλλοι τό κάνουν αὐτό στόν γάμο. Παντρεύονται γιά νά ἔχουν
ἕνα στήριγμα. Μά δέν εἶναι ὁ σκοπός τοῦ γάμου νά ἔχεις ἕνα στήριγμα. Σκοπός τοῦ γάμου εἶναι ἡ
θέωση. Ὅπως καί ἡ σχέση μας μέ τόν Πνευματικό, δέν εἶναι ἁπλῶς γιά νά ἔχουμε ἕνα στήριγμα
πνευματικό, εἶναι ἡ θέωση. Νά ἑνωθοῦμε, νά γίνουμε ἕνα πνεῦμα μέ τόν Πνευματικό καί ὄντας ἕνα
πνεῦμα μαζί του καί μέ τήν Ἐκκλησία ὅλη, νά εἴμαστε ἕνα μέ τόν Θεό. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς
ἐξομολόγησης, αὐτός εἶναι ὁ σκοπός καί τοῦ γάμου, νά γίνουμε ἕνα πνεῦμα. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός
τῆς ἐνορίας. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας. Νά μποῦμε ὅλοι στό ἴδιο πνεῦμα.
Γιά νά ἔχεις ἔνταση, κάτι κάνεις λάθος. Χάνεις, ἀπενεργοποιεῖς τό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό πρέπει νά
ἀναζητήσεις. Ὄχι ἁπλῶς νά πεῖς τήν αἰτία τῆς ἔντασής σου. Γιατί αὐτό γίνεται συνήθως καί πᾶνε
καί λένε ἱστορίες ἀτέλειωτες.
Μοῦ ἔλεγε ἕνας Πνευματικός πολύ καλός: –Τούς κόβω. Αὐτά εἶναι ἱστορίες. Δέν πᾶμε στόν
Πνευματικό νά ποῦμε τήν ἱστορία τῆς ζωῆς μας ἤ τό πῶς ἔγινε τό τάδε περιστατικό. Αὐτό φέρνει
μιά ψυχολογική ἀνακούφιση, ἀλλά δέν εἶναι ἡ θεραπεία αὐτό.
Στόν Πνευματικό θά πεῖς τίς ἁμαρτίες σου, ἕνα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, καί θά πεῖς κάποια
χαρακτηριστικά συμβάντα γιά νά δώσεις στόν Πνευματικό τήν εἰκόνα σου νά καταλάβει τί
συμβαίνει στήν ψυχή σου. Συνεπῶς δέν χρειάζονται πολλά λόγια.
Λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος, μέ πέντε λόγια δίνω εἰκόνα στόν Πνευματικό. Καί ὁ ἅγιος Παΐσιος
ἐξομολογεῖτο, ἀλλά δέν ἔλεγε ἀτέλειωτες ἱστορίες. Πόσο θέλει νά πεῖς δέκα ἁμαρτίες; Δύο λεπτά.
Ἀντε νά πεῖς καί μία εἰκόνα στό κάθε χαρακτηριστικό.. Πέντε λεπτά! Ὄχι μισή ὥρα καί μία ὥρα.
Μετά τί θά κάνει ὁ Πνευματικός; Ἅμα θέλει γιά τόν καθένα μία ὥρα, τί θά γίνει; Κάποιες φορές
περιμένουν ἄλλοι τριάντα ἤ πενήντα. Συσσωρευτικά τώρα τή Μεγάλη Σαρακοστή μπορεῖ νά
φτάσει ὁ Πνευματικός νά δεῖ καί πεντακόσιους καί χίλιους καί δύο χιλιάδες. Δέν σκέφτεσαι καί
τούς ἄλλους;
Ἀλλά κυρίως, σᾶς εἶπα, ἡ θεραπεία δέν ἔρχεται μέ τό νά ποῦμε πολλά, ἀλλά μέ τό νά στοχεύσουμε
εἰλικρινά στά πάθη μας. Νά κατακεραυνώσουμε τά πάθη μας καί ὄχι νά τά δικαιολογήσουμε.
Πολλοί πᾶνε νά δικαιολογήσουν τά πάθη τους καί γι’ αὐτό λένε καί πολλά λόγια. Ἀρχίζουν τήν
ἱστορία: ‘Πάτερ, ξέρεις, ἔτσι… ἐδῶ’.–Πές τήν ἁμαρτία σου. Δέν λέει τήν ἁμαρτία της. Θά σοῦ πεῖ
μιά ὁλόκληρη ἱστορία κι ἄν τήν πεῖ τήν ἁμαρτία στό τέλος. Ἀλλά μᾶλλον θά πεῖ ὅ,τι εἶναι γιά νά
δικαιωθεῖ. Δέν πᾶμε στόν Πνευματικό γιά νά δείξουμε τίς ἀρετές μας. Πᾶμε γιά νά κατακρίνουμε
τόν ἑαυτό μας γιατί εἴμαστε μπροστά στόν Θεό ἐκείνη τήν ὥρα. Ἄν πᾶς νά δικαιωθεῖς, ἔχεις
τελείως λάθος θεώρηση τοῦ μυστηρίου. Στό μυστήριο, λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος, λέω καί παραπάνω.
Δηλαδή ἔλεγε: πάω καί λέω στόν Πνευματικό «θύμωσα». Μπορεῖ νά ἔχω χίλια δίκαια πού θύμωσα,
δέν τά λέω. Λέω: θύμωσα. Καταλάβατε; Δηλαδή λέω καί παραπάνω, ὄχι λιγότερο, γιατί εἴμαστε
μπροστά στόν Θεό.
Πῶς βλέπουμε τόν Πνευματικό μας; Δέν μπορεῖ ὁ Πνευματικός σου νά εἶναι ὁ φίλος σου -ὄχι μέ
τήν κακή ἔννοια, μέ τήν καλή ἔννοια- νά τόν ἔχεις στό τσεπάκι ὅποια ὥρα θέλεις. Λένε μερικοί:
‘Θέλω πάτερ, ὅποτε θέλω νά σέ παίρνω τηλέφωνο..’. Τί θά κάνει ὁ Πνευματικός μετά; Θά
ἀσχοληθεῖ μέ σένα, θά ἀσχοληθεῖ καί μέ ἄλλους πέντε καί θά χάσει ὅλους τούς ὑπόλοιπους, θά
34
χάσει καί τόν ἑαυτό του. Καλά τόν Πνευματικό δέν τόν σκέφτεσαι;
Σᾶς εἶπα δέν πᾶμε γιά νά βροῦμε ψυχολογική ὑποστήριξη. Πᾶμε γιά νά καταθέσουμε τίς ἁμαρτίες
μας, γιά τίς ὁποῖες ἔχουμε μετανοήσει, τίς ἔχουμε μισήσει καί πλέον ἀποφασισμένοι προχωρᾶμε
μπροστά.
– Ἐρ.: Νά ρωτήσω κάτι. Ἴσως συμβαίνει περισσότερο σέ μᾶς τούς ἄνδρες γιατί ἔχουμε καί
πρόσβαση στό Ἅγιο Ὄρος. Μπορεῖ νά ἔχουμε τόν Πνευματικό μας ἔξω καί ἔτσι ἀκριβῶς ὅπως
εἴπατε, εἴτε ἀπό πολύ προσκόλληση νά ὑπάρχει κάποια ντροπή, εἴτε ἀκόμα καί στό Ἅγιο Ὄρος
πηγαίνοντας κάποιοι Ἁγιορεῖτες, ἄν καί ἔχουμε τόν Πνευματικό μας ἔξω, ἐπιμένουν ‘νά σᾶς
ἐξομολογήσουμε’ καί μᾶς βάζουν κάτω ἀπό τό πετραχήλι. Ἐκεῖ μπορεῖ νά λέμε καί ἁμαρτίες πού
δέν τίς ἔχουμε πεῖ στόν Πνευματικό μας. Ἴσως ἐπειδή εἶναι τό Ἅγιο Ὄρος ἤ γιά κάποιο λόγο..
Αὐτή ἡ ἐξομολόγηση ἔχει ἀξία σάν ἐξομολόγηση;
– Ἀπ.: Ἔχεις ἕνα νόσημα καί ἔχεις ἕναν γιατρό καί τοῦ τό λές. Ἔχεις ὅμως κι ἄλλο ἕνα καί δέν τοῦ
τό λές. Θά πάρεις σωστή θεραπεία; Δέν θά πάρεις, γιατί δέν ἔχει ὁλοκληρωμένη εἰκόνα γιά σένα.
Δηλαδή θά πρέπει νά ἔχουμε ἕναν γιατρό, πού νά τά ξέρει ὅλα τά τῆς ψυχῆς μας. Ἄν δέν τοῦ ἔχεις
ἐμπιστοσύνη, κάτι τρέχει. Μπορεῖ νά εἶναι ὁ ἴδιος ἀναξιόπιστος. Θά ἀναζητήσεις ἕναν ἄλλον
ἀξιόπιστο. Γιατί ὄντως ὑπάρχει κι αὐτό τό ἐνδεχόμενο.
Προσέξτε ἡ ἐξομολόγηση εἶναι ἀπόρρητη ἀμφίδρομα. Δηλαδή καί ὁ Πνευματικός δέν ἐπιτρέπεται
νά πεῖ τίποτα ἀπό αὐτά πού θά τοῦ πεῖτε, ἀλλά καί ἐσεῖς δέν ἐπιτρέπεται νά πεῖτε κάτι πού σᾶς εἶπε
ὁ Πνευματικός γιατί αὐτό καταλύει τό ἀπόρρητο τῆς ἐξομολόγησης. Ἡ ἐξομολόγηση εἶναι
ἀπόρρητη καί ἀπό ἐσᾶς. Ὅ,τι λέει ὁ Πνευματικός, τό λέει προσωπικά σέ σᾶς. Δέν θά πεῖτε: «Ξέρεις
μοῦ εἶπε ὁ Πνευματικός νά κοινωνάω κάνοντας αὐτή τή νηστεία». Αὐτό εἶναι γιά σένα. Ὁπότε τό
ἀπόρρητο ἰσχύει ἀμφίδρομα.
Ἄν εἶναι ἀναξιόπιστος ὁ Πνευματικός τόν ἀλλάζουμε, ἐννοεῖται αὐτό. Θά βρεῖς κάποιον θεραπευτή
πού θά τά λές ὅμως ὅλα. Δέν μπορεῖ νά λές μισά στόν ἕναν, μισά στόν ἄλλον. Ἄς εἶναι καί στό
Ἅγιον Ὄρος! Ἤ θά ἔχεις ἕναν στό Ἅγιο Ὄρος νά τά ξέρει ὅλα καί ἐκεῖνος μετά μπορεῖ νά σοῦ
δώσει εὐλογία -πού εἶναι καί σωστό- νά ἔχεις κι ἕναν Πνευματικό στόν κόσμο. Γιατί, ἄν ὁ γιατρός
σου εἶναι στήν Κρήτη καί ἐσύ στήν Κατερίνη, ὅταν θά πάθεις ἀτύχημα μέχρι νά φτάσεις στήν
Κρήτη, θά ἔχεις πεθάνει ἐνδεχομένως ἀπό τήν αἱμορραγία.
Ἑπομένως, θά πρέπει νά ἔχεις κι ἕναν Πνευματικό ἔξω, γιατί τά ἁμαρτήματα δέν πρέπει νά τά
ἀφήνουμε νά χρονίζουν μέσα μας. Ἔπεσες, τρέξε ἀμέσως, τό λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος. Μήν
ἀναβάλλεις. Γιατί πᾶς καί τό λές μετά ἀπό ἕναν μήνα; Στόν ἕνα μήνα πού τό ἀφήνεις, θά κάνεις
ἄλλα δέκα παρόμοια μέ αὐτό. Δυστυχῶς ἔτσι εἶναι. Ὁ διάβολος δέν θά σέ ἀφήσει. Σαπίζει μετά ἡ
πληγή. Ἀμέσως, λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος, νά δένεις τό τραῦμα. Ἔπεσες ἐντάξει, μπορεῖ νά εἶναι καί
μεγάλη ἡ πληγή, τρέξε ἀμέσως. Σήμερα πού ἔχουμε ἕνα σωρό μέσα ἐπικοινωνίας, εἴμαστε
ἀδικαιολόγητοι.
Ἀλλα δυστυχῶς ὑπάρχει καί ἡ δική μας πονηρία. Λέει κανείς ‘ἀφοῦ ἔπεσα, ἄς τό κάνω ἀκόμα
μερικές φορές, ἀφοῦ μετά θά πάω νά ἐξομολογηθῶ’. Φοβερό πράγμα αὐτό. Προσέξτε αὐτό εἶναι
φοβερό. Αὐτό εἶναι πονηρία μπροστά στόν Θεό. Οὐσιαστικά σημαίνει ἀμετανοησία. Δέν ἔχει
συναίσθηση ἁμαρτωλότητος καί ἁμαρτίας αὐτός ὁ λογισμός. Μάλιστα αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού
σκέφτονται ἔτσι -εἶναι φοβερό αὐτό πού θά σᾶς πῶ, ἀλλά ἰσχύει- πεθαίνουν ξαφνικά. Δέν
προλαβαίνουν νά ἐξομολογηθοῦν.
Ὑπάρχει μιά ἱστορία παρεμφερής μέ κάποιον νέο πού πήγαινε νά ἐξομολογηθεῖ καί στό δρόμο
μπῆκε σέ ἕνα πορνεῖο καί λέει ‘ἀφοῦ θά ἐξομολογηθῶ τώρα, ἄς πάω νά κάνω ἀκόμα μιά φορά τήν
ἁμαρτία καί μετά μία καί καλή θά ἐξομολογηθῶ’. Ἔμεινε μέσα στό πορνεῖο. Δέν πρόλαβε νά
ἐξομολογηθεῖ. Εἶναι σάν νά λές: «Ἔσπασα τό χέρι μου, ἄς σπάσω καί τό πόδι μου τώρα, ἀφοῦ θά
πάω στό νοσοκομεῖο, νά ἔχει πιό πολύ δουλειά ὁ γιατρός». Εἶναι λογική αὐτή; Κι ὅμως ἔτσι
λειτουργοῦμε πνευματικά. Εἶναι φοβερό.
35
Μιά μέρα, ἄν θέλει ὁ Θεός, νά ποῦμε ὅλες αὐτές τίς παγίδες, δέν μποροῦμε νά τά ποῦμε ὅλα σέ μιά
ὁμιλία. Πολλές παγίδες ὑπάρχουν καί πολύ μᾶς πλανάει ὁ διάβολος σ’ αὐτό τό θέμα. Πολλά λάθη
κάνουμε στήν ἐξομολόγηση. Καί πρίν καί μετά καί κατά τή διάρκεια τῆς ἐξομολόγησης, γι’ αὐτό
καί δέν θεραπευόμαστε.
– Ἐρ. : …………….…….
– Ἀπ.:Εἶναι τό ἰδανικό αὐτό, νά ἔχει τό ζευγάρι τόν ἴδιο Πνευματικό. Γιατί ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος
Παΐσιος, εἶναι σάν τήν πόρτα μέ τήν κάσα. Ἄν τήν κάσα τήν φτιάξεις στήν Ἀριδαία καί τήν πόρτα
τήν φτιάξεις στήν Κατερίνη, θά ταιριάξει ποτέ; Πολύ δύσκολα.. Πρέπει ὁ ἴδιος μαραγκός νά φτιάξει
καί τήν κάσα καί τήν πόρτα. Ἔτσι εἶναι καί τό ἀνδρόγυνο.
Νά ἔχουν τόν ἴδιο Πνευματικό εἶναι τό καλύτερο καί μέσα σ’ αὐτόν τόν Πνευματικό νά μποῦν καί
τά παιδιά, τά ὁποῖα πρέπει νά ἐξομολογοῦνται, σημειῶστε το, ἀπό τεσσάρων ἐτῶν. Ἔχουμε κατέβει
πάρα πολύ ἡλικιακά στήν πονηρία καί στήν κακία καί τά παιδάκια μέσω τῶν κινητῶν καί τοῦ
ἴντερνετ ξέρουν τά πάντα. Δυστυχῶς τά βλέπουν καί τά κάνουν. Τά κάνουν καί μεταξύ τους, γι’
αὐτό νά μήν εἶστε τελείως ἀπονήρευτοι. Εἶναι κάποιοι πού λένε –Τά παιδάκια μου ἀκόμα καλά
εἶναι. Καί τά παιδάκια κάνουν ἕνα σωρό ἁμαρτίες.
– Ἐρ. : Γιατί οἱ Πνευματικοί ὅταν βρίσκουν τόνἐξομολογούμενο, πού βρίσκεται στό Μυστήριο τῆς
ταπείνωσης, τῆς μετάνοιας καί ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ΥἱόςτοῦΘεοῦ, δέν τόν στέλνει
κατευθείαν στή δικαίωση, στήν Ἀνάσταση, νά πάρει τή Θεία Κοινωνία καί χρησιμοποιεῖται ἀπό
πολλούς Πνευματικούς ὁ αὐστηρός κανόνας; Ἐπειδή ὁ κόσμος τώρα λόγω οἰκονομικῶν, λόγω
προβλημάτων θέλουν ἄμεση λύση, μετοχή στή Θεία Κοινωνία καί μετά νά ἀκολουθήσουν τήν ἐν
Χριστῶ ζωή.
– Ἀπ.: Εἴμαστε στόν αἰῶνα τῆς ταχύτητας! Ὅλα τά θέλουμε γρήγορα, ἐδῶ καί τώρα. Λοιπόν,
κοιτᾶξτε. Ἡ ψυχή μας, ὅπως καί τό σῶμα μας γιά νά θεραπευθεῖ θέλει τόν χρόνο της. Οἱ ἅγιοι
Πατέρες τά κανόνισαν αὐτά. Δέν τά κανονίζει ὁ Πνευματικός. Εἶναι τά λεγόμενα ἐπιτίμια. Τί
σημαίνει ἐπιτίμιο τώρα; Δέν εἶναι ἐκδίκηση, οὔτε τιμωρία. Δέν μᾶς τιμωρεῖ ὁ Πνευματικός ὅταν
μᾶς λέει: θά κάνεις μισό χρόνο ἤ ἕνα χρόνο γιά νά κοινωνήσεις. Εἶναι ὁ χρόνος πού χρειάζεται ἡ
ψυχή μας, γιά νά μπορέσει νά ἀντέξει αὐτό τό μεγάλο φάρμακο πού λέγεται Θεία Κοινωνία.
Θά σᾶς τό πῶ μ’ ἕνα ἰατρικό παράδειγμα. Παθαίνεις γαστρορραγία. Πᾶς στό νοσοκομεῖο καί ὁ
γιατρός σοῦ λέει «Δέν θά φᾶς κρέας». Αὐτό εἶναι τιμωρία; Ὄχι, τό στομάχι σου δέν μπορεῖ νά φάει
κρέας, νά τό χωνέψει τό κρέας γιά κάποιο χρονικό διάστημα. Ἄν πᾶς σ’ ἕνα γιατρό καί σοῦ πεῖ
«Δέν πειράζει, νά τρῶς ἀπ’ ὅλα». Αὐτός εἶναι καλός γιατρός; Ὄχι, εἶναι φονιάς γιατί, ἄν φᾶς κρέας,
θά συνεχιστεῖ ἡ γαστρορραγία καί θά πεθάνεις.
Ἔτσι εἶναι καί στά πνευματικά. Ὅταν κάνεις, γιά παράδειγμα, πορνεία. Τί λένει οἱ κανόνες ξέρετε;
Αὐτά πού κάνουν οἱ νέοι σήμερα, εἶναι πορνεῖες, οἱ προγαμιαῖες σχέσεις. Ἑφτά χρόνια νά μήν
κοινωνήσεις. Τί σημαίνει αὐτό; Εἶναι τιμωρία; Ὄχι. Εἶναι ὁ χρόνος πού χρειάζεται ἡ ψυχή γιά νά
ἐπανέλθει λίγο στό φυσιολογικό της, νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά μετανοήσει. Βέβαια, ὄχι ἑφτά
χρόνια συνεχίζοντας τίς προγαμιαῖες σχέσεις. Νά σταματήσει τήν προγαμιαία σχέση καί ἀπό τή
στιγμή πού θά σταματήσει σέ ἑφτά χρόνια νά κοινωνήσει. Εἶναι ὁ χρόνος πού χρειάζεται ἡ ψυχή
γιά νά βρεῖ λίγο τόν ἑαυτό της καί νά μπορέσει νά ἀντέξει αὐτό τό μεγάλο φάρμακο πού λέγεται
Θεία Κοινωνία.
Ὅπως ἕνας πού παθαίνει ἕνα φοβερό αὐτοκινητιστικό ἀτύχημα, σπάζει χέρια, πόδια, κεφάλι,
σπονδυλική στήλη καί πάει στήν ἐντατική. Μποροῦμε αὐτόν τόν ἄνθρωπο τήν ἄλλη μέρα, νά τοῦ
κάνουμε ἐνέσεις, νά τοῦ κάνουμε ὁρμόνες, βιταμίνες καί νά τόν σηκώσουμε νά τρέξει κατοστάρι;
Θά τόν διαλύσουμε. Μπορεῖ ἕνας τρελός γιατρός νά τό κάνει. Νά τοῦ κάνει ὁρμόνες, κορτιζόνες
κ.λ.π. καί νά τόν σηκώσει. Τί θά γίνει; Τίποτα δέν θά γίνει. Θά τόν σκοτώσει τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι
εἶναι καί στήν ψυχή.
36
Ἡ ψυχή πρέπει νά ἔλθει σέ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας. Πολλοί πού ἔχουν κάνει τέτοια
ἁμαρτήματα, οὔτε κἄν διανοοῦνται νά τά ἐξομολογηθοῦν. Ξέρετε πόσοι νέοι ἔρχονται καί δέν μοῦ
τό λένε καθόλου; Καί τούς ρωτάω, γιατί ἔχω γίνει καί ἐγώ πανεπιστήμιο κακίας ἀπό αὐτά πού ἔχω
ἀκούσει τόσα χρόνια. Τούς λέω –Ξέρεις καμιά κοπέλα… Ἔχεις ἐσύ καμιά κοπέλα; Καί λέει: -Ναί
πάτερ, φυσικά! Ἔχω σχέση. Δέν τό εἶπε αὐτό. Ἄν δέν τόν ρωτοῦσα δηλαδή, θά διέφευγε αὐτό καί
θά ἔφευγε ὁ νέος ἀθεράπευτος. Τοῦ λέω –Παιδί μου τό ξέρεις ὅτι αὐτό..; -Ναί, λέει, τό ξέρω πάτερ.
Δέν τοῦ δίνει σημασία ἤ μερικοί οὔτε τό ὑποψιάζονται.
Νά τοῦ πεῖς: παιδάκι μου δέν ξέρεις τί σοῦ γίνεται, φύγε; Ὄχι, θά τό βοηθήσεις. Θά τοῦ δώσεις νά
καταλάβει ὅτι αὐτό πού κάνει εἶναι ἀντίθετο στίς προδιαγραφές του. Εἴπαμε προηγουμένως γιά τίς
ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὅτι εἶναι προδιαγραφές ζωῆς. Μιά προδιαγραφή ζωῆς εἶναι αὐτό πού λέει ἡ
Γραφή: «τό σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ» (Α΄Κορ. 6,13). Δέν ἐπιτρέπεται νά βάζεις τό σῶμα στήν πορνεία,
τό καταστρέφεις.
Μά θά πεῖ κανείς: «Πέντε λεπτά πρίν τόν γάμο εἶναι πορνεία καί πέντε λεπτά μετά δέν εἶναι»; Ναί,
ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι. Πέντε λεπτά μετά δέν εἶναι γιατί κάνεις ὑπακοή. Εἶσαι πλέον στήν ὑπακοή καί
ἔχει κάνει ὁ Χριστός τήν σαρκική ἕνωση. Ξέρετε ποιά εἶναι ἡ σαρκική ἕνωση τοῦ ἄνδρα καί τῆς
γυναῖκας; Ὅταν παίρνει τό χέρι τοῦ γαμπροῦ καί τῆς νύφης ὁ ἱερέας, στό Μυστήριο τοῦ Γάμου καί
τά ἑνώνει. Τό ἔχετε δεῖ αὐτό στό Μυστήριο τοῦ Γάμου; Τότε εἶναι ἡ πρώτη σαρκική ἐπαφή τοῦ
ἄνδρα καί τῆς γυναῖκας καί γίνεται ἀπό τόν ἱερέα, δηλαδή ἀπό τόν Χριστό.
Ἄν κάποιος πεῖ: –Τί λές τώρα, τί φανατικά, τί αὐστηρά πράγματα, ποιός Χριστός, ἐγώ θά τό κάνω
μόνος μου. Δέν μπορῶ; Μπορεῖς. Βέβαια μπορεῖς, ἀλλά μετά καταστρέφεσαι, γιατί δέν κάνεις
ὑπακοή. Ἄν χάσαμε τόν Παράδεισο, ἀπό τήν παρακοή μας τόν χάσαμε. Βγαίνεις ἔξω ἀπό τήν
Ἐκκλησία, βγαίνεις ἔξω ἀπό τόν Χριστό, βγαίνεις ἔξω ἀπό τήν ζωή.
Νά γιατί σήμερα οἱ νέοι εἶναι ὅλοι κατεστραμμένοι μέ τά ναρκωτικά, μέ τήν ἀνασφάλεια, μέ τίς
φοβίες, μέ τίς καταθλίψεις καί καταλήγουν στήν αὐτοκτονία. Ξέρετε πόσες χιλιάδες ἐκτρώσεις
ἔχουμε ἀπό κορίτσια κάτω τῶν δεκαέξι ἐτῶν κάθε χρόνο στήν Ἑλλάδα; Αὐτός εἶναι ὁ καρπός τῶν
προγαμιαίων σχέσεων, στίς ὁποῖες ὠθοῦνται τά παιδιά ἀπ’ τίς ἴδιες τίς μητέρες καί τούς πατέρες.
Μή μοῦ πεῖτε, ὄχι. Ἡ ἴδια ἡ μητέρα ἀφήνει τό κορίτσι της νά βγαίνει ἔξω μέχρι μία τό βράδυ
δώδεκα καί δεκατρία χρονῶν καί λένε ‘Τί πειράζει; Ὅλα τά παιδιά ἔτσι κάνουν σήμερα. Μήν εἶσαι
καί φανατικός’. Μετά ὅμως θά ἔχεις καί τούς καρπούς καί τίς καταθλίψεις καί θά τρέχεις στούς
Πνευματικούς ἀργότερα ‘Πάτερ, κάνε προσευχή τό παιδί μου τρελάθηκε, ἔχει κατάθλιψη…’. Θά
κάνουμε προσευχή, ἀλλά πρέπει καί ἐσύ νά λάβεις τά μέτρα σου.
Τά ἐπιτίμια λοιπόν δέν εἶναι τιμωρία. Τά ἐπιτίμια εἶναι θεραπεία. Ὁπότε ὁ καλός γιατρός θά σέ
βοηθήσει νά συναισθανθεῖς τήν ἁμαρτία σου. Αὐτό πού σᾶς εἶπα γιά τήν πορνεία ὅτι ἔχει κανόνα
ἑφτά χρόνια, οἱ Πατέρες τό ἔβαλαν γιά νά καταλάβουμε τί σοβαρό σφάλμα κάνουμε, τί μεγάλη
ζημιά κάνουμε στήν ὕπαρξή μας. Ἄν κάνεις μοιχεία, ξέρετε ποιό εἶναι τό ἐπιτίμιο, πού μερικοί τό
θεωροῦν ψύλλου πήδημα; Εἶναι διπλάσιο, δεκατέσσερα χρόνια τό ἐπιτίμιο. Γιά νά καταλάβεις τί
ζημιά κάνεις, ὅταν πέφτεις στό ἁμάρτημα τῆς μοιχείας. Διασπᾶς τήν οἰκογένεια, δηλαδή τήν
Ἐκκλησία. Γιατί ἡ οἰκογένεια εἶναι κατ‘ οἶκον Ἐκκλησία καί προσβάλλεις ὄχι μόνο τό σῶμα σου,
ἀλλά ὅλη τήν Ἐκκλησία.
Σήμερα ἀνεξέλεγκτα ἀφήνουν οἱ γονεῖς τά παιδιά νά πορνεύουν, νά συζοῦν, νά κάνουν πολιτικούς
γάμους, νά πηγαίνουν στούς πολιτικούς γάμους τους, νά τούς λένε καί μπράβο καί συγχαρητήρια
καί δέν τό θεωροῦν σπουδαῖο. Μετά νά λεγόμαστε καί χριστιανοί. Νά πηγαίνουμε στόν
Πνευματικό καί νά θέλουμε νά κοινωνήσουμε κιόλας. Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἐγκρίνουμε τίς ἁμαρτίες καί
μετά λυπόμαστε μέ τά ἀποτελέσματα. «Ὅλοι ἔτσι κάνουν σήμερα, γιατί νά μή μέ ἀφήσει ὁ
Πνευματικός νά κοινωνήσω, θά πάω σέ κανέναν ἄλλον». Πήγαινε. Δέν θέλεις νά θεραπευτεῖς.
Ἁπλούστατα ψάχνεις κάποιον νά σοῦ χαϊδέψει τά πάθη σου, ὄχι νά σέ θεραπεύσει.
Ἑπομένως, νά ἔχουμε εἰλικρίνεια πρῶτα μέ τόν ἑαυτό μας. Νά μποῦμε στήν θεραπευτική τῆς
37
Ἐκκλησίας. Αὐτά πού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία, δέν τά βγάζουμε ἐμεῖς οἱ Πνευματικοί, τά βρήκαμε
ἀπό τούς ἁγίους μας, ἀπό τόν Χριστό δηλαδή καί ὁ Χριστός εἶναι ὁ γιατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν
σωμάτων καί ὅλα αὐτά πού ἔχουμε ὡς ἐπιτίμια εἶναι οἱ θεραπευτικές ὁδηγίες, πού μᾶς δίνει.
Δέν εἶναι μόνο ἡ ἀποχή ἀπό τήν Θεία Κοινωνία. Ἐπιτίμιο εἶναι καί οἱ γονυκλισίες. Ἐπιτίμιο εἶναι
καί ἡ νηστεία. Οἱ Κανόνες ὁρίζουν: ἄν κάνεις νηστεία, ἄν κάνεις γονυκλισίες, μειώνεται ὁ χρόνος
ἀποχῆς ἀπό τήν Θεία Κοινωνία, ἀνάλογα μέ τήν ἀγωνιστικότητά σου. Ἄν σέ δεῖ ὁ Πνευματικός νά
ἔχεις ἀγωνιστικότητα τά ἑφτά χρόνια θά στά κάνει ἕναν χρόνο.
Ἀλλά δέν μπορεῖ νά σοῦ πεῖ, ὅπως λένε κάποιοι Πνευματικοί -χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα- ‘Δέν πειράζει
παιδάκι μου, ἀφοῦ θά παντρευτεῖτε συνεχίστε τίς σχέσεις ἤ κάντε τρεῖς μέρες ἀποχή καί
κοινωνῆστε’. Αὐτό εἶναι σκότωμα. Σκότωμα ψυχῆς. Αὐτό εἶναι δολοφονία. Αὐτοί δέν εἶναι
Πνευματικοί. Αὐτοί εἶναι ἐγκληματίες. Γι’ αὐτό σᾶς λέω πρέπει νά προσέξετε σέ ποιούς θά
πηγαίνετε καί σέ ποιούς θά στέλνετε τά παιδιά σας. Εὐχαριστῶ γιά τό ἐρώτημα. Εἶναι πολύ καίριο
κι αὐτό.
– Ἐρ. : …………….…….
– Ἀπ.: Τήν ἄφεση τήν παίρνουμε. Ἀλλά ἡ θεραπεία θέλει χρόνο. Σᾶς εἶπα δικαιώνεται καί σώζεται,
ἀλλά γιά νά πάρει τή Θεία Κοινωνία, εἶναι ὅπως ἕνας πού ἔχει πάθει γαστρορραγία. Πῆγε στό
νοσοκομεῖο, πῆρε τή σωστή θεραπεία, ἀλλά δέν μπορεῖ νά φάει ἀμέσως κρέας. Τό νά φάει κρέας
δέν εἶναι ἡ δικαίωση, εἶναι ἡ ὁλοκλήρωση τῆς θεραπείας. Ὅταν παίρνεις τή συγχώρεση ἀπό τόν
Πνευματικό, παίρνεις καί τή δικαίωση, εἶσαι ἐντάξει. Ἐγώ πολλές φορές λέω στούς ἀνθρώπους
«Μπορεῖ νά ἔχεις ἐπιτίμιο ἀκοινωνησίας καί νά πεθάνεις. Θά πᾶς στόν Παράδεισο γιατί ἔχει
ἀναλάβει τήν ψυχή σου ὁ Θεός».
Δέν εἶναι βραβεῖο ἡ Θεία Κοινωνία, οὔτε δικαίωση. Δικαίωση παίρνεις ἀπό τή στιγμή πού
λαμβάνεις τήν ἄφεση, εἶσαι ἐντάξει μπροστά στόν Θεό. Ἐξαρτᾶται ὅμως ἀπό τή συνέπεια τῆς
μετάνοιας πού θά ἔχεις ἔτσι ὥστε νά μήν ξαναπέσεις.Ἕνας πού πολύ εὔκολα θά κοινωνήσει, θά
ξαναπέσει καί πολύ εὔκολα γιατί δέν εἶναι θεραπευμένος. Δέν μπορεῖ νά κρατήσει τή Χάρη.
Παίρνουμε τήν ἄφεση, ἀλλά γιά νά φυλάξουμε τή Χάρη καί μάλιστα τῆς Θείας Κοινωνίας
χρειάζεται καί ὁ χρόνος πού ἔχουν ὁρίσει οἱ Πατέρες γιά νά ἔρθουμε σέ μετάνοια καί νά κάνουμε
κόπους ἀναλόγους μέ τήν ἁμαρτία. Θά πρέπει ἡ μετάνοιά μας καί ἡ συντριβή τῆς καρδιᾶς μας καί ἡ
λύπη νά εἶναι κατ’ ἀναλογία τοῦ σφάλματος, λένε οἱ Πατέρες, ἔτσι ὥστε νά μήν ξαναπέσουμε. Τό
ζητούμενο δέν εἶναι νά κοινωνήσουμε καί νά ξαναπέσουμε ἀμέσως μετά. Αὐτό δέν εἶναι ἐπιτυχία.
Μᾶλλον κάναμε ἀκόμα μιά ἁμαρτία. Τό θέμα εἶναι νά κοινωνήσουμε καί νά μήν ξαναπέσουμε. Νά
θεραπευτοῦμε. Αὐτό εἶναι ἀληθινή μετάνοια.
– Ἐρ. : ……………………………
– Ἀπ. : Ὑπάρχει καί τό ἐνδεχόμενο νά μή μᾶς ἕχει δώσει σωστές ὁδηγίες, γι’ αὐτό σᾶς εἶπα νά
προσέξετε στήν ἐπιλογή τοῦ Πνευματικοῦ, ἀλλά ὑπάρχει καί ἡ πιθανότητα πού εἴπατε νά μήν
ἀκολουθήσαμε τίς σωστές ὁδηγίες, γιατί δέν πᾶμε μέ τό σωστό πνεῦμα. Γιά νά μήν ξαναπέσουμε
στίς ἁμαρτίες μας, χρειάζεται νά κάνουμε καί νηστεία, νά κάνουμε καί ἀγρυπνία, νά κάνουμε καί
ἁγιοπατερική μελέτη, νά κάνουμε καί ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἄν αὐτά ὡς τώρα δέν τά ἔκανες, μέ τό
νά ἐπιτρέψει ὁ Πνευματικός νά κοινωνήσεις, δέν σέ βοηθάει γιατί ἐσύ οὔτε μετά τή Θεία Κοινωνία
θά ἀλλάξεις.
Ἐνῶ, ἄν σοῦ πεῖ «Παιδί μου, ἕνα διάστημα θά κάνεις πνευματική μελέτη, θά κάνεις προσευχή, θά
κάνεις μετάνοιες, θά κάνεις νηστεία», σέ βάζει μέσα στή θεραπευτική ἀγωγή τῆς Ἐκκλησίας καί σέ
βάζει στό δρόμο τῆς θεραπείας. Μήν τά θέλουμε μαγικά. Αὐτό εἶναι, ἔχουμε μάθει σέ μιά σωτηρία
μαγικῶ τῶ τρόπω. Δέ γίνεται ἔτσι ἡ σωτηρία μας.
Ὅπως καί στό σῶμα, μέ τό πού μπαίνεις στό νοσοκομεῖο καί σοῦ βάζει ὁ γιατρός τή διάγνωση,
θεραπεύτηκες κιόλας; Ἄν δέν πάρεις τά φάρμακα, δέν κάνεις ὑπομονή μέρες ἤ καί μῆνες θά
38
θεραπευτεῖς ποτέ; Ὄχι. Ἄν σηκωθεῖς νά φύγεις, γιατί νομίζεις ὅτι ἕγινες καλά, θά γίνεις καλά; Μέ
τό πού μπῆκες στό νοσοκομεῖο καί βγῆκες; Ὄχι, βέβαια. Εἶναι ἀπαραίτητο νά πάρουμε καί τά
φάρμακα.
– Ἐρ. : Ἡ συνεργασία Πνευματικοῦ καί ψυχολόγου ἐνδείκνυται; Καθ’ ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας δέν
καταργεῖ τήν ἐπιστήμη.
– Ἀπ.: Σᾶς εἶπα πού βασίζεται ἡ σύγχρονη ψυχιατρική καί ψυχολογία. Κατά κύριο λόγο βασίζεται
στόν Φρόυντ καί στόν Γιούνγκ, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἀποκρυφιστές. Προσέξτε το αὐτό. Εἶναι δεδομένα
σύγχρονα αὐτά πού σᾶς λέω, ἀλλά μᾶς ἔχουν πείσει ὅτι εἶναι ἐπιστήμη. Τό ἴδιο μέ τήν θεωρία τοῦ
Δαρβίνου, ἐνῶ δέν εἶναι ἐπιστήμη. Εἶναι μιά ἁπλή θεωρία ἀναπόδεικτη. Ὡστόσο ἔχουμε πολλές
ἀποδείξεις γιά τό ἀντίθετο τῆς θεωρίας τοῦ Δαρβίνου. Ἀλλά τά διδάσκουν τεχνηέντως οἱ ἄθεοι στά
παιδιά μας ὡς ἐπιστημονικές γνώσεις, ἐνῶ δέν εἶναι.
Ὅπως εἴπαμε, σέ μία μόνο περίπτωση μπορεῖ νά βοηθήσει ὁ ψυχίατρος, ὅταν ἔχει πάθει βλάβη τό
νευρικό σύστημα καί ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀποδιοργανωθεῖ νευρολογικά. Οὐσιαστικά οἱ ψυχίατροι
εἶναι γιατροί τοῦ νευρικοῦ συστήματος, πρέπει νά τό καταλάβουμε εἶναι παραπλανητικός ὁ ὅρος.
Εἶναι νευρολόγοι. Εἶναι ἄνθρωποι πού ἀσχολοῦνται μέ τό νευρικό σύστημα. Ἤδη στά ξένα κράτη
ἔχουν ἀρχίσει νά τό ἀλλάζουν, δέν τούς λένε πλέον ψυχιάτρους. Ψυχίατρος καί νά μήν πιστεύεις ὅτι
ὑπάρχει ψυχή εἶναι ἀντίφαση ἐν τοῖς ὅροις. Ὁ ψυχίατρος ὅπως λειτουργεῖ σήμερα εἶναι
νευρολόγος, εἶναι γιατρός τοῦ νευρικοῦ συστήματος. Ὅταν ἔχει βλαφτεῖ λοιπόν τό νευρικό
σύστημα, ναί, θά πάρει κάποια χάπια.
Ἄν θέλει ὅμως νά θεραπευτεῖ, θά πρέπει νά πολεμήσει τήν ὑπερηφάνεια, τόν ἐγωισμό καί τήν κακή
σχέση μέ τόν Θεό. Ἀπό ἐκεῖ ξεκινᾶνε ὅλα. Ἄν δέν ἀποκαταστήσουμε τή σχέση μέ τόν Θεό, ἔλεγε ὁ
ἅγιος Πορφύριος, τόν θεῖο ἔρωτα, δέν θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος. Πάντα θά εἴμαστε μέσα στήν
κατάθλιψη, μέσα στήν μελαγχολία, γιατί ἡ ψυχή μας εἶναι φτιαγμένη γιά τόν Θεό. Ἄν δέν βροῦμε
τόν Θεό, ζοῦμε τή μιζέρια, τή μελαγχολία, ζοῦμε ὅλα αὐτά τά ψυχολογικά, τά ὁποῖα αὐξάνουν. Τό
2030 ὁ Παγκόσμιος Ὀργανισμός Ὑγείας ἀνακοίνωσε ὅτι θά εἶναι ἡ πρώτη αἰτία θανάτου καί
ἀναπηρίας τά ψυχολογικά. Κι ὅμως μυαλό δέν βάζουμε…
– Ἐρ. : Ἤθελα νά ρωτήσω γιά τόν πατέρα πού εἶχε τό χάρισμα καί ἔβλεπε τούς μοναχούς μέ τό
φωτεινό ἤ σκοτεινό πρόσωπο. Δέν ξέρω τί ἰσχύει, ὁ μοναχός ἐκεῖνος μέ τό σκοτεινό πρόσωπο δέν
εἶχε τήν ἀνάγκη τῆς ἐξομολόγησης στόν Πνευματικό;
– Ἀπ. : Αὐτός πού ἔκανε ὑπόσχεση στόν Θεό μπροστά, ἀμέσως γεύθηκε τή μεταμόρφωση. Δηλαδή
κοιτᾶξτε ὁ Θεός δέ λειτουργεῖ νομικιστικά.
Ὑπάρχει ἕνα ἄλλο ὡραιότατο περιστατικό πάλι στό Γεροντικό μέ μιά γυναίκα, ἡ ὁποία ἔπεσε στήν
πορνεία. Ἦταν γνωστή στούς Πατέρες καί στείλανε κάποιον μοναχό νά τῆς μιλήσει. Αὐτός τῆς λέει
«Παιδί μου, τί σοῦ φταίει ὁ Χριστός καί τόν ἀρνήθηκες; Καί τοῦ λέει ἐκείνη ἡ καημένη «Ἔνι
μετάνοια, ἀββᾶ;», ὑπάρχει μετάνοια καί γιά μένα;
Αὐτό πού σᾶς εἶπα, ὁ διάβολος προσπαθεῖ νά μᾶς ἀπελπίσει. Τήν εἶχε ἀπελπίσει σχεδόν αὐτή τήν
κακομοίρα καί λέει «γιά μένα ὑπάρχει σωτηρία;». Εἶχε συνείδηση, ἤξερε τί ἔκανε. «Ἔνι», τῆς λέει,
«ὑπάρχει, ὑπάρχει μετάνοια, σήκω νά φύγουμε». Ἔτσι ξιπόλητη, ὅπως ἦταν καί ἀκάλυπτη, -μήν
κοιτᾶτε σήμερα οἱ γυναῖκες πού δέν καλύπτονται, τότε σκεπάζαν τό κεφάλι τους, φοροῦσαν
μαντήλι-βγῆκε μαζί του. Τήν πῆρε καί πηγαίνανε πρός τό Μοναστήρι, στήν ἔρημο. Αὐτή ἡ
κακομοίρα, ὅπως ἦταν ξιπόλητη μέσα στά ἀγκάθια, πληγώθηκε. Τέλος πάντων, νύχτωσαν, τῆς
ἔβαλε ἕνα λιθάρι γιά προσκεφάλι, τῆς λέει κοιμήσου ἐσύ ἐδῶ, αὐτός πῆγε καμιά τριανταριά μέτρα
πιό πέρα καί κοιμήθηκε.
Τό πρωί πλησίασε νά τῆς μιλήσει γιά νά συνεχίσουν τόν δρόμο γιά τό Μοναστήρι. Τῆς φωνάζει,
τίποτα αὐτή. Πάει κοντά, τή χτυπάει λίγο στό πόδι, δέν κουνιόταν. Τί ἔγινε; Πέθανε. Εἶχε πεθάνει.
Τώρα; Σώθηκε ἤ δέν σώθηκε; Τό εἶπε στούς Πατέρες στή Σκήτη καί τί ἀποκάλυψε ὁ Θεός; Ὅτι
39
αὐτή μέ τή μετάνοια καί τήν ἀποφασιστικότητα πού ἔδειξε, ὅπως ἦταν, πού ἄφησε καί τούς ἐραστές
καί τά πάντα, οὔτε σκεπάστηκε, οὔτε φόρεσε παπούτσια, εὐαρέστησε στόν Θεό. Καί τό ὅτι
καταπληγώθηκε, ὅλη αὐτή ἡ πορεία λειτούργησε καί ὁ Θεός δέχθηκε τή μετάνοιά της.
Εἶχε ἐξομολογηθεῖ αὐτή; Ὄχι. Εἶχε! Εἶχε πάρει τήν ἀπόφαση. Γι’ αὐτό, μετάνοια εἶναι ἡ ἀπόφαση,
δέν εἶναι νά πᾶμε νά τά ποῦμε, τό ἔχουμε κάνει θέμα νομικιστικό. Νά πᾶμε νά ποῦμε τίς ἁμαρτίες
μας. Καί πού τίς εἴπαμε, ἀλλάξαμε; Πόσοι ἐξομολογοῦνται καί μετά ἀλλάζουν ζωή; Οἱ πιό πολλοί
ἁπλῶς ἐξομολογοῦνται, ἀλλά συνεχίζουν τά ἴδια. Ὁ Θεός νά μᾶς ἐλεήσει ὅλους. Τό θέμα δέν εἶναι
ἁπλῶς νά ἐξομολογηθοῦμε, εἶναι νά γίνει σταθμός ζωῆς. Νά λές χίλιες φορές νά πεθάνω, παρά νά
ξανακάνω τά ἴδια.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
40
Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ στενοχώρια καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία
Λέγαμε τήν προηγούμενη φορά, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα, γιά τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ καί πόσο ὁ ἄνθρωπος ἠρεμεῖ καί ἐλευθερώνεται ὅταν ἀναζητεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, κάνει τό
θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τά δέχεται ὅλα ὡς θέλημα Θεοῦ, ὡς ἀπό Θεοῦ. Πράγματι ὅλα γίνονται εἴτε
κατά εὐδοκία, εἴτε κατά παραχώρηση τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει δυαρχία, δηλαδή δύο ἀρχές στόν
κόσμο, ἡ ἀρχή τοῦ καλοῦ καί ἡ ἀρχή τοῦ κακοῦ, ὅπως πρεσβεύουν οἱ ἀνατολικές θρησκεῖες κ.λ.π.
Μία εἶναι ἡ ἀρχή καί ἡ ἀρχή εἶναι ὁ Θεός. «Ἐγώ εἰμι τό Α καί τό Ω, ἐγώ εἶμαι ἡ ἀρχή καί τό τέλος
τῶν πάντων» (Ἀποκ. 1,8). Ὅποιος λοιπόν πιστεύει ὀρθόδοξα, δέν ἔχει νά φοβηθεῖ κανένα κακό καί
κανέναν ἄρχοντα τοῦ κακοῦ, κανέναν δαίμονα καί κανέναν διάβολο γιατί ὅλα εἶναι κάτω ἀπό τήν
στοργική πρόνοια, τήν ἀγάπη, τή φροντίδα καί τή θέληση τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως αἰσθήματα ὅπως
στενοχώρια, φοβία, ἄγχος ἤ ἀνασφάλεια εἶναι ἀδικαιολόγητα γιά ἕναν πιστό καί ὅπως ἔχουμε πεῖ
εἶναι ἀποτελέσματα τῆς ἀπιστίας μας.
Μερικοί ἄνθρωποι θεωροῦν ὅτι ἄν δεχτοῦν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στήν ζωή τους καί ὑποταχθοῦν στό
θέλημα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, θά σκλαβωθοῦν καί θά χάσουν τήν ἐλευθερία
τους. Ἰδίως οἱ νέοι ἄνθρωποι λένε: «ἐγώ δέν θέλω οὔτε παπάδες, οὔτε ἐκκλησίες, οὔτε δεσμεύσεις,
οὔτε νόμους, οὔτε μή, οὔτε πρέπει, θέλω νά εἶμαι ἐλεύθερος ἀπό ὅλα αὐτά, γι’ αὐτό πετάω ὅλα τά
τῆς θρησκείας καί ζῶ ὅπως θέλω ἐγώ». Τό σύνθημα μάλιστα πού ἐπικρατεῖ σήμερα εἶναι ‘’ζῆσε
ὅπως θέλεις καί κάνε ὅ,τι θέλεις’’ καί νομίζει ὅποιος πρεσβεύει αὐτό τό σλόγκαν, αὐτό τό σύνθημα
ὅτι ἄν τό κάνει στήν πράξη, στή ζωή του εἶναι ἀληθινά ἐλεύθερος. Ἐνῶ στήν πραγματικότητα
αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι δοῦλος στόν πονηρό καί στά πάθη του. Ἡ ἀληθινή ἐλευθερία ὑπάρχει ἐκεῖ
πού ὑπάρχει τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Θά πεῖ κανείς:
Γιατί νά τό πιστέψουμε αὐτό καί νά μήν πιστέψουμε αὐτό πού λένε ἐκεῖνοι πού ἐμφανίζονται ὡς
ἐκσυγχρονιστές, ἀνεξάρτητοι, προοδευτικοί κ.λ.π.;
Πρέπει νά τό πιστέψουμε καί ἄν θέλουμε πρίν τό πιστέψουμε ἤ πρίν τό ἀποδεχτοῦμε, ἄς κάνουμε
μιά προσπάθεια νά τό ζήσουμε. Νά δοῦμε στήν πράξη ὅτι πραγματικά ἐλεύθερος καί πραγματικά
κυρίαρχος εἶναι αὐτός πού κυριαρχεῖ πάνω στόν κατώτερο ἑαυτό του, δηλαδή στά ἔνστικτα καί στά
πάθη του.
Ἕνας ναρκομανής εἶναι ἐλεύθερος;
Καθόλου. Θέλει νά ἐλευθερωθεῖ καί δέν μπορεῖ. Πῶς κατήντησε σ’ αὐτή τήν κατάσταση; Ἀπό αὐτά
τά κηρύγματα πού λένε: ‘’ζῆσε ὅπως θέλεις καί κάνε ὅ,τι θέλεις’’. Μετά ὅμως διαπίστωσε ὅτι εἶναι
ἐγκλωβισμένος, εἶναι ἀλυσοδεμένος μέ αὐτά τά χρυσά δεσμά τῶν παθῶν, τά ἀγαπημένα του δεσμά.
Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος πού ὑποτάσσεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί κόβει τό δικό του θέλημα, αὐτός καί
μόνο αὐτός ἐλευθερώνεται ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν καί ἔχει ἀληθινή ἐλευθερία.
Δεῖτε πῶς τό λέει ἕνας σύγχρονος, ὁ ἅγιος Σιλουανός, ὁ ὁποῖος μᾶς ἄφησε κάποια πολύ ὄμορφα
βιωματικά κείμενα. Ἐπειδή εἶναι σύγχρονος ἅγιος, τοῦ 20ου αἰῶνος, ἀγγίζει καί τή δική μας σκέψη
καί τή δική μας ἐποχή καί τή δική μας γλώσσα. Ἔχει σημασία κανείς νά μιλάει καί τήν γλώσσα τῆς
ἐποχῆς του γιά νά γίνεται ἀπόλυτα κατανοητός.
41
Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ λοιπόν καί ἡ ἐλευθερία εἶναι τό θέμα μας. Λέει ὁ ἅγιος Σιλουανός ὁ
Ἀθωνίτης: «Εἶναι μεγάλο ἀγαθό νά παραδινόμαστε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τότε στήν ψυχή εἶναι
Μόνος ὁ Κύριος καί δέν ἔρχεται καμιά ξένη σκέψη· ἡ ψυχή προσεύχεται μέ καθαρό νοῦ καί
αἰσθάνεται τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἔστω καί ἄν ὑποφέρει σωματικά». Ἔχουμε πεῖ ὅτι ὁ Θεός θέλει νά
ζητᾶμε Αὐτόν τόν ἴδιο καί τίποτα ἄλλο. «Ζητεῖτε τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην
αὐτοῦ καί ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς προστεθοῦν» (Ματθ. 6,33). Ὅλα τά ἄλλα ἐννοεῖ τά βιοτικά, τά
γήινα, τά ὑλικά, τό τί θά φᾶμε, τί θά πιοῦμε, πῶς θά σκεπαστοῦμε, ποῦ θά στεγαστοῦμε, τό
ἐπάγγελμα καί ὅλα αὐτά θά τά φροντίσω Ἐγώ ὁ ἴδιος λέει ὁ Θεός. Ἐσεῖς φρροντίστε μόνο γιά αὐτό
τό ἕνα: νά γίνω Ἐγώ βασιλιάς σας, νά γίνω Ἐγώ ὁ μόνος κάτοικος καί κυρίαρχος τῆς καρδιᾶς σας
καί τότε δέν θά ὑπάρχει κανένα πρόβλημα γιά σᾶς ἀπό αὐτά πού οἱ ἄνθρωποι ὀνομάζουν
προβλήματα. Ἀκόμα καί μιά ἀρρώστια καί ἕνας θάνατος καί μία ἀποτυχία κοσμική δέν εἶναι
πρόβλημα γιατί, τό λέει ἐδῶ ὁ ἅγιος, ἡ ψυχή προσεύχεται μέ καθαρό νοῦ καί αἰσθάνεται τήν ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ, ἔστω καί ἄν ὑποφέρει σωματικά. Τόσο γλυκαίνεται ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ
Ὁποῖος μένει μέσα στήν καρδιά αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε
δέν τόν νοιάζει ἄν ὑποφέρει τό σῶμα, ἄν εἶναι ἄρρωστο ἤ ἀνάπηρο τό σῶμα.
Εἶχα γνωρίσει πρίν λίγα χρόνια ἕνα νέο παιδί ἀνάπηρο, τό ὁποῖο ἦταν τελείως παράλυτο, δέν
κουνοῦσε τίποτα παρά μόνο τά μάτια του. Ἔτσι ὅπως ἦταν στό κρεβάτι γιά νά σέ δεῖ καλά, ἔπρεπε
κάποιος νά τοῦ γυρίσει ὁλόκληρο τό κεφάλι. Αὐτό τό παιδάκι ἦταν τόσο χαρούμενο πού δέν
φαντάζεστε! Γεμάτο ἀπό τή χαρά τοῦ Θεοῦ, ἔλαμπε τό πρόσωπό του ἀπό χαρά. Ἦταν πράγματι
ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Νέος ἄνθρωπος ἀλλά ἀφημένος στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Χαιρόταν πού ἦταν
ἔτσι καί δόξαζε τόν Θεό γιατί μέσα ἀπό αὐτή τήν -τραγική γιά τόν κόσμο- κατάσταση βρῆκε τήν
σωτηρία του, βρῆκε τόν Θεό, βρῆκε τήν ἀληθινή μακαριότητα καί ἐλευθερία.
«Ὅταν ἡ ψυχή παραδοθεῖ ὁλοκληρωτικά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἀρχίζει νά
τήν καθοδηγεῖ, καί ἡ ψυχή διδάσκεται ἀπευθείας ἀπό τόν Θεό, ἐνῶ προηγουμένως τήν ὁδηγοῦσαν
οἱ δάσκαλοι καί ἡ Γραφή. Ἀλλά τό νά εἶναι Δάσκαλος τῆς ψυχῆς ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μέ τή χάρη τοῦ
῾Αγίου Πνεύματος εἶναι σπάνιο καί λίγοι γνωρίζουν αὐτό τό μυστήριο, μόνο ὅσοι ζοῦν κατά τό
θέλημα τοῦ Θεοῦ». Τώρα μᾶς μιλάει γιά ὑψηλή κατάσταση ἁγιότητας, ὅπου κανείς ἔχει ἀφεθεῖ
πλήρως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁπότε εἶναι θεοδίδακτος. Κάθε στιγμή ὁ Θεός ἄμεσα τοῦ
ἀποκαλύπτει τό θέλημά Του. Ἐμεῖς πού δέν ἔχουμε φτάσει σ’ αὐτή τήν κατάσταση, χρειαζόμαστε
ὁπωσδήποτε ἕναν Πνευματικό ὁδηγό. Ἕναν ἄνθρωπο δηλαδή ὁ ὁποῖος θά μᾶς καθοδηγεῖ, ἕναν
διδάσκαλο. Καί ἀλλοίμονο στόν ἄνθρωπο πού δέν ἔχει Πνευματικό ὁδηγό, ἰδίως στίς μέρες μας.
Ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος ὅτι σήμερα ὁ κόσμος πάνω ἀπ΄ ὅλα ἔχει ἀνάγκη ἀπό Πνευματικό ὁδηγό.
«Ὁ ὑπερήφανος δέν ἀναζητεῖ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά προτιμᾶ νά κατευθύνει ὁ ἴδιος τή ζωή
του». Βιώνει σάν ὑποδούλωση τήν ὑποταγή του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί στόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι δοῦλος ὁ ἴδιος στή λογική του, γιατί ποιόν θά πάρει σάν ὁδηγό ἀφοῦ
δέν παίρνει κανέναν ἄλλο; Δέν θέλει τόν Θεό, δέν θέλει Πνευματικό ὁδηγό, θά πάρει σάν ὁδηγό
τόν ἑαυτό του. Καί τί θά ἀναζητήσει ἀπό τόν ἑαυτό του; Θά ἀναζητήσει τήν σκέψη του καί τήν
λογική του. Τό λένε πολλοί ἄνθρωποι: - Τί πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς, δέν ἔχεις μυαλό, γιατί νά τά πεῖς
στόν παπά; Νά σκεφτεῖς ἤ νά συμβουλευτεῖς τό πολύ πολύ κάποιον εἰδικό ἤ νά τά πεῖς στίς εἰκόνες
καί φτάνει. Μερικοί μάλιστα λένε ὅτι ἐξομολογοῦνται στόν πατέρα καί στήν μάνα τους. Μήπως θά
πάρουν καί ἄφεση ἀπό τόν πατέρα τους; Ἀλλά γιατί τά λένε ὅλα αὐτά; Τά λένε γιατί εἶναι
ὑπερήφανοι. Καί ὑπάρχει μεγάλη ὑπερηφάνεια στούς ἀνθρώπους στίς μέρες μας.
42
«Καί δέν καταλαβαίνει ὅτι χωρίς τόν Θεό δέν ἐπαρκεῖ τό λογικό τοῦ ἀνθρώπου γιά νά τόν
καθοδηγεῖ». Αὐτό δυστυχῶς πού ἔχει πάθει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ἀδελφοί μου, αὐτή τήν
ὑποδούλωση στή λογική καί βλέπετε ὅλα τά ἐξετάζει μέ τή λογική. Γι’ αὐτό δέν βλέπει τόν Θεό.
Γιατί ἡ λογική εἶναι δύναμη, πού τήν ἔχει δώσει βεβαίως ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, ἀλλά γιά τά
πράγματα τά ὑλικά, τοῦ κόσμου τούτου, γιά τά πράγματα πού ἀντιλαμβάνονται οἱ αἰσθήσεις. Μέ τή
λογική κρίνεις αὐτά πού βλέπεις, αὐτά πού ἀκοῦς, αὐτά πού πιάνεις, αὐτά πού ὀσφραίνεσαι, αὐτά
πού γεύεσαι. Τίποτα περισσότερο δέν μπορεῖ νά κάνει ἡ λογική. Καί φυσικά, ἐφόσον δέν μπορεῖς
νά πιάσεις ἤ νά δεῖς τόν Θεό, ἀφοῦ δέν εἶναι ὑλικός, ἡ λογική σοῦ λέει δέν ὑπάρχει. Μέ κριτήριο
λοιπόν τή λογική γίνεσαι ἄθεος. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς ὑπάρχει τόση ἀθεΐα στίς μέρες μας, γιατί ἔχει
ὑποταχθεῖ ὁ ἄνθρωπος στή λογική καί δέν ἀναγνωρίζει τήν ἀνώτερη δύναμη πού ὑπάρχει μέσα μας
καί λέγεται νοῦς. Ὁ ὁποῖος νοῦς δέν δουλεύει μέ τήν λογική, ἀλλά μέ τήν πίστη, πού δέν εἶναι
παράλογη, ἀλλά ὑπέρλογη. Καί μέ τήν πίστη μπορεῖς νά ψηλαφήσεις καί νά ἐλέγξεις πράγματα οὐ
βλεπόμενα, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἡ πίστις εἶναι ἔλεγχος πραγμάτων οὐ βλεπομένων»
(Ἑβρ. 11,1). Αὐτή λοιπόν τήν πίστη ἔχει χάσει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, γι’ αὐτό ἔχει γεμίσει μέ
ἄγχος, ἀνασφάλειες, φοβίες καί ὅλο αὐτό τό ὑπαρξιακό κενό. Τό μεγαλύτερο πρόβλημα τῶν
ἀνθρώπων σήμερα εἶναι τό ὅτι δέν βρίσκουν νόημα στή ζωή τους. Εἶναι κενοί. Εἶναι ἄδειοι.
Δέν καταλαβαίνει λοιπόν ὁ ὑπερήφανος ἄνθρωπος ὄτι δέν εἶναι ἀρκετό τό λογικό νά τόν καθοδηγεῖ.
«Κι ἐγώ, ὅταν ζοῦσα στόν κόσμο, προτοῦ νά γνωρίσω τόν Κύριο καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, στηριζόμουν
στό λογικό μου». Τό ὁμολογεῖ ὁ Ἅγιος Σιλουανός, γιατί κι αὐτός μέχρι τά δεκαεννιά του χρόνια,
πρίν πάει στό Ἅγιο Ὄρος, στή Ρωσία πού ζοῦσε ἦταν ἕνας κοσμικός ἄνθρωπος μέ κάποια σχετική
εὐλάβεια. «Ὅταν ὅμως γνώρισα μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό τοῦ
Θεοῦ, τότε παραδόθηκε ἡ ψυχή μου στόν Θεό καί δέχομαι ὁτιδήποτε θλιβερό μοῦ συμβεῖ καί λέω·
«Ὁ Κύριος μέ βλέπει… Τί νά φοβηθῶ;». Προηγουμένως ὅμως δέν μποροῦσα νά ζῶ κατ᾿ αὐτόν τόν
τρόπο». Γιατί δέν μποροῦσε; Γιατί ἦταν ὑπερήφανος καί ἄν διαβάσει κανείς τή ζωή του, ὅπως τήν
ἐξιστορεῖ ὁ ἴδιος, τό λέει. Καί εἶχε κάνει καί βαριές ἁμαρτίες. Βεβαίως ὁ ἄνθρωπος μετά μετανόησε
καί βρῆκε τήν εἰρήνη καί τή χαρά μέσα στή ζωή τῆς μετανοίας. Ὅταν παραδοθεῖ κανείς στό θέλημα
τοῦ Θεοῦ, πιστεύει ὅτι ὁ Κύριος ξέρει γιατί γίνεται τό ἕνα ἤ τό ἄλλο καί ἐφόσον ὅ,τι γίνεται, γίνεται
ἀπό τόν Θεό πού μᾶς ἀγαπάει, πού εἶναι Πατέρας μας, δέν ὑπάρχει περίπτωση αὐτό τό ὁτιδήποτε
νά εἶναι γιά τό κακό μας ἤ νά μᾶς βλάψει. Εἶναι σίγουρα γιά τό καλό μας. Ἄν λοιπόν καί ἐμεῖς
μιμηθοῦμε αὐτόν τόν Ἅγιο, ξέρετε πόσο διαφορετικά θά δοῦμε ὅλα τά γεγονότα τῆς ζωῆς μας καί
μέ πόση χαρά καί εἰρήνη θά γεμίσουμε;
Ἐδῶ νά κάνουμε μία παρένθεση καί νά διαβάσουμε ἕνα κείμενο ἀπό ἕναν ἀκόμα πιό σύγχρονο
ἅγιο, τόν Ἅγιο Σεραφείμ τῆς Βίριτσα, ὁ ὁποῖος μιλάει σάν νά εἶναι ὁ Χριστός καί ἀπευθυνόμενος
σέ μᾶς, λέει: Ἔχεις ποτέ σκεφτεῖ ὅτι ὅλα που ἀφοροῦν ἐσένα, ἀφοροῦν καί Ἐμένα; Διότι αὐτά πού
ἀφοροῦν ἐσένα ἀφοροῦν τήν κόρη τοῦ ὀφθαλμοῦ Μου. Δηλαδή τόσο πολύ μᾶς ἀγαπάει ὁ Χριστός
σάν κόρη όφθαλμοῦ. Τό λέμε κιόλας ὅταν ἀγαπᾶμε κάποιον ‘’Μάτια μου’’. Ἔτσι καί πολύ
περισσότερο ἀγαπάει ὁ Θεός τόν καθένα μας προσωπικά καί μᾶς τό ἔχει πεῖ ὅτι: «ἔχω φροντίσει καί
ἔχω μετρήσει καί τίς τρίχες σας ἀκόμα» (Ματθ. 10,30). Καί συνεχίζει ὁ Ἅγιο Σεραφείμ: Εἶσαι
πολύτιμη στά μάτια Μου (ὁμιλεῖ γιά τήν ψυχή), καί σέ ἔχω ἀγαπήσει (τόν καθένα ἀπό μᾶς), γιά
αὐτό εἶναι ἰδιαίτερη χαρά γιά Μένα νά σέ ἐκπαιδεύω. Ὅταν οἱ πειρασμοί ἔρχονται ἐπάνω σου καί ὁ
πολέμος, σάν τό ποτάμι, θέλω νά ξέρεις ὅτι, Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό.
Αὐτό πού λέγαμε καί στήν ἀρχή ὅτι δέν ὑπάρχουν δύο ἀρχές. Κακῶς μερικοί λένε ὅτι ὁ διάβολος τά
κάνει κ.λ.π. Ὁ Θεός τά ἀφήνει ὅλα νά γίνουν. Μπορεῖ νά χρησιμοποιεῖ τόν διάβολο ὡς ἕνα ὄργανο
43
-ἄς τό ποῦμε- ὑπηρετικό τῆς βουλῆς του, ἀλλά τόν ἀφήνει ὅσο ὁ Θεός θέλει, τοῦ βάζει πάντοτε
ὅρια καί πάντοτε ἔχει ἡμερομηνία λήξης ἡ δράση τοῦ διαβόλου. Ὅλα αὐτά πού γίνονται ἤ
ἀπειλοῦνται καί στήν προσωπική μας ζωή καί στήν οἰκογενειακή καί στήν ἐθνική καί στό γένος
ὁλόκληρο ἔχουν σίγουρα ἡμερομηνία λήξης καί κάποια στιγμή θά σταματήσουν γιατί ὅλα εἶναι
κάτω ἀπό τόν ἔλεγχο τοῦ Θεοῦ. Τίποτα δέν γίνεται ἀνεξέλεγκτα καί ὅλα θά πᾶνε μέχρι ἐκεῖ πού θά
εἶναι πρός ὠφέλειά μας. Ὁπότε «νά ξέρεις ὅτι ὅλα εἶναι ἀπό Μένα» λέει ὁ Θεός καί γι’ αὐτό νά
εἶσαι ἥσυχος.
Θέλω νά ξέρεις ὅτι ἡ ἀδυναμία σου ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν δύναμή Μου, καί ἡ ἀσφάλειά σου
βρίσκεται στό νά Μέ ἀφήσεις νά σέ προστατεύω. Δυστυχῶς δέν ἀφήνουμε τόν Θεό νά μᾶς
προστατέψει. Πῶς δέν τόν ἀφήνουμε; Γιατί δέν προσευχόμαστε, ὁπότε δέν δίνουμε δικαίωμα στόν
Θεό νά παρέμβει στή ζωή μας προστατευτικά. Καί γιατί δέν Τόν ἀφήνουμε; Γιατί εἴμαστε
ὑπερήφανοι καί λέμε: «θά δουλέψω γιά νά ζήσω, θά μαζέψω πτυχία, θά ἀσφαλιστῶ...» καί τελικά
συνειδητοποιοῦμε ὅτι παρ’ ὅλα τά ἀνθρώπινα ἐφόδια καί στηρίγματα καθόλου ἐξασφαλισμένοι δέν
εἴμαστε. Μᾶς παρακαλεῖ λοιπόν ὁ Θεός νά Τόν ἀφήσουμε νά μᾶς προστατέψει. Θά πεῖ κανείς:
Γιατί δέν τό κάνει μόνος του χωρίς νά Τοῦ τό ζητήσουμε;
Γιατί ἀκριβῶς μᾶς ἔχει φτιάξει ἐλεύθερους. Μᾶς ἔχει φτιάξει εἰκόνες Του καί σέβεται αὐτή τήν
ἐλευθερία καί δέν θέλει νά τήν καταπατήσει. Ἄν μόνος του παρέμβει στή ζωή μας, κάλλιστα
κάποιοι θά ποῦνε: «Γιατί μᾶς ἐμποδίζεις νά κάνουμε αὐτό πού θέλουμε; Γιατί μᾶς στερεῖς αὐτό πού
μᾶς ἔχεις χαρίσει;». Καί θά ἔχουν δίκαιο. Γι’ αὐτό ὁ Θεός δέν παρεμβαίνει, ἄν ἐμεῖς δέν Τοῦ τό
ζητήσουμε.
Θέλω νά ξέρεις ὅτι, ὅταν βρίσκεσαι σέ δύσκολες συνθῆκες, μεταξύ τῶν ἀνθρώπων πού δέν σέ
καταλαβαίνουν, δέν λογαριάζουν αὐτά πού σοῦ εἶναι εὐάρεστα, καί σέ ἀπομακρύνουν, Ἀπό Μένα
ἦταν αὐτό. Κι «αὐτό ἀπό Μένα εἶναι», δέν εἶναι ἀπό τούς κακούς ἀνθρώπους, οὔτε ἀπό τόν κακό
διάβολο. Ἐγώ τό ἐπιτρέπω γιά τό καλό σου.
Εἶμαι ὁ Θεός σου, οἱ περιστάσεις τῆς ζωῆς εἶναι στά χέρια μου, δέν βρέθηκες τυχαῖα στή θέση σου,
εἶναι ἀκριβῶς ἡ θέση πού σοῦ ἔχω ὁρίσει. Καί ὁ Σταυρός πού σηκώνουμε εἶναι ἀκριβῶς ὁ Σταυρός
πού μᾶς ταιριάζει. Γνωρίζετε τήν ἱστορία μέ κάποιον πού δέν ἦταν εὐχαριστημένος καί ζητοῦσε
ἕναν πιό ἐλαφρύ Σταυρό. Τότε τόν πῆρε ὁ Ἄγγελος καί τόν πῆγε στήν αἴθουσα πού εἶχε ὅλους τούς
Σταυρούς καί τοῦ εἶπε νά διαλέξει ποιόν Σταυρό θέλει νά σηκώνει. Ἔψαχνε, ἔψαχνε καί τελικά
βρῆκε κάποιον πιό ἐλαφρύ ἀπό τούς ὑπόλοιπους καί εἶπε νά πάρει αὐτόν, ὁπότε ὁ Ἄγγελος τοῦ εἶπε
ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος Σταυρός πού ἄφησε μπαίνοντας καί τοῦ εἶχε δώσει ὁ Χριστός. Θά πεῖτε:
Χωρίς Σταυρό δέν γίνεται;
Δέν γίνεται. Χριστιανός Ξένος Σταυροῦ, τό Χ,Ξ,ΣΤ εἶναι ὁ Ἀντίχριστος, εἶναι ἡ ὑποβολή τοῦ
Ἀντιχρίστου. Ζωή χωρίς Σταυρό εἶναι ζωή χωρίς Ἀνάσταση καί ζωή χωρίς Ἀνάσταση εἶναι
κόλαση, εἶναι διαβολίκη ζωή. Ἐπειδή θέλουμε τήν Ἀνάσταση, πρέπει νά περάσουμε ἀπό τόν
σταυρό, ὅπως ὁ Χριστός μας καίτοι ἀναμάρτητος, πέρασε ἀπό τόν Σταυρό. Ἐμεῖς πού εἴμαστε
ἁμαρτωλοί, πῶς ζητᾶμε νά μήν ἔχουμε Σταυρό; Πῶς μπορεῖς νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό ὅλο αὐτό τό
δηλητήριο τῆς ἡδονῆς χωρίς ὀδύνη, χωρίς πόνο, χωρίς κόπο; Πῶς θά θεραπευτεῖς ἄν δέν πάρεις τό
πικρό φάρμακο πού δίνει ὁ γιατρός;
Δέν Μέ παρακαλοῦσες νά σοῦ μάθω τήν ταπείνωση; Καί νά, σέ ἔβαλα σ’ αὐτό ἀκριβῶς τό
περιβάλλον, στό σχολεῖο ὅπου διδάσκουν αὐτό τά μάθημα.
44
Πῶς μαθαίνουμε τήν ταπείνωση;
Μέσα ἀπό τήν ταλαιπωρία, μέσα ἀπό τόν σταυρό, μέσα ἀπό τόν κόπο. Τό περιβάλλον σου, καί
αὐτοί πού ζοῦν γύρω σου, μόνο ἐκτελοῦν τό θέλημά Μου. Ἔχεις οἰκονομικές δυσκολίες καί μόλις
τά βγάζεις πέρα, νά ξέρεις ὅτι, Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό. Δέν φταίει οὔτε τό ΔΝΤ, οὔτε τίποτα ἄλλο,
παρά μόνο ἐμεῖς μέ τίς ἁμαρτίες μας καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού προσπαθεῖ νά μᾶς σώσει.
Θέλω νά ξέρεις ὅτι Ἐγώ διαθέτω τά χρήματά σου καί νά καταφεύγεις σέ Μένα, καί νά γνωρίζεις ὅτι
ἐξαρτᾶσαι ἀπό Μένα. Θέλω νά ξέρεις ὅτι τά ἀποθέματά Μου εἶναι ἀνεξάντλητα, καί νά βεβαιωθεῖς
ὅτι εἶμαι πιστός στίς ὑποσχέσεις Μου. Τί εἶναι γιά τόν Θεό νά μᾶς δίνει κάθε μήνα ὅσα εὐρώ
χρειαζόμαστε; Ἀφοῦ ὅλα τά χρήματα τοῦ Θεοῦ εἶναι. Ὅλα τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ εἶναι.
Γιατί δέν μᾶς τά δίνει;
Γιατί δέν μᾶς συμφέρει ἤ γιατί δέν Τοῦ τό ζητᾶμε ἤ γιατί δέν κάνουμε αὐτό πού λέει. Ὁ Χριστός
εἶπε ὅτι θά μᾶς τά δώσει ὅλα, ἀρκεῖ νά κάνουμε τό ἕνα, πού εἴπαμε, νά ζητᾶμε νά βασιλεύσει στήν
ζωή μας, νά εἶναι Αὐτός κύριος στή ζωή μας.Νά μήν συμβεῖ ποτέ νά σοῦ ποῦν στήν ἀνάγκη σου
«Μήν πιστεύεις στόν Κύριο καί Θεό σου». Ἔχεις περάσει ποτέ νύχτα μέσα στήν θλίψη; Εἶσαι
χωρισμένος ἀπό τούς συγγενεῖς σου, τούς ἀνθρώπους πού ἀγαπᾶς; Σοῦ τό ἐπέτρεψα γιά νά
στραφεῖς σέ Μένα, καί σέ Μένα νά βρεῖς τήν αἰώνια παρηγοριά καί ἀνακούφιση. Σέ ξεγέλασε ὁ
φίλος σου ἤ κάποιος, πού τοῦ εἶχες ἀνοίξει τήν καρδιά σου, Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό. Ἐγώ ἐπέτρεψα
νά σέ ἀγγίξει αὐτή ἡ ἀπογοήτευση, γιά νά μάθεις ὅτι ὁ καλύτερος φίλος σου εἶναι ὁ Κύριος.
Τελικά, ὅπως λέει ἕνας σύγχρονος Γέροντας, ὅλοι θά μᾶς προδώσουν. Γιατί οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε
ἀδύναμοι καί τή μιά εἴμαστε στίς καλές μας καί τήν ἄλλη γινόμαστε ζηλιάρηδες, φθονεροί καί
ἐχθρευόμαστε τούς καλύτερους φίλους μας. Ἐκεῖνος πού ποτέ δέν μᾶς προδίδει εἶναι ὁ Χριστός.
Θέλω νά τά φέρνεις ὅλα σέ Μένα καί ὅλα νά Μοῦ τά λές, λέει στήν ψυχή ὁ Χριστός. Σέ
συκοφάντησε κάποιος, νά τό ἀφήσεις σέ Μένα. Μήν πᾶς μόνος σου νά πάρεις ἐκδίκηση. Σέ Μένα
νά προσκολληθεῖς, σέ Μένα ἡ καταφυγή σου, γιά νά κρυφτεῖς ἀπό τήν ἀντιλογία ἐθνῶν. Θά κάνω
τήν δικαιοσύνη σου νά λάμψει σάν τό φῶς καί τήν ζωή σου, σάν μέρα μεσημέρι. Καταστράφηκαν
τά σχέδιά σου, λύγισε ἡ ψυχή σου καί εἶναι ἐξαντλημένη, Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό. Δέν πρέπει ποτέ νά
στενοχωριόμαστε. Κάνουμε πολλά σχέδια οἱ ἄνθρωποι. Κακῶς. Ἕνα σχέδιο μόνο πρέπει νά
ἔχουμε: πῶς θά πᾶμε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ κι ὅλα τά ἄλλα νά τά ἀφήνουμε στόν Θεό. «Ἀρκετόν
τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» (Ματθ.6,34), λέει ὁ Κύριος. Ἄσε τήν ἑπόμενη ἡμέρα. Σήμερα ἔχεις
ἀρκετές σκοτοῦρες, ἄσε τίς σκοτοῦρες τῆς ἑπόμενης ἡμέρας. Μήν ἀγχώνεστε γιά τήν αὔριο.
Ἔκανες σχέδια καί εἶχες δικούς σου σκοπούς, Μοῦ τά ἔφερες νά τά εὐλογήσω. Συνήθως ἔτσι
κάνουμε, γράφουμε μιά κόλλα χαρτί «Θέλω, θέλω, θέλω...» καί τό πετᾶμε στόν Θεό νά τό
ὑπογράψει. Ἐνῶ κανονικά θά ἔπρεπε νά ὑπογράφουμε ἐμεῖς ἐν λευκώ καί νά λέμε: - Χριστέ μου
γράψε ἐσύ ὅ,τι θέλεις. Νά κάνω τό θέλημά Σου στή ζωή μου. Ἔκανες λοιπόν σχέδια καί Μοῦ
ἔφερες νά τά εὐλογήσω, ἀλλά Ἐγώ θέλω νά ἀφήσεις σέ Μένα, νά κατευθύνω καί νά χειραγωγῶ τίς
περιστάσεις τῆς ζωῆς σου, διότι εἶσαι τό ὀρφανό καί ὄχι πρωταγωνιστής. Ἐμεῖς εἴμαστε νήπια
ὀρφανά καί θέλουμε νά κάνουμε τόν κύριο στόν Κύριο καί εἶναι ἀνοησία. Σάν νά ἔχεις ἕνα μωρό
καί νά σοῦ λέει τό μωρό: - Κοίταξε μπαμπά αὐτό θά κάνεις γιά μένα.
Σέ βρῆκαν ἀπροσδόκητες ἀποτυχίες, καί ἡ ἀπελπισία κατέλαβε τήν καρδιά σου, νά ξέρεις, Ἀπό
Μένα ἦταν αὐτό. Καί δέν θά ἔπρεπε νά σέ καταλάβει ἡ ἀπελπισία. Διότι μ’ αὐτή τήν κούραση καί
τό ἄγχος -πού σοῦ βάζω- δοκιμάζω πόσο ἰσχυρή εἶναι ἡ πίστη σου στίς ὑποσχέσεις Μου καί τήν
45
παρρησία σου στήν προσευχή γιά τούς συγγενεῖς σου. Ἄν ἔχουμε ἄγχος φανερώνουμε τήν
ὀλιγοπιστία μας. Ἀκόμα καί ὅταν βλέπουμε νά ταλαιπωροῦνται οἱ συγγενεῖς μας, νά τούς ἀφήνουμε
στόν Θεό. Ἄν δέν τούς ἀφήσουμε στόν Θεό, σημαίνει ὅτι δέν ἔχουμε καλή σχέση μέ τόν Θεό. Δέν
ἔχουμε σωστή ἀντίληψη γιά τόν Θεό. «Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ
τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Καί τούς ἄλλους πρέπει νά τούς ἀφήσουμε στόν Θεό. Οἱ γονεῖς πολλές
φορές πάσχουν γιά τά παιδιά τους, ἀγωνίζονται, ἀγωνιοῦν, ἀγχώνονται, ἐνῶ θά ἔπρεπε καί τά
παιδιά νά τά ἀφήσουν στόν Θεό. Οἱ γονεῖς δέν εἶναι ἰδιοκτῆτες τῶν παιδιῶν, εἶναι ἁπλῶς
κηδεμόνες, φροντιστές καί ὁ Θεός τούς κάνει τιμή πού τούς δίνει τά παιδιά γιά ὁρισμένο χρόνο,
πρωτίστως γιά νά τά βοηθήσουν νά πᾶνε στόν Παράδεισο καί μετά γιά νά τά θρέψουν βιολογικά.
Δέν ἤσουν εσύ πού ἐμπιστεύτηκες τίς φροντίδες γι’ αὐτούς στήν προνοητική ἀγάπη Μου; Δέν εἶσαι
ἐσύ πού καί τώρα τούς ἀφήνεις στήν προστασία τῆς Πανάγνου Μητέρας Μου; Συχνά τό λέμε
«Παναγιά μου ἐσύ, Χριστέ μου ἐσύ...», ἀλλά γρήγορα τό ξεχνᾶμε καί ἀγχωνόμαστε πάλι.
Σέ βρῆκε σοβαρή ἀσθένεια, πού μπορεῖ νά γιατρευτεῖ ἤ εἶναι ἀθεράπευτη, καί σέ κάρφωσε στό
κρεββάτι σου, Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό. Δέν φταῖνε τά δηλητήρια ἤ κάποια ἄλλα ἀνθρώπινα αἴτια.
Τίποτα ἀπό αὐτά δέν ἐνεργεῖ, ἐάν δέν θέλει ὁ Θεός.
Ἐπειδή θέλω νά Μέ γνωρίσεις πιό βαθειά, μέσω τῆς σωματικῆς ἀσθένειας καί νά μήν γογγύζεις γι’
αὐτή τή δοκιμασία πού σοῦ στέλνεται καί νά μήν προσπαθεῖς νά καταλάβεις τά σχέδιά Μου, τῆς
σωτηρίας τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων μέ διάφορους τρόπους, ἀλλά ἀγόγγυστα καί ταπεινά νά
σκύψεις τό κεφάλι σου μπροστά στήν ἀγαθότητά Μου. Μᾶς δίνει τίς ἀσθένειες γιά νά βροῦμε τόν
ἑαυτό μας, τόν ἀληθινό ἑαυτό μας καί τήν σωστή σχέση μαζί Του, νά ἀφηνόμαστε ὁλοκληρωτικά
στόν Θεό καί νά μήν στηριζόμαστε καθόλου στίς δυνάμεις μας.
Ὀνειρευόσουν νά κάνεις κάτι ξεχωριστό καί ἰδιαίτερο γιά Μένα καί ἀντί νά τό κάνεις ἔπεσες στό
κρεβάτι τοῦ πόνου; Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό. Πολλές φορές σχεδιάζουμε νά κάνουμε πράγματα γιά
τόν Θεό καί ἔρχεται μία ἀσθένεια καί σέ σταματάει. Καί λές: - Μά Θεέ μου, ἐγώ γιά Ἐσένα θά τό
ἔκανα. Κι ὅμως, ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο ἀνώτερο, τό νά ἀφεθεῖς πλήρως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, Νά
ἀναθεωρήσεις τά δικά σου σχέδια, νά ἀφεθεῖς στό σχέδιο καί στό πρόγραμμα τοῦ Θεοῦ, καί αὐτό
εἶναι πολύ πιό εὐάρεστο.
Διότι τότε, ἄν σέ ἄφηνα νά κάνεις τά δικά σου σχέδια, θά ἤσουν βυθισμένος στά δικά σου ἔργα.
Καί βεβαίως θά γέμιζες καί μέ μιά ἱκανοποίηση, πιθανῶς καί μέ ὑπερηφάνεια, μέ ἕναν ἐγωισμό καί
μέ μιά αὐτάρκεια. Καί Ἐγώ δέν θά μποροῦσα νά προσελκύσω τίς σκέψεις σου σέ Μένα, γιατί σέ
θέλω νά Μέ ἀγαπᾶς ἐξ’ ὅλης τῆς ψυχῆς καί τῆς καρδίας καί τῆς διανοίας σου, ὄχι γιά Ἐμένα, ἀλλά
γιά ἐσένα. Γιατί αὐτό εἶναι τό ἀληθινό συμφέρον τοῦ ἀνθρώπου. Νά εἶναι κολλημένος μέ ὅλη του
τήν ψυχή, μέ ὅλη του τήν σκέψη καί μέ ὅλη του τήν καρδιά στόν Θεό.
Ἐγώ θέλω νά σοῦ διδάσκω τίς βαθύτατες σκέψεις καί τά μαθήματά Μου, γιά νά Μέ ὑπηρετεῖς.
Θέλω νά σέ μάθω νά συναισθάνεσαι πώς εἶσαι τίποτα χωρίς Ἐμένα. Μάθετε ὅτι: «χωρίς Ἐμοῦ οὐ
δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. 15,5). Χωρίς τόν Χριστό, εἴμαστε ἕνα τίποτα καί δέν μποροῦμε νά
κάνουμε τίποτα. Αὐτό θέλει νά μᾶς μάθει ὁ Χριστός μέ ὅλες αὐτές τίς δοκιμασίες. Γιατί ἔτσι
ταπεινωνόμαστε καί ἔτσι προοδεύουμε.
Μερικοί ἀπό τους καλύτερους υἱούς μου εἶναι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀποκομμένοι ἀπό τήν δραστική
ζωή, τήν ζωή τῆς δράσης. Βλέπεις ἕναν ἀνάπηρο, βλέπεις ἕνα παιδάκι πού εἶναι λίγο διανοητικά
καθυστερημένο, βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο πού τόν θεωρεῖς ὅτι βρίσκεται στό περιθώριο τῆς ζωῆς, καί
46
λές: Ἔ, τώρα, αὐτός τί εἶναι; Ἕνας ἄχρηστος ἄνθρωπος…». Κι ὅμως, πολλές φορές αὐτοί οἱ
ἄνθρωποι εἶναι πού ψέλνουν μαζί μέ τούς Ἀγγέλους. Αὐτοί εἶναι γιά τόν Θεό οἱ πιό δραστήριοι
ἄνθρωποι, γιατί προσεύχονται καί ὁ νοῦς τους εἶναι κολλημένος συνέχεια στόν Χριστό. Τούς ἔδωσε
ὁ Θεός αὐτήν τήν δωρεά, νά εἶναι ἀκίνητοι σωματικά καί νά εἶναι σέ μεγάλο βαθμό εὐκίνητοι
πνευματικά καί νά μοιάζουν καί νά ζοῦν μέ τούς Ἀγγέλους ἀπό αὐτήν τήν ζωή.
Μερικά ἀπό τά καλύτερα παιδιά Μου εἶναι ἀποκομένα ἀπό τήν ζωή τῆς δράσης, γιά νά μάθουν νά
χειρίζονται τό ὅπλο τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, πού εἶναι καί τό μεγαλύτερο καί δυνατότερο ὅπλο
πού διαθέτει ὁ Χριστιανός. Κλήθηκες ἀπροσδόκητα νά ἀναλάβεις μία δύσκολη καί ὑπεύθυνη θέση,
στηριγμένη σέ Μένα. Σοῦ ἐμπιστεύομαι τίς δυσκολίες αὐτές, καί γι΄ αὐτό θά σέ εὐλόγησει Κύριος
ὁ Θεός σου σ’ ὅλα τά ἔργα σου, σ’ ὅλους τούς δρόμους σου σ’ ὅλα, Καθοδηγητής καί Δάσκαλός
σου θά εἶναι ὁ Κύριός σου. Τήν ἡμέρα αὐτή, στά χέρια σου, τέκνο Μου ἔδωσα αὐτό τό δοχεῖο μέ τό
θεῖο μύρο, νά τό χρησιμοποιεῖς ἐλεύθερα. Νά θυμᾶσαι πάντοτε ὅτι κάθε δυσκολία πού θά
συναντήσεις, κάθε προκλητική λέξη, κάθε διαβολή καί κατάκριση, κάθε ἐμπόδιο στά ἔργα σου, πού
θά μποροῦσε νά προκαλέσει ἀγανάκτηση καί ἀπογοήτευση, κάθε φανέρωση τῆς ἀδυναμίας καί τῆς
ἀνικανότητάς σου, θά χρίεται μ’ αὐτό τά ἔλαιο, Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό.
Ὅλα αὐτά λοιπόν πού μᾶς συμβαίνουν, τά καθημερινά, τά ὁποία μᾶς στενοχωροῦν πολλές φορές,
μᾶς δυσαρεστοῦν καί μᾶς χαλοῦν τήν διάθεση, δέν εἶναι τυχαῖα, ἀπό ἁπλή σύμπτωση. Τίποτα δέν
εἶναι τυχαῖο, γιατί δέν ὑπάρχει τύχη. Ὑπάρχει μόνον ὁ Θεός καί ἡ στοργική Του Πρόνοια. Καί θά
πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά φιλοσοφεῖ σέ κάθε στιγμή καί σέ κάθε γεγονός τῆς ζωῆς του καί νά
προσπαθεῖ ἐπίσης νά μαθαίνει, ἄν θέλει, γιατί ὁ Θεός παραχώρησε καί ἐπέτρεψε τό κάθε
συγκεκριμένο γεγονός, αὐτήν τήν συνάντηση, αὐτήν τήν συνομιλία, αὐτήν τήν κατάκριση καί τήν
παρατήρηση πού δέχθηκε, αὐτήν τήν ζήλια καί τόν φθόνο πού ἀντιμετώπισε. Γιά ποιόν λόγο; Εἶναι
σίγουρα πάντοτε γιά τό καλό του. Ἀλλά, μπορεῖ, ἄν θέλει, νά ἐρευνήσει περισσότερο καί νά μάθει
τί παραπάνω μπορεῖ νά κάνει αὐτός, γιά νά ἐπωφεληθεῖ ἀπό αὐτήν τήν εὐκαιρία. Γιατί κάθε στιγμή
εἶναι μία εὐκαιρία τοῦ Θεοῦ στήν ζωή μας. Κάθε περίσταση, κάθε γεγονός, εἶναι μία πρόκληση καί
μία πρόσκληση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας, ὥστε νά Τόν πλησιάσουμε, νά Τόν
ἀγαπήσουμε καί νά μποῦμε στήν Βασιλεία Του.
Νά θυμᾶσαι πώς κάθε ἐμπόδιο εἶναι νουθεσία ἀπό τόν Θεό, καί γι’ αὐτό νά βάλεις στήν καρδιά σου
αὐτόν τό λόγο, πού σοῦ ἔχω ἀποκαλύψει τήν ἡμέρα αὐτή, ὅτι Ἀπό Μένα ἦταν αὐτό. Ποιό δηλαδή; Τό ἐμπόδιο. Βλέπετε, καί ὁ λαός τό λέει πολύ σοφά: «Κάθε ἐμπόδιο γιά καλό». Ἑπομένως, δέν
πρέπει νά δυσανασχετοῦμε ὅταν μᾶς ἔρχεται ἕνα ἐμπόδιο. Ἄν δυσανασχετοῦμε καί
στεναχωριόμαστε ὅταν μᾶς χαλᾶνε τά σχέδια, σημαίνει πώς ἔχουμε ὑπερηφάνεια, πώς ἔχουμε
θέλημα, πώς ἔχουμε ἐγωισμό καί προσκόλληση στό δικό μας θέλημα. Ἐνῶ βλέπετε πόσο σοφά τό
λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τό στόμα τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου; Λέμε: «Σήμερα ἤ αὔριο
θά πᾶμε σέ αὐτήν ἤ τήν ἄλλη πόλη, …θά μείνω γιά ἔναν χρόνο ἐκεῖ, θά δραστηριοποιηθῶ
ἐπιχειρηματικά καί θά βγάλω χρήματα». Γιατί; Ἀφοῦ δέν ξέρουμε τί μᾶς ξημερώνει αὔριο. Ἀντ’
αὐτοῦ θά ἔπρεπε νά ποῦμε: «Ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ζήσουμε καί θά κάνουμε αὐτό ἤ ἐκεῖνο» (Ἰακ.
4,13-15).
Νά ξέρεις καί νά θυμᾶσαι –πάντα, ὅπου καί νά εἶσαι, ὅτι ὁποιοδήποτε κεντρί, θά ἀμβλυνθεῖ μόλις
θά μάθεις σέ ὅλα νά βλέπεις Ἐμένα. Ἕνα κεντρί πού μᾶς πληγώνει καί μᾶς πονάει, ἕνα γεγονός,
ὁποιοδήποτε καί νά εἶναι αὐτό, θά γίνει πολύ ἁπαλό, πολύ ἀμβλύ, ὅταν πιστέψουμε καί μάθουμε
ὅτι ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό. Τότε δεχόμαστε ὅλα τά κεντριά καί τά κεντρίσματα μέ ἄλλη διάθεση, τά
47
βλέπουμε διαφορετικά, μέ ἄλλη προοπτική, μέ ἄλλη καρδιά, καί τά δεχόμαστε μέ χαρά.
Ὅλα σοῦ στάλθηκαν ἀπό Μένα, γιά τήν τελείωση τῆς ψυχῆς σου. Ὅλα αὐτά ἦταν ἀπό Μένα. Καί
μακάριος αὐτός πού θά πιστέψει αὐτά τά λόγια του Ἁγίου, ὅτι: Ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό καί ὅλα
ἑπομένως εἶναι γιά τό καλό του. Ὅλα λειτουργοῦν γιά τό καλό μας. Ὅλα λειτουργοῦν στό νά μᾶς
βοηθήσουν νά βαθύνει καί νά αὐξηθεῖ ἡ μετάνοιά μας καί ἡ συντριβή μας, καί νά
σταθεροποιηθοῦμε στήν πνευματική, στήν κατά Χριστόν ζωή.
Ἄς ξαναγυρίσουμε λοιπόν στόν Ἅγιο Σιλουανό: «Γιά ὅποιον παραδόθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ
ζωή γίνεται εὐκολότερη, γιατί καί στίς ἀρρώστιες καί στή φτώχεια καί στό διωγμό σκέφτεται·
«Ἔτσι εὐδόκησε ὁ Θεός καί πρέπει νά ὑπομείνω γιά τίς ἁμαρτίες μου». Ἔτσι εὐδόκησε, δηλαδή
ἔτσι θέλησε ὁ Θεός νά μέ εὐεργετήσει μέ τήν ἀρρώστια, μ’ αὐτόν τόν διωγμό, μέ αὐτόν τόν πόνο.
«Νά», λέει ἕνα προσωπικό του παράδειγμα, «ἐδῶ καί πολλά χρόνια πάσχω ἀπό πονοκέφαλο καί
δύσκολα τόν ὑποφέρω, ἀλλά μέ ὠφελεῖ, γιατί μέ τήν ἀσθένεια ταπεινώνεται ἡ ψυχή». Ὅταν πονάει
τό σῶμα, ταπεινώνεται. Κι ὅταν ταπεινώνεται τό σῶμα, συν-ταπεινώνεται καί ἡ ψυχή. Κι ὅταν
ταπεινώνεται ἡ ψυχή, ἔρχεται ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. «Ἡ ψυχή μου ἐπιθυμεῖ διακαῶς νά
προσεύχεται καί νά ἀγρυπνεῖ, ἀλλά ἡ ἀσθένεια μέ ἐμποδίζει». Πόσο δύσκολο εἶναι νά ἔχεις
πονοκέφαλο καί νά προσπαθεῖς νά συγκεντρώνεις τόν νοῦ σου στόν Θεό! «Γιατί τό ἄρρωστο σῶμα
ἀπαιτεῖ ἀνάπαυση. Παρακάλεσα πολύ τόν Κύριο νά μέ θεραπεύσει, ἀλλά δέν μέ ἄκουσε. Καί αὐτό
σημαίνει ὅτι αὐτό δέν θά ἦταν πρός ὄφελός μου», καί ἀναπαύτηκε ὁ ἅγιος σκεπτόμενος ἔτσι.
«Νά ὅμως καί μιά ἄλλη περίπτωση, πού ὁ Κύριος μέ ἄκουσε καί μέ ἔσωσε». Γιατί θά μποροῦσε νά
περάσει καί ἡ ἰδέα ὅτι ὁ Θεός δέν ἀσχολεῖται μαζί μου. Ὄχι ἀσχολεῖται. Ἁπλῶς ἀπαντάει ἀρνητικά
σέ κάποια πράγματα γιατί δέν συμφέρει νά μᾶς κάνει αὐτά πού ζητᾶμε. «Σέ μιά γιορτή πρόσφεραν
στήν τράπεζα ψάρι». Στό Ἅγιον Ὄρος ὅταν ἔχει πανήγυρη καί ἐπιτρέπεται, τρῶμε ψάρι. «Ἐνῶ
λοιπόν ἔτρωγα, ἕνα κόκκαλο μπῆκε πολύ βαθιά στό λαιμό μου. Ἐπικαλέστηκα τόν ἅγιο
Παντελεήμονα», ὁ ἅγιος Σιλουανός ἔμενε στό Ρωσικό μοναστήρι πού ἔχει προστάτη τόν Ἅγιο
Παντελεήμονα καί βρίσκεται καί ἡ σιαγόνα τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονα, «παρακαλώντας νά μέ
θεραπεύσει, γιατί ὁ γιατρός δέν θά μποροῦσε νά μοῦ βγάλει τό κόκκαλο ἀπό τό φάρυγγα. Καί μόλις
εἶπα, «γιάτρεψέ με», δέχομαι στήν ψυχή μου ἀπάντηση· «Βγές ἔξω ἀπό τήν τράπεζα, κάνε μιά
βαθιά εἰσπνοή καί μιά ἀπότομη ἐκπνοή καί τό κόκκαλο θά βγεῖ μέ αἷμα». Ἔτσι κι ἔκαμα καί βγῆκε
ἕνα μεγάλο κόκκαλο μέ αἷμα. Καί κατάλαβα ὅτι ἄν ὁ Κύριος δέν μέ θεραπεύει ἀπό τόν
κεφαλόπονο, σημαίνει ὅτι εἶναι ὠφέλιμο γιά τήν ψυχή μου νά ὑποφέρω τόν πόνο». Δέν ρωτάει
συνέχεια:
Γιατί Θεέ μου δέν μέ θεραπεύεις;
Ξέρει ὁ ἅγιος ὅτι ὅταν δέν γίνεται κάτι σημαίνει ὄτι δέν εἶναι γιά τό καλό του. Τό ἄλλο πού ἦταν
γιά τό καλό του, τό ἔκανε ἀμέσως ὁ Θεός καί μάλιστα τοῦ μίλησε μέσα στήν ψυχή του. «Τό πιό
πολύτιμο πράγμα στόν κόσμο εἶναι νά γνωρίζεις τόν Θεό καί νά καταλαβαίνεις, ἔστω καί ἐν μέρει,
τό θέλημά Του». Τό θέλημά Του κάθε στιγμή δηλαδή, νά τό πιστεύεις καί νά δέχεσαι ὅτι καθετί
εἶναι θέλημα Θεοῦ.
«Ὤ, Κύριε, ἀξίωσέ μας μέ τή δύναμη τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τό
ἅγιο θέλημά Σου». Ὅπως λέμε στό Πάτερ ἡμῶν... Γεννηθήτω τό θέλημά Σου. «Ὅταν ἡ χάρη εἶναι
μαζί μας, εἴμαστε δυνατοί κατά τό πνεῦμα. Ὅταν ὅμως τήν χάσουμε, βλέπουμε τήν ἀδυναμία μας,
βλέπουμε ὅτι χωρίς τόν Θεό δέν μποροῦμε οὔτε νά σκεφτοῦμε τό καλό».
48
«Πῶς εἶναι δυνατό νά γνωρίζεις, ἄν ζεῖς σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ;».
Προσέξτε αὐτό εἶναι πολύ βασικό. Λέμε ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ζοῦμε σύμφωνα μέ
τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; «Νά ἡ ἔνδειξη· Ἄν στενοχωριέσαι γιά κάτι, αὐτό σημαίνει πώς δέν
παραδόθηκες τελείως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔστω καί ἄν σοῦ φαίνεται ὅτι ζεῖς σύμφωνα μέ τό
θέλημα τοῦ Θεοῦ». Ἡ ἔνδειξη λοιπόν εἶναι ἠ στενοχώρια. Γιά κάτι ὁτιδήποτε ἄν στενοχωριέσαι,
σημαίνει ὅτι στήν πράξη δέν ἔχεις ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὅλα τά δέχεσαι μέ χαρά, μέ
εὐχαριστία καί δοξολογία καί δέν ἔχεις στενοχώρια γιά τίποτα, τότε ζεῖς σύμφωνα μέ τό θέλημα
του Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος πού μέ ὅλη του τήν καρδιά ἔχει ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅλα τοῦ
γίνονται ὅπως τά θέλει καί δέν μπορεῖ νά στενοχωρηθεῖ γιά τίποτα ἀφοῦ ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό καί
ὅλα γιά τό καλό του, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἡ αὐτοαγάπη.
«Ὅποιος ζεῖ κατά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτός δέν μεριμνᾶ γιά τίποτε». Δηλαδή δέν ἔχει ἀγωνιώδη
φροντίδα, ὄχι δέν μεριμνᾶ γιά τίποτα γιατί εἶναι τεμπέλης καί ἀδιάφορος. Κάνει ἥσυχα αὐτό πού
πρέπει νά κάνει καί τά ἀφήνει ὅλα στόν Θεό. «Καί ἄν κάτι τοῦ χρειάζεται, παραδίνει τόν ἑαυτό του
καί τήν ἀνάγκη του στόν Θεό». Ὁποιαδήποτε ἀνάγκη, ὁποιοδήποτε πρόβλημα. Ὁ ἄνθρωπος πού
ἔχει ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ τό πρῶτο πού ἔχει νά κάνει εἶναι νά προσευχηθεῖ. Ἐμεῖς κατά
κανόνα τήν προσευχή τήν ἀφήνουμε τελευταία. Πᾶμε στούς γιατρούς καί στό τέλος ὅταν κι αὐτοί
δέν μποροῦν νά κάνουν τίποτα, λένε: - Τώρα μόνο ὁ Θεός. Ἐνῶ ἀπό τήν πρώτη στιγμή θά ἔπρεπε
νά ἀπευθυνθοῦμε στόν Θεό. Θά πεῖτε:
Δέν θά πᾶμε στούς γιατρούς;
Θά πᾶμε καί στούς γιατρούς. Ἀλλά στούς γιατρούς δέν πᾶμε γιά νά μᾶς θεραπεύσουν. Στούς
γιατρούς πᾶμε ἀπό ὑπακοή. Γιατί τό εἶπε ὁ Θεός «νά τιμοῦμε τόν ἰατρό» (Σοφ. Σειρ. 38,1). Ἀλλά ὁ
γιατρός εἶναι ὁ Θεός. Καί ὁ ἄνθρωπος – γιατρός εἶναι τό ὄργανο πού θά χρησιμοποιήσει ὁ Θεός,
ἐάν εἶναι θέλημά Του, γιά νά μᾶς θεραπεύσει.
«Ἄν κάτι τοῦ χρειάζεται, παραδίνει τόν ἑαυτό του καί τήν ἀνάγκη του στόν Θεό. Κι ἄν δέν πάρει
ὅ,τι θέλει, μένει ἤρεμος, σάν νά τό εἶχε». Ψυχή πού παραδόθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν φοβᾶται
τίποτε· οὔτε θύελλες, οὔτε ληστἐς, οὔτε τίποτε ἄλλο». Θά λέγαμε σήμερα, οὔτε ΔΝΤ, οὔτε
πτώχευση, οὔτε.., οὔτε..., τίποτα ἀπό ὅλα αὐτά μέ τά ὁποῖα μᾶς φοβίζουν καί μᾶς τρομοκρατοῦν
κάθε στιγμή, πού πολύ φοβᾶμαι ὅτι εἶναι σκόπιμα καί σχεδιασμένα γία νά μᾶς κάνουν νά
ὑποκύψουμε στά ἄλλα, τά ὁποῖα περνᾶνε ἐν μιά νυκτί, κάτι νομοσχέδια γιά ἠλεκτρονικό
φακέλωμα, γιά τή δωρεά ὀργάνων, τήν ἀθεΐα πού προωθεῖται μέ ὅλους τούς τρόπους κ.λ.π.
Ἒπιδιώκουν τήν ὑποδούλωσή μας γιά νά μήν ἔχουμε ἀντιστάσεις γιά αὐτά.
Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει ἀφεθεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, «ὅ,τι καί ἄν ἔλθει, λέει· «Ἔτσι εὐδοκεῖ ὁ
Θεός», κι ἔτσι διατηρεῖται ἡ εἰρήνη στήν ψυχή καί στό σῶμα». Προσέξτε, ὑπάρχουν δύο θελήματα:
τό κατά εὐδοκία καί τό κατά παραχώρηση, ὅπως λέμε θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό κατά εὐδοκία θέλημα
εἶναι αὐτό στό ὁποῖο εὐαρεστεῖται ὁ Θεός ἀπόλυτα, εἶναι τό νά τηροῦμε τίς ἐντολές. Τό κατά
παραχώρηση ἤ τό δεύτερο θέλημα εἶναι αὐτό πού δέν τό εὐδοκεῖ ὁ Θέος, δέν τό θέλει θά λέγαμε
«μέ ὅλη του τήν καρδιά», ἀλλά τέλος πάντων τό παραχωρεῖ, γιατί μᾶς ἔχει κάνει ἐλεύθερους. Ὅταν
κάποιος ἐπιλέγει νά μήν κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά νά κάνει τό ἀντίθετο, ὁ Θεός τό
παραχωρεῖ καί προσπαθεῖ μέσα ἀπό αὐτή τήν κακία τοῦ ἀνθρώπου νά βγάλει καλό. Εἶναι τόσο
μεγάλη ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ πού ἀκόμα καί μέσα ἀπό τίς ἁμαρτίες μας βγάζει καλό.
Ἡ ἁμαρτία αὐτή καθεαυτή ἔχει μέσα της τήν τιμωρία. Δέν μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός. Οἱ ἴδιες οἱ πράξεις
49
μας μᾶς τιμωροῦν γιατί ἡ ἁμαρτία ἀπό μόνη της εἶναι μία πράξη αὐτοκαταστροφῆς, αὐτοκτονίας
καί ὁ ἄνθρωπος κάνοντας τήν ἁμαρτία βασανίζεται καί ταλαιπωρεῖται καί μέσα ἀπό αὐτόν τόν
βασανισμό ὁδηγεῖται στήν μετάνοια. Εἶναι τό ἔσχατο μέσο, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος, γιά νά
μᾶς φέρει ὁ Θεός σέ ἐπίγνωση. Παραχωρεῖ νά ἁμαρτάνουμε γιά νά ταπεινωθοῦμε. Ἀφοῦ δέν
ταπεινωθήκαμε ἑκούσια, μέ τή θέλησή μας, μέσα ἀπό τήν ἁμαρτία, τήν ἀσωτία καί τή διαφθορά,
παραχωρεῖ νά ταπεινωθοῦμε γιά νά μετανοήσουμε καί νά σωθοῦμε μέσα ἀπό αὐτόν τόν τρόπο. Καί
μακάριος ὁ ἄνθρωπος πού δέν θά ἀπελπιστεῖ, δέν θά ὑποκύψει στίς ὑποβολές τοῦ πονηροῦ, ὁ
ὁποῖος κάθε στιγμή μᾶς ψιθυρίζει καί μᾶς βάζει λογισμούς ἀπελπισίας καί στή συνέχεια
αὐτοκτονίας. Ἡ μεγαλύτερη χαρά τοῦ διαβόλου εἶναι νά καταφέρει τόν ἄνθρωπο νά αὐτοκτονήσει.
Ἀλλά δέν πρέπει νά ὑποκύψουμε σ’ αὐτό. Πρέπει νά μετανοήσουμε, νά ἐξομολογηθοῦμε καί νά
καθαρίσουμε τήν ψυχή μας, ἀνεξάρτητα πόσες ἁμαρτίες ἔχουμε κάνει. Ἀκόμα κι ἄν κάθε μέρα
κάνουμε χιλιάδες ἁμαρτίες, κάθε στιγμή νά μετανοοῦμε καί σίγουρα θά σωθοῦμε γιατί ὁ Θεός τό
ἔχει πεῖ: «τόν ἐρχόμενον πρός με οὐ μή ἐκβάλω ἔξω» (Ἰω. 6,37), αὐτόν πού ἔρχεται σέ Ἐμένα, δέν
θά τόν διώξω.
«Τό καλύτερο ἔργο εἶναι νά παραδινόμαστε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά βαστάζουμε τίς θλίψεις
μέ ἐλπίδα». Ποιά εἶναι ἡ ἐλπίδα; Ὅτι σίγουρα οἱ θλίψεις εἶναι γιά τό καλό μας. Ἔλεγε ἕνας
σύγχρονος Γέροντας ὅτι ὁ Θεός συγκιρνᾶ, ἀναμιγνύει τά καλά μέ τά «κακά» -μέσα σέ εἰσαγωγικά
τά κακά- γιατί οὐσιαστικά τίποτα δέν εἶναι κακό ἀπό αὐτά πού δίνει ὁ Θεός. Ἐμεῖς τά βλέπουμε
σάν κακά. Πάντα μετά τήν φουρτούνα, νά περιμένεις τήν λιακάδα. Ἦρθε πειρασμός σήμερα, αὔριο
θά συμβεῖ κάτι καλό. Γιά νά δοῦμε τί μᾶς ἐτοιμάζει ὀ Θεός γιά αὔριο! Ἔτσι ἐργάζεται ἡ ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ. Δέν μᾶς δίνει συνεχῶς καλά ἤ συνεχῶς κακά, ἀλλά τά ἀναμιγνύει ὥστε νά γλυκαίνει αὐτός ὁ
πόνος καί αὐτή ἡ πίκρα τοῦ φαρμάκου, ὅπως ἡ μητέρα βάζει καί λίγη ζάχαρη στό φάρμακο γιά νά
τό πάρει τό παιδί.
«Ὁ Κύριος βλέποντας τίς θλίψεις μας δέν θά ἐπιτρέψει ποτέ κάτι πού νά ξεπερνᾶ τίς δυνάμεις μας».
Κι αὐτό εἶναι πολύ παρήγορο. Τίποτα δέν εἶναι πάνω ἀπό τίς δυνάμεις μας. Μά θά πεῖτε: - Ἐγώ ζῶ
καταστάσεις πού δέν τίς ἀντέχω. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ λέει ὅτι ὅλα εἶναι μέσα στίς δυνατότητες καί
στίς δυνάμεις μας, λέει ψέματα ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ; Συμβαίνει αὐτό γιατί πολύ ἁπλά ἔχεις φύγει ἀπό
τόν Θεό. Γιατί βέβαια ἄν ἔχουμε φύγει ἀπό τόν Θεό καί τό τσίμπημα τῆς καρφίτσας δέν τό
ἀντέχουμε. Ἄν βρισκόμαστε ὅμως μέσα στόν Θεό, ὅ,τι ἐπιτρέψει, σίγουρα θά εἶναι μέσα στά ὅρια
τῶν δυνατοτήτων μας. Ἄν νιώθουμε πώς δέν ἀντέχουμε, σημαίνει ὅτι ἔχουμε φύγει μακριά καί
πρέπει νά μετανοήσουμε, νά μποῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία σωστά γιά νά πάρουμε τή χάρη, ὁπότε
θά ἀντέχουμε καί θά ὑπομένουμε καί θά ἐλπίζουμε καί θά χαιρόμαστε μέσα στίς θλίψεις.
«Ἄν οἱ θλίψεις μᾶς φαίνονται ὑπερβολικές, αὐτό σημαίνει πώς δέν ἔχουμε παραδοθεῖ στό θέλημα
τοῦ Θεοῦ». Δηλαδή δέν κάνουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀλλά κάνουμε τά δικά μας θελήματα, ὁπότε
ὅλα μᾶς φαίνονται πάνω ἀπό τίς δυνάμεις μας. «Ἡ ψυχή παραδόθηκε ὁλοκληρωτικά στό θέλημα
τοῦ Θεοῦ καί ἀναπαύεται κοντά Του, γιατί γνωρίζει ἀπό τήν πείρα καί τήν ῾Αγία Γραφή ὅτι ὁ
Κύριος μᾶς ἀγαπᾶ πολύ καί ἐπαγρυπνεῖ στίς ψυχές μας, ζωοποιώντας τά πάντα μέ τή χάρη Του ἐν
εἰρήνη καί ἀγάπη». Μόνο αὐτή ἡ ψυχή ἀναπαύεται πού ἔχει παραδόσει κάθε πράγμα στό θέλημα
τοῦ Θεοῦ.
«Ὅποιος παραδόθηκε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, δέν στενοχωριέται γιά τίποτε, ἔστω καί ἄν εἶναι
ἄρρωστος καί φτωχός καί κατατρεγμένος». Ἡ στενοχώρια εἶναι ἁμαρτία. Δέν εἶναι φυσιολογικό.
Ὑποκρύπτει τήν μή ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί τήν μή τήρηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. «Ἡ ψυχή
50
γνωρίζει ὅτι ὁ Κύριος προνοεῖ σπλαγχνικά γιά μᾶς». Μιά ψυχή πού στενοχωριέται εἶναι σάν νά λέει
στόν Θεό:
Δέν μ’ ἀγαπᾶς.
Εἶναι μιά βλασφημία ἔμμεση στόν Θεό καί μία ἀγνωμοσύνη. Ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν εἶναι
φάρμακα γιά τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς μας.
Ὅταν ὁ γιατρός σοῦ δίνει φάρμακο, ἐσύ λές γιατί μοῦ τό δίνεις;
Ὄχι, τό παίρνεις καί τόν εὐχαριστεῖς κιόλας. Πολύ περισσότερο τόν Οὐράνιο ἰατρό πρέπει νά
εὐχαριστοῦμε γιά ὅλα ὅσα μᾶς συμβαίνουν κι ἄς εἶναι πικρά.
«Μαρτυρεῖ γιά τά ἔργα τοῦ Θεοῦ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο γνωρίζει ἡ ψυχή. Οἱ ὑπερήφανοι ὅμως
καί ἀνυπότακτοι δέν παραδίνονται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατί ἀγαποῦν ν᾿ ἀκολουθοῦν τό δικό
τους θέλημα, πράγμα πού βλάπτει πολύ τήν ψυχή». Ἄν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑπερήφανος, δέν ζεῖ
σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ζεῖ μιά ζωή βασανισμένη. Οὕτως ἤ ἄλλως θά ἔρθουν
δύσκολες καταστάσεις, ἀκόμα καί στούς πιό πλούσιους καί στούς πιό ὑγιεῖς, γιατί ἐνεργεῖ ἡ ἀγάπη
τοῦ Θεοῦ καί μᾶς φέρνει αὐτά τά δύσκολα. Μέσα ἀπό τόν πλοῦτο καί τήν καλοπέραση γεννιοῦνται
πάρα πολλές κακίες κι ἄν κανείς κάπως συγκρατιέται, δέν θά συγκρατηθοῦν τά παιδιά του καί θά
ὑποφέρει ἀπό τά παιδιά του. Ἀναρωτιέται κανείς:
Γιατί δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος εὐτυχισμένος;
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι εὐτυχισμένοι πού τά ἀφήνουν καί τά κάνουν ὅλα σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ
Θεοῦ. Ὅμως ὁ ὑπερήφανος καί ἀνυπότακτος δέν παραδίνεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πράγμα τό
ὁποῖο εἶναι πολύ ἐπιβλαβές γιά τήν ψυχή καί ἔρχεται ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλον
τρόπο καί μᾶς σταματάει καί αὐτό εἶναι σωτήριο. Ἀλλοίμονο στόν ἄνθρωπο πού εἶναι μακριά ἀπό
τόν Θεό καί τοῦ πᾶνε ὅλα καλά, ἀνθρωπίνως. Αὐτόν τόν ἄνθρωπο εἶναι νά τόν κλαῖς.
Ὑπάρχει μία σχετική ἱστορία μέ τόν Ἅγιο Ἀμβρόσιο Ἐπισκόπο Μεδιολάνων. Ὁ ἅγιος αὐτός
Ἐπίσκοπος εἶχε πάει σέ ἕνα πλουσιόσπιτο μαζί μέ τόν διάκο του καί ρωτοῦσε:
Τί κάνετε, πῶς τά περνᾶτε, εἶστε καλά;
Πολύ καλά, λένε.
Κανένα πρόβλημα, καμία δυσκολία;
Καμία δυσκολία, Δεσπότη μου!
Καμία; Ἀπολύτως καμία;
Ἀπολύτως καμία.
Σηκώνεται τότε ἀπότομα ὁ Ἅγιος καί λέει στόν διάκο του:
Πᾶμε νά φύγουμε γρήγορα.
Νά φύγουμε; Ἀφοῦ τώρα ἤρθαμε, λέει ὁ διάκος.
Νά φύγουμε.
Νά εἶναι εὐλογημένο.
Κατεβαίνουν γρήγορα τίς σκάλες, δέν πήγανε πενήντα, ἑκατό μέτρα καί ἀκοῦνε ἕναν τρομερό ἤχο
51
καί γυρνᾶνε πίσω καί τί νά δοῦνε! Ὅλο τό σπίτι αὐτό εἶχε πέσει καί τούς εἶχε πλακώσει ὅλους
μέσα. Καί λέει ὁ διάκος:
Δεσπότη μου πῶς τό κατάλαβες καί γλιτώσαμε;
Κοίταξε παιδί μου, λέει, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι γιά νά μήν ἔχουν κανένα πρόβλημα καί τόσο πλούσιοι
καί τόσο εὐκατάστατοι, τούς εἶχε ἐγκταλείψει ὁ Θεός, τούς εἶχε ἐγκταλείψει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Καί
νά ἡ ἀπόδειξη! Ἔγινε ἕνας μικροσεισμός καί τούς πλάκωσε ὅλους μέσα. Χάθηκαν ὅλοι.
Μή χαίρεστε τούς ἀνθρώπους πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό καί τούς πᾶνε ὅλα καλά. Αὐτοί εἶναι
στή χειρότερη κατάσταση, εἶναι ἐγκατάλειψη Θεοῦ αὐτό. Οἱ θλίψεις εἶναι ἐπίσκεψις Θεοῦ. «Ὃν
ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει καί μαστιγοῖ πάντα υἱόν ὅν παραδέχεται» (Ἑβρ. 12,6). Ὅταν ἔχεις θλίψεις,
ἔχεις ἐπίσκεψη Θεοῦ. Θυμηθεῖτε αὐτούς τούς μαθητές πού πηγαίνανε πρός Ἐμμαούς καί ἦταν
θλιμμένοι. Ποιός ἦρθε δίπλα τους; Ὁ Χριστός! Ὅταν λοιπόν ἔχεις θλίψεις καί ὑπομένεις καί
σκέφτεσαι τόν Θεό, ἔρχεται ὁ Θεός δίπλα σου. Ὅπως καί ἡ Σαμαρείτισσα, ἐπειδή σκεφτόταν τόν
Θεό καί εἶχε θεολογικές ἀπορίες, ἦρθε ὁ Θεός, τήν ἀναζήτησε. Νομίζετε τυχαῖα βρέθηκε ὁ Θεός
στίς 12 τό μεσημέρι ἐκεῖ στό πηγάδι; Κάθε ἄλλο! Πῆγε γιά νά συναντήσει αὐτή τήν γυναῖκα, ἡ
ὁποία εἶχε ἐνδιαφέρον καί μεγάλο πόθο νά βρεῖ τόν Θεό κι ἄς ἦταν αἱρετική Σαμαρείτισσα. Πόσο
νοιάζεται ὁ Θεός γιά τή μία ψυχή! Ἄς μήν εἴμαστε λοιπόν ὑπερήφανοι. Ἄς εἴμαστε ταπεινοί κι ἄς
ἀφηνόμαστε στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
«Ὁ ὅσιος Ποιμήν ὁ Μέγας εἶπε· «Τό θέλημά μας εἶναι χάλκινο τεῖχος ἀνάμεσα σέ μᾶς καί στόν Θεό
καί δέν μᾶς ἀφήνει νά Τόν πλησιάσουμε ἤ νά δοῦμε τό ἔλεός Του». Καί ποιοί ἔχουν θέλημα; Οἱ
ὑπερήφανοι. Χαρακτηριστικό τοῦ ὑπερήφανου ἀνθρώπου εἶναι τό θέλημα. Τό ἀκοῦς καί στά λόγια
τους, ὅταν ἀκοῦς ἄνθρωπο νά λέει συνέχεια «Ἐγώ, ἐγώ, ἐγώ...» εἶναι ἐγωιστής, εἶναι ὑπερήφανος,
ἔχει θέλημα κι αὐτό τό θέλημα πού τό ἔχει στήσει, τό ἔχει θρέψει καί τό ἔχει βάλει σάν πρῶτο
στόχο στή ζωή του, αὐτό εἶναι πού τόν ἐμποδίζει νά βρεῖ τόν Θεό. Ἄν βάζεις ἐσύ τούς στόχους,
στήν οὐσία κάνεις στήν ἄκρη τόν Θεό. Ὁ στόχος εἶναι ἕνας νά πᾶς στόν Χριστό. Ἄν δέν πετύχεις
αὐτόν τόν στόχο, ὅλους τούς ἄλλους στόχους νά τούς πετύχεις -πού δέν θά τούς πετύχεις- εἶσαι
ἀποτυχημένος. Λένε κάποιοι παππούδες, γιαγιάδες «ἐγώ τά πάντρεψα τά παιδιά μου, ἔχω καί
ἐγγόνια καί δισέγγονα, ἔχουν καί καλές δουλειές, τί ἄλλο νά ζητήσω ἀπό τή ζωή;», πλήρης
ἀποτυχία! Στήν ἐρώτηση:
Τά παιδιά σου ἐξομολογοῦνται, κοινωνᾶνε, πᾶνε ἐκκλησία;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι «ὄχι». Ἄρα τίποτα δέν ἔκανες σάν γονιός. Τό πρῶτο πού πρέπει νά κάνεις εἶναι
νά βοηθήσεις τά παιδιά - ἐγγόνια νά μποῦνε στό δρόμο γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ μέ τήν μετάνοια,
τήν ἐξομολόγηση καί τήν προσευχή.
Ἐκεῖνο πού μᾶς ἐμποδίζει καί μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό λοιπόν εἶναι τό θέλημα. Γκρεμίστε αὐτό τό
θέλημα καί βάλτε στή θέση του τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τότε βρήκατε τόν δρόμο γιά τή
μακαριότητα καί γιά τήν ἀληθινή ἐλευθερία.
«Ὅποιος κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, εἶναι εὐχαριστημένος μέ ὅλα, ἔστω καί ἄν εἶναι φτωχός καί,
ἴσως, ἀσθενής καί πάσχει, γιατί τόν εὐχαριστεῖ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ὅμως δέν εἶναι
ἱκανοποιημένος μέ τή μοίρα του (ὄπως λέει ὁ κόσμος, πιό σωστά μέ αὐτά πού τοῦ συμβαίνουν γιατί
μοίρα δέν ὑπάρχει) καί γογγύζει γιά τήν ἀσθένειά του ἤ ἐναντίον ἐκείνου πού τόν πρόσβαλε, αὐτός
νά ξέρει πώς κατέχεται ἀπό ὑπερήφανο πνεῦμα», δηλαδή ἀπό πονηρό πνεῦμα καί γι’ αὐτό γογγύζει,
«καί ἔχασε τήν εὐγνωμοσύνη γιά τόν Θεό». Ἐνῶ ὅλα αὐτά πού ἀναφέραμε ὕβρεις, ἀρρώστιες ἤ μία
52
δυσπραγία, εἶναι φάρμακα ἰαματικά πού τοῦ στέλνει ὁ Θεός καί πρέπει νά εὐχαριστεῖ καί νά
δοξολογεῖ τόν Θεό γιατί λέει στό Εὐαγγέλιο «ὁ Κύριος παιδαγωγεῖ τά γνήσια παιδιά του καί ὄχι τά
νόθα» (Ἑβρ. 12,8). Οἱ ἄσχετοι καί αὐτοί πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό εἶναι τά νόθα παιδιά καί ἄν
ὁ Θεός τούς κάνει μιά παιδαγωγία, θά βλασφημήσουν περισσότερο τόν Θεό, θά πᾶνε σέ ἀκόμα
βαθύτερη κόλαση. Γι’ αὐτό ἀπό ἀγάπη πάλι κινούμενος ὁ Θεός δέν τούς παιδαγωγεῖ, γιατί εἶναι
ἀνεπίδεκτοι μαθήσεως. Ὁπότε νά δοξάζουμε τόν Θεό ὅταν ἔχουμε θλίψεις γιατί σημαίνει πώς δέν
ἔχει χαθεῖ τελείως γιά μᾶς ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας. Ἐργάζεται ὁ Θεός στήν ψυχή μας καί μέ τίς
δοκιμασίες πού ἐπιτρέπει κατεργάζεται τή σωτηρία μας.
Ἄς ποῦμε ὅμως ὅτι γογγύζουμε καί θυμώνουμε σέ μιά ἀρρώστια ἤ σέ μιά ἀδικία, «ἀλλ᾿ ἀκόμη καί
σέ μιά τέτοια περίπτωση» λέει ὁ ἅγιος, «μή στενοχωριέσαι». Τό ἀναγνωρίζεις, τό βλέπεις στόν
ἑαυτό σου ὅτι ἔχεις ὑπερηφάνεια, μή σέ πιάσει κατάθλιψη γι’ αὐτό. Καί γιά τήν ὑπερηφάνεια
ὑπάρχει θεραπεία. Νά μετανοήσεις. Νά μή δικαιώσεις τόν ἑαυτό σου «καλά κάνω πού
στενοχωριέμαι ἤ πού ἐκδικοῦμαι αὐτόν πού μέ ἔβρισε», αὐτό εἶναι δαιμονικό. «Ἤ καλά κάνω πού
ἔχω κατάθλιψη ἀφοῦ τίποτα δέν μοῦ πάει καλά στή ζωή μου». Ὄχι δέν κάνεις καλά πού θρέφεις
αὐτή τήν ἀρρωστημένη λύπη. Νά ζητήσεις συγχώρεση ἀπό τόν Θεό γιά τήν ὑπερηφάνειά σου καί
νά μετανοήσεις. «Ζήτησε μ᾿ ἐπιμονή ἀπό τόν Κύριο πνεῦμα ταπεινό. Καί ὅταν ἔλθει σ᾿ ἐσένα τό
ταπεινό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ πού ἀναζητᾶς, τότε θά Τόν ἀγαπήσεις καί θά ἔχεις βρεῖ ἀνάπαυση, παρ᾿
ὅλες τίς θλίψεις σου».
«Ψυχή πού ἀπέκτησε τήν ταπείνωση θυμᾶται πάντα τόν Θεό καί ἀναλογίζεται· «Ὁ Θεός μέ
δημιούργησε». Ἐγώ ἔφτιαξα τόν ἑαυτό μου, τό σῶμα καί τήν ψυχή μου; Ὁ Θεός μέ ἔφτιαξε, «ἔπαθε
γιά μένα· συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες μου καί μέ παρηγορεῖ· μέ τρέφει καί φροντίζει γιά μένα. Γιατί
λοιπόν νά μεριμνῶ ἐγώ γιά τόν ἑαυτό μου ἤ τί ἔχω νά φοβηθῶ, ἔστω καί ἄν μέ ἀπειλεῖ ὁ θάνατος».
Ἄς μείνουμε σ’ αὐτά καί ἄς μάθουμε αὐτό τό ἁπλό μάθημα: νά ἀφήνουμε καί τούς ἑαυτούς μας καί
τούς ἄλλους καί ὅλη μας τή ζωή στόν Θεό καί τό ἅγιο θέλημά Του καί τότε -ὄχι μόνο δέν θά
θέλουμε, ἀλλά- δέν θά μποροῦμε νά λυπηθοῦμε, νά στενοχωρεθοῦμε ἤ νά ἀγχωθοῦμε.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ. : Ὅταν κάποιος μᾶς κάνει ἕνα κακό, αὐτόν τόν βάζει ὁ Θεός, τόν βάζει ὁ διάβολος ἤ ἀπό
μόνος του τό κάνει;
Ἀπ. : Ἀπό αὐτά πού εἴπαμε νομίζω βγαίνει ἡ ἀπάντηση, ἀλλά θά τό ξαναπῶ: Δέν ὑπάρχει δεύτερη
καί τρίτη ἀρχή. Μία ἀρχή ὑπάρχει ὁ Θεός. Τά πάντα κανονίζονται ἀπό τόν Θεό μέχρι λεπτομερείας.
Ποιᾶς λεπτομερείας; Μέχρι καί πόσες τρίχες θά ἔχουμε καί πόσες θά μᾶς πέσουν σήμερα καί αὔριο.
Μετράει δηλαδή ὁ Θεός καί αὐτά πού ἐμεῖς δέν μετρᾶμε. Ἄρα ὅλα εἶναι ἀπό τόν Θεό. Κατά
παραχώρηση τοῦ Θοῦ ἴσως κάποιος σέ βρίσει καί σίγουρα θά εἶναι γιά τό καλό σου. Γιατί; Γιατί
ἔχεις ὑπερηφάνεια. Αὐτή ἡ ὑπερηφάνεια πρέπει νά φύγει γιά νά πᾶς στόν. Ὅσο δέν τήν κόβεις
μόνος σου, θά σοῦ στέλνει ὁ Θεός κάποιον νά σέ βοηθάει νά τήν κόψεις. Καί αὐτόν τόν κάποιον θά
πρέπει νά τόν εὐχαριστήσουμε γιατί εἶναι ὁ γιατρός μας, εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ. Θά
πρέπει νά νιώθουμε εὐγνομωσύνη καί σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο πού γίνεται ὄργανο τοῦ Θεοῦ καί
προπάντων σ’ Αὐτόν πού τόν στέλνει, στόν Θεό. Πόσο ἀνάποδα βλέπουμε τά πράγματα! Μπορεῖ
αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει καί δαιμονική ἐπήρεια. Καί αὐτό ἀπό τόν Θεό εἶναι. Μπορεῖ νά εἶναι ὁ
ἴδιος κακός καί διεστραμμένος καί νά τό εὐχαριστιέται κιόλας -τό κακό πού μᾶς κάνει- κι αὐτό ἀπό
τόν Θεό εἶναι, κατά παραχώρηση. Ὁ Θεός τόν ἔκανε ἐλεύθερο. Ὅλα αὐτά ὅμως εἶναι ἐλεγχόμενα
ἀπό τόν Θεό. Καί τό κακό πού θά μᾶς κάνει, θά μᾶς τό κάνει μέχρι ἐκεῖ πού θά τόν ἀφήσει ὁ Θεός
53
καί γιά ὅσο χρόνο τόν ἀφήσει ὁ Θεός νά τό κάνει. Γιατί δέν μπορεῖ ὁ Θεός, π.χ. νά τοῦ δώσει μία
καρδιακή προσβολή καί νά τόν στείλει στήν ἐντατική; Ὅλα τά μπορεῖ. Γιατί δέν τό κάνει; Γιά νά
ὠφεληθοῦμε ἐμεῖς. Τήν ὥρα πού πάει κάποιος νά μᾶς βρίσει, δέν μπορεῖ νά τοῦ παραλύσει τό
στόμα; Μέ τούς ἁγίους συνέβαινε πολλές φορές νά πάει ὁ δήμιος νά τόν χτυπήσει καί παρέλυε τό
χέρι τους. Τούς τό παρέλυε ὁ Θεός.
Πίσω ἀπό ὅλα εἶναι ὁ Θεός. Αὐτό πού διαβάσαμε στό κείμενο τοῦ Ἁγίου Σεραφείμ «Ἀπό Μένα
ἦταν αὐτό», νά τό λέμε σέ ὅλα τά γεγονότα. ΟΛΑ εἶναι εἴτε κατά εὐδοκία, εἴτε κατά παραχώρηση
Θεοῦ. Μήν ψάχνουμε ἄλλες αἰτίες. Αὐτό παθαίνουμε καί νομίζουμε ὅτι φταίει ἡ κακία κάποιου
ἀνθρώπου. Ἀλλά πίσω ἀπό τήν κακία ὑπάρχει ἡ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ. Τόν ἄφησε ὁ Θεός νά
ἐκδηλώσει τήν κακία του γιατί ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό διόρθωση. Καί παίρνει προσωρινά ὁ Θεός
τή χάρη του ἀπό αὐτόν τόν ἄνθρωπο γιά νά ὠφεληθοῦμε ἐμεῖς.
Ἀναφέρει ἕνα παρόμοιο περιστατικό ὀ π. Παΐσιος. Μία Κυριακή πῆγε νά ἐκκλησιαστεῖ καί ἔκανε
μία προσευχή. «Θεέ μου βάλε ὅλους ὅσους εἶναι ἐδῶ στόν Παράδεισο καί μένα τελευταῖο» καί
ὅπως συνήθιζε κάθε Κυριακή, ὡς μοναχός μπῆκε στό ἱερό. Ἔμεινε ἐκεῖ καί περίμενε νά
κοινωνήσει. Συνήθως ὅσοι εἶναι στό ἱερό, ἄν εἶναι μάλιστα καί μοναχοί κοινωνοῦνε πρῶτοι καί
μετά βγαίνει ὁ ἱερέας ἔξω καί κοινωνεῖ τούς πιστούς. Ἐκείνη τήν ἡμέρα ὁ παπάς σχεδόν μέ τίς
κλωτσιές τόν πέταξε ἔξω καί τοῦ λέει «φύγε, τελευταῖος θά κοινωνήσεις, πίσω ἀπό ὅλους». Γιά
ποιόν λόγο; Γιά κανέναν λόγο. Δέν ὑπῆρχε ἐμφανής λόγος. Πῆγε ὁ π. Παΐσιος ἔξω, κοινώνησε στό
τέλος καί μετά τοῦ λέει ὁ παπάς «Συγγνώμη Γέροντα, οὔτε κατάλαβα πῶς τό ἔκανα αὐτό τό
πράγμα». Λέει τότε ὁ Γέροντας «Δέν φταῖς ἐσύ, ἐγώ φταίω, ἦταν ἡ προσευχή πού ἔκανα νά μποῦν
ὅλοι στόν Παράδεισο καί ἐγώ τελευταῖος». Μέ τή Θεία Κοινωνία μπαίνεις στόν Παράδεισο. Πολύ
ἁπλά ἄκουσε ὁ Θεός τήν προσευχή του!
Καί ἐμεῖς δέν προσευχόμαστε στόν Θεό νά σωθοῦμε; Ἔ, πῶς θά σωθοῦμε ἄν ἔχουμε ὑπερηφάνεια;
Μᾶς στέλνει κάποιον νά μᾶς βοηθήσει νά ταπεινωθοῦμε γιά νά μποῦμε στόν Παράδεισο. Ἡ
ταπείνωση, ἔλεγε ἐπίσης ὁ π. Παΐσιος, δέν ἔρχεται μέ τό κιλό, νά πᾶμε στό super market νά
ἀγοράσουμε ἕνα κιλό. Ἔρχεται μέ τό νά μᾶς στείλει κάποιον ὁ Θεός νά μᾶς βρίσει. Τό λέει καί ὁ
ἀββᾶς Δωρόθεος: «Ζητᾶς ἀπό τόν Θεό ταπείνωση; Εἶναι σάν νά ζητᾶς κάποιον νά ἔρθει νά σέ
βρίσει». Ὅταν γίνεται, εἴμαστε ὅμως ἔτοιμοι νά τό δεχτοῦμε ἤ ἀντιδροῦμε; Μᾶλλον ἀντιδροῦμε..
Γι’ αὐτό καλύτερα νά μή ζητᾶμε τίποτα καί ὁ Θεός ἔτσι πολύ μαλακά θά μᾶς πάει σέ ἀνώτερα
μαθήματα.
Ἐρ. : Ὁ ἅγιος Σιλουανός λέει νά κρατοῦμε τόν νοῦ μας στόν ἅδη καί νά μήν ἀπελπιζόμαστε.
Ἀπ. : Ἀκριβῶς. Καί τί σημαίνει αὐτό; Νά ἔχουμε τέτοια ταπείνωση πού νά θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας
ἄξιο γιά τήν κόλαση. Ἐκεῖ μέσα θά φωνάζουμε «Θεέ μου βγάλε με» καί θά ἔρθει ὁ Θεός νά μᾶς
βγάλει ἀπό τόν Ἅδη.
Ἐρ. : Κάνει νά λέμε αὐτός εἶναι κακός, αὐτός εἶναι ἄδικος, αὐτός εἶναι κλέφτης, αὐτός εἶναι
συκοφάντης;
Ἀπ. : Δέν κάνει γιατί εἶναι κατάκριση. Ἔστω κι ἄν εἶναι, δέν πρέπει νά τό λέμε. Ἐπιτρέπεται νά τό
πεῖς μόνο ὅταν πρόκειται νά προφυλάξεις κάποιον ἄλλον ἤ γιά νά συσκεφθεῖς μέ κάποιον νά τόν
βοηθήσεις, ἀπό ἀγάπη δηλαδή. Γιά παράδειγμα, παρεκτρέπεται τό παιδί σου, θά συζητήσεις μέ τήν
σύζυγό σου γιά νά δεῖτε τί θά κάνετε. Τότε δέν εἶναι κατάκριση.
Ἐρ. : Πράξεις ἐπιτρέπεται νά κρίνουμε;
54
Ἀπ. : Πράξεις ναί. Κοιτᾶξτε ἡ κρίση εἶναι ἀνθρώπινη, θά μᾶς ἔρχεται. Καί δέν εἴμαστε ἀνόητοι.
Βλέπεις αὐτό εἶναι ἁμαρτία. Βέβαια πάντα νά βάζετε κι ἕνα ἐρωτηματικό: - Βλέπω καλά; Ὑπάρχει
καί ἡ παροιμία πού λέει «Ἀπό ὅσα ἀκοῦς μήν πιστεύεις τίποτα καί ἀπό ὅσα βλέπεις τά μισά».
Δεύτερον θά προσέξεις νά μή μισήσεις ποτέ αὐτόν πού κάνει τήν κακή πράξη, νά μήν τόν
ἀντιπαθήσεις καί νά μήν τόν ὑποτιμήσεις. Νά τά φορτώσεις ὅλα στόν πονηρό καί νά λυπηθεῖς τόν
καημένο τόν ἄνθρωπο πού τόν πλάνησε ὁ πονηρός καί ἔκανε ὅ,τι ἔκανε. Γιατί σέ τελική ἀνάλυση
αὐτός μᾶς πλανάει. Νά μή χάσεις τήν ἀγάπη σου γιά τόν ἀλλον ἄνθρωπο. Πολύ εὔκολα
ξεγλιστρᾶμε ἀπό τήν κρίση στήν κατάκριση καί ἀπό τήν πράξη στό πρόσωπο. Γι’ αὐτό καλύτερα
νά μήν ἀσχολούμαστε οὔτε μέ τίς πράξεις τῶν ἄλλων, ἀλλά μέ τίς δικές μας. Ὅλη μας ἡ ζωή δέν
φτάνει νά ἀσχολούμαστε καί νά κλαῖμε γιά τά δικά μας. Καί αὐτό εἶναι τό ἀσφαλές.
Ἐρ. : Ποιά εἶναι ἡ διαφορά θλίψεως καί στενοχώριας;
Ἀπ. : Λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι» (Β΄Κορ. 4,8). Ὑπάρχει
διαφορά; Βεβαίως, ὑπάρχει τεράστια διαφορά. Θλίψις εἶναι αὐτό πού ἔρχεται ἀπό ἔξω: μιά
ἀρρώστια, μιά δυσπραγία οἰκονομική, μιά συκοφαντία, μιά βρισιά ἀπό τόν ἄλλον, μιά ὁποιαδήποτε
ἀδικία. Ἔρχεται καί σέ πιέζει, σέ θλίβει, σέ συν-θλίβει, σέ στίβει. Τό πῶς θά ἀντιδράσεις σ’ αὐτό,
εἶναι τό δεύτερο κομμάτι. Ἄν στενοχωρεθεῖς, ἄν βγεῖ ἀπό μέσα σου μία ἀγανάκτηση, ἔνας θυμός,
μία ὀργή, μία ἐσωτερική ταραχή, ὄπως λέμε στενοχώρια, τότε κάνεις λάθος, κάνεις ἁμαρτία. Θά
πρέπει νά χαρεῖς ἤ τουλάχιστον νά ὑπομείνεις καί νά πεῖς «ξέρει ὁ Θεός γιατί μοῦ τό στέλνει» νά
εὐχαριστήσεις καί νά δοξάσεις τόν Θεό. «Ἐν παντί εὐχαριστεῖτε» (Α΄Θεσ. 5,18) δέν λέει ὁ
Ἀπόστολος; Κυρίως γιά αὐτές τίς περιστάσεις τό λέει πού σέ θλίβουν ἐξωτερικά. Ἐσύ θά πρέπει
καί γι’ αὐτό νά εὐχαριστεῖς τόν Θεό γιατί εἴπαμε ἡ κάθε θλίψη εἶναι σταλμένη ἀπό τόν Θεό ὡς
φάρμακο. Θλιβόμενοι λοιπόν ἐξωτερικά, ἀλλ΄ οὐ στενοχωρούμενοι ἐσωτερικά. Αὐτή εἶναι ἡ
διαφορά. Ποτέ δέν πρέπει νά στενοχωριόμαστε. «Πάντοτε χαίρετε, ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν
παντί εὐχαριστεῖτε» (Α΄Θεσ. 5,16-18).
Ἐρ. : Στό περιστατικό μέ τόν ἅγιο Ἁμβρόσιο ἐκεῖνος ὁ πλούσιος ἄν εὐχαριστοῦσε τόν Θεό γιά ὅλα
αὐτά τά καλά, θά τό πάθαινε αὐτό;
Ἀπ. : Ὄχι βέβαια. Ἄν εὐχαριστοῦσε τόν Θεό καί ζοῦσε κατά Θεόν δέν θά τό πάθαινε. Ὁ Ἀβραάμ
ἦταν πλούσιος καί εἶναι Πατριάρχης, εἶναι μέσα στόν Παράδεισο, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἄν εἶσαι
πλούσιος, δέν σημαίνει ὅτι θά χαθεῖς. Ἀλλά ἄν εἶσαι πλούσιος καί εἶσαι ἄσχετος μέ τόν Θεό, θά
χαθεῖς, ὅταν ἀνθρωπίνως σοῦ πᾶνε ὅλα καλά, ἀλλά ἐσύ δέν θέλεις νά ἔχεις σχέση μέ τόν Χριστό
καί ἁπλῶς ἀπολαμβάνεις τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ χωρίς νά λές ἕνα «Δόξα σοι ὁ Θεός». Ἕνας τέτοιος
ἄνθρωπος εἶναι πολύ μακριά ἀπό τήν σωτηρία. Καί ὁ Κύριος τό εἶπε: «πολύ δύσκολα θά εἰσέλθει
πλούσιος στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 19,23). Γι’ αὐτόν τόν λόγο, γιατί ὅταν ἔχεις πλούτη, ἔχεις
καί ὑπερηφάνεια καί ὅταν ἔχεις ὑπερηφάνεια ἔχεις θέλημα καί ὅταν ἔχεις θέλημα δέν κάνεις τό
θέλημα τοῦ Θεοῦ, κάνεις τό δικό σου.
Ἐρ. : Ἄν αὐτός πού συκοφαντεῖ, γίνεται συκοφάντης, ὁ Θεός τό παραχωρεῖ νά τό κάνει αὐτό καί ἄν
ὠφελεῖται;
Ἀπ. : Σαφέστατα, γιατί ἔχει ἐλευθερία. Ὁ Θεός δέν τοῦ δίνεις τίς δυνάμεις; Ἁπλῶς τίς χρησιμοποιεῖ
κακῶς. Τοῦ δίνει τή φωνή καί ὅλα τά χαρίσματα πού τά χρησιμοποιεῖ κακῶς. Ἐπειδή εἶναι
ἐλεύθερος, ἔχει εὐθύνη. Ἄν ἦταν ἀναγκασμένος νά συκοφαντήσει, τότε δέν θά εἶχε εὐθύνη. Ὁ
Ἰούδας ἔχει εὐθύνη; Σαφέστατα ἔχει εὐθύνη γιατί δέν ἦταν ἀναγκασμένος νά προδώσει τόν Χριστό.
Μόνος του τό ἔκανε. Γιατί λένε κάποιοι ἐξυπνάκηδες «ἄν δέν βρισκόταν ὁ Ἰούδας, τί θά
55
γινότανε;». Θά ἔβρισκε τρόπο καί τό εἶπε ξεκάθαρα ὁ Κύριος «ἀλλοίμονο στόν ἄνθρωπο ἐκεῖνον,
προτιμότερον θά ἦταν γι' αὐτόν νά μήν εἶχε γεννηθεῖ» (Ματθ. 26,24). Ἔχει εὐθύνη λοιπόν καί κατά
παραχώρηση Θεοῦ κάνει ὅ,τι κάνει καί ὁ συκοφάντης.
Στό δεύτερο σκέλος τοῦ ἐρωτήματος ἐάν ὠφελεῖται. Ἐξαρτᾶται ἀπό τόν ἴδιο. Μπορεῖ νά ὠφεληθεῖ,
ἄν μετανοήσει. Γιατί εἴπαμε καί τίς ἁμαρτίες κατά παραχώρηση Θεοῦ τίς κάνουμε, γιά νά μάθουμε
ἀπό αὐτά πού θά πάθουμε. Ἕνα παιδί ἀκουμπάει τό χέρι του στήν ἠλεκτρική κουζίνα καί καίγεται.
Μαθαίνει ἀπ’ αὐτό νά μήν τό ξανακάνει. Θά μάθουμε ἀπό αὐτό πού θά πάθουμε γιατί ἡ ἁμαρτία
ὁπωσδήποτε ἔχει σάν συνέπεια τόν πόνο καί τόν θάνατο. Ἄν λοιπόν καί ἐμεῖς ἔχουμε νοῦ καί δέν τό
ξανακάνουμε, τότε ὠφελούμαστε. Ἄν ὅμως ἐπιμένουμε νά τό ξανακάνουμε, αὐτό εἶναι δαιμονικό.
Γι’ αὐτό λένε οἱ ἅγιοι: «ἀνθρώπινο τό νά πέσεις, τό νά παραμένεις ὅμως πεσμένος δαιμονικό».
Βλέπεις ἕνα μωράκι, πάει νά περπατήσει καί πέφτει. Θά τό κατακρίνεις πού πέφτει; Ὄχι, ἀφοῦ δέν
ἀντέχουν τά ποδαράκια του. Ἀλλά πότε θά ὑποψιαστεῖς ὅτι κάτι πολύ σοβαρό συμβαίνει; Ὅταν
πέφτει καί δέν θέλει νά σηκωθεῖ. Ἔτσι καί μέ τόν ἄνθρωπο πού ἁμαρτάνει.
Ἐρ. : Ὅταν κάποιος μᾶς ἀδικεῖ κατά ὁποιοδήποτε τρόπο, ἄν ἐμεῖς στενοχωριόμαστε καί ἔχουμε
λογισμούς γι’ αὐτόν εἶναι κακό;
Ἀπ. : Σαφῶς εἶναι κακό. Εἶναι μουρμούρα ὅπως λέγεται. Δέν πρέπει νά ἔχουμε αὐτή τή μουρμούρα
μέσα μας, αὐτούς τούς λογισμούς. Πρέπει νά ἔχουμε τόν νοῦ μας, ὅταν ὁ ἄλλος μᾶς ἀδικεῖ, ἀμέσως
ὁ διάβολος θά μᾶς φέρει λογισμούς ἀντιπάθειας γι’ αὐτό τό πρόσωπο καί θά πρέπει νά εἴμαστε σέ
ἐτοιμότητα, σέ προσευχή ὥστε νά μή δεχτοῦμε αὐτούς τούς λογισμούς καί τόν ἀντιπαθήσουμε. Νά
μήν πέσουμε σ’ αὐτή τήν κατάσταση τῆς ἀντιπάθειας.
Ἐρ. : Πόσο εὔκολο εἶναι νά μᾶς βρίζουν, νά μᾶς ἀδικοῦν καί νά τό ἀντέχουμε;
Ἀπ. : Ἐξαρτᾶται ἀπό τό πόσο ἔχουμε ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό μας, τόν ἐγωισμό μας καί τό θέλημά μας.
Ἄν τό ἀποφασίσουμε, εἶναι εὔκολο. Μία σκέψη ταπεινή -κάντε το σάν πείραμα ἄν θέλετε- ἀμέσως
μᾶς ἀνακουφίζει. Καί μιά σκέψη ὑπερήφανη ἀμέσως μᾶς στενοχωρεῖ, μᾶς ταράζει, μᾶς ἀγχώνει καί
μᾶς συγχύζει. Ἄν πεῖς μέ ἐπίγνωση «Θεέ μου συγχώρεσέ με τόν πιό ἁμαρτωλό ἄνθρωπο στόν
κόσμο», ἀμέσως χαλαρώνεις πνευματικά, ἀλλά ἀκόμα καί σωματικά. Ἄν αὐτό τό λές κάθε στιγμή
ὅτι εἶσαι ὁ χειρότερος ὅλων τῶν ἀνθρώπων, μετά ἄν κάποιος σέ βρίσει, μᾶλλον σέ ἀνεβάζει γιατί
ἐσύ ἤδη ἔχεις πάει πιό χαμηλά ἀπό ὅλους. Ὁπότε θά σοῦ πεῖ «εἶσαι τέτοιος», θά πεῖς «μόνο τέτοιος,
ἀκόμα πιό κάτω εἶμαι, ἐσύ μέ τιμᾶς μ’ αὐτό πού λές». Ὄχι μόνο δέν ταράζεσαι, ἀλλά εἶσαι σ’ αὐτή
τήν ἐτοιμότητα νά εὐχαριστήσεις καί νά δοξάσεις τόν Θεό.
Ὄχι μόνο μειώνεται τό πνεῦμα τῆς ὑπερηφάνειας, ἀλλά ἀντικαθίσταται μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο πού
εἶναι πνεῦμα ταπείνωσης καί μπορεῖ νά γίνει ἄμεσα μ΄ ἕναν λογισμό. Γι’ αὐτό πρέπει νά ἔχουμε
συνεχή προσπάθεια, συνεχή ταπείνωση, συνεχή προσευχή. Εἶναι μία προπόνηση ὅλη μας ἡ ζωή
ἐδῶ καί ὅλα θά ἐξαρτηθοῦν ἀπό τά τελευταῖα δευτερόλεπτα τῆς ζωῆς μας. Ἄν ἔχουμε μάθει στή
ζωή μας νά εἴμαστε ταπεινοί καί ἐκεῖνα τά δευτερόλεπτα θά εἴμαστε ταπεινοί, θά εἴμαστε στόν
Παράδεισο. Ἄν ὅλη τήν ζωή τήν περάσεις στήν ὑπερηφάνεια, ἔστω καί μέ κάποια διαλείμματα
ταπείνωσης, τά πράγματα εἶναι ἐπικίνδυνα γιατί μπορεῖ τήν κρίσιμη ὥρα νά πέσεις σέ ὑπερηφάνεια
καί νά χάσεις τήν σωτηρία σου.
Ἐρ. : Ἄν πεῖς ἕνα γεγονός σέ κάποιον χωρίς νά πεῖς πρόσωπο εἶναι κατάκριση;
Ἀπ. : Πάντα θά πρέπει νά παρακολουθοῦμε τόν ἑαυτό μας: Γιατί τό λέω; Καί τί αἰσθάνομαι τήν
ὥρα πού τό λέω;. Μήπως νιώθω ἱκανοποίηση λέγοντας τό γεγονός αὐτό; Γιά νά βγάλω τό ἄχτι μου,
56
ἔστω κι ἄν δέν λέω τό πρόσωπο; Τό λέω ἀπό ἀγάπη; Πάντα πρέπει νά ἔχουμε ἀγάπη. Τό καθετί πού
κάνουμε πρέπει νά τό κάνουμε μέ κίνητρο τήν ἀγάπη. Ἄν δέν ὑπάρχει ἀγάπη, ὑπάρχει τό μίσος. Ἤ
θά εἴμαστε στήν ἀγάπη ἤ θά εἴμαστε στό μίσος.
Ἐρ. : Πρέπει νά εἶσαι πολύ δυνατός γιά νά σοῦ συμβαίνουν πράγματα καί νά μήν τά ἐξωτερικεύεις
κάπου..
Ἀπ. : Μποροῦμε νά τά ἐξωτερικεύσουμε στόν Θεό μέ τήν προσευχή μας. Μετά καί στόν
Πνευματικό μας. Μήν ζητᾶμε ἀνθρώπινα στηρίγματα.
57
Τρόποι ἐπανενεργοποίησης τῆς Θείας Χάρης
α)Μετάνοια, β)Ἀδιάλειπτη προσευχή
α)Συνεχής διά βίου Μετάνοια- ἐξομολόγηση.
Ἡ ἁμαρτία καί τά πάθη ἀπενεργοποιοῦν τήν Βαπτισματική Θεία Χάρη. Μέ τήν μετάνοιαἐξομολόγηση ὁ ἄνθρωπος ἐξαλείφει τήν ἁμαρτία καί ἀπαλάσσεται ἀπό τά πάθη. Μπορεῖ ἔτσι νά
«ἀδειάσει» τό ἐσωτερικό τῆς καρδιᾶς του ἀπό ὅλην αὐτήν τήν δυσωδία καί νά δημιουργήσει χῶρο
γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνεξομολόγητες-ἀμετανόητες ἁμαρτίες, αὐτές
λειτουργοῦν ὡς ἐμπόδιο στό ν’ ἀγαπήσει τόν Θεό καί τόν πλησίον. Αὐτό συμβαίνει διότι ὅλος ὁ
ὑπαρξιακός του χῶρος (ὅλη του ἡ καρδιά) εἶναι κατειλημμένος ἀπό τά πάθη καί μάλιστα ἀπό τό
κυρίαρχο πάθος τοῦ ἐγωισμοῦ-ὑπερηφάνειας δηλαδή ἀπό τήν ἄρρωστη ἀγάπη γιά τό Ἐγώ του. Ἡ
ψυχή εἶναι μολυσμένη καί «στραπατσαρισμένη», ἀνάξια τοῦ Ὑπέρλαμπρου νυμφίου της τοῦ
Χριστοῦ.
«Ἐμεῖς» ἀναρωτιέται ὁ π. Πορφύριος «ἔχομε φλόγα γιὰ τὸν Χριστό; Τρέχουμε, ὅταν εἴμαστε
κατάκοποι, νὰ ξεκουρασθοῦμε στὴν προσευχή, στὸν Ἀγαπημένο ἢ τὸ κάνουμε ἀγγάρια καὶ λέμε:
«Ώ, τώρα ἔχω νὰ κάνω καὶ προσευχὴ καὶ κανόνα...»; Τί λείπει καὶ νιώθουμε ἔτσι; Λείπει ὁ θεῖος
ἔρως. Δὲν ἔχει ἀξία νὰ γίνεται μία τέτοια προσευχή. Ἴσως μάλιστα κάνει καὶ κακό.
Ἂν στραπατσαρισθεῖ ἡ ψυχὴ καὶ γίνει ἀνάξια τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, διακόπτει ὁ Χριστὸς τὶς
σχέσεις, διότι ὁ Χριστὸς «χοντρὲς» ψυχὲς δὲν θέλει κοντά Του. Ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ συνέλθει πάλι,
γιὰ νὰ γίνει ἄξια του Χριστοῦ, νὰ μετανοήσει «ἕως ἐβδομηκοντάκις ἑπτά». Ἡ μετάνοια ἡ ἀληθινὴ
θὰ φέρει τὸν ἁγιασμό. Ὄχι νὰ λέεις, «πᾶνε τὰ χρόνια μου χαμένα, δὲν εἶμαι ἄξιος» κ.λ.π., ἀλλὰ
μπορεῖς νὰ λέεις, «θυμᾶμαι κι ἐγὼ τὶς μέρες τὶς ἀργές, ποὺ δὲν ζοῦσα κοντὰ στὸν Θεό...». Καὶ στὴ
δική μου ζωὴ κάπου θὰ ὑπάρχουν ἄδειες μέρες. Ἤμουν δώδεκα χρονῶν, ποὺ ἔφυγα γιὰ τὸ Ἅγιον
Ὅρος. Δὲν ἦταν αὐτὰ χρόνια; Μπορεῖ βέβαια νὰ ἤμουν μικρὸ παιδί, ἀλλὰ ἔζησα δώδεκα χρόνια
μακράν του Θεοῦ· τόσα πολλὰ χρόνια!...». Ὁ Γέροντας θεωρεῖ χαμένα τά χρόνια πού δέν εἶχε τήν
μετάνοια, τόν Θεῖο Ἔρωτα, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀλλά καί τόν σωματικό κόπο γιά τόν
Χριστό.
Μέ τήν μετάνοια, τήν ἐξομολόγηση, ἀλλά καί τήν ἄσκηση (τόν σωματικό κόπο γιά τόν Κύριο), ἡ
ψυχή τοῦ Χριστιανοῦ ἐλευθερώνεται ἀπό τά δεσμά τῶν παθῶν, πού διαστρέφουνἀποπροσανατολίζουν τίς τρεῖς δυνάμεις τῆς ψυχῆς (λογιστικό, θυμικό, ἐπιθυμητικό). Διά μέσου τῆς
ἐξομολόγησης «κόβονται τά δικαιώματα τοῦ διαβόλου», ὁ ὁποῖος καί ἐμποδίζει τίς σκέψεις, τά
συναισθήματα καί τίς ἐπιθυμίες τοῦ ἀνθρώπου νά κινηθοῦν ὁλοκληρωτικά καί ἀποτελεσματικά
πρός τόν Δημιουργό Του. Μέ τήν μετάνοια ἡ ψυχή καθαρίζεται, ἡμερεύει, ἐλαφρώνει ἀπό τά
ὑπαρξιακά βάρη τῶν ἁμαρτιῶν, λεπτύνεται, γίνεται κατάλληλη καί ἱκανή ὥστε νά ἑνωθεῖ μέ τόν
«ὑπέρ πᾶσαν καθαρότητα» Θεόν.
«Ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστιανοῦ» παρατηρεῖ ὁ π. Πορφύριος «πρέπει νὰ εἶναι λεπτή, νὰ εἶναι εὐαίσθητη,
νὰ εἶναι αἰσθηματική, νὰ πετάει, ὅλο νὰ πετάει, νὰ ζεῖ μὲς στὰ ὄνειρα. Νὰ πετάει μὲς στ΄ ἄπειρο,
μὲς στ΄ ἄστρα, μὲς στὰ μεγαλεῖα του Θεοῦ, μὲς στὴ σιωπή.
Ὅποιος θέλει νὰ γίνει χριστιανός, πρέπει πρῶτα νὰ γίνει ποιητής».
Ἡ μετάνοια συντρίβει τήν καρδιά καί τήν ταπεινώνει.
Ὁ μετανοών ἀρχίζει νά ἐπικαλεῖται ἀδιάλειπτα τήν Θεία Βοήθεια καί ἔτσι ἐπανανακαλύπτει τήν
κρυμμένη Βαπτισματική Θεία Χάρη
58
β)Ἀδιάλειπτη ἔμπονη ἑκούσια προσευχή μέ συμμετοχή ὅλης τῆς ψυχῆς ἀλλά καί τοῦ σώματος.
«Ὁ Θεῖος Ἔρωτας ἀνάβει μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή» μᾶς διδάσκει σύμπας ὁ τῶν Ἁγίων
Πατέρων χορός. Ἡ ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή καθαρίζει τήν καρδιά ἀπό ὅλους τούς λογισμούς,
συγκεντρώνει ὅλες τίς ψυχικές δυνάμεις, τίς ἑνοποιεῖ καί τίς κατευθύνει πρός τόν Θεό. Τότε γίνεται
σωστή προσευχή.
Γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἀληθινή καί καρποφόρα προσευχή θά πρέπει ὅλος ὁ νοῦς, ὅλο τό θυμικό καί ὅλο
τό ἐπιθυμητικό τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι στραμμένα πρός τόν Θεό.
Ἀναλυτικώτερα:
Ὁ ἄνθρωπος μέ τόν ἐνδιάθετο ἤ καί μέ τόν προφορικό λόγο ὁμιλεῖ πρός τόν Θεό. Ὁ νοῦς κινεῖται
πρός τόν Θεό μέ ἀγάπη. Ἡ διάνοια διατυπώνει σέ λογικές προτάσεις αὐτό πού συλλαμβάνει καί
θέλει νά ἐκφράσει ὁ νοῦς.
Τό θυμικό τοῦ ἀνθρώπου κινεῖται μέ ὅλη του τήν ἀγαπητική ὁρμή πρός τόν Θεό. Τό ἐπιθυμητικό,
ὅλες οἱ ἐπιθυμίες, ὅλα τά θέλω τοῦ ἀνθρώπου γίνονται μία ἔφεση, μία ἐπιθυμία, μία λαχτάρα, ἕνας
ἀσυγκράτητος πόθος, ἕνα θέλω: «ὁ Θεός, ἡ Βασιλεία Του καί ἡ δικαιοσύνη Του».
Τότε ἐκδιώκονται ὅλοι οἱ «ἀλλόφυλοι» λογισμοί, ὅλοι οἱ λογισμοί ἀπό τήν καρδιά καί μένει μόνο ἡ
προσευχή. Ἐπανανακαλύπτει ὁ ἄνθρωπος τήν κεκρυμμένη Βαπτισματική Θεία Χάρη ἡ Ὁποία
ἐνεργεῖ τήν κάθαρση στήν καρδιά. Τότε ἀρχίζει νά ἀνάβει μέσα στήν καρδιά ὁ Θεῖος Ἔρωτας, ἡ
πρός τόν Θεόν ἀγάπη καί ὁ ἄνθρωπος θέλει νά κάνει θυσίες γιά τόν Ἀγαπημένο μαζί μέ τήν
ἀδιάλειπτη προσευχή.
Νά πῶς περιγράφει στήν «Εἰσαγωγή στή Φιλοκαλία» ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης τήν
εὐλογημένη Πατερική μέθοδο ἐπανανακάλυψης τῆς Θείας Χάρης:
«Τὸ Πνεῦμα φωτίζει τοὺς σοφοὺς στὰ θεῖα Πατέρες καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀδιάκοπη νήψη καὶ τὴν
προσοχὴ σὲ ὅλα καὶ τὴ φυλακὴ τοῦ νοῦ καὶ τοὺς ἀποκαλύπτει τρόπο γιὰ νὰ ξαναβροῦν τὴν χάρη,
τρόπο ἀληθινὰ θαυμαστὸ καὶ ἐπιστημονικότατο.
Αὐτὸς ἦταν ἡ ἀδιάκοπη προσευχὴ στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Ὄχι ἁπλῶς μὲ
τὸ νοῦ μόνο καὶ τὰ χείλη (τοῦτο εἶναι προφανὲς σὲ ὅλους ἀνεξαιρέτως ὅσοι διάλεξαν τὴν εὐσέβεια
καὶ εὔκολο στὸν πρῶτο ἀπὸ αὐτοὺς) ἀλλὰ στρέφοντας ὁλόκληρο τὸ νοῦ στὸν μέσα ἄνθρωπο, ποὺ
εἶναι καὶ τὸ θαυμαστό.
Ἔτσι μέσα τους, στὰ ἴδια τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς ἐπικαλοῦνται τὸ πανάγιο ὄνομα τοῦ Κυρίου, ζητοῦν
μ' ἐπιμονὴ τὸ ἔλεός Του, προσέχουν ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο στὰ λόγια τῆς προσευχῆς, τίποτε ἄλλο
δὲ δέχονται οὔτε ἀπὸ μέσα οὔτε ἀπὸ ἔξω καὶ διατηροῦν τὴ διάνοιά τους ὁλότελα ἀσχημάτιστη καὶ
καθαρή.
Τῆς ἐργασίας αὐτῆς τὶς ἀφετηρίες καὶ – θὰ ἔλεγε κανεὶς – καὶ τὴν ὕλη, τὰ πῆραν ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν
διδασκαλία τοῦ Κυρίου. Κάπου μᾶς λέει: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βρίσκεται μέσα σας»[1]. Κι
ἀλλοῦ: «Ὑποκριτή, καθάρισε πρῶτα τὸ ἐσωτερικό τοῦ ποτηριοῦ καὶ τῆς πιατέλας, καὶ τότε θὰ εἶναι
καθαρὸ καὶ τὸ ἐξωτερικό τους»[2]. Αὐτὰ δὲν λέγονται γιὰ τὸ αἰσθητὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ
ἀναφέρονται στὸν μέσα μας ἄνθρωπο.
Καὶ ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφει στοὺς Ἐφεσίους ἔτσι: «Γιὰ τοῦτο λυγίζω τὰ γόνατά μου ἐμπρὸς στὸν
Πατέρα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ· νὰ δώσει νὰ κραταιωθεῖτε μὲ τὸ Πνεῦμα Του στὸν μέσα
ἄνθρωπο, γιὰ νὰ κατοικήσει ὁ Χριστὸς μὲ τὸ Πνεῦμα Του μέσα στὴν καρδιὰ σας»[3]. Τί θὰ
μποροῦσε νὰ γίνει σαφέστερο ἀπὸ τὴ μαρτυρία αὐτή; Σὲ ἄλλο σημεῖο λέει: «Τραγουδώντας καὶ
ψάλλοντας στὸν Κύριο μέσα στὴν καρδιὰ σας»[4]. Ἀκοῦς; Μέσα στὴν καρδιὰ λέει. Ἀλλὰ τοῦτο τὸ
59
ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ κορυφαῖος Πέτρος, λέγοντας: «Ὥσπου νὰ φέξει ἡ μέρα καὶ ὁ αὐγερινὸς
ἀνατείλει στὶς καρδιὲς σας»[5].
Ὅτι τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ κάθε εὐσεβή, τὸ διδάσκει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο καὶ σὲ μύριες ὅσες
ἄλλες σελίδες τῆς Νέας Διαθήκης. Αὐτὸ μποροῦν νὰ τὸ διαπιστώσουν ὅσοι σκύβουν σ' αὐτὲς
προσεκτικά»[6].
Ὁ Κύριος μᾶς διδάσκει τόν τρόπο ζωῆς ὥστε νά γίνουμε ἀληθινά μακάριοι, μετέχοντας στή δική
Του ἄπειρη μακαριότητα. Ὁ τρόπος εἶναι ἡ μίμηση τῆς δικῆς Του ζωῆς καί ἡ ἕνωσή μας μαζί Του ,
ἡ ἕνωση τοῦ νοῦ μας, ἡ ἕνωση τῆς καρδιᾶς μας μέ Αὐτόν.
Γιά νά ἑνωθεῖ ὁ νοῦς μας, ἡ καρδιά μας μαζί Του θά πρέπει νά εἶναι καθαρά.
Γιά νά καθαρισθοῦν θά πρέπει νά τά καθαρίσει ὁ Κύριος μέ τήν Χάρη Του.
Ἡ Θεία Χάρη μᾶς ἔχει δοθεῖ δωρεάν κατά τό Βάπτισμά μας, ἀλλά στούς περισσότερους ἀπό τούς
βαπτισμένους παραμένει ἀνενεργή, θαμμένη κάτω ἀπό τά πάθη, στό βάθος τῆς καρδιᾶς.
Ὁ ἄνθρωπος πού θέλει νά καθαρισθεῖ θά πρέπει νά εἰσέλθει στήν καρδιά του καί νά ἐπανεύρειἐπανανακαλύψει αὐτήν τήν κρυμμένη Θεία Χάρη.
Ὁ τρόπος, ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, γιά τήν ἐπανεύρεσή της, εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη
ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐπίκληση δέν πρέπει νά γίνεται ξηρά,
τυπικά, προστακτικά ( «ὅπως ὁ στρατηγός διατάσσει τούς φαντάρους του»), ἀλλά ταπεινά, στό
βάθος τῆς καρδιᾶς, μέ συντριβή, μέ συναίσθηση, μέ μετάνοια, μέ ἀγάπη πρός τόν Κύριο, μέ
γλυκύτητα. Δέν θά πρέπει ὁ νοῦς νά προσέχει τίποτε ἄλλο παρά μόνο τήν ἔννοια αὐτῶν τῶν πέντε
λέξεων: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με». Κανένα ἐρέθισμα, καμμία ἄλλη παρεμβολή εἴτε ἐπό
ἔξω, εἴτε ἀπό μέσα δέν θά πρέπει νά γίνεται δεκτή ἀπό τόν ἄνθρωπο. Τότε ὁ νοῦς παραμένει
ἀσχημάτιστος καί σιγά-σιγά καθαρίζεται καθώς καί ἡ καρδιά.
Ἡ πρακτική τῆς ἀδιαλείπτου νοερᾶς προσευχῆς
Γιά τόν ἅγιο Μαρτίνο[7] ἡ προσευχή δέν ἦταν ὑπόθεσις κάποιων στιγμῶν καί μόνον, ἀλλά τρόπον
τινά ὑπόθεσις μιᾶς ὁλοκλήρου ζωῆς. Ὁ βιογράφος του μᾶς παρέχει τήν καταπληκτική γιά τόν τόπο
καί τόν χρόνο μαρτυρία, πῶς ὁ ἅγιος «semper orabat» (=πάντοτε προσευχόταν)! Παράλληλα
συναντοῦμε κάποιες νύξεις γιά τήν μυστική ζωή του, οἱ ὁποῖες προφανῶς προέρχονται ἀπό
περιστασιακές δικές του ἐκμυστηρεύσεις στούς μαθητές του, σχετικά μέ τό πῶς ἐκτελοῦσε τήν
ἐντολή τοῦ «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε».
Τό κύριο συστατικό αὐτῆς τῆς πνευματικῆς καταστάσεως εἶναι ἡ διηνεκής ἀνάτασις τῆς ψυχῆς
πρός τά οὐράνια («animus caelo semper intentus»). Πρέπει νά παρατηρήσουμε πώς ἐδῶ ἡ σημασία
τῆς λέξεως ψυχή (animus, καί ὄχι anima) ταυτίζεται ἀπόλυτα μέ ἐκείνη τῆς λέξεως νοῦς τῶν
μεταγενεστέρων Πατέρων, πρόκειται δηλ. γιά νοερά προσευχή.
Βασική προϋπόθεσίς της εἶναι ἡ συνεχής ἐμμονή στό ἔργον Θεοῦ (opus Dei). Ὁ ὄρος αὐτός,
ἀντίθετα μέ αὐτό πού ἤθελαν νά καταλάβουν πολλοί Δυτικοί ἤ δυτικίζοντες, οὐδέποτε σημαίνει
ἐξωστρεφεῖς καλές πράξεις, παρά ἀποκλειστικά καί μόνον τήν πνευματική ἐργασία, δηλ. αὐτό πού
ἐννοοῦμε σήμερα στό Ἅγιον Ὄρος ὅταν λέμε ὅτι κάποιος «κάνει τά πνευματικά του»: ἀτομική
προσευχή, κανόνας, ἀνάγνωσις κατανυκτικῶν βιβλίων, μνήμη θανάτου, μνήμη Θεοῦ, δάκρυα κλπ.
Ἔτσι τηρεῖται μία θαυμαστή ἰσορροπία μεταξύ «σχόλης» καί «ἀσχολίας» διά τῆς καταργήσεως καί
τῶν δύο. Σχολασμός πλέον δέν εἶναι ἡ νοσηρή ραθυμία καί ἀπραγία, ἀλλά ἡ ἀπόθεσις τῶν βιοτικῶν
ἀπασχολήσεων∙ καί ἀσχολία δέν εἶναι ἡ κοσμική τύρβη τῆς ἀνθρώπινης πολυπραγμονίας, ἀλλά ἡ
ἐνεργός πνευματική ἐργασία.
60
Ἀνθρωπίνως θά ἔλεγε κανείς, πώς ἦταν ἀδύνατον ὁ ἅγιος νά προσευχόταν νοερῶς καί κατά τήν
διάρκεια τῆς ἀναγνώσεως ἤ τῆς ἐνασχολήσεως μέ τίς ὑποθέσεις τῆς ἐπισκοπῆς. Καί ὅμως!Γιά νά τό
καταλάβουμε αὐτό ὁ βιογράφος του μᾶς δίδει γιά παράδειγμα μιά καθημερινή εἰκόνα, πού ἔχουμε
κάθε λόγο νά πιστεύουμε πώς ἀποτελεῖ ἑρμηνευτική παραβολή ἀπό τό στόμα τοῦ ἴδιου τοῦ ἁγίου
Μαρτίνου: Ἄς προσέξουμε τούς σιδηρουργούς, ὅταν κτυποῦν τό σφυρί στό ἀμόνι. Ἀφοῦ δώσουν
μερικά γερά κτυπήματα, ἔπειτα δέν σταματοῦν ἀμέσως, ἀλλά ἐξακολουθοῦν νά κτυποῦν σιγά-σιγά
καί χωρίς νά καταβάλλουν προσπάθεια, ἔπειτα πάλι χτυποῦν δυνατά, καί μετά πάλι σιγά καί
μηχανικά κ.ο.κ. Ἔτσι λοιπόν στά διαλείμματα ἀνάμεσα στά κύρια κτυπήματα δέν σταματοῦν, ἀλλά
συνεχίζουν χαλαρώτερα καί δίχως ἔντασι. Ἡ συνέχισις αὐτή ὀφείλεται στήν «φόρα» πού ἔχουν ἀπό
προηγουμένως καί σέ προθέρμανσι γιά τήν ἑπόμενη προσπάθεια. Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ὁ νοῦς,
ὅταν κοπιάσῃ καί ἀγωνισθῇ στήν προσευχή, στήν συνέχεια ἐξακολουθεῖ τήν εὐχή χωρίς ἔντασι καί
κόπο, ἀλλά χαλαρά, ξεκούραστα καί δίχως ἰδιαίτερη προσπάθεια, ἐνόσῳ ἀσχολεῖται κανείς καί μέ
διάφορες ἀπαραίτητες ἐργασίες. Μέ αὐτή τήν εἰκόνα λοιπόν ὁ ἅγιος ἐξηγοῦσε παραβολικά στούς
μαθητές του τό ἀδιάλειπτον τῆς προσευχῆς του. Καταλαβαίνουμε ὅτι ἡ ἐργασία αὐτή ἀπαιτεῖ κόπο
καί ἔντασι κατά τήν διάρκεια τῆς κυρίως προσευχῆς καί διαρκῆ καρδιακή προσήλωσι πρός τόν Θεό
σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς.
Δέν ἔλειψαν στόν ἅγιο Μαρτίνο καί τά θεωτικά ἀποτελέσματα τῆς εὐχῆς: Μία βασική ἀρετή, πού
διατρέχει ὁλόκληρο τό μῆκος καί τό πλάτος τῆς πολιτείας του, ὑπῆρξε ἡ ἀπάθεια, ἐκφραζόμενη ὡς
παντοτεινή παραμονή στήν ἴδια κατάστασι καί διαρκής ἀταραξία (ὑποδηλώνεται μέ τόν ὄρο
constantia). Ἀκόμη ὅλοι ἀναγνώριζαν μία αἴσθησι ουράνιας ἀγαλλιάσεως στό πρόσωπό του!Μέχρι
τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς του ὄχι μόνον κράτησε τόν νοῦ του στά οὐράνια, ἀλλά καί ἀπό τήν
ἐπιθανάτια κλίνη ἀκόμη δέν ἤθελε νά γυρίσῃ πλευρό, γιά νά ἔχῃ προσηλωμένο τό βλέμμα του στόν
οὐρανό. Τήν ὥρα τοῦ θανάτου του τό πρόσωπό του θά λάμψῃ σάν πρόσωπο ἀγγέλου!
Μέ ἀφορμή ἕνα ἄλλο περιστατικό, ὁ ἅγιος θά μάς δώσῃ ἀκόμη μία σημαντική διδασκαλία περί
προσευχῆς: Ὁ βιογράφος του μᾶς διηγεῖται μέ κάθε λεπτομέρεια πῶς ἐνεπλάκη σέ μία πυρκαγιά,
τήν ὥρα πού κοιμόταν μετά ἀπό μία πολύ κοπιαστική ἡμέρα. Ξύπνησε τρομαγμένος καί στήν
κατάστασι αὐτή ὁ πειρασμός κατάφερε νά τοῦ ὑποκλέψῃ τόν νοῦ. Ὅπως ὁμολογοῦσε ὁ ἴδιος, δέν
προσέφυγε ἀμέσως «στά ὄπλα τῆς προσευχῆς καί τό λάβαρο τοῦ Σταυροῦ», ἀλλά καταγινόταν
πανικόβλητος νά ἀνοίξῃ τήν πόρτα. Ὅμως τό μάνταλο δέν ἄνοιγε… Σέ λίγο «ἐλθών εἰς ἑαυτόν»,
προσέπεσε στήν γνώριμή του στάσι προσευχῆς καί ἡ φωτιά ὑποχώρησε θαυματουργικῶς.
Νά λοιπόν, γιατί οἱ ἅγιοι μισοῦν τήν τύρβη καί τήν ταραχή τοῦ κόσμου καί ἀγαποῦν τίς ἑρημίες!
Νά γιατί χίλια χρόνια ἀργότερα θά ὀμιλοῦν γιά ἡσυχία καί ἡσυχασμό καί ὁ κόσμος πάλι δέν θά
τούς καταλαβαίνῃ! Ὅμως ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι καί τώρα καί εἰς τόν αἰώνα θά εὔχωνται γιά τόν
φωτισμό τοῦ ἰδικοῦ μας ταλαίπωρου καί ἐσκοτισμένου νοός.Ἀμήν
61
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς
Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων.Ἀμὴν.
Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν,
θανάτῳ θάνατον πατήσας
καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι
ζωήν χαρισάμενος.
Χριστέ τό Φῶς τό ἀληθινόν
τό φωτίζον καί ἁγιᾶζον πάντα ἄνθρωπον
ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον
σημειωθήτω ἐφ’ ἡμᾶς τό φῶς τοῦ προσώπου σου
ἵνα ἐν Αὐτῷ ὁψόμεθα Φῶς τό ἀπρόσιτον
καί κατεύθυνον τά διαβήματα ἡμῶν
πρός ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν σου
πρεσβείαις τῆς Παναχράντου Σου Μητρός
καί πάντων Σου τῶν Ἁγίων Ἀμήν.
1.Πρόλογος
Σκέφτηκα σήμερα, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς εὐλογίες τοῦ Γέροντα, νὰ ποῦμε κάποια
πράγματα γιὰ τὴν Ἐκκλησία, τὴν Ὀρθοδοξία καὶ γιά τό ποιὸς εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας…
2.Ἡ «ἀμαύρωση τοῦ κατ’ εἰκόνα»
Ἔχει λεχθεῖ ὀρθά ὅτι ἡ Ἐκκλησία,ἡ Ὀρθοδοξία, ἔχει σκοπὸ νὰ μᾶς θεραπεύσει, νὰ μᾶς κάνει
πνευματικὰ ὑγιεῖς. Οἱ Πατέρες μᾶς λένε ὅτι ἡ πρώτη παρακοὴ ποὺ ἔκανε ὁ ἄνθρωπος (ὁ Ἀδὰμ)
στόν Θεό εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα τὸ χάσιμο τῆς κοινωνίας του μὲ τὸν Θεό. Ἔγινε αὐτὸ ποὺ
ὀνομάζουμε: «ἀμαύρωση τοῦ κατ’ εἰκόνα» στόν ἄνθρωπο.
Γνωρίζουμε ὅτι στὴν ψυχὴ μας εἶναι ἀποτυπωμένη ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ εἰκόνα, ὅμως, αὐτὴ
τοῦ Χριστοῦ Μας ἔχει ἀμαυρωθεῖ, ἔχει «μουτζουρωθεῖ», λόγῳ τῆς ἁμαρτίας. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς
ἀμαύρωσης εἶναι τὸ ἑξῆς: αὐτὴ ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔχουμε μέσα μας δέν γίνεται πλέον φανερὴ
στὶς ἐνέργειές μας, στήν ζωή μας.
Ἔτσι, λοιπόν, ὅλος ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀσθενής, εἶναι ἄρρωστος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι, δυστυχῶς,
«μουτζουρωμένος»… ἀπ’ τὴν κορφὴ ὡς τὰ νύχια!
Κάθε του πτυχή, κάθε του συστατικό, κάθε του πράξη καθώς καί ὅλες οἱ ἐνέργειες τῆς ψυχῆς του,
ὅπως οἱ σκέψεις ἢ τὰ συναισθήματα καὶ οἱ ἐπιθυμίες, εἶναι ὅλα ἄρρωστα.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ χρειαστεῖ νὰ μὲ παρακολουθήσετε προσεκτικά. Αὐτὰ ποὺ θὰ πῶ παρακάτω
ἐνδέχεται νὰ εἶναι πρωτάκουστα γιὰ κάποιους. Εἶναι ὅμως ἁπλά, πολὺ ἁπλά.
3.Διάκριση οὐσίας καί ἐνέργειας στόν Θεό καί στήν ἀνθρώπινη ψυχή.
Εἶναι ἀπαραίτητο κατ’ ἀρχήν νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ Θεός ἔχει οὐσία, ἔχει καί ἐνέργειες. Ουσία
(διαφορετική, όμως, ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ) ἔχει καί ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ, «ἡ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ
κτισθεῖσα» (δηλαδή: ἡ δημιουργημένη «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ). Ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ ἔχει καὶ
ἐνέργειες.
62
Ὁ Θεὸς ἔχει:
α) Οὐσία, τήν ὁποία ὅμως ὁ ἄνθρωπος δέν γνωρίζει , οὔτε μπορεῖ νά γνωρίσει καί
β) Ἐνέργειες. Οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι μεθεκτές ἀπό ἐμᾶς, δηλαδή μποροῦμε νά μετέχουμε σ’
αὐτές, νά τίς ζοῦμε.
Τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ τὶς καταλαβαίνουμε λίγο. Μποροῦμε νὰ «μποῦμε» μέσα στὶς ἐνέργειές Του
-νὰ μετέχουμε, ὅπως εἴπαμε- σ’ Αὐτὲς. Γιὰ παραδειγνα μποροῦμε νὰ ζήσουμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ,
τὴν δικαιοσύνη Του, νὰ βιώσουμε τὸ ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι Φῶς κ.λ.π. Αὐτὰ μποροῦμε λίγο νὰ τὰ
«καταλάβουμε», ἄν τὰ ζήσουμε. Δὲν τὰ καταλαβαίνουμε ἐγκεφαλικά, ἀλλὰ μετέχουμε σ’ αὐτά, τά
βιώνουμε, ὅταν ἀγαποῦμε τόν Θεό· καί ἀγαποῦμε τόν Θεό, ὅταν τηροῦμε τίς ἐντολές Του (Ὁ ἔχων
τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνος ἐστίν ὁ ἀγαπῶν με. Ἰω. Ιδ’21).
Ἡ ψυχὴ μας ἔχει και αυτή:
α) οὐσία, ποὺ δὲν ξέρουμε ἀκριβῶς τί εἶναι, καὶ
β) ἐνέργειες.
Ἐπειδὴ ἡ οὐσία εἶναι ἄρρωστη λόγῳ τῆς ἁμαρτίας, ἔτσι καὶ οἱ ἐνέργειες ποὺ παράγονται εἶναι
ἄρρωστες.
4.Ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας:Ἡ θεραπεία τῆς νοερᾶς ἐνέργειας.
Ἡ Ἐκκλησία τί σκοπὸ ἔχει τώρα;
Νὰ μᾶς θεραπεύσει τὴν ψυχή. Ἀπὸ ἄρρωστη νὰ τὴν κάνει ὑγιῆ. Νομίζω, μέχρι ἐδῶ, εἶναι ἁπλὰ τὰ
πράγματα.
Τὴν ἐνέργεια τῆς ψυχῆς τὴν ὀνομάζουμε «νοερὰ ἐνέργεια». «Νοερὰ ἐνέργεια» τὴν εἶπαν οἱ ἅγιοι
Πατέρες. Αὐτὴν τήν «νοερὰ ἐνέργεια», ὅταν βρίσκεται (ὅταν λειτουργεῖ) μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ
ἀνθρώπου, οἱ Πατέρες τὴν ὀνόμασαν νοῦ. Ὅταν εἶναι (και λειτουργεί) στὸν ἐγκέφαλο, τὴν
ὀνόμασαν «λογικὴ» ἢ ἀλλιῶς «διάνοια».
Εἶναι δύο διαφορετικὲς περιοχὲς ὅπου φανερώνεται ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς μας κι ἔχει διαφορετικὲς
ἐκδηλώσεις ἀνάλογα μέ τό ποῦ βρίσκεται, θὰ λέγαμε. Ἡ «λογικὴ» ἡ ὁποία φανερώνεται στὸν
ἐγκέφαλο εἶναι γιὰ νὰ σκέπτεται καὶ νὰ διατυπώνει αὐτὰ ποὺ καταλαβαίνει ὁ νοῦς, αὐτὰ ποὺ
γνωρίζει ὁ νοῦς, ὁ ὁποῖος, ὅπως εἴπαμε, εἶναι στὴν καρδιά.
Ἐπαναλαμβάνω καί ὑπενθυμίζω ὅτι ὅλα αὐτὰ, στήν κατάσταση τῆς πτώσης πού βρισκόμαστε, εἶναι
ἀρρωστημένα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἀκόμη μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ θεραπευθεῖ, ὅσο δὲν ἔχει
ἀκόμη καθαριστεῖ, αὐτά ὅλα δέν λειτουργοῦν σωστά. Τότε εἶναι ἀκόμη «ἀμαυρωμένο»
(σκοτεινιασμένο, «μουτζουρωμένο») τὸ «κατ’ εἰκόνα», τὸ ὁποῖο εἶναι ἀποτυπωμένο πάνω στὴν
ψυχή μας.
Ἡ Ἐκκλησία κάνει αὐτὴν τὴν θεραπεία: θεραπεύει τὴν ψυχή μας.
Θεραπεύει τὸν νοῦ καὶ τὴν «λογική». Αὐτὰ τὰ δύο πράγματα.
Ὅταν ὁ νοῦς εἶναι θεραπευμένος, λειτουργεῖ σωστά. Λειτουργεῖ, τότε, σωστὰ ἡ «νοερὰ ἐνέργεια»
μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Συνεπῶς, λειτουργεῖ σωστὰ καὶ ἡ «λογική».
5.Ποιὰ εἶναι ἡ σωστὴ λειτουργία τοῦ νοῦ;
Ἡ σωστή λειτουργία τοῦ νοῦ μας εἶναι νὰ κοινωνεῖ μὲ τὸν Θεό, νά προσεύχεται, νά «βλέπει» τόν
Θεό. Ὅταν λειτουργεῖ κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο, τότε ἔχει Φῶς, δέχεται τό Φῶς τοῦ Θεοῦ…
Αὐτὸ τὸ Φῶς, ποὺ χάσαμε μὲ τὴν παρακοὴ, τὸ ξανααποκτοῦμε, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, διὰ τῆς
63
ζωῆς μας μέσα στὴν Ἐκκλησία (Μετάνοια, ἀσκητικὴ καὶ μυστηριακὴ ζωή).
Μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες: Ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα, πρὶν τὴν παρακοή, ἦταν σὲ μία κατάσταση
συνεχοῦς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ ἦταν μαζί τους, τοὺς φώτιζε. (δές στό
Παράρτημα στό τέλος τοῦ βιβλίου γιά τόν νοῦ, τήν νοερά ἐνέργεια καί τήν καρδία).
6.Τό ἐμφύσημα τοῦ Θεοῦ: τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Οἱ Πρωτόπλαστοι ἀπόκτησαν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ δέχθηκαν τὸ «ἐμφύσημα» τοῦ
Θεοῦ. Ἐνθυμεῖσθε ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου γράφεται ὅτι ὁ Θεὸς «ἐνεφύσησεν πνοὴν ζωῆς»
στοὺς πρωτόπλαστους: στὸν Ἀδὰμ καὶ στὴν Εὔα; Αὐτὴ ἡ πνοὴ ζωῆς δὲν εἶναι ἡ ψυχή, ὅπως
νομίζουν λανθασμένα κάποιοι, ἀλλὰ εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο Τὸ ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο ὁ
Θεός, ἀφοῦ προηγουμένως τοῦ εἶχε δώσει τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή. Αὐτὸ ἦταν πού ἕνωσε τοὺς
Πρωτόπλαστους μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸ τοὺς διατηροῦσε σὲ συνεχῆ κοινωνία μαζί Του.
7.Ἡ παρακοή τῶν Πρωτοπλάστων καί ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Ἡ πρώτη Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἴδια ἡ Ἁγία Τριάδα· εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος εἶναι Ἕνας, ἀλλὰ
καὶ Τρία Πρόσωπα ξεχωριστά, διακριτά μεταξύ Των.
Ἐκεῖ, μέσα σὲ αὐτὴν τὴν Ἐκκλησία, εἶχε βάλει ὁ Θεός τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὕα. Τόση ἀγάπη μᾶς
ἔδειξε. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ὅμως ποὺ παρακούσαμε τὸν Θεό, ἀπομακρύνθηκε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Τὸ
χάσαμε. Χάσαμε, τότε, αὐτὴν τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό, μὲ τὴν Ἁγία Τριάδα καί βγήκαμε ἀπὸ
αὐτὴν τὴν Ἐκκλησία, τὴν πρώτη Ἐκκλησία.
Ὁ Θεός, ἐντούτοις, δέν μᾶς ἐγκατέλειψε στήν ἐρημιά μας. Ἔστειλε τόν Υἱό Του γιά νά μᾶς ἑνώσει
καί πάλι μαζί Του. Αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἔγινε ὁ Θεὸς ἄνθρωπος: γιὰ νὰ
ἀποκαταστήσει πάλι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μέσα μας, γιὰ νὰ μᾶς φέρει ξανὰ σὲ κοινωνία μαζί Του, γιὰ
νὰ μᾶς κάνει πάλι μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἁγίας Τριάδας.
Ἔρχεται ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ Τρία πρόσωπα. Παίρνει τὴν δική μας φύση καὶ
ξανακάνει (πλέον, Ἐκεῖνος στόν Ἑαυτό Του) τὴν ἕνωση τοῦ κτιστοῦ μὲ τὸ ἄκτιστο: τοῦ ἀνθρώπου,
ποὺ εἶναι δημιούργημα (αὐτὸ θὰ πεῖ κτιστὸς) μὲ τὸ ἄκτιστο, ποὺ εἶναι μόνον ὁ Θεός (Ἄκτιστος,
δηλαδὴ ἀδημιούργητος, ἀφοῦ Τὸν Θεὸ δὲν Τὸν ἔφτιαξε κανένας· ὁ Θεὸς ὑπάρχει πάντα). Ἔτσι,
ὅποιος στό ἐξῆς ἑνώνεται μαζί Του ἐπανέρχεται στήν Πρώτη Ἐκκλησία, ἀπό τήν ὁποία ἐξέπεσαν οἱ
Πρωτόπλαστοι[1].
8.«Ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ».
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι λοιπόν μετά τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων ἀσθενὴς. Ὅταν λέμε ἀσθενής,
ἐννοοῦμε ὅτι ἡ ψυχὴ του εἶναι ἀσθενής. Καί, ἐὰν θέλετε, ὅταν λέμε ὅτι ἡ ψυχὴ του εἶναι ἀσθενής,
ἐννοοῦμε ὅτι ὁ νοῦς του καὶ ἡ «λογική» του (ἡ διάνοιά του) εἶναι ἀσθενῆ, εἶναι σκοτισμένα, ὅπως
λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Γι’ αὐτὸ καί μᾶς ὁμιλοῦν γιὰ τὴν πτώση τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ τὴν ὁποία
σκοτίστηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου.«Ἐσκοτίσθη ὁ νοῦς» τοῦ Ἀδάμ: Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρρώστεια τῆς
ἀνθρώπινης φύσης· καὶ τὴν ἔχουμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.
9.Ἀνάγκη θεραπείας ὅλων: κάθαρση ἀπό τά πάθη καί φωτισμός.
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι χρήζουμε θεραπείας. Πρέπει νὰ καθαριστεῖ ὁ νοῦς μας καὶ νὰ «φωτισθεῖ» ἀπὸ τὸ
Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι αὐτὰ τὰ δύο πρῶτα στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, γιὰ τὰ ὁποία μίλησαν οἱ
Ἅγιοι Πατέρες: Κάθαρσις καὶ Φωτισμός.
Πρέπει νὰ καθαρισθεῖ ὁ νοῦς καὶ μετὰ νὰ «φωτισθεῖ» μὲ τὴ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
-Ἀπὸ τί νὰ καθαριστεῖ τώρα;
64
-Πάλι μᾶς τὸ λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες: νὰ καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ πάθη.
10.Τί εἶναι τά πάθη.
Τί εἶναι λοιπόν τὰ πάθη;
Εἶναι ἁμαρτίες, δηλαδὴ παρακοὲς στὸν Θεό, οἱ ὁποῖες ἐπαναλαμβάνονται συνεχῶς. Ἔτσι ἀποκτάει
κανεὶς σιγά-σιγά μία ἕξη, μία συνήθεια καὶ κάνει κατόπιν πολὺ εὔκολα τὴν ὅποια συγκεκριμένη
ἁμαρτία. Τότε ἔχει πλέον ἀποκτήσει -ὅπως λέμε- τὸ πάθος, τὸ ὁποῖο συνδέεται μὲ αὐτὴν τὴν
ἁμαρτία.
Ἂν ἕνας γιὰ παράδειγμα δὲν ἐλέγχει τὸ φαγητὸ (ποσότητα καὶ ποιότητα), ἂν δὲν ἐγκρατεύεται
(νηστεύει), σιγὰ-σιγὰ ἀποκτάει τὸ πάθος τῆς γαστριμαργίας ἢ τῆς λαιμαργίας ἢ καὶ τὰ δύο. Αὐτὰ τὰ
πάθη ἀναπτύχθηκαν διότι δὲν ἤλεγξε τὴν συγκεκριμένη ἁμαρτία. Δηλαδή, ὑποχώρησε μία φορά,
ὑποχώρησε δεύτερη, τρίτη κλπ. καὶ στὸ τέλος ἔγινε κοιλιόδουλος, γαστρίμαργος, λαίμαργος. Αὐτὸ
εἶναι πλέον ἕνα ἐγκατεστημένο πάθος, ἀλλὰ εἶναι κάτι πού δὲν ὑπῆρχε πάντα.
Ξεκίνησε ἀπὸ μεμονωμένες -θὰ λέγαμε- πράξεις ὑποχώρησης στὴν ἁμαρτία.
Ἔφαγε ὁ ἄνθρωπος, ἐνῶ δὲν χρειαζότανε νὰ φάει· ἔφαγε περισσότερο ἀπ’ ὅσο ἔπρεπε κλπ. κλπ.
«Ἀπὸ αὐτὰ τὰ πάθη πρέπει νὰ καθαριστοῦμε», μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
-Μὰ -θὰ πεῖ κανεὶς- εἶναι ἁμαρτία νὰ τρῶμε;
-Ὄχι δὲν εἶναι ἁμαρτία. Γίνεται, ὅμως, ἁμαρτία ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ ὑπὲρ-καλύψεις αὐτὴν τὴν
ἀνάγκη: θὰ τὴν καλύψεις παραπάνω ἀπ’ ὅσο χρειάζεται.
Ἕνα ἀδιάβλητο (ἀνένοχο) πάθος, λένε οἱ Πατέρες, ὅπως εἶναι ἡ πείνα, μετατρέπεται σέ διαβλητό
(ἔνοχο), ὅταν τὸ ὑπὲρ-ἱκανοποιοῦμε, δηλαδὴ ὅταν τὸ ἱκανοποιοῦμε περισσότερο ἀπ’ ὅσο ἀπαιτεῖται
ἀπὸ τὶς ἀνάγκες μας.
11.Ἡ «ψυχοπάθεια» τοῦ ἀνθρώπου.
Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ἐπειδὴ εἶναι ἄρρωστος καὶ ἔχει τὰ διάφορα πάθη, εἶναι
(μὲ τὴν σωστὴ ἔννοια τοῦ ὅρου) «ψυχοπαθής». Ὄχι μὲ τὴν ἔννοια ποὺ λέει ἡ ψυχιατρική, ἀλλὰ μὲ
τὴν Πατερικὴ ὁρολογία. Ἐπειδὴ ἔχει πάθη, εἶναι ἄρρωστη ἡ ψυχή του, εἶναι «ψυχο-παθής».
Δὲν εἶναι ἀνάγκη κάποιος νὰ εἶναι -ἂς ποῦμε- σχιζοφρενὴς γιὰ νὰ εἶναι ψυχοπαθὴς ἀλλά, ἀπὸ
Πατερικῆς ἄποψης, ψυχοπάθεια ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνον ποὺ δὲν λειτουργεῖ σωστὰ ἡ ψυχή
του. Ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς του, τὴν ὁποία -ὅπως εἴπαμε προηγουμένως- τήν ὀνομάσαν οἱ ἅγιοι
Πατέρες «νοερὰ ἐνέργεια», δέν λειτουργεῖ σωστά.
Ὅταν, λοιπόν, ἡ «νοερὰ ἐνέργεια» τοῦ ἀνθρώπου δὲν λειτουργεῖ σωστὰ (καὶ σὲ ὅλους μας
συμβαίνει αὐτό, ὅσο δὲν ἔχουμε θεραπευτεῖ μέσα στὸ θεραπευτήριο ποὺ λέγεται Ἐκκλησία), ὁ
ἄνθρωπος εἶναι ψυχοπαθής. Τότε ὁ νοῦς του εἶναι γεμάτος ἀπὸ λογισμούς καί αὐτό συνιστᾶ τήν
«ἀκαθαρσία» του. Στόν ἐμπαθή λοιπόν ἤ «ψυχοπαθή» (κατά τήν Πατερική ὁρολογία) ὁ νοῦς εἶναι
ἀκάθαρτος.
Σ’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ «ψυχοπάθειά» μας: Στὸ ὅτι ὁ νοῦς μας εἶναι γεμάτος ἀπὸ λογισμούς,
ἀπὸ σκέψεις. Ὄχι μόνον ἀπό κακοὺς λογισμούς, ἀλλὰ καὶ ἀπό καλοὺς λογισμούς.
Θυμηθεῖτε!
-Τί εἴπαμε ὅτι εἶναι ὁ νοῦς;
-Εἶναι ἡ «νοερὰ ἐνέργεια» ποὺ ὑπάρχει μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου.
Κανονικά, ἐκεῖ μέσα, στὸν χῶρο τῆς καρδιᾶς, δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει καμμιὰ ἄλλη σκέψη, κανένας
65
ἄλλος λογισμός ἐκτός ἀπό τόν Χριστό. Θὰ πρέπει αὐτὴ ἡ «νοερὰ ἐνέργεια» νὰ κοινωνεῖ μὲ τὸν
Θεό. Ἡ κοινωνία δέ αὐτή γίνεται διά τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς. Ὅταν, λοιπόν, ἐκεῖ μέσα, στήν
καρδιά, ὑπάρχουν καὶ ἄλλες σκέψεις, ἡ «νοερὰ ἐνέργεια» δυσλειτουργεῖ, εἶναι «μπερδεμένη».
Ὑπάρχει κατά κάποιο τρόπο ἕνα «βραχυκύκλωμα» νοῦ καί διανοίας. Σκέψεις πού θά ἔπρεπε νά
εἶναι περιορισμένες στήν διάνοια κατεβαίνουν στήν καρδιά καί παίρνουν τήν θέση πού ἀνήκει μόνο
στόν Θεό. Αὐτὸ τὸ «μπέρδεμα» τὸ ἔχουμε ὅλοι μέσα μας.
Γι’ αυτό βλέπετε, δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε σωστὴ προσευχή, καθαρὴ προσευχὴ, καρδιακὴ -ὅπως
λέμε- προσευχή. Διότι μέσα στὴν καρδιὰ ὑπάρχουν πράγματα ποὺ δὲν ἔπρεπε νὰ ἔχουνε μπεῖ.
Σκέψεις, δηλαδή, διάφορες ἔχουν κατέβει ἀπὸ τὸν ἐγκέφαλο στὴν καρδιά. Αὐτοί οἱ λογισμοί
συνδέονται μέ ἐπιθυμίες καί γίνονται ἐμπαθεῖς. Κανονικά ὅλοι αὐτοί οἱ λογισμοί θά ἔπρεπε νά
μένουν στήν διάνοια, στό ἐγκέφαλο. Δυστυχῶς ὅμως λόγῳ τῆς ἀπροσεξίας μας κατέβηκαν καί
μόλυναν τήν καρδιά μας…Ὄχι μόνον κακοὶ –ξαναλέω- ἀλλὰ καὶ καλοὶ λογισμοὶ μπορεῖ νὰ εἶναι
αὐτοί.
Ὅποιος, λοιπόν, ἔχει καλοὺς ἢ κακοὺς λογισμοὺς μέσα στὴν καρδιά του, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος, ἀπὸ
Πατερικὴ ἄποψη, εἶναι «ψυχοπαθής». Τὸ ξαναλέω: ἀπὸ Πατερικὴ ἄποψη. Μὴν μπερδεύεστε μὲ
τοὺς ψυχιατρικοὺς ὅρους. «Ἂς εἶναι οἱ λογισμοὶ αὐτοὶ ἠθικοὶ (ἀκόμα καὶ ἠθικότατοι), ἀνήθικοι ἢ
ὁ,τιδήποτε ἄλλο»[2]· εἶναι ξένο σῶμα -θὰ λέγαμε- μέσα στὴν καρδιά. Δηλαδή, κατὰ τοὺς Πατέρες
τῆς Ἐκκλησίας, ὅποιος δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει,
μὲ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σὲ κατάσταση φωτισμοῦ, εἶναι ψυχοπαθής.
Ὁ ψυχοπαθὴς γιὰ τὸν ψυχίατρο εἶναι κάτι ἄλλο: εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πάσχει, ὅπως λέμε, ἀπὸ ψύχωση,
εἶναι ὁ σχιζοφρενής.Γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ὅμως, ἕνας ποὺ δὲν ἔχει περάσει στὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς
ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει στὸν φωτισμό, δὲν εἶναι νορμὰλ -ἄς τὸ ποῦμε ἔτσι ἁπλὰ- δὲν εἶναι
νορμάλ.
12.Ποῖος εἶναι ὁ ὑγιής πνευματικά ἄνθρωπος (νορμάλ).
-Καὶ τώρα, ποιὸς εἶναι νορμὰλ -θὰ λέγαμε- ἀπὸ ὀρθόδοξη ἄποψη;
-«Αὐτὸ μποροῦμε νὰ τὸ δοῦμε, ἐὰν διαβάσουμε τὴν ἀκολουθία τοῦ Βαπτίσματος καὶ τὴν
ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μύρου, ἡ ὁποία τελεῖται στὸ Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὴν
Μεγάλη Πέμπτη. Ὅπως ἐπίσης κι ἐὰν διαβάσουμε τὴν ἀκολουθία τῶν ἐγκαινίων τῶν Ἱερῶν Ναῶν.
Ἐκεῖ μέσα θὰ δοῦμε τί σημαίνει «Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καὶ ἐκεῖ βλέπουμε, ποιὸς εἶναι ὁ
φωτισμένος»[3]. Τὸ λέμε μερικὲς φορές: «αὐτὸς εἶναι φωτισμένος ἄνθρωπος».
-Ποιὸς εἶναι, ὅμως, ὁ φωτισμένος; Μόνο μέσα ἀπὸ τὴν Λειτουργικὴ Παράδοση τὸ βλέπουμε, τὸ
καταλαβαίνουμε. Ἡ Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἰδέες, ἀλλὰ ἔχει θεραπευτική, ἔχει ἰατρική. Καὶ ὅταν κανεὶς
γίνει ὑγιής, ἡ ὑγεία φαίνεται ἀπὸ κάποια συγκεκριμένα πράγματα, ἀπὸ κάποια σημεῖα. Ὅπως κι
ὅταν εἶσαι ἄρρωστος, πάλι αὐτό φαίνεται.Ὁ ὑγιής πνευματικά εἶναι ὁ φωτισμένος, αὐτός πού ἔχει
γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἕνας θεραπευμένος, πνευματικὸς ἄνθρωπος καταλαβαίνει καί
ποιὸς ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους εἶναι ὑγιὴς καὶ ποιὸς εἶναι ἄρρωστος.
13.Πορεία πρὸς τὴν κάθαρση, τὸν φωτισμό, τὴν θέωση
Τί θὰ πεῖ ὅμως ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι «Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»;
Ἄς τὸ ποῦμε ἀπὸ τώρα. Στόν ἄνθρωπο πού εἶναι «Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» σημβαίνει τό ἑξῆς:
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι μέσα στὴν καρδιὰ αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ προσεύχεται στὸν Θεό, κοινωνεῖ
μὲ τὸν Θεό. Εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀρχαίου Ἀδάμ, τοῦ προπτωτικοῦ Ἀδάμ στόν ἄνθρωπο.
Διότι αὐτὸ ἦταν ὁ Ἀδὰμ πρὶν ἀπ’ τὴν πτώση. Εἶχε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ κοινωνοῦσε συνεχῶς μὲ τὸν
Θεό. Αὐτὸ ξαναγίνεται τώρα μέσα στὴν Ἐκκλησία.
66
Μὲ τὴν κάθαρση, ὅταν κανεὶς ἀδειάσει ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λογισμούς (γιὰ τοὺς ὁποίους
ὁμιλήσαμε), τότε δημιουργοῦνται οἱ κατάλληλες προϋποθέσεις γιά τήν ἐνοίκηση τοῦ Παρακλήτου
σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο. Ἔρχεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Κατοικεῖ μέσα του. Συμβαίνει αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ
Χριστός μας, ὅτι «θὰ ἔλθω Ἐγώ, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ θὰ κάνουμε μονή, θὰ κάνουμε
κατοικητήριο μέσα σας». Καὶ τότε ὁ ἄνθρωπος εἶναι «ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Τότε γίνεται ναός. Ὅταν κάνει αὐτὴν τὴν διαδικασία, ὅταν καθαριστεῖ, ἀδειάσει ἀπ’ ὅλους τους
λογισμοὺς τὴν καρδιά του -καὶ τοὺς καλοὺς καὶ τοὺς κακοὺς, ἐπαναλαμβάνω- τότε δίνει τὴν
δυνατότητα στὸ Ἅγιο Πνεῦμα (τὸ ὁποῖο θέλει, ποθεῖ νὰ ἑνωθεῖ μαζί μας) νὰ ἔρθει μέσα του καὶ νὰ
κάνει Ἐκεῖνο τὴν προσευχή.
Γιὰ αὐτό, στὴν κυριολεξία, αὐτὸ ποὺ λέμε προσευχή, «νοερὰ προσευχή», δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ
κάνουμε ἐμεῖς, ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ κάνει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν ἔρθει μέσα μας. Μέχρι τότε, αὐτὸ ποὺ
κάνουμε ἐμεῖς εἶναι ἀτελές,εἶναι ἁπλά μία δική μας προσπάθεια, ἡ ὁποία προετοιμάζει τήν ἕνωσή
μας μέ τόν Θεό. Γιά νά γίνει ὅμως ἡ γεφύρωση, ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μετά τοῦ Θεοῦ θά πρέπει
νά ἔλθει ὁ Θεός καί νά τήν τελεσιουργήσει.
Ἡ δική μας ἀδιάλειπτη προσευχή ξεκινάει ἀπὸ τὸ στόμα: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Μετὰ
τὸ παίρνει ἡ διάνοια καὶ μετὰ τὸ κατεβάζει στὴν καρδιά. Σιγὰ-σιγά, ὅταν χρονίσει ἐκεῖ μέσα στὴν
καρδιὰ αὐτὴ ἡ μονολόγιστη εὐχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», -ποὺ τὸ κάνουμε ἐμεῖς,
ἐπαναλαμβάνω- αὐτή ἡ συνεχής ἐπίκληση τοῦ Θείου Ὀνόματος διώχνει ὅλους τους λογισμούς.
Αὐτὸς εἶναι ὁ τρόπος.
14.Πῶς γίνεται ἡ κάθαρση καί ὁ Φωτισμός.
Θὰ μοῦ πεῖτε: «Ὡραία Πάτερ! – Πῶς γίνεται λοιπὸν αὐτὴ ἡ κάθαρση; Πῶς φεύγουν αὐτοὶ οἱ
λογισμοὶ πού ἔχουνε μπεῖ μέσα στὴν καρδιά μας;»
-Ἀκριβῶς μ’ αὐτό. (Δηλαδὴ μὲ τὴν ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ Θείου Ὀνόματος στὴν καρδιά μας).
Καὶ ὄχι μόνο μ’ αὐτό, βέβαια, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ἀσκητική, θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τῆς
Ἐκκλησίας μας, ποὺ σημαίνει μετάνοια, νηστεία, ἀγρυπνία, λειτουργικὴ ζωὴ (δηλ. νὰ πηγαίνεις
στίς ἀκολουθίες καί πρό πάντων στὴν Θεία Λειτουργία), σημαίνει ὀρθὴ δογματικὴ συνείδηση (δηλ.
νὰ πιστεύεις σωστά, ὀρθόδοξα).
Δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι αἱρετικός, γιὰ παράδειγμα, καὶ νὰ κάνεις «νοερὰ προσευχή». Ἐὰν δὲν ἔχεις
ὀρθὰ «πιστεύω» γιὰ τὸν Θεό, γιὰ τὴν Ἁγία Τριάδα, γιὰ τὸν Χριστό, δὲν κάνεις τίποτα. Ἕνας
ἀβάπτιστος ἢ ἕνας ἀκατήχητος, ἕνας ποὺ ἔχει ξεκλίνει ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ἂς κάνει ὅση
«νοερὰ προσευχὴ» θέλει. Δὲν θὰ κατορθώσει τίποτα.
Ὅλα αὐτὰ (δηλαδή ἡ ἀσκητικὴ-θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, συνδυασμένη μὲ τὴν ὀρθὴ
πίστη καὶ τὴν συμμετοχὴ στὰ Ἅγια Μυστήρια) ὁδηγοῦν στὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἀπὸ τοὺς
λογισμούς.Ὅταν, λοιπόν, κατεβεῖ ἡ προσευχή μας στὴν καρδιά, διώχνει ὅλους αὐτοὺς τοὺς
λογισμούς, μένει καθαρὴ ἡ καρδιά, ὅποτε εἰσέρχεται τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Καὶ τότε συμβαίνει ὁ
φωτισμός, τὸ δεύτερο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Καὶ τότε εἶναι πού γίνεται ὁ ἄνθρωπος «ναὸς
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
15.Οἱ προσευχές τῆς Ἐκκλησίας ὁμιλοῦν γιά τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό.
Ὅλες οἱ ἀκολουθίες καθὼς καὶ ἡ ἀσκητικὴ-ἡσυχαστικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας
ἀναφέρονται κυρίως σὲ τρεῖς πνευματικὲς καταστάσεις. Τὶς δύο τὶς ἀναφέραμε ἤδη…
Ἡ πρώτη: ἡ κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος.
67
Ἡ δεύτερη: ὁ φωτισμὸς τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καὶ ἡ τρίτη: ἡ θέωση τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου, πάλι ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες κυρίως ὁμιλοῦν γιὰ τὴν κάθαρση καὶ τὸν φωτισμό.
Οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐκφράσεις τῆς λογικῆς λατρείας, δηλαδή τῆς λατρείας ποὺ
κάνουμε μὲ τὴν διάνοια καὶ ὄχι μὲ τὴν καρδιά. Αὐτὸ ποὺ κάνουμε μὲ τὴν καρδιὰ δὲν ἀκούγεται. Ἡ
καρδιακὴ προσευχὴ εἶναι μυστική. Στὸν ναό, στὶς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας ὁμιλοῦμε,
διαβάζουμε, ψάλλουμε, δηλαδὴ διατυπώνουμε μὲ τὴν λογική μας προσευχὲς καὶ τὶς λέμε δυνατὰ
ὥστε νὰ τὶς ἀκούει καὶ ὁ ἄλλος. Αὐτὴ ἡ προσευχὴ λέγεται λογική. Αὐτὴ εἶναι ἡ λογικὴ λατρεία. Οἱ
προσευχὲς ποὺ ἔχουν συντάξει οἱ Ἅγιοι Πατέρες- ἡ λογικὴ λατρεία- μᾶς μιλᾶνε γι’ αὐτὰ τὰ δύο
στάδια, κυρίως: τήν κάθαρση καὶ τὸν φωτισμό.
16.Ὁ φωτισμός.
Αὐτὰ τὰ δύο στάδια (τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ) τὰ δίνει ὁ Θεὸς σὲ ὅλους, ὅσοι τό ἐπιθυμοῦν
–δὲν κάνει διακρίσεις. Μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ἐάν θελήσει, νά περάσει ἀπό τό πρῶτο καί νά φθάσει
στό δεύτερο στάδιο.Τό μόνο πού ἀπαιτεῖται εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ μετανοήσει, νὰ μπεῖ στὴν
διαδικασία τῆς προσπάθειας νὰ καθαρίσει τὴν ψυχή του, τὸν νοῦ του, τὴν καρδιά του,
συνεργαζόμενος μὲ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν τὸ κάνει αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος, σίγουρα θὰ
φθάσει καὶ στὸν φωτισμό.
Ὁ φωτισμὸς δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε «πρόγευση τοῦ Παραδείσου».
Αἰσθάνεται πλέον ὁ ἄνθρωπος ὅτι εἶναι ἀπὸ τώρα στὸν Παράδεισο. Γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ «ἐπὶ
γῆς Παράδεισος» .Πραγματικὰ μέλος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐτὸς ποὺ ζεῖ μέσα στὸν Παράδεισο ἀπὸ
τώρα. Ἔχει φτάσει στὸν φωτισμό, δηλ. ἔχει γίνει ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!
Ἔτσι, λοιπόν, νορμὰλ ὀρθόδοξος (πιστός) ποιὸς εἶναι; (γιὰ νὰ ξαναγυρίσουμε στὴν ἐρώτηση)
-Εἶναι μήπως ὁ βαπτισμένος ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει ὑποστεῖ κάθαρση;
-Ὄχι, βέβαια.
-Μήπως εἶναι ὁ καθαρμένος καὶ φωτισμένος;
-Βέβαια! Αὐτὸς εἶναι.
17.Ἀφοῦ βαπτιζόμεθα γιατί χρειαζόμαστε πάλι κάθαρση;
Δὲν ἀρκεῖ, λοιπόν, νὰ βαπτισθεῖς, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ κάνεις καὶ αὐτὸ ποὺ λέμε κάθαρση.
«Γιατί», θὰ μοῦ πεῖτε, «νὰ κάνω τὴν κάθαρση; Δὲν φθάνει τὸ Βάπτισμα γιὰ νὰ μᾶς καθαρίσει;»
Φθάνει, ἀλλὰ δυστυχῶς, ἀμέσως μετὰ τὸ Βάπτισμα, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἐπαναλαμβάνουμε τὴν παρακοὴ
τοῦ Ἀδὰμ, ὄχι μία, ἀλλά πολλὲς φορὲς.
Θὰ μοῦ πεῖτε:
-«Ἐμεῖς τότε (ὅταν μᾶς βάπτισαν) ἤμασταν μωρά».
-Ε, τὸ κάνουν οἱ γονεῖς μας καὶ τὸ περιβάλλον μας. Αὐτοὶ στὴν ἀρχὴ καὶ στὴν συνέχεια καὶ ἐμεῖς
ἐπιτρέπουμε νὰ μπαίνει πάλι μέσα μας τὸ «μπάζο» τῆς ἁμαρτίας.
Ἡ κενοδοξία, ὁ ἐγωισμός μας, τρέφονται πολὺ καλὰ ἀπὸ τὸ περιβάλλον μας, ἀπὸ τοὺς γονεῖς καὶ
τοὺς λοιποὺς συγγενεῖς. Μὲ τὰ «μπράβο-μπράβο»! ποὺ μᾶς λένε, ὅλα αὐτά… ξυπνᾶνε πάλι τὰ πάθη
μέσα μας. Μολύνεται πάλι ὁ νοῦς μας ἀπό τήν ὑπερηφάνεια καί ὅλα τά ἄλλα πάθη, ὁπότε χάνουμε
ἤ, πιό σωστά, «ἀπενεργοποιοῦμε» τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πού εἴχαμε πάρει μέ τά Ἅγια Μυστήρια τοῦ
Ἁγίου Βαπτίσματος καί τοῦ Ἁγίου Χρίσματος. Ἔτσι, χρειάζεται νὰ γίνει πάλι αὐτὴ ἡ κάθαρση,
αὐτήν τήν φορά, διὰ τῆς μετανοίας, τῶν δακρύων καί τῆς ἐξομολογήσεως.
68
18.Σέ τί διαφέρουν οἱ «νορμάλ» Ὀρθόδοξοι ἀπό τούς ἄλλους Ὀρθοδόξους.
-Ἄραγε, τώρα, σὲ τί διαφέρουν οἱ νορμὰλ ὀρθόδοξοι ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὀρθόδοξους; Δηλαδή, οἱ
«καθαρμένοι» ἀπὸ τοὺς ἄλλους;
-Διαφέρουν στὸ δόγμα;
-Ὄχι βέβαια. Γιατί ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι, γενικά, ἔχουμε τὸ ἴδιο δόγμα καὶ ὅλοι ξερουμε ὅτι
πιστεύουμε σωστά. Ἔχουμε τὸ «Πιστεύω» καὶ πράγματι τό λέμε σωστὰ (δηλαδή χωρίς ἀλλοιώσεις,
προσθῆκες ἤ ἀφαιρέσεις). Ὅσοι τὸ ξέρουμε δηλαδή…
Ὕποθέστε τώρα ὅτι σὲ ἕναν ναὸ μέσα ὑπάρχουν 300 ὀρθόδοξοι καὶ κάνουμε Θεία Λειτουργία. Ἀπὸ
αὐτοὺς τοὺς 300, ὑποθέστε πάλι ὅτι μόνο οἱ πέντε εἶναι σὲ κατάσταση φωτισμοῦ. Ἔχουν ὑποστεῖ
τὴν κάθαρση, ἔχουν κάνει τὴν κάθαρση στὸν ἑαυτό τους καὶ ἔχουνε φωτιστεῖ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
Μόνο οἱ πέντε! Ἐνῶ οἱ ἄλλοι ὑποθέστε ὅτι δὲν εἶναι φωτισμένοι. Μάλιστα οἱ ἄλλοι δὲν ἔχουν ἰδέα
τοῦ τί εἶναι κάθαρση, ὅπως συμβαίνει δυστυχῶς συνήθως… Τίθεται λοιπόν τὸ ἐρώτημα:
-Οἱ «νορμὰλ» ὀρθόδοξοι χριστιανοί, μεταξὺ αὐτῶν (δηλ. ἀπὸ τοὺς 300), πόσοι εἶναι ;
-Δυστυχῶς, μόνον οἱ πέντε. Φαίνεται …σκληρό, ἀλλὰ ἔτσι εἶναι. Κι ἂν σκεφτεῖ κανείς: «πόσοι
εἶναι αὐτοὶ ποῦ ἐκκλησιάζονται κάθε Κυριακή (ἀπὸ τό σύνολο τῶν ὀρθοδόξων Ἐλλήνων);». Εἶναι
μόνο τὸ 3%. Ἀπὸ αὐτὸ τὸ 3%, πάλι, πόσοι ξέρουν τί σημαίνει κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη ἔτσι ὥστε νά
βρίσκονται στήν προσπάθεια αὐτή; Καί πόσοι ἔχουν φθάσει στήν κάθαρση γιά νά εἶναι «νορμάλ»;
Καταλάβατε;(…) Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι τὸ θέμα δὲν εἶναι ἁπλῶς νὰ πηγαίνουμε στὴν ἐκκλησία, ἢ
ἁπλῶς νὰ κάνουμε κάποιες θρησκευτικὲς πράξεις: Γιὰ παράδειγμα νὰ ἀνάβουμε κεριά, νὰ κάνουμε
Εὐχέλαια, νὰ κάνουμε Ἁγιασμοὺς καὶ φτάνει…Τότε δέν εἴμαστε ἐντάξει…
Μπορεῖ ἐνδεχομένως νὰ πᾶμε καὶ σὲ μία ὁμιλία, νὰ στείλουμε καὶ τὰ παιδιά μας στὸ Κατηχητικό…
Αὐτὰ ὅλα εἶναι θρησκευτικὲς πράξεις, ἀλλά, ἂν δὲν προχωρήσουμε στὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη καὶ
στὸ φωτισμό, οὐσιαστικὰ δὲν εἴμαστε «νορμάλ». Δὲν εἴμαστε μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Ἡ κάθαρση κι ὁ φωτισμός, μάλιστα, εἶναι συγκεκριμένες καταστάσεις καὶ μποροῦν νὰ
ἐξακριβωθοῦν ἀπὸ τούς ἔμπειρους καὶ φωτισμένους πνευματικοὺς Πατέρες.
Ὅποτε, ἔχουμε ἐδῶ –προσέξτε- καθαρὰ ἰατρικὰ κριτήρια. Εἴπαμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἰατρεῖο κι
ἔχει ἰατρούς: τοὺς πνευματικοὺς Πατέρες μὲ πρῶτο ἀρχίατρο τὸν ἴδιο τὸν Κύριο.
Στὴν Ἐκκλησία ὁμιλοῦμε γιὰ πράγματα κι ὄχι γιὰ ἰδέες, οὔτε γιὰ φιλοσοφίες. Ἐφόσον ὁ νοῦς εἶναι
ἕνα φυσιολογικὸ ὄργανο τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κάθε ἀνθρώπου, καὶ τὸν ἔχουν ὄχι μόνον οἱ Ἕλληνες
ἢ οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀλλὰ καὶ οἱ μουσουλμάνοι καὶ οἱ βουδιστὲς κι ὅλος ὁ κόσμος, τότε: ὅλοι οἱ
ἄνθρωποι ἔχουν τὴν ἴδια ἀνάγκη γιὰ κάθαρση καὶ φωτισμό. Τοῦτο συμβαίνει διότι, ὅπως εἴπαμε,
ὅλων ὁ νοῦς εἶναι σκοτισμένος.
19.Ἡ Ὀρθοδοξία δέχεται ὅλους τούς ἀνθρώπους πρός θεραπείαν χωρίς νά τούς ἐξαναγκάζει.
Ἡ Ὀρθοδοξία ἀγκαλιάζει ὅλους τούς ἀνθρώπους, γιατί δὲν εἶναι θρησκεία. Εἶναι θεραπεία, εἶναι
θεραπευτική, εἶναι ἰατρεῖο.
Ὅταν πᾶς στὸν γιατρὸ δὲν σὲ ρωτάει: «-Εἶσαι Ἕλληνας; -Νὰ σὲ πάρω» ἢ «-Εἶσαι Ἀλβανὸς ἢ εἶσαι
διαφορετικός; -Δὲν σὲ παίρνω.» Ὁ ἰατρὸς τοὺς θεραπεύει ὅλους, ἂν εἶναι «σωστὸς» φυσικά.
Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἑνὸς κράτους ἢ ἑνὸς ἔθνους. Γι’ αὐτό, βλέπετε, δὲν λέμε: «Ἡ
Ἐκκλησία τῶν Ἑλλήνων», ἀλλὰ: «Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος».
- Καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ποιὸν ἔχει μέσα; Γιὰ ποιοὺς ἐνδιαφέρεται; Μόνο γιὰ τοὺς Ἕλληνες;
- Ὄχι. Γιὰ ὅλους, ὅσοι κατοικοῦν αὐτὴν τὴν στιγμὴ στὴν Ἑλλάδα. Εἶναι Ἀλβανοί, εἶναι Ταϊβανέζοι,
εἶναι ἀπὸ τὸ Νέο Δελχί, ἀπ’ ὅπου καὶ νὰ ‘ναι, ἡ Ἐκκλησία τοὺς ἀγκαλιάζει ὅλους αὐτούς. Ἄν ὅλοι
69
αὐτοί πᾶνε στὸ ἰατρεῖο αὐτό (στήν Ἐκκλησία), θὰ τοὺς θεραπεύσει, θὰ τοὺς δεχθεῖ, γιατί ὅλων
αὐτῶν ὁ νοῦς εἶναι ἄρρωστος καί ἡ Ἐκκλησία εἶναι γιά νά θεραπεύσει ὅλον τόν κόσμο.
Ἐπίσης λέμε: «Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν». Δὲν λέμε «Ἀρχιεπίσκοπος τῶν Ἀθηναίων». Ὅσοι μένουν
στὴν Ἀθήνα, δηλαδή, εἶναι κάτω ἀπὸ τὴν ποιμαντική του φροντίδα καὶ τήν ἀγάπη, είναι μέσα στό
ποιμαντικό του ἐνδιαφέρον. Τοὺς ἀγκαλιάζει ὅλους ἡ Ἐκκλησία.
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἑνότητα τῶν πάντων καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία εἴμαστε
ὅλοι -ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς π. Πορφύριος-. Εἴμαστε ὅλοι «δυνάμει»· μακάρι νὰ γίνουμε καὶ
«ἐνεργείᾳ», δηλαδὴ νὰ μποῦμε (ὅλος ὁ κόσμος νὰ μπεῖ) ἐκεῖ μέσα μὲ τὴν θέλησή μας.
Ὁ Χριστὸς Μας δὲν ἀναγκάζει κανέναν νὰ πάει νὰ θεραπευτεῖ. Εἶναι πολὺ -θὰ λέγαμε«δημοκρατικός», πολὺ περισσότερο ἀπὸ ὅσο ἀντιλαμβανόμαστε τὴν ἔννοια τῆς δημοκρατίας καὶ
τοῦ δημοκρατικοῦ σήμερα. Ὅποιος θέλει νὰ πάει κοντά Του, τὸν δέχεται, ἀλλὰ κανέναν δὲν τὸν
ἀναγκάζει νὰ θεραπευθεῖ.
20.Μόνο ἡ Ἐκκλησία θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη ψυχή.
Ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ εἶναι μία. Δὲν ὑπάρχουν πολλὲς θεραπεῖες γιὰ τὸν νοῦ. Μία εἶναι: αὐτὴ τῆς
Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.Οἱ «λεγόμενες» ψυχοθεραπεῖες, ποὺ κυκλοφοροῦν στὸν κόσμο ἀπὸ τοὺς
(συγχωρέστε με, δὲν εἶναι δική μου ἡ ἔκφραση, εἶναι τοῦ πατρὸς Πορφυρίου) «λεγόμενους
ψυχιάτρους» καὶ ψυχοθεραπευτές, τουλάχιστον στὴν Ἑλλάδα, εἶναι 120!
Ἑκατὸν εἴκοσι διαφορετικὲς «ψυχοθεραπεῖες» κυκλοφοροῦν σήμερα στὴν Ἑλλάδα! Ἀπὸ αὐτὸ καὶ
μόνο καταλαβαίνει κανεὶς ὅτι δὲν ὑπάρχει θεραπεία ἐκεῖ μέσα, μέσα σὲ αὐτὰ τὰ συστήματα καί τά
«ψυχιατρικά καταστήματα». Γιατί, ἐὰν ὑπῆρχε, δὲν θὰ ἦταν ἀνάγκη νὰ ὑπάρχουν 120 μέθοδοι. Μία
θὰ ὑπῆρχε καὶ θὰ ἦταν ἀρκετή. Ὅπου βλέπει κανεὶς πολλὰ φάρμακα καὶ πολλὲς μεθόδους, γιὰ τὸ
ἴδιο νόσημα, αὐτό σημαίνει ὅτι δὲν ἔχουμε θεραπεία, δὲν ξέρουμε τὴν θεραπεία.
21.Οἱ «λεγόμενοι» ψυχίατροι καί ψυχοθεραπευτές-ψυχολόγοι δέν γνωρίζουν κἄν τί εἶναι ἡ
ψυχή.
Εἶναι μάλιστα -θὰ ‘λεγα- ἀπόλυτα δικαιολογημένο τὸ ὅτι δὲν ξέρουμε, τό ὅτι δὲν ξέρουν αὐτοὶ οἱ
ἄνθρωποι νὰ θεραπεύσουν τὴν ψυχή, γιατί ἁπλούστατα δὲν ξέρουν κἄν τί εἶναι ἡ ψυχή. Μόνον ἡ
Ἐκκλησία ξέρει. Μόνον οἱ Ἅγιοι Πατέρες γνωρίζουν τί εἶναι ἡ ψυχή, ὅσο βέβαια τούς ἔχει δοθεῖ
ἀπό τόν Πάνσοφο Θεό νὰ γνωρίζουν.
Οἱ κοσμικοὶ «λεγόμενοι» ψυχίατροι δὲν μιλοῦν μά οὔτε καί γνωρίζουν τίποτε γιά τήν κάθαρση τοῦ
νοῦ. Ἂν μελετήσει κανεὶς αὐτὲς τὶς «ψυχοθεραπεῖες» ποὺ κυκλοφοροῦν θά τό διαπιστώσει…
Ἄλλωστε ὁ ὅρος «ψυχοθεραπεία», ἔτσι ὅπως χρησιμοποιεῖται στὰ κοσμικὰ δρώμενα, εἶναι λάθος –
εἶναι μία γελοιοποίηση τοῦ ὅρου. Ὅπως καὶ ὁ ὅρος ψυχιατρική, ὅπως καὶ ὁ ὅρος ψυχολογία εἶναι
γελοιοποιήσεις τῶν ειδικοτήτων που εκπροσωπούν, διότι ὅλοι αὐτοὶ πού ὑπηρετοῦν τίς ὁμώνυμες
εἰδικότητες δὲν ξέρουν τί εἶναι ἡ ψυχή. Πῶς, λοιπόν, θεραπεύουν, χωρίς νά ξέρουν κἄν τί εἶναι
αὐτό πού θεραπεύουν;
Ἄν κανείς μελετήσει ὅλα τὰ σχετικά λεξικά ἢ τὰ βιβλία τὰ ψυχολογικά, πουθενὰ δὲν θὰ βρεῖ νὰ
γράφουν σχετικά μὲ τὸ τί εἶναι ἡ ψυχή. Δὲν δίνουν ὁρισμὸ τῆς ψυχῆς ἢ δίνουν ἕναν πολὺ
περιφερειακό-περιγραφικό ὁρισμό.Οὐσιαστικὰ, ἀναφέρονται στὴν συμπεριφορά. Κι ὅλες αὐτὲς οἱ
μέθοδοι, οἱ λεγόμενες «ψυχοθεραπευτικές», οὐσιαστικὰ, εἶναι μέθοδοι ἐλέγχου-διόρθωσης τῆς
συμπεριφορᾶς, πού μόνον μιά ἐπιφανειακή ἀνακούφιση μποροῦν νά προσφέρουν στόν πάσχοντα·
δὲν εἶναι μέθοδοι θεραπείας τῆς ψυχῆς.Καμμία δὲν ἀγγίζει τὴν ψυχή.
70
22.Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς εἶναι ἔργο μόνο τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Μόνο ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὴν ψυχή, νὰ θεραπεύσει τὴν «νοερὰ ἐνέργεια», τὸν νοῦ
τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἔχει μία μέθοδο συγκεκριμένη καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλη. Εἶναι ἡ μέθοδος τῆς
κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς θέωσης. Αὐτή, λοιπόν, ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τῆς ψυχῆς, ἡ μία καὶ
μοναδική, εἶναι αὐτὴ ποὺ ὑπάρχει στὴν Ἐκκλησία. Κι αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ καταλάβουμε: ἡ θεραπεία
τῆς ψυχῆς εἶναι ἔργο μόνον τῆς Ἐκκλησίας, κανενός ἄλλου.
Εἶναι ἀπαράδεκτο γιὰ παράδειγμα νὰ ἔρχεται κάποιος νὰ ἐξομολογηθεῖ (τώρα τὸ λέω γιά μᾶς, τοὺς
Πνευματικοὺς) καὶ νὰ τὸν στέλνουμε γιὰ ψυχολογικὴ θεραπεία. Προσέξτε, ἐὰν ἔχει ἀνάγκη νὰ
πάρει φάρμακα, γιατί πάσχουν τὰ νεῦρα του, θὰ τὸν στείλουμε. Ναί…, ἀλλὰ ὄχι γιὰ τὴν θεραπεία
τῆς ψυχῆς του, γιατί κανεὶς ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς δὲν θεραπεύει τὴν ψυχή.
Εἶναι πιθανὸν ὁ ἄνθρωπος, μὲ τὶς ἁμαρτίες ποὺ ἔκανε, νὰ ἔβλαψε καὶ τὸ νευρικὸ του σύστημα.
Διότι ἡ ψυχὴ ἐπηρεάζει καὶ τὸ νευρικὸ σύστημα. Κι ἂν κανεὶς κάνει μεγάλα λάθη, μεγάλες
ἁμαρτίες στὴν ψυχή, ἐπηρεάζει καὶ τὸ σῶμα καὶ τὸ νευρικὸ σύστημα. Ἐκεῖ χρειάζεται νὰ πάρει
φάρμακα. Ἐκεῖ εἶναι ὁ ρόλος τοῦ ψυχιάτρου. Ἀλλὰ, δὲν κάνει ψυχ-ιατρικὴ ἐκείνην τὴν ὥρα ὁ ψυχίατρος. Ἐκείνην τὴν ὥρα κάνει νευρολογία, κάνει θεραπεία τῶν νεύρων.
Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ λὲει ὅτι εἶναι ψυχίατρος· θὰ πρέπει νὰ λὲει ὅτι εἶναι νευρολόγος,
νευροθεραπευτής. Θεραπεύει τοὺς νευροδιαβιβαστές, τοὺς νευρῶνες κ.λ.π. Βλέπουμε, λοιπὸν, ὅτι ὁ
ὅρος «ψυχίατρος» (θεραπευτής τῆς ψυχῆς) εἶναι παραπλανητικός, χωρίς νὰ θέλω νὰ ἀδικήσω τὶς
τυχόν καλές προθέσεις τῶν ἀνθρώπων αὐτών. Γνωρίζω πώς οἱ περισσότεροι ἀπ’ αὐτούς
προσπαθούν νὰ βοηθήσουν τόν συνάνθρωπό τους καί στό μέτρο πού γνωρίζουν ἐπεμβαίνουν
θεραπευτικά στό Νευρικό του Σύστημα.Ἔτσι, λοιπόν, μόνον ἡ Ὀρθοδοξία θεραπεύει τὴν ψυχή.
23.Ἡ ἀπώλεια τῆς ὀρθόδοξης θεραπευτικῆς ἀπό τούς αἱρετικούς.Ὁ Χριστός Μας ἀποκαλεῖται
Ἰατρός.
Προσέξτε τώρα κάτι ἄλλο. Ὅσοι εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία -ἄς αὐτοαποκαλοῦνται
«χριστιανοί»- ἔχουν χάσει αὐτὴν τὴν θεραπευτική. Πουθενά σέ ὅλους όσοι εἶναι αἱρετικοί, δηλαδή
ἔχουν φύγει ἀπ’ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (κι ἂς λέγονται ὅπως ἤδη εἴπαμε χριστιανοί: παπικοί,
προτεστάντες κλπ.)…πουθενὰ σ’ ὅλους αὐτοὺς δὲν θὰ βρεῖτε νὰ γίνεται λόγος γιὰ θεραπεία τοῦ
ἀνθρώπου. Ἔχουν χάσει τὴν θεραπευτική. Ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπ’ αὐτὴν τὴν παράδοση, δὲν
σκέπτονται πλέον ὀρθόδοξα (στὰ πλαίσια τῆς θεραπείας τῆς νόσου τοῦ νοῦ). Ἐδῶ ἀκριβῶς ἔγκειται
καὶ ἡ διαφορὰ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπ’ ὅλες τὶς ἄλλες θρησκεῖες-δόγματα. Καμιὰ θρησκεία δὲν ὁμιλεῖ
γιὰ θεραπεία, ὅπως κάνει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἂν ψάξουμε στὶς «εὐχὲς» ποὺ ἔχουμε, θὰ δεῖτε
ὅτι ἐπανειλημένως ὁ Χριστὸς μας ἀποκαλεῖται «ὁ Ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν».
Εἶναι ὁ Ἰατρός, ὁ Θεραπευτής Μας. Ἂν ψάξουμε στὴν παπικὴ ἢ στὴν προτεσταντικὴ παράδοση,
αὐτὴ ἡ προσωνυμία τοῦ Χριστοῦ μας ὡς Ἰατροῦ, δὲν ὑπάρχει πουθενά. Μόνο στὴν ὀρθόδοξη
χριστιανικὴ παράδοση ὁ Χριστὸς ἀποκαλεῖται Ἰατρός. Γιατί ἀκριβῶς θεραπεύει τὴν ψυχή.
24.Τό μεγαλεῖο τοῦ Ἁγίου καί Μεγάλου Κωνσταντίνου καθώς καί τῶν ὑπολοίπων
«Βυζαντινῶν» αὐτοκρατόρων.
Κι ἐδῶ τώρα -ἂς κάνουμε καὶ μία ἱστορικὴ παρένθεση- ἀνιχνεύουμε τὸ μεγαλεῖο τῶν λεγόμενων
«Βυζαντινῶν», αὐτοκρατόρων. Τὸ λέω «λεγόμενων Βυζαντινῶν» γιατί δὲν ἦταν οὔτε καί
λεγόντουσαν Βυζαντινοί· λεγόντουσαν Ρωμιοί, Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες. Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι ἄλλο
θέμα, ἂς μὴν τὸ ἀνοίξουμε τώρα…τό πῶς μᾶς κόλλησαν τὴν ὀνομασία «Βυζαντινοί»[4].
Αὐτοὶ λοιπόν οἱ αὐτοκράτορες κατάλαβαν τί σημαίνει Ὀρθοδοξία. Κατάλαβαν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία
71
εἶναι κάτι ἄλλο. Δὲν εἶναι θρησκεία, ἀλλὰ εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αυτὸ καὶ φτιάχνει
σωστοὺς πολίτες καὶ κοινωνικὰ σωστοὺς ἀνθρώπους. Σκέφτηκαν λοιπὸν οἱ αὐτοκράτορες:
«Τέτοιους ἀνθρώπους θέλουμε γιὰ τὸ κράτος». Ἔτσι ἀγκάλιασαν τὴν Ὀρθοδοξία καὶ τὴν ἔκαναν
ἐπίσημη θρησκεία… ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καὶ οἱ ὑπόλοιποι.
25.Γιατί χάθηκε ἡ θεραπευτική παράδοση στήν Δύση;
-Γιατί, ὅμως, αὐτὴ ἡ παράδοση ἔσβησε ἀπὸ τοὺς παπικοὺς καὶ τοὺς προτεστάντες; Γιατί ὅταν τοὺς
μιλᾶμε γιὰ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ ξαφνιάζονται;
-Διότι ἡ ἀνάγκη τῆς «κάθαρσης» καὶ τοῦ «φωτισμοῦ», ἡ ἀνάγκη τῆς ἐσωτερικῆς ἀλλαγῆς, ἔφυγε
ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτούς, ἀπὸ τὴν στιγμὴ πού ἔχασαν τὴν Ὀρθοδοξία, δηλ. τήν ὀρθή δόξα
(θεώρηση-πίστη) γιά τόν Θεό.Ἄλλαξαν τὰ δόγματα, ἄλλαξαν τὴν θεολογία, γι’ αυτὸ κατόπιν
ἔχασαν καὶ τὴν θεραπευτικὴ συνταγὴ γιὰ τὴν ὕπαρξή τους καὶ γιὰ τὴν ζωή τους. Τὰ δόγματα εἶναι
αὐτὰ ποὺ διαφυλάσσουν τὴν Ἀλήθεια ἀλλὰ καὶ τὴν ζωή!
Ὅταν χαλάσεις τὰ δόγματα, τὰ ἀλλοιώσεις δηλαδή, δὲν ἔχεις πλέον «φράχτη» στήν πίστη (ἡ ὁποία
καθορίζει καί τήν ζωή) καὶ μετὰ μπορεῖ νὰ μπεῖ τὸ ψέμμα, ἡ πλάνη. Ὅπως καὶ πράγματι εἰσῆλθε σὲ
ὅλους αὐτοὺς καὶ χάσανε τὰ φάρμακα, τὴν θεραπευτικὴ συνταγὴ καὶ ἀγωγή τῆς ψυχῆς πού ὁδηγεῖ
τόν ἄνθρωπο στόν προορισμό του (τήν ὁμοίωσή του μέ τόν Χριστό). Σ’ αὐτούς, τώρα (παπικούς,
προτεστάντες) ἐκεῖνος ποὺ ἀλλάζει δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Θεός!
26.Πρέπει νά ἀλλάξουμε, νά γίνουμε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ.
Θυμηθεῖτε αὐτὸ ποὺ λέγαμε, ὅτι στὴν Ὀρθοδοξία πρέπει νὰ ἀλλάξουμε, νὰ ἀλλάξει ὁ ἄνθρωπος, νά
μετανοήσει δηλαδὴ, νὰ θεραπευτεῖ ἐν Χριστῷ.
Πρέπει νὰ ἀλλάξει ὁ νοῦς μας, νὰ «καθαριστεῖ» ἡ καρδιά μας, νὰ ἀδειάσει ἀπὸ ὅλα καὶ νὰ γεμίσει
μὲ τὸν Χριστό Μας. Πρέπει νὰ ἀλλάξουμε. Γι’ αὐτὸ μὴ σᾶς πειράζει, ἅμα σᾶς λένε:
-«Ἄλλαξες…».
-«Ναί, ἄλλαξα. Τὸ θέμα εἶναι: Πρὸς τὰ ποῦ ἄλλαξα;»…
- «Γιατί μπῆκες στὴν Ἐκκλησία καὶ σὲ παρέσυραν οἱ παππάδες…κλπ. κλπ.»
Ναί… Τὸ θέμα εἶναι ὅτι πράγματι πρέπει νὰ ἀλλάξουμε. Μὴν «κομπλάρουμε», ἂν μᾶς ποῦνε
«ἄλλαξες».
-«Ναὶ ἄλλαξα (ἀς μήν φοβόμαστε νά τό ποῦμε…). Προσπαθοῦν νά μᾶς χτυπήσουν στόν ἐγωισμό,
στήν κενοδοξία, ὅταν μᾶς λένε ὅτι ἀλλάξαμε. Μὰ ἀκριβῶς, πρέπει νὰ ἀλλάξουμε. Πρέπει ἀπό
ἄρρωστοι νά γίνουμε καλά. Δέν πρέπει νά παραμείνουμε ἄρρωστοι γιά νά φαινόμαστε «σταθεροί»
χαρακτῆρες, οὔτε εἶναι μειωτικό νά παραδεχθοῦμε ὅτι μέχρι τώρα «εἴχαμε πάρει τήν ζωή μας
λάθος»…
27.Στούς αἱρετικούς (Παπικούς, Προτεστάντες) ἐκεῖνος πού ἀλλάζει εἶναι ὁ Θεός καί ὄχι ὁ
ἄνθρωπος.
Ἀντίθετα οἱ αἱρετικοί -οἱ ὁποῖοι εἶναι καθ’ ὑπερβολήν ὑπερήφανοι καί ἐγωιστὲς – πρεσβεύουν ὅτι
δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος αὐτός πού πρέπει νά ἀλλάξει. Γνωρίζετε, πιστεύω, ὅτι ἡ αἵρεση πηγάζει ἀπό
τήν ὑπερηφάνεια καί τόν ἐγωισμό. Ὅλοι οἱ αἱρεσιάρχες ἦταν πάρα πολὺ ὑπερήφανοι ἄνθρωποι.
Κατ’ αὐτούς ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος πού ἀλλάζει καί ὄχι ὁ ἄνθρωπος! Τὸ ἔχουν κάνει καὶ θεολογία
αὐτὸ τὸ πρᾶγμα. Ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι τὸ ἀντίθετο: Ὁ Θεὸς εἶναι Ἀναλλοίωτος· δὲν ἀλλάζει ποτέ.
Ἐπίσης, ὁ Θεὸς εἶναι Ἀΐδιος -ὅπως λέμε στὴν ὀρθόδοξη θεολογία- δηλαδὴ εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος. Ὁ
Θεός εἶναι Τέλειος , Παντέλειος, ὑπέρ πᾶσαν τελειότητα. Γι’ αυτό δέν χρειάζεται καμμιά ἐξέλιξη,
βελτίωση ἤ ἀλλαγή.
72
Ἀλλοίμονο, ἐὰν ἀλλάζει ὁ Θεός. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ ὁ Θεὸς ἔχει πάθη! Ὄχι βέβαια… Ὁ Θεὸς
εἶναι ἀπαθής. Εἶναι ἀναλλοίωτος. Κι ὅμως, στὴν θεολογία αὐτῶν (αἱρετικῶν, Παπικῶν,
Προτεσταντῶν), ὁ Θεὸς ἀλλάζει.
Προσέξτε, τώρα, πῶς αὐτὴ ἡ θεολογία ἔχει ποτίσει κι ἐμᾶς τούς ὀρθοδόξους, δυστυχῶς. Λέγει ὁ π.
Ἰωάννης Ρωμανίδης: «Στοὺς ἀνθρώπους αὐτούς, στὴν Δύση, τοὺς παπικοὺς καὶ τοὺς προτεστάντες,
ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀλλάζει. Τὸ μόνο πρᾶγμα ποὺ κάνει ὁ ἄνθρωπος γι’ αὐτοὺς εἶναι ὅτι γίνεται καλὸ
παιδί». Δηλαδή, ἀλλάζει κάποια ἐξωτερικὴ συμπεριφορά. Τὸ εἶναι του, ἡ οὐσία του, ἡ ψυχὴ του
(δηλαδὴ ὁ κατ’ οὐσίαν ἄνθρωπος) δὲν ἀλλάζει. Ἁπλῶς γίνεται «καλὸ παιδί». Κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος
ἀπὸ «κακὸ παιδί», ποὺ ἦταν, γίνει «καλὸ παιδί», τότε ὁ Θεὸς τὸν ἀγαπάει. Διαφορετικά, τὸν
ἀποστρέφεται.
Προσέξτε θεολογία… Τελείως λάθος! Ὁ Θεὸς δηλαδή, κατ’ αὐτοὺς, μπορεῖ νὰ μισεῖ, νὰ
ἀποστρέφεται. Ἂν παραμένει ἢ γίνεται κάποιος «κακὸ παιδί», τότε ὁ Θεὸς δὲν τὸν ἀγαπάει. Καί σ’
ἐμᾶς δὲν ἔχει περάσει αὐτὴ ἡ ἀντίληψη; Πέστε μου…
-Γιατί;
-Διότι, δυστυχῶς, ἡ κατήχηση μας εἶχε ἐπηρεαστεῖ ἀπὸ τὰ Δυτικὰ πρότυπα. Στὰ Κατηχητικὰ
ἀκόμη, μερικὲς φορές, λέγανε τὰ ἴδια πράγματα. Δηλαδή, ἐὰν ὁ ἄνθρωπος γίνει καλὸ παιδί, τότε
ἀλλάζει κι ὁ Θεὸς καὶ γίνεται καλός! Βλέπετε ποῦ καταλήγουμε;…
Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸν ἀγαποῦσε τὸν ἄνθρωπο, τώρα τὸν ἀγαπάει. «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος γίνεται
«κακὸ» παιδί, ὁ Θεὸς θυμώνει, κι ὅταν ὁ ἄνθρωπος γίνεται «καλὸ» παιδί, ὁ Θεὸς χαίρεται».
Αὐτό, δυστυχῶς, λέγεται στὴν Εὐρώπη. Αὐτὴ εἶναι ἡ θεολογία τῆς Δύσης. Οὐσιαστικά, ὅλη αὐτὴ ἡ
διδασκαλία εἶναι μία ἀναίρεση τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἔτσι .[Γιαυτὸ καὶ ἡ Δύση ἔφθασε
στὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ (θεολογία τοῦ θανάτου τοῦ Θεοῦ), στὴν ἀθεΐα].
28.Ὁ ἐπηρεασμός τῆς Ὀρθόδοξης θεολογίας ἀπό τήν Δυτική.
Ὁ Θεὸς δὲν ἀλλάζει· δὲν εἶναι ἄλλοτε καλὸς καὶ ἄλλοτε κακός· δὲν ἀλλάζει διαθέσεις ἀνάλογα μὲ
τὸ τί εἴμαστε ἐμεῖς. Ἀλλὰ τὸ κακὸ αὐτό…ὅπως εἴπαμε, ἡ πλανεμένη αὐτή διδασκαλία δὲν
κηρύσσεται μόνο στὴν Εὐρώπη… ἡ θεολογία αὐτὴ ὑπάρχει καὶ στὴν Ἑλλάδα. Σὲ πολλοὺς ἀπὸ
αὐτοὺς ποὺ «εἶναι μέσα στὴν Ἐκκλησία» αὐτὸ τὸ πνεῦμα ἐπικρατεῖ. Ἔχει καταντήσει σέ
ὁρισμένους νὰ εἶναι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία μία θρησκεία (ἕνα ἐργαλεῖο «χρησιμοποίησης» τοῦ Θεοῦ γιά
νά «περνᾶμε ἐμεῖς καλά»), ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες, κατά τήν ὁποία ὁ Θεὸς ἀλλάζει διαθέσεις. Καὶ
πρέπει λοιπόν νὰ πᾶμε στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ «κατευνάσουμε» τὸν Θεό, νὰ Τὸν «μαλακώσουμε»,
ὥστε νὰ πάψει ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ!!!
Κι ἔχουμε, λοιπόν, καὶ τὸν παππὰ -συγγνώμη ποὺ θὰ τὸ πῶ ἔτσι- σὰν τὸν μάγο τῆς φυλῆς, ὅπου θὰ
πᾶμε καὶ θὰ τοῦ ποῦμε: «Ξέρεις, κάνε μου αὐτὸ τὸ πρᾶγμα (εὐχή, Ἁγιασμό, Εὐχέλαιο, 7 Εὐχέλαια!,
διάβασέ μου τήν φανουρόπιττα κ.λ.π.) γιὰ νὰ τὰ βρῶ μὲ τὸν Θεό, γιὰ νὰ ἀποκαταστήσω τὴν σχέση
μου μαζί Του, γιατί ὁ Θεὸς ἔχει θυμώσει μαζί μου». Αὐτὰ εἶναι τελείως εἰδωλολατρικὰ πράγματα,
παγανιστικά, σκέτη δεισιδαιμονία.Ἔχουμε φοβερὰ ἀλλοιώσει τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ «Ποιὸς εἶναι ὁ
Θεός», ἔχουμε ψεύτικη ἀντίληψη γι’ Αὐτὸν καὶ ὡς ἀποτέλεσμα ἔρχεται τὸ ὅτι δὲν ζοῦμε σωστὰ καὶ
δὲν θεραπευόμαστε.
73
29.Ἡ χρησιμοθηρική σχέση μέ τόν Θεό.
Ἡ σχέση μας, ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων, μέ τόν Θεό δέν εἶναι ἀγαπητική ἀλλά ἐμπορική,
χρησιμοθηρική, σχέση «χρησιμοποίησης τοῦ Θεοῦ γιά νά περνᾶμε καλά ἐμεῖς.
Ἔχει γίνει ἡ σχέση μας μὲ τὸν Θεὸ παρόμοια μὲ τὴν σχέση πού ἔχουν οἱ πιστοί τῶν ἄλλων
θρησκειῶν μὲ τοὺς «θεούς» τους. Ἐκεῖνοι λένε: «θὰ πάω στὸν μάγο, θὰ πάω στὸν ἱερέα -ὅπως τὸν
λένε ἰνδουιστή , γιόγκι κ.λ.π.- θὰ τοῦ δώσω καὶ χρήματα, φροῦτα κ.λ.π., θὰ κάνω τὴν θυσία μου,
καὶ ἐκεῖνος θὰ διαβάσει μία εἰδικὴ προσευχή, γιὰ νὰ μοῦ πᾶνε καλὰ τὰ πράγματα. Γιὰ νὰ μὴν ἔχω
ἀρρώστιες, νὰ πάει καλὰ ἡ σοδειά μου, νὰ πάει καλὰ τὸ αὐτοκίνητό μου, τὸ χρηματιστήριο, νὰ βρῶ
ἕνα καλὸ παιδὶ νὰ παντρέψω τὴν κόρη μου κ.λ.π.»…
Δυστυχῶς ἔτσι συμπεριφερόμαστε πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι. Πᾶμε καὶ τοῦ λέμε: «Παππᾶ
νὰ ‘ρθεῖς νὰ μοῦ κάνεις Εὐχέλαιο», ἔτσι, ἢ «νὰ μοῦ κάνεις Ἁγιασμό;»
-«Γιατί νὰ σοῦ κάμω Ἁγιασμὸ καὶ Εὐχέλαιο;»
-«Ε..νά! γιὰ τὸ καλό».
Ποιὸ «καλό»; Δὲν ξέρει, τί θὰ πεῖ καλό.
-Γιατί ὅμως (γιά νά ποῦμε ἕνα παράδειγμα πού δείχνει τόν βαθμό τῆς ἄγνοιας καί ἀλλοτρίωσής
μας) κάνουμε Εὐχέλαιο;
-Τὸ Εὐχέλαιο εἶναι εἰδικὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας ποὺ γίνεται ὅταν ἕνας εἶναι ἄρρωστος·
συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν Ἐξομολόγηση, μὲ τὴν μετάνοια. Πῶς θὰ ‘ρθεῖ ὁ Θεὸς νὰ σὲ κάνει καλά,
ὅταν ἐσὺ δὲν θέλεις νὰ ἔχεις σχέσεις μαζί Του, δὲν Τὸν ἀγαπᾶς, δὲν μετανοεῖς, δὲν ἀλλάζεις ζωή; Τί
τὸ θὲς τὸ Εὐχέλαιο; Εἶναι πλέον, μία «μαγικὴ πράξη»! Ἔτσι, ἁπλῶς γιά τό καλό, γιά εὐλογία, γιὰ
νὰ «τὰ φτιάξω» μὲ τὸν Θεὸ (λένε κάποιοι).
-Πῶς θὰ τὰ φτιάξεις; Ἔτσι μαγικὰ τὰ φτιάχνεις μὲ τὸν Θεό;
Ἂν δὲν μετανοήσεις, ἄν δὲν ζητήσεις συγγνώμη γι’ αὐτὰ πού ἔχεις κάνει, πῶς θὰ ἀποκαταστήσεις
τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό;
Ὄχι, πῶς θὰ «ἐξευμενίσεις» τὸν Θεό; Αὐτό εἶναι τελείως λάθος ἀντίληψη. Διότι προσέξτε, ὁ Θεὸς
πάντα μᾶς ἀγαπάει. Κι ὅταν εἴμαστε ἁμαρτωλοί μᾶς ἀγαπάει, κι ὅταν εἴμαστε δίκαιοι, κι ὅταν
εἴμαστε στὴν κόλαση ἀκόμα καί ἐκεῖ μᾶς ἀγαπάει. Ἀκόμη καί ὅταν ἐξ αἰτίας τῶν βαριῶν ἁμαρτιῶν
μας γίνουμε δαιμονισμένοι, ἀκόμη καί τότε μᾶς ἀγαπάει. Μάλιστα ἀγαπάει ὄχι μόνο ἐμᾶς ἀλλά καὶ
τοὺς δαίμονες… Ὅλους τους ἀγαπάει. Δὲν ἀλλάζει ὁ Θεός, ἀλλὰ ἐμεῖς πρέπει νά ἀλλάξουμε, νά
μετανοήσουμε καί νά ἐπιτρέψουμε στόν Θεό νά ἔλθει νά ἐργασθεῖ μέσα μας…
Μὲ τίς ἁμαρτίες ποὺ κάνουμε, χτίζουμε τείχη γύρω μας καὶ δὲν μπορεῖ νὰ περάσει ἡ ἀγάπη (ἡ
Ἐνέργεια, ἡ Χάρη) τοῦ Θεοῦ στὴν ψυχή μας καὶ νὰ μᾶς κάνει καλά, νὰ μᾶς θεραπεύσει. Τότε ἐμεῖς
γινόμαστε δυστυχισμένοι. Ἂν δὲν γκρεμίσεις αὐτὸ τὸ τεῖχος μὲ τὴν μετάνοια, ὅσα «μαγικὰ» καὶ νὰ
κάνεις, δὲν μπορεῖς νὰ κοινωνήσεις μὲ τὸν Θεό. Δὲν γίνεται τίποτα.
Ἔτσι, λοιπόν, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι καλός, τότε ὁ Θεὸς τὸν ἀγαπάει, σύμφωνα μὲ τὴν θεολογία
τῆς Δύσης, ἀλλὰ δυστυχῶς καὶ μὲ τὴν δική μας!…
30.Περί τοῦ ἁγιασμοῦ τῆς κτίσεως ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ἐρώτηση: «Πάτερ, καὶ στὴν Ὀρθοδοξία δὲν ἁγιάζουνε τὴν σοδειά, τὰ φροῦτα, τοὺς καρποὺς τοῦ
χωραφιοῦ, τὰ σταφύλια, τὴν πρώτη παραγωγή; Αὐτὸ δὲν εἶναι…»
Ἀπάντηση: «Προσέξτε! Πρέπει νὰ ξέρουμε, γιατί τὸ κάνουμε. Ναί τά εὐλογοῦμε. Γιατί τὸ κάνει
ὅμως ἡ Ἐκκλησία; Διαβάστε τὶς εὐχές, γιὰ νὰ καταλάβετε, γιατί τὸ κάνει ἡ Ἐκκλησία. Ὅταν, γιὰ
παράδειγμα, τὸ Πάσχα διαβάζουμε τὴν εὐχὴ ὅπου εὐλογοῦμε (γιὰ τὴν ἀκρίβεια παρακαλοῦμε τὸν
Θεὸν νὰ εὐλογήσει) «τὸν τυρὸν καὶ τὰ ὠά», τό τυρί καί τὰ αὐγὰ δηλαδή· τό κάνουμε διότι τρῶμε
74
μετὰ ἀπὸ 50 ἡμέρες γιά πρώτη φορά (ὅσοι νήστεψαν, βέβαια· ὅσοι δὲν νήστεψαν τρώγανε
συνεχῶς) τυρὶ καὶ αὐγὰ ἐκείνη τὴν ἡμέρα τοῦ Πάσχα καὶ ὁ ἱερέας τὰ εὐλογεῖ.
-Γιατί τὰ εὐλογεῖ;
-Δὲν τὰ εὐλογεῖ κάνοντας μία μαγικὴ πράξη, ἀλλὰ τὰ προσφέρει στὸν Θεὸ ὡς εὐχαριστία, ὡς
δοξολογία καὶ γιὰ τὸν δικό μας τὸν Ἁγιασμὸ. Ὁ Θεὸς τὰ εὐλογεῖ καὶ ἐμεῖς, μεταλαμβάνοντας ἀπὸ
αὐτὰ (τρώγοντάς τα), ἁγιαζόμαστε.
Κάθε πρᾶγμα ποὺ κάνουμε στὴν Ἐκκλησία ἔχει θεολογία.
-Καὶ ἡ θεολογία ποιὰ εἶναι;
-Ἡ κάθαρση ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι στόχος μας νὰ «ἐξευμενίσουμε» τὸν
Θεό, οὔτε νά κάνουμε μία θρησκευτικὴ πράξη, γιὰ νὰ μᾶς πάει καλὰ ἡ σοδειὰ κλπ., ἀλλὰ κάθε τί
ποῦ κάνουμε στὴν Ἐκκλησία εἶναι μία πράξη κοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Εἶναι μία φανέρωση τοῦ
Χριστοῦ κάθε πράξη ποὺ κάνει ἡ Ἐκκλησία.
Ἀλλά, ὅταν ἐσὺ πᾶς ἔτσι:
-«Διάβασέ μου τὴν φανουρόπιττα, πάτερ».
-«Γιατί τὸ κάνες παιδί μου αὐτό;»
Καὶ σοῦ λέει: «Γιὰ τὸ καλό».
-Ποῦ εἶναι ὁ Χριστὸς σὲ ὅλα αὐτά;
-Πουθενά.
Ὅπως πάει ὁ ἄλλος -ἂς ποῦμε- στὸ ἱερέα τὸν σιντοϊστὴ τὰ φροῦτα του καὶ λέει: «Διάβασέ μου τα,
γιὰ νὰ πάει καλὰ ἡ σοδειά μου». Δὲν πάει ἀπὸ ἀγάπη στὸν Θεὸ, ἀλλὰ ἀπὸ ἀγάπη στὸν ἑαυτό του.
Γιὰ νὰ περάσει ἐκεῖνος καλὰ «χρησιμοποιεῖ» ἀκόμη καὶ τὸν Θεό.
Δὲν εἶναι ἔτσι, ὅμως. Πρέπει σὲ κάθε πράξη νὰ φανερώνεται ὁ Χριστὸς καὶ νὰ πρωτεύει τὸ κίνητρο
τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ (ἡ πρώτη ἐντολὴ).
31.Περί τῆς Θείας Δικαιοσύνης…
Ἐρώτηση: (δὲν ἀκούγεται στὴν ἠχογράφηση) [Ἀναφερόταν στὴν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ].
Ἀπάντηση: Ναί. Καὶ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, προσέξτε, εἶναι πάλι ἀγάπη. Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει πάθη…
Ἂν κάπου διαβάζετε τέτοιες ἐκφράσεις, ἂς ποῦμε: «ὀργίζεται ὁ Θεός, θυμώνει», αὐτὰ δὲν εἶναι
πάθη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά, εἶναι κάτι ποὺ γράφεται ἔτσι, γιά νά βοηθηθοῦμε ἐμεῖς, στό νὰ
μετανοήσουμε. [Αὐτό πού αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ὡς «θυμό-ὀργή τοῦ Θεοῦ», δέν εἶναι παρά ἡ
αἴσθηση τῆς ἀπουσίας τῆς Θείας Χάριτος ἀπό τήν ὕπαρξή του ἀφ’ ἑνός καί ἡ ταλαιπωρία της ἀπό
τά πάθη καί τούς δαίμονες ἀφ’ ἑτέρου].
Ὁ Θεὸς εἶναι ἀπαθής. «Τὶς ἡμᾶς χωρίση ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ; Θλίψις, ἢ στενοχώρια, ἢ
διωγμός, ἤ γυμνότης, ἤ κίνδυνος, ἤ μάχαιρα;».
Τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Τίποτε δέν μπορεῖ νά κάνει τόν Θεό νά
πάψει νά μᾶς ἀγαπάει… Οὔτε καὶ οἱ ἁμαρτίες μας ἀκόμα!
-Γιατί; Ἂς δοῦμε…Ὁ Χριστός Μας γιατί πέθανε;
-Γιὰ τὶς ἁμαρτίες μᾶς πέθανε· γι’ αὐτὸ ἔχυσε τὸ Αἷμα Του.
32.Τί σημαίνει ὁ Θεός «συσσωρεύει ὀργή»;
-Τότε τί σημαίνει αὐτὸ ποῦ λέμε «συσσωρεύει ὀργή»;
-Προσέξτε νὰ δεῖτε! Ὅταν ἔχεις ἕναν ἄνθρωπο (νὰ τὸ ποῦμε μὲ ἕνα κτιστὸ παράδειγμα ἀπό τήν
δική μας πραγματικότητα γιά νὰ τὸ καταλάβουμε) τὸν ὁποῖο τὸν ἀδικεῖς συνέχεια, κι ἐκεῖνος
συνέχεια σοῦ ἀνταποδίδει καλοσύνη, καὶ ἐσὺ ἐπιμένεις νὰ τὸν ἀδικεῖς, κι ἐκεῖνος ἐπιμένει νὰ σὲ
εὐεργετεῖ… Ὅταν κάποια στιγμὴ θὰ βρεθεῖς μπροστά του,…κι ἐκεῖνος θὰ σοῦ ἔχει δώσει τὶς μύριες
εὐκαιρίες νὰ ἀγαπηθεῖτε καὶ νὰ γίνετε φίλοι καὶ ἐσὺ θὰ τὶς ἔχει ἀπορρίψει… πῶς θὰ νοιώσεις; Γιὰ
πέστε μου, πῶς θὰ νοιώσεις; Δὲν θὰ ντραπεῖς; Δὲν θὰ νοιώσεις καρφιὰ στὸ κεφάλι σου;
75
-Θὰ νοιώσεις. Θὰ λές: «κοίταξε, τί μου ‘κανε αὐτὸς καὶ τί τοῦ ἀνταπέδωσα;»
Ἔτσι θὰ αἰσθανθοῦμε κι ἐμεῖς μπροστὰ στὸν Χριστό…
Γιατί αὐτὸ ἔκανε ὁ Χριστός…
Συνεχῶς ἐμεῖς Τὸν ἀδικοῦμε, Τὸν περιφρονοῦμε, Τὸν διαγράφουμε: «Φύγε ἀπ’ τὴν ζωή μας.
Δὲν Σὲ θέλουμε», Τοῦ λέμε…
Μπορεῖ νὰ μὴν τὸ λέμε λεκτικά, ἀλλὰ μὲ τὴν ζωὴ μας αὐτὸ Τοῦ λέμε…
Ὅταν κάνουμε τὰ δικά μας θελήματα καὶ δὲν ψάχνουμε νὰ βροῦμε τί θέλει ὁ Θεὸς στὴν κάθε
στιγμή, αὐτὸ κάνουμε.
Τοῦ λέμε: «Τώρα κάτσε στὴν ἄκρη. Τώρα θὰ κάνω ἐγώ. Θὰ πῶ ἐγώ. Δὲν μὲ ἐνδιαφέρει, τί λὲς Ἐσύ.
Ἐγὼ τώρα –γιὰ παράδειγμα- θὰ κάνω ἔκτρωση (δηλ. φόνο). Δὲν μπορῶ. Ἔχω οἰκονομικὰ
προβλήματα».
Τὸν διαγράφουμε τὸν Θεό. Βάζουμε τὴν λογική μας, τὸ θέλημά μας μπροστὰ καὶ πάνω ἀπὸ τὸ
θέλημά Του. Ἐνῶ εἶναι πάντα ἡ καλλίτερη ἐπιλογὴ γιὰ μᾶς σὲ κάθε περίσταση τό δικό Του θέλημα,
ἐμεῖς πολλές φορές θέλουμε νά γίνει τό δικό μας. Λέμε π.χ. «Ἐγὼ τώρα δὲν θὰ κάνω παιδί. Θὰ
προγραμματίσω ἐγὼ πότε θὰ κάνω παιδί».Τὸν διαγράφουμε τὸν Θεό. Τὸν βάζουμε στὴν ἄκρη.
Καταλάβατε; Λέω κάποια «χοντρά», τώρα, γιὰ νὰ καταλάβουμε πῶς περιφρονοῦμε τὸν Θεό…
Κι ὅμως ὁ Θεὸς δὲν μᾶς «διαγράφει», μετὰ ἀπ’ ὅλα αὐτά! Συνεχίζει νὰ μᾶς εὐεργετεῖ καί πάλι καί
πάλι…Νὰ μᾶς δίνει τὸν ἀέρα Του, τὸ φῶς Του, νὰ μᾶς δίνει τὴν τροφή μας, νὰ μᾶς δίνει τὴν
πνευματικὴ τροφή μας…Συνεχίζει πρὸ πάντων νὰ μᾶς δίνεται ὁ Ἴδιος, σὲ κάθε Θεία Λειτουργία,
μὲ τὸ Σῶμα Του καὶ τὸ Αἷμα Του, ἐνῶ ἐμεῖς συνεχίζουμε νὰ Τὸν κρατᾶμε μακρυὰ ἀπὸ τὴν ζωή
μας, νὰ μὴν θέλουμε νὰ ἀρνηθοῦμε τὰ ἐγωιστικά μας θελήματα. Καὶ πάλι, καὶ πάλι, καὶ πάλι, καὶ
νὰ γίνεται 70 χρόνια αὐτό, 80 χρόνια, 100 χρόνια. Κι ἐμεῖς νὰ μὴν ἀλλάζουμε…
Φανταστεῖτε στὴν Δευτέρα Παρουσία, πῶς θὰ αἰσθανθοῦμε, ὅταν θὰ Τὸν δοῦμε, πλέον, πρόσωπο
πρὸς Πρόσωπο καὶ θὰ φανερωθοῦν ὅλα αὐτά; Ε, αὐτὴ εἶναι ἡ ὀργὴ ποὺ -λὲει- «συσσωρεύεται».
Δὲν θὰ μπορεῖς νὰ σταθεῖς μετά μπροστά Του… ἔτσι, ἀπ’ τὴν ντροπή.
Δὲν εἶναι ὅτι ὁ Θεὸς θὰ μᾶς «κάψει», διότι θέλει νὰ μᾶς «κάψει». Μόνοι μας «καιγόμαστε»,
μένουμε τυφλοὶ δηλαδή. Ὅσο δὲν προχωρᾶμε στὴν μετάνοια στὴν κάθαρση, μένουμε τυφλοί. Δὲν
βλέπουμε τὸ Φῶς, δὲν βλέπουμε τὸν Θεό, μένουμε ἀθεράπευτοι.
33.Κατά τήν Δευτέρα Παρουσία ὅλοι θά «δοῦμε» (θα βιώσουμε) τόν Θεό, ἄλλοι ὡς Φῶς καί
ἄλλοι ὡς Πῦρ.
Ἕνα εἶναι βέβαιο: Κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία, ἐκεῖ τότε ὅλοι θὰ δοῦμε τὸν Θεὸ· θὰ Τὸν δοῦμε
ὅλοι καὶ οἱ σεσωσμένοι καὶ οἱ κολασμένοι. Ἡ διαφορὰ θὰ εἶναι στὸ πῶς θὰ Τόν δοῦμε. Ἂν ἔχουμε
μάτια πνευματικὰ ἀνοιχτά, (τὰ πνευματικὰ μάτια τὰ ἀνοιχτὰ εἶναι ὁ νοῦς ὁ κεκαθαρμένος), θὰ Τὸν
δοῦμε τόν Θεόν ὡς Φῶς γλυκύτατο. Ἄν, ὅμως ἔχουμε μάτια πνευματικά κλειστά, δηλαδὴ ἔχουμε
νοῦ σκοτισμένο ἀπὸ τὰ πάθη (ἐπειδή δὲν τὰ ἄνοιξαμε, ἐπειδή δὲν φρόντισαμε νὰ ἀνοίξουμε τὰ
πνευματικά μας μάτια διὰ τῆς Μετανοίας ὅσο ἤμασταν σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴν ζωή) θὰ Τὸν δοῦμε πάλι,
ἀλλ’ ὡς «πῦρ καταναλίσκον», ὡς φωτιὰ ποὺ κατακαίει!
Πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι τό ἄνοιγμα τῶν ὀφθαλμῶν τῆς ψυχῆς εἶναι ἔργο αὐτῆς ἐδῶ τῆς
πρόσκαιρης ζωῆς, μόνο σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴν ζωὴ γίνεται – ὄχι στὴν ἄλλη ζωή, τὴν αἰώνια· καί πρέπει
νά γίνει ἀπό ἐμᾶς σέ συνεργασία μέ τήν Θεία Χάρη.
76
34.Ἡ εἰκόνα τῆς Δευτέρας Παρουσίας καί ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας.
-Βλέπετε στὶς εἰκόνες πῶς ἀπεικονίζεται στὴν Ἐκκλησία ἡ Δευτέρα Παρουσία;
Ἂν προσέξετε θὰ δεῖτε ὅτι ἀπ’ τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ -ἀπ’ τὸν ἴδιο θρόνο- βγαίνουν δύο ποτάμια. Ἕνα
λευκότατο ἐντός τοῦ ὁποίου βρίσκονται οἱ ψυχὲς τῶν σεσωσμένων, κι ἕνα κατακόκκινο, τὸ ὁποῖο
εἶναι ὁ «πύρινος ποταμός». Σ’ αὐτὸ μέσα βρίσκονται οἱ ψυχὲς τῶν κολασμένων. Ἡ εἰκόνα
φανερώνει –σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας Μας- ὅτι ὅλοι θὰ δοῦμε τὸν Θεό, ἀλλὰ ἡ
διαφορὰ θὰ εἶναι στὸν τρόπο, στὸ πῶς θὰ τὸν δοῦμε.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει αὐτὸν τὸν ρόλο, στὸ νὰ μᾶς ἑτοιμάσει ὥστε νὰ Τὸν δοῦμε ὡς Φῶς γλυκύτατο καί
ἀνέσπερο καὶ ὄχι ὡς «πῦρ καταναλίσκον».
Σκεφτεῖτε ἕναν τυφλό, ποὺ τὸν βγάζουμε μέρα μεσημέρι στὸν ἥλιο.
-Βλέπει;
-Δὲν βλέπει,… ἀλλὰ αἰσθάνεται τὸ καῦμα καί ὑποφέρει…
Ἀντίθετα ἕνας ποὺ ἔχει τά μάτια του ἀνοιχτά, χαίρεται τὸ Φῶς καὶ ὅλη τὴν ὀμορφιὰ τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ εἶναι ἡ διαφορὰ καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας: Νὰ μᾶς δώσει τί; Πνευματικὰ μάτια.
Νὰ μᾶς δώσει πνευματικὰ αἰσθητήρια γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ ἀπολαμβάνουμε ἀπ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴν ζωὴ
τὸν Θεὸ ὡς Φῶς γλυκύτατο.
35.Ἡ θεολογία τῆς Δύσης καί πῶς ἐπηρεάζει τήν ὀρθόδοξη Θεολογία.
Ὑπάρχει, λοιπὸν, στήν Εὐρώπη ὅλη αὐτὴ ἡ δαιμονικὴ θεολογία ποὺ σᾶς ἀνέπτυξα προηγουμένως
καὶ ἡ ὁποία δυστυχῶς ἐπικρατεῖ ἐν πολλοῖς καὶ σέ μᾶς. Αὐτὴ παρουσιάζει ἕναν Θεό, ὁ ὁποῖος
τιμωρεῖ καὶ βραβεύει. Ὁπότε, «ἡ οὐσία τῆς ὀρθοδοξίας σήμερα στὴν Ἑλλάδα», συμπεραίνει ὁ π.
Ἰωάννης Ρωμανίδης, «εἶναι μία ἠθικολογία».
Ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης (ὁ πολὺ σπουδαῖος αὐτός ἄνθρωπος καί πολὺ φωτισμένος καθηγητής
τοῦ Πανεπιστημίου) εἶναι ἀπόλυτα εὔστοχος. Δυστυχῶς, αὐτὰ ὅλα μᾶς τά δίδασκαν καὶ πολλοὶ
ἵσως νὰ τὰ διδάσκουν ἀκόμα, ἐπειδὴ οἱ νεοέλληνες θεολόγοι ἔχουμε ἐπηρεαστεῖ ἀπ’ τὴν Δύση, ἀπ’
τὴν θεολογία τῆς Δύσης. Οἱ ὑποψήφιοι ἤ τελειόφοιτοι θεολόγοι μας φεύγουν ἀπὸ ἐμᾶς -ἀπὸ τὴν
ὀρθόδοξη πατρίδα μας (ἀπό τίς θεολογικές σχολές μας πού θεμελιώθηκαν πάνω σέ προτεσταντικά
πρότυπα καί ἀρχές), φορτισμένοι ἤδη μέ ἀρκετό θεολογικό σκότος καὶ πᾶνε στὴν Δύση γιὰ νὰ
πάρουν ἀκόμη περισσότερο…
Πηγαίνετε στὶς θεολογικὲς μας σχολὲς νὰ δεῖτε τί διδάσκεται ἐκεῖ πέρα: Ἐν πολλοῖς, δὲν διδάσκεται
ὀρθόδοξη θεολογία (ὑπάρχουν βέβαια καί οἱ ἐπαινετές ἐξαιρέσεις)… Προτεσταντικὴ θεολογία
διδάσκεται , διότι οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἐκεῖ (οἱ διδάσκοντες καθηγητὲς κ.λπ.) ἔχουνε πάρει τὰ
μεταπτυχιακά τους καὶ τὰ διδακτορικά τους στὴν Δύση. Στὴν Τυβίγγη (γέρμ. Tubingen), κατὰ
κανόνα.
-Ἡ Τυβίγγη τί εἶναι;
-Εἶναι ἡ γενέτειρα τοῦ προτεσταντισμοῦ. Ἐκεῖ γεννήθηκε ἡ αἵρεση. Κι ἐμεῖς πᾶμε ἐκεῖ νὰ
«φωτιστοῦμε», δηλαδὴ νὰ σκοτιστοῦμε ἀκόμη περισσότερο. Καὶ μετὰ αὐτὰ τά μεταφέρουμε ὡς
παπαγαλάκια στὰ παιδιὰ, ἐδῶ πέρα, πού ἔρχονται στὶς Θεολογικὲς σχολὲς γιὰ νὰ σπουδάσουν
ὑποτίθεται ὀρθόδοξη Θεολογία…Διαιωνίζεται ἔτσι αὐτὸ τὸ σκότος.
77
36.Πῶς ξεκίνησε ὁ ἐπηρεασμός τῆς Θεολογίας μας καί γενικότερα τῆς Παιδείας μας ἀπό τήν
Δύση.
Καὶ αὐτὸ ὅλο ξεκίνησε, ἐὰν κανεὶς ψάξει…
-Ξέρετε πότε ξεκίνησε αὐτὸ τὸ κακὸ στὴν Ἑλλάδα;
-Διαβάστε Ἀδαμάντιο Κοραῆ καὶ θὰ καταλάβετε. Δεῖτε πόσο ἀπαξιωτικὰ γράφει γιὰ τὸν
μοναχισμό, τὸν ἡσυχασμὸ καὶ γιὰ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση.
Ἀπὸ κεῖ ξεκινᾶ αὐτὴ ἡ γραμμὴ στὴν Ἑλλάδα.
37.Πλήξη τοῦ παραδοσιακοῦ μοναχισμοῦ καὶ τοῦ ἡσυχασμοῦ.
Ἀπ’ τὸ 1821 καὶ μετὰ ἄρχισε ὁ διωγμὸς τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης ἀπὸ τοὺς νεοέλληνες
διαφωτιστὲς καὶ τοὺς προτεστάντες βαυαροὺς πού ἦλθαν νὰ μᾶς κυβερνήσουν. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι
(Φαρμακίδης, Κοραὴς κ.λ.π.) ἦταν πολὺ ποτισμένοι ἀπὸ τὸ πνεῦμα τὸ προτεσταντικό, τὴν θεολογία
τῆς Δύσης. Γι’ αὐτό, ὅταν ἦρθαν στὴν Ἑλλάδα, ξεκίνησαν διωγμὸ ἐναντίον τοῦ ἡσυχασμοῦ, τῆς
ρίζας τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσής μας.
Μὲ μία κίνηση νομοθετική, μὲ νόμους τοῦ κράτους, τοῦ ὀρθόδοξου κράτους(!), μετὰ τὴν
ἀπελευθέρωση, κλείσανε 400 μοναστήρια! Μὲ τρεῖς νόμους.
Ναί, τὸ κράτος! Τὸ ἑλληνικὸ κράτος! Ἐμεῖς οἱ ὑποτίθεται «ὀρθόδοξοι» τὸ κάναμε. Δὲν τὸ ἔκαναν
οἱ Τοῦρκοι. Μὲ τοὺς Τούρκους εἴχαμε 600 μοναστήρια καί μόλις ἤρθαμε γιὰ νὰ κυβερνήσουμε τὴν
χώρα μας ἐμεῖς, οἱ υποτιθέμενοι χριστιανοί «ὀρθόδοξοι», κλείσαμε τὰ 400!
Αὐτὸ συνέβη ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἐπικράτησε αὐτὸ τὸ πνεῦμα, τοῦ Κοραῆ καὶ τοῦ Μάουρερ…καὶ ὅλων
αὐτῶν τῶν δυτικόπληκτων καὶ δυτικοτραφῶν ποὺ ἦρθαν νὰ μᾶς κυβερνήσουν.
38.Ποῦ ὀφείλεται τό μῖσος κατά τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης καί τοῦ Μοναχισμοῦ.
Πρέπει νὰ ξέρετε δὲ ὅτι ὅλα αὐτὰ ἦταν προσχεδιασμένα ἀπὸ τοὺς ἄσπονδους φίλους μας. Ἦταν
προμελετημένα ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς, πού μισοῦν τὴν ὀρθοδοξία. Τήν μισοῦν δέ, διότι παράγει
ἀνθρώπους-πρόσωπα καὶ ὄχι χειραγωγήσιμα πιόνια.
Ἡ θεραπευτική της Ὀρθοδοξίας εἶναι -θὰ λέγαμε- τὸ «ἀτού» της· δὲν ὑπάρχει πουθενὰ ἀλλοῦ.
Κι αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμή Της, αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θεραπευτεῖ μὲ
τὴν ὀρθόδοξη θεραπευτικὴ τότε ἑλκύει τὴν Θεία Χάρη καὶ γίνεται, κατὰ Χάριν, ὅ,τι καὶ ὁ Θεὸς.
Αὐτὴ ἡ Θεία Χάρη εἶναι τὸ ἄρρητο κάλλος τῆς Ὀρθοδοξίας πού φανερώνεται ἐκεῖ ὅπου ἔχει
προηγηθεῖ ἡ θεραπευτικὴ Παράδοσή Της. Αὐτή εἶναι καί ἡ δύναμη τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν εἶναι τὰ
ὡραῖα ἄμφια, δὲν εἶναι οἱ ὡραῖες ἀκολουθίες ποὺ ἔχουμε.
-Τί εἶναι αὐτά;
-Αὐτὰ εἶναι μόνο τὰ ἐξωτερικά. Ἐκεῖνο ποὺ κάνει ἡ Ἐκκλησία ἡ ὀρθόδοξη καὶ μόνον Αὐτή εἶναι τὸ
ὅτι θεραπεύει τὴν ψυχή, τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ κανένας ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κάνει. Ὁ
τρόπος θεραπείας ὑπῆρχε ἀπὸ τὰ χρόνια του Χριστοῦ μας καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων: ἦταν ἡ
Ἀποστολικὴ ζωή, ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ζοῦσαν ὅλοι οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ κατὰ τοὺς δύο πρῶτες
αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Αὐτὸς ὁ τρόπος, ἡ θεραπευτικὴ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, εἶχε καί ἔχει
(δόξα τῷ Θεῷ ἀκόμη) διασωθεῖ στὰ μοναστήρια.
[Γιαυτὸ καὶ οἱ Εὐρωπαῖοι «φίλοι» μας, ἀπόγονοι τῶν Φράγκων, μαζὶ μὲ τοὺς νεοέλληνες
ὑποτακτικούς τους χτύπησαν τὸν μοναχισμὸ καὶ τὴν ἡσυχαστικὴ παράδοση, πού εἶναι ἡ ὀρθόδοξη
θεραπευτική μας Παράδοση. Μέχρι τὶς ἡμέρες μας τὴν πολεμᾶνε, πολεμώντας τὰ μοναστήρια, διότι
ἐκεῖ ἔχει, δόξα τῷ Θεῷ, διασωθεῖ ὡς σήμερα αὐτὴ ἡ θεραπεία, ἡ ὀρθόδοξη θεραπευτικὴ
ἡσυχαστικὴ ἀγωγή].
78
39.Ὁ διωγμός κατά τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης συνεχίζεται καί σήμερα…
Χτύπησαν λοιπὸν τὰ μοναστήρια, διότι δὲν ἤθελαν νὰ ὑπάρχει δύναμη στὴν ὀρθοδοξία. Ὅπως καὶ
σήμερα τὸ ἴδιο, δὲν θέλουν νὰ ἔχει δύναμη καὶ ἐλευθερία ἡ Ἐκκλησία. Διότι ἡ ὀρθοδοξία, ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία φτιάχνει σωστοὺς ἀνθρώπους. Φτιάχνει πρόσωπα κι ὄχι μάζα ποὺ μπορεῖς νὰ
τὴν κάνεις ὅ,τι θέλεις. Ἐνῶ αὐτοὶ θέλουν νὰ ἔχουν μάζα, γιὰ νὰ κυβερνιέται εὔκολα.
- Θυμηθεῖτε τὸν Κίσινγκερ…τί ἔλεγε ὁ Κίσινγκερ;
- Ὅτι ὁ ἑλληνικὸς λαὸς εἶναι δυσκολοκυβέρνητος.
- Γιατί εἶναι δυσκολοκυβέρνητος;
- Διότι εἴμαστε ὀρθόδοξοι. Ἡ ὀρθοδοξία μας, ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μᾶς μαθαίνει πῶς νὰ γίνουμε
πρόσωπα, πῶς νὰ σεβόμαστε τὴν ἐλευθερία καὶ τὸ αὐτεξούσιο πού μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεὸς καὶ νὰ
μὴν γινόμαστε «δοῦλοι ἀνθρώπων». Μᾶς μαθαίνει πῶς νὰ ἔχουμε ἄποψη, νὰ ἔχουμε γνώμη.
- Καὶ σοῦ λέει, πρέπει νὰ τήν χτυπήσεις…
- Ποιὸς τὸ λέει;
- Ὁ Κίσινγκερ. Πρέπει νὰ χτυπήσουμε τὶς πολιτισμικὲς ρίζες τῶν Ἑλλήνων: τὴν ὀρθοδοξία , τὴν
γλώσσα καὶ τὴν ἱστορία. Τὰ ἔχει πεῖ. Εἶναι δημοσιευμένα…
Ἀκριβῶς αὐτὸ εἶναι τὸ πνεῦμα τῆς Δύσης: «Δὲν μᾶς συμφέρει νὰ ὑπάρχει ἡ ὀρθοδοξία». Ἀπὸ τότε
πού οἱ Φράγκοι κατέλαβαν τὴν Ὀρθόδοξη Δύση καὶ τὸ Πατριαρχεῖο μας στὴν Ρώμη, ἀπὸ τότε
προσπαθοῦν νὰ ἐξαλείψουν τὴν Ὀρθοδοξία. Ἐμφανίστηκαν ὡς ψευτοορθόδοξοι, ἀλλὰ ἦσαν
παγανισταί (ὅπως κατ’ οὐσίαν εἶναι καί σήμερα πολυειδωλολάτρες, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Ἰουστῖνο
Πόποβιτς). Ἔβαλαν μὲ τὴν βία δικούς τους πάπες στὴν θέση τῶν ὀρθοδόξων παπῶν στήν Ρώμη καὶ
ἀνάγκασαν τοὺς ὀρθοδόξους της Δυτικῆς Εὐρώπης νὰ γίνουν Παπικοί. Ἐπειδὴ δὲ ἡ ἀτόφια,
ἀκραιφνὴς ὀρθοδοξία ὑπῆρχε στὰ μοναστήρια, γι’ αυτὸ καὶ τὰ χτύπησαν. Ἐδίωξαν τὸν ὀρθόδοξο
μοναχισμὸ στήν πάλαι ποτέ ὀρθόδοξη Εὐρώπη, εἴτε ἄμεσα, εἴτε νοθεύοντάς τον. Ξέρανε πολὺ καλὰ
τί κάνανε. Αὐτὸ ἔκαναν, ὅταν ἦρθαν καὶ στὴν Ἑλλάδα, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή της ἀπό τούς
Ὀθωμανούς, συμπαραστατούμενοι ἀπὸ δυτικόπληκτους ἕλληνες ὅπως ἤδη ἀναφέραμε.
Ὁ διωγμός, λοιπόν, ἐναντίον τοῦ ἡσυχασμοῦ, ἐναντίον τοῦ παραδοσιακοῦ μοναχισμοῦ,
ἐγκαινιάστηκε τότε στὴν Ἑλλάδα. Μάλιστα καὶ κυρίως ἄρχισε ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, τὸν
Ἀδαμάντιο Κοραῆ. Αὐτὸς καὶ οἱ ὅμοιοί του (Φαρμακίδης κ.λ.π.), δυστυχῶς, εἶναι αὐτοὶ πού
θεμελίωσαν τὰ σχολεῖα μας, τὴν Παιδεία μας στὴν νεώτερη Ἑλλάδα. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι ἔτσι ἡ
Παιδεία σήμερα καὶ τὰ παιδιὰ βγαίνουν μπερδεμένα, ἀθεράπευτα, ἀποπροσανατόλιστα.
40.Ἡ ἄθεη Παιδεία στήν Ἑλλάδα σήμερα.
Εἶναι ἄθεη, οὐσιαστικά, ἡ Παιδεία σήμερα στὴν πατρίδα μας. Πρίν λίγο τό ἔμαθα (δὲν ἀντέχω νὰ
μὴν τὸ πῶ, θὰ τὸ πῶ…). «Προχθές», μοῦ εἶπε μία μητέρα, «πῆρα ἕνα χαρτὶ ἀπ’ τὸ σχολεῖο πού
ἔλεγε, ἐὰν θέλει νὰ ὑπογράψει ὅτι ἐπιτρέπει στὸ παιδί της νὰ πάει νὰ ἐπισκεφτεῖ ἕναν ναὸ
ὀρθόδοξο, ἕναν ρωμαιοκαθολικὸ κι ἕναν προτεσταντικό. Καὶ στοὺς ναοὺς αὐτοὺς θὰ γίνει
ξενάγηση ἀπὸ ξεναγό, ὁ ὁποῖος, φυσικά, θὰ κατατοπίσει τὰ παιδιὰ περὶ τοῦ χώρου» καὶ ὄχι μόνο
περί τοῦ χώρου, ὑποθέτω ἐγὼ, ἀλλὰ πιθανότατα καὶ περὶ τῶν δογμάτων, τῆς πίστεως κλπ. κλπ.
Παιδιὰ μας ὀρθόδοξα τοῦ δημοτικοῦ, εἶναι αὐτὰ πού θὰ ἐπισκεφθοῦν τοὺς ναοὺς αὐτούς… Κι αὐτὸ
τό προσκλητήριο-προτροπή τὸ στέλνει τὸ ἐπίσημο κράτος στὰ σχολεῖα μας.
- Ξέρετε τί κρύβεται πίσω ἀπὸ αὐτό;
- Τὸ νὰ κάνουμε τὰ θρησκευτικὰ θρησκειολογία, δηλαδή:
- «Τί εἶναι ἡ ὀρθοδοξία παιδιά»;
- «Εἶναι μία ἀπ’ τὰ ἴδια. Ε, ὅπως ἔχουμε τοὺς βουδιστές, ἔχουμε τοὺς ἰνδουιστές, τοὺς
προτεστάντες κ.λ.π. ἔτσι ἔχουμε καὶ τοὺς ὀρθόδοξους. «Μία ἀπ’ τὰ ἴδια. Διαλέξτε καὶ πάρτε. Νά,
ἐγὼ θὰ σᾶς τὰ δείξω ὅλα…».
Κι ἂς λένε οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀσχολεῖσαι μὲ τὰ δόγματα τῶν
αἱρετικῶν. Ὑπάρχουν (πρέπει νά τό γνωρίζετε αὐτό) κανόνες, ποὺ ἀπαγορεύουν στοὺς ὀρθοδόξους
79
νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὰ δόγματα τῶν αἱρετικῶν.
- «Μά…», θὰ πεῖς, «τὰ παιδιὰ δὲν θὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὰ δόγματα. Θὰ πᾶνε ἁπλὰ νὰ δοῦνε τὴν
ἐκκλησία σὰν ἕνα χῶρο -ἂς ποῦμε- λατρείας».
-Τί «λατρείας»;
-Δαιμονικῆς λατρείας. Ἀφοῦ αἱρετικοὶ εἶναι. Γιατί νὰ πᾶμε, δηλαδή, στοὺς αἱρετικούς; Γιατί νὰ
στέλνουμε τὰ ὀρθόδοξα παιδιά μας νὰ μολύνονται ἀπ’ αὐτὰ τὰ πράγματα, καὶ μάλιστα τὰ μικρὰ
παιδιά; Νὰ πεῖς ὅτι εἶναι φοιτητὲς τῆς θεολογικῆς, νὰ πᾶνε νὰ δοῦνε ἔτσι ἐπιστημονικά,
ἐνημερωτικά κάποια πράγματα… Μάλιστα. Νὰ πᾶνε.
-Γιατί ὅμως νὰ στείλουμε τὰ μικρὰ παιδιά;
-Γιὰ νὰ μάθουνε, σοῦ λέει.
-Τί νὰ μάθουνε; Νά μάθουν τὸ σκοτάδι (τήν στιγμή μάλιστα πού καλά-καλά δέν ἔχουνε βρεῖ τό
φῶς) καὶ νὰ μπερδευτοῦν μέσα τους ἀκόμη χειρότερα, ἀπ’ ὅ,τι εἶναι ἤδη μπερδεμένα…
Ἀλλὰ βλέπετε, αὐτή εἶναι ἀκριβῶς ἡ γραμμή: νὰ χτυπήσουμε τὴν ὀρθοδοξία, νὰ χτυπήσουμε τὸν
ἡσυχασμό, οὐσιαστικά.
41.Τό ἀντιμοναχικό (ἀντιησυχαστικό) πνεῦμα σήμερα.
Αὐτὸ τὸ πνεῦμα, τό κοσμικό καί συγκρητιστικό (εἶναι τό πνεῦμα τῆς Νέας Ἐποχῆς. Συγκρητισμός:
συνοθύλευμα δοξασιών από διάφορες θρησκείες), δυστυχῶς, τὸ ἔχει ἐγκολπωθεῖ, τό ὑπηρετεῖ καὶ ὁ
λαός. Τὸ βλέπουμε, ὅταν κάποιος πάει νὰ γίνει μοναχὸς ἢ ἱερέας…Τί ἀντίδραση ὑπάρχει ἀπὸ τοὺς
ἴδιους τους γονεῖς, ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ περιβάλλον!!!
Σοῦ λέει: «Τί θὰ γίνεις; Καλόγερος θὰ γίνεις;»
Αὐτὴ ὅλη ἡ ἀντίληψη δὲν ὑπῆρχε πρὶν τὴν Ἐπανάσταση στὸν λαό μας. Ὁ λαὸς μας ἀγαποῦσε τοὺς
μοναχοὺς καὶ τὶς μοναχές, καὶ τοὺς εἶχε ὡς πρότυπα γιὰ τὴν ζωή του. Διαβάστε γιά τὸ «Βυζάντιο» –
τὸ λεγόμενο Βυζάντιο– καὶ τὴν ἱστορία του, νὰ δεῖτε πῶς λεγόταν ἡ Κωνσταντινούπολη.
-Ξέρετε πῶς λεγόταν ἡ Κωνσταντινούπολη;
-Τὸ «Μέγα Μοναστῆρι». Αὐτὸ ἦταν τὸ ὄνομα τῆς Κωνσταντινούπολης, γιατί ἦταν γεμάτη μὲ
μοναστήρια. Τά εἶχαν μέσα στὴν πόλη, ὄχι ἔξω. Τώρα, τὰ θέλουμε πολὺ μακριὰ ἀπὸ μᾶς τὰ
μοναστήρια. Μὴ μᾶς «μολύνουν» καὶ πολὺ οἱ καλόγεροι μέ τό νά κυκλοφοροῦν ἀνάμεσά μας.
Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη πέρασε ἀπὸ τὴν Δύση, ἀπὸ τοὺς Προτεστάντες, καὶ μᾶς χάλασε, μᾶς χάλασε τὴν
ψυχή…βαθειά, τὸ ὑποσυνείδητό μας, τὸ βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ λαοῦ μας.
42.Τά ἀποτελέσματα τοῦ διωγμοῦ τῆς Ὀρθόδοξης Θεραπευτικῆς καί τοῦ φορέα της (τοῦ
Ὀρθόδοξου Μοναχισμοῦ).
Ἔτσι, λοιπὸν, ὁ Κοραῆς καί οἱ ὅμοιοί του χτύπησαν τὸν παραδοσιακὸ μοναχισμὸ καὶ τὴν
ἡσυχαστικὴ παράδοση, τὴν μόνη σωστὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Καί τί κατάφεραν; Αὐτό πού βλέπετε, σήμερα· τό ὅτι εἴμαστε ἀθεράπευτοι ὅλοι οἱ ὀρθόδοξοι…
Κανονικὰ οὔτε ἄγχος θά ἔπρεπε νὰ ἔχουμε, οὔτε φοβίες, οὔτε ψυχολογικά, τὰ λεγόμενα
ψυχολογικὰ προβλήματα. Τίποτα δὲν ἔπρεπε νὰ ἔχουμε. Διότι ἡ Ἐκκλησία τὰ θεραπεύει ὅλα αὐτά
καὶ ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ὀργανικά ἐνταγμένος στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας χαίρει ἄκρας καί
καθολικῆς ὑγείας. Δὲν χρειάζεται νὰ παλεύει, νὰ προσπαθεῖ νὰ ἰσορροπήσει τὴν ψυχή του καὶ νὰ
πετύχει τὴν ψυχική του ὑγεία μὲ φάρμακα. Πῶς νὰ βρεῖ ἡ ταλαίπωρη ψυχὴ, πού ἔχει ἕνα ἄπειρο
πνευματικὸ βάθος, τὴν θεραπεία της μὲ τὰ χάπια;
Ἐπειδὴ, λοιπὸν, χτυπήσανε αὐτὸ ποὺ διέσωζε τὴν θεραπεία, δηλαδὴ τὰ μοναστήρια, γι’ αὐτὸ
σήμερα ὡς ἔθνος ἔχουμε χάσει, ἐν πολλοῖς, τὴν ὀρθόδοξη θεραπευτική καί τήν ψυχοσωματική μας
ὑγεία.
80
43.Ἡ ἐκλογή τῶν Ἐπισκόπων
- Γιατί νομίζετε (γιά νά ποῦμε ἕνα παράδειγμα ἀπώλειας τῆς Ὀρθόδοξης θεραπευτικῆς Παράδοσης)
ἡ Ἐκκλησία εἶχε αὐτὴν τὴν εὐλογημένη παράδοση: οἱ ἐπίσκοποι νὰ βγαίνουν ἀπὸ τὰ μοναστήρια;
[Τὸ χαλάσαμε κι αὐτό, σήμερα, καὶ κάνουμε ἐπισκόπους αὐτοὺς ποὺ ἔχουν πτυχίο θεολογικῆς
σχολῆς, δηλαδὴ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν σπουδάσει τὴν αἵρεση, τὸ σκοτάδι]. Παλιὰ οἱ ἐπίσκοποι
βγαίνανε ἀπὸ τὰ μοναστήρια.
-Γιατί;
-Διότι αὐτοὶ γνώριζαν πολὺ καλὰ τὴν θεραπευτικὴ ἀγωγὴ τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ σοῦ λέει ἡ
Ἐκκλησία: «Νὰ τὸν πάρω αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν βάλω μέσα στὴν πόλη, μέσα στὴν
μητρόπολη, μέσα στίς ἐνορίες, νὰ κάνει καλά τους ἀνθρώπους, νὰ εἶναι γιατρός τῶν ψυχῶν τους».
Αὐτὸ εἶναι ὁ ἀληθινὸς ἐπίσκοπος. Εἶναι ὁ ἀρχίατρος -ἂς ποῦμε- ποὺ κατευθύνει τοὺς γιατρούς, τοὺς
«Πνευματικούς», τοὺς ἱερεῖς τῆς Ἐπισκοπικῆς του περιφέρειας. Συνάμα εἶναι καί ὑπεύθυνος γιά
ὅλη τήν Ἐκκλησία. Ἐὰν, ὅμως, ὁ ἐπίσκοπος δὲν ἔχει ὁ ἴδιος γνώση τῆς θεραπείας (ἄν δέν ἔχει
περάσει ἀπό τήν βίωση τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης), τῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς,
ποιὸς θὰ θεραπεύσει; Τί θὰ θεραπεύσει; Γίνεται ἁπλῶς ἕνας διοικητής, ἕνας διοικητικὸς ὑπάλληλος
καί ὁ λαός μένει ἀθεράπευτος. Βλέπει δέ καί τήν Ἐκκλησία ὡς ἕναν ὀργανισμό κοινωνικῆς
ὠφέλειας, πού ἐξυπηρετεῖ κάποιες ἀπό τίς ἀνάγκες τοῦ κράτους.
44.Ἡ Ἐκκλησία ὡς «γραφεῖο τελετῶν».
Δυστυχῶς ἔχουμε καταντήσει ἔτσι τὴν Ἐκκλησία… Ὡς νὰ εἶναι ἕνα γραφεῖο διαζυγίων, γάμων, καὶ
βαφτίσεων. Καὶ ἔρχεται ὁ ἄλλος καὶ σοῦ λέει:
-«Θέλω νὰ κάμω γάμο πάτερ. Νά ὁρίσουμε ἡμερομηνία».
-«Ναί, νὰ κάνεις γάμο, ἀλλά εἶσαι ἕτοιμος πνευματικά;». Ἄν βρεθεῖ κάποιος τέτοιος ὑπεύθυνος
ἱερέας ποὺ ἔχει γνώση καὶ τοῦ πεῖ:
-«Ἐξομολογεῖσαι;», θὰ ἀπαντήσει:
«Γάμο σᾶς ζήτησα πάτερ».
-«Ναί», κι ἄν λίγο ἐπιμείνει: «ἀλλὰ ξέρεις τί θὰ κάνεις;»
-«Ναί», λέει, «τί θὰ κάνω;»
-«Τί θὰ κάνεις; Ἂν δὲν ἐξομολογεῖσαι, τί γάμο θὰ κάνεις; Πῶς θὰ «μπεῖς» στὸ μυστήριο τοῦ γάμου,
ἂν δὲν ἔχεις μπεῖ στὸ μυστήριο τῆς μετάνοιας, τῆς κάθαρσης ἀπὸ τὰ πάθη; Τίποτα δὲν θὰ
καταλάβεις. Θὰ ἔρθεις μπροστά μου σὰν νὰ εἶσαι ἠθοποιός. Ε,… ὁ ἄλλος, ὁ κουμπάρος, ξέρει τί θὰ
κάνει;»
-«Κουμπάρος», σοῦ λέει, «θὰ ἀλλάξει τά στέφανα καί θά βγεῖ φωτογραφία μὲ τοὺς νεόνυμφους.»
-Αὐτὸ εἶναι; Δὲν «μπαίνει» μὲς στὸ μυστήριο, μέσα στὴν θεολογία τοῦ τί θὰ κάνει.
Ἔτσι ἔχουμε καταντήσει, νὰ εἶναι τὰ μυστήρια ἕνα μέσο γιὰ νὰ ἐπιδειχθεῖ ὁ πλοῦτος μας καί τίποτε
περισσότερο. Μία φιέστα ἀντί νά εἶναι ἕνα συγκλονιστικό πνευματικό γεγονός μετοχῆς στήν Θεία
Χάρη.
Καὶ κανένας δὲν προσέχει. Μία τέλεια ἀσέβεια….
Ὁ δὲ ἱερέας καὶ οἱ ἄλλοι εἶναι ἁπλῶς οἱ ἠθοποιοί!
Τὸ γράφουν δὲ καὶ στὰ προσκλητήρια. Ἔχω δεῖ, καί ἔχω ἀκούσει γιὰ τέτοιου εἴδους προσκλητήρια
ποὺ φτιάχνουν: «Ἐλᾶτε στὸ σόου», ἂς ποῦμε, «ποὺ θὰ γίνει στὸν τάδε ναό», ναί… «καὶ θὰ εἶναι
ἀρχιηθοποιοὶ οἱ τάδε καὶ οἱ τάδε, οἱ τάδε καὶ οἱ τάδε».
Εἶναι πλέον, ἡ βάπτιση ἤ ὁ γάμος, μία θεατρικὴ παράσταση, γιατί ἀκριβῶς χάσαμε τὴν ἔννοια τῆς
θεραπείας, χάσαμε τὸ θεραπευτικὸ βίωμα, ποὺ δίνει τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου, τὸ μυστήριο τῆς
Βάπτισης, τὸ μυστήριο τῆς Μετάνοιας. Χάσαμε ὅλα αὐτὰ ποὺ «παθαίνουμε» στὴν Ἐκκλησία, ὅταν
προσέλθουμε στά Ἅγια Μυστήριά Της μὲ τὶς σωστὲς προϋποθέσεις.
81
Ἄν τυχὸν, λοιπόν, δὲν μᾶς τὸ κάνει (τό «μυστήριο» πού θέλουμε) ὁ πρῶτος παππᾶς, θὰ τὸ κάνουμε
στὸν ἄλλο παππᾶ, στὸν διπλανὸ παππᾶ,… στὴν ἄλλη ἐνορία («Ἀφοῦ δὲν μοῦ τὸ κάνεις ἐσύ
φεύγω…»).
[Ναί, καὶ πράγματι θὰ τὸ κάνει στὴν ἄλλη ἐνορία, ὅπου ὁ ἐκεῖ παππᾶς εἶναι «βολικός» καί δὲν τοῦ
λέει «τέτοια» πράγματα «περίεργα», ὅτι πρέπει «νὰ ἐξομολογηθεῖς πρίν στεφανωθεῖς» κ.λ.π. ].
Δυστυχῶς, νοσοῦμε καὶ μέσα στὴν Ἐκκλησία, δηλαδὴ νοσοῦν καὶ τὰ θεσμικὰ πρόσωπα τῆς
Ἐκκλησίας.
Ἄν, λοιπόν, θέλει κάποιος νὰ μάθει πῶς καταντήσαμε ἐδῶ, ἂς διαβάσει Ἀδαμάντιο Κοραῆ, καὶ θὰ
καταλάβει πῶς ξεκίνησε ὅλη αὐτὴ ἡ κατάσταση…
45.Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι Ἰατρική Ἐπιστήμη πού θεραπεύει ἀνθρώπους καί κοινωνίες.
Ἂς ὑποθέσουμε, τώρα, λέει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης πὼς ἕνας ἐρευνητής, ἐπιστήμονας, ποὺ δὲν
ἔχει σχέση μὲ θρησκεῖες, ἕνας ἄθεος ἐὰν θέλετε, κάνει ἔρευνα πάνω στὶς θρησκευτικὲς παραδόσεις.
Φθάνοντας στὴν ὀρθόδοξη παράδοση σκαλίζει, ἀνακαλύπτει καὶ ἀρχίζει νὰ περιγράφει αὐτὰ τὰ
πράγματα γιὰ τὰ ὁποῖα τώρα ὁμιλοῦμε. Κάποια στιγμὴ λέει: «Γιὰ κοίτα δῶ. Αὐτὴ ἡ παράδοση
μιλάει γιὰ ψυχή, γιὰ νοερὰ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς καὶ ἔχει συγκεκριμένη θεραπευτικὴ ἀγωγή». Μετά,
αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἐρευνώντας φθάνει νὰ ἀναγνωρίσει, ὅτι, ἂν αὐτὴ ἡ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ
ἐφαρμοστεῖ στὶς κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων, θὰ ἔχει πολὺ ὠφέλιμα ἀποτελέσματα γιὰ τὴν ἀτομικὴ
καὶ κοινωνικὴ ὑγεία[5].
Ἕνας ὑγιὴς ἄνθρωπος εἶναι «κεφάλαιο» γιὰ τὴν κοινωνία. Κι ἂν ὁ ἕνας γίνουν δύο, γίνουν δέκα,
γίνουν ἑκατό… νὰ μία κοινωνία ὑγιής. Ἔτσι γίνονται οἱ κοινωνίες ὑγιεῖς. Δὲν γίνονται μὲ τὸ νὰ
ἀλλάξουμε τὰ συστήματα: νὰ φέρουμε κομμουνισμὸ ἢ νὰ φέρουμε σοσιαλισμὸ ἢ νὰ φέρουμε…
φιλελευθερισμό. Δὲν ἀλλάζουν ἔτσι οἱ ἄνθρωποι.
Γιὰ νὰ ἀλλάξει ἡ κοινωνία, πρέπει νὰ ἀλλάξει ὁ κάθε ἄνθρωπος. Κι αὐτὸ ἀκριβῶς κάνει ἡ
ὀρθοδοξία. Μόνο ἡ ὀρθοδοξία μπορεῖ νὰ τὸ κάνει· μόνο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴν
θεραπευτική της μέθοδο, πού εἶναι ὁ ἡσυχασμὸς, μπορεῖ νὰ θεραπεύσει τὸν κάθε ἄνθρωπο, τὸν νοῦ
καὶ τὴν ὅλη του ψυχοσωματικὴ ὕπαρξη.
46.Ἡ ἀλλοίωση τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης καί ὁ διωγμός τῶν φορέων της (τῶν μοναχῶν).
Μετά, συνεχίζοντας ὁ ἐρευνητὴς τὸ ψάξιμο, ἀρχίζει νὰ ἐξακριβώνει ἀπὸ πότε ξεκίνησε αὐτὴ ἡ
παράδοση, ποιὲς εἶναι οἱ πηγές της, πόσους αἰῶνες ἐπιτυχῶς ἐφαρμόστηκε στὴν πράξη, ποῦ
ἐφαρμόστηκε. Καὶ συνεχίζοντας ανακαλύπτει γιατί δὲν ὑπάρχει σήμερα στοὺς ὀρθόδοξους (στὴν
πλειοψηφία τους) αὐτὴ ἡ παράδοση καὶ γιατί ἡ Ὀρθοδοξία ὑπέστη ἀλλοίωση.
Κι ὁ ἐρευνητὴς αὐτὸς συνεχίζει καὶ βρίσκει ὅτι αὐτὸ συνέβη, γιατί ἐδιώχθη ὁ ἡσυχασμὸς κι ὁ
παραδοσιακὸς μοναχισμός, ποὺ εἶναι ὁ φορέας αὐτῆς τῆς παράδοσης[6].
47.Τί εἶναι ὁ Ἡσυχασμός.
Ὅταν λέμε ἡσυχασμός, μὴν πάει ὁ νοῦς σας μονάχα στοὺς ἀσκητές, τοὺς ἐρημῖτες ποὺ ἡσυχάζουν
καὶ ἠρεμοῦνε. Ὁ ἡσυχασμὸς εἶναι ἡ θεραπευτικὴ μέθοδος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὅλοι πρέπει νὰ
κάνουμε ἡσυχασμό. Εἶναι ἕνα ὁλόκληρο «πακέτο», θὰ λέγαμε, ἐνεργειῶν. Τώρα δὲν μπορῶ νὰ τὸ
ἀναλύσω πολύ, ἀλλὰ εἶναι αὐτὰ ποὺ συνιστᾶ ἡ Ἐκκλησία μας ὡς θεραπευτικά μέσα καί μεθόδους:
ἄσκηση, ἀδιάλειπτη προσευχή, μετάνοια, λειτουργικὴ ζωή, δηλαδὴ ὅλα αὐτὰ ποὺ κάνει ἕνας
μοναχός.
82
48.Ὁ ἡσυχασμός στήν πόλη.
Μὰ θὰ μοῦ πεῖτε:
-«Καλόγερους θὰ μᾶς κάνεις πάτερ;»
-Μοναχοὺς θὰ σᾶς κάνω; Ἐγὼ δὲν ντρέπομαι νὰ τὸ πῶ: «Ναί, θὰ σᾶς κάνω. Ὄχι μὲ ράσα, ὅμως.
Μέσα στὴν οἰκογένειά σας, μέσα στὸ σπίτι σας, μέσα στὴν πόλη σας».
Γιατί αὐτὴ ἡ ζωὴ, ἡ κατά μίμησιν τῆς μοναχικῆς ζωῆς, ὁδηγεῖ στὴν ἀποκατάσταση τῆς
ψυχοσωματικῆς ὑγείας στόν ἄνθρωπο.
Ὅταν βάλουμε αὐτὴν τὴν θεραπευτικὴ, ποὺ διασώζεται καὶ ἐφαρμόζεται στὰ μοναστήρια, ὅταν τὴν
βάλουμε στὸ σπίτι μας, στὴν ψυχὴ μας, τήν ἐφαρμόσουμε στήν ζωή μας, τότε θεραπευόμαστε
ψυχοσωματικά.Σήμερα, δυστυχῶς, μόνο στὰ μοναστήρια ἔχει διασωθεῖ ἡ ἀληθινὴ ψυχοθεραπεία.
Στὸ Βυζάντιο ἦταν διασωσμένη καὶ στοὺς κοσμικούς! Τὴν ζοῦσαν, τὴν ἐφάρμοζαν πάρα πολλοὶ
λαϊκοί ἄνθρωποι πού ζοῦσαν στὸν κόσμο. Ἦταν, δηλαδὴ, «ἡσυχαστές ἐν τῷ κόσμῳ».Ἂν
διαβάσετε, γιὰ παράδειγμα, τὸν Ἅγιο Ἐφραὶμ τὸν Σύρο (4ος αἰώνας), θὰ δεῖτε ποὺ λέει ὅτι στὶς
πόλεις «γινόταν πιὸ μεγάλη ἄσκηση ἀπ’ ὅ,τι στὰ μοναστήρια». Δηλαδὴ, οἱ κοσμικοὶ ἤτανε πιὸ
καλόγεροι ἀπὸ τοὺς καλόγερους.
Σήμερα, τὰ χάσαμε αὐτὰ καὶ σοῦ λένε: «ὁ κοσμικὸς εἶναι ἄλλο πρᾶγμα, ὁ καλόγερος εἶναι ἄλλο
πρᾶγμα». Ὅτι «δικαιολογεῖται νά εἶναι πνευματικά πιὸ “light” (λάιτ)! ἡ ζωὴ τοῦ κοσμικοῦ. Δὲν θὰ
κάνει ὅ,τι κι ἕνας καλόγερος». Τελείως λάθος! Γι΄ αὐτὸ εἴμαστε ἄρρωστοι ὅλοι, καὶ οἱ κοσμικοὶ καὶ
πολλοὶ μοναχοί, βέβαια. Ὅταν δὲν μπεῖς μὲς στὴν θεραπεία τοῦ ἡσυχασμοῦ, ἀκόμη καὶ μὲς στὸ
μοναστῆρι, καλόγερος νὰ εἶσαι, πάλι δὲν θεραπεύεσαι: δὲν σὲ θεραπεύει ὁ τόπος, ἀλλὰ ὁ τρόπος!
Ἔτσι, λοιπόν, ὅταν ἀκοῦμε ἡσυχασμός, ἐννοοῦμε αὐτὴν ὅλη τὴν θεραπευτικὴ μέθοδο.
49.Ὁ ἐκδυτικισμός τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς.
-Γιατί διώχθηκε, ὅμως, ὁ ἡσυχασμός;
-Διότι οἱ χῶροι, στοὺς ὁποίους ἤκμαζε (Ρωσία, Ἑλλάδα, Ρωμανία γενικότερα), ἄρχισαν νὰ
δυτικοποιοῦνται πολιτιστικά.
Αὐτὸ συνέβη κατ’ ἀρχήν στὴν Ρωσσία. Μετὰ τὴν μεταρρύθμιση τοῦ «Μεγάλου» -στήν
πραγματικότητα δὲν ἦταν καθόλου μεγάλος– Πέτρου.
-Ὁ «Μεγάλος» Πέτρος, ὅπως θὰ ἔχετε ἀκούσει, λοιπὸν, τί ἔκανε;
-Ἔκανε ἕνα μεγάλο ἔγκλημα: «ἐκδυτίκησε» τὴν Ρωσία. Ἄνοιξε τὰ «παράθυρα» καὶ τὶς «πόρτες»
καί εἰσήγαγε στήν Ἁγία Ρωσία ὅλην τὴν αἵρεση τοῦ Παπισμοῦ καὶ τὴν συναφῆ ἀλλοτριωτικὴ
κουλτούρα τῆς Δύσης, (ὅπως ἔχουμε κάνει κι ἐμεῖς σήμερα στὴν ἔρμη τὴν πατρίδα μας).
Μετά, ὡς ἀποτέλεσμα, ἐμφανίστηκε αὐτὴ ἡ μουσικὴ ἡ τετράφωνη ποὺ ἀκοῦμε σήμερα στὶς
ρωσικὲς ἐκκλησίες , ἀντὶ γιὰ τή, σύμφωνη μὲ τὴν ὀρθόδοξη Παράδοση, βυζαντινὴ ψαλμωδία. Ἀπὸ
κεῖ «μᾶς προέκυψε», καὶ ἡ δυτικότροπη εἰκονογραφία. Ἀπ’ τὴν Ρωσία μᾶς ἦρθαν ὅλα αὐτά, ἀπ’ τὸν
«Μέγα» Πέτρο, δηλαδή, ποὺ ἄνοιξε «παράθυρο» στὴν Δύση.
Στὴν Ἑλλάδα αὐτὸς ὁ ἐκδυτικισμὸς μπῆκε μετὰ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ ’21. Πήγαμε νὰ
ξεσκλαβωθοῦμε ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ σκλαβωθήκαμε χειρότερα, στὴν Δύση.
50.Ἡ ἀφομοίωση τοῦ Ὀρθόδοξου πολιτισμοῦ.
«Ὁ σύγχρονος ἱστορικὸς Τόινμπυ (Toynbee) λέει ὅτι ὁ ὀρθόδοξος πολιτισμὸς ἀφομοιώνεται σιγὰσιγὰ σήμερα ἀπὸ τὸν δυτικὸ πολιτισμό». Εὔχομαι νὰ μὴν ἐπαληθευθεῖ καὶ δὲν θὰ ἐπαληθευθεῖ,
δηλαδή, διότι ἡ Ὀρθοδοξία θὰ ὑπάρχει πάντα. Μπορεῖ ἐμεῖς σὰν ἔθνος νὰ χάσουμε τὴν
ὀρθοδοξία… μπορεῖ… –ὅπως τὴν ἔχουμε χάσει ἐν πολλοῖς δηλαδὴ– …ἀλλὰ κάπου ἀλλοῦ θὰ
συνεχίσει νά ὑπάρχει.
83
Γιά παράδειγμα τώρα στὴν Ἀμερικὴ ὑπάρχει μεγάλη ἄνθιση, μεγάλη ἀναζήτηση γιὰ τὴν ὀρθοδοξία.
Εἶναι ἡ πιὸ «ἀνερχόμενη θρησκεία» (ἔτσι τὸ λένε αὐτοί… δὲν ξέρουν πῶς ἀλλιῶς νὰ τὸ ποῦνε)
στὴν Ἀμερική, ἡ Ὀρθοδοξία. Ἔχουμε ἐκεῖ μεγάλη προσέλευση προτεσταντῶν στὴν Ὀρθοδοξία. Οἱ
στατιστικὲς τὸ λένε αὐτό. Δὲν ἀποκλείεται, σὲ λίγα χρόνια, νὰ πηγαίνουμε στοὺς ἀμερικάνους γιὰ
νὰ μάθουμε τὴν ὀρθοδοξία. Τραγικό, ἀλλά…
Λοιπόν, λέει αὐτὸς ὁ ἱστορικός, ὅτι σιγὰ-σιγὰ -γνώμη του βέβαια- ἀφομοιωνόμαστε. Ἐν πολλοῖς
ὅμως, δυστυχῶς τὸ βλέπουμε.
-Τὰ παιδιά μας ποῦ εἶναι;
- Σ’ αὐτὰ τὰ κέντρα, τὰ ἀμερικανόφερτα, μὲ τὶς συμπεριφορές, τὰ ντυσίματα καὶ τὶς μουσικές, τὶς
ἀμερικανόφερτες.
Ἔχει γράψει, αὐτὸς ὁ ἱστορικός, ὁλόκληρο βιβλίο στὸ ὁποῖο διακρίνει τοὺς ὑπάρχοντες σήμερα
πολιτισμοὺς σὲ πέντε μόνο (ἀπὸ τοὺς 20-25 ποὺ ὑπῆρχαν στὸ παρελθόν): τὸν ἰνδικὸ πολιτισμό, τὸν
πολιτισμὸ τῆς ἄπω ἀνατολῆς (Κίνα καὶ Ἰαπωνία), τὸν εὐρωπαϊκό, τὸν ὀρθόδοξο καὶ τὸν
πρωτόγονο.
51.Ἡ δυτικοποίηση τῶν πολιτισμῶν.
Ὁ Τόινμπυ ἔχει αὐτήν τήν θεωρία, πού λέει ὅτι σήμερα ὅλοι οἱ πολιτισμοί δυτικοποιοῦνται, καί δέν
ἔχει ἄδικο. Ἔτσι, βλέπετε, ὅλος ὁ κόσμος σήμερα τείνει νά γίνει «ἀμερικανόμορφος». Παντοῦ
βλέπεις φάστ-φούντ, βλέπεις Μάκ- Ντόναλντς…παντοῦ, σέ κάθε γωνιά τῆς γῆς καί ὄχι μόνο…
Βλέπεις καί μουσικές ἀμερικανόφερτες καί ντυσίματα κ.λπ.
Στό παρελθόν, κατεβλήθη προσπάθεια αὐτή ἡ δυτικοποίηση νά γίνει μέσω τῆς ἱεραποστολῆς, μέσῳ
τῶν δυτικῶν ἱεραποστόλων.
52.Ἐκδυτικισμός μέσῳ τῶν δυτικῶν «ἱεραποστόλων».
Προσέξτε, οἱ δυτικοί πού ἔφθασαν στήν Λατινική Ἀμερική, στήν Δυτική Ἀφρική κ.λ.π., δέν πῆγαν
γιά νά κηρύξουν τόν Χριστό. Φαινομενικό ἦταν αὐτό. Οὐσιαστικά πῆγαν γιά νά ἐκδυτικήσουν
αὐτές τίς χῶρες.Οἱ Εὐρωπαῖοι στό παρελθόν, ἀλλά δυστυχῶς καί σήμερα, ἐξαπέστειλαν καί
ἐξαποστέλλουν στρατούς ἱεραποστόλων, ὄχι γιά νά κάνουν τά ἄλλα ἔθνη Χριστιανούς, ἀλλά γιά νά
τούς δυτικοποιήσουν.Ἔτσι ἐξηγεῖται τό γεγονός ὅτι στήν πατρίδα μας, τήν Ἑλλάδα, ὑπῆρξαν ὅλοι
αὐτοί οἱ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι καί σήμερα ὑπάρχουν καί δροῦν.
Ἡ «ἱεραποστολή» αὐτή, ὅμως, λέει ὁ Τόϋνμπυ, ἀπέτυχε στά εἰδωλολατρικά ἔθνη τῆς Ἀφρικῆς καί
ὅπου ἀλλοῦ, γιατί οἱ ἱεραπόστολοι χώριζαν μεταξύ τους τούς ἀνθρώπους.
-Γιατί; [-Διότι ἦταν κάτι κακό, δεν ἦταν κάτι εὐλογημένο ἀπό τόν Θεό. Καί τό κακό, ἀργά ἤ
γρήγορα, διαλύεται μόνο του].
-Κοιτάξτε, νά! Τό κακό διαλύεται μόνο του. Ἕνα μεγάλο κακό εἶναι ἡ αἵρεση.
Ἡ Δύση δέν εἶναι μία αἵρεση, εἶναι 500-1000 αἱρέσεις. Ὅλοι αὐτοί, πήγανε νά ἐκδυτικήσουν τήν
Ἀφρική. Γινόταν, λοιπόν, ἀπό τήν μία οἰκογένεια ὁ ἕνας Μεθοδιστής, ὁ ἄλλος γινόταν λ.χ.
Ἀντβεντιστής τῆς Ἕβδομης Ἡμέρας, ὁ ἄλλος γινότανε Παπικός, ὁ ἄλλος γινότανε Πεντηκοστιανός
καί χωριζόντουσαν οἱ οἰκογένειες…Ἔτσι ἀπέτυχε ὁ ἐκδυτικισμός, ἡ κυριαρχία καί ἡ ἐκμετάλλευση
μέσω τῆς «ἱεραποστολῆς».
53.Δυτικοποίηση μέσῳ τῆς τεχνολογίας.
Τί λέει ὁ Τόινμπυ τώρα; Προτείνει μία νέα λύση (γιατί κι αὐτός δυτικός εἶναι): Νά γίνει
δυτικοποίηση μέσω τῆς τεχνολογίας.
Αὐτό πού γίνεται σήμερα μέσα ἀπό τούς ὑπολογιστές, μέσα ἀπό τήν παγκοσμιοποίηση…
84
Γίνεται ἐξαμερικανισμός ὅλων μας…μέσω τῆς Νέας Ἐποχῆς…
Ὅλα αὐτά τά κινήματα, οὐσιαστικά, εἶναι σέ αὐτήν τήν γραμμή.
54.Βίωση τῆς ὀρθόδοξης θεραπευτικῆς ὥστε νά βοηθηθοῦν καί οἱ ἄλλοι.
Ἐδῶ εἶναι πού πρέπει νά ‘χουμε ἀνοιχτά τά μάτια μας καί νά μάθουμε σωστά καί καλά τήν
θεραπευτική…ὄχι ἐγκεφαλικά, ἀλλά νά τήν ζήσουμε.
Θά πρέπει νά ἔχουμε ὑγεία πνευματική μέσα μας, γιά νά μπορέσουμε νά βοηθήσουμε αὐτόν τόν
ἀπελπισμένο ἄκοσμο κόσμο, πού θά μᾶς ζητήσει βοήθεια.
Ὁ πάτερ Παΐσιος τό ἔλεγε: «Θά ‘ρθοῦν καί θά σᾶς πιάνουν ἀπ’ τό μανίκι καί θά σᾶς λένε ‘’πέστε
μας γιά τόν Χριστό’’».
-Καί τί θά τούς ποῦμε γιά τόν Χριστό; Θά τούς ποῦμε μήπως: «Κοιτάξτε τί ὡραῖα ἄμφια πού
ἔχουμε ἐμεῖς, τί ὡραῖες ἐκκλησίες, τί ὡραῖες εἰκόνες»;;;!!!
Αὐτό δέν λέει τίποτε γιά αὐτούς. Δέν εἶναι αὐτά πού θά τούς ἑλκύσουν, ἀλλά ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς
πού θά τούς προσφερθεῖ μέσα ἀπό τήν Ὀρθοδοξία. Τέτοια ὡραῖα πράγματα-ἔργα τέχνης, πού τά
τιμοῦν μάλιστα καί ὡς εἴδωλα, ἔχουν καί αὐτοί.
Ἡ Ὀρθοδοξία δέν θά τούς κερδίσει μέ τό νά τούς προσφέρει καινούργια εἴδωλα, ὅπως θά ἔκανε μία
ὁποιαδήποτε θρησκεία. Τό ἀτού τῆς Ὀρθοδοξίας, μέ τό ὁποῖο μπορεῖ νά κατακτήσει ὅλον τόν
κόσμο, εἶναι ἡ θεραπευτική της, ἡ μοναδική ὀρθόδοξη θεραπευτική, διά τῆς ὁποίας καί μόνο
θεραπεύεται ἡ ἀνθρώπινη ψυχή.
Σκοπός τῆς Ὀρθοδοξίας δέν εἶναι νά δώσει στούς νεοπαγεῖς πιστούς κάποια καινούργια «φετίχ».
Μέχρι τότε εἴχανε, λ.χ. οἱ μαῦροι στήν Ἀφρική, οἱ εἰδωλολάτρες…εἴχανε κι αὐτοί τά δικά τους
«φετίχ».
Οἱ ὀρθόδοξοι, τώρα, τί σκοπό ἔχουν; Τά ἔργα τέχνης-φετίχ τῶν μαύρων νά τά ἀντικαταστήσουν μέ
καινούργια «ὀρθόδοξα; Γι’ αὐτό νά ‘ρθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι γιά νά ἀλλάξουν τήν θρησκεία καί τά
φετίχ τῶν μαύρων;
Εἴχαμε φετίχ τό κόκαλο τῆς μαϊμοῦς, τώρα θά κάνουμε φετίχ τόν Σταυρό;
Ἀλλοίμονο, ἄν προσφερθεῖ ἔτσι ἡ Ὀρθοδοξία… Πάλι δεισιδαιμονία θά προκύψει. Πάλι θά εἶναι
μία νέα θρησκεία γιά τούς ἀλλόπιστους καί ὄχι ἡ ἀληθινή ψυχοθεραπεία.
Ἄν δέν τούς δώσουμε τήν θεραπευτική της Ἐκκλησίας, ἄν μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν τούς
θεραπεύσουμε, δέν κάναμε τίποτα.
Αὐτό θέλω νά πῶ. Ἀλλά, γιά νά τό δώσεις στόν ἄλλον, πρέπει νά τό κάνεις πρῶτα στόν ἑαυτό σου.
55.Ὅποιος θεραπεύεται στήν Ὀρθοδοξία κατόπιν μπορεῖ νά θεραπεύσει καί τούς ἄλλους.
Ἐδῶ εἶναι, θα μπορούσαμε νά ποῦμε, τό ὡραῖο στήν Ὀρθοδοξία. Ὅτι, ὅταν τό κάνεις στόν ἑαυτό
σου (δηλ. θεραπευθεῖς μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ), μετά γίνεσαι γιατρός καί γιά τούς ἄλλους…Μή σᾶς
φαίνεται παράξενο. Γίνεσαι Πνευματικός πατέρας καί Πνευματική μητέρα! Κι ἄς μή φορᾶς ράσα.
Ἀποκτᾶς πνευματικά παιδιά…
Μπορεῖς νά δείξεις τό Φῶς καί νά βοηθήσεις καί τούς ἄλλους.
Ἀπ’ τήν στιγμή πού μπαίνεις στήν διαδικασία ἐσύ νά καθαρθεῖς καί νά φωτιστεῖς, ἀρχίζεις νά
ἀσκεῖς μία θεραπεία καί στούς γύρω σου.
Αὐτό εἶναι τό ὡραῖο, τό μεγαλεῖο της Ὀρθοδοξίας…
-Γιατί;
Διότι, οὐσιαστικά, γίνεσαι πλέον φορέας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· και τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Αὐτό τό
Ὁποῖο ἀσκεῖ αὐτήν τήν θεραπευτική. Δέν εἶσαι ἐσύ πού τό κάνεις. Οὔτε στόν ἑαυτό σου τό κάνεις,
οὔτε στούς ἄλλους. Ὁ Θεός τό κάνει…τό Ἅγιο Πνεῦμα…
85
Αὐτή εἶναι καί ἡ ἀληθινή ἱεραποστολή, ἡ ὀρθόδοξη ἱεραποστολή. Ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὀρθόδοξη, δέν
κάνει ἱεραποστολή δυτικοῦ τύπου: νά στείλουμε στρατιές, γιά νά ὑποτάξουμε, οὐσιαστικά, τούς
«ἀπίστους»…
Κάνει ἱεραποστολή μέσω τῆς θεραπευτικῆς. Στέλνει ἕναν θεραπευμένο ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος μπορεῖ
καί νά μή μιλάει καθόλου… μπορεῖ ἁπλῶς νά κυκλοφορεῖ…
Αὐτόν, ὅμως, μόνο πού τόν βλέπει ὁ ἄλλος, παίρνει τό μήνυμα ὅτι ἐδῶ εἶναι ἡ ὑγεία, ἐδῶ εἶναι τό
Φῶς, ἐδῶ εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα!
Εἶναι ἱεραπόστολος αὐτός, γιατί ἔχει τό Φῶς τοῦ Θεοῦ μέσα του.
Αὐτό βγαίνει καί στό σῶμα του, βγαίνει καί στά μάτια του, βγαίνει καί στήν φωνή του, βγαίνει καί
στήν ἀφωνία του, στήν σιωπή του καί παντοῦ. Κι αὐτή εἶναι ἡ ὀρθόδοξη ἱεραποστολή.
Τί εἶναι τώρα ἡ Ὀρθοδοξία;
-Μήπως, μέχρι ἐδῶ, θέλετε κάτι νά ρωτήσετε;
Ναί.
56.Ἐρώτηση γιά τήν ποσότητα καί τήν ποιότητα στήν προσευχή.
Ἀκροάτρια: Λένε ὅτι ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά ἐπιτύχουμε τήν ποιότητα στήν προσευχή, γιατί τό Ἅγιο
Πνεῦμα (εἶναι πού) μᾶς χαρίζει τήν καθαρά προσευχή. Ἐμεῖς αὐτό πού μποροῦμε νά κάνουμε εἶναι
νά δώσουμε τήν ποσότητα, δηλαδή ὅσο μποροῦμε περισσότερο νά προσευχόμαστε…Καί διαβάζω
στά βιβλία ὅτι πρέπει,…οἱ Πατέρες λένε, γιά μᾶς τούς κοσμικούς πού ἔχουμε πολλές δουλειές, ὅτι
μποροῦμε νά γεμίζουμε ἀρχικά τά κενά μας, προσπαθώντας ὅσο περισσότερο, μέ κάθε τρόπο, νά
λέμε τήν Εὐχή. Τρῶμε κάτι, ὁδηγοῦμε,… νά λέμε τήν Εὐχή. Ἔτσι καλύπτουμε τόν ἐλεύθερο χρόνο.
Εἶναι, ὅμως, ἱκανή αὐτή ἡ ποσότητα;
Ἀπάντηση π. Σάββα:Δέν εἶναι ἱκανή, γιατί δυστυχῶς ἔχουμε τόσες πολλές δουλειές, πού στό τέλος
δέν μένουν οὔτε 5 λεπτά.
Ἔτσι…, μήν μοῦ πεῖτε ὅτι ἔχω ἄδικο… Ἔχουμε τόσες πολλές δουλειές, λέω, πού στό τέλος δέν
μένουν οὔτε 5 λεπτά, γιά νά κάνουμε αὐτήν τήν Δουλειά, τήν Ἐργασία (τήν καθαρά προσευχή),
ἐνῶ ἡ Ἐργασία αὐτή θέλει χρόνο.
Γιά νά καθαριστεῖ ἡ προσευχή, δηλαδή γιά νά καθαριστεῖ ἡ καρδιά καί νά μπορεῖ νά πεῖ σωστή
προσευχή, θέλει ὧρες. Δέν τό λέω ἐγώ, τό λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
Ἀπ’ τόν 4ο αἰώνα κιόλας, ὅριζε τουλάχιστον 4 μέ 4,5 ὧρες…γιά τούς κοσμικούς, νά προσεύχονται
(ἀφοῦ μου ζητᾶτε ποσότητα).
57.Οἱ μέριμνες καί τά πολλά ὑλικά ἀγαθά εἶναι ἐμπόδιο στήν προσευχή.
Λοιπόν, θά μοῦ πεῖς: «Μά ἔχω τόσες πολλές δουλειές, πού δέν προλαβαίνω». Ἐ νά κόψεις τίς
δουλειές! Ἡ κύρια Δουλειά αὐτή εἶναι.
-Γιατί εἶπε ὁ Χριστός μας «μήν μεριμνᾶτε»; Γιατί εἶπε «προσέχετε ἀπ’ τ’ ἀγκάθια…μή σᾶς
πνίξουνε»;
-Τ’ ἀγκάθια εἶναι, ἀκριβῶς, οἱ μέριμνες.
Κι ἐδῶ λέμε: «Νά πάρω κανένα μηχάνημα νά μέ βοηθήσει, νά ἔχω πιό πολύ ἐλεύθερο χρόνο».
Παίρνουμε τό μηχάνημα καί λέμε: «Ἀφοῦ ἔχω τό μηχάνημα, ἄς κάνω κι αὐτό, ἄς κάνω καί τ’ ἄλλο
καί, τελικά, ἔχουμε πέσει στήν παγίδα.
-Ποιά παγίδα;
-Νά κάνουμε πιό πολλά πράγματα, γιά νά θρέψουμε πιό πολύ τά πάθη μας καί πρό πάντων τόν
ἐγωισμό μας. Ἔτσι, ἀντί νά ἔχουμε περισσότερο χρόνο, ἔχουμε ἀκόμα λιγότερο χρόνο καί
περισσότερο ἄγχος. Διότι τό μηχάνημα θά χαλάσει…, θά πρέπει νά τό φτιάξεις κ.λπ.,
κ.λπ….Πρέπει κατ’ ἀρχήν βέβαια νά τό μάθεις (νά τό χειρίζεσαι),… μετά, ὅταν βγεῖ κάτι
καινούργιο, πρέπει νά τό ἀλλάξεις… καί μπαίνουμε σ’ αὐτήν τήν παγίδα.
86
Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες μίλησαν γιά ἀκτημοσύνη. Νά ‘χεις ὅσο γίνεται λιγότερα.
Βλέπετε πώς ἐπιστρέφουμε στήν θεραπευτική της Ἐκκλησίας;
58.Ἡ ἀνάγκη καθοδήγησης ἀπό ἔμπειρο Πνευματικό ὁδηγό.
Ὅ,τι κάνουμε δέν πρέπει νά τό κάνουμε βασιζόμενοι στόν ἑαυτό μας. Πρέπει νά ρωτᾶμε· νά ἔχουμε
ἕναν πνευματικό ὁδηγό, νά τό πῶ ἔτσι ἁπλά. Αὐτός θά σοῦ πεῖ πῶς θά προχωρήσεις στήν
προσευχή. Ἀλλά, αὐτός ὁ Πνευματικός πρέπει νά εἶναι ὁ ἴδιος θεραπευμένος. Προσέξτε ἐδῶ, δέν
εἶναι ὁ ὁποιοσδήποτε!
Πρέπει νά βρεῖς θεραπευμένο, δηλαδή Πνευματικό ὁδηγό, ὁ ὁποῖος ὁ ἴδιος νά γνωρίζει ἐκ πείρας
τήν θεραπευτική της Ἐκκλησίας καί ὄχι μόνον ἀπό τά βιβλία. Αὐτήν τήν γνωρίζουν ἐκ πείρας, κατά
κανόνα, ἐκεῖνοι πού ἔχουνε ζήσει μέσα στά μοναστήρια. Τό ἐπαναλαμβάνω, ὄχι ἐπειδή ἔχω ζήσει
σέ μοναστήρι καί ζῶ, ἀλλά διότι πράγματι ἐκεῖ διασώζεται αὐτή ἡ θεραπευτική κι ὄχι στόν κόσμο.
59.Ἔγγαμος ἤ ἄγαμος πνευματικός;
Εἶναι λάθος αὐτό πού λένε: «Ἐγώ εἶμαι παντρεμένος θά πάω σέ κοσμικό», δηλαδή, «σέ παντρεμένο
Πνευματικό, γιατί αὐτός τά ξέρει πιό καλά». Τί ξέρει πιό καλά; Δηλαδή αὐτοί πού εἶναι
ἀνύπαντροι, δέν βγῆκαν ἀπό οἰκογένεια, δέν ξέρουν τί γίνεται στίς οἰκογένειες;
Δέν εἶναι τό θέμα νά ξέρεις τί γίνεται ἤ τί δέν γίνεται. Τό θέμα εἶναι νά ξέρεις νά θεραπεύσεις τόν
ἄλλον, νά ξέρεις νά τοῦ καθαρίσεις τήν ψυχή, τήν νοερά ἐνέργεια, νά τόν βοηθήσεις νά τό κάνει
συνεργαζόμενος μέ τήν Θεία Χάρη. Γιατί ἐσύ, ἄν δέν τό ἔχεις κάνει μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ στόν
ἑαυτό σου, δέν μπορεῖς νά τό δείξεις καί στόν ἄλλο. Ἐπίσης, ἐάν ὁ ἄλλος δέν θέλει νά θεραπευθεῖ,
ἀλλά ἁπλῶς ἔρχεται γιά νά πάρει τήν γνώμη σου, ὅσο καί νά τόν βοηθήσεις, ὅσα καί νά τοῦ πεῖς,
δέν θά τό κάνει, δέν θά καθαρισθεῖ.
[Πολλοί βλέπουν τό Μυστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως σάν μία ἁπλῆ συζήτηση (τύπου
ψυχανάλυσης) καί τόν Πνευματικό σάν ἕναν, πού ἔχει κάποιες ἀνθρώπινες γνώσεις περισσότερες
ἀπό αὐτόν. Χάνουν ἔτσι τήν βοήθεια πού ἔρχεται ἀπό τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο
καί τελεῖ τό Μυστήριο. Δέν ταπεινώνεται στόν «πρῶτο λόγο» τοῦ Πνευματικοῦ, ἀφοῦ δέν πιστεύει
ὅτι τόν φωτίζει ἐκείνην τήν ὥρα τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἔτσι «κατεβάζει» τό Μυστήριο σέ μία ἁπλῆ
συζήτηση- ἀνταλλαγή ἀπόψεων, ὁπότε ἀναζητᾶ καί σέ κάθε περίπτωση τόν κατά τήν γνώμη του
πιό ἔμπειρο συζητητή.
Λανθασμένη εἶναι καί ἡ διάκριση μεταξύ «αὐστηρῶν» καί «μή αὐστηρῶν πνευματικῶν». Ὅπως
στήν Ἰατρική δέν ὑπάρχουν αὐστηροί καί ἐπιεικεῖς ἰατροί, ἀλλά ἰατροί-θεραπευτές καί
τσαρλατάνοι, ἔτσι καί στήν περίπτωση τῶν Πνευματικῶν. Ὑπάρχουν Πνευματικοί πού θεραπεύουν
καί Πνευματικοί πού δέν θεραπεύουν, ὄντες ἀθεράπευτοι οἱ ἴδιοι.]
Ἐντάξει;…
60.Γιά τό ἀντιμοναχικό πνεῦμα.
Ἐρώτηση: Ἐπικρατεῖ ἡ ἀντίληψη ὅτι ἐμεῖς οἱ λαϊκοί πρέπει νά εἴμαστε κάπως μακρυά ἀπό τά
μοναστήρια… [Σχετικά μέ τό ἀντιμοναχικό πνεῦμα καί τό πότε ἐπικράτησε].
Ἀπάντηση π. Σάββα: Ναί. Αὐτό εἶναι τελείως λάθος.
Αὐτό σας εἶπα. Ἔχει περάσει (τό ἀντιμοναχικό πνεῦμα στήν Ἑλλάδα) ἀπό τό χίλια ὀχτακόσια…
ἀπό τήν ἀπελευθέρωση καί μετά πέρασε. Δυστυχῶς…
Μέχρι τότε τ’ ἀγκαλιάζαμε τά μοναστήρια.
Ὅπου δέν πολεμήθηκε ὁ μοναχισμός, π.χ. στήν Ρουμανία, ἐκεῖ βλέπουμε τίς μαννάδες νά ὁδηγοῦν
87
τά παιδιά τους στά μοναστήρια. Οἱ μητέρες πᾶνε τά κορίτσια τους στά μοναστήρια.
-Θά πεῖς, τί εἶναι αὐτό;
-Ε, αὐτό εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία…
Ὅταν ἡ μητέρα ἔβλεπε ὅτι τό παιδί της μποροῦσε καί ἤθελε, τό πήγαινε ἡ ἴδια στό μοναστῆρι!
Ἐδῶ (στήν Ἑλλάδα), μήν τυχόν καί ἀκούσει ἡ μάννα ὅτι τό κορίτσι θέλει νά πάει σέ μοναστήρι…
Συμβαίνει ἔτσι διότι, ἀκριβῶς, ὑπάρχει αὐτό τό δυτικό πνεῦμα. Ξαναλέω, μᾶς ἦρθε μέσα ἀπό
αὐτούς τους ἀνθρώπους (Κοραῆς, Βαυαροί). Δυστυχῶς…ἐμεῖς τό κάναμε! Ἤ μᾶλλον μᾶς τό
ἐπέβαλαν κι ἐμεῖς τό ἐγκολπωθήκαμε.
Ἄς μήν ποῦμε περισσότερα, γιατί νομίζω ὅτι πέρασε ἡ ὥρα. Ναί…
61.Ὁ Φωτισμός.
Ἐρώτηση: Ὁ φωτισμός εἶναι μία κατάσταση ποῦ εἶναι μόνιμη ἤ ἔρχεται κι ἀποσύρεται τό Ἅγιο
Πνεῦμα;
Ἀπάντηση π. Σάββα: Ὅταν προχωρήσει κανείς στόν φωτισμό, ἡ κατάσταση αὐτή εἶναι μόνιμη.
Ὑπάρχει συνεχῶς καί εἶναι μία κατάσταση, πού τήν ζεῖς ὅλο τό εἰκοσιτετράωρο. Δηλαδή, καί στόν
ὕπνο…
Προσεύχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου καί τό καταλαβαίνεις καί στόν ὕπνο! Εἶναι αὐτό πού
ἀναφέρεται στό Ἆσμα Ἀσμάτων: «ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ», ἐγώ κοιμᾶμαι καί ἡ
καρδία μου ἀγρυπνεῖ.
Πῶς ἀγρυπνεῖ; Μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἡ καρδιά δέν σταματάει, ὅλο τό 24ωρο, νά
ἀναπέμπει προσευχές. Αὐτή εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Τότε ἔχει γίνει ὁ ἄνθρωπος ναός τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος.
62.Ἡ κατάνυξη, ὁ Φωτισμός καί τά δάκρυα.
Ἐρώτηση: Ἔχει καμμία σχέση (ὁ φωτισμός) μέ τήν κατάνυξη; Στήν ἐκκλησία, δηλαδή, ὁ
ἄνθρωπος πού προσεύχεται μέ πλήρη προσευχή, εἶναι σέ κατάσταση κατάνυξης, εἶναι, μποροῦμε
νά ποῦμε, καί φωτισμένος;
Ἀπάντηση: [Ἐξαρτᾶται. Μπορεῖ ναί, μπορεῖ καί ὄχι]. Τὸ θέμα (τῆς κατάνυξης) τῶν δακρύων,
χρειάζεται Πνευματικὸ φωτισμένο, γιὰ νὰ σοῦ πεῖ τί συμβαίνει ἀκριβῶς. Ὑπάρχουν πολλῶν εἰδῶν
δάκρυα.Ὑπάρχουν δάκρυα συναισθηματικά: ὑπάρχουν, δηλαδή, διότι ὁ ἄνθρωπος αὐτός θυμήθηκε
κάτι, καί συγκινήθηκε.
Ὑπάρχουν δάκρυα ἐγωιστικά: «Μοῦ εἶπε ὁ ἄλλος μία κουβέντα, δὲν τὸ ἄντεξα, μὲ πῆρε τὸ
παράπονο καὶ μὲ πῆραν καὶ τὰ κλάματα…γιατί ἔχω ἐγωισμό, θίχθηκε ὁ ἐγωισμός μου». Ἔτσι…
Εἶπε ὁ ἄντρας μία κουβέντα, δὲν τὸ ἄντεξε ἡ γυναίκα καὶ τὴν «πιάνει τὸ παράπονο». Αὐτὰ τά
δάκρυα δὲν ἔχουν σχέση μὲ κατάνυξη, βέβαια. Εἶναι τὸ ἀντίθετο. Ὁ ἄνθρωπος ἀντί νά χαριτώνεται,
δαιμονίζεται ἀκόμη χειρότερα, σκοτίζει τὸν νοῦ καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ μ’ αὐτὰ τὰ δάκρυα.
Ὑπάρχουν, ἐπίσης, δάκρυα μετάνοιας, αὐτὰ ποὺ ἔχυσε ὁ Πέτρος, πικρὰ δάκρυα: «Ἔκλαυσε
πικρῶς» λέει τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο.
Ὑπάρχουν καὶ δάκρυα γλυκά, ἄλλου εἴδους δάκρυα, ποὺ ἔρχονται ὅταν ἔρθει τὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ, τὸ
Ἅγιο Πνεῦμα. Τότε ὁ ἄνθρωπος κλαίει καὶ χαίρεται, εὐφραίνεται, τρέφεται ἡ ψυχή του ἀπὸ τὴν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Χρειάζεται νὰ ἔχει κανεὶς πνευματικὸ ὁδηγό, νὰ τοῦ λέει ἐὰν πρέπει ἢ δὲν πρέπει
νὰ καλλιεργεῖ αὐτὰ τὰ δάκρυα, πού τοῦ ἔρχονται καὶ τί εἴδους δάκρυα πρέπει νὰ καλλιεργεῖ.
Ἀλλά, νὰ σᾶς πῶ κι ἕνα μυστικό: μπορεῖ κανεὶς νὰ κάνει μία μεταστροφή. Τοῦ ‘ρθανε δάκρυα γιὰ
κάποιον λόγο… (γιὰ ὁποιοδήποτε λόγο…). Ἂς τὰ γυρίσει σὲ δάκρυα μετανοίας. Μπορεῖ ἂν θέλει
νὰ τὰ μεταστρέψει, νὰ τὰ κάνει δάκρυα μετανοίας. Μπορεῖ νὰ πεῖ: «Συγχώρα με Θεέ μου». Μπορεῖ
ἄν θέλει νὰ ἀρχίσει νὰ ἐξομολογεῖται μπροστὰ στὸν Θεό: «ἔχω κάνει αὐτό, αὐτό, αὐτό… εἶμαι Ὁ
88
ἁμαρτωλός. Συγχώρεσε με». Ὁπότε, καὶ ἐγωιστικὰ νὰ εἶναι τὰ πρῶτα δάκρυα, μετὰ σπάζει, θὰ
λέγαμε, τὴν ραχοκοκκαλιὰ τοῦ διαβόλου καὶ τὰ μεταστρέφει σὲ δάκρυα μετανοίας.
63.Πόσο «ἀντέχουμε» νά προσευχόμαστε;
Ἐρώτηση: (γιὰ τὸ πόσο ἀντέχουμε νὰ παρακολουθοῦμε τὶς ἀκολουθίες, νὰ προσευχόμαστε κλπ.)
Ἀπάντηση: Πόσο «ἀντέχουμε»… νὰ προσευχόμαστε καὶ πότε εἶναι καλύτερα;
Νὰ τὸ πῶ ἔτσι ἁπλά; Ἅμα ἀρχίσεις νὰ κάνεις προσευχή, σημαίνει ὅτι ἀρχίζεις νὰ ἀναπνέεις.
-«Ἀντέχεις» νὰ ἀναπνέεις; Πέστε μου, πόσο ἀντέχεις; Πέντε λεπτὰ τὸ 24ωρο, «ἀντέχεις νά
ἀναπνέεις;» (Ἤ μήπως δέν ἀντέχουμε οὔτε 2 λεπτά χωρίς ἀναπνοή;)
-Εἶναι τρελό…Κι’ ὅμως αὐτὸ κάνουμε…Κοιτάξτε νὰ δεῖτε, ὅσο κι ἂν ἀκούγεται τρελό, αὐτὸ
κάνουμε… Πέντε λεπτὰ τὸ πρωὶ καὶ πέντε λεπτὰ τὸ βράδυ ἀναπνέει ἡ ψυχή μας…
-Τὰ ὑπόλοιπα λεπτά, τὶς 23 ὧρες καὶ 50 λεπτά, τί κάνουμε;
-Δὲν ἀναπνέουμε.
-Έ, μετὰ εἶναι δικαιολογημένο νὰ ἔχεις ἄγχος;
-Ἀπόλυτα.
- Εἶναι δικαιολογημένο νὰ ἔχεις ἀσφυξία;
-Ἀπόλυτα.
-Νὰ σοῦ φταῖνε ὅλα;
-Βέβαια. Ἐάν μᾶς κλείσουμε τὴν μύτη καὶ τὸ στόμα, θὰ δοῦμε ὅτι οὔτε δύο λεπτὰ δὲν ἀντέχουμε νὰ
μὴν ἀναπνέουμε.
-Ξέρετε τί συμβαίνει; Ὅταν ἀρχίσουμε νὰ τὸ κάνουμε (τὴν νοερὰ προσευχή), δὲν θα
ἀναρωτιόμαστε πλέον «πόσο θὰ τὸ ἀντέξουμε;» ἀλλά ἀντίθετα, δὲν θὰ ἀντέχουμε νὰ μὴν τὸ
κάνουμε!
64.Ἡ κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ.
Συμβαίνει μέ τήν προσευχή ὅτι καί μέ τὸ μωρὸ ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὴν μήτρα τῆς μάνας. Τί κάνει;
Κλαίει, στὴν ἀρχή, γιατί βγαίνει σ’ ἕνα ξένο περιβάλλον. Ἄν δὲν κλάψει, ὅμως, δὲν θὰ πάρει
ἀνάσα. Ἔτσι δὲν εἶναι; …Πρέπει νὰ κλάψει, νὰ πάρει τὴν πρώτη ἀνάσα. Μετά, θέλει νὰ παίρνει
συνέχεια ἀνάσες. Ἂν δὲν πάρει τὴν πρώτη ἀνάσα ὅμως, θά πάθει ἀσφυξία. Ἐκεῖ θέλει λίγο ζόρι.
Ε, αὐτὸ εἶναι ἡ νοερὰ προσευχή. Στὴν ἀρχὴ θέλει ζόρι, ἀλλὰ μετὰ ὅταν ἀρχίσεις κι ἀναπνέεις, ὄχι
ζόρι δὲν ἔχει, ἔχει ζόρι νὰ τὸ σταματήσεις! Δὲν θὲς νὰ τὸ σταματήσεις.
-Ξέρετε τί ἔχουμε πάθει ἐμεῖς τώρα πού εἴμαστε σ’ αὐτὴν τὴν κατάσταση τὴν ἄρρωστη;
-Εἴμαστε σὰν κάποιον ποὺ συνήθισε νὰ πίνει πετρέλαιο. Εἶναι «νορμὰλ» νὰ πίνουμε πετρέλαιο;
-Δὲν εἶναι «νορμάλ». Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ σταματήσεις νὰ πίνεις πετρέλαιο, θὰ καταλάβεις τί
ἀνοησία ἔκανες μέχρι τώρα, καὶ μετὰ δὲν θὰ θὲς νὰ ξαναπιεῖς.
Αὐτὸ εἶναι τὸ νὰ ἔρθει ὁ ἄνθρωπος στὴν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Μετὰ δὲν πέφτεις, εἶναι πολὺ
δύσκολο νὰ πέσεις σὲ ἁμαρτία. Διότι τὸ φυσικό μας εἶναι νὰ μὴν ἁμαρτάνουμε.
65.Λείπει ἡ ἀληθινή μετάνοια.
-Ἐμεῖς γιατί πᾶμε ὅλο μπρὸς-πίσω;
-Γιατί δὲν μετανοοῦμε.
-Ξέρετε τί κάνουμε;
-Ἁπλῶς μεταμελούμαστε. Πᾶμε στὸν πνευματικὸ καὶ τοῦ λέμε: «ξέρεις εἶμαι πολὺ στενοχωρημένος
ἔκανα αὐτό… τὸ ξανάκανα», ἀλλὰ δὲν μετανοοῦμε, δηλαδὴ δὲν μπαίνουμε στήν ἀπόφαση νὰ
κάνουμε μία ἔκρηξη μέσα μας, νὰ ποῦμε «τέρμα, ἀπὸ ἐδῶ κι ἐμπρὸς θὰ βάλω τὸν νοῦ μου νὰ
προσεύχεται».
-Μὰ μὲ τὸ ζόρι;
89
-Μὲ τὸ ζόρι. Νὰ γίνει μία βαθιὰ τομὴ μέσα μας, νὰ ἀρχίσει αὐτὴ ἡ διαδικασία τῆς κάθαρσης.
66.Ἡ βία καί ἡ κόπωση στήν ἀδιάλειπτη προσευχή
Ἐρώτηση:…(δὲν ἀκούγεται στὴν ἠχογράφηση)[Γιὰ τὴν βία ποῦ χρειάζεται καὶ γιά τὴν δυσκολία
στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή].
Ἀπάντηση: Ἡ νοερά προσευχή, ὅπως τό εἴπαμε ἤδη, στὴν ἀρχὴ θέλει ζόρι. Ἐδῶ εἶναι τὸ θέμα τῆς
πίστης. Ἂν τὸ πιστεύεις, θὰ τὸ κάνεις. Ἂν πιστεύεις στὸν Θεό, θὰ τήν κάνεις (τὴν νοερὰ προσευχή).
Γιατί αὐτήν ὁ Θεὸς τήν ἔδωσε ὡς ἐντολή. Ὁ Θεὸς μᾶς ζητάει νὰ προσευχόμαστε ἀδιάλειπτα.
- Ξέρετε ποῦ τὸ λέει; Θὰ μοῦ πεῖτε: «τὸ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος». Ἐντάξει, μὰ ὁ Χριστὸς τὸ εἶπε
πουθενά;
- «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε», λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἀδιαλείπτως τί σημαίνει; Ὄχι 5 λεπτὰ
τὸ πρωὶ καὶ 5 τὸ βράδυ. Ὅλο τὸ 24ωρο! Ἐντάξει, ἀλλά ἐπαναλαμβάνω, ὁ Χριστός Μας τό λέει
κάπου ὅτι πρέπει νά προσευχόμαστε ἀδιάλειπτα;
- Τό λέει… Στήν παραβολή τῆς χήρας καί τοῦ ἄδικου κριτοῦ. Τῆς εἶπε, ὅπως μᾶς ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος
Εὐαγγελιστής, «γιά νά προσευχόμαστε ἀδιάλειπτα καί νά μήν ἀποκάμνουμε».
Ἐρώτηση:…(δὲν ἀκούγεται στὴν ἠχογράφηση)[Γιὰ τὴν νοερὰ προσευχὴ].
Ἀπάντηση: Σᾶς εἶπα: Ὅταν θά ἀρχίσουμε νά τό κάνουμε ἐμεῖς σωστά καί ἀδιάλειπτα, κάποια
στιγμή θὰ ἔρθει τό Ἴδιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ θὰ τὸ κάνει.
67.Ἡ νοερά προσευχή καί πῶς θά τήν συνηθίσουμε.
Ἐρώτηση: …(δὲν ἀκούγεται στὴν ἠχογράφηση)[Γιὰ τὴν νοερὰ προσευχὴ].
Ἀπάντηση: Κάντο ὅπως μπορεῖς. Ἤξερα, ἂς ποῦμε… νὰ σᾶς πῶ μέθοδο: μία ψυχὴ τὸ ἔκανε 2
ὧρες τὸ πρωί, 2 ὧρες τὸ μεσημέρι, 2 τὸ βράδυ, ὄρθια ἢ γονατιστή. Τὸ ‘μαθε. Ζορίστηκε, ἀλλὰ τὸ
‘μαθε καὶ μετὰ γινόταν ὅλο τὸ 24ωρο. Ἀλλὰ τὸ κάνει μετὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Μετὰ δὲν ἔχει ζόρι. Ε,
πρέπει νὰ βάλεις ἕνα πρόγραμμα. Ὅπως ὁ ἀθλητής, ἂς ποῦμε. Ξέρετε τί κάνουν οἱ ἀθλητές; (Δὲν
ξέρω ἐὰν ἦταν κανένας ἀπὸ ἐσᾶς ἀθλητὴς).
- Τί ἀσκήσεις κάνουνε;
- Φοβερὰ πράγματα κάνουνε. Φορᾶνε, γιά παράδειγμα, κάτι σιδερένιους θώρακες κι
ἀνεβοκατεβαίνουν τὶς κερκίδες, γιὰ νὰ κάνουν γερὰ πόδια! Βασανιστήρια, δηλαδή. Κι αὐτὸ γιατί;
Γιὰ νὰ καταφέρεις, νὰ κάνεις πιὸ γρήγορα λ.χ. τὸ ‘κατοστάρι καὶ νὰ πάρεις ἕνα ἄδειο κύπελλο!
- Καὶ τί ἔγινε;
- Μετὰ ἀπὸ 20 χρόνια δέν θά σὲ ξέρει κανένας… Ἄν γι’ αὐτά τά μάταια κουραζόμαστε τόσο,γιά τά
αἰώνια δέν θά πρέπει νά κουραστοῦμε λίγο;
68.Γιά τήν κούραση ἀπό τά «πνευματικά».
Ἐρώτηση:…(δὲν ἀκούγεται στὴν ἠχογράφηση)
Ἀπάντηση: Ναί. Μὰ στὸ πνεῦμα δὲν εἶναι ἔτσι, δὲν ἔχει τέτοιο ζόρι. Στά πνευματικά εἶναι τὸ
ἀνάποδο, δηλαδὴ δὲν κάνουμε κάτι ποὺ εἶναι ἀντίθετο μὲ τὴν φύση μας. Ἀντίθετα ἐπανερχόμεθα
στήν φυσιολογική μας κατάσταση. Κάνουμε τό φυσιολογικό. Ἐνῶ μέχρι τώρα περπατούσαμε μὲ τὰ
χέρια, γυρίζουμε καί ἀρχίζουμε νά περπατᾶμε κανονικά.
-Ἔχει ζόρι αὐτό;
-Ναί. Στὴν ἀρχή. Ἀλλά, ἅπαξ καὶ τὸ κάνεις καί λίγο τό συνηθίσεις, μετὰ δὲν θὰ θὲς νὰ γυρίσεις
ἀνάποδα, νὰ ξαναπερπατᾶς μὲ τὰ χέρια.
Αὐτὸ εἶναι ἡ ἁμαρτία (τὸ νὰ περπατᾶς ἀνάποδα). Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Τὸ ὅτι ὁ νοῦς μας
εἶναι σκόρπιος, δηλαδή, καὶ ἔχει γεμίσει ἡ καρδιά μας μὲ λογισμούς, αὐτό εἶναι σὰν νὰ περπατᾶμε
μὲ τὰ χέρια! Κι ἄντε τώρα νὰ ζήσεις ἔτσι. Πῶς ζοῦμε ἔτσι;
90
69.Ἡ προσπάθεια νά κάνουμε κάθε στιγμή, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή.
Ἐρώτηση: …(δὲν ἀκούγεται στὴν ἠχογράφηση)
Ἀπάντηση: Ἂν ἔχεις στὸν νοῦ σου νὰ κάνεις τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ κάθε στιγμή, θὰ ἔχεις προσευχή.
Κοιτάξτε, προσευχὴ δὲν εἶναι κάποιες λέξεις. Μπορεῖ νὰ λὲς λέξεις καὶ νὰ μὴν προσέχεις τὶς λέξεις.
Ὅποτε, πάλι δὲν κάνεις προσευχή. Κάνεις κάτι μηχανικά. Ἀλλά, ὅταν ἔχεις στὸν νοῦ σου νὰ κάνεις
τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τότε λές…
- Ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Τί λέει ἡ πρώτη ἐντολή;
- «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης της ψυχῆς σου, ἐξ ὅλης της καρδίας σου, ἐξ ὅλης της
διανοίας σου, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου». Νάτο!
- Τί θὰ πεῖ «ἐξ ὅλης της διανοίας σου»;
- Νὰ Τὸν σκέφτεσαι συνέχεια. Ε, αὐτὸ εἶναι ἡ προσευχή: νὰ σκέφτεσαι συνέχεια τὸν Χριστό.
Εἶχα μία ψυχὴ ποὺ ἐξομολογιόταν σὲ μένα. Μοῦ λέει: «Πάτερ, ἐγὼ δὲν ἔλεγα τίποτα. Εἶχα τὸν νοῦ
μου στὸν Χριστό».
- Τί ἔκανες δηλαδή; (τὸν ρωτάω).
- «Τίποτα», μοῦ λέει, «ἁπλῶς εἶχα τὸν νοῦ μου στὸν Χριστό. Φοβερὰ κουραστικό, πάτερ, ὅμως…
πολύ κοπιαστικό. Ναί, κουράστηκα πάρα πολύ», ἀλλὰ εἶχε ἐμπειρίες μετά, θεώσεις! Νά, αὐτὴ εἶναι
προσευχή: νὰ μὴν φεύγει ὁ νοῦς σου ἀπ’ τὸν Χριστό.
70.Ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἡ δυσκολία στήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
- Πῶς εἶναι ἕνα πρόσωπο ποῦ ἀγαπᾶς; Θέλει προσπάθεια νὰ τὸ σκέφτεσαι αὐτὸ τὸ πρόσωπο; Πέστε
μου…
- Δὲν θέλει. Πάει ὁ νοῦς σου ἐκεῖ. Συνέχεια ἐκεῖ εἶναι, καὶ μπορεῖ νὰ κυκλοφορεῖς στὴν Ἐγνατία
(ὁδό), ἂς ποῦμε, καὶ νὰ χαλάει ὁ κόσμος γύρω σου κι ἐσὺ δὲν βλέπεις τίποτα καί δὲν ἀκοῦς τίποτα.
Διότι ὁ νοῦς σου εἶναι ἐκεῖ, στὸ πρόσωπο πού ἀγαπᾶς. Αὐτὸ εἶναι ἡ σχέση μὲ τὸν Χριστό, ἡ ἀγάπη
πρὸς τὸν Χριστό. Αὐτὸ ἐννοῶ ὅταν λέω, νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Θεό. Αὐτὸ εἶναι ὁ θεῖος ἔρωτας.
- Θέλει προσπάθεια αὐτό;
- Ἀπό τήν στιγμή πού θά ἀνάψει αὐτή ἡ ἀγάπη γιά τόν Θεό δέν ἀπαιτεῖται καμμία προσπάθεια. Σοῦ
ἔρχεται ἐντελῶς αὐθόρμητα τό νά προσεύχεσαι.
Θὰ πεῖς:
- «Ἐγὼ πῶς θὰ τὸ κάνω, ποὺ δὲν Τὸν ἔχω ἀγαπήσει;».
- Ε, νά, στὴν ἀρχὴ θέλει λίγο βία. Αὐτὸ εἶναι ποὺ εἶπε ὁ Χριστός Μας: «ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν
βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσι Αὐτήν». Στὴν ἀρχὴ πρέπει νὰ Τὸν σκέφτεσαι ἑκούσια, νὰ ζοριστεῖς
λίγο. Εἶναι ὅπως ὅταν προσπαθεῖς νὰ ἀνάψεις μία φωτιά.
- Τί γίνεται;
- Στὴν ἀρχὴ καπνίζεσαι· δὲν ἀνάβει ἀμέσως ἡ φωτιά. Τὰ ξύλα βγάζουν καπνό, τρέχουν τὰ μάτια,
δακρύζεις, ἀλλὰ μετά… Ὅταν ἀνάψει καλά ἡ φωτιά, φεύγει ὁ καπνός, φεύγει ἡ ὑγρασία ἀπ’ τὰ
ξύλα καὶ χαίρεσαι. Καὶ εἶσαι μία χαρὰ ἐκεῖ, στὴν θαλπωρὴ τῆς φωτιᾶς. Ἔτσι γίνεται καὶ μὲ τὴν
Εὐχή, μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή.
71.Ἡ κάθαρση καί πῶς γίνεται.
Ἀλλά, ξαναλέω, δὲν εἶναι μόνο ἡ Εὐχή, εἶναι ἡ ὅλη ἡ θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας τὴν ὁποία πρέπει
νὰ ἀκολουθήσουμε. Αὐτὸ σημαίνει νά ζοῦμε τήν λειτουργικὴ ζωή, νά ζοῦμε τήν ἀσκητικὴ ζωὴ
(νηστεία, ἀγρυπνία, σωματικὴ κακοπάθεια), νά κάνουμε ὑπακοὴ σὲ ὅλους (ἐκτὸς ἁμαρτίας βέβαια),
νά ἔχουμε ἐκκοπὴ τῶν λογισμῶν, νά ἀναπτύξουμε ὀρθὴ δογματικὴ συνείδηση, δηλ. νὰ γνωρίζουμε
τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, καί νὰ ζητᾶμε συνεχῶς νά γίνεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τὸ δικό μας
θέλημα. Καταλάβατε;
91
72.Πῶς μαθαίνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
-Καὶ πῶς θὰ τὸ μάθουμε, τώρα, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ;
-Μόνο ἐάν ἔχουμε πνευματικὸ ὁδηγό εἶναι αὐτό δυνατόν. Δὲν μποροῦμε νὰ τὸ βροῦμε μόνοι μας.
Καθίστε νὰ διαβάσετε ὅλα τὰ πνευματικὰ βιβλία. Πάλι δὲν θὰ τὸ μάθετε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ· διότι
δὲν εἶναι θέμα ἐγκεφαλικῆς γνώσης. Εἶναι θέμα ταπείνωσης, ὑπακοῆς, Θείας Χάρης, ἐμπειρίας τοῦ
Θεοῦ ὥστε νὰ γνωρίζεις σὲ κάθε συγκεκριμένη στιγμὴ τί θέλει ὁ Θεὸς ἀπὸ σένα, καὶ τί ἀπόφαση
πρέπει νὰ πάρεις. Γι’ αὐτὸ χρειάζεται ὁ Πνευματικὸς ὁδηγός: θὰ σοῦ δείξει τὸν δρόμο καὶ θὰ σοῦ
δώσει τὰ κλειδιά, ὥστε σιγὰ-σιγὰ νὰ ξέρεις, νὰ βρίσκεις τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε στιγμή. Θὰ
ἔρθει κάποια στιγμὴ πού μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ θὰ μπορεῖς νά τό διακρίνεις. Ἀλλὰ δὲν γίνεται ἀπ’
τὴν ἀρχή. Πρέπει νὰ περάσεις ἀπὸ τὴν κάθαρση καὶ νὰ φθάσεις στὸ φωτισμό. Τότε μπορεῖς ὄχι
μόνο τὸν ἑαυτό σου νὰ καθοδηγήσεις (αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι δὲν θὰ ἔχεις Πνευματικὸ ὁδηγὸ) ἀλλὰ
νὰ βοηθήσεις, νὰ δείξεις τὸν δρόμο καὶ στοὺς ἄλλους, πῶς νὰ φθάσουν ἐκεῖ πού εἶσαι κι ἐσύ.
Πράγματι αὐτὸ τὸ ὡραῖο συμβαίνει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὅταν καθαριστεῖς, μετὰ μπορεῖς κι
ἐσὺ νὰ γίνεις γιατρὸς τῶν ἄλλων!
73.«Ζητεῖτε πρῶτον τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ»
«Ζητεῖτε τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλα τ’ ἄλλα θὰ σᾶς προστεθοῦν». Τὸ νὰ ζητάω τὴν Βασιλεία,
αὐτὸ σημαίνει, τὸ νὰ ζητάω νὰ βασιλεύσει ὁ Θεὸς μέσα μου, νὰ εἶναι Κύριος Αὐτός.
Ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸ πιστέψουμε αὐτό. Ἐκεῖ εἶναι τὸ ζόρι:
-«Γιατί νὰ τὸ ξεκινήσω;» σοῦ λέει ὁ ἄλλος, «Γιατί νὰ τὸ κάνω;»
-Ἐὰν δὲν πιστέψεις, φυσικὰ δὲν ἔχεις κίνητρο. Πρέπει νὰ τὸ πιστέψεις, ὅτι πρέπει νὰ ἀνοίξουν τὰ
μάτια σου τὰ πνευματικά, γιατί, ἐὰν δὲν ἀνοίξουν ἐδῶ, μετὰ εἶναι ἀδύνατον…
74.«Στόν Ἄδη δέν ὑπάρχει μετάνοια»
Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι μία βασικὴ διδασκαλία τῆς Ὀρθοδοξίας: «Ἐν τῷ Ἅδη οὐκ ἔστι μετάνοια» –
αὐτὸ εἶναι πολὺ βασικὸ (στοιχεῖο) τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂν δὲν ἀνοίξουν ἀπὸ ἐδῶ τὰ πνευματικά σου
μάτια, στὴν ἄλλη ζωὴ αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον.
Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ νὰ ἀνοίξουν τὰ μάτια σου. Πρέπει νὰ τὸ κάνεις ἐσύ, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ,
βέβαια. Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ τὸ κάνεις, δὲν τὸ κάνεις μόνος σου! Ἀλλὰ πρέπει νὰ θελήσεις νὰ τὸ
κάνεις σ’ αὐτὴν τὴν ζωή. Προσέξτε!
75.Ἡ Ἐκκλησία εἶναι γι’ αὐτήν τήν ζωή κυρίως.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι γι’ αὐτὴν τὴν ζωή. Ὑπάρχει αὐτὴ ἡ πλάνη, δυστυχῶς καὶ στοὺς ὀρθόδοξους, ὅτι
ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἑτοιμάζει γιὰ τὴν ἄλλη ζωή.
Λάθος. Δὲν μᾶς ἑτοιμάζει γιὰ τὴν ἄλλη ζωή. Μᾶς φτιάχνει σ’ αὐτὴν τὴν ζωή, γι’ αὐτὴν τὴν ζωή, γιὰ
νὰ ἀνοίξουν τὰ μάτια μας ἐδῶ καὶ νὰ μποῦμε στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐδῶ καὶ τώρα! Στὸν
Παράδεισο ἐδῶ καὶ τώρα! Κι ἂν δὲν τὸν βρεῖς τὸν Παράδεισο ἐδῶ καὶ τώρα, οὔτε στὴν ἄλλη ζωὴ
θὰ τὸν βρεῖς, γιατί στὴν ἄλλη ζωὴ δὲν θὰ μπορέσεις νὰ μετανοήσεις. Δὲν ὑπάρχει μετάνοια στὴν
ἄλλη ζωή: «ἐν τῷ Ἅδη οὐκ ἔστι μετάνοια».
76.Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι γιά «νά μᾶς πᾶνε καλά τά πράγματα»
Ὑπάρχουν καὶ κάποιοι ἄλλοι πού νομίζουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὑπάρχει γιὰ νὰ μᾶς πηγαίνουν καλὰ τὰ
πράγματα σ’ αὐτὴν τὴν ζωή. Κι αὐτὸ λάθος. Οὔτε γι’ αὐτὸ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Θεωρώντας ἔτσι τὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν βλέπουμε σὰν μία δεισιδαιμονία, σὰν μία θρησκεία, ὅπως ὅλες τὶς ἄλλες.
Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι θρησκεία. Εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, μὲ σκοπὸ νὰ
92
θεραπεύσει τὸν ὅλο ἄνθρωπο, νὰ θεραπεύσει τὸν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα του.
77.Πότε νά κάνουμε προσευχή.
Κανονικά πρέπει νά κάνουμε ἀδιάλειπτα προσευχή. Γιά νά συνηθίσουμε, μποροῦμε νά ὁρίσουμε
κάποιες συγκεκριμένες ὧρες. Τὸ πρωὶ εἶναι πολὺ καλὴ ὥρα νὰ κάνει κανεὶς νοερὰ προσευχή, νὰ πεῖ
ἀρκετές φορές τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…» μὲ τὸ στόμα.
78.Ἡ ἀγωγή τῶν παιδιῶν στήν ἀδιάλειπτη προσευχή.
Μπορεῖ ἐπίσης ὁ γονιός νὰ μαζεύει τὰ παιδιά του, ἡ μητέρα ἂς ποῦμε, κάτω ἀπ’ τὸ εἰκονοστάσι. Νά
τούς πεῖ: «παιδιὰ ἐλᾶτε νὰ κάνουμε πέντε λεπτὰ μαζὶ τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησον με. Πέντε
λεπτά».
Ἔτσι, ξεκινᾶς, ὅπως ἔλεγε χαριτωμένα ὁ πατήρ Παΐσιος, «νὰ τραβᾶς τὰ λουριὰ τῆς μηχανῆς, ὥστε
νὰ πάρει ἐμπρὸς ἡ μηχανή τοῦ νοῦ». Εἰδικά τό παιδί, ἐπειδὴ εἶναι καθαρὴ ἡ ψυχή του (δὲν ἔχει
τόσα πάθη καὶ τόσους λογισμοὺς ὅσο ἐμεῖς οἱ μεγάλοι), πιὸ εὔκολα χαίρεται καὶ καταλαβαίνει τί
σημαίνει νοερὰ προσευχή. Τοῦ ἀρέσει, καὶ θέλει νὰ τὸ κάνει συνέχεια μετά.
Δὲν εἶναι τόσο σκοτισμένα τὰ παιδιὰ ὅσο οἱ μεγάλοι. Ὅποτε, μετά, τὰ πέντε λεπτὰ μπορεῖ νὰ
γίνουν δέκα, νὰ γίνουν δεκαπέντε κ.ο.κ.
Ὅταν κανεὶς ξεκινήσει ἔτσι τὴν ἡμέρα του καὶ προσπαθήσει νὰ κρατάει τήν εὐχή καὶ στὴν διάρκεια
τοῦ πρωινοῦ· ὅταν τὸ ξανακάνει, ἂς ποῦμε, ἄλλα πέντε λεπτὰ τὸ μεσημέρι, πρὶν φάει μὲ τὰ παιδιά,
καὶ ἄλλα πέντε λεπτὰ τὸ βράδυ, πρὶν κοιμηθοῦνε, μπαίνει σ’ αὐτὴν τὴν διαδικασία τῆς ἀδιάλειπτης
μνήμης τοῦ Θεοῦ. Σιγὰ-σιγά.
Ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ ποῦμε στὸ παιδὶ ὅτι καὶ στὶς ὑπόλοιπες ὧρες πρέπει νὰ προσπαθεῖ νὰ θυμᾶται
τὸν Χριστό. Γιατί, ἐὰν χτίζουμε πέντε λεπτὰ καὶ μετὰ 3 ἢ 5 ὧρες γκρεμίζουμε, πάλι,
καταλαβαίνετε, δὲν γίνεται κάτι οὐσιαστικό.
79.Ἡ ἀγωγή τῶν παιδιῶν γενικά.
Τὸ βασικὸ εἶναι τὰ παιδιὰ νὰ ἔχουν ἕναν Πνευματικὸ ὁδηγό, νὰ τὸν βλέπουν συχνά, (ἐννοεῖται ὅτι ὁ
Πνευματικὸς εἶναι γνώστης τῆς ὀρθόδοξης θεραπευτικῆς, εἶναι ὁ ἴδιος θεραπευμένος -εἶναι πολὺ
βασικὸ αὐτὸ) καὶ νὰ τοῦ κάνουν ὑπακοή.
Τεράστια σημασία ἐπίσης ἔχει τὸ τί κάνει ὁ πατέρας καὶ τί κάνει ἡ μάννα στήν προσωπική τους
ζωή ὡς ἀγωνιζόμενοι πνευματικοί ἄνθρωποι. Ἂν οἱ γονεῖς λ.χ. κάνουν νοερὰ προσευχή, ὅπως καί
ὀφείλουν νά κάνουν, θὰ τοὺς μιμηθοῦν τὰ παιδιά· διότι τὰ παιδιὰ ἀντιγράφουν τοὺς γονεῖς. Δὲν
ἀρκεῖ, δηλαδή, οἱ γονεῖς νὰ ποῦν στά παιδιά κάποια πράγματα. Πρέπει νὰ τὰ κάνουν (ὅσο εἶναι
δυνατόν) μαζὶ μὲ τὰ παιδιά. Ἐπίσης, τὶς μετάνοιες, καθὼς καὶ τὴν Ἁγιογραφικὴ-συναξαριακὴπατερικὴ μελέτη, μποροῦμε καὶ πρέπει νὰ τὶς κάνουμε μαζὶ μὲ τὰ παιδιά…Γιὰ λίγη ὥρα ὥστε νὰ
μὴν κουράζονται… Μετὰ ἂν θέλουμε μόνοι μας μποροῦμε νὰ κάνουμε καὶ περισσότερα…
80.Προσευχή
Ἐλᾶτε, νὰ κάνουμε προσευχή.
Δόξα Πατρί καί Υἱῷ καί Ἁγίω Πνεύματι καί νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰῶνων. Ἀμήν.
Χριστός ἀνέστη ἐκ νεκρῶν,
θανάτῳ θάνατον πατήσας
καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι
ἡ ζωήν χαρισάμενος
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
93
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Νους, νοερά ενέργεια καί καρδία κατά τούς αγίους Πατέρες.
Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά βρίσκεται στήν καρδιά.
Ὁ νοῦς εἶναι ὁ ἱερέας καί ἡ καρδία τό ἐσωτερικό θυσιαστήριο τοῦ ἀνθρώπου πού θά πρέπει νά εἶναι
ἀφιερωμένο στόν Θεό.Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπους σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρας πρέπει νά
βρίσκεται ἐντός τοῦ ἀνθρώπου, στήν καρδία του καί ἐκεῖ νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα (νά ἱερουργεῖ
τελώντας μία ἀδιάλειπτη Θεία Λειτουργία στό ἐσωτερικό θυσιαστήριο τῆς ἀνθρωπινης καρδίας).
Δέν θά πρέπει νά διασκορπίζεται πρός τά ἔξω διά τῶν αἰσθήσεων, ἀλλά νά ἔρχεται «εἰς ἑαυτόν».
Δηλ. ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ, πού διασκορπίζεται διά τῶν αἰσθητηρίων στό περιβάλλον, θά πρέπει νά
ἐπανέλθει στήν οὐσία τοῦ νοῦ, πού βρίσκεται ἐντός τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου.
[Σημειώνουμε ἐδῶ ὅτι στήν ψυχή διακρίνουμε : α)οὐσία, ἡ ὁποία βρίσκεται ἐντός τῆς καρδίας (καί
ὀνομάζεται βαθεῖα καρδία) καί β)ἐνέργεια (ἡ ὁποία λέγεται νοερά ἐνέργεια). Ἡ νοερά ἐνέργεια
ἐνεργεῖ στήν καρδία τοῦ ὑγιοῦς πνευματικά ὡς νοερά ἀδιάλειπτη προσευχή (νοῦς) καί στόν
ἐγκέφαλο ὡς διάνοια (λογική)].
Τότε ὅταν ὁλοκληρωθεῖ αὐτή ἡ ἐπιστροφή, ὁ νοῦς διά τοῦ ἑαυτοῦ του, «ἐπί τήν ἔννοιαν τοῦ Θεοῦ
ἀναβαίνει». Τότε ἡ νοερά ἐνέργεια λειτουργεῖ σωστά. Τότε ὁ νοῦς δηλ. ἡ ψυχή κατά τούς ἁγίους
Πατέρας λειτουργεῖ κατά φύσιν.Ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης μᾶς διδάσκει:
Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κύρια μέριμνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε θεράπευε τὸν χῶρο τῆς ψυχῆς. Εἶχε διαπιστώσει, ἀπὸ τὴν Ἑβραϊκὴ παράδοσι
καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Ἀποστόλους ὅτι στὸν χῶρο τῆς φυσικῆς καρδιᾶς λειτουργεῖ
κάτι,ποὺ οἱ Πατέρες ὠνόμασαν «νοῦν».
Πήρανε δηλαδὴ τὸν παραδοσιακὸν «νοῦν», ποὺ σημαίνει διάνοια καὶ λόγος, καὶ κάνανε μία
διαφοροποίησι. Ὀνόμασαν νοῦν αὐτὴν τὴν νοερὰ ἐνέργεια, ἡ ὁποία λειτουργεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ
ὑγιοῦς ψυχικὰ ἀνθρώπου. Δὲν γνωρίζομε πότε ἔγινε αὐτὴ ἡ διαφοροποίηση, διότι συμβαίνει ἐπίσης
μερικοὶ Πατέρες νὰ ὀνομάζουν μὲ τὴν ἴδια λέξι, νοῦν, καὶ τὴν λογική, ἀλλὰ καὶ τὴν νοερὰ ἐνέργεια,
ὅταν αὐτὴ κατεβαίνη καὶ λετουργῆ στὸν χῶρο τῆς καρδιᾶς.
Ὅποτε ἐξ αὐτῆς τῆς ἀπόψεως ἡ νοερὰ ἐνέργεια εἶναι μία καὶ μόνη ἐνέργεια τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία
στὸν μὲν ἐγκέφαλο λειτουργεῖ ὡς λογική, ἡ ἴδια ὅμως λειτουργεῖ συγχρόνως καὶ στὴν καρδιὰ ὡς
νοῦς. Δηλαδὴ τὸ ἴδιο ὄργανο, ὁ νοῦς, προσεύχεται ἀδιάλειπτα στὴν καρδιά, σὲ ὅσους ἐννοεῖται
ἔχουν ἀδειάλειπτη καρδιακὴ προσευχή, καὶ συγχρόνως σκέπτεται π.χ. μαθηματικὰ προβλήματα καὶ
ὁ,τιδήποτε ἄλλο, στὸν ἐγκέφαλο»[1].
Στὰ συγγράμματα τῶν ἁγίων Πατέρων γίνεται πολὺς λόγος γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ στὴν καρδιά,
τὴν ἐπιστροφὴ τῆς ἐνεργείας στὴν οὐσία. Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος ὅτι ὁ νοῦς πού δὲν
διασκορπίζεται πρὸς τὰ ἔξω καὶ δὲν διαχέεται ὑπὸ τῶν αἰσθητηρίων στὸν κόσμο, ἐπιστρέφει στὸν
ἑαυτό του καὶ διὰ τοῦ ἑαυτοῦ του ἀναβαίνει στὴν ἔννοια τοῦ Θεοῦ. Καὶ στὴν συνέχεια
περιλαμπόμενος καὶ ἐλλαμπόμενος ἀπὸ τὸ κάλλος τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν Θεία Χάρη, ἀπό τό Φῶς τοῦ
Θεοῦ τό Ἄκτιστον, δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ γήινα καὶ ξεχνᾶ ἀκόμη καὶ αὐτὴν τὴν φύση· δηλ. δέν
φροντίζει μέ ἀγωνία οὔτε γιά τήν τροφή του, οὔτε γιά τό τί θά φορέσει[2] ὁ ἄνθρωπος αὐτός.
94
Ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ νοῦ ἀπὸ τὴν διάχυσή του στὴν καρδιά, δηλαδὴ ἡ ἐπιστροφὴ τῆς ἐνεργείας τοῦ
νοῦ στὴν οὐσία του, εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ, ἡ ἀποκατάσταση του στό κατά φύσιν.
Τότε ἡ καρδία καθαρίζεται ἀπό τήν ἀδιάλειπτη νοερά καρδιακή προσευχή καί ἔρχεται ἐντός της
Ἔνοικος τό Πανάγιον Πνεῦμα μέ τόν καρπό του, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία
κ.λ.π.).Τότε φυσικά ἐξαφανίζεται ὁ ἐγωισμός, ἡ λύπη πού προκαλεῖται ἀπό αὐτόν καθώς καί ἡ
κατάθλιψη.
Παραπομπές Παραρτήματος.
[1] Π. Ἰωάννου Ρωμανίδη, Πατερική Θεολογία, ἐκδ. Παρακαταθήκη, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 19.
[2] Μ. Βασιλείου, TLG, Work #075 32.1240.35 to Work #075 32.1240.42 Νοῦς γὰρ μὴ
σκεδαννύμενος ἐπὶ τὰ ἔξω͵ μηδὲ ὑπὸ τῶν αἰσθητηρίων ἐπὶ τὸν κόσμον διαφορούμενος͵ ἐπάνεισι
μὲν πρὸς ἑαυτὸν͵ δι΄ ἑαυτοῦ δὲ πρὸς τὴν περὶ Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει· κἀκείνῳ τῷ κάλλει
περιλαμπόμενος͵ καὶ αὐτῆς τῆς φύσεως λήθην λαμβάνει· μήτε πρὸς τροφῆς φροντίδα͵ μήτε πρὸς
περιβολαίων μέριμναν τὴν ψυχὴν καθελκόμενος· ἀλλὰ σχολὴν ἀπὸ τῶν γηίνων φροντίδων ἄγων͵
τὴν πᾶσαν ἑαυτοῦ σπουδὴν ἐπὶ τὴν κτῆσιν τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν μετατίθησι.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
95
Ἀγάπη
«Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι
δῷς», λέμε τώρα τή μεγάλη Τεσσαρακοστή πολλές φορές. Εἶναι μιά προσευχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ
τοῦ Σύρου, ἡ ὁποία ἔχει πάρα πολλά, ὑψηλά καί ὡραῖα νοήματα.
Λέμε «Κύριε καί Δέσποτα», Ἐσύ πού εἶσαι ὁ Δεσπότης, ὁ Κύριος, ὁ Κυρίαρχος, ὁ Κυβερνήτης τῆς
ζωῆς μου, σέ παρακαλῶ νά πάρεις ἀπό ἐμένα τό κακό πνεῦμα,τό πνεῦμα τῆς ἀργίας, τῆς τεμπελιᾶς,
τῆς ἔλλειψης ἐργασίας, τῆς ἔλλειψης τῆς πράξης, τῆς ἔλλειψης τῶν ἔργων γιά τόν Θεό. Κυρίως ἡ
ἀργία εἶναι αὐτή: Τό νά μήν κάνει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τίς πράξεις πού πρέπει γιά νά σωθεῖ.
Βεβαίως καί νά ἐργάζεται γιά νά ἔχει ὁ ἴδιος νά ζεῖ καί νά μήν ἐπιβαρύνει τούς ἄλλους, ἀλλά καί
γιά νά κάνει ἐλεημοσύνη.
«Πνεῦμα περιεργίας» ἐπίσης. Νά φύγει καί αὐτό ἀπό ἐμᾶς, γιατί ἀπ’ τήν περιέργεια προέρχονται
πάρα πολλές ἁμαρτίες καί ἡ κατάκριση καί οἱ σκανδαλισμοί καί φτάνει ὁ ἄνθρωπος καί σέ βαριά
ἁμαρτήματα σαρκικά.
«Φιλαρχίας». Νά φύγει καί τό πνεῦμα τῆς φιλαρχίας, ἡ ἀγάπη πού ἔχουμε δηλαδή στήν ἐξουσία,
στή δύναμη, στό νά εἴμαστε ἐμεῖς οἱ κυρίαρχοι στό σπίτι, στήν οἰκογένεια κ.λ.π. Νά ἐπιβαλλόμαστε
στούς ἄλλους, νά ἐπιβάλλουμε τή γνώμη μας στούς ἄλλους. Νά φύγει κι αὐτό τό πνεῦμα.
«Πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας». Τό πνεῦμα τῆς ἀργολογίας, νά λέμε
ἀργούς λόγους, δηλαδή λόγια τά ὁποῖα δέν εἶναι γιά τήν σωτηρία μας, δέν εἶναι λόγια πνευματικά,
εἶναι ἀνέκδοτα, εἶναι λόγια ὑπονοούμενα πολλές φορές, πονηρά, σαρκικά, αἰσχρά, πράγματα πού
δέν θέλει ὁ Θεός, βλάσφημα, ψέματα, ὅλα αὐτά εἶναι ἀργολογία καί εἶναι καί ἁμαρτήματα τῆς
γλώσσας.«Πνεῦμα λοιπόν ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς», μή μοῦ
δώσεις τέτοιο πνεῦμα, μήν ἐπιτρέψεις νά ἔχω τέτοιο πνεῦμα μέσα μου. Αὐτό βέβαια τό πνεῦμα
εἶναι καί δικό μας, εἶναι καί τοῦ πονηροῦ. Ἐγκολπωνόμαστε πολλές φορές δηλαδή τόν πονηρό καί
τόν κάνουμε δικό μας καί ἀναρωτιόμαστε γιατί ὑποφέρουμε. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, ἅμα κάνεις
ὑπακοή στό μαῦρο ἀφεντικό καί ἡ ζωή σου θά γίνει μαύρη μετά. Ὁ μαῦρος εἶναι τό ‘ταγκαλάκι’
καί μετά καί ἡ ζωή μας γίνεται μαύρη. Ἄν ὅμως διώξουμε τό πνεῦμα αὐτό τό κακό, τό πονηρό, μέ
τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τότε καί ἡ ζωή μας γίνεται φωτεινή μέ τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀληθινῆς
χαρᾶς.
Λέει λοιπόν ἡ εὐχή αὐτή τοῦ ἅγίου Ἐφραίμ, πρῶτον, πάρε Θεέ μου αὐτά τά κακά, γιατί ἀπ’ αὐτά τά
κακά τήν ἀργία, τήν ἀμέλεια, τή ραθυμία, τήν τεμπελιά, τήν περιέργεια, τήν ἀργολογία βγαίνουνε
ὅλες οἱ ὑπόλοιπες ἁμαρτίες. Ἄν ψάξουμε λίγο θά δοῦμε, ὅτι κάθε ἁμαρτία ξεκινάει ἀπό τήν
ἀμέλεια. Ἀμελοῦμε τήν προσευχή μας, ἀμελοῦμε τόν ἐκκλησιασμό μας, ἀμελοῦμε τήν
ἐξομολόγηση, ἀμελοῦμε τή μετάνοια, ἀμελοῦμε τόν κανόνα μας, ἀμελοῦμε τήν πνευματική μελέτη
καί μετά ἀρχίζουν ὅλες οἱ ἁμαρτίες.
Γιατί ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος -τοῦ ὁποίου θά δοῦμε σήμερα ἕνα ὡραῖο κείμενό του- ἡ ψυχή
τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σάν ἕνα δωμάτιο κι αὐτό τό δωμάτιο πρέπει πάντα μέ κάτι νά γεμίζει. Ἄν
λοιπόν, λέει, τό γεμίσουμε μέ τό καλό πνεῦμα, μέ τήν ἀγάπη, μέ τήν ταπείνωση, μέ τήν ὑπομονή,
μέ τήν πραότητα, δέν χωράει νά μπεῖ τό κακό, τό πονηρό πνεῦμα, ὁ διάβολος. Ἄν ὅμως ἀδειάσουμε
ἀπό τό καλό, ἔρχεται ἀμέσως τό κακό.
– Ἡ ἀμέλεια τί κάνει;
Μᾶς ἀδειάζει ἀπό τό καλό καί γεμίζει ὁ ἄνθρωπος μέ τό κακό. Γι’ αὐτό χρειάζεται νά
ἀγωνιζόμαστε, νά προσπαθοῦμε συνεχῶς νά γεμίζουμε τόν ἑαυτό μας, τό δωμάτιο τῆς ψυχῆς μας
μέ τό καλό, μέ καλές σκέψεις καί καλές ἐπιθυμίες. Ὁπότε εἶναι ἀπαραίτητο νά προσευχόμαστε, νά
μελετᾶμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, νά μελετᾶμε τούς βίους τῶν ἁγίων, ὥστε τό δωμάτιο τῆς ψυχῆς μας
νά εἶναι γεμάτο πάντα μέ τό καλό, νά μή χωράει τό κακό. Ὅταν ἀμελοῦμε, τότε μπαίνει τό κακό.
96
Νά φύγει λοιπόν παρακαλᾶμε, μέ τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ, τό κακό. Νά φύγει τό κακό πνεῦμα,
ἀλλά δέν εἶναι ἀρκετό μόνο αὐτό. Θυμᾶστε ὅταν μιλήσαμε γιά τή μετάνοια, εἴπαμε ὅτι μετάνοια
εἶναι δύο πράγματα. Πρῶτο, νά φύγουμε ἀπ΄ τό κακό, ἀλλά δεύτερο νά κάνουμε καί τό καλό.
«Ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,15), ὅπως λέει ὁ Δαβίδ, ξέκλινε, φύγε ἀπό
τό κακό καί κάνε τό καλό.
– Ποιό εἶναι τώρα τό καλό;
Λέει στή συνέχεια ἡ εὐχή τοῦ ἅγίου Ἐφραίμ «Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης,
ὑπομονῆς καί ἀγάπης». Βλέπετε, νά τώρα στή θέση ἐκείνων τῶν κακῶν πού εἶπε: τήν ἀμέλεια, τήν
ἀργία, τήν περιέργεια, τή φιλαρχία, τήν ἀργολογία, λέει τώρα νά βάλεις τά καλά.
Τήν σωφροσύνη. Τί θά πεῖ σωφροσύνη; Νά ἔχεις καθαρότητα στήν ψυχή σου, στήν καρδιά σου.
Εἶσαι ἄγαμος; Νά εἶσαι ἁγνός, νά εἶσαι παρθένος, νά εἶσαι καθαρός στή σκέψη καί στό σῶμα.
Εἶσαι ἔγγαμος; Νά ἔχεις πάλι ἁγνότητα, καθαρότητα, σωφροσύνη, νά μήν προδίδεις τόν σύζυγο, τή
σύζυγο, νά εἶναι «ἀμίαντος ἡ κοίτη» (Ἑβρ. 13,4), ὅπως λέμε στό μυστήριο τοῦ Γάμου. Νά μή
μολυνθεῖ ἡ κοίτη. Νά μήν μοιχεύει ὁ ἄνθρωπος. Ὄχι μόνο σωματικά, ἀλλά οὔτε καί πνευματικά,
οὔτε μέ σκέψεις, οὔτε καί μέ βλέμματα.
Πνεῦμα σωφροσύνης, πνεῦμα, μετά, ταπεινοφροσύνης. Πολύ μεγάλη ἀρετή ἡ ταπεινοφροσύνη.
Πνεῦμα ὑπομονῆς καί πνεῦμα ἀγάπης, πού εἶναι τό κορυφαῖο. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ κορυφαία ἀρετή.
Ἀλλά καί ἡ ἀγάπη μαζί μέ τήν ταπείνωση, ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, εἶναι ἡ συχνότητα στήν ὁποία
ἐργάζεται ὁ Θεός. Ἄν θέλουμε νά πιάσουμε ἐπικοινωνία, ἐπαφή μέ τόν Θεό, θά πρέπει νά ἔχουμε κι
ἐμεῖς αὐτή τή συχνότητα μέσα μας.
Σήμερα λοιπόν σκέφτηκα νά ποῦμε γιά τήν ἀγάπη, μέ βάση βέβαια αὐτά πού λέει ὁ ἅγιος
Πορφύριος, γιατί ὑπάρχει καί στήν εὐχή τοῦ ἅγίου Ἐφραίμ καί συνδέεται μ’ αὐτό πού λέει στό
τέλος. Δηλαδή, «Σέ παρακαλῶ Κύριε δῶσ’ μου πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς
καί ἀγάπης, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου». Εἶναι
ἀπόδειξη μεγίστης ἀγάπης τό νά μήν κατακρίνουμε. Νά μήν μειώνουμε δηλαδή τόν ἄλλον μέσα
μας, νά μήν τόν κρίνουμε μέ αὐστηρότητα καί νά μήν τόν καταδικάζουμε.
Ποτέ δέν ἔχουμε ἐμεῖς δικαίωμα νά καταδικάσουμε κανέναν ἄνθρωπο. Ἄλλο τήν πράξη, πού
πάντα, ἄν εἶναι καλή τήν ἐπαινοῦμε ἤ ἄν εἶναι κακή τήν καταδικάζουμε, ἀλλά ποτέ δέν
καταδικάζουμε καί δέν κατακρίνουμε τό πρόσωπο. Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος λοιπόν, μετά ἀπό τό
πνεῦμα τῆς ἀγάπης πού ζητᾶμε, λέει προσέξτε μήν κατακρίνετε γιατί ἡ κατάκριση διώχνει τήν
ἀγάπη. Ἕνας πού κατακρίνει, φυσικά δέν ἀγαπάει. Εἶναι τό ἀντίθετο τῆς ἀγάπης.
Λέει λοιπόν ὁ ἅγιος Πορφύριος, γι’ αὐτό τό θέμα: «Ἡ ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό καλλιεργεῖ τήν
ἀγάπη πρός τόν Θεό». Τώρα πού εἶναι μεγάλη Σαρακοστή, εἶναι μιά καλή εὐκαιρία νά βάλουμε
αὐτό τό καλό θεμέλιο στή ζωή μας, πού λέγεται ἀγάπη καί νά ξέρετε ὅτι ἡ ἀγάπη πάει μαζί μέ τήν
ταπείνωση. Οὐσιαστικά εἶναι σχεδόν ἡ ἴδια ἀρετή. Ἄν κανείς ἔχει ταπείνωση θά βάζει καί τόν
ἀδελφό του μπροστά ἀπ’ αὐτόν, πάνω ἀπ’ αὐτόν. Νά ἡ ἀγάπη! Νά ἡ τιμή! Καί φυσικά ποτέ δέν θά
τόν κατακρίνει.
Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή. Ὁ Κύριος, ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα, μᾶς διέταξε νά
ἀγαπᾶμε. Ποιόν; Πρῶτα τόν ἴδιο τόν Θεό. Νά σᾶς πῶ καί ἕνα περιστατικό: κάποιος Δεσπότης εἶχε
πάει σ’ ἕνα σχολεῖο καί ρωτοῦσε τά παιδάκια –Ποιά εἶναι ἡ πιό μεγάλη, ἡ πιό σπουδαία ἐντολή πού
μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός μας; Καί τί λέγανε τά παιδάκια; –Ἡ πιό μεγάλη καί σπουδαία ἐντολή εἶναι νά
ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Τούς λέει, λάθος κάνετε, ἡ πιό μεγάλη καί σπουδαία ἐντολή δέν εἶναι ν’
ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε τόν Θεό. Ἄν ἀγαπᾶμε τόν Θεό, μετά θά ἀγαπᾶμε
σωστά καί ὁ ἕνας τόν ἄλλον.
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἐπειδή δέν ἀγαπᾶνε τόν Θεό, δέν ἀγαπᾶνε καί ὁ ἕνας τόν ἄλλον ἀληθινά καί
σωστά. Γι’ αὐτό βλέπετε δυό ἄνθρωποι πού κάνουν γάμο, μετά ἀπό λίγο χωρίζουνε καί μπορεῖ νά
97
λένε ὅτι ἐμεῖς ἀγαπιόμαστε τρελά. Ποῦ πάει αὐτή ἡ ἀγάπη μετά ἀπό λίγο καιρό, μετά ἀπό λίγες
μέρες ἐνδεχομένως ἤ λίγους μῆνες; Μπορεῖ νά γίνει καί ἕνα ἀπύθμενο μίσος. Ἄραγε ἦταν σωστή
αὐτή ἡ ἀγάπη πού εἶχαν; Δέν ἦταν σωστή, γιατί ἡ ἀγάπη ἡ σωστή, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος
«οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄Κορ. 13,8). Ποτέ δέν ξεπέφτει, ποτέ δέν σταματάει, ποτέ δέν παύει. Ἄρα
δέν ἦταν σωστή ἀγάπη. Ἦταν μιά ἀγάπη ἀνθρώπινη, ἐμπαθής, ἀτελής. Γιατί συμβαίνει τώρα αὐτό;
Γιατί δέν ἀγαπᾶμε σωστά τόν Θεό. Ἄν ἀγαπήσει κανείς σωστά τόν Θεό, μετά ἀγαπάει σωστά καί
τόν πλησίον.
– Γιά νά τό ποῦμε καί ἀπό τήν ἀρχή, ποιά εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη, ἡ τέλεια ἀγάπη πού θέλει ὁ Θεός
νά ἔχουμε μεταξύ μας;
Εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη, πού τή λέμε, ἀνιδιοτελή. Τί θά πεῖ ἀνιδιοτελής; Ἀγάπη ἡ ὁποία δέν ἐπιδιώκει
τό ἴδιον τέλος, τό ἴδιον ὄφελος. Εἶναι μιά ἀγάπη πού δέν ἐπιδιώκει ἀνταπόδοση. Ἀκόμα καί ὁ γάμος
τί εἶναι ἐν πολλοῖς, νά μήν ποῦμε σχεδόν πάντα; Εἶναι κάτι σάν ἐμπορική πράξη. Τί θά πάρεις ἀπό
τή νύφη, τί προίκα θά πάρεις, τί περιουσία θά δώσεις καί πολλές φορές τά μαλώματα καί τά
χωρίσματα γίνονται γι’ αὐτό τό πράγμα. Ἐνῶ, ἄν ὑπῆρχε ἀνιδιοτελής ἀγάπη, τί θά ἔλεγε ὁ καθένας;
Δέν μέ ἐνδιαφέρει τί θά μοῦ δώσεις. Ἐγώ σέ ἀγαπῶ καί δέν θέλω τίποτα. Τό ἴδιο θά ἔλεγε καί τό
ἄλλο μέλος καί ἔτσι στεριώνει ἡ οἰκογένεια καί δέν καταλύεται ποτέ.
Ἀλλά αὐτό, εἴπαμε, ξεκινάει ἀπό τήν ἀγάπη στόν Θεό. Ἅμα, αὐτοί οἱ δυό πού πρόκειται νά κάνουν
οἰκογένεια, δέν ἔχουν ἀγαπήσει τόν Θεό σωστά, οὔτε καί μεταξύ τους θά ἀγαπηθοῦν ποτέ σωστά
καί κινδυνεύει ἀνά πᾶσα στιγμή ἡ οἰκογένεια νά διαλυθεῖ. Βλέπουμε στίς μέρες μας πῶς ὅλοι ἤ
σχεδόν ὅλοι ἤ πάρα πολλοί, τέλος πάντων, φτάνουν στό διαζύγιο.
Λέει λοιπόν ὁ ἅγιος Πορφύριος: «Ἕνα εἶναι τό ζητούμενο στή ζωή μας, ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία στόν
Χριστό καί ἡ ἀγάπη στούς συνανθρώπους μας». Γιατί οὐσιαστικά αὐτή ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης εἶναι
μία. Φαίνεται πώς εἶναι δύο, μία ἐντολή πρός τόν Θεό, νά ἀγαπᾶμε τόν Θεό καί μία πρός τόν
πλησίον, ἀλλά οὐσιαστικά εἶναι ὅπως ὁ Σταυρός, πού ἔχει δύο κέρατα. Ἔχει τό κάθετο πού δείχνει
πρός τά πάνω πρός τόν Θεό καί τό ὁριζόντιο πρός τόν πλησίον.
Ἔτσι καί ἡ ἀγάπη οὐσιαστικά εἶναι ἕνας Σταυρός καί ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπάει σωστά εἶναι ἕνας
σταυρωμένος ἄνθρωπος. Ἀγαπάει καθέτως τόν Θεό καί ὁριζοντίως ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ἡ
ζωή του εἶναι σταυρική, γι’ αὐτό εἶναι καί ἀναστάσιμη. Ἀπό τόν Σταυρό πᾶμε στήν Ἀνάσταση. Ἄν
δέν ἔχουμε Σταυρό, δέν μποροῦμε νά πᾶμε στήν Ἀνάσταση.
Οἱ ἄνθρωποι σήμερα θέλουν νά πᾶνε κατευθείαν στήν Ἀνάσταση, ἀλλά δέν γίνεται, ἄν δέν
σταυρωθοῦμε. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἕνας σταυρός. Ἡ ἀγάπη εἶναι θυσία, ἡ ἀληθινή ἀγάπη. Γιατί, ὅταν
δέν ζητᾶς τό συμφέρον σου, μπορεῖ καί ὁ ἄλλος νά σέ ἐκμεταλλευτεῖ, νά σέ ἀδικήσει, ἀλλά αὐτό
γιά τό ὁποῖο ἀδικήθηκες, θά τό πάρεις πολλαπλάσιο ἀπό τόν Θεό,.
Τό σπουδαιότερο λοιπόν πράγμα πού ἔχει νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτό: νά ἀγαπήσει πρῶτα τόν
Θεό καί μετά τούς συνανθρώπους του.
«Νά εἴμαστε ὅλοι ἕνα μέ κεφαλή τόν Χριστό». Αὐτό πραγματοποεῖται μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία.
Δέν μποροῦμε νά γίνουμε ἕνα μόνοι μας ἤ νά συμφωνήσουμε, ἄς ποῦμε στήν οἰκογένεια, κατά
κάποιο τρόπο μεταξύ μας. Ποιά εἶναι ἡ ἐπιτυχία στήν οἰκογένεια; Πότε εἶναι ἐπιτυχημένη μιά
οἰκογένεια; Ὅταν ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα γίνουν ἕνα. Ἁπλῶς ἕνα σῶμα; Ὄχι. Νά γίνουν μιά ψυχή;
Οὔτε αὐτό. Ἀλλά νά γίνουν ἕνα πνεῦμα. Δηλαδή ὅ,τι θέλει ὁ ἕνας, νά θέλει καί ὁ ἄλλος. Νά
ταυτιστοῦνε τά θελήματά τους. Ἀλλά αὐτό δέν μπορεῖ νά συμβεῖ ἄν δέν ζοῦνε μέσα στήν Ἐκκλησία
σωστά, ἐκεῖ δηλαδή ὅπου ὑπάρχει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν λοιπόν ζοῦνε σωστά στήν Ἐκκλησία καί ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος θά θέλουνε αὐτό πού θέλει ὁ
Χριστός, ὁπότε ἔχουν τό ἴδιο θέλημα. Οὔτε τσακωμοί ὑπάρχουν τότε, οὔτε διαφωνίες, οὔτε πικρίες,
οὔτε στεναχώριες, οὔτε χωρισμοί. Αὐτό λοιπόν τό καταφέρνουμε μέ τόν Χριστό. Μπαίνουμε στό
σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ἔχει κεφαλή τόν Χριστό. Γι’ αὐτό λέει ὁ ἅγιος, αὐτό
98
εἶναι τό σπουδαῖο νά γίνουμε ἕνα, ὄχι μόνο μέσα στήν οἰκογένεια, ἀλλά καί μέσα στήν ἐνορία καί
μέσα στό χωριό καί μέσα στήν πόλη καί μέσα σ’ ὅλη τήν Ἑλλάδα καί μέσα σ’ ὅλη τήν Ὀρθοδοξία.
Καί αὐτό γίνεται ὅταν ζήσουμε σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, τότε γινόμαστε ἕνα σῶμα.
Ἔχετε ἀκούσει τήν ἔκφραση πού λέμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἐμεῖς
εἴμαστε μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Πότε ὅμως εἴμαστε μέλη; Ὅταν πραγματικά ἀγαπᾶμε τόν
Χριστό καί ἀγαπιόμαστε καί μεταξύ μας ἐξαιτίας τοῦ Χριστοῦ καί διά τοῦ Χριστοῦ. Μέ τή χάρη
τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι ἰδιοτελῶς, ἀπό συμφέρον νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Χωρίς νά ζητᾶμε
ἀνταπόδοση, χωρίς νά ζητᾶμε κάτι ἀπό τόν ἄλλον, νά τόν ἀγαπᾶμε. Αὐτή εἶναι ἡ τέλεια ἀγάπη.
«Ἔτσι μόνο θ’ ἀποκτήσομε τήν χάρη, τόν οὐρανό, τήν αἰώνια ζωή», λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος. Ἡ
ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό καλλιεργεῖ τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό». Κοιτᾶξτε τώρα κάτι πολύ σημαντικό.
Πῶς θά ἀγαπήσουμε τόν Θεό πού δέν τόν βλέπουμε; Εἶναι δύσκολο. Γιά τόν λόγο αὐτό λέει καί ὁ
νόμος τοῦ Θεοῦ: θά ἀγαπήσεις τόν ἀδελφό σου, θά κάνεις προσπάθεια νά ἀγαπήσεις τόν διπλανό
σου καί θά φτάσεις καί στήν τέλεια ἀγάπη πρός τόν Θεό, μέ τήν προϋπόθεση ὅτι θά ἔχεις στόν νοῦ
σου καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.
Ξεκινᾶμε ἀπό τήν ἀγάπη στόν Θεό, πού σημαίνει ὅτι προσπαθοῦμε νά τηρήσουμε τίς ἐντολές. Τί
εἶπε ὁ Χριστός μας; Ἐκεῖνος εἶναι πού μέ ἀγαπάει, πού ἔχει τίς ἐντολές μου καί τίς τηρεῖ (Ἰω.
14,21). Καί ποιά εἶναι ἡ ἐντολή μου; Πρῶτα-πρῶτα νά ἀγαπήσω τόν ἀδελφό μου. Ἀγαπᾶμε λοιπόν
τόν ἀδελφό μας, ἐπειδή ὅμως μᾶς τό λέει ὁ Χριστός καί σιγά-σιγά φτάνουμε καί στήν τέλεια ἀγάπη
πρός τόν Θεό.
«Εἴμαστε εὐτυχισμένοι, ὅταν ἀγαπήσομε ὅλους τούς ἀνθρώπους μυστικά». Γιατί βλέπετε πολλές
φορές θέλουμε νά δείχνουμε τήν ἀγάπη μας ἐξωτερικά. Κι αὐτό καλό εἶναι, ἀλλά ἀκόμα καλύτερο
εἶναι νά τό κάνουμε μυστικά. Νά τούς ἀγαπᾶμε ὅλους, χωρίς νά τό δείχνουμε ἰδιαίτερα. Θά μοῦ
πεῖτε πῶς μπορεῖ νά γίνει αὐτό; Ἕνας τρόπος νά τούς ἀγαπήσουμε ὅλους, εἶναι νά προσευχόμαστε
γιά ὅλους. Αὐτός εἶναι ὁ πιό ἀποτελεσματικός τρόπος.
Πολλές φορές μέσα στήν οἰκογένεια ὑπάρχει μιά ὄχι καλή ἀτμόσφαιρα. Γιατί; Γιατί μέσα μας,
μυστικά, δέν ἔχουμε καλούς λογισμούς ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο. Ὁ ἄνδρας γιά τήν γυναίκα, ἡ γυναίκα
γιά τόν ἄνδρα. Μπορεῖ νά μή μιλᾶνε ἐξωτερικά, νά μή λένε τίποτα, ἀλλά νά ἔχουν κακούς
λογισμούς. Γιά παράδειγμα, λέει ἡ γυναίκα ‘κοίταξέ τον δέν ἐνδιαφέρεται γιά μένα, φεύγει ὅλη τήν
ἡμέρα, πάω νά συζητήσω δέν δέχεται, δέν μέ ἀκούει, δέν συζητᾶμε καθόλου, δέν μέ καταλαβαίνει’.
Μπορεῖ νά μή λέει τίποτα ἐξωτερικά, ἀλλά ἐπειδή ἔχει τέτοιους κακούς λογισμούς μέσα της, αὐτό
ἐπηρεάζει καί τόν σύζυγο. Τό καταλαβαίνει ἡ ψυχή του. Ἡ κάθε ψυχή καταλαβαίνει πῶς εἶναι
διατεθιμένη ἡ ἄλλη ἀπέναντί της. Ὁπότε σκέφτεται καί ἐκεῖνος ‘Τί νά κάνω μ’ αὐτήν τήν γυναίκα
πού ἔμπλεξα, ἄς πάω στό καφενεῖο’ καί τήν ἀφήνει. Τί γίνεται μετά; Μεγαλώνει τό χάσμα καί δέν
γίνεται τίποτα.
Ἄν λοιπόν ἡ γυναίκα θέλει νά κερδίσει τόν ἄνδρα -μπορεῖ νά γίνεται καί τό ἀνάποδο, δέν ἔχω κάτι
μέ τίς γυναῖκες, ἁπλῶς λέω κάτι πού συμβαίνει μερικές φορές- θά πρέπει πρῶτα νά κάνει μέσα της
διόρθωση. Ὄχι ἁπλῶς ἐξωτερικά νά δείξει ἀγάπη, ἀλλά καί μέσα της νά ἔχει καλούς λογισμούς. Νά
πεῖ ‘τόν καημένο κοίταξε κουράζεται ὅλη μέρα γιά μᾶς, νά τοῦ δείξω λίγη ἀγάπη, νά κάνω
προσευχή, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ βοήθησε τόν σύζυγό μου’.
Ὅταν, λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, κάνεις προσευχή, τόν ἄλλον τόν χαϊδεύεις πνευματικά καί τόν
ζεσταίνεις καί ἔρχεται κοντά σου γιατί ἀναπαύεται. Κι ὁ ἴδιος καλά-καλά δέν ξέρει γιατί ἔρχεται.
Θέλεις λοιπόν νά κερδίσεις τόν σύζυγό σου; Ἔτσι θά τόν κερδίσεις. Κάνε προσευχή καί θά ἔρχεται
κοντά σου ἀπό τή ζέστη τήν πνευματική καί τήν ἀνάπαυση καί δέν θά ξέρει κι αὐτός τί ἀκριβῶς
συμβαίνει. Ὄχι ὅπως κάποιες τρισάθλιες οἱ καημένες πού πᾶνε στούς μάγους γιά νά ἑλκύσουν τήν
ἀγάπη τοῦ ἄνδρα τους. Ἀντί νά πᾶνε δηλαδή στόν Θεό νά κάνουν προσευχή, πᾶνε στόν διάβολο καί
τί κάνει ὁ διάβολος; Τούς χωρίζει. Τούς ὁδηγεῖ στό διαζύγιο, γιατί ὁ διάβολος ποτέ δέν θέλει οἱ
ἄνθρωποι νά εἶναι ἑνωμένοι καί οἱ οἰκογένειες νά εἶναι ἀγαπημένες.
99
Κατά τόν ἴδιο τρόπο, ὅπως εἴπαμε στήν οἰκογένεια, πρέπει νά γίνει καί στήν ἐργασία καί στήν
ἐνορία καί ὁπουδήποτε εἶναι ὁ καθένας. Γιατί καί στήν ἐργασία δέν ἔχουμε προβλήματα; Πῶς θά
φτιάξουν οἱ ἐργασιακές σχέσεις; Πάλι μέ τή μυστική προσευχή. Μέ τόν νά ἀγαπήσουμε μυστικά
τούς ἄλλους, ἀκόμα κι ἄν δέν μᾶς ἀγαπᾶνε. Ὁ ἄλλος θά ἑλκυστεῖ καί θά ἔρχεται κοντά μας, ὅπως
εἴπαμε, καί δέν θά ξέρει γιατί ἔρχεται. Θά νιώθει ὡραῖα. Ἐνῶ ὅταν ἔχουμε κακούς λογισμούς,
ξέρετε τί γίνεται; Τόν ἀπωθοῦμε τόν ἄλλον, τόν διώχνουμε. Καί λέει ἡ γυναίκα –Γιατί ἔφυγε ὁ
ἄνδρας ἀπό τό σπίτι; Δέν μ’ ἀγαπάει. Ἐσύ τόν ἀγαπᾶς μέ τούς κακούς λογισμούς πού ἔχεις μέσα
σου γι’ αὐτόν; Τόν διώχνεις μέ τούς λογισμούς κακούς πού κάνεις.
Ἄν ἐμεῖς ἀγαπήσουμε τούς ἄλλους, θά νιώθουμε πώς ὅλοι μᾶς ἀγαποῦν, θά νιώθουμε καί τήν
ἀγάπη τῶν ἄλλων. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος γιά τόν ἑαυτό του: «Ὁ μαθητής ὅν ἠγάπα ὁ
᾿Ιησοῦς» (Ἰω. 21,7). Δέν λέει «ἐγώ» ἀπό ταπείνωση. Ἀλλά εἶναι αὐτός. Θά πεῖς: ‘Μόνο αὐτόν
ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς, τόν Ἰωάννη; Δέν τούς ἀγαποῦσε ὅλους τούς Ἀποστόλους’; Ὅλους τούς
ἀγαποῦσε καί τόν Ἰούδα τόν ἀγαποῦσε. Ἀλλά ὁ Ἰωάννης αἰσθανόταν πιό πολύ τήν ἀγάπη τοῦ
Χριστοῦ, γιατί ὁ ἴδιος τόν ἀγαποῦσε περισσότερο ἀπ’ τούς ἄλλους.
Ὅταν λοιπόν κι ἐμεῖς ἀγαπᾶμε τούς ἄλλους, αἰσθανόμαστε καί τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων. Κανείς δέν
μπορεῖ νά φτάσει στόν Θεό, ἄν δέν περάσει ἀπ’ τούς ἀνθρώπους. Γιατί «ὁ μή ἀγαπῶν τόν ἀδελφόν
ὅν ἐώρακε, τόν Θεόν ὅν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν;» (Α΄ Ἰω. 4,20), λέει ὁ μαθητής τῆς
ἀγάπης, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Μέ ἁπλά λόγια, αὐτός πού δέν ἀγαπάει τόν ἀδελφό του πού
τόν βλέπει, τόν γείτονά του, τόν σύζυγό του, τήν σύζυγό του, τό παιδί του, τήν πεθερά του, τόν
πεθερό του, πού τόν βλέπει κάθε μέρα, τόν Θεό πού δέν βλέπει, πῶς γίνεται νά Τόν ἀγαπήσει;
Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι δέν εἶναι; Πολλοί μέ ρωτᾶνε τώρα γιά τούς
λαθρομετανάστες. ‘Τί νά κάνουμε, πάτερ, νά τούς βοηθήσουμε; Αὐτοί εἶναι ἀλλόθρησκοι, εἶναι
μουσουλμάνοι, εἶναι μέ κακές διαθέσεις..’. Μπορεῖ κάποιοι… Σίγουρα ὄχι ὅλοι. Ἀλλά τί μᾶς εἶπε ὁ
Θεός; Ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι δηλαδή σάν νά βλέπεις τόν Χριστό. Τί
λέει στό Εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως; «Ξένος ἤμην καί συνηγάγετέ με» (Ματθ. 15,35), στούς δίκαιους
ἔ; Στούς ἄδικους τί λέει; Ἦμουν ξένος καί δέν μέ ἐπισκεφθήκατε, δέν μέ πήρατε στό σπίτι σας.
Βλέπετε; Ἑπομένως καί σ’ αὐτούς πρέπει νά δείξουμε ἀγάπη. Δέν λέω νά μήν προσέχουμε τό σπίτι
μας. Θά τό προσέχουμε καί τούς συγγενεῖς μας καί τά πάντα. Δέν θά κοιμόμαστε μέ τά τσαρούχια,
πού ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Παΐσιος γιατί ὑπάρχουν καί κάποιοι ἐνδεχομένως πού δέν ἔχουν καλές
διαθέσεις, ἀλλά ὑπάρχουν καί ἄλλοι πού εἶναι θύματα. Δέ μποροῦμε νά τούς ἀφήσουμε νά
πεθάνουν. Θά προσέχουμε, ἀλλά συγχρόνως θά δείξουμε τήν χριστιανική ἀγάπη, ἡ ὁποία
ἀγκαλιάζει τούς πάντες, ὄχι μόνο τούς χριστιανούς.
Βέβαια ἀπ’ τήν ἄλλη δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι πρέπει πάνω ἀπ’ ὅλα νά προσέχουμε τούς
ὀρθόδοξους. Θά προσέχουμε καί τούς ἄλλους, θά τούς ἀγαπᾶμε, ἀλλά πρῶτα λέει ὁ Ἀπόστολος
(Γαλ. 6,10) θά φροντίσεις τούς δικούς σου ἀνθρώπους. Ἔτσι λοιπόν, ἄν δέν ἀγαπήσουμε τούς
ἀδελφούς μας, δέ μποροῦμε ν΄ ἀγαπήσουμε τόν Θεό.
«Ν’ ἀγαπᾶμε, νά θυσιαζόμαστε γιά ὅλους ἀνιδιοτελῶς, χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση». Αὐτή εἶναι
ἡ τέλεια ἀγάπη, ἡ ἀνιδιοτελής. Νά μή ζητᾶμε ἀνταπόδοση. Ὅταν ζητᾶς ἀνταπόδοση, δέν ἔχεις
ἀγάπη. Ἀσκεῖς ἕνα ἐμπόριο. Ρωτάει, ἄς ποῦμε, ὁ ἕνας τόν ἄλλον στήν οἰκογένεια, τά μέλη, οἱ
σύζυγοι: ‘Μ’ ἀγαπᾶς;’. Δέν πρέπει νά ζητᾶς ἀπ’ τόν ἄλλον. Ἐσύ νά ρωτήσεις τόν ἑαυτό σου ‘Τήν
ἀγαπῶ;’, ‘Τόν ἀγαπῶ;’, αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἐρώτηση. Ὅταν ρωτᾶς τόν ἄλλον, φανερώνεις ὅτι
ζητᾶς κάτι ἀπό αὐτόν. Ἐνῶ ἡ σωστή, ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη δέν ζητάει τίποτα ἀπ’ τόν ἄλλον. Μόνο
δίνει. Γι’ αὐτό τί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; «Ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄Κορ. 13,5). Δέν
ζητᾶ τό δικό του συμφέρον αὐτός πού ἀγαπάει ἀληθινά, ζητάει μόνο τό συμφέρον τοῦ ἄλλου. Λέει
πάλι ὡραῖα ὁ Ἀπόστολος «μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος» (Α΄Κορ. 10,24).
Νά γιατί δέν πετυχαίνει ἡ οἰκογένεια, καταλάβατε; Γιατί ὁ καθένας ζητάει τό συμφέρον του καί ὄχι
τό συμφέρον τοῦ ἄλλου.
Μπορεῖ νά ἀγαπᾶνε ὁ ἕνας τόν ἄλλον -νά λέει ὅτι τόν ἀγαπάει- ἀλλά θέλει καί τήν ἀνταπόκριση.
100
Δέν εἶναι σωστή ἀγάπη αὐτή. Ἡ σωστή ἀγάπη δέν ζητάει ἀνταπόκριση. Θά πεῖτε: ‘Πολύ ὑψηλά
πράγματα μᾶς λές πάτερ, πολύ δύσκολα. Ἐμεῖς παντρευτήκαμε γιά νά ἔχουμε ἕνα στήριγμα, γιά νά
ἔχουμε κάποιον νά ἀκουμπήσουμε’. Σᾶς λέω τό τέλειο, γιά νά ξέρετε ποῦ πρέπει νά φτάσουμε. Νά
τά ξεπεράσουμε αὐτά σιγά-σιγά, γιατί δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ζητάει ἀνθρώπινα στηρίγματα.
Τί λέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ; «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ἐλπίζων ἐπ᾿ ἄνθρωπον» (Ἱερ. 17,5). Φοβερός
λόγος ἔ; Ἀπό τόν προφήτη Ἱερεμία στήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα, πρό Χριστοῦ. Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ
τό γράφει, καταραμένος αὐτός πού ἐλπίζει σέ ἄνθρωπο, σέ ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο. Δέν λέει νά
ἐλπίζεις στόν σύζυγό σου, στή σύζυγό σου. Σέ κανέναν νά μήν ἐλπίζεις ἀπό ἀνθρώπους, γιατί
γίνεσαι καταραμένος. Τί θά πεῖ καταραμένος; Χωρισμένος ἀπό τόν Θεό. Μετά δέν ἔχεις τόν Θεό
βοηθό. Χάνεις τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ποιός εἶναι εὐλογημένος; Αὐτός πού ἐλπίζει στόν Θεό.
Οὔτε ἀκόμα νά ἐλπίζεις καί στά μπράτσα σου. «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ἐλπίζων ἐπ᾿ ἄνθρωπον ἤ
στηρίζει βραχίονα αὐτοῦ» (Ἱερ. 17,5) ἤ στηρίζεται στούς βραχίονές του, στά μπράτσα του. Κι
αὐτός καταραμένος εἶναι. Βλέπετε σήμερα πόσο λάθος διδάσκουμε τά παιδιά νά ἔχουν
αὐτοπεποίθηση, νά πιστεύουν στά μπράτσα τους, στή δύναμή τους, στά πτυχία τους, στίς γνώσεις
τους; Τελείως λάθος. Τά κάνουμε καταραμένα τά παιδιά, δηλαδή χωρισμένα ἀπό τόν Θεό. Μετά
φυσικά ποῦ νά πατήσουν τά παιδιά στήν Ἐκκλησία! Πῶς νά γίνουν καλά παιδιά; Βλέπετε τί βασικά
λάθη κάνουμε;
Θά πρέπει λοιπόν νά μάθουμε αὐτή τήν ἀνιδιοτέλεια γιά νά πετύχουμε στή σχέση μας μέ τόν
ἄλλον, τόν ὁποιοδήποτε ἄλλον, τόν γείτονα, τόν σύζυγο, τό παιδί. Καί τό παιδί ἀκόμα. Δέν πρέπει
νά ἔχεις στό πίσω μέρος τοῦ μυαλοῦ σου ‘Ἐντάξει, κάτι θά δῶ καί ’γώ ἀπό τό παιδί μου στό
μέλλον’. Μπορεῖ νά μή δεῖς τίποτα. Νά μή ζητᾶς νά δεῖς κάτι ἀπό τό παιδί σου, ἀνταπόδοση
δηλαδή. Τίποτα. Νά ζητᾶς μόνο τόν Θεό. Τί λέει ὁ Χριστός; «Ζητᾶτε μόνο τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ
καί τή δικαιοσύνη καί ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς τά δώσω Ἐγώ» (Ματθ. 6,33). Μήν τά ζητᾶτε ἀπό
ἀνθρώπους.
Τό τονίζω αὐτό γιατί ἐκεῖ εἶναι πού κάνουμε λάθος καί γινόμαστε δυστυχισμένοι. Γιατί ἔχουμε
μέσα μας θελήματα. Θέλουμε τόν ἄλλον νά μᾶς ἀγαπήσει ἤ τέλος πάντων νά ἀνταποκριθεῖ στήν
ἀγάπη μας ἤ ἐπιτέλους νά μᾶς ἀφήσει ἥσυχους. Ὄχι νά μήν θέλεις τίποτα, νά θέλεις μόνο αὐτό πού
θέλει ὁ Θεός. Νά ζητᾶς τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, τήν ἀρετή, τό καλό, τόν
Θεό, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τίποτα ἄλλο. Ὁπότε δέν θά ἔχεις αἰτία νά στενοχωριέσαι μέ τίποτα.
Ἐσύ νά δίνεις ἀγάπη σέ ὅλους. Δέν θά ζητᾶς ἀνταπόδοση καί δέν θά στενοχωριέσαι, ἄν ὁ ἄλλος δέν
θά σοῦ δίνει.
Θά πεῖ κανείς: Γιατί νά κοπιάζω τότε καί νά δίνω ἀγάπη; Γιά τόν Θεό! Γιατί θά τήν πάρεις τήν
ἀνταπόδοση χιλιοπλάσια ἀπό τόν Θεό. Δοκιμᾶστε το καί θά δεῖτε. Δεῖξτε ἀγάπη χωρίς νά ζητᾶτε
ἀνταπόδοση καί νά χαίρεστε νά μή σᾶς λένε οὔτε εὐχαριστῶ. Δέν πειράζει. Θά τό πάρετε ἀπό τόν
Θεό πολλαπλάσιο. Ἐνῶ ἅμα ζητᾶς τήν ἀνταπόδοση, τή χάνεις ἀπό τόν Θεό. Θά ἀκούσεις
«ἀπέλαβες τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου» (Λουκ. 16,25). Ἀπόλαυσες, ὅπως εἶπε θυμᾶστε σέ ἐκεῖνον
τόν πλούσιο, πού δέν ἐλεοῦσε τόν Λάζαρο καί ἔλεγε –Καλά γιά μένα μιά σταγόνα νεράκι δέν ἔχει;
Τοῦ λέει –Τά πῆρες ὅλα στή γῆ. Τί ζητᾶς τώρα ἀπό μένα; Γι’ αὐτό, ἄς μή ζητᾶμε ἀνταπόδοση στήν
ἀγάπη μας. Τή χάνουμε μετά ἀπό τόν Θεό. Χάνουμε τόν μισθό μας ἀπό τόν Θεό. Δέ μᾶς συμφέρει.
«Ν’ ἀγαπᾶμε, νά θυσιαζόμαστε γιά ὅλους» χωρίς διακρίσεις. Κι αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, νά μήν
κάνουμε διακρίσεις στήν ἀγάπη μας. Εἴπαμε προηγουμένως γιά τούς λαθρομετανάστες κλπ, νά μήν
κάνουμε διακρίσεις. Ἀγάπη σέ ὅλους. Μά καί στούς ἐχθρούς καί σ’ αὐτούς πού μᾶς
ἐκμεταλλεύονται; Καί σ’ αὐτούς. Ἀγάπη «χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση». Προσέξτε τί λέει τώρα,
εἶναι πολύ σημαντικό. «Τότε ἰσορροπεῖ ὁ ἄνθρωπος». Ἰσορροπεῖ ψυχικά, ψυχολογικά, πνευματικά,
ὑπαρξιακά. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος, ὄχι ἁπλῶς ν’ ἀγαπάει, νά γίνει ἀγάπη. Ὄχι ἁπλῶς
νά ἔχει ἀγάπη, νά γίνει ἀγάπη. Νά εἶναι ὅλος ἀγάπη. Ὅπως εἶναι ὁ Χριστός μας. «Ὁ Θεός ἀγάπη
ἐστίν» (Α΄ Ἰω. 4,8). Καί ἐμεῖς εἴμαστε φτιαγμένοι, ἔχουμε μέσα μας -ἄς τό ποῦμε ἔτσι- τήν
προοπτική καί τήν ἐντολή νά μοιάσουμε στόν Θεό. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί ἐμεῖς
101
πρέπει νά εἴμαστε ἀγάπη, νά γίνουμε ἀγάπη, ἄν θέλουμε νά σωθοῦμε, νά μοιάσουμε στόν Θεό.
Τότε ἰσορροποῦμε.
Ἄν δέν ἔχουμε ἀγάπη, ξέρετε τί παθαίνουμε; Ἀρρωσταίνουμε. Ὄχι μόνο πνευματικά καί ψυχικά,
ἁμαρτάνουμε, ἀλλά καί σωματικά ἀρρωσταίνουμε. Παρατηρῆστε το στόν ἑαυτό
σας. Ἀρρωσταίνουμε ὅταν μᾶς πιάσει μιά κακία, μᾶς πιάσει ἕνας θυμός, μᾶς πιάσει μιά μεγάλη
στενοχώρια.
Γνωρίζετε ὅτι ἡ στενοχώρια εἶναι ἁμαρτία; Ἁμαρτία εἶναι ἡ στενοχώρια. Ἄλλο θλίψις καί ἄλλο
στενοχώρια. Λέει ὁ ἀπόστολος «θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι» (Β΄Κορ. 4,8). Ποιά εἶναι ἡ
διαφορά; Θλίψις εἶναι κάτι πού ἔρχεται ἀπ’ ἔξω. Νά τώρα ἔχουμε κάποια οἰκονομική δυσκολία,
ἐνδεχομένως κάποιοι ἔχουν. Ἰσως χρωστᾶμε, παθαίνουμε ἕνα ἀτύχημα. Εἶναι μιά θλίψις. Ἄλλο
αὐτό καί ἄλλο ἡ στενοχώρια. Ὅταν θά τοποθετηθοῦμε σωστά, δέν θά στενοχωρεθοῦμε. Θά ποῦμε
γιατί μᾶς ἦρθε αὐτό; Σίγουρα εἶναι γιά τό καλό μας.
Ὁ Θεός δέν δίνει ποτέ κακό. Ποτέ δέν δίνει κακά πράγματα ὁ Θεός. Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαράδεκτο
αὐτό πού λένε μερικοί –Γιατί Θεέ μου σέ μένα, τί κακό σοῦ ἔκανα; Γιατί μοῦ ἔδωσες αὐτό τό κακό;
Δέν ὑπάρχει κακό. Ὁ Θεός δέν δίνει ποτέ κακό. Τό μόνο κακό ξέρετε ποιό εἶναι; Αὐτό πού κάνουμε
ἐμεῖς, ὅταν ἁμαρτάνουμε. Αὐτό εἶναι τό κακό. Τά ἄλλα πού ἔρχονται ἀπ’ ἔξω εἶναι καλά. Ὁπότε
δέν στενοχωριόμαστε, ὅταν τοποθετηθοῦμε ἔτσι. Γι’ αὐτό λέει ὁ ἀπόστολος «θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ
στενοχωρούμενοι». Ὅταν ὅμως στενοχωριέσαι, σημαίνει ὅτι δέν ἔχεις τοποθετηθεῖ σωστά ἀπέναντι
στόν Θεό, ὅτι τά βάζεις μέ τόν Θεό. Κατακρίνεις.
Παρατηρῆστε μετά ὅταν τό πάθουμε αὐτό, κρυολογοῦμε. Θά τό δεῖτε στήν πράξη. Γιατί;
Ἑρμηνεύεται αὐτό καί ἰατρικά. Ὅταν κανείς μέσα του στενοχωριέται, στρεσάρεται, δέν δουλεύει
σωστά τό ἐνδοκρινικό σύστημα. Οἱ ὁρμόνες πού βγάζουμε μέσα μας ἀπό τούς ἐνδοκρινεῖς ἀδένες
δέν λειτουργοῦν σωστά, δέν ἰσορροποῦν. Δέν λειτουργεῖ σωστά τό ἐνδοκρινικό σύστημα,
δημιουργοῦνται ἀνωμαλίες στόν ὀργανισμό, πέφτουν τά ἀντισώματα, ἡ ἄμυνα τοῦ ὀργανισμοῦ καί
τά μικρόβια μᾶς ἐπιτίθενται καί ἀρρωσταίνουμε. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικός,
ψυχοσωματική ἑνότητα. Ἅμα ἡ ψυχή ἀρρωστήσει, ἀρρωσταίνει καί τό σῶμα. Ἡ στενοχώρια εἶναι
μιά ἀρρώστια τῆς ψυχῆς. Κι ἅμα κανείς ἐπιμένει νά στενοχωριέται, φτάνει καί στήν κατάθλιψη, σέ
πολύ βαριές καταστάσεις καί φτάνει καί μέχρι τήν ἀνισορροπία καί μέχρι τήν τρέλα ἀκόμα. Δέν
λέμε αὐτός εἶναι ἀνισόρροπος;
Ξέρετε τί λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος; Λέει ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ὑπερήφανος, ἀπό τήν
πολλή ὑπερηφάνεια φτάνει στήν ἔκσταση τῶν φρενῶν, στήν τρέλα δηλαδή. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, ὄχι
ὅλοι βέβαια, παίζει ρόλο καί ἡ κληρονομικότητα, ἀλλά πολλοί ἄνθρωποι ἀπό τήν μεγάλη τους
ὑπερηφάνεια καί τόν μεγάλο ἐγωισμό φτάνουν στήν τρέλα. Ἐνῶ ἡ ψυχική καί σωματική ὑγεία τοῦ
ἀνθρώπου ποιά εἶναι; Ἡ ταπείνωση καί ἡ ἀγάπη. Νά πού τό λέει ἐδῶ ὁ ἅγιος, ὅταν ἀγαπᾶμε, τότε
ἰσορροποῦμε. Ἕνας ἄνθρωπος πού δέν ἀγαπάει πρῶτα τόν Θεό καί μετά τούς ἄλλους ἀνιδιοτελῶς,
γίνεται ἀνισόρροπος, προβληματικός καί γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τούς ἄλλους.
«Μιά ἀγάπη πού ζητάει ἀνταπόδοση εἶναι ἰδιοτελής». Δέν εἶναι σωστή ἀγάπη. «Δέν εἶναι γνήσια,
καθαρή, ἀκραιφνής. Νά τούς ἀγαπᾶτε καί νά τούς συμπονᾶτε ὅλους. ‘’Καί εἴτε πάσχει ἕν μέλος,
συμπάσχει πάντα τά μέλη’’ (Α΄Κορ. 12,26)». Εἴπαμε εἴμαστε ὅλοι μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ,
κομμάτια δηλαδή καί ὅταν στό σῶμα σου πονάει ἕνα μέλος, πονάει τό χέρι, συμπάσχει ὅλο τό
σῶμα. Ὑποφέρει ὅλος ὁ ἄνθρωπος. Ἔτσι καί μέσα στήν Ἐκκλησία καί μέσα στήν ἐνορία, καί μέσα
στήν οἰκογένεια, ὅταν ζοῦμε τήν σωστή ἀγάπη, τήν ἀνιδιοτελή, ὅταν ἕνας πάσχει, συμπάσχουν καί
οἱ ἄλλοι, δέν χαίρονται, λυποῦνται καί οἱ ἄλλοι καί προσπαθοῦν νά τόν βοηθήσουν.
‘’Ὑμεῖς δέ ἐστε μέλη Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους’’. Ἐσεῖς λέει, ὁ καθένας ἀπό μᾶς, εἴμαστε
κομμάτια τοῦ Χριστοῦ. Γιατί εἴπαμε ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ καθένας μας εἶναι
ἕνα μέλος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ὁ καθένας μας εἶναι κομμάτι τοῦ ἄλλου. Νά τί ὡραῖο πράγμα
εἶναι ἡ Ἐκκλησία ὅταν ζοῦμε τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ζοῦμε τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη.
102
– Ποῦ ὑπάρχει μοναξιά;
Στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει μοναξιά. Στήν Ἐκκλησία ζοῦμε ὅλοι μαζί. Ζοῦμε αὐτό τό μυστήριο,
καθένας νιώθει κομμάτι τοῦ Χριστοῦ καί κομμάτι τοῦ ἄλλου. Ὁ ἕνας εἶναι κομμάτι τοῦ ἄλλου καί ὁ
ἕνας ζεῖ γιά τόν ἄλλον, γιά χάρη τοῦ ἄλλου. Πότε ὅμως; Ὅταν ζοῦμε αὐτή τήν ἀγάπη τήν
ἀνιδιοτελή. Ὄχι ὅταν ζοῦμε τήν ἰδιοτελή, δηλαδή κοιτᾶμε νά πάρουμε ἀπ’ τόν ἄλλον. Ὄχι. Ὅταν
κοιτᾶμε μόνο νά δώσουμε, χωρίς νά πάρουμε τίποτα.
Ὁ Θεός ἔτσι μᾶς ἀγαπάει. Μᾶς εὐεργετεῖ ὅλους χωρίς νά ζητάει ἀνταπόδοση. «Βρέχει ἐπί δικαίους
καί ἀδίκους» (Ματθ. 5,45). Δέν λέει «ὁ κυρ-Κώστας δέν μ’ ἀγαπάει, μέ βλαστημάει, δέν θά βρέξω
στό χωράφι του». Ὄχι, βρέχει καί στοῦ κυρ-Κώστα τό χωράφι παρόλο πού ἐκεῖνος ἀνταποδίδει
στόν Θεό βλασφημίες, ἀντί εὐχαριστία καί οὔτε πατάει ποτέ στήν Ἐκκλησία νά πεῖ ἕνα εὐχαριστῶ.
Οὔτε ποτέ πῆγε νά ἐξομολογηθεῖ καί νά κοινωνήσει. Κι ἐκεῖνον τόν ἐλεεῖ ὁ Θεός. Βλέπετε, δέν
κοιτάει τί Τοῦ ἀνταποδίδουμε. Ἀλλοίμονο ἄν κοιτοῦσε αὐτό ὁ Θεός. Αὐτή εἶναι ἡ ἀνιδιοτελής
ἀγάπη. Ἔτσι καί ἐμεῖς νά ἀγαπᾶμε ὅλους, χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση γιατί τότε μοιάζουμε στόν
Θεό.
«Αὐτό εἶναι Ἐκκλησία. Ἐγώ, ἐσύ, αὐτός, ὁ ἄλλος νά αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε μέλη Χριστοῦ, ὅτι
εἴμαστε ἕνα. Ἡ φιλαυτία εἶναι ἐγωισμός». Αὐτό πού λένε κατεξοχήν σήμερα –Πρόσεχε τόν ἑαυτό
σου, τό λένε καί λαϊκά –Κοίτα τήν πάρτη σου. Τί μέ νοιάζει ὁ ἄλλος; Αὐτό εἶναι φιλαυτία καί ἡ
φιλαυτία εἶναι ἐγωισμός. Καί αὐτό τί σέ κάνει; Σέ χωρίζει ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν
Ἐκκλησία, σέ χωρίζει καί ἀπό τόν Χριστό. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι δυστυχισμένος γιατί πλέον δέν
κάνει αὐτά γιά τά ὁποῖα πλάστηκε. Δέν ἐργάζεται δηλαδή στήν κατεύθυνση τοῦ καθ’ ὁμοίωσην.
Δέν μοιάζει στόν Θεό. Ὁ φίλαυτος καί ὁ ἐγωιστής κάνει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού λέει ὁ
Θεός: νά γίνουμε ἀγάπη. Ὁ φίλαυτος νοιάζεται μόνο γιά τόν ἑαυτό του.
«Νά μή ζητᾶμε, ‘ἐγώ νά σταθῶ, ἐγώ νώ πάω στόν Παράδεισο’, ἀλλά νά νιώθομε γιά ὅλους αὐτή
τήν ἀγάπη. Καταλάβατε; Αὐτό εἶναι ταπείνωση». Κι ἀκόμα-ἀκόμα νά λέμε καλύτερα νά πάει ὁ
ἄλλος στόν Παράδεισο, παρά ἐγώ. Αὐτό λέγανε οἱ ἅγιοι. Αὐτό εἶναι πολύ μεγάλη ἀγάπη. Ἔλεγε ὁ
ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, πού ἦταν μιά χαρά στό Ἅγιο Ὄρος, στήν ἡσυχία του, δεκαπέντε χρόνια
καί.. καί λέει ἄκουσα τήν κραυγή τῶν ἀδελφῶν μου πού χάνονται στόν κόσμο καί εἶπα ‘Θά βγῶ νά
τούς βοηθήσω. Ἄς χαθῶ ἐγώ, νά σωθοῦν οἱ ἀδελφοί μου’. Δέν χάθηκε βέβαια κι αὐτός, γιατί ὅταν
νοιάζεσαι γιά τή σωτηρία τοῦ ἄλλου, σώζεσαι κι ἐσύ. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, ὅλοι εἴμαστε κομμάτια ὁ
ἕνας τοῦ ἄλλου. Ὅταν λοιπόν φροντίζεις τόν ἄλλον, τόν ἑαυτό σου φροντίζεις, γιατί ὁ ἕνας εἶναι
κομμάτι τοῦ ἄλλου. Ἐνῶ, ὅταν πεῖς θά κοιτάξω μόνο τόν ἑαυτό μου, οὔτε τόν ἑαυτό σου φροντίζεις
σωστά. Χάνεις καί τόν ἑαυτό σου. Αὐτός εἶναι ὁ ἐγωιστής. Ὄχι μόνο δέν προσφέρει τίποτα στόν
ἄλλον, ἀλλά καί τόν ἑαυτό του τόν καταστρέφει.
Ὅταν λοιπόν ζητᾶμε νά μπεῖ κι ὁ ἄλλος στόν Παράδεισο καί πιό πολύ νά νοιαζόμαστε γιά τόν
ἄλλον, γιά νά μήν πῶ ἀποκλειστικά νά νοιαζόμαστε γιά τόν ἄλλον, τότε μπαίνουμε κι ἐμεῖς στόν
Παράδεισο. Αὐτό λέει ὁ ἅγιος εἶναι καί ταπείνωση. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ταπείνωση νά νιώθουμε
γιά ὅλους αὐτή τήν ἀγάπη. Νά τούς κάνουμε τούς ἄλλους πρώτους, νά τούς βάζουμε μπροστά τούς
ἄλλους. Ἀκόμα καί στό θέμα τῆς σωτηρίας. Νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄλλοι καί τελευταῖος καί ἐγώ.
«Ἔτσι, ἄν ζοῦμε ἑνωμένοι, θά εἴμαστε μακάριοι, θά ζοῦμε στόν Παράδεισο. Ὁ κάθε διπλανός μας,
ὁ κάθε πλησίον μας εἶναι ‘’σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μας’’ (Ἐφ. 5,30)», δέν εἶναι; Εἶναι. Εἶναι ἕνα σχῆμα
λόγου, μιά ὡραία παρομοίωση; Ὄχι. Εἶναι ἀλήθεια, εἶναι πραγματικότητα. Γιατί ὅλοι δέν ἔχουμε
τήν ἴδια σάρκα; Ὅλοι δέν εἴμαστε παιδιά τοῦ ἑνός Ἀδάμ καί τῆς Εὔας; Ὅλοι παιδιά τοῦ Ἀδάμ καί
τῆς Εὔας εἴμαστε. Ἄρα καί κατά σάρκα εἴμαστε ἀδέλφια. Ἔχουμε τήν ἴδια σάρκα ἀφοῦ ἔχουμε τόν
ἴδιο γεννήτορα τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα. Ἀλλά μέσα στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ἀκόμα περισσότερο
ἀδέλφια, γιατί ἔχουμε καί τήν Σάρκα τοῦ Χριστοῦ πού κοινωνοῦμε.
Γι’ αὐτό λέει ὁ ἅγιος –καί τό παίρνει βέβαια αὐτό ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο στήν Ἁγία Γραφή- ὅτι
ὁ καθένας εἶναι σάρκα τοῦ ἄλλου. Σάρκα μας εἶναι ὁ καθένας. «Μπορῶ νά ἀδιαφορήσω γι’ αὐτόν;
103
Μπορῶ νά τόν πικράνω; Μπορῶ νά τόν μισήσω; Αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο μυστήριο τῆς
Ἐκκλησίας μας». Ὅταν νιώσουμε ἔτσι, δέν μποροῦμε νά μισήσουμε τόν ἄλλον.
«Νά γίνομε ὅλοι ἕνα ἐν Θεῷ. Ἂν αὐτό κάνομε, γινόμαστε δικοί Του». Λέμε πολλές φορές καί μέ
ρωτᾶνε οἱ ἄνθρωποι πῶς θά γίνουμε τοῦ Θεοῦ;
– Πῶς θά ἀγαπήσουμε τόν Θεό;
Εἶναι πολύ ἁπλό. Νά ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου. Νά νιώσεις ἕνα μέ τόν ἄλλον. Νά μήν τόν
νιώσεις τόν ἄλλον ὡς ἀπειλή, ὡς ἐχθρό, ὡς ἐπίβουλο. Νά τόν νιώσεις σάρκα ἀπό τήν σάρκα σου κι
ὅπως νοιάζεσαι γιά τόν ἑαυτό σου νά νοιάζεσαι γιά τόν ἄλλον καί ἀκόμα περισσότερο.
Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός μας: «νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς» (Ἰω. 15,12).
Ὅπως Ἐγώ σᾶς ἀγάπησα, ἔτσι νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον.
– Πῶς μᾶς ἀγάπησε ὁ Χριστός;
Μᾶς ἀγάπησε ἄχρι θανάτου. Μέχρι θανάτου. Δηλαδή πέθανε γιά μᾶς. Ἔφτασε ἀπό τήν πολλή του
ἀγάπη νά πεθάνει γιά μᾶς. Τέτοια ἀγάπη, λέει, νά ἔχετε καί μεταξύ σας. Νά φτάνετε δηλαδή στό
σημεῖο ἀκόμα καί νά εἶστε ἔτοιμοι νά πεθάνετε γιά τόν ἄλλον. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη.
– Βλέπετε πόσο μακριά εἴμαστε ἀπό αὐτό πού ζητάει ὁ Χριστός;
«Τίποτα καλύτερο δέν ὑπάρχει ἀπ’ αὐτή τήν ἑνότητα. Αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Αὐτό εἶναι ἡ
Ὀρθοδοξία. Αὐτό εἶναι ὁ Παράδεισος». Νά νιώσουμε ἕνα μέ ὅλους. «Ἂς διαβάσομε ἀπ’ τόν
Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη τήν Ἀρχιερατική Προσευχή. Προσέξτε τούς στίχους: ‘’ἵνα ὦσιν ἕν, καθώς
ἡμεῖς’’ (Ἰω. 17,11)». Παρακαλάει ὁ Χριστός τόν Θεό-Πατέρα γιά μᾶς καί τί λέει; «Πατέρα μου,
τούς ἔδωσα ἐγώ τή Χάρη, πού μοῦ ἔδωσες Ἐσύ ἐμένα, ὡς ἀνθρώπου γιά νά εἶναι ἕνα, ὅπως καί
ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα». Ὁ Πατέρας μέ τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἕνα καί ἔτσι θέλει νά εἴμαστε
καί μεταξύ μας οἱ ἄνθρωποι.
«…ἵνα πάντες ἕν ὦσι, καθώς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί…», ὅπως Ἐσύ εἶσαι μέσα μου καί
Ἐγώ εἶμαι μέσα σου, ἔτσι θέλω καί οἱ ἄνθρωποι ὁ ἕνας νά εἶναι μέσα στόν ἄλλον, νά ζεῖ γιά τόν
ἄλλον δηλαδή.
«…ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν», γιά νά εἶναι ὅλοι τέλειοι καί νά εἶναι ὅλοι ἕνα. «… ἵνᾳ ὅπου εἰμί
ἐγώ κἀκεῖνοι ὦσι μετ’ ἐμοῦ», ἔτσι ὥστε ὅπου εἶμαι Ἐγώ καί ἐκεῖνοι νά εἶναι μαζί Μου.
– Βλέπετε ὁ Χριστός πόσο μᾶς ἀγαπάει;
Ὁ Χριστός εἶναι πάνω στόν θρόνο του, στόν Παράδεισο, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί λέει «Πατέρα
μου θέλω καί τά παιδιά σου, πού εἶναι καί δικά μου παιδιά, νά εἶναι μαζί μου». Νά εἶναι δηλαδή
στόν θρόνο του.
– Θά μᾶς βάλει δηλαδή ὁ Χριστός νά καθίσουμε πάνω στόν θρόνο του;
Ναί, τό λέει στήν Ἀποκάλυψη. «Σ’ αὐτόν πού θά νικήσει, θά τοῦ δώσω νά καθίσει στόν θρόνο μου»
(Ἀποκ. 3,21). Βλέπετε πόσο μᾶς ἀγαπάει ὁ Χριστός; Μᾶς κάνει θεούς δηλαδή. Θέλει νά μᾶς κάνει
θεούς, νά βασιλεύουμε μαζί Του.
«Βλέπετε; Τό λέει καί τό ξαναλέει. Τονίζει τήν ἑνότητα. Νά εἴμαστε ὅλοι ἕνα, ἕνα μέ κεφαλή τόν
Χριστό! Ὅπως ἕνα εἶναι ὁ Χριστός μέ τόν Πατέρα. Ἐδῶ κρύβεται τό μεγαλύτερο βάθος τοῦ
μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας μας». Ἐδῶ καταλαβαίνουμε τί σημαίνει Ἐκκλησία καί ποιός εἶναι ὁ
ρόλος τῆς Ἐκκλησίας.
– Τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία;
Εἶναι ἕνα μουσεῖο; Εἶναι κάτι τοῦ παρελθόντος; Ὄχι. Εἶναι ἕνα μέρος γιά νά βρεθοῦμε, νά ποῦμε
πῶς περάσαμε τήν ἑβδομάδα ἤ νά πιοῦμε ἕναν καφέ μετά ἐνδεχομένως ἤ νά κάνουμε καί κάποιες
προσευχές στόν Θεό; Οὔτε αὐτό εἶναι μόνο. Ἀλλά εἶναι κυρίως νά ἀποβάλλουμε τήν φιλαυτία μας,
104
τόν ἐγωισμό μας, εἶναι ὁ χῶρος πού θά ἀγαπηθοῦμε ἀληθινά, ἀνιδιοτελῶς, χωρίς νά ζητᾶμε
ἀνταπόδοση ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο πού θεραπευόμαστε.
«Καμία θρησκεία δέν λέγει κάτι τέτοιο», γιατί ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες δέν εἶναι ἀληθινές, εἶναι
ψεύτικες. Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία σώζει τόν ἄνθρωπο. «Κανείς δέν ζητάει αὐτή τή λεπτότητα πού
ζητάει ὁ Χριστός, νά γίνομε ὅλοι ἕνα σύν Χριστῷ. Ἐκεῖ βρίσκεται τό πλήρωμα. Σ’ αὐτή τήν
ἑνότητα, σ’ αὐτή τήν ἀγάπη, τήν ἐν Χριστῷ. Καμία διάσπαση ἐκεῖ δέν χωράει, κανείς φόβος. Οὔτε
θάνατος, οὔτε διάβολος, οὔτε κόλαση». Θά πεῖς δέν ὑπάρχουν αὐτά; Ὑπάρχουν. Ἀλλά γιά τούς
ἀνθρώπους πού ζοῦν αὐτό τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, τό μυστήριο τῆς ἑνότητας, πού γίνονται ἕνα
μεταξύ τους καί μέ τόν Χριστό, εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχει ὁ διάβολος καί ἡ κόλαση. Δέν ὑπάρχει
φόβος, δέν ὑπάρχει θάνατος γιά τούς ἀνθρώπους πού ζοῦνε ἔτσι ἕνα μέ τόν Χριστό καί μεταξύ
τους.
«Μόνο ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, λατρεία Θεοῦ. Μπορεῖς νά φθάσεις νά λέεις τότε μέ τόν Ἀπόστολο
Παῦλο: ‘’Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός’’ (Γαλ. 2,20)».
– Θά μοῦ πεῖτε πῶς θά φτάσουμε σ’ αὐτό τό ὡραῖο πράγμα;
Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ ἅγιος. «Μποροῦμε πολύ εὔκολα νά φτάσουμε σ’ αὐτό τό σημεῖο». Νά μή
ζοῦμε ἐμεῖς δηλαδή, ἀλλά νά ζεῖ ὁ Χριστός μέσα μας. «Χρειάζεται ἀγαθή προαίρεση». Τί θά πεῖ
ἀγαθή προαίρεση; Καλή διάθεση, καλή προαίρεση. «Κι ὁ Θεός εἶναι ἕτοιμος νά ἔλθει μέσα μας».
Νά πᾶμε δηλαδή μέ μιά καλή διάθεση στόν Θεό. Βλέπετε πῶς πάει ἕνα παιδάκι; Δέν βάζει δεύτερο
λογισμό, ἐμπιστεύεται. Ἔτσι ἁπλά σάν τά παιδάκια νά πᾶμε στόν Θεό. Νά ποῦμε ‘Θεέ μου εἶσαι
πατέρας μας, πές μας τί θέλεις νά κάνουμε, νά τό κάνουμε’. Μέ τέτοια διάθεση νά πᾶμε στόν Θεό
κι ὁ Θεός εἶναι ἕτοιμος νά ἔλθει μέσα μας.
«Κρούει τήν θύραν» (Ἀποκ. 3,20), χτυπάει τήν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας καί «καινά ποιεῖ πάντα»
(Ἀποκ. 21,5) καί τά κάνει ὅλα καινούρια, ὅπως λέγει στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου.
«Μεταβάλλεται ἡ σκέψη μας, ἀπαλλάσσεται ἀπό τήν κακία, γίνεται πιό καλή, πιό ἁγία, πιό
εὔστροφη». Ὅλος ὁ ἄνθρωπος ἀλλάζει, ὅταν μπεῖ μέσα στόν Χριστό καί ὁ Χριστός μέσα του.
«Ἄν, ὅμως, δέν ἀνοίξομε τοῦ κρούοντας τήν θύραν», ἐνῶ ὁ Χριστός μᾶς χτυπάει, μᾶς λέει τώρα
λόγου χάρη εἶναι Μεγάλη Σαρακοστή, νά πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς καί ἐμεῖς κάνουμε τόν κουφό ἤ
λέμε ‘ἔχω καιρό, θά πάω’ καί περνάει ἡ Σαρακοστή, ἔρχεται καί τό Πάσχα καί λέμε ‘Πάλι δέν
ἐξομολογήθηκα κι αὐτό τό Πάσχα, πέρασε κι αὐτή ἡ Σαρακοστή’. Ἀπό τό θά πάω, ἔχω καιρό, ὁ
διάβολος μᾶς φτάνει μέχρι τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς μας καί εἴμαστε ἀνέτοιμοι νά πᾶμε στόν
Θεό. Ὄχι ἔτσι. Χτυπάει ὁ Χριστός τήν πόρτα; Ἀμέσως νά ἀνοίξουμε. Τώρα θά πάω, ὄχι αὔριο.
Τώρα καί νά ἐξομολογηθῶ καί νά βάλω τόν Χριστό μέσα μου.
«Ἄν δέν εἴμαστε ἄξιοί Του, τότε δέν μπαίνει στήν καρδιά μας».
– Πότε γινόμαστε ἄξιοί Του;
Λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος ὅταν «ἀποθάνομε κατά τόν παλαιό ἄνθρωπο», πεθάνουμε ὡς πρός τήν
ἁμαρτία, πεθάνουμε ὡς πρός τά πάθη, νεκρωθοῦμε ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο.
Ἐξομολογηθοῦμε, μετανοήσουμε καί πάψουμε τό κακό, τήν ἁμαρτία. Αὐτό θέλει ὁ Θεός. Ὄχι
ἁπλῶς νά ποῦμε τίς ἁμαρτίες μας καί μετά ἀμέσως νά τίς ξανακάνουμε, ἀλλά νά πάρουμε ἀπόφαση
νά μήν τίς ξανακάνουμε ποτέ. Καλύτερα νά πεθάνουμε, παρά νά τίς ξανακάνουμε. Κατέκρινα, δέν
θά ξανακατακρίνω ποτέ. Κουτσομπόλεψα, ποτέ ξανά. Εἶπα ψέματα, δέν ξαναλέω. Αὐτό θά πεῖ
μετάνοια. Αὐτό θά πεῖ νέκρωση τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου, τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου πού ἔχουμε μέσα
μας. Τότε γινόμαστε ἄξιοι, τότε ἔρχεται ὁ Χριστός μέσα μας, ἐνῶ, ἄν λέμε ‘ἐντάξει δέν πειράζει καί
λίγο ἁμαρτία’, δέν εἴμαστε ἄξιοι τοῦ Χριστοῦ, δέν μπορεῖ νά ἔρθει ὁ Χριστός μέσα μας.
Ἀκόμα κι ἄν κοινωνήσουμε δέν θά ἔχουμε ὠφέλεια γιατί δέν ὑπάρχει τόπος μέσα μας νά μείνει ὁ
Χριστός. Φεύγει ἐπειδή ὑπάρχει ἁμαρτία, ἔστω καί λίγη. Ὅταν πεθάνουμε ὡς πρός τόν παλαιό
ἄνθρωπο, τότε δέν θά πεθάνουμε ποτέ. Θά πεῖτε βιολογικά ὅλοι πεθαίνουνε. Ἄλλο τό βιολογικά καί
105
ἄλλο τό πνευματικά. Πνευματικά δέν θά πεθάνουμε ποτέ καί θά ζοῦμε τόν Πάραδεισο ἀπό τώρα.
«Τότε θά ζοῦμε ἐν Χριστῷ ἐνσωματωμένοι μέ ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι θά ἔλθει ἡ θεία
χάρις. Καί ἅμα θά ἔλθει ἡ χάρις, θά μᾶς τά δώσει ὅλα. Στό Ἅγιον Ὅρος εἶδα κάποτε κάτι πού μοῦ
ἄρεσε πολύ. Μέσα σέ μία βάρκα στή θάλασσα μοναχοί κρατοῦσαν διάφορα ἱερά ἀντικείμενα».
Ἅγια λείψανα, σταυρούς… «Καταγόταν ὁ καθένας ἀπό διαφορετικό τόπο, ἐν τούτοις ἔλεγαν, ‘αὐτό
εἶναι δικό μας’ καί ὄχι ‘δικό μου’. Αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἑνότητας ἔ; Τό δικό μου καί τό δικό σου
χαλάει τήν ἑνότητα καί μέσα στήν οἰκογένεια, παντοῦ, αὐτή ἡ ἰδιοτέλεια, νά κοιτᾶμε τό συμφέρον
μας.
Οἱ πρῶτοι χριστιανοί τά εἶχαν ὅλα κοινά. Ἄν πᾶτε σέ ἕνα μοναστήρι, πού κρατάει τή ζωή τῶν
πρώτων χριστιανῶν, τά ἔχουν ὅλα κοινα. Δέν λένε τό ‘δικό μου’. Τό ‘δικό μας’. Τί ὡραῖο πράγμα
εἶναι αὐτό! Ἔτσι καί ἡ οἰκογένεια πρέπει νά εἶναι ἕνα μικρό μοναστηράκι. Νά μή λέει ὁ ἄντρας τό
δικό μου, ἡ γυναίκα το δικό μου. Τότε εἶναι ἀποτυχημένη ἡ οἰκογένεια, δέν ὑπάρχει ἑνότητα. Τό
δικό μας. Αὐτό τό πνεῦμα ἄν περάσει καί στήν ἐνορία, ἀδελφονόμαστε ὅλοι. Νά τά θεωροῦμε ὅλα
δικά μας καί τά τοῦ ἄλλου δικά μας καί τά δικά μας τοῦ ἄλλου. Νά ἔχουμε αὐτό τό πνεῦμα τό
ἑνωτικό. Αὐτό εἶναι τό ὀρθόδοξο πνεῦμα, τό ἐκκλησιαστικό καί αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἑνότητα.
Ἄς σταματήσουμε ἐδῶ γιατί συμπληρώθηκε ὁ χρόνος. Τό θέμα τῆς ἀγάπης εἶναι τεράστιο καί
πολύπλευρο. Σήμερα εἴπαμε πιό πολύ γιά τήν ἀνιδιοτέλεια, πού εἶναι τό βασικό χαρακτηριστικό
τῆς σωστῆς ἀγάπης καί πήραμε ἀφορμή ἀπό τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Ἑφραίμ, πού παρακαλᾶμε τόν Θεό
τή μεγάλη Σαρακοστή νά μᾶς δώσει αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης. Λίγο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ
ξεδιαλύναμε τί θά πεῖ ἀγάπη, γιατί σήμερα ὑπάρχει μεγάλο μπέρδεμα καί σ’ αὐτό τό θέμα καί
μπερδεύονται οἱ ἄνθρωποι καί λένε ὅτι κάνουν πολλά πράγματα ἀπό ἀγάπη. Ἀλλά πολλές φορές
δέν εἶναι σωστή ἡ ἀγάπη, εἶναι ἄρρωστη ἀγάπη. Μιλήσαμε γιά τή σωστή ἀγάπη, γιά νά μποροῦμε
νά διακρίνουμε τά πράγματα.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Νά σᾶς πῶ, τό ‘θλίβω’ καί τό ‘συν-θλίβω’ εἶναι κάτι πού ἔρχεται καί μᾶς πιέζει ἀπ’ ἔξω.
Μᾶς συνθλίβει…. μιά κατάσταση ἐξωτερική, εἴπαμε, μιά οἰκονομική δυσπραγία, ἕνα ἀτύχημα, μιά
ἀσθένεια, ἕνας θάνατος, ἕνα πρόβλημα οἰκογενειακό. Εἶναι κάτι πού ἔρχεται ἀπ’ ἔξω, δέν τό
προκαλοῦμε ἐμεῖς.
Ὅταν ἁμαρτάνουμε πάλι ἔρχονται θλίψεις, ἀλλά ἐκεῖ φταῖμε κι ἐμεῖς. Νά προσπαθοῦμε νά μήν
ἁμαρτάνουμε.
Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα πού ἔρχονται θλίψεις λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας; Εἶναι ἔνας
γαστρίμαργος, λαίμαργος, τρώει, τρώει, τρώει, γίνεται ἑκατόν πενήντα κιλά καί μετά παθαίνει
ἔμφραγμα. Ποιός φταίει; Δέν φταίει ὁ ἴδιος; Γιατί ἡ γαστριμαργία καί ἡ λαιμαργία τί εἶναι; Ἁμαρτία
εἶναι.
Ἀλλά ἔρχεται κάτι ἄλλο πού δέν φταῖς ἐσύ. Θά πεῖς ἄν ψάξουμε λίγο, θά δοῦμε ὅτι λίγο-πολύ
φταῖμε σέ πολλά. Ἀλλα τέλος πάντων ἔρχεται κάτι ἀπ’ ἔξω πού φαινομενικά ἐμεῖς δέν φταῖμε.
Λοιπόν ἐκεῖ δέν πρέπει νά στενοχωρηθοῦμε. Γιά τίς ἁμαρτίες μας πρέπει λίγο νά στενοχωρηθοῦμε,
ἀλλά πάλι ὄχι ὑπερβολικά καί τό ἐκμεταλλευτεῖ ὁ διάβολος καί μᾶς ρίξει στήν ἀπελπισία. Ἀκόμα κι
ὅταν ἁμαρτάνουμε καί αὐτό μᾶς φέρνει θλίψεις, ἄς μήν στενοχωριόμαστε γιατί καί τότε ὁ Θεός δέν
παύει νά μᾶς ἀγαπάει, παρόλο πού ἁμαρτάνουμε. Κάναμε λάθος, κάθε μέρα κάνουμε πολλά λάθη
καί πολλές ἁμαρτίες, ὡστόσο δέν πρέπει νά στενοχωριόμαστε καί νά πέφτουμε σέ ἀπόγνωση καί
ἀπελπισία, ἀλλά νά μετανοοῦμε. Θά λυπούμαστε γιά τό σφάλμα καί τή ζημιά πού προκαλοῦμε στόν
ἑαυτό μας καί στούς ἄλλους μέ τίς ἁμαρτίες μας.
Οἱ θλίψεις ἔρχονται εἴτε φταῖμε, εἴτε ἐξ’ ἰδίας ὑπαιτιότητος δηλαδή, εἴτε δέν φταῖμε. Τίς
ἀντιμετωπίζουμε μέ πίστη στόν Θεό καί λέμε, ἄν εἶναι κάτι πού δέν φταῖμε, τό ἔδωσε ὁ Θεός
106
σίγουρα γιά νά μᾶς βοηθήσει νά μετανοήσουμε, νά ἐξαλείψουμε κάποιες ἁμαρτίες.
Ἔρχεται κάποιος μᾶς ἀδικεῖ. Εἶναι μιά θλίψη. Μή στενοχωρηθεῖς. Ἔρχεται ἕνας καί σέ κλέβει καί
λές –Γιατί νά μέ κλέψει τώρα; Ἐγώ τά εἶχα αὐτά τά χρήματα, εἶχα κάνει αὐτά τά ὄνειρα νά τά
ἐπενδύσω κάπου… Λάθος κι αὐτό. Δέν πρέπει νά κάνουμε ὄνειρα, νά τά ἀφήνουμε ὅλα στόν Θεό.
Γιά σκέψου πόσες ἁμαρτίες ἔχεις κι ἐσύ στόν Θεό; Πόσους ἀνθρώπους ἔχεις ἀδικήσει χωρίς νά τό
καταλάβεις; Μήπως νά πεῖς ‘Θεέ μου, συγχώρεσέ μου αὐτά πού ἐγώ δέν ἔχω βρεῖ ἀκόμα τά λάθη
καί ἐγώ συγχωράω αὐτόν τόν κλέφτη. Ἄς τά πάρει δέν πειράζει γιά τίς δικές μου ἁμαρτίες πού εἶναι
πολύ περισσότερες’. Θά στενοχωρεθεῖς; Θά χαρεῖς κιόλας γιατί μέσω αὐτῆς τῆς πράξης πού
συγχωρᾶς τόν κλέφτη, σοῦ συγχωροῦνται ἕνα σωρό χειρότερες ἁμαρτίες καί βαρύτερες πού ἔχεις
κάνει ἐσύ, πού ἐνδεχομένως δέν τίς ἔχεις ἐντοπίσει κιόλας.
Βλέπετε ἡ σωστή ἀντιμετώπιση; Ἐνῶ ὁ κοσμικός ἄνθρωπος πού δέν τά βλέπει πνευματικά, θά πεῖ
-συγνώμη- ἀλλά τό λένε: ‘Νά τά δώσει στούς γιατρούς’, πού εἶναι κατάρα. Φοβερή ἁμαρτία. Ἀντί
νά χαρεῖ καί νά πεῖ τί καλά μέ ἀδίκησε, θά μοῦ σβήσει ὁ Θεός κάποιες ἁμαρτίες καί μένα. Νά τοῦ
δώσει ὁ Θεός ὅλα τά καλά τοῦ κλέφτη.
Ξέρετε τί λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος; Καί ἀπό αὐτά πού σοῦ ἄφησε ὁ κλέφτης -ἄν σοῦ
ἄφησε τίποτα- δῶσε ἐλεημοσύνη, γιά νά σκάσει ὁ διάβολος. Νά μή στενοχωρηθεῖς. Γιατί ὅλα καί
τά χρυσάφια καί τά χρήματα τί εἶναι; Τίποτα δέν εἶναι. Αὔριο πεθαίνουμε πού πᾶνε καί τό χρυσάφι
καί ὅλα αὐτά πού στενοχωριόμαστε καί τά κληρονομικά; Στά χέρια κάποιου ἄλλου. Κι αὐτός πάλι
γιά λίγα χρόνια θά τά ἔχει κι ἄν θά τά ἔχει γιά χρόνια, μπορεῖ καί γιά μῆνες καί γιά μέρες καί μετά
σέ κάποιον ἄλλον.
Γιατί νά στενοχωριόμαστε καί νά πάσχουμε γι’ αὐτά καί νά χωριζόμαστε γι’ αὐτά; Πόσοι συγγενεῖς
δέν μιλᾶνε μεταξύ τους γιά τέτοια μάταια πράγματα, γιά κληρονομικά. Μέ ἀδίκησε, λέει καί δέν
μπορῶ νά τόν συγχωρέσω. Ἐσύ δέν ἔχεις ἀδικήσει; Γιά ψάξου λίγο νά δεῖς, πόσους ἔχεις ἀδικήσει
καί πόσους ἔχεις ἀδικήσει χωρίς νά τό καταλάβεις;
– Δέν τό λές τό Πάτερ ἡμῶν;
Τό λές. «Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Στήν πράξη;
Δέν ἀφήνουμε στούς ὀφειλέτες, ὁπότε μετά θά σοῦ πεῖ καί ὁ Θεός καί Ἐγώ δέν στά ἀφήνω. Στά
ζητάω ὅλα. Δέν μᾶς συμφέρει καθόλου. Ξέρετε κάποτε ἕνας μοναχός πῆγε σ’ ἕνα Γέροντα
καταστενοχωρημένος καί τοῦ λέει:
– Γέροντα ἔχω ἕνα τεράστιο πρόβλημα.
– Τί πρόβλημα ἔχεις ἀδελφέ μου;
– Νά κοίταξε, ἔχω ἕναν γείτονα πού μοῦ ἔκανε αὐτό κι αὐτό… μέ ἀδίκησε, μοῦ καταπάτησε τό
χωράφι, τό κτηματάκι πού εἶχα ἐκεῖ καί στό τέλος μάλιστα προσπάθησε καί νά μέ σκοτώσει.
– Τί λές;
– Ναί καί τώρα εἶμαι στό δρόμο γιά τό δικαστήριο. Θά πάω νά τόν καταγγείλω.
– Ἐσύ ξέρεις, τοῦ λέει ὁ Γέροντας.
– Ὄχι Γέροντα, λέει, πρέπει νά πάω γιά νά βάλει μυαλό. Θά πάω νά τόν καταγγείλω.
– Καλά, λέει. Ἄς κάνουμε μιά προσευχή πρίν φύγεις.
– Νά κάνουμε Γέροντα, λέει. Τί νά κάνουμε;
– Νά ποῦμε τό Πάτερ ἡμῶν.
Ἄρχισε λοιπόν ὁ Γέροντας κι ἔλεγε Πάτερ ἡμῶν…. καί ὅταν ἔφτασε ἐκεῖ πού λέει «ἄφες ἡμῖν τά
ὀφειλήματα», λέει καί μή ἀφήσεις ἡμῖν τά ὀφελήματα ἡμῶν ὡς καί ἡμεῖς οὐκ ἀφίεμεν τοῖς
ὀφειλέταις ἡμῶν. Λέει τότε ὁ μοναχός:
107
– Γέροντα ὄχι, λάθος τό λές.
– Ὄχι λέει δέν τό λέω λάθος, σωστά τό λέω. Αὐτό δέν θά κάνεις τώρα; Αὐτό θά κάνεις. Δέν τοῦ
ἀφήνεις τά ὀφειλήματα καί τί νά ποῦμε στόν Θεό νά ἀφήσει τά δικά μας, ἀφοῦ ἐμεῖς δέν τά
ἀφήνουμε στόν ἄλλον;
– Ἄ, λέει, Γέροντα ἔχεις δίκαιο. Θά πάω καί θά τοῦ πῶ νά ἔχει ὅλα τά καλά καί δέν θά τόν
καταγγείλω.
Καταλάβατε; Τό πῆρε τό μάθημα. Ἐμεῖς τό παίρνουμε τό μάθημα; Ἡ μεγάλη Σαρακοστή νά μᾶς
δώσει ἀφορμή νά τό πάρουμε. Λοιπόν θλιβόμενοι ἀλλ’ οὐ στενοχωρούμενοι. Πότε γίνεται αὐτό;
Πότε τό καταφέρνουμε; Ὅταν τά δοῦμε ὅλα ἔτσι πνευματικά, ὄχι κοσμικά καί ὑλιστικά.
Πνευματικά νά τά βλέπουμε ὅλα τά γεγονότα καί νά τά ἑρμηνεύουμε.
Ἔρχεται μιά ἀρρώστια. Θά σκεφτεῖς γιά νά μοῦ τή δώσει ὁ Θεός τήν ἀρρώστια, ἔχω ἀνεξόφλητες
ἁμαρτίες, ἔχω ἔλλειμα στήν ἄσκησή μου, ἔχω ἔλλειμα στήν μετάνοιά μου καί ὁ Θεός θέλει αὐτό τό
ἔλλειμα νά μοῦ τό καλύψει.
– Πῶς λένε οἱ Ἅγιοι ὅτι καθαριζόμαστε ἀπό τίς ἁμαρτίες;
Μέ τήν κακοπάθεια καί τήν ταπείνωση. Ὅσο κακοπαθοῦμε, ὅσο νηστεύουμε, ὅσο ἀγρυπνοῦμε
κ.λ.π. καί ὅσο ταπεινωνόμαστε, σβήνουμε ἁμαρτίες. Ἄν ὅμως δέν φτάνουν οἱ κόποι πού κάνουμε
γιά τίς ἁμαρτίες μας, δέ φτάνει ἡ νηστεία μας, εἴμαστε χαλαροί, δέν φτάνει ἡ ἀγρυπνία μας, δέν
φτάνουν οἱ ἄλλοι κόποι πού κάνουμε, ἔρχεται νά μᾶς βοηθήσει ὁ Θεός μέ μιά ἀρρώστια. Κάνουμε
δηλαδή τόν κανόνα μας μέ τίς ἀρρώστιες.
Ὁπότε ὄχι μόνο μή στενοχωριέστε, νά χαίρεστε, γιατί ὁ Θεός κάνοντας ὑπομονή στήν ἀρρώστια,
συμπληρώνει τήν ἄσκησή μας. Συμπληρώνει δηλαδή τήν κάθαρσή μας. Μᾶς καθαρίζει. Ἄν θέλεις
νά μήν ἀρρωσταίνεις, νά μήν ἔχεις πολλές τέτοιες ἀκούσιες θλίψεις, ὅπως τίς λέμε, νά κάνεις
ἑκούσιες. Νά κάνεις μετάνοιες, νά κάνεις νηστεία, νά ἀγαπήσεις τόν κόπο τόν σωματικό, νά
ἐξυπηρετεῖς τούς ἄλλους, νά κάνεις ἔργα ἀγάπης, πού ἔχουν κόπο καί θυσία, ὁπότε μετά θά δεῖς ὅτι
ὁ κανόνας πού ἔρχεται ἀπό τόν Θεό εἶναι πολύ μικρός.
Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἐπειδή ἔκανε πολύ ἄσκηση, δέν ἀρρώστησε ποτέ στήν ζωή του. Θά πεῖτε τόσο
πεζά εἶναι τά πράγματα; Τόσο μαθηματικά; Ναί!
Ὑπάρχει μιά ἰσορροπία λένε οἱ ἅγιοι. Ὅσο κανείς κάνει ἑκούσιους κόπους, μέ τή θέλησή του
δηλαδή -γιά τόν Θεό ὅμως- δέν μᾶς ἔρχονται οἱ ἀκούσιες θλίψεις, ἐκεῖνες δηλαδή πού δέν τίς
θέλουμε, πού δέν τίς περιμένουμε, ὅπως μία ἀρρώστια. Ὄχι νά τρέχεις στά γυμναστήρια. Ἀντί νά
τρέχεις στά γυμναστήρια, νά κάνεις μετάνοιες, πού δέν πληρώνεις κιόλας. Στά γυμναστήρια
πληρώνεις καί πάλι δέν γίνεται σωστή δουλειά. Ἐνῶ στίς μετάνοιες σέ πληρώνει ὁ Θεός μετά καί
καθαρίζεις καί τήν ψυχή σου. Ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε ὅτι εἶναι ἡ καλύτερη ἄσκηση οἱ μετάνοιες
καί εἶναι μιά ἑκούσια θλίψη.
Ὅσο δέν κάνουμε ἑκούσιες θλίψεις, δέν θέλουμε νά νηστέψουμε, δέν θέλουμε νά ἀγρυπνήσουμε,
δέν θέλουμε νά προσευχηθοῦμε, ὁ Θεός ἀπό ἀγάπη μᾶς στέλνει τίς ἀκούσιες. Ὁπότε ἄν τά δοῦμε
ἔτσι τά πράγματα, δέν στενοχωριόμαστε, ἀγαπᾶμε τόν Θεό ἀκόμα καί ὅταν μᾶς δίνει αὐτά πού ὁ
κόσμος τά λέει «κακά». Ἐμεῖς δέν τά λέμε κακά, τά λέμε καλά. Ὅλα εἶναι πολύ καλά, ὅ,τι δίνει ὁ
καλός Θεός.
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Ἐκεῖ πρέπει νά πανηγυρίσουμε! Εἶναι ἡ πιό μεγάλη εὐλογία τό νά κάνεις τό καλό καί νά σοῦ
ἀνταποδίδουν κακό. Τό εἴπαμε προηγουμένως. Γιατί; Διότι μετά παίρνεις τόν μισθό σου ἀπό τόν
Θεό. Ἀφοῦ δέν τόν παίρνεις ἀπό τόν ἄνθρωπο, δέν παίρνεις ἀνταπόδοση, τόν παίρνεις ἀκέραιο ἀπό
τόν Θεό. Τόν παίρνεις καί πολλαπλάσιο γιατί κάνεις ὑπομονή στή συκοφαντία τοῦ ἄλλου, στόν
διωγμό τοῦ ἄλλου, στήν ἀδικία τοῦ ἄλλου καί σβήνεις καί ἄλλες ἁμαρτίες.
108
– Πῶς θά σβήσουμε τίς ἁμαρτίες μας;
Μποροῦμε νά κάνουμε κάτι γιά νά σβήσουμε τίς ἁμαρτίες μας; Τί νά κάνουμε; Τό μόνο πού
μποροῦμε νά κάνουμε εἶναι νά συγχωρέσουμε αὐτούς πού μᾶς ἀδίκησαν. Αὐτό λέει ὁ Θεός. Ἅμα
λέει συγχωρέσετε, σᾶς συγχωράω κι Ἐγώ. Δέν ζητάει τίποτα ἄλλο ὁ Θεός μας. Οὔτε νά μᾶς πεῖ θά
δουλεύετε δεκαπέντε ὧρες τήν ἡμέρα, ἄς ποῦμε, γιά Μένα, γιά δέκα χρόνια, γιά νά σβήσετε τίς
ἁμαρτίες σας. Δέν λέει τέτοια ὁ Θεός. Θά μποροῦσε. Καί πάλι θά τίς σβήναμε; Δέν ὑπῆρχε
περίπτωση.
Τί πιό ἁπλό ὅμως νά πεῖς στόν ἄλλον ‘Νά ἔχεις ὅλα τά καλά τοῦ Θεοῦ’, ἀντί νά τόν καταριέσαι πού
σέ ἀδικεῖ; Ἄφησέ τον καί ἀφήνει καί ὁ Θεός τά δικά σου. Τί πιό ἁπλό καί πιό ὡραῖο; Καί σύ δέν θά
ταραχτεῖς καί μιά καλή πρωία πού θά ἔρθει ἡ ὥρα νά φύγεις γιά τού οὐρανό θά ἔχεις ἐλαφριά τή
συνείδησή σου καί τήν καρδιά σου.
Ἡ πιό μεγάλη εὐλογία εἶναι ἡ ἀδικία. Ἡ πιό μεγάλη εὐλογία πού μᾶς δίνει ὁ Θεός, γιατί μέσω τῆς
ὑπομονῆς καί τῆς συγχώρεσης, συγχωρούμαστε γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες. Αὐτό δέν θέλουμε;
Εἶναι κανένας πού δέν θέλει νά συγχωρεθεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του; Ὅλοι αὐτό θέλουμε. Λοιπόν, ὁ
Θεός σοῦ λέει εἶναι πολύ ἁπλά τά πράγματα: Ἐγὠ σοῦ τά σβήνω ὅλα, ἄν συγχωρέσεις τόν ἐχθρό
σου. Ἅμα ἀγαπήσεις τόν ἐχθρό σου. Τί πιό ἁπλό ἀπό αὐτό; Ἀλλά πολύ δύσκολο θά μοῦ πεῖτε, γιατί
σκεφτόμαστε κοσμικά καί ὄχι πνευματικά. Ἄν τό σκεφτεῖς πνευματικά, εἶναι πανεύκολο. Τό
βλέπεις ὡς εὐλογία.
– Ἐρ.: Ὅταν φεύγουμε ἀπό δῶ, λέω αὐτά πού εἶπε ὁ παπα-Σάββας -ὄχι ἐπειδή τά εἶπε ὁ παπαΣάββας- ἐπειδή εἶναι τοῦ Θεοῦ, θά τά κάνουμε πράξη. Φεύγουμε δηλαδή μ’ ἕναν πόθο, μέ ἕναν
ζῆλο, ὁ ὁποῖος διαρκεῖ ἀνάλογα. Ἄλλες φορές διαρκεῖ μία μέρα, ἄλλες δύο μέρες, ἄλλες φορές
μπορεῖ καί μία ὥρα……… Ἐκεῖ πού πρέπει νά κάνουμε τά τοῦ Θεοῦ, κάνουμε τοῦ πονηροῦ καί
πιάνουμε κουβέντα μέ κοσμικούς ἀνθρώπους καί ξεφεύγουμε. Πῶς θά ἀποφύγουμε αὐτούς τούς
ἀνθρώπους πού μᾶς κάνουν ζημιά πνευματική; Μήπως φταῖμε κι ἐμεῖς;………………..
– Ἀπ.: Ὁ Κύριος τί λέει; «Ἄν σέ σκανδαλίζει τό μάτι σου βγάλ’ το, ἄν σέ σκανδαλίζει τό χέρι σου
κόψ’ το» (Ματθ. 5,29). Μάτι καί χέρι βέβαια δέν ἐννοεῖ νά βγάλουμε τό μάτι μας ἤ νά κόψουμε τό
χέρι μας. Εἶναι κάποιοι ἄνθρωποι πού εἶναι πολύ κοντινοί μας, οἱ ὁποῖοι ὅμως μᾶς ρίχνουν σέ
πειρασμό.
– Τί θά πεῖ μᾶς σκανδαλίζουν;
Σκανδαλίζω θά πεῖ σπρώχνω τόν ἄλλον μακριά ἀπό τόν Θεό, στήν ἁμαρτία δηλαδή, στό κακό. Πῶς
τόν σπρώχνω; Μέ ἕναν λόγο, μέ μιά συμπεριφορά, μέ ἕναν τρόπο ζωῆς πού θέλω νά τόν ἐπιβάλλω
στόν ἄλλον. Σοῦ λέει: -Δέν θά ἔρθεις ἀπόψε μαζί μου στό μπαράκι; Τί φίλος εἶσαι; Μά ἐσύ ξέρεις
ὅτι ἄν πᾶς ἐκεῖ θά σκανδαλιστεῖς. Θά ἔχεις ἕνα σωρό προκλήσεις γιά νά ἁμαρτήσεις, μέ τή σκέψη,
μέ τά μάτια, ἴσως καί χειρότερα μέ τό σῶμα. Πρέπει νά τόν κόψεις αὐτόν. Δέν μπορεῖς νά εἶσαι
φίλος μ’ αὐτόν. Σ’ αὐτούς ἀναφέρεται ὁ Χριστός, ὅταν λέει σέ σκανδαλίζει τό μάτι σου βγάλ’ το.
Θά πεῖς τώρα –Εἶναι μερικοί πάρα πολύ δικοί μας, τί θά γίνει; Εἶσαι στό σπίτι, ἄς ποῦμε, πᾶς στό
δωμάτιο βουίζει ἡ τηλεόραση, λές ἐγώ προσπαθῶ νά συγκεντρωθῶ λίγο… Θά φωτίσει ὁ Θεός, θά
ρωτήσεις καί τόν πνευματικό, θά βρεῖς κάποιους τρόπους νά ἡσυχάσεις. Λίγο νά ἀπομονωθεῖς, λίγο
νά προσευχηθεῖς καί λίγο νά διαβάζεις.
Πολύ βοηθάει ἡ πνευματική μελέτη. Νά αὐτό τό βιβλίο εἶναι τοῦ ἁγίου Πορφυρίου ‘Βίος καί
λόγοι’, νά τό διαβάζετε. Ὅσο μπορεῖτε περισσότερο νά διαβάζετε, γιατί σήμερα οἱ ἄνθρωποι δέν
προσευχόμαστε πολύ –κακῶς!- ἀλλά ἐπειδή ἔχουμε συνηθίσει καί ἀπό τό σχολεῖο, μᾶς ἔρχεται πιό
εὔκολο νά διαβάζουμε. Διαβᾶστε πνευματικά, μή χάνετε τόν καιρό σας μέ τήν τηλεόραση καί τό
διαδίκτυο καί ὅλα αὐτά. Πολύτιμος χρόνος, ὁ ὁποῖος δέν ξαναγυρνάει ποτέ πίσω. Γεμίστε τήν ψυχή
σας μέ πνευματική μελέτη καί μετά αὐτό θά σᾶς βοηθήσει καί νά προσευχηθεῖτε, ἀλλά προπάντων
θά σᾶς βοηθήσει νά ἀποκτήσετε τό σωστό νόημα ζωῆς, γιατί ζοῦμε καί πῶς πρέπει νά βλέπουμε τά
πράγματα, νά τά διακρίνουμε σωστά.
109
Ἀναφερθήκαμε λίγο στή στενοχώρια. Ἁπλά πράγματα κι ὅμως ὁ πολύς κόσμος δέν τά ξέρει κἄν ἤ
δέν τά ἔχει σκεφτεῖ ἤ δέν τά ἔχει διαβάσει καθόλου. Εἶναι ἀπαραίτητη κάποια πνευματική
προσπάθεια καί τότε ἰσορροπεῖ ὁ ἄνθρωπος. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος: Ἂν πήγαινε κανείς στό
ψυχιατρεῖο καί διάβαζε στούς ἀσθενεῖς, στούς ψυχοπαθεῖς, Ἀββᾶ Ἰσαάκ Σύρο, θά ἄδειαζε τό
ψυχιατρεῖο γιατί οἱ ἄνθρωποι θά ἔβρισκαν τό νόημα τῆς ζωῆς τους. Ἐννοεῖται καί νά τά ἐφάρμοζαν
κιόλας, ὄχι μόνο νά τά ἄκουγαν. Θά ἔβρισκαν τό σωστό νόημα τῆς ζωῆς, θά θεραπευόντουσαν
ψυχικά οἱ ἄνθρωποι.
Γιατί οἱ ψυχικές ἀρρώστιες δέν εἶναι μόνο θέμα ἐγκεφάλου, εἶναι καί θέμα πνευματικό, ψυχικῆς
δηλαδή τοποθέτησης ἀπέναντι στόν Θεό. Ἔλεγε κάποιος -καί πολύ σωστά- ὅτι οἱ ψυχικές νόσοι γιά
νά θεραπευτοῦν χρειάζονται 67% προσευχή καί 33% φάρμακο. Τό μεγαλύτερο ποσοστό τό ἔχει ἡ
προσευχή, δηλαδή ἡ προσευχή συμβάλλει θεραπευτικά κατά 67%, ἐνῶ τά φάρμακα βοηθοῦν κατά
33% μόνο. Σήμερα δίνουμε μόνο φάρμακα. Ἄν δίναμε καί νόημα ζωῆς σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους
μέσα ἀπό τήν πνευματική μελέτη καί τήν πνευματική ζωή, θά θεραπευόντουσαν πλήρως.
Κι ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι κινδυνεύουμε νά ἀρρωστήσουμε ψυχικά. Θά δεῖτε σέ λίγα χρόνια,
ὅσοι δέν κάνουν πνευματική ζωή, θά ἀρρωσταίνουν ψυχικά. Δέν εἶμαι προφήτης, οὔτε ἔχω
προορατικό, ἀλλά οἱ ἐπιστήμονες τό λένε ὅτι οἱ ψυχικές νόσοι ὅλο καί αὐξάνονται. Γιατί; Γιατί οἱ
ἄνθρωποι δέν βρίσκουν νόημα ζωῆς καί δέν διακρίνουν σωστά τά πράγματα καί στενοχωριοῦνται,
ἐνῶ πρέπει νά χαίρονται.
Ὅπως εἴπαμε προηγουμένως τό παράδειγμα: σέ συκοφαντοῦν, πανηγυρίζεις, ἐνῶ ὁ ἄλλος
τρελαίνεται μέ μιά συκοφαντία, μέ ἕναν διωγμό, μέ μιά ἐχθρότητα. Σοῦ λέει τί τοῦ ἔκανα καί εἶναι
ἐχθρός μου; Μπορεῖ νά μήν ἔκανες τίποτα σ’ αὐτόν, ἀλλά ἔχεις κάνει ἄλλα πού εἶναι τρισχειρότερα
καί ἄν τόν συγχωρήσεις καί τόν ἀγαπήσεις καί προσευχηθεῖς μέ εἰλικρίνεια γι’ αὐτόν, θά γλιτώσεις
ἀπ’ ὅλα τά ἄλλα καί δέν θά ρεζιλευτεῖς δημόσια κατά τή Δευτέρα Παρουσία. Γιά ὅσα δέν
συγχωρεθοῦμε καί δέν μετανοήσουμε, ὅλα αὐτά θά δημοσιοποιηθοῦνε στή Δευτέρα Παρουσία. Θά
παίξει τό βίντεο τοῦ Θεοῦ μέ ὅλες μας τίς ἁμαρτίες. Καί ὅσο τώρα νομίζεις ὅτι κρύβεσαι, τότε δέν
θά μπορεῖς νά κρυφτεῖς καί θά γίνεις παγκόσμιο θέαμα μέ ὅλα αὐτά τά αἴσχη πού ἔχεις κάνει καί
δέν τά ἔσβησες μέ τή συγχώρεση τοῦ ἄλλου.
Μπορεῖ καί νά τά ἐξομολογήθηκες. Ἄν δέν ἔχεις συγχωρήσει τόν ἄλλον, δέν σοῦ συγχωροῦνται.
Στά ζητάει πάλι ὁ Θεός καί θά στά δείξει ὅλα. Ὁ Θεός νά φυλάει. Καί μεῖς ὅμως νά φυλάξουμε τόν
ἑαυτό μας καί νά κάνουμε τό στοιχειῶδες, νά συγχωρέσουμε, νά ἀγαπήσουμε τόν ὁποιοδήποτε
ἄλλον.
Ἑπομένως, προσοχή πολύ στό περιβάλλον πού ζοῦμε, νά ἀνανεώνουμε αὐτά τά ὡραῖα πού μᾶς λένε
οἱ ἅγιοι καθημερινά. Κάθε μέρα εἶναι σάν μιά ζωή ὁλόκληρη. Ὁ ὕπνος τῆς νύχτας εἶναι ἕνας μικρός
θάνατος καί ἡ κάθε καινούρια μέρα εἶναι σάν μιά καινούρια ζωή. Κάθε μέρα λοιπόν, ὅπως τρῶμε
τό ψωμί μας καί τό φαγητό μας, θά πρέπει νά τρῶμε καί πνευματικά. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θά
ἔρθει ἐποχή πού θά σέ ρωτάει τό κράτος ‘Ἔκανες τήν προσευχή σου σήμερα;’. Γιατί θά
καταλάβουν κάποια στιγμή οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο πράγμα ἡ προσευχή γιά νά ζήσουμε καί
ὡς πρόσωπα καί ὡς κοινωνία.
Πῶς πάει ἡ κοινωνία ἔ; Ὅλο καί ἀποδιοργανωνόμαστε, ὅλο καί γινόμαστε πιό βάρβαροι καί ἡ
μουσική πιό βάρβαρη καί ἡ ζωή πιό βάρβαρη καί οἱ σχέσεις οἱ ἀνθρώπινες πιό βάρβαρες καί ἡ
ἀγριότητα ὅλο καί μεγαλύτερη. Ποῦ θά πάει αὐτό τό πράγμα; Θά φτάσει σέ ἕνα πλῆρες ἀδιέξοδο ἡ
ἀνθρωπότητα καί θά καταλάβουμε ὅτι χρειάζεται αὐτή ἡ καθημερινή τροφοδοσία. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ
Χριστός μας: «οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Λουκ. 4,4). Δέν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μόνο μέ
ψωμί.
Ξυπνᾶς, ἀνοίγεις τά μάτια σου, τί κάνεις; Τό πρῶτο πού πρέπει νά κάνεις εἶναι τόν σταυρό σου.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, ἡ πρώτη σκέψη πρέπει νά εἶναι στόν Θεό. Ὁ ἄλλος μέ τό πού
ἀνοίγει τά μάτια του, ἀμέσως ἄγχος. –Τί θά γίνει σήμερα; Πῶς θά ἀντιμετωπίσω αὐτό, τό ἄλλο;
110
Ἔτσι δέν πρόκειται ποτέ νά λύσεις τά προβλήματά σου. Ἄν ἀρχίσεις μέ προσευχή, μέ ἄφημα στόν
Θεό, θά δεῖς πῶς ὅλη ἡ μέρα σου θά κυλήσει ρολόι μετά, ὡραιότατα. Ἀφήνεσαι στόν Θεό, οὔτε θά
στενοχωρεθεῖς, διαβάζεις τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, κάνεις ἕνα φρεσκάρισμα καθημερινό. Αὐτά πού
εἴπαμε, γιά τήν ἀγάπη καί τήν ἀνιδιοτέλεια πρέπει νά τά σκέφτεστε κάθε μέρα,. Γιατί ὁ διάβολος
προσπαθεῖ κάθε μέρα νά εἰσχωρήσει καί νά μᾶς βάλει τό δικό του πνεῦμα, πού σοῦ λέει ‘τί δέν θά
κοιτάξεις τόν ἑαυτό σου, τί θά κοιτᾶς τόν ἄλλον, χαζός εἶσαι’; Συνέχεια τέτοια μᾶς λέει. Μάλιστα
ὄχι μόνο αὐτός καί οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι ὑποταγμένοι σ’ αὐτόν. Μπορεῖ νά εἶναι καί μέσα στό
σπίτι σου αὐτοί. Δέν πρέπει νά ἐπηρεάζεσαι. Γι’ αὐτό, νά ἔχουμε γερή καθημερινή πνευματική
τροφοδοσία. Νά κάνουμε τόν δάσκαλο στόν ἑαυτό μας.
Ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἕνας πολύ ὡραῖος ἅγιος, ἦταν κάποια χρόνια ἔγκλειστος, δηλαδή
ἔμενε μέσα σ’ ἕνα κελλί καί ἐκεῖ τοῦ πηγαίνανε τό φαγητό του, ἔκανε συνέχεια προσευχή, ἀλλά
ξέρετε τί ἄλλο ἔκανε; Κάθε μέρα ἔκανε κήρυγμα στόν ἑαυτό του καί τόν ἀκούγανε ἀπ’ ἔξω τί ἔλεγε
στόν ἑαυτό του. Πρέπει νά κάνεις αὐτό, ἐκεῖνο, τό ἄλλο… Δίδασκε τόν ἑαυτό του γιά νά τά
ἐμπεδώνει, νά τά συνειδητοποιεῖ, νά τά φρεσκάρει μέσα του.
Καί αὐτά πού λέμε τώρα, ἴσως τά ἔχετε ἀκούσει κι ἄλλη φορά, ἀλλά πρέπει νά τά φρεσκάρουμε
κάθε στιγμή, νά τά ἀνανεώνουμε γιατί τά ξεχνᾶμε. Ἕνας ἀπό τούς πιό μεγάλους ἐχθρούς εἶναι ἡ
λήθη, λένε οἱ Πατέρες. Λήθη, θά πεῖ λησμονιά. Τά ξεχνᾶμε καί ἀπό τή λήθη μετά πᾶμε στήν
ἄγνοια, πᾶμε στήν ἁμαρτία.
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Δέν ξέρω ἄν ἀκούσατε τήν ἐρώτηση, μιλάει γιά ἕνα εἰδικό θέμα -βέβαια δέν εἶναι τό θέμα
μας αὐτό- πάνω στήν ἀγάπη, οἱ μεταμοσχεύσεις. Δηλαδή ἄν πάσχει ἕνα μέλος, ἄς ποῦμε, πρέπει τό
ἄλλο μέλος νά δώσει τό ὄργανό του;
Ἐάν δέν πεθαίνει, μπορεῖ νά δώσει. Ἄς ποῦμε ἕνα νεφρό. Ὁ πατέρας στό παιδί πού εἴπατε, μπορεῖ
νά δώσει γιατί δέν πεθαίνει, ἀλλά δέν ἐπιτρέπεται νά πεῖ θά δώσω τήν καρδιά, γιά παράδειγμα,
γιατί θά πεθάνει ὁ ἴδιος μετά. Δέν εἶναι σωστό. Αὐτή εἶναι ἡ ἀπάντηση μέ λίγα λόγια.
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Εἶναι ἔνα δεῖγμα θυσιαστικῆς ἀγάπης.
– Ἐρ.: ………………………
– Ἀπ.: Ὁ Χριστός μας εἶπε νά γίνουμε ἕνα, ἀλλά εἶπε καί τήν προϋπόθεση. Πῶς θά γίνουμε ἕνα. Οἱ
οἰκουμενιστές λένε νά γίνουμε ἕνα, ἀλλά δέν λένε τίς προϋποθέσεις. Τό πῶς. Τώρα μαζευτήκαμε
ὅλοι ἐδῶ. Εἴμαστε ἕνα; Δέν εἴμαστε, ἄν δέν ἔχουμε τό ἕνα πνεῦμα, τό Ἅγιο Πνεῦμα, δηλαδή τοῦ
Χριστοῦ. Κοιτᾶξτε τί λέει ὁ Χριστός: «τήν δόξαν ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς» λέει στόν ἐν
οὐρανοῖς Πατέρα Του. Δηλαδή τήν δόξαν, δηλαδή τήν χάρη τήν ἄκτιστη, τή δόξα πού μοῦ ἔδωσες
τήν ἔδωσα σ’ αὐτούς, τούς Ἀποστόλους «ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν». Αὐτή τή χάρη λοιπόν
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρέπει νά ἔχουμε μέσα μας ἐνεργό, γιά νά γίνουμε ἕνα.
Ἀλλά γιά νά μπορεῖς νά ἔχεις αὐτή τή χάρη, πρέπει νά ζεῖς μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θά
μοῦ πεῖτε γιατί ἕνας Παπικός δέν μπορεῖ νά τήν ἔχει; Δέν μπορεῖ νά τήν ἔχει γιατί πρῶτον εἶναι
ἀβάφτιστος. Δέν ὑπάρχει Βάπτισμα ἐκεῖ.
Δεύτερον τή βρίζει. Τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος οἱ Παπικοί, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί τήν λένε
κτίσμα. Δέν μπορεῖς λοιπόν νά ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα πού βρίζεις. Πῶς θά ἔρθει μέσα σου τό Ἅγιο
Πνεῦμα, ἀφοῦ τό βρίζεις; Ἀφοῦ δέν κάνεις αὐτά πού λέει. Γιατί ὁ Χριστός εἶπε: «ὁ πιστεύσας καί
βαπτισθείς σωθήσεται» (Μαρ. 16,16). Εἶναι ἀναγκαῖο τό Βάπτισμα. Οἱ Παπικοί δέν κάνουν κάν
Βάπτισμα. Κάνουν ράντισμα.
Ἀλλά δέν ἔχουν καί ἱερωσύνη. Ὁ Πάπας δέν ἔχει ἱερωσύνη, γιατί ἔχει χαθεῖ ἡ διαδοχή, ἡ
ἀποστολική διαδοχή, ἐπειδή ἔχει φύγει ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀπό τήν ὀρθή πίστη. Ἔβαλε τό
111
φιλιόκβε. Ἔβαλε δηλαδή μέσα στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ἕνα δόγμα πού εἶναι ψεύτικο, ὅτι τό Ἅγιο
Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί ἀπό τόν Υἱό. Λοιπόν, τά λέω πολύ συνοπτικά ἐπειδή δέν ἔχουμε πολύ
χρόνο. Ἀλλά ἡ προϋπόθεση αὐτή πού σᾶς εἶπα, εἶναι ἀναγκαία γιά νά γίνουμε ἕνα. Συνεπῶς αὐτό
πού λένε ὅλοι αὐτοί οἱ οἰκουμενιστές καί ἐμεῖς τό λέμε ἀλλά ὅταν ἔχουμε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα
κι αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει, παρά μόνο ἄν γίνουμε ὅλοι Ὀρθόδοξοι.
Ἑπομένως, γινόμαστε ἕνα καί μέ τούς ἄλλους, ὅταν ὅμως οἱ ἄλλοι γίνουν Ὀρθόδοξοι, ἀλλιῶς δέν
μποροῦμε νά γίνουμε ἕνα γιατί δέν ἔχουν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού ἔχουμε ἐμεῖς -ὅταν ζοῦμε σωστά
κι ἐμεῖς τό ἔχουμε ἐνεργό. Ἐκεῖνοι ὅμως ὡς ἀβάφτιστοι δέν τό ἔχουν καθόλου. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι
τό ἔχουμε ὅλοι, ὡς βαπτισμένοι, ἀλλά οἱ πιό πολλοί τό ἔχουμε, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος
«μπαζωμένο» καί χρειάζεται ἡ μετάνοια.
Πότε θά γίνουμε ἕνα; Καί ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δέν εἴμαστε ἕνα. Εἴμαστε; Δέν εἴμαστε γιατί ἔχουμε
μπαζώσει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅταν λοιπόν ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ξεμπαζώσουμε καί ἐνεργοποιήσουμε
τό Ἅγιο Πνεῦμα καί οἱ ἄλλοι βαπτιστοῦνε καί ἔχουν κι αὐτοί ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τή σωστή
ζωή καί τή σωστή πίστη, τότε θά γίνουμε ἕνα. Καί οἱ Προτεστάντες δηλαδή νά γίνουν Ὀρθόδοξοι
καί οἱ Παπικοί καί οἱ Μουσουλμάνοι καί σ’ αὐτό μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός καί αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς
Ἐκκλησίας: νά γίνουν ὅλοι ἕνα ἐν Χριστῶ, ἐν Ἁγίω Πνεύματι μέ ἐνεργό τή Θεία Χάρη καί αὐτό
γίνεται μόνο στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ποιά εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ; Οἱ Προτεστάντες λένε ὑπάρχει μιά Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ
ἀόρατη, ἄς ποῦμε εἶναι ὅλοι. Ποιά εἶναι ὅμως αὐτή ἡ Ἐκκλησία; Ὑπάρχει, εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία. Δέν εἶναι κάτι ἀόριστο καί δέν σημαίνει ὄτι αὐτός πού λέγεται χριστιανός, ὅτι εἶναι καί
χριστιανός γιατί κι αὐτοί αὐτοαποκαλοῦνται χριστιανοί. Καί οἱ Ἰεχωβάδες λένε ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξοι
χριστιανοί καί μάρτυρες μάλιστα. Δέν εἶσαι ὅ,τι δηλώσεις. Εἶναι αὐτό πού ἀποδεικνύεται ἀπό τά
σημεῖα πού δίνει ὁ Θεός. Ἐμεῖς ἔχουμε τά σημεῖα, τά θαύματα πού κάνει ὁ Θεός καί ἀποδεικνύουν
τήν ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστός εἶναι μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὁ Χριστός εἶναι Ὀρθόδοξος. Δέν
εἶναι ἐγωισμός αὐτό. Αὐτή εἶναι ἡ άλήθεια.
Θέλετε νά τό δεῖτε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Ὀρθόδοξος; Πᾶτε στά Ἱεροσόλυμα νά δεῖτε σέ ποιούς δίνει
τό Ἅγιο Φῶς. Μόνο στούς Ὀρθόδοξους. Κάποτε προσπάθησαν οἱ Παπικοί νά τό πάρουν. Δέν
βγῆκε! Καί μετά πῆγαν μέ κλάματα καί παρακαλοῦσαν τόν Ὀρθόδοξο νά μπεῖ μέσα στόν Πανάγιο
Τάφο γιά νά βγάλει τό Ἅγιο Φῶς.
Ἄλλη φορά πῆγαν οἱ Κόπτες, οἰ Μονοφυσίτες, αὐτοί πού εἶναι τώρα στήν Αἴγυπτο κ.λ.π. πού λένε
κι αὐτοί ὅτι εἶναι χριστιανοί. Δέν βγῆκε! Βγῆκε ἀπό τήν κολόνα τήν σκισμένη πού ὑπάρχει μέχρι
σήμερα, ἄν πᾶτε στόν ναό τῆς Ἀναστάσεως. Κι ἄν πᾶτε ἐκεῖ στή σχισμή θά δεῖτε ὅτι εὐωδιάζει,
ὅπως εὐωδιάζει καί ὁ Πανάγιος Τάφος γιατί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ εὐωδιάζει. Νά ποῦ εἶναι ἡ
ἀλήθεια. Στήν Ὀρθοδοξία εἶναι.
Νά σᾶς πῶ κι ἄλλη ἀπόδειξη; Ἄν πᾶτε στήν Ἀφρική ἔχει πάρα πολλούς μάγους. Πάρα πολλούς. Ἡ
μαγεία ὀργιάζει στήν Ἀφρική καί ἔχει καί πάρα πολλούς δαιμονισμένους πού ταλαιπωροῦνται.
Δηλαδή ἄνθρωποι πού ταλαιπωροῦνται ἀπό τά δαιμόνια. Λοιπόν, ἐκεῖ ὑπάρχουν καί οἱ Παπικοί,
κάνουν κι αὐτοί τάχατες ἱεραποστολή. Ἀεραποστολή! Πᾶνε τούς δαιμονισμένους στούς Παπικούς
καί ξέρετε τί λένε οἱ παπικοί παπάδες, πού δέν εἶναι παπάδες γιατί δέν ἔχουν τήν χάρη; Τούς
στέλνουν στόν ὀρθόδοξο παπά γιατί λένε ἐμεῖς δέν ἔχουμε αὐτή τήν ἱκανότητα. Αὐτοί λέει βγάζουν
τά δαιμόνια! Γιατί; Γιατί ἁπλούστατα δέν ἔχουν τήν ἀλήθεια. Δέν ἔχουν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καί
κάποιος παπάς κάποτε ἀπό αὐτούς πού πῆγε νά διαβάσουν ἐξορκισμούς, τόν κάνανε κόσκινο τά
δαιμόνια καί ἀπό τότε ὁ Πάπας ἔβγαλε διαταγή νά μήν ξαναδιαβάσουν ἐξορκισμούς οἱ παπάδες
του. Νά ποιά εἶναι ἡ δύναμη..
Νά σᾶς πῶ κι ἄλλη ἀπόδειξη; Πᾶρτε παπικό ἁγιασμό νά δεῖτε πῶς θά βρωμήσει ἀμέσως καί γιά νά
μή βρωμάει τοῦ βάζουν ἀλάτι μέσα. Πᾶρτε ὀρθόδοξο Ἁγιασμό, ἀπό ὀρθόδοξο παπά, ὁποιοδήποτε
παπά, νά δεῖτε πού δέν χαλάει ποτέ. Νά οἱ ἀποδείξεις! Νά τά σημεῖα! Ἐπιβεβαιώνει ὁ Θεός ποῦ
112
εἶναι ἡ ἀλήθεια. Καταλάβατε; Καί πολλά ἄλλα…
Ἀλλά καί αὐτά νά μήν εἴχαμε, ἔχουμε τό βίωμα, αὐτό πού ζοῦμε μέσα μας. Ὅταν ζήσουμε αὐτά
πού λέμε ἐδῶ τώρα, πού λένε οἱ Ἅγιοί μας, ἔρχεται μέσα μας μιά εἰρήνη, μιά χαρά, πού δέν ἔρχεται
μέ τίποτα. Οὔτε μέ ὅλα τά ταξίδια καί μέ ὅλες τίς κοσμικές ἀπολαύσεις καί μέ ὅλες τίς «χαρές» τοῦ
κόσμου. Δέν ἔρχεται αὐτή ἡ χαρά πού σοῦ δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα, οὔτε αὐτό τό φῶς, οὔτε αὐτή ἡ
εἰρήνη. Δοκιμᾶστε το καί θά δεῖτε. Τί εἰρήνη ἔρχεται μέσα στήν ψυχή σου, ὅταν ταπεινωθεῖς, ὅταν
κάνεις ἕναν ἁπλό ταπεινό λογισμό! Τεράστια εἰρήνη καί πολύ περισσότερο, ὅταν τό κάνεις
συνεχῶς αὐτό στή ζωή σου. Πάει καί τό ἄγχος, πᾶνε καί οἱ ἀνασφάλειες, πᾶνε καί οἱ φοβίες, πᾶνε
καί οἱ καταθλίψεις, πᾶνε τά πάντα. Ἀπό ἐκεῖ καταλαβαίνεις ὅτι ὁ Χριστός μας εἶναι ὁ ἀληθινός
Θεός.
Ἡ ἑνότητα λοιπόν προϋποθέτει τή χάρη, τήν ἐνεργό χάρη. Ἄρα ὅλα αὐτά πού λένε οἱ οἰκουμενιστές
δέν ἰσχύουν, δέν μποροῦν νά γίνουν γιατί αὐτοί δέ ζητᾶνε ἀπό τούς Παπικούς καί ἀπό τούς
Προτεστάντες νά βαφτιστοῦν, ἀλλά λένε νά γίνουμε ἕνα μέ αὐτούς ὅπως εἶναι τώρα. Εἶναι λάθος.
Δέ μπορεῖ νά γίνει ποτέ αὐτό γιατί αὐτοί σᾶς εἶπα εἶναι ἀβάπτιστοι.
Ξέρετε πόσο διαφέρει ἕνας βαφτισμένος ἀπό ἕναν ἀβάφτιστο; Ὅσο διαφέρει ἕνας ἄνθρωπος ἀπό
μιά καρέκλα καί λίγο λέμε. Γιατί; Γιατί ὁ βαφτισμένος ἔχει τόν Ἄκτιστο Θεό, ἔχει τή χάρη τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος, ἔχει τόν Θεό. Ὁ ἀβάφτιστος δέν τό ἔχει. Πόσο διαφέρει ὁ Θεός ἀπό τόν
ἄνθρωπο; Ἄπειρα. Μπορεῖ νά γίνει ἕνα ἕνας ἄνθρωπος μέ μιά καρέκλα; Δέν μπορεῖ. Πολύ
περισσότερο ἕνας βαφτισμένος ἀπό ἕναν ἀβάφτιστο.
Γιά αὐτό τόν λόγο δέν ἐπιτρέπεται γάμος μεταξύ παπικοῦ καί ὀρθόδοξου. Δέν ἐπιτρέπεται. Θά μοῦ
πεῖτε –Πῶς τό κάνουν; Τό κάνουν κατ’ οἰκονομία, διαβάζουν κάποιες εὐχές. Ἀλλά κανονικά, μέ
τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά λυθεῖ αὐτός ὁ γάμος. Νά βαπτιστεῖ αὐτός πού εἶναι
ἀβάπτιστος καί μετά μποροῦν νά γίνουν ἕνα, νά κάνουν γάμο. Τό κάνει ἡ Ἐκκλησία κατά ἄκρα
οἰκονομία, μή τυχόν καί αὐτοκτονήσουν. Ἀλλά δέν εἶναι σωστό αὐτό, οὔτε ἐπιτρέπεται νά τό
νομιμοποιήσουμε, σάν νά μή συμβαίνει τίποτα.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
113
Ἀδικία
Πολλές φορές ἀντιμετωπίζουμε ἀδικίες. Ἀντιμετωπίζουμε προσβολές, ἐπιθέσεις ἀπό συνανθρώπους
μας καί ἔχουμε μία διάθεση ἐκδικήσεως ἤ ἔστω ἀντιπάθειας ἤ πικρίας ἤ τέλος πάντων μιᾶς
ἀντίδρασης. Γιατί νά μᾶς συμβαίνει αὐτό; Γιατί νά μᾶς τό κάνουν αὐτό; Τί τούς κάναμε; Πολλές
φορές δέν ἔχουμε κάνει τίποτα ἤ δέν βρίσκουμε ὅτι ἔχουμε κάνει κάτι σ’ αὐτούς, ἀπό τούς ὁποίους
ὑφιστάμεθα μία ὁποιοδήποτε προσβολή, ἕνα ὁποιοδήποτε «κακό».
Βέβαια πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι κακό τελικά δέν μπορεῖ νά μᾶς κάνει κανένας. Λέει ὁ ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Κανείς δέν μπορεῖ νά μᾶς βλάψει, ἄν δέν βλάψουμε μόνοι μας τόν
ἑαυτό μας». Αὐτό εἶναι μία πολύ μεγάλη ἀλήθεια, γιατί ἀληθινή βλάβη δέν εἶναι π.χ. νά ἔρθει
κάποιος νά μᾶς χτυπήσει ἤ ἀκόμα καί νά μᾶς ἀφαιρέσει τή ζωή. Αὐτό δέν εἶναι ἀληθινή βλάβη,
ἀληθινό κακό σέ μᾶς. Ποιό εἶναι τό ἀληθινό, τό γνήσιο κακό;
Εἶναι ἡ ἁμαρτία. Εἶναι αὐτό δηλαδή, τό ὁποῖο μᾶς ὁδηγεῖ στήν αἰώνια κόλαση, ἄν δέν
μετανοήσουμε. Αὐτό εἶναι τό ἀληθινό κακό καί ἡ ἀληθινή βλάβη καί αὐτή τήν βλάβη δέν μπορεῖ νά
μᾶς τήν κάνει κανένας, παρά μόνο ἐμεῖς στόν ἑαυτό μας. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτεξούσιος καί
μόνος του θέλει καί ἁμαρτάνει. Ἄν δέν θέλει, δέν ἁμαρτάνει. Ὅσο καί ἄν γύρω του τόν σπρώχνουν
νά ἁμαρτήσει, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν θέλει, μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ στήν ἁμαρτία.
Τί συμβαίνει λοιπόν; Πολλές φορές πού ἀντιμετωπίζουμε μιά ἐπίθεση, μιά ἀδικία, χάνουμε αὐτή
τήν ἀγάπη, πού πρέπει νά ἔχουμε ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἡ ὁποία ἀγάπη μαζί μέ τήν ταπείνωση, ὅπως
ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, εἶναι ἡ συχνότητα στήν ὁποία ἐργάζεται ὁ Θεός. Ἄν, λοιπόν, δέν ἔχουμε
αὐτή τήν ἀγάπη, δέν μποροῦμε νά ἔχουμε ἐπαφή μέ τόν Θεό, κοινωνία μέ τόν Θεό. Γι’ αὐτό, ἔλεγε
ὁ ἅγιος Πορφύριος, «ὑπεράνω ὅλων ἡ ἀγάπη». Ἐκεῖνο πού πρέπει νά μᾶς ἀπασχολεῖ εἶναι ἡ ἀγάπη
γιά τόν ἄλλον, ἡ ψυχή του.
Μιλήσαμε γιά τήν ἀδικία πού ὑφιστάμεθα ἀπό τούς ἄλλους, ἀλλά ἐνδιαφερόμαστε γιά τήν ψυχή
του; Σκεφτόμαστε ὅτι ὁ ἄλλος, πού φέρεται κακῶς, βάζει σέ κίνδυνο τή σωτηρία του; Ἤ
σκεφτόμαστε τόν ἑαυτό μας καί τί τοῦ φταίξαμε κ.λ.π.; Ἑπομένως, ἄν ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀγάπη,
ἀλλάζει ὅλη ἡ ἀντιμετώπιση τῶν πραγμάτων.
Λέει κάπου ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος»
(Α΄Κορ. 10,24). Κανένας λέει νά μή ζητάει τό δικό του συμφέρον, ἀλλά ὁ καθένας νά ζητάει τό
συμφέρον τοῦ ἄλλου. Κάνει ἐντύπωση πού δέν λέει νά ζητάει καί τό τοῦ ἑτέρου, νά ζητάει τό δικό
του, νά ζητάει καί τοῦ ἄλλου, ὅπως θά λέγαμε ἐμεῖς, νά κοιτᾶμε καί τόν ἄλλον, νά κοιτᾶμε καί τόν
ἑαυτό μας. Ὄχι δέν λέει ἔτσι. Λέει μόνο τό τοῦ ἑτέρου νά ζητᾶς. Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό πού ἔλεγε ὁ
Μέγας Ἀντώνιος, ὅτι ἡ σωτηρία μας εἶναι στά χέρια τοῦ ἄλλου, εἶναι στά χέρια τοῦ ἀδελφοῦ μας.
Ἔλεγε καί κάποιος ἄλλος ἅγιος: «Θέλεις νά σέ συγχωρέσει ὁ Θεός; Συγχώρεσε τόν ἀδελφό σου».
Ὅ,τι κάνουμε στόν ἄλλο, τό παίρνουμε ὡς ἀνταπόδοση ἀπό τόν Θεό. Θέλεις νά σέ ἐλεήσει ὁ Θεός;
Ἐλέησε τόν ἀδελφό σου. Θέλεις νά σέ ἀγαπήσει ὁ ἄλλος; Ἀγάπησέ τον ἐσύ πρῶτος. Ἀπό τήν ἄλλη
πλευρά, ἀντίστοιχα ὅ,τι κακό κάνεις ἐσύ στόν ἄλλον, ὅ,τι σπείρεις, θά θερίσεις. Μᾶς τό λέει καί ὁ
Θεός: Ἡ συμπεριφορά τῶν ἄλλων πρός ἐσένα θά εἶναι ἀνάλογη μέ τή δική σου πρός αὐτούς.
Ἄν κατακρίνεις τόν ἄλλον γιά κάτι, παραχωρεῖ ὁ Θεός μετά νά κάνεις αὐτό γιά τό ὁποῖο κατέκρινες
τόν ἄλλον. Ἄν κατακρίνεις τόν ἄλλον, δηλαδή τόν καταδικάσεις καί πεῖς κοίταξε αὐτός εἶναι
πόρνος, εἶναι ἀνήθικος καί δέν ἔχεις συμπάθεια μέσα σου, δέν ἔχεις ἀγάπη, θά παραχωρήσει ὁ Θεός
νά πέσεις κι ἐσύ στήν ἀνηθικότητα, στήν πορνεία, γιά νά καταλάβεις ὅτι ὑπερηφανεύτηκες, ὅτι δέν
ἔπρεπε νά φερθεῖς ἔτσι. Ὑπάρχει, θά λέγαμε, αὐτή ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ καί αὐτή ἡ ἀνταπόδοση
καί τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ.
Ἔτσι κατά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, λέει ὁ Κύριος ὅτι θά κριθοῦμε κατά τά ἔργα μας. Ἔχει μιά
ὡραία εἰκόνα ὁ Ἅγιος Κύριλλος πού ἔκανε κατήχηση στούς Χριστιανούς τότε καί στούς
114
ὑποψήφιους νά βαφτιστοῦν καί τούς ἔλεγε κατά τή Δευτέρα Παρουσία ὅλοι θά εἴμαστε ντυμένοι μέ
τί νομίζετε; Τί θά φοράει ὁ καθένας; Θά φοράει τά ἔργα του. Τά ἔργα του θά εἶναι σάν τό ροῦχο
μας. Ἄν τά ἔργα μας εἶναι καλά, θά ἔχουμε καί ἕνα καλό ἔνδυμα, καθαρό, λευκό, ὅπως εἶναι τό
μαλλί πού ἔχουν τά πρόβατα. Ἐάν ὅμως τά ἔργα μας εἶναι βρώμικα, εἶναι ἄθλια κ.λ.π. θά
μοιάζουμε μέ τά ἐρίφια, μέ τά κατσίκια καί δέν θά χρειάζεται ἰδιαίτερος κόπος γιά νά ξεχωρίσουν
τά πρόβατα ἀπό τά ἐρίφια.
Ὅπως λέει ὁ Κύριος τήν Κυριακή τῆς Κρίσεως, τά πρόβατα θά πᾶνε στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τά
ἐρίφια θά πᾶνε στήν αἰώνια κόλαση. Ξεχωρίζουμε -τό λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος- ἀπό τά ἔργα μας πού
εἶναι καλά ἤ κακά.
«Ὅ,τι κάνουμε», λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, «προσευχή, συμβουλή, ὑπόδειξη, νά τό κάνουμε μέ
ἀγάπη». Πάντα πρέπει νά ἔχουμε ἀγάπη. «Χωρίς τήν ἀγάπη ἡ προσευχή δέν ὠφελεῖ». Νά κάνεις
ξηρά ἀπαρίθμηση κάποιων ὀνομάτων, νά λές ‘Κύριε ἐλέησον τόν τάδε’, θέλει νά ἔχει καί πόνο ἡ
προσευχή, ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, νά ἔχει καί καρδιά, τότε πιάνει ἡ προσευχή. Ἀκόμα ὅταν κάνουμε
μιά ὑπόδειξη στό παιδί μας, μιά παρατήρηση, ἄν δέν ἔχει ἀγάπη, δέν ὠφελεῖ. Μᾶλλον ἀντίδραση
προκαλεῖ.
«Χωρίς τήν ἀγάπη λοιπόν ἡ προσευχή δέν ὠφελεῖ. Ἡ συμβουλή πληγώνει. Ἡ ὑπόδειξη βλάπτει,
ἀντί νά ὠφελεῖ καί καταστρέφει τόν ἄλλον». Πολλές φορές μοῦ λέει ἡ μητέρα –Πῶς νά μιλήσω στό
παιδί; Τί νά πῶ; Δέν εἶναι τό θέμα τί θά πεῖς. Εἶναι τό πῶς θά τό πεῖς. Ἄν τό πεῖς μέ ἀγάπη, μέ πόνο
καί μιά ἁπλή κουβεντούλα νά τοῦ κάνεις, μιά ἁπλή συζήτηση, τό παιδί θά πάρει τό μήνυμα. Δέν
θέλει πολλά λόγια, θέλει πολλή ἀγάπη μέ λίγα λόγια. Ἔλεγε πάλι ὁ ἅγιος Πορφύριος: Μή λέτε
πολλά λόγια στά παιδιά, ἀλλά νά λέτε στόν Θεό πολλή προσευχή γιά τό παιδί. Ὁ Θεός βρίσκει
τρόπο μέσα ἀπό τούς ἀγγέλους του νά πληροφορεῖ τό παιδί. Ὅταν λοιπόν κάνουμε ὑπόδειξη χωρίς
ἀγάπη, αὐτή λέει βλάπτει καί καταστρέφει τόν ἄλλον, πού αἰσθάνεται ἄν τόν ἀγαπᾶμε ἤ δέν τόν
ἀγαπᾶμε καί ἀντιδρᾶ ἀναλόγως.
«Ἀγάπη, ἀγάπη, ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη στόν ἀδελφό μᾶς προετοιμάζει νά ἀγαπήσουμε περισσότερο τόν
Χριστό. Ὡραῖο δέν εἶναι αὐτό»; Τό λέει καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στό Εὐαγγέλιο: «Ἄν δέν
ἀγαπᾶς τόν ἀδελφό σου πού τόν βλέπεις δίπλα σου, πῶς θά ἀγαπήσεις τόν Θεό πού δέν Τόν βλέπεις
(Α’ Ἰω. 4,20)»; Εἶναι ἄλλωστε ἡ πρώτη ἐντολή: Νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό. Ἀλλά πῶς θά
ἀγαπήσουμε τόν Θεό, ἅμα δέν ἀγαπᾶμε τόν διπλανό μας;
«Ἄς σκορπίζουμε σέ ὅλους τήν ἀγάπη μας ἀνιδιοτελῶς». Εἴχαμε μιλήσει γιά αὐτή τήν βασική
ἰδιότητα τῆς ἀγάπης, πού εἶναι ἡ ἀνιδιοτέλεια. Σήμερα πολλοί μιλᾶνε για ἀγάπη. Πάρα πολλοί,
σχεδόν ὅλοι, μιλᾶνε για ἀγάπη, ἀλλά τήν ἐννοοῦνε μέ ἕνα δικό τους τρόπο κοσμικό. Ἐνῶ ἡ ἀληθινή
ἀγάπη, ὅπως μᾶς τήν δίδαξε ὁ Χριστός μας καί τό ἅγιο Εὐαγγέλιο «οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄Κορ.
13,5), δέν ζητᾶ τά δικά της, δέν ζητᾶ τό συμφέρον του ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου, ὅπως εἶπε
ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ἀγἀπη, δηλαδή ἡ ἀνιδιοτελής.
Γιατί σήμερα ἀποτυγχάνουν οἱ οἰκογένειες; Ἔλεγε κάποιος ἀντί γιά ‘Γραφεῖο Γάμων’ πού ἔχουμε
στίς Μητροπόλεις, πρέπει νά γράφουμε ἀπό πάνω ‘Γραφεῖο Διαζυγίων’. Ἔχουν γίνει περισσότερα
τά διαζύγια ἀπό τούς γάμους. Γιατί; Διότι ἡ ἀγάπη δέν εἶναι ἀνιδιοτελής, ἀλλά ἰδιοτελής. Ὁ κάθε
ἕνας ἀπό τούς συζύγους σκέφτεται πιό πολύ τόν ἑαυτό του καί λιγότερο τόν διπλανό, τόν σύζυγο.
Δέν σκέφτεται πῶς θά ἀναπαύσει τόν σύζυγο καί τά παιδιά, ἀλλά πῶς θά ἀναπαυτεῖ ὁ ἴδιος. Ὅταν
λοιπόν δέν ἀνταποκρίνεται ὁ ἄλλος στήν ἀγάπη, πού προσπαθεῖ νά δείξει ὁ ἕνας, ὁ ἄλλος
κουμπώνεται. Αὐτό δέν εἶναι ἀνιδιοτελής, εἶναι ἰδιοτελής ἀγάπη, περιμένει ἀνταπόδοση.
Ἡ ἀνταπόδοση θά δοθεῖ ἀπό τόν Θεό. Δέν πρέπει νά τήν περιμένεις ἀπό τόν ἄλλον. Ὅπως λέει
πολύ σοφά ὁ λαός μας, πού εἶναι ὀρθόδοξος, εἶναι λαός τῆς ρωμιοσύνης καί ἔχει μέσα του αἷμα
ἁγίων: ‘Κάνε τό καλό καί ρίξτο στό γιαλό’. Μή ζητᾶς ἀνταπόδοση δηλαδή. Μή ζητᾶς ἀπό
ἀνθρώπους ἀνταπόδοση. Οἱ ἄνθρωποι κατά κανόνα οὔτε ‘εὐχαριστῶ’ δέν θά ποῦν. Ἀπό τούς δέκα
λεπρούς, ἕνας βρέθηκε νά πεῖ εὐχαριστῶ. Τό 90% εἴμαστε ἀχάριστοι. Πολύ περισσότερο δέν θά
115
δώσει κανείς καλό, στό καλό πού τοῦ κάνεις. Ὅταν περιμένουμε τήν ἀνταπόδοση ἀπό τόν Θεό,
τότε ἡ ἀγάπη εἶναι σωστή.
Ἄς σκορπίζουμε λοιπόν ἀνιδιοτελῶς τήν ἀγάπη μας σέ ὅλους χωρίς διακρίσεις. Μέ ρωτᾶνε πολλοί
τώρα γιά τούς μετανάστες, γιά τούς πρόσφυγες, ‘Τί θά κάνουμε μ’ αὐτούς; Πῶς πρέπει νά τούς
δοῦμε’; Ὡς εἰκόνες Θεοῦ δέν πρέπει νά τούς δοῦμε; Ὡς εἰκόνες Θεοῦ. Ἀπό κεῖ καί μετά βέβαια,
ὅπως ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Παΐσιος, δέν θά κοιμόμαστε καί μέ τά τσαρούχια, θά ἔχουμε καί τόν νοῦ
μας γιατί αὐτοί ὁπωσδήποτε εἶναι ἀλλόθρησκοι, εἶναι ἀντίχριστοι. Ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ὁ
μουσουλμανισμός εἶναι θρησκεία τοῦ Ἀντιχρίστου. Νά τό λέμε μέ τό ὄνομά του τό πράγμα καί τόν
μισοῦνε καί τόν Χριστό μας καί τόν Σταυρό τόν καταπατοῦν κ.λ.π. Ἀλλά ἐμεῖς δέν πρέπει νά
χάνουμε τήν ἀγάπη μας ἀκόμα καί γιά τούς ἐχθρούς μας.
Ὁ Χριστός μας πάνω ἀπό τόν Σταυρό εἶπε γιά τούς ἐχθρούς του πού Τόν σταύρωσαν: «Πάτερ, ἄφες
αὐτοῖς· οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23,34). «Συγχώρα τους, δέν ξέρουν τί κάνουν». Ὄχι μόνο
δηλαδή τούς συγχωροῦσε, ἀλλά τούς ὑπερασπιζόταν κιόλας. Προσῆγε ἐπιχείρημα, ἔλεγε κι ἕνα
ἐπιχείρημα στόν Θεό Πατέρα γιά νά τούς συγχωρέσει: Δέν ξέρουν τί κάνουν, ἔχουν χάσει τό μυαλό
τους, τά λογικά τους. Γιατί εἶχαν χάσει τά λογικά τους ἐκεῖνοι πού Τόν σταύρωσαν; Γιατί εἶχαν
πέσει στό πάθος τοῦ φθόνου, τῆς ζήλειας. «Διά φθόνον παρέδωκαν Αὐτόν» (Ματθ. 27,18).
Ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νά προσέχουμε νά μήν παρασυρόμαστε ἀπό τά πάθη μας, γιά νά μήν χάνουμε
τά λογικά μας καί νά μήν χάνουμε τήν ἀγάπη. «Ὅταν ἔλθει μέσα μας ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν θά
ἐνδιαφερόμαστε ἄν μᾶς ἀγαπᾶνε ἤ ὄχι, ἄν μᾶς μιλᾶνε μέ καλοσύνη». Μᾶς πληγώνει ἄν δέν μᾶς
μιλᾶνε μέ ἀγάπη. Γιατί; Δέν πρέπει νά μᾶς πληγώνει. Προφανῶς γιατί δέν ἔχουμε ζήσει τόν Θεό.
Γι’ αὐτό λέει ἐδῶ ὁ ἅγιος, ἄν ἔρθει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μέσα μας, ἔρχεται τέτοια γλυκύτητα, τέτοια
ἄνεση, τέτοια χαρά, τέτοια εἰρήνη, νιώθεις τόσο γεμάτος, πού ὅ,τι καί νά σοῦ κάνει ὁ ἀδελφός σου,
ὁ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος, ἐσύ λές δέν πειράζει, σκέφτεσαι πόση Χάρη καί πόση χαρά σοῦ δίνει ὁ
Θεός καί λές «ἄσ’ τον, συγχώρεσέ τον Θεέ μου».
Ἀλλά ὅταν δέν ἔχουμε τή Χάρη αὐτή τοῦ Θεοῦ, ἔχουμε κενό μέσα στήν ψυχούλα μας, ὁπότε μᾶς
πληγώνει πολύ ἡ κακή συμπεριφορά τοῦ ἄλλου. Ἄς προσπαθοῦμε λοιπόν αὐτό τό πράγμα: Νά
γεμίζουμε μέ Θεό. Νά ἔχουμε ἐνεργό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι
Πατέρες. Ἔχουμε πεῖ πῶς γίνεται αὐτό. Μέ τήν μετάνοια, μέ τήν ἐξομολόγηση, μέ τήν ἄσκηση καί
μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἔτσι ἐνεργοποιοῦμε τή Χάρη, πού πήραμε μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα καί
εἴμαστε γεμάτοι ἀπό τή Χάρη καί δέν μᾶς λείπει τίποτε. Καί νά μᾶς πεῖ κάποιος μιά κουβέντα καί
νά μᾶς ἀδικήσει, ἀντί νά στενοχωρεθοῦμε, θά χαροῦμε κιόλας.
Θά πεῖ κανείς γιατί νά χαροῦμε; Γιατί μοιάζουμε στόν Χριστό. Τόν Χριστό μας δέν Τόν ἀδίκησαν;
Δέν Τοῦ εἶπαν κουβέντες; Καί τί δέν Τοῦ εἶπαν! Καί δαιμονισμένο Τόν εἶπαν καί ἀρχηγό τῶν
δαιμόνων Τόν εἶπαν καί πλανεμένο Τόν εἶπαν καί φάγο, φαγά δηλαδή καί οἰνοπότη, δηλαδή
μπεκρή, ὅ,τι θέλετε Τοῦ λέγανε. Ὁ Χριστός μας τούς μισοῦσε; Ἀλλοίμονο! Κανέναν δέν μισοῦσε ὁ
Χριστός μας. Εἶναι βλασφημία καί νά τό ποῦμε μόνο. Ὁ Χριστός μας τούς ἀγαποῦσε, τούς
συγχωροῦσε ὅλους καί τούς πονοῦσε ὅλους.
Ὁ ἄλλος πού φέρεται ἄσχημα, ὅπως εἴπαμε, δέν εἶναι ἄξιος γιά νά τόν κατακρίνουμε, εἶναι ἄξιος
γιά νά τόν συμπαθήσουμε πιό πολύ. Εἶναι σάν ἕνα ἄρρωστο μέλος τοῦ σώματός μας. Δέν λέμε στήν
Ἐκκλησία μας ὅτι εἴμαστε ὅλοι «ἀλλήλων μέλη» (Ρωμ. 12,5); Ὁ ἕνας κομμάτι τοῦ ἄλλου καί ὅλοι
μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ; Ὅταν λοιπόν ὁ ἀδελφός σου σέ ἀδικεῖ, εἶναι σάν νά σέ πονάει τό
μάτι σου. Ὅταν σέ πονάει τό μάτι σου τί κάνεις; Δέν τό χτυπᾶς γροθιές βέβαια, ἀλλά βάζεις
ἔμπλαστρα, τό καλύπτεις νά μήν τό βλέπει πολύ τό φῶς καί ἐρεθίζεται, τοῦ βάζεις κολλύριο,
πηγαίνεις καί στόν γιατρό, ἄν χρειαστεῖ καί πᾶς καί ξαναπᾶς πολλές φορές καί φροντίζεις νά τό
θεραπεύσεις. Πιό πολύ δηλαδή τό περιποιεῖσαι ἀπό τά ὑγιή μέλη. Ἔτσι καί ἕναν ἀδελφό μας πού
μᾶς ἀδικεῖ, πρέπει νά τόν βλέπουμε σάν ἕνα ἄρρωστο κομμάτι τοῦ σώματός μας καί ἀξίζει
περισσότερο τήν ἀγάπη μας καί τήν φροντίδα μας.
116
«Ὅταν ἔλθει μέσα μας λοιπόν ἡ Χάρις δέν θά ἐξετάζουμε ἄν μᾶς ἀγαπᾶνε ἤ ὄχι». Εἶναι πολύ
χαμερπές, πολύ τιποτένιο πράγμα νά ζητᾶμε τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων. Ἡ ἀρχοντιά εἶναι ἐμεῖς νά
ἀγαπᾶμε καί νά μή ζητᾶμε ἀνταπόδοση στήν ἀγάπη μας. Ἔχουμε τόση ἀγάπη ἀπό τόν Θεό, πού δέν
μᾶς χρειάζεται ἀνθρώπινη ἀγάπη. Γιατί ὅμως πολλοί λένε:«Πρέπει, ἄνθρωποι εἴμαστε, θέλουμε καί
κάποιον νά μᾶς ἀγαπάει». Καί οἱ ἄνδρες καί οἱ γυναῖκες ἴσως περισσότερο. Γιατί δέν ἔχουμε νιώσει
τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς φταῖμε σ’ αὐτό. Ἄν δοθοῦμε στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ἀγαπήσουμε τόν
Θεό, θά αἰσθανθοῦμε τήν ἀγάπη Του κι ἐμεῖς. Τότε δέν θά μᾶς χρειάζεται καμιά ἀνθρώπινη ἀγάπη.
Καί πρέπει νά τό κάνουμε αὐτό, γιατί ἡ πρώτη ἐντολή εἶναι νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό.
«Εἶναι ἐγωισμός νά θέλουμε οἱ ἄλλοι νά μᾶς μιλᾶνε μέ καλοσύνη». Προσέξτε τί λέει ὁ ἅγιος
Πορφύριος. Εἶναι ἐγωισμός. Τρέφεται ὁ ἐγωισμός μας, ἄν οἱ ἄλλοι μᾶς ἀγαποῦν. Ἀλλά δέν πρέπει
νά τρέφουμε τόν καρκίνο. Τόν καρκίνο πρέπει νά τόν βγάζουμε καί ὁ ἐγωισμός εἶναι ἕνας μεγάλος
καρκίνος.
«Ἄς ἀφήσουμε τούς ἄλλους νά μᾶς μιλᾶνε ὅπως αἰσθάνονται», λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος. Ἄς μή μᾶς
στεναχωρεῖ ἄν μᾶς μιλᾶνε μέ ἕναν τρόπο, θα λέγαμε ψυχρό, ἤ καμιά φορά καί λίγο ἀπαξιωτικό καί
λίγο ἄγριο, χωρίς καλοσύνη. «Ἄς μή ζητιανεύουμε τήν ἀγάπη. Ἐπιδίωξή μας νά εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε
καί νά προσευχόμαστε μέ ὅλη μας τήν ψυχή γιά ἐκείνους». Βλέπετε καί ὁ Χριστός μας τί ἐντολή
μᾶς ἔδωσε;Ἐκτός ἀπό τό νά ἀγαπᾶμε τόν Ἴδιο, ὁ Χριστός μας μᾶς ἔδωσε ὡς δεύτερη ἐντολή ν’
ἀγαπᾶμε τόν πλησίον «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο.
Δέν εἶπε κάντε ὅ,τι μπορεῖτε γιά νά σᾶς ἀγαπήσουν οἱ ἄλλοι. Ἐσεῖς νά ἀγαπήσετε τούς ἄλλους.
Βλέπετε; Ἐκεῖ εἶναι τό λάθος πού κάνουμε καί στενοχωριόμαστε ἄδικα, χωρίς ὤφελος, ἐπειδή δέν
μᾶς ἀγαποῦν οἱ ἄλλοι. Μά θά πεῖς: νά μή σ’ ἀγαπάει ὁ σύζυγός σου; Νά μή σ’ ἀγαπάει τό παιδί
σου; Ὁ Χριστός εἶπε νά μή νοιάζεσαι. Ἐσύ νά ἀγαπᾶς. Καί, ὅταν ἐσύ ἀγαπᾶς, ἔχεις καλύψει
πλήρως τά κενά σου, δέν σοῦ χρειάζεται ἀνθρώπινη ἀγάπη. Δέν θά σέ πάει στόν Παράδεισο ἡ
ἀγάπη τῶν ἄλλων. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θά μᾶς πάει στόν Παράδεισο. Ἐμεῖς πρέπει νά ἀγαπήσουμε
τόν Θεό καί τούς ἄλλους. Ἀντίθετα ἡ ἀγάπη τῶν ἄλλων μᾶς τρέφει τόν ἐγωισμό πολλές φορές.
Ἐπιδίωξή μας νά εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε καί νά προσευχόμαστε μέ ὅλη μας τήν ψυχή γιά ἐκείνους.Τότε
«θά προσέξομε ὅτι ὅλοι θά μᾶς ἀγαπᾶνε χωρίς νά τό ἐπιδιώκομε, χωρίς καθόλου νά ζητιανεύομε
τήν ἀγάπη τους. Θά μᾶς ἀγαπᾶνε ἐλεύθερα καί εἰλικρινά ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς τους χωρίς νά
τούς ἐκβιάζομε».
Λέει ἡ σύζυγος στόν σύζυγο: Μ’ ἀγαπᾶς; Λάθος ἐρώτηση. Τελείως λάθος ἐρώτηση. Ποιά εἶναι ἡ
σωστή ἐρώτηση;Ἡ σωστή ἐρώτηση εἶναι νά ρωτήσει τόν ἑαυτό της: Τόν ἀγαπῶ; Αὐτή εἶναι ἡ
σωστή ἐρώτηση. Ἐπειδή ρωτᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ἄν μᾶς ἀγαπάει, γι’ αὐτό δέν ἀγαπιόμαστε.
Ἐνῶ, ἄν φροντίζαμε ὁ καθένας ν’ ἀγαπήσει τόν ἄλλον, χωρίς νά ρωτάει ἄν ὁ ἄλλος τόν ἀγαπάει ἤ
ὄχι, θά ἑλκύαμε καί τούς ἄλλους. Γιατί, ὅταν ἀγαπᾶς καί προσεύχεσαι γιά τόν ἄλλον, δημιουργεῖς
γύρω σου μιά ζεστασιά, ἕνα ὡραῖο πνευματικό εὔκρατο κλίμα καί ὁ ἄλλος ἔρχεται κοντά σου, σέ
πλησιάζει καί δέν ξέρει καί γιατί σέ πλησιάζει, ἀλλά νιώθει πολύ ὡραῖα. Γιατί, ὅταν ἀγαπᾶς ἔχεις
τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐνεργό καί δημιουργεῖς γύρω σου ἕνα ὡραῖο θερμοκήπιο.
Ἔρχεται καί ὁ σύζυγος λοιπόν καί μένει δίπλα σου. Ἄν ὅμως ἐσύ, ἡ σύζυγος, ἔχεις λογισμούς, ὅτι
δέν θέλει νά μιλήσει μαζί σου, ὅτι σέ ἀποφεύγει καί πάει στό καφενεῖο καί ἄργησε καί πάλι ἄργησε
καί τί θά γίνει καί δέν ἔρχεται… Μπορεῖ νά μήν τοῦ πεῖς τίποτα, ἀλλά ἄν ἔχεις μέσα σου τέτοιες
σκέψεις καί λογισμούς, ὁ ἄνδρας σου τό πληροφορεῖται καί λέει: ‘Κοίταξέ την πάλι μουτρωμένη
εἶναι. Αὔριο θά ἔρθω πιό ἀργά’. Τήν ἄλλη μέρα ἔρχεται πιό ἀργά. Ἄν ὅμως εἶχες μέσα σου καλούς
λογισμούς, καλές σκέψεις, θά χαιρόταν κι αὐτός καί θά ἔλεγε ‘Γιά κοίταξε ἡ γυναίκα μου, παρόλο
πού ἄργησα, μ’ ἀγαπάει, δέν ἔχει κακούς λογισμούς. Αὔριο θά ἔρθω πιό νωρίς’. Ἔτσι θά τόν
κερδίσεις. Τό ἀντίστοιχο ἰσχύει καί γιά τούς ἄνδρες.
Ἄν θέλεις νά κερδίσεις τόν ἄλλο, τήν ἀγάπη τοῦ ἄλλου, ἀγάπησέ τον. Αὐτό εἶναι τό μυστικό.
Τίποτα ἄλλο δέν χρειάζεται. Καί πῶς τόν ἀγαπᾶμε; Ὄχι τόσο μέ ἐξωτερικές ἐκδηλώσεις, πού καμιά
117
φορά δημιουργοῦν καί μία ἀντίδραση, ὅσο μέ τήν προσευχή τήν μυστική, ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος.
Κάνε μυστικά προσευχή. Γιά τόν σύζυγο, γιά τήν σύζυγο, γιά τό παιδί καί ἔτσι δημιουργεῖς γύρω
σου αὐτό τό ὡραῖο θερμοκήπιο, πού τόν ἑλκύει καί τόν ἄλλον καί νιώθει πολύ ὡραῖα.
Λέει ὁ ἅγιος, ὅταν ἀγαπήσεις, θά προσέξεις τότε ὅτι ὅλοι ἔρχονται κοντά σου καί σέ ἀγαπᾶνε κι
αὐτοί. «Ὅταν ἀγαπᾶμε χωρίς νά ἐπιδιώκομε νά μᾶς ἀγαπᾶνε, θά μαζεύονται ὅλοι κοντά μας σάν τίς
μέλισσες. Αὐτό ἰσχύει γιά ὅλους μας». Βλέπετε ἕνα πολύ μεγάλο μυστικό; Δέν θέλουμε; Θέλουμε
νά μᾶς ἀγαπᾶνε, ἄνθρωποι εἴμαστε. Λοιπόν, μήν τό ἐπιδιώκεις. Ἐσύ νά ἐπιδιώξεις νά τούς
ἀγαπήσεις ὅλους καί θά δεῖς μετά ὅτι καί οἱ ἄλλοι θά έρθουν κοντά σου, γιατί θά ἀναπαύονται.
«Ἂν ὁ ἀδελφός σου σ’ ἐνοχλεῖ, σέ κουράζει, νά σκέπτεσαι: ‘Τώρα μέ πονάει τό μάτι μου, τό χέρι
μου, τό πόδι μου, πρέπει νά τό περιθάλψω μ’ ὅλη μου τἠν ἀγάπη’». Αὐτός πού σέ κουράζει, πού
εἶναι λίγο φορτικός, πού γκρινιάζει ἐνδεχομένως, πού λέει ‘δέν μ’ ἀγαπᾶς’ κ.λ.π., αὐτός εἶναι
ἄρρωστος. Ἀξίζει πιό πολύ νά τόν ἀγαπήσουμε, πιό πολύ νά προσευχηθοῦμε γι’ αὐτόν. Ὅταν
σκεφθεῖς ἔτσι λοιπόν, θά δεῖς ὅτι κι ὁ ἄλλος θά πάψει νά γκρινιάζει, θά ἔρθει κι αὐτός κοντά σου
καί θά νιώθει πολύ ὡραῖα καί θά νιώθεις κι ἐσύ πολύ καλά τότε.
«Νά μή σκεπτόμαστε, ὅμως, οὔτε ὅτι θά ἀμειφθοῦμε γιά τά δῆθεν καλά, οὔτε ὅτι θά τιμωρηθοῦμε
γιά τά κακά πού διαπράξαμε». Γιατί κι αὐτό εἶναι μιά κατώτερη μορφή -ἄς τό ποῦμε- ἐκπλήρωσης
ἀγάπης. Γιατί ὑπάρχουνε οἱ δοῦλοι, ὑπάρχουν οἱ μισθωτοί, ὑπάρχουν καί οἱ υἱοί. Ὁ Ἅγιος
Πορφύριος ἤθελε νά εἴμαστε στήν τάξη τῶν υἱῶν, δηλαδή νά τηροῦμε αὐτά πού λέει ὁ Χριστός
μας, ὄχι γιατί θά μᾶς ἀμείψει ὁ Χριστός μας, οὔτε γιά νά μήν πᾶμε στήν κόλαση, ἀλλά γιατί
ἀγαπᾶμε Αὐτόν τόν ἴδιο καί δέν θέλουμε νά Τόν στενοχωροῦμε. Γι’ αὐτό λέει ὁ ἅγιος:«Μή
σκέφτεσαι ὅτι θά πάρεις ἀνταπόδοση. Ἐσύ δεῖξε τήν ἀγάπη σου ἀνιδιοτελῶς».
«Ἔρχεσαι εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας, ὅταν ἀγαπάεις μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ». Αὐτό εἶναι πολύ
μεγάλη κουβέντα. Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Ὅταν ἀγαπᾶμε μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή
ἀνιδιοτελῶς, χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση, χωρίς νά ἐπιδιώκουμε τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων, μετά λέει,
γνωρίζουμε τήν ἀλήθεια. Καί ποιά εἶναι ἡ ἀλήθεια; Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Εἶναι δρόμος δηλαδή γιά νά
γνωρίσεις τόν Θεό ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη πρός τόν πλησίον.
Ἔρχεσαι εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας, μ’αὐτόν τόν τρόπο καί «τότε δέν ζητᾶς νά σ’ ἀγαπᾶνε, αὐτό εἶναι
κακό». Προσέξτε, εἶναι κακό νά ζητᾶς νά σ’ ἀγαπᾶνε. Ἔχει ἐγωισμό μέσα, ἔχει ἰδιοτέλεια. «Ἐσύ
ἀγαπάεις, ἐσύ δίνεις τήν ἀγάπη σου, αὐτό εἶναι τό σωστό. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται νά σωθοῦμε. Ὁ Θεός
τό θέλει. Ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή: ‘’Ὁ Θεός θέλει πάντας σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας
ἐλθεῖν’’ (Α΄Τιμ. 2,4)». Καί ποιός εἶναι ὁ δρόμος; Ἡ διπλή ἀγάπη, ἔλεγε ἡ ἁγία Συγκλητική. Ἡ
ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Θέλεις νά σωθεῖς; Αὐτός εἶναι ὁ δρόμος.
Ἐρχόμαστε τώρα σέ αὐτό πού λέγαμε στήν ἀρχή, πού εἶναι τό πιό δύσκολο. Ὅταν κάποιος μᾶς
ἀδικεῖ. Τότε εἶναι πού ζητιέται ἡ ἀγάπη. Γιατί ὁ Χριστός εἶπε νά ἀγαπᾶμε ὄχι μόνο αὐτούς πού μᾶς
φέρονται καλά, ἀλλά καί αὐτούς πού δέν μᾶς φέρονται καλά. Λέει λοιπόν ὁ ἅγιος Πορφύριος:
«Ὅταν κάποιος μᾶς ἀδικήσει μ’ ὁποιονδήποτε τρόπο, μέ συκοφαντίες, μέ προσβολές, νά
σκεπτόμαστε ὅτι εἶναι ἀδελφός μας πού τόν κατέλαβε ὁ ἀντίθετος». Ποιός εἶναι ὁ ἀντίθετος; Ὁ
πονηρός, ὁ διάβολος. Αὐτά νά σκεφτόμαστε. Ὅτι εἶναι ἀδελφός μας, ὁποιοσδήποτε κι ἄν μᾶς
ἀδικεῖ, εἶναι ἀδελφός μας, ὁ ὁποῖος ἔχει καταληφθεῖ ἀπό πονηρό πνεῦμα. Τόν ἐπηρεάζει ὁ ἔξω ἀπό
δῶ. Ἔπεσε θύμα τοῦ ἀντιθέτου.
«Γι’ αὐτό πρέπει νά τόν συμπονέσομε καί νά παρακαλέσομε τόν Θεό νά ἐλεήσει κι ἐμᾶς κι αὐτόν κι
ὁ Θεός θά βοηθήσει καί τούς δύο. Ἄν, ὅμως, ὀργισθοῦμε ἐναντίον του -πράγμα πού γίνεται
συνήθως-, τότε ὁ ἀντίθετος ἀπό κεῖνον θά πηδήσει σ’ ἐμᾶς καί θά μᾶς παίζει καί τούς δύο».
Κοιτάξτε τί γίνεται πνευματικά! Ἀπό μᾶς θά ξαναπάει σέ ἐκεῖνον, ἀπό κεῖνον σέ ἐμᾶς καί θά
χαίρεται τό ταγκαλάκι.
«Ὅποιος κατακρίνει τούς ἄλλους, δέν ἀγαπάει τόν Χριστό. Ὁ ἐγωισμός φταίει. Από κεῖ ξεκινάει ἡ
κατάκριση. Θά σᾶς πῶ ἕνα μικρό παράδειγμα». Κοιτάξτε ἕνα ὡραιότατο παράδειγμα πού δίνει ὁ
118
ἅγιος Πορφύριος.
«Ἂς ὑποθέσομε ὅτι ἕνας ἄνθρωπος βρίσκεται μόνος του στήν ἔρημο. Δέν ὑπάρχει κανείς. Ξαφνικά
ἀκούει κάποιον ἀπό μακριά νά κλαίει καί νά φωνάζει».
Δέν ξέρω πόσοι ἔχετε βρεθεῖ σέ ἔρημο, ἄν ἔχετε πάει στό Σινά ἐνδεχομένως ξέρετε τί θά πεῖ
ἔρημος. Ἀκοῦμε λοιπόν κάπου κάποιον νά φωνάζει ‘βοήθεια’.
«Πλησιάζει κι ἀντικρίζει ἕνα φοβερό θέαμα: μία τίγρις ἔχει ἁρπάξει ἕναν ἄνθρωπο καί τόν
καταξεσχίζει μέ μανία. Ἐκεῖνος ἀπελπισμένος ζητάει βοήθεια. Σέ λίγα λεπτά θά τόν κατασπαράξει.
Τί νά κάνει, γιά νά τόν βοηθήσει; Νά τρέξει κοντά του; Πῶς; Αὐτό εἶναι ἀδύνατον. Νά φωνάξει;
Ποιόν; Κανείς ἄλλος δέν ὑπάρχει. Μήπως θά πάρει καμιά πέτρα νά τήνε ρίξει στόν ἄνθρωπο καί νά
τόν ἀποτελειώσει; ‘Ὄχι, βέβαια!’, θά ποῦμε». Αὐτό εἶναι μεγάλη ἀπανθρωπιά!
«Κι ὅμως αὐτό εἶναι δυνατόν νά γίνει, ὅταν δέν καταλαβαίνομε ὅτι ὁ ἄλλος πού μᾶς φέρεται
ἄσχημα κατέχεται ἀπό τόν διάβολο, τήν τίγρη». Καταλάβατε τήν ἀναλογία; Ἡ τίγρης εἶναι ὁ
διάβολος. Αὐτός πού μᾶς ἐπιτίθεται, εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού τόν ἔχει πάρει ἡ τίγρης καί ἔχει ἀρχίσει
νά τόν τρώει. Εἶναι θύμα δηλαδή τοῦ διαβόλου. Αἰχμαλωτισμένος ἀπό τόν διάβολο. Ἐσύ τώρα τί
θά κάνεις; Θά πάρεις μιά πέτρα καί θά τόν χτυπήσεις αὐτόν τόν ταλαίπωρο ἄνθρωπο; Αὐτό
κάνουμε ὅταν ὀργιζόμαστε ἐναντίον αὐτοῦ, πού μᾶς φέρεται ἄσχημα.
«Μᾶς διαφεύγει ὅτι, ὅταν κι ἐμεῖς τόν ἀντιμετωπίζομε χωρίς ἀγάπη, εἶναι σάν νά τοῦ ρίχνομε
πέτρες πάνω στίς πληγές του, ὁπότε τοῦ κάνομε πολύ κακό καί ἡ «τίγρις» μεταπηδάει σ’ ἐμᾶς καί
κάνομε κι ἐμεῖς ὅ,τι ἐκεῖνος καί χειρότερα». Καί ἐκείνου τοῦ κάνουμε κακό, ἀλλά καί στόν ἑαυτό
μας κάνουμε κακό. Πολύ ὡραῖα λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Προσέχετε νά μήν δαγκώνετε ὁ ἕνας τόν
ἄλλον (Γαλ. 5,15), μέ τήν ὀργή, μέ τή ζήλεια, μέ τόν φθόνο, μέ τίς κακίες, γιατί λέει, ἐάν
«ἀλλήλους δάκνετε», ἄν δαγκώνετε ὁ ἕνας τόν ἄλλο, θά φαγωθεῖτε. Τρῶμε τίς σάρκες τοῦ ἀδελφοῦ
μας, ὅταν ἀνταποδίδουμε κακό στό κακό.
«Τότε, λοιπόν, ποιά εἶναι ἡ ἀγάπη πού ἔχομε γιά τόν πλησίον μας καί πολύ περισσότερο γιά τόν
Θεό; Νά αἰσθανόμαστε τήν κακία τοῦ ἄλλου σάν ἀρρώστια πού τόν βασανίζει καί ὑποφέρει καί δέν
μπορεῖ νά ἀπαλλαγεῖ. Γι’ αὐτό νά βλέπομε τούς ἀδελφούς μας μέ συμπάθεια καί νά τούς
φερόμαστε μέ εὐγένεια λέγοντας μέσα μας μέ ἁπλότητα τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», γιά νά
δυναμώσει μέ τή θεία χάρι ἡ ψυχή μας καί νά μήν κατακρίνομε κανένα».
Ἡ πιό μεγάλη εὐλογία καί εὐεργεσία εἶναι ἡ ἀδικία πού μᾶς κάνει ὁ ὁποιοσδήποτε. Γιά μᾶς. Γιά
αὐτόν βέβαια δέν εἶναι καλό, εἶναι ἀρρώστια, εἶναι αἰχμαλωσία τοῦ πονηροῦ. Ἀλλά σέ μᾶς κάνει
πολύ-πολύ μεγάλο καλό ἡ ὅποια ἀδικία. Γιατί ὅπως λέει ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς καί ὅλοι οἱ ἅγιοι
Πατέρες «αὐτή ἡ ἀδικία εἶναι ὁ θερμοκαυτήρας τοῦ Ἰησοῦ». Εἶναι τό ἰατρικό ἐκεῖνο ἐργαλεῖο,
ἀνάλογο μέ αὐτό πού ἔχουν οἱ χειροῦργοι, τό ὁποῖο καίει τους καρκίνους. Θερμοκαυτήρας! Ἔτσι
καί ἡ ψυχή μας ἔχει καρκίνους πνευματικούς καί πρέπει νά καοῦν καί χρησιμοποεῖ ὁ Θεός
κάποιους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἀδικοῦν μέ ὁποιονδήποτε τρόπο, γιά νά φύγει ὁ ἐγωισμός καί ἡ
ὑπερηφάνεια καί νά ταπεινωθοῦμε.
Ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος: «ζήτησες ἀπό τόν Θεό ταπείνωση»; Ὡραῖο πράγμα δέν εἶναι ἡ
ταπείνωση; Ὡραῖο, πολύ ὡραῖο, τέλειο! «Εἶναι σάν νά ζητᾶς ἀπό τόν Θεό νά σοῦ στείλει κάποιον
νά σέ βρίσει». Τόσο ὠμά τό λέει. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Γιατί πῶς θά σοῦ δώσει ὁ Θεός ἕνα κιλό
ταπείνωση ἤ δύο κιλά ταπείνωση, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος; Δέν ἔρχεται ἔτσι μαγικά. Ἡ
ταπείνωση ἔρχεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑπομένει τίς ἀδικίες καί ἀνταποδίδει καλό στό κακό.
«Ὅλους γιά ἁγίους νά τούς βλέπομε. Ὅλοι μας μέσα φέρομε τόν ἴδιο παλαιό ἄνθρωπο. Ὁ πλησίον,
ὅποιος κι ἄν εἶναι, εἶναι ‘’σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μας’’ (Γεν. 2,23)». Ποιός μίσησε τήν σάρκα του;
Ὅλοι τό σῶμα μας τό περιποιούμαστε κι ἅμα ἀρρωστήσει ἀκόμα περισσότερο. Κάνουμε τό πᾶν γιά
νά ἐπαναφέρουμε τήν ὑγεία, ὅταν τή χάσουμε. Κοιτᾶμε ὅταν πεινᾶμε νά τρῶμε, ὅταν κρυώνουμε
νά ντυθοῦμε καλύτερα, κάνουμε τό πᾶν. Λοιπόν, ὁ κάθε ἀδελφός μας εἶναι σάρκα ἀπό τή σάρκα
119
μας.
«Εἶναι ἀδελφός μας καί ‘’μηδενί μηδέν ὀφείλομεν, εἰ μή τό ἀγαπᾶν ἀλλήλους’’, (Ρωμ. 13,8)».
Προσέξτε κι αὐτό τό πολύ σπουδαῖο, τίποτα δέν χρωστᾶμε στούς ἄλλους, παρά τήν ἀγάπη. Ἡ
ἀγάπη εἶναι χρέος συνεχές καί δέν ἔχεις δίκαιο ὅταν λές: ‘Τόσα τοῦ ἔκανα, φτάνει. Δέν τοῦ
ξανακάνω καλό’. Ποτέ δέν πρέπει νά τό λέμε αὐτό. Γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι ἀνεξόφλητη. Τό χρέος τῆς
ἀγάπης πού ἔχουμε πρός τούς ἄλλους ποτέ δέν μποροῦμε νά τό ἐξοφλήσουμε, ὅσα καλά κι ἄν τοῦ
κάνουμε.
Γι’ αὐτό, ὅταν ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ρώτησε τόν Χριστό μας ‘’Κύριε πόσες φορές πρέπει νά
συγχωρέσουμε τόν ἄλλο, μέχρι ἑφτά φορές δέν φτάνει’’; (Ματθ. 18,21). Τί τοῦ εἶπε ὁ Χριστός μας;
‘’Ἑβδομηκοντάκις ἑπτά’’ (Ματθ. 18,22), δηλαδή ἄπειρες φορές. Μά θά πεῖ ἕνας κοσμικός
ἄνθρωπος ‘Καλά ἀνόητοι εἴμαστε; Ἐκεῖνος θά μᾶς ἀδικεῖ κι ἐμεῖς θά τόν εὐεργετοῦμε’; Αὐτό λέει ὁ
Χριστός, ἄν θέλεις νά εἶσαι Χριστιανός. Ποτέ δέν θά πάψεις νά εὐεργετεῖς, ὅπως καί ὁ Χριστός μας
ποτέ δέν παύει νά μᾶς εὐεργετεῖ, παρ’ ὅλο πού ἐμεῖς τόν προσβάλλουμε καί τόν διαγράφουμε ἀπό
τή ζωή μας καί φτιάχνουμε ἄνομα νομοθετήματα καί ὡς ἔθνη καί ὡς κράτη κ.λ.π. Ὁ Χριστός μας
βλέπετε δέν μᾶς στερεῖ τίς εὐλογίες Του καί τήν βροχούλα μᾶς τή δίνει καί τό χιόνι καί τόν ἀέρα
καί τόν ἥλιο. Αὐτό θά πεῖ ἀνιδιοτελής ἀγάπη. Ἄν ἦταν ἰδιοτελής καί ὁ Χριστός μας καί ἔλεγε «θά
ἀγαπῶ ὅσους Μέ ἀγαπᾶνε καί θά ἀνοίγω τό φῶς τοῦ ἡλίου γι’ αὐτούς πού εἶναι καλοί», τότε θά
εἴχαμε ξεπαγιάσει ὅλοι, γιατί ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ἔνοχοι.
Ἔτσι λέει ὁ Χριστός μας «καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς καί σεῖς ὀφείλετε νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἀλλο»
(Ἰω. 15,12), αὐτό τό ‘καθώς’ σημαίνει ἀνιδιοτελῶς. Καί μάλιστα χωρίς ὅρια. Πῶς μᾶς ἀγάπησε ὁ
Χριστός μας; Μέχρι θανάτου. Δέν πρέπει λοιπόν νά βάζουμε ὅρια στήν ἀγάπη.
«Δέν μποροῦμε ποτέ νά κατηγορήσομε τούς ἄλλους, γιατί ‘’οὐδείς τήν ἑαυτοῦ σάρκα ἐμίσησεν’’
(Ἐφ. 5,29)». Ὁ ἄλλος εἶναι ἡ σάρκα μας. Κατηγορεῖς τήν σάρκα σου; Ὄχι. Δέν τά βάζεις ποτέ μέ
τόν ἑαυτό σου. Μέ τούς ἄλλους τά βάζεις. Μά ὁ ἄλλος εἶσαι ἐσύ. Ὅταν λοιπόν τά βάζεις μέ τούς
ἄλλους, οὐσιαστικά μέ τόν ἑαυτό σου τά βάζεις.
«Ὅταν κάποιος ἔχει ἕνα πάθος, νά προσπαθοῦμε νά τοῦ ρίχνομε ἀκτῖνες ἀγάπης κι εὐσπλαγχνίας,
γιά νά θεραπεύεται καί νά ἐλευθερώνεται». Πόσες οἰκογένειες δέν ἔχουν παιδιά μέ ναρκωτικά, μέ
ἐξαρτήσεις διάφορες, πάθη διάφορα κ.λ.π. Πολλά πάθη, πού εἶναι δεσμά πού χαλκεύει ὁ διάβολος,
μέ τή συγκατάθεση βέβαια τή δική μας καί ὁ ἄνθρωπος χάνει τήν ἐλευθερία του. Ἔτσι
ὑποδουλώνεται σέ μιά οὐσία, σέ μιά συνήθεια, σέ ἕνα πονηρό πνεῦμα. Τί πρέπει νά κάνουμε ἐμεῖς;
Νά τοῦ ρίξουμε τόν λίθο τοῦ ἀναθέματος; Ὄχι βέβαια. Πρέπει νά τοῦ δείξουμε πιό πολλή ἀγάπη,
πάρα πολλή ἀγάπη.
Ἀκτῖνες ἀγάπης κι εὐσπλαγχνίας, γιά νά θεραπευθεῖ καί νά ἐλευθερωθεῖ. «Μόνο μέ τήν χάρη τοῦ
Θεοῦ γίνονται αὐτά. Νά σκέπτεσθε ὅτι αὐτός ὑποφέρει περισσότερο ἀπό ἐσᾶς». Μπορεῖ νά
φαίνεται ὅτι σᾶς βλάπτει ἔ; Ἀλλά εἴπαμε κανείς δέν μπορεῖ νά μᾶς βλάψει, ἄν δέν βλάψουμε τόν
ἑαυτό μας μόνοι μας, μέ τήν ὀργή καί τόν θυμό καί τή μνησικακία καί τήν ὅποια ἁμαρτία. Ἐκεῖνος
ὅμως πού ὑποτίθεται πώς μᾶς βλάπτει, βλάπτεται πιό πολύ ὁ ἴδιος.
«Στό κοινόβιο, ὅταν κάποιος φταίει, νά μήν τοῦ ποῦμε ὅτι φταίει». Καί ἡ οἰκογένεια εἶναι ἕνα
μικρό κοινόβιο, πού θά πρέπει νά ἔχουν οἱ σύζυγοι κοινοκτημοσύνη, νά τά ἔχουν ὅλα κοινά, νά
ἔχουν τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί νά εἶναι ἕνα πνεῦμα. Ὁπότε ὅ,τι λέει ἐδῶ ὁ Γέροντας
γιά τό κοινόβιο, τό μοναστήρι, ἰσχύει καί γιά τήν οἰκογένεια ἤ τήν ἐνορία. Καί ἡ ἐνορία σάν ἕνα
μικρό κοινόβιο θά ἔπρεπε νά λειτουργεῖ, ἀλλά δέν εἴμαστε σέ πνευματικά μέτρα ὑψηλά γιά νά τό
ἐφαρμόσουμε, ὅπως ζοῦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί.
«Ὅταν λοιπόν κάποιος φταίει στό κοινόβιο, νά μήν τοῦ ποῦμε ὅτι φταίει. Νά στεκόμαστε μέ
προσοχή, σεβασμό καί προσευχή». Βέβαια αὐτό μήν τό ἀπολυτοποιήσουμε. Μπορεῖ νά ποῦμε καί
μιά κουβέντα κάποια στιγμή μέ διάκριση καί μέ πολλή προσευχή. Ἀλλά γιατί τό λέει ὁ Γέροντας;
Τό λέει γιατί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος μέσα του ἔχει τήν συνείδηση, ἔχει τήν φωνή τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε
120
κάνοντας ἐμεῖς προσευχή τόν βοηθᾶμε νά ἐνεργοποιήσει τήν συνείδησή του, νά ἀκούσει τήν
συνείδησή του. Κάνουμε μία προθέρμανση στήν ψυχούλα του, ὥστε νά ἀκούσει τήν φωνή τοῦ
Θεοῦ. Αὐτό εἶναι πολύ καλύτερο, παρά νά τοῦ κάνεις κάποια παρατήρηση ἤ ἐπίπληξη. Σ’ αὐτή τήν
περίπτωση μᾶλλον ἀντίδραση θά δημιουργήσεις.
«Ἐμεῖς νά προσπαθοῦμε νά μήν κάνουμε τό κακό». Στό κακό δέν πρέπει νά ἀνταποδίδεις κακό.
«Ὅταν ὑπομένομε τήν ἀντιλογία τοῦ ἀδελφοῦ, λογίζεται μαρτύριο. Νά τό κάνομε μέ χαρά».
Λέει ἕνα ὡραῖο περιστατικό στό Γεροντικό μέ ἕναν Γέροντα πού κάποια στιγμή ἔφτυσε αἷμα καί
τόν εἶδε κάποιος καί τοῦ λέει «Γέροντα τί ἦταν αὐτό πού ἔφτυσες»; «Αὐτός», λέει «ἤτανε ἕνας
πικρός λόγος πού ἄκουσα ἀπό ἕναν ἀδελφό, ἀλλά κρατήθηκα καί δέν εἶπα τίποτα καί νά τώρα τό
ἔφτυσα». Ἔκανε ὑπομονή δηλαδή νά μήν ἀνταποδώσει κακό στό κακό. Νά τό κάνουμε μέ χαρά, νά
ὑπομένουμε τόν ἀδελφό μας ἀγόγγυστα.
«Ὁ χριστιανός εἶναι εὐγενής. Νά προτιμᾶμε ν’ ἀδικούμαστε –καί ὄχι νά ἀδικοῦμε. Ἅμα ἔλθει μέσα
μας τό καλό, ἡ ἀγάπη, ξεχνᾶμε τό κακό πού μᾶς κάνανε. Ἐδῶ κρύβεται τό μυστικό. Ὅταν τό κακό
ἔρχεται ἀπό μακριά, δέν μπορεῖτε νά τό ἀποφύγετε. Ἡ μεγάλη τέχνη εἶναι, ὅμως, νά τό
περιφρονήσετε. Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ θά τό βλέπετε, δέν θά σᾶς ἐπηρεάζει, διότι θά εἶστε
πλήρεις χάριτος».
«Στό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὅλα εἶναι ἀλλιώτικα. Ἐκεῖ κανείς τά δικαιολογεῖ στούς ἄλλους ὅλα. Ὅλα!
Τί εἴπαμε; ‘’Ὁ Χριστός βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους’’ (Ματθ. 5,45)». Καί ὁ χριστιανός πρέπει
νά μιμεῖται τόν Χριστό καί νά τούς εὐεργετεῖ ὅλους. «Ἐγώ ἐσένα βγάζω φταίχτη, ἔστω κι ἄν μοῦ
λέεις ὅτι φταίει ὁ τάδε ἤ ἡ τάδε». Ἐάν πήγαινε, λ.χ. ἕνας σύζυγος καί κατηγοροῦσε τήν σύζυγό του,
ξέρετε τί ἀπαντοῦσε ὁ ἅγιος Πορφύριος; Ἐσύ φταῖς. Δέν ἔλεγε φταίει ἡ σύζυγος. Πηγαίνανε καί
τοῦ κατηγοροῦσαν ἄλλους καί τούς ἔλεγε ἐσεῖς φταῖτε. Τό πρόβλημα δέν εἶναι στόν ἄλλον, εἶναι σέ
σένα κι ἄν ψάξεις λίγο, θά τό βρεῖς.
«Τελικά σέ κάτι φταίεις καί τό βρίσκεις, ὅταν σοῦ τό πῶ. Αὐτή τή διάκριση ν’ ἀποκτήσετε στή ζωή
σας. Νά ἐμβαθύνετε στό καθετί καί νά μήν τά βλέπετε ἐπιφανειακά. Ἂν δέν πᾶμε στόν Χριστό, ἄν
δέν ὑπομένομε, ὅταν πάσχομε ἀδίκως, θά βασανιζόμαστε συνέχεια». Ἔρχονται ἄνθρωποι στήν
ἐξομολόγηση καί μοῦ λένε ‘Πάτερ, ὅλοι εἶναι ἐναντίον μου, ὅλοι μέ κυνηγᾶνε’. Μά καλά, γιατί;
Ἀὐτό ἀποτελεῖ ἔνδειξη γιά τόν Πνευματικό ὅτι ὁ ἴδιος ἔχει πρόβλημα, δέν εἶναι ὅτι ὅλος ὁ κόσμος
τά ἔχει ἐναντίον του. Ἀπό αὐτόν τόν ἄνθρωπο λείπει ὁ Χριστός καί δέν μπορεῖ νά κάνει ὑπομονή
στήν ἐλάχιστη ἀδικία τοῦ ἄλλου καί βασανίζεται.
«Τό μυστικό εἶναι ν’ ἀντιμετωπίζει κανείς τίς καταστάσεις μέ πνευματικό τρόπο. Κάτι παρόμοιο
γράφει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος». Προσέξτε αὐτό εἶναι πολύ ὡραῖο καί ἄν δέν κάνω
λάθος αὐτό τό κείμενο ἕνα διάστημα τό εἶχε βγάλει φωτοτυπίες ὁ Γέροντας, ὁ ἅγιος Πορφύριος καί
τό μοίραζε στόν κόσμο καί τό εἶχε καί ἀναρτημένο ἔξω ἀπό τό Ἡσυχαστήριό του ἐκεῖ στό Μήλεσι,
στήν Ἀθήνα.
Κοιτᾶξτε τί λέει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος: «Ὅλους τούς πιστούς ὀφείλουμε νά τούς
βλέπουμε σάν ἕνα καί νά σκεπτόμαστε ὅτι στόν καθένα ἀπό αὐτούς εἶναι ὁ Χριστός». Μόνο αὐτό
νά σκεφτόμασταν: Ὅτι στό πρόσωπο τοῦ κάθε ἀνθρώπου, βλέπουμε τόν Χριστό, πῶς θά ἀλλάζαμε,
πῶς θά ἄλλαζε ἡ ψυχή μας καί ἡ διάθεσή μας. Ἀκόμα καί σ’ αὐτούς πού ἔρχονται σάν εἰσβολεῖς
τώρα στήν πατρίδα μας, εἶναι ἀπαραίτητο στό πρόσωπό τους νά βλέπουμε τόν Χριστό!
«Καί νά ἔχουμε γιά τόν καθένα τέτοια ἀγάπη, ὥστε νά εἴμαστε ἕτοιμοι νά θυσιάσουμε γιά χάρη
του καί τή ζωή μας». Γιατί αὐτό εἶπε ὁ Χριστός «Καθώς ἐγώ ἠγάπησα ὑμᾶς. Πόσο σᾶς ἀγάπησα
Ἐγώ; Μέχρι θανάτου». Ἔτσι καί ἐσεῖς μέχρι θανάτου πρέπει νά ἀγαπιέστε.
«Γιατί ὀφείλουμε νά μή λέμε, οὔτε νά θεωροῦμε κανέναν ἄνθρωπο κακό, ἀλλά ὅλους νά τούς
βλέπουμε ὡς καλούς». Γιατί ὁ Θεός ὅλους καλούς τούς ἔφτιαξε. Ἁπλῶς οἱ καλοί παρασύρονται ἀπό
τόν κακό, τόν πονηρό καί κάνουν κακά ἔργα. Ἀλλά ἄν μετανοήσουν, μποροῦν νά ξαναγίνουν
καλοί.
121
«Κι ἄν δεῖς ἕναν ἀδελφό νά ἐνοχλεῖται ἀπό πάθη, νά μήν τόν μισήσεις αὐτόν, μίσησε τά πάθη πού
τόν πολεμοῦν». Βλέπετε ἐδῶ τώρα μιά πολύ ὡραία διάκριση, πού χρειάζεται νά τήν ἔχουμε πάντα.
Βλέπεις κάποιον νά κάνει τό κακό; Τί θά γίνει; Πῶς θά τοποθετηθεῖς; Τόν ἴδιο δέν πρέπει νά τόν
μισήσεις. Τό κακό πού κάνει, νά τό μισήσεις. Νά κάνουμε διαχωρισμό προσώπων καί πράξεων.
Ἄλλο τό πρόσωπο, πού πρέπει πάντα νά τό ἀγαποῦμε καί ἄλλο ἡ πράξη πού κάνει, τήν ὁποία
βεβαίως θά τήν κρίνουμε, ἀλλά χωρίς ἐμπάθεια πρός τό πρόσωπο καί θά καταδικάσουμε τήν
πράξη, ἀλλά ὄχι τό πρόσωπο. Τό πρόσωπο πάντα, ὅπως μᾶς λένε οἱ ἅγιοι, νά λέμε ὅτι ἔχει πέσει
θύμα τοῦ πονηροῦ. ‘Κοίταξε πῶς ὁ διάβολος τόν παραπλάνησε καί ἔκανε ὁ καημένος αὐτό τό
πράγμα’. Ἀλλά ἄν μετανοήσει, θά σωθεῖ, καί ἐγώ, ἄν δέν προσέξω θά κάνω τά ἴδια μ’ αὐτόν καί
χειρότερα. Ἔτσι πρέπει νά λέμε, ὅταν βλέπουμε κάποιον νά σφάλλει. ‘Θεέ μου φύλαξέ με καί δῶσε
καί σ’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο μετάνοια’.
«Ἄν δεῖς νά τυραννεῖται ἀπό ἐπιθυμίες καί συνήθειες προηγουμένων ἁμαρτιῶν, περισσότερο
σπλαγχνίσου τον, μήν τυχόν δοκιμάσεις καί σύ πειρασμό, ἀφοῦ εἶσαι ἀπό ὑλικό πού εὔκολα γυρίζει
ἀπό τό καλό στό κακό». Γι’ αὐτό τί εἶπε ὁ Χριστός μας, ὅταν εἶχε πέσει ἕνας πύργος καί εἶχε
πλακώσει δεκαοχτώ ἀνθρώπους στό Σιλωάμ, «νομίζετε ὅτι αὐτοί εἶναι πιό ἁμαρτωλοί κι ἔπεσε ὁ
πύργος καί τούς πλάκωσε; Ὄχι. Ἄν δέν μετανοήσετε καί σεῖς ὁμοίως ἀπολεῖσθε» (Λουκ. 13,4-5).
Θά πάθετε τά ἴδια. Ἔτσι, ὅταν βλέπεις κάποιον νά παραφέρεται, νά κάνει τό κακό, προβληματίσου
μήπως κι ἐσύ εἶσαι μέ τά ἴδια πάθη, ἁπλῶς ἀκόμα σέ φύλαξε ὁ Θεός καί δέν τά ἐκδήλωσες κι ἄν
φύγει λίγο ἡ Χάρις Του θά κάνεις κι ἐσύ τά ἴδια καί χειρότερα καί θά ἔχεις κατάληξη τήν ἀπώλεια.
Ἑπομένως μήν ἀσυμπαθήσεις, μή νιώσεις μιά ἀντιπάθεια γι’ αὐτόν πού κάνει τό κακό, μήν πέσεις
κι ἐσύ στό ἴδιο κακό. Περισσότερο σπλαχνίσου τον.
«Ἡ ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό σέ προετοιμάζει ν’ ἀγαπήσεις περισσότερο τόν Θεό. Τό μυστικό,
λοιπόν, τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ἀγάπη πρὀς τόν ἀδελφό. Γιατί, ἄν δέν ἀγαπάεις τόν
ἀδελφό σου πού τόν βλέπεις, πῶς εἶναι δυνατόν ν’ ἀγαπάεις τόν Θεό πού δέν Τόν βλέπεις; ‘’Ὁ γάρ
μή ἀγαπῶν τόν ἀδελφόν αὐτοῦ, ὅν ἑώρακε, τόν Θεόν, ὅν οὐχ ἑώρακε, πῶς δύναται ἀγαπᾶν;’’(Α΄Ἰω.
4,20)».
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: ………………..
– Ἀπ.: Δέν πρέπει νά βγάζουμε ἐμεῖς τόν Σταυρό. Δυστυχῶς εἴμαστε σέ μιά τέτοια ἐποχή πού
νομίζουμε ὅτι ἐπιτρέπονται τά πάντα, χάριν τῆς κακῶς ἐννοουμένης ‘ἀγάπης’. Αὐτό δέν εἶναι
ἀγάπη. Κι ὁ Πάπας κάποτε πού εἶχε πάει σέ κάποιον μουσουλμανικό χῶρο, σέ κάποιο τζαμί,
ἔκρυβε τόν Σταυρό του. Δέν εἶναι σωστό αὐτό. Καλά ὁ Πάπας εἶναι αἱρετικός καί δέ μποροῦμε νά
τόν ἔχουμε πρότυπο γιά μᾶς. Ἐσεῖς μιλᾶτε γιά ὀρθοδόξους καί φυσικά δέν πρέπει νά κρύβουμε τόν
Σταυρό μας καί νά βγάζουμε τόν Σταυρό μας.
Ἐξάλλου ἔχουμε τόν Ἅγιο Εὐγένιο τόν Ροντιόνωφ τόν Ρῶσο, ὁ ὁποῖος γι’ αὐτόν τόν λόγο
μαρτύρησε. Τόν εἶχαν συλλάβει οἱ μουσουλμάνοι, ἐκεῖ στή Ρωσία καί τοῦ εἶπαν ἄν βγάλεις τόν
Σταυρό σου, δέν θά σοῦ πάρουμε τό κεφάλι. Καί εἶπε δέν τόν βγάζω. Ἦταν νέο παιδί, 19 χρονῶν
καί εἶναι μάρτυρας καί ἀπ’ ὅτι ἔχουμε μάθει ἐμφανίζεται καί κάνει καί θαύματα.
Τό γεγονός αὐτό δείχνει ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὅπως δέν εἶναι ἀγάπη, αὐτό πού λένε, νά ἔχουμε εἰρηνική συνύπαρξη μέ τίς ἄλλες θρησκεῖες, μέ
τήν ἔννοια δηλαδή νά μή λέμε τίποτε σ’ αὐτούς γιά Χριστό, γιατί ἔχουν κι αὐτοί τήν θρησκεία τους
καί καλά εἶναι ἐκεῖ πού εἶναι καί μήν τούς ἐνοχλεῖτε, γιατί αὐτοί εἶναι καί λίγο ἄγριοι καί μπορεῖ νά
σᾶς πάρουν καί τό κεφάλι. Ἄν σκεφτόντουσαν ἔτσι καί οἱ Ἀπόστολοι, θά λέγανε κι αὐτοί εἰρηνική
συνύπαρξη μέ τούς εἰδωλολάτρες, ἄστους τούς καημένους, γιατί ἄν τούς ποῦμε τήν ἀλήθεια, ὅτι ὁ
Χριστός εἶναι ἡ ἀλήθεια, θά μᾶς πάρουν τό κεφάλι. Δέν εἶπαν ἔτσι. Πῆγαν καί τούς μίλησαν καί
τούς ἔκαναν καί θαύματα καί τελικά τούς πῆραν τό κεφάλι καί ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν μαρτυρικό
θάνατο. Ἔτσι ἐμεῖς σήμερα εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί, ἀλλιῶς θά εἴμαστε εἰδωλολάτρες καί
122
σατανολάτρες καί θά κάναμε θυσίες, ὅπως κάνανε οἱ ἀρχαῖοι ἡμῶν πρόγονοι. Τό ξέρετε βέβαια,
διότι δέν εἶναι ὅλα καλά τά τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων προγόνων.
Ὁπότε οὔτε αὐτό εἶναι σωστό καί οὔτε εἶναι ἀγάπη. Ἀγάπη εἶναι νά τούς ποῦμε ὅτι εἶναι στήν
πλάνη. Φυσικά ὄχι νά κάνουμε τσιχάντ, ὅπως κάνουν αὐτοί, ἤ θά γίνετε χριστιανοί ἤ θά σᾶς
πάρουμε τό κεφάλι. Αὐτό εἶναι ἀπαράδεκτο. Ἀλλά μέ τά λόγια μας ὀφείλουμε νά ἐργαστοῦμε
ἱεραποστολικά. Αὐτό εἶναι ἀγάπη. Γιατί ὅταν δέν λές τίποτε στόν ἄλλον πού γκρεμίζεται, εἶναι
ἀγάπη; Ὄχι βέβαια. Σήμερα τόσα ἑκατομμύρια, δισεκατομμύρια ἄνθρωποι στόν κόσμο εἶναι
μακριά ἀπό τήν ἀλήθεια, ἀπό τό φῶς, πού εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἀπό τά 7,5 -8
δισεκατομμύρια πού ἔχει ὁ πλανήτης πόσοι εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι χριστιανοί; Ἴσως νά φτάνουμε τά
500 ἑκατομμύρια. Καί ἀπό τά 500 ἑκατομμύρια πόσοι εἶναι ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας; Πολλοί
λίγοι, πάρα πολλοί λίγοι, ἄν σκεφτοῦμε ὅτι στήν Ἑλλάδα τό 3% μόνο πηγαίνει στήν Ἐκκλησία.
Φοβερό δέν εἶναι; Γιά ὅλους τούς ὑπόλοιπους πού πᾶνε στήν κόλαση, δέν πρέπει νά πονέσουμε;
Δέν πρέπει λίγο νά κινηθοῦμε, τουλάχιστον μέ τήν προσευχή μας; Ἀλλά καί μέ τήν ὅποια ἄλλη
βοήθεια μποροῦμε νά τούς προσφέρουμε, μέ ἕναν λόγο.
Ἀλλά τί λέμε τώρα; Πολλές φορές διστάζουμε νά μιλήσουμε στόν συγγενή μας, γιατί ἄν τοῦ πεῖς
ὅτι πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ καί νά κοινωνήσει, ἐνῶ εἶναι στά τελευταῖα του, θά τρομάξει! Θά
τρομάξει καί μπορεῖ νά πεθάνει. Ἀφοῦ θά πεθάνει πού θά πεθάνει, τουλάχιστον νά πάει ὁ ἄνθρωπος
ἐξομολογημένος καί κοινωνημένος.
Δηλαδή βλέπετε ὅτι κι ἐμεῖς δέν πιστεύουμε πραγματικά καί διστάζουμε καί ἀφήνουμε τούς
ἀνθρώπους νά φεύγουν ἀπροετοίμαστοι. Μετά τί νά ποῦμε στούς λαθρομετανάστες γιά Χριστό,
ἐδῶ δέν λέμε στόν διπλανό μας. Ἀπό τόν διπλανό μας, ἀπό τούς οἰκείους τῆς πίστεως (Γαλ. 6,10)
πρέπει νά ἀρχίσουμε καί τήν πρώτη ἀγάπη, μετά τόν Θεό, σ’ ἐκείνους πρέπει νά τήν δείχνουμε.
Ὑπάρχει καί ἡ διεστραμμένη ἀγάπη. Νά σᾶς πῶ ἕνα περιστατικό, πού τό ἔζησα ὁ ἴδιος. Κάποτε πού
εἶχα πάει στόν ἅγιο Παΐσιο, μᾶς εἶπε μιά ἱστορία γιά τίς διεστραμμένες ἀγάπες. Εἶχε πάει μιά ὁμάδα
παιδιῶν, νεαροί ἤτανε, ὄχι καί πολύ πιστοί καί ὁ Ἅγιος Παΐσιος εἶχε κάτι μικρά γατάκια. Τά εἶδε ὁ
ἕνας ἀπ’ αὐτούς τούς νεαρούς καί λέει –Γέροντα, αὐτό τό γατάκι νά τό πάρω; Λέει ὁ Γέροντας –
Πάρτο. Νόμιζε ὅτι τό λέει ἀστεῖα. Ἐκεῖνος τό ἐννοοῦσε. Τό πῆρε στήν ἀγκαλιά του καί ὅταν
φύγανε, τό πῆρε μαζί του. Πῆγαν σ’ ἕνα μοναστήρι ἐκεῖ πιό κάτω ἀπό τήν Παναγούδα, εἶναι τῶν
Ἰβήρων καί μπῆκε στό ἀρχονταρίκι μέ τό γατί ἀγκαλιά. Τοῦ λέει ὁ ἀρχοντάρης ‘Παιδί μου, δέν
γίνεται νά εἶσαι μέ τό γατί ἐδῶ μέσα, οὔτε νά πᾶς στό δωμάτιο νά κοιμηθεῖς μέ τό γατί. Τότε λέει
αὐτός ‘Δέν γίνεται Γέροντα ἐγώ θά εἶμαι ἀχώριστος. Τότε τοῦ λέει δέν μπορεῖς νά κοιμηθεῖς μέσα
καί προτίμησε νά κοιμηθεῖ ἔξω ἀπό τό Μοναστήρι μέ τό γατί ἀγκαλιά, παρά νά κοιμηθεῖ μέσα στό
Μοναστήρι σάν ἄνθρωπος.
Λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος, αὐτό δέν εἶναι ἀγάπη, εἶναι διαστροφή τῆς ἀγάπης. Διεστραμμένη ἀγάπη. Ἡ
σωστή ἀγάπη εἶναι πρῶτα πρός τόν Θεό, μετά πρός τούς ἀνθρώπους, τούς συγγενεῖς μας, τόν
πατέρα μας, τήν μητέρα μας, πρός τά ἀδέλφια μας, ὅλους τούς οἰκείους τῆς πίστεως, ὅπως λέει ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος καί μετά τό περίσσευμα τῆς ἀγάπης πάει στήν κτίση, στά ζῶα, στά σκυλιά, στά
γατιά, σ’ ὅλη τήν κτίση.
Σήμερα πολλοί ἄνθρωποι ἀγαπᾶνε τά σκυλιά καί τά γατιά καί δέν ἔχουν καθόλου ἀγάπη γιά τούς
ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό εἴπαμε ὅτι ὑπάρχουν πολλές ἀγάπες πού δέν εἶναι ἀληθινές ἀγάπες, ἀλλά
διαστροφές τῆς ἀγάπης. Καλύτερα, ὅταν ἀκοῦτε καί τή λέξη ‘ἀγάπη’, νά προβληματίζεστε, νά
κουμπώνεστε λίγο καί νά ἐξετάζετε τί εἴδους ἀγάπη εἶναι αὐτή γιά τήν ὁποία σᾶς μιλᾶνε. Λένε ὅτι
‘ἐσεῖς δέν ἔχετε ἀγάπη’, γιά ἐμᾶς τούς χριστιανούς, ὅτι δέν ἔχουμε ἀγάπη, ἐπειδή λ.χ. εἴμαστε
ἐναντίον τῆς ὁμοφυλοφιλίας. ‘Δέν ἔχει ἀγάπη, εἶναι ρατσισμός αὐτό’, λένε. Βρήκαμε καί τή λέξη
τώρα. Ἐμεῖς δέν λέμε γιά τούς ἀνθρώπους, πού εἶναι ὑποχείρια αὐτοῦ τοῦ πάθους, λέμε γιά τό
πάθος αὐτό καθεαυτό ὅτι εἶναι διαστροφή.
Αὐτό εἶναι ἀγάπη, νά πεῖς ὅτι εἶναι διαστροφή. Δέν εἶναι ἀγάπη νά πεῖς ὅτι εἶναι φυσιολογικό τό
123
πάθος, ὅπως δέν εἶναι ἀγάπη νά πεῖς ὅτι εἶναι φυσιολογικός ὁ καρκῖνος. Γιατί ἄν πεῖς ὅτι εἶναι
φυσιολογικός ὁ καρκῖνος θά πάει κανένας στό Ἀντικαρκινικό μετά; Ὄχι. Ὅλοι θά μένουν στό σπίτι
τους μέ τόν καρκῖνο καί θά πεθαίνουν. Ἔτσι, ἄν ποῦμε ὅτι εἶναι φυσιολογική ἡ ὁμοφυλοφιλία,
κανένας δέν θά πάει νά θεραπευθεῖ. Αὐτό ἔχει ἀγάπη; Ὄχι βέβαια. Δέν ἔχει ἀγάπη ὁ ἄλλος νά ἔχει
μιά θανατηφόρο ἀρρώστια καί νά τοῦ λές ‘Ἔτσι εἶναι τό φυσιολογικό, κάτσε ὅπως εἶσαι’ καί δέν
τόν ἀφήνεις μέ τόν τρόπο σου νά πάει στόν γιατρό. Φυσικά καί δέν εἶναι ἀγάπη.
Ὀφείλουμε λοιπόν νά ἔχουμε τήν σωστή ἀγάπη καί νά μήν παρασυρόμαστε ἀπ’ ὅλους αὐτούς πού
ἐν ὀνόματι τῆς ψεύτικης ἀγάπης, μᾶς βάζουν στόν δαιμονικό κλοιό.
– Ἐρ.: ………………..
– Ἀπ.: Τό εἴπαμε. Οἱ οἰκεῖοι τῆς πίστεως εἶναι ἡ πρώτη μας φροντίδα. Καί τί λέει ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος; Ὅποιος δέν νοιάζεται γι’ αὐτούς εἶναι «ἀπίστου χείρων» (Α΄Τιμ. 5,8). Χειρότερος κι ἀπό
τόν ἄπιστο. Πρῶτα θά κοιτάξεις τόν ἀδελφό σου, τόν ἄνθρωπο πού ἔχεις δίπλα σου, τόν γείτονά
σου. Ξέρετε πόσοι φτωχοί ὑπάρχουν, πού δέν τό δείχνουν, γιατί ἐνδεχομένως εἶχαν μία κοινωνική
θέση ὑψηλή, ἕνα ἐπάγγελμα, εἶχαν μία οἰκονομική ἄνεση πρίν ἀπό δύο, τρία, πέντε χρόνια, ἄς
ποῦμε, καί πρέπει νά τούς ἀνακαλύψεις; Κρύβονται, νιώθουν μιά ντροπή. Κι αὐτό κακό εἶναι
βέβαια. Δέν εἶναι καλή ντροπή αὐτή. Κακή ντροπή εἶναι. Ἀλλά βλέπετε εἴμαστε ὅλοι ἀτελεῖς καί
ἔχουμε καί αὐτές τίς κακομοιριές. Ὁ ἄλλος προτιμάει νά πεθάνει ἀπό τήν πείνα, παρά νά πάει νά
πάρει ἀπό τό συσσίτιο τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ αὐτό δέν εἶναι κακό. Κακό εἶναι νά πᾶς νά κλέψεις. Νά
ταπεινωθεῖς καί νά πάρεις τήν βοήθεια πού προσφέρει ἡ Ἐκκλησία, τό σπίτι σου, δέν εἶναι καθόλου
κακό.
– Ἐρ.: ………………..
– Ἀπ.: Γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες μιλᾶνε γιά διάκριση. Στήν ἐλεημοσύνη χρειάζεται διάκριση. Δέν θά
δίνουμε ἀδιάκριτα. Καί ἐγώ ἔχω πληροφορηθεῖ ὅτι πολλά ἀπό αὐτά πού δίνονται, σᾶς τό λέω, εἶναι
γενική ἀρχή αὐτή, σέ Ὀργανώσεις μή Κυβερνητικές, Διεθνεῖς, Unicef, ΟΗΕ, Γιατροί τοῦ Κόσμου
κ.λ.π. δέν φτάνουν στόν προορισμό τους. Πάντα στά πνευματικά παιδιά πού μέ ρωτᾶνε τούς λέω
μόνο στήν Ἐκκλησία θά δίνετε. Ὄχι σέ τέτοιες ὀργανώσεις, γιατί δέν φτάνουν ἐκεῖ πού λένε. Εἶναι
ἀναμενόμενό αὐτό, γιατί ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι μακριά ἀπό τήν Ἐκκλησία, θά ἔχει ἀληθινή καί
εἰλικρινή ἀγάπη; Δέν θά ἔχει ἰδιοτέλεια; Ἰδιοτέλεια θά ἔχει καί θά κοιτάξει πῶς νά ἁρπάξει. Ὁπότε
νά τό ἔχετε κι αὐτόὡς ἀρχή καί ὅπου ἀκοῦτε διεθνεῖς, κοσμικές ὀργανώσεις κ.λ.π. νά κουμπώνεστε.
Ὅσο ὡραῖα ὀνόματα καί νά ἔχουνε, μόνο στήν Ἐκκλησία νά δίνετε καί πάντα φυσικά μέ διάκριση.
Ἕνας χριστιανός δημοσιογράφος -διευθυντής τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐτός- πού εἶχε πάει
στή Μυτιλήνη, εἶχε πάει στό σημεῖο πού ἔρχονται οἱ βάρκες ἀπέναντι ἀπό τήν Τουρκία καί μᾶς
ἀποκάλυψε ὅτι ἀπό τίς 30-60 βάρκες πού ἐρχόντουσαν, ὅλες ἦταν γεμάτες ἄντρες, οὔτε μία
γυναίκα. Ἐρχότανε καί μία βάρκα μέ γυναικόπαιδα καί ὅλα τά Μέσα Μαζικῆς Ἐξαπάτησης
πηγαίνανε στή μία βάρκα γιατί αὐτή τή γραμμή εἶχαν. Αὐτή τήν ἐντολή ἔδωσαν οἱ καναλάρχες, οἱ
ὁποῖοι εἶναι ὑποχείριο τῶν νεοταξιτῶν, τῶν παγκοσμιοποιητῶν, πληρωμένοι ὅλοι. Ἐμεῖς οἱ
καημένοι, ὁ κοσμάκης, πού βλέπουμε τό ‘χαζοκούτι’, -ὅσοι τό βλέπετε- σοῦ λέει κοίταξε τούς
καημένους. Ἐνῶ ἐδῶ ἔχουμε εἰσβολή καί οὐσιαστικά εἶναι στρατός, πού μπῆκε στήν Ἑλλάδα χωρίς
νά πέσει οὔτε μιά ντουφεκιά καί εἴμαστε ὑπό κατάληψη, μᾶς δείχνουν τή μία βάρκα μέ τά καημένα
τά παιδάκια καί τίς μανάδες καί φυσικά τούς λυπόμαστε.
Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά κοιμόμαστε μέ τά τσαρούχια, ἀλλά νά προσέχουμε ἀπό ποῦ
πληροφορούμαστε καί ποιοί εἶναι αὐτοί πού δίνουν τίς πληροφορίες. Αὐτή ἡ πληροφορία μία ἦταν
σέ ἕνα ὀρυμαγδό, σ’ ἕνα συρφετό ἀντιπληροφόρησης. Γιατί τό 97% τῶν Μέσων Μαζικῆς
Εξαπάτησης -Ἐνημέρωσης τά λένε- εἶναι στά χέρια Ἑβραίων καί 9 Ἑβραϊκές ἐταιρεῖες ἐλέγχουν
παγκοσμίως τά Μ.Μ.Ε. Ὅλοι οἱ πλουτοκράτες δηλαδή, οἱ μεγάλες αὐτές οἰκογένειες Ροκφέλερ,
Ρότσιλντ κ.λ.π. ἔχουν στά χέρια τους ὅλα τά Μ.Μ.Ε. καί ὅ,τι θέλουν αὐτοί μᾶς δείχνουν.
Καταλάβατε; Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά τούς βλέπουμε καί νά τούς ἀκοῦμε. Ὑπάρχουν κάποιες
124
ἀληθινές πηγές πληροφόρησης. Ὑπάρχουν. Ξεφεύγει κάτι ἀπό τό σύστημα καί βγαίνουν κι αὐτοί
στόν ἀέρα. Καί βέβαια νά ἔχουμε πολλή ἐγρήγορση πνευματική καί προσευχή καί δέν θά μᾶς
ἀφήσει ὁ Θεός νά πλανηθοῦμε σέ ὅλα τά θέματα.
– Ἐρ.: ………………..
– Ἀπ.: Ὑπάρχει ἡ Πατερική γραμμή, ἡ ὁποία λέει τό ἑξῆς: ὅταν ἀδικούμαστε ἐμεῖς καί μόνο ἐμεῖς,
ἡ καλύτερη ἀντιμετώπιση εἶναι νά ὑπομείνουμε τήν ἀδικία. Ὅταν μαζί μέ μᾶς ἀδικοῦνται καί
ἄλλοι, ὅπως εἴπατε, ἡ οἰκογένεια, ἕνα εὐρύτερο κοινωνικό σύνολο, ὀφείλουμε νά ὑπερασπιστοῦμε
τό δίκαιο μας -νά τό ποῦμε ἔτσι- ἀλλά ὄχι γιά χάρη τοῦ ἑαυτοῦ μας, γιά χάρη τῶν ἄλλων.
Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος εἶχε πάει γιά ἕνα διάστημα στή μονή Σινά, στήν Ἁγία
Αἰκατερίνα. Ἐκεῖ ὁ ἡγούμενος ἔβαλε μία ἀπαγόρευση, πού δέν ἦταν σωστή: Ἀπαγόρευσε τήν Θεία
Κοινωνία σέ ὅλους τούς μοναχούς. Στήν ἀρχή ὁ Ἅγιος Παΐσιος τό δέχτηκε, γιατί ἔκανε ταπεινό
λογισμό καί λέει «ἐντάξει, ἁμαρτωλός εἶμαι, δέν ἀξίζω νά κοινωνάω, νά εἶναι εὐλογημένο». Μετά
ὅμως κατάλαβε ὁ Ἅγιος Παΐσιος ὅτι δέν εἶναι σωστό, γιατί μαζί μ’ αὐτόν ἀδικοῦνται ὅλοι οἱ
μοναχοί τοῦ μοναστηριοῦ. Ὁπότε γιά χάρη τῶν ἄλλων πῆγε καί διαμαρτυρήθηκε καί διορθώθηκε
τό πράγμα.
Δηλαδή, ὅταν ἀδικοῦνται κι ἄλλοι, ὀφείλουμε νά μιλήσουμε καί νά διαμαρτυρηθοῦμε. Ὅταν ἡ
ἀδικία πιάνει μόνο ἐμᾶς καί προσωπικά μόνο ἐμᾶς, ὀφείλουμε νά ὑπομείνουμε. Αὐτή εἶναι ἡ
γραμμή.
– Ἐρ.: ………………..
– Ἀπ.: Δέν πρέπει νά σέ φθείρει… ἀλλά σέ φθείρει.
Πάντα πρέπει νά ὑπάρχει ἡ διάκριση. «Μείζων πασῶν τῶν ἀρετῶν ἡ διάκρισις». Νά σᾶς πῶ πάλι
ἕνα παράδειγμα, μέ τόν Ἅγιο Παΐσιο κι αὐτό, γιατί τά παραδείγματα μένουν. Ἦταν ἕνας μοναχός
καί πῆγε στόν Ἅγιο καί τοῦ ἔκανε τό ἑξῆς ἐρώτημα: Γέροντα, εἶμαι στό μοναστήρι καί ἔχω τό τάδε
διακόνημα. Ἦταν ἕνα σχετικά εὔκολο διακόνημα καί σέ τέσσερις ὧρες τελειώνω τό διακόνημά
μου. Ἕνας ἄλλος ἀδελφός λέει, ἔχει ἕνα βαρύ διακόνημα. Ἐγώ ἔχω ἀρκετό ἐλεύθερο χρόνο. Νά
πηγαίνω νά τόν βοηθάω; Τοῦ λέει ὁ Ἅγιος Παΐσιος, πήγαινε νά τόν βοηθᾶς ἔτσι, ὥστε καί ὁ ἄλλος
ἀδελφός νά ἔχει χρόνο νά πηγαίνει στό κελλί του νά κάνει τά πνευματικά του. Γιατί ὁ σκοπός τοῦ
μοναχοῦ εἶναι νά κάνει προσευχή, δέν εἶναι νά κάνει διακονήματα. Οὔτε νά ἀνοίγει κανένα
ἐργοστάσιο νά κάνει παραγωγή, ὅπως γίνεται στόν κόσμο. Μετά ὅμως τί ἔγινε; Αὐτός πού δέχτηκε
τήν βοήθεια ὄταν εἶδε ὅτι εἶχε καί δεύτερο πρόσωπο δίπλα του πού τόν βοηθοῦσε, ἄνοιξε κι ἄλλο
διακόνημα, μέ εὐλογία ἀπό τόν ἡγούμενο. Ὁπότε ἄρχισε νά προβληματίζεται ὁ μοναχός καί νά λέει
‘Καλά ἐγώ ἦρθα νά τόν βοηθήσω γιά νά πηγαίνει πιό γρήγορα στό κελλί του νά κάνει προσευχή κι
αὐτός ἄνοιξε κι ἄλλη δουλειά. Ξαναπάει λοιπόν στόν Ἅγιο Παΐσιο προβληματισμένος καί τοῦ λέει
Γέροντα, αὐτό κι αύτό. – Ἄ, λέει, πρόσεξε δέν βοηθᾶμε αὐτούς πού ἀνοίγουν δουλειές στό
μοναστήρι.
Ὁ σκοπός τοῦ μοναστηριοῦ εἶναι ἄλλος. Θέλει διάκριση σέ ὅλα κι ἐπειδή δέν τήν ἔχουμε πρέπει νά
ἔχουμε Πνευματικό ὁδηγό διακριτικό, γιά νά μήν κάνουμε λάθη.
– Ἐρ.: ………………..
– Ἀπ.: Μέ τή συνεχή πνευματική ζωή ἀνεβαίνουμε ἕνα-ἕνα τά σκαλοπάτια τῆς Κλίμακος τοῦ
Ἁγίου Ἰωάννου κι ἄν θυμᾶστε, ὅποιος ἔχει διαβάσει τήν Κλίμακα, εἶναι ἡ ἀγάπη πάνω ἀπ’ ὅλα. Τό
τριακοστό σκαλοπάτι. Ἡ διάκριση εἶναι ἕνα σκαλοπάτι πιό πάνω. Ἔρχεται μετά τήν ἀγάπη.
Καταλάβατε πόσο ὑψηλό πράγμα εἶναι; Ἐπειδή λοιπόν εἶναι δύσκολο γι’ αὐτό νά ἔχουμε ἕναν
Πνευματικό ὁδηγό καί σιγά-σιγά μέ τίς συμβουλές του προχωρᾶμε. Γι’ αὐτό νά ρωτᾶτε, ἀφοῦ
βρεῖτε αὐτόν τόν διακριτικό Πνευματικό, καί ὅσο ρωτᾶτε, ἀποκτᾶτε καί σεῖς διάκριση, παίρνετε
ἀπό τήν πείρα του.
125
Φυσικά καί νά μελετᾶτε. Γι’ αὐτό ἔχουμε τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Ἅγιους Πατέρες γιά νά
ἀποκτοῦμε διάκριση. Καί σιγά-σιγά θά γίνετε κι ἐσεῖς διακριτικοί. Γίνεται αὐτό στήν Ὀρθοδοξία.
Ἀλλά μή βιαστεῖτε νά πεῖτε –Εἶμαι διακριτικός. Ἀφῆστε νά τό ποῦν οἱ ἄλλοι. Ἐσεῖς νά λέτε πάντα –
Δέν ἔχω διάκριση καί νά ἐμπιστεύεστε καί νά ρωτᾶτε γιά τά πάντα. Αὐτό εἶναι ἡ ταπείνωση.
Ἔχουμε καί μεγάλους Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι ρωτοῦσαν μέχρι τέλους τῆς ζωῆς τους. Αὐτή εἶναι ἡ
ἀσφάλεια. Θυμᾶμαι ἕνας Γέροντας στό Ἅγιο Ὄρος μοῦ ἔλεγε αὐτό: ‘Ὅποιος πορεύεται μέ ὑπακοή
-πού σημαίνει μέ ἐρώτηση- πορεύεται ἀσφαλῶς, μέ ἀσφάλεια’. Ἄν δέν θέλεις νά σφάλλεις, νά
κάνεις λάθη δηλαδή, νά ρωτᾶς. Ἡ ἐρώτηση εἶναι ταπείνωση. Κόβεις τό θέλημά σου, βάζεις στήν
ἄκρη τήν λογική σου, τή σύνεσή σου καί ἐμπιστεύεσαι τήν διάκριση τοῦ Πνευματικοῦ. Ρωτᾶς καί
παίρνεις ἀσφαλή ἀπάντηση. Γιατί ἡ ταπείνωση πού δείχνεις, ἐνεργεῖ ὥστε ὁ Θεός νά φωτίσει αὐτόν
πού ρωτᾶς νά σοῦ πεῖ τό σωστό. Ἐνῶ, ἄν ἐμπιστευθεῖς τήν κρίση σου, κατά πᾶσα πιθανότητα θά
κάνεις λάθος.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
126
Ἡ ψυχοπάθεια ἀπό Πατερική ἄποψη
Ὁ ἄνθρωπος περνάει τρεῖς φάσεις θεραπείας μέσα στήν Ἐκκλησία,ὅπου ἀπαλλάσσεται ἀπό τά πάθη
καί φωτίζεται. Προηγουμένως στήν προσευχή τῆς πρώτης ὥρας εἴπαμε: ‘’Σημειωθήτω ἐφ’ ἡμᾶς, τό
φῶς τοῦ προσώπου Σου’’. Παρακαλέσαμε τόν Θεό νά μᾶς δώσει τό φῶς Του. Ἀλλά γιά νά ἔρθει τό
φῶς τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά δημιουργήσει χῶρο στήν καρδιά του, στήν
ψυχή του διώχνοντας τά πάθη, τά ὁποῖα ἔχουν κάνει κατάληψη τῆς καρδιᾶς καί δέν ὑπάρχει χῶρος
γιά νά ἔρθει ὁ Θεός. Δηλαδή δέν γίνεται μαγικά ἡ θεραπεία μας καί ὁ φωτισμός καί ἡ σωτηρία μας.
Κάποιοι τό θεωροῦν τυχαῖο. «Νά τύχει νά πᾶμε κι ἐμεῖς στόν Παράδεισο». Δέν εἶναι θέμα τύχης,
εἶναι θέμα νά δημιουργήσουμε τίς κατάλληλες προϋποθέσεις, ὥστε ὁ Χριστός πού εἶναι ὁ
Παράδεισος, νά ἔρθει μέσα μας καί νά ἑνωθεῖ μαζί μας κι ἐμεῖς μαζί Του.
Μᾶς τό ἔχει ὑποσχεθεῖ ὁ Χριστός ὅτι «Ἐγώ θά ’ρθῶ μέσα σας μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο
Πνεῦμα» (Ἰω. 14,23). Πότε ὅμως; «Ὅταν», λέει «ὁ ἄνθρωπος Μέ ἀγαπήσει». Ποῦ σημαίνει τί; Μᾶς
εἶπε πάλι τί σημαίνει ἀγαπάω τόν Θεό. Σημαίνει τηρῶ αὐτά πού λέει, τηρῶ τίς ἐντολές (Ἰω. 14,23).
Ὅταν τηρήσουμε, λοιπόν, αὐτά πού μᾶς λέει ὁ Χριστός, τότε δημιουργεῖται χῶρος μέσα μας,
φεύγουν τά πάθη, καθαρίζεται ἡ καρδιά μας καί ἔρχεται ὁ Χριστός καί μένει μαζί μέ τόν Πατέρα
καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ ἄνθρωπος γίνεται κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ
φυσιολογικός ἄνθρωπος, ὁ ὑγιής ἄνθρωπος, ὁ πνευματικά ὑγιής ἄνθρωπος.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει κάνει αὐτήν τήν διαδικασία, δέν ἔχει καθαρισθεῖ δηλαδή ἀπό τά πάθη
του, ἡ ψυχή του ἔχει πάθη, ὁπότε μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ‘ψυχοπαθής’.
Ἀλλά ὄχι μέ τήν ἔννοια πού τό λένε οἱ ψυχίατροι. Ἐκεῖνοι ἐννοοῦν ἄλλα πράγματα, ὅπως τά
ὁρίζουν αὐτοί. Ἐμεῖς, μέ τήν Πατερική ἔννοια, λέμε ‘ψυχοπαθή’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος δέν
ἔχει καθαρισθεῖ ἀπό τά πάθη του. Ἔχει μέσα του δηλαδή ζήλεια, ἔχει φθόνο, ἔχει σαρκικές
ἐπιθυμίες καί ὑποκύπτει, ἔχει λογισμούς κακούς γιά τούς ἄλλους κ.λ.π.
Ὅλα αὐτά τά λέμε πάθη καί λογισμούς, τά ὁποῖα ἔχουν κάνει κατάληψη στήν καρδιά καί τά ὁποῖα
ἄν δέν φύγουν, δέν μπορεῖ νά ἔρθει ὁ Θεός. Δέν γίνεται νά εἴμαστε καί βρώμικοι καί καθαροί. Ὁ
Θεός εἶναι ὁ ἀπόλυτα καθαρός καί θέλει νά βρεῖ ἕναν χῶρο καθαρό γιά νά ἔρθει μέσα στόν
ἄνθρωπο, νά ἑνωθεῖ μαζί του καί νά τοῦ δώσει τόν Παράδεισο. Ὁπότε δέν εἶναι ὁ Θεός πού δέν μᾶς
βάζει στή Βασιλεία Του, στόν Παράδεισο, ἀλλά ἐμεῖς δέν μπαίνουμε γιατί δέν εἴμαστε καθαροί.
Ὅταν ὅμως κάνουμε αὐτήν τήν προσπάθεια, πού λένε οἱ Πατέρες τῆς μετάνοιας καί ἀρχίσουμε νά
πολεμᾶμε τά πάθη μας, νά προσευχόμαστε καί αὐτή ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς μας, πού λέγεται νοερά
ἐνέργεια νά μιλάει στόν Θεό συνέχεια μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τότε αὐτή ἡ ἐνέργεια
κατεβαίνει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος μέ τήν καρδιά του ἐπικαλεῖται τόν Θεό,
προσεύχεται καί αὐτή ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πού ὑπάρχει μέσα ἐκεῖ στήν καρδιά μέ τό Βάπτισμα,
ἐνεργοποιεῖται καί διώχνει ὅλα τά πάθη καί τά σκουπίδια. Τά καίει καί ὁ ἄνθρωπος γίνεται
καθαρός. Καθαρίζεται ἡ καρδιά.
Ὅπως τό χρυσάφι ὅταν τό βγάζουμε ἀπό τή γῆ δέν εἶναι καθαρό, ἔχει μέσα σκουπίδια, ὀξείδια καί
σκουριές. Ὅλα αὐτά πῶς φεύγουνε ὅταν καθαρίζουνε τό χρυσάφι; Μέ τή φωτιά. Τό παίρνουνε οἱ
ἐπιστήμονες καί τό βάζουνε σ’ ἕνα καμίνι, πυρακτώνουν ὅλο αὐτό τό μέταλλο, μέ ἀποτέλεσμα νά
καίγονται ὅλα τά ἄλλα καί νά μένει ὁ καθαρός χρυσός. Ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος πού προσεύχεται καί
ἀνάβει αὐτήν τήν θέρμη στήν καρδιά του μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τηρώντας καί τίς ἄλλες
ἐντολές, μετανοώντας, πολεμώντας τά πάθη του, καίει ὅλες τίς σκουριές, ὅλα τά κακά πράγματα,
πού ὑπάρχουν μέσα στήν καρδιά, τίς κακές ἐπιθυμίες, τούς κακούς λογισμούς καί ὁ ἄνθρωπος
πλέον καθαρίζεται. Ἔχουμε τότε τό πρῶτο στάδιο τῆς πνευματικῆς ζωῆς πού τό λέμε κάθαρση.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος καθαριστεῖ, ἀπαλλαχτεῖ ἀπό ὅλα αὐτά τά σκουπίδια, αὐτόματα ἔρχεται ὁ Θεός, ὁ
ὁποῖος ποθεῖ νά ἑνωθεῖ μέ τόν ἄνθρωπο καί ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος στό δεύτερο στάδιο, πού λέγεται
φωτισμός. Ὁ ἄνθρωπος ὁ φωτισμένος εἶναι αὐτός πού ἔχει καταστήσει μέσα του τήν λειτουργία τῆς
127
νοερᾶς προσευχῆς. Προσεύχεται συνεχῶς στόν Θεό. Ὁ νοῦς του δηλαδή, ἡ καρδιά του, ὅλος ὁ
ἐσωτερικός ἄνθρωπος ἀγαπάει τόν Θεό, μιλάει στόν Θεό καί ἐπιθυμεῖ τόν Θεό. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος
εἶναι ὁ φυσιολογικός ἄνθρωπος. Θά πεῖ κανείς ‘μέσα στήν καρδιά του δέν θά ἔχει ἄλλες ἀγάπες’;
Δέν θά ἔχει καμιά ἄλλη ἀγάπη, παρά μόνο τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ὁ Θεός ἔχει μέσα του τά πάντα.
Συνεπῶς καί ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπάει τόν Θεό, ἀγαπάει καί ὅλα τά πράγματα τοῦ Θεοῦ καί ὅλους
τούς ἀνθρώπους, ἐχθρούς καί φίλους καί ὅλα τά ὄντα. Ὅλη τήν κτίση. Ὁπότε δέν ὑπάρχει καί
οἰκολογικό πρόβλημα.
Σήμερα ἔχουμε καταστρέψει καί τήν φύση καί ἔχουμε δημιουργήσει οἰκολογικό πρόβλημα, γιατί
ἀκριβῶς δέν ἀγαπᾶμε τόν Θεό, ὁπότε δέν ἀγαπᾶμε καί τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ πραγματικά.
Ἀλλά μπαίνουμε μέσα στήν κτίση, μέσα στήν δημιουργία ὡς ληστές. Ὅ,τι μπορέσουμε νά
ἁρπάξουμε. Και ὄχι ὡς διαχειριστές καί ὡς ἄνθρωποι πού τιμᾶμε τόν Δημιουργό μας καί τόν
Δημιουργό ὅλης τῆς κτίσεως. Γιατί μπαίνουμε ὡς ληστές; Γιατί ἔχουμε μέσα στήν καρδιά μας τά
πάθη καί κατεξοχήν τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας, τῆς φιλαυτίας, τῆς φιλαργυρίας καί τῆς ἀπληστίας.
Δέν χορταίνει ὁ ἄνθρωπος μέ τίποτα, ὅταν εἶναι βρώμικος καί ἔχει μέσα στήν καρδιά του αὐτά τά
πάθη. Ὅσα καί νά τοῦ δώσεις, δέν χορταίνει.
Ἀκριβῶς αὐτό συμβαίνει στίς μέρες μας καί μέ τούς Εὐρωπαίους «φίλους» μας, οἱ ὁποῖοι δέν
χορταίνουν μέ τίποτα. Ὅσα κι ἄν τούς δίνουμε, ζητᾶνε κι ἄλλα καί δέν ξέρουμε ποῦ θά καταλήξει
αὐτή ἡ ἱστορία. Γιατί γίνεται αὐτό; Γιατί ἀκριβῶς οἱ ἄνθρωποι καί στήν Ἀνατολή καί στήν Δύση
καί ἐμεῖς καί οἱ Εὐρωπαῖοι ἔχουμε μέσα μας τά πάθη καί δέν ἔχουμε κάνει αὐτήν τήν θεραπεία
στήν καρδιά μας.
Εἶναι ἀπαραίτητο ὁ ἄνθρωπος νά κάνει αὐτήν τήν θεραπεία -μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πάντα- καί νά
ἀπαλλαχτεῖ ἀπό αὐτήν τήν ἀπληστία, νά ἀπαλλαχτεῖ ἀπό τήν κακία, ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, ἀπό τήν
ἐπιθυμία νά κυριαρχήσει στούς ἄλλους, νά εἶναι ἀρχηγός, νά εἶναι ὁ πρῶτος. Ὅλα αὐτά εἶναι
βασικά πάθη πού τά ἔχουμε ὅλοι μας. Γι’ αὐτό, λένε οἱ Πατέρες, ὅτι αὐτά τά πάθη μᾶς συνοδεύουν
ἀπό τήν ἀρχή τῆς ζωῆς μας. Ἀπό τήν στιγμή πού γεννιέται ὁ ἄνθρωπος τά κουβαλάει αὐτά. Ἄν δέν
ἀγωνιστοῦμε νά τά πετάξουμε, αὐτά θά κυριαρχήσουν σ’ ὅλη μας τήν ζωή, θά μᾶς βασανίσουν, θά
τά πάρουμε μαζί μας καί θά εἶναι καί ἡ κόλασή μας. Δηλαδή θά τά ἔχουμε καί στήν ἄλλη ζωή, ἄν
δέν τά ἔχουμε πετάξει ἀπό ’δῶ. Ἀλλά στήν ἄλλη ζωή δέν θά μποροῦμε νά τά ἱκανοποιήσουμε
καθόλου, ἐδῶ λίγο τά ἱκανοποιοῦμε. Ἕνας, λ.χ. πού ἔχει τά σαρκικά πάθη, ἔχει μιά παρηγοριά,
γιατί κάπως τά ἱκανοποιεῖ, ἔχει τό σῶμα. Ἐκεῖ δέν θά ἔχει σῶμα τέτοιο, ὥστε νά μπορεῖ νά κάνει
αὐτές τίς ἁμαρτίες πού θέλει καί θά καίγεται ἀπό αὐτές τίς ἐπιθυμίες καί συνάμα οἱ δαίμονες θά τόν
βασανίζουν.
Αὐτό εἶναι ἡ κόλαση, οἱ ἐπιθυμίες πού δέν θά μποροῦμε νά τίς ἐκπληρώσουμε μετά θάνατον. Γι’
αὐτό θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος ὅσο εἶναι ἐν ζωή, νά πολεμήσει τίς ἐπιθυμίες του καί νά μήν θέλει
τίποτα, παρά μόνο ἕνα πράγμα τόν Θεό, τόν Χριστό. Ὁπότε πεθαίνοντας, πάλι τόν Χριστό θά θέλει.
Θά τόν ἔχει τόν Χριστό καί δέν θά τοῦ λείπει τίποτα, θά εἶναι στόν Παράδεισο, τόν ὁποῖο θά ζεῖ ἀπ΄
αὐτή τήν ζωή ὅμως. Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν ὑπόσχεται νά μᾶς δώσει ἕναν Παράδεισο μετά θάνατον
μόνο. Ἀλλά μᾶς δίνει νά γευτοῦμε τόν Παράδεισο, ἔστω λίγο, ἀπό αὐτή τή ζωή. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος
λοιπόν πολεμάει τά πάθη του, φεύγει τό σκοτάδι καί ἔρχεται τό φῶς καί ἀρχίζει καί προγεύεται τόν
Παράδεισο. Κατεξοχήν τόν προγεύεται αὐτός πού βρίσκεται στό στάδιο τοῦ φωτισμοῦ.
Καθαρίζεσαι ἀπό τά πάθη καί ἀμέσως νιώθεις μέσα στήν ψυχή σου νά ἔρχεται μιά παρηγοριά, ἕνα
φῶς. Μικρό εἶναι, ἀλλά καταλαβαίνεις ὅτι γίνεται κάτι καλό μέσα σου καί ἀρχίζει νά φεύγει τό
ἄγχος, νά φεύγει ἡ ἀνασφάλεια, νά φεύγει ἡ κατάθλιψη καί νιώθεις καλύτερα. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος
προχωράει, αὐτό αὐξάνει καί γεύεται ὅλο καί περισσότερο τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού
εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, ἀγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια»
(Γαλ. 5,22). Ὅλα αὐτά τά καλά πού ἐπιδιώκουμε, ἔρχονται μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔρχεται
στόν ἄνθρωπο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μετανοεῖ κι ἀρχίζει νά πολεμάει τά πάθη του.
Ἕνα πάθος πού ἔχουμε σήμερα πολλοί Νεοέλληνες εἶναι τῆς γαστριμαργίας καί τῆς λαιμαργίας
128
ἐξαιτίας τοῦ ὁποίου δέν μποροῦμε νά συμμαζέψουμε τά κιλά μας. Λέει κανείς «Ἀπό αὔριο θά κάνω
δίαιτα κι ἀπό τήν ἑπομένη τρώει πιό πολύ καί ἐκεῖ πού λέει ὅτι θά ἀδυνατίσει, παχαίνει κι ἄλλο.
Γιατί συμβαίνει αὐτό; Διότι καί ἡ ἐγκράτεια εἶναι δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἴπαμε
προηγουμένως τόν καρπό τοῦ Πνεύματος «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα,
ἀγαθωσύνη, πίστη, πραότητα, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5,22). Τό νά μπορεῖς δηλαδή νά συμμαζέψεις τά
κιλά σου, νά ἐγκρατευτεῖς καί νά μήν τρῶς παραπάνω ἀπ’ ὅσο χρειάζεσαι, νά ἔχεις ἐγκράτεια στό
φαγητό καί στά ὑπόλοιπα πάθη καί συνήθειες, τό τσιγάρο, τό ποτό, τά ναρκωτικά, κ.λ.π., γιά νά
μπορέσεις νά τά χαλιναγωγήσεις, θά πρέπει νά ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργό μέσα σου.
Αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας! Νά γιατί, χωρίς τήν Ἐκκλησία, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά
πολεμήσει αὐτά τά πάθη καί ἀρρωσταίνει ψυχικά καί σωματικά. Ἔτσι δέν εἶναι; Ἐξάλλου εἶναι
γνωστό, ὅτι ἀπό τήν ἔλλειψη ἐγκράτειας στό φαγητό, ὁ ἄνθρωπος παθαίνει τίς πιό πολλές
σύγχρονες ἀρρώστιες. Πρώτη εἶναι ἡ παχυσαρκία –πού εἶναι ἀρρώστια- καί μετά ἔχουμε τόν
διαβήτη, τόν λεγόμενο σάκχαρο, ἔχουμε τά καρδιακά νοσήματα, τά ἐγκεφαλικά καί χίλια δυό ἄλλα
νοσήματα πού πηγάζουν ἀπό τήν ἔλλειψη ἐγκράτειας, ἡ ὁποία, εἴπαμε, ὀφείλεται στό ὅτι ὁ
ἄνθρωπος δέν ἔχει καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη του καί δέν ἔχει ἐνεργοποιήσει μέσα του τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες πού ἔχουμε βαφτιστεῖ, εἴμαστε ἀδικαιολόγητοι, ἐνῶ οἱ Εὐρωπαῖοι εἶναι
ἀβάπτιστοι.
Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί καί οἱ Προτεστάντες λένε ὅτι εἶναι βαφτισμένοι. Δέν εἶναι βαφτισμένοι, διότι
δέν ἔχουν Ἐκκλησία. Τό Βάπτισμα ὑπάρχει ὅταν ἔχουμε Ἐκκλησία. Ἀλλά ἡ Ἐκκλησία εἶναι μόνο
μία. Δέν ἔφτιαξε ὁ Χριστός πολλές Ἐκκλησίες. Ἡ Ἐκκλησία πού φυλάει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί
ἀπαρασάλευτα τά δόγματα, τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό, γιά τόν Θεό, γιά τήν Ἁγία Τριάδα εἶναι ἡ
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία, πού λένε ὅτι ἔχουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, ἔχει ἀλλάξει τά
δόγματα, ὁπότε δέν εἶναι Ἐκκλησία καί ὡς ἐκ τούτου δέν ἔχει μυστήρια. Οὔτε Βάπτισμα ἔχουνε,
οὔτε Γάμο ἔχουνε, οὔτε Θεία Κοινωνία ἔχουν, τίποτα. Ὅλα εἶναι ἄκυρα.
Θά ἀναρωτηθεῖ κανείς: «Τί κοινωνᾶνε αὐτοί»; Αὐτοί κοινωνᾶνε μπισκότο καί δέν ἐπιτρέπεται ἕνας
Ὀρθόδοξος, ἐπειδή δέν βρίσκει Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στό ἐξωτερικό -ὅπως ἰσχυρίζονται μερικοίνά κοινωνεῖ μέ τούς Παπικούς. Ἀπαγορεύεται, γιατί ἐκεῖ δέν εἶναι Ἐκκλησία. Εἶναι προδοσία τοῦ
Χριστοῦ αὐτό.
Ὅπως κανονικά δέν ἐπιτρέπεται ἕνας Ὀρθόδοξος νά παντρευτεῖ μ’ ἕναν ἑτερόδοξο, μ’ ἕναν
Καθολικό, ἄς ποῦμε. Τώρα ἐν παρενθέσει τά λέμε αὐτά, δέν εἶναι τό θέμα μας. Γιατί τό ἐπιτρέπει ἡ
Ἐκκλησία; Τό κάνει κατ’ οἰκονομία, γιά νά μήν γίνει τίποτα χειρότερο. Κανονικά ὅμως δέν πρέπει
νά γίνει γάμος ἑνός βαπτισμένου μ’ ἕναν ἀβάπτιστο, γιατί ἕνας ἀβάπτιστος δέν ἔχει τό Ἅγιο
Πνεῦμα καί δέν διαφέρει θά λέγαμε ἀπό ἕνα ξύλο, ἀπό ἕνα κούτσουρο, ἀπό ἕνα πράγμα κτιστό.
Ἐνῶ ὁ ὀρθόδοξος ἔχει καί τό ἄκτιστο, ἔχει τόν Θεό, ἔχει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Πόσο ἀπέχει τό κτιστό
ἀπό τό ἄκτιστο; Ἄπειρα. Ὅσο διαφέρει ἕνας ἄνθρωπος ἀπό μιά καρέκλα; Καί λίγο λέμε. Μπορεῖς
νά γίνεις ἕνα μέ μιά καρέκλα; Νά κάνεις γάμο; Δέν γίνεται. Πολύ περισσότερο ἕνας βαπτισμένος μ’
ἕναν ἀβάπτιστο. Λοιπόν αὐτό τό λέμε ἐν παρενθέσει, τό κάνουμε κατ’ οἰκονομία, ἀλλά οὐσιαστικά
δέν γίνεται, δέν ἐπιτρέπεται ἀπό τούς Κανόνες. Ἄν ὑπάρχει μιά τέτοια περίπτωση, θά πεῖτε σέ
ἐκεῖνον πού θέλει νά παντρευτεῖ ἕναν ἑτερόδοξο, ὅτι πρέπει ὁ ἑτερόδοξος νά βαπτιστεῖ, νά γίνει
ὀρθόδοξος καί μετά νά γίνει ὁ γάμος. Νά μπεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία κανονικά, νά θεραπευτεῖ
δηλαδή.
Στό θέμα μας ὅμως λέγαμε γιά τόν ψυχοπαθή ἄνθρωπο. Ὅλοι γεννιόμαστε ψυχοπαθεῖς μέ τήν
Πατερική ἔννοια. Ἔχουμε δηλαδή τά πάθη μέσα μας καί θά πρέπει νά μποῦμε σ’ αὐτό τό μεγάλο
νοσοκομεῖο πού λέγεται Ἐκκλησία καί νά ἀποβάλλουμε τά πάθη μας. Μόνοι μας δέν μποροῦμε νά
ἀποβάλλουμε τά πάθη μας. Ἄς πάρουμε γιά παράδειγμα τόν θυμό. Νά πεῖτε ἀπό αὔριο δέν θά
θυμώνω. Θά δεῖτε ὅτι ἀπό τήν ἄλλη μέρα θά θυμώνετε πιό πολύ. Ἐνῶ, ἄν πεῖς ταπεινά: ‘Θέε μου,
βοήθησέ με νά μήν θυμώνω’, τότε μπαίνεις στή σωστή διαδικασία. Ἐξομολογεῖσαι, τό καταθέτεις
στόν Πνευματικό, τόν παρακαλεῖς νά προσευχηθεῖ νά ἀπαλλαχτεῖς ἀπό αὐτό τό πάθος καί αὐτό
129
βοηθάει ἀκόμα περισσότερο. Στή συνέχεια θά σοῦ πεῖ ὁ Πνευματικός τί πρέπει νά κάνεις, νηστεία,
ὑπακοή σ’ αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία μας, στόν Χριστό μας, ὁπότε μετά ἀπό λίγο θά διαπιστώσεις
ὅτι δέν θυμώνεις, ὅπως παλαιότερα κι ἄν ἀκόμα τό συνεχίσεις, θά δεῖς ὅτι κάποια στιγμή γιά τίς
αἰτίες πού κάποτε θύμωνες, τώρα ὄχι μόνο δέν θυμώνεις, ἀλλά χαίρεσαι κιόλας.
Ἐνῶ πρῶτα ὅταν σέ ἀδικοῦσαν θύμωνες, τώρα ὄχι μόνο δέν θυμώνεις, ἀλλά χαίρεσαι νά σέ
ἀδικοῦν γιατί ἔχεις βρεῖ τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς σου καί ξέρεις ὅτι ὅταν σέ ἀδικοῦν κι ἐσύ συγχωρεῖς
αὐτόν πού σέ ἀδικεῖ, παθαίνεις ἕνα πολύ μεγάλο καλό, ὄχι κακό. Συγχωρεῖσαι γιά τίς δικές σου
ἁμαρτίες ἀπό τόν Χριστό. Αὐτό πού λέμε στό ‘Πάτερ ἡμῶν’ κάθε μέρα, ὄχι ὅμως συνειδητά πολλές
φορές. «Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Ποῦ
σημαίνει ὅτι γιά νά μᾶς συγχωρέσει ὁ Χριστός τά ὀφειλήματά μας σ’ Αὐτόν, θά πρέπει κι ἐμεῖς νά
συγχωρέσουμε τά ὀφειλήματα τῶν ἄλλων σ’ ἐμᾶς. Ἄν δέν τούς συγχωρέσουμε, δέν συγχωριόμαστε
κι ἐμεῖς γιά τά δικά μας. Ὁπότε, ὅταν μᾶς ἀδικοῦνε καί τούς συγχωροῦμε, παθαίνουμε ἕνα πολύ
μεγάλο καλό, παίρνουμε τήν ἄφεση τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν, πού εἶναι πολύ περισσότερες.
Παραδείγματος χάριν, τώρα πού χρωστᾶμε στό ΔΝΤ πόσα δισεκατομμύρια καί ἴσως ἔχουμε
δανείσει κι ἐμεῖς σέ καμιά φτωχή χώρα στήν Ἀφρική -δέν ξέρω, μπορεῖ νά ’χουμε δανείσει- λίγα
εὐρώ κι ἔλεγε τό ΔΝΤ ὅτι ἄν χαρίσετε στήν Ἀφρική αὐτά τά εὐρώ πού σᾶς χρωστᾶνε, θά σᾶς
χαρίσουμε κι ἐμεῖς τά δισεκατομμύρια πού μᾶς χρωστᾶτε. Τί λέτε θά μᾶς συνέφερε; Καί βέβαια θά
μᾶς συνέφερε, ἔτσι δέν εἶναι; Ἕνας πού θά ἔλεγε ὄχι, θά ἦταν ἀνόητος. Λοιπόν αὐτό κάνει ὁ Θεός.
Αὐτό λέει ὁ Θεός. «Μοῦ χρωστᾶτε δισεκατομμύρια, ἀλλά ἔχετε κάποιους πού σᾶς χρωστᾶνε
ἐλάχιστα. Ἄν σ’ αὐτούς πού σᾶς χρωστᾶνε τά ἐλάχιστα, τούς πεῖτε δέν θέλω τίποτα καί Ἐγώ ὁ
Θεός δέν ζητάω τίποτα ἀπό σᾶς».
Ἐμεῖς ὅμως ξέρετε τί κάνουμε; Λέμε ‘Ὄχι, ἐγώ θέλω αὐτά τά ἐλάχιστα’. Ὁπότε κι ὁ Θεός μετά θά
μᾶς τά ζητήσει ὅλα ὅσα Τοῦ χρωστᾶμε. Ἔτσι ἀκυρώνουμε καί τήν ἐξομολόγησή μας, γιατί ναί μέν
πᾶμε στήν ἐξομολόγηση, παίρνουμε συγχώρεση, ἀλλά ἅμα δέν συγχωρέσουμε τόν ἀδελφό μας,
οὔτε ἐμεῖς συγχωρούμαστε. Ὁ Χριστός μᾶς τά ζητάει ὅλα πίσω. Αὐτό τό βλέπουμε στήν Παραβολή
τοῦ χρεώστη τῶν μυρίων ταλάντων, πού ἐκεῖ ὁ Θεός τοῦ ἄφησε τό μεγάλο χρέος, τά χιλιάδες
τάλαντα, ἀλλά ὅταν ἐκεῖνος δέ συγχώρεσε τόν ἄλλον πού τοῦ χρωστοῦσε κάτι ἐλάχιστα δεινάρια,
τοῦ λέει ‘Καί Ἔγώ τά θέλω πίσω’. Δέν τοῦ τά χάρισε στό τέλος.
Αὐτό μᾶς διδάσκει πόσο μεγάλη σημασία ἔχει νά καθαρισθοῦμε ἀπό τά πάθη μας. Γιατί ποιό εἶναι
τό πάθος πού μᾶς ἐμποδίζει νά συγχωρέσουμε τούς ἀδελφούς μας; Εἶναι ὁ ἐγωισμός. Εἶναι τό τί θά
πεῖ ὁ κόσμος. Ὁ κόσμος, ἄν μάθει ὅτι ἐσύ συγχωρεῖς, π.χ. κάποιον πού σέ ἀδίκησε, δέν τοῦ κρατᾶς
κακία, θά πεῖ: ‘Ἔ, χαζός εἶναι αὐτός’. Και μᾶς πονάει ἅμα μᾶς χαρακτηρίσουν ὡς ἀνόητους, ἐνῶ δέ
θά ἔπρεπε νά μᾶς πονάει, γιατί ἐμεῖς κάνουμε αὐτό πού λέει ὁ Θεός. Δέν πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει
ἡ γνώμη τοῦ κόσμου. Μᾶς ἐνδιαφέρει ὅμως γιατί ἔχουμε μέσα μας αὐτό τό πάθος πού λέγεται
κενοδοξία, φιλοδοξία καί ἔχουμε τήν ἐπιθυμία νά ἀρέσουμε στόν κόσμο.
Ἄν δέν καθαρισθοῦμε λοιπόν ἀπό τά πάθη, δέν μποροῦμε νά πᾶμε στόν Χριστό, νά σωθοῦμε. Γι’
αὐτό ἔχει τεράστια σημασία νά προσευχόμαστε συνέχεια, ὥστε ἡ νοερά ἐνέργεια πού εἶναι μέσα
στήν καρδιά μας νά ἀνάψει τό φῶς αὐτό καί τήν φωτιά αὐτήν τήν θεϊκή, ὥστε τηρώντας ὅλες τίς
ὁδηγίες τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νά καοῦν τά πάθη. Ἔτσι θεραπευόμαστε, ἔτσι
καθαριζόμαστε καί ἔτσι μποροῦμε νά σωθοῦμε. Μέ ἄλλο τρόπο δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε. Εἴπαμε
ὅτι δέν εἶναι τυχαῖο γεγονός, ἀλλά εἶναι προϊόν αὐτῆς τῆς διαδικασίας, πού λέγεται μετάνοια.
Περνᾶμε λοιπόν στήν κάθαρση καί ἀπό τήν κάθαρση στόν φωτισμό καί ὁ ἄνθρωπος ἀπό
ψυχοπαθής πού εἶναι, γίνεται ὑγιής πνευματικά. Αὐτός εἶναι ὁ πνευματικός ἄνθρωπος.
Σήμερα μέ τή λέξη πνευματικός ἄνθρωπος στίς ἐφημερίδες ἤ στίς τηλεοράσεις ἐννοοῦν αὐτόν πού
πάει στά κονσέρτα, στίς ἐκθέσεις ζωγραφικῆς, πού γράφει βιβλία ἤ διαβάζει βιβλία.. Πνευματικός
ἄνθρωπος δέν εἶναι αὐτός, ἀλλά ἐκεῖνος, πού εἶναι καθαρισμένος ἀπό τά πάθη του καί φωτισμένος
ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δηλαδή ὁ Ἅγιο-πνευματικός ἄνθρωπος. Αὐτός εἶναι ὁ ἀληθινά πνευματικός
ἄνθρωπος. Τέτοιοι ἄνθρωποι πρέπει νά γίνουμε καί δέν μποροῦμε νά γίνουμε μόνοι μας, παρά μόνο
130
μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἕνας Εὐρωπαῖος, πού εἶναι ἀβάπτιστος, πού δέν ἔχει Ἐκκλησία,
μπορεῖ νά γίνει ἔτσι; Δέν μπορεῖ.
Γι’ αὐτό, αὐτοί οἱ καημένοι μᾶς φέρονται ἔτσι ὅπως μᾶς φέρονται -γιά νά ἐπικυρώσουμε καί λίγο
τήν ὁμιλία μας- καί δέν μᾶς καταλαβαίνουν, γιατί δέν εἶναι ὀρθόδοξοι. Ὅταν ἐμεῖς τούς λέμε:
‘δῶστε μας λίγο περιθώριο, λίγο συγ-χωρήσατέ μας’. Τί θά πεῖ συγχωρῶ; Νά μᾶς καταλάβουν, νά
περπατήσουν μαζί μας.. Λένε: ‘Ὄχι δέν γίνεται, μέχρι τίς 28 εἶναι ἡ συμφωνία, μετά τίποτε. Σᾶς τά
παίρνουμε ὅλα’. Εἶναι ἄτεγκτοι, εἶναι σκληροί, γιατί ἀκριβῶς δέν ἔχουνε Ἐκκλησία, ὁπότε δέν
ἔχουνε καί τήν θεραπεία.
Θά μοῦ πεῖτε: Ἡ Εὐρώπη δέν ἦταν χριστιανοί; Ἦταν. Ἦταν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ἀλλά μέχρι τό
1054, ἀπό κεῖ καί μετά, ὅταν ἔκαναν θεσμικά, ἐπισημοποίησαν τό φιλιόκβε, τήν αἵρεση δηλαδή,
ξεκόπηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία. Καί λέμε ἔγινε τό ὁριστικό σχίσμα. Δέν εἶναι σχίσμα. Ἔχουμε
αἵρεση. Σχίσμα εἶναι αὐτό πού ἔχουν οἱ Παλαιοημερολογίτες, δηλαδή πού δέν ἀναγνωρίζουν τούς
Ἐπισκόπους. Ἀλλά οἱ ἄνθρωποι αὐτοί εἶναι Ὀρθόδοξοι, ἔχουνε σωστή πίστη. Ἁπλῶς δέν
ἀναγνωρίζουν τόν Ἐπίσκοπο, ὁπότε ἔχουν κάνει ἕνα σχίσμα. Οἱ Παπικοί, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί δέν
ἔχουν κάνει σχίσμα. Ἔχουν κάνει αἵρεση. Δηλαδή ἔχουν ἀλλοιώσει τήν ὀρθή δόξα. Τήν ὀρθή πίστη
γιά τόν Χριστό. Ἔχουν προσθέσει στό ‘Πιστεύω’ τό φιλιόκβε, δηλαδή ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα
ἐκπορεύεται καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. ‘Φίλιο’ θά πεῖ υἱός στά λατινικά, ὅτι ἐκπορεύεται τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκ
τοῦ Υἱοῦ. Ἀλλά ἔτσι ὑποτιμοῦν τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τό κάνουν κτίσμα. Ἀπό Θεός πού εἶναι καί τό
Ἅγιο Πνεῦμα, τό κάνουν δημιούργημα τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁπότε ἔχουνε ἀλλοιώσει τήν πίστη τους
γιά τόν Θεό, γιά τήν Ἁγία Τριάδα, ὁπότε δέν ἔχουν τόν ἀληθινό Θεό.
Ἄρα οὔτε Ἐκκλησία ἔχουνε, οὔτε μυστήρια ἔχουνε, οὔτε ἔχουνε τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν βρίζουν
μάλιστα καί λένε ὅτι εἶναι κτιστή, ἑπομένως δέν ἔχουν καί τή δυνατότητα νά θεραπευθοῦνε, ἐκτός
ἐάν μετανοήσουν καί γίνουν ὀρθόδοξοι, μποῦν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι λοιπόν μποροῦμε νά
καταλάβουμε καί τή συμπεριφορά τους: ὅτι δέν ἔχουν ἔλεος. Ἐμεῖς τούς λέμε ‘δῶστε μας λίγο
περιθώριο’. ‘Δέν σᾶς δίνουμε’. Δέν καταλαβαίνουν. Ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι καταλαβαινόμαστε
μιά χαρά, ὅταν μιλᾶμε μεταξύ μας καί λέμε ‘κάνε λίγη ὑπομονή, θά στά δώσω’. Ἔχουμε λίγο μέσα
μας τό ἔλεος καί καταλαβαίνουμε κάπως ἀπό συγχώρεση, δηλαδή νά πηγαίνουμε μαζί μέ τόν
ἄλλον, αὐτό θά πεῖ ‘συγχωρῶ’, τόν καταλαβαίνω.
Πῶς ἔγινε αὐτό στή Δύση; Γιατί εἴπαμε καί ἡ Δύση, ἡ Εὐρώπη δηλαδή, ἦταν ὀρθόδοξη κι αὐτή.
Διότι ἀλλοτριώθηκαν στή ζωή. Κατέβηκαν οἱ Φράγκοι, οἱ Γερμανοί, τόν 8 ο αἰῶνα -καί νωρίτερα
εἶχαν ἀρχίσει νά κατεβαίνουν- στήν Εὐρώπη ἀπό τήν Γερμανία, οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν σωστή ζωή,
οὔτε καί σωστή πίστη καί κατέλαβαν τήν Εὐρώπη. Αὐτοί ἦταν εἰδωλολάτρες, μερικοί ἤτανε
Ἀρειανοί, ὁπαδοί τοῦ Ἀρείου δηλαδή καί κατέλαβαν τίς ὀρθόδοξες χῶρες καί ἐπειδή εἶχαν μέσα
τους τά πάθη καί κυρίως ζήλεια καί φθόνο πρός τήν Ὀρθοδοξία, θέλησαν νά κάνουν κάτι
διαφορετικό ἀπό αὐτό πού εἶχαν οἱ ὀρθόδοξοι καί τό λεγόμενο ‘Βυζάντιο’.
Νά ποῦμε καί γιά τόν ὅρο αὐτόν. Δέν ὑπῆρχε ὁ ὅρος ‘Βυζάντιο’. Τόν ἔφτιαξαν οἱ ἴδιοι γιά νά
ξεκόψουν τούς Ὀρθόδοξους τῆς Εὐρώπης ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ ἀρχηγός τους, ὁ
Καρλομάγνος ἔκανε μία σύνοδο πού ἀναθεμάτισε, καταδίκασε τήν 7η Οἰκουμενική Σύνοδο καί μᾶς
κατηγόρησαν ψευδῶς ὅτι ἐμεῖς λατρεύουμε τίς εἰκόνες. Μέ τήν πρόφαση λοιπόν ὅτι ἐμεῖς
λατρεύουμε τίς εἰκόνες -ἐνῶ ἐμεῖς δέν κάναμε κάτι τέτοιο- διέστρεψαν τίς ἀποφάσεις τῆς 7ης
Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διαχωρίσανε τήν θέση τους καί ἔκαναν δική τους Ἐκκλησία. Μετά
κατέλαβαν τήν Ρώμη, διώξανε τόν Ὀρθόδοξο Ἐπίσκοπο, τόν Ὀρθόδοξο Πάπα, τοποθέτησαν δικούς
τους Πάπες κι ἀπό κεῖ καί μετά ἄρχισε ἡ ἀλλοτρίωση στήν Εὐρώπη. Και ἀπό Ὀρθόδοξοι οἱ
Εὐρωπαῖοι γίνανε αὐτό πού εἶναι σήμερα. Χάσανε τή Χάρη, χάσανε τήν Ἐκκλησία, χάσανε τήν
ὀρθή πίστη.
Ὅταν χάνεις τήν ὀρθή πίστη, χάνεις καί τήν ὀρθή ζωή. Ἅμα δέν ἔχεις σωστή πίστη, δέν ἔχεις καί
σωστή ζωή. Ὅλη αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση ξεκινάει ἀπό τήν μή σωστή ἐργασία μέσα μας. Ὅσο ὁ
131
ἄνθρωπος δέν λειτουργεῖ σωστά, δέν καθαρίζεται ἀπό τά πάθη του, δέν ζεῖ σωστά καί μετά εἶναι
θέμα χρόνου νά ἀλλάξει καί τήν πίστη του. Σήμερα ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι ἀκόμα ἔχουμε σωστή πίστη,
δέν ἔχουμε ἀλλοιώσει τήν ὀρθή πίστη, ὅπως τήν πήραμε ἀπό τόν Χριστό καί ἀπό τούς ἁγίους
Ἀποστόλους. Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας λέγεται Ἀποστολική. «Πιστεύω εἰς μίαν, Ἁγίαν,
Καθολικήν καί Ἀποστολικήν». Τήν λέμε Ἀποστολική, γιατί κρατάει τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό
ἀπό τά χρόνια τῶν Ἀποστόλων και εἶναι καί Καθολική, γιατί ἔχει τήν καθ’ ὅλου ἀλήθεια, ὅλη τήν
ἀλήθεια. Δέν τῆς λείπει τίποτα. Δέν ὑπάρχει κάτι νά μάθουμε ἀπό ἄλλους, οὔτε ἀπό τούς Παπικούς,
οὔτε ἀπό τούς Προτεστάντες, οὔτε ἀπό τίς ἀνατολικές θρησκεῖες, οὔτε ἀπό πουθενά. Ἔχουμε ὅλη
τήν ἀλήθεια, γι’ αὐτό λέμε ὅτι εἴμαστε Καθολική Ἐκκλησία. Ἐμεῖς εἴμαστε ἡ Καθολική Ἐκκλησία.
Οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἁπλῶς καπηλεύτηκαν τόν ὅρο.
Συνέβη ὡς ἑξῆς: Ὁ Καρλομάγνος καί ὅλοι αὐτοί ἐπειδή δέν ζοῦσαν σωστά, ἐπειδή εἶχαν ἐγωισμό
καί ὑπερηφάνεια, σκέφτηκαν νά φτιάξουν κάτι δικό τους. Χώρισαν λοιπόν τήν Ἐκκλησία, διώξανε
τούς Ὀρθόδοξους Πάπες, τούς Ὀρθόδοξους Ἐπισκόπους καί ἔφτιαξαν ἕνα δικό τους μόρφωμα, πού
δέν εἶναι Ἐκκλησία. Αὐτοί τό ὀνόμασαν Ἐκκλησία καί λένε ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ‘κανονικοί’. «Αὐτοί οἱ
‘γραικοί’ -ἔτσι μᾶς ὀνόμασαν γραικούς- εἶναι αἱρετικοί καί εἶναι Βυζαντινοί. Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ
ἀληθινοί πιστοί». Μέχρι σήμερα μᾶς βρίζουν καί μᾶς λένε αἱρετικούς καί ὁ Πάπας πρίν λίγο καιρό
εἶπε ὅτι κάτι μᾶς λείπει καί δέν ἔχουμε σωστή πίστη γιά τόν Θεό, γιά τήν Ἐκκλησία. Ἀκόμα μέχρι
σήμερα λοιπόν ἔχουν αὐτή τήν ἰδέα γιά μᾶς. Καί αὐτό ξεκινάει ἀπό τόν 8ο αἰῶνα ἀπό τόν
Καρλομάγνο καί ἀπό ὅλα αὐτά τά γεγονότα πού συνέβησαν τότε.
Τά λέμε αὐτά γιά νά καταλάβουμε λίγο καί τούς Εὐρωπαίους, γιά νά καταλάβουμε γιατί ζοῦμε
σήμερα αὐτές τίς καταστάσεις στήν πατρίδα μας. Ὡστόσο κι ἐμεῖς ἔχουμε ἀλλοτριωθεῖ πολύ. Ὅπως
εἴπαμε κρατᾶμε ἀκόμα τήν ὀρθή πίστη, ἀλλά ἔχουμε χάσει τήν ὀρθή ζωή. Δέν ζοῦμε καθόλου
σωστά. Ἀπόδειξη αὐτοῦ εἶναι ὅτι ἡ Κυβέρνησή μας προωθεῖ ἀκόμα -ἄκουσον, ἄκουσον!- καί τή
νομιμοποίηση τῆς διαστροφῆς: Νά κάνουν γάμο οἱ ὁμοφυλόφιλοι ἐπίσημα! Ἀργότερα θά θέλουν νά
υἱοθετοῦν καί παιδιά καί στή συνέχεια θά μᾶς ποῦνε νά τούς κάνουμε γάμο μέσα στήν Ἐκκλησία…
Θά τό ζητήσουν κι αὐτό. Νά ἔρχονται στήν Ἐκκλησία, νά τούς εὐλογεῖ καί ὁ παπάς. Ἐκεῖ τό πᾶνε.
Αὐτό εἶναι ἡ πλήρης ἀλλοτρίωση πλέον τῆς ζωῆς κι ὅταν ἀλλοτριώνεται ἡ ζωή, εἶναι θέμα χρόνου
νά ἀλλάξουμε καί τήν πίστη μας.
Θά ἔρθει καί ὁ οἰκουμενισμός, ὅπως εἶναι ὅλα ἔτοιμα, καί θά πεῖ -Τί διαφέρετε ἀπό τούς Παπικούς;
Τίποτα. Γιατί νά μή γίνουμε ὅλοι ἕνα; Νά μήν κάνουμε ὅλοι μιά πανθρησκεία; Ἐκεῖ τό πᾶνε
καταλάβατε; Γι’ αὐτό λοιπόν, θά πρέπει νά μάθουμε σωστά τήν ὀρθοδοξία μας. Ὄχι μόνο
θεωρητικά τί πιστεύουμε, ἀλλά καί τήν ὀρθή ζωή. Νά διώξουμε τά πάθη ἀπό μέσα μας, ὥστε νά
ἔχουμε τίς προϋποθέσεις γιά τή σωστή πίστη, πού εἶναι ἡ ὀρθή ζωή. Ὄχι μόνο νά πιστεύουμε
δηλαδή ὀρθόδοξα, ἀλλά νά ζοῦμε κιόλας.
Ζῶ ὀρθόδοξα σημαίνει εἶμαι καθαρός ἤ ἀγωνίζομαι νά καθαριστῶ ἀπό τά πάθη μου. Μετανοῶ
δηλαδή, ὁπότε διώχνω ἀπό μέσα μου ὅλες τίς σκουριές, τά πάθη, τούς δαίμονες καί ἔρχεται τό φῶς
τοῦ Χριστοῦ. Ζῶ μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, μέ τήν ἀγάπη στόν Χριστό, μέ τόν πόθο γιά τόν
Χριστό καί τότε εἶμαι ὑγιής πνευματικά. Τότε δέν ὑπάρχει ἄγχος, δέν ὑπάρχουν ἀνασφάλειες, δέν
ὑπάρχουν φοβίες, δέν ὑπάρχει κατάθλιψη, δέν ὑπάρχουν αὐτοκτονίες καί ὅλα αὐτά τά σημερινά
φαινόμενα. Στήν Ὀρθοδοξία εἶναι ἀπαράδεκτο νά συναντοῦμε τέτοια πράγματα. Ἀπαράδεκτο! Νά
τά κάνει ἕνας ἀβάπτιστος, θά λέγαμε, δικαιολογεῖται γιατί δέν ἔχει τρόπο νά θεραπευτεῖ. Ἀλλά
ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι, πού ἔχουμε τό νοσοκομεῖο μας, τήν Ἐκκλησία μας, πού μποροῦμε ὅλα αὐτά νά
τά διώξουμε καί νά εἴμαστε γεμάτοι κατάθλιψη καί γεμάτοι αὐτοκτονίες; Δέν ἐπιτρέπεται.
Δυστυχῶς ὄμως κι ἐμεῖς υἱοθετήσαμε τή Δυτική νοοτροπία, τόν Δυτικό τρόπο ζωῆς καί ἀπό τό
1821 καί μετά, πού ὑποτίθεται ὅτι ἐλευθερωθήκαμε, σκλαβωθήκαμε χειρότερα στή Δύση, στούς
Εὐρωπαίους, στή νοοτροπία τῆς Δύσης καί ὅ,τι ἐρχόταν ἀπό τήν Εὐρώπη τό θεωρούσαμε
καλύτερο, μοντέρνο, σύγχρονο, ὑψηλό καί σπουδαῖο. Εἴχαμε καί κάποιους δικούς μας Νεοέλληνες
Διαφωτιστές, ὅπως ὁ Ἀδαμάντιος Κοραής, οἱ ὁποῖοι τά προωθοῦσαν ὅλα αὐτά καί προσπαθοῦσαν
132
νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τά μοναστήρια καί νά μᾶς πείσουν πώς δέν χρειάζεται ἡ ὀρθοδοξία. Ἡ
‘φωτισμένη’ Εὐρώπη νά ἔρθει στήν Ἑλλάδα. Νά κάνουμε καί τήν Ἑλλάδα, Εὐρώπη.
Οὐσιαστικά μπῆκε αὐτή ἡ ἀλλοτριωμένη ζωή καί στήν Ἑλλάδα. Μέ τόν Ὄθωνα καί αὐτούς τούς
Γερμανούς, πού ἦρθαν τότε -μᾶς τούς ἐπέβαλαν οἱ «φίλοι» μας- καταστρέψαμε τήν ρίζα τῆς
Ὀρθοδοξίας καί τήν θεραπευτική τῆς Ὀρθοδοξίας. Πῶς τήν καταστρέψαμε; Διαλύοντας τά
μοναστήρια. Γιατί στά μοναστήρια φυλάγεται αὐτή ἡ μέθοδος πού εἴπαμε: κάθαρση, φωτισμός καί
θέωση. Στά μοναστήρια θά ἀκούσει κανείς γιά νοερά προσευχή, γιά ἀδιάλειπτη προσευχή γιατί
ἀκριβῶς αὐτό -καί τό νά τηροῦμε ὅλες τίς ἐντολές βέβαια- καθαρίζει τήν καρδιά ἀπ’ τά πάθη. Αὐτή
εἶναι ἡ σωστή θεραπεία τῆς ψυχῆς. Αὐτό λοιπόν τό κρατούσαμε στήν Ὀρθοδοξία καί μάλιστα τό
κρατοῦσαν τά μοναστήρια, γιατί δυστυχῶς στίς ἐνορίες εἶχε ἀλλοτριωθεῖ τό πνεῦμα ἀλλά ὄχι
τελείως. Κι ἐκεῖ ὑπῆρχε αὐτή ἡ διδασκαλία λιγότερο σέ σχέση μέ τά μοναστήρια. Ἔτσι
κρατηθήκαμε στήν Τουρκοκρατία. Μέ τήν νοερά προσευχή καί τά μοναστήρια.
Ὅταν ἦρθε λοιπόν ἐδῶ ὁ Ὄθωνας καί οἱ Γερμανοί, οἱ Βαυαροί, βρῆκαν ἑξακόσια μοναστήρια στήν
μικρή Ἑλλάδα, στήν Ἑλλάδα πού ἦταν ἀπό τόν Σπερχεῖο καί κάτω. Ἀπό τήν Λαμία καί κάτω ἦταν
τότε ἡ Ἑλλάδα. Μικρή Ἑλλάδα καί εἶχε ἑξακόσια μοναστήρια! Μέσα στήν Τουρκοκρατία αὐτά τά
μοναστήρια κράτησαν τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί τήν Ὀρθόδοξη θεραπευτική καί ὁ λαός μας ἐκεῖ
ἔβρισκε παρηγοριά. Γι’ αὐτό εἴχαμε καί τούς Νεομάρτυρες. Τί ἦταν οἱ Νεομάρτυρες; Ἦταν οἱ
βράχοι πού σταμάτησαν τόν ἐξισλαμισμό. Ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ Νεομάρτυρες, σήμερα ὅλοι θά
ἤμασταν μουσουλμάνοι στήν Ἑλλάδα. Ἄν δέν ὑπῆρχε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, τό Ἅγιον Ὄρος
καί τά μοναστήρια μας, σήμερα θά ἤμαστε μουσουλμάνοι. Ὁλόκληρα χωριά μέ ἐπικεφαλής τόν
πρόεδρο τοῦ χωριοῦ, τόν παπά καί τόν δάσκαλο πήγαιναν καί ἔκαναν τή μουσουλμανική περιτομή
καί γινόντουσαν μουσουλμάνοι. Ὁλόκληρα χωριά. Αὐτό τό κακό τό σταμάτησαν οἱ Νεομάρτυρες
καί ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί ὑπάρχουμε σήμερα ὡς Ἕλληνες. Γιατί, ἄν χάσεις τήν πίστη
σου, χάνεις καί τόν ἑλληνισμό σου, ἔτσι δέν εἶναι; Δέν μπορεῖ νά εἶσαι Ἕλληνας μουσουλμάνος.
Χάνεις τόν ἑλληνισμό σου, τήν ἰδιότητά σου, τήν ἐθνικότητά σου, τόν ἐθνισμό σου. Ἄν λοιπόν δέν
ὑπῆρχαν αὐτοί, ἄν δέν ὑπῆρχαν τά μοναστήρια, θά ἤμασταν μουσουλμάνοι. Λοιπόν, αὐτό οἱ
«φίλοι» μας τό ξέρουν πολύ καλά, γι’ αὐτό καί τότε καί τώρα χτυποῦν τήν Ὀρθοδοξία καί κατά
κύριο λόγο τά μοναστήρια.
Ὅταν ἦρθε λοιπόν ὁ Ὄθωνας, μέ τήν ὑποστήριξη αὐτῶν τῶν Νεοελλήνων Διαφωτιστῶν
-Διασκοτιστῶν πιό σωστά- οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐπηρεασμένοι ἀπό τό πνεῦμα τῆς Εὐρώπης καί τοῦ
Διαφωτισμοῦ, φτιάξανε τρεῖς νόμους. Αὐτό πού δέν ἔκαναν οἱ Τοῦρκοι τετρακόσια χρόνια, τό
ἔκαναν οἱ Βαυαροί, μέ τήν ὑποστήριξη τῶν Νεοελλήνων Διαφωτιστῶν, μέ τρεῖς νόμους καί
ἔκλεισαν τετρακόσια μοναστήρια ἀπό τά ἑξακόσια. Τά κλείσαμε δηλαδή ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μαζί μέ
τούς «φίλους» μας τούς Βαυαρούς, πού μᾶς κυβερνοῦσαν τότε. Αὐτό βέβαια ἦταν σκόπιμο. Ὅπως
εἴπαμε, στά μοναστήρια διαφυλασσόταν ἡ ὀρθόδοξη θεραπευτική καί ὁ λαός ἐκεῖ μέσα ἔβρισκε
παρηγοριά καί γινότανε ‘πρόσωπο’ καί ὄχι μάζα.
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς κάνει πρόσωπα, δηλαδή ἐλεύθερους ἀνθρώπους, μέ λόγο καί θέληση γιά
ἐλευθερία. Οἱ Εὐρωπαῖοι καί ὅλοι αὐτοί οἱ Παγκοσμιοποιητές δέν θέλουν πρόσωπα, θέλουν μάζα.
Θέλουν τούς λαούς νά τούς κάνουν ὅ,τι θέλουν, εἵλωτες. Δέν θέλουν ἐλεύθερες προσωπικότητες
πού φτιάχνει ἡ Ὀρθοδοξία. Γι’ αὐτό ἀποφάσισαν νά χτυπήσουν τήν ρίζα τῆς Ὀρθοδοξίας τόν
μοναχισμό, ὥστε νά ἔχουν τόν λαό σάν τά πρόβατα, νά τόν ἔχουν σάν μάζα κι ὄχι ἐλεύθερους πού
νά τούς ἀντιστέκονται. Γι’ αὐτό καί χτύπησαν τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί κυρίως τά μοναστήρια
καί τά χτυπᾶνε μέχρι σήμερα.
Ὅλα αὐτά τά νομοσχέδια και οἱ παρελάσεις ὁμοφυλοφίλων μᾶς ἐπιβάλλονται ἀπό τήν Εὐρώπη.
Κακῶς βέβαια τά δεχόμαστε καί ὑποκύπτουμε, ἀλλά ἀπό ἐκεῖ ἔρχονται οἱ ντιρεκτίβες. Ἡ Εὐρώπη
μᾶς καταδικάζει, γιατί εἴμαστε πίσω καί δέν νομιμοποιήσαμε π.χ. τόν γάμο τῶν ὁμοφυλοφίλων καί
μᾶς ἐπιβάλλει πρόστιμο. Ἐμεῖς βάζουμε τήν οὐρά στά σκέλια καί λέμε «Ναί, νά εἶναι εὐλογημένο».
Τί νά εἶναι εὐλογημένο; Τήν διαστροφή νά εὐλογήσουμε; Κι ὅμως δυστυχῶς ὑποτασσόμαστε, οἱ
133
κυβερνήσεις.. Γιατί; Γιατί κι ἐμεῖς δέν ἔχουμε καθαριστεῖ ἀπό τά πάθη μας καί λέει ὁ Κυβερνήτης
«Ἅμα δέν τούς κάνω ὑπακοή, θά χάσω τήν καρέκλα μου» καί προτιμάει νά φυλάξει τήν καρέκλα
του, παρά νά ὑποταχθεῖ στόν Χριστό. Ὑποτάσσεται στούς δαίμονες.
Ἔτσι ἑρμηνεύεται ἡ σύγχρονη πραγματικότητα στήν Ἑλλάδα καί πῶς φτάσαμε ἐδῶ πού φτάσαμε
καί πῶς θά πᾶμε καί χειρότερα, ἄν δέν μετανοήσουμε. Γι’ αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, ὅπως ἔλεγε ὁ
ἅγιος Παΐσιος, νά φροντίσουμε νά ζήσουμε ὀρθόδοξα καί νά μάθουμε τήν ὀρθόδοξη πίστη, γιατί ὁ
κόσμος, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ δηλαδή, θά πάθει ἕνα πολύ μεγάλο τράνταγμα. Πολύ μεγάλο! Δέν
θά εἶναι ἡ Δευτέρα Παρουσία. Ἀλλά θά γίνει ἕνα πολύ μεγάλο τράνταγμα, παγκόσμιο καί οἱ
ἄνθρωποι θά ἀναζητήσουν τόν Θεό. Ἀλλά ποῦ εἶναι ὁ Θεός; Στούς Παπικούς; Δέν ὑπάρχει ἐκεῖ ὁ
Θεός. Στούς Προτεστάντες; Δέν ὑπάρχει. Μόνο στούς Ὀρθόδοξους ὑπάρχει ὁ Θεός, γιατί μόνο οἱ
ὀρθόδοξοι φυλᾶνε τήν ἀληθινή πίστη γιά τόν Θεό. Ὁπότε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα θά ἔρθει σέ μᾶς. Κι
ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θά σέ πιάνουν ἀπό τό μανίκι καί θά σοῦ λένε ‘Πές μας γιά τόν Χριστό, γιά
τήν Ὀρθοδοξία’. Ἅμα ἐμεῖς δέν ζοῦμε ὀρθόδοξα, τί θά τούς ποῦμε; Θά τούς ποῦμε αὐτά πού μᾶς
λένε αὐτοί τώρα. Δηλαδή τί; Τίποτα. Σκουπίδια. Δαιμονικά πράγματα. Θά πρέπει λοιπόν ἐμεῖς
πρῶτοι νά κάνουμε τήν κίνηση τήν σωστή νά ζήσουμε ὀρθόδοξα καί ἔτσι μετά θά βοηθήσουμε
ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα. Καί θά γίνει αὐτό, νά τό ξέρετε. Θά τό δεῖτε, ἔτσι εἶναι τό σχέδιο τοῦ
Θεοῦ. Ἀλλά θά πρέπει κι ἐμεῖς -ὁ καθένας μας- νά συμβάλλουμε σ’ αὐτό, γιατί αὐτή ἡ σωτηρία τῆς
ἀνθρωπότητας, θά εἶναι καί δική μας σωτηρία, ἅμα ἐμεῖς λειτουργήσουμε σωστά ὡς ὀρθόδοξοι.
Λοιπόν, ἦρθε αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση καί ἔκλεισαν τά τετρακόσια μοναστήρια μέ τόν Ὄθωνα καί τούς
Βαυαρούς. Μερικοί δικοί μας, ἕνας Φαρμακίδης, ὁ Ἀδαμάντιος Κοραής καί κάποιοι ἀκόμα,
συμπράξανε μέ τούς Εὐρωπαίους καί χτυπήσανε τήν Ὀρθοδοξία. Οὐσιαστικά ἀπό τότε ζοῦμε ἕνα
ψευτο-ρωμαίικο. Αὐτό πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θά ’ρθεῖ ἕνα ψευτο-ρωμαίικο. Τί θά πεῖ αὐτό;
Μιά ψευτοελευθερία. Δέν εἶναι ἀληθινή ἐλευθερία αὐτό πού ζοῦμε τώρα. Οὐσιαστικά πάλι εἴμαστε
σκλάβοι τῶν Εὐρωπαίων.
Δυστυχῶς καί ἡ Ἐκκλησία ἔχει ὑποδουλωθεῖ στό Κράτος. Δέν ἔχει αὐτή τήν ἄνεση καί τήν
ἐλευθερία, πού θά ἔπρεπε νά ἔχει ἡ Ἐκκλησία. Ἔχει ὑποδουλωθεῖ. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ μακαριστός π.
Αὐγουστῖνος Καντιώτης: «ζητᾶμε ἐλευθέρα καί ζῶσα Ἐκκλησία» καί εἶχε πολύ δίκαιο. Δέν εἶναι
ἐλεύθερη ἡ Ἐκκλησία σήμερα, ἔχει ὑποταχθεῖ στόν Καίσαρα, στό Κράτος. Ἀλλά γιά νά γίνει
ἀληθινά ἐλεύθερη ἡ Ἐκκλησία, θά πρέπει νά ἐλευθερωθεῖ καθένας ἀπό μᾶς γιατί ἐμεῖς εἴμαστε
Ἐκκλησία, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Ἅμα ἐμεῖς εἴμαστε γεμάτοι πάθη, ἄν μᾶς νοιάζει ἡ καρέκλα μας, τό ἴδιο καί τόν Δεσπότη μας, θά
τόν νοιάζει ἡ καρέκλα καί θά πεῖ «ἅμα μιλήσω, μπορεῖ νά χάσω τόν θρόνο μου», ὁπότε δέν μιλάει
καί ὁ Δεσπότης. Δέν μιλάει καί ὁ παπάς, δέν μιλάει καί ὁ πιστός, ὁπότε τά πράγματα πᾶνε ὅπως
πᾶνε καί δέν διορθώνεται τίποτα. Ἄν ὅμως ὁ παπάς καί ὁ Δεσπότης ἦταν Ἅγιοι, καθαροί δηλαδή
καί δέν τούς ἔνοιαζε ἡ καρέκλα τους, οὔτε καί τό κεφάλι τους δέν τούς ἔνοιαζε, θά λέγανε «Ὄχι
κύριε τάδε, δέν μπορεῖς νά μᾶς ἐπιβάλλεις τόν νόμο τῆς ὁμοφυλοφιλίας», γιά παράδειγμα. Αὐτό
εἶναι ἀπαράδεκτο γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα. Δέν μπορεῖς ἐσύ κ. Δήμαρχε νά μᾶς κάνεις παρέλαση
ὁμοφυλοφίλων καί νά θέλεις καί νά τούς χειροκροτήσουμε κιόλας μέσα στήν Ἀθήνα καί μέσα στήν
Θεσσαλονίκη. Ἀλλά δέν μιλᾶμε, γιατί ὑπάρχουν μέσα τά πάθη μας. Ὑπάρχει ἡ φιλαρχία, ὁ
ἐγωισμός, ἡ φιλαυτία, λένε -Τί θά γίνει μετά; Μετά θά μέ γκρεμίσουνε, θά χάσω τή θέση μου. Νά
τή χάσεις!
Οἱ Ἅγιοι ἔχαναν καί τό κεφάλι τους. Ξέρετε ὅλοι οἱ ἅγιοι πόσες φυλακές περάσανε, πόσες ἐξορίες,
πόσους διωγμούς; Πόσες καθαιρέσεις ἀκόμα! Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καθαιρέθηκε γιατί
ὑπερασπίστηκε μία χήρα στήν αὐτοκράτειρα. Ἡ Εὐδοξία ἡ αὐτοκράτειρα θέλησε νά πάρει τό κτῆμα
ἀπό μιά χήρα καί σηκώθηκε ὁλόκληρος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος καί τῆς λέει «Δέν ἔχεις τό δικαίωμα». Αὐτή θύμωσε βέβαια καί μέ τήν ἐξουσία πού
εἶχε, τόν ἐξόρισε. Γιά αὐτό τό πράγμα! Καί πέθανε στήν ἐξορία γιά αὐτό τό πράγμα, τό φαντάζεστε;
Ἕνας μοντέρνος παπάς ἤ Δεσπότης θά πεῖ ‘Καλά ἐγώ θά ἀσχοληθῶ μέ τή χήρα; Ἄς κάνει ὅ,τι θέλει
134
ἡ Κυβέρνηση καί ὁ Ὑπουργός καί ὁ Πρωθυπουργός μ’ αὐτή».
Ἄν ὅμως ἔχεις καθαρθεῖ ἀπό τά πάθη σου, πονᾶς τόν καθένα. Καί ὁ ἕνας ἀξίζει ὅσο δέν ἀξίζει ὅλος
ὁ κόσμος. Αὐτό μᾶς εἶπε ὁ Χριστός «Ὅσο ἀξίζει μία ψυχή, δέν ἀξίζει ὅλος ὁ κόσμος». Ἀλλά ποιός
νοιάζεται γιά τόν ἄλλο σήμερα; Τό ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος. Ὅλοι κοιτᾶμε τόν ἑαυτό μας. Γιατί
ἀκριβῶς ὑπάρχει μέσα μας ἡ φιλαυτία. Ὑπάρχουν τά πάθη μέσα μας. Δέν ἔχουμε κάνει αὐτήν τήν
θεραπευτική, αὐτή τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη. Βλέπετε τί σημαντικό πράγμα εἶναι νά πολεμήσουμε
τά πάθη μας; Μετά βοηθᾶς ὄχι μόνο τόν ἑαυτό σου, ὅλο τόν κόσμο, ὅλο τό ἔθνος. Γι’ αὐτό οἱ Ἅγιοι
εἶναι στήριγμα καί ἦταν πάντα στήριγμα ὅλης τῆς οἰκουμένης καί ὄχι μόνο σωζόντουσαν
προσωπικά, ἀλλά σώζανε καί ὅλη τήν οἰκουμένη.
Ἦρθε λοιπόν αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση στήν Ἑλλάδα καί συνεχίστηκε. Μπῆκε αὐτή ἡ ἀντίληψη ὅτι τά
μοναστήρια εἶναι ἐχθρός καί πρέπει νά φύγουν μακριά ἀπό τίς πόλεις καί οἱ καλόγεροι εἶναι
ἀπαράδεκτοι. Δέν εἶναι ἡ σωστή ζωή. Αὐτές οἱ ἀπόψεις ἦρθαν ἀπό τήν Εὐρώπη, ἀπό τούς
Προτεστάντες. Οἱ Προτεστάντες δέν ἔχουν μοναχισμό, δέν ἔχουν μοναστήρια. Οἱ Παπικοί ἐπίσης
τά μοναστήρια τους τά ἔχουν κάνει φιλανθρωπικά ἱδρύματα, νοσοκομεῖα, σχολεῖα… Μά αὐτός
εἶναι ὁ ρόλος τοῦ μοναστηριοῦ; Ἄλλος εἶναι ὁ ρόλος τοῦ μοναστηριοῦ. Αὐτά τά ἔργα τά κάνει καί
ἡ Μητρόπολη, τά κάνει καί τό Κράτος. Ὁ μοναχός πρέπει νά εἶναι ὡς ἄγγελος καί νά εἶναι συνέχεια
μέ τά χέρια ὑψωμένα στόν Θεό καί νά παρακαλάει γιά ὅλο τόν κόσμο. Νά παρηγορεῖ ὅλο τόν
κόσμο. Νά πηγαίνουν οἱ ἄνθρωποι καί νά τούς καθοδηγοῦν στήν ὀρθή ζωή. Αὐτός εἶναι ὁ ρόλος
τῶν μοναστηριῶν. Αὐτό δέν τό θέλουν οἱ φίλοι μας οἱ Εὐρωπαῖοι, γιατί αὐτό παράγει ἀληθινούς
ἀνθρώπους, ἐλεύθερους ἀνθρώπους, ἐνῶ αὐτοί θέλουνε μάζα.
Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἔκανε ἕνα πολύ σπουδαῖο πράγμα, σταμάτησε τούς διωγμούς. Μέχρι τότε
οἱ χριστιανοί καταδιώκονταν. Ἦταν παράνομοι. Γιατί ἦταν παράνομοι; Γιατί δέν λάτρευαν τόν
αὐτοκράτορα. Γιά τούς Ρωμαίους ὁ αὐτοκράτορας ἦταν Θεός. Ὁποιοσδήποτε αὐτοκράτορας ἦταν
ἐκεῖ στήν κυβέρνηση, τοῦ ἔφτιαχναν ἄγαλμα, ζωντανός ἀκόμα, καί ἔπρεπε νά πᾶς μπροστά στό
ἄγαλμα καί νά κάνεις θυσία, νά κάνεις σπονδή. Αὐτό οἱ χριστιανοί δέν τό ἔκαναν. Ἄρα ἦταν
παράνομοι. Ἄν ὅμως τό ἔκαναν, θά ἦταν εἰδωλολάτρες, θά παρέβαιναν τήν πίστη τους. Γι’ αὐτό,
τούς καταδίωκαν τούς χριστιανούς. Μέ νόμο τούς καταδίωκαν οἱ αὐτοκράτορες. Ὁπότε ἦρθε ὁ
Μέγας Κωνσταντῖνος καί σταματάει τούς διωγμούς, γιατί κατάλαβε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία παράγει
σωστούς ἀνθρώπους, ὑγιεῖς πνευματικά ἀνθρώπους. Καί ἤθελε νά ἔχει τέτοιους ἀνθρώπους, νά ἔχει
ὑγιεῖς προσωπικότητες καί νά μήν ἔχει ἄρρωστους καί μάζες. Νά ἔχει ἀληθινά ὑγιεῖς ἀνθρώπους.
Ἔτσι ἔβαλε τήν Ὀρθοδοξία σέ ἴση μοίρα μέ τούς εἰδωλολάτρες καί ἀργότερα ἦρθε ὁ Μέγας
Θεοδόσιος καί ἔκανε τήν Ὀρθοδοξία ἐπίσημη θρησκεία τοῦ κράτους.
Αὐτό δείχνει πόσο ἔξυπνος καί μεγαλοφυής ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος καί πόσο μικρόμυαλοι
εἴμαστε ἐμεῖς σήμερα πού θέλουμε νά γυρίσουμε στήν εἰδωλολατρεία. Γιατί ἡ Εὐρώπη εἶναι
εἰδωλολατρική, δέν λατρεύει τόν ἀληθινό Θεό, τά εἴδωλα λατρεύει. Τό χρῆμα λατρεύει. Ἀπόδειξη
εἶναι ἡ «φίλη» μας ἡ Τρόικα καί ὅλοι αὐτοί. Γιατί γίνονται ὅλα αὐτά; Γιά τά χρήματα γίνονται. Καί
δέν θά διστάσουν νά μᾶς ἐκτελέσουν γιά τά χρήματα. Δέν καταλαβαίνουνε ἀπό ἔλεος καί ἀπό
συγχώρεση καί ἀπό εὐσπλαχνία, γιατί ἔχουν χάσει τήν θεραπευτική, τήν Ὀρθοδοξία. Αὐτό εἶναι ἡ
αἵρεση καί ἀπό κεῖ μποροῦμε νά καταλάβουμε ποιός εἶναι αἵρετικός. Ὅ αἵρετικός δέν ἔχει τήν
σωστή θεραπευτική, τήν ἔχει χάσει. Αὐτό ἔχει γίνει στήν Εὐρώπη. Δέν ξέρουν πῶς νά θεραπευτοῦν.
Γι’ αὐτό ἔχουν γεμίσει μέ αὐτοκτονίες, μέ καταθλίψεις καί μέ ψυχολογικά καί ὅσο κι ἐμεῖς τούς
ἀκολουθοῦμε, τόσο θά γεμίζουμε κι ἐμεῖς. Ὅσο ὅμως θά πλησιάζουμε στήν Ὀρθοδοξία, τόσο θά
ἀπαλλασσόμαστε ἀπό ὅλα αὐτά καί θά γινόμαστε ὑγιεῖς καί ἀληθινά ἐλεύθεροι.
Αὐτό εἶναι ὅλο τό μυστικό. Νά γίνουμε κι ἐμεῖς ὑποταγμένοι στήν πανθρησκεία τελικά. Τό
παγκόσμιο σχέδιο, ἡ λεγόμενη Παγκοσμιοποίηση θέλει νά βάλει κι ἐμᾶς μέσα, γι’ αὐτό μᾶς
πολεμᾶνε. Γι’ αὐτό θέλουν νά μᾶς ταπεινώσουν μέ τόν οἰκονομικό ἀποκλεισμό πού μᾶς κάνουν καί
τόν διωγμό τόν οἰκονομικό, ὥστε νά γίνουμε ἕνα στή νοοτροπία. Ἐκεῖ τό πᾶνε. Καί νά
ὑποδεχθοῦμε κι ἐμεῖς τόν Ἀντίχριστο. Ὁ τελικός σκοπός αὐτός εἶναι. Αὐτή ἡ χάρη ὅμως δέν θά
135
τούς γίνει. Γιατί στό τέλος ὁ Χριστός θά νικήσει.
Ἀλλά ἐμεῖς ὁ καθένας ξεχωριστά, δέν ξέρω ἄν θά νικήσουμε. Γι’ αὐτό εἶναι καίριας σημασίας νά
θεραπευθοῦμε ἐμεῖς προσωπικά ὁ καθένας ζώντας σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία. Μόνοι μας δέν
μποροῦμε νά θεραπευτοῦμε, μόνο μέ τά Ἅγια Μυστήρια, μέ τήν ὀρθή πίστη, τήν ὑπακοή στόν
Πνευματικό καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Αὐτά εἶναι καίρια σημεῖα. Εἶναι πυλῶνες τῆς
θεραπευτικῆς.
Ὅπως στό νοσοκομεῖο πάει ἕνας ἄρρωστος, ἀλλά ἄν δέν κάνει ὑπακοή στόν γιατρό ἤ ἄν δέν πάει
κἄν στό νοσοκομεῖο, φυσικά δέν θεραπευτεῖ. Ἀλλά κι ἄν πάει στό νοσοκομεῖο καί δέν πάρει τά
φάρμακα πού θά τοῦ πεῖ ὁ γιατρός, πάλι δέν θεραπεύεται. Ἔτσι λοιπόν κι ἐμεῖς ἐρχόμαστε στήν
Ἐκκλησία, ἀλλά ἄν δέν πάρουμε καί τά φάρμακα πού θά μᾶς πεῖ ὁ Πνευματικός πάλι μένουμε
ἀθεράπευτοι.
Δυστυχῶς καί στήν Ὀρθοδοξία σήμερα ζοῦμε μιά τέτοια κατάσταση. Πόσοι ἄνθρωποι πᾶνε στήν
Ἐκκλησία; Πάρα πολλοί. Πόσοι ὅμως ἀπό αὐτούς -λέω ἕνα πράγμα- εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τό
ἄγχος; Ἐλάχιστοι. Κι ἀπό αὐτούς πού πᾶνε στήν Ἐκκλησία. Πόσοι εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπό τόν
ἐγωισμό καί τήν ὑπερηφάνεια καί τή ζήλεια καί τήν κακία; Ἐλάχιστοι. Αὐτοί οἱ ἐλάχιστοι ὅμως θά
σωθοῦν. Ὁ Θεός λέει: «Μή φοβοῦ τό μικρόν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32). Αὐτό τό λέει καί γιά μᾶς
τούς ποιμένες. Γιατί πολλές φορές κι ἐμεῖς οἱ ποιμένες, οἱ παπάδες καί οἱ δεποτάδες κάνουμε
ἐκπτώσεις. Προσπαθοῦμε δηλαδή νά τά παρουσιάσουμε χαλαρά τά πράγματα, ὅτι δέν
κινδυνεύουμε, «ἐλᾶτε ὅλοι ὅπως εἶστε». Δέν μποροῦμε νά πᾶμε ὅπως εἴμαστε. Δέν εἶναι σωστό
αὐτό «ἐλᾶτε ὅπως εἶστε». Γιά νά πᾶς στήν Ἐκκλησία, πρέπει νά ἀλλάξεις, πρέπει νά μετανοήσεις,
πρέπει νά μπεῖς στόν Ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς. Μπορεῖς καί νά πᾶς ὅπως εἶσαι, ἀλλά δέν θά πάρεις
τίποτα. Δέν θά θεραπευτεῖς. Ὅπως ἕνας πού πάει στό νοσοκομεῖο καί δέν ἀκούει τόν γιατρό. Τί θά
κάνει; Ἁπλῶς ἔκανε βόλτα. Μπῆκε, βγῆκε. Ὅπως μπῆκε ἀθεράπευτος, θά βγεῖ καί πάλι
ἀθεράπευτος καί θά ἔχει κουραστεῖ κιόλας γιατί ἔκανε αὐτόν τόν κόπο ἄδικα.
Τό θέμα δέν εἶναι ἁπλῶς νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία, ἀλλά νά ζοῦμε ὀρθόδοξα καί ὄχι ἔτσι μέ μία
ἀντίληψη ‘μαγική’. Γιατί πολλοί δυστυχῶς ὀρθόδοξοι ἔχουν μιά μαγική ἀντίληψη γιά τήν
Ἐκκλησία. Θά πῶ ἕνα παράδειγμα. Λέει ‘Πάτερ ἔλα στό σπίτι μου νά μοῦ κάνεις Εὐχέλαιο’. Νά
σοῦ κάνω Εὐχέλαιο. Γιατί θά σοῦ κάνω Εὐχέλαιο; ‘Ἔ, γιά τό καλό’, λέει. Ποιό καλό; ‘Γιά νά πᾶνε
καλά τά πράγματα’. Τοῦ λές: ‘Μέ συγχωρεῖς ἐξομολογεῖσαι’; ‘Ὄχι, πάτερ’, λέει, ‘δέν θέλω, ἁπλῶς
θέλω ἕνα Εὐχέλαιο. Καί ξέρεις, μοῦ εἶπαν ὅτι πρέπει νά κάνω ἑφτά εὐχέλαια γιά νά πιάσει’. Δέν
φτάνει ἕνα. Πρέπει νά κάνεις ἑφτά. Αὐτό εἶναι μαγεία. Χωρίς δηλαδή νά ἀλλάξουμε ζωή, θέλουμε
τή Χάρη, ἀλλά νά εἴμαστε ὅπως εἴμαστε βρώμικοι. Ἔ, δέν γίνεται αὐτό. Ὁ Χριστός δέν μπορεῖ νά
ἑνωθεῖ μέ μιά βρώμικη καρδιά. Δέν παίρνεις τίποτα. Ἀκόμα καί νά κοινωνήσεις καί διακόσια
εὐχέλαια νά κάνεις, Χάρη δέν παίρνεις, ἄν δέν ἀλλάξεις ζωή, ἄν δέν ζήσεις ὀρθόδοξα. Αὐτή εἶναι ἡ
μαγική ἀντίληψη.
Τά θέλουμε ὅλα μέ ἕνα κλίκ, ἀλλά χωρίς νά ἀλλάξουμε ζωή. Αὐτό δέν γίνεται. Θά πρέπει νά
ζήσουμε ὀρθόδοξα, νά μποῦμε στή διαδικασία τῆς μετάνοιας, ὁπότε μετά καί τά Μυστήρια θά
λειτουργήσουν καί θά πάρουμε Χάρη. Καί ὅταν θά κάνεις εὐχέλαιο, θά γίνεις καλά. Βέβαια θά
γίνεις καλά. Ἀλλά ἄν δέν ἔχεις ἐξομολογηθεῖ, πῶς θά γίνεις καλά; Γιατί ὁ Χριστός πρῶτα θέλει τήν
θεραπεία τῆς ψυχῆς καί μετά τοῦ σώματος. Ὁ καρκίνος τί εἶναι; Δέν εἶναι τίποτα ὁ καρκίνος. Ὁ
καρκίνος τῆς ψυχῆς εἶναι τό μεγάλο κακό, πού θά σέ πάει στήν αἰώνια κόλαση κι ἀπό αὐτό θέλει ὁ
Θεός νά ἀπαλλαχτεῖς. Νά ἐξομολογηθεῖς, νά πετάξεις ἀπό μέσα σου τήν σαπίλα, τήν ἁμαρτία καί
νά ἀρχίσεις νά δουλεύεις ἐναντίον τῶν παθῶν. Τότε εἶσαι στή σωστή προοπτική καί θεραπευτική.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
136
– Ἐρ.: Εἴπατε ὅτι μόνο μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὑπάρχει τό Βάπτισμα, σέ καμία ἄλλη
«Ἐκκλησία» δέν ὑπάρχει τό Βάπτισμα. Ὁπότε μόνο ἡ ὀρθόδοξη εἶναι ἀληθινή πίστη καί ὅλες οἱ
ἄλλες εἶναι αἱρέσεις. Μήπως καί μέσα στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ‘αἱρετικοί’ γιατί δέν τηροῦμε αὐτά
πού λέει ἡ πίστη μας; Μπορεῖ κάποιος νά κάνει τά πάντα καί νά μήν πιστεύει στήν ἐξομολόγηση;
Ἤ κάνει τά πάντα καί δέν πιστεύει στή νηστεία. Ἤ κάνει τά πάντα καί δέν πιστεύει ὅτι κοινωνάει
Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Μήπως πρέπει νά διορθώσουμε τόν ἑαυτό μας ὁ καθένας, γιατί ἔχουμε
κάνει τόν Θεό σύμφωνα μέ τίς δικές μας ἀνάγκες; Χθές π.χ. ἄκουσα μία περίπτωση πού ἔλεγε
κάποιος ‘Ἔλα πάτερ νά κάνεις ἕνα Εὐχέλαιο γιά νά φύγει ἡ γλωσσοφαγιά’.
– Ἀπ.: Ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι πάτερ. Ἡ μαγική ἀντίληψη γιά τήν πίστη μας. Εἶναι βεβαίως οἱ ἐπίσημες
αἱρέσεις, ἀλλά αἵρεση κουβαλᾶμε καί μέσα μας ὁ καθένας, ἄν δέν ζοῦμε σωστά. Ἡ πρώτη αἵρεση
εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ διάσταση πίστης καί ζωῆς. Φυσικά οὔτε ὀρθόδοξα πιστεύουμε πολλές φορές,
ἔχουμε ἀλλοιώσει καί τήν πίστη μας, ἀλλά ἀφοῦ κρατᾶμε σωστά τό ‘Πιστεύω’, ἄς ποῦμε ὅτι
πιστεύουμε ὀρθόδοξα. Ἐνῶ πιστεύουμε λοιπόν ὀρθόδοξα -λέμε ὅτι πιστεύουμε ὀρθόδοξα- δέν
ζοῦμε ὀρθόδοξα κι αὐτό εἶναι ἡ χειρότερη αἵρεση. Αυτό εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση, ὁ μεγαλύτερος
ἐχθρός. Κι ἐνῶ λέμε γιά παράδειγμα, ὅτι Πιστεύω στήν Ἁγία Τριάδα καί πιστεύω ὅτι ὅλοι πρέπει νά
εἴμαστε ἕνα, ὅπως εἶναι ἡ Ἁγία Τριάδα, ὅμως ζοῦμε μέσα στά διαζύγια, μέσα στά μίση, μέσα στήν
ἐχθρότητα καί λέμε ὅτι κρατᾶμε καί χαρακτήρα καί «δέν τοῦ μιλάω καί οὔτε στήν κηδεία μου νά
ἔρθει» κ.λ.π. ὅλο τέτοια ἀκοῦμε ἀπό ὀρθόδοξους! Αὐτό τί εἶναι; Κατάλυση τοῦ δόγματος τῆς Ἁγίας
Τριάδος. Γιατί ὅπως εἶναι ἡ Ἅγία Τριάδα τρία καί εἶναι ἕνα, ἔτσι πρέπει νά εἴμαστε ὅλοι οἱ
ὀρθόδοξοι. Πολλοί ἀλλά ἕνας. Μιά ψυχή, μιά καρδιά, ἕνα πνεῦμα, μία θέληση. Αὐτός εἶναι ὁ
σκοπός τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὅμως ἐμεῖς ζοῦμε ἔτσι, ὅπως εἶπε καί ὁ πατήρ, ζοῦμε αἱρετικά, ὄχι
ὀρθόδοξα.
Ὑπάρχει καί ἕνα σλόγκαν πού εἶναι καθιερωμένο, ὅτι οἱ λαϊκοί ὀρθόδοξοι δυστυχῶς δέν εἶναι
ὀρθόδοξοι, εἶναι προτεστάντες. Γιατί ὁ καθένας ἔχει μιά δική του ἀντίληψη γιά τόν Θεό. Ὁ καθένας
καταλαβαίνει τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, ὅπως νομίζει αὐτός. Πόσες φορές κι ἐμεῖς ὡς
Πνευματικοί καί ὡς ἱερεῖς δέν ἔχουμε ἀκούσει -Ναί πάτερ μέ τόν Θεό ἐντάξει, άλλά μέ τήν
Ἐκκλησία… δέν τά παραδέχομαι ἐγώ αὐτά τά πράγματα. -Τί δέν παραδέχεσαι; -Νά, λέει οἱ εἰκόνες.
Οἱ εἰκόνες εἶναι εἴδωλα. -Ποῦ τό ξέρεις ἐσύ ὅτι εἶναι εἴδωλα καί ἀπό ποῦ τό συνάγεις ὅτι εἶναι
εἴδωλα οἱ εἰκόνες; Αὐτό εἶναι προτεσταντική ἀντίληψη.
Τί εἶναι τό εἴδωλο – μιά πού τό ἀνοίξαμε; Τό εἴδωλο εἶναι ἡ ταύτιση κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Δηλαδή
ὁ Θεός εἶναι ὁ ἥλιος. Μά ὁ ἥλιος εἶναι δημιούργημα. Ὄχι, σοῦ λέει, εἶναι ὁ Θεός. Αὐτό εἶναι
εἴδωλο. Κάνεις τό εἴδωλο, Θεό. Ἐμεῖς ὅταν προσκυνᾶμε τήν εἰκόνα, δέν προσκυνᾶμε τό ξύλο, οὔτε
τή ζωγραφιά, οὔτε τό μέταλλο, οὔτε τό τζάμι ὡς Θεό, ἀλλά τιμᾶμε τόν εἰκονιζόμενο καί ἡ τιμή
πηγαίνει στό πρωτότυπο. Αὐτό δέν εἶναι εἴδωλο λοιπόν. Ἀλλά τά λέμε αὐτά, γιατί δέν ξέρουμε τί
μᾶς γίνεται. Ἔχουμε προτεσταντικές ἰδέες καί ἀντιλήψεις καί ὁ καθένας γνωρίζει γιά τό τί πρέπει
νά κάνει ὁ παπάς, ἔτσι πρέπει νά κάνει ὁ Δεσπότης, ἡ δική μου γνώμη εἶναι αὐτή. Αὐτά ὅλα εἶναι
προτεσταντισμός. Στήν Ἐκκλησία δέν ἰσχύει τό «Έγώ νομίζω ὅτι….»
Στήν Ἐκκλησία «δέν νομίζουμε». Στήν Ἐκκλησία πιστεύουμε αὐτά πού μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός, οἱ
Ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἄν θέλουμε νά εἴμαστε στήν Ἐκκλησία. Ἄν θέλουμε νά
νομίζουμε, μποροῦμε, ἀλλά δέν θά εἴμαστε στήν Ἐκκλησία. Θά εἴμαστε ἐκτός Ἐκκλησίας, μέ τούς
Προτεστάντες καί τούς ἄλλους αἱρετικούς.
Τό δέ ἱερατεῖο -νά ποῦμε καί τά δικά μας πάτερ- δυστυχῶς κι ἐμεῖς, κινδυνεύουμε ἀπό μιά ἄλλη
αἵρεση, πού λέγεται Παπισμός. Τί λέει αὐτή ἡ αἵρεση; Τί θά πεῖ ὁ πρῶτος. Τό ὁποῖο κι αὐτό δέν
εἶναι ὀρθόδοξο. Ὅ,τι λέει ὁ πρῶτος, δηλαδή ποιός εἶναι ὁ πρῶτος; Ὁ πρῶτος στήν Ἐκκλησία εἶναι
ὁ Χριστός. -Ὄχι, λέει, ὁ πρῶτος εἶναι ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἤ ὁ Πατριάρχης. Πάει νά μπεῖ αὐτό τώρα
μέσα στούς ὀρθόδοξους κληρικούς. Τί θά πεῖ ὁ Πατριάρχης, τί θά πεῖ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος. Μά καί ἐσύ
πάτερ εἶσαι Ἐπίσκοπος, εἶσαι ἰσότιμος καί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί μέ τόν Πατριάρχη. Ὁ
Πατριάρχης εἶναι κι αὐτός ἕνας Ἐπίσκοπος. Λοιπόν θά πρέπει νά φυλάξουμε κι ἐμεῖς οἱ κληρικοί
137
τήν Ὀρθοδοξία μας, τό Συνοδικό σύστημα. Αὐτό λειτουργεῖ καί διοικεῖ τήν Ἐκκλησία καί ὄχι ἕνας
ἄνθρωπος. Ἕνας ἄνθρωπος διοικεῖ τόν Παπισμό, ὁ Πάπας, ἀλλά αὐτός εἶναι αἱρετικός. Ἀλλοίμονο
ἄν φέρουμε τό παπικό σύστημα στήν ὀρθοδοξία. Ἀκοῦμε καί τούς δημοσιογράφους, πού εἶναι
ἄσχετοι, δέν ξέρουν τί λένε βέβαια αὐτοί, ὅτι συναντήθηκαν οἱ ἀρχηγοί τῶν Ἐκκλησιῶν. Ποιοί
εἶναι οἱ ἀρχηγοί τῶν Ἐκκλησιῶν; Ὁ Πατριάρχης καί ὁ Πάπας. Ἀπό ποῦ καί ὡς ποῦ; Ὁ Πάπας
μπορεῖ νά λέγεται ὅτι εἶναι ἀρχηγός, ἀλλά νά λέει καί ὁ Ὀρθόδοξος Πατριάρχης ὅτι εἶναι ἀρχηγός!
Ὄχι, ἀρχηγός εἶναι ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία διοικεῖται, ὄχι ἀπό ἕναν, ἀλλά ἀπό ὅλη τήν Σύνοδο.
Νά ξέρετε ὅτι ὅλοι εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιά τήν Ἐκκλησία. Δέν εἶναι μόνο ὁ παπάς ἤ ὁ Δεσπότης.
Καί σεῖς οἱ ἁπλοί λαϊκοί εἶστε ὑπεύθυνοι γιά τήν Ἐκκλησία. Ὅταν παρεκτρέπεται καί ὁ Πατριάρχης
ἀκόμα -δέν εἶναι δικά μου λόγια, οἱ ἅγιοι τά λένε- μπορεῖς ἐσύ ὁ ἁπλός λαϊκός νά πεῖς «Δέσποτα
κάνεις λάθος». Πρέπει νά τό πεῖς ὅταν παρεκτρέπεται σέ δογματικά θέματα.
Ἕνας ἁπλός μοναχός ἤλεγξε ὅλους τούς Πατριάρχες κάποτε, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής.
Ἁπλός μοναχός καί λέει δέν συμφωνῶ, εἶστε λάθος. Μέ ὅλους τούς Πατριάρχες τά ἔβαλε, μέ ὅλους
τούς Ἐπισκόπους, γιατί ὅλοι εἶχαν παρασυρθεῖ τότε σέ μία αἵρεση. Καί τοῦ λέγανε -Ἐσύ μέ ποιόν
εἶσαι, ἀφοῦ δέν εἶσαι μέ μᾶς, δέν εἶσαι μέ τήν Ἐκκλησία. – Ὄχι λέει ἐγώ εἶμαι μέ τήν Ἐκκλησία,
ἐσεῖς δέν εἶστε μέ τήν Ἐκκλησία γιατί δέν ἔχετε τήν ὀρθή πίστη. Ἕνας ἄνθρωπος τότε, φύλαξε τήν
Ἐκκλησία!
Ἀλλά γιά νά εἶσαι τέτοιος θά πρέπει νά ἔχεις κάνει αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως, τήν κάθαρση.
Νά τό λέει ἡ ψυχή σου! Νά μή σέ νοιάζει ἄν θά χάσεις τήν καρέκλα σου ἤ καί τό κεφάλι σου, γιατί
ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἔχασε σχεδόν τό κεφάλι του, τοῦ κόψανε τήν γλώσσα. Οἱ Ὀρθόδοξοι! Ὑποτίθεται
Ὀρθόδοξοι, γιατί ἔλεγε αὐτά πού δέν τούς ἄρεσαν. Ἀλλά καί μέ κομμένη τήν γλώσσα, μιλοῦσε
πάλι, τοῦ ἔκανε θαῦμα ὁ Θεός. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο κι αὐτό μποροῦμε νά τό ζήσουμε ὅλοι μας
μέσα στήν Ἐκκλησία.
Ὄντως κινδυνεύουμε ὁ καθένας μας νά γίνουμε αἱρετικοί, εἴτε ὡς πρός τήν πίστη μας, εἴτε ὡς προς
τήν ζωή μας. Γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά ἔχουμε σωστό Πνευματικό ὁδηγό καί νά εἴμαστε μαθητές.
Εἴδατε ὁ Χριστός τί εἶπε; «Ὅποιος θέλει νά γίνει μαθητής μου…» (Μαρκ. 8,34), δέν εἶπε νά γίνει
ἀφεντικό μου ἤ νά ἔρθει δίπλα μου νά εἴμαστε ἰσότιμοι. Μαθητής. Εἴμαστε μαθητές οἱ Χριστιανοί
κι ὅλη μας τή ζωή μαθητεύουμε στήν ὀρθή πίστη καί στήν ὀρθή ζωή. Πρέπει νά ἔχουμε αὐτό τό
πνεῦμα τῆς μαθητείας, δηλαδή τήν ταπείνωση, τό ταπεινό φρόνημα. Ὄχι νά λέμε «Έγώ νομίζω
ἔτσι.., ὁ π. Σάββας δέν κάνει καλά…δέν συμφωνῶ μ’ αὐτό..». Καί ποιός εἶσαι ἐσύ δηλαδή; Νά μοῦ
πεῖς ὅτι «Ξέρεις π. Σάββα αὐτό πού κάνεις, βρῆκα στόν ἅγιο Μάξιμο ὅτι δέν εἶναι σωστό». Νά τό
δοῦμε. Νά τό ἐξετάσουμε, ναί. Νά τό ἀκούσω καί ἐγώ. Ἀλλά ὄχι ἐπειδή τό νομίζεις ἐσύ. Καί ὁ
ἄλλος θά νομίζει κάτι ἄλλο καί ὁ ἄλλος κάτι ἄλλο… Ἔτσι γίνονται οἱ αἱρέσεις καί ἔτσι κυριαρχεῖ ὁ
ἐγωισμός. Δέν ὑπάρχει τό ταπεινό φρόνημα, δέν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη κι ἔτσι δέν διορθώνεται τίποτα.
– Ἐρ.: Λέμε ὅτι πρέπει νά κάνουμε «οἰκονομία» καί ἔρχονται ἄνθρωποι πού δέν γνωρίζουν πολλά
πράγματα…. Δέν πρέπει στήν ἐξομολόγηση ὅταν πᾶμε νά ἔχουμε λίγο χαμηλά τό κεφάλι καί νά
ἔχουμε συνείδηση ὅτι πᾶμε νά ζητήσουμε συγχώρεση ἀπό τόν Θεό καί ὅ,τι μᾶς πεῖ ὁ Πνευματικός
νά ἀκολουθήσουμε καί ὄχι νά λέμε «Ναί πάτερ, ἔτσι εἶναι, ἀλλά ἐγώ δέν μπορῶ νά τό κάνω».
Ἐμεῖς τί πρέπει νά κάνουμε; Λέμε παραχώρηση, παραχώρηση.. ἀλλά ὡς ἕνα σημεῖο γιατί στό τέλος
κάνουμε ὑπακοή στά πνευματικά τέκνα. Μετά λένε ἐγώ ἔχω πνευματικό τόν τάδε καί κάνει
ἐντελῶς ἀντίθετα πράγματα. Τοῦ λένε καλά ἔτσι σέ μαθαίνει ὁ Πνευματικός σου;
– Ἀπ.: Νομίζω πάτερ ὅτι εἶναι πολύ σημαντικό αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως «Μή φοβοῦ τό
μικρόν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32), γιατί σήμερα δυστυχῶς -καί ἀνέκαθεν δηλαδή- τό ἔλεγε ὁ ἅγιος
Παΐσιος, οἱ ἄνθρωποι θέλουν καί νά ἁμαρτάνουν καί νά τούς εὐλογεῖ ὁ Θεός τήν ἁμαρτία τους. Ἄν
εἶναι δυνατόν! Αὐτό θέλουμε. Δηλαδή ὁ Θεός νά ὑπηρετήσει τήν ἁμαρτία μας. Νά μᾶς πηγαίνουν
ὅλα καλά, νά ἔχουμε ἄφθονα ὑλικά ἀγαθά καί δουλειά καί λεφτά καί… καί νά ἁμαρτάνουμε καί ὁ
Θεός νά μᾶς λέει «Μπράβο παιδιά». Αὐτό θέλουμε. Μετά θά εἶναι καλός ὁ Δεσπότης καί ὁ παπάς,
ὅταν τό κάνει αὐτό. Ἀλλά τότε δέν θά εἶναι καλός γιά τόν Θεό. Καί ὁ καθένας ὅταν φύγει ἀπό αὐτή
138
τή ζωή, θά καταλάβει τό μεγάλο λάθος πού ἔκανε καί θά βρεθεῖ στήν κόλαση. Ἀλλά καί ἤδη θά ζεῖ
τήν κόλαση μέσα του. Γιατί μέ μιά τέτοια ζωή μακριά ἀπό τόν Θεό, ἀπό ἐδῶ προγεύεται ὁ
ἄνθρωπος τήν κόλαση.
Ὅπως πᾶμε στό Νοσοκομεῖο καί ὁ γιατρός, ἄν εἶναι γιατρός πραγματικός, καί ἔχεις καρκίνο λ.χ. θά
σοῦ πεῖ –Ξέρεις πρέπει νά κάνεις χημειοθεραπεῖες. –Ναί γιατρέ μου, ἀλλά θά μοῦ πέσουν τά
μαλλιά. –Ναί, θά σοῦ πέσουν τά μαλλιά, δέν γίνεται ἀλλιῶς. –Μά δέ γίνεται νά μήν κάνουμε; –
Γίνεται νά μήν κάνουμε, ἀλλά δέν θά θεραπευθεῖς.
Ἔτσι εἶναι καί στά πνευματικά. –Παιδί μου αὐτό εἶναι τό σωστό, ἄν δέν τό κάνεις, δέν θά
θεραπευτεῖς. Θά ἔχεις ὅλα τά ἀντίθετα ἀπό αὐτά πού λέει τό Ἅγιο Πνεῦμα, δηλαδή ἀντί γιά εἰρήνη
θά ἔχεις ταραχή καί ἄγχος, ἀντί γιά χαρά θά ἔχεις λύπη καί κατάθλιψη, θά ἔχεις ἀγωνία, ἀντί γιά
ζωή, θά ἔχεις θάνατο, ἀντί γιά φῶς, θά ἔχεις σκοτάδι. Τά θέλεις αὐτά; Ἤ θέλεις τή ζωή; Ἄν θέλεις
τή ζωή, θά πρέπει νά κάνεις αὐτά, τά ὁποῖα εἶναι καί λίγο ὀδυνηρά. Ἡ θεραπεία εἶναι πάντοτε
ὀδυνηρή. Πάντοτε συνδέεται μέ πόνο, ἀλλά αὐτός ὁ πόνος, θεραπεύει. Ἐνῶ «πλατεῖα ἡ πύλη καί
εὐρύχωρος ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ἀπώλειαν» (Ματθ. 7,13) καί σ’ αὐτή πηγαίνουνε πολλοί,
φαίνεται εὔκολη, ἀλλά πάει στήν ἀπώλεια, πάει στήν αἰώνια κόλαση. Ἐκεῖ πᾶνε πολλοί. Ἀλλά δέν
σέ συμφέρει νά πᾶς ἐκεῖ. Ἐνῶ ἡ στενή καί τεθλιμμένη ὁδός σέ πάει στή ζωή.
Τώρα ὁ Πνευματικός τί θά κάνει; Θά κάνει ἐκπτώσεις; Θά κάνει «οἰκονομία»; Καί ποιά εἶναι τά
ὅρια τῆς «οἰκονομίας» καί τῆς «παραοικονομίας»; Τά ὅρια τά βάζουν οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας.
Ὑπάρχουν οἱ Κανόνες πού εἶναι σάν τίς κόκκινες γραμμές, πού λένε οἱ πολιτικοί. Ἐδῶ εἶναι
κόκκινη γραμμή, δέν μποροῦμε νά τό ὑπερβοῦμε αὐτό.
Νά πῶ ἕνα παράδειγμα. Δέν ἐπιτρέπεται κάποιος νά κάνει σχέσεις ἐκτός γάμου. Προγαμιαῖες
σχέσεις ἤ ἐκτός γάμου ὅ,τι κάνεις εἶναι ἁμαρτία. Πέντε λεπτά πρίν παντρευτεῖς κάνεις ἁμαρτία, ἐνῶ
πέντε λεπτά μετά δέν εἶναι ἁμαρτία. Ὄντως ἔτσι εἶναι. Λέει λοιπόν ὁ Κανόνας ὅτι ἄν κάνεις μιά
τέτοια σαρκική σχέση καί εἶσαι ἄγαμος, θά πρέπει νά μήν κοινωνήσεις γιά ἑφτά χρόνια, ἐφόσον
μετανοήσεις. Ὄχι κάποιος πού πάει στόν Πνευματικό καί λέει νήστεψα σαράντα μέρες νά
κοινωνήσω καί συνεχίζει τίς προγαμιαῖες σχέσεις. Δέν μετανοεῖ. Μπορεῖ νά σταμάτησε γιά
σαράντα μέρες ἀλλά μετά θά συνεχίσει. Αὐτό δέν εἶναι μετάνοια. Αὐτό εἶναι ἁπλῶς μία ἀνάπαυλα,
μία διακοπή. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος δικαιοῦται νά κοινωνήσει; Ποτέ δέν δικαιοῦται νά κοινωνήσει.
Γιατί δέν ἔχει μετάνοια. Μετάνοια σημαίνει ὅτι παίρνω τήν ἀπόφαση νά σταματήσω καί, ἄν δεῖ ὁ
πνευματικός ὅτι ἔχεις ὄντως ἀληθινή καί μεγάλη μετάνοια, μπορεῖ τά ἑφτά χρόνια νά στά κάνει
ἕναν χρόνο. Αὐτό λέγεται οἰκονομία. Ἀλλά σέ καμιά περίπτωση δέν θά σοῦ πεῖ «Παιδί μου
συνέχισε καί κάνε σαράντα μέρες ἤ τρεῖς μέρες νηστεία -ἔχουμε κι αὐτή τήν ἐκδοχή ἀπό κάποιους
Πνευματικούς χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα- καί πήγαινε νά κοινωνήσεις καί μετά συνέχισε». Αὐτό εἶναι
σκότωμα. Δέν εἶναι θεραπεία. Εἶναι σάν τόν γιατρό πού σοῦ λέει – Ἔχεις καρκίνο, ἔ, δέν πειράζει,
πάρε μιά ἀσπιρινούλα νά μήν πονᾶς καί εἶσαι ἐντάξει. Εἶναι γιατρός αὐτός; Ὄχι, αὐτός εἶναι
δολοφόνος. Καί ὁ ἄλλος ὁ ἀφελής λέει «Πολύ καλός γιατρός, οὔτε πόνεσα, οὔτε μοῦ πέσανε τά
μαλλιά μου..». Σέ κορόιδεψε, πολύ ἁπλά. Θέλουμε νά μᾶς κοροϊδεύουνε; Δυστυχῶς θέλουμε νά
μᾶς κοροϊδεύουνε μερικές φορές. Τό ἐπιλέγουμε. Ἀλλά μετά βέβαια ἔχουμε καί τίς συνέπειες τῆς
ἐθελούσιας κοροϊδίας.
Ἑπομένως τά ὅρια οἰκονομίας καί παραοικονομίας εἶναι οἱ Ἅγιοι Κανόνες καί δέν πρέπει ἐμεῖς οἱ
ἱερεῖς, οἱ Πνευματικοί, ἀλλά οὔτε καί σεῖς νά ζητᾶτε νά παραβαίνουμε τούς Κανόνες. Δέν μᾶς
συμφέρει. Οἱ κανόνες εἶναι οἱ θεραπευτικές γραμμές, οἱ κόκκινες γραμμές πού σοῦ λέει ὅτι ἀπό κεῖ
καί μετά εἶναι ναρκοπέδιο. Ἄμα τό περάσεις αὐτό, σκοτώθηκες.
Λέει ἕνας ἄλλος Κανόνας: Τρεῖς Κυριακές ἄν δέν πᾶς Ἐκκλησία, ἀφορίζεσαι. Τί θά πεῖ
ἀφορίζομαι; Πεθαίνω. Εἶμαι ἐκτός Ἐκκλησίας. Εἶμαι ἐκτός τῶν ὁρίων. Ἐκτός τῶν ὁρίων τῆς
Ἐκκλησίας, δηλαδή βγαίνω ἔξω ἀπ’ τή μάντρα. Πού σημαίνει δέν μπορῶ νά σωθώ. Θά πεῖς τρεῖς
Κυριακές, ἄν δέν πάω Ἐκκλησία, πάω στήν κόλαση; Ναί, αύτό λέει ὁ Κανόνας. Αὐτά εἶναι τά ὅρια.
Καί αὐτά εἶναι πολύ λογικά, ξέρετε γιατί; Γιατί συμβαίνει ὅπως στό σῶμα μας, γιά σαράντα μέρες,
139
ἄν δέν φᾶς, τί παθαίνεις; Πεθαίνεις. Ὁ γιατρός πού σοῦ τό λέει αὐτό εἶναι κακός; Ὄχι εἶναι πολύ
καλός, σοῦ λέει τήν ἀλήθεια. Ἔτσι καί ὁ Πνευματικός, σοῦ λέει: Παιδί μου τρεῖς Κυριακές ἄν δέν
πᾶς, θά πεθάνεις. Εἶναι κακός; Εἶναι αὐστηρός; Καί ὁ ἄλλος πού σοῦ λέει: Ὄχι παιδάκι μου μήν
πηγαίνεις, δέν πειράζει, μιά φορά στούς δυό μῆνες νά πηγαίνεις. Εἶναι καλός; Ὄχι, εἶναι
δολοφόνος. Ὅπως καί ἕνας γιατρός πού θά σοῦ πεῖ δέν πειράζει μήν φᾶς γιά δυό μῆνες. Εἶναι
δολοφόνος.
Οἱ Κανόνες μᾶς βάζουν τά ὅρια καί δέν πρέπει νά τά ὑπερβαίνουμε. Δέν εἶναι γιά τό καλό μας.
Εἶναι γιά τό κακό μας νά τά ὑπερβαίνουμε καί νά καταλύουμε τούς Κανόνες. Θά ἀκούσετε καί
τέτοιες διδασκαλίες. Ὅτι σήμερα δέν ἰσχύουν οἱ Κανόνες. Οἱ λεγόμενοι ‘Μεταπατερικοί Θεολόγοι’
τά διδάσκουν αὐτά. Ἔχει πολύ πέραση αὐτό, γιατί διδάσκουν μία χριστιανοσύνη, ἕναν
χριστιανισμό εὔκολο, χωρίς Σταυρό. Ἀλλά δέν ὑπάρχει Χριστιανισμός χωρίς Σταυρό, γιατί δέν
ὑπάρχει Ἀνάσταση χωρίς Σταυρό. Ὁ Χριστός μας πρῶτα σταυρώθηκε καί μετά ἀναστήθηκε. Δέν
πῆγε κατευθείαν στήν Ἀνάσταση. Ἄν μέ τό καλό πᾶτε στούς Ἁγίους Τόπους, πρῶτα θά πᾶτε στόν
Γολγοθᾶ καί μετά θά πᾶτε στόν Πανάγιο Τάφο. Δέν μπορεῖς νά πᾶς κατευθείαν στήν Ἀνάσταση καί
στή χαρά. Ἄν δέν καθαριστεῖς ἀπ’ τά πάθη, ἄν δέν πολεμήσεις τόν διάβολο, ἄν δέν ἀδειάσεις ἀπό
τόν διάβολο πού ἔχεις μέσα σου, πῶς θά ἔρθει ὁ Χριστός; Πῶς θά ἔρθει ἡ Ἀνάσταση;
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἐπειδή ἔχουμε γίνει πολύ φίλαυτοι καί πολύ ράθυμοι θέλουμε Ἀνάσταση
χωρίς Σταυρό. Ἀλλά αὐτό εἶναι τό κήρυγμα τοῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτός ἤ αὐτοί πού τά λένε αὐτά,
εἶναι ὁπαδοί τοῦ Ἀντιχρίστου. Ποιό εἶναι τό σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου; Τό 666. Στά ἑλληνικά πῶς
γράφεται; Χ Ξ ΣΤ. Μία ἑρμηνεία τῶν Πατέρων εἶναι ὅτι τά τρία αὐτά γράμματα σημαίνουν:
Χριστιανός Ξένος Σταυροῦ. Αὐτός εἶναι ὁ Ἀντίχριστος. Ὁ χριστιανός πού εἶναι μακριά ἀπό τόν
Σταυρό, πού δέν θέλει Σταυρό, πού δέν θέλει νά κουραστεῖ, πού δέν θέλει νά πολεμήσει τά πάθη
του, τήν ἁμαρτία. Θέλει καί τήν ἁμαρτία, θέλει καί τήν Ἀνάσταση. Δέν γίνεται. Πρέπει νά πετάξεις
τήν ἁμαρτία, νά φορτωθεῖς τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, νά ἀρνηθεῖς τά δικά σου θελήματα «ἐγώ
νομίζω ὅτι…, ἐγώ θέλω αὐτό ἀπό τόν παπά, ἀπό τήν Ἐκκλησία…». Ποιός σοῦ εἶπε ὅτι δικαιοῦσαι
νά θέλεις; Ὁ Χριστός εἶπε νά λέτε: «Νά γίνει τό θέλημά Μου» καί ὄχι τό θέλημά σας. Ὅταν δέν
ἀποβάλλεις τό θέλημά σου, δέν ἀρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου, δέν μπορεῖς νά γίνεις μαθητής τοῦ
Χριστοῦ. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός «ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, πρέπει νά ἀρνηθεῖ τόν ἑαυτό
του, νά φορτωθεῖ τόν Σταυρό του» (Μαρκ. 8,34), καί ὁ Σταυρός εἶναι ἀκριβῶς αὐτό νά ἀρνηθεῖς τό
θέλημά σου καί νά ἀποφασίσεις νά πεθάνεις ἀκόμα καί σταυρωμένος στήν ὑπακοή τοῦ Χριστοῦ.
Δηλαδή ὅ,τι κι ἄν κοστίσει, ἐσύ νά μήν ἀρνηθεῖς τόν Χριστό. Αὐτός εἶναι ὁ Χριστιανός. Σήμερα
ἔχουμε πολύ ἐκκοσμικευθεῖ οἱ Χριστιανοί καί θέλουμε ἕναν Χριστιανισμό βολικό, εὔκολο, χωρίς
Σταυρό. Ἀλλά αὐτό εἶναι τό κήρυγμα τοῦ Ἀντιχρίστου καί πρέπει νά ἀντιταχθοῦμε σ’ αὐτό. Νά
ἀγαπήσουμε τόν Σταυρό, γιατί χωρίς Σταυρό δέν πᾶμε στήν Ἀνάσταση. Δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε
χωρίς Σταυρό.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
140
Τό ἀλλοιωμένο δυτικό πνεῦμα καί ἡ Ὀρθοδοξία
Ἀρχίσαμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, μιά καινούρια ἑνότητα μαθημάτων, κατηχήσεων πιό σωστά, γιατί
στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μιλᾶμε γιά κατήχηση καί ὄχι ἁπλῶς γιά μία διάλεξη, ἡ ὁποία δέν ἔχει
μόνο ἕναν γνωσιολογικό χαρακτήρα, ἀλλά ἕνα χαρακτήρα μυσταγωγικό. Δηλαδή ἕναν χαρακτήρα
πού μᾶς βοηθάει στό νά ζήσουμε τό Μυστήριο τοῦ Χριστοῦ καί αὐτόν τόν σκοπό ἔχουν καί τά
μαθήματα πού κάνουμε, νά ὁδηγήσουν τίς ψυχές μας στό νά ζήσουμε τόν Χριστό καί ὄχι μόνο νά
μάθουμε κάποια πράγματα. Τότε γνωρίζουμε πραγματικά τόν Θεό, ὅταν ζοῦμε τήν ζωή τοῦ Θεοῦ.
Βέβαια θά ποῦμε πράγματα πού ἴσως φαίνονται λίγο παράξενα καί δέν τά ἔχετε ἀκούσει ἄλλη
φορά, ἀλλά εἶναι αὐτά τά ὁποῖα πραγματικά μᾶς δίδαξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καί εἶναι ἀντίθετα μέ
ἐκεῖνα πού ἐπικρατοῦν σήμερα στόν κόσμο καί θά τολμοῦσα νά πῶ καί στούς ἀνθρώπους τῆς
Ἐκκλησίας. Κάποια πράγματα δηλαδή πού ἔχουν ἐπικρατήσει ὡς ἀντιλήψεις στούς σημερινούς
Ὀρθοδόξους χριστιανούς εἶναι ἀντίθετα μέ αὐτά πού λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Δέν θά πῶ
περισσότερα γιατί θά εἶναι θεωρητικά, ἀλλά θά διαπιστώσουμε στήν πορεία πῶς ἐπαληθεύεται
αὐτός ὁ λόγος.Συνεχίζουμε λοιπόν νά μελετοῦμε καί νά σχολιάζουμε κατά δύναμην κάποια
πράγματα ἀπό τήν Πατερική Θεολογία, τό βιβλίο ἑνός πολύ μεγάλου, ἴσως τοῦ σπουδαιότερου
θεολόγου τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος, τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη. Ἕνας ἄλλος σπουδαῖος, σύγχονος
θεολόγος ὁ π. Γεώργιος Μεταλληνός λέει ὅτι ἡ ἐποχή μας χωρίζεται σέ ἐποχή πρό τοῦ Ρωμανίδη
καί μετά τοῦ Ρωμανίδη. Ἔκανε μία τομή στήν Θεολογία, ἡ ὁποία δέν ἦταν τομή ἁπλῶς στίς
γνώσεις, ἀλλά μία τομή, θά ἔλεγα, πνευματική πού ἔκανε τήν ψυχή τῶν Ὀρθοδόξων νά
προσανατολιστεῖ σωστά -ὅποιων θέλουν βέβαια! Ἔκανε δηλαδή μία στροφή καί μία ἐπαναφορά
στίς ὀρθές ἀντιλήψεις πού πρέπει νά ἔχουμε ὡς Ὀρθόδοξοι.
Δυστυχῶς μετά τήν ἀπελευθέρωστη τό 1821 μπῆκε στήν Ὀρθοδοξία τό δυτικό πνεῦμα μέ τόν
ἐρχομό ἐδῶ τῶν Βαυαρῶν καί πολλῶν «ἱεραποστόλων» ἀπό τήν Δύση, οἱ ὁποῖοι εἰσέβαλλαν στήν
Ἑλλάδα, τό ὁποῖο πνεῦμα, νά τό ποῦμε μέ μία λέξη, εἶναι ἀντι-μοναχικό καί ἀντι-ἡσυχαστικό. Ὁ
μοναχισμός εἶναι ὁ φορέας τοῦ ἡσυχασμοῦ καί ὅταν λέμε ἡσυχασμός ἐννοοῦμε τήν θεραπευτική
μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δία τῆς ἡσυχίας καθαρίζει τόν ἄνθρωπο. Βοηθάει τόν ἄνθρωπο νά
καθαριστεῖ, νά φωτιστεῖ καί νά θεωθεῖ, νά πετύχει τό καθ’ ὁμοίωση, πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς
μας.
Ἔτσι σήμερα θά ποῦμε γιά τήν ἀπόκλιση τῆς Δυτικῆς χριστιανοσύνης ἀπό τό Ὀρθόδοξο ἦθος.
Ὅταν λέμε Δύση δέν ἐννοοῦμε γεωγραφικά τήν Εὐρώπη, ἀλλά ὡς μία ἀντίληψη συνολική τοῦ
Θεοῦ καί τοῦ κόσμου. Ὑπάρχει τό λεγόμενο Δυτικό πνεῦμα, τό ὁποῖο εἶναι -θά ἔλεγα- ἀντίθετο ἀπό
τό Ὀρθόδοξο πνεῦμα. Καί εἶναι ἀκριβῶς ἀντίθετο γιατί εἶναι αἱρετικό. Ἡ Δύση ἔχει πέσει στήν
αἵρεση καί ἀπό τό 1054 καί μετά αὐτή ἡ αἵρεση ἔχει ἀποκρυσταλλωθεῖ ὡς δόγμα καί ἔχει μπεῖ καί
μέσα στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τό λεγόμενο Filioque (Φιλιόκβε) καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί
πολλά ἄλλα δόγματα ἔχουν προσθέσει στήν αἱρετική Δύση. Θά δεῖτε ὅμως πῶς κάποιες δικές τους
ἀντιλήψεις ἔχουν ποτίσει κι ἐμᾶς, τίς κυκλοφοροῦμε μεταξύ μας καί τίς ἔχουμε μέσα στόν νοῦ μας
καί πολλές φορές καθορίζουν τήν πνευματική μας ζωή.
Εἴπαμε λοιπόν τήν προηγούμενη φορά -γιά νά τά συνδέσουμε λίγο καί νά συνεχίσουμε- ὅτι ὁ νοῦς
τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι τό κύριο συστατικό τῆς ψυχῆς του, στόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος δέν ἔχει
θεραπευτεῖ πνευματικά, δέν λειτουργεῖ σωστά. Ὑπάρχει μιά δυσλειτουργία, μιά κακή λειτουργία
τοῦ νοῦ μας, δηλαδή τῆς ψυχῆς μας. Ἡ σωστή λειτουργία τοῦ νοῦ εἶναι: νά εἶναι ὁ νοῦς στήν
καρδία καί νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα στόν Θεό. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι ὁ
σκοπός τῆς Ἐκκλησίας νά μᾶς κάνει νά περάσουμε καλά σ’ αὐτή τή ζωή ἤ νά μᾶς κάνει νά
περάσουμε καλά στήν ἄλλη ζωή, ἀλλά νά θεραπεύσει τήν ψυχή μας καί μάλιστα τόν νοῦ μας.
Ὑπάρχουν τά τρία στάδια τῆς θεραπείας: ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση. Αὐτά μᾶς λένε οἱ
Ἅγιοι Πατέρες. Κορυφαῖο ρόλο σ’ αὐτήν ὅλη τήν διαδικασία παίζει ἡ ἀδιάλειπτη, καρδιακή, νοερά
141
προσευχή. Εἶναι τό ἐργαλεῖο, τό μέσο, ἀλλά -θά λέγαμε- καί τό κριτήριο τό ὁποῖο μᾶς πείθει ὅτι
πράγματι εἴμαστε στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Ὅταν ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου λειτουργεῖ σωστά,
τότε δέν ἔχει κανέναν ἄλλο λογισμό, οὔτε καλό, οὔτε κακό. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δέν λειτουργεῖ
σωστά, εἶναι γεμάτος λογισμούς.
Σήμερα τό πρόβλημα τῶν ἀνθρώπων εἶναι πρόβλημα λογισμῶν. Οἱ λογισμοί εἶναι ἡ ἀφετηρία ὅλων
τῶν κακῶν. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά εἰρηνεύσει, νά ἠρεμήσει ὁ λογισμός του καί μή ξέροντας τί
νά κάνει ἤ πηγαίνει ταξίδια ἤ παίρνει ψυχοφάρμακα ἤ πάει στούς ψυχολόγους ἤ τό ρίχνει στό
φαγητό… Μέ διάφορους τέτοιους τρόπους δηλαδή προσπαθεῖ νά βρεῖ μιά ἐσωτερική εἰρήνη καί
μιά ἠρεμία, ἀλλά δέν μπορεῖ, γιατί τό κλειδί εἶναι ἡ θεραπευτική τῶν Πατέρων, ἡ θεραπευτική τοῦ
Χριστοῦ.
Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας στά Πατερικά Κείμενα καί στίς Προσευχές τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας
ἀναφέρεται ὡς Ἰατρός. «Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν» καί εἶναι πράγματι Ἰατρός καί
ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα θεραπευτήριο, πού θεραπεύει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Δέν εἶναι ἕνας
ὀργανισμός πού δίνει μία καλή κουλτούρα. Ἔχουμε ὡραίους χορούς, ὡραῖα τραγούδια, ὡραῖα
ψάλματα καί ὅταν πᾶς στήν Ἐκκλησία περνᾶς καλά. Ὄχι δέν εἶναι αὐτό, ἀλλά δυστυχῶς αὐτό πάει
νά ἐπικρατήσει στίς μέρες μας. Εἶναι ἡ λεγόμενη ἐκκοσμίκευση καί ἀντί ἡ Ἐκκλησία νά προσφέρει
αὐτήν τήν μέθοδο γιά νά θεραπευθεῖ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή γιά νά ἀπαλλαγεῖ ὁ ἄνθρωπος
ἀπό τούς λογισμούς καί νά λειτουργήσει σωστά ὁ νοῦς του, ἡ νοερά ἐνέγεια, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι
Πατέρες, τοῦ προσφέρει γλέντια καί χορούς καί διάφορα ἄλλα τέτοια ὑποκατάστατα ἤ καί ἕνα
πιάτο φαγητό στά συσσίτια. Ἀλλά αὐτός εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας; Κάθε ἄλλο! Δευτερευόντως
θά λέγαμε εἶναι καί ἡ φιλανθρωπία. Ἡ φιλανθρωπία, ὄχι ἡ ἐκκοσμίκευση.
Πολύ πρόσφατα μοῦ φέρανε ἕνα χαρτί ἀπό μιά Μητρόπολη, ἑνός Ἱεροῦ Ναοῦ ‘’Πρόγραμμα
ὑποδοχῆς λειψάνων Ἁγίου Ἰωακείμ καί Ἄννης’’ καί ἔχει κάθε βράδυ τραγούδια καί χορούς.
Σάββατο: Ἑσπερινό καί τό βράδυ: Λαϊκή Ἑλληνική βραδιά. Τήν ἄλλη μέρα τό πρωί ἔχει Θεία
Λειτουργία, ἀφοῦ ἔχουν προετοιμαστεῖ κατάλληλα τό βράδυ μέ τό γλέντι… καί τό βράδυ ἔχει πάλι
χορωδία καί χορευτικές ἐκδηλώσεις! Τήν Δευτέρα πάλι Θεία Λειτουργία, ἀφοῦ ὑπάρχει ἀνάλογη
προετοιμασία… καί τό βράδυ ἔχει πάλι χορευτικές ἐκδηλώσεις ἀπό ὅλους τούς Συλλόγους τῆς
περιοχῆς. Τό πρωί πάλι Θεία Λειτουργία καί τό βράδυ ἔχει λαϊκή βραδιά μέ ἑλληνικά τραγούδια
ἀπό πολυμελή ὀρχήστρα καί ποντιακό γλέντι! Εἶναι αὐτός θεραπευτικός ὀργανισμός;
– Ἔτσι θά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή τῶν ἀνθρώπων;
Ἤ ἁπλῶς τούς δίνουμε μία διέξοδο καί ἀντί νά πᾶνε στά κοσμικά κέντρα διασκέδασης πᾶνε στήν
Ἐνορία; Καί σιγά-σιγά θά βάζουμε καί εἰσητήριο ὅπως κάνουν στήν Γερμανία: ἑλληνικά τραγούδια
– εἴσοδος 5 εὐρώ.
Αὐτό εἶναι κατάπτωση. Δηλαδή ἡ Ἐκκλησία ἔχει χάσει τόν προσανατολισμό της. Ἐννοοῦμε βέβαια
τήν Ἐκκλησία ὡς σύνολο πιστῶν, ὡς τοπική Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ εἶναι
ἄμωμη καί καθαρή καί πεντακάθαρη, γιατί ἔχει κεφαλή τόν Χριστό. Ἀλλά οἱ κατά τόπους
Ἐκκλησίες, ἄν δέν προσέξουν, ἐκτρέπονται καί ἔχουμε πάρα πολλές Ἐκκλησίες σήμερα πού εἶναι
μόνο κατ’ ὄνομα καί δέν ἔχουν ποίμνιο.
– Τί ἔγινε τό ποίμνιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐφέσου ἤ τῆς Λαοδίκειας;
Ἄν πᾶτε σήμερα στήν Λαοδίκεια εἶναι γεμάτη μουσουλμάνους. Τό ἴδιο καί στήν Ἔφεσο. Γιατί;
Χάσαμε τούς χριστιανούς μας. Γιατί τούς χάσαμε; Γιατί δέν λειτουργοῦσε σωστά ἐκείνη ἡ
Ἐκκλησία, ἡ τοπική θεραπευτική κοινότητα. Τό ἴδιο μπορεῖ νά συμβεῖ καί μέ μᾶς καί νά
πηγαίνουμε νά βροῦμε τήν Ὀρθοδοξία στήν Ἀμερική, ἄν δέν προσέξουμε.
Πρέπει λοιπόν νά καταλάβουμε ὅτι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς καί μάλιστα
τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί αὐτή ἡ βαθιά ἐκκοσμίκευση πού ἔχει εἰσβάλλει στήν Ἐκκλησία πρέπει
νά μᾶς βρεῖ ἀντιμέτωπους. Πρέπει νά ἀντισταθοῦμε. Ἐμεῖς θά ἀντισταθοῦμε, γιατί ὅλοι εἴμαστε
142
ὑπεύθυνοι. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Μαξίμοβιτς, ἕνας σπουδαῖος, σύγχρονος ἅγιος, Ρῶσος στήν
καταγωγή, πού ἐτελειώθη στήν Ἀμερική, ὅτι στούς ἐσχάτους χρόνους, ὅπως εἶναι τώρα, κάθε
χριστιανός θά εἶναι ὑπεύθυνος γιά ὅλη τήν Ἐκκλησία. Μήν περιμένουμε νά τά διορθώσουν ὅλα
δηλαδή οἱ παπάδες καί οἱ Δεσποτάδες, γιατί κι αὐτοί ἐν πολλοῖς εἶναι ἐκκοσμικευμένοι.
Ἡ προηγούμενη ἀνακοίνωση πού σᾶς διάβασα εἶναι φυσικά μέ τήν ἔγκριση τοῦ οἰκείου
Μητροπολίτου, δέν βγαίνει ἔτσι…
Ἡ κάθαρση λοιπόν ἀπό τά πάθη τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου
ἀπό τή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ θέωση τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου εἶναι οἱ
τρεῖς πνευματικές καταστάσεις, τίς ὁποῖες πρέπει νά περάσει ὁ πιστός καί στίς ὁποῖες ἀναφέρεται
ὅλη ἡ ἀσκητική παράδοση, ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί ὅλες οἱ Ἀκολουθίες. Λέμε στήν
Ἐκκλησία: «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν» ἤ «Χριστέ, τό φῶς τό ἀληθινόν» ἤ «Βασιλεῦ οὐράνιε,
ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν καί καθάρισον ἡμᾶς». Αὐτά δέν εἶναι σχήματα λόγου. Εἴδομεν τό φῶς
τό ἀληθινόν. Τό εἴδαμε τό φῶς τό ἀληθινό; Ἔχει φῶς ἡ ψυχή σου ἤ ἔχει μαυρίλα καί σκοτάδι καί
κατάθλιψη καί ταραχή; Ἅμα ἔχει αὐτά, σημαίνει ὅτι δέν τό εἶδες τό φῶς. Μά λέει ‘’ἐγώ
κοινώνησα’’. Μπορεῖ καί νά κοινώνησες, ἀλλά δέν κοινώνησες, δέν ἔχεις κοινωνία μέ τό φῶς
δηλαδή.
Γενικά λοιπόν σ’ αὐτό θά ἀναφερθοῦμε, πῶς δηλαδή πρέπει νά λειτουργήσουμε, πῶς θά γίνει αὐτή
ἡ ἐργασία μέσα μας καί πῶς πρέπει νά τοποθετούμαστε ἀπέναντι σ’ αὐτά πού ζοῦμε, σωστά ἤ ὄχι,
τά ὁποῖα μᾶς τά σερβίρουνε καί πολλές φορές τά καταπίνουμε ἀμάσητα, δηλαδή χωρίς νά τά
ἐπεξεργαζόμαστε.
Λέει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης: «οἱ σημερινοί Ὀρθόδοξοι σήμερα ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ τόσο πολύ
ἀπό αὐτήν τήν παράδοση, πού δέν σκέπτονται πλέον τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική ἀγωγή μέσα στά
πλαίσια τῆς νόσου καί τῆς θεραπείας». Γιατί λέει ὁ π. Ἰωάννης ὅλοι οἱ ἄνθρωποι γεννιόμαστε
ἄρρωστοι καί αὐτό εἶναι ἀλήθεια. Γεννιόμαστε μέ τόν σκοτισμό τοῦ νοῦ, σκοτισμένοι ἀπό τά πάθη
καί πρέπει νά μποῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα καί τό Ἅγιο Χρίσμα καί ἐκεῖ
μέσα νά θεραπευτοῦμε, νά φωτισθοῦμε καί νά θεωθοῦμε.
Αὐτό τό πράγμα καί σάν ἔννοια καί σάν σκέψη πολλοί Ὀρθόδοξοι χριστιανοί τό ἀγνοοῦν καί
πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία γιατί εἶναι καλό πράγμα. Ὄχι δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα καλό πράγμα ἡ
Ἐκκλησία γιατί ὑπάρχουν καί ἄλλα καλά πράγματα καί λένε κοντά στά ὑπόλοιπα καλά πράγματα
νά πηγαίνεις καί στήν Ἐκκλησία. Ὄχι. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό πᾶν, γιατί εἶναι ὁ Χριστός καί ὁ
Χριστός εἶναι τό πᾶν. Ἄν δέν τό καταλάβει αὐτό ὁ χριστιανός, τότε δέν εἶναι ἄνθρωπος τῆς
Ἐκκλησίας. Ἁπλῶς ἔχει καί τήν Ἐκκλησία ὅπως ἔχει καί τά ἄλλα καλά πράγματα, ὅπως
ἐνδεχομένως θά κάνει ἀθλητισμό, θά πάει μία ἐκδρομή, θά πάει καί νά ἐκκλησιαστεῖ. Δέν
ἀγκαλιάζει δηλαδή ἡ Ἐκκλησία τόν ὅλο του ἑαυτό, ὅλο του τό εἶναι, ὅλη του τήν ὕπαρξη καί ὅλη
του τήν ζωή. Ἑπομένως δέν θεραπεύεται.
«- Ὁ Χριστός ποιός εἶναι γιά τούς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς; Δέν ἀποκαλεῖται ἐπανειλημμένως
μέσα στίς εὐχές καί στά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁ «ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων
ἡμῶν»; Πράγματι. Σέ ποιά ὅμως; Στά Ὀρθόδοξα.
«Ἄν ψάξετε στήν Παπική ἤ στήν Προτεσταντική παράδοση», στήν Δύση δηλαδή, «αὐτή ἡ
ἐπωνυμία γιά τόν Χριστό, ὡς ἰατρό, δέν ὑπάρχει πουθενά!». Γιατί ἄραγε; Ἐνῶ κι αὐτοί ξεκίνησαν
ὡς Ὀρθόδοξοι.Πρέπει νά τό ξέρουμε αὐτό ἡ Εὐρώπη ὅλη ἦταν Ὀρθόδοξη μέχρι τόν 7ο – 8ο αἰῶνα
πού ἔχουμε τίς εἰσβολές τῶν βαρβάρων, τῶν Φράγκων. Ἦταν Ὀρθόδοξοι καί κράτησαν μέχρι τό
1054.
– Γιατί ὅμως μετά χάθηκε αὐτή ἡ ἐπωνυμία γιά τόν Χριστό;
«Ὁ Χριστός μόνο στήν Ὀρθόδοξη παράδοση ἀποκαλεῖται ἰατρός. – Γιατί ὅμως αὐτή ἡ παράδοσις
ἔσβησε ἀπό τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντες καί, ὅταν τούς μιλᾶμε γιά θεραπευτική ἀγωγή,
143
ξαφνιάζονται; Διότι ἡ ἀνάγκη τῆς καθάρσεως καί τοῦ φωτισμοῦ, ἡ ἀνάγκη τῆς ἐσωτερικῆς ἀλλαγῆς
ἔφυγε ἀπό τούς ἀνθρώπους αὐτούς στήν δική τους Θεολογία. Γι’ αὐτούς ἐκεῖνος πού ἀλλάζει δέν
εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός!». Προσέξτε τί λένε στή Δύση! Δέν καλεῖσαι νά ἀλλάξεις ἐσύ. Ὁ
Θεός ἀλλάζει. «Ὁ ἄνθρωπος γι’ αὐτούς δέν ἀλλάζει. Τό μόνο πράγμα πού κάνει ὁ ἄνθρωπος γι’
αὐτούς εἶναι ὅτι γίνεται καλό παιδί», κάνει καλές πράξεις. Προσέξτε γιατί αὐτό τό πνεῦμα ἔχει μπεῖ
καί σ’ ἐμᾶς, νά κάνεις καλές πράξεις, ὅπως λένε στούς προσκόπους κάθε μέρα νά κάνεις μιά καλή
πράξη ἤ μερικές καλές πράξεις. Ὅσο πιό πολλές κάνεις, τόσο καλύτερα.
«Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπό κακό παιδί πού ἦταν γίνει καλό παιδί, τότε ὁ Θεός τόν ἀγαπᾶ». Ὅπως
λέει κι ἕνα τραγούδι πού λέγανε στίς Ὀργανώσεις «καί ὅλα τά καλά παιδιά τά ἀγαπᾶ ἡ Παναγία»
καί τούς ρωτοῦσα ‘Τά κακά παιδιά δέν τά ἀγαπάει ἡ Παναγία, μόνο τά καλά ἀγαπάει;’ Ὁ Θεός τά
καλά παιδιά τά ἀγαπάει. Τά κακά δέν τά ἀγαπάει; Δέν εἶναι ὁ Θεός ἀγάπη δηλαδή; Ὁ Θεός εἶναι
ἀγάπη καί εἶναι καί μή ἀγάπη; Ἀλλάζει ὁ Θεός; Προσέξτε τί ἀνοησίες λέμε! Καί τίς περνούσαμε
καί στά παιδιά ἀπό τά Κατηχητικά καί ἔχουν ποτίσει κι ἐμᾶς.
Ἡ Δύση αὐτό ὑποστηρίζει ὅτι ὁ Θεός ἀλλάζει γιατί ἔχουν μία δικαιϊκή ἀντίληψη γιά τόν Θεό.
Ἔφτασαν μάλιστα στό σημεῖο νά λένε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὀργισμένος καί χρειάζεται αἷμα, χρειάζεται
ἱκανοποίηση τῆς Θείας δικαιοσύνης καί ἐπειδή δέν ὑπῆρχε ἄνθρωπος πού νά ἱκανοποιήσει τόν Θεό,
ἀναγκάστηκε νά γίνει ὁ Θεός-Υἱός ἄνθρωπος, νά θυσιαστεῖ γιά νά ἱκανοποιηθεῖ ὁ αἱμοβόρος ΘεόςΠατέρας καί ἡ δικαιοσύνη του. Αὐτές τίς ἀνοησίες λένε στή Δύση δυστυχῶς. Εἶναι αὐτό τό
δικαιϊκό πνεῦμα, τό ὁποῖο ἀπειλεῖ καί τήν Ὀρθοδοξία.
«Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπό κακό παιδί πού ἦταν γίνει καλό παιδί, τότε ὁ Θεός τόν ἀγαπᾶ.
Διαφορετικά, τόν ἀποστρέφεται! Ἄν παραμένει ἤ γίνεται κακό παιδί, τότε ὁ Θεός δέν τόν ἀγαπᾶ!
Δηλαδή, ἄν ὁ ἄνθρωπος γίνει καλό παιδί, τότε ἀλλάζει καί ὁ Θεός καί γίνεται καλός. Καί ἀπό ἐκεῖ
πού δεν τόν ἀγαποῦσε, τώρα τόν ἀγαπᾶ! Ὅταν ὁ ἄνθρωπος γίνεται κακό παιδί, ὁ Θεός θυμώνει καί,
ὅταν ὁ ἄνθρωπος γίνεται καλό παιδί, ὁ Θεός χαίρεται! Αὐτό δυστυχῶς γίνεται στήν Εὐρώπη».
Αὐτό λένε στήν Εὐρώπη μέχρι σήμερα. Θέλετε νά σᾶς πῶ κι ἕνα ζωντανό παράδειγμα; Τώρα πού
τούς χρωστᾶμε καί ἔρχονται μέ τήν Τρόικα καί μᾶς τά ζητᾶνε συνέχεια καί πιεστικά, ἐμεῖς ἐπειδή
κρατᾶμε ἀκόμα λίγο ἀπό τό Ὀρθόδοξο πνεῦμα, δέν ἔχουμε τό δικαιϊκό πνεῦμα, τούς ζητούσαμε
παράταση, νά ἔκαναν λίγη ὑπομονή καί θά τούς τά δίναμε. Αὐτό εἶναι ὀρθόδοξο. Γι’ αὐτούς εἶναι
ἀκατανόητο. Λένε ‘’τά πήρατε νόμιμα, θά μᾶς τά δώσετε’’. Αὐτό τό δικαιϊκό πνεῦμα, δέν ἔχει
ἔλεος. Οὔτε παράταση, οὔτε τίποτα. Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα τῆς Δύσης, ἀνελέητοι καί αὐτός εἶναι καί
ὁ Θεός τους ἀνελέητος. Ἀλλά αὐτός δέν εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός!
«Τό κακό εἶναι ὅτι αὐτό δέν γίνεται μόνο στήν Εὐρώπη, ἀλλά γίνεται καί στήν Ἑλλάδα καί σέ
πολλούς μέσα στήν Ἐκκλησία αὐτό τό πνεῦμα ἐπικρατεῖ». Ἔρχονται καί κάποιοι ἔντρομοι στήν
ἐξομολόγηση καί λένε ‘’ἐμένα ὁ Θεός θά μέ κάψει, εἶναι τόσο θυμωμένος μαζί μου…’’. Δέν εἶναι
ἔτσι ὁ Θεός! Ὁ Θεός πάρα πολύ χαίρεται μέ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί μάλιστα μέ τούς
ἁμαρτωλούς πού μετανοοῦν καί ἀγαπάει τούς πάντες, ἀγαπάει κι αὐτούς πού εἶναι στήν ἁμαρτία,
ἀκόμα καί τόν διάβολο ἀγαπάει καί θέλει ὅλοι νά σωθοῦνε.
«Ἔχει καταντήσει νά εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία μία θρησκεία, πού ὁ Θεός ἀλλάζει διαθέσεις! Ὅταν ὁ
ἄνθρωπος εἶναι καλός, ὁ Θεός τόν ἀγαπάει. Καί ὅταν εἶναι κακός, ὁ Θεός δέν τόν ἀγαπάει». Ἔτσι
πιστεύουν κάποιοι. «Ὁ Θεός δηλαδή τιμωρεῖ καί βραβεύει! Ὁπότε ἡ οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας
σήμερα» στήν Ἑλλάδα, προσέξτε τή λέξη «εἶναι μία ἠθικολογία», ἔτσι τήν καταντήσαμε τήν
Ὀρθοδοξία μιά ἠθικολογία, ἕνα ‘πρέπει’ καί ἕνα ‘δέν πρέπει’.
Γι’ αὐτό καί τά νέα παιδιά ἀντιδροῦν: ‘’Γιατί δέν πρέπει νά κάνω αὐτό ἤ γιατί πρέπει νά πάω
Ἐκκλησία; Τί θά πεῖ πρέπει;’’. Ἔχουν δίκαιο γιατί δέν τούς λέμε τήν οὐσία πού εἶναι ἡ θεραπεία
τοῦ νοῦ, ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς, ἡ ἀπομάκρυνση ὅλων τῶν λογισμῶν, ἡ ἔλευσις τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, πού θά φέρει τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶναι ἡ χαρά, ἡ ἀγάπη, ἡ εἰρήνη
(Γαλ. 5,22), ὅλα αὐτά πού ψάχνουμε καί ἔχουμε καταντήσει τήν πίστη μας ἕναν κώδικα, ἕνα
144
σύνολο δηλαδή ἀπό κανόνες. Πρέπει, πρέπει, πρέπει… κι ἄν τά τηρήσεις αὐτά, θά πᾶς στόν
Παράδεισο. Ὄχι δέν εἶναι αὐτό, ἕνα σύνολο κανόνων, ἀλλά εἶναι ἕνα βίωμα καί μιά ἐμπειρία τῆς
κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης.
«Αὐτά δέν διδάσκανε τά Κατηχητικά στά παιδιά καί οἱ παραεκκλησιαστικές Ὀργανώσεις, πού ἔχουν
Δυτικά πρότυπα καί διέβρωσαν τό Ὀρθόδοξο πνεῦμα;». Αὐτά πού εἴπαμε προηγουμένως ὅτι ἅμα
εἶσαι καλό παιδί, θά σέ ἀγαπάει ὁ Θεός, ἄν εἶσαι κακό, θά σέ τιμωρήσει.
Ὁ Θεός δέν τιμωρεῖ. Μόνος του ὁ ἄνθρωπος αὐτοβασανίζεται καί αὐτοτοποθετεῖται στήν κόλαση
ἀπό τή στιγμή πού ἐπιλέγει νά μήν εἶναι μέ τόν Θεό. «Τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» (Ρωμ.
6,23), μᾶς τό εἶπε ξεκάθαρα. Γιατί; Γιατί ζωή εἶναι ὁ Θεός. Ὅταν ἐσύ ἐπιλέγεις νά μήν εἶσαι μέ τόν
Θεό, φεύγεις ἀπ’ τή ζωή. Ἄρα ποῦ πᾶς; Στόν θάνατο. Φεύγεις ἀπό τό φῶς, ἄρα ποῦ πᾶς; Στό
σκοτάδι. Πολύ ἁπλά. Δέν σέ τιμωρεῖ ὁ Θεός. Τό φῶς δέν τιμωρεῖ. Ἡ ἀπουσία τοῦ φωτός, στήν
ὁποία ἐσύ καταδικάζεις τόν ἑαυτό σου, αὐτή εἶναι καί ἠ τιμωρία σου.
«Λοιπόν, ἄν κάποιος μετά ἀπό αὐτά θελήσει νά μάθει γιατί», γιατί φτάσαμε σ’ αὐτό τό σημεῖο;
Γιατί μᾶς πότισαν μ’ αὐτές τίς ἀντιλήψεις οἱ κατηχητές μας καί οἱ παπάδες μας ἐνδεχομένως καί οἱ
Δεσποτάδες μας; Διαβάζοντας κανείς τήν Ἱστορία – ἡ ὁποία εἶναι κλειδί καί πρέπει νά τή
διαβάζουμε, γιατί ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται καί ὅποιος δέν ξέρει ἱστορία κάνει τά ἴδια λάθη πού
ἔκαναν καί οἱ πρίν ἀπό αὐτόν – θά δοῦμε ὅτι «κατήντησε ἡ Ὀρθοδοξία σ΄ αὐτά τά χάλια» ἐξ αἰτίας
τῆς εἰσβολῆς τοῦ πνεύματος τῆς Δύσης, τό ὁποῖο μπῆκε μέσω τῶν Νεοελλήνων Διαφωτιστῶν καί
μάλιστα τοῦ Ἀδαμάντιου Κοραῆ, πού τόν ἔχουμε περί πολλοῦ.
«Αὐτός εἰδικά μετά τήν ἐπανάσταση τοῦ ’21 ἐγκαινίασε αὐτήν τήν γραμμή στήν Ἑλλάδα, τήν
προτεσταντική θεολογία. Ἐγκαινίασε τόν διωγμό ἐναντίον τοῦ ἡσυχασμοῦ, ἐναντίον τοῦ
παραδοσιακοῦ Μοναχισμοῦ, ἐναντίον τῆς Ὀρθοδόξου καί μόνης σωστῆς θεραπείας τῆς ψυχῆς τοῦ
ἀνθρώπου».
Ὅταν ἦρθαν στήν Ἑλλάδα αὐτοί χρησιμοποιώντας καί τόν Ὄθωνα καί τούς Βαυαρούς μέ τρεῖς
νόμους κλείσανε πάνω ἀπό 400 μοναστήρια. Αὐτό πού δέν ἔκαναν οἱ Τοῦρκοι 400 καί 500 χρόνια
τό ἔκαναν οἱ Νεοέλληνες Διαφωτιστές ἐπηρεασμένοι ἀπό τούς Προτεστάντες. Γιατί; Τί τούς
πειράζανε τά μοναστήρια; Ἤξεραν πολύ καλά τί ἔκαναν. Τά μοναστήρια ἦταν οἱ πνεύμονες τοῦ
Ἔθνους. Πήγαινε ὁ λαός καί ξεκουραζόταν καί ἔπαιρνε δυνάμεις. Αὐτό δέν τό θέλανε, γιατί αὐτοί
θέλανε ἀνδρείκελα, θέλανε δούλους, θέλανε ὑποταγμένα ἀνθρωπάρια. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν φτιάχνει
τέτοια ὄντα, φτιάχνει ἐλεύθερους ἀνθρώπους, φτιάχνει ἀνθρώπους μέ ὁλοκληρωμένη καί ὑγιῆ
προσωπικότητα καί δέν τό ἤθελαν αὐτό. Θέλανε δούλους, ὅπως καί ἡ Νέα Τάξη Πραγμάτων
σήμερα.
– Γιατί χτυπάει τήν Ὀρθοδοξία;
Γιατί εἶναι ἡ μόνη ἐπιστήμη -ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἐπιστήμη- ἰατρική ἐπιστήμη εἶναι, ἡ ὁποία παράγει
ὑγιεῖς προσωπικότητες, ἐλεύθερους ἀνθρώπους. Σήμερα στήν Εὐρώπη τά ἄτακτα παιδιά εἴμαστε
ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες. Γιατί εἴμαστε ἄτακτα; Γιατί εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, δέν ὑποτασσόμαστε στό πνεῦμα
τους, πού εἶναι αὐτό τό πνεῦμα πού εἴπαμε τό δικαιϊκό, τό ἀνελέητο. Ἄν διαβάσετε λοιπόν στήν
ἱστορία, θά διαπιστώσετε πώς ὁ διωγμός αὐτός ἐγκαινιάστηκε ἀπό τόν Κοραή καί ἀπό ἄλλους μετά
βεβαίως καί προσπάθησαν ἔτσι νά ἐξαλείψουν, καί ἐν μέρει τό πέτυχαν, αὐτή τήν παράδοση, ἡ
ὁποία ὑπῆρχε στό Ἔθνος, τήν θεραπευτική παράδοση.
«Ἄς ὑποθέσωμε ὅτι ἕνας ἐρευνητής ἐπιστήμονας, πού δέν ἔχει σχέση μέ θρησκεῖες, ἕνας ἄθεος, ἄν
θέλετε, κάνει ἔρευνα πάνω στίς θρησκευτικές παραδόσεις καί φθάνοντας στήν Ὀρθόδοξη
παράδοση σκαλίζει, ἀνακαλύπτει καί περιγράφει αὐτά τά πράγματα. Ὁπότε λέγει: Γιά κοιτᾶτε ἐδῶ!
Αὐτή ἡ παράδοση μιλάει γιά ψυχή, γιά νοερᾶ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς καί γιά συγκεκριμένη
θεραπευτική ἀγωγή». Δηλαδή δέν μιλάει στόν ἀέρα, νά πεῖ κάποιες ἠθικές συμβουλές: ‘αὐτό εἶναι
καλό, πρέπει αὐτό, πρέπει τό ἄλλο..’. Ὄχι, μιλάει γιά συγκεκριμένα πράγματα. Μιλάει γιά
πράγματα, ὄχι γιά ἰδέες, γιά ἀφηρημένα ὄντα.
145
«Μετά αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἐρευνώντας φθάνει νά ἀναγνωρίσει ὅτι, ἄν αὐτή ἡ θεραπευτική ἀγωγή
ἐφαρμοσθεῖ στίς κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων, θά ἔχει πολύ ὠφέλιμα ἀποτελέσματα γιά τήν ἀτομική
καί κοινωνική ὑγεία».
– Γιατί νομίζετε ὁ Μέγας Κωνσταντίνος ἀγκάλιασε τήν Ὀρθοδοξία, ἐνῶ ἦταν εἰδωλολάτρης;
Διότι κατάλαβε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία παράγει σωστούς πολίτες. Ἔβλεπε πόσο διέφερεν οἱ χριστιανοί
ἀπό τούς εἰδωλολάτρες -πολίτες τοῦ κράτους του ἦταν- καί ἀποφάσισε νά δώσει αὐτή τήν ἀγωγή
στούς πολίτες του μέ ἀποτέλεσμα νά ἀγκαλιάσει τήν Ὀρθοδοξία, γιατί κατάλαβε ὅτι ἐκεῖ βρίσκεται
ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό καί ἔκανε αὐτή τήν πολύ μεγάλη τομή καί
δημιουργήθηκε ὁ πολύ σπουδαῖος πολιτισμός, ὁ Ἑλληνορθόδοξος πολιτισμός καί ὅλη αὐτή ἡ
παράδοση, ἡ Πατερική, ἡ Ὀρθόδοξη θεραπευτική παράδοση.
«Μετά, συνεχίζοντας τό ψάξιμο, ἀρχίζει νά ἐξακριβώνει ἀπό πότε ἐμφανίσθηκε αὐτή ἡ παράδοση,
ποιές εἶναι οἱ πηγές της, πόσους αἰῶνες ἐπιτυχῶς ἐφαρμόσθηκε στήν πράξη, ποῦ ἐφαρμόσθηκε καί
συνεχίζοντας βρίσκει γιατί δέν ὑπάρχει σήμερα στούς Ὀρθοδόξους, στήν πλειοψηφία τους, αὐτή ἡ
παράδοση, καί γιατί ἡ Ὀρθοδοξία ὑπέστη ἀλλοίωση. Καί ὁ ἐρευνητής αὐτός συνεχίζει καί βρίσκει
ὅτι αὐτό συνέβη, διότι ἐδιώχθη ὁ Ἡσυχασμός καί ὁ παραδοσιακός Μοναχισμός, πού εἶναι ὁ φορέας
τῆς παραδόσεως αὐτῆς».
Αὐτό γίνεται μέχρι σήμερα. Βλέπετε ἀνθρώπους –θρησκευόμενους κατά τά ἄλλα- τῆς Ἐκκλησίας
πού, ὅταν τό παιδί τους πάει νά γίνει μοναχός, κάνουν ἐπανάσταση. Γιατί; Γιατί ὑπάρχει μέσα στήν
ψυχή τους αὐτό τό ἀντιμοναχικό πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔχει καλλιεργηθεῖ ἀπό αὐτά τά χρόνια, μετά τήν
Ἀπελευθέρωση. Αὐτός ὁ διωγμός καί αὐτή ἡ ἀπαξίωση τοῦ Μοναχισμοῦ εἶναι σκόπιμη. Δέν εἶναι
φυσιολογική, οὔτε τυχαῖα. Ἔγινε σκόπιμα ἀπό τήν Δύση καί πέρασε μέσα στό ὑποσυνείδητο, θά
λέγαμε, τοῦ λαοῦ μας, ὥστε εἶναι σχεδόν ἀδύνατο γιά γονεῖς ν’ ἀκούσουν χωρίς ταραχή καί φωνές
ὅτι τό παιδί τους θέλει νά γίνει μοναχός. Θεωρεῖται πολύ λάθος καί μεγάλη ἀπαξίωση καί μεγάλη
ἀτιμία ἐνδεχομένως γιά τήν οἰκογένειά του κ.λ.π. ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς δυτικῆς ἀντιλήψεως.
– Γιατί διώχθηκε ὅμως ὁ Μοναχισμός καί ὁ Ἡσυχασμός;
«Διότι οἱ χῶροι στούς ὁποίους ἤκμαζε» Ἑλλάδα, Ρωσία, «ἄρχισαν νά δυτικοποιοῦνται
πολιτιστικά», νά παίρνουν τά δυτικά πρότυπα «ὅπως συνέβη στήν Ρωσία μετά τήν μεταρρύθμιση
τοῦ «Μεγάλου» Πέτρου, καί στήν Ἑλλάδα μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821». Ὁ Πέτρος, ὁ ‘’Μέγας
Πέτρος’’ -καθόλου μεγάλος δέν ἦταν-ἔκανε αὐτό τό ἄνοιγμα στή Δύση καί ἔβαλε δυτικά πρότυπα
στή Ρωσία. Γι’ αὐτό, ἄν πᾶτε στή Ρωσία, θά δεῖτε τεράστιους ναούς, πολυτελεῖς, θά ἀκούσετε
τετράφωνες χορωδίες καί θά δεῖτε ἁγιογραφίες πού νά μοιάζουν μέ τίς δυτικές καί ὄχι μέ τίς
βυζαντινές. Ὅλα αὐτά ξεκίνησαν ἀπό τόν Μέγα Πέτρο. Εἶναι τό δυτικό πνεῦμα, τό ὁποῖο εἰσέβαλλε
στή Ρωσία καί τό ὁποῖο ἀλλοίωσε τό ὀρθόδοξο πνεῦμα καί καταδίωξε τόν μοναχισμό στή Ρωσία.
Γιατί καί στή Ρωσία εἴχαμε ἀκμάζοντα Μοναχισμό καί Ἡσυχασμό. Τό ἴδιο συνέβη καί στήν
Ἑλλάδα.
Τό πνεῦμα τό ὀρθόδοξο εἶναι ταπεινό. Τά ταπεινά ἐκκλησάκια πού δημιουργοῦν κατάνυξη. Πᾶτε
στό Μυστρᾶ νά δεῖτε πῶς ἦταν οἱ Βυζαντινές Ἐκκλησίες. Ἡ ταπεινή μουσική ἡ μονοφωνική
ἐκφράζει τήν Ὀρθοδοξία καί ὄχι ἡ πολυφωνική. Ἡ πολυφωνία ἐκφράζει τήν αἵρεση καί τόν
Οἰκουμενισμό. Ὁ Οἰκουμενισμός αὐτό λέει ‘κρατῆστε ὁ καθένας τήν πίστη σας καί νά εἴμαστε ὅλοι
μαζί’, πολυφωνία. Δέν εἶναι σωστό. Ὁ Χριστός μᾶς κάλεσε σέ ἕνα πνεῦμα, ὄχι σέ πολλά πνεύματα.
Ὁ σκοπός καί τοῦ Μοναχισμοῦ καί τοῦ Γάμου καί τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ ἴδιος: νά γίνουμε ἕνα
πνεῦμα ἐν Χριστῶ. Καί οἱ σύζυγοι καί τά παιδιά στόν γάμο καί οἱ μοναχοί στό Μοναστήρι καί ὅλη
ἡ Ἐνορία καί ἡ τοπική Ἐκκλησία στίς κατά τόπους Ἐκκλησίες «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν» (Ἰω. 17,21).
Αὐτό εἶναι τό ὀρθόδοξο πνεῦμα, αὐτός εἶναι ὁ πόθος τοῦ Χριστοῦ. Καί ὄχι ἡ πολυφωνία. Γι’ αὐτό ἡ
ἐκκλησιαστική φωνή εἶναι μονοφωνική, ἐκφράζει αὐτό τό ἕν πνεῦμα, τό «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ
καρδίᾳ δοξάζειν καί ἀνυμνεῖν τό πάντιμον καί μεγαλοπρεπές ὄνομά σου», ὅπως λέμε στήν
Ἐκκλησία.
146
Μπῆκε λοιπόν στήν Ρωσία, μπῆκε καί στήν Ἑλλάδα αὐτό τό δυτικό πνεῦμα καί σήμερα συνεχίζεται
αὐτός ὁ ἐκδυτικισμός καί μᾶς ἔχει κυριέψει τό ἀμερικάνικο πνεῦμα καί τά φάστ-φουντ, τά μπλούτζήν καί ὅλα αὐτά, ὅλος αὐτός ὁ πολιτισμός, πού δέν εἶναι πολιτισμός τελικά, εἶναι μιά ἐπαναφορά
στήν ἀγριότητα καί αὐτό φαίνεται ξεκάθαρα στή μουσική.
Αὐτή λοιπόν ἡ δυτικοποίηση ἔφερε καί τόν διωγμό τοῦ Μοναχισμοῦ καί τοῦ Ἡσυχασμοῦ. Γιατί
ἀκριβῶς ὁ Μοναχισμός καί ὁ Ἡσυχασμός εἶναι ἀντίθετος σ’ αὐτό τό πνεῦμα τό δυτικό, τό ὁποῖο
προσέξτε εἶναι πνεῦμα τῆς ἄνεσης, τῆς καλοπέρασης, εἶναι πνεῦμα ἀντι-σταυρικό. Εἶναι τό πνεῦμα
τοῦ Ἀντιχρίστου. Ὁ Ἀντίχριστος ἔχει ἕνα σύμβολο.
– Ποιό εἶναι τό σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου;
Τό 666. Ἔχει καί ὁ Χριστός σύμβολο.
– Ποιό εἶναι τό σύμβολο τοῦ Χριστοῦ;
Ὁ Σταυρός. Στήν Ὕψωση τοῦ Σταυροῦ ἐπειδή εἶναι τόσο σημαντική γιορτή ἡ Ἐκκλησία γιορτάζει
ἀπό πρίν, τήν Κυριακή πρό τῆς Ὑψώσεως καί τήν ἑπόμενη Κυριακή μετά τήν Ὕψωση, δηλαδή
κρατάει ἡ γιορτή καί μετά τήν κυριώνυμη ἡμέρα γιατί θέλει νά μᾶς δείξει ὅτι ἡ ζωή μας πρέπει νά
εἶναι σταυρική καί τό πνεῦμα μας πρέπει νά εἶναι τό πνεῦμα τοῦ Σταυροῦ, δηλαδή τῆς θυσίας. Ὁ
Χριστός -χωρίς νά ἐκβιάζει κανέναν- εἶπε «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω
ἑαυτόν καἰ ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ, καί ἀκολουθείτω μοι» (Μαρκ. 8,34). Δέν εἶπε ἐλᾶτε καί θά
καλοπεράσετε, θά σᾶς δώσω ἕνα σπίτι μέ ὅλα τά κομφόρ καί αὐτοκίνητο καί καλοπέραση καί τά
πάντα…
Εἶπε θά σᾶς δώσω Σταυρό. Ἔρχεται ὁ διάβολος τώρα καί τό ἀντίχριστο πνεῦμα καί λέει ‘’δέν
χρειάζεται Σταυρός’’. Ὅ,τι εἶπε στήν Εὔα: ‘’ἄσε τίς ὑπακοές, θά φᾶς τό φροῦτο, τόν καρπό καί θά
γίνεις θεός’’. Γρήγορα, χωρίς νά κουραστεῖς. Ἔτσι ἔρχεται καί μᾶς κοροϊδεύει ὁ διάβολος, μᾶς λέει
ψέματα: ‘’ἐλᾶτε σέ μένα καί θά σᾶς δώσω τά πάντα’’. Καί τελικά μᾶς δίνει τόν θάνατο, τά
ναρκωτικά, τό AIDS καί ὅλοι αὐτοί πού ἐπιλέγουν τόν σατανικό αὐτόν δρόμο ἐκεῖ καταλήγουνε.
Τό πνεῦμα λοιπόν τῆς Δύσης εἶναι τό πνεῦμα τοῦ Ἀντιχρίστου καί τό σύμβολο τοῦ Ἀντιχρίστου
εἶναι τό 666.
– Πῶς γράφεται στά ἑλληνικά τό 666;
Χ΄ξ΄στ΄. Τί σημαίνει αὐτό; Χριστιανός ξένος Σταυροῦ. Χριστιανός ἀποξενωμένος δηλαδή ἀπό τόν
Σταυρό. Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα τοῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα πού δυστυχῶς μπαίνει καί
στήν Ἐκκλησία τήν Ὀρθόδοξη καί στούς χριστιανούς. Λένε: ‘Γιατί εἶπε ὁ Χριστός νά
κακοπαπερνᾶμε; Ὄχι. Νά καλοπερνᾶμε. Καί ἐδῶ καλά καί ἐκεῖ καλά’. Καί στό τέλος, ὅπως λέει ὁ
Γέροντας Παΐσιος, θέλουμε καί τίς ἁμαρτίες μας νά τίς εὐλογήσει ὁ Θεός. Ἐμεῖς νά ἁμαρτάνουμε
κι Ἐκεῖνος νά εὐλογεῖ καί τίς ἁμαρτίες.
Ἕνας μεγάλος ἱστορικός στή Δύση, τό ὄνομά του εἶναι Τoynbee, ἴσως τόν ἔχετε ἀκούσει, λέει: «ὅτι
ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός», ἔτσι τόν ὀνομάζει αὐτός, ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι πολιτισμός,
«ἀφομοιώνεται σιγά-σιγά ἀπό τόν Δυτικό πολιτισμό». Βέβαια εἶναι ἀλήθεια αὐτό. Ἡ ἐκκοσμίκευση
μπαίνει ὅλο καί βαθύτερα καί στίς ἐνορίες καί στίς Μητροπόλεις καί στούς παπάδες καί στούς
Δεσποτάδες καί σέ ὅλους τούς χριστιανούς.
«Ἔχει γράψει ὁλόκληρο βιβλίο, στό ὁποῖο διακρίνει τούς ὑπάρχοντες σήμερα πολιτισμούς σέ πέντε
μόνον, ἀπό τούς εἴκοσι μέ εἰκοσι πέντε πού ὑπῆρχαν στό παρελθόν. Αὐτοί οἱ πέντε πολιτισμοί εἶναι
ὁ Ἰνδικός πολιτισμός, ὁ πολιτισμός τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς (Κίνα, Ἰαπωνία), ὁ Εὐρωπαϊκός πολιτισμός,
ὁ Ὀρθόδοξος πολιτισμός καί ὁ πρωτόγονος πολιτισμός πού ὑπάρχει σήμερα ἀκόμη σέ περιοχές τῆς
Αὐστραλίας καί τῆς Ἀφρικῆς. Καί ἔχει ὁ Toynbee τήν θεωρία ὅτι ὅλοι οἱ πολιτισμοί σήμερα
δυτικοποιοῦνται». Πράγματι συμβαίνει αὐτό.
«Στό παρελθόν αὐτή ἡ δυτικοποίηση κατεβλήθη προσπάθεια νά γίνει μέσω τῆς Ἱεραποστολῆς τῶν
147
Δυτικῶν ἱεραποστόλων», τῶν Παπικῶν καί τῶν Προτεσταντῶν, οἱ ὁποῖοι πήγαιναν τάχατες γιά νά
μιλήσουν γιά τόν Χριστό, ἐνῶ στήν πραγματικότητα πήγαιναν μέ σκοπό νά καταλάβουν τίς χῶρες
αὐτές καί νά ἐκμεταλλευτοῦν τόν πλοῦτο τους. Γι’ αὐτό καί δέν θέλουν νά τούς δοῦνε σήμερα οὔτε
στήν Ἀφρική, οὔτε στή Μέση Ἀνατολή. Ἀντίθετα ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους μᾶς θέλουν, γιατί δέν
τούς κάναμε αὐτά πού τούς κάνανε οἱ «ἱεραπόστολοι» καί οἱ μισιονάριοι τῆς Δύσης. Οὐσιαστικά
αὐτοί πῆγαν ἐκεῖ γιά νά ἐπιβληθοῦν, νά ἐπιβάλλουν τόν πολιτισμό τους καί νά ἐκμεταλλευτοῦν τόν
πλοῦτο τῶν ντόπιων.
«Οἱ Εὐρωπαῖοι στό παρελθόν ἀλλά καί σήμερα ἀκόμη ἐξαποστείλανε καί ἐξαποστέλλουν στρατούς
ἱεραποστόλων γιά νά κάνουν ὄχι μόνο τά ἄλλα ἔθνη Χριστιανούς, ἀλλά καί νά τούς
δυτικοποιήσουν. Καί γι’ αὐτό ὑπάρχουν καί στήν Ἑλλάδα ὅλοι αὐτοί οἱ αἱρετικοί καί δροῦν ἀκόμη.
Ἡ ἱεραποστολή αὐτή ὅμως, λέγει ὁ Toynbee, ἀπέτυχε στά εἰδωλολατρικά ἔθνη τῆς Ἀφρικῆς καί
ὅπου ἀλλοῦ, διότι οἱ ἱεραπόστολοι χώριζαν μεταξύ τους τούς ἀνθρώπους. Π.χ. σέ μία οἰκογένεια
εἰδωλολατρῶν συνέβαινε ὁ ἕνας νά γίνει Λουθηρανός, ὁ ἄλλος ἀδελφός νά γίνει Ἀγγλικανός, ὁ
ἄλλος Βαπτιστής, ὁ ἐξάδελφος Μεθοδιστής, ὁ ἄλλος Πεντηκοστιανός, ὁ ἄλλος Εὐαγγελικός κλπ.,
ὁπότε ὄχι μόνο διέσπασαν τό ἔθνος τους σέ μικρά κομμάτια ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς, ἀλλά καί
τίς ἴδιες τίς οἰκογένειες».
Αὐτή τή διάσπαση πού ἔχουν στή Δύση -μόνο οἱ Προτεστάντες εἶναι κάπου 23000 αἱρέσεις- τήν
μετέφεραν καί στίς χῶρες πού ὑποτίθεται ἔκαναν ἱεραποστολή. «Διεπιστώθη λοιπόν ὅτι ἡ
ἱεραποστολή αὐτοῦ τοῦ εἴδους εἶχε μεγάλη ἀποτυχία στήν δυτικοποίηση τῶν ἀνθρώπων τοῦ τρίτου
κόσμου».
«Ὁ Τoynbee λοιπόν πρότεινε τό 1948 μία νέα λύση. Ἡ δυτικοποίησις αὐτή νά γίνει μέσω τῆς
τεχνολογίας, καθώς καί μέσω τῆς οἰκονομίας».
– Βλέπετε λοιπόν ἀπό ποῦ ξεκινάει ἡ Παγκοσμιοποίηση;
Δέν εἶναι τυχαῖα ὅλα αὐτά. Ἡ Παγκοσμιοποίηση σ’ αὐτό στοχεύει στό νά γίνει ὅλος ὁ κόσμος ἕνα,
μέσω τῆς οἰκονομίας καί ὁ Οἰκουμενισμός μέσω τῆς θρησκείας. Νά φτιάξουν μιά παγκόσμια
θρησκεία, τήν πανθρησκεία καί νά ἑνώσουν ὑποτίθεται ἔτσι τόν κόσμο.
Οὐσιαστικά ὅμως θέλουν νά ἐπιβάλλουν μιά παγκόσμια δικτατορία καί ὅλα αὐτά ξεκινᾶνε ἀπό
τούς κεφαλαιοκράτες, τούς μεγαλοτραπεζίτες κ.λ.π. οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς ἀπώτερο σκοπό νά ἐλέγξουν
τόν κάθε ἄνθρωπο βάζοντάς του ἕνα τσίπ. Τό λένε ἀπροκάλυπτα. Ὑπάρχει ἕνας διάλογος στό
διαδίκτυο τοῦ Ἀαρών Ροῦσο καί τοῦ Ροκφέλερ, αὐτοῦ τοῦ πάμπλουτου Ἀμερικάνου, ὅπου ὁ
Ροκφέλερ λέει ἀπροκάλυπτα ὅτι ὁ τελικός σκοπός μας εἶναι νά βάλουμε σέ κάθε ἄνθρωπο ἔνα τσίπ
πάνω του, ὄχι σέ κάρτα. Πάνω στό σῶμα του καί ὅποιος δέν μᾶς κάνει… πολύ ἁπλά θά τόν
σβήνουμε. Θά σβήνουμε τό τσίπ καί θά εἶναι ἀνύπαρκτος πλέον γιά τό σύστημα. Αὐτός εἶναι ὁ
τελικός στόχος καί βλέπουμε πῶς αὐτή ἡ παγκοσμιοποίηση προχωράει, π.χ. μέσω τῆς τεχνολογίας,
ὅπου μέ τό ἴντερνετ ὅλος ὁ πλανήτης εἶναι καλωδιωμένος, ἀκόμη καί στήν ἔρημο ἄν πᾶς, θά βρεῖς
ἴντερνετ καί δορυφορική τηλεόραση. Οἱ Βεδουίνοι σχεδόν δέν ἔχουν νά φᾶνε καί ἔχουν
δορυφορικές τηλεοράσεις.
– Τί εἶναι ὅμως ἡ Ὀρθοδοξία;
Εἴπαμε γιά τό ἀλλοιωμένο πνεῦμα τῆς Δύσης καί πῶς ἔχει ἐπηρεάσει κι ἐμᾶς. «Μέσα ὄμως σ’
αὐτήν τήν ἐξέλιξη ὑπάρχει καί ἡ ἀντεπίθεσις τῶν Ὀρθοδόξων, τοῦ Ὀρθοδόξου πολιτισμοῦ. Τί εἶναι
ὅμως Ὀρθόδοξος πολιτισμός; Εἶναι πολιτισμός μέ τήν ἔννοια τοῦ Δυτικοῦ πολιτισμοῦ; Ὄχι». Εἶναι
κουλτούρα, εἶναι μιά τέχνη, μιά τεχνική; Ὄχι.
«Δέν εἶναι πολιτισμός ἡ Ὀρθοδοξία, καί ἄς τήν ὀνομάζει ὁ Toynbee Ὀρθόδοξο πολιτισμό. Γιατί;
Διότι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἐπιστήμη καί μάλιστα ἰατρική ἐπιστήμη σύμφωνα μέ τά σημερινά
κριτήρια». Ὅταν μιλᾶμε γιά ἐπιστήμη ἐννοοῦμε: παρατήρηση – πείραμα – ἐπαλήθευση. Δηλαδή
εἶναι κάτι τό ὁποῖο μπορεῖς καί ἐσύ νά τό δοκιμάσεις καί νά τό ἐπαληθεύσεις ἄν ἰσχύει. Δέν εἶναι
148
μιά ἁπλή θεωρία. Εἶχε μιά ἰδέα κάποιος, τό στοχάστηκε καί μᾶς τό εἶπε. Ὄχι. εἶναι μία ἰατρική.
Ὅπως στήν ἰατρική τοῦ σώματος γνωρίζεις ὄτι ὑπάρχουν οἱ τάδε νόσοι, ὑπάρχουν αὐτά τά
φάρμακα καί εἶναι σίγουρο ὅταν τά πάρεις -ἄν δέν ὑπάρχει κάτι ἄλλο πού ἐνδεχομένως δέν τό ἔχεις
βρεῖ- ὅτι θά λειτουργήσουν καί θά θεραπευτεῖς.
Ἔτσι ἀκριβῶς γίνεται καί μέ τήν ἰατρική τῆς ψυχῆς. Ἡ Ὀρθοδοξία ἔχει τά φάρμακα, ἔχει καί τήν
θεραπευτική μέθοδο καί ἔγκειται τώρα στόν καθένα ἀπό μᾶς, ἐάν θέλει, νά μπεῖ σ’ αὐτή τήν
θεραπευτική διαδικασία, νά πάρει τά φάρμακα καί νά δεῖ ὅτι τό σχῆμα λειτουργεῖ. Ἄν βέβαια δέν
θέλει, θά μείνει ἀθεράπευτος. Γι’ αὐτό λέει ὁ π. Ἰωάννης λοιπόν, ὅτι εἶναι ἰατρική καί τήν
κατατάσσει μέ τίς θετικές ἐπιστῆμες. Κακῶς τήν ἔχουμε στίς θεωρητικές ἐπιστῆμες καί στίς
Παναελλήνιες. Ὄχι ἡ Θεολογία εἶναι θετική ἐπιστήμη. Ὅταν εἶναι θεολογία πραγματική καί ὄχι
ὅταν εἶναι φιλοσοφία, ὅπως δυστυχῶς ἔχει καταντήσει σήμερα γιά κάποιους.
«Ὄχι πολιτισμός. Δέν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία πολιτικό ἤ κοινωνικό σύστημα», ὅπως πάλι κάποιοι
θέλουν νά τήν παρουσιάσουν. Γιατί; «Διότι ἀναφέρεται στήν προσωπική σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου,
δηλαδή στήν σωτηρία τῆς ψυχῆς του» καί ὄχι σέ μιά ἀλλαγή στίς κοινωνικές τομές. Γιατί, ὅσο καί
ἐάν ἀλλάξει κανείς τό κοινωνικό σύστημα, δέν θά ὑπάρχει ἀποτέλεσμα, ἄν δέν ἀλλάξει ὁ κάθε
ἄνθρωπος. Ἄν ὁ ἄνθρωπος παραμείνει ἐμπαθής θά βρεῖ τρόπο καί θά ὑπερβεῖ τό σύστημα. Θά τό
ὑποσκάψει τό σύστημα, ὅσο τέλειο κι ἄν εἶναι. Ἡ πραγματική ἀλλαγή τῆς κοινωνίας γίνεται ὅταν
ἀλλάξει ὁ κάθε ἄνθρωπος. Αὐτός εἶναι καί ὁ στόχος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς τοῦ
κάθε ἀνθρώπου καί αὐτό δέν εἶναι κοινωνικό σύστημα, οὔτε πολιτικό.
Αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό: «Ἡ Ὀρθοδοξία βασίζεται σ’ αὐτά τά δύο: Στο «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο
(Ἰωάν. 1,14)», στό ὅτι τό δεύτερο πρόσωπο ἔγινε σάρκα – ἄνθρωπος, στήν ἐνανθρώπηση δηλαδή
τοῦ Θεοῦ «καί στό «ἐν τῷ Ἅδη οὐκ ἔστι μετάνοια», στό γεγονός ὅτι μετά θάνατον, στόν Ἅδη δέν
μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά διορθώσει τόν νοῦ του. Νά θεραπευτεῖ, νά σωθεῖ μετά θάνατον, δέν μπορεῖ.
Ὅ,τι κάνει, πρέπει νά τό κάνει πρίν πεθάνει.
«Βέβαια μέσα στήν Ὀρθοδοξία ὑπάρχουν προϋποθέσεις γιά νά δημιουργήσει πολιτισμό. Ὅμως ἡ
Ὀρθοδοξία δέν εἶναι πολιτισμός». Νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἡ προϋπόθεση τοῦ ἀληθινοῦ πολιτισμοῦ,
νομίζω μποροῦμε νά τό ποῦμε αὐτό, ὅτι ὄντως παράγει ἕναν τέλειο πολιτισμό, ὅταν ὁ ἄνθρωπος
εἶναι πραγματικά θεραπευμένος.
«Ἀλλά ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι οὔτε θρησκεία». Προσέξτε κι αὐτό. Τήν λένε θρησκεία, ἀλλά δέν
εἶναι ὄπως οἱ ἄλλες θρησκεῖες. «Ἡ Ὀρθοδοξία ξεχωρίζει ἀπό ἕνα μοναδικό φαινόμενο, πού δέν
ὑπάρχει στίς ἄλλες θρησκεῖες. Αὐτό εἶναι ἀνθρωπολογικό καί θεραπευτικό». Δηλαδή ὅλες οἱ ἄλλες
θρησκεῖες οὔτε γνωρίζουν ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, οὔτε ποιά εἶναι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, οὔτε πῶς
θεραπεύεται. Ἡ Ὀρθοδοξία τά γνωρίζει καί μπορεῖ νά μᾶς θεραπεύσει καί σ’ αὐτό διαφέρει ἀπό τίς
ἄλλες θρησκεῖες.
Οἱ ἄλλες θρησκεῖες εἶναι δεισιδαιμονίες. Δεισιδαιμονίες σημαίνει προϊόντα φόβου τοῦ Θεοῦ.
Φοβοῦνται οἱ ἄνθρωποι τόν Θεό καί πλάθουν θρησκεῖες. Καί λέει ὁ εἰδωλολάτρης στήν Ἀφρική:
-Γιά νά ἐξευμενίσω τόν ὀργισμένο θεό, θά τοῦ πάω μερικά φροῦτα. Καί κάνει μιά θυσία μέ φροῦτα
καί τοῦ λέει ὁ μάγος -Ἐντάξει φέτος θά πάει καλά ἡ σοδειά σου. Αὐτός εἶναι θρησκευόμενος
ἄνθρωπος. Ἀλλά αὐτό δέν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Δέν εἶναι δηλαδή τό νά περάσουμε καλά σ’ αὐτή τήν
ζωή χρησιμοποιώντας τόν Θεό. Αὐτό εἶναι θρησκεία, ἀλλά δέν εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία.
Ἡ θρησκεία οὐσιαστικά εἶναι ἀρρώστια, ἡ ὀποία ὑπηρετεῖ τήν φιλαυτία μας. Θέλει δηλαδή ὁ
ἄνθρωπος νά περάσει καλά καί ἐπειδή συνειδητοποιεῖ ὅτι κάποια πράγματα τόν ὑπερβαίνουν π.χ.
δέν μπορεῖ νά τά βάλει μέ τόν κεραυνό ἤ γενικά μέ τίς ἄστατες καιρικές συνθῆκες κ.λ.π., ὁπότε
ἔχοντας ἀνάγκη τόν Θεό, πάει στόν μάγο. Ὄχι γιατί ἀγαπάει τόν Θεό καί ἀναζητάει τόν Θεό, ἀλλά
γιατί θέλει νά περάσει καλά, νά τοῦ πάει καλά ἡ σοδειά. Δυστυχῶς αὐτό τό κάνουν μερικές φορές
καί οἱ Ὀρθόδοξοι. Γιά νά μᾶς πᾶνε καλά τά πράγματα, μετατρέπουμε καί τήν Ὀρθοδοξία σέ
θρησκεία, σέ ἕνα μέσο νά ἱκανοποιήσουμε τή φιλαυτία μας, νά περάσουμε καλά. Λένε λ.χ. ‘νά
149
κάνεις ἑφτά εὐχέλαια’. Ἕνα δέν φτάνει! Πρέπει νά κάνεις ἑφτά γιά νά σοῦ πᾶνε καλά τά πράγματα
ἤ θά πάρεις μιά λαμπάδα ἴσα μέ τό μπόι σου, ἅμα εἶναι λίγο πιό κάτω, εἶναι ἐπικίνδυνα τά
πράγματα!
Ἔτσι λοιπόν ἱκανοποιοῦμε τήν φιλαυτία μας μέσω τοῦ Θεοῦ ἤ χρησιμοποιοῦμε τόν Θεό γιά νά
περάσουμε καλά εἴτε σ’ αὐτή τή ζωή εἴτε καί στήν ἄλλη ζωή. Μερικοί λένε ‘νά κάνω καί καμιά
καλή πράξη γιά νά περάσω καλά καί στήν ἄλλη ζωή, μήν πᾶμε καί στήν κόλαση’. Αὐτό εἶναι ἡ
Ὀρθοδοξία; Ὄχι, αὐτό εἶναι θρησκεία. Τεράστια διαφορά μέ τήν Ὀρθοδοξία. «Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι
μία θεραπευτική ἀγωγή πού θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα» ἐδῶ καί τώρα, ὄχι μετά
θάνατον.
«Ὁ σωστός γιατρός μεριμνᾶ γιά τήν θεραπεία ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν ἀσθενῶν χωρίς διακρίσεις.
Δέν ξεχωρίζει μερικούς μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, γιά νά τούς θεραπεύσει. Δέν τόν ἐνδιαφέρει ἡ
κοινωνική τους τάξις ἤ τό μορφωτικό τους ἐπίπεδο ἤ ἡ οἰκονομική τους κατάστασις ἤ ἡ θρησκεία
τους ἤ ἡ ἠθική τους συμπεριφορά». Σκεφτεῖτε ἕνας γιατρός νά θεραπεύει μόνο τούς Ἀριστερούς,
ὄχι τούς Δεξιούς ἤ μόνο τούς πλούσιους ἤ μόνο τούς μορφωμένους!
«Ὁ σωστός γιατρός βλέπει μόνο ἄν ἔνας ἄνθρωπος, πού τόν πλησιάζει, εἶναι ἄρρωστος ἤ ὄχι. Καί,
ἄν εἶναι ἄρρωστος, ἐνδιαφέρεται καί προσπαθεῖ νά τόν θεραπεύσει. Νά θεραπεύσει τήν πάθηση τοῦ
ἀνθρώπου. Εἶναι ὑποχρεωμένος νά τόν θεραπεύσει. Στήν Ὀρθόδοξη παράδοση, ἔχουμε κάτι
παραπάνω ἀπό αὐτό. Καί σ’ αὐτό ἀκριβῶς συνίσταται ἡ ‘ἀντεπίθεσή’ μας». Ὁ ἄνθρωπος
θεραπεύεται ψυχοσωματικά καί αὐτό δέν τό ἔχει καμία ἄλλη θρησκεία, κανένας ἄλλος δέν τό ἔχει
αὐτό. Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία τό ἔχει. Ἔχει τήν ἐπιστήμη νά θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα.
Γι’ αὐτό καί μᾶς μισοῦνε οἱ δαίμονες καί χρησιμοποιοῦν τά ὄργανά τους γιά νά μᾶς καταστρέψουν
καί τελικός στόχος ὅλων αὐτῶν πού γίνονται, τῶν πολέμων, τῶν διωγμῶν, ὅλων, νά ξέρετε, εἶναι ἡ
Ὀρθοδοξία.
«Ὁ Θεός ἀγαπάει ὄχι μόνο τούς ἁγίους, ἀλλά ὅλους τούς ἀνθρώπους ἀνεξαιρέτως. Ὅλους τούς
ἁμαρτωλούς, ὅλους τούς κολασμένους» καί στήν κόλαση εἶναι ὁ Θεός. Ἀλλά θά πεῖτε τότε γιατί
αὐτοί βασανίζονται; Γιατί αὐτοί δέν θέλουν τόν Θεό, δέν ἀγαποῦν τόν Θεό.
«Ἀγαπάει ἀκόμη καί τόν ἴδιο τόν διάβολο. Καί θέλει νά σώσει, νά θεραπεύσει τούς πάντας». Γι’
αὐτό εἶναι Ἰατρός, ὁ κατεξοχήν Ἰατρός, ὅπως ὁ σωστός ἰατρός πού λέγαμε προηγουμένως. «Θέλει,
ἀλλά δέν μπορεῖ νά θεραπεύσει τούς πάντας». Θά πεῖ κανείς γιατί;Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι
Παντοδύναμος.
– Γιατί δέν μπορεῖ νά μᾶς θεραπεύσει ὅλους;
Γιατί δέν θέλουν ὅλοι νά θεραπευτοῦν. Ἐδῶ εἶναι τώρα τό τραγικό προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου, ἡ
ἐλευθερία. Ὁ Θεός θέλει νά μᾶς θεραπεύσει, ἀλλά δέν θέλουμε ἐμεῖς. Στά λόγια ἴσως λέμε ὅτι
θέλουμε, στήν πράξη ὅμως ἀποδεικνύουμε ὅτι δέν θέλουμε. Πῶς; Μέ τό νά μήν παίρνουμε τά
φάρμακα.
Ὅταν πᾶς στό νοσοκομεῖο καί ζητήσεις ἀπό τόν γιατρό νά σέ κάνει καλά, θά σέ βάλει στό κρεβάτι
νά σέ ἐξετάσει, θά σοῦ γράψει τήν συνταγή καί θά σοῦ δώσει τά φάρμακα. Στήν περίπτωση πού
ἐσύ κάθεσαι στό κρεβάτι καί τά φάρμακα τά πετᾶς ἀπό τό παράθυρο, φταίει ὁ γιατρός; Ἐσύ φταῖς
πού δέν παίρνεις τά φάρμακα. Τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν Ἐκκλησία. Πᾶς στόν Πνευματικό, σοῦ
δίνει τά φάρμακα, ἄν ἐσύ δέν ἀκολουθήσεις τήν ὁδηγία τοῦ Πνευματικοῦ, δέν φταίει ἡ Ἐκκλησία
πού δέν ἔγινες καλά. Φταῖς ἐσύ πού δέν ἀκολούθησες τήν θεραπευτική συνταγή, τίς θεραπευτικές
ὁδηγίες. Ἔτσι λοιπόν καί ὁ Χριστός ἀδυνατεῖ νά θεραπεύσει τούς πάντας, ὄχι γιατί δέν θέλει, ἀλλά
γιατί δέν θέλουν οἱ πάντες. Κάποιοι θέλουν καί αὐτοί θεραπεύονται.
«Αὐτό, τό ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί θέλει νά θεραπεύσει τούς πάντας καί ὅτι ἀγαπᾶ τούς πάντας
ἐξ ἴσου, διαπιστώθηκε καί διαπιστώνεται ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν θεουμένων, ὅσων δηλαδή ἔφθασαν
σέ θέωση, δηλαδή σέ θεοπτία καί εἶδαν τόν Θεόν». Αὐτοί πού εἶδαν τόν Θεό λένε ὅτι ὁ Θεός εἶναι
150
ἀγάπη. Ἄπειρη ἀγάπη, ἄπειρη καλοσύνη, ἄπειρη εὐσπλαχνία, σπλάχνα οἰκτιρμῶν. Ὅπως λέει ὁ
Δαβίδ: «οἰκτίρμων καί ἐλεήμων ὁ Κύριος, μακρόθυμος καί πολυέλεος» (Ψαλμ. 102,8). Ἡ θέωση
ὑπάρχει καί στήν Παλαιά Διαθήκη καί αὐτή ἡ παράδοση κάθαρση – φωτισμός – θέωση εἶναι ἡ ἴδια
παράδοση ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη. Οἱ ἅγιοι λένε τά ἴδια πράγματα καί στήν Παλαιά καί στήν
Καινή Διαθήκη. Αὐτοί λοιπόν πού εἶχαν τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως εἶδαν τόν Θεό -γιατί θέωση
σημαίνει θεοπτία- καί μᾶς εἶπαν ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἄπειρη ἀγάπη καί θέλει ὅλοι νά σωθοῦν.
«Δέν μπορεῖ ὅμως ὁ Θεός νά θεραπεύσει τούς πάντας, διότι δέν ἐκβιάζει τήν θέληση τοῦ
ἀνθρώπου», δέν ἀναγκάζει κανέναν. «Σέβεται ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο καί τόν ἀγαπᾶ. Δέν μπορεῖ
ὅμως νά θεραπεύσει κάποιον μέ τό ζόρι. Θεραπεύει μόνο ὅσους θέλουν νά θεραπευθοῦν καί τοῦ
ζητοῦν νά τούς θεραπεύσει». Πρέπει νά τό ζητήσεις. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός «ζητεῖτε τήν
βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 6,33). «Αἰτεῖτε, καί δοθήσεται, ζητεῖτε, καί εὑρήσετε, κρούετε, καί
ἀνοιγήσεται» (Ματθ. 7,7). Χτυπῆστε καί θά σᾶς ἀνοίξει. Μήν περιμένετε νά σᾶς ἀνοίξει, χωρίς νά
χτυπήσετε. Πρέπει νά ζητήσουμε τήν Βασιλεία. Γι’ αὐτό χρειάζεται ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή. Τό
χτύπημα τῆς πόρτας εἶναι ἡ προσευχή.
«Φυσιολογικά κάποιος, πού ἔχει σωματική ἀρρώστεια ἤ καί ψυχική, πηγαίνει μέ τήν θέλησή του
καί ὄχι μέ τό ζόρι στόν γιατρό, γιά νά γίνει καλά, ἄν ἀκόμη ἔχει τά λογικά του», ἐκτός ἄν δέν εἶναι
στά καλά του, τότε τόν πᾶνε, ἄν μπορέσουν. «Ἔτσι καί στήν Ὀρθόδοξη θεραπευτική ἀγωγή.
Πρέπει κάποιος ἀπό μόνος του, χωρίς καταναγκασμό, χωρίς καταπίεση, ἐλεύθερα νά προσέλθει
στήν Ἐκκλησία, στούς κατάλληλους ἀνθρώπους, πού ἔχουν τήν φώτιση καί τήν ἐμπειρία καί
κατέχουν τήν θεραπευτική μέθοδο τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως, καί σ’ ἐκείνους νά κάνει ὑπακοή,
γιά νά βρεῖ θεραπεία». Κι αὐτό ἔχει μεγάλη σημασία: σέ ποιόν γιατρό θά πᾶς.
Δέν σημαίνει ὅτι ὅποιος φοράει ἄσπρη μπλούζα εἶναι καί καλός γιατρός. Τό ξέρουμε πολύ καλά.
Ψάχνεις λοιπόν νά βρεῖς τόν καλό γιατρό καί ρωτᾶς καί μαθαίνεις, βλέπεις τούς ἀσθενεῖς του ἄν
θεραπεύονται ἤ ὄχι, ἀπό τή στιγμή πού τόν ἐμπιστεύεσαι, βλέπεις κι ἐσύ ἄν θεραπεύεσαι, γιατί ἄν
εἶναι καλός γιατρός θά φανεῖ αὐτό ἀπό τήν πρώτη στιγμή. Μόλις ἀρχίσεις νά παίρνεις τά φάρμακα,
θά νιώσεις καλύτερα, θά ἀρχίσει νά πέφτει ὁ πυρετός κ.λ.π.
Προηγουμένως βέβαια πρέπει νά ἔχεις προσευχηθεῖ πολύ στόν Θεό γιά νά σοῦ τόν φανερώσει.
Αὐτό εἶναι τό πιό ἀσφαλές μέσο γιά νά βρεῖς τόν σωστό γιατρό, ὁ ὁποῖος δηλαδή ἔχει ἐμπειρία τῆς
φώτισης. Ἔχει ἐμπειρία αὐτῆς τῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς καί ἐπιστήμης γιατί δυστυχῶς καί σήμερα
ὑπάρχει μεγάλη ἀλλοτρίωση μέσα στούς θεραπευτές, σ’ αὐτούς πού ἐπαγγέλονται ὅτι εἶναι
θεραπευτές, στούς Πνευματικούς καί ἀκοῦμε πράγματα πού λένε καί φρίττουμε. Τελείως
ἀντιευαγγελικά καί ἀντίθετα μέ τούς κανόνες καί τήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας. Καί ἀντί νά
θεραπεύσουν, καταστρέφουν τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Ἑπομένως πρέπει νά προσέξουμε στήν
ἐπιλογή τοῦ Πνευματικοῦ καί ἐφόσον βροῦμε τόν σωστό γιατρό, ἔχει τεράστια σημασία στή
συνέχεια νά τοῦ κάνουμε ὑπακοή.
Ὅλος ὁ ἄξονας τῆς διδασκαλίας μας καί ὁ στόχος τῶν κηρυγμάτων εἶναι νά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή μας.
Ὁ π. Ἰωάννης μᾶς τά ἀναλύει πολύ καλά καί τοῦ χρωστᾶμε μεγάλη εὐγνωμοσύνη πού μᾶς τά
ἀποκάλυψε. Ἀλλιῶς κι ἐμεῖς θά ἤμασταν ὑπόδουλοι σ’ αὐτό τό πνεῦμα τῆς Δύσης, στό ὁποῖο εἶναι
πολλοί χριστιανοί ὑποδουλωμένοι σήμερα καί γι’ αὐτό ἔχουν χάσει καί τά παιδιά τους ἀπό τήν
Ἐκκλησία γιατί παραμένοντας οἱ ἴδιοι ἀθεράπευτοι, δέν μποροῦν βέβαια νά θεραπεύσουν τό παιδί
τους. Ἐνῶ, ὅπως θά δοῦμε, στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος πού θεραπεύεται, γίνεται
γιατρός καί γιά τούς ἄλλους. Ἀκόμα κι ἄν δέν φοράει ράσα κι ἄν εἶναι λαϊκός, δέν ἔχει σημασία,
γίνεται πνευματικός γιατρός. Ἔχουμε πολλούς Γεροντάδες καί Γερόντισσες λαϊκούς, φωτισμένους
ἀνθρώπους ἀπό τούς ὁποίους θεραπεύονται ὅσοι τούς πλησιάζουν καί μέ ἁπλά λόγια -ἀνάλογα μέ
τήν μόρφωσή τους- κηρύσσουν τήν πραγματική ἀλήθεια, πού εἶναι ὁ Χριστός καί σέ ἀναπαύουν, σέ
ξεκουράζουν καί σέ φωτίζουν.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
151
– Ἐρ.: Ἔχουμε τά τελευταῖα χρόνια ζωντανά παραδείγματα ἄνθησης τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἴδαμε στή
Ρωσία τόν Κομμουνισμό νά ἔχει ἀποτύχει μέ ὅλα αὐτά τά δυτικά πρότυπα. Βλέπουμε ἕνα ἁπλό
Γεροντάκι νά ἔχει μάθει στούς ἀνθρώπους τῆς Ἀμερικῆς τήν Ὀρθοδοξία βασικά μέ τό κομποσκοίνι
του. Ὅπως πολύ χαρακτηριστικά ἔχουν πεῖ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι ἱερεῖς πού ἦταν καί εἶναι κάποιοι
ἀκόμα στήν Ἀμερική, πρίν πάει ὁ Γέροντας ἐκεῖ, πῶς προσπαθοῦσαν μ’ αὐτούς τούς τρόπους, τά
τραγούδια, τίς συνεστιάσεις, τούς χορούς καί τά συμπόσια νά φέρουν τόν λαό στήν Ἐκκλησία καί
δέν τά κατάφεραν καί λένε ἦρθε ἕνα ἁπλό Γεροντάκι ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος μέ τό κομποσκοινάκι του
καί ἄλλαξε ὅλη τήν Ἀμερική. Ἐμεῖς ὡς Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι, πού ἔχουμε παρατήσει τήν
Ὀρθοδοξία καί τό λέω γιατί σήμερα γιά παράδειγμα ἔψαχνα ἀπό τίς 7 τό πρωί Ἐκκλησία στήν
Θεσσαλονίκη νά ἐκκλησιαστῶ καί δέν ἔβρισκα.. Ἀναρωτιέμαι λοιπόν ποῦ πᾶμε..
– Ἀπ.: Γι’ αὐτό ἐδῶ θά μιλᾶμε γιά μᾶς. Γιά τό πῶς μποροῦμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά
θεραπευτοῦμε. Μήν τό θεωροῦμε μικρό αὐτό. Ὁ Ἅγιος Ἰωἀννης ὁ Χρυσόστομος λέει ἕνας
ἄνθρωπος εἶναι ἱκανός νά ἀλλάξει ὁλόκληρη πόλη. Ἕνας ἄνθρωπος φωτισμένος. Ἔτσι εἶναι, γιατί
ἔχει τόν Θεό καί ὁ Θεός εἶναι Παντοδύναμος, ὅταν εἶναι ἐνεργός μέσα μας. Ὁπότε δέν φοβᾶται
οὔτε ἡ Ὀρθοδοξία, οὔτε ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλά ἐμεῖς ὡς τοπικές Ἐκκλησίες πρέπει νά φοβόμαστε,
γιατί ἀκριβῶς ἔχει μπεῖ αὐτό τό πνεῦμα τοῦ κόσμου μέσα στήν Ἐκκλησία καί δέν γίνεται θεραπεία
τῶν ψυχῶν.
Ἔτσι μέ τό δίκιο τους τά νέα παιδιά φεύγουν. Γιατί νά πᾶνε νά γλεντήσουν στό παραδοσιακό
ποντιακό γλέντι στήν ἐνορία καί νά μήν πᾶνε στό Χέβι Μέταλ καί στά ναρκωτικά;
Ἡ ‘ἀντεπίθεση’ πού λέει πολύ ὡραῖα ὁ π. Ἰωάννης τῆς Ὀρθοδοξίας, εἶναι τό ἀτού μας αὐτό καί
πρέπει νά τό προβάλλουμε στήν Ἐκκλησία, δηλαδή τήν θεραπευτική μέθοδο: κάθαρση – φωτισμός
– θέωση. Ἄν ἡ Ἐκκλησία δέν δώσει στόν λαό αὐτό, ὅλα τά ἄλλα μποροῦν νά τά βροῦν ἀλλοῦ
(γλέντια, φαγητά, κ.λ.π.) καί καλύτερα ἀκόμα. Κι ἄν κάποιος δέν τά βρεῖ, θά τοῦ δώσουμε ἕνα
πιάτο φαΐ. Ἀλλά δέν εἶναι αὐτό πού ζητάει ὁ ἄνθρωπος. Ὁ ἄνθρωπος ζητάει τήν θεραπεία του.
Βλέπετε σήμερα πᾶνε νά ἀντικαταστήσουν τόν Πνευματικό μέ τόν ψυχολόγο. Τό ἀμερικάνικο
πνεῦμα εἶναι αὐτό. Τό πνεῦμα τῆς Δύσης. Στή Δύση μέ τίς χοῦφτες παίρνουν τά ψυχοφάρμακα. Οἱ
πολιτισμένοι Ἀμερικάνοι εἶναι πρῶτοι στήν κατανάλωση ψυχοφαρμάκων. Πρόσφατα μοῦ λέγανε
ὅτι τά παιδιά ἀπό τό Δημοτικό σχολεῖο παίρνουν ψυχοφάρμακα ὑποχρεωτικά! Γιά νά εἶναι ἥσυχα!
Γιά νά μήν κάνουν φασαρία τούς δίνουν ψυχοφάρμακα. Εἶναι πολιτισμός αὐτός; Ὅλος αὐτός ὁ
κόσμος, ἄν καταλάβει ὅτι κάπου ὑπάρχει θεραπεία, πραγματική θεραπεία χωρίς φάρμακα -γιατί τά
φάρμακα ἁπλῶς σέ κοιμίζουν καί σέ παχαίνουν, δέν σέ θεραπεύουν- γιατί νά μήν πάει νά
θεραπευτεῖ; Ὅλοι μπορεῖ νά μήν πᾶνε, ἀλλά κάποιοι θά πᾶνε.
Αὐτό εἶναι τό δικό μας χρέος νά προβάλλουμε αὐτή τήν θεραπευτική ὄχι μέ τά λόγια, ἀλλά κυρίως
μέ τήν ἴδια μας τήν ὕπαρξη. Ἄν ἐμεῖς θεραπευτοῦμε, αὐτό ἀποτελεῖ τό πιό κραυγαλέο κήρυγμα. Ἡ
πρώτη Ἐκκλησία μέ αὐτόν τόν τρόπο ἔκανε ἱεραποστολή. Μέ τό νά εἶναι θεραπευμένοι,
φωτισμένοι, θεωμένοι, ἔλαμπαν. Ἦταν ἕνα ζωντανό κήρυγμα ἡ παρουσία τους. Ἱεραποστολή
κάνουν ὅλοι οἱ χριστιανοί, δέν κάνουν μόνο οἱ ἱεραπόστολοι. Αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπό τόν καθένα μας
χωριστά πόσο θά τό πάρουμε ἀπόφαση νά μποῦμε σ’ αὐτήν τήν θεραπευτική.
Ὁπότε εἶναι σκόπιμο νά ἀναρωτιόμαστε ποῦ πάω ἐγώ καί ὄχι ποῦ πᾶνε οἱ ἄλλοι. Ποῦ εἶναι ὁ νοῦς
μου τώρα; Εἶναι στόν Θεό; Λειτουργεῖ ὁ νοῦς μου σωστά; Εἶναι στήν καρδιά μου καί μιλάει στόν
Θεό ἤ εἶναι σκόρπιος;
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
152
Ὁ κοινωνικός σκοπός τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἡ καταλλαγή
μέ τό Θεό
Εἴχαμε ἀρχίσει μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά μελετᾶμε καί νά σχολιάζουμε τό κατά δύναμιν κάποια
σημεῖα ἀπό τό βιβλίο τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδη, Πατερική Θεολογία. Θά πῶ λίγα λόγια γιά νά
συνδέσω αὐτά πού θά ποῦμε σήμερα μέ τά προηγούμενα.
Ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας σύμφωνα μέ τούς Ἅγιους Πατέρες εἶναι ἡ θεραπεία τοῦ νοῦ τοῦ
ἀνθρώπου καί τά στάδια τῆς θεραπείας, ὅπως μᾶς τά καθόρισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι ἡ κάθαρση
ἀπό τά πάθη μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ φωτισμός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου
ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τό τρίτο στάδιο εἶναι ἡ θέωση, ἡ ἕνωση τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό.
Εἴπαμε ὅτι αὐτή ἡ θεραπευτική διασώθηκε στήν Ἐκκλησία καί κατεξοχήν στά μοναστήρια. Στήν
ἀρχή αὐτή ἡ θεραπευτική μέθοδος ὑπῆρχε καί στίς ἐνορίες.Οἱ πρῶτες ἐνορίες λειτουργοῦσαν ὅπως
λειτουργοῦν σήμερα τά μοναστήρια. Εἶχαν κοινή ζωή, κοινή περιουσία, εἶχαν τόν Πνευματικό τους
ὁδηγό, εἶχαν πολύ τακτικό κήρυγμα, πολύ τακτική Θεία Εὐχαριστία, Θεία Κοινωνία καθημερινά,
εἶχαν ἄσκηση, ἐγκράτεια, ὅπως μᾶς τά περιγράφει πολύ καλά τό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν
Ἀποστόλων. Ἀργότερα μπῆκε τό κοσμικό πνεῦμα καί ἀπό κάποιο χρονικό σημεῖο καί ὕστερα, ἡ
Ὀρθοδοξία ἄρχισε νά ἀποκλίνει καί νά μπαίνει μέσα τό λεγόμενο ‘δυτικό πνεῦμα’, τό πνεῦμα τῆς
Δύσης, τό ὁποῖο εἶναι πνεῦμα ἀντισταυρικό, πνεῦμα ἀντίθετο μέ τόν Σταυρό, δηλαδή ἕνα πνεῦμα
ἄνεσης καί ἕνα πνεῦμα τό ὁποῖο ἀλλοιώνει τόν Θεό.
Λέγαμε ὅτι στή Δύση ἐπικρατεῖ μιά ἀντίληψη ὅτι ὁ Θεός ἀπαιτεῖ δικαιοσύνη καί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος
ἁμάρτησε, θίχτηκε ἡ παγκόσμια τάξη, ὁ Θεός προσβλήθηκε καί θά ἔπρεπε νά ἱκανοποιηθεῖ. Καί γιά
νά ἱκανοποιηθεῖ, χρειαζόταν κάποια θυσία, κάποιο θύμα. Καί αὐτό τό θύμα, ἐπειδή δέν ἦταν
ἀρκετό νά εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ἔγινε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Αὐτά λένε στή Δύση. Δηλαδή ὅτι
ἱκανοποιήθηκε ὁ Θεός μέ τήν σταυρική θυσία τοῦ Υἱοῦ του κι ἔτσι πλέον ἔπαψε ἡ ὀργή Του.
Αὐτό βέβαια δέν εἶναι σωστό γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Εἶναι καί δικαιοσύνη, ἀλλά ὄχι μ’ αὐτή τήν
ἔννοια. Καί ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι πάλι ἀγάπη. Αὐτό τό πνεῦμα δηλαδή στή Δύση λέει ὅτι
δέν πρέπει νά ἀλλάξει ὁ ἄνθρωπος οὐσιαστικά, ἁπλῶς νά γίνει λίγο καλύτερος. Νά κάνει καλές
πράξεις καί νά γίνει αὐτό πού λέμε ‘καλό παιδί’. Κι, ἄν γίνει καλό παιδί, τότε ὁ Θεός τόν ἀγαπάει.
Ἄν δέν εἶναι ὅμως καλό παιδί, τότε ὁ Θεός δέν τόν ἀγαπάει. Δηλαδή αὐτό πού ἀλλάζει δέν εἶναι ὁ
ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ Θεός κατά τή δυτική πάντα ἀντίληψη.
Δυστυχῶς αὐτό ἔχει εἰσχωρήσει καί σέ μᾶς καί μέσα ἀπό τίς Ὀργανώσεις, οἱ ὁποῖες εἶχαν πολλές
προτεσταντικές ἐπιδράσεις καί πολλοί σήμερα πιστεύουν ἔτσι διεστραμμένα γιά τόν Θεό, ὅτι ὁ
Θεός δηλαδή θίγεται, προσβάλλεται καί ἔχει ἀνάγκη ἀπό μία ἐξιλέωση γιά νά κατευναστεῖ ἡ ὀργή
Του. Αὐτό κάνει καί αὐτούς πού τό πιστεύουν νά μετατρέπουν τήν Ὀρθοδοξία ἀπό θεραπευτική
ἐπιστήμη πού εἶναι -θεραπεύει τήν προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου- νά τήν βλέπουν ὡς μία
θρησκεία, ὅπως ὅλες τίς ἄλλες θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς σκοπό νά ἐξευμενίσουν τόν Θεό.
Ἔτσι πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶναι ὀργισμένος ὁ Θεός καί χρειάζεται κάποια θυσία καί
πηγαίνουν στόν μάγο τῆς φυλῆς καί κάνουν κάποιες θυσίες γιά νά πᾶνε καλά τά κτήματα, οἱ
ἐπιχειρήσεις κ.λ.π.
Κάπως ἔτσι τό βλέπουν καί κάποιοι Ὀρθόδοξοι καί πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία γιά νά τούς πᾶνε
καλά τά πράγματα. Ἀλλά αὐτό εἶναι ἡ μετατροπή τῆς Ὀρθοδοξίας σέ θρησκεία. Ἡ Ὀρθοδοξία
ὅμως δέν εἶναι θρησκεία, ἀλλά ὅπως εἴπαμε προηγουμένως, εἶναι ἡ μόνη θεραπευτική ἐπιστήμη
πού θεραπεύει τήν ἀνθρώπινη προσωπικότητα. Ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες ὑπηρετοῦν τά πάθη τοῦ
ἀνθρώπου καί φτιάχνουν καί τούς θεούς κατ’ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου. Βλέπε τήν ἀρχαία
εἰδωλολατρική θρησκεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Οἱ θεότητες εἶναι τά πάθη τῶν ἀνθρώπων καί δέν
χρειαζόταν ἀπό τούς ἀνθρώπους ἀλλαγή νά ἀποβάλλουν τά πάθη τους, ἀλλά νά ἐξευμενίσουν τόν
153
Θεό, ὥστε νά ζοῦν καλά καί νά ἱκανοποιοῦν καί τά πάθη τους.
Ὁ Χριστιανισμός ζητάει τήν ἀποβολή τῶν παθῶν, δηλαδή νά ἀντιστρατευτεῖ ὁ ἄνθρωπος τήν
φιλαυτία του καί ὁ Θεός δίνει τήν χάρη Του γι’ αὐτόν τόν σκοπό. Ἡ θρησκεία ἀπ’ τήν ἄλλη πλευρά
εἶναι ὅτι: κάνω κάτι, ὄχι γιά νά θεραπευτῶ ἐγώ, ἀλλά, γιά νά τραβήξω τόν Θεό μέ τό μέρος μου καί
νά μοῦ κάνει τά θελήματά μου. Θέλουμε καί τόν Θεό δηλαδή νά ὑπηρετήσει ἐμᾶς καί τά πάθη μας
καί οὐσιαστικά τό κορυφαῖο πάθος τήν φιλαυτία.
Αὐτή ἡ διαστροφή λοιπόν ἔχει μπεῖ καί σέ πολλούς Ὀρθοδόξους καί γι’ αὐτό δέν ζοῦμε τόν Θεό.
Μπορεῖ νά ἐκκλησιαζόμαστε, μπορεῖ νά ἐξομολογούμαστε, μπορεῖ νά κοινωνᾶμε, ἀλλά δέν ἔχουμε
τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού εἶναι «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..» (Γαλ. 5,22), ὅλα αὐτά πού
εἶναι ὁ Θεός. Δέν ἔχουμε δηλαδή οὐσιαστική σχέση μέ τόν Θεό, ὅταν δέν ἔχουμε σωστή πίστη γιά
τόν Θεό, σωστή ἀντίληψη καί ὅταν μετατρέπουμε καί τήν Ὀρθοδοξία σέ μία θρησκεία ὅπως ὅλες οἱ
ἄλλες.
Ἕνα ἀκόμα σημεῖο πού λέει ὁ π. Ἰωάννης εἶναι ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία βασίζεται σέ δύο πράγματα: στό
«ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο» (Ἰω. 1,14), δηλαδή στήν ἐνανθρώπηση. Ὁ Λόγος εἶναι τό δεύτερο
Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἔγινε σάρκα, δηλαδή ἔγινε
ἄνθρωπος. Αὐτό εἶναι τό κορυφαῖο δόγμα τῆς πίστεώς μας. Καί τό δεύτερο στό ὁποῖο βασίζεται ἡ
Ὀρθοδοξία εἶναι ὅτι «ἐν τῷ Ἅδη οὐκ ἔστι μετάνοια», δηλαδή στόν Ἅδη, μετά θάνατον, μετά τόν
βιολογικό θάνατο, δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά μετανοήσει. Αὐτά εἶναι κορυφαῖα καί ἄκρως ἀληθινά.
Καί βέβαια δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀλλάξει μετά τόν θάνατο καί δέν μπορεῖ -δηλαδή μπορεῖ ν’
ἀρνηθεῖ, ἀλλά μετά ἀρνεῖται τήν ἀλήθεια- τήν Σάρκωση, ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος. Ἄν ὁ
ἄνθρωπος πιστέψει σ’ αὐτά τά δύο, μετά ἔχει τίς σωστές βάσεις γιά νά προχωρήσει καί νά
θεραπευτεῖ ἡ προσωπικότητά του. Ὁ Θεός βέβαια δέν ἐκβιάζει κανέναν. Ὅλοι ὅμως οἱ ἄνθρωποι
ἔχουμε ἀνάγκη θεραπείας γιατί ὅλοι γεννιόμαστε μ’ αὐτή τήν κληρονομιά τοῦ Ἀδάμ, ὁ ὁποῖος
ἔπεσε μπροστά στόν Θεό, ἁμάρτησε καί κληρονομοῦμε αὐτή τήν φθορά καί τίς συνέπειες τῆς
ἁμαρτίας τοῦ Ἀδάμ. Ὄχι τήν ἐνοχή, ἀλλά τίς συνέπειες πού εἶναι ἡ φθορά καί ὁ θάνατος.
Ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ ὡς νοσοκομεῖο, ὡς θεραπευτήριο, καί ἄν θέλετε, ὅπως λέει σέ ἕνα ἄλλο
σύγγραμμα ὁ π. Ἰωάννης, ὡς νευρολογική κλινική, ὡς ψυχιατρική κλινική. Μιά τέλεια κλινική ἡ
ὁποία θεραπεύει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου καί θεραπεύει τόν ἄνθρωπο ἀπό αὐτήν τήν ἀρρώστεια τῆς
θρησκείας, πού θέλει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό νά ὑπηρετεῖ τά πάθη του. Θέλει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό νά
εἶναι ὑπηρετικός τῶν παθῶν του, σάν ἕναν Ἀλβανό πού θά τοῦ κάνει τήν δουλειά. Ἔτσι τόν
θέλουμε τόν Θεό πολλές φορές καί ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι καί γι’ αὐτό τοῦ τάζουμε καί πράγματα, μιά
μεγάλη λαμπάδα καί παρακαλοῦμε καί τούς Γέροντες, ὄχι γιά νά ἀλλάξουμε, ὄχι γιά νά
μετανοήσουμε, ἀλλά γιά νά μᾶς κάνει ὁ Θεός αὐτό πού θέλουμε καί μετά ἐξαφανιζόμαστε ἀπό τήν
Ἐκκλησία. Ἄν δέν τό κάνει ὁ Θεός, τότε πιά, εἶναι πού δέν ξαναπατᾶμε στήν Ἐκκλησία. Λοιπόν,
αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι πού θρησκεύουν. Ἔχουν κάνει τήν Ὀρθοδοξία θρησκεία καί δέν ἔχουν
καταλάβει τί εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία καί τί εἶναι ὁ Θεός.
Γιά νά βρεῖ θεραπεία ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά πάει στήν Ἐκκλησία, νά βρεῖ Πνευματικό νά
ἐξομολογηθεῖ, πρέπει ὅμως καί νά κάνει ὑπακοή. Ὅπως στό νοσοκομεῖο, ὅταν πάει κανείς, τοῦ
δίνει ὁ γιατρός τά φάρμακα, ἀλλά ἄν δέν πάρει τά φάρμακα, δέν θεραπεύεται. Ἔτσι καί μέ τήν
Ἐκκλησία. Τά φάρμακα στήν Ἐκκλησία εἶναι γνωστά: ἡ μετάνοια, τά Ἅγια μυστήρια, ἡ ἄσκηση, ἡ
νηστεία, ἡ ὑπακοή. Ἄν κανείς δέν τά πάρει αὐτά τά φάρμακα φυσικά καί δέν θά θεραπευτεῖ. Θά
συνεχίσει νά ἔχει τό κενό μέσα του, τό ὑπαρξιακό κενό, νά μήν ξέρει γιατί ζεῖ, θά ἔχει ἄγχος, θά
ἔχει τά ψυχολογικά, ὅλα αὐτά πού τά βλέπουμε σήμερα κατά κόρον στούς Νεοέλληνες. Ἐνῶ δέν θά
ἔπρεπε νά τά ἔχουν αὐτά, διότι εἶναι βαπτισμένοι Ὀρθόδοξοι. Ἔχουν οὐσιαστικά κάνει εἰσαγωγή
στό νοσοκομεῖο, ἀλλά δέν ἔχουν θεραπευτεῖ, γιατί δέν παίρνουν τά φάρμακα καί δέν κάνουν
πραγματική ὑπακοή στούς γιατρούς- πνευματικούς.
– Ποιός εἶναι τώρα ὁ κοινωνικός σκοπός τῆς Ὀρθοδοξίας; Ἔχει κοινωνικό σκοπό ἡ Ὀρθοδοξία;
154
Μερικοί λένε ὅτι οἱ χριστιανοί εἶναι ἀκοινώνητοι, δέν ἀσχολοῦνται μέ τά κοινωνικά θέματα καί τά
κοινωνικά προβλήματα ἤ ὁ Θεός δέν ἀσχολεῖται μ’ αὐτά..
Ἔχουμε τόν ἄνθρωπο, τόν ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο πού ζεῖ μέσα σέ μία κοινωνία καί πρέπει νά
δράσει ὡς ὑγιής κοινωνική μονάδα. Ἡ θεραπεία πού ἀναφέραμε παραπάνω τῆς νοερᾶς ἐνεργείας,
τῆς ἐνέργειας τοῦ νοῦ, ἡ ὁποία εἶναι ἡ σπουδαιότερη ἐνέργεια τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, αὐτή ἡ
θεραπεία, ὅταν περατωθεῖ, δημιουργεῖ αὐτομάτως κοινωνικό ἄνθρωπο, ἀληθινά κοινωνικό
ἄνθρωπο. Ἄνθρωπο δηλαδή ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται τήν φιλαυτία του, τόν ἐγωισμό του, τόν
ἐγωκεντρισμό του καί ἀνοίγεται στήν κοινωνία καί προσφέρει οὐσιαστικά καί δρᾶ σέ ὅλους τούς
κοινωνικούς τομεῖς. Ἐκεῖνος πού εἶναι θεραπευμένος πνευματικά αὐτομάτως, σιωπηρῶς
χειροτονεῖται ἰατρός γιά τούς ἄλλους, τούς μή θεραπευμένους. Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο στήν
Ὀρθοδοξία.
Ἀπό τή στιγμή πού θά θεραπευτεῖς πνευματικά, γίνεσαι πνευματικός καί γιατρός καί τῶν ἄλλων -ἄς
εἶσαι λαϊκός- Γέροντας καί Γερόντισσα. Ἔχουμε πολλούς τέτοιους λαϊκούς ἀνθρώπους
θεραπευμένους, σοφούς κατά Θεόν. Μπορεῖ νά εἶναι ἀγράμματοι κατά κόσμο πολλές φορές, ἀλλά
ὁ Θεός ἀναπαύεται στούς ταπεινούς. Οἱ ἐγγράμματοι συνήθως ἔχουν πολύ ἐγωισμό γι’ αὐτό δέν
ἀναπαύεται ἐκεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Αὐτοί δέν θεραπεύονται εὔκολα ἤ θεραπεύονται, ἀλλά πολύ
ἀργά λόγω ἐγωισμοῦ. Οἱ ἁπλοί καί ἀγράμματοι θεραπεύονται πιό γρήγορα γιατί ἔχουν ἁπλότητα
καί ταπείνωση.
Ὅταν κανείς θεραπευτεῖ μέσα στό νοσοκομεῖο πού λέγεται Ἐκκλησία, τότε αὐτομάτως γίνεται
γιατρός γιά τούς ἄλλους. Δηλαδή μπορεῖ νά τούς δείξει τόν δρόμο πού πέρασε καί ὁ ἴδιος
προηγουμένως κι ἔτσι θά τούς βοηθήσει νά βροῦν καί αὐτοί τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό.
Διότι ἡ ἰατρική ἐπιστήμη πού λέγεται Ὀρθοδοξία διαφέρει ἀπό τίς ἄλλες στό ὅτι ἐκεῖνος πού
θεραπεύθηκε, γίνεται αὐτομάτως θεραπευτής. Δέν χρειάζεται νά κάνεις εἰδικές σπουδές. Λειτουργεῖ
ἡ πείρα πού ἔχεις, αὐτό πού ἔπαθες ἐσύ, τά Θεῖα δηλαδή, κάνοντας ὑπακοή στά θεραπευτικά
σχήματα πού προσφέρει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, αὐτό μετά μπορεῖς νά τό διδάξεις στούς ἄλλους.
Ἡ ἴδια ἡ ἐφαρμογή τῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς στόν ἑαυτό του, γίνεται τό μέσον γιά τήν θεραπεία
τῶν ἄλλων. Πολλές φορές μάλιστα δέν χρειάζεται νά πεῖ ὁ ἄνθρωπος σχεδόν τίποτα. Ἕνας
θεραπευμένος, ἕνας Ἅγιος -γιατί μόνο αὐτός εἶναι θεραπευμένος- μόνο πού τόν βλέπουν οἱ ἄλλοι
ἐμπνέονται καί βλέπουν τί μπορεῖ νά γίνουν κι αὐτοί, πῶς μποροῦν κι αὐτοί νά ἔχουν μετοχή στήν
Χάρη καί νά θεραπευτοῦν.
Γι’ αὐτό δέν νοεῖται ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος εἶναι θεραπευμένος -ἐννοεῖται πνευματικά μέσα στήν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία- νά μήν ἔχει πνευματικά παιδιά, ἄλλους δηλαδή ἀνθρώπους σέ πνευματική
ἐξάρτηση ἀπό αὐτόν, τούς ὁποίους νά νουθετεῖ καί καθοδηγεῖ πρός θεραπείαν.
Ἔτσι λειτουργοῦσε ἡ πρώτη Ἐκκλησία. Οἱ Ἀπόστολοι ἔμειναν σ’ ἕναν τόπο; Ὄχι! Πήγαιναν ἀπό
πόλη σέ πόλη καί κήρυτταν, κάποιοι τούς πίστευαν, κάποιοι δέν τούς πίστευαν, κάποιοι
ἀντιδροῦσαν, κάποιοι ἐξαγριωνόντουσαν, κάποιοι τούς λιθοβολοῦσαν, κάποιοι τούς ἔδιωχναν καί
οἱ ἄνθρωποι ἔφευγαν γιά τήν ἑπόμενη πόλη, ἄν ζοῦσαν καί δέν τούς ἀποτέλειωναν.
Ἐκεῖ λοιπόν πού κήρυξαν, αὐτοί πού δέχθηκαν τό κήρυγμα καί ἔκαναν ὑπακοή, θεραπευόντουσαν.
Αὐτοί μετά συνέχιζαν τό ἔργο τῶν Ἀποστόλων καί συνέχιζε νά ὑπάρχει ἐκείνη ἡ τοπική Ἐκκλησία
πού ἵδρυσαν οἱ Ἀπόστολοι. Δέν σταμάτησε νά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία ἐπειδή ἔφυγε ὁ Ἀπόστολος. Καί
ἐνδεχομένως σέ αὐτό ἤ στό ἑπόμενό του ταξίδι, θά χειροτονοῦσε καί τούς ἱερεῖς καί τούς
Ἐπισκόπους. Κατά αὐτόν τόν τρόπο δημιουργήθηκαν οἱ πρῶτες τοπικές Ἐκκλησίες. Αὐτοί δηλαδή
πού δεχόντουσαν τό κήρυγμα, γίνονταν μετά οἱ ἴδιοι συνεχιστές τῶν Ἀποστόλων καί θεραπευτές
καί τῶν ὑπολοίπων, οἱ ὁποῖοι δέν εἶδαν ἤ δέν ἄκουσαν τό ἀρχικό κήρυγμα. Αὐτό εἶναι τό
σημαντικό.
Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία δέν ὑπῆρχε ἐπίσημος ἤ συγκεκριμένος θεραπευτής, διότι ὁ κάθε Χριστιανός
155
ἦταν θεραπευτής. Πρέπει αὐτό νά γίνει καί στίς μέρες μας. Ἄν λειτουργήσει σωστά ἡ Ἐκκλησία ὁ
καθένας ἀπό ἐμᾶς, ἀφοῦ θεραπευτεῖ νά γίνει γιατρός γιά τούς ὑπόλοιπους. Κατ’ ἀρχήν γιά τήν
οἰκογένειά του, τούς συγγενεῖς του, γιά τούς φίλους του καί γενικά γιά τό περιβάλλον του. Ὅταν
ἐμεῖς θεραπευτοῦμε, τότε προσελκύουμε καί τούς ἄλλους γιατί βλέπουν τί μποροῦν νά γίνουν.
Αὐτή εἶναι ἡ ἱεραποστολή. Ἔτσι γίνεται ἡ ἱεραποστολή. Δέν γίνεται τόσο μέ λόγια, ὅσο μέ τήν
προσπάθεια νά γιατρευτοῦμε ἐμεῖς καί ἀφοῦ θεραπευτοῦμε, γινόμαστε μέτοχοι τοῦ Φωτός. Ὅταν
ἔχει κανείς τό Φῶς, αὐτό ἐκπέμπεται κατά φυσικό τρόπο.
Αὐτή ἦταν ἡ ἱεραποστολή τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας. Ἡ ἱεραποστολή τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας δέν
ἦταν ὅπως εἶναι τῆς σημερινῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πού συνίσταται μερικές φορές στό νά
διαφημίζουμε τά ὡραῖα μας δόγματα. Ἐντάξει τό ἔχουμε τό σωστό δόγμα! Ἀλλά αὐτό λέει τίποτα
στόν εἰδωλολάτρη τόν Ἀφρικανό πού εἶναι δέσμιος τῶν δαιμόνων; Δέν εἶναι αὐτό πού θά τόν
ἑλκύσει. Ἤ ἀκόμα διαφημίζουμε τήν λατρευτική μας παράδοση, σάν νά εἶναι τίποτα προϊόντα γιά
πούλημα… Λέμε, π.χ.: Κοιτᾶξτε, παιδιά, ἐμεῖς ἔχουμε τά πιό ὡραῖα δόγματα, τήν πιό ὡραία
λατρεία, τήν πιό ὡραία ψαλμωδία, τίς πιό ὡραῖες στολές – κοίτα πόσο ὡραῖος εἶναι ὁ σάκκος τοῦ
Δεσπότη! κ.λ.π., καί δυστυχῶς ὑπάρχει μιά τέτοια τάση καί στίς ἐνορίες καί στούς ἐπισκόπους.
Αὐτό εἶναι Ἐκκλησία; Ἡ Ἐκκλησία δηλαδή εἶναι μία κουλτούρα; Εἶναι ἕνα φολκλόρ πού θέλουμε
νά τό φυλάξουμε ὅπως φυλᾶμε ἕνα διατηρητέο κτίριο; Κάθε ἄλλο! Κάτι ἄλλο εἶναι ἡ δύναμή μας.
Ἡ δύναμη τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ θεραπευτική μέθοδος πού θεραπεύει τήν ψυχή καί τόν
χαρακτήρα τοῦ ἀνθρώπου. Ἄν δέν τό δώσεις αὐτό στούς ἀνθρώπους τίποτα δέν τούς ἔδωσες.
Προσπαθοῦμε νά τούς θαμπώσουμε μέ τίς πατερίτσες μας, μέ τά ράσα μας, μέ τά καλυμμαύχια μας,
γιά νά κάνουμε ἱεραποστολή. Βέβαια ἔχει κάποιο νόημα καί κάποια ἐπιτυχία μιά ἱεραποστολή πού
γίνεται κατ’ αὐτόν τόν τρόπο, ἐντυπωσιάζει, ὅμως δέν εἶναι ἡ γνήσια ἱεραποστολή. Ὁ ἄνθρωπος
δέν ἀλλάζει μ’ αὐτά τά μέσα, δέν ἀλλάζει χαρακτήρα, δέν διορθώνεται ὁ χαρακτήρας του, δέν εἶναι
γνήσια, ὄπως ἐκείνη τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας.
Ἡ σημερινή ἱεραποστολή συνίσταται κυρίως στό ἑξῆς: Διαφωτίζουμε ἀνθρώπους πού εἶναι
δεισιδαίμονες καί τούς κάνουμε Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, χωρίς νά προσπαθοῦμε νά τούς
θεραπεύσουμε.
Φοβοῦνται δηλαδή τόν Θεό καί ἔχουν φτιάξει μιά θρησκεία, ἕνα σύστημα γιά νά ἐξευμενίσουν τόν
Θεό. Ἔχουν τόν μάγο τους, ὁ ὁποῖος λειτουργεῖ ἔτσι κατ’ αὐτούς ὡς μεσίτης στόν Θεό. Ὅταν ὅμως
προσφέρουμε τήν Ὀρθοδοξία μ’ αὐτόν τόν τρόπο, τήν δική τους δεισιδαιμονία τήν ἀντικαθιστοῦμε
μέ μία ἄλλη δεισιδαιμονία. Τούς δίνουμε κι ἐμεῖς κάτι ἄλλο, ἕνα φετίχ ἄς ποῦμε καί τούς λέμε εἶναι
καλύτερο αὐτό ἀπό τό δικό σας. Αὐτό λοιπόν τό φετίχ πού θά σᾶς σώσει ἀπό τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ,
ἐμεῖς τό λέμε Ἁγιασμό, τό λέμε Εὐχέλαιο, τό λέμε Εὐλογία κ.λ.π.
Μέ ἀποτέλεσμα ὁ κόσμος λέει νά κάνουμε ἑπτά Εὐχέλαια νά φύγει τό κακό ἀπό τό σπίτι μου, χωρίς
νά ἔχει διάθεση μετανοίας. Αὐτό τί εἶναι; Δεισιδαιμονία εἶναι! Ἥ αὐτή ἡ προσευχή τοῦ Ἀποστόλου
Ἰούδα τοῦ Θαδδαίου, πού ἐπειδή ἔχει τό ἴδιο ὄνομα μέ τόν Ἰούδα τόν Ἰσκαριώτη νομίζουν ὅτι
πιάνει περισσότερο καί λένε ὅτι πρέπει νά κάνεις ἐννιά προσευχές, ἐννιά ἡμέρες, ἐννιά φορές τήν
μέρα καί ὅ,τι ζητήσεις θά σοῦ τό κάνει. Αὐτό τί εἶναι; Δεισιδαιμονία εἶναι! Μαγεία εἶναι.
Ὑποκαθιστοῦμε μία μαγεία μέ μία ἄλλη μαγεία. Αὐτός ἦταν εἰδωλολάτρης καί τοῦ δίνουμε κάτι
ἄλλο, ἀλλά οὐσιαστικά παραμένει πάλι εἰδωλολάτρης. Δέν τοῦ προσφέρουμε τό οὐσιαστικό πού
εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς του, πού γίνεται διά τῆς μετανοίας.
Ἔτσι ὅμως ἀντικαθιστοῦμε ἤ ἀνταλλάσσουμε τό προηγούμενό τους δόγμα μέ ἕνα καινούργιο
δόγμα. Ἀνταλλάσσουμε μέσα τους τήν μία δεισιδαιμονία μέ μία ἄλλη δεισιδαιμονία. Γι’ αὐτό
βλέπουμε πολλούς «Ὀρθοδόξους» οἱ ὁποῖοι πολύ εὔκολα πηγαίνουν στούς μάγους. Πολύ εὔκολα!
Σοῦ λέει πῆγα στήν Ἐκκλησία δέν ἔγινε τίποτα καί πῆγα στόν μάγο. Δέν εἶναι κακό κι αὐτός εἶχε
εἰκόνες Γιατί πᾶμε τόσο εὔκολα στούς μάγους; Γιατί καί τήν Ὀρθοδοξία τήν ἔχουμε κάνει
Δεισιδαιμονία. Ἕνα μέσο δηλαδή γιά νά ἐξευμενίσουμε τόν Θεό νά μᾶς κάνει τά χατίρια μας, νά
μᾶς πάρει τόν καρκίνο, νά δώσει στά παιδιά καλούς συζύγους νά κάνουν καλές οἰκογένειες καί
156
τίποτα περισσότερο. Κατά τά ἄλλα ὅπως εἶναι διεφθαρμένη ἡ ζωή μας, παραμένει διεφθαρμένη. Ἥ
ζητᾶμε καί τήν ὑγεία μας ὄχι γιά ἄλλο λόγο, ὄχι γιά νά μετανοήσουμε, ὄχι γιά νά ἔχουμε χρόνια
μετανοίας, ἀλλά τήν ζητᾶμε γιά νά συνεχίσουμε νά ἁμαρτάνουμε, ὅπως ἁμαρτάναμε. Γι’ αὐτό δέν
μᾶς ἀρέσει καί ἡ κρίση! Κόψαμε τίς πολλές ἁμαρτίες καί δέν ἔχουμε τήν δυνατότητα νά
ἁμαρτήσουμε. Καί λέμε πάρ’ το αὐτό ἀπό μᾶς Θεέ μου! Γιατί νά μᾶς τό πάρει; Γιά νά συνεχίσουμε
νά ἁμαρτάνουμε, ὅπως καί πρίν πού εἴχαμε ἄνεση.
Καί τοῦτο διότι ἡ Ὀρθοδοξία, ὅταν ἔτσι παρουσιάζεται καί προσφέρεται, σέ τί διαφέρει ἀπό
δεισιδαιμονία; Διότι, ὅταν ἡ Ὀρθοδοξία παρουσιάζεται καί προσφέρεται σάν ἕνας Χριστιανισμός
πού δέν θεραπεύει, παρ’ ὅλο πού τό κύριό του ἔργο εἶναι ἡ θεραπεία, τότε σέ τί διαφέρει ἀπό τήν
δεισιδαιμονία; Σέ τίποτα! Δυστυχῶς ὑπάρχουν πνευματικοί πού ἐμφανίζονται ὡς θεραπευτές πού
δέν ἔχουν Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό τό ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος πρίν ἀπό 1000
χρόνια γιατί ἀπό τότε ὑπῆρχε αὐτό τό φαινόμενο τῆς ἐκκοσμίκευσης.
Πηγαίνουν τά νέα παιδιά σ’ αὐτούς τούς «Πνευματικούς» καί ἀντί νά τούς δώσουν τά φάρμακα πού
πρέπει, τούς δίνουν ψεύτικα φάρμακα, πλασέμπο πού λέμε στήν Ἰατρική, τίποτα, ἀέρα. Ἐνῶ
συζοῦν, τούς δίνουν εὐλογία νά πάρουν τήν Θεία Κοινωνία. Θεραπεύεται ἔτσι ὁ ἄνθρωπος; Ὅπως
ἔνας κακός γιατρός δίνει φάρμακα ἄσχετα στόν ἀσθενή του, ἀλλά δέν τόν θεραπεύει, ἁπλῶς τόν
κοροϊδεύει.
Ὑπάρχουν Χριστιανοί στήν Δύση, πού ἔχουν καί ἐκεῖνοι δόγματα, πού δέχονται ὁρισμένες
Συνόδους· οἱ αἱρετικοί δηλαδή, στά δόγματα τῶν ὁποίων δέν ὑπάρχει φαινομενικά καί τόσο μεγάλη
διαφορά σέ σχέση μέ τά Ὀρθόδοξα δόγματα. Ὑπάρχει χαώδης διαφορά, ἀλλά ἔτσι φαίνεται ὅτι δέν
ὑπάρχει μεγάλη διαφορά. Ἀλλά καί μικρή διαφορά νά εἶναι, ὅταν δέν προσφέρουμε τήν Ὀρθοδοξία
ὡς θεραπεία ἀστοχοῦμε, γιατί καί οἱ ἄνθρωποι δέν θεραπεύονται καί λένε γιατί νά γίνουμε
ὀρθόδοξοι ἀφοῦ κι ἐσεῖς σάν ἐμᾶς εἶστε, δέν ὑπάρχει καμιά διαφορά.
Σήμερα μιλᾶμε γιά ἀλλαγή τῆς νοοτροπίας τοῦ ἀνθρώπου, γιά ἀλλαγή τοῦ δόγματος, γιά ἀλλαγή
τῆς θεωρήσεως τῆς ζωῆς, καί ἔτσι τήν θεωροῦμε τήν μετάνοια. Δηλαδή θεωροῦμε μετάνοια ἁπλῶς
ὁ ἄνθρωπος νά ἀποδεχθεῖ τήν Ὀρθοδοξία, ἄν εἶναι ἑτερόδοξος νά βαπτιστεῖ, νά χριστεῖ μέ τό Ἅγιο
Χρίσμα ἤ ἄν εἶναι Ὀρθόδοξος τέλος πάντων νά πάει νά ἐξομολογηθεῖ καί τελειώσαμε! Εἶναι αὐτό
μετάνοια ὅμως; Δηλαδή σήμερα στήν Ὀρθοδοξία ἡ μετάνοια ταυτίζεται μόνο μέ τήν ἀποδοχή τοῦ
Χριστοῦ. Δηλαδή δεχόμεθα τόν Χριστό καί, ἐπειδή τόν δεχόμεθα, πηγαίνουμε καί στήν Ἐκκλησία,
ἀνάβουμε καί κανένα κεράκι, γινόμαστε καί καλά παιδιά, πηγαίνουμε, ἄν εἴμαστε μικροί, καί στό
Κατηχητικό. Οἱ γονεῖς μέ καμάρι λένε τό παιδί μου πάει στό κατηχητικό καί νομίζουν ὅτι
ἐκπλήρωσαν κάθε πνευματική ὑποχρέωση ἀπένατι στό παιδί τους.
Ἤ, ἄν εἴμαστε μεγάλοι, σέ καμμία θρησκευτική ἐκδήλωση καί -ὑποτίθεται- ζοῦμε σέ μετάνοια,
εἴμαστε δηλαδή μετανοημένοι. Ἤ κάναμε κάποιο κακό στήν ζωή μας καί δείξαμε κάποια
μεταμέλεια καί ζητήσαμε συγχώρηση καί αὐτό, πού κάναμε, τό ὀνομάζουμε μετάνοια. Δέν εἶναι
ὅμως αὐτό μετάνοια. Αὐτό εἶναι ἁπλῶς μεταμέλεια. Ἡ μεταμέλεια εἶναι ἡ ἀρχή τῆς μετάνοιας. Δέν
καθαρίζεται ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου μέ μία ἁπλή μεταμέλεια. Γιά νά καθαρισθεῖ ἡ ψυχή τοῦ
ἀνθρώπου ἀπό τά πάθη προηγεῖται ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ μετάνοια.
Ἀπαιτεῖται πραγματική μετάνοια καί πραγματικός φόβος τοῦ Θεοῦ. Νά καταλάβει ὁ ἄνθρωπος ὅτι
γιά αὐτά πού ἔκανε ἐπίκειται ἡ αἰώνιος κόλαση καί θά πρέπει νά κάνει τά ἀνάποδα ἐντελῶς.
Μετανοῶ σημαίνει μετακινῶ τόν νοῦ μου ἀπό ὅλα αὐτά τά μάταια πού ἦταν μέχρι τώρα καί τόν
πάω στόν Θεό. Ἀναζητῶ τόν Θεό προσωπικά. Ὁ Θεός εἶναι Πρόσωπο. Μιλάω στόν Θεό. Τοῦ
μιλάω συνεχῶς. Συνεχῶς κάνω αὐτή τήν μετατόπιση, τήν μετακίνηση τοῦ νοῦ. Μετανοῶ ἀπό αὐτά
τά μάταια, τά γήινα, τά φθαρτά, τά ἁμαρτωλά καί τά ἐμπαθή, στόν Θεό. Γι’ αὐτό μᾶς μίλησε ὁ
Θεός γιά ἀδιάλειπτη προσευχή, γιά ἀδιάλειπτη δηλαδή μετάνοια.
– Τί εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή;
Ἡ ἀδιάλειπτη μετακίνηση τοῦ νοῦ στόν Θεό. Διότι ὁ νοῦς ρέπει, λόγω τῆς ἐμπαθοῦς κλίσεως πού
157
ἔχουμε καλλιεργήσει, πρός τά μάταια καί συνεχῶς φεύγει ἀπό τόν Θεό. Βλέπετε, πᾶμε νά κάνουμε
προσευχή καί δέν μποροῦμε νά συμμαζέψουμε τόν νοῦ μας. Γιατί; Γιατί οὐσιαστικά δέν ἔχουμε
μετανοήσει, δέν ἔχουμε μάθει νά ζοῦμε ἐν μετανοία, μέ μετακινημένο, με μετα-τοποθετημένο τόν
νοῦ μας στόν Θεό, συνεχῶς καί ἀδιαλείπτως.
Αὐτή εἶναι ἡ θεραπεία καί ἡ προσπάθεια στήν ὁποία μᾶς βάζει ἡ Ἐκκλησία. Αὐτό σημαίνει ζῶ ἐν
μετανοία. Γιά νά καθαρισθεῖ λοιπόν ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου χρειάζεται αὐτή ἡ προσπάθεια, ἡ ὁποία
ἀρχίζει μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ καί, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά φοβᾶται πραγματικά τόν Θεό, τί
κάνει; Παίρνει τίς ἐντολές καί λέει νά τηρήσω τίς ἐντολές πού ἔχει δώσει ὁ Θεός γιά νά μήν πάω
στήν κόλαση. Νά μάθω ποιές εἶναι οἱ ἐντολές κατ’ ἀρχήν. Πολλοί Ὀρθόδοξοι δέν ξέρουν κἄν ποιές
εἶναι οἱ ἐντολές, ποιές εἶναι ἁμαρτίες. Σήμερα πολλοί νέοι νομίζουν ὅτι δέν εἶναι ἁμαρτία πού
συζοῦν καί δέν σκέπτονται κἄν νά τό ἐξομολογηθοῦν. Τό θεωροῦν μάλιστα καί φυσιολογικό.
Φοβερή ἄγνοια αὐτό! Μετά πῶς νά μιλήσουμε γιά μετάνοια, γιά θεραπεία τῆς ψυχῆς; Καί πῶς μετά
νά μήν πέσει κανείς σέ κατάθλιψη καί νά μήν καταλήξει στά ψυχοφάρμακα;
Ἐφ’ ὅσον λοιπόν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ στόν φόβο τοῦ Θεοῦ, τότε ἀρχίζει νά τηρεῖ τίς ἐντολές καί τότε
ἀρχίζει νά μετανοεῖ. Βλέπει πού ἦταν, βλέπει πού πρέπει νά πάει καί ἀρχίζει νά παρακαλάει τόν
Θεό, γιατί ἀντιλαμβάνεται πώς μόνος του δέν μπορεῖ νά φθάσει ἐκεῖ πού τοῦ λέει ὁ Θεός, νά
τηρήσει τίς ἐντολές. Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε: «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» (Ἰω. 15,5). Ἄρα
οὔτε τίς ἐντολές μπορεῖτε νά τηρήσετε χωρίς ἐμένα. Τί θά κάνω ἐγώ τώρα; Θά παρακαλέσω τόν
Θεό νά μέ βοηθήσει νά τηρήσω τίς ἐντολές. Νά ἡ μετάνοια! Ἡ ἀνάγκη γιά ἀδιάλειπτη προσευχή
πού βγαίνει ἐντελῶς φυσικά ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά φοβᾶται τόν Θεό. Ἀρχίζει λοιπόν νά
προσεύχεται, νά παρακαλάει τόν Θεό καί ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τοῦ παίρνει τά πάθη
καί τόν καθαρίζει καί αὐτό λέγεται κάθαρση. Ἔτσι προχωράει ὁ ἄνθρωπος στό πρῶτο στάδιο τῆς
πνευματικῆς ζωῆς καί θεραπείας πού λέγεται κάθαρση. Ὅπως, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν, σέ ἕνα
σωματικό τραῦμα. Ὅταν ὑπάρχει ἕνα μολυσμένο τραῦμα τό πρῶτο πού κάνει ὁ γιατρός εἶναι νά
καθαρίσει τήν πληγή ἀπό κάθε ἐξωτερική μόλυνση καί μετά φυσικά θά βάλει καί τά θεραπευτικά
φάρμακα, τά ἀντιβιοτικά καί τά ἐπουλωτικά γιά νά κλείσει τό τραῦμα.
Τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν ψυχή, προηγεῖται τό στάδιο τῆς καθάρσης καί ὁλοκληρώνεται μέ τόν
θεῖο φωτισμό, τήν φώτιση δηλαδή τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τό
Ἅγιο Πνεῦμα θέλει νά βρεῖ ἕνα τόπο καθαρό, ἀλλιῶς δέν ἔρχεται. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δουλεύει στά
πάθη καί στήν ἁμαρτία δέν μπορεῖ νά γίνει κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέν μπορεῖ ὅπως
λέει ὁ Χριστός μας «ἀπό τήν ἴδια πηγή νά βγεῖ νερό καί γλυκό καί πικρό» (Ἰακ. 3,11). Χρειάζεται
νά προηγηθεῖ αὐτή ἡ κάθαρση διά τῆς μετανοίας καί τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ.
Ἐφ’ ὅσον λοιπόν οἱ Ὀρθόδοξοι δέν ἀσχολοῦνται μέ αὐτήν τήν θεραπευτική ἀγωγή, σέ τί διαφέρουν
ἀπό τούς μή Ὀρθοδόξους; Πού ἔχουν πλήρη ἄγνοια! Εἴπαμε ὅτι πουθενά οὔτε στήν παπική, οὔτε
στήν προτεσταντική παράδοση δέν ἀναφέρεται ὁ Χριστός ὡς ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων.
Ἐνῶ ἐμεῖς τό λέμε στίς προσευχές μας στίς ἀκολουθίες: «ὁ Χριστός ὁ ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν
σωμάτων ἡμῶν». Δέν εἶναι σχῆμα λόγου αὐτό. Εἶναι γιατρός τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας ὁ
Θεός. Ὁ μόνος γιατρός. Ὁ μόνος, ἄν θέλετε, ψυχίατρος. Ἄν λοιπόν ὁ Ὀρθόδοξος δέν κάνει αὐτή
τήν ἐργασία, δέν μετανοεῖ, δέν θεραπεύεται, σέ τί διαφέρει ἀπό τούς μή Ὀρθοδόξους; Στό δόγμα;
Καί τί τόν ὠφελεῖ αὐτό; Μάλλον τοῦ δίνει περισσότερο ἐγωισμό, ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε καί τό Ὀρθόδοξο
δόγμα.
Καί τί νά τό κάνουν τό Ὀρθόδοξο δόγμα, ὅταν δέν τό χρησιμοποιοῦν γιά τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς
τους; Τό δόγμα ἔτσι δέν τούς ὠφελεῖ σέ τίποτε.
– Ποιά εἶναι τώρα ἡ κατάσταση καταλλαγῆς μέ τόν Θεό τῆς συμφιλίωσης μέ τόν Θεό; Πότε γίνεται
κάποιος φίλος μέ τόν Θεό σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη πίστη;
Ἡ κατάστασις καταλλαγῆς μέ τόν Θεό, πού κάνει κάποιον φίλο τοῦ Θεοῦ, ποιά εἶναι ἀπό
Ὀρθοδόξου ἀπόψεως; Κοιτᾶξτε τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Βάπτισις ταυτίζεται μέ τήν
158
κάθαρση.
Ἴσως πεῖ κανείς: Τότε γιατί νά χρειάζεται μετάνοια, ἀφοῦ καθαριστήκαμε μέ τό Βάπτισμα; Γιατί
δυστυχῶς μετά μολύναμε τό Βάπτισμα, μέ τήν συμβουλή τῶν κακῶν γονέων καί τοῦ
περιβάλλοντος ξανάφούντωσαν τά πάθη μέσα στόν ἄνθρωπο παρ’ ὅλο πού βαπτίστηκε καί
χρειαζόμαστε πάλι κάθαρση. Ἡ ἀρχική κάθαρση γίνεται μέ τό Βάπτισμα. Καί τί γίνεται πρίν τό
Βάπτισμα; Ὅλοι ξέρουμε, παρακολουθώντας μία Βάπτιση, ὅτι προηγουμένως διαβάζονται
ἐξορκισμοί. Ὅταν λοιπόν παρευρισκόμαστε σέ μυστήρια καί προσέχουμε, καί πρέπει νά
προσέχουμε, θά δοῦμε ὅτι ὅλα τά μυστήρια ἔχουν θεραπευτικό ρόλο. Ἔτσι λοιπόν τό Βάπτισμα
πού ταυτίζεται μέ τήν κάθαρση ἔχει ὡς προηγούμενό του τούς ἐξορκισμούς.
– Τί εἶναι οἱ ἐξορκισμοί πρίν τή βάφτιση;
Εἶναι ἡ ἐκδίωξις τῶν πονηρῶν πνευμάτων. Ὑπάρχουν μέσα στό μωρό πονηρά πνεύματα; Βεβαίως
ὑπάρχουν! Ὑπάρχουν πονηρές, δαιμονικές ἐνέργειες; Σαφέστατα, τό λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες. «Ἐν
ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου» (Ψαλμ. 50,7), ὅπως λέει ὁ Δαβίδ
γιατί κληρονομοῦμε αὐτή τήν ροπή πρός τήν ἁμαρτία, τήν φθορά, τίς συνέπειες τῆς πτώσεως καί
τίς δαιμονικές ἐνέργειες οἱ ὁποῖες κυριεύουν τόν ἀβάπτιστο ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό λέμε εἶναι
ἀφώτιστος αὐτός. Τί σημαίνει ἀφώτιστος; Ἔχει μέσα του σκοτάδι. Δέν ἔχει φῶς. Ἔχει τό δαιμονικό
σκοτάδι. Ἡ Πατερική σοφία λέει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἀβάπτιστος, στό κέντρο τῆς καρδίας
του, στό ψυχοσωματικό του κέντρο ὑπάρχει δαιμονική ἐνέργεια. Βασιλεύει ὁ δαίμονας καί ὅταν
βαπτιστεῖ -γι’ αὐτό πρέπει νά τά βαπτίζουν τά μωρά πολύ νωρίς- φεύγει ἀπό τό κέντρο ἡ δαιμονική
ἐνέργεια καί ἐγκαθίσταται ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ στό κέντρο τῆς καρδίας τοῦ ἀνθρώπου καί οἱ δαίμονες
πηγαίνουν στήν περιφέρεια. Κι ἀπό ἐκεῖ συνεχίζουν νά ἐκτοξεύουν καί νά ἐπιτίθενται στόν
ἄνθρωπο διά μέσω τῶν ἡδονῶν. Ἀλλά πλέον -μετά τή βάφτιση-ἔχουμε τό μεγάλο πλεονέκτημα ὅτι
στό κέντρο εἶναι ὁ Χριστός, εἶναι ἡ Θεία Χάρις καί μπορεῖ, ἄν τώρα ὁ ἄνθρωπος ἔχει σωστή
καθοδήγηση, νά πολεμήσει τούς δαίμονες καί νά τούς νικήσει καί νά τούς διώξει ἀκόμη πιό
μακριά.
Προηγοῦνται λοιπόν οἱ ἐξορκισμοί ὅπου ἀπαλλάσσεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν ἐπήρεια καί τά
δικαιώματα τῶν πονηρῶν πνευμάτων καί μετά γίνεται ἡ τριπλή κατάδυση κατά τήν διάρκεια τοῦ
Ἁγίου Βαπτίσματος. Ἡ τριπλή κατάδυσις καί ἀνάβασις στό Ἁγιασμένο νερό, δίνει ἄφεση ἁμαρτιῶν
καί καταστρέφει τίς ἐνέργειες τοῦ διαβόλου μέσα στόν ἄνθρωπο. Μετά ἀκολουθεῖ τό Χρίσμα, τό
ὁποῖο σήμερα εἶναι συνδεδεμένο στήν πράξη μέ τό Βάπτισμα. Τό Χρίσμα ἀντιστοιχεῖ στήν
κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ.
Μέ ἄλλα λόγια μέ τήν βάπτιση τά ἔχουμε πάρει ὅλα καί τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό, ἄσχετα ἄν
μετά τά μολύναμε. Ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τό Χρίσμα γι’ αὐτό λέει ὁ ἱερέας «Σφραγίς δωρεᾶς
Πνεύματος Ἁγίου» καί σφραγίζει τόν ἄνθρωπο καί ἀποκτᾶ ὁ ἄνθρωπος τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν
ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀφοῦ καθαρίστηκε καί ἔγινε δεκτικός τῆς Θείας Χάρης τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος.
Στούς ἀρχαίους Χριστιανούς οἱ νεοφώτιστοι, δηλαδή ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶχαν δεχθεῖ ἕναν ἀρχικό
φωτισμό, ἀπό μή φωτισμένοι ἔγιναν μερικῶς φωτισμένοι, δηλαδή μερικῶς ἐλλαμφθέντες ἀπό τήν
Χάρη, αὐτή τήν διαδικασία τήν ξεκινοῦσαν πρίν τό Βάπτισμα μέ τίς κατήχησεις -γι’ αὐτό δέν
πρέπει νά βιαζόμαστε νά βαπτίσουμε κάποιον. Πρέπει νά κατηχηθεῖ. Ἡ κατήχηση κρατοῦσε καί
τρία χρόνια ἀκόμη στήν πρώτη Ἐκκλησία. Μέσα στήν κατήχηση ἀρχίζει νά φωτίζεται ὁ ἄνθρωπος,
σιγά-σιγά νά φεύγει τό σκοτάδι καί βεβαίως τότε θά ἐξομολογηθεῖ κιόλας καί μετά μέ τό βάπτισμα
θά πάρει ἕναν μεγαλύτερο φωτισμό καί τόν τέλειο φωτισμό θά τόν πάρει μέ τό Χρίσμα. Αὐτή εἶναι
ἡ προσωπική μας Πεντηκοστή.
Αὐτό τό βλέπουμε καί στήν ζωή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Εἶχαν ἕναν ἀρχικό φωτισμό ἀπό τήν
διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό τούς εἶπε ὁ Χριστός: «ἤδη ὑμεῖς καθαροί ἐστε διά τόν λόγον ὅν
λελάληκα ὑμῖν» (Ἰω. 15,3) καί τούς δίνει κι ἄλλον φωτισμό ὅταν ἐμφυσᾶ στό πρόσωπό τους καί
159
τούς λέει «λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε,
κεκράτηνται» (Ἰω. 20,23), ὅπου θεμελιώνεται καί τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Τέλος τόν
πλήρη φωτισμό τόν παίρνουν στήν Πεντηκοστή πού κατεβαίνει μέ μορφή πύρινων γλωσσῶν τό
Ἅγιο Πνεῦμα καί τούς θεώνει.
Στούς Ἀρχαίους Χριστιανούς οἱ νεοφώτιστοι ἀφού βαπτιζόντουσαν τό Μεγάλο Σάββατο καί
ἔπαιρναν τήν Χάρη τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος καί μέ τό ἅγιο Χρίσμα, πού ἀκολουθοῦσε,
συμπλήρωναν τόν ἀρχικό φωτισμό, ἐβάδιζαν πρός πλήρη φώτιση, ἡ ὁποία –χρονικά- ἀνεμένετο νά
λάβει χώραν κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, μετά δηλαδή ἀπό πενήντα ἡμέρες ἀπό τήν Βάπτισή
τους. Στούς πρώτους Χριστιανούς δέν ἔκαναν ἀμέσως τό Χρίσμα. Ἄφηναν πενήντα ἡμέρες καί
μέσα σ’ αὐτές τίς πενήντα ἡμέρες ὁ Χριστιανός, ὁ νέο-βαπτισμένος, ἐργαζόνταν συστηματικά τήν
νοερά προσευχή καί γινόταν δεκτικός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί σέ πενήντα ἡμέρες ἔπαιρνε τόν
πλήρη φωτισμό, τήν Θέωση, τό Ἅγιο Χρίσμα, τό ὁποῖο ἦταν τό ἐφόδιό του, ἡ δύναμή του γιά νά
παραμείνει σ’ αὐτήν τήν κατάσταση τῆς θεώσεως σ’ ὅλη του τήν ζωή.
– Ἀλλά τί εἶναι ἡ πλήρης φώτιση τοῦ ἀνθρώπου;
Εἶναι ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή εἰς τήν καρδίαν τοῦ
ἀνθρώπου. Ὁ νοῦς ἔχει ὡς τόπο νά παραμένει τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ἔχουμε πεῖ, ἐπειδή
εἴμαστε ἄρρωστες προσωπικότητες, ἔχει φύγει ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ ἀπό τήν καρδιά καί εἶναι χυμένη
ἐδῶ κι ἐκεῖ, εἶναι στόν ἐγκέφαλο, εἶναι στά κτίσματα, εἶναι καί στίς αἰσθήσεις. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος
θεραπευτεῖ, αὐτή ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ ἐπανέρχεται στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου κι ἐκεῖ τό Ἅγιο
Πνεῦμα βρίσκει τόν νοῦ καί ἑνώνεται. Αὐτή ἡ κατάσταση τῆς ἑνώσεως τοῦ νοῦ μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα
λέγεται πλήρης φώτιση ἤ ἀλλιῶς θέωση.
Ὅπως, δηλαδή, κατά τήν Πεντηκοστή ἔγινε ἡ πλήρης φώτιση τῶν Ἀποστόλων μέ τήν κάθοδο τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος, τό ἴδιο θέλει ἡ Ἐκκλησία νά ἐπαναλαμβάνεται σέ κάποια στιγμή τῆς
πνευματικῆς του πορείας σέ κάθε πιστό μέλος της. Ὅλοι δηλαδή πρέπει νά τήν πάθουμε τήν θέωση.
Δηλαδή ἡ ὅλη διαδρομή τῆς κατηχήσεως τῶν νεοφωτίστων στήν ἀρχαία Ἐκκλησία τελείωνε μέ τήν
προσωπική τους Πεντηκοστή, δηλαδή μέ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο ἔρχεται καί
κατοικεῖ μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί προσεύχεται γιά χάριν του. Καί ἐμεῖς ἔχουμε πάθει
τήν θέωση γιατί κι ἐμεῖς ἐχουμε πάρει τό Ἅγιο Χρίσμα.
– Ἀλλά τότε γιατί δέν ζοῦμε ὡς θεωμένοι ἄνθρωποι καί εἴμαστε γεμάτοι πάθη;
Γιατί ἀκριβῶς ἔχει ἐπακολουθήσει τό μπάζωμα, ὅπως ἔλεγε ὁ π. Παΐσιος, μέ τά πάθη καί χρειάζεται
πάλι ἡ κάθαρση καί ἡ ἐπανάληψη αὐτῆς τῆς διαδικασίας τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης. Φυσικά
αὐτή ἡ πλήρης φώτισις -στούς πρώτους χριστιανούς– δέν συνέβαινε σέ ὅλους σέ τόσο σύντομο
χρονικό διάστημα, στίς πενήντα ἡμέρες, διότι δέν εἶχαν ὅλοι τίς ἴδιες προϋποθέσεις.
Βέβαια κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς οἱ Ἀπόστολοι δέν ἀπέκτησαν μόνο πλήρη φώτιση, ἀλλά
ἔφθασαν καί σέ θέωση. Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον ἡ Πεντηκοστή εἶναι τό πρότυπο τῆς πνευματικῆς
τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου, ὁ προορισμός τοῦ κάθε Χριστιανοῦ εἶναι νά φθάσει στήν θέωση. Νά δεῖ
τόν Θεόν, τόν Δημιουργόν του, δηλαδή τόν Χριστόν, ἐν δόξη.
Ὅπως τόν εἶδαν οἱ Ἀπόστολοι στό Θαβώρ. Τόν εἶδαν «ἐν δόξη». Αὐτή ἦταν ἡ θέωση. Ἡ θέωση
δηλαδή εἶναι ἡ θεοπτία, τό νά δεῖς τόν Χριστό ἐν δόξη. Πολλοί τόν εἶδαν τόν Χριστό ὅταν ἦταν «ἐν
σαρκί», ἀλλά δέν Τόν ἔβλεπαν «ἐν δόξη». Δέν ἦταν ἄξιοι. Κι ἀπό τούς Ἀποστόλους μόνο οἱ τρεῖς
ἦταν ἄξιοι, ὄχι ὅλοι. Γι’ αὐτό πῆρε μόνο τούς τρεῖς, γιατί αὐτοί μόνο εἶχαν τέτοια πνευματική
κατάσταση πού μποροῦσαν νά Τόν δοῦν. Τούς τρεῖς κορυφαίους. Καί αὐτοί Τόν εἶδαν ἐν δόξη.
Αὐτό συνέβη σέ ὅλους τούς ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό ἀπό τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς πᾶμε
ἀμέσως στήν ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων.
Οἱ Ἅγιοι Πάντες εἶναι ὁ καρπός τῆς Πεντηκοστῆς, ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι καί σέ
μᾶς, ἐφ’ ὅσον μποῦμε στήν διαδικασία τῆς καθάρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί φθάσουμε στήν θέωση καί
160
ζήσουμε τήν Πεντηκοστή μας, τήν προσωπική μας Πεντηκοστή, τήν θέωση, μετά ἐπακολουθεῖ ὁ
Ἁγιασμός. Στήν γιορτή τῶν Ἁγίων Πάντων ἑορτάζουμε τήν μνήμη γενικά ὅλων τῶν θεωμένων
ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, τούς ὁποίους καλούμεθα νά μιμηθοῦμε. Αὐτή εἶναι ἡ ραχοκοκκαλιά τῆς
κατηχητικῆς δομῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Ἑπομένως θεραπευμένος ψυχικά ἄνθρωπος εἶναι ὁ Ἅγιος. Καί ὅλοι πρέπει νά γίνουμε Ἅγιοι. Ὅλα
αὐτά πού μᾶς λέει ὁ π. Ἰωάννης δέν τά λέει ἀπό μόνος του, ἀλλά εἶναι καρπός μεγάλης μελέτης,
μεγάλης σπουδῆς καί προπάντων ἐμπειρίας, γιατί ζοῦσε κι αὐτός αὐτή τήν κατάσταση τοῦ
φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ἀλλά ἀκόμα καί λόγω τῆς κληρονομικότητας πού εἶχε, γιατί
καταγόταν ἀπό πολύ καλή οἰκογένεια. Ἡ μητέρα του ἦταν μία ἁγία γυναίκα ἀπό τήν Καππαδοκία
καί παρ’ ὅλο πού ἔζησε στήν Ἀμερική ἀπό τριῶν μηνῶν, βλέπετε πόσο ὀρθόδοξος εἶναι. Ἔχει
σημασία καί ἡ ρίζα, ἀλλά καί ἡ προσωπική προσπάθεια πού κάνει ὁ καθένας γιά νά φθάσει στόν
σκοπό του, πού εἶναι τό καθ’ ομοίωσιν, ἡ θέωση, ἡ ἕνωση μέ τόν Θεό.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
161
Περί τῆς ἔννοιας τοῦ Δόγματος καί περί τῆς πτώσεως
τοῦ Ἀδάμ
Συνεχίζοντας μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τά μαθήματα τοῦ βιβλίου τῆς Πατερικῆς Θεολογίας τοῦ π.
Ἰωάννου Ρωμανίδη θά μιλήσουμε γιά τήν ἔννοια τοῦ δόγματος. Πολλοί θεωροῦν σήμερα ὅτι τό
δόγμα δέν χρειάζεται καί μᾶλλον εἶναι κάτι ἀποκρουστικό, στυγνό, κάτι πού μᾶς ἐπιβάλλεται
ἄνωθεν καί κάτι τό ὁποῖο χωρίζει παρά ἑνώνει.
Ὁ Οἰκουμενισμός δέν εἶναι ἁπλῶς αἵρεση, εἶναι παναίρεση, εἶναι ὅλες οἱ αἱρέσεις μαζί, διότι
οὐσιαστικά εἶναι συγκρητισμός, δηλαδή ἀνακάτεμα διαφόρων δογμάτων, διαφόρων πίστεων. Λένε
λοιπόν οἱ Οἰκουμενιστές, πού εἶναι συγκρητιστές, νά ἀφήσουμε τά δόγματα στήν ἄκρη, νά
κρατήσουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι τά δικά μας, ἐμεῖς λένε οἱ παπικοί θά κρατήσουμε τά δικά μας, ἄς
κρατήσουν καί οἱ προτεστάντες τά δικά τους -πού δέν ἔχουν γιατί ὁ καθένας φτιάχνει ὅ,τι θέλει σάν
δόγμα καί μπορεῖ νά τό ἀλλάζει ἀπό τή μιά μέρα στήν ἄλλη- τέλος πάντων κρατῆστε ὅ,τι νομίζετε,
ὅ,τι θέλετε νά κρατήσετε καί νά ἑνωθοῦμε χωρίς νά μᾶς χωρίζουν τά δόγματα.
Ὅμως εἶναι σωστό αὐτό; Δέν ἔχει καμμία σημασία τό δόγμα; Εἶναι κάτι πού ἔρχεται ἀπ’ ἔξω καί
μποροῦμε νά τό ἀφήσουμε στήν ἄκρη καί νά μήν ἀσχολούμαστε μέ αὐτό; Ὄχι βέβαια!
Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς τό ξεκαθάρισαν ὅτι τό δόγμα εἶναι κάτι ἀντίστοιχο μέ τό κεφάλι. Εἶναι ὅ,τι
σπουδαιότερο ἔχουμε κι, ἄν κανείς χτυπηθεῖ στό κεφάλι, εἶναι τό χτύπημα καίριο, πολύ ἐπικίνδυνο,
μπορεῖ καί θανατηφόρο.
Μάλιστα ὁ ἱερός Χρυσόστομος ὁ ὁποῖος ἑρμηνεύει τόν λόγο τοῦ Κυρίου «γίνεσθε φρόνιμοι ὡς οἱ
ὄφεις καί ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί» (Ματθ. 10,16), αὐτό τό «ὡς οἱ ὄφεις» τό ἀντιστοιχεῖ στό θέμα
τοῦ δόγματος. Λέει: Γιατί τό φίδι θεωρεῖται φρόνιμο, συνετό, σοφό; Διότι, ὅταν ἀντιληφθεῖ
κίνδυνο, βάζει τό κεφάλι του κάτω ἀπό μία πέτρα. Μπορεῖ ἡ πέτρα νά μήν καλύπτει ὅλο τό σῶμα,
ἀλλά γνωρίζει ὅτι τό χτύπημα στό σῶμα του δέν εἶναι καίριο, διότι, ἄν κοπεῖ ἕνα τμῆμα ἀπό τό
σῶμα του, μπορεῖ νά τό ἀναπαράγει. Ἀλλά, ἄν χτυπηθεῖ στό κεφάλι, τότε θανατώνεται.
Ἔτσι λένε οἱ Πατέρες ὅτι ἡ πίστις, τό δόγμα εἶναι τό σπουδαιότερο πράγμα πού ἔχουμε καί
ἀντιστοιχεῖ στό κεφάλι μας καί θά πρέπει νά τά φυλάξουμε πάση θυσία. Ἴσως ἀναρωτηθεῖ κανείς:
– Γιατί εἶναι τόσο σημαντικό τό δόγμα;
Διότι τό δόγμα εἶναι ἡ ἀλήθεια ἡ ἐξ ἀποκαλύψεως. Μᾶς ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ἀπό τόν Θεό. Δέν τό
ἔγραψαν κάποιοι ἀπό τούς ἁγίους Πατέρες γιατί ἔτσι τούς ἦρθε καί μᾶς τό ἐπέβαλαν. Ἀλλά τό
ἀποκάλυψε ὁ Θεός καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες τό διατύπωσαν καί σέ διάφορες Οἰκουμενικές Συνόδους
τό ὑπερασπίστηκαν καί μάλιστα μέχρι θανάτου.
Ἔχουμε ἀγῶνες μέχρι θανάτου γιά τό ὀρθό δόγμα. Λόγου χάρη, ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής,
ἐνῶ τότε ὅλοι οἱ θεσμικοί ἐκφραστές τῆς Ἐκκλησίας, Ἀρχιερεῖς, Πατριάρχες καί οἱ σύν αὐτοίς
ἱερεῖς, ὅλος δηλαδή ὁ κλῆρος, εἶχαν παρασυρθεῖ σέ μία αἵρεση, τοῦ Μονοθελητισμοῦ, εἶχε μείνει
μόνος του. Καί ὅταν τόν ρωτοῦσαν ἐσύ μέ ποιόν εἶσαι; Ἔλεγε: Εἶμαι μέ τήν Ἐκκλησία, ἐσεῖς εἶστε
ἐκτός Ἐκκλησίας.
Ὅταν κανείς ἀλλάξει, ἀλλοιώσει τό δόγμα, τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό, γιά τήν Ἁγία Τριάδα
βγαίνει ἐκτός Ἐκκλησίας. Ἄν προσθέσεις ἤ ἀφαιρέσεις ἔστω καί ἕνα ‘καί’ στό Σύμβολο τῆς
Πίστεως -ὅπως τό ἔχουν κάνει οἱ Παπικοί- εἶσαι ἐκτός Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι ἀπόφαση τῆς Γ΄
Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
– Γιατί τό δόγμα εἶναι τόσο σημαντικό;
Διότι τό δόγμα ἐπειδή εἶναι ἠ ἀλήθεια γιά τόν Χριστό, ὅταν τό ἀλλάξεις, τό ἀλλοιώσεις δηλαδή,
162
ἀλλοιώνεις τήν ἀλήθεια γιά τόν Χριστό. Καί ὅταν λέμε ἀλήθεια γιά τόν Χριστό δέν ἐννοοῦμε μιά
πρόταση, ἀλλά ἐννοοῦμε τόν ἴδιο τόν Χριστό. Γιατί ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ Ἀλήθεια» (Ἰω.
14,6). Δέν εἶπε μάθετε κάποια πράγματα γιά Μένα, θεωρητικά. Ὄχι! Ἀλλά ἐγώ εἰμι ἡ Ἀλήθεια! Ἡ
Ἀλήθεια εἶναι Ὑπόσταση, εἶναι ὑποστατική, εἶναι ὁ Χριστός. Ὅταν λοιπόν ἀλλοιώσεις τήν
Ἀλήθεια, ἀλλοιώνεις τόν Χριστό. Ἑπομένως δέν ἔχεις τόν Χριστό, τόν ἀληθινό Χριστό. Ἄρα δέν
ἔχεις τόν ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων, πού εἶναι ὁ Χριστός. Κι ἄν δέν ἔχεις τόν ἰατρό, δέν
μπορεῖς νά θεραπευτεῖς. Νά ποιά εἶναι ἡ σημασία τοῦ δόγματος! Ὅταν χαλάσεις τό δόγμα δέν
μπορεῖς νά θεραπευτεῖς. Γι’ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες ὑπερασπίστηκαν τό δόγμα μέχρι θανάτου. Διότι
τό δόγμα εἶναι ἡ συνταγή τῆς θεραπείας μας.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι τά βασικά δόγματα εἶναι δύο: Τό Τριαδολογικό καί τό Χριστολογικό.
Ὅλα τά δόγματα βέβαια τῆς πίστεώς μας εἶναι σπουδαῖα, ὅπως γιά τίς Εἰκόνες κ.λ.π., ἀλλά τά πιό
καίρια εἶναι αὐτά τά δύο. Διότι ἐπάνω σ’ αὐτά βασίζονται καί τά ἄλλα.
Τό Τριαδολογικό δόγμα λέει ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι Τριαδικός. Εἶναι τρία Πρόσωπα καί ἕνας Θεός.
Δέν εἶναι τρεῖς θεοί! Εἶναι ἔνας Θεός, ἀλλά εἶναι τρία Πρόσωπα καί ἔχουν τήν ἴδια οὐσία, τήν ἴδια
ἐνέργεια, τήν ἴδια θέληση, ἀλλά καί τά ξεχωριστά προσωπικά ὑποστατικά ἰδιώματα: ὁ Πατέρας
εἶναι ἀγέννητος, ὁ Υἱός εἶναι γεννητός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκπορευτό. Αὐτά εἶναι τά
ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά.
Τό δεύτερο δόγμα τό πολύ σημαντικό εἶναι τό Χριστολογικό, τό ὁποῖο μᾶς λέει ὅτι: ὁ Χριστός εἶναι
τέλειος Θεός καί τέλειος Ἄνθρωπος. Εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού
ἐνανθρώπησε γιά τήν δική μας σωτηρία. Ὅταν τά ἀλλάξεις αὐτά τά δόγματα, τά ἀλλοιώσεις ὅπως
ἔκανε λ.χ. ὁ Ἄρειος, ὁ ὁποῖος ἀλλοίωσε καί τά δύο δόγματα (τό Τριαδολογικό καί τό
Χριστολογικό), ὑποτίμησε τόν Υἱό λέγοντας ὅτι ὁ Υἱός δέν εἶναι Θεός, εἶναι κατώτερος, εἶναι
κτίσμα, δηλαδή ἀλλοίωσε τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ Πατέρες ἀντέδρασαν πολύ δικαίως καί
τόν καθαίρεσαν μέ τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο.
Τό δόγμα, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ κεφαλή καί πρέπει πάση θυσία νά τό φυλᾶμε. Ἐμεῖς εἴμαστε
Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, πού σημαίνει ὅτι ἔχουμε τό ὀρθό δόγμα, αὐτό σημαίνει ὀρθόδοξος, δέν
σημαίνει ὅμως ὅτι θά σωθοῦμε κιόλας ἐπειδή ἔχουμε τήν ὀρθή πίστη. Διότι μαζί μέ τήν ὀρθή πίστη
χρειάζεται κι ἕνα δεύτερο πράγμα, γιά νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος. Αὐτό εἶναι ἡ ὀρθή ζωή. Ἡ σωστή
ζωή. Καί γιά νά ἔχει κανείς σωστή ζωή χρειάζονται πάλι δύο πράγματα. Χρειάζεται νά ἔχει
ἄσκηση, ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, τήν λεγόμενη ἀσκητική καί ἡσυχαστική ζωή, καί δεύτερον νά
ἔχει μυστηριακή ζωή. Νά μετέχει στά μυστήρια τά ἁγιαστικά καί προπάντων στά τρία βασικά
μυστήρια: τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα, τήν ἐξομολόγηση καί τήν Θεία Κοινωνία. Στό Βάπτισμα
καί στό Χρίσμα ἔχουμε ἤδη μετοχή ἀπό τήν βρεφική ἡλικία, ἀλλά πρέπει νά μετέχουμε καί στά
ἄλλα δύο, στήν ἐξομολόγηση καί στήν Θεία Κοινωνία.
Αὐτά ἀπό μόνα τους πάλι δέν σώζουν τόν ἄνθρωπο. Χρειάζεται νά ὑπάρχει καί ἡ ἀσκητική ζωή, ἡ
προσπάθεια δηλαδή νά νεκρώσει ὁ ἄνθρωπος τά πάθη του, νά σταυρωθεῖ ὡς πρός τόν κόσμο καί ὁ
κόσμος νά εἶναι σταυρωμένος γιά αὐτόν. Δηλαδή ὁ χριστιανός νά μήν ἔχει καμιά κοσμική
προσκόλληση.
– Ποιά εἶναι ἡ σχέση αὐτῶν τῶν δύο, τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς; Τοῦ δόγματος (ἤ ἀλλιῶς ὅπως τό
λέμε τῆς πίστεως) καί, τῆς ζωῆς (ἤ ἀλλιῶς ὅπως τό λέμε ἤθους, ἤθος εἶναι ἡ ζωή πού ἔχει ὁ
ἄνθρωπος);
Αὐτά τά δύο πράγματα δέν μποροῦν νά ξεχωρίζονται. Δέν ἐπιτρέπεται νά τά ξεχωρίζουμε, δηλαδή
ἄλλο ἡ πίστη καί ἄλλο ἡ ζωή. Πρέπει νά εἶναι αὐτά τά δύο ἀλληλοπεριχωρούμενα. Τό ἕνα νά ζεῖ
μέσα στό ἄλλο. Αὐτό σημαίνει ἀλληλοπεριχωρούμενα. Καί τό ἕνα νά νοηματοδοτεῖ τό ἄλλο. Ἄν ἡ
ζωή μας δέν ἐμπνέεται ἀπό τά ὀρθά δόγματα, δέν εἶναι σωστή. Καί πάλι τό ὀρθό δόγμα, ἄν δέν
ἔχουμε σωστή ζωή, εἶναι ζήτημα ἄν θά τό φυλάξουμε. Πολύ γρήγορα θά τό χάσουμε.
Πολλοί Ἕλληνες, συνάνθρωποί μας σήμερα, ὄχι μόνο ἀπαξιώνουν τά ὀρθόδοξα δόγματα, ἀλλά δέν
163
ξέρουν οὔτε ποιά εἶναι ἡ πίστη μας, οὔτε τί λέει τό Πιστεύω, οὔτε κἄν γνωρίζουν πόσα εἶναι τά
Εὐαγγέλια. Σοῦ λένε δώδεκα. Ἀφοῦ δώδεκα διαβάζουμε τήν Μεγάλη Πέμπτη! Τελεία ἄγνοια τοῦ
δόγματος!
– Πῶς μπορεῖ κάποιος ἄνθρωπος νά σωθεῖ, ἄν δέν ξέρει κἄν τί λέει ὁ Χριστός;
Ἄν δέν γνωρίζει τί δίνει ὁ Χριστός ὡς θεραπεία γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου; Τά δόγματα εἴπαμε
εἶναι ἐκεῖνα πού μᾶς προδιαγράφουν τόν τρόπο πού πρέπει νά ζήσουμε. Θά πεῖ κανείς τί σχέση ἔχει
αὐτό;
– Πῶς τό Τριαδολογικό δόγμα μᾶς διδάσκει πῶς θά ζήσουμε;
Γιατί τό Τριαδικό δόγμα λέει ὅτι τά τρία Πρόσωπα, πού εἶναι ὁ Θεός μας, εἶναι ἕνα. Ἔχουν μιά
τέλεια ἑνότητα, μιά ταυτή θέληση, ταυτή ἐνέργεια καί ταυτή οὐσία. Ταυτή. Ἔχουν ταυτότητα
δηλαδή. Τήν ἴδια ἀκριβῶς οὐσία, τήν ἴδια ἐνέργεια καί τήν ἴδια θέληση. Καί ἔτσι εἶναι ἕνα. Καί
ἔτσι πρέπει νά γίνουμε κι ἐμεῖς, μέσα στήν οἰκογένεια, μέσα στό μοναστήρι, μέσα στήν Ἐκκλησία,
μέσα στήν ἐνορία, θά πρέπει νά φθάσουμε νά γίνουμε ὅπως στήν Ἁγία Τριάδα. Νά γίνουμε ἕνα.
Καί αὐτό δέν γίνεται μέ ἄλλον τρόπο, παρά ἄν πιστεύουμε στό Τριαδικό δόγμα πού εἶναι τό
πρότυπο. Ὁ Θεός εἶναι τό πρότυπό μας. Φτιαχτήκαμε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ.
Καλούμαστε λοιπόν νά μοιάσουμε στόν Θεό καί στήν προσωπική μας ζωή, ἀλλά καί στήν
κοινωνική μας ζωή.
Νά μοιάσουμε καί νά γίνουμε ἕνα μέ τούς ἀδελφούς μας διά τῆς ἑνότητος τοῦ θελήματος. Νά
θέλουμε ὅλοι τό ἴδιο πράγμα. Ἀλλά αὐτό δέν γίνεται ἀλλιῶς, παρά μόνο ἄν ὅλοι θέλουμε αὐτό πού
θέλει καί ὁ Θεός, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γι’ αὐτό ἀποτυγχάνουν οἱ οἰκογένειες καί τά ἀνδρόγυνα, γιατί δέν θέλουν τό ἴδιο πράγμα. Ἄλλο
θέλει ὁ σύζυγος καί ἄλλο ἡ σύζυγος. Γίνεται δέ αὐτό, γιατί δέν ἔχουν καί οἱ δύο προσανατολισμό
στήν πίστη. Δέν ἔχουν ὡς κέντρο τους τήν πίστη, τό Τριαδικό δόγμα, τόν Τριαδικό Θεό, πού λέει
«ἔτσι πρέπει νά ζήσεις, ἄν θέλεις νά Μοῦ μοιάσεις, πού σημαίνει νά φθάσεις νά γίνεις ἕνα μαζί
Μου». Καί αὐτός πού μοιάζει μέ τόν Θεό, ἑνώνεται μέ τόν Θεό. Ὑπάρχει λοιπόν αὐτή ἡ
ἀλληλοπεριχώρηση δόγματος καί ἤθους, πίστεως καί ζωῆς.
Οἱ Πατέρες τονίζουν ὅτι ἡ σωτηρία δέν ἔρχεται μόνο μέ τό Ὀρθόδοξο δόγμα, ἀλλά χρειάζεται καί ἡ
ὀρθή ζωή. Βέβαια μᾶς τονίζουν πάλι οἱ Πατέρες ὅτι προηγεῖται ἡ πίστη. Πρῶτο εἶναι ἡ πίστη καί
μετά ἡ ζωή. Ἡ πίστη εἶναι τό βασικότερο πράγμα. Εἶναι τό θεμέλιο, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Θά
πρέπει λοιπόν νά ἔχουμε αὐτή τήν ὀρθή πίστη «τήν ἅπαξ παραδοθείσα εἰς τούς ἁγίους» (Ἰούδα
1,3). Καί ἀπό τήν πίστη τήν εἰλικρινή, πάλι λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἡ ἀγάπη τίκτεται. Ἀπό τήν
πίστη τήν ὀρθή γεννιέται ἡ ἀγάπη ἡ ἀληθινή. Νά γιατί δέν ὑπάρχει ἀγάπη στούς ἀνθρώπους. Γιατί
δέν ὑπάρχει ἡ ὀρθή πίστη. Ἡ πίστη βεβαίως συνοδεύεται μέ τήν ὀρθή ζωή. Ἄρα εἶναι προϋπόθεση
τῆς ὀρθῆς ζωῆς ἡ ὀρθή πίστη.
Τήν ἀλλοτρίωση αὐτή τήν βλέπουμε στή Δύση. Ἔχει ἀλλοιωθεῖ ἡ πίστη τους, ὁπότε καί ἡ ζωή τους
εἶναι ἀλλοτριωμένη. Ἔρχονται τώρα νά μᾶς ἐπιβάλλουν τούς νόμους τῶν ὁμοφυλοφίλων, νά
ἀναγνωρίσουμε τήν ἐλεύθερη συμβίωση και, σιγά-σιγά ἀκόμη καί τά πιό βδελυκτά πάθη τήν
παιδοφιλία, μέχρι καί τήν κτηνοβασία πού αὐτοί τήν ἔχουν δυστυχῶς πολύ διαδεδομένη.
– Γιατί ὅλη αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση στή Δύση;
Διότι ὑπάρχει ἀλλοιωμένη πίστη.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει σωστή ζωή, σταδιακά θά χάσει καί τήν πίστη του.
Αὐτός εἶναι καί ὁ μεγάλος φόβος γιά μᾶς τούς Ἕλληνες, τούς Ὀρθοδόξους. Ἐπειδή ἡ ζωή μας
ἀλλοιώνεται, ὄχι σιγά-σιγά ἀλλά μέ γρήγορους ρυθμούς καί κατακλυσμικά προχωρᾶμε στό κακό
καί στή διαφθορά, εἶναι θέμα χρόνου νά χάσουμε τήν πίστη μας. Ἤδη προωθεῖται μέ τόν
Οἰκουμενισμό αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση τῆς πίστεως. Εἴδατε τό κοινό ἀνακοινωθέν πού ἔβγαλαν ὁ
164
Πατριάρχης και ὁ Πάπας στά Ἱεροσόλυμα ὅτι εἴμαστε πολύ κοντά στό κοινό Ποτήριο. Σέ λίγο θά
μᾶς ποῦν ὅτι ἔχουμε κοινό Ποτήριον καί θά δίνουμε Θεία Κοινωνία καί στούς Παπικούς. Καί αὐτό
θά εἶναι ἡ χειρότερη προδοσία τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν κάποτε εἶχε γίνει αὐτό λίγο πρίν τήν ἅλωση στήν Κωνσταντινούπολη, ἔπεσε ἡ Πόλη μετά
ἀπό λίγους μῆνες. Ἔφυγε ἡ Σκέπη τῆς Θεοτόκου. Ἡ Κωνσταντινούπολη εἶναι ἀφιερωμένη στήν
Παναγία ἀπό τόν Μεγάλο Κωνσταντίνο. Τήν σκέπαζε 1000 χρόνια τήν Πόλη ἡ Παναγία. Ὅταν
κάναμε αὐτή τήν προδοσία, πού συλλειτουργήσαμε μέ τούς Παπικούς, εἶδαν οἱ Ἅγιοι πώς ἔφυγε
αὐτή ἡ Σκέπη. Φυσικά μετά ἦταν θέμα χρόνου νά πέσει ἡ Πόλη. Τό ἴδιο συμβαίνει καί τώρα στή
Συρία. Τούς βλέπουμε, τούς λυπόμαστε, ἀλλά δυστυχῶς κανένας δέν τό λέει στά ΜΜΕ, οὔτε καί
ἀπό τούς Ἀρχιερεῖς μας. Φταίει ἀκριβῶς αὐτή ἡ προδοσία πού ἔγινε στήν πίστη. Τό Πατριαρχεῖο
Ἀντιοχείας ἔδινε ἐπισήμως, ἴσως καί νά δίνει ἀκόμη, Θεία Κοινωνία στούς Μονοφυσίτες πού
ὑπάρχουν ἐκεῖ, στούς αἱρετικούς δηλαδή. Αὐτό φυσικά στερεῖ τήν Χάρη ἀπό τούς ἀνθρώπους καί
ἀπό τήν τοπική ἐκεῖ Ἐκκλησία. Ὕστερα ἔρχεται αὐτή ἡ σφαγή καί ἡ καταστροφή.
Τό ἔχει πεῖ ὁ Θεός ὅτι: «ἐάν μή θέλητε, μηδέ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς κατέδεται» (Ἡσ.
1,20). Ἀκριβῶς αὐτό λέει ὅτι: ἄν δέν Μέ θέλετε καί δέν Μέ ἀκούσετε, θά σᾶς φάει μαχαίρι. Ὄχι
γιατί Ἐγώ θέλω νά ἐκδικηθῶ, ὅτι σᾶς μισῶ, ἀλλά ἡ ἀπουσία τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ζωή σας, ἔχει ὡς
ἀποτέλεσμα νά κυριαρχήσουν οἱ δαιμονικές ἐνέργειες. Καί ὁ δαίμονας τί εἶναι; Ἀνθρωποκτόνος.
Θά κοιτάξει νά σᾶς σφάξει καί νά σᾶς διαλύσει.
Ἄς εὐχηθοῦμε καί ἄς προσευχηθοῦμε νά μή γίνει αὐτό στήν πατρίδα μας, ἀλλά νά μήν γίνει καί
πουθενά ἀλλού. Πρέπει ὅμως νά προσέχουμε. Ἔχει πολλή μεγάλη σημασία αὐτό τό θέμα τῆς
πίστεως, ὅτι πρέπει πάση θυσία νά φυλάξουμε τήν ὀρθή μας πίστη καί νά ἀντιδράσουμε μέ ὅλες
μας τίς δυνάμεις σέ αὐτήν τήν προδοσία πού πάει νά γίνει.
Ὄντως σχεδιάζεται νά γίνει θεσμικά. Δικοί μας μεγαλόσχημοι κληρικοί σκοπεύουν νά δώσουν
Θεία Κοινωνία καί στούς αἱρετικούς. Δυστυχῶς στήν Εὐρώπη οἱ Ὀρθόδοξοι δίνουν ἤδη στούς
πιστούς τῶν ἄλλων δογμάτων τήν Θεία Κοινωνία ἐδῶ καί ἀρκετά χρόνια. Αὐτό ὅμως δέν εἶναι
ἐπίσημο καί θεσμικό, μέ νόμο δηλαδή, ἀλλά ἰσχύει ἀνεπίσημα, ἄς ποῦμε κρυφά.
Οἱ Πατέρες τονίζουν ὅτι ἡ σωτηρία δέν ἔρχεται μέ τό Ὀρθόδοξο δόγμα ἀπό μόνο του. Δέν εἶναι τό
δόγμα πού σώζει τόν ἄνθρωπο. Τό δόγμα ἁπλῶς ἀνοίγει τόν δρόμο στόν ἄνθρωπο, γιά νά φθάσει
στήν κάθαρση καί στόν φωτισμό. Ἀνοίγει τόν δρόμο. Εἶναι προϋπόθεση. Ὅμως χωρίς τό Ὀρθόδοξο
δόγμα δέν φθάνει κάποιος στήν κάθαρση καί στόν φωτισμό. Εἴπαμε εἶναι ἡ συνταγή.
Ὅπως ὅταν πᾶς στό Νοσοκομεῖο, ὁ γιατρός σοῦ δίνει τήν συνταγή γιά νά πάρεις τά φάρμακα, αὐτό
δέν σημαίνει ὅτι θεραπεύτηκες κιόλας. Ἡ συνταγή ὅμως σοῦ ἀνοίγει τόν δρόμο γιά τήν θεραπεία.
Ἄν δέν τηρήσεις τήν συνταγή, φυσικά δέν θά θεραπευτεῖς.
Χρειάζεται ὅμως μαζί μέ τήν ὀρθή δογματική συνείδηση, τό ὀρθό δόγμα δηλαδή, χρειάζεται καί ἡ
ὀρθόδοξη πράξη, ἡ ὁρθόδοξη λειτουργική ζωή.
Ἀμελοῦμε αὐτό τό θέμα καί εἶναι τραγικό. Χριστιανοί νά πηγαίνουν στό Χερουβικό στήν Θεία
Λειτουργία. Ἀπαράδεκτο. Πότε θά τούς μνημονεύσει ὁ ἱερέας αὐτούς τούς χριστιανούς; Δέν
μνημονεύονται στήν Ἁγία Πρόθεση αὐτοί! Οὔτε κἄν εἶναι παρόντες γιά τόν Χριστό. Πηγαίνουν
ἔτσι γιά νά ἱκανοποιήσουν τήν συνείδησή τους ὅτι ἐκκλησιάστηκαν. Δέν εἶναι ὅμως παρόντες γιά
τόν Χριστό, ἀφοῦ δέν εἶναι πάνω στό Ἅγιο Δισκάριο. Ἡ Προσκομιδή τελειώνει, κλείνει ὅταν ποῦνε
«τήν Τιμιωτέρα…», μετά δέν μνημονεύονται ὀνόματα. Πρέπει νά φροντίζουμε νά εἴμαστε στόν
ὄρθρο καί νά ἔχουμε λειτουργική ζωή. Γιατί χωρίς αὐτή, πάλι δέν ἀποκτοῦμε τήν σωστή ζωή.
Χωρίς τήν ὀρθή δογματική συνείδηση καί χωρίς τήν Ὀρθόδοξη πράξη, χωρίς τήν Ὀρθόδοξη
λειτουργική ζωή δέν φθάνει κανείς στήν κάθαρση καί στόν φωτισμό, λέει ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης.
Ἀλλά ἄς προσέξουμε, Τό δόγμα καί ἡ λειτουργική ζωή δέν εἶναι, αὐτά καθ’ αὐτά, τά μέσα γιά νά
φθάσει κανείς στήν κάθαρση τῆς ψυχῆς καί στόν φωτισμό. Εἶναι ὅμως οἱ ἀπαραίτητες
165
προϋποθέσεις.
– Τί εἶναι πού μᾶς καθαρίζει;
Εἶναι ὁ Θεός. Εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτά τά κάνουμε γιά νά ἑλκύσουμε τήν Χάρη καί
πιστεύουμε σωστά καί ὁμολογοῦμε σωστά τήν πίστη μας καί τήν ὑπερασπιζόμαστε καί πηγαίνουμε
στήν Ἐκκλησία καί λειτουργιόμαστε καί πηγαίνουμε στούς ἑσπερινούς καί στίς ἀκολουθίες καί
προσπαθοῦμε νά ζήσουμε σωστά. Ὅμως ὅλα αὐτά πάλι δέν μᾶς καθαρίζουν, αὐτά εἶναι ἁπλῶς οἱ
προϋποθέσεις. Ἐκεῖνο πού θά μᾶς καθαρίσει εἶναι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Ἀλλά γιά νά ἔλθει τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά συγκατατεθεῖ. Αὐτή ἡ συγκατάθεση γίνεται μέ τήν μετοχή
μας στά μυστήρια, μέ τήν μετοχή μας στή λειτουργική ζωή, μέ τήν ἀποδοχή τῆς ὀρθῆς πίστεως, ἡ
ὁποία εἶναι προϋπόθεση γιά νά μετάσχουμε στά μυστήρια. Στή Θεία Λειτουργία πρίν
κοινωνήσουμε, λέμε τό «Πιστεύω». Γιατί τό λέμε; Διότι δέν ἐπιτρέπεται νά κοινωνήσει π.χ ἕνας
παπικός γιατί ἔχει ἀλλοιώσει τό «Πιστεύω» καί εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας.
Εἶναι λοιπόν οἱ πρϋποθέσεις, τά ἀπαραίτητα θεμέλια, γιά νά ὁδηγηθεῖ κάποιος στήν κάθαρση καί
τόν φωτισμό, τό δόγμα καί ἡ ὀρθή ζωή. Δέν εἶναι δηλαδή τό δόγμα ἕνα αὐτόματο μέσο πού μᾶς
ὁδηγεῖ ἀπό μόνο του στήν κάθαρση. Δέν σημαίνει δηλαδή, ἐπειδή εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, θά σωθοῦμε
αὐτόματα. Κάθε ἄλλο.
Ἀνακεφαλαιώνοντας, ξαναλέμε πώς ἡ ὀρθή ζωή καί ἡ ὀρθή πίστη εἶναι οἱ προϋποθέσεις. Ἄν
κάποιος ἀλλοιώσει ἤ τό ἕνα ἥ τό ἄλλο, δέν μπορεῖ νά σωθεῖ. Ἄν ἀλλοιώσεις τήν ὀρθή πίστη, δέν
μπορεῖς νά ἔχεις σωστή ζωή, δέν μπορεῖς νά σωθεῖς. Ἄν ἀλλοιώσεις τήν ζωή, ἔστω κι ἄν ἔχεις
σωστή πίστη εἶναι ζήτημα χρόνου νά χάσεις καί τήν πίστη. Καί τίποτα δέν ὡφελεῖ ἡ ὀρθή πίστη, ἄν
δέν ἔχεις ὀρθή ζωή. Γιατί εἶναι μία πίστη νεκρή. Καί ὁ διάβολος ξέρει πολύ καλά γιά τόν Θεό, ἔχει
ὀρθή πίστη, γνωρίζει ὅτι ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός. Εἶναι ὁ καλύτερος θεολόγος ὁ διάβολος, ἀλλά ἡ
ζωή του δέν εἶναι σωστή καί γι’ αὐτό φυσικά δέν μπορεῖ νά σωθεῖ.
Ἄς περάσουμε στό ἑπόμενο κεφάλαιο: ‘Περί τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ’.
Οἱ Πατέρες λένε ὅτι κατά τήν πτώση τοῦ ἀνθρώπου ἐσκοτίσθηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Ἐσκοτίσθη
ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ. Δέν ἀσχολοῦνται οἱ Πατέρες μέ τόν Ἀδάμ ὡς Ἀδάμ, ἄλλα μέ τόν νοῦν τοῦ Ἀδάμ,
ὁ ὁποῖος Ἀδάμ ἀρρώστησε, ἐπειδή ἐσκοτίσθηκε ὁ νοῦς του. Ἀσχολοῦνται δηλαδή μέ τήν ἀρρώστια
τοῦ καθ΄ ἑαυτοῦ εἶναι μας. Τό καθ’ ἑαυτό εἶναι μας εἶναι ὁ νοῦς μας. Εἶναι ἡ σπουδαιότερη δύναμη
τῆς ψυχῆς μας. Καί μέ τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων ὁ νοῦς μας σκοτίστηκε, ἀρρώστησε.
Οἱ Πατέρες μιλᾶνε γιά ἀσύνετον νοῦν. Νοῦ πού δέν ἔχει σύνεση. Παντοῦ στήν Πατερική
γραμματεία τό θέμα τῆς πτώσεως εἶναι ὁ σκοτασμός τοῦ νοός τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό σημαίνει
πτώση, ἁμαρτία, ὅτι σκοτίστηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Δέν εἶναι μιά παράβαση νομική: Εἶχε αὐτή
τήν ἐντολή ὁ Ἀδάμ καί τήν παρέβη, ὁπότε τώρα θά πάρει τήν ποινή, θά τόν τιμωρήσει ὁ Θεός.
Αὐτό τό λένε στή Δύση, πού ἔχουν τό δικαιϊκό πνεῦμα καί βλέπουν τόν Θεό ὡς ἕναν δικαστή
ἄτεγκτο καί ἀνελέητο, ὅπως λέγαμε τήν ἄλλη φορά. Ὅμως ὁ Θεός εἶναι Πατέρας καί εἶναι ἀγάπη.
– Ἀλλά τότε γιατί ἐμεῖς ζοῦμε αὐτή τήν ἄθλια κατάσταση μετά τήν πτώση;
Διότι τό ἐπιλέξαμε μόνοι μας. Ὁ Θεός μᾶς τό προ-εἶπε ὅτι ἄν δέν τηρήσετε τήν ἐντολή μου, ἄν
φᾶτε ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, «θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γεν. 2,17), θά
πεθάνετε. Λοιπόν, οἱ πρωτόπλαστοι περιφρόνησαν αὐτή τήν προειδοποήση τοῦ Θεοῦ καί ἔφαγαν.
Μετά ἦλθαν οἱ συνέπειες. Πέθαναν.
Ὅπως ὅταν μία κατασκευαστική ἐταιρεία λέει νά προσέχουμε τό αὐτοκίνητο σέ αὐτά καί αὐτά τά
πράγματα, γιατί ἄν δέν τά προσέξουμε, θά χαλάσει. Ἄν ποῦμε, ‘’δέν μέ ἐνδιαφέρει, ἐγώ θά κάνω
αὐτό πού θέλω’’, θά ἔχουμε τίς συνέπειες. Τό αὐτοκίνητο θά χαλάσει. Δέν φταίει ὅμως ἡ ἑταιρεία
γι’ αὐτό. Ἔτσι καί ὁ Θεός, μᾶς ἔφτιαξε μέ κάποιες προδιαγραφές. Δέν τίς τηρήσαμε, ὁπότε ἦλθε ἡ
συνέπεια. Ἀρρωστήσαμε. Καί ποιά ἦταν ἡ ἀρρώστια μας; Σκοτίστηκε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Γέμισε
μέ λογισμούς καί μέ πάθη καί βέβαια μέ τό κυρίαρχο πάθος τόν ἐγωισμό, τήν ὑπερηφάνεια, τήν
166
προσπάθεια γιά θέωση χωρίς τόν Θεό.
Αὐτό ἦταν τό ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας: νά φθάσουν στή θέωση χωρίς τόν Θεό, ἀπό μόνοι
τους καί χωρίς ὑπακοή. Γι’ αὐτό ἔπεσαν πολύ χαμηλά παρ’ ὅλο πού ὁ Θεός τούς ἔδωσε τήν
εὐκαιρία νά ἐπανορθώσουν τό λάθος τους. Αὐτοί ὅμως ἀντί νά ζητήσουν συγγνώμη γιά αὐτό πού
ἔκαναν, ἄρχισαν νά δικαιολογοῦνται. Ἡ δικαιολογία εἶναι ἀμετανοησία. Γι’ αὐτό ποτέ δικαιολογία!
Ἐνῶ ἄν ἔλεγαν: Ναί, Κύριε παρακούσαμε, φάγαμε ἀπό τόν ἀπαγορευμένο καρπό συγχώρεσε μας!
Θά τελείωνε ἀμέσως, δέν θά ἔφευγαν ἀπό τόν Παράδεισο. Αὐτός ὁ ἐγωισμός εἶναι πού συσκότισε
τόν νοῦ τοῦ Ἀδάμ καί ἔγινε αἰτία νά χάσουμε τήν Χάρη, γιατί φυσικά σ’ ἕναν βρώμικο νοῦ δέν
μένει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ὁ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση εἶχε χάρη, ἦταν σοφός, ἦταν διακριτικός,
ἦταν διορατικός, εἶχε προφητικό χάρισμα.
Ἀλλά πῶς ἐμεῖς ξέρουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔπεσε; Ἀπό τήν ἱστορική περιγραφή τῆς πτώσεως πού
ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή; Καί τί σημαίνει ἡ πτώσις, τί σημαίνει Παράδεισος; Δέν τήν γνωρίζουμε
μόνο ἀπό τήν ἱστορική περιγραφή, ἀλλά τήν ζοῦμε κιόλας τήν πτώση, τήν κατάσταση τῆς πτώσεως.
Τί ἦταν ὁ Παράδεισος; Ὑπάρχουν δύο Πατερικές παραδόσεις -οἱ ὁποῖες δέν διαφωνοῦν ἁπλῶς λίγο
διαφοροποιοῦνται- καί τίς ὁποῖες συνοψίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ὁποῖος δίνει καί τίς
δύο Πατερικές ἀπόψεις, χωρίς ὁ ἴδιος νά λαμβάνει θέση πάνω στό θέμα αὐτό.
Ἡ μία παράδοσις λέγει ὅτι στόν Παράδεισο ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ ἦταν φωτισμένος, εἶχε φθάσει στόν
φωτισμό καί τό ἑπόμενο σκαλοπάτι θά ἦταν ἡ θέωσις, ὅπου θά ἔφθαναν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἐφ’ ὅσον
ἔκαναν ὑπακοή. Ἀπό τό λίαν καλῶς θά πήγαιναν στό ἄριστα. Ἡ ἄλλη παράδοσις λέγει ὅτι ἦταν ἐν
θεοπτίαις ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ, ἦταν μέ συνεχή θεοπτία δηλαδή μέ θέωση. Ἦταν ἤδη σέ θέωση μέσα
στόν Παράδεισο. Καί ὅτι αὐτό ἦταν ὁ παράδεισός του, τό νά βλέπει δηλαδή τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ἀλεξανδρινή παράδοσις ὡς καί ἡ παράδοσις τῆς Καππαδοκίας (Μέγας Βασίλειος) λένε ὅτι ὁ
νοῦς τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση ἦταν ἐν θεοπτίαις. Ἡ παράδοσις τῆς Ἀντιοχείας (ἄγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόστομος) λέγει ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ ἦταν ἁπλῶς φωτισμένος. Οἱ Πατέρες γνωρίζουν ἀπό τήν
ἐμπειρία τους σέ τί συνίσταται αὐτός ὁ φωτισμός τοῦ νοός καί εἶναι κατατεθειμένο μέσα στήν
Παράδοση.
– Τί σημαίνει ὅτι ὁ νοῦς εἶναι φωτισμένος, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι φωτισμένος;
Σημαίνει ὅτι μέσα του κατοικεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅτι ὁ φωτισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ κατοίκησις
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ὁπότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καί τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ μέσα στόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί τόν
φωτίζει. Καί, αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ φωτισμένος. Τέτοιος ἦταν ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ, λέγει ἡ
παράδοσις τῆς Ἀντιοχείας.
Στό ἄν ἦταν φωτισμένος ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση ἤ ἄν ἦταν ἐν θεοπτίαις, δηλαδή σέ
κατάσταση διαρκοῦς θεώσεως, σ’ αὐτό ὁ Δαμασκηνός δέν λαμβάνει καμμία θέση. Γιατί; Διότι
ἐκεῖνο πού ἐνδιέφερε τόν Πατέρα αὐτόν τῆς Ἐκκλησίας ἦταν νά δώσει τίς δύο ἐξηγήσεις, γιά τό
πῶς ἦταν ὁ νοῦς καί σκοτίστηκε. Ἀλλά ἐμεῖς πῶς ξέρουμε ὅτι ὁ νοῦς τοῦ Ἀδάμ σκοτίσθηκε;
Ἁπλούστατα, διότι γνωρίζουμε ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τώρα ἔχουμε ἐσκοτισμένον νοῦν, πού εἶχε καί ὁ
Ἀδάμ. Καί αὐτός ὁ ἐσκοτισμένος νοῦς θέλει θεραπεία. Ἡ δέ θεραπεία συνίσταται στήν φώτιση καί
στήν θέωση. Ἡ θέωσις εἶναι ἡ πλήρης θεραπεία.
– Ἀλλά τί σημαίνει ἐσκοτισμένος νοῦς;
Σημαίνει ὅτι ἡ νοερά ἐνέργεια τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐνεργεῖ σωστά. Δέν λειτουργεῖ
σωστά ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ, ἡ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς. Ἡ νοερά ἐνέργεια ἀρχίζει νά ἐνεργεῖ σωστά
μόνον ὅταν ὁ ἄνθρωπος περάσει ἀπό κάθαρση καί φθάσει στόν φωτισμό. Ὅταν δηλαδή ὁ νοῦς
καθαρίσει ἀπό ὅλους τούς λογισμούς. Αὐτό σημαίνει κάθαρση τοῦ νοῦ. Νά μήν ὑπάρχουν λογισμοί
μέσα στόν νοῦ, ἀλλά ὁ νοῦς νά βλέπει τόν Θεό καθαρά.
167
– Γιατί δέν μποροῦμε νά προσευχηθοῦμε;
Διότι ἀκριβῶς ὁ νοῦς μας εἶναι σκοτισμένος ἀπό λογισμούς κι ἄν προσπαθήσεις νά πᾶς τόν νοῦ σου
στόν Θεό, δέν πηγαίνει. Ἐκτρέπεται, πάει ἀπό δῶ κι ἀπό ἐκεῖ. Αὐτός εἶναι σκοτισμένος νοῦς καί
σημαίνει ὅτι χρειάζεται θεραπεία. Μετά τήν πτώση, ὁ νοῦς εἶναι σκοτισμένος. Γιατί; Διότι εἶναι
γεμάτος ἀπό λογισμούς καί ἔχει σκοτισθεῖ ἀπό αὐτούς τούς λογισμούς.
– Πότε συμβαίνει αὐτό, τό νά σκοτισθεῖ ὁ νοῦς ἀπό τούς λογισμούς;
Συμβαίνει –αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό- ὅταν οἱ λογισμοί τῆς διανοίας κατεβοῦν στήν καρδιά καί
γίνουν λογισμοί τοῦ νοός. Οἱ λογισμοί τῆς διανοίας πού ὑπάρχουν στόν ἐγκέφαλο, οἱ ὁποῖοι
δημιουργοῦνται ἀπό τόν ἐγκέφαλο, εἶναι ἡ σκέψη. Ὁ ἐγκέφαλος παίρνει ἐρεθίσματα ἀπό τό
περιβάλλον, τά μάτια, τά αὐτιά, τίς αἰσθήσεις καί ἀπό μέσα, τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις πού ἔχουμε,
τοῦ σώματος.
Ὅλα αὐτά τά μηνύματα ὁλοκληρώνονται μέσα στόν ἐγκέφαλο καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀντίληψη
τοῦ ποιός εἶναι, ἄν ἔχει ὑγεία ἤ ἄν πονᾶ κάπου. Ἐπίσης ἔχει ἀντίληψη τοῦ περιβάλλοντός του μέσα
στόν χῶρο καί μπορεῖ νά τοποθετεῖται μέσα στόν χῶρο, νά κινεῖται καί νά ἐπικοινωνεῖ μέ τούς
ἄλλους. Αὐτό ὅλο γίνεται μέ τόν ἐγκέφαλο, μέ τά νεῦρα, μέ τίς αἰσθήσεις καί μέ τό κεντρικό
νευρικό σύστημα.
Ἐκεῖ μέσα ὑπάρχουν οἱ λογισμοί. Ὑπάρχουν οἱ διάφορες παραστάσεις πού ἔρχονται ἀπό τό
περιβάλλον. Αὐτά ὅμως δέν πρέπει νά κατέβουν στήν καρδιά καί νά γίνουν λογισμοί τοῦ νοῦ, τῆς
ψυχῆς, δηλαδή τῆς καρδίας, διότι ὁ νοῦς ἔχει τήν ἑδρα του στήν καρδιά, ἐνῶ ἡ διάνοια ἔχει τήν
ἕδρα της στόν ἐγκέφαλο. Ἄν κατέβουν οἱ λογισμοί στήν καρδιά καί γίνουν λογισμοί τοῦ νοῦ καί ὁ
ἄνθρωπος πλέον αὐτά πού δέχεται ἀπό τό περιβάλλον τά κάνει λογισμούς τοῦ νοῦ του, τότε αὐτός ὁ
ἄνθρωπος σκοτίζεται, μολύνεται ἡ καρδιά του καί μπερδεύεται. Δημιουργεῖ καί ἄτοπες ἐπιθυμίες.
Φτιάχνει καί εἴδωλα. Γιατί; Γιατί ὁ νοῦς εἶναι φτιαγμένος γιά νά βλέπει στόν Θεό.
Ὅταν μολύνεται ἀπό παραστάσεις τοῦ περιβάλλοντος, κάνει Θεό τό περιβάλλον καί φτιάχνει
εἴδωλα, τά βάζει στή θέση τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι μολύνεται ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντί ὁ ἄνθρωπος
μέ τήν καρδιά του νά βλέπει πρός τόν Θεό, βλέπει στά χρήματα. Γίνεται χρηματολάτρης,
εἰδωλολάτρης. Ἤ βλέπει στίς ἡδονές, στίς σαρκικές ἡδονές. Πῶς; Βλέποντας μέ τά μάτια διάφορες
παραστάσεις. Ἄν αὐτές τώρα κατέβουν στήν καρδιά καί συγκατατεθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί πεῖ «Ἄ!
ὡραῖο, καλό πράγμα αὐτό, νά τό κυνηγήσω», μετά αὐτά τά κάνει εἴδωλα, τά κάνει Θεούς, γιατί τά
βλέπει μέ τόν νοῦ του καί πλέον παίρνουν τήν θέση τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ὁ νοῦς πρέπει νά εἶναι καθαρός
ἀπό ὅλα καί νά βλέπει μόνο στόν Θεό. Αὐτός λοιπόν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ σκοτισμένος καί οἱ
λογισμοί πού πρέπει νά εἶναι μόνο στή διάνοια ἔχουν κατέβει στήν καρδιά.
Καί γίνεται σύγχυσις λογισμῶν -μέσα στήν καρδιά- μεταξύ λογικῆς, τῶν λογισμῶν πού παράγονται
μέσα στήν διάνοια, καί νοός, πού ὑπάρχουν μέσα στήν καρδιά. Ὑπάρχουν δηλαδή λογισμοί στόν
νοῦν, πού δέν πρέπει νά ὑπάρχουν ἐκεῖ, διότι ἀνήκουν στήν λογική, στήν διάνοια. Ὁ νοῦς πρέπει νά
εἶναι τελείως ἄδειος ἀπό λογισμούς, ὥστε νά μπορεῖ νά ἔλθει στόν ἄνθρωπο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο νά
κατοικήσει καί νά παραμείνει μέσα του.
Αὐτά εἶναι πολύ σημαντικά νά τά ξεκαθαρίσουμε μέσα μας. Νά φροντίζουμε τόν νοῦ μας νά μένει καθαρός.
Νά μήν δημιουργοῦνται μέσα στήν καρδιά μας συγκαταθέσεις καί λογισμοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι ξένοι. Ὁ μόνος
λογισμός πού πρέπει νά ὑπάρχει στήν καρδιά μας εἶναι ὁ Θεός καί ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες δίνουν μεγάλη σημασία στήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, διότι αὐτή ἡ λειτουργία, ὅταν
ἀποκατασταθεῖ στόν ἄνθρωπο μέσα στήν καρδιά του, δηλαδή διά τοῦ νοός, ὁ ἄνθρωπος βλέπει συνεχῶς τόν
Θεό. Αὐτός ὁ νοῦς εἶναι θεραπευμένος, εἶναι καθαρός, αὐτός ὁ ὁποῖος συνέχεια ἀνακυκλώνει μέσα του τό
ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με».
Ὁ ἄνθρωπος αὐτός πλέον δέν δέχεται, ἐφ’ ὅσον φυσικά προσέχει, λογισμούς ἀπό τήν διάνοιά του καί δέν
μολύνεται. Στή συνέχεια ἡ ἴδια ἡ προσευχή φυλάει τόν νοῦ καθαρό καί ὁ ἄνθρωπος μέ τήν νήψη ἐπίσης
προσέχει ὥστε νά μήν μπεῖ ξένο σῶμα, ξένος λογισμός μέσα στήν καρδιά.
168
1.Ἡ οὐσία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης
2.Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι θρησκεία
Τό θέμα μας σήμερα εἶναι πολύ σημαντικό στήν σειρά τῶν συνάξεων πού κάνουμε πάνω στήν
Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννη Ρωμανίδη καί ἀφορᾶ στήν οὐσία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης.
Πολλές φορές ἀκοῦμε τήν ἔκφραση «Ὀρθόδοξη παράδοση» καί ἀπό τούς ἐπίσημους ἡγέτες μας,
τούς πολιτικούς, τούς θρησκευτικούς, τούς στρατιωτικούς, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι ὑποστηρίζουν τήν
παράδοση, τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση καί τήν Ὀρθοδοξία. Ὅμως τί εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση;
Ποιά εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση; Συνήθως ὁ νοῦς μας ἀκούγοντας τήν λέξη παράδοση πηγαίνει
στούς παραδοσιακούς χορούς, στίς παραδοσιακές φορεσιές κ.λ.π.
Αὐτό ὅμως δέν εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση. Δέν εἶναι δηλαδή ἕνα μουσειακό ἔκθεμα, τό ὁποῖο
μποροῦμε νά τό βάλουμε σέ ἕνα μουσεῖο ἤ ὅπως βάζουμε ἕνα διατηρητέο κτίριο στήν λίστα μέ
σκοπό νά τό φυλάξουμε, νά φυλάξουμε καί τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὡς ἕνα πολύ σημαντικό
στοιχεῖο, τό ὁποῖο ὅμως εἶναι τοῦ παρελθόντος. Ὄχι, δέν εἶναι τοῦ παρελθόντος.Ἡ Ὀρθόδοξη
Παράδοση εἶναι ζῶσα καί μεταδίδεται, παρά-δίδεται -γι’ αὐτό λέγεται Παράδοση- ἀπό γενιά σέ
γενιά ἀπό αὐτούς πού τήν ζοῦνε, ὄχι ἀπό ὅλους! Ἀπό αὐτούς πού βιώνουν αὐτήν τήν θεραπεία πού
δίνει ἡ Ὀρθοδοξία. Καθώς οἱ ἴδιοι εἶναι θεραπευμένοι, μεταδίδουν καί στούς ἄλλους στή συνέχεια
αὐτή τήν θεραπευτική μέθοδο.
Ὑπάρχει ὁ Πνευματικός πατέρας, ὁ ὁποῖος ἔχει τά πνευματικά του παιδιά, τά ὁποῖα θεραπεύει μέ
τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτά ἔπειτα, ἐφ’ ὅσον ἔχουν ζήσει ὅ,τι καί ὁ Πνευματικός, γίνονται ζωντανοί
φορεῖς τῆς Ὀρθοδοξίας καί μποροῦν τήν Παράδοση πού τούς παρέδωσε ὁ Πνευματικός τους
πατέρας νά τήν παραδώσουν μέ τήν σειρά τους στά δικά τους πνευματικά παιδιά. Ἔτσι κρατιέται
ζωντανή ἡ πίστη καί ἡ Ὀρθοδοξία. Οὐσιαστικά αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση: νά μεταδίδουν
αὐτό τό βίωμα καί αὐτή τήν μέθοδο ἀπό γενιά σέ γενιά.
Αὐτός δέ, εἶναι καί ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας νά κρατάει αὐτή τήν Παράδοση, νά τήν μεταδίδει ἀπό
γενιά σέ γενιά καί διά αὐτῆς τῆς παράδοσης πού βιώνεται νά θεραπεύονται καί νά σώζονται οἱ
ἄνθρωποι.
– Ποιά εἶναι λοιπόν ἡ οὐσία τῆς Ὀρθόδοξης Παράδοσης;
Ἡ Ὀρθόδοξη παράδοση προσφέρει τήν μοναδική μέθοδο θεραπείας τοῦ νοός τοῦ ἀνθρώπου,
δηλαδή τῆς ψυχῆς του. Ὅταν λέμε νοῦ, νά σκεπτόμαστε τήν ψυχή. Οἱ Πατέρες λέγοντας νοῦ καί
ψυχή ἐννοοῦν τό ἴδιο. Ὅταν λέμε θεραπεία τοῦ νοός, ἐννοοῦμε τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς. Καί ὅταν
λέμε θεραπεία τῆς ψυχῆς ἐννοοῦμε σωτηρία, ἐννοοῦμε φωτισμό, ἐννοοῦμε θέωση, ἐννοοῦμε
ἁγιότητα. Αὐτός εἶναι ὁ θεραπευμένος καί ὁ σωσμένος, ὁ Ἅγιος.
Ἡ θεραπεία αὐτή τῆς ψυχῆς ἡ τοῦ νοός ἔχει δύο φάσεις, ὅπως εἴπαμε, τόν φωτισμό καί τήν θέωση.
Ἡ θέωση, δηλαδή ἡ θεοπτία, εἶναι τό νά βλέπει κανείς τόν Θεό. Μπορεῖ κανείς νά δεῖ τόν Θεό; Ὄχι
βέβαια ὅπως εἶναι, ἀλλά βλέπει καί μετέχει στήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί κατεξοχήν μάλιστα βλέπει
τό ἄκτιστο Φῶς. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προχωρήσει στήν θεοπτία -φθάσει δηλαδή νά δεῖ τό ἄκτιστο
Φῶς- αὐτή εἶναι ἡ ἐγγύησις τῆς θεραπείας, τῆς πλήρους θεραπείας.
Αὐτή ἡ θεραπευτική μέθοδος, ἡ θεραπευτική ἀγωγή, πού προσφέρει ἡ Ὀρθόδοξος παράδοσις,
παραδίδεται (ἐξ οὕ καί παράδοσις) ἀπό γενεά σέ γενεά μέ φορεῖς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔφτασαν
στόν φωτισμό καί στήν θέωση καί ἔγιναν θεραπευτές γιά τούς ἄλλους.
Γι’ αὐτό, στήν Ἐκκλησία μας ἔχουμε τούς Πνευματικούς μας πατέρες. Αὐτοί εἶναι οἱ γιατροί μας,
οἱ πνευματικοί μας γιατροί. Δέν μᾶς στέλνει ὁ Χριστός σέ ἕνα βιβλίο ἤ σήμερα, θά λέγαμε, σ’ ἕναν
169
ὑπολογιστή νά μάθουμε ὅλα τά περί τῆς πίστεώς μας σάν ἕναν κώδικα καί σωζόμαστε. Ἀλλά μᾶς
στέλνει σ’ ἕναν ζωντανό ἄνθρωπο, θεραπευμένο, ὁ ὁποῖος μᾶς παραδίδει τά μαθήματα πού
χρειάζονται γιά νά θεραπευτοῦμε καί μᾶς ἐκθέτει ὅλη αὐτή τήν μέθοδο, τήν ὁποία, ἄν τήν
ἐφαρμόσουμε καί τή ζήσουμε, θεραπευόμαστε κι ἐμεῖς. Κατόπιν μποροῦμε νά τήν παραδώσουμε σέ
ἄλλους γιά νά θεραπευτοῦν καί ἐκεῖνοι ἀπό μᾶς.
Δέν εἶναι δηλαδή ἁπλή μεταβίβασις γνώσεων ἀπό τά βιβλία, ἀλλά μεταβίβασις καί διαδοχή
ἐμπειρίας, τῆς ἐμπειρίας τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως. Παρατηρεῖται ὅμως στήν
Παλαιά Διαθήκη ὅτι κατάσταση φωτισμοῦ καί θεώσεως εἶχαν μόνο οἱ Πατριάρχες καί οἱ Προφῆτες
τῶν Ἰσραηλιτῶν.
Γιατί καί στήν Παλαιά Διαθήκη ὑπῆρχε αὐτή ἡ παράδοση. Προσέξτε! Ὁ Θεός τῆς Παλαιᾶς καί τῆς
Καινῆς Διαθήκης εἶναι ὁ ἴδιος. Ὁρισμένοι ἀπό ἄγνοια βάλλονται ἐναντίον τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης
καί εἰδικά οἱ Δωδεκαθεϊστές λένε ὅτι ἔχουμε μιά Ἑβραϊκή θρησκεία. Αὐτό δέν εἶναι σωστό.
Ἔχουμε τήν ἐξ ἀποκαλύψεως πίστη.
Πρίν ἀπό τούς Προφῆτες ἔχουμε τούς Πατριάρχες. Πρό τοῦ Μωϋσέως ἔχουμε τόν Ἀβραάμ. Ἀπό
τήν Παλαιά Διαθήκη γνωρίζουμε τούς Πατριάρχες: τόν Ἀβραάμ, τόν Ἰσαάκ καί τόν Ἰακώβ. Ὁ
Ἀβραάμ ζοῦσε 1800 χρόνια π.Χ. Ὁ Ἀβραάμ ἦταν ὁ πρῶτος μονοθεϊστής μετά τόν Νῶε, πού μίλησε
μέ τόν Θεό καί εἶχε θεοπτία. Εἶχε φθάσει στήν θέωση.
Διαβάζουμε ὅμως στήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι μέχρι τόν Ἀβραάμ ὑπάρχει συνείδησις τῆς
καταστάσεως τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ὁ ἴδιος ὁ Ἀβραάμ ἦταν θεόπτης, δηλαδή ἔφθασε σέ
θέωση. Αὐτό φαίνεται σαφῶς. Γιά τήν ἐποχή πρό τοῦ Ἀβραάμ πάλι ἔχουμε στοιχεῖα ἀπό τήν
Ἑβραϊκή Παράδοση ὅτι φωτισμός καί θέωσις ὑπῆρχαν καί στούς προπάτορες τοῦ Ἀβραάμ,
παραδείγματος χάριν στόν Νῶε. Ὁ Νῶε ἦταν κι αὐτός ἕνας ἄνθρωπος φωτισμένος καί θεωμένος. Ἡ
παράδοσις αὐτή, τοῦ φωτισμοῦ δηλαδή καί τῆς θεώσεως, μεταβιβάζεται. Δέν ἐμφανίζεται ἔτσι ἐκ
τοῦ μηδενός. Δέν ἐμφανίζεται ξαφνικά τόν 11ο ἤ 12ο π.Χ. αἰῶνα στόν Μωϋσῆ. Ξέρουμε, ὅτι καί ὁ
Μωϋσῆς ἦταν θεόπτης. Ἀνέβηκε στό ὄρος Χωρήβ καί εἶδε τόν Θεό. Ἔμεινε σαράντα ἡμέρες μέσα
στόν γνόφο, στό ἄκτιστο Φῶς καί συνομιλοῦσε μέ τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος καί τοῦ παρέδωσε τίς πλάκες
μέ τίς δέκα ἐντολές.
Ὑπάρχει Καινή Διαθήκη, ὑπάρχει καί Παλαιά Διαθήκη. Στήν Καινή Διαθήκη εἶναι πιό εὔκολος ὁ
ἔλεγχος, διότι εἶναι περιορισμένος ὁ χρόνος διαρκείας της. Ἡ Παλαιά Διαθήκη ὅμως περιλαμβάνει
1500 χρόνια ἱστορίας. Μέσα τώρα σ’ αὐτήν τήν περίοδο ἔχουμε μία σπονδυλική στήλη. Αὐτή ἡ
σπονδυλική στήλη, πού εἶναι ἡ παράδοσις τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως, πού μεταβιβάσθηκε ἀπό
Προφήτη σέ Προφήτη, εἶναι καί ἡ οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως. Οἱ Προφῆτες στήν Παλαιά
Διαθήκη μετέδιδαν αὐτή τήν μέθοδο τῆς θεραπείας τῆς ψυχῆς ἀπό γενιά σέ γενιά.
Ἡ μεταβίβασις τῆς ἐμπειρίας τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως ἀπό γενεά σέ γενεά ἐκτείνεται στήν
Παλαιά Διαθήκη χρονικά ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι τόν Ἰωάννη τόν Πρόδρομο, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ
τελευταῖος τῶν Προφητῶν. Ἔχουμε μιά σειρά ἀπό Προφῆτες οἱ ὁποῖοι παραδίδουν αὐτή τήν
Ὀρθόδοξο Παράδοση ἀπό γενιά σέ γενιά. Εἶναι ἡ λεγόμενη Προφητική Παράδοση τῶν
Πατριαρχῶν καί τῶν Προφητῶν. Πρίν ἀπό τόν Μωυσῆ ἔχουμε τόν Ἀβραάμ. Πρίν ἀπό τόν Ἀβραάμ,
ὅπως εἴπαμε, ἔχουμε τόν Νῶε. Ἔχουμε καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης αὐτή τήν
Παράδοση, ἡ ὁποία κρατιέται ζωντανή χάρη σέ κάποιους φορεῖς, σέ κάποιους ἀνθρώπους. Σήμερα
μέ τήν ἀρχαιολογία ἔχουν βρεῖ εὐρήματα – ντοκουμέντα, τά ὁποῖα ἀποδεικνύουν αὐτή τήν ἀλήθεια
πού λέμε καί γιά τήν ἐποχή τοῦ Μωυσῆ, ἀλλά καί ἀκόμη πιό πρίν γιά τόν Ἀβραάμ.
Ἡ οὐσία τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης ἑπομένως, δέν εἶναι μόνο τό βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί
τίποτα ἄλλο, ὅπως λέγουν οἱ Προτεστάντες. Ὄχι, δέν εἶναι αὐτό ἡ οὐσία τῆς Παράδοσής μας, ἀλλά
εἶναι ἡ μεταβίβαση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης, διαδοχικά ἀπό τόν Ἀδάμ
μέχρι τίς ἡμέρες μας. Γιατί καί ὁ Ἀδάμ πρίν πέσει ἦταν φωτισμένος καί θεωμένος.
Αὐτή εἶναι ἡ Προφητική παράδοσις, ἡ παράδοσις τῶν Πατριαρχῶν καί τῶν Προφητῶν, ἀπό τόν
170
Ἀδάμ μέχρι σήμερα. Μέσα σ’ αὐτή τήν Παράδοση ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἕνα γραπτό τμῆμα πού
ἀποκρυσταλλώνει αὐτή τήν μέθοδο. Δέν εἶναι ὅμως τό ἅπαν ἡ Ἁγία Γραφή. Τό ἅπαν εἶναι αὐτή ἡ
ζωντανή Παράδοση. Ἡ ζωντανή ἐμπειρία, ἡ ὁποία παραδίδεται ἀπό γενιά σέ γενιά. Γι’ αὐτό
σήμερα, ἄν θέλουμε νά βροῦμε τήν ὀρθόδοξη παράδοση δέν θά πᾶμε στά βιβλία, ἀλλά θά πᾶμε
στούς ζωντανούς φορεῖς. Δέν μποροῦμε νά κάνουμε πνευματική ζωή, ἄν δέν ἔχουμε Πνευματικό
ὁδηγό, Πνευματικό πατέρα πού θά μᾶς βοηθήσει νά ζήσουμε κι ἐμεῖς αὐτή τήν ἐμπειρία τοῦ
φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης.
Κάτι ἀκόμα πολύ σημαντικό: ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι θρησκεία. Πολλοί σήμερα λεγόμενοι
ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν τέτοια ἀντίληψη ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι σάν ὅλες τίς θρησκεῖες.
– Τί σημαίνει θρησκεία;
Θρησκεία οὐσιαστικά σημαίνει δεισιδαιμονία. Δηλαδή ἕνας φόβος πού ὑπάρχει ἀπέναντι στόν Θεό
καί μιά διαδικασία νά ἔχουμε τόν Θεό μέ τό μέρος μας, νά κάνουμε θυσίες νά τόν ἐξιλεώσουμε,
γιατί μπορεῖ καί νά εἶναι ὀργισμένος καί γι’ αὐτό ἔχουμε αὐτά τά κακά πού ἔχουμε. Γιά νά μᾶς
πᾶνε ἑπομένως καλά τά πράγματα θά πρέπει νά δώσουμε κάτι στόν Θεό. Αὐτό εἶναι θρησκεία. Ἡ
Ὀρθοδοξία δέν εἶναι αὐτό τό πράγμα, ἀλλά δυστυχῶς κάποιοι κατ’ ὄνομα ὀρθόδοξοι ἔχουν κάνει
καί τήν Ὀρθοδοξία θρησκεία καί βλέπουν τόν Θεό σάν ἕναν θεό πού ὀργίζεται, ἔχει θυμώσει καί
χρειάζεται ἐξιλέωση. Γι’ αὐτό, θά Τοῦ πᾶνε μιά μεγάλη λαμπάδα, θά κάνουν ἕνα τάμα ἤ θά κάνουν
δέκα εὐχέλαια γιά νά πᾶνε καλά τά πράγματα. Δηλαδή ἔχουν καταντήσει τήν Ὀρθοδοξία μαγεία.
– Τί εἶναι ὅμως ἡ Ὀρθοδοξία;
Ὅπως ἔχουμε πεῖ, εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο καί εἶναι αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς
κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης, πού ὁδηγεῖ τελικά στήν ἕνωση μέ τόν Χριστό. Ἐνῶ ὅλοι
αὐτοί πού κάνουν αὐτά πού εἴπαμε προηγουμένως μέ τούς μεγάλους σταυρούς καί τά τάματα, δέν
νοιάζονται νά βροῦν τόν Θεό, ἀλλά ἁπλῶς γιά νά περάσουν καλά ἤ σ’ αὐτή τή ζωή ἤ τουλάχιστον
μετά θάνατον νά πᾶνε στόν Παράδεισο. Νά ἐξασφαλιστοῦν κατά κάποιο τρόπο χωρίς νά νοιάζονται
ἄν ὑπάρχει Θεός ἤ ὄχι κι ἄν ἔχουν ζωντανή κοινωνία μέ τόν Θεό.
Λέει πολύ ὡραῖα ὁ π. Ἰωάννης: Σέ πολλούς ἐπικρατεῖ ἡ ἀντίληψις ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι μία ἀπό
τίς πολλές θρησκεῖες, πού ἔχει σάν κύρια μέριμνά Της τήν προετοιμασία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας
γιά τήν ζωή μετά θάνατον, νά ἐξασφάλισει δηλαδή μία θέση στόν Παράδεισο γιά κάθε Ὀρθόδοξο
Χριστιανό. Ἔτσι θεωρεῖται ὅτι τό Ὀρθόδοξο δόγμα προσφέρει μία ἐπί πλέον ἐξασφάλιση, ἐπειδή
εἶναι ὀρθόδοξο, καί ὅτι, ἄν κανείς δέν πιστεύει στό Ὀρθόδοξο δόγμα, αὐτό εἶναι ἕνας ἐπί πλέον
λόγος γιά νά πάει στήν Κόλαση ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἐκτός δηλαδή ἀπό τό ὅτι ἐνδεχομένως θά τόν
στείλουν ἐκεῖ τά προσωπικά του ἁμαρτήματα.
Πιστεύουν λοιπόν κάποιοι πώς ἄν εἶσαι Ὀρθόδοξος, ἔχεις ἕναν ἐπιπλέον λόγο νά πᾶς στόν
Παράδεισο καί νομίζουν ὅτι ἐπειδή ἔχουν τήν σωστή δόξα, τήν σωστή πίστη, θά σωθοῦν. Ἀλλά
ὅπως λέγαμε δέν μᾶς σώζει τό δόγμα ἀπό μόνο του. Τό δόγμα ἁπλῶς δείχνει τόν δρόμο καί τόν
τρόπο καί βάζει τά ὅρια, πέρα ἀπό τά ὁποῖα ἅμα ξεφύγεις, βρίσκεσαι στήν περιοχή τοῦ θανάτου.
Χρειάζεται ὅμως νά ἔχεις τό βίωμα, ὄχι μόνο τό ὀρθόδοξο δόγμα, τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀλλά καί
τήν ὀρθόδοξη ζωή, τήν ὀρθόδοξη ἐμπειρία. Κάποιοι λοιπόν πιστεύουν ὅτι ὁ χριστιανός κάνει
μερικά πράγματα γιά νά χαρεῖ μετά θάνατον. Λάθος! Ὅσοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί πιστεύουν ὅτι
αὐτό τό πράγμα εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία, αὐτοί ἔχουν συσχετίσει τήν Ὀρθοδοξία ἀποκλειστικά μέ τήν
μέλλουσα ζωή. Καί αὐτοί δέν κάνουν καί πολλά πράγματα σ’ αὐτήν τήν ζωή, ἀλλά περιμένουν νά
πεθάνουν, γιά νά πᾶνε στόν Παράδεισο, ἐπειδή, ὅταν ζοῦσαν, ἦταν Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί!
Νομίζουν ὅτι θά πᾶνε δηλαδή στόν Παράδεισο ἐπειδή, ὅταν ζοῦσαν ἐδῶ ἦταν Ὀρθόδοξοι! Λάθος!
Μιά ἄλλη μερίδα Ὀρθοδόξων δραστηριοποιεῖται μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἐνδιαφερομένη
ὄχι γιά τήν ἄλλη ζωή, ἀλλά κυρίως γι’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή. Δηλαδή γιά τό πῶς θά τούς βοηθήσει ἡ
Ὀρθοδοξία νά ζήσουν καλά σ’ αὐτήν τήν ζωή. Τέτοιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί προσεύχονται στόν
Θεό, βάζουν τούς παπάδες –δέν εἶναι ὑποτιμητικό αὐτό, καί στό Ἅγιο Ὄρος παπάδες λέμε τούς
171
ἱερεῖς- νά κάνουν προσευχές, κάνουν ἁγιασμούς, παρακλήσεις εὐχέλαια κ.λ.π., γιά νά τούς βοηθάει
ὁ Θεός νά περνᾶνε καλά σ’ αὐτήν τήν ζωή. Τό λένε ὅτι θέλουν ἕνα εὐχέλαιο γιά τό καλό! Ἔτσι γιά
νά πᾶνε καλά τά πράγματα, νά μήν ἀρρωσταίνουν, νά ἀποκαθίστανται τά παιδιά τους, νά
ἐξασφαλίσουν στά κορίτσια τους μία καλή προίκα καί ἕναν καλό γαμπρό, τά ἀγόρια τους νά βροῦν
καλές κοπέλες μέ καλή προίκα γιά νά παντρευτοῦν, οἱ δουλειές τους νά πηγαίνουν καλά, τό
ἐμπόριο, μέ τό ὁποῖο ἀσχολοῦνται, νά πηγαίνει καλά, ἀκόμη καί τό χρηματιστήριο ἤ ἡ βιομηχανία
τους, κλπ. Καί εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἔκφραση πού λένε ‘’πάνω ἀπό ὅλα ἡ ὑγεία’’ καί βέβαια
ἐννοοῦν τήν σωματική, ὄχι τήν πνευματική ὑγεία. Ἄρα γιά νά πᾶνε καλά τά πράγματα καί νά
ἔχουμε καλή ὑγεία, κάνουμε καί τά παραπάνω, φέρνουμε καί τόν παπά σάν τόν μάγο τῆς φυλῆς νά
μᾶς κάνει καί ἕνα εὐχέλαιο. Μεγάλη πλάνη..
Ὁπότε βλέπουμε ὅτι αὐτοί οἱ Χριστιανοί δέν διαφέρουν κατά πολύ ἀπό τούς πιστούς τῶν ἄλλων
θρησκειῶν, πού κάνουν καί ἐκεῖνοι τά ἴδια περίπου πράγματα. Γιατί ἔτσι κάνουν στίς ἄλλες
θρησκεῖες: θά πάει τό σταφύλι στόν Βούδα ὡς θυσία καί λέει ‘’ἐγώ εἶμαι ἐντάξει τώρα, ἔκανα τήν
προσφορά μου στόν Βούδα, τόν ἐξιλέωσα καί γιά φέτος πιστεύω νά πᾶνε καλά τά πράγματα’’.
Δηλαδή βλέπει κανείς ἀπό τά παραπάνω τήν Ὀρθοδοξία νά ἔχει αὐτά τά δύο κοινά σημεῖα μέ ὅλα
τά ἄλλα θρησκεύματα: Πρῶτον, τό νά προπαρασκευάζει τούς πιστούς γιά τήν ζωή μετά θάνατον,
ὥστε νά πᾶνε στόν Παράδεισο, χωρίς νά ξέρουν τί εἶναι ὁ παράδεισος, ὅπως ὁ καθένας τόν
φαντάζεται, καί δεύτερον, τό νά φροντίζει, ὥστε οἱ Χριστιανοί νά μήν περνοῦν θλίψεις,
στενοχώριες, καταστροφές, ἀρρώστιες, πολέμους κλπ. σ’ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή, δηλαδή ὁ Θεός νά τά
τακτοποιεῖ ὅλα κατά τίς ἀνάγκες ἤ τίς ἐπιθυμίες τους. Ὄχι αὐτοί νά κάνουν τήν ζωή πού θέλει ὁ
Θεός, ἀλλά ὁ Θεός νά κάνει αὐτά πού θέλουν. Καταλαβαίνετε τήν διαφορά; Ὄχι νά δίνουμε τήν
κόλλα μας στόν Θεό λευκή καί νά λέμε «Θεέ μου γράψε ὅ,τι θέλεις Ἐσύ καί ἐγώ ὑπογράφω», ἀλλά
δίνουμε τήν κόλλα γραμμένη στόν Θεό λέγοντας: «Θεέ μου θέλω αὐτά, αὐτά κι αὐτά καί βάλε καί
ὑπογραφή καί μή τυχόν καί δέν βάλεις γιατί δέν ξαναπατάω στήν Ἐκκλησία». Αὐτό τό τεράστιο
λάθος κάνουμε.
Ἔτσι γι’ αὐτούς τούς δεύτερους, ἡ θρησκεία παίζει μεγάλο ρόλο σ’ αὐτήν τήν ζωή καί μάλιστα σ’
αὐτήν τήν καθημερινή τους ζωή. Κατά βάθος ὅμως ἀπ’ ὅλους τούς παραπάνω Χριστιανούς ποιός
ἐνδιαφέρεται ἄν ὑπάρχει ἤ δέν ὑπάρχει Θεός; Ποιός Τόν ἀναζητᾶ; Ποιός δηλαδή ἀναζητᾶ μιά
προσωπική σχέση μέ τόν Θεό; Λέει κανείς ‘’κάνω προσευχή’’. Δηλαδή μιλάω μέ τόν Θεό κι ἄν
ρωτήσεις ΄’τί σοῦ λέει ὁ Θεός;’’, θά πάρεις τήν ἀπάντηση ‘’τίποτα’’. Εἶναι ἐπικοινωνία αὐτή μέ τόν
Θεό; Ἐπικοινωνία τί σημαίνει; Λέω καί ἀκούω, ὄχι μόνο λέω. Δέν εἶναι μονόλογος, εἶναι διάλογος.
Πόσοι ἐνδιαφέρονται νά κάνουν διάλογο μέ τόν Θεό; Νά ἀκούσουν τόν Θεό, ὄχι μόνο νά ποῦνε
στόν Θεό.
Γι’ αὐτούς δέν τίθεται θέμα ἄν ὑπάρχει Θεός ἤ ὄχι, ἐφ’ ὅσον καλύτερα θά ἦταν νά ὑπῆρχε Θεός.
Λένε σίγουρα ὑπάρχει μιά ἀνώτερη δύναμη, ἀφοῦ ἔχουμε ἀνάγκες. Καί οἱ μασόνοι πιστεύουν στόν
Μέγα Ἀρχιτέκτονα τοῦ Σύμπαντος… Αὐτός εἶναι ὁ Θεός; Θά ἦταν καλύτερα λοιπόν νά ὑπῆρχε
Θεός, γιά νά μποροῦμε νά τόν ἐπικαλούμεθα καί νά Τοῦ ζητοῦμε νά ἱκανοποιεῖ τίς ἀνάγκες μας,
ὥστε νά πηγαίνουν καλά οἱ δουλειές μας καί νά ἔχουμε κάποια εὐτυχία σ’ αὐτή τήν ζωή. Ἑπομένως
εἶναι ἀναγκαῖο νά ὑπάρχει Θεός, γιατί ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκες καί μέ τά ἀνθρώπινα μέσα δέν
μποροῦμε νά τίς ἱκανοποιήσουμε. Καί θά λέγαμε ὅτι σ’ αὐτό ἔχουν δίκαιο κάποιοι ἄθεοι πού μᾶς
κατηγοροῦν ὅτι ἔτσι φερόμαστε. Ὄντως στίς ἄλλες θρησκεῖες ἔτσι λειτουργοῦν, ἀλλά ἡ Ὀρθοδοξία
δέν εἶναι κάτι τέτοιο. Δέν εἶναι δική μας ἐφεύρεση ὁ Χριστός γιά νά μᾶς ἐξισώνει μέ τίς θρησκεῖες.
Ὁ Χριστός μᾶς ἀποκαλύφθηκε, δέν ἐφευρέθηκε ἀπό μᾶς, οὔτε ἀνακαλύφθηκε ἀπό μᾶς.
Ὁπότε βλέπουμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει μιά ἰσχυρότατη τάση νά θέλει νά ὑπάρχει Θεός, νά πιστεύει
ὅτι ὑπάρχει Θεός, διότι εἶναι μία ἀνάγκη γιά τόν ἄνθρωπο νά ὑπάρχει Θεός, γιά νά ἐξασφαλίζει τά
ὅσα εἴπαμε. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι φίλαυτος καί ὑποδουλωμένος στά πάθη του καί θέλει νά
περνάει καλά, καί ἐφ’ ὅσον εἶναι λοιπόν μία ἀνάγκη γιά τόν ἄνθρωπο τό νά ὑπάρχει Θεός, ἄρα
Θεός ὑπάρχει! Χωρίς νά Τόν ψάχνουν, χωρίς νά ἀναζητοῦν Τόν Θεό.
172
Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν εἶχε τήν ἀνάγκη ἑνός Θεοῦ καί ἄν μποροῦσε νά ἐξασφαλίσει αὐτάρκεια τῶν
πρός τό ζῆν σ’ αὐτήν τήν ζωή μέ κάποιον ἄλλο τρόπο, τότε δέν ξέρει κανείς πόσοι ἄνθρωποι θά
πίστευαν στόν Θεό. Αὐτό, γίνεται, ἐν πολλοῖς στήν Ἑλλάδα. Βλέπετε σήμερα πού ἡ ἐπιστήμη
ὑπόσχεται νά καλύψει ὅλες τίς ἀνάγκες, πόσο ἔχει προχωρήσει ἡ ἀθεΐα. Λένε ‘’ἔχω τήν ἰατρική,
τήν ψυχολογία, τήν κοινωνιολογία ἱκανοποιῶ ὅλες μου τίς ἀνάγκες’’. Δέν χρειάζεται ὁ Θεός καί
ἔτσι οἱ ἄνθρωποι τῆς Δύσης ζοῦνε ἄθεοι, χωρίς καμία πνευματική ἀναζήτηση. «Παρασυνεβλήθη
τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις» (Ψαλμ. 48,13), ζοῦνε ὅπως τά ζῶα καί χειρότερα, γιατί ἀκριβῶς δέν
ὑπάρχει αὐτή ἡ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ καί πίστεψαν στόν νέο θεό τήν ἐπιστήμη καί τήν τεχνολογία,
νομίζοντας ὅτι μποροῦν μ’ αὐτές νά τά ἐξασφαλίσουν ὅλα καί ἀρνοῦνται τόν Θεό. Κι ὅταν εἶχαν
τόν Θεό, Τόν εἶχαν σάν ἕνα μέσο γιά νά ἱκανοποιήσουν κάποιες ἀνάγκες πού δέν μποροῦσαν μέ
ἄλλο τρόπο. Τώρα πού ἡ ἐπιστήμη καί ἡ ἰατρική λέει ὅτι θά λύσουν ὅλα τά προβλήματα, λένε ‘’δέν
χρειάζεται τώρα ὁ Θεός, οὔτε νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία, εἴμαστε ἄθεοι’’. Ἀκόμα καί τά μικρά παιδιά
στό σχολεῖο δηλώνουν ὅτι δέν πιστεύουν στόν Θεό καί τό θεωροῦν πολύ μοντέρνο αὐτό καί πολύ
σπουδαῖο.
Ἔτσι βλέπουμε, πολλοί ἄνθρωποι, ἐνῶ πρίν ἦταν ἀδιάφοροι ὡς πρός τήν θρησκεία, πρός τό τέλος
τῆς ζωῆς τους νά θρησκεύουν, μετά ἴσως ἀπό κάποιο γεγονός πού τούς φόβισε. Ἄλλο φαινόμενο
αὐτό τώρα. Τά γηρατειά, ὁ θάνατος. Τόν θάνατο δέν τόν ξεπέρασε ἀκόμη ἡ ἐπιστήμη, δέν τόν
νίκησε. Ἴσως καί νά τούς τρομοκράτησε καμιά ἀρρώστια, κανένας καρκίνος. Διότι πλέον δέν
μποροῦν νά ζήσουν χωρίς νά ἐπικαλοῦνται νά τούς βοηθήσει κάποιος Θεός, ἀπό δεισιδαιμονική
δηλαδή πρόληψη, ὄχι γιατί ἀληθινά ἀναζητοῦν τόν Θεό, ἀλλά ἀπό φόβο. Γι’ αὐτούς τούς λόγους ἡ
φύσις τοῦ ἀνθρώπου βοηθᾶ στό νά θρησκεύει ὁ ἄνθρωπος. Ἐπειδή δηλαδή ὅσο περνᾶνε τά χρόνια
ἡ φύση καταπίπτει, ὁ ἄνθρωπος τείνει νά θρησκεύει.
– Ἀλλά πόσο γνήσια εἶναι αὐτή ἡ θρησκευτικότητα;
Ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, οἱ παπποῦδες καί οἱ γιαγιάδες πού πᾶνε στήν Ἐκκλησία εἶναι πράγματι
ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ; Συγχωρέστε με ἀλλά πολύ ἀμφιβάλλω ἀπό αὐτά πού ἀκούω καί ἀπό τίς
συμβουλές πού δίνουν στά ἐγγόνια τους. Ἐνῶ ἡ μητέρα βοηθάει τό παιδί, ἔρχεται ἡ γιαγιά καί
γκρεμίζει αὐτό πού λέει ὁ Πνευματικός στό ἐγγόνι. Γνωρίζω πολλές περιπτώσεις πού τά παιδιά θά
ντύνονταν σωστά, ἀλλα ἡ γιαγιά ὑποστηρίζοντας ὅτι εἶναι πολύ αὐστηρός ὁ Πνευματικός, τά
παροτρύνει νά ντυθοῦν ἔξαλα καί ἀπρόσεκτα. Κι αὐτή ἡ γιαγιά ὑποτίθεται ὅτι ἐξομολογεῖται καί
πάει στήν Ἐκκλησία. Σημαίνει δηλαδή ὅτι οὐσιαστικά δέν ἔχει ἀλλάξει καί δέν ἔχει βρεῖ τόν Θεό,
γιατί ἄν εἶχε βρεῖ καί ζήσει τόν Θεό δέν θά τά ἔλεγε αὐτά. Ἁπλῶς θρησκεύει ἀπό μιά φοβία ἐνόψει
τοῦ θανάτου.
Αὐτό δέν ἰσχύει μόνο γιά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, ἰσχύει γιά τούς πιστούς ὅλων τῶν
θρησκειῶν, ὅσο περνάει ἡ ἡλικία δηλαδή νά θρησκεύουν περισσότερο. Παντοῦ ἡ φύσις τοῦ
ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἴδια. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος μετά τήν πτώση του, ἐσκοτισμένος ὅπως εἶναι κατά
φύσιν, -μᾶλλον, παρά φύσιν- ρέπει πρός τήν δεισιδαιμονία. Τά κάνει ὅλα δεισιδαιμονία. Ἀκόμα καί
στήν Ὀρθοδοξία παρατηροῦμε πόσοι ἄνθρωποι ἔχουν φυλαχτά, κομποσκοίνια στό χέρι -οὔτε
ξέρουν πῶς χρησιμοποιοῦνται- τά βάζουν μόνο στό χέρι, ἀπό μόδα ἤ σάν φυλαχτό, δεισιδαιμονία
δηλαδή. Ὅπως κάποιος πού πάει στόν μάγο καί τοῦ δίνει τό ματόχαντρο, ἔτσι κι αὐτός λέει στόν
παπά ‘’δῶσε μου κάτι νά μέ φυλάει’’. Ἀλλά ἡ ζωή του δέν ἀλλάζει. Τήν φιλενάδα δέν τήν ἀφήνει,
γιά νά τά λέμε ξεκάθαρα, δέν μετανοεῖ. Τώρα τό ἐρώτημα πού ἀκολουθεῖ εἶναι:
– Ποῦ σταματάει ἡ δεισιδαιμονία καί ποῦ ἀρχίζει ἡ ἀληθινή πίστις;
Σ’ αὐτά τά θέματα οἱ Πατέρες ἔχουν σαφεῖς θέσεις καί διδασκαλία. Ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος
ἀκολουθεῖ ἤ μᾶλλον νομίζει ὅτι ἀκολουθεῖ τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί ἁπλῶς πηγαίνει στήν
Ἐκκλησία κάθε Κυριακή, πού κοινωνεῖ κατά τακτά διαστήματα, πού χρησιμοποιεῖ τούς παπάδες
γιά νά τοῦ κάνουν ἁγιασμούς, εὐχέλαια κλπ., χωρίς νά ἐμβαθύνει σ’ αὐτά, παραμένοντας στό
γράμμα τοῦ νόμου καί ὄχι στό πνεῦμα τοῦ νόμου, αὐτός ὠφελεῖται ἰδιαίτερα ἀπό τήν Ὀρθοδοξία;
Καί βέβαια δέν ὠφελεῖται γιατί τά βλέπει ὡς μαγικά καί ἔχει κάνει τήν πίστη δεισιδαιμονία, τήν
173
Ὀρθοδοξία θρησκεία.
Μετά ἕνας ἄλλος, ὁ ὁποῖος προσεύχεται ἀποκλειστικά γιά τήν μέλλουσα ζωή γιά τόν ἑαυτό του καί
γιά τούς ἄλλους καί ἀδιαφορεῖ τελείως γι’ αὐτήν τήν ζωή, αὐτός πάλι ὠφελεῖται ἰδιαίτερα ἀπό τήν
Ὀρθοδοξία; Ὄχι, γιατί δέν ἔχει κάποιο ἀντίκτυπο στήν ζωή του. Νομίζει ὅτι ἐπειδή εἶναι ὀρθόδοξος
μετά θάνατον θά πάει στόν Παράδεισο.
Ἡ μία τάσις ἐκπροσωπεῖται ἀπό τόν παπά τῆς ἐνορίας καί ὅσους μαζεύονται γύρω του μέ τό
παραπάνω πνεῦμα, δηλαδή φωνάζει τόν παπά νά κάνει εὐχέλαιο καί ἁγιασμό καί νομίζει ὅτι ἔτσι
εἶναι καλός χριστιανός. Βέβαια δέν εἶναι κακό νά κάνει κάποιος εὐχέλαιο ἤ ἁγιασμό, νά μή γίνει
παρανόηση, ἀλλά ὅταν τά χρησιμοποιεῖς ὡς ἁγιαστικά μέσα μαζί μέ τήν ὅλη θεραπευτική τῆς
Ἐκκλησίας καί ὄχι ὡς μαγικά, χωρίς δηλαδή νά ἀλλάζει οὐσιαστικά ἡ ζωή σου, χωρίς νά μετανοεῖς.
Τότε δέν ὠφελεῖσαι, μᾶλλον βλάπτεσαι, γιατί χρησιμοποιεῖς καί τά πράγματα τοῦ Θεοῦ ὡς ἕνα
μαγικό ἐξάρτημα, ὡς ἕνα σύστημα μαγείας πού θά σέ σώσει χωρίς νά κάνεις κανέναν κόπο.
Καί ἡ ἄλλη ἐκπροσωπεῖται ἀπό ἕναν Γέροντα σέ μοναστήρι, συνήθως κάποιον ἀρχιμανδρίτη, πού
βρίσκεται σέ σύνταξη καί περιμένει νά πεθάνει, μέ μερικούς μοναχούς γύρω του, χωρίς καί αὐτοί
δηλαδή νά κάνουν θεραπευτική ἐργασία στόν ἑαυτό τους. Καί βέβαια ἄν κάνεις στόν ἑαυτό σου, θά
κάνεις καί στούς γύρω σου καί θά ἔχει ἀντίκτυπο σ’ ὅλη τήν οἰκουμένη.
Ἕνας ἀσκητής, ἕνας ἐρημίτης, ἕνας μοναχός δέν εἶναι ἀντικοινωνικός, ὅπως λανθασμένα ἔχει
ἐπικρατήσει, ὅτι κλείνεται στό μοναστήρι ἀντί νά πάει νά βοηθήσει στήν κοινωνία, γιατί ἕνας
μοναχός βοηθάει καί στηρίζει ὅλη τήν οἰκουμένη -ὅταν εἶναι ἀληθινός μοναχός- μέ τήν ἀγάπη καί
τήν δακρύβρεχτη προσευχή του καί ὅταν χρειαστεῖ πάει καί σωματικά καί βοηθάει. Ὅπως ὁ Μέγας
Ἀντώνιος ὅταν χρειάστηκε, παρόλο πού ἦταν πολύ μεγάλης ἡλικίας, κατέβηκε στήν Ἀλεξάνδρεια
γιά νά στηρίξει τούς χριστιανούς πού ἀγωνιζόντουσαν τότε ἐναντίον τῆς αἵρεσης τοῦ Ἀρείου. Ἀλλά
ἔχουμε τήν μαρτυρία τῶν Ἁγίων πού λένε ὅτι εἶναι στύλοι τῆς Οἰκουμένης οἱ ἅγιοι πού ζοῦν μέσα
στήν ἡσυχία καί τήν ἄσκηση. Καθόλου ἀντικοινωνικοί δέν εἶναι γιατί ἡ ἀληθινή κοινωνία καί
κοινωνικότητα εἶναι ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό καί διά τοῦ Θεοῦ μετά κοινωνεῖς μέ τούς πάντες καί
βοηθᾶς νά σωθοῦν οἱ πάντες μέ τήν προσευχή σου. Ὅταν ὅμως βλέπεις τήν Ὀρθοδοξία, τόν
Μοναχισμό καί τήν Ἐκκλησία σάν ἕνα σύστημα πού θά σοῦ ἐξασφαλίσει μιά καλή κατάσταση
μετά θάνατον, χωρίς νά ἐργάζεσαι σωστά πνευματικά μέσα σου, σφάλλεις.
Ἐφ’ ὅσον οἱ δύο αὐτές τάσεις δέν εἶναι ἐπικεντρωμένες γύρω ἀπό τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό,
ἀπό πατερικῆς ἀπόψεως, εἶναι λανθασμένες ὡς πρός ἐκεῖνο πού ἐπιδιώκουν, γιατί δέν ἐργάζονται
οὔτε οἱ μέν, οὔτε οἱ δέ στόν ἑαυτό τους καί δυστυχῶς σήμερα στίς ἐνορίες ἔχουμε μία
ἐκκοσμίκευση καί δέν διδάσκεται κἄν αὐτή ἡ πνευματική ἐργασία. Πῶς θά κάνουν κάθαρση ἀπό τά
πάθη τους οἱ ἐνορίτες καί πῶς θά φτάσουν στόν φωτισμό καί ἄν θέλει ὁ Θεός στή θέωση; Οὔτε κἄν
ἀκούγονται αὐτές οἱ λέξεις μέσα στήν Ἐκκλησία, οὔτε τή λέξη μετάνοια δέν ἀκοῦμε στά σύγχρονα
κηρύγματα. Σπάνιο πράγμα νά τήν ἀκούσεις. Καί τί ἀκοῦμε; Γιά χορούς παραδοσιακούς, λαϊκά
γλέντια, συσσίτια, φιλανθρωπία… Δέν λέμε ὅτι δέν εἶναι καλά αὐτά, ἀλλά δέν εἶναι τό ἔργο τῆς
Ἐκκλησίας αὐτό. Καί ἀπό τήν ἄλλη εὐχέλαια καί ἁγιασμούς καί εἴμαστε καλοί χριστιανοί. Οἱ
παπάδες ἐπίσης δέν προλαβαίνουν γιατί πρέπει νά τρέχουν ἀπό εὐχέλαιο σέ ἁγιασμό καί ἀπό
ἁγιασμό σέ γάμο κ.λ.π. Τό μυστήριο τοῦ γάμου ἔχει κι αὐτό πλήρως ἐκκοσμικευτεῖ καί γίνεται
ἐμπαιγμός τοῦ Θεοῦ τελικά καί καμία θεραπευτική. Αὐτό βέβαια μπορεῖ νά συμβεῖ καί σέ ἕνα
μοναστήρι, ἄν οἱ μοναχοί δέν ἐργάζονται ἐσωτερικά τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό καί κάνουν
ἄλλα πράγματα, ἐργόχειρα ἤ καί ἐργοστάσιο ὁλόκληρο καί ἐπιχείρηση μπορεῖ νά φτιάξουν ἤ ἁπλῶς
νά περιμένουν νά πεθάνουν. Ἑπομένως κι αὐτές οἱ καταστάσεις ἀποτελοῦν ἐκτροπή ἀφοῦ δέν
γίνεται ἐργασία.
Ὅσο ὅμως εἶναι ἐπικεντρωμένες γύρω ἀπό τήν κάθαρση καί τόν φωτισμό καί ἐφαρμόζουν τήν
Ὀρθόδοξη Πατερική ἀσκητική ἀγωγή γιά τήν ἀπόκτηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τότε μόνον τά
πράγματα τίθενται πάνω σέ ὀρθή βάση. Γιατί κυρίως ἡ κάθαρση, ὅπως μᾶς εἶπαν οἱ ἅγιοι Πατέρες,
γίνεται μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, δηλαδή μέ τήν συνεχή κατεύθυνση τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, μέ
174
τόν συνεχή προσανατολισμό τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεό. Τότε καθαρίζεται ὁ νοῦς. Ὁ
νοῦς ἔχει λογισμούς. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι εἴμαστε φορτωμένοι μέ ἕνα σωρό σκέψεις, λογισμούς
καί θέλουμε νά ἀπαλλαγοῦμε. Πῶς θά ἀπαλλαγοῦμε; Θά πάρουμε ἕνα σκουπόξυλο καί θά
κυνηγᾶμε τούς κακούς λογισμούς; Ὄχι. Γιά νά ξεκολλήσει ὁ νοῦς ἀπό αὐτούς, θά πρέπει νά
κολλήσει στόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ μέθοδος. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος «μήν ἀσχολεῖστε μέ
τό κακό». Μ’ αὐτή τήν ἔννοια τό ἔλεγε. Ὄχι νά μήν κάνετε τίποτα. Νά μήν κυνηγᾶτε τό κακό, ἀλλά
νά ἀγαπήσετε τόν Χριστό, πού σημαίνει νά προσεύχεστε, νά κολλήσει ὁ νοῦς στόν Θεό, ὁπότε
αὐτόματα μετά ξεκολλάει ἀπό αὐτά τά σάπια, τά βρώμικα, τά ἀνήθικα κ.λ.π.
– Ποῦ ὅμως διδάσκεται αὐτή ἡ μέθοδος τῆς νοερᾶς προσευχῆς;
Στίς ἐνορίες σπάνια νά βρεθεῖ κάποιος παπάς πού νά ἐνδιαφέρεται, νά ξέρει ἀπό αὐτά. Συνήθως δέν
ἔχουν ἰδέα. Γι’ αὐτό ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι σήμερα θέλουν κατήχηση πρῶτα οἱ παπάδες, μᾶλλον καί οἱ
Ἐπίσκοποι, ὥστε νά βροῦμε τόν σωστό προσανατολισμό μας, τήν ραχοκοκαλιά τῆς ὀρθόδοξης
παράδοσης, τό βίωμα τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ. Αὐτό μετά πρέπει νά διδαχθεῖ στόν λαό κι
ἔτσι θά θεραπευτεῖ ὁ λαός μας πού παραπέει καί καταλήγει σιγά-σιγά στήν εἰδωλολατρεία. Ἡ
Ἑλλάδα σταδιακά γίνεται εἰδωλολατρική, παντοῦ τό βλέπουμε αὐτό.
Ἔτσι λοιπόν πρέπει νά μποῦν τά πράγματα στήν ὀρθή βάση καί τότε μπαίνουν στήν ὀρθή βάση,
ὅταν βάλουμε ὡς ἄξονα τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα ὄχι τήν μαγεία καί τή δεισιδαιμονία, ἀλλά τήν
κάθαρση καί τόν φωτισμό. Δέν ἔχουν αὐτές οἱ τάσεις κοινόν ἄξονα. Ὁ κοινός ἄξονας πού διακρατεῖ
τήν Ὀρθοδοξία καί διατηρεῖ τήν συνοχή της, ὁ ἕνας καί μοναδικός της ἄξονας ἐπάνω σέ ὅλα τά
θέματα πού τήν ἀπασχολοῦν καί ὁ ὁποῖος τοποθετεῖ τά πράγματα πάνω σέ ὀρθή βάση, ὅταν
λαμβάνεται ὑπ’ ὄψιν, εἶναι ὁ ἄξονας: Κάθαρσις – φωτισμός – θέωσις, ὅπως τονίζει πολύ συχνά ὁ π.
Ἰωάννης.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες δέν ἐνδιαφέρονται γιά τό τί θά συμβεῖ στόν ἄνθρωπο μετά θάνατον ἀποκλειστικά,
ἀλλά ἐκεῖνο κυρίως πού τούς ἐνδιαφέρει εἶναι τό τί θά γίνει ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτήν τήν ζωή. Γιατί τό
κλειδί γιά τήν μετά θάνατον ζωή εἶναι ἐδῶ, σ’ αὐτή τή ζωή. Μετά θάνατον δέν ὑπάρχει θεραπεία
τοῦ νοός, -οὔτε μετεμψύχωση ὑπάρχει -οἱ ἀνοησίες πού λένε- οὔτε αὐτοβελτίωση, οὔτε κύκλοι
διαδοχικοί πού βελτιώνεται ὁ ἄνθρωπος. Μία φορά γεννιέται ὁ ἄνθρωπος καί συνεπῶς μία φορά
πεθαίνει. Ἄρα ὅλα ἐξαρτῶνται πῶς θά ζήσει σ’ αὐτή τή ζωή ἐδῶ πρίν πεθάνει. «Ἐν τῷ Ἅδῃ οὔκ
ἔστι μετάνοια», αὐτό εἶναι δόγμα, δέν ἀλλάζει. Δέν μπορεῖς ν’ ἀλλάξεις μετά θάνατον. Οὔτε
ἐξαφανίζεσαι μετά θάνατον, ἄλλη ἀπάτη αὐτή τοῦ διαβόλου. Νομίζουν ὅτι ἄν πεθάνουν θά
ἡσυχάσουν ἤ αὐτοί πού θά αὐτοκτονήσουν θά ἡσυχάσουν. Δέν θά ἡσυχάσουν καθόλου. Ἁπλῶς δέν
θά ἔχουν τό σῶμα τους καί θά εἶναι χειρότερα, γιατί τώρα μέ τό σῶμα ἔχεις καί μιά
ψευτοπαρηγοριά ἀπό τίς σωματικές ἀπολαβές. Ἐκεῖ δέν θά ἔχεις οὔτε αὐτό. Θά εἶσαι σκέτος, μέ
τούς λογισμούς σου, μέ τίς ἐπιθυμίες σου, μέ τά πάθη σου, τά ὁποῖα δέν θά μπορεῖς νά
ἐκπληρώσεις καί αὐτό θά εἶναι χειρότερη κόλαση. Καί ἀλλοίμονο σ’ αὐτούς πού αὐτοκτονοῦν,
ἀλλοίμονο! Αὐτοί θά ἔχουν τήν πιό μεγάλη ταλαιπωρία.
Γι’ αὐτό ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία δέν εἶναι ὑπερκοσμική, νά μιλάει γιά τά ὑπερκόσμια καί τό
ὑπερπέραν. Οὔτε μελλοντολογική, γιά τό μέλλον, οὔτε ἐσχατολογική, γιά τά ἔσχατα, ἀλλ’ εἶναι
καθαρά ἐνδοκοσμική, γιά ἐδῶ καί τώρα. Τώρα πρέπει νά μετανοήσεις, νά καθαρθεῖς, νά φωτιστεῖς
καί νά θεωθεῖς. Διότι τό ἐνδιαφέρον τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο σ’ αὐτόν τόν κόσμο, σ’
αὐτήν τήν ζωή, ὄχι μετά θάνατον. Τό μετά θάνατον θά ἔρθει στή συνέχεια ἐντελῶς φυσιολογικά καί
θά εἶναι καλό, ὅταν στήν παροῦσα ζωή ἔχεις ἐργαστεῖ.
– Ἡ κάθαρσις καί ὁ φωτισμός γιά ποιόν λόγο χρειάζονται;
Κι αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό. Γιατί νά κάνουμε κάθαρση καί φωτισμό; Ἐπειδή ἁπλῶς τό λέμε ἤ
μήπως γιά νά πᾶμε στόν Παράδεισο καί νά ἀποφύγουμε τήν κόλαση; Γι’ αὐτό χρειάζονται; Εἰς τί
συνίσταται ἡ κάθαρσις καί ὁ φωτισμός καί γιά ποιόν λόγο ἐπιδιώκονται ἀπό τούς Ὀρθοδόξους; Γιά
νά βρεῖ κανείς τόν λόγο καί νά δώσει ἀπάντηση στήν ἐρώτηση αὐτή, πρέπει νά κατέχει τό βασικό
175
κλειδί, τό ὁποῖο εἶναι τοῦτο: Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐπάνω στήν γῆ, ὅλοι, Ὀρθόδοξοι, Βουδιστές, ἄθεοι,
μασόνοι, εἰδωλολάτρες, ὅλοι ἔχουν τό ἴδιο τέλος ἀπό Ὀρθόδοξη θεολογική ἄποψη.
Εἴτε εἶναι κανείς Ὀρθόδοξος, εἴτε εἶναι Βουδιστής, εἴτε Ἰνδουϊστής, εἴτε ἀγνωστικιστής, εἴτε ἄθεος,
ὁ,τιδήποτε κι ἄν εἶναι, δηλαδή κάθε ἄνθρωπος ἐπάνω στήν γῆ, εἶναι προωρισμένος νά δεῖ τήν δόξα
τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, θέλουν δέν θέλουν, θά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τόν Θεό, τό
ἄκτιστο Φῶς, αὐτή εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Τό φῶς πού εἶχε γύρω του ὁ Χριστός στήν
Μεταμόρφωση εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ. Στή Μεταμόρφωση τό εἶδαν μόνο οἱ Ἀπόστολοι, τότε θά τό
δοῦν ὅλοι, ὄχι μόνο οἱ Ὀρθόδοξοι, ὅλοι. Ὅλοι βέβαια κατά τό κοινό τέλος τῆς ἀνθρωπότητος κατά
τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ, θά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Θά ἔρθει ἐν δόξη μέ ὅλους τούς
ἀγγέλους καί τούς ἁγίους, ὄχι ὅπως τήν πρώτη φορά ἀψοφητί, δηλαδή ἀθόρυβα. Ἀλλά μέ μία πολύ
σημαντική διαφορά: Οἱ μέν σεσωσμένοι –καί βέβαια βαπτισμένοι καί καθαρμένοι-φωτισμένοι- θά
δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ ὡς Φῶς, γλυκύτατον καί ἀνέσπερον, οἱ δέ κολασμένοι, θά δοῦν τήν ἴδια
δόξα τοῦ Θεοῦ ὡς πῦρ καταναλίσκον, σάν φωτιά πού θά τούς καίει. Ἔτσι θά τό δοῦν οἱ ἄνθρωποι
οἱ ἀφώτιστοι, οἱ μή σεσωσμένοι, οἱ μή μετανοημένοι. Αὐτή ἡ φωτιά θά τούς καίει. Αὐτό εἶναι ἡ
κόλαση.
Αὐτό, τό ὅτι ὅλοι θά δοῦμε τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα ἀληθινό καί ἀναμενόμενο γεγονός. Τό
λέει ὁ Θεός στήν Ἁγία Γραφή καί ὁ Θεός εἶναι ἀψευδής: «ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θά Μέ δοῦνε καί πᾶν
γόνυ κάμψῃ» (Φιλιπ. 2,10). Δέν θά μπορεῖ τότε κανείς νά κάνει τόν ‘ἔξυπνο’ μπροστά στόν Χριστό,
ὅλοι θέλουν δέν θέλουν, οἱ πάντες καί οἱ δαίμονες θά γονατίσουν, ἀλλά δέν θά δοῦνε ὅλοι τόν Θεό
καί τήν δόξα Του μέ τόν ἴδιο τρόπο. Τό νά δεῖ κανείς τόν Θεό, δηλαδή τήν δόξα Του, τό Φῶς Του,
αὐτό εἶναι κάτι πού θά γίνει εἴτε τό θέλουμε εἴτε ὄχι. Ἡ βίωσις ὅμως αὐτοῦ τοῦ Φωτός θά εἶναι
διαφορετική στούς μέν ἀπό τούς δέ. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δηλαδή ἀγαπάει τόν Θεό, ἔχει μετανοήσει, ἔχει
φωτιστεῖ σ’ αὐτή τή ζωή, ὄχι μετά θάνατον, αὐτός θά δεῖ τότε τόν Θεό ὡς Φῶς γλυκύτατο καί
ἀνέσπερο -πού δέν δύει ποτέ- καί θά χαίρεται. Οἱ ἄλλοι θά δοῦνε τόν Θεό ὡς πῦρ.
Ὁπότε τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν παπάδων δέν εἶναι νά μᾶς βοηθήσουν νά δοῦμε αὐτήν τήν
δόξα, διότι αὐτό θά γίνει ὁπωσδήποτε. Τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας ἐστιάζεται στό πῶς θά δεῖ ὁ κάθε
ἄνθρωπος τόν Θεόν. Ὄχι στό ἄν θά δεῖ τόν Θεόν, γιατί αὐτό θά γίνει σίγουρα. Δηλαδή τό ἔργο τῆς
Ἐκκλησίας εἶναι νά κηρύττει στούς ἀνθρώπους ὅτι ὑπάρχει Θεός ἀληθινός, ὅτι ὁ Θεός
ἀποκαλύπτεται, εἴτε ὡς Φῶς, εἴτε ὡς πῦρ καταναλίσκον, ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κατά τήν Δευτέρα
Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά δοῦμε τόν Θεόν, καί νά προετοιμάζει τά μέλη της, ὥστε νά δοῦν τόν
Θεόν ὄχι σάν φωτιά, ἀλλά σάν Φῶς. Αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί αὐτό πρέπει νά ἀρχίσει
ἀπό ἐδῶ. Γι’ αὐτό λένε οἱ ἅγιοι, ἄν δέν δεῖς τόν Θεό ἀπό δῶ ὡς Φῶς, μήν περιμένεις νά Τόν δεῖς
στήν ἄλλη ζωή. Δέν ὑπάρχει περίπτωση. Δέν εἶναι τυχαῖο γεγονός. Πρέπει νά ἐπιδιώξεις, νά κάνεις
ὅ,τι λέει ἡ Ἐκκλησία γιά νά δεῖς τόν Θεό ὡς Φῶς ἀπό αὐτή τή ζωή.
Μία μερική ἐμπειρία αὐτοῦ τοῦ φωτός τήν ἔχουν οἱ ἄνθρωποι μετά θάνατον, πρίν τή Δευτέρα
Παρουσία, ὅπου ὅλες οἱ ψυχές προγεύονται τό τί θά ζήσουν μετά τή Δευτέρα Παρουσία. Ὅταν
φεύγει δηλαδή ἕνας ἄνθρωπος ἀπ’ αὐτή τή ζωή, περνάει σέ μία κατάσταση, ὅπου προγεύεται τί θά
ζήσει μετά τή Δευτέρα Παρουσία. Ἄν εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, προγεύεται τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί
ἔχει μία πρώτη ἐμπειρία αὐτῆς τῆς χαρᾶς καί τῆς μετοχῆς στό ἀνέσπερο φῶς. Ὅποιος εἶναι
ἀμετανόητος, προγεύεται τήν κόλαση ἀμέσως μετά τόν θάνατό του. Μερικοί μάλιστα ἀρχίζουν καί
βλέπουν πρίν πεθάνουν, πού πέφτει τό πέπλο, τούς δαίμονες πού ἔρχονται νά τούς βασανίσουν. Γι’
αὐτό καί ἔχουμε τρομακτικούς θανάτους, πού δέν βγαίνει ἡ ψυχή τους καί ἀρχίζουν καί φωνάζουν
καί οὐρλιάζουν καί βλέπουν πράγματα καί ἀκοῦνε φωνές κ.λ.π. Βλέπει ἡ ψυχή αὐτό πού τήν
περιμένει, γι’ αὐτό φωνάζει, γιατί εἶναι ἀτακτοποίητη. Ἔχουμε τέτοιους φοβερούς θανάτους, ὅπως
λέγανε γιά τούς ἄθεους, π.χ. τοῦ Στάλιν, πού εἶχε σφάξει τόσα ἑκατομμύρια καί περιγράφει ἡ κόρη
του πού ἦταν χριστιανή τόν φοβερό του θάνατο καί πῶς ἔβλεπε τούς δαίμονες. Δέν μᾶς λέει
παραμύθια ἡ Ἐκκλησία γιά τούς δαίμονες. Οὔτε γιά τόν Θεό φυσικά. Ὅλοι θά δοῦμε τόν Θεό, ἀλλά
τό θέμα εἶναι νά τό πιστέψουμε καί νά προετοιμαστοῦμε νά Τόν δοῦμε ὡς Φῶς καί ὄχι ὡς φωτιά.
176
Αὐτή ἡ προετοιμασία τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί ὅλων τῶν ἀνθρώπων, πού θέλουν νά
δοῦν τόν Θεόν ὠς Φῶς, εἶναι στήν οὐσία της μία θεραπευτική ἀγωγή. Εἶναι ἰατρική δηλαδή καί
εἶναι ἡ μοναδική ἰατρική πού μᾶς ἐξασφαλίζει αὐτή τήν θέα καί ὑπάρχει μόνο στήν Ὀρθοδοξία.
Πουθενά ἀλλοῦ δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ θεραπευτική μέθοδος καί διαδικασία, ἡ ὁποία πρέπει νά
ἀρχίσει καί νά τελειώσει σ’ αὐτήν τή ζωή. Πρέπει σ’ αὐτήν τή ζωή νά γίνει ἡ θεραπεία καί νά
περατωθεῖ. Διότι μετά θάνατον οὐκ ἔστι μετάνοια. Γι’ αὐτό πολύ ἀδικοῦν τούς ἑαυτούς τους
ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι πού ἐξομολογοῦνται τά μισά καί ἀφήνουν ἀνεξομολόγητες ἁμαρτίες καί τίς
παίρνουν μαζί τους. Αὐτό θά τούς κοστίσει τήν κόλαση γιατί ἔμειναν οὐσιαστικά ἀμετανόητοι.
Αὐτή ἡ θεραπευτική ἀγωγή εἶναι ἡ οὐσία καί τό κύριο περιεχόμενο τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως
ὡς καί ἡ κύρια μέριμνα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Αὐτό θά ἔπρεπε νά εἶναι, γιατί σήμερα ὑπάρχει
ἐκκοσμίκευση, νά τραβήξουμε τόν κόσμο, νά κάνουμε κομπιούτερ, ζωγραφική, χορούς,
χορωδίες… Αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας; Συνίσταται δέ καί ἀποτελεῖται –αὐτή ἡ μέθοδοςἀπό τά ἀκόλουθα τρία στάδια πνευματικῆς ἀναβάσεως: Τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη καί τίς κακές
συνήθειες πού ἐπειδή γίνονται πολλές φορές καταλήγουν σέ πάθος. Γιά παράδειγμα, ἄν θυμώσεις
μιά φορά δέν ἔχεις καί τό πάθος τοῦ θυμοῦ, ἀλλά ἄν τό κάνεις δύο, τρεῖς, πέντε, δέκα, τότε ἀποκτᾶς
τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Καί αὐτό τό πρῶτο στάδιο τό κάνει κανείς μέ τήν πίστη, ἀλλά βέβαια καί μέ
τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά πᾶς στόν Πνευματικό νά ἐξομολογηθεῖς, νά κλάψεις, νά
προσευχηθεῖς καί νά κάνεις ὑπακοή σέ αὐτά πού θά πεῖ. Τό δεύτερο στάδιο εἶναι ὁ φωτισμός πού
ἔρχεται ἐπίσης ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί λέγεται φωτιστική αὐτή ἡ χάρη, καί τό
τρίτο στάδιο εἶναι ἡ θέωση, πού γίνεται πάλι ἀπό τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί λέγεται θεωτική χάρις.
Συμβαίνει δέ καί τοῦτο: Ἄν δέν φθάσει κανείς τουλάχιστον σέ κατάσταση μερικοῦ φωτισμοῦ, σ’
αὐτήν τήν ζωή, δέν μπορεῖ νά δεῖ τόν Θεόν σάν Φῶς οὔτε σ’ αὐτήν τήν ζωή, ἀλλά οὔτε καί στήν
ἄλλη ζωή.
Τό ἐλάχιστο δηλαδή εἶναι νά κάνεις τήν κάθαρση καί νά φτάσεις σέ ἕναν τουλάχιστον μερικό
φωτισμό γιά νά μπορέσεις νά σωθεῖς. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος: «Τοσοῦτον
τῆς Ἐκείνου θέας ἐκπέσομεν», τόσο θά ἐκπέσουμε ἀπό τήν θέα τοῦ Θεοῦ, δέν θά δοῦμε τόν Θεό,
«κατά τήν ἀναλογίαν τῆς ἑκάστου ἡμῶν ἀπ’ ἐντεῦθεν ἀμβλυωπίας» ἀνάλογα μέ τήν βλάβη πού
ἔχουμε στά μάτια μας, τά πνευματικά μάτια σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ζωή, «καθ’ ὅσον τοῦ φωτός αὐτοῦ
ἑκουσίως ἑαυτούς ὑστερήσαμεν ἐν τῆ παρούση ζωή», καθ’ ὅσον στερήσαμε τόν ἑαυτό μας μέ τή
θέλησή μας στήν παροῦσα ζωή ἀπό αὐτό τό Φῶς. Τόσο λοιπόν θά ξεπέσει κανείς ἀπό τήν θέα τοῦ
Θεοῦ, θά δεῖ δηλαδή τόν Θεό ὡς φωτιά καί ὄχι ὡς Φῶς, ὅσο περισσότερο στέρησε τόν ἑαυτό του σ’
αὐτή τήν ζωή ἀπό τό Φῶς τοῦ Θεοῦ λόγω τεμπελιᾶς καί ραθυμίας, γιατί δέν ἤθελε νά βιάσει τόν
ἑαυτό σου νά προσευχηθεῖ, νά μετανοήσει, νά ἀλλάξει ζωή καί νά πολεμήσει τά πάθη του. Διότι τά
πάθη μποροῦμε νά τά κόψουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀρκεῖ νά θελήσουμε καί νά ἐργαστοῦμε
πνευματικά καί τότε μᾶς βοηθάει ὁ Θεός νά τά κόψουμε. Τό φῶς ὑπάρχει καί ἡ μέθοδος ὑπάρχει
καί ἄν θέλουμε τά βρίσκουμε. Ὁ διαμοιραστής ὑπάρχει, ἡ Ἐκκλησία. Θεραπευτές ὑπάρχουν μέσα
στήν Ἐκκλησία, ἀλλά χρειάζεται νά κουραστεῖς καί νά ψάξεις.
Ἔτσι εἶναι φανερό ὅτι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐνδιαφέρονται γιά τόν ἄνθρωπο ὅπως εἶναι
σήμερα, αὐτήν τήν στιγμή. Καί ἐκεῖνος, πού χρειάζεται θεραπεία, εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος
ἔχει καί τήν εὐθύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ νά ἀρχίσει αὐτό τό ἔργο σήμερα, σ’ αὐτήν τήν ζωή, διότι σ’
αὐτήν τήν ζωή μπορεῖ. Ὄχι μετά θάνατον, μετά θάνατον δέν θά μπορέσει νά κάνει τίποτα. Καί
αὐτός ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος, πού θά ἀποφασίσει γιά τό ἄν θά ἀκολουθήσει αὐτόν τόν
δρόμο τῆς θεραπείας ἤ ὄχι. Ἡ σωτηρία δηλαδή εἶναι στά χέρια μας. Δέν εἶναι κάτι τυχαῖο. Ὁ Θεός
θέλει ὅλους νά μᾶς σώσει, ἀλλά ἐξαρτᾶται ἀπό μᾶς ἄν θά θελήσουμε νά μποῦμε σ’ αὐτή τή
διαδικασία τῆς θεραπείας.
Ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδός» (Ἰω. 14,6). Ἡ ὁδός πρός τί; Πρός τά ποῦ πάει ὁ δρόμος τοῦ
Χριστοῦ; Ὄχι μόνον πρός τήν ἄλλη ζωή. Ὁ Χριστός εἶναι πρῶτα ἡ ὁδός σ’ αὐτήν τήν ζωή. Ὁ
Χριστός εἶναι δηλαδή ὁ τρόπος. Αὐτό σημαίνει ὁδός, ὁ τρόπος. Ὅπως ἔζησα Ἐγώ, πρέπει νά
ζήσετε κι ἐσεῖς. Ὅ,τι ἔκανε ὁ Χριστός στή γῆ, γιά μᾶς τά ἔκανε, γιά νά μᾶς δώσει πρότυπο καί
177
τρόπο ζωῆς. Δέν πᾶνε ὅλες οἱ θρησκεῖες στόν Θεό, ὅπως ὑποστηρίζουν οἱ Οἰκουμενιστές,
διεθνιστές καί ἄλλοι πού τό παίζουν καί μεγάλοι καί κουλτουριάρηδες καί πνευματικοί ἄνθρωποι
καί λένε ‘’ἐγώ πάω καί στό τζαμί καί προσεύχομαι καί στήν ἐκκλησία καί στούς δωδεκαθεϊστές,
ἐγώ εἶμαι ἀνοιχτόμυαλος ἄνθρωπος, διευρυμένος καί τούς δέχομαι ὅλους’’. Ἔτσι λένε καί οἱ
μασόνοι ‘’ἐμεῖς εἴμαστε καλοί ἄνθρωποι, τούς δεχόμαστε ὅλους’’ καί νομίζουν ὅτι αὐτό εἶναι
σπουδαῖο. Ἀλλά δέν πᾶνε ὅλοι οἱ δρόμοι στόν Χριστό, στόν Θεό γιατί ὁ Χριστός εἶπε: «Ἐγώ εἰμι ἡ
ὁδός». Ἄν ἀρνεῖσαι τήν ὁδό, δέν πᾶς στόν Πατέρα. Ἡ ὁδός γιά τόν Πατέρα εἶναι ὁ Χριστός.
Οἱ Μουσουλμάνοι δέχονται τόν Χριστό ὡς Θεό; Ὄχι, Τόν βλασφημοῦν, Τόν ἀρνοῦνται. Οἱ
Ἰουδαῖοι δέχονται τόν Χριστό; Ὄχι, Τόν σταύρωσαν. Πῶς λοιπόν λένε πώς ἔχουμε τόν ἴδιο Θεό μέ
τούς Μουσουλμάνους καί μέ τούς Ἰουδαίους; Δέν ἔχουμε τόν ἴδιο Θεό. Οὔτε ὁ δρόμος τους μᾶς
πάει στόν Θεό-Πατέρα. Γιατί λένε οἱ μονοθεϊστικές θρησκεῖες ἔχουμε ὅλοι τόν ἴδιο Πατέρα. Ψέμα
εἶναι αὐτό. Καί ὁ Χριστός εἶπε σαφῶς στούς Ἰουδαίους ποιόν ἔχουν πατέρα: τόν διάβολο, «ὑμεῖς ἐκ
τοῦ πατρός τοῦ διαβόλου ἐστέ» (Ἰω. 8,44). Μή λέτε ὅτι ἔχετε πατέρα τόν Ἀβραάμ ἤ τόν Θεό, γιατί
δέν θέλετε Ἐμένα. Ἀπό τή στιγμή πού ἀρνεῖστε Ἐμένα, ἀρνεῖστε καί τόν Πατέρα μου.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ὁδός πρός τόν Πατέρα Του καί Πατέρα μας. Ὁ Χριστός ἀποκαλύπτεται στόν
ἄνθρωπο πρῶτα σ’ αὐτήν τήν ζωή καί τοῦ δείχνει τόν δρόμο πρός τόν Πατέρα. Αὐτός ὁ δρόμος
εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν δεῖ τόν Χριστόν σ’ αὐτήν τήν ζωή τουλάχιστον μέ τήν
νοερά αἴσθηση, δέν θά δεῖ τόν Πατέρα, δηλαδή τό Φῶς τοῦ Θεοῦ οὔτε στήν ἄλλη ζωή, δηλαδή ἄν
δέν ἀποκτήσει τόν καρπό τοῦ Πνεύματος πού λέει ὀ Ἀπόστολος Παῦλος «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη,
μακροθυμία…» (Γαλ. 5,22). Λένε ‘’εἶμαι χριστιανός’’ καί εἶναι γεμάτοι ἄγχος. Ποῦ εἶναι ἡ εἰρήνη;
Γιατί δέν ἔχεις φανερό τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Τί χριστιανός εἶσαι; Πρέπει νά
ἀναρωτηθεῖς. Γιατί ἔχεις ἄγχος; Δέν ἔχεις κακή διάθεση, ἀλλά κάτι δέν κάνεις σωστά, κάπου ἔχεις
μπλοκάρει. Δηλαδή κι ἄν δέν φτάσεις στή θέωση, πού εἶναι ἡ κορύφωση, τό τελευταῖο σκαλοπάτι,
τουλάχιστον νά αἰσθανθεῖς αὐτόν τόν καρπό, νά ἠρεμήσει ἡ ψυχή σου, νά ἀναπαυτεῖς, νά φανεῖ σέ
σένα καί στούς ἄλλους ἡ ἀλλαγή. Νά χαίρεσαι. Πῶς θά εἶναι κανείς χαρούμενος; Ἄν τό ἔχουν ὡς
σύνθημα, ὅπως οἱ Πρόσκοποι «νά εἶσαι χαρούμενος, νά εἶσαι αἰσιόδοξος»; Μήπως τό λές καί
φεύγει ἡ κατάθλιψη; Δέν φεύγει ἔτσι. Γιά νά εἶσαι χαρούμενος πρέπει νά ἔχεις ἐνεργό τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Εἶναι στοιχεῖο τοῦ καρποῦ ἡ χαρά. Ἄρα δέν σωζόμαστε μαγικά ἤ τυχαῖα. Θά πρέπει νά τό
ζοῦμε ἀπό αὐτή τή ζωή.
Ἔτσι λοιπόν μέ τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ θά ἀναστηθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, δέν θά
ἐξαφανιστοῦν. Ἀλλά θά εἶναι τυφλοί καί θά βλέπουν τόν Θεό ὠς πῦρ, ὡς φωτιά. Δέν θά
ἀπολαμβάνουν τό ἄρρητο Φῶς τοῦ Θεοῦ, τήν ἄρρητη γλυκύτητα τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ. Θά
παραμείνουν ὡς πρόσωπα ὀντολογικά, ἀλλά δέν θά ἔχουν μέθεξη Θεοῦ, μετοχή στόν Θεό. Οἱ
δίκαιοι θά ἔχουν μέθεξη καί κοινωνία μέ τόν Θεό. Ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, οἱ
ἁμαρτωλοί θά ζήσουν τό ‘’ἀεί φεῦ εἶναι’’, φεῦ = ἀλλοίμονο, τό πάντοτε νά ἔχουν μία ὕπαρξη
ἀλλοίμονο, ἄθλια καί φοβερή, ἐνῶ οἱ δίκαιοι τό ‘‘ἀεί εὖ εἶναι’’, τό πάντοτε νά εἶναι καλά, τήν
ἀληθινή καλοσύνη καί μακαριότητα.
Αὐτά τά πράγματα εἶναι πολύ χρήσιμα καί πρέπει νά τά γνωρίζουμε καί νά τά λέμε καί στούς
ἄλλους, γιατί νά σᾶς πῶ καί τόν προσωπικό μου λογισμό καί τήν ἀγωνία μου, βλέπω ὅτι ἔτσι ὅπως
ἐξελίσσονται τά πράγματα σέ λίγα χρόνια δέν θά εἴμαστε Ὀρθόδοξοι. Πόσα νέα παιδιά εἶναι τώρα
στήν Ἐκκλησία; Πόσα πιστεύουν στόν Χριστό; Ἐλαχιστότατα. Ποιοί θά συνεχίσουν αὐτή τήν
Ὀρθόδοξη παράδοση; Μετά ἀπό τριάντα-σαράντα χρόνια, φυσικῶ τῷ τρόπω, θά φύγουμε. Ἄν
λοιπόν δέν ζήσουμε ἐμεῖς σωστά, ὥστε νά μεταλαμπαδεύσουμε αὐτή τήν παράδοση στούς
ἑπόμενους, θά πάψει νά ὑπάρχει ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλληνική Ἐκκλησία. Στόν κόσμο θά ὑπάρχει ἡ
Ἐκκλησία. Σίγουρα κάπου θά ὑπάρχει, γιατί ὁ Χριστός μας τό εἶπε: «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν
αὐτῆς» (Ματθ. 16,18). Άλλά Ὀρθόδοξη Ἑλληνική Ἐκκλησία δέν ξέρω ἄν θά ὑπάρχει μέ τή ζωή
πού κάνουμε.
Ἄς ἀγωνιστοῦμε λοιπόν καί γιά μᾶς καί γιά τούς ἄλλους, γιατί εἶναι μέγιστη ἀπανθρωπιά καί γιά
178
τούς ἄλλους, νά ἔχεις τό Φῶς καί οὔτε ἐσύ νά τό ζεῖς, οὔτε νά δείχνεις τόν δρόμο στούς ἄλλους. Ἄν
προσπαθήσει μάλιστα κάποιος νά ζήσει αὐτόν τόν δρόμο, τόν ἐμποδίζουν κιόλας. Αὐτό εἶναι τό
τραγικό. Ὅπως εἶπε ὁ Χριστός γιά τούς γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ἦταν
θρησκευόμενοι καί εἶχαν κάνει τήν παράδοση πού ὑπῆρχε -ἀπό τά χρόνια τοῦ Ἀδάμ ἀκόμα- τήν
εἶχαν κάνει θρησκεία. Γι’ αὐτό ἄκουσαν τά «οὐαί» ἀπό τόν Χριστό. Ἦταν οἱ θρησκευόμενοι τῆς
ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ. Καί ποιοί σταύρωσαν τόν Χριστό; Αὐτοί Τόν σταύρωσαν! Δέν Τόν
σταύρωσαν οἱ ἄθεοι, οὔτε οἱ εἰδωλολάτρες, ἀλλά οἱ θρησκευόμενοι ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης,
πού εἶχαν κάνει τήν θεραπευτική παράδοση τῶν Προφητῶν θρησκεία, μαγεία, καί ἐξυπηρετοῦσαν
τά συμφέροντά τους. Κατέσθιαν λέει τά σπίτια καί τίς περιουσίες τῶν χηρῶν καί τῶν ὀρφανῶν καί
αὐτούς πού θέλανε νά μποῦν στή Βασιλεία δέν τούς ἀφήνανε. «Ἐσεῖς δέν εἰσέρχεστε, οὔτε
ἐκείνους πού θέλουν νά εἰσέλθουν τούς ἀφήνετε νά εἰσέλθουν» (Ματθ. 23,14). Καί τόν Χριστό Τόν
σκότωσαν γιατί ἀκριβῶς τούς χαλοῦσε αὐτό τό σύστημα τῆς θρησκείας πού εἶχαν φτιάξει καί
μαζεύανε χρήματα γιατί λάτρευαν τόν μαμωνᾶ καί ἤθελαν καί τήν δόξα τῶν ἀνθρώπων. Δυστυχῶς
αὐτό ὑπάρχει καί σήμερα, ἀκόμα καί μέσα στήν Ἐκκλησία, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι καί παπάδες
καί Δεσποτάδες. Καταδυναστεύουν τόν λαό. Οὔτε τόν λαό ἀφήνουν νά θεραπευτεῖ, οὔτε κι αὐτοί
θεραπεύονται. Ὁ Θεός τούς εἶναι ὁ μαμωνᾶς.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ.: Αυτή ἡ πορεία κάθαρση – φωτισμός – θέωση κατά πόσο εἶναι μονόδρομος; Δηλαδή ἅπαξ καί
κάποιος μπεῖ σ’ αὐτόν τόν δρόμο καί μπορεῖ νά φτάσει σ’ ἕνα σημεῖο φωτισμοῦ ἤ καί πιό πάνω,
πόσο εὔκολο εἶναι μετά νά ἔχει πισωγύρισμα;
Ἀπ.: Πόσο εὔκολα ὁ Πέτρος ἀρνήθηκε τόν Χριστό; Ὁ Πέτρος δέν εἶχε φτάσει μόνο στόν φωτισμό.
Εἶχε φτάσει ἀκόμα πιό ψηλά, στή θέωση. Πότε ἔγινε ἡ θέωσή του; Λίγο πρίν τήν Σταύρωση. Οἱ
Πατέρες λένε περίπου 40 μέρες πρίν τόν Σταυρό. Γι’ αὐτό γιορτάζουμε τό Θαβώρ σαράντα μέρες
πρίν τήν ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, πού γιά μᾶς εἶναι Μεγάλη Παρασκευή καί νηστεύουμε.
Δέν εἶναι λοιπόν δύσκολο. Ἄν δέν προσέξει ὁ ἄνθρωπος καί στήν κορυφή τῆς θέωσης μπορεῖ νά
φτάσει καί μετά νά τά χάσει ὅλα. Ὑπάρχει ὅμως μιά διαφορά μέ τόν ἀπόστολο Πέτρο. Ἦταν
ἀβάφτιστος. Τό ἔπαθε πρίν τήν Πεντηκοστή. Ἐμεῖς τό παθαίνουμε μετά τήν Πεντηκοστή. Αὐτό
εἶναι τό τραγικό. Γιατί στήν Πεντηκοστή παίρνουμε τήν πλήρη φώτιση. Θέωση παίρνουμε στήν
Πεντηκοστή. Πῶς ὅμως τήν κρατᾶμε; Πόσοι τήν κρατᾶνε τήν θέωση; Οὐσιαστικά κανένας. Μέ τήν
κακή ἀγωγή πού παίρνουμε ἀπό τούς γονεῖς, χάνουμε πολύ γρήγορα τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος πού παίρνουμε, τά ἀπενεργοποιοῦμε. Καί χρειάζεται πάλι κάθαρση, πάλι δάκρυα, πάλι
ἐξομολόγηση καί μετάνοια. Τά κάνουμε αὐτά καί πάλι πέφτουμε. Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μετά τήν
Πεντηκοστή δέν ἔπεσε, οὔτε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, οὔτε οἱ ἄλλοι Ἀπόστολοι. Ὅ,τι ἔκαναν ἦταν
πρίν τήν Πεντηκοστή. Ἐμεῖς ὅμως εἴμαστε ἐντελῶς ἀδικαιολόγητοι γιατί τά κάνουμε μετά τήν
προσωπική μας Πεντηκοστή.
Ὁπότε ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι δέν μᾶς ἐξασφαλίζει τίποτα, ὅσο εἴμαστε σ’ αὐτή τή ζωή. Θά πρέπει νά
ἀγωνιζόμαστε καί νά ἔχουμε, ὅπως λένε οἱ Πατέρες, ἐγρήγορση, νήψη μέχρι νά φτάσουμε στό
τέλος. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος: «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» (Ματθ. 24,13), νά
κάνουμε ὑπομονή μέχρι τέλους. Βεβαίως ὅσο κανείς προχωράει καί καθαρίζεται καί φωτίζεται,
στερεώνεται κιόλας. Δέν εἶναι τό ἴδιο μέ κάποιον πού χρόνια ἔχει δουλέψει στά πάθη καί
προσπαθεῖ τώρα νά ὀρθοποδήσει. Αὐτός θά ἔχει πολύ μεγαλύτερη δυσκολία, ἀπό ἕναν πού ξεκινάει
ἀπό παιδάκι, πηγαίνει στό Κατηχητικό κ.λ.π. Ἴσως ἔχει καί κάποιες πτώσεις, ὅμως ἔχει πολύ καλό
ὑλικό μέσα του καί πολύ εὔκολα ξαναφτιάχνει τό ‘σπίτι’ του, ἐνῶ ὁ ἄλλος εἶναι ρημαδιό. Βέβαια ἡ
χάρις τοῦ Θεοῦ ὅλους μᾶς βοηθάει καί λέει ὁ Θεός δέν χαίρεται τόσο γιά 99 δικαίους, ὅσο γιά ἕναν
ἁμαρτωλό πού μετανοεῖ. Καί ὅλοι οἱ ἄγγελοι πανηγυρίζουν στή μετάνοια τοῦ ἁμαρτωλοῦ καί πολύ
τόν βοηθοῦν. Κανένας ὡστόσο δέν μᾶς ἐξασφαλίζει.
Ὁπωσδήποτε ὅμως ἕνας πού ἔχει γευθεῖ τή φώτιση καί τή θέωση -νά τό ποῦμε λαϊκά- δέν εἶναι
χαζός νά γυρίσει πίσω. Ὅταν γευτεῖς τήν τούρτα μετά γιατί νά γυρίσεις στά βελανίδια; Θά πρέπει
179
νά εἶσαι πολύ ἀνόητος. Βέβαια ὁ διάβολος καί ἐμεῖς μέ τήν ραθυμία μας μπορεῖ νά τό κάνουμε κι
αὐτό, ἐξ αἰτίας τῆς λήθης. Λησμονιά δηλαδή, ξεχνᾶ κανείς τόν Θεό, ξεχνᾶ τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ.
Σάν νά μήν ἔχει ζήσει τίποτα τόσα χρόνια ἀπό τή χάρη καί φτάνει νά κάνει τά ἴδια καί νά γυρίζει
πίσω ὅπως ὁ σκύλος στόν ἐμετό του. Ὁ Θεός νά φυλάει. Ἀλλά ὁπωσδήποτε πρέπει νά ἐργαζόμαστε
καί ὅσο ἐργαζόμαστε, τόσο χτίζουμε σιγά-σιγά τό σπίτι μας στόν οὐρανό, λιθαράκι λιθαράκι. Κάθε
στιγμή κρινόμαστε καί ἐργαζόμαστε εἴτε γιά τόν μελλοντικό μας Παράδεισο, εἴτε γιά τήν κόλασή
μας, τά ὁποῖα ἤδη ἀπό ἐδῶ προγευόμαστε.
Ἄν μέσα του κανείς βιώνει κόλαση, πρέπει νά ψαχτεῖ. Γιατί συμβαίνει αὐτό; Θά πεῖ ‘’φταίει ἡ
κρίση…’’. Ποιά κρίση; Ὁ Χριστός δέν εἶπε πώς δέν θά ὑπάρχουν κύματα, ἀλλά κανείς ὅταν βλέπει
στόν Χριστό, θά περπατάει πάνω στά κύματα, ὅπως ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Δέν θά ἔχει πρόβλημα,
ὅσο δύσκολες κι ἄν εἶναι οἱ ἐξωτερικές συνθῆκες. Δέν δικαιολογεῖται νά χάνει ὁ χριστιανός τήν
εἰρήνη του ἐπειδή ὑπάρχουν ἀντίξοες συνθῆκες καί πειρασμοί. Ἀκόμα καί ἐσωτερικοί πειρασμοί νά
ὑπάρχουν -πού ὑπάρχουν γιατί ὁ διάβολος δέν ἡσυχάζει- πάλι δέν πρέπει νά χάνει τήν εἰρήνη του.
Ποτέ δέν πρέπει νά χάνουμε τήν εἰρήνη μας. Ὅταν λοιπόν ἐργαζόμαστε ἔτσι συστηματικά,
προχωρᾶμε μέ μία σχετική, θά λέγαμε, ἀσφάλεια καί σταθερότητα.
Ἐρ.: Κάποιος πού ἔχει φύγει ἀπό τή ζωή καί δέν ξέρουμε σέ τί κατάσταση βρίσκεται, εἴτε
ἀγωνιζόταν, εἴτε ὄχι, πῶς μποροῦμε νά τόν βοηθήσουμε; Μέ ἐλεημοσύνες;
Ἀπ.: Αὐτά πού λέει ἡ Ἐκκλησία θά κάνουμε. Θά κάνουμε τά διατεταγμένα μνημόσυνα, θά κάνουμε
σαρανταλείτουργο, θά κάνουμε ἐλεημοσύνες καί προσευχή μέ τό κομποσκοίνι ‘Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ ἀνάπαυσον τόν δοῦλο σου’.
Ἐρ.: Μέ αὐτά μπορεῖ νά βρεῖ ἀνάπαυση ἡ ψυχή;
Ἀπ.: Βέβαια. Σίγουρα. Μεγάλη ἀνάπαυση βρίσκει. Γι’ αὐτό τά κάνουμε. Ἀκόμα κι ἄν προγεύεται
τήν κόλαση, παίρνει μιά ἀναψυχή καί ἔχουμε πολλές τέτοιες μαρτυρίες. Κυρίως ὅταν δίνουμε τά
ὀνόματα τῶν κεκοιμημένων νά μνημονευτοῦν στή Θεία Λειτουργία, παίρνουν πολύ μεγάλη
ἀναψυχή.
Ἐρ.: Πάτερ, ὅσον ἀφορᾶ αὐτό τό ζήτημα μέ τούς κεκοιμημένους, σέ προσφιλές μου πρόσωπο πού
κάναμε μνημόσυνα καί τόν μνημονεύαμε, εἶδα σέ ὄνειρο πολύ ἐφιαλτικές καταστάσεις καί ἀπό
τότε ἀποφεύγω νά τόν μνημονεύω. Τί συμβαίνει μ’ αὐτή τήν κατάσταση; Δέν εἶναι δεκτικό τό
πρόσωπο;
Ἀπ.: Συμβαίνει ὅτι… δέν πρέπει νά προσέχουμε τά ὄνειρα. Τά ὄνειρα κατά βάση εἶναι δαιμονικά ἤ
ἀπό τή φύση μας. Ἀπό σκέψεις, λογισμούς τῆς ἡμέρας, φόβους, ἀγωνίες πού ἔχουμε καί βγαίνουν
τό βράδυ στά ὄνειρα. Εἶναι εἴτε ἀπό τή φύση μας, εἴτε ἀπό τούς δαίμονες. Σπάνια εἶναι ἀπό τόν
Θεό. Δέν εἴμαστε ἐμεῖς ἄξιοι νά ἔχουμε τέτοιες ἀποκαλύψεις.
Ἐρ.: Αὐτοί πού καίγονται, χάνονται;
Ἀπ.: Αὐτοί πού καίγονται κάνουν μεγάλη ἁμαρτία καί φυσικά δέν κηδεύονται διότι ἀπαξιώνουν τό
σῶμα, τό ὁποῖο εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν κάψει κανείς μία Ἐκκλησία, ἐλπίζει νά πάει
στόν Παράδεισο; Πολύ περισσότερο σφάλλει, ὅταν καίει τήν ἐκκλησία πού λέγεται σῶμα. Αὐτό
λέει ἡ Ἐκκλησία, ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά καῖς τόν ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶναι τό σῶμα σου.
Μέ ποιό δικαίωμα ἀπαξιώνεις αὐτό τό δῶρο τοῦ Θεοῦ; Καί σίγουρα αὐτός πού ζητάει αὐτό τό
πράγμα, δέν εἶναι φωτισμένος καί θεραπευμένος. Ὑπάρχει περίπτωση νά ζεῖ κανείς ὅ,τι εἴπαμε
προηγουμένως καί νά θέλει νά καεῖ; Ἀποκλείεται. Ἀφοῦ τό σῶμα σου εἶναι ὁ συνεργάτης σου, εἶναι
ὁ φίλος σου, μέ αὐτό πάλεψες ἐναντίον τῶν δαιμόνων, ἐναντίον τῶν παθῶν, θά τό κάψεις; Αὐτό
πού σέ βοήθησε στή μετάνοια; Μ’ αὐτό ἔκανες μετάνοιες, ἔκανες γονυκλισίες, ἔκανες νηστεῖες,
βοήθησε τήν ψυχή σου νά ἐκφράσει τή μετάνοιά της. Δηλαδή μετά ἀπό αὐτά θά τό κάψεις; Δέν
εἶναι ἐχθρός τό σῶμα μας, εἶναι συνεργάτης μας στή μετάνοια. Γι’ αὐτό καί οἱ Πατέρες λένε «δέν
εἴμαστε σωματοκτόνοι, εἴμαστε παθοκτόνοι». Δέν πρέπει νά καταστρέψουμε τό σῶμα, οὔτε μέ τήν
180
ἄσκηση γιά χάρη τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό εἶναι πλατωνική ἀντίληψη, ὅτι τό σῶμα εἶναι σῆμα, δηλαδή τάφος τῆς ψυχῆς ἤ φυλακή τῆς
ψυχῆς. Ἔλεγε δηλαδή ὁ Πλάτωνας ὅτι πρέπει νά καταστρέψουμε τό σῶμα γιά νά σωθεῖ ἡ ψυχή.
Δέν εἶναι σωστά αὐτά. Αὐτά εἶναι εἰδωλολατρικά καί ἄν τά πιστεύουν κάποιοι, πολύ ἀπλά εἶναι
εἰδωλολάτρες καί γι’ αὐτό ἐπιθυμοῦν τήν καύση. Ἕνας ὀρθόδοξος ποτέ δέν θά ζητήσει νά καεῖ.
Ρωτᾶτε ἄν ἔχει ἐλπίδα αὐτός πού ζητάει νά καεῖ. Ἄν δέν ἔχει κάνει ὅλα αὐτά πού εἴπαμε, τί ἐλπίδα
νά ἔχει; Ἀφοῦ τό λέει σαφῶς ἡ Ἐκκλησία «ἐν τῷ ᾽Ἄδη οὐκ ἔστι μετάνοια», δέν μπορεῖς νά
μετανοήσεις. Ἕνας πού δέν μετανοεῖ, δέν ἔχει κάθαρση, δέν ἔχει πάει δηλαδή οὔτε στό πρῶτο
θεραπευτικό σκαλοπάτι, δέν μπῆκε κἄν στό νοσοκομεῖο δηλαδη, πῶς μπορεῖ νά σωθεῖ; Βλέπετε δέν
ξέρουμε καί τί εἶναι σωτηρία. Νομίζουμε ὅτι εἶναι κάτι τυχαῖο, κάτι μαγικό, ‘’νά βροῦμε κι ἐμεῖς
μιά ἀκρούλα στόν Παράδεισο’’. Τί θά πεῖ ‘ἀκρούλα’; Εἴτε στήν ἀκρούλα εἶσαι, εἴτε στή μέση,
σώθηκες. Τό θέμα εἶναι νά μπεῖς. Καί γιά νά μπεῖς πρέπει κατ’ ἀρχήν νά μετανοήσεις καί νά
προχωρήσεις στήν κάθαρση καί τουλάχιστον στόν μερικό φωτισμό, ἄν ὄχι στόν πλήρη φωτισμό καί
στή θέωση.
Ἐρ.: Πάτερ νομίζω ὅτι σήμερα οἱ ἀγωνιζόμενοι νιώθουν μιά ἱκανοποίηση. ‘’Ἁρκετά ἀκούσαμε,
μάθαμε κάτι, ἀπολαύσαμε ἐκεῖνο…’’, κάποιες δωρεές καί ἴσως κάποιες μεγαλύτερες εὐλογίες. Πῶς
μποροῦμε νά ἀπεγκλωβιστοῦμε ἀπ’ αὐτό;
Ἀπ.: Ἔχουμε μία αὐτάρκεια. Φοβερό πράγμα αὐτό. Πρέπει νά προσπαθοῦμε κάθε στιγμή νά
μετανοοῦμε. Νά τό πάρουμε στά σοβαρά. Ὅταν σταματήσει κανείς νά ἀγωνίζεται, φτάσει σ’ ἕνα
σημεῖο καί πεῖ ‘’καλά εἶμαι, φτάνει ὠς ἐδῶ’’, δέν πρόκειται νά μείνει ἐκεῖ, ἀλλά θά πάει πίσω.
Ὅταν μᾶς λέει ὁ Κύριος -μία ἀπό τίς ἐντολές- «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄Θεσ. 5,17), λέγοντας
μάλιστα καί ὁλόκληρη παραβολή γιά αὐτό τό θέμα, τοῦ ἄδικου κριτοῦ καί τῆς χήρας, ποιός τό
κάνει αὐτό; Ἄν δέν τό κάνεις αὐτό, δέν σώζεσαι. Ὁπότε δέν δικαιολογεῖται αὐτάρκεια. Γιά νά ἔχω
αὐτάρκεια σημαίνει δέν ξέρω τίς ἐντολές ἤ δέν τίς τηρῶ.
Ποιός μπορεῖ νά πεῖ ὅτι κρατάει τόν νοῦ του συνέχεια στόν Θεό ἀδιάλειπτα; Καί μόνο ἀπό αὐτό
εἶσαι φταίχτης. Παίρνοντας μία μόνο ἐντολή. Ἄρα πῶς μπορεῖς νά ἔχεις αὐτάρκεια; Ἀφοῦ
παραβαίνεις σίγουρα μία ἐντολή. Καί ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος εἶπε: «ὅστις πταίσῃ ἐν ἑνί, γέγονε
πάντων ἔνοχος» (Ἰακ. 2,10), δηλαδή εἶσαι παραβάτης ὄλων. Ἄρα δέν μπορῶ νά σταματήσω. Ἄν
σταματήσω, εἶμαι παραβάτης. Ὁπότε ἡ αὐτάρκεια πρέπει νά φύγει γιατί εἶναι ὀλέθρια. Ἀλλοίμονο
ἄν πεῖ κανείς σέ σχέση μέ τούς ἄλλους εἶμαι πολύ καλά. Ὁ Χριστός δέν εἶπε νά συγκρινόμαστε μέ
τούς ἄλλους, ἀλλά μέ τίς ἐντολές. Νά παίρνουμε ὡς καθρέφτη τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ὄχι τί κάνουν οἱ
ἄλλοι. Ἐπειδή οἱ ἄλλοι ἔχουν γίνει χειρότεροι ἀπό τά Σόδομα και τα Γόμορρα, ἐμεῖς θά σωθοῦμε
γιατί εἴμαστε λίγο καλύτεροι; Ὄχι βέβαια. Θά σωθοῦμε ἄν μποῦμε στή διαδικασία τῆς κάθαρσης
καί τοῦ φωτισμοῦ, πού σημαίνει συνεχής προσπάθεια γιά τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ἀλλά μᾶς
κοιμίζει ὁ διάβολος μέ αὐτό τό τέχνασμα, ὅτι ἀφοῦ ἔχει πέσει τόσο χαμηλά ὁ μέσος ὅρος, εἴμαστε
μιά χαρά. Γιατί ἄλλαξε ὁ Χριστός τίς ἐντολές Του ἐπειδή ἔπεσε ὁ μέσος ὅρος; Ὄχι.
Ἐρ.: Δέν θέλω νά πέσω σέ ἱεροκατηγορία, μιλάω γενικά. Νομίζω ὅτι μεταξύ ἱερέων καί μεταξύ μας
ἀκόμα πρέπει νά ὑπάρχει μιά διάκριση, ἕνα κριτήριο. Ποιόν πρέπει νά ἀκολουθήσουμε;
Ἀπ.: Αὐτό βέβαια εἶναι ὁλόκληρο θέμα πῶς βρίσκουμε τόν σωστό Πνευματικό. Ἐν συντομία τά
κριτήρια σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο εἶναι κατ’ ἀρχήν ἡ ζωή πού κάνει.
Φυσικά χρειάζεται πολύ προσευχή γιά νά μᾶς δείξει ὁ Θεός τόν κατάλληλο Πνευματικό, ἀλλά μετά
θά ἔχεις καί τά κριτήρια αὐτά. Ὄχι ἁπλῶς ἐπειδή φοράει ράσο, ἀλλά πῶς ζεῖ ὁ ἴδιος καί μάλιστα
λέει ὁ ἅγιος Συμεών ἄν ζεῖ ἀσκητικά, ἄν μιμεῖται τήν ζωή τῶν Ἀποστόλων. Μετά θά δεῖς καί τί
λέει. Ἄν αὐτά πού λέει εἶναι ὀρθόδοξα καί ὄχι αἱρετικά. Ἄν εἶναι «ἡ ἅπαξ παραδοθεῖσα Πίστις»
(Ἰούδα 1,3). Θά δεῖς ἐπίσης ἄν ἔχει θεραπευμένα παιδιά. Πῶς εἶναι οἰ ἐνορίτες του, τά
πνευματικοπαίδια του; Εἶναι θεραπευμένοι; Ἤ εἶναι γεμάτοι ἄγχος καί ψυχολογικά; Γιατί ἔχουμε
καί τέτοιους ‘Πνευματικούς’ πού στέλνουν σέ ψυχολόγους καί ψυχιάτρους. Τότε γιατί νά πᾶμε
181
στόν Πνευματικό, γιά νά μᾶς στείλει σέ ψυχολόγο; Δέν μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά θεραπεύσει τήν
ψυχή καί χρειάζεται ψυχολόγο; Ἀκατανόητο! Κι ὅμως ὑπάρχουν τέτοιοι πού πολύ «ἀναπαύουν».
Τέτοια ἀνάπαυση νά λείπει. Εἶναι ἀνθρώπινη ἀνάπαυση αὐτή, ὄχι θεραπευτική παρέμβαση καί
θεραπεία ψυχῆς. Ἐκεῖ ἀνάπαυση στά πάθη ὑπάρχει γιατί ‘ἀναπαύουν’ καί τούς ἐμπαθεῖς. ‘’Κάνε
παιδί μου καί μιά προσευχή στό τζαμί, δέν πειράζει, πήγαινε καί στόν Χριστό’’ ἤ ‘’τί πειράζει νά
πᾶς καί στόν πολιτικό γάμο;’’. Ὁ Χριστός δέν τά θέλει αὐτά γιατί ἐν ὀνόματι μιᾶς ψεύτικης ἀγάπης
καί φιλανθρωπίας, τά ἐξισώνουμε ὅλα. Ἕνα ἄλλο βασικό κριτήριο ἐπίσης εἶναι νά δεῖς καί ἐσύ ἄν
θεραπεύεσαι στόν Πνευματικό πού ἐπέλεξες. Ἄν πᾶς σέ ἕναν καλό γιατρό καί πάρεις τά φάρμακα
πού θά σοῦ δώσει, θά ἀρχίσει νά πέφτει ὁ πυρετός, θά ἀρχίσεις νά νιώθεις καλύτερα. Ὄχι
ἀνθρωπίνως, νά σοῦ ἀπενεχοποιήσει τήν συνείδησή σου, ἀλλά νά θεραπευτεῖς πραγματικά καί νά
ἀρχίσεις νά βλέπεις τό φῶς τοῦ Θεοῦ, νά βλέπεις δηλαδή νοερά τόν Χριστό.
Καί αὐτά πού εἴπαμε πρίν γιά τίς χορωδίες καί τά κομπιούτερ, δέν τά ἀπορρίπτουμε ὅταν γίνονται
κατά Θεόν, ὄχι κοσμικά, ἀλλά μέ σωστό τρόπο. Ἀλλά εἶναι μόνο εἰσαγωγικά, δέν πρέπει νά
μείνουμε σ’ αὐτά. Ἕνας πού εἶναι τελείως ἄσχετος καί ἀκούσει ὅτι ἔχει χορωδία, μπορεῖ νά πάει
στήν Ἐκκλησία γιά τήν χορωδία. Ἐντάξει, ἄς πάει. Ἀλλά μετά πρέπει νά τοῦ μιλήσουμε, νά τοῦ
ποῦμε ὅτι ὑπάρχει καί κάτι καλύτερο, κάτι ἀνώτερο, νά μπεῖ στήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐρ.: Ἤθελα νά ρωτήσω, πῶς μποροῦμε νά κρατήσουμε τήν εἰρήνη στήν καρδιά μας ὅταν
συμβαίνουν τραγικά πράγματα στή ζωή μας. Γιά παράδειγμα, ὅταν χάνουμε τόν σύζυγό μας ἤ ὅταν
μᾶς χωρίζει, ὅταν χάνουμε τήν ἐργασία μας ἤ ὅταν πεθαίνει τό παιδί μας, πῶς μποροῦμε τότε νά
μείνουμε ἀτάραχοι;
Ἀπ.: Τό εἴπαμε αὐτό. «Ὁ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη» (Γαλ. 5,22). Τό
ἄκουσες; Εἰρήνη. Ἔρχεται ἀπ’ ἔξω ἡ εἰρήνη; Ἀπό τά ἐξωτερικά γεγονότα ἐξαρτᾶται ἡ εἰρήνη; Ἀπό
τί ἐξαρτᾶται; Ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Εἶναι στοιχεῖο τοῦ καρποῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄρα, ὁ
κόσμος νά χαλάει γύρω σου, ἄν ἐσύ ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν καρδιά σου, θά χάσεις τήν εἰρήνη
σου; Δέν τήν χάνεις. Πότε θά τή χάσεις; Ὅταν ἀρχίσεις νά βλέπεις γύρω σου καί ὄχι στόν Χριστό.
Ὅπως τήν ἔπαθε ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Δέν εἶχε φουρτούνα; Μεγάλη φουρτούνα εἶχε. Καί λέει
«Χριστέ μου νά περπατήσω καί γώ πάνω στά κύματα», «Ἔλα» τοῦ λέει ὁ Κύριος. Ὅσο ἔβλεπε
στόν Χριστό, περπατοῦσε πάνω στά κύματα. Ὅταν ἔχασε τήν ὅραση τοῦ Χριστοῦ καί εἶδε τά
κύματα, πῆρε δηλαδή τό βλέμμα του ἀπό τόν Χριστό, τότε ἔχασε τήν εἰρήνη του, ταράχτηκε,
δείλιασε ἀπό τόν δυνατό ἀέρα καί τά κύματα καί βούλιαξε! Γι’ αὐτό βουλιάζουμε!
Ὅταν ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα σου δέν σέ πειράζει γιατί ξέρεις ὅτι καί ὁ θάνατος τοῦ συζύγου
καί ἡ ἀπώλεια τῆς ἐργασίας ἀπό τόν Χριστό ἦρθαν. Ὁ Χριστός εἶναι Πατέρας καί εἶναι Πανάγαθος,
μπορεῖ νά μοῦ δώσει κάτι λάθος ἤ κάτι κακό; Δέν ὑπάρχει περίπτωση. Κάτι καλό μοῦ δίνει, κάτι
ἀπελευθερωτικό. Κι ἄν τό δεῖς ἔτσι, θά δεῖς μετά τί ὁρίζοντες σοῦ ἀνοίγονται! Ὡραιότατα
πράγματα! Καί ὄχι μόνο δέν παθαίνεις κατάθλιψη καί δέν καταλήγεις σέ ψυχολόγο καί σέ
ψυχίατρο, ἀλλά ἀνοίγεσαι σέ περιοχές ὑπέροχες. Καί θαυμάζεις πῶς μέσα ἀπό μία ἀπώλεια,
βρίσκεις τόσο ὡραῖα πράγματα.. Σέ ἀπελευθερώνει, σοῦ κόβει δεσμά. Ἄν δοκιμάσει κανείς, θά
καταλάβει.
Ἐρ.: Ἡ θέωση, ἄν κατάλαβα καλά, εἶναι νά μετέχεις στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἡ κάθαρση τί εἶναι;
Καί ὁ φωτισμός τί διαφορά ἔχει ἀπό τήν θέωση;
Ἀπ.: Εἴπαμε, κάθαρση ἀπό τά πάθη, ἀπό τίς ἁμαρτίες. Οὐσιαστικά εἶναι μετάνοια. Ὁ φωτισμός
εἶναι, ἄς ποῦμε, μιά πρώτη θέωση, μιά πρώτη δόση φωτός. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος καθαριστεῖ,
δημιουργεῖται χῶρος μέσα του κι αὐτόν τόν χῶρο ἔρχεται καί τόν καλύπτει ὁ Θεός. Ὅσο ὑπάρχουν
τά πάθη, δέν ὑπάρχει χῶρος γιά τόν Θεό. Π.χ. ἕνας πού ζηλεύει, τόν τρώει τό σκουλήκι ἀπό μέσα,
δέν ἔχει χῶρο γιά νά μπεῖ ὁ Θεός. Ἐκεῖ πού πάει νά κάνει ἕνα βῆμα, τόν φρενάρει, δέν μπορεῖ νά
πάρει τό Φῶς. Πρέπει νά φύγει ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, ἡ κακία, ἡ μνησικακία γιά νά δημιουργηθεῖ
χῶρος νά ἔρθει τό Φῶς. Καί τότε ἀμέσως ἔρχεται τό Φῶς, γιατί ὁ Θεός ποθεῖ νά ἔρθει μέσα μας,
ἀλλά τόν ἐμποδίζουμε ἐμεῖς μέ τίς ἐπιθυμίες μας καί τά πάθη μας.
182
1.Ποιοί εἶναι οἱ Θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας
2.Περί νοερᾶς προσευχῆς
Συνεχίζοντας μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ τήν μελέτη μας στήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ
Ρωμανίδη, θά ποῦμε σήμερα ποιοί εἶναι οἱ θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχουν οἱ θεολογικές
σχολές καί αὐτοί πού ἀποφοιτοῦν ἀπό αὐτές καί παίρνουν πτυχία θεολογίας, λέγονται θεολόγοι.
Ἀλλά πραγματικοί Θεολόγοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μόνο ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἔχουν φθάσει στήν
θεωρία. Καί τί θά πεῖ θεωρία; Θά πεῖ φώτιση καί θέωση, δηλαδή θεοπτία. Ἀληθινοί θεολόγοι
λοιπόν εἶναι οἱ θεόπτες, αὐτοί πού ἔχουν δεῖ τόν Θεό, ὁπότε μποροῦν νά ἔχουν καί λόγο γιά τόν
Θεό. Αὐτός λέγεται θεολόγος που εἶδε τόν Θεό καί μπορεῖ νά μιλήσει γι’ Αὐτόν.
Ἀκριβῶς γιά αὐτόν τόν λόγο ἡ Ἐκκλησία μας τόν τίτλο τοῦ Θεολόγου, τόν ἔχει δώσει ἐπίσημα
μόνο σέ τρεῖς: στόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο, στόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο καί στόν Ἅγιο
Συμεών τόν Νέο Θεολόγο. Βεβαίως δέν σημαίνει ὅτι ἦταν οἱ μοναδικοί πού ἔφθασαν στήν θεωρία
καί στήν θεοπτία. Ὑπάρχουν πολλοί Ἅγιοι οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν στό ὕψος αὐτό, ἀλλά αὐτοί
κατεξοχήν ἔφθασαν στήν θεοπτία, μίλησαν γιά τόν Θεό καί φέρνουν τόν τίτλο τοῦ Θεολόγου.
Ὅταν λέμε ὅτι ἔφθασε κάποιος σέ θεωρία, δέν πρέπει νά σκεφτόμαστε αὐτό πού κάνουμε στό
σχολεῖο διαχωρίζοντας τήν θεωρία καί τήν πράξη ἤ τίς θεωρητικές ἐπιστῆμες, θεωρητικά
μαθήματα, θεωρητική κατεύθυνση καί πρακτική κατεύθυνση. Δέν εἶναι αὐτό. Ἀλλά εἶναι ἡ θεωρία
τοῦ Θεοῦ. Στήν ἐπιστήμη τῆς Θεολογίας, ἡ θεωρία ἕπεται, ἀκολουθεῖ τήν πράξη, δέν προηγεῖται.
Ἐνῶ συνήθως στίς φυσικές ἐπιστῆμες, οἱ ἐπιστήμονες πρῶτα φτιάχνουν μιά θεωρία καί μετά
προσπαθοῦν νά τήν ἀποδείξουν μέ πειράματα, νά δοῦν ἄν ἰσχύει.
Στήν Θεολογία ἡ πρᾶξις εἶναι ἐπίβασις θεωρίας. Πρῶτα κάνουμε τήν πράξη, κάνουμε αὐτά πού
λέει ὁ Θεός, προσευχόμαστε νηστεύουμε, κάνουμε μετάνοιες, γονυκλισίες, πηγαίνουμε στήν
Ἐκκλησία, μελετοῦμε τήν Ἁγία Γραφή, κάνουμε ὑπακοή, κόβουμε τό θέλημά μας. Ὅλα αὐτά
λέγονται πράξεις. Ἀφοῦ τά κάνει ὅλα αὐτά ὁ ἄνθρωπος καί τά ὁλοκληρώσει σέ ἕναν βαθμό, μετά
φθάνει στήν θεωρία, πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, χάρις τοῦ Θεοῦ. Τότε λέμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος
πλέον εἶναι φωτισμένος καί θεωμένος μέ τήν Χάρη βέβαια τοῦ Θεοῦ καί ἄν θέλει ὁ Θεός.
Ἡ κατάσταση αὐτή τοῦ φωτισμοῦ εἶναι συνεχής, ὑπάρχει ἐν ἐνεργεία ὅλο τό ἡμερονύκτιο, ἀκόμη
καί κατά τόν ὕπνο. Τήν αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος, καί μέσα στήν καρδιά του ἀκούει τήν φωνή τοῦ
Θεοῦ, ὅπως λέει καί στήν Παλαιά Διαθήκη, στό Ἄσμα Ἀσμάτων: «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου
ἀγρυπνεῖ» (Ἄσμα 5,2), δηλαδή ἐγώ κοιμᾶμαι καί ἡ καρδιά μου προσεύχεται, ἀγρυπνεῖ, ἀδολεσχεῖ
στόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ θεωρία, εἶναι ἡ φώτιση.
Ἐνῶ ἡ θέωση, πού εἶναι ἕνα σκαλοπάτι πιό πάνω, εἶναι μιά κατάσταση κατά τήν ὁποία βλέπει
κάποιος τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Βλέπει τό ἄκτιστο Φῶς, τήν ἴδια δόξα πού εἶδαν καί οἱ μαθητές στήν
Μεταμόρφωση. Ἡ κατάσταση αὐτή μάλιστα διαρκεῖ ὄχι ὅσο θέλει ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά ὅσο θέλει ὁ
Θεός.
Ἕνας φωτισμένος πού ἔχει τήν συνεχή νοερά ἀδιάλειπτη προσευχή μέσα του, μπορεῖ νά μήν
φθάσει ποτέ στήν θέωση. Ὁ Θεός πού τήν χαρίζει, κρίνει ἄν εἶναι ἀπαραίτητο νά ὁδηγήσει ἕναν
φωτισμένο στήν θέωση ἤ δέν εἶναι ἀπαραίτητο. Ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι σέ κατάσταση μερικοῦ
φωτισμοῦ ἐπίσης σώζεται. Ἄν ὅμως κρίνει ὁ Θεός ὅτι χρειάζεται, τοῦ δίνει καί τό ἀνώτερο, τό
τέλειο, τήν θέωση.
Τό ὅτι δέν χορηγεῖ σέ κάποιον τήν θέωση, δέν ὁδηγεῖ κάποιον στήν θέωση, μπορεῖ νά σημαίνει ὅτι
ἔτσι, χωρίς αὐτή δηλαδή, θά εἶναι καλύτερα γιά τήν ψυχή του, διότι σέ ἐναντία περίπτωση ἡ θέωση
μποροῦσε νά τόν ἔβλαπτε π.χ. νά τόν ὁδηγοῦσε στήν ὑπερηφάνεια. Γι’ αὐτό καί δέν τοῦ τήν δίνει
183
καί τόν κρατᾶ στήν κατώτερη κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Δηλαδή ὁ Θεός ὁδηγεῖ κάποιον στήν
θέωση ὅταν δέν κινδυνεύει πνευματικά καί ὅταν τοῦ εἶναι ἀπαραίτητο εἴτε γιά νά τόν στηρίξει,
ἴσως γιατί νοιώθει ὁ ἄνθρωπος ἀδύναμος πολύ, εἶναι καταβεβλημένος ἀπό τούς πειρασμούς, ὁπότε
γιά νά τόν στηρίξει τοῦ δίνει ὁ Θεός αὐτή τήν ἔκτατη δωρεά τῆς θεώσης. Εἶτε γιά νά τόν
ἐνδυναμώσει, εἴτε γιά νά τόν προετοιμάσει γιά κάποια ἀποστολή, γιά μιά σπουδαία ἀποστολή, ἡ
ὁποία χρειάζεται πολλή δύναμη, τοῦ δίνει ὁ Θεός αὐτή τήν θεοπτία.
Γιά παράδειγμα, τόν Προφήτη Μωυσῆ πρίν τόν στείλει ὁ Θεός στήν Αἴγυπτο γιά νά ἀναλάβει τήν
ἡγεσία τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ καί νά τόν βγάλει ἀπό τήν αἰχμαλωσία τῶν Αἰγυπτίων, τοῦ δίνει
ἐμπειρία θεώσεως. Ποιά ἦταν; Ἡ Βάτος ἡ καιομένη καί μή καταφλεγομένη. Ἡ βάτος πού καιγόταν,
δηλαδή ἔβγαζε φλόγες, ἀλλά δέν καταστρεφόταν. Ἔβλεπε σαν νά καίγεται, ἀλλά δέν ἦταν φωτιά,
ἦταν τό ἄκτιστο φῶς. Τοῦ μίλησε ὁ Θεός Λόγος. Αὐτός ἦταν πού τοῦ φανερώθηκε, ὁ Γιαχβέ τῆς
Παλαιᾶς Διαθήκης -γιά τόν ὁποῖο μιλοῦν καί οἱ Γιαχωβάδες- δέν εἶναι ὁ Θεός Πατέρας. Ὁ Γιαχβέ
εἶναι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος φανερώνεται καί στήν Παλαιά Διαθήκη ὡς ἄσαρκος
Λόγος. Στήν Καινή Διαθήκη φανερώθηκε ὡς ἔνσαρκος Λόγος, ὡς Χριστός. Αὐτός φανερώθηκε καί
στόν Μωυσῆ καί τοῦ μίλησε μέσα ἀπό τήν βάτο στέλνοντάς τον στήν Αἴγυπτο γιά νά λυτρώσει καί
νά ἐλευθερώσει τόν λαό Του ἀπό τήν αἰχμαλωσία. Ὁ Θεός ἐνισχύει λοιπόν τόν Μωυσῆ δίνοντάς
του αὐτή τήν ἔκτακτη δωρεά τῆς θεοπτίας. Ὁ Μωυσῆς ἦταν τότε σέ ἡλικία 80 ἐτῶν καί
ἀναλαμβάνει αὐτή τήν πολλή δύσκολη ἀποστολή.
Ἐπίσης βλέπουμε πάλι στούς 12 Ἀποστόλους, πρίν τούς στείλει ὁ Χριστός στά ἔθνη, νά τούς δίνει
τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, στήν Πεντηκοστή. Γεμίζουν μέ Ἅγιο Πνεῦμα οἱ Ἀπόστολοι καί τότε
βγαίνει μέ θάρρος πολύ καί παρρησία ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καί κάνει τό πρῶτο κήρυγμα καί ἐκείνη
τήν ἡμέρα πίστεψαν οἱ πρῶτοι τρεῖς χιλιάδες ἄνθρωποι καί μπῆκαν στήν Ἐκκλησία.
Ἔτσι ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως δέν εἶναι αὐτόματη! Δέν μπορεῖ δηλαδή ἕνας φωτισμένος νά τήν
ἀποκτήσει, ἐπειδή θέλει νά τήν ἀποκτήσει. Ἔνας φωτισμένος μᾶλλον ἀποφεύγει νά τήν ζητήσει
ἀπό τόν Θεό. Δέν τήν ζητάει. Δέν ζητάει νά δεῖ τό ἄκτιστο φῶς γιατί ἔχει ἀφεθεῖ ἐντελῶς στόν Θεό
καί λέει ‘’ἄν θέλει ὁ Θεός, ἄν εἶναι γιά τό καλό μου, ὁ Θεός ξέρει, ἄν πρέπει νά μοῦ τό δώσει. Δέν
θά ἐκβιάσω ἐγώ τόν Θεό’’.
Ὅταν ὅμως τήν ἔχει ἀνάγκη, τήν ἐμπειρία αὐτή τῆς θεώσεως, ὁ Θεός συγκαταβαίνει καί τήν δίνει,
τοῦ δείχνει δηλαδή τήν δόξα Του, τό ἄκτιστο φῶς Του. Αὐτή ἡ θέα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ εἶναι καί ἡ
πηγή τῆς μακαριότητος, πού θά ἔχουν οἱ σεσωσμένοι στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Θά βλέπουν αὐτό
τό ἄκτιστο φῶς, τό ὁποῖο ἔχει μιά ἄρρητη γλυκύτητα καί ὡραιότητα. Μία δόση αὐτῆς τῆς δωρεᾶς
καί τῆς Χάριτος δίνει ὁ Θεός καί σ’ αὐτή τήν ζωή. Γι’ αὐτό, ἡ θέα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, τό ἄκτιστο
φῶς, εἶναι μία -θά λέγαμε- γεῦσις τοῦ Παραδείσου καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία τήν ἔχει
ὁ ἄνθρωπος -ἐφ’ ὅσον τήν δώσει ὁ Θεός- καί σ’ αὐτήν τήν ζωή. Φυσικά, ἀφοῦ προηγουμένως ἔχει
φθάσει στόν φωτισμό καί ἔχει ἀποκτήσει τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή.
Ἕνας ἀσκητής πού ζεῖ στήν ἔρημο, σέ ἀπομόνωση ἀπό τούς ἀνθρώπους, δέν ἔχει καμιά ἀνθρώπινη
παρηγοριά. Εἶναι γνωστό ὡστόσο πόσο ἀναγκαῖο εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο νά ἔχει κάποιον ἄλλον
ἄνθρωπο δίπλα του νά μιλάει ἤ ἔστω νά τόν βλέπει. Ἕνας λοιπόν πού ἔχει ἀποκλεισθεῖ ἀπό μόνος
του ἀπό αὐτή τήν ἀνθρώπινη παρηγοριά καί ζεῖ μέ πολλές σωματικές στερήσεις γιά τήν ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ, ὁ Θεός γιά τήν ἀγάπη πού Τοῦ δείχνει, τοῦ δίνει αὐτή τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως. Τότε ἐφ’
ὅσον αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔχει καθαρθεῖ καί ἐργασθεῖ πνευματικά, ἔχει ἤδη φθάσει στόν φωτισμό,
ἔρχεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί τόν παρηγορεῖ καί τοῦ χαρίζει τέτοιες ἐμπειρίες θεώσεως.
Σέ ὅλους τούς βίους τῶν ἀσκητῶν, τοῦ Ἁγίου Παϊσίου, τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου καί τοῦ Γέροντος
Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ ἀναφέρονται τέτοιες ἐμπειρίες. Ὁ Ἅγιος Παΐσιος λέει ὅτι μιά νύχτα γέμισε
τό κελί του φῶς, ὑπέρλαμπρο φῶς καί ὅταν κάποια στιγμή βγῆκε ἔξω ἀπό τό κελί του -κρατοῦσε
ἀκόμα αὐτή ἡ ἐμπειρία γιατί εἴπαμε κρατάει ὅσο θέλει ὁ Θεός- καί εἶδε τόν ἥλιο, νόμιζε ὅτι ἔβλεπε
τό φεγγάρι καί ἀναρωτιόταν «δέν θά ξημερώσει σήμερα;». Ἐνῶ εἶχε ξημερώσει, ἦταν τόσο δυνατό
τό ἄκτιστο φῶς, πού ὁ ἥλιος, τό αἰσθητό φῶς δηλαδή, τοῦ φαινόταν σάν τό φεγγάρι.
184
Καταλαβαίνουμε λοιπόν πόσο λαμπρό εἶναι τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Εἶναι βεβαίως ἄλλου εἴδους φῶς, δέν
εἶναι ὑλικό φῶς, δέν εἶναι κτιστό, δηλαδή δημιουργημένο φῶς ἀπό τόν Θεό. Εἶναι τό ἄκτιστο φῶς.
Καί εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό ὀνομάζουμε θέωση καί ἕνωση τοῦ
ἀνθρώπου μέ τόν Θεό, αὐτή τήν θέα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, τήν θέα τοῦ ἀκτίστου φωτός.
Ἕνας ἀληθινός ἀσκητής δέν εἶναι ποτέ μόνος του, ἀλλά τουλάχιστον ἔχει μέσα στήν καρδιά του τό
Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού προσεύχεται ἀδιαλείπτως μέσα του καί τοῦ κάνει παρέα στήν φαινομενική
μοναξιά του. Νά γιατί οἱ ἀσκητές μποροῦν καί μένουν μόνοι τους. Ἄν πάει ἕνας ἄνθρωπος τοῦ
κόσμου νά μείνει μόνος του θά τρελαθεῖ, δέν μπορεῖ. Θά τρελαθεῖ πρῶτα-πρῶτα ἀπό τούς
λογισμούς, ἀπό τούς φόβους, ἀπό τή δειλία, ἀπό τά διάφορα τερτίπια, πού θά τοῦ κάνει ὁ διάβολος.
Ὁ ἀσκητής νιώθει αὐτήν τήν παρηγοριά μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή πού ἔχει, ἀκούει μέσα του τήν
φωνή τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι θεραπεύει ὁ Θεός τήν φαινομενική μοναξιά του.
Αὐτή εἶναι ἡ κατάστασις φωτισμοῦ. Ὅταν ὅμως τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα κρίνει ὅτι πρέπει, τότε τοῦ
χαρίζει κατά διαστήματα καί τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, ὅταν χρειάζεται καί ἐφ’ ὅσον εἶναι γιά τό
καλό του, π.χ. γιά νά τόν δυναμώσει μετά ἀπό μία δαιμονική ἐπίθεση. Τοῦ δίνει αὐτή τήν ἐμπειρία
τοῦ ἀκτίστου φωτός. Τό βλέπουμε λχ. στόν βίο τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ἡ ὁποία εἶχε πάρα
πολλές μνῆμες ἀκάθαρτες ἀπό τήν προηγούμενη ζωή της. Εἶχε πολλούς πειρασμούς. Ἔκλαιγε ὧρες
ὁλόκληρες, μπορεῖ καί ὅλο τό εἰκοσιτετράωρο καί μετά ἠρεμοῦσε ἀπό τούς λογισμούς καί τούς
πειρασμούς καί τήν ἔλουζε, λέει ὁ βίος της, τό ἄκτιστο φῶς. Τῆς ἔδινε μετά ὁ Θεός αὐτή τήν
παρηγορία τῆς θεώσεως γιά νά τήν δυναμώσει. Αὐτά φαίνονται καθαρά στούς βίους τῶν ἁγίων.
Σ’ αὐτά λοιπόν τά δύο στάδια θεωρίας, στόν φωτισμό καί στήν θέωση ἔχουν φθάσει οἱ θεολόγοι
καί αὐτοί εἶναι οἱ ἀληθινοί θεολόγοι, ἐνῶ ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ἁπλῶς θεολογοῦντες. Ἐμεῖς δηλαδή
πού δέν ἔχουμε αὐτές τίς ἐμπειρίες, ἁπλῶς θεολογοῦμε καί τό πρόβλημα εἶναι ἄν θεολογοῦμε
σωστά, ἄν μιλοῦμε σωστά γιά τόν Θεό.
– Ποιός εἶναι ὁ ἀσφαλής τρόπος γιά νά μιλοῦμε ὀρθά γιά τόν Θεό;
Εἶναι νά ἀκολουθοῦμε τούς ἀληθινούς θεολόγους. Γι’ αὐτό ὑπάρχει ἡ ρῆσις: «ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις
Πατράσι». Ἐμεῖς ἀκολουθοῦμε τούς Ἁγίους Πατέρες καί δέν λέμε τίποτα δικό μας. Λέμε μόνο ὅτι
εἶπαν αὐτοί πού ἦταν οἱ διαβεβηκότες ἐν θεωρία. Οἱ διαβεβηκότες, αὐτοί δηλαδή πού πέρασαν
στήν θεωρία, αὐτοί πού ἔφθασαν στόν φωτισμό καί στήν θέωση. Εἶδαν τόν Θεό καί μποροῦν νά
μιλήσουν γιά τόν Θεό γιατί αὐτοί εἶναι οἱ ἀληθινοί θεολόγοι. Οἱ ὑπόλοιποι πρέπει νά ἀκολουθοῦμε
αὐτούς.
Γιά τόν λόγο αὐτό εἶναι λάθος ἡ ‘’μεταπατερική θεολογία’’, τό φροῦτο τῆς ἐποχῆς μας, πού λέει ὅτι
πρέπει νά ἀφήσουμε τούς Πατέρες γιατί εἶναι ξεπερασμένοι καί δῆθεν μίλησαν γιά ἐκείνη τήν
ἐποχή, σάν νά ἔκαναν φιλοσοφία καί κοινωνιολογία. Σάν νά μή μιλοῦσε τόἍγιο Πνεῦμα μέσα ἀπό
αὐτούς, ἀλλά μιλοῦσαν ἀπό μόνοι τους καί στοχάζονταν! Ὄχι! Οἱ Πατέρες δέν μιλοῦσαν ἀπό μόνοι
τους, οὔτε ἔκαναν φιλοσοφία, ἀλλά μιλοῦσαν μέ τόν φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁπότε αὐτά
πού εἶπαν ἰσχύουν γιά πάντα. Γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν λέει ἄλλα σήμερα καί ἄλλα αὔριο. Δέν
ἀλλάζει. Ὁ Θεός εἶναι πάντοτε ὁ ἴδιος, ἀναλλοίωτος καί ἡ διδασκαλία Του εἶναι ἀναλλοίωτη καί
ἰσχύει πάντοτε.
Ἑπομένως δέν εἶναι σωστό αὐτό πού λένε ὅτι πρέπει νά προσαρμοστεῖ ἡ Ἐκκλησία στούς
σύγχρονους καιρούς καί στά σημερινά δεδομένα. Φυσικά καί ὄχι. Εἶναι σάν νά λέμε ὁ Θεός νά
ἀλλάξει σήμερα, ἐπειδή ἐμεῖς ἀλλάξαμε. Μά δέν ἀλλάξαμε! Δέν ἄλλαξαν οἱ ἄνθρωποι! Οἱ
ἄνθρωποι εἶναι οἱ ἴδιοι ἀκριβῶς ὅπως ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού πλάστηκαν ἀπό τόν Θεό. Ὅπως
ἦταν ὁ Ἀδάμ καί οἱ ἀπόγονοί του, ἔτσι εἴμαστε καί ἐμεῖς σήμερα. Ἄν ἄλλαζε ὁ ἄνθρωπος, θά
ἐρχόταν πάλι ὁ Χριστός γιά νά μᾶς δώσει μιά καινούρια θεραπευτική διδασκαλία. Δέν πρέπει
λοιπόν νά προσαρμοστεῖ ἡ Ἐκκλησία στούς καιρούς καί στόν ἄνθρωπο, ἀλλά ὁ ἄνθρωπος πρέπει
νά προσαρμοστεῖ στήν Ἐκκλησία, δηλαδή νά ἐκκλησιαστικοποιηθεῖ καί ὄχι νά ἐκκοσμικευθεῖ ἡ
Ἐκκλησία, ὅπως ὑποστηρίζουν κάποιοι.
185
Οἱ μεταπατερικοί αὐτοί θεολόγοι λένε ὅτι δέν πρέπει νά κάνουμε ἄσκηση σήμερα, ὅτι εἶναι
δύσκολο, ὅτι εἶναι ἀδύνατο. Νά κάνουμε μόνο μυστήρια. Προβάλλουν καί διαστρέφουν τόν Ἅγιο
Πορφύριο ὅτι τάχα ἦταν κατά τῆς ἄσκησης, κατά τῆς ἐγκράτειας καί κατά τοῦ πνευματικοῦ
ἀγῶνος, ὅτι ἔλεγε ὅλα νά τά κάνουμε εὔκολα καί σχεδόν μαγικά θά σωθοῦμε. Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι
τά πράγματα. Ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔκανε πολλή ἄσκηση καί τό πνεῦμα του δέν ἦταν αὐτό. Ὅταν
λέει νά ἀγωνιζόμαστε ἁπλά καί ἁπαλά καί νά μήν κυνηγᾶμε τό κακό, δέν ἐννοεῖ νά μήν
ἀγωνιζόμαστε πνευματικά, ἀλλά νά μήν ὑποδουλωνόμαστε σέ ἕνα κυνήγι τοῦ κακοῦ πού δέν
ὠφελεῖ. Νά προσπαθοῦμε νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό. Ὅταν ἀγαπάει κανείς τόν Θεό, τότε
ἐλευθερώνεται αὐτόματα ἀπό τό κακό. Ὅμως γιά νά ἀγαπήσεις τόν Θεό, πρέπει νά ἀγωνισθεῖς,
πρέπει νά προσεύχεσαι, πρέπει νά τηρεῖς τίς ἐντολές, πρέπει νά ἐγκρατεύεσαι, νά νηστεύεις κ.λ.π.
Ἔτσι λοιπόν δέν πρέπει νά ἀφήσουμε πίσω τούς Πατέρες ἤ ὅπως λένε νά ὑπερβοῦμε τούς Πατέρες,
νά πᾶμε μπροστά ἀπό αὐτούς. Οἱ Πατέρες εἶναι οἱ ἀληθινοί θεολόγοι καί διδάσκουν αὐτά πού
ἰσχύουν διαχρονικά καί γιά πάντα. Ἔχουν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. Ἡ γνώση τους δέν εἶναι φιλοσοφική,
δέν εἶναι θεωρητική, δέν εἶναι ἐγκεφαλική, δέν εἶναι ἕνας στοχασμός, ἀλλά εἶναι γνῶσις ἀπό τήν
ἐμπειρία πού ἔχουν. Τά ἔχουν ζήσει καί ἀφοῦ τά ἔζησαν, τά εἶδαν, τά ἄκουσαν καί τά ἔπαθαν, τά
ἔγραψαν, γι’ αὐτό καί ἰσχύουν πάντα. Ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ εἶναι καθαρά ἐμπειρική. Δέν εἶναι γνῶσις
μεταφυσική, δηλαδή ἀποτέλεσμα φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ.
Τό ἑπόμενο κεφάλαιο ἀσχολεῖται μέ τό θέμα τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τό ὁποῖο εἶναι πολύ
ἐνδιαφέρον. Εἴπαμε στό προηγούμενο μάθημα γιά τήν θεωρία καί τόν φωτισμό. Αὐτός πού ἔχει
φθάσει στόν φωτισμό εἶναι αὐτός πού ἔχει τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή.
– Τί εἶναι ἡ νοερά προσευχή;
Ἡ νοερά προσευχή εἶναι μιά καθαρά ἐμπειρική κατάστασις. Δέν εἶναι μιά θεωρία ἤ μιά φιλοσοφία.
Οὔτε ἕνας ψυχίατρος μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ ὅτι ἡ νοερά προσευχή εἶναι καθαρά ἐμπειρία. Ἡ διαφορά
μας μέ τούς ψυχιάτρους θά ἦταν ὄχι στό γεγονός αὐτό καθ΄ ἑαυτό, ἀλλά στήν αἰτία πού προκαλεῖ
τήν νοερά προσευχή, ἡ ὁποία ἐμεῖς γνωρίζουμε ὅτι εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐπειδή οἱ ψυχίατροι
κατά βάση εἶναι ἄθεοι, δέν θά τό παραδεχθοῦν αὐτό, ὅπως δέν παραδέχονται καί τήν ὕπαρξη τῶν
δαιμόνων καί λένε ἔχεις ἄγχος, ἀνασφάλειες, φοβίες κ.λ.π. Ποιός τά δημιουργεῖ αὐτά; Ἔτσι ἀπό τό
πουθενά ἔρχονται; Ὑπάρχει αἰτία, καί εἶναι τό πονηρό πνεῦμα. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος τί
ψυχολόγοι καί ψυχίατροι;
– Ποιός εἶναι ψυχίατρος;
Ὁ Θεός εἶναι ὁ Ψυχίατρος. Ὁ Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων. Τί ξέρουν οἱ ψυχίατροι ἀπό τήν
ψυχή καί ἀπό τήν λειτουργία τήν ψυχική τοῦ ἀνθρώπου; Ἔλεγε ἐπίσης ὅτι πίσω ἀπό ὅλα αὐτά τά
λεγόμενα ψυχολογικά κρύβονται δαιμόνια. Ὑπάρχει τό δαιμόνιο τῆς λύπης, ὑπάρχει τό δαιμόνιο
τῆς ἀκηδίας, ὑπάρχει τό δαιμόνιο τοῦ φόβου… Εἶναι δαιμόνια καί δημιουργοῦν αὐτές τίς
καταστάσεις στούς ἀνθρώπους. Τό δαιμόνιο τῆς λύπης δημιουργεῖ αὐτό πού σήμερα λέμε
κατάθλιψη. Εἶναι δαιμόνιο. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ἐξομολογηθεῖ, δέν ἐλευθερώνεται. Ὅσα χάπια κι ἄν
πάρει, δέν πρόκειται νά τοῦ φύγει ἡ κατάθλιψη. Ἁπλῶς θά ἠρεμήσει λίγο, θά ναρκώσει κάπως τό
νευρικό του σύστημα γιά νά μήν κάνει ἀνω-κάτω τό σπίτι του.
Ἄν τό θέμα αὐτό τεθεῖ ὐπ’ ὄψιν τῶν ἐπιστημόνων τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, π.χ. ψυχολόγων,
ψυχιάτρων, παθολόγων, βιολόγων κ.λ.π. σάν ἕνα φαινόμενο ἄξιο παρατηρήσεως καί μελέτης –τό
φαινόμενο τῆς νοερᾶς προσευχῆς- θά εἶναι ὑποχρεωμένοι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, ἐφαρμόζοντες τήν
ἐπιστημονική μέθοδο ἐρεύνης, νά προβάλλουν ὑποθέσεις. Γιατί ἡ ἐπιστήμη γιά νά ἐξηγήσει ἕνα
φαινόμενο κάνει κάποιες ὑποθέσεις καί προσπαθεῖ μετά νά ἐπιβεβαιώσει, νά ἐπαληθεύσει αὐτή τήν
ὑπόθεση. Ἀλλά ἡ Ἐκκλησία δέν κάνει ὑποθέσεις, οὔτε πιθανολογοῦμε στήν Ἐκκλησία. Στήν
Ἐκκλησία ἔχουμε τήν κατατεθειμένη ἐμπειρία τοῦ φαινομένου, τούς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ζοῦν
αὐτό τό φαινόμενο. Καί ποιό εἶναι αὐτό τό φαινόμενο; Ἕνας, πού ἔχει νοερά προσευχή μέσα του,
«ἀκούει» ὁ ἴδιος τήν προσευχή αὐτή νά λέγεται μέσα στήν καρδιά του. Κυρίως ἡ νοερά προσευχή
186
αὐτό εἶναι. Δέν κάνεις ἐσύ δηλαδή, τήν νοερά προσευχή, ἀλλά τήν ἀκοῦς πού λέγεται μέσα σου
ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὁ Θεός τότε δίνει τά δῶρα Του, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπελπιστεῖ τελείως ἀπό τόν ἑαυτό του, μέ τήν
καλή ἔννοια, δηλαδή ὅταν πιστέψει ὅτι ἀπό μόνος του δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτα. Εἶναι
ἀπαραίτητο ὁ ἄνθρωπος νά ταπεινωθεῖ ἄκρως. Ὅσο ὑπάρχει ἡ παραμικρή ἰδέα ὅτι μέ τήν δική του
προσπάθεια θά κάνει κάτι, ὁ Θεός δέν δίνει τά δῶρα Του.
Διαβάζουμε στόν βίο τοῦ Γέροντα Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ, ὅτι παρακαλοῦσε πολύ καιρό τήν
Παναγία νά τοῦ χαρίσει αὐτή τήν χάρη τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Ὁπότε κάποια στιγμή, λέει, πού
ἦταν τελείως ἀπελπισμένος ἀπό τίς δικές του δυνάμεις εἶδε νά ἔρχεται μία ἀκτίνα, ἕνα φῶς ἀπό τήν
Παναγία -ἦταν στό Ἅγιο Ὄρος καί ἔβλεπε πρός τήν περιοχή πού λέγεται Παναγία- καί ἡ καρδιά
του ἄρχισε ἀπό μόνη της, νά λέει τό ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με’ σάν ἕνα μηχανάκι θά
λέγαμε. Αὐτή εἶναι ἡ νοερά προσευχή.
Εἶναι κι αὐτή δῶρο Θεοῦ καί μάλιστα τῆς Παναγίας. Ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐμπειρία στήν Ἐκκλησία μας
ἀπό τούς ἀνθρώπους πού τήν ἔχουν ζήσει. Καί ὑπάρχει ἑκατοντάδων ἐτῶν παράδοσις αὐτῆς τῆς
πνευματικῆς καταστάσεως, καθώς τήν συναντᾶμε στούς ἀνθρώπους αὐτούς τούς Ἁγίους σέ σειρά
ἐτῶν. Ἀπό τούς ἁγίους ἔχει δοθεῖ μία συγκεκριμένη ἑρμηνεία σ’ αὐτήν τήν πάραδοση τῆς νοερᾶς
προσευχῆς καί βάσει αὐτῆς τῆς ἑρμηνείας ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει ὅτι ἡ νοερά προσευχή εἶναι μία
πνευματική ἐμπειρία. Δέν εἶναι μιά ψυχολογική ἐμπειρία, κάτι πού τό δημιουργεῖ ὁ ἄνθρωπος μέσα
του ἤ μιά αὐθυποβολή ἤ μία ὕπνωση, ἀλλά εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐπενεργείας, τῆς Χάριτος, τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
Κάποιοι ψυχολόγοι καί ψυχίατροι ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι μιά μορφή ὕπνωσης ἡ νοερά προσευχή.
Δέν εἶναι ὅμως αὐτό. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐπενέργειας τῆς Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα
στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Πότε ὅμως; Ὅταν ἡ καρδιά καθαρθεῖ, τότε ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὅσο ἡ καρδιά εἶναι γεμάτη μέ πάθη καί ἁμαρτίες, δέν ἔρχεται, δέν πλησιάζει, δέν ἐνεργεῖ τό Ἅγιο
Πνεῦμα. Ὄχι γιατί δέν θέλει, ἀλλά ἐμποδίζεται ἀπό μᾶς γιατί ἐμεῖς δέν ἀγαποῦμε ὅσο πρέπει τόν
Θεό, δέν ποθοῦμε ὅσο πρέπει τόν Θεό, δέν ἔχουμε αὐτή τήν ἔνταση τῆς ἀγάπης καί τῆς προσευχῆς
πού χρειάζεται.
Αὐτή εἶναι μιά μακραίωνη παράδοσις, πού κανείς δέν μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ τήν ὕπαρξή της, διότι
ὑπάρχουν πάρα πολλά συγγράμματα τῶν Πατέρων ἐπάνω στό θέμα αὐτό, ἐκτός ἀπό ὅσα
ἀναφέρονται γι’ αὐτήν στήν Ἁγία Γραφή. Στήν Παλαιά Διαθήκη: «ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου
ἀγρυπνεῖ» (Ἀσ.Ἀσ. 5,2). Πῶς ἀγρυπνεῖ; Μέ τήν νοερά προσευχή. Ἀκούει ὁ πιστός μέσα στήν
καρδιά του τό Ἅγιο Πνεῦμα πού προσεύχεται. Ὑπάρχουν σήμερα ἄνθρωποι, πού ζοῦν ἀναμεταξύ
μας, οἱ ὁποῖοι γνωρίζουν ἀπό προσωπική τους ἐμπειρία, ἐπειδή τήν ζοῦν ἐνεργουμένη μέσα τους
τήν νοερά προσευχή, πού ἀκοῦν δηλαδή αὐτή τήν προσευχή μέσα στήν καρδιά τους.
Ὁπότε, ἐφ’ ὅσον αὐτοί οἱ ἐπιστήμονες ἀποδεχθοῦν αὐτήν τήν πραγματικότητα, μετά θά πρέπει νά
προβάλλουν τίς δικές τους ὑποθέσεις γιά νά ἐξηγήσουν τό φαινόμενο αὐτό τῆς νοερᾶς προσευχῆς.
Βέβαια μεταξύ τους θά ὑπάρχουν καί μερικοί, πού θά ποῦν ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα ἐφεύρημα τῶν
παπάδων, ἰδίως ἐδῶ στήν Ἑλλάδα! Θά ποῦν ὅτι αὐτά τά λένε οἱ παπάδες, ὅτι εἶναι προϊόν τῆς
φαντασίας τους. Μακάρι ὅμως οἱ παπάδες νά ἠσχολοῦντο μέ τέτοια πράγματα ἐδῶ στήν Ἑλλάδα.
Ἄλλοι τώρα ἀπό αὐτούς τούς ἐπιστήμονες ἴσως ποῦν ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα εἶδος ὑπνωτισμοῦ.
– Τί εἶναι ὁ ὑπνωτισμός ὅμως;
Οὐσιαστικά εἶναι μία ἐνέργεια τῶν δαιμόνων. Ὁ ὑπνωτιστής περνάει στόν ὑπνωτιζόμενο δαιμονική
ἐνέργεια. Μετά τό πονηρό πνεῦμα πού μπαίνει μέσα στόν ἄνθρωπο τοῦ φέρνει διάφορες μνῆμες
ἀπό τό παρελθόν καί μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀπαντάει σ’ αὐτά πού θά τόν ρωτάει ὁ ὑπνωτιστής.
Εἶναι ὅμως πράγματα τά ὁποῖα ὑπάρχουν. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά. Κοιτᾶξτε πῶς τό ἐξήγησε ὁ π.
Ἰωάννης.
187
Εἶχα μία σχετική συζήτηση μέ γιατρούς, μάλιστα μέ καθηγητές Πανεπιστημίου, οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν
ὅτι αὐτό, δηλαδή ἡ νοερά προσευχή, εἶναι ἕνα εἶδος ὑπνωτισμοῦ! Ὅμως, ἔστω, ἄς εἶναι ἔτσι γι’
αὐτούς. Ἀλλά ἕνας ψυχίατρος εἶναι ὑποχρεωμένος νά ἀσχοληθεῖ συστηματικά μέ τό θέμα αὐτό.
Σχετικά μέ τόν ὑπνωτισμό τώρα, ὁ ὁποῖος πράγματι εἶναι μία ἐμπειρία καί αὐτή, ἀλλά δαιμονική
ἐμπειρία. Ὁ ψυχίατρος ὅμως θά πρέπει νά μπορεῖ νά ἐξακριβώσει, ἄν ἡ νοερά προσευχή εἶναι ἕνα
εἶδος ὑπνωτισμοῦ ἤ ὄχι. Ὁ ὑπνωτισμός μπορεῖ νά ὁδηγήσει σέ παραίσθηση, νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος
παραισθήσεις. Δηλαδή ἄλλα νά βλέπει καί ἄλλα νά ὑπάρχουν στήν πραγματικότητα μπροστά του.
Νά βλέπει ἄλλα ἀντ’ ἄλλων, πού σημαίνει ὅτι ἔχει ἀσυνταξία ὡς πρός τήν σωστή σύνθεση τῶν
ἐμπειρικῶν ἐντυπώσεων, πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν μνήμη του. Τέτοια παραίσθηση
δημιουργοῦν καί τά παραισθησιογόνα χάπια, τά LSD. Ἄλλο ὑπάρχει καί ἄλλο βλέπει. Αὐτό ὅμως
πού νομίζει ὅτι βλέπει πάλι ὑπάρχει, ἀλλά ἁπλῶς δέν ὑπάρχει μπροστά του ἐκείνη τήν στιγμή.
Τέτοια παραίσθηση μπορεῖ νά ἔχει κι ἐκεῖνος πού εἶναι στόν ὑπνωτισμό ὅταν εἰσάγεται ἀπό τόν
ὑπνωτιστή δαιμονική ἐνέργεια. Ὁπότε ὁ ὑπνωτισμένος οὐσιαστικά τί ἔχει πάθει; Ἔρχεται σέ ἐπαφή
μέ πονηρό πνεῦμα. Ἡ μέθοδος αὐτή εἶναι πολλή ἐπικίνδυνη. Φυσικά ποτέ δέν πρέπει νά τήν
δοκιμάσετε, διότι τήν προτείνουν καί αὐτή τήν μέθοδο, ὡς τάχατες ἰατρική θεραπευτική μέθοδο,
ὅπως καί τήν γιόγκα κ.λ.π. Ὅλα αὐτά εἶναι δαιμονικά πράγματα καί δέν πρέπει νά
συγκαταβαίνουμε σ’ αὐτά καί νά συγκατατιθέμεθα.
Ὅλα τά στοιχεῖα, πού συνθέτουν μία παραίσθηση, εἶναι παρμένα ἀπό τίς αἰσθήσεις. Διότι ὁ
ἄνθρωπος πού φθάνει σέ παραίσθηση, φθάνει σ’ αὐτήν, ὄχι διότι ἔχει χάσει τήν ἐπαφή του μέ τά
αἰσθητά, ἀλλά ἐπειδή ἡ μνήμη του ἔχει ἐκτροχιασθεῖ καί ἡ σύνθεσις τῶν ἐντυπώσεων, πού γίνεται
μέσα στό μυαλό του, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία ἀταξία στήν ταξινόμηση τῶν ἐντυπώσεων.
Ἔχει ἔτσι σπασμένες εἰκόνες οἱ ὁποῖες συντίθενται μέσα του ὅπως νά ’ναι μέ ἀποτέλεσμα νά
προκαλοῦν μία σύγχυση. Ὅλα αὐτά ὑπάρχουν στήν μνήμη του. Ἐπειδή ὅμως δέν λειτουργεῖ σωστά
ἡ μνήμη, δέν συντάσσονται σωστά μέσα στό μυαλό του οἱ ἐντυπώσεις.
Ἔτσι ἔχουμε τούς ἀνισόρροπους, καθώς καί αὐτούς πού ὀνειρεύονται στόν ξύπνιο τους, τούς
ὀνειροπαρμένους. Τά στοιχεῖα δηλαδή τῶν αἰσθήσεων, πού συνθέτουν μία παραίσθηση, εἶναι
ὑπαρκτά. Ἐκεῖνος, πού βρίσκεται σέ παραίσθηση μπορεῖ νά βλέπει κάτι, πού δέν ὑπάρχει ἐκείνη
τήν στιγμή μπροστά του, πού εἶναι ὅμως ὑπαρκτό.
Δέν εἶναι κάτι πού δέν ὑπάρχει, ἁπλῶς ἐκείνη τήν στιγμή δέν βρίσκεται μπροστά του. Αὐτός ὅμως
ἐπειδή ἔχει παραίσθηση, τό βλέπει. Βλέπει λ.χ. ἕναν καλόγερο, τήν κρεμάστρα δηλαδή, καί λέει
εἶδα ἕναν παπά. Μπερδεύει τά πράγματα, ἐνῶ ἦταν ἁπλῶς ἡ κρεμάστρα, λέει εἶδα ἕναν ἄνθρωπο
μέσα στό δωμάτιο. Αὐτό εἶναι παραίσθηση.
Ὅσον ἀφορᾶ στόν ὑπνωτισμό, ἐκεῖνος πού ὑπνωτίζεται μπαίνει σέ μία κατάσταση κώματος, σάν
δηλαδή νά βρίσκεται σέ κῶμα καί ἀφοῦ βρίσκεται σέ κωματώδη κατάσταση, ἐνθυμεῖται πράγματα
ἀπό τό παρελθόν καί ἀπαντᾶ στά ἐρωτήματα ἐκείνου πού τόν ὑπνώτισε. Ὁπότε, σάν ὑπνωτισμένος
πού εἶναι, πάλι δέν ἔχει ἐπαφή μέ τήν πραγματικότητα.
Τί γίνεται στήν νοερά προσευχή; Ὅσον ἀφορᾶ τώρα στήν νοερά προσευχή, δέν ἔχουμε νά κάνουμε
μέ κάτι ὑπαρκτό, πού ἔχει ἤδη κατατεθεῖ στήν μνήμη, τό ἔχει ἤδη δεῖ στό παρελθόν καί τό ὁποῖο
ἀνακαλεῖται ἀπό τήν μνήμη καί ἔτσι ὀνειρεύεται ὁ ἄνθρωπος. Δέν συμβαίνει τό ἴδιο, ὅπως σέ μία
παραίσθηση, πού βλέπει κανείς κάτι, χωρίς ὅμως νά ὑπάρχει πράγματι γύρω του ἐκεῖνο πού βλέπει
ἐκείνη τήν στιγμή, οὔτε νά ὑποπίπτει στίς αἰσθήσεις του ἐκείνη τήν στιγμή. Στήν περίπτωση τῆς
νοερᾶς προσευχῆς ὅ,τι συμβαίνει στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καί ὅ,τι αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος,
λαμβάνει χώραν ἐκείνην τήν στιγμή πού τό αἰσθάνεται. Δέν εἶναι μνήμη τοῦ παρελθόντος, ἀλλά τό
ζεῖ ἐκείνη τήν στιγμή. Συμβαίνει ἐκείνη τήν στιγμή. Ἐνεργεῖται ἐκείνη τήν στιγμή καί ἐνεργεῖται
ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν εἶναι μία μνήμη δηλαδή ἀπό τό παρελθόν. Εἶναι μία ἐμπειρία τοῦ
παρόντος. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά ἀπό τήν περίπτωση τῆς ὕπνωσης καί τήν περίπτωση τῆς
παραίσθησης.
188
Τό νά εἶναι ἐπίσης κανείς σέ ἐγρήγορση πνεύματος, πράγμα πού συμβαίνει κατά τήν νοερά
προσευχή, δηλαδή οὔτε ὑπνωτισμένος νά εἶναι, οὔτε νά βρίσκεται σέ παραίσθηση, καί ταυτόχρονα
νά βιώνει κάτι τό πολύ ξεκάθαρο μέσα του, μέσα στήν καρδιά του, κάποιον ἄλλον, πού
προσεύχεται μέσα του γιά λογαριασμό του «στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» (Ρωμ. 8,26), τέτοιο πράγμα δέν
συμβαίνει στόν ὑπνωτισμό. Ἐνῶ στήν νοερά προσευχή αὐτό συμβαίνει. Κάποιος ἄλλος μέσα στήν
καρδιά τοῦ ἀνθρώπου προσεύχεται μέ ἀλάλητους στεναγμούς.
Κατά τήν νοερά προσευχή ὁ ἄνθρωπος ἔχει πλήρη συνείδηση ὅτι κάτι οἰκεῖο πρός τήν φύση του,
κάτι πολύ δικό του, καί ἐνεργούμενο ἔσωθεν, ὄχι ὅμως ἀπό τόν ἴδιο, λαμβάνει χώρα μέσα του, τό
ὁποῖο ὄχι μόνο βιώνει ξεκάθαρα, ἀλλά ταυτόχρονα τό παρατηρεῖ, καί τό ὁποῖο μπορεῖ ἑκούσια νά
συμμετέχει. Νά προσεύχεται καί αὐτός δηλαδή μέ ἰσοκράτημα -θά λέγαμε- τήν προσευχή πού κάνει
τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του.
Τό βάρος τῆς ἀποδείξεως τῆς ἀληθείας αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας δέν ἀνήκει στούς Ὀρθοδόξους, οἱ
ὁποῖοι τήν κατέχουν, ἀλλά στούς ἐπιστήμονες, οἱ ὁποῖοι τήν ἀμφισβητοῦν ἤ θέλουν νά τήν
ἐρευνήσουν. Ἄν πάλι οἱ ἐπιστήμονες δώσουν δική τους ἑρμηνεία σ’ αὐτό τό φαινόμενο τῆς νοερᾶς
προσευχῆς, αὐτοί οἱ ἴδιοι θά πρέπει νά ἀποδείξουν ὅτι ἡ δική τους ἑρμηνεία εἶναι ἡ σωστή ἑρμηνεία
καί ὄχι αὐτή πού δίνουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, δηλαδή ὅτι ἐνεργεῖ ὁ Θεός μέσα μας, μέσα στούς
ἀνθρώπους αὐτούς.
Διότι οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν παράδοση αἰώνων τῆς ἑρμηνείας τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τῆς ὁποίας ἡ
ἀλήθεια εἶναι ἀδιαφιλονείκητος γιά τούς Ὀρθοδόξους. Καί στό παρελθόν, ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι πού
βαπτίζονταν ἦταν μεγάλοι, φρόντιζαν νά εἶναι πολύ κοντά σ’ αὐτή τήν ἐμπειρία ἤ καί νά τήν ἔχουν
ἤδη ἀποκτήσει πρίν βαπτιστοῦν ὡς μία ἐγγύηση τῆς πίστεως. Τό σύνηθες ἦταν νά βαπτιστοῦν καί
σέ πολύ σύντομο διάστημα μέ τήν χάρη τοῦ βαπτίσματος νά ἀποκτήσουν καί τήν νοερά προσευχή.
Ὁπότε μετά ἔπαιρναν τό Χρίσμα ὡς ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς κατάστασης. Τό βάπτισμα συνήθως τό
ἔπαιρναν τό Μεγάλο Σάββατο καί μετά ἀπό πενήντα ἡμέρες, τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔπαιρναν
καί τό Χρίσμα, πού ἀντιστοιχεῖ στήν θέωση τῶν Ἀποστόλων. Γι’ αὐτό καί στά Λατινικά τό Χρίσμα
λέγεται confirmation, δηλαδή ἐπιβεβαίωση.
Μέ τό Χρίσμα ἐπιβεβαίωναν οἱ Χριστιανοί ὅτι εἶχαν τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή στήν καρδία
τους. Σήμερα πόσο ἔχουμε ξεφύγει! Ποιός τά ξέρει αὐτά τά πράγματα; Ὅτι Χριστιανός σημαίνει νά
ἔχεις τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή συνεχῶς μέσα σου! Βαπτισμένος καί Χρισμένος, νά ἀκοῦς
δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα πού προσεύχεται μέσα στήν καρδιά σου.
Καί εἶναι αὐτή ἡ ἑρμηνεία ἀδιαφιλονείκητος, διότι δέν εἶναι ἑρμηνεία παρελθούσης ἐμπειρίας, ἡ
ὁπoία δέν μπορεῖ νά ἐξακριβωθεῖ ἤ νά ἐπαναληφθεῖ, ἀλλά εἶναι ἑρμηνεία μιᾶς ζώσης, ἀληθινῆς,
σημερινῆς ἐμπειρίας καί πραγματικότητος, πού συνεχῶς ἐπαναλαμβάνεται καί συνεχίζεται καί
παραδίδεται ἀπό γενεά σέ γενεά μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Μπορεῖ ὁ καθένας μας νά τήν
ἔχει, ἐφ’ ὅσον ἐργασθεῖ καί κάνει ὅπως μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Εἶναι μιά ἐμπειρία, ἡ ὁποία
μπορεῖ νά ἐπαληθευθεῖ κάθε στιγμή ἀπό τόν καθένα μας ἐφ’ ὅσον εἶναι βαπτισμένος καί βέβαια
τηρεῖ ὅσα λέει ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἡ Ἐκκλησία στήν γλώσσα της, πού εἶναι ἡ ἐκκλησιαστική γλώσσα, λέγει διά στόματος τοῦ
ἀποστόλου Παύλου: «Δέν μιλοῦμε μέ τήν ἀνθρώπινη σοφία, ἀλλά μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος», «…καί ὁ λόγος μου καί τό κήρυγμά μου οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις,
ἀλλ᾿ ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καί δυνάμεως» (Α΄Κορ. 2,4). Τί ἐννοεῖ μ’ αὐτό; Γιατί ὁ Ἀπόστολος
ἀντιπαρατάσσει τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ τήν σοφία τοῦ κόσμου τούτου; Διότι ὁ
ἄνθρωπος, πού ἔχει γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἔχει δηλαδή ἔλθει μέσα του τό Ἅγιο
Πνεῦμα καί ἔχει κατοικήσει μέσα στήν καρδιά του, αὐτός ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ζωντανά μέσα
στήν καρδιά του τήν δύναμη, δηλαδή τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ἔτσι δέν πείθεται ὅτι
ἔχει γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό λόγια ἄλλων, οὔτε ἀπό φιλοσοφικά ἤ θεολογικά
ἐπιχειρήματα ἄλλων, ἀλλά γνωρίζει ὅτι εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό ἄμεση καί προσωπική
του ἐμπειρία· τό ζεῖ ὁ ἴδιος καί τό λέει, διότι νιώθει, ἀκούει μέσα του τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού κάνει
189
τόν παπά καί τόν ψάλτη μέσα στήν καρδιά του. Δηλαδή εἶναι ἡ συμμαρτυρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
στό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου ἐκεῖνο τό πράγμα, πού δίνει στόν ἄνθρωπο αὐτόν τήν ἀπόλυτη
βεβαιότητα ὅτι ἔχει γίνει τό σῶμα του ναός τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο ἦλθε καί σκήνωσε
στήν καρδιά του.
Αὐτήν τήν κατάσταση περιγράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέγει: «Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κράζει
μέσα στίς καρδιές μας τό ἀββᾶ ὁ πατήρ» (Γαλ. 4,6). Φωνάζει δηλαδή μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα
ἀπευθυνόμενο πρός τόν Πατέρα καί λέγει: «Πατέρα μου»! Ἀββᾶ! Πατέρα μου»! Τό Ἅγιο Πνεῦμα
προσεύχεται στόν Θεό Πατέρα καί, τό πνεῦμα μας συμμαρτυρεῖ στό Πνεῦμα τό Ἅγιο ὅτι εἴμαστε
Ναός τοῦ Θεοῦ. Αὐτό λοιπόν, πού περιγράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι μία πραγματικότητα ἤ
μία φαντασιοπληξία; Πετοῦσε στά σύννεφα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν τό ἔλεγε αὐτό; Ὄχι βέβαια,
ἀλλά τά ζοῦσε. Ἄν προσέξετε καλά σέ ὅσα λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό κεφ. 8 τῆς πρός
Ρωμαίους ἐπιστολῆς του, θά δεῖτε ὅτι μιλάει γιά πραγματική προσευχή στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πού μιλάει ἔτσι. Καί ὁ Δαυΐδ στούς Ψαλμούς του μιλάει
ἔτσι καί ἡ Παλαιά Διαθήκη μιλάει ἔτσι. Γι’ αὐτό βλέπουμε ἐδῶ ποιός ἦταν ὁ λόγος πού οἱ ἀρχαῖοι
Χριστιανοί, πού προητοιμάζοντο γιά τήν νοερά προσευχή, πρῶτα ἀποστηθίζανε ὅλο τό Ψαλτήρι. Οἱ
πρῶτοι χριστιανοί ἤξεραν ἀπ’ ἔξω τούς 150 Ψαλμούς τοῦ Δαβίδ. Τό Ψαλτήρι τούς βοηθοῦσε νά
ἐργασθοῦν μετά τήν νοερά προσευχή καί νά ἀκοῦν τό Ἅγιο Πνεῦμα νά προσεύχεται μέσα στήν
καρδιά τους.
Αὐτήν τή μεγάλη σημασία εἶχε τό Ψαλτήρι γι’ αὐτούς· στό νά τούς βοηθήσει νά ἐργασθοῦν τήν
νοερά προσευχή. Δέν ξέρω πόσοι χριστιανοί σήμερα –ὄχι ξέρουν ἀπ’ ἔξω- ἔχουν διαβάσει
ὁλόκληρο τό Ψαλτήρι. Τά παλιά χρόνια τό διάβαζαν ἐπάνω στούς πεθαμένους πρίν τήν κηδεία. Καί
σήμερα τό κάνουν.
Ἴσως τότε νά ἦταν ἡ μόνη φορά πού διάβαζαν ὁλόκληρο τό Ψαλτήρι. Τό διάβαζε ὁ παπάς καί, ἄν
εἶχε κοντά του κανένα ψάλτη, ἔβαζε καί τόν ψάλτη καί τό διάβαζε. Τά παλιά χρόνια, γιά νά
χειροτονηθεῖ κανείς Ἐπίσκοπος, ἔπρεπε νά ἀποδείξει ὅτι ἤξερε ἀπ’ ἔξω τό Ψαλτήρι. Ὑπάρχει ὁ β’
Κανών τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Γιατί νά τό ἔχει ἀποστηθίσει; Διότι γιά νά γίνει κανείς
Ἐπίσκοπος πρέπει τουλάχιστον νά εἶναι φωτισμένος, ἄν ὄχι θεωμένος, νά ἔχει φθάσει στό τρίτο
σκαλοπάτι. Ἀλλά γιά νά εἶναι θεωμένος, πρέπει νά ἔχει ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Γι’ αὐτό
ἤθελαν νά γνωρίζουν τό Ψαλτήρι, γιατί τό Ψαλτήρι εἶναι προγύμναση, προστάδιο, προϋπόθεση τῆς
νοερᾶς προσευχῆς.
Στά Μοναστήρια διαβάζουν πολύ Ψαλτήρι, ἐπειδή τό Ψαλτήρι βοηθάει στήν νοερά προσευχή. Οἱ
πρῶτοι χριστιανοί, ἀλλά καί σήμερα ὑπάρχουν τέτοιοι ἄνθρωποι, ἀντί γιά τήν εὐχή ‘Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ ἐλέησόν με’, κάνουν νοερά προσευχή μέ τό Ψαλτήρι. Λένε ἀπ’ ἔξω τούς Ψαλμούς.
Ἀδιάλειπτα ἡ καρδιά τους ἀπαγγέλλει τό Ψαλτήρι.
– Γιατί ἔπρεπε νά γνωρίζει ὁ Ἐπίσκοπος τό Ψαλτήρι;
Γιατί τό Ψαλτήρι εἶχε τόσο μεγάλη σημασία μέσα στήν Ἐκκλησία; Διότι τό Ψαλτήρι ἔχει
προσευχές σχετικές μέ τήν νοερά προσευχή. Διότι ἡ νοερά προσευχή στήν Ἑβραϊκή παράδοση,
στήν Προφητική παράδοση, ἀλλά καί στήν ἀρχαία Χριστιανική παράδοση, γινόταν καί μέ τούς
Ψαλμούς. Γι’ αὐτόν τόν λόγο λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι
καί τῷ νοΐ, ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ καί τῷ νοΐ» (Α΄ Κορ. 14,15). Τό πνεῦμα ἐδῶ εἶναι ἡ καρδιά
καί τῷ νοΐ εἶναι ὁ νοῦς. Ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ καί τῷ νοΐ, θά ψάλω μέ τήν καρδιά μου, θά ψάλω
καί μέ τόν νοῦ μου, μέ τήν διάνοιά μου.
Ὁπότε ἡ νοερά προσευχή δέν εἶναι μόνο προσευχή μέ λόγια, ἀλλά εἶναι καί ψαλμωδία, ψαλμός
δηλαδή. Γι’ αὐτό ἔχουμε καί δείγματα ἀπό τήν Παράδοση ὅτι ἡ νοερά εὐχή γινόταν καί μέ τούς
Ψαλμούς. Ἕνα ἀπό αὐτά τά παραδείγματα εἶναι ἐκεῖνο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Κασσιανοῦ, ὁ
ὁποῖος διδάσκει νοερά προσευχή μέ Ψαλμούς. Ὑπάρχουν ἀρκετές μαρτυρίες γι’ αὐτό τό πράγμα.
190
Στό «Ρουμάνικο Γεροντικό», πού ἔγραψε ὁ π. Ἰωαννίκιος Μπάλαν, ἀναφέρεται ἡ περίπτωση ἑνός
λαϊκοῦ Χριστιανοῦ, ὄχι μοναχοῦ ἤ παπά, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀδιάλειπτη τήν νοερά προσευχή,
ἀπαγγέλλοντας διαρκῶς Ψαλμούς.
Ὁπότε χρειάζεται καμμία φιλοσοφική ἀπόδειξις γι’ αὐτά τά θέματα, ἐφ’ ὅσον ἐκεῖνοι, πού
πιστεύουν καί ἔχουν φθάσει σ’ αὐτήν τήν κατάσταση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ἔχουν μέσα τους
αὐτήν τήν ἐμπειρία; Ὅταν ἐγώ σᾶς βλέπω κι ἐσεῖς μέ βλέπετε, χρειάζεται καμιά ἀπόδειξη
φιλοσοφική ὅτι ὄντως σᾶς βλέπω καί μέ βλέπετε; Ἀφοῦ ἔχουμε τήν ἐμπειρία. Καί, ἐφ’ ὅσον
ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐμπειρία, σέ τί χρειάζεται ἡ μεταφυσική; Ἡ φιλοσοφία δηλαδή πού ἀσχολεῖται μέ
τά μετά-φυσικά, μέ τά πράγματα πού δέν εἶναι στήν φύση. Αὐτή τήν λένε μεταφυσική. Εἶναι
κομμάτι τῆς Φιλοσοφίας.
Σέ τί χρειάζεται ἡ μεταφυσική; Σέ τί βοηθάει ἡ φιλοσοφία; Βοηθήθηκε ποτέ κανείς οὐσιαστικά
στήν ζωή του ἀπό καμμία φιλοσοφία στό νά ἀποκτήσει αὐτήν τήν κατάσταση τῆς νοερᾶς
προσευχῆς, πού ἐνεργεῖ ἀδιάλειπτα μέσα στήν καρδιά, ὥστε νά γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος;
Ὄχι! Ἄλλα πράγματα ὁδηγοῦν σ’ αὐτή τήν νοερά προσευχή.
Ὅταν κανείς δέν ἔχει τέτοια ἐμπειρία, ἀλλά θέλει νά τήν ἀποκτήσει, τότε πηγαίνει καί διδάσκεται
ἀπό τούς ἔχοντας τήν ἐμπειρία αὐτή. Ἡ ἐμπειρία αὐτή τῆς νοερᾶς προσευχῆς εἶναι συνήθως -ἄν καί
ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις- ἀπαραίτητη προϋπόθεσις γιά νά φθάσει κάποιος στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως,
νά δεῖ κανείς τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, νά ἀποκτήσει ἐμπειρία τῆς ἀκτίστου δόξης τοῦ Θεοῦ.
Αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως εἶναι ἀποκλειστικά δῶρο Θεοῦ, τό ὁποῖο ὁ Θεός χαρίζει σέ ὅποιους
θέλει, ὅταν θέλει καί γιά ὅσο θέλει καί δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀνθρώπινη προσπάθεια.
Προϋπόθεσις ὅμως ὑπό συνήθεις συνθῆκες εἶναι τό νά ἔχει κανείς τήν νοερά προσευχή, γιά νά
φθάσει σ’ αὐτή τήν κατάσταση.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
191
1.Ποιός εἶναι ὁ φωτισμένος καί ὁ θεόπνευστος
2.Περί θρησκείας
3.Περί τῶν δύο πίστεων
Συνεχίζουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί σήμερα ἀπό τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ
Ρωμανίδη τό θέμα τῆς ἐπιστημονικῆς μέθοδου τῆς Θεολογίας καί ποιός εἶναι θεόπνευστος. Δηλαδή
θά δοῦμε ποιά εἶναι ἡ σχέση τῆς ἐπιστήμης -ὅπως τήν ξέρουμε- καί τῆς θεολογίας, καθώς ἐπίσης
ποιός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πού τόν λέμε θεόπνευστο. Τί θά πεῖ θεόπνευστος; Κάνει μιά σύγκριση
ἀνάμεσα στόν ἐπιστήμονα καί τόν πιστό ἄνθρωπο, τόν θεολόγο.
Ἡ θεολογία εἶναι μία θετική ἐπιστήμη καί ὄχι θεωρητική. Δέν εἶναι μία ἰδεολογία ἤ ἕνα φιλοσοφικό
σύστημα, ὅπου κάθονται οἱ θεολόγοι, σκέπτονται κάποια πράγματα, τά συστηματοποιοῦν καί μᾶς
τά δίνουν, ἀλλά εἶναι μία ἐμπειρία. Θεολόγος εἶναι αὐτός πού ἔχει δεῖ τόν Θεό, πού βλέπει τόν Θεό
καί συνεπῶς ἔχει γνώση τοῦ Θεοῦ καί λόγο γιά τόν Θεό. Μπορεῖ δηλαδή νά μιλήσει γιά τόν Θεό.
Ἄρα εἶναι ἕνας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος βασίζεται σέ δεδομένα ἀντικειμενικά θά λέγαμε, ἐμπειρικά καί
ὄχι κατασκευάσματα τῆς διανοίας του.
Τά δεδομένα αὐτά εἶναι κατ’ ἐξοχήν ὁ Θεός καί οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ἔχουμε πεῖ μποροῦμε
νά μετέχουμε στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί νά γνωρίζουμε τόν Θεό μέσα ἀπό τίς ἐνέργειές Του.
Ὅπως ἕνας ἐπιστήμονας, λ.χ. ἕνας ἀστροφυσικός, γνωρίζει τά ἄστρα μέσω τῶν διαφόρων
ἀστρονομικῶν ὀργάνων πού ὑπάρχουν, μπορεῖ νά ἔχει μιά ἐμπειρία τῶν ἄστρων. Λέει ὁ π.
Ἰωάννης: Ὅπως ὁ μαθητής πού ἐνδιαφέρεται γιά τήν ἀστρονομία, διαβάζει ἀπό τά βιβλία του γιά
τά ἄστρα καί μετά παρατηρεῖ τά ἄστρα στόν οὐρανό καί ἀργότερα, ὅταν μεγαλώσει καί ἐπιθυμήσει
νά τά μελετήσει καλύτερα καί νά τά γνωρίσει ἀπό πιό κοντά, πηγαίνει στό Πανεπιστήμιο, ὁπότε τά
μελετᾶ μέσα ἀπό τά τηλεσκόπια, καί βλέπει ὅσα δέν ἔβλεπε μέ γυμνό μάτι, ἔτσι γίνεται καί στήν
πνευματική ζωή.
Ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι νά ἐτοιμάσει τούς ἀνθρώπους, ὥστε νά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ,
πού θά τήν δοῦν οὕτως ἢ ἄλλως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὡς φῶς καί ὄχι ὡς φωτιά. Αὐτή εἶναι ἡ διαφορά
τοῦ Παραδείσου καί τῆς κολάσεως. Μετά θάνατον, κατά τήν Δευτέρα Παρουσία ὅλοι οἱ ἄνθρωποι,
δίκαιοι καί ἄδικοι, καλοί καί κακοί, θά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Θά δοῦν τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τήν
δόξα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία φανερώθηκε στήν Μεταμόρφωση. Ἔλαμψε τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὅπως
ὁ ἥλιος, τά δέ ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκά ὅπως τό φῶς.
Βέβαια τό πῶς θά δοῦμε τόν Θεό στήν Δευτέρα Του Παρουσία θά ἐξαρτηθεῖ ἀπό τό πῶς θά ἔχουμε
ζήσει σ’ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή. Ἄν ζήσαμε σωστά καί ἐν μετανοία θά Τόν δοῦμε -τήν δόξα τοῦ Θεοῦὡς Φῶς γλυκύτατο, χωρίς ὅμως νά δοῦμε καί τήν οὐσία Του, διότι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι
ἀπρόσιτη. Ἐκεῖ πού μετέχει ὁ ἄνθρωπος εἶναι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί κατ’ ἐξοχήν τό φῶς τοῦ
Θεοῦ. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει μετανοήσει, θά δεῖ τόν Θεό ὡς φωτιά καί ὄχι ὡς Φῶς.
Ἔτσι λοιπόν ἕνας Χριστιανός πού θέλει νά δεῖ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, καί μία πρόγευση αὐτῆς τῆς
δόξας τήν ἔχει ὁ Χριστιανός ἀπό αὐτή τήν ζωή, ἐφ΄ ὅσον κάνει αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, θά πρέπει
νά περάσει μέσα ἀπό ὁρισμένα στάδια ἐμπειριῶν καί πνευματικῶν ἀναβάσεων. Ὅπως ὁ μαθητής
γιά νά φθάσει νά γίνει ἀστροφυσικός ἐπιστήμονας, περνᾶ ἀπό διάφορα σχολεῖα, ἀπό τό Δημοτικό,
τό Γυμνάσιο-Λύκειο, τό Πανεπιστήμιο καί πρέπει νά ἔχει ἐμπειρίες σχετικές μέ αὐτά πού τόν
192
ἐνδιαφέρουν.
Τά στάδια αὐτά, ὅπως ἔχουμε πεῖ, διακρίνονται στήν κάθαρση, στόν φωτισμό καί στήν θέωση, γιά
νά μπορέσει ὁ ἄνθρωπος νά δεῖ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ὡς Φῶς. Ἡ πλήρης κατάστασις φωτισμοῦ
ἐπέρχεται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποκτήσει τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή.
Σέ προηγούμενη σύναξη τέθηκε τό ἐρώτημα τί εἶναι φωτισμός; Φωτισμός εἶναι ὅταν ὁ ἄνθρωπος
προσεύχεται μέσα στήν καρδία του καί μάλιστα στήν τέλεια μορφή προσεύχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα
καί ἔχει συνεχή ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Ἀκούει αὐτή τήν προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
μέσα στήν καρδία του. Καί τότε γίνεται στήν κυριολεξία ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Λέμε βέβαια ὅτι μέ τό Βάπτισμα γινόμαστε ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πράγματι γινόμαστε.
Παίρνουμε τήν δυνατότητα νά γίνουμε ναός, ἀλλά στήν κυριολεξία γινόμαστε, ὅταν φθάσουμε σ’
αὐτή τήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ. Ἐκείνη τή στιγμή πού βαπτίζεται τό βρέφος εἶναι σέ
κατάσταση φωτισμοῦ καί θεώσεως, ἀλλά δυστυχῶς ἀμέσως μετά ἀπενεργοποιεῖται ἡ χάρις, ὅπως
λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, λόγω τῆς ἐκβολῆς τῆς κενοδοξίας τῶν γονέων στό παιδί. Αὐτό ὁ π.
Παΐσιος τό ἔλεγε μπάζωμα. Μπαζώνουν οἱ γονεῖς τό μικρό παιδί, τό βρέφος, μέ τά ἀπόβλητα τῆς
κενοδοξίας τους.
Τό μωρό δέν ἔχει βεβαίως ἁμαρτίες διότι δέν ἔχει ἀκόμη συνείδηση, δέν ἔχει τήν ἐλεύθερη
βούληση καί τόν νοῦ ἀνεπτυγμένο, ὥστε νά ἔχει ἐπίγνωση τῶν πράξεών του, δέχεται ὅμως αὐτό τό
μπάζωμα ἀπό τούς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι κατά κάποιο τρόπο ἀκτινοβολοῦν καί φορτίζουν τό παιδί
ἀρνητικά. Ὁπότε τό παιδί, ὅταν μεγαλώνοντας ἀποκτήσει τήν δυνατότητα νά ἐκφραστεῖ, νά
σκέπτεται, νά ἐνεργεῖ ἐλεύθερα, θά βγάλει ἀπό μέσα του ὅ,τι κακό ἔχει συσσωρευτεῖ ἀπό τούς
γονεῖς καί θά δουλέψει πάλι κι αὐτό στήν κενοδοξία. Αὐτό ὅλο βέβαια, σκοτεινιάζει τόν νοῦ τοῦ
βρέφους, αὐτό τό μπάζωμα, καί δέν ἐνεργεῖ πλέον αὐτή ἡ κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς
θεώσεως μέσα στήν καρδία του. Θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ξαναφωτισθεῖ βγάζοντας τά μπάζα καί
ἐνεργοποιώντας αὐτή τήν δυνατότητα πού πῆρε στό Ἅγιο Βάπτισμα τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς
θεώσεως.
Ἑπομένως ὅταν ὁ ἄνθρωπος φθάσει στόν φωτισμό μετά τήν κάθαρση, μετά τήν καθυπόταξη
δηλαδή τῶν παθῶν, τήν ἀποβολή τῶν παθῶν ἀπό τήν ψυχή, τήν κάθαρση ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά
πάθη, φθάσει στόν φωτισμό καί στήν πλήρη κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ -γιατί καί στόν φωτισμό
ἔχουμε στάδια- ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, πού ἐνεργεῖ μέσα στήν καρδία
του. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι στήν κυριολεξία ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Στήν ἐπιστήμη, στήν ὁποιαδήποτε θετική ἐπιστήμη, δέν ὑπάρχει κάποια ἀντίστοιχη κατάσταση
φωτισμοῦ, δηλαδή σάν ἰδιαίτερη καθοριστική ἐμπειρία. Μόνο ἡ ἀντίστοιχη κατάσταση τῆς
θεώσεως ὑπάρχει στίς θετικές ἐπιστῆμες, τηρουμένων βέβαια τῶν ἀναλογιῶν. Ὅπως δηλαδή ὁ
θεούμενος, δηλαδή ἐκεῖνος πού βρίσκεται σέ κατάσταση θεώσεως, βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι
καί ὁ ἐπιστήμονας βλέπει τό ποθούμενο ἀντικείμενο, τό πρός παρατήρηση καί μελέτη μέσα ἀπό τά
κατάλληλα ὄργανα τῆς ἐπιστήμης του (π.χ. τηλεσκόπιο, μικροσκόπιο κ.λ.π.). Δηλαδή, μόλις
καταπιαστεῖ κανείς μέ μία φυσική ἐπιστήμη, φθάνει ἀμέσως στήν ὅραση τοῦ ἀντικειμένου τῆς
γνώσεώς του καί ἔρχεται μ’ αὐτό σέ ἄμεση ἐπαφή. Καί αὐτό θά λέγαμε κατά κάποιο τρόπο εἶναι
γιά τόν ἐπιστήμονα κάτι ἀντίστοιχο μέ τήν θέωση γιά τόν πιστό. Ἡ θέωση εἶναι ὁ τελικός στόχος.
Γιά τόν ἐπιστήμονα ὁ τελικός στόχος εἶναι νά δεῖ, νά μελετήσει μέ τά κατάλληλα ὄργανα αὐτό πού
τόν ἐνδιαφέρει.
Οἱ ἐπιστήμονες ἐμπνέονται ἀπό αὐτά πού παρατηροῦν. Ἔχουν μία ἔμπνευση, χαίρονται καί
ὁπωσδήποτε ἐπηρεάζονται καί μποροῦν καί νά διατυπώσουν, νά κάνουν μελέτες καί θεωρίες ἐπάνω
193
σέ αὐτά πού βλέπουν. Ὁ βιολόγος ἀπό τά ζῶα καί φυτά πού παρατηρεῖ, ὁ μικροβιολόγος ἀπό τά
μικρόβια πού βλέπει στό μικροσκόπιο κ.λ.π. Ὁπότε ὁ μικροβιολόγος εἶναι, ἄς ποῦμε,
μικροβιόπνευστος, ὁ ἀστρονόμος ἀστρόπνευστος κ.λ.π. Ἐμπνέονται δηλαδή ὁ καθένας ἀπό τό
ἀντικείμενο τῆς μελέτης του. Ὁπότε ὁ θεολόγος -ὄχι ἐκεῖνος πού παίρνει ἕνα πτυχίο θεολογίας,
ἀλλά ἐκεῖνος πού ἀξιώνεται νά δεῖ τόν Θεό- τί πρέπει νά εἶναι κατά ἀντιστοιχίαν; Βέβαια
θεόπνευστος. Καί ποιός εἶναι ὁ θεόπνευστος; Εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος εἶδε τόν Θεόν.
Μετά ἐκεῖνος πού φθάνει στήν φώτιση γιατί λέγεται φωτισμένος; Διότι ἔχει τό Πνεῦμα τό Ἅγιο
μέσα του, πού τόν διδάσκει. Καί πῶς τόν διδάσκει; Μέ τήν νοερά προσευχή. Προσεύχεται δηλαδή
τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέσα στήν καρδιά του καί ἔτσι τόν διδάσκει, τόν πληροφορεῖ δηλαδή σέ ὅ,τι
χρειάζεται νά κάνει ἤ νά πεῖ. Γι’ αὐτό βλέπουμε οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ δέν σκέπτονται. Τούς
ρωτᾶς: ‘’Πῶς τό εἶπες αὐτό;’’. ‘’Ὅπως μοῦ ἦλθε’’, σοῦ λέει. Πῶς τοῦ ἦλθε; Ποιός τοῦ τό δίνει νά
τό πεῖ ἤ νά τό κάνει; Τό Ἅγιο Πνεῦμα τό ὁποῖο προσεύχεται μέσα στήν καρδία αὐτῶν τῶν
ἀνθρώπων ἀδιάλειπτα καί τούς φωτίζει. Αὐτούς τούς λέμε φωτισμένους.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος πληροφορεῖται κάθε στιγμή, ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γιά ὁ,τιδήποτε,
ὅταν μέσα του ἐνεργεῖ ἡ ἀδιάλειπτος προσευχή. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ: ὅταν
μιλῶ χωρίς νά προσεύχομαι, γίνονται λάθη. Οἱ Ἅγιοι δέν εἶναι ἀλάνθαστοι. Ὅταν δέν προσεύχονται
ἐσωτερικά στήν καρδία τους ἤ γιά κάποιο λόγο σταματήσει αὐτή ἡ λειτουργία πού ἔχουν μέσα τους
-φυσικά σταματάει ἀπό ἁμαρτίες, ἀπό ἀμέλεια, ἀπροσεξία κτλ- τότε, λέει, γίνονται λάθη, γιατί
μιλοῦν μέ τήν διάνοια καί ὄχι μέ τήν καρδία. Δέν φωτίζονται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά
σκέπτονται μέ τήν λογική καί ὁ ἄνθρωπος πολλές φορές σφάλλει, ὅταν βασίζεται στήν λογική του.
Ἕνας λοιπόν φωτισμένος -πού σημαίνει ὅτι ἔχει ἀδιάλειπτη προσευχή μέσα στήν καρδιά του- ξέρει
κάθε στιγμή ποιό εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτός διδάσκεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα τί νά κάνει ἤ
νά μήν κάνει, τί νά πεῖ ἤ νά μήν πεῖ. Ὁπότε ὁ δάσκαλός του, τῆς προσευχῆς, καί τῆς ζωῆς του εἶναι
τό ἴδιο τό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Δηλαδή στήν Θεολογία ὁ ἴδιος ὁ Θεός εἶναι καί τό ἀντικείμενο τῆς
γνωστικῆς προσπάθειας τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά καί ὁ δάσκαλος τοῦ ἀνθρώπου, πού τόν ὁδηγεῖ πρός
αὐτήν τήν γνώση, τήν γνώση δηλαδή τοῦ Θεοῦ, πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ θέα τοῦ ἀκτίστου
Φωτός.
Ὅπως εἴπαμε ὁ Θεός εἶναι Φῶς καί ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ θέα τοῦ Φωτός αὐτοῦ. Ἑπομένως,
ποιά εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ καί ἀπό ποῦ μαθαίνουμε γιά τόν Θεό; Ἡ ἀπάντηση,
καί στό σχολεῖο ἀκόμα, ἦταν ὅτι εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή καί ἡ ἱερά Παράδοσις. Αὐτό τό λένε οἱ
Παπικοί. Εἶναι ὅμως σωστό αὐτό; Ποιά εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀποκαλύψεως; Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Δέν
εἶναι ἕνα βιβλίο. Δέν εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, οὔτε ἡ Ἱερά Παράδοσις. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἡ ζωντανή
παράδοση, ὅπως τό λέγαμε κι ἄλλη φορά, εἶναι αὐτή ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐμπειρική γνῶσις τοῦ
Θεοῦ, ἡ θέα δηλαδή τοῦ ἀκτίστου Φωτός. Αὐτή ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀποκάλυψης,
ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού μᾶς ἀποκαλύπτεται καί μᾶς γνωρίζεται. Βέβαια ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος τότε δέν
εἶναι θρῆσκος ἄνθρωπος, ἀλλά ἕνας ἐπιστήμονας, θά λέγαμε, θεολόγος. Καί ὅπως ἕνας ἀστρονόμος
ἔχει ἀντικείμενο μελέτης τά ἀστέρια, ἔτσι καί ὁ ἐπιστήμονας θεολόγος, ὁ ἀληθινά ἄνθρωπος τοῦ
Θεοῦ, ἔχει ὡς ἀντικείμενο μελέτης τόν ἴδιο τόν Θεό, τόν ὁποῖον γνωρίζει ὅλο καί περισσότερο. Καί
ἡ γνῶσις τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει τέλος, γιατί καί ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν ἔχει τέλος.
Ἐπίσης στίς θετικές ἐπιστῆμες γιά νά φθάσει ἕνας φοιτητής ἐκεῖ πού θά φθάσει, δέν θά πρέπει νά
διδαχθεῖ ἀπό κάποιον τήν ἐπιστήμη του; Μόνο ἀπό τά βιβλία θά διδαχθεῖ ἤ καί ἀπό ζωντανούς καί
σωστούς ἐπιστήμονες; Θά πρέπει βέβαια νά διδαχθεῖ καί ἀπό σωστούς ἐπιστήμονες. Θά πρέπει νά
πάει σέ Πανεπιστήμιο καί νά προσκολληθεῖ σέ ἕναν καθηγητή, πού γνωρίζει τό ἀντικείμενο τῆς
γνώσεως πού ἐνδιαφέρει τόν φοιτητή, ὅπως καί νά ἀποκτήσει μία πεποίθηση ὅτι πράγματι ὁ
καθηγητής του ξέρει ἀρκετά πράγματα γι’ αὐτό πού θέλει ὁ ἴδιος νά μάθει. Βέβαια ὁ φοιτητής
γνωρίζει ὅτι ὁ καθηγητής του δέν τά ξέρει ὅλα. Αὐτό τό μαθαίνει ἀπό τόν ἴδιο τόν καθηγητή του, ὁ
194
ὁποῖος, ἄν εἶναι συνεπής καί ἔντιμος, θά πρέπει νά ἀποκαλύψει στόν φοιτητή του μέ σαφήνεια τί
γνωρίζει καί τί δέν γνωρίζει ἐπάνω στήν ἐπιστήμη του. Ὁπότε ὁ φοιτητής μαθαίνει ἀπό τόν
καθηγητή του, τί δέν εἶναι γνωστό ἀκόμη, καθώς καί τί εἶναι γνωστό ἐπάνω στήν ἐπιστήμη πού
ἐπέλεξε.
Οἱ ἴδιοι οἱ ἐπιστήμονες ὁμολογοῦν ὅτι αὐτά πού ξέρουν σέ σχέση μέ αὐτά πού δέν ξέρουν εἶναι
περίπου 3%-4%, ἄν θυμᾶμαι καλά τό ποσοστό. Ἐλάχιστα πάντως. Μαθαίνει ἐπίσης καί τήν μέθοδο
ἤ τίς μεθόδους ἀποκτήσεως τῆς γνώσεως, δηλαδή τήν μέθοδο ἐρεύνης, καθώς καί πῶς νά διακρίνει
μεταξύ γνωστῶν καί ἀγνώστων, ὡς καί χρησίμων καί ἀχρήστων γνώσεων, καθώς καί πῶς νά
διευρύνει τό ἀντικείμενο τῆς μελέτης καί γνώσεώς του μέ περαιτέρω ἔρευνα. Ὅταν λοιπόν ὁ
καθηγητής του εἶναι εἰλικρινέστατος καί τόν ἐνημερώνει γιά τό τί γνωρίζει καί τί δέν γνωρίζει καί
τοῦ διδάσκει τήν μέθοδο ἐρεύνης, τότε ὁ φοιτητής μπορεῖ καί ἐξελίσσεται σιγά-σιγά καί ὁ ἴδιος σέ
εἰδικό, ὅπως ὁ καθηγητής του, ἐπάνω στήν ἐπιστήμη του.
Θά ἀναρωτηθεῖ κανείς γιατί τά λέει αὐτά; Γιατί κάτι ἀντίστοιχο συμβαίνει καί στήν πνευματική
ζωή, τήν πνευματική ἐπιστήμη. Δέν πᾶς σέ ἕνα βιβλίο γιά νά μάθεις θεολογία. Ἀλλά προσκολλᾶσαι
σέ ἕναν ζωντανό φορέα, ὁ ὁποῖος ἔχει γνώσεις πνευματικές καί στίς μεταδίδει.
Ἀπό ὅλα αὐτά βλέπει κανείς ὅτι ἡ ἐμπειρική μέθοδος ἐκμαθήσεως μιᾶς ἐπιστήμης, ὅσον ἀφορᾶ στά
οὐσιώδη θέματα μεθοδολογίας, ἀνταποκρίνεται πλήρως στήν Πατερική μέθοδο θεογνωσίας,
δηλαδή θεολογίας. Δηλαδή ὑπάρχει ἀντίστοιχα ἡ ἐμπειρία καί ἡ μέθοδος τῆς ἐπιστήμης καί στή
θεολογία. Ἐπίσης ὅτι ὁ φωτισμός εἶναι μία ἐμπειρική κατάστασις, ὅπως καί ἡ θέωσις εἶναι ἐπίσης
μία ἐμπειρική κατάστασις, πού δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ μεταφυσική, δηλαδή μέ φιλοσοφικό
στοχασμό. Λέγαμε ὅτι ἡ μεταφυσική εἶναι ὁ κλάδος τῆς φιλοσοφίας πού ἀσχολεῖται μέ τά
πράγματα πού εἶναι μετά τά φυσικά, γι’ αὐτό καί λέγεται μεταφυσική. Ἀλλά πάλι εἶναι στοχασμός,
δέν βασίζεται πάνω σέ ἐμπειρία, σέ δεδομένα ἐμπειρικά. Ἡ θεολογία δέν εἶναι αὐτό τό πράγμα. Δέν
εἶναι μεταφυσική δηλαδή, ἀλλά εἶναι ἐμπειρία. Ὁ φωτισμός εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς ἀδιάλειπτης
νοερᾶς προσευχῆς μέσα στήν καρδιά. Αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἡ καρδιά του συνεχῶς
προσεύχεται καί τό Ἅγιο Πνεῦμα πού εἶναι ἐκεῖ μέσα προσεύχεται.
Ἡ δέ μύησις στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ, ὅσον ἀφορᾶ στήν μεθοδολογία, δέν διαφέρει ἀπό τήν
ἀντίστοιχη μύηση τῶν φοιτητῶν σέ ὁποιαδήποτε ἀπό τίς θετικές ἐπιστῆμες. Γιά νά φθάσει κανείς
στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ, θά πρέπει νά πάει νά προσκολληθεῖ σέ ἕναν πνευματικό πατέρα, ὁ
ὁποῖος ἔχει ἤδη φθάσει στήν κατάσταση αὐτή καί ὁ ὁποῖος θά εἶναι διατεθειμένος νά τόν διδάξει
τήν μέθοδο τῆς θεογνωσίας καί νά τόν βοηθήσει στήν πνευματική του ἀνάβαση. Ἔτσι
καταλαβαίνουμε αὐτή τήν ἀντιστοιχία τῆς θεολογίας καί ὁποιασδήποτε ἄλλης ἐμπειρικῆς
ἐπιστήμης.
Τό ἐρώτημα τώρα εἶναι: Ἡ θρησκεία ταυτίζεται μέ μία διδασκαλία περί τῆς ἀθανασίας τῆς ψυχῆς,
καθώς καί μέ μία διδασκαλία περί ὑπάρξεως Θεοῦ γιά τήν μέλλουσα ζωή;
Δηλαδή ἡ θρησκεία εἶναι μία διδασκαλία; Ὅλες οἱ θρησκεῖες οὐσιαστικά εἶναι τό ἴδιο πράγμα,
διδασκαλίες. Ἀλλά ἐδῶ εἶναι ἡ διαφορά μέ τήν Ὀρθοδοξία. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι μία θρησκεία,
δέν εἶναι μία διδασκαλία, μία θεωρία ἁπλῶς γιά τήν μέλλουσα ζωή ἤ τό πῶς ὁ ἄνθρωπος θά εἶναι
εὐδαίμων ἤ θά περάσει καλά μετά θάνατον. Ἀλλά εἶναι μία ἐμπειρία, ἡ ὁποία ξεκινᾶ ἀπό αὐτή τή
ζωή καί εἶναι ἡ ἐμπειρία τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὁπότε ἔχεις στέρεα θεμέλια.
Ἐνῶ οἱ θρησκεῖες δέν ἔχουν στέρεα θεμέλια, γι’ αὐτό καί πολλοί ἄνθρωποι σήμερα δέν
θρησκεύουν, γιατί τά θεμέλια τῆς θρησκείας εἶναι οὐσιαστικά ριζωμένα στήν ἐπιθυμία πού ἔχει ὁ
ἄνθρωπος γιά εὐδαιμονία, δηλαδή στήν φιλαυτία, στό πάθος αὐτό τῆς φιλαυτίας. Ὁ ἄνθρωπος
νοιώθει τήν ψυχολογική ἀνάγκη νά ὑπάρχει κάποιος Θεός ὁ ὁποῖος θά τόν δικαιώσει στήν ἄλλη
ζωή, ἐπειδή εἶναι ἀδικημένος σ’ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή. Πιστεύει σέ ἕναν τέτοιο Θεό κι ἀρχίζει νά
195
θρησκεύει.
Δυστυχῶς αὐτό τό φαινόμενο τό βλέπουμε καί στήν Ὀρθοδοξία. Βλέπουν τήν Ὀρθοδοξία σάν μιά
θρησκεία χωρίς δηλαδή νά ἀναζητοῦν τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει καί ὁ π. Ἰωάννης. Πόσοι
ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Ἕλληνες καί γενικά ἀπό ὅλους τούς Ὀρθοδόξους, ἄς ἀφήσουμε τούς ἄλλους
τούς ἐκτός, ζητοῦν νά δοῦν τόν ἴδιο τόν Θεό; Νά γνωρίσουν τόν Θεό; Ἤ πηγαίνουν ἀπό μία
ψυχολογική ἀνάγκη νά ἔχουν μία δικαίωση μετά τόν θάνατο ἤ τέλος πάντων γιά μιά καλή ζωή μετά
θάνατον;
Γι’ αὐτό πολλοί στήν Εὐρώπη πού διδάσκονται αὐτά τά πράγματα, στόν Παπισμό κ.λ.π. ἔχουν
καταλήξει στόν ἀγνωστικισμό. Τώρα καί ἡ ψυχολογία καί οἱ διάφορες ἐπιστῆμες λένε ὅτι ἡ
θρησκεία εἶναι δημιούργημα τοῦ ἀνθρώπου διότι ἔχει αὐτή τήν ψυχολογική ἀνάγκη μέσα του στό
νά ἔχει κάποιον προστάτη, κάποιον πού θά τοῦ ἐξασφαλίσει μιά εὐδαιμονία μετά θάνατον. Ὁπότε
ἔχουν κλονίσει αὐτά τά ψυχολογικά θεμέλια τῆς θρησκείας.
Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως ἡ ἀληθινή ἔχει καμία σχέση μέ ὅλα αὐτά; Ὄχι, βέβαια! Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι
θρησκεία. Δέν ἔχει σκοπό νά ἱκανοποιήσει αὐτή τήν τάση γιά εὐδαιμονία τοῦ ἀνθρώπου ἤ νά
καλύψει τίς ψυχολογικές του ἀνάγκες. Εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ,
εἶναι οὐσιαστικά ὁ ἴδιος ὁ Θεός πού ἐνεργεῖ καί τώρα καί ὁ Ὁποῖος δέν ἐξασφαλίζει μία μετά
θάνατον εὐδαιμονία στόν ἄνθρωπο μόνο, ἀλλά κυρίως ἐξασφαλίζει ἐδῶ καί τώρα στή γῆ τήν
εὐδαιμονία καί τήν μακαριότητα μέσω τῆς ἕνωσης μέ τόν Θεό. Διότι ἐδῶ πρέπει νά βρεῖ ὁ
ἄνθρωπος τήν μακαριότητα. Μᾶς τό λέει ξεκάθαρα ἡ πίστη μας ὅτι ἐν τῷ ἅδῃ οὐκ ἔστι μετάνοια.
Νά μήν περιμένουμε, ἐάν δέν βροῦμε ἐδῶ τόν Θεό, τό φῶς τοῦ Θεοῦ, νά τό βροῦμε μετά θάνατον.
Ἐδῶ πρέπει ν’ ἀλλάξουμε, νά μετανοήσουμε γιατί στόν Ἅδη δέν ὑπάρχει μετάνοια. Μετά τόν
θάνατον δέν μποροῦμε νά ἀλλάξουμε, νά μετανοήσουμε.
Οἱ Νεοέλληνες θεολόγοι ὅμως ἀκολουθώντας τόν δάσκαλό τους, τόν Ἀδαμάντιο Κοραή, ἔχουν μία
μεταφυσική ἀντίληψη περί τοῦ θέματος αὐτοῦ. Εἴπαμε σχετικά μέ τή μεταφυσική, ὅτι εἶναι μία
φιλοσοφία: ναί, χρειάζεται καί ἡ θρησκεία γιατί ὑπάρχουν κάποιοι ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι εἶναι
εὐαίσθητοι καί ἔχουν ψυχολογικές ἀνάγκες, ὁπότε πηγαίνοντας στήν Ἐκκλησία καλύπτουν αὐτές
τίς ἀνάγκες τους. Πρέπει ἐπίσης νά ὑπάρχει καί δικαιοσύνη καί ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δέν τήν βρῆκαν
σ’ αὐτή τή ζωή, νά τήν βροῦν τουλάχιστον στήν ἄλλη ζωή. Ἡ θρησκεία αὐτά λέει, ὁπότε τήν
ἀκολουθοῦν καί καλύπτονται ψυχολογικά. Δυστυχῶς καί οἱ Ὀρθοδοξία γίνεται πολλές φορές
φιλοσοφία ἀντί νά εἶναι μία ἐμπειρία καί μία ἐμπειρική ἐπιστήμη, πού ὁ ἄνθρωπος βλέπει τήν δόξα
τοῦ Θεοῦ καί θεᾶται τό ἄκτιστο Φῶς.
Ἔχουν ἀντιγράψει τήν μεθοδολογία τῶν Λατίνων καί τῶν Προτεσταντῶν αὐτοί οἱ Νεοέλληνες
διαφωτιστές καί ἔχουν ἀποκλίνει τελείως ἀπό τήν Πατερική παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ μέθοδος
τῶν Λατίνων καί τῶν Προτεσταντῶν εἶναι ἡ ἐγκεφαλική μέθοδος. Αὐτό ἔλεγε καί ὁ Βαρλαάμ -ὅταν
ἦλθε στήν Ἑλλάδα καί τόν ἀντιμετώπισε τότε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς- ὅτι μέ συλλογισμούς,
μέ τήν διάνοια ὁ ἄνθρωπος φθάνει νά γνωρίσει τόν Θεό. Εἶναι λάθος αὐτό. Ὁ Θεός δέν γνωρίζεται
μέ τήν λογική, οὔτε μέ τίς ἐπιστῆμες, οὔτε μέ τήν φιλοσοφία, οὔτε μέ τόν στοχασμό, ἀλλά
γνωρίζεται μέ τήν καθαρή καρδιά. Ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, δέν χρειάζεται νά
σπουδάσεις φιλοσοφία, Ἀριστοτέλη, γιά νά γνωρίσεις τόν Θεό, ἀλλά νά καθαρίσεις τήν καρδιά
σου. Τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός: «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ.
5,8). Ὅταν καθαρισθεῖ ἡ καρδιά, εἶναι τό πρῶτο στάδιο πού εἴπαμε ἡ κάθαρση, μετά ἔρχεται ὁ
φωτισμός. Ὁ φωτισμένος ἄνθρωπος βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, βλέπει τόν ἴδιο τόν Θεό. Αὐτός ὁ
ἄνθρωπος εἶναι ἀληθινά ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.
Στόν ἄνθρωπο ὑπάρχουν δύο πίστεις. Ἡ μία πίστις εἶναι ἡ ἐγκεφαλική, εἶναι ἡ λογική, εἶναι ἡ
πίστις τῆς ἀποδοχῆς. Ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ ἀποδέχεται κάτι λογικά καί πιστεύει σ’ αὐτό πού
196
ἀποδέχεται. Ἀφοῦ τό λέει ἡ λογική του, τό ἀποδέχεται. Αὐτή ὅμως δέν εἶναι ἡ πίστις πού δικαιώνει
τόν ἄνθρωπο, γιά τήν ὁποία μιλάει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ἐκ πίστεως δικαιοῦται ὁ ἄνθρωπος.
Δέν ἐννοεῖ αὐτή τήν πίστη.
Ὅταν ἡ Ἁγία Γραφή λέγει ὅτι ὁ ἄνθρωπος διά μόνης τῆς πίστεως σώζεται (Ἐφ. 2,8), δέν ἐννοεῖ
ἁπλῶς τήν πίστη τῆς ἀποδοχῆς, ἁπλῶς νά δεχθεῖς λογικά ὅτι ὑπάρχει Θεός. Πρέπει νά ὑπάρχει
Θεός, ἀλλά ἐννοεῖ τήν καρδιακή πίστη. Ἡ ἄλλη πίστις εἶναι ἡ καρδιακή πίστις, ἡ πίστις τῆς
καρδιᾶς. Καί ὅτι διότι δέν ὑπάρχει ἡ πίστις αὐτή στήν λογική, δηλαδή στήν διάνοια, ἀλλά στόν
χῶρο τῆς καρδιᾶς. Καί εἴπαμε διά μέσω τῆς καρδίας καί τοῦ νοῦ ὁ ἄνθρωπος βλέπει τόν Θεό.
Αὐτή ἡ πίστις τῆς καρδίας εἶναι δῶρο Θεοῦ, δηλαδή δέν θά τήν λάβει ὁ ἄνθρωπος, ἄν δέν θελήσει ὁ
Θεός νά τοῦ τήν χαρίσει, καί ὀνομάζεται ἐνδιάθετος πίστις. Θά πεῖ κανείς: - Ὁ Θεός κάνει
διακρίσεις; Δέν τήν δίνει σέ ὅλους; Τήν δίνει σέ αὐτούς πού θέλουν. Σέ αὐτούς πού πραγματικά τήν
θέλουν, χωρίς νά ἀναγκάζει ἤ νά ἐκβιάζει κανέναν νά πιστέψει σέ Αὐτόν.
Αὐτήν τήν πίστη τῆς καρδίας, τήν ἐνδιάθετο πίστη, παρακάλεσε ὁ πατέρας τοῦ σεληνιαζομένου
νέου στό Εὐαγγέλιο τόν Χριστό νά τοῦ χαρίσει, λέγοντας: «Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (Μάρκ.
9,24). «Βοήθησέ με στήν ἀπιστία μου. Δῶσε μου αὐτή τήν πίστη». Εἶχε πάει τό ἄρρωστο παιδί του
στόν Χριστό καί στούς Ἀποστόλους, ἀλλά ἀμφέβαλλε. Εἶχε μία λογική ἀποδοχή ὄτι κάτι μπορεῖ νά
γίνει, δέν ἦταν μέ αὐτή τήν ἐνδιάθετο, τήν δυνατή, τήν ζωντανή πίστη στήν καρδιά του. Γι’ αὐτό
εἶπε στόν Χριστό: «Ἐάν μπορεῖς νά κάνεις κάτι, κάνε το. Εἶπα στούς μαθητές σου καί δέν ἔκαναν
τίποτα». Σχεδόν ἀπογοητευμένος, ἄπιστος ἤ ἔστω ὀλιγόπιστος. Ὁ Χριστός τόν ἤλεγξε λέγοντας:
«Ἄν μπορεῖς ἐσύ νά πιστέψεις, τότε ὅλα εἶναι δυνατά». Καί εἶπε τότε: «Δῶσε μου αὐτή τήν πίστη».
Αὐτός βέβαια πίστευε λογικά· δέν εἶχε ὅμως τήν βαθειά, τήν ἐνδιάθετο πίστη, πού εἶναι δῶρο Θεοῦ
καί δίνεται ὅπως εἴπαμε σ’ αὐτούς πού θέλουν καί τήν ζητοῦν. Ἡ ἐνδιάθετος πίστις ὅμως
προέρχεται ἀπό ἐμπειρία Χάριτος. Καί, ἀφοῦ εἶναι ἐμπειρία Χάριτος, τί μπορεῖ νά εἶναι γιά τόν
Ὀρθόδοξο ἡ ἐνδιάθετος πίστις; Εἶναι ἡ νοερά προσευχή. Αἰσθάνεται δηλαδή ὁ ἄνθρωπος μέσα
στήν καρδία του τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Αὐτή εἶναι ἡ ἐνδιάθετος πίστις.
Ὁπότε, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τήν νοερά εὐχή μέσα στήν καρδιά του, πού εἶναι ἡ προσευχή τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος, τότε ἔχει καί τήν ἐνδιάθετο πίστη καί διά τῆς πίστεως μέσω τῆς προσευχῆς
βλέπει ἀόρατα πράγματα. Γι’ αὐτό καί ὅταν συμβαίνει τέτοιου εἴδους ὅρασις, λέγεται θεωρία.
Θεωρία σημαίνει ὅρασις. Σημαίνει θεοπτία. Μέσα ἀπό τήν θεωρία βλέπει ὁ ἄνθρωπος τά ἀόρατα,
τά πνευματικά. Ἡ ὅρασις αὐτή γίνεται γενικά μέ δύο τρόπους: Ἤ μέ τήν εὐχή τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος μέσα στήν καρδιά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει φθάσει ἀκόμη στήν θέωση, ὁπότε μπορεῖ
καί βλέπει, μέσω ὅμως τῆς προσευχῆς, ὁ ἕνας τρόπος εἶναι αὐτός ἤ -ὁ δεύτερος τρόπος- βλέπει μέ
τήν θέωση, κατά τήν ὁποία καταργεῖται αὐτή ἡ ἐνδιάθετος πίστις, καθώς καί ἡ ἐλπίς καί μένει
μόνον ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεόν ὡς δῶρο Θεοῦ.
Αὐτό ἐξ ἄλλου ἐννοεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέγει: «ὅταν δέ ἔλθη τό τέλειον, τότε τό ἐκ
μέρους καταργηθήσεται» (Α΄Κορ. 13,10). Τό τέλειο εἶναι ἡ θέωση. Ὅταν ἔλθει τό τέλειον, ἡ
θέωση, βλέπεις πλέον τόν Θεό καθαρά, τό Φῶς τοῦ Θεοῦ. Τότε δέν χρειάζεται νά πιστεύεις,
καταργεῖται ἡ πίστις. Καταργεῖται καί ἡ ἐλπίδα, ἡ ἐλπίδα εἶναι πάλι νά δεῖς τόν Θεό. Ἀφοῦ τόν
βλέπεις, δέν χρειάζεται οὔτε ἡ πίστη, οὔτε ἡ ἐλπίδα καί μένει μόνο ἡ ἀγάπη. Ἀλλά μέχρι νά φθάσεις
στόν φωτισμό, χρειάζεται ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἡ ὁποία πάει μαζί μέ τήν ἐνδιάθετο πίστη.
Ὅταν προσεύχεται φανερώνει ὁ ἄνθρωπος ὅτι πιστεύει στόν Θεό. Γιατί τί εἶπε ὁ Θεός; Πότε Μέ
ἀγαπᾶτε καί μέ πιστεύετε; Ὅταν τηρεῖτε αὐτά πού σᾶς λέω. Καί ποιά εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή πού μᾶς
εἶπε; Νά Τόν ἀγαπᾶμε ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, καρδίας καί διανοίας (Ματθ. 22,37).
Νά Τόν σκεπτόμαστε δηλαδή καί νά προσευχόμαστε συνέχεια. Ἔτσι φανερώνει ὁ ἄνθρωπος ὅτι
πιστεύει στόν Θεό, ὅτι ἐμπιστεύεται τά λόγια τοῦ Θεοῦ καί τά τηρεῖ. Ὅταν ὅμως ἐνεργήσει ἡ Χάρις
197
τοῦ Θεοῦ καί φθάσει ὁ ἄνθρωπος στήν θέωση, τότε καταργεῖται καί αὐτή ἡ πίστη. Ὅταν ἔλθει τό
τέλειον καταργεῖται ἡ πίστις καί ἡ ἐλπίδα καί μένει μόνο ἡ ἀγάπη. Καί ἡ ἀγάπη αὐτή εἶναι ἡ
θέωσις. Στήν θέωση καταργεῖται ἡ γνῶσις, καταργεῖται ἡ προφητεία, παύει ἡ γλώσσα, πού εἶναι ἡ
νοερά εὐχή καί μένει μόνον ἡ ἀγάπη. Γι’ αὐτό βλέπουμε τόση ἀγάπη στούς Ἁγίους, διότι ἀκριβῶς
ἔχουν φθάσει στή θέωση. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τα λέγει αὐτά πάρα πολύ καθαρά καί ὡραῖα καί οἱ
Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἑρμηνεύουν πάρα πολύ σωστά αὐτά τά θέματα.
Γιατί καταργοῦνται ἡ πίστις καί ἡ ἐλπίδα; Διότι ἡ πίστις καί ἡ ἐλπίς ἐξεπλήρωσαν τόν σκοπόν τους,
καί ἔφθασε ὁ ἄνθρωπος νά βλέπει τό πιστευόμενο καί ἐλπιζόμενο, δηλαδή τόν Θεόν, τόν Ὁποῖον
τώρα γνωρίζει καί τόν Ὁποῖον τώρα μόνον ἀγαπᾶ, ἀφοῦ Ἐκεῖνος πού βλέπει εἶναι ἡ ἀγάπη.
Αὐτό ἦταν τό σημερινό μας θέμα. Ἄς εὐχαριστήσουμε τόν Θεό πού μᾶς δείχνει αὐτά τά πράγματα
καί ἄς μποῦμε στήν διαδικασία τῆς ἐφαρμογῆς. Διότι δέν ἀξίζει νά λέμε πολλά καί νά μαθαίνουμε
πολλά, ἀλλά κυρίως νά ζήσουμε αὐτά πού μᾶς καλεῖ ὁ Θεός νά ζήσουμε. Νά μποῦμε στήν
διαδικασία τῆς προσευχῆς, τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, τῆς συνεχοῦς προσευχῆς. Δυστυχῶς οἱ
ἄνθρωποι σήμερα δέν προσεύχονται ἤ προσεύχονται ἐλάχιστα, πολύ ἀνεπαρκῶς καί ὄχι μέ τήν
ἔνταση καί τόν τρόπο πού πρέπει. Ἔτσι στεροῦνται αὐτή τήν κάθαρση κατ΄ ἀρχήν καί ὕστερα
βεβαίως τόν φωτισμό, γιατί, ἄν δέν περάσεις ἀπό τήν κάθαρση, δέν φθάνεις στόν φωτισμό. Καί
ὅταν λέμε κάθαρση ἐννοοῦμε τήν ἐκβολή ἀπό τήν καρδία ὅλων τῶν λογισμῶν καί τῶν κακῶν, ἀλλά
καί τῶν καλῶν. Νά μείνει μόνο ἡ ἀγάπη καί ἡ μνήμη τοῦ Χριστοῦ.
Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά φωτίζεται καί τότε ἀρχίζει καί νά γνωρίζει τί πρέπει νά κάνει. Ἀρχίζει
νά φεύγει ἡ σύγχυση, αὐτό τό μπέρδεμα πού ἔχουμε, γιατί δέν γνωρίζουμε τί πρέπει νά κάνουμε.
Καί ἀναρωτιόμαστε, πρέπει νά τό κάνω αὐτό ἤ δέν πρέπει; Δέν γνωρίζουμε ποιό εἶναι τό θέλημα
τοῦ Θεοῦ καί εἴμαστε μπερδεμένοι. Πῶς θά τό μάθεις τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Πρέπει νά στό
ἀποκαλύψει ὁ Θεός. Γιά νά στό ἀποκαλύψει ὅμως, πρέπει νά βρίσκεσαι σ’ αὐτή τήν κατάσταση τοῦ
φωτισμοῦ, νά ἐνεργεῖ μέσα σου ὁ Θεός, τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅσο δέν εἴμαστε σέ αὐτή τήν κατάσταση
χρειαζόμαστε ἕναν Πνευματικό ὁδηγό πού θά μᾶς βοηθήσει. Γι’ αὐτό εἶναι ἀναγκαῖο ὁ κάθε
χριστιανός νά ἔχει Πνευματικό, ὁ ὁποῖος θά τόν βοηθήσει νά περάσει αὐτά τά θεραπευτικά στάδια.
Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο προχωράει καί ἐγκολπώνεται σιγά-σιγά καί μετέχει στόν Θεό. Γίνεται
πράγματι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.
198
Οἱ Προφῆτες,οἱ Κληρικοί καί οἱ λαϊκοί μέσα στήν
Ἐκκλησία
Γιά νά κάνουμε μία σύνδεση μέ τά προηγούμενα, λέγαμε ὅτι ὑπάρχουν στήν σειρά τῶν μαθημάτων
τῆς Πατερικῆς Θεολογίας τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη δύο εἰδῶν ἀποκαλύψεις. Ἡ μία ἀποκάλυψη
εἶναι τῆς νοερᾶς εὐχῆς καί ἡ ἄλλη εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τῆς θεώσεως. Λέγοντας ἀποκάλυψη
ἐννοοῦμε ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί οἱ δύο αὐτές ἀποκαλύψεις ἀντιστοιχοῦν στά δύο στάδια τῆς
πνευματικῆς ζωῆς, φωτισμό καί θέωση. Βέβαια πάντα προηγεῖται ἡ κάθαρση, δηλαδή ἡ μετάνοια
πού πρέπει νά ἔχει ὁ χριστιανός, ὥστε νά ἀποβάλλει ἀπό τήν καρδία του τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες,
μέ σκοπό νά δημιουργηθεῖ χῶρος γιά τόν Θεό καί νά ἔρθει ὁ φωτισμός, στό μέτρο πού θά
καθαρισθεῖ καί θά δεχτεῖ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ μέσα στήν καρδία του. Ὑπάρχει καί τό τρίτο
στάδιο τό ὑψηλότερο τῆς θεώσεως, ὅπου πλέον ὁ ἄνθρωπος δέχεται -θά λέγαμε σχηματικά- μιά
πληρέστερη ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ.Ἐπίσης εἴπαμε ὅτι στήν Ἐκκλησία ὁ πραγματικός θεολόγος εἶναι
αὐτός πού ἔχει φθάσει στή θέωση. Ἐνῶ αὐτός πού θεολογεῖ, ἔχει φθάσει στόν φωτισμό. Ὅσοι
ἔχουν πτυχίο θεολογίας καί δέν ἔχουν φθάσει στή θέωση, δέν μποροῦν νἀ ὀνομαστοῦν θεολόγοι.
Γιά νά θεολογήσει κανείς σωστά, νά μιλήσει σωστά γιά τόν Θεό, θά πρέπει νά ἀκολουθήσει αὐτούς
πού ἔχουν ὑποστεῖ τήν θέωση καί ἔχουν μιλήσει γιά τόν Θεό. Γι’ αὐτό στην Ορθοδοξία «εἴμαστε
ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσιν», δηλαδή ἀκολουθοῦμε τούς Ἁγίους Πατέρες. Δέν πηγαίνουμε οὔτε
δίπλα τους, οὔτε μπροστά τους, οὔτε μιλᾶμε γιά ὑπέρβαση τῶν Πατέρων, ὅπως μιλοῦν κάποιοι
σημερινοί μεταπατερικοί θεολόγοι. Ἡ ταπείνωση τοῦ ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ ἀπαιτεῖ νά ἀκολουθεῖ
τούς Ἁγίους Πατέρες κι, ἄν κάποιος δέν ἀκολουθεῖ τούς Ἁγίους Πατέρες, ὁπωσδήποτε ἔχουμε
ἐπιφύλαξεις γιά τήν ὀρθότητα τῶν λόγων του. Ἐπίσης, ἄν κάποιος δέν ἐπικυρώνει μέ τή ζωή του
καί μέ τήν διδασκαλία του καί δέν συμφωνεῖ μέ τό consensus patrum, μέ αὐτό πού λέμε συμφωνία
ὅλων τῶν Πατέρων διαχρονικά στά 2000 χρόνια πού ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία στή γῆ, ὁπωσδήποτε δέν
εἶναι σωστός θεολόγος, δέν θεολογεῖ σωστά.
– Ὑπάρχουν κάποια κριτήρια, ἐπιστημονικά κριτήρια, γιά τό ἄν ἡ θεολογία κάποιου εἶναι σωστή ἤ
ὄχι;
Μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι εἶναι ἀντικειμενικά αὐτά πού λέμε ἤ μήπως εἶναι ὑποκειμενικά; Ἡ
Θεολογία πού ἔχουν οἱ Ἅγιοι Πατέρες οἱ θεωμένοι, εἶναι κάτι πού τό ἔζησαν μόνο αὐτοί ἤ εἶναι
κάτι πού μποροῦμε νά τό ζήσουμε κι ἐμεῖς; Ὁπότε εἶναι κάτι πού θά λέγαμε ὅτι ὑπάρχει
ἀντικειμενικά.
Λέει ἐδῶ ὁ π. Ἰ. Ρωμανίδης τί ἰσχύει στίς θετικές ἐπιστῆμες. Τί ἐννοοῦμε ὅμως λέγοντας
ἀντικειμενικότητα στήν ἔρευνα; Στίς θετικές ἐπιστῆμες ἡ ἀντικειμενικότητα ἀποκτᾶται μέ τήν
παρατήρηση καί μέ τήν ἀνάλυση. Π.χ. πῶς μάθαμε ὅτι ὑπάρχουν περίπου 100.000 γονίδια μέσα σ’
ἕνα κύτταρο; Αὐτό τό βρῆκε μιά ὁμάδα ἐπιστημόνων στήν Ἀμερική. Μποροῦμε νά ποῦμε ἄν εἶναι
σωστό; Μποροῦμε. Γιατί μιά ἀντίστοιχη ὁμάδα ἐδῶ στήν Ἑλλάδα μπορεῖ νά πάρει τό μικροσκόπιο
καί νά κάνει τήν ἀνάλογη ἔρευνα. Ἔτσι θά ἐπαληθεύσει αὐτή τήν ἔρευνα πού ἔγινε στήν Ἀμερική.
Αὐτή εἶναι ἡ ἐπιστημονική μέθοδος: ἡ παρατήρηση, τό πείραμα, ἡ ἀνάλυση καί τά συμπεράσματα,
τά ὁποῖα εἴτε ἐπαληθεύουν, εἴτε ἀπορρίπτουν μία προηγούμενη γνώση. Ἄν λοιπόν κάτι εἶναι
ἀντικειμενικά σωστό, ἐπαληθεύεται παντοῦ καί σέ ὁποιοδήποτε χρόνο. Ἔτσι μιλοῦμε γιά μία
γνώση.
Στήν θεολογία τώρα μποροῦμε νά ἔχουμε κάτι ἀντίστοιχο, ἤ αὐτό πού ἔζησε ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ
Νέος Θεολόγος ἦταν μόνο γιά αὐτόν, μιά ὑποκειμενική γνώση καί δέν ὑπάρχει ἀντικειμενικά; Ἔτσι
τά σκέφθηκε αὐτός, ἤ τά φαντάστηκε, ὅπως λένε κάποιοι καί συκοφαντοῦν τούς Ἁγίους ὅτι εἶχαν
φαντασιώσεις καί δέν ἔζησαν πραγματικά γεγονότα;
Τό ἴδιο γίνεται καί στἠν ἀστρονομία, δηλαδή στόν μακρόκοσμο. Πρίν τό 1926 ὅλοι οἱ ἀστρονόμοι
199
πίστευαν ὅτι ὑπῆρχε ἕνας μόνο γαλαξίας. Σήμερα ὅμως τό 1983 μέ τά ραδιοτηλεσκόπια οἱ
ἀστρονόμοι γνωρίζουν ὅτι ὑπάρχουν τουλάχιστον 100.000.000 γαλαξίες στό σύμπαν! Στίς μέρες
μας ἔχουν ἀνακαλύψει κι ἄλλους. Δηλαδή βλέπει κανείς καί διαπιστώνει διά τῆς ἐμπειρίας τῆς
παρατηρήσεως, στίς θετικές ἐπιστῆμες ἰσχύει ἡ παρατήρηση καί τό πείραμα. Αὐτή ἡ
ἀντικειμενικότητα, πού ὑπάρχει στίς θετικές ἐπιστῆμες καί ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τήν
παρατήρηση, τό πείραμα καί τήν μέτρηση εἶναι ἡ σπονδυλική στήλη τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν. Τό δέ
χαρακτηριστικό τῆς ἀντικειμενικότητας αὐτῆς τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν εἶναι πρῶτον ἡ
ἐπαναληψιμότητα τοῦ πειράματος –τό πείραμα μπορεῖ νά ἐπαναληφθεῖ- καί δεύτερον ἡ
ἀναπαραγωγή (ἐπιβεβαίωση) τοῦ ἀποτελέσματος.
Πάντα δηλαδή τό συγκεκριμένο πείραμα ἐπαναλαμβανόμενο κάτω ἀπό τίς ἴδιες συνθῆκες ἔχει
πάντα τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Ὁπότε μιλᾶμε γιά μιά ἀντικειμενική γνώση. Δηλαδή πολλοί ἐπιστήμονες
σέ διάφορα μέρη τοῦ κόσμου μποροῦν παράλληλα νά πιστοποιήσουν ἐκεῖνο, πού κάποιος
συνάδελφός τους πρῶτος ἀνακάλυψε. Ἔτσι γίνεται καθολικά ἀποδεκτή μιά ἀνακάλυψη. Αὐτό
ἄραγε ἰσχύει στή θεολογία; Μπορεῖ νά γίνει τό ἴδιο πράγμα; Δηλαδή τίς ἐμπειρίες τοῦ Ἁγίου
Συμεών πού εἶδε τό ἄκτιστο Φῶς, μποροῦμε νά τίς ἐπαληθεύσουμε; Μποροῦμε. Γι’ αὐτό λέμε ὅτι ἡ
θεολογία εἶναι θετική ἐπιστήμη, δέν εἶναι θεωρητική, δέν εἶναι φιλοσοφία. Μπορεῖ νά
πειραματιστεῖ κανείς πάνω σ’ αὐτό καί νά τό ἐπαληθεύσει μέ τήν ζωή του. Ὅπως μέ τήν μαρτυρία
τῶν ἐγκύρων ἐπιστημόνων ἐπαληθεύεται τό συμπέρασμα πού ἔκανε ὁ τάδε ἐπιστήμονας.
Οἱ διάφορες θεολογίες, πού χρησιμοποιοῦνται σήμερα στήν Ὀρθοδοξία, εἶναι ἁπλῶς ὑπολογισμοί
τοῦ τί εἶναι ἡ Πατερική Παράδοσις. Ὑποκειμενικοί ὑπολογισμοί. Ἤ μήπως εἶναι κάτι
ἀντικειμενικό; Πῶς ὅμως ἕνας σημερινός Ὀρθόδοξος θεολόγος μπορεῖ νά ἀποκτήσει
ἀντικειμενικότητα στήν Θεολογία του; Μπορεῖ νά ἀποκτήσει; Βεβαίως μπορεῖ, ἄν μπεῖ στήν ἴδια
διαδικασία στήν ὁποία μπῆκαν καί οἱ Θεοφόροι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν στή θέωση καί εἶχαν
τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ τήν ὁποία μᾶς κατέγραψαν, περνώντας μέσα ἀπό ἕνα δρόμο. Ὁ δρόμος εἶναι
ἡ κάθαρση – ἡ μετάνοια δηλαδή, ὁ φωτισμός καί ἡ θέωση. Ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς τώρα μπορεῖ νά
κάνει τό ἴδιο πράγμα. Θά λέγαμε ὅτι εἶναι κρίμα νά μήν προσπαθήσει κανείς. Ἄν καί μία δυσκολία
εἶναι ὅτι ὄντας ἀπό μικροί μέσα στήν Ἐκκλησία, τά δεχθήκαμε καί τά πιστέψαμε ὅλα αὐτά ὡς
δεδομένα καί δέν μπήκαμε στήν διαδικασία νά τά ἐπαληθεύσουμε. Ἀλλά πρέπει νά τά ζήσουμε καί
οἱ ἴδιοι.
Ἔχουμε τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Σισώη ὅταν κοιμήθηκε, πού ἔλαμψε σάν τόν ἥλιο καί εἶδε τόν
Χριστό πού ἦλθε νά παραλάβει τήν ψυχή του. Μήπως ἦταν φαντασία του; Ὄχι γιατί εἶδαν καί οἱ
ἄλλοι αὐτή τήν λάμψη. Τήν ἴδια ἐμπειρία ἔχουμε καί στόν Ἅγιο Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ πού ἔλαμπε
τό πρόσωπό του σάν τόν ἥλιο. Τήν ἴδια ἐμπειρία συναντοῦμε καί στόν ἅγιο Μωυσῆ, πού ἔλαμπε
τόσο τό πρόσωπό του καί ἀναγκάστηκαν νά βάλουν μιά ὀθόνη γιά νά τόν κοιτάξουν. Τήν ἴδια
ἐμπειρία ἔχουμε καί στόν ἄγιο Λουκιανό πού ἔλαμπε καί γιά νά τοῦ μιλήσει ὁ Αὐτοκράτορας ἔβαλε
ἕνα πανί. Βλέπουμε λοιπόν ὅτι ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐπαναληψιμότητα τοῦ φαινομένου καί ἡ
ἐπαλήθευση.
Τό ἴδιο πράγμα τό βλέπουμε καί σέ σύγχρονους Ἁγιορεῖτες. Στήν Μονή Σταυρονικήτα εἶχε πάει μιά
ὁμάδα προσκυνητῶν. Μετά τό Ἀπόδειπνο οἱ Πατέρες ἔβγαλαν τά ἱερά Λείψανα γιά νά τά
προσκυνήσουν. Μεταξύ αὐτῶν ἦταν ἕνας ἄπιστος, πού εἶχε λογισμούς ἀπιστίας: «Τώρα τά
κόκκαλα θά μᾶς βάζουν νά προσκυνοῦμε οἱ καλόγεροι;» Ὁ ἱερομόναχος ὅμως ὄντας θεοφόρος καί
γεμάτος Χάρη Θεοῦ, ἐνῶ τούς μιλοῦσε, ἄστραψε τό πρόσωπό του καί τό εἶδαν ὅλοι. Τό γεγονός
αὐτό ἔκανε τόν ἄπιστο νά συγκλονισθεῖ καί νά πιστέψει κι αὐτός.
Ἡ ἴδια ἐμπειρία στήν Παλαιά Διαθήκη μέ τόν Μωυσῆ, στήν Καινή Διαθήκη μέ τούς Πατέρες τῆς
Ἐκκλησίας, καί σήμερα, πού σημαίνει ὅτι δέν μιλᾶμε γιά ὑποκειμενικά φαινόμενα, οὔτε γιά
φαντασιώσεις, ἀλλά γιά οὐσιώδη πράγματα καί ἐπαληθεύσιμα.
Συμβαίνει νά ἔχουμε στά χέρια μας ἕναν θησαυρό, τήν Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, πού
εἶναι ἀπαύγασμα καί ἀποτέλεσμα αἰώνων ἐμπειριῶν, πού ἐπαναλαμβάνονται, ἀνανεώνονται καί
200
καταγράφονται ἀπό τούς θεουμένους τῶν διαφόρων ἐποχῶν. Ἔχουμε τίς ἐμπειρίες τῶν
Πατριαρχῶν, τῶν Προφητῶν, καί μετά τίς ἐμπειρίες τῶν Ἀποστόλων, τίς ὁποῖες ὅλες ἀποκαλοῦμε
δοξασμό. Δοξασμός = ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ πού λάμπει στό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἴδια δόξα πού
ἔλαμψε στό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στό Θαβώρ.
Δοξάζεται ὁ Προφήτης σημαίνει ὅτι βλέπει τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. Δοξάζεται ὁ Ἀπόστολος σημαίνει
ὅτι ὁ Ἀπόστολος βλέπει τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Βλέποντας ὁ Ἀπόστολος τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ, τό
Φῶς τοῦ Χριστοῦ, αὐτή εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ, τό ἄκτιστο Φῶς, διαπιστώνει ἀπό τήν ἴδια τήν
ἐμπειρία του ὅτι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ στήν Καινή Διαθήκη εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά
Διαθήκη, ἡ ἴδια δόξα, ἡ ἴδια ἐνέργεια. Τό ἄκτιστο Φῶς τό ὁποῖο λέγεται στήν Ἁγία Γραφή καί Ἅγιο
Πνεῦμα. Ὅταν παρακαλεῖ ὁ Ἱερέας στή Θεία Λειτουργία νά ἔλθει τό Ἅγιο Πνεῦμα καί νά
μεταβάλλει τά Τίμια Δῶρα, παρακαλεῖ αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ νά ἔλθει καί νά
μεταβάλλει τά Τίμια Δῶρα, ἡ ὁποία εἶναι Θεός, δέν εἶναι μιά ἀνυπόστατη ἐνέργεια, εἶναι
Ἐνυπόστατη. Αὐτή ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἴδια καί στήν Παλαιά Διαθήκη καί στήν Καινή
Διαθήκη.
Ὁπότε αὐτός πού στήν Παλαιά Διαθήκη ὀνομάζεται Γιαχβέ εἶναι ὁ Χριστός τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ἁπλῶς στήν Παλαιά Διαθήκη δέν ἔχει σῶμα. Εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός, πού στήν Παλαιά
Διαθήκη λέγεται Γιαχβέ ἤ λέγεται Ἐλωΐμ. Εἶναι ὁ Χριστός τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἡ δόξα τοῦ
Γιαχβέ εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος εἶναι ὁ Γιαχβέ στήν Παλαιά
Διαθήκη. Ἡ δόξα πού βλέπει ὁ Μωυσῆς στήν Βάτο καί συνομιλεῖ εἶναι πάλι ὁ Γιαχβέ. Ὁ Γιαχβέ
εἶναι πού ἐμφανίζεται καί στήν Παλαιά καί στήν Καινή Διαθήκη, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὡς
ἄσαρκος Λόγος στήν Παλαιά Διαθήκη, ὡς ἔνσαρκος Λόγος στήν Καινή Διαθήκη.
Ἔτσι λοιπόν βλέπουμε τήν ἐπανάληψη τῆς ἐμπειρίας τῶν Προφητῶν -τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί
στούς ἀνθρώπους τῆς Καινῆς Διαθήκης- μέ τήν διαφορά ὅμως ὅτι τώρα στόν Γιαχβέ τῆς Παλαιᾶς
Διαθήκης ἔχει προστεθεῖ ἡ ἀνθρώπινη φύσις τοῦ Χριστοῦ. Διότι οἱ Ἀπόστολοι ἐδοξάσθησαν μετά
τήν Ἐνσάρκωση, οἱ τρεῖς μερικῶς κατά τήν Μεταμόρφωση στό ὄρος Θαβώρ, ὅλοι ὅμως πλήρως
κατά τήν Πεντηκοστή, κατά τήν ὁποίαν ἔφθασαν στό ἀνώτατο ὕψος δοξασμοῦ, πού μπορεῖ νά
φθάσει ποτέ ἕνας ἄνθρωπος σ’ αὐτήν τήν ζωή.
Ὑπάρχουν βαθμίδες θεώσεως. Μιά πρώτη βαθμίδα θεώσεως τήν πῆραν οἱ τρεῖς μαθητές στό
Θαβώρ, ὅπου ἔλαμψαν τά πρόσωπά τους. Τήν πλήρη καί τήν ὕψιστη τήν ἔφθασαν στήν
Πεντηκοστή. Αὐτή τήν ὕψιστη βαθμίδα μπορεῖ νά τήν φθάσει κάποτε ἕνας ἄνθρωπος καί σ’ αὐτήν
ἐδῶ τήν ζωή. Γι’ αὐτό καί οἱ Ἀπόστολοι εἶναι πρῶτοι στήν κλίμακα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. «Ὁ
Θεός ἔθετο πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους…» (Α΄Κορ. 12,28).
Μετά τούς Ἀποστόλους ἔχουμε τίς ἐμπειρίες τῶν θεουμένων, -αὐτός πού ἔχει φθάσει ἤ φθάνει καί
ζεῖ τήν θέωση- πού εἶναι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Νά κάνουμε μία παρένθεση γιά τήν μέλλουσα νά συνέλθει Πανοθρόδοξη Σύνοδο τό 2016. Μία
Σύνοδος γιά νά εἶναι Οἰκουμενική πρέπει νά ἔχει θεουμένους ἀνθρώπους μέσα, πού νά ἔχουν
ὑποστεῖ τήν θέωση. Καί οἱ ἑπτά Οἰκουμενικές Σύνοδοι, ἦταν Οἰκουμενικές, γιατί εἶχαν μέσα
θεουμένους ἀνθρώπους. Καί θεουμένους καί θεωμένους.
Αὐτή ἡ διαδοχή τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Καί μέχρι σήμερα ἔχουμε
ἀνθρώπους θεωθέντες: τόν Γέροντα Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, τόν Γέροντα Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ, τόν
Γέροντα Πορφύριο, Ἅγιος τώρα καί ἐπίσημα, τόν Γέροντα Ἰάκωβο τῆς Εὔβοιας, τόν Γέροντα
Ἰωσήφ τόν Σπηλαιώτη, τόν Γέροντα Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη. Ὅλοι αὐτοί εἶναι θεωμένοι
ἄνθρωποι τοῦ 20ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖοι εἶχαν αὐτή τήν ἴδια ἐμπειρία πού εἶχαν καί οἱ Ἀπόστολοι στό
Θαβώρ. Αὐτή λοιπόν ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως εἶναι ἡ ραχοκοκκαλιά τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως,
καθώς καί τό θεμέλιο τῶν Τοπικῶν καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Γι’ αὐτό καί σᾶς εἶπα δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει Σύνοδος ἔγκυρη, ἀληθινή Σύνοδος καί ὄχι ληστρική,
ἄν δέν ὑπάρχουν θεωμένοι ἄνθρωποι μέσα σ’ αὐτήν. Ἡ μέλλουσα νά συνέλθει, θά εἶναι
201
Οἰκουμενική; Ζήτημα… Μᾶλλον ἀμφίβολο. Γιατί γιά νά εἶναι, πρῶτον θά πρέπει νά ἐπικυρώσει
ὅλες τίς προηγούμενες Οἰκουμενικές Συνόδους καί νά πεῖ «εἴμαστε ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις πατράσιν»,
δεύτερον νά ὑπάρχουν θεωμένοι ἄνθρωποι καί τρίτον βεβαίως νά γίνει ἀποδεκτή ἀπό τόν λαό. Ὁ
τελικός ἀποδέκτης καί κριτής εἶναι ὁ λαός. Ὄχι ὁ λαός τό σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων, ἀλλά ὁ λαός
τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄνθρωποι οἱ ἀληθινοί τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ πλεῖστοι δυστυχῶς καί ἀπό τούς
Ὀρθοδόξους σήμερα εἶναι ἀδιάφοροι. Δέν μιλᾶμε γι’ αὐτούς, ἀλλά γιά τούς ἀνθρώπους τούς
ἀληθινούς τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτοί πρέπει νά ἀποδεχτοῦν αὐτά πού θά ἀποφασιστοῦν στή Σύνοδο,
γιά νά εἶναι ὄντως αὐτή ἡ Σύνοδος, ἔγκυρη καί πραγματική καί ἀληθινή.
Τό θεμέλιο λοιπόν τῶν τοπικῶν καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως, τοῦ
Κανονικοῦ Δικαίου τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Λειτουργικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μέχρι σήμερα. Τί
λέμε κανονικό Δίκαιο; Λέμε τούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας, τό Πηδάλιο, τό ὁποῖο στήν ἐποχή μας
δυστυχῶς βάλλεται ἀπό τούς ἐχθρούς καί τῶν Πατέρων καί τῆς Ἐκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἐμφανίζονται
ὡς μοντέρνοι καί ἐκσυγχρονιστές καί χτυποῦν τό Πηδάλιο. Τό Πηδάλιο ὅμως ἔχει γραφτεῖ ἀπό
θεωμένους ἀνθρώπους καί οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι κάποιες διατάξεις πού γράφτηκαν
ἀπό δικηγόρους πού ἤθελαν νά γράψουν νομικούς κανόνες, ἀλλά εἶναι καρπός θεώσεως, ὁπότε καί
οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι θεόπνευστοι, ὅπως εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, ὅπως εἶναι τά Πατερικά
κείμενα, τά Λειτουργικά κείμενα, τά κείμενα τῆς Θείας Λειτουργίας, τά Μηναῖα, ἡ Παρακλητική…
Ὅλα αὐτά εἶναι θεόπνευστα κείμενα γιατί ἔχουν ὡς θεμέλιο τήν θέωση καί τήν ἐμπειρία τῆς
θεώσεως τῶν ἀνθρώπων πού τά ἔγραψαν, δηλαδή τῶν θεωμένων ἀνθρώπων.
Ὁπότε, ἄν σ’ αὐτήν στηριχθεῖ ἕνας σημερινός Ὀρθόδοξος θεολόγος, -στήν ἐμπειρία τῆς θεώσεωςἄν δηλαδή γίνει μελετητής τῆς Πατερικῆς Παραδόσεως, μπορεῖ ὁ ἴδιος νά μήν ἔχει φθάσει στή
θέωση, ἀλλά, ἄν εἶναι ἑπόμενος τοῖς ἁγίοις πατράσιν καί πάρει ὡς θεμέλιο ἀκριβῶς τήν
κατατεθειμένη ἐμπειρία τῶν θεωμένων ἀνθρώπων, αὐτός βαδίζει μέ ἀσφάλεια καί σωστά καί, ἄν ὁ
ἴδιος μπεῖ στή διαδικασία περνώντας μέσα ἀπό τήν κάθαρση καί φωτισμό, φθάσει στήν θέωση,
ὥστε ὄχι μόνο νά τήν κατανοήσει ἐγκεφαλικά ἀλλά καί νά διαπιστώσει ὁ ἴδιος ἐν Πνεύματι Ἁγίω.
Νά ζήσει καί ὁ ἴδιος ὅ,τι ἔγραψαν οἱ Πατέρες, νά τά ἐπαληθεύσει μέ τήν ζωή του καί τότε μιλᾶμε
γιά ἐπιστημονική ἐπαλήθευση αὐτῶν τῶν γνώσεων, γιά τίς ὁποῖες μιλοῦν οἱ Πατέρες καί
διαπιστώνουμε ὅτι ὁ καθένας πού θέλει μπορεῖ νά τίς ζήσει. Κάτι ἀνάλογο δηλαδή μέ τά πειράματα
στίς θετικές ἐπιστῆμες. Μιά ἀνακοίνωση λ.χ. πού κάνει μιά ὁμάδα στήν Ἀμερική πάνω σέ μιά
καινούργια γνώση, μποροῦμε νά τήν ἐξετάσουμε καί ἐμεῖς στήν Ἑλλάδα καί νά ἔχουμε τό ἴδιο
ἀποτέλεσμα.
Εἶναι μεγάλη ἁμαρτία καί ἐνδεχομένως νά μᾶς ζητήσει τόν λόγο ὁ Θεός διότι οἱ περισσότεροι δέν
μπαίνουν κἄν στόν κόπο, ἔστω γιά λίγο, νά τηρήσουν αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, ὥστε νά δοῦν στήν
πράξη ἄν ὄντως εἶναι ἀληθινά αὐτά πού μᾶς ἔχει ὑποσχεθεῖ. Λέει π.χ. «μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός
εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν» (Ματθ. 11,29).. Λέει τί
πρέπει νά κάνεις, νά εἶσαι πρᾶος καί ταπεινός καί λέει ὅτι τό ἀποτέλεσμα θά εἶναι ἡ ἀνάπαυση τῆς
καρδιᾶς. Ὅμως δέν μπαίνουν κἄν στόν κόπο νά τό ἐξετάσουν αὐτό πού λέει ὁ Χριστός. Γιατί τό
ἀπορρίπτεις a priori, ἐξ ἀρχῆς; Ἀφοῦ βλέπεις ὅτι δέν ἀναπαύεται ἡ καρδιά σου! Γιατί δέν
ἀναρωτιέσαι μήπως ἔχει δίκαιο ὁ Χριστός; Μήπως ἔχει δίκαιο ἡ Ἐκκλησία -καί οἱ παπάδες πού
λένε ἔτσι εἰρωνικά- ὅταν λένε κάντε αὐτό κι αὐτό; Νά κάνεις μιά ἐπιστημονική ἔρευνα, μήν τό
δεχτεῖς ἀβασάνιστα, νά τό ἐξετάσεις. Καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς παρακινεῖ καί μᾶς λέει: «Ἐρευνᾶτε
τάς Γραφάς» (Ίω. 5,39). Καί στόν Ἀπόστολο Θωμᾶ εἶπε: «ἔλα νά βάλεις τό δάκτυλό σου γιά νά
πιστέψεις». Καί μετά «Ἐπίστευσες, διότι Μέ εἶδες· μακάριοι οἱ μή ἰδόντες καί πιστεύσαντες» (Ἰω.
20,27-29). Καί μόλις ἐξέτασε ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς, δέν ἐπαλήθευσε ἁπλῶς τό γεγονός ὅτι ὁ
Χριστός εἶναι ὄντως ζωντανός καί εἶναι ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριός του, ἀλλά βρῆκε τήν Θεότητα
ἐξερχομένη ἀπό τίς πληγές καί δέν λέει ἁπλῶς εἶσαι ὁ Ἐσταυρωμένος διδάσκαλός μου, ἀλλά λέει
«Εἶσαι ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Βλέπετε πῶς ἀποκαλύπτεται ὁ Θεός καί σ’ αὐτούς πού
πηγαίνουν καί ἐρευνοῦν μέ καλή πρόθεση καί μέ καλή προαίρεση! Ἔχουμε περιστατικά ἀθέων πού
προσπάθησαν νά κλονίσουν τήν πίστη στήν Ἀνάσταση καί νά γράψουν βιβλία ἐναντίον τῆς
202
Ἀνάστασης καί μόλις ἐρεύνησαν τό πράγμα, ἔγραψαν βιβλία ὑπέρ τῆς Ἀνάστασης. Καί ἔχουμε
Ὀρθοδόξους πού λένε ‘’ποῦ ξέρω ἐγώ τώρα; Ἄλλη ζωή! Τί μοῦ λές τώρα; Μήπως γύρισε κανείς
ἀπό τήν ἄλλη ζωή!». Οὔτε ἔστω μέ τήν λογική δέν ἀναζητοῦν νά δοῦν ἄν αὐτά πού γράφουν τά
Εὐαγγέλια ὅτι ἀναστήθηκε ὁ Χριστός εἶναι ἀλήθεια. Αὐτοί οἱ ἐπιστήμονες πηγαίνοντας μέ
ὀρθολογισμό, βρῆκαν ὅτι εἶναι ἀδύνατον νά μήν ἔχει γίνει Ἀνάσταση καί πίστεψαν μέ τήν λογική.
Ὁ Χριστός μᾶς ἱκανοποιεῖ καί τήν λογική, δέν μᾶς ζητάει νά πιστέψουμε ἔτσι ἀβασάνιστα κάτι
παράλογο.
Ἔτσι μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι κι ἐμεῖς μποροῦμε νά ἔχουμε αὐτήν τήν ἀντικειμενικότητα στήν
θεολογία, ἐφόσον μποῦμε στή διαδικασία πού μπῆκαν καί οἱ Ἅγιοι. Μιμούμενοι τούς Ἁγίους,
ζώντας δηλαδή μέ μετάνοια, μέ κάθαρση, ὁπότε θά ἔλθει καί ὁ φωτισμός καί ἄν θέλει ὁ Θεός καί ἡ
θέωση.
– Ποιός εἶναι τώρα ὁ «προφήτης» στήν Καινή Διαθήκη;
Στήν Παλαιά Διαθήκη γνωρίζουμε ὅτι οἱ Προφῆτες, προφήτευαν, μιλοῦσαν γιά τόν ἐρχόμενον
Μεσσία. Στήν Καινή Διαθήκη ὅμως ποιός εἶναι ὁ Προφήτης; Ἐπάνω στήν διδασκαλία τῆς
Ἐκκλησίας περί τῆς θείας Χάριτος βασίζεται ὅλη ἡ διδασκαλία Τῆς περί τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὡς καί
περί τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «οὕς μέν ἔθετο ὁ Θεός ἐν τῇ
ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους…» (Α΄Κορ. 12,28).
Ἀργότερα ἐπεκράτησε ἡ ἄποψις ὅτι ὁ προφήτης τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἦταν ὁ ἐπίσκοπος τῆς
Ἐκκλησίας τῶν πρώτων Χριστιανῶν.
Γιατί οἱ Ἐπίσκοποι -ὅταν λειτουργοῦσε σωστά ἡ Ἐκκλησία- ἦταν οἱ θεωμένοι ἄνθρωποι καί ὅπως
θά δοῦμε στήν ἀνάλυση τοῦ π. Ἰωάννη, προφήτης ἦταν ὁ θεωμένος ἄνθρωπος, αὐτός πού ἔχει
φθάσει στή θέωση. Γιά νά καταλάβετε, ὅταν λειτουργοῦσε σωστά ἡ Ἐκκλησία, δέν μποροῦσες νά
γίνεις διάκονος, ἄν δέν εἶχες ἀρχίσει τήν κάθαρση καί δέν εἶχες προχωρήσει. Δέν μποροῦσες νά
γίνεις Πρεσβύτερος, ἄν δέν εἶχες ὁλοκληρώσει τήν κάθαρση καί δέν ἤσουν στό στάδιο τοῦ
φωτισμοῦ, ὥστε νά μπορεῖς νά φωτίσεις, νά καθοδηγήσεις τό ποίμνιό σου. Δέν μποροῦσες νά γίνεις
Ἐπίσκοπος, ἄν δέν εἶχες φθάσει στή θέωση. Τώρα τί γίνεται σήμερα, ἀφῆστε το…
Ὁπότε ἔχουμε: Πρῶτον τούς Ἀποστόλους, μετά τούς Ἐπισκόπους καί μετά τούς Πρεσβυτέρους, οἱ
ὁποῖοι κατ’ αὐτήν τήν ἄποψιν εἶναι οἱ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Ἄν τώρα διαβάσουμε τό 14o
κεφάλαιο τῆς Α’ πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, βλέπουμε ὅτι ἐκεῖ
ἀναφέρεται σαφῶς ὅτι στήν ἐνορία τῆς Κορίνθου ὑπῆρχαν πολλοί προφῆτες, χριστιανοί δηλαδή μέ
προφητικό, προορατικό χάρισμα. Διότι γράφει: «Νά μιλήσουν οἱ προφῆτες σέ ὁμάδες τῶν δύο ἤ
τῶν τριῶν». Ὁπότε ὑπῆρχαν τουλάχιστον τρεῖς προφῆτες, ἴσως καί περισσότεροι, ἕξ ἤ ἑπτά. Ἐδῶ οἱ
προφῆτες τῆς Κορίνθου δέν ἦσαν ὅλοι τους ἐπίσκοποι.
Ὅμως τί σημαίνει ἡ λέξις προφῆτες τοῦ ἀποστόλου Παύλου; Τό τί σημαίνει φαίνεται ἀπό τό
γεγονός ὅτι σέ ἄλλο σημεῖο γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι δέν ἔχει ἀποκαλυφθεῖ τό Μυστήριο
τοῦ Θεοῦ σέ προηγούμενες γενεές, ὅπως ἀποκαλύφθηκε στήν δική του, ὅπως ἀποκαλύφθηκε
δηλαδή «νῦν τοῖς ἀποστόλοις καί προφήταις» (Ἐφ. 3.5). Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός δέν εἶχε
ἀποκαλυφθεῖ στήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως ἀποκαλύφθηκε τώρα στούς Ἀποστόλους καί στούς
Προφῆτες. Ἐδῶ δηλαδή δέν μιλάει γιά τούς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ἀλλά γιά τούς
Προφῆτες τῆς Ἐκκλησίας.
Αὐτό σημαίνει ὅτι:
α) Ἀπόστολος εἶναι ἐκεῖνος στόν ὁποῖο ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ὁ Χριστός ἐν δόξη. Γι’ αὐτό στό 15o
κεφάλαιο τῆς Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς του ἀπαριθμεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅλους ἐκείνους,
στούς ὁποίους ἐμφανίσθηκε ὁ Χριστός μετά τήν Ἀνάστασή Του, ἀλλά καί μετά τήν Πεντηκοστή,
διότι δέν κάνει διαφοροποίηση μεταξύ τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Χριστοῦ πρό τῆς Πεντηκοστῆς καί
μετά τήν Πεντηκοστή.
203
Ὁπότε τό πρωταρχικό γνώρισμα τοῦ ὁποιουδήποτε Ἀποστόλου δέν ἦταν μόνο ὅτι ἦταν μαθητής
τοῦ Χριστοῦ πρό τῆς Σταυρώσεώς Του, ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός εἶχε ἀποκαλυφθεῖ σ’
αὐτόν ἐν δόξη μετά τήν Ἀνάστασή Του. Γι’ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Δέν γνωρίζω τόν
Χριστόν κατά σάρκα, ἀλλά κατά πνεῦμα» (Β΄Κορ. 5,16). Διότι, γιά νά γνώριζε τόν Χριστόν κατά
σάρκα, σήμαινε ὅτι θά ἔπρεπε νά εἶχε συναναστραφεῖ μαζί Του πρό τῆς Σταυρώσεώς Του, τό ὁποῖο
δέν συνέβη μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο. Μετά τήν Σταύρωση, Ταφή καί Ἀνάστασή Του δέν
γνωρίζουμε τόν Χριστόν κατά σάρκα, ἀλλά κατά πνεῦμα. Δηλαδή βλέπουμε τόν Χριστόν νοερῶς
μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς, καθώς καί ἐν δόξη κατά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως.
β) Προφήτης εἶναι ἐκεῖνος, στόν ὁποῖο ἐπίσης ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ὁ Χριστός. Ὁπότε ἐμφανίζεται ὁ
Χριστός μετά τήν Ἀνάστασή Του, ἐμφανίζεται μέσα σέ δόξα καί αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἐμπειρία, πού
ἀποκτᾶ κανείς ὅταν βλέπει τόν Χριστόν ἐν δόξη, τόν καθιστᾶ αὐτομάτως εἴτε Ἀπόστολον εἴτε
Προφήτην. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ προφήτης, γιά τόν ὁποῖο ὁμιλεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι ἐκεῖνος,
ὁ ὁποῖος ἔχει φθάσει στήν θέωση.
Ἑπομένως αὐτοί οἱ Προφῆτες πού ἦταν στήν Κόρινθο δέν ἦταν Ἐπίσκοποι, ἤταν ἄνθρωποι πού
εἶχαν φθάσει στή θέωση. Καί αὐτό φαίνεται σαφῶς ἀπό ἐκεῖνο πού λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πρίν
πεῖ τό «…οὕς μέν ἔθετο ὁ Θεός ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας…», πού
εἶναι τό: «…εἴτε δοξάζεται ἕν μέλος, συγχαίρει πάντα τά μέλη» (Α΄Κορ. 12,26). Μιλάει δηλαδή γιά
δοξασμό. Καί οἱ Προφῆτες ἔβλεπαν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ, εἶχαν φθάσει στή θέωση.
Ἐξ ἄλλου ἔχει γίνει πλέον ἀποδεκτό ὅτι αὐτά, πού γράφει ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης γιά
τούς τότε ἐπισκόπους, δέν ἀπέχουν ἀπό τήν πραγματικότητα. Δηλαδή ὅτι, ὅπως ὁ προφήτης τοῦ
ἀποστόλου Παύλου εἶναι ἐκεῖνος πού ἔχει φθάσει σέ θέωση, ἔτσι καί γιά τόν ἅγιο Διονύσιο τόν
Ἀρεοπαγίτη ἐπίσκοπος εἶναι ἐκεῖνος πού ἔχει φθάσει στή θέωση. Ἀπό αὐτούς μάλιστα τούς
προφήτας τοῦ ἀποστόλου Παύλου προῆλθαν οἱ τότε ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐπεκράτησε νά λέγεται ὁ προεστώς προφήτης τῆς ἐνορίας ἐπίσκοπος καί οἱ ὑπόλοιποι
πρεσβύτεροι, ἐνῶ στήν ἀρχή συνηθίζετο νά λέγωνται ὅλοι πρεσβύτεροι. Μετά ὁ προεστώς τῆς
ἐνορίας ὀνομάστηκε Ἐπίσκοπος. Σημειωτέον ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου εἶχε τουλάχιστον πέντε
προφῆτες (Α’ Κορ. 14,29). Δέν ἀπασχολοῦν τόν Παῦλο τόσο τά ὀνόματα ἐπίσκοπος ἤ
πρεσβύτερος, ἀφοῦ, ὡς προφῆτες τούς θεωρεῖ μαζί μέ τούς ἀποστόλους, ὡς θεμέλια τῆς Ἐκκλησίας
(Ἐφ. 2,20). Ἡ χειροτονία τους, ὅπως στήν περίπτωση τῶν ἀποστόλων, ἦτο κατ’ εὐθείαν ἀπό τόν
Χριστό μέσω τῆς θεώσεως (Ἐφ. 3,5) καί ἐν συνεχεία μέσω τῆς ἀναγνωρίσεως τῆς θεώσεως αὐτῆς
ἀπό τούς συνθεουμένους.
Ὁ ἅγιος Νικήτας Στηθάτος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι, πού ἔχουν χειροτονηθεῖ κατ’
εὐθείαν ἐπίσκοποι ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, ἄν καί ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν ἀναγνωρίζονται ὡς
ἐπίσκοποι. Ὅμως εἶναι ἐπίσκοποι· ἔχουν δηλαδή πνευματική ἐξουσία ἐπισκόπου. Εἶναι ἄνθρωποι,
οἱ ὁποῖοι ἔχουν φτάσει στή θέωση. Φαίνεται ὅτι τότε στήν ἐνορία τῆς Κορίνθου ὑπῆρχε μία
ἀναταραχή, γι’ αὐτό εἶχαν γράψει στόν Ἀπόστολο Παῦλο καί ὁ Ἀπόστολος τούς βάζει σέ μία τάξη.
Ὅσοι εἶχαν γένη γλωσσῶν, πού εἶναι τά διάφορα εἴδη τῆς νοερᾶς προσευχῆς -καί ὄχι ὅπως
πιστεύουν οἱ Προτεστάντες ὅτι εἶναι ξένες γλῶσσες- ἤ μερικοί ἀπ’ αὐτούς νόμιζαν ὅτι μποροῦσαν
νά ἐξισωθοῦν μέ ὅλους τούς ἄλλους. Τά γένη γλωσσῶν εἶναι τό κατώτερο χάρισμα, τό τελευταῖο
στή σειρά πού βάζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἀλλά κάποιοι πού εἶχαν τά γένη γλωσσῶν ἤθελαν νά
μποῦν πρῶτοι στή σειρά. Γι’ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιά νά βάλει μία τάξη μέσα στήν
Ἐκκλησία, μᾶς λέγει ὅτι πρῶτοι μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι οἱ Ἀπόστολοι, μετά ἔρχονται οἱ
προφῆτες, μετά οἱ διδάσκαλοι καί τελειώνει μέ τά γένη τῶν γλωσσῶν .
Στά κεφάλαια 13, 14 καί 15 τῆς Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολῆς του κάνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος
ὁλόκληρη ἑρμηνεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησιολογίας. Ἀπό αὐτό φαίνεται σαφῶς ὅτι στίς ἐνορίες
τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅλα τά μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ ἦταν θεόκλητα. Καί τοῦτο, ἐπειδή
ὅλοι εἶχαν δεχθεῖ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τους. Ὅσοι ἦταν ἐπίσημα
μέσα στήν Ἐκκλησία εἶχαν τουλάχιστον νοερά προσευχή μέσα στήν καρδιά τους, ἀδιάλειπτη
204
προσευχή. Εἶχαν ἑπομένως κλίση ἀπό τόν Θεό. Κι αὐτό γιατί ὅλοι εἶχαν δεχθεῖ τήν ἐπίσκεψη τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος στήν καρδιά τους.
Ἦσαν δηλαδή θεόκλητα μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ εἶχαν χειροτονηθεῖ ἀπό τό ἴδιο τό
Ἅγιο Πνεῦμα. Καί, ὅπως οἱ Ἀπόστολοι ἔφθασαν σέ δοξασμό, δηλαδή στήν θέωση, κατά τόν ἴδιο
τρόπο οἱ προφῆτες ἦσαν ἐκεῖνοι, πού ἐπίσης εἶχαν φθάσει στήν θέωση, ἐνῶ ἀπό τούς διδασκάλους
καί κάτω ἦσαν ὅσοι εἶχαν φθάσει μόνο σέ φωτισμό. Ἦταν ἡ κατώτερη βαθμίδα, ἦταν στό στάδιο
τοῦ φωτισμοῦ, ὅπως καί τά γένη τῶν γλωσσῶν.
Ἐάν συνδυάσουμε τώρα αὐτές τίς πληροφορίες σέ ὅσα ἀναφέρονται στίς εὐχές τῆς ἀκολουθίας τοῦ
Ἁγίου Μύρου, φαίνεται σαφῶς ὅτι τό Μυστήριο τοῦ Ἁγίου Χρίσματος ἐθεωρεῖτο ὅτι ἦταν ἕνα
Μυστήριο γι’ αὐτούς πού εἶχαν ἤδη δεχθεῖ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδία
τους. Δηλαδή γιά τούς φωτισμένους. Γι’ αὐτό δέν ἔπαιρναν μαζί μέ τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα,
ὅπως γίνεται σήμερα.
Φαίνεται στήν ἀρχαία Ἐκκλησία δέν ἐτελεῖτο τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος μαζί μέ τό Μυστήριο
τοῦ Βαπτίσματος. Τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος ἐτελεῖτο πρῶτον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, ἐνῶ τό
Μυστήριο τοῦ Χρίσματος προοριζόταν γιά ὅσους εἶχαν γίνει ἤδη μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Εἶχαν δηλαδή μέσα τους ἐγκαταστημένη τήν νοερά προσευχή. Ὑποτίθεται ὅτι εἶχε ἔλθει καί
προσευχόταν μέσα στήν καρδιά τους τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἦταν θεόκλητοι. Καί τό Μυστήριο τοῦ
Χρίσματος ἐτελεῖτο ὡς ἐπισφράγισις αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Γι’ αὐτό κατά τήν τελετή αὐτοῦ τοῦ
Μυστηρίου ἀναφωνοῦσε ὁ ἱερεύς. «Σφραγίς δωρεᾶς Πνεύματος Ἁγίου». Παίρνεις τήν πιστοποίηση
τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἔχεις δεχθεῖ μέσα σου τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κατ΄αὐτόν τόν
τρόπο ἔχριε τόν Χριστιανό.
Ἡ σφραγίδα αὐτή τότε ἦταν ἡ ἐπιβεβαίωσις ἀπό τήν Ἐκκλησία ὅτι ὁ Χριστιανός ἐκεῖνος, πού μόλις
εἶχε χρισθεῖ, βρισκόταν σέ κατάσταση φωτισμοῦ. Γι’ αὐτό στήν Λατινική Παράδοση τό Χρίσμα
λέγεται confirmatio, δηλαδή ἐπιβεβαίωσις. Ἐπιβεβαίωσις ὅτι ὁ Χριστιανός ἐκεῖνος, ἀφοῦ πέρασε
ἀπό κάθαρση, εἶχε φθάσει στήν κατάσταση φωτισμοῦ, μέσα του προσευχόταν τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Πόσο μακριά εἶναι αὐτά ἀπό τήν σημερινή κατάσταση! Σήμερα οἱ πλεῖστοι τῶν Χριστιανῶν
ἀγνοοῦν καί τήν λέξη ἀκόμη τῆς νοερᾶς προσευχῆς.
Ὁπότε ἔρχεται ἡ Ἐκκλησία καί τόν σφραγίζει καί θεωρεῖται πλέον μέλος τοῦ Σώματος τοῦ
Χριστοῦ. Ἔτσι στήν ἀρχαία Ἐκκλησία μόνο μετά τό Χρίσμα ἐθεωρεῖτο ὁ βαπτισμένος μέλος τῆς
Ἐκκλησίας. Ὄχι μέ τό Βάπτισμα. Τό Βάπτισμα ἦταν ἡ ἀρχική ὕπαρξη, ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν. Καί
θά ἔπρεπε ὁ Χριστιανός νά ἐργασθεῖ πνευματικά ὥστε νά δέχθει τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος μέσα στήν καρδία του νά ἀποκτήσει τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τότε θεωρεῖτο μέλος
τῆς Ἐκκλησίας. Μεγάλη διαφορά μέ τήν σημερινή πραγματικότητα, ὅπου οἱ πόρτες εἶναι ἀνοιχτές
καί μπαινοβγαίνουν οἱ πάντες καί ὅλοι θεωροῦνται μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι ὅμως ὅλοι μέλη
τῆς Ἐκκλησίας. Μπορεῖ τυπικά νά θεωροῦνται μέλη, ἀλλά δέν εἶναι ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅπως μέσα σέ ἕνα ἀμπέλι ὑπάρχουν κλαδιά πράσινα πού δέχονται ζωτικούς χυμούς ἀπό τόν
κεντρικό κορμό, ὑπάρχουν ὅμως καί κλαδιά ξερά. Αὐτά τά ξερά κλαδιά μπορεῖ νά εἶναι πάνω στό
ἀμπέλι ἤ μπορεῖ νά εἶναι κομμένα τελείως. Ὁ κομμένος τελείως ἀντιστοιχεῖ στόν αἱρετικό, σέ
αὐτόν πού πῆγε καί ἔκανε μύηση σέ Ἀνατολικές θρησκεῖες. Αὐτός ἔχει ἀποκοπεῖ. Ὁ ἄλλος πού
εἶναι ξερό κλαδί καί εἶναι ἀκόμη κολλημένος στό ἀμπέλι, φυσικά δέν μπορεῖ νά κάνει καρπό.
Αὐτός εἶναι ἕνας νεκρός. Εἶναι κολλημένος στήν Ἐκκλησία, ὑποτίθεται ὅτι εἶναι μέλος τῆς
Ἐκκλησίας, ἀλλά εἶναι νεκρό μέλος πού σημαίνει ὅτι δέν μπορεῖ νά καρποφορήσει, ἄρα δέν μπορεῖ
νά σωθεῖ. Θά πρέπει νά μετανοήσει, νά δεχθεῖ πάλι τούς ζωτικούς χυμούς ἀπό τόν κεντρικό κορμό
γιά νά ἀναζωογονηθεῖ ὥστε νά φέρει καί καρπό. Τότε πραγματικά γίνεται μέλος τῆς Ἐκκλησίας.
Μέσα σ’ αὐτά τά πλαίσια ὅμως βλέπουμε μία περίεργη ἐξέλιξη μέσα στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας,
κατά τήν ὁποία τό βασίλειον ἱεράτευμα, τῆς Ἐκκλησίας δέν παρέμεινε ποιοτικά ἐκεῖνο πού ἦταν
ἀρχικά. Δηλαδή τά ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας – αὐτό εἶναι τό βασίλειο ἱεράτευμα – δέν
205
παρέμεινε τό ἴδιο, ὅπως ἦταν στούς πρώτους χρόνους.
Ἀρχικά, δηλαδή στήν ἐποχή τῶν πρώτων Χριστιανῶν, ἔχουμε τούς λαϊκούς καί τούς κληρικούς.
Ἐμεῖς σήμερα λαϊκούς λέμε αὐτούς πού δέν ἔχουν χειροτονία. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τούς λαϊκούς
ὀνομάζει ἰδιῶτες -καί αὐτοί δέν εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐκεῖνοι
πού ἑρμηνεύουν τούς ἰδιῶτες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὡς λαϊκούς. Λαϊκός εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος
ἔχει μέν βαπτισθεῖ, ἀλλά δέν ἔχει ἀκόμη κληθεῖ ἄνωθεν, ὥστε νά γίνει βασίλειον ἱεράτευμα,
δηλαδή κληρικός, δηλαδή δέν ἔχει μέσα του τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, εἶναι ἀκόμα ἰδιώτης,
δέν ἔχει μπεῖ ἀκόμα ὡς ζωντανό μέλος στήν Ἐκκλησία. Ὡς κληρικός ἐθεωρεῖτο ὁ θεόκλητος,
ἐκεῖνος δηλαδή πού εἶχε δεχθεῖ μέσα στήν καρδιά του τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί πού
τό Πνεῦμα εἶχε ἀρχίσει νά προσεύχεται μέσα του. Ἐκεῖνος, δηλαδή πού εἶχε γίνει ναός τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καί γι’ αὐτό μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό ὁ
ἀπόστολος Παῦλος λέγει «…οὕς ἔθετο ὁ Θεός ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ…» ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε πεῖ:
«ὑμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ» (Α΄Κορ. 12,27). Μᾶς δίνει δηλαδή ὁ ἴδιος τόν ὁρισμό τοῦ τί εἶναι
Σῶμα Χριστοῦ καί δέν περιλαμβάνει μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ τούς ἰδιῶτες, τούς λαϊκούς πού
δέν εἶχαν ἀκόμα δεχθεῖ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀργότερα, –λόγω τῆς ἐκκοσμίκευσης- ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ξέρουμε ὅτι ἦλθε ἐποχή,
κατά τήν ὁποία ἐχειροτονοῦντο ὡς κληρικοί ἄνθρωποι, πού στήν ἀρχαία Ἐκκλησία θά ἐθεωροῦντο
ὡς λαϊκοί, δηλαδή ἀκόμα δέν εἶχαν μπεῖ στήν Ἐκκλησία. Καί μετά αὐτοί οἱ ἄνθρωποι –ἐξ αἰτίας
τῆς ἐκπτώσεως καί τῆς ἐκκοσμικεύσεως- ἐχειροτονοῦντο καί ἐπίσκοποι. Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος
Θεολόγος, κάνει ὁλόκληρη ἀνάπτυξη ἐπάνω στό θέμα αὐτό. Κατά τά χρόνια πού ζοῦσε ὁ ἅγιος
Συμεών, γύρω στά 1000 μ.Χ., ἔγινε αὐτή ἡ ἀλλοτρίωση μέσα στήν Ἐκκλησία καί διαμαρτυρήθηκαν
οἱ ἅγιοι Πατέρες. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Συμεών «ἄνθρωποι πού θά ἔπρεπε νά εἶναι στήν τάξη τῶν λαϊκῶν,
δηλαδή οὔτε κἄν νά θεωροῦνται μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουν γίνει Ἐπίσκοποι ἤ ἔχουν γίνει
Πνευματικοί» καί μιλοῦσε γιά «Πνευματικούς χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα». Γιατί δέν γίνεσαι ‘μαγικά’
ἐπίσκοπος, μέ τό πού θά πάρεις τήν χειροτονία. Θά πρέπει νά ἐνεργεῖ μέσα σου τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Αὐτό σημαίνει ὅτι εἰσῆλθε ἡ παράδοσις στήν Ἐκκλησία νά χειροτονοῦνται ὡς κληρικοί ἄνθρωποι,
οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν τά προσόντα νά εἶναι κληρικοί τῆς Ἐκκλησίας. Δέν εἶχαν δηλαδή τίς
πνευματικές προϋποθέσεις τῆς ἱερωσύνης.
Ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀνωμάλου καταστάσεως ἐπανεστάτησε ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος μέ
τόσο μεγάλη ἐπιτυχία, ὥστε ἡ Ἐκκλησία τόν ὀνόμασε Νέο Θεολόγο. Ἀπό τήν ἐποχή του μέχρι τήν
ἐποχή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἔγινε μία μεγάλη διαμάχη μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅσον
ἀφορᾶ στά προσόντα ἐκλογῆς τῶν ἐπισκόπων. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς Ἡσυχαστικῆς ἔριδος, ὅπως
ὀνομάσθηκε, κατά τήν ὁποία ἐπεκράτησε τελικά ἡ γραμμή τοῦ ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου,
καθιερώθηκε οἱ ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας νά λαμβάνονται ἀπό τούς μοναχούς τῆς Ἡσυχαστικῆς
παραδόσεως, τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Δηλαδή ἐπανῆλθε ἡ Ἐκκλησία στήν
ἀρχαία τάξη, ἀλλά δυστυχῶς δέν κράτησε πολύ μέ τήν Φραγκοκρατία, τήν Τουρκοκρατία καί
κυρίως τήν ἀλλοτριωμένη κατάσταση μετά τήν Τουρκοκρατία, ἡ ὁποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Ξέρουμε καί πῶς ἐκλέγονται σήμερα οἱ Ἐπίσκοποι.. ἀλλά ὁπωσδήποτε ὄχι μέ τόν τρόπο πού
ἐκλεγόντουσαν τότε, πού ἡ Ἐκκλησία ἔπαιρνε τούς ἀνθρώπους μέσα ἀπό τά μοναστήρια πού εἶχαν
αὐτή τήν ζωή τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θεώσεως. Ζοῦσαν αὐτή τήν ἡσυχαστική
παράδοση. Δέν συμφωνῶ μέ τόν ὅρο ‘ἡσυχαστική ἔριδα’, ὅπως δυστυχῶς ἔχει ἐπικρατήσει. Δέν
ἦταν ἔριδα, ἦταν οὐσιαστικά ἡ ἀντιμετώπιση τῆς αἵρεσης τοῦ Βαρλαάμ, πού μᾶς ἦρθε ἀπό τήν
Δύση, πού χτυποῦσε αὐτή τήν ραχοκοκκαλιά τῆς Ὀρθόδοξης παράδοσης: τῆς καθάρσης, τοῦ
φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης. Ὁ Βαρλαάμ ὑποστήριζε ὅτι μέσω τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ καί τοῦ
Ἀριστοτέλη θά πλησιάσει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό, ἐνῶ οἱ ἅγιοι Πατέρες ἔλεγαν ὅτι πρέπει νά
καθαρίσεις τήν καρδιά σου γιά νά δεῖς τόν Θεό.
Ἴσως κάποια ἀπό αὐτά πού εἴπαμε σήμερα σᾶς φάνηκαν λίγο δυσνόητα, ἀλλά ἡ οὐσία εἶναι ὅτι
ὅταν ἀκοῦμε Προφήτης, ὁ νοῦς μας θά πηγαίνει στόν θεωμένο ἄνθρωπο καί αὐτός εἶναι καί ὁ
206
ἀληθινός θεολόγος. Ἀληθινά μέλος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐτός πού οὐσιαστικά ἔχει τελειώσει μέ
τήν κάθασρη καί ἔχει φτάσει στόν φωτισμό ἤ τουλάχιστον εἶναι στή διαδικασία τῆς κάθαρσης, ἔχει
μετανοήσει. Τώρα ἔχουμε ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν μετανοήσει κἄν καί ὑποτίθεται ὅτι εἶναι στήν
Ἐκκλησία καί αὐτοαποκαλοῦνται χριστιανοί. Καί κάποιος ἀπό αὐτούς ἔλεγε ὅτι «ὅποτε πηγαίνω
στήν Ἐκκλησία μοιράζουν βάγια» γιατί πήγαινε μιά φορά τόν χρόνο. Κατά τά ἄλλα ὅμως εἶναι
πιστός χριστιανός καί μέ θράσος λέει: «γιατί ἐσύ πού νηστεύεις ἤ πηγαίνεις κάθε μέρα Ἐκκλησία
κάνεις σωστά;». Πόσο ἔχουμε ξεπέσει ἀπό τό ἀληθινό πνεῦμα!
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Ἐρ.: Δύο ἐρωτήσεις: Τί σημαίνει ἀκριβῶς τό «πρᾶός εἰμι· καί ταπεινός τῆ καρδία» (Ματθ. 11,29)
καί δεύτερον σήμερα κάποιος πού βαπτίζεται σέ μεγάλη ἡλικία, γιά νά πάρει τό Χρίσμα κανονικά
θά πρέπει νά ἔχει προχωρήσει στόν φωτισμό, πού εἶναι ἐπιβεβαίωση, ὅπως εἴπατε. Ἄρα θά ἔπρεπε
νά μείνει μόνο μέ τό Βάπτισμα.
Ἀπ.: Ἔτσι εἶναι κανονικά, ἄν θέλουμε νά τηρήσουμε τήν ἀρχαία τάξη. Βέβαια οἱ μεγάλης ἡλικίας
ἄνθρωποι πού βαφτίζονται σήμερα, ἔχουν θαυμαστές ἐμπειρίες γιατί κατά κανόνα ἔρχονται
συνειδητά. Καί μᾶς λένε ὡραιότατες, ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες, γιατί πᾶνε μέ πολύ θέρμη, πόθο
καί λαχτάρα καί κατά κανόνα καλή προετοιμασία. Ὁπότε ἔχουν καί ἀνάλογες προϋποθέσεις καί ἄν
ἔχουν καί τήν σωστή καθοδήγηση πολύ γρήγορα θά φτάσουν καί στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ,
γιατί οὐσιαστικά τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα πού δίνεται μετά εἶναι ἡ πλήρης Χάρις.
Σχετικά μέ τό πρῶτο ἐρώτημα, λέει ὁ Κύριος «μάθετε ἀπό Μένα ὅτι εἶμαι πρᾶος καί ταπεινός». Μέ
τό πού τό ἀκούσαμε, τό μάθαμε; Ὄχι. Μαθαίνω σημαίνει ζῶ, ἔχω ἐμπειρία. Ζῶ δηλαδή τήν
ταπείνωση καί τήν πραότητα τοῦ Χριστοῦ. Μετέχω στή ζωή τοῦ Χριστοῦ, αὐτό σημαίνει ‘μάθετε
ἀπό Μένα’. Ὅταν δηλαδή ὁ χριστιανός μπεῖ στή διαδικασία νά τηρήσει τίς ἐντολές, τότε μαθαίνει
τήν πραότητα καί τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Τότε θά μάθει ὅτι δέν πρέπει νά ὀργίζεται, ἐκτός ἄν
πρέπει νά ὑπερασπιστεῖ τόν Θεό ἤ τόν πλησίον. Θά μάθει ὅτι πρέπει νά συγχωρεῖ: ὅλους. Θά μάθει
ὅτι πρέπει νά ἀγαπάει: ὅλους, φίλους καί ἐχθρούς. Θά μάθει ὅτι πρέπει νά ἐπιδιώκει τήν ἔσχατη
θέση, τόν ἔσχατο τόπο. Νά εἶναι πάντοτε στήν κατάσταση τῆς ταπείνωσης κ.λ.π. Καί τότε λέει ὁ
Χριστός μας, θά ἔχετε καί τήν ἀνάπαυση.
Γιατί σήμερα οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουν ἀνάπαυση καί ἀντίθετα ἔχουν κόπωση; Ὅλοι εἶναι
κουρασμένοι, ὅλοι εἶναι φορτωμένοι. Γιατί ἀκριβῶς δέν κάνουν αὐτό πού λέει ὁ Χριστός: «ἐλᾶτε
σέ Μένα νά ξεφορτωθεῖτε καί νά πάρετε τόν δικό Μου ζυγό, πάντες οἱ κοπιῶντες καί
πεφορτισμένοι» (Ματθ. 11,28). Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δέν πάει στόν Χριστό εἶναι κοπιών καί
πεφορτισμένος. Κουβαλάει φορτίο βαρύ, βαρύτατο, μέχρι πού συντρίβεται κάτω ἀπό αὐτό τό
φορτίο καί φτάνει κάποτε καί στήν αὐτοκτονία. Εἶναι φορτίο ἡ ἁμαρτία, τό πάθος. Καί δέν βρίσκει
ἀνάπαυση ὁ ἄνθρωπος ὅταν εἶναι φορτωμένος, πρέπει νά ξεφορτωθεῖ, νά μετανοήσει. Νά φύγει ἀπό
ἐκεῖ πού εἶναι καί νά πάρει τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι χρηστός, δηλαδή καλός καί τότε
λέει ἀφοῦ φορτωθεῖς τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι οἱ ἐντολές, μετά θά μάθεις ὅτι Εἶμαι πρᾶος
καί ταπεινός καί τότε θά βρεῖς ἀνάπαυση. Βλέπετε, ὑπάρχει σειρά. Ἐπιστημονική μέθοδος εἶναι: ἡ
κάθαρση, ὁ φωτισμός, ἡ θέωση. Αὐτό εἶναι.
Ἔλα σοῦ λέει ὁ Χριστός νά ξεφορτωθεῖς. Τί εἶναι αὐτό; Ἡ μετάνοια. Ξεφορτώσου, πήγαινε πές τα
στόν Πνευματικό καί μίσησέ τα – ὄχι μεταμέλεια, νά τά πεῖς καί νά τά ξανακάνεις – νά πάρεις τόν
νοῦ σου ἀπό τά μάταια νά τόν στρέψεις στόν Χριστό μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ὁπότε μετά
μαθαίνεις, γνωρίζεις ἐμπειρικά τόν Χριστό, τή ζωή τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή γνωρίζεις ἐμπειρικά τήν
ταπείνωση καί τήν πραότητα. Λέμε ‘’θέλω νά εἶμαι πρᾶος’’. Πῶς νά εἶσαι πρᾶος; Δέν μπορεῖς νά
εἶσαι πρᾶος. Καί μοῦ λένε κάποιοι «μόλις τό ἀποφάσιζα, τότε θύμωνα πιό πολύ». Βέβαια, πιό πολύ
θά θυμώνεις γιατί δέν εἶναι αὐτή ἡ μέθοδος, νά τό πάρεις ἀπόφαση, νά ζοριστεῖς. Ἔτσι θά γίνεις
πιό θυμώδης γιατί στηρίζεσαι στόν ἑαυτό σου. Εἶναι ἐγωισμός. Γιά νά γίνεις πρᾶος, θά πρέπει νά
ξεφορτωθεῖς τόν ἑαυτό σου, τόν παλαιό ἑαυτό σου, νά ἀπαρνηθεῖς, νά μισήσεις τόν ἑαυτό σου,
ὅπως λέει ὁ Χριστός καί νά σηκώσεις τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι οἱ ἐντολές Του, νά πάρεις
207
ἀπόφαση νά τηρήσεις τίς ἐντολές.
Θά πεῖ κανείς: ‘’Δέν τίς τηροῦμε τίς ἐντολές’’; Δέν τίς τηροῦμε. Ἄς πάρουμε μία μόνο ἐντολή καί
θά δεῖτε πώς δέν τίς τηροῦμε. Ἡ πρώτη ἐντολή λέει: «ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς
καρδίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου»
(Λουκ. 10,27). Τό τηροῦμε; Ἄς πάρουμε τό ‘ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου’. Πρέπει ὅλη σου ἡ διάνοια,
ὅλη σου ἡ σκέψη δηλαδή, νά εἶναι στόν Χριστό. Εἶναι; Ἄς ἐξέτασουμε ὁ καθένας πόση ὥρα τήν
ἡμέρα σκεπτόμαστε τόν Χριστό.. Βλέπετε, ἄν τηρούσαμε τήν πρώτη ἐντολή, -δέν σᾶς λέω ὅλες- θά
εἴχαμε τίς προϋποθέσεις καί γιά ὅλες τίς ἄλλες, γιατί εἶναι πολύ βασική ἡ πρώτη ἐντολή, εἶναι ἡ
ἐντολή τῆς ἀγάπης. Μετά θά εἴχαμε αὐτή τήν γεύση ἐμπειρικά τοῦ τί εἶναι ὁ Χριστός. Θά
γνωρίζαμε τόν Χριστό. Ὁ Χριστός γνωρίζεται διά τοῦ Χριστοῦ. Δέν γνωρίζεται μέσα ἀπό τά
βιβλία, οὔτε μέσα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Γνωρίζεται διά τοῦ Χριστοῦ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μπεῖ στή
διαδικασία νά τηρήσει τίς ἐντολές, τότε ἔρχεται ὁ Χριστός καί τοῦ φανερώνεται, τοῦ
ἀποκαλύπτεται. Δέν βρίσκουμε τόν Χριστό, μᾶς βρίσκει ὁ Χριστός ὅταν ἔχουμε τίς προϋποθέσεις.
Ὑπάρχει αὐτή ἡ μέθοδος πού μᾶς τήν ἔχει πεῖ ὁ Θεός. Ὅταν κάποιος ὅμως ἔχει τόσο ἐγωισμό, πού
οὔτε κἄν θέλει ν’ ἀκούσει αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, πῶς θέλει νά δεῖ τόν Χριστό καί νά ἔχει τήν
ἐμπειρία τῆς ἀνάπαυσης τῆς καρδιᾶς;
Ὁπότε μάθετε ἀπό Μένα ὅτι εἶμαι πρᾶος καί ταπεινός, σημαίνει αὐτό «μπεῖτε στήν διαδικασία νά
Μέ γνωρίσετε ἤ μᾶλλον νά Μοῦ ἐπιτρέψετε νά σᾶς γνωριστῶ». Καί τοῦ τό ἐπιτρέπουμε ὅταν
κάνουμε αὐτό πού εἴπαμε προηγουμένως: νά πάρουμε πάνω μας τόν χρηστό ζυγό, τόν καλό ζυγό
τοῦ Χριστοῦ, τίς ἐντολές δηλαδή. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός μας δέν μᾶς ζητάει οὔτε νά γίνουμε μοναχοί,
οὔτε νά γίνουμε ἔγγαμοι, οὔτε νά μείνουμε στόν κόσμο ἄγαμοι καί ἀφιερωμένοι σ’ Αὐτόν. Λέει:
«Ἀπό αὐτά κάνε ὅ,τι θέλεις. Ἐγώ θέλω νά τηρήσεις τίς ἐντολές». Δέν εἶναι σκοπός τοῦ ἀνθρώπου ὁ
γάμος, ὅπως δυστυχῶς ἔχει ἐπικρατήσει καί κακῶς οἱ γονεῖς πιέζουν τά παιδιά νά παντρευτοῦν.
Μπορεῖ νά μήν ἔχουν τίς προϋποθέσεις καί νά καταλήξουν σέ διαζύγιο. Σήμερα ἔχουμε
περισσότερα διαζύγια παρά γάμους. Οὔτε ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γίνει μοναχός. Ὁ
σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνας: ἡ θέωση. Εἴτε εἶσαι στόν γάμο, εἴτε στόν μοναχισμό, εἴτε στόν
κόσμο ἄγαμος, σκοπός εἶναι ἡ θέωση καί γιά νά φτάσεις στή θέωση, πρέπει νά τηρήσεις τίς
ἐντολές. Αὐτό ζητάει ὁ Χριστός ἀπό μᾶς, νά φορτωθοῦμε τόν χρηστό ζυγό Του καί τότε θά ἔχουμε
τήν γνώση Του. Τότε ἐμπειρικά πλέον θά ἐπαληθεύσουμε αὐτό πού λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὄτι εἶναι
θετική ἐπιστήμη ἡ Θεολογία. Μπορεῖς δηλαδή αὐτά πού σοῦ λέει ὁ Χριστός νά τά ἐξετάσεις, νά τά
ἐρευνήσεις καί νά τά ἐπαληθεύσεις. Νά κάνεις πείραμα στόν ἴδιο τόν ἑαυτό σου.
Ἐρ.: Πάτερ, ἄν κατάλαβα καλά, οἱ Πατέρες μιᾶς Οἰκουμενικῆς Συνόδου πρέπει νά εἶναι θεωμένοι.
Πρέπει νά εἶναι ὅλοι θεωμένοι;
Ἀπ.: Ὄχι ὅλοι. Κάποιοι.
Ἔχουμε καί Συνόδους, πού δέν ἔχουν ὀνομαστεῖ Οἰκουμενικές, ἀλλά εἶναι Οἰκουμενικές, ὅπως ἡ
Η΄ Οἰκουμενική ἐπί Μεγάλου Φωτίου. Λένε κάποιοι ἐξυπνάκηδες ‘’γιατί οἱ παπικοί εἶναι αἱρετικοί,
ἀφοῦ δέν ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό κάποια Οἰκουμενική Σύνοδο’’. Κι ὅμως ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπό
τήν Η΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, αὐτή πού ἔγινε ἐπί Μεγάλου Φωτίου. Δέν ἔχει ὀνομαστεῖ
Οἰκουμενική, ἀλλά ἔχει ὅλες τίς προϋποθέσεις. Εἶχε μέσα θεούμενους καί ἦταν ἀπό ὅλες τίς
Ἐκκλησίες κ.λ.π. Αὐτή ἡ Σύνοδος καταδίκασε τό φιλιόκβε τῶν Παπικῶν καί μετεῖχε καί ὁ
Ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος Ρώμης, ὁ τότε Πάπας τῆς Ρώμης δηλαδή, πού ἦταν Ὀρθόδοξος. Ἐπίσης οἱ
Σύνοδοι πού ἔγιναν ἐπί τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί αὐτές εἶναι Οἰκουμενικές, πού
καταδικάστηκε ὁ ἀντι-ἡσυχασμός μέ τόν Βαρλαάμ καί ἐπεκράτησε ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία τοῦ
ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ περί ἀκτίστου Φωτός. Εἶναι καί αὐτές Οἰκουμενικές γιατί εἶχαν
τουλάχιστον ἕναν θεούμενο, τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.
Ἐρ.: Κάθαρση – φωτισμός – θέωση. Ἀκούγεται πολύ ὡραῖο, ἐνθουσιάζεται κανείς ὅταν τό ἀκούει
γιατί καταλαβαίνει ὅτι ἔτσι ἔχει τό πράγμα. Ἀπό τήν ἄλλη τά Γεροντικά δέν δίνουν θάρρος στόν
χριστιανό νά πεῖ ὅτι τώρα εἶμαι στήν κάθαρση, εἶμαι στήν φώτιση ἤ στή θέωση. Πράγματα πού
208
εἶναι πολύ μακρινά καί ἄπιαστα. Μᾶς συμφέρει νά ψάχνω νά βρῶ ποῦ βρίσκομαι;
Ἀπ.: Ὄχι. Ἄν θέλουμε νά ποῦμε ποῦ βρισκόμαστε, νά ποῦμε ὅτι εἴμαστε στήν τελευταία θέση γιά
νά εἴμαστε ἀσφαλεῖς. Βλέπετε καί ὁ ἕνας ἀπό τούς τρεῖς Ἀποστόλους πού εἶχαν φτάσει στήν θέωση
πρίν τήν Πεντηκοστή, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος, ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Ἔπεσε δηλαδή κατακόρυφα.
Πολύ χαμηλά. Ὅλοι εἴμαστε σέ κίνδυνο, ὅσο εἴμαστε σ’ αὐτή τή ζωή. Καί οἱ ἅγιοι ἄν προσέξετε,
ἐνῶ ἔχουν πολύ ὑψηλές ἐμπειρίες, ἐκφράζονται μέ ἕναν πάρα πολύ ταπεινό τρόπο γιά τόν ἑαυτό
τους. Καταεξευτελίζουν τόν ἑαυτό τους γιατί ξέρουν ὅτι ἔχουν μεγάλη ἀνάγκη ἀπό
ταπεινοφροσύνη καί ὅτι, ἄν λίγο ὑπερηφανευτοῦν, τό χάνουν αὐτό τό πολύ ὡραῖο πού ἐνεργεῖ τό
Ἅγιο Πνεῦμα μέσα τους. Ἑπομένως δέν χρειάζεται νά ψάχνουμε σέ ποιό στάδιο καί σέ ποιό
ὑποστάδιο βρισκόμαστε. Νά θεωροῦμε, λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅτι εἴμαστε οἱ τελευταῖοι, οἱ
χειρότεροι ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ὁ π. Παΐσιος πού εἶχε τέτοιες ἐμπειρίες θέωσεως καί ἔλεγε ὅτι ἐγώ εἶμαι χειρότερος ἀπό ὅλους, πιό
ἁμαρτωλός. Καί ὁ π. Πορφύριος καί ὅλοι οἱ ἄλλοι. Τό ζοῦσαν καί τό ἔλεγαν. Δέν ἦταν ἕνα σχῆμα
λόγου. Ἔλεγε, ἄς ποῦμε, ὁ π. Παΐσιος: «μέ αὐτά πού ξέρω ἐγώ, πού μοῦ ἔχει ἀποκαλύψει ὁ Θεός,
θά ἔπρεπε νά κάνω δέκα θαύματα τήν ἡμέρα καί κάνω μέ τό ζόρι ἕνα. Ὁ ἄλλος πού δέν εἶχε τίποτα
ἀπό γνώσεις πνευματικές, θά μποροῦσε νά κάνει δέκα φόνους τήν ἡμέρα καί συγκρατεῖται καί
κάνει ἕναν. Ἄρα εἶναι καλύτερος ἀπό μένα». Εἶναι ἄλλα τά κριτήρια τοῦ Θεοῦ καί ἄλλα τῶν
ἀνθρώπων. Καθώς καί τά ἀνθρώπινα δικαστήρια δέν λειτουργοῦν ὅπως τά δικαστήρια τοῦ Θεοῦ.
Γι’ αὐτό λέει ὁ Κύριος «σ’ αὐτούς πού ἔδωσα πολύ, θά ζητήσω καί πολύ», «ὁ γνούς καί μή
ποιήσας, δαρήσεται πολλάς» (Λουκ. 12,47). Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι δέν πρέπει νά μάθουμε..
Ὀφείλεις νά μάθεις τόν νόμο τοῦ Θεοῦ. Γιατί κι αὐτός πού δέν ἔμαθε, «ὁ μή γνούς, δαρήσεται
ὀλίγας» (Λουκ. 12,48), ἄρα γιά τήν κόλαση εἶναι κι αὐτός. Ὁπότε ὄχι νά μήν ξέρουμε. Νά ξέρουμε,
ἀλλά καί νά ἐφαρμόζουμε.
Ἐρ.: Πάτερ, ἤθελα νά ρωτήσω κατά πόσο εἶναι δυνατόν ἐμεῖς πού ζοῦμε στόν κόσμο καί
μολύνουμε τό βλέμμα μας, τήν σκέψη μας κτλ, πῶς μποροῦμε νά φτάσουμε σέ τέτοια ἐπίπεδα;
Σίγουρα ἀπό αὐτά πού ἔχουμε μάθει ἀπό σᾶς καί μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καί τήν προσευχή, τήν
νοερά προσευχή καταλαβαίνουμε ὅτι μᾶς φυλάει, ἀλλά μέχρι πού φύγαμε -τροπικά- ἀπό αὐτόν τόν
κόσμο καί περάσαμε στήν κάθαρση, μολύναμε τήν ψυχή μας. Γιά κάποιον πού ἔχει πάρα πολύ
μολύνει τήν ψυχή του, πῶς μπορεῖ νά τήν καθαρίσει ἀφοῦ ὑπάρχει μέσα του αὐτός ὁ μολυσμός;
Ἀπ.: Μόνοι μας δέν μποροῦμε. «Ραντιεῖς με ὑσσώπῳ καί καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με καί ὑπέρ
χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλμ. 50,9). Ποιός; Ὁ Θεός θά τό κάνει. Καταδέχεται ὁ Θεός νά μᾶς
πλύνει καί νά μᾶς καθαρίσει. Πότε ὅμως; Ὅταν Τοῦ τό ἐπιτρέψουμε καί Τοῦ τό ζητήσουμε. Ἐμεῖς
δέν μποροῦμε νά καθαριστοῦμε, οὔτε νά φωτιστοῦμε. Ἐμεῖς μποροῦμε μόνο νά προαιρούμεθα. Νά
ἔχουμε προαίρεση. Κατά τό μέτρο τῆς προαίρεσης, τῆς ἐπιθυμίας, τῆς βούλησης, νά θέλουμε νά
καθαριστοῦμε, ὁ Θεός θά μᾶς καθαρίσει. Ἑπομένως νά Τοῦ τό ζητᾶμε.
Εἴπαμε γιά τήν ἀδιάλειπτη προσευχή πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Πρίν τήν κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα,
θά πρέπει νά τήν κάνουμε ἐμεῖς, γιά νά φτάσουμε στό σημεῖο νά τήν κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα
μας. Ὅταν κανείς ἔχει τόν νοῦ του στόν Θεό, δέν μολύνεται. Ἄς τό δοῦμε λίγο στά ἀνθρώπινα:
ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἀγαπάει ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο, δέν εἶναι ἀπορροφημένος ἀπό τό πρόσωπο τοῦ
ἄλλου; Μπορεῖ νά περπατάει στό κέντρο τῆς Θεσσαλονίκης, νά γίνεται χαμός γύρω του, ἀλλά
αὐτός ἔχει τόν νοῦ του ἐκεῖ καί οὐσιαστικά βλέπει καί δέν βλέπει! Μπορεῖ νά πηγαίνει τόν δρόμο
του χωρίς νά χάνεται, ἀλλά ὁ προσανατολισμός του εἶναι στό πρόσωπο πού ἀγαπᾶ. Ἄν αὐτό τό
πρόσωπο εἶναι ὁ Χριστός, μετά δέν θά μολυνόμαστε ἀπό τά ἄλλα, οὔτε θά ἀκοῦμε τούς θορύβους,
τίς φωνές, δέν θά βλέπουμε τίς ἀκαθαρσίες στόν δρόμο, δέν θά δίνουμε σημασία σέ τίποτε. Θά τά
προσπερνᾶμε ὅλα καί δέν θά μολυνόμαστε. Ἔτσι γίνεται ἡ κάθαρση, μέ τήν προσπάθεια νά ἔχουμε
τόν νοῦ μας συνεχῶς στόν Θεό. Δέν μπαίνουν καινούριοι ρύποι μέσα μας καί οἱ παλιοί φεύγουν
πάλι μέ τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ, γιατί, ὅσο κανείς προσεύχεται, δέχεται μέσα του τό Φῶς τοῦ Θεοῦ.
Ἐπειδή εἶναι προσανατολισμένο τό κάτοπτρο τοῦ νοῦ του πρός τόν Χριστό, δέχεται τό Φῶς τοῦ
Χριστοῦ καί βαθμιαῖα τόν καθαρίζει αὐτό τό Φῶς. Κατ’ ἀρχήν βλέπει τίς μουτζοῦρες πού ὑπάρχουν
209
στό κάτοπτρο καί τίς ἀποβάλλει καί σιγά-σιγά καθαρίζεται. Τά μισεῖ ὅλα αὐτά. Καί ὅσο
καθαρίζεται, τόσο φωτίζεται. Ἑπομένως ὅλη ἡ προσπάθειά μας ἔγκειται στό νά προσανατολίσουμε
τό κάτοπτρό μας στόν Χριστό μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Πολύ βασικό στοιχεῖο γιά νά γίνει ἡ
κάθαρση.
Φυσικά θά κάνουμε καί ὑπακοή στόν Πνευματικό. Εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ὕπαρξη Πνευματικοῦ
ὁδηγοῦ γιά τήν κάθαρση, δέν μποροῦμε μόνοι μας. Χρειαζόμαστε κάποιον πού ἔχει κάνει αὐτή τήν
διαδικασία νά μᾶς ὁδηγήσει καί νά μᾶς βοηθήσει. Γιατί οἱ δυσκολίες εἶναι οἱ ἴδιες. Ρωτᾶνε μερικοί
«Πάτερ, ἄραγε μόνο ἐγώ εἶμαι ἔτσι;». Ὄχι, ὅλοι εἴμαστε. Ὅλοι εἴμαστε ἄρρωστοι καί ὑπάρχει τό
μεγάλο νοσοκομεῖο πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, τό ὁποῖο μᾶς καθαρίζει καί ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη αὐτῆς
τῆς κάθαρσης. Κορυφαῖο, κομβικό ἐργαλεῖο τῆς κάθαρσης εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἡ συνεχής
ὅρασις τοῦ Θεοῦ κυρίως μέ τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με», ἀλλά καί μέ κάποια ἄλλη
προσευχή. Ὁ ἅγιος Ἰωαννίκιος ἔλεγε: «Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου το
Πνεῦμα τό Ἅγιον, Τριάς Ἅγία δόξα Σοι». Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἔλεγε «φώτισόν μου τό
σκότος». Στήν πρώτη Ἐκκλησία εἶχαν τό Ψαλτήρι, λέγανε ψαλμούς. Πές τό Πάτερ ἡμῶν, πές τό
Βασιλεῦ Οὐράνιε, ὁ νοῦς σου νά εἶναι στόν Χριστό. Αὐτό εἶναι τό πιό βασικό. Γιατί ὁ νοῦς πολύ
εὔκολα μολύνεται. Λίγο νά ξεφύγεις, ἔρχεται ὁ διάβολος καί σοῦ ρίχνει τά δικά του. Στή συνέχεια
θά κάνεις καί τήν νηστεία καί ὅ,τι ἄλλο σοῦ πεῖ ὁ Πνευματικός – ὄχι μόνος σου. Κάποιοι βλέπουν
τί ἔκανε ὁ τάδε Ἅγιος καί λένε θά τό κάνω καί ἐγώ. Ὄχι, πρέπει νά ρωτήσεις, νά πάρεις εὐλογία, νά
εἶσαι μέσα στήν ὑπακοή καί τήν ταπείνωση. Ὁπότε διά τῆς ἄσκησης καί τῆς ὑπακοῆς, τῶν
Μυστηρίων καί τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, προχωράει ὁ ἄνθρωπος, καθαρίζεται καί φωτίζεται.
Τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι μετά μπορεῖ νά δείξει τόν δρόμο καί σέ ἄλλους. Δέν ἔχει σημασία πού εἶναι
κανείς λαϊκός. Ἐφόσον περάσει ἀπό τήν κάθαρση καί φτάσει στόν φωτισμό, θά μπορεῖ νά δείξει
τόν δρόμο καί στούς ἄλλους.
Ἐρ.: Πολλοί ἅγιοι Πατέρες ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος ἐξομολογοῦνταν κάθε μέρα. Ἐμεῖς γιατί νά μήν
ἔχουμε αὐτή τήν δυνατότητα νά ἐρχόμαστε κάθε μέρα νά ἐξομολογούμαστε; Γιατί μέ τήν
ἐξομολόγηση, παίρνουμε ἐφόδια γιά νά πολεμήσουμε τά πάθη καί τούς λογισμούς.
Ἀπ.: Ἄς ὑπάρχει αὐτή ἡ διάθεση καί θά τό κανονίσουμε! Ὑπάρχει τρόπος, νά κάνεις ταμεῖο
καθημερινά, ὅπως κάνει ὁ ἔμπορος, καί νά τά γράφεις σ’ ἕνα χαρτάκι καί ὅταν βρεῖς τόν
Πνευματικό νά τοῦ τά πεῖς. Θά δεῖς ὅτι πολλά ἐπαναλαμβάνονται καί ὅταν τά πεῖς μιά φορά, μετά
θά ξέρεις τί νά κάνεις. Ὁπότε ἀποκτᾶς καί ἐσύ μιά ἐμπειρία καί κατά κάποιον τρόπο γίνεσαι καί
ἐσύ λίγο Πνευματικός τοῦ ἑαυτοῦ σου, μέ βάση αὐτά πού σοῦ ἔχει διδάξει ὁ Πνευματικός σου. Γιά
παράδειγμα, σοῦ ἔρχονται βλάσφημοι λογισμοί. Μερικοί ἄνθρωποι τρελαίνονται,
τρομοκρατοῦνται. Τό λές στόν Πνευματικό σου, σοῦ λέει αὐτό εἶναι τοῦ διαβόλου δέν εἶναι δικό
σου, πέτα το. Τελείωσε. Ὅταν σοῦ ξανάρθει, δέν χρειάζεται νά τό ξαναπεῖς, γιατί ξέρεις ὅτι αὐτό
δέν εἶναι ἁμαρτία δική σου, εἶναι τοῦ διαβόλου. Ὁπότε δέν χρειάζεται νά ἐρχόμαστε μέ ‘σεντόνια’,
μέ γεμάτες σελίδες. Θά δεῖς ὅτι σιγά-σιγά προχωρᾶς καί δέν χρειάζονται πολλά. Καί μέ λίγα
πράγματα δίνεις στόν Πνευματικό νά καταλάβει καί νά σχηματίσει εἰκόνα γιά τήν ψυχή σου.
Γιατί ὑπάρχει καί ὁ κίνδυνος δυστυχῶς νά βλέπουμε τόν Πνευματικό σάν ψυχολόγο ἤ σάν
ψυχίατρο καί νά πηγαίνουμε ὄχι γιά νά ἐξομολογηθοῦμε, ἀλλά γιά νά ἔχουμε μία ψυχολογική
ἀνθρώπινη ὑποστήριξη, τό ὁποῖο εἶναι λάθος. Ἔλεγε κάποιος ‘’ἐγώ θέλω τόν Πνευματικό φίλο
μου’’. Δέν γίνεται αὐτό γιατί καί ὁ Πνευματικός ἄνθρωπος εἶναι, ὅπως κι ἐσεῖς, καί μπορεῖ νά ἔχει
καί χίλιους καί δυό χιλιάδες ἀνθρώπους. Ἄν ἐσύ θέλεις τόν ‘φίλο σου’ νά τόν βλέπεις κάθε μέρα
γιά καμιά ὥρα καί οἱ ὑπόλοιποι χίλιοι τό ἴδιο, καταλαβαίνετε ἀνθρωπίνως δέν ὑπάρχει τέτοια
δυνατότητα. Ἄλλωστε δέν εἶναι ὁ σκοπός νά ἔχουμε μιά ἀνθρώπινη ὑποστήριξη, ἀλλά νά
ὑπερβοῦμε τό ἀνθρώπινο καί νά πᾶμε στό θεανθρώπινο. Νά ζοῦμε θεανθρώπινα, ὄχι ἀνθρώπινα. Τό
ἀνθρώπινο δέν σώζει. Ἔχει δηλαδή στεναχωρηθεῖ κάποιος μέ τόν/τήν σύζυγο καί θά τρέξει στόν
Πνευματικό γιά παρηγοριά. Δέν βοηθάει αὐτό. Ἄν μάθει νά ἔχει τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, νά ἔχει
τήν χαρά στήν ἀτιμία πού θά τῆς κάνουν, στήν ἀδικία, τότε δέν θά ἔχει ἀνάγκη ἀπό ἀνθρώπινη
210
ὑποστήριξη γιατί κάποιος τόν/τήν ἀδίκησε. Μᾶλλον θά χαίρεται κιόλας. Ἄν ὅμως θέλουμε νά
μείνουμε στό ἀνθρώπινο ἐπίπεδο, τότε φυσικά μένουμε ἀθεράπευτοι καί δέν γίνεται τίποτα. Καί
τόν Πνευματικό τόν κουράζουμε καί φυτοζωοῦμε καί δέν ζοῦμε πνευματικά.
(Συνεχίζεται)
Ακούστε όλες τις ομιλίες της σειράς (απο το βιβλίο - Πατερική Θεολογία
π.Ιωάννου Ρωμανίδου) εδώ:
https://www.youtube.com/playlist?list=PL1IyRFUYI0Q3XeTDyhAwSBJBiXwD8ISBv
211
Ἡ ἐκκοσμίκευση τῶν χριστιανῶν
Μᾶς λέει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι «ὁ κόσμος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α΄Ἰω. 5,17) καί «ὅστις βουληθεῖ
εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται» (Ἰακ. 4,4). Τί σημαίνει «ὁ κόσμος ἐν τῷ
πονηρῷ κεῖται»; Σημαίνει ὅτι ἡ βάση τοῦ κόσμου, τοῦ κοσμικοῦ φρονήματος, εἶναι ὁ πονηρός, ὁ
διάβολος.
Τά ἰδανικά τοῦ κόσμου, οἱ στόχοι καί οἱ ἐπιδιώξεις δηλαδή τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου εἶναι τρεῖς:
– Πρῶτον ἡ ὕλη,δηλαδή τά ὑλικά ἀγαθά, τά χρήματα καί γενικά οἱ ὑλικές ἀξίες.
– Δεύτερον οἱ σωματικές ἡδονές, δηλαδή ἡ ἀπόλαυση τοῦ σώματος καί τῶν αἰσθήσεων, ἡ
ξεκούραση τοῦ σώματος, ἡ ζωή χωρίς κόπο καί ἡ ἀναζήτηση τῆς εὐδαιμονίας καί τῆς καλῆς ζωῆς.
– Τρίτον ἡ δόξα πού ἔρχεται ἀπό τούς ἀνθρώπους, τό νά ἔχουμε ἕνα καλό ὄνομα στήν κοινωνία, νά
ἔχουμε τήν ἀγάπη, τήν ἐκτίμηση, τήν ἀναγνώριση, τόν ἔπαινο, τά ‘μπράβο’ ἀπό τούς ἄλλους
ἀνθρώπους, τό νά μή μᾶς κατηγοροῦν, νά μή μᾶς ἀδικοῦν καί γενικῶς νά μή μᾶς δυσκολεύουν.
Αὐτά εἶναι τά τρία συστατικά τοῦ κοσμικοῦ πνεύματος καί φρονήματος. Ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει αὐτά
τά συστατικά καί δέν τά ἀποδοκιμάζει, δέν τά καταπολεμάει, δέν μπορεῖ νά εἶναι Χριστιανός. Οἱ
τρεῖς αὐτές ἄρρωστες ἀγάπες ὑπάρχουν σέ κάθε ἄνθρωπο πού γεννιέται στή γῆ. Ὁ Χριστός μας γι’
αὐτό ἦρθε στή γῆ, γιά νά λύσει τά ἔργα τοῦ διαβόλου. Γιατί πίσω ἀπό αὐτές τίς ἄρρωστες ἀγάπες
κρύβεται ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ἔχει χτίσει μέσα στόν ἄνθρωπο ἕνα τέτοιο ἐργαστήριο, πού κάνει τόν
ἄνθρωπο νά ἐργάζεται αὐτά τά πάθη τῆς φιλαργυρίας, τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλοδοξίας.
Ἄν λοιπόν ἡ Ἐκκλησία δέν κάνει αὐτό τό ἔργο, δέν προσπαθήσει νά θεραπεύσει τόν ἄνθρωπο, τότε
καί ἡ Ἐκκλησία δέν λειτουργεῖ σωστά. Ἄν ὁ Πνευματικός μας, γιά παράδειγμα, δέ μᾶς βοηθάει νά
ξεπεράσουμε αὐτές τίς τρεῖς ἄρρωστες ἀγάπες καί νά καθαριστοῦμε καί ἀπό τά ὑπόλοιπα πάθη πού
πηγάζουν ἀπό αὐτές, δέν λειτουργεῖ κι αὐτός σωστά, εἶναι καί αὐτός ὑποταγμένος στό κοσμικό
φρόνημα. Τότε μιλᾶμε γιά μία ἐκκοσμίκευση τοῦ Χριστιανοῦ, τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Πνευματικοῦ
ἀντίστοιχα, ὅταν δηλαδή ἡ Ἐκκλησία, ὁ Πνευματικός καί ὁ κάθε Χριστιανός, δέν ἀγωνίζονται νά
θεραπεύσουν τά πάθη καί δέν προχωρᾶνε καταρχήν στήν κάθαρση καί ἀπό ἐκεῖ στό δεύτερο στάδιο
τῆς πνευματικῆς ζωῆς, πού λέγεται φωτισμός. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν μισήσει τόν κόσμο, δέν μπορεῖ
νά εἶναι Χριστιανός.
Πρέπει ὁ κάθε ἄνθρωπος νά προβληματίζεται πάντοτε καί νά σκέφτεται ἐάν εἶναι ἀπελευθερωμένος
ἀπό αὐτά τά πάθη, ἀπό αὐτήν τήν ἀγάπη πρός τόν κόσμο, τήν καλοπέραση, τήν προσκόλληση στήν
ὕλη καί στά κοσμικά πράγματα.
Ἄν λοιπόν ψάχνοντας τόν ἑαυτό μας, διαπιστώσουμε ὅτι μᾶς ἐνδιαφέρουν ὅλα αὐτά καί ἡ γνώμη
τοῦ κόσμου, τότε πρέπει νά ἀναρωτηθοῦμε ἄν εἴμαστε Χριστιανοί ἤ ὄχι. Ὁ Κύριος, ὅπως εἴπαμε,
λέει πώς ὅποιος θέλει νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, δέν μπορεῖ νά εἶναι φίλος τοῦ Θεοῦ. Αὐτά τά δύο
εἶναι ἀντίθετα πράγματα. Ἤ θά εἶσαι φίλος τοῦ κόσμου ἤ θά εἶσαι φίλος τοῦ Θεοῦ, γιατί ὁ Θεός
δέν θέλει νά ἀγαπᾶμε κάτι ἄλλο, ἐκτός ἀπό Αὐτόν. Ὁ Θεός εἶναι ἀπόλυτος.
Μερικές φορές μοῦ λένε ὅτι εἶμαι ἀπόλυτος καί νά σᾶς πῶ χαίρομαι. Μακάρι νά εἶμαι ἀπόλυτος,
γιατί ἀπόλυτος εἶναι ὁ Χριστός, πού λέει, πώς πρέπει νά Τόν ἀγαπήσουμε, ἐξ’ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ’
ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ’ ὅλης τῆς διανοίας (Μάρκ. 12,30). Ἄρα θέλει νά δώσουμε ὅλη τήν ψυχή,
καρδιά καί διάνοιά μας σέ Αὐτόν καί ὄχι νά δώσουμε ἕνα ποσοστό καί κάπου ἀλλοῦ. Αὐτό ἀκριβῶς
τό λέει ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα. Μά θά ἀναρωτηθοῦν κάποιοι: ‘Ὁ Χριστός δέν λέει νά
ἀγαπᾶμε σύζυγο, παιδιά, συγγενεῖς καί ὅλους τούς συνανθρώπους μας’; Φυσικά καί τό λέει. Ὅμως
τό λέει αὐτό ὡς κατοπινή ἐντολή. Ἡ πρώτη ἐντολή Του εἶναι νά ἀγαπήσουμε τόν Ἴδιο καί ὅταν τό
κάνουμε αὐτό, τότε ἐξ’ αἰτίας αὐτοῦ, θά ἀγαπήσουμε σωστά καί τούς ἄλλους. Κἀποιος δηλαδή πού
βάζει μπροστά κάποια ἄλλη ἀγάπη καί ὄχι αὐτήν γιά τόν Θεό, δέν θεωρεῖται Χριστιανός.
212
Ὅταν λοιπόν κάτι μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν Χριστό, δέν πρέπει νά τό ἀγαπᾶμε. Αὐτό τό εἶπε ὁ
Χριστός ξεκάθαρα: «ἄν σέ σκανδαλίζει τό μάτι σου, βγάλτο, ἄν σέ σκανδαλίζει τό χέρι κόψτο»
(Ματθ. 5,29). Ἄν λοιπόν κάτι μᾶς βάζει ἐμπόδιο στήν πνευματική μας ζωή καί μᾶς χωρίζει ἀπό τόν
Χριστό, θά πρέπει νά τό ἀπομακρύνουμε, προκειμένου νά μήν χωριστοῦμε ἀπό τόν Χριστό, ἀκόμα
καί ἄν μᾶς κοστίσει πολύ. Ἔχουμε παραδείγματα ἀπό τούς Ἁγίους πού κλείσανε τήν πόρτα στά
ἐμπόδια. Γιά παράδειγμα, ὅταν ὁ σύζυγος ἀλλαξοπίστησε, ἡ σύζυγος δέν σκέφτηκε ὅτι εἶναι ἄντρας
της καί τόν ἀγαπάει, ἀλλά τοῦ ἔκλεισε τήν πόρτα. Εἶναι μερικοί πού λένε ὅτι δέν εἶναι σωστό νά
φτάνουμε σέ σημεῖο νά διαλύουμε τήν οἰκογένειά μας. Κι ὅμως, αὐτό λέει ὁ Χριστός, ὅτι ἄν σέ
χωρίζει ἀπό τόν Χριστό κάποιο μέλος ἀπό τήν οἰκογένεια, τότε νά πεῖς «ὄχι» σ’ αὐτό καί «ναί»
στόν Χριστό. Ἀπό ἐκεῖ καί μετά ἄς γίνει ὅ,τι θέλει ὁ Θεός.
Ὑπάρχει ὁ κίνδυνος πού λέγεται «ἐκκοσμίκευση», τό ὁποῖο καί πρέπει νά ἐξετάσουμε ὄχι ὅσον
ἀφορᾶ τούς ἄλλους, ἀλλά ἐμᾶς. Πάντα ἔχουμε μία τάση νά βλέπουμε τά λάθη τῶν ἄλλων καί ποτέ
τά δικά μας καί νά κατηγοροῦμε μόνο τούς ἄλλους. Γιά παράδειγμα, ‘Φταίει ἡ Ἐκκλησία καί οἱ
παπάδες πού ἐπιτρέπουν στίς γυναῖκες νά ἔρχονται ἀκατάλληλα ντυμένες στόν ναό’. Πρέπει σέ
κάθε θέμα νά ἀρχίζουμε τήν κριτική ἀπό ἐμᾶς καί νά ποῦμε ἐγώ φταίω, γιατί ὅπως λέει ὁ
Ντοστογιέφσκι «ὅλοι φταῖμε γιά ὅλα». Ἐγώ εἶμαι σωστή (σωστός) στό θέμα αὐτό;
Ἄν παντρεύεται τό παιδί σου, πρέπει ὁπωσδήποτε νά βαφτεῖ καί νά φορέσει σκουλαρίκια; Θά πεῖς
ἔτσι εἶναι καθιερωμένο. Καί ἐπειδή εἶναι καθιερωμένο, δέν εἶναι ἐκκοσμίκευση; Δέν ὑπάρχει
κανόνας τῆς Ἐκκλησίας πού λέει ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέν πρέπει νά ἀλλοιώνουν τό πρόσωπό τους; Δέν
ὑπάρχουν τόσες ρίζες ἀπό ἁγίους ἀνθρώπους πού λένε ὅτι δέν εἶναι σωστό αὐτό; Γιατί νά
ὑποτασσόμαστε στό πνεῦμα τοῦ κόσμου καί ὄχι στό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ;
Ἔχουν καθιερωθεῖ ἀπό τόν κόσμο πολλά πράγματα, τά ὁποῖα εἶναι ἀντίθετα μέ τό πνεῦμα τοῦ
Χριστοῦ. Θά πεῖς «τώρα τί νά κάνουμε, ἀφοῦ ἔχει καθιερωθεῖ»; Ποιός τό καθιέρωσε; Ὁ Χριστός;
Ὄχι. Τό καθιέρωσε ὁ κόσμος καί ἡ κοινωνία πού ἡ βάση της εἶναι στόν πονηρό. Ὅταν κι ἐμεῖς
συμπλέουμε μέ αὐτό καί ὑποτασσόμαστε σ’ αὐτό, τότε γινόμαστε κι ἐμεῖς ὑποχείρια τοῦ πονηροῦ.
Θά πεῖς: «Ἄν τό κάνουμε μία φορά, δέν πειράζει». Βέβαια καί πειράζει. Καί μία παρακοή καί μία
παράβαση τοῦ νόμου, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος ὁ άδελφόθεος, εἶναι σάν νά παραβαίνεις ὅλον τόν
νόμο. Γιατί ὁ Νόμος, οἱ Ἐντολές τοῦ Θεοῦ εἶναι σάν μία ἀλυσίδα, ἀπό τήν ὁποία ἄν ἀνοίξεις, ἔστω
καί ἕναν κρίκο, μετά δέν λειτουργεῖ, δέν σέ πάει στόν Θεό. Ἔτσι λοιπόν τό θέμα αὐτό τῆς
ἐκκοσμίκευσης εἶναι πάρα πολύ σημαντικό.
– Τί σημαίνει ἐκκοσμίκευση τοῦ Χριστιανοῦ ἤ τῆς Ἐκκλησίας;
Σημαίνει ὅτι ἔχουμε ὡς κριτήριο ὅλων, αὐτό πού ἐπικρατεῖ καί πιστεύει ὁ κόσμος καί ὄχι αὐτό πού
λέει ὁ Θεός. Δέν ἔχουμε ὡς κριτήριο μέ τό ὁποῖο κρίνουμε τά πράγματα τόν Θεό καί τήν πίστη μας,
ἀλλά ἔχουμε τό τί θά πεῖ ὁ κόσμος καί τί ἐπικρατεῖ στόν κόσμο σήμερα.
– Πρίν ἀπό 70-80 χρόνια ξέρετε πῶς ντύνονταν οἱ γυναῖκες;
Ὅπως ντύνονται σήμερα οἱ δόκιμες μοναχές. Καί πῶς ντύνονταν οἱ ‘κοινές’ γυναῖκες; Ὅπως
ντύνονται σήμερα οἱ γυναῖκες. Θά πεῖτε πῶς φθάσαμε σέ αὐτό τό σημεῖο; Ἐπειδή σιγά-σιγά
ἐκκοσμικευτήκαμε καί χάσαμε αὐτό πού λέει ὁ Θεός.
– Πρίν ἀπό 70-80 χρόνια ὑπῆρχαν προγαμιαῖες σχέσεις;
Ἐλαχιστότατες. Καί ὅποιος τό ἔκανε αὐτό, ἤτανε δακτυλοδεικτούμενος καί ἀπορριπτέος. Ὑπήρχαν
μοιχεῖες; Ἐλαχιστότατες καί ὅποιον τό ἔκανε αὐτό, ἡ κοινωνία τόν ἀποδοκίμαζε. Σήμερα τείνει νά
γίνει κανόνας, γιά νά μήν πῶ καί κατόρθωμα ἤ φυσιολογικό. Πιστεύουν οἱ ἄνθρωποι σήμερα
δηλαδή ὅτι ἔτσι ζοῦν τά νέα παιδιά καί ὅταν ἀποφασίσουν νά νομιμοποιήσουν αὐτήν τήν
«σύζευξη», τότε θά κάνουν καί τόν γάμο, μέ τόν ὁποῖο θά ἐπιβεβαιώνεται νομικά, αὐτή ἡ σύζευξη.
Καί ὅπως ἐξελίσσονται τά πράγματα οὔτε τήν τελετή θά κάνουν, ἀφοῦ ἔχει γίνει μόδα τό σύμφωνο
συμβίωσης καί τό αὐτόματο, συναινετικό διαζύγιο. Εἶναι σάν νά πηγαίνουμε στόν
213
συμβολαιογράφο. Ἔχει χάσει δηλαδή ὁ γάμος τήν ἱερότητά του. Ἔχουμε χάσει τήν ἔννοια τοῦ
γάμου, γιατί ἀκριβῶς λειτουργοῦμε μέ κοσμικό πνεῦμα. Δέν ψάχνουμε νά βροῦμε τί λέει ὁ Χριστός
γιά τόν γάμο.
– Τί εἶναι ὁ γάμος;
Εἶναι ἁπλῶς μία συμβίωση, ἤ εἶναι «Μυστήριο μέγα, ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν
ἐκκλησίαν» (Ἐφεσ. 5,32); Ὅπως ἡ ἕνωση τοῦ Χριστοῦ μέ τήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἕνωση τοῦ ἄνδρα
μέ τήν γυναῖκα. Αὐτό εἶναι ὁ γάμος. Εἶναι ἀδιάλειπτος καί ἕνας. Δέν ὑπάρχει δεύτερος γάμος. Ἄν
διαβάσετε τίς εὐχές, πού διαβάζονται στόν δεύτερο γάμο, θά καταλάβετε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τόν
θεωρεῖ πορνεία καί παίρνουν ἐπιτίμιο ἀκοινωνησίας ὅσοι κάνουν δεύτερο γάμο. Ἡ Ἐκκλησία
ἐπιτρέπει τόν δεύτερο γάμο, κατ’ ἀνοχή, ὥστε νά μή ζοῦνε οἱ ἄνθρωποι τελείως στήν παρανομία.
Πόσο ὅμως εἴμαστε σέ αὐτό τό πνεῦμα; Ἔχουμε χάσει αὐτό τό πνεῦμα καί τό θεωροῦμε
φυσιολογικό νά κάνουμε καί δύο καί τρεῖς γάμους.
Ἑπομένως μιλᾶμε γιά ἕνα πολύ μεγάλο πρόβλημα, τό πρόβλημα τῆς ἐκκοσμίκευσης, πού ἀλλοιώνει
ὅλη τή ζωή τοῦ Χριστιανοῦ καί οὐσιαστικά τόν βγάζει ἀπό τήν Ἐκκλησία. Τῆς ζωῆς δηλαδή τοῦ
«Χριστιανοῦ» μέ τρόπο κοσμικό, ὄχι μέ σκοπό νά ἀρέσει στόν Χριστό, ἀλλά στόν κόσμο. Τό
κριτήριο σέ καθετί πού κάνουμε δέν εἶναι τί λέει ὁ Χριστός καί ἡ πίστη, ἀλλά τί λέει ὁ κόσμος. Τί
λέει ἡ γειτονιά, οἱ γονεῖς μας, οἱ φίλοι, τί ἐπικρατεῖ σήμερα στόν κόσμο, τί λένε οἱ πολλοί. Ὑπάρχει
καί αὐτό τό ἐπιχείρημα σήμερα κάποιων ποῦ λένε: «Πάτερ, ἄν κάνω αὐτά πού μοῦ λές, θά
ἀπομονωθῶ». Καλύτερα εἶναι ὅμως νά ἀπομονωθοῦμε, παρά νά κάνουμε καί ἐμεῖς τήν ἁμαρτία
πού κάνουν οἱ ἄλλοι. Ἐπειδή ὅλοι εἶχαν γίνει Σόδομα καί Γόμορρα, θά ἔπρεπε καί ὁ Λώτ νά
ὑποταχθεῖ στίς ὀρέξεις τους; Θυμᾶστε τό περιστατικό μέ τούς Ἀγγέλους. Ὄχι. Ἄν χρειάζεται, θά
μείνουμε μόνοι.
Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ καί αὐτό μᾶς φέρνει σέ σύγκρουση μέ τόν κόσμο. Ὁ Χριστός
μᾶς τό λέει ξεκάθαρα «Δέν ἦρθα νά βάλω εἰρήνη. Ἦρθα νά βάλω μάχαιρα. Νά χωρίσω νύφη ἀπό
πεθερά καί γιό ἀπό πατέρα» (Ματθ. 10,34-35). Γιατί τό λέει ὁ Χριστός μας αὐτό; Γιατί ἀκριβῶς δέν
θέλουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά ὑποταχθοῦν στόν Χριστό. Ἡ πλειοψηφία δέν θέλει. Αὐτοί λοιπόν οἱ
λίγοι, πού θέλουν νά ὑποταχθοῦν στόν Χριστό, θά ἀναγκαστοῦν νά συγκρουστοῦν μέ τούς πολλούς
πού δέν θέλουν. Ὁ Χριστός δέν ἀναγκάζει κανέναν νά Τόν ἀκολουθήσει.
Μᾶς λέει ὅμως, ὄτι «ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, πρέπει νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του καί νά
σηκώσει τόν Σταυρό του» (Μαρκ. 8,34). Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἄν θέλουμε νά εἴμαστε τοῦ Χριστοῦ,
μᾶς περιμένει Σταυρός. Μᾶς περιμένει σύγκρουση μέ τίς δαιμονικές δυνάμεις καί μέ ὅσους
ἀνθρώπους εἶναι ὑποταγμένοι σέ αὐτές, τούς κοσμικούς ἀνθρώπους δηλαδή. Ἀναγκαστικά, ἄν
κάποιος εἶναι ὄντως Χριστιανός, θά ἔρθει σέ σύγκρουση μέ τούς ἀνθρώπους πού δέν θέλουν νά
εἶναι Χριστιανοί, ἤ θέλουν νά εἶναι ἐκκοσμικευμένοι Χριστιανοί. «Πρέπει νά ἀκολουθοῦμε τήν
μέση ὁδό. Πᾶν μέτρον ἄριστον», λένε χρησιμοποιώντας καί τά ρητά τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Λένε
ἐπίσης, «Γιατί νά εἶσαι τόσο ἀπόλυτος καί τόσο φανατικός; Βάλε λίγο νερό στό κρασί σου». Ὁ
Χριστός μας ὅμως εἶναι ἀπόλυτως καί μᾶς λέει νά ἀρνηθοῦμε τόν παλαιό ἑαυτό μας, τά πάντα πού
συνιστοῦσαν τόν παλαιό ἄνθρωπο. Νά ἀρνηθοῦμε δηλαδή ὅ,τιδήποτε μᾶς συνδέει μέ τά πάθη καί
τήν ἁμαρτία.
Αὐτή ἡ ἐκκοσμίκευση ξεκίνησε ἀπό τήν αἱρετική Δύση. Ἐκεῖ ὁ Χριστιανός ὑποτάχθηκε στόν
κόσμο, ἐκκοσμικεύτηκε καί ἔγινε μία κοινωνική ὀργάνωση καί ἕνα ἠθικιστικό σύστημα, ἕνα
σύστημα ἠθικῶν κανόνων, πού δείχνουν πῶς πρέπει νά ζεῖ κανείς, τηρώντας αὐτούς τούς κανόνες,
ὥστε νά γίνει Χριστιανός.
– Αὐτό εἶναι Χριστιανισμός;
Νά πάρεις ἑκατό κανόνες καί να προσπαθεῖς νά τούς τηρήσεις; Νά μήν κλέβεις, νά μήν
τσακώνεσαι, νά μή θυμώνεις, νά εἶσαι καλός μαθητής κ.λ.π.; Ὄχι δέν εἶναι αὐτός ὁ Χριστιανισμός.
Αὐτό εἶναι ἕνα σύστημα ἠθικῆς. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι κοινωνία θεώσεως. Εἶναι μία κοινωνία
214
στήν ὁποία μπαίνει ὁ ἄνθρωπος καί πορεύεται στή θέωση, στήν ἕνωση μέ τόν Θεό, ἀφοῦ
καθαριστεῖ ἀπό ὅλα τά πάθη καί τίς ἀρρώστιες καί ἀφοῦ φωτιστεῖ ἀπό τόν Θεό.
Τόσο ἡ κάθαρση, ὅσο καί ὁ φωτισμός γίνεται διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέν γίνεται ὅμως σέ
ὅλους, οὔτε γίνεται μαγικά σέ ὅλους αὐτούς πού βαπτίζονται. Ὅλοι ὅσοι βαπτίζονται εἶναι καθαροί
ἀπό τά πάθη; Κάθε ἄλλο.
Ὑπάρχουν βαπτισμένοι Χριστιανοί πού κάνουν ἐκτρώσεις γιατί σκέφτονται τήν κατακραυγή καί τά
σχόλια τοῦ κόσμου. Κάθε χρόνο γίνονται 500.000 ἐκτρώσεις καί μάλιστα οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς ἔχοντας
τό κοσμικό φρόνημα, πιέζουν τό ἀνήλικο κορίτσι τους νά κάνει αὐτό τό ἔγκλημα. Μά ἤδη ἔκανε
ἕνα σοβαρό λάθος, θά κάνει καί δεύτερο; Αὐτά εἶναι τραγικά πράγματα καί συμβαίνουν γιατί δέν
εἴμαστε ὑποταγμένοι στό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά στό κοσμικό πνεῦμα. Τί θά ἔλεγε τό Πνεῦμα
τοῦ Χριστοῦ; Θά παρακινοῦσε τό παιδί νά μετανοήσει γιά τήν πράξη του, νά ἐξομολογηθεῖ καί ὁ
Θεός θά τήν συγχωροῦσε πού ἔμεινε ἔγκυος ἐκτός γάμου. Θά ἐπέμενε νά κρατήσει τό παιδί ἀκόμα
κι ἄν εἶναι καρπός ἄνομης σχέσης.
Ξεκίνησε λοιπόν αὐτή ἡ ἐκκοσμίκευση ἀπό τήν Δύση, ἀπό τήν αἵρεση καί ὁ Χριστιανισμός ἔγινε
ἕνα κοινωνικό καί ἠθικιστικό σύστημα, καί τελικά ἕνα κράτος. Τό Βατικανό εἶναι ἕνα κράτος καί ὁ
Πάπας εἶναι ἀρχηγός κράτους. Ἐκκοσμικεύτηκε ὁ Χριστιανισμός καί ἡ «Ἐκκλησία» τῆς Δύσης.
Τώρα πιά δεν εἶναι Ἐκκλησία. Τό Βατικανό εἶναι μία θρησκευτική ὀργάνωση.
Ἡ ἐκκοσμίκευση μπῆκε καί στόν δικό μας χῶρο, στήν Ἐκκλησία. Θά μπορούσαμε νά ἐντοπίσουμε
τήν ἐκκοσμίκευση στήν Ἐκκλησία σέ τρεῖς χώρους.
Ἡ Έκκλησία, ὅπως εἴπαμε, εἶναι σῶμα Χριστοῦ καί κοινωνία θεώσεως. Αὐτό σημαίνει ὄτι ἔχει
σκοπό νά θεραπεύσει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ὁδηγήσει στήν θέωση. Γι’ αὐτό τόν σκοπό ὑπάρχει ἡ
Ἐκκλησία, ὄχι γιά νά περάσουμε καλά. Ὅλα θά γίνονται ὄχι με βάση τήν ὕπαρξη ἑνός ἠθικιστικοῦ
συστήματος, ἀλλά γιατί θά ἔχει ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος τόν Θεό. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ θά εἶναι μία
φωτιά μέσα στόν ἄνθρωπο πού θά τόν φλέγει, χωρίς νά τόν καταστρέφει, θά τόν ὁδηγεῖ στήν
θέωση. Αὐτή ἡ χάρις βέβαια δέν θά αφήνει τόν ἄνθρωπο νά γίνει ἀναρχικός καί νά κάνει
βομβιστικές ἐπιθέσεις, νά εἶναι δηλαδή ἀντικοινωνικό στοιχεῖο.
Δέν εἶναι ὁ σκοπός τῆς Ἐκκλησίας νά ὑπηρετήσει τήν ἀστυνομία ἤ τό σωφρονιστικό σύστημα τοῦ
κράτους. Οὔτε εἶναι σκοπός της νά βοηθήσει στήν παιδεία. Σκοπός της εἶναι νά μεταμορφώσει τόν
ὅλον ἄνθρωπο καί νά τόν κάνει -θά λέγαμε- ἕναν μικρό Χριστό, μέτοχο τῆς Θείας Ζωῆς, Θεό κατά
χάριν. Ὅταν δέν λειτουργεῖ ἔτσι ἡ Ἐκκλησία, μιλᾶμε γιά ἐκκοσμίκευσή της. Σήμερα τό βλέπουμε
αὐτό πολύ ἔντονα. Γίνονται γλέντια καί συναυλίες μέσα στίς Ἐκκλησίες καί χίλια δυό ἄλλα
πράγματα, τά ὁποῖα εἶναι, ἄν ὄχι βλαπτικά, ἀμφίβολης ὠφέλειας. Λένε ὅτι κάποια τά κάνουνε γιά
νά ἑλκύσουνε τόν κόσμο στήν Ἐκκλησία. Μακάρι νά ἑλκύεται ὁ κόσμος ἔτσι… Ὅμως ὁ Χριστός
μας, δέν μᾶς δίδαξε αὐτά τά πράγματα. Ὁ Χριστός ἔκανε κήρυγμα. Οἱ Ἀπόστολοι ἔκαναν κήρυγμα.
Τό θεραπευτικό κατεξοχήν στοιχεῖο καί φάρμακο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τό κήρυγμα καί ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός, ἡ Θεία Κοινωνία. Αὐτά εἶναι τά δύο στοιχεῖα ποῦ πρέπει νά δώσουμε στόν λαό.
Ἐπαναλαμβάνω πρέπει νά ἀναρωτηθοῦμε: Τά δίνουμε ἐμεῖς στόν ἑαυτό μας ἤ εἴμαστε
ἐκκοσμικευμένοι; Γιατί μετά ἐκκοσμικεύεται καί ὁ παπάς, οἱ ἐπίτροποι, τό ἐκκλησιαστικό
συμβούλιο καί οἱ ἄνθρωποι πού ἔρχονται στήν Ἐκκλησία καί ἀποφασίζουν αὐτά τά
ἐκκοσμικευμένα πράγματα. Γιατί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εἴμαστε πρῶτα ἐκκοσμικευμένοι. Ἄν ἐμεῖς οἱ
ἐνορίτες δέν ἤμασταν ἐκκοσμικευμένοι καί ζητούσαμε καθημερινή Θεία Λειτουργία καί κήρυγμα,
τότε καί ὁ ἱερέας θά τό ἔκανε. Ἀλλά ἄν ὅλοι ζητᾶνε γλέντια καί ἀποκριάτικους χορούς, ὥστε νά
μήν πᾶνε στήν Πάτρα, δῆθεν γιατί θά εἶναι σέ πιό ἐλαφριά μορφή στήν Ἐκκλησία, τότε τί θά κάνει
ὁ παπάς; Θά σκεφτεῖ, τέτοιους ἔχω, νήπια εἶναι, νά τούς οἰκονομήσω. Κακῶς βέβαια, δέν πρέπει νά
τούς οἰκονομήσει.
Ἄν λοιπόν ὁ καθένας μας λειτουργεῖ σωστά, θά βοηθήσει καί τήν ἐνορία καί ὁλόκληρη τήν
Ἐκκλησία. Ξέρω μία ψυχή πού ζήτησε ἀπό τόν Ἐπίσκοπο νά κάνει καθημερινά Θεία Λειτουργία σέ
215
μία ἐνορία καί ὁ Ἐπίσκοπος τό ἔκανε, γιά χάρη αὐτῆς τῆς μίας ψυχῆς. Γιατί λοιπόν νά μήν μποῦμε
σέ αὐτήν τήν προσπάθεια νά βγάλουμε τήν ἐκκοσμίκευση πρῶτα ἀπό ἐμᾶς τούς ἴδιους; Νά
βγάλουμε τόν κόσμο ἀπό μέσα μας. Αὐτό σημαίνει νά ἀγαπήσουμε τό κήρυγμα, τόν λόγο τοῦ
Θεοῦ, νά συμμετέχουμε ὅταν γίνεται κήρυγμα καί λόγος τοῦ Θεοῦ καί νά ζητήσουμε καί νά
μετέχουμε στήν Θεία Λατρεία, ὅσο γίνεται πιό συχνά, νά ἔχουμε πνευματική ζωή, νά ἔχουμε τίς
προϋποθέσεις καί νά κοινωνᾶμε τακτικά. Ἔτσι φεύγει ἡ ἐκκοσμίκευση πρῶτα ἀπό ἐμᾶς καί μετά
ἀπό ὅλη τήν Ἐκκλησία. Γιατί ὁ καθένας μας, ἄν ἀλλάξει, βοηθάει ὅλη τήν Ἐκκλησία. Καί ὄταν
λέμε Ἐκκλησία, ἐννοοῦμε τούς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία ὡς σῶμα Χριστοῦ
εἶναι τέλεια καί ἄμωμη, ἀλλά ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἀτελεῖς.
Ὅπως μία ἰατρική ἐπιστήμη ἀναγνωρίζεται ἀπό τόν βαθμό τῆς ἐπιτυχίας καί ὅπως ὁ ἐπιστήμονας
ἰατρός ἀποδεικνύεται ἀπό τόν βαθμό τῆς θεραπείας τοῦ ἀσθενοῦς ἀνθρώπου, τό ἴδιο συμβαίνει καί
μέ τήν Ἐκκλησία. Ὅσο πιό πολλούς καί ὅσο πιό καλά θεραπευμένους ἀνθρώπους ἔχει, τόσο πιό
σωστά λειτουργεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Παλαιότερα μέλη τῆς Ἐκκλησίας θεωροῦνταν οἱ φωτισμένοι καί θεωμένοι ἄνθρωποι μέ τήν
ἀδιάλειπτη προσευχή. Πόσο χαμηλά ἔχουμε φτάσει! Νά θεωροῦμε μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἕναν
ἁπλῶς καλό ἄνθρωπο. Δέν εἶναι ὅμως αὐτός μέλος. Ἀληθινά καλός ἄνθρωπος εἶναι αὐτός πού ἔχει
αὐτενεργοῦσα μέσα του τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, ἔχει φτάσει στόν φωτισμό.
Τουλάχιστον νά μποῦμε στήν κάθαρση καί τήν πορεία πρός τόν φωτισμό. Τουλάχιστον νά
προσπαθήσουμε ἐμεῖς νά προσευχόμαστε ἀδιάλειπτα, μέχρι νά μπορέσουμε νά ἀκούσουμε τό ἅγιο
Πνεῦμα πού προσεύχεται μέσα μας. Ἀλλά αὐτά τά πράγματα οὔτε σάν γνώση τά ἔχουν οἱ
Χριστιανοί, οὔτε κἄν τά λένε στά κηρύγματα. Ἐνῶ ἄν διαβάσετε στίς ἐπιστολές τοῦ Ἀποστόλου
Παύλου πρός τούς Κορινθίους, θά δεῖτε ὄτι λέει «Θέλω ὅλοι νά λαλεῖτε γλῶσσες, μᾶλλον δέ ἵνα
προφητεύητε» (Α΄Κορ. 14,5). Μιλάει πρός τούς Χριστιανούς μίας ἐνορίας, τῆς Κορίνθου. Μιλάει
σέ ὅλους τούς λαϊκούς. Προτρέπει τούς ἀνθρώπους ὅλους νά ἔχουν τό χάρισμα τῆς νοερᾶς
προσευχῆς, νά ἀκοῦν μέσα τους τήν προσευχή πού κάνει τό ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό εἶναι τό χάρισμα
τῶν γλωσσῶν. Καί συνεχίζει, λέγοντας, νά ἔχετε αὐτό τό χάρισμα «γιά νά προφητεύετε», δηλαδή
νά κηρύττετε, νά ἑρμηνεύετε καί ἔτσι νά οἰκοδομεῖται ἡ Ἐκκλησία. Νά μπορεῖτε δηλαδή νά
οἰκοδομεῖτε καί τούς ἄλλους, πού ἀκόμα εἶναι ἰδιῶτες, δηλαδή δέν ἔχουν φτάσει σέ αὐτήν τήν
κατάσταση, δέν ἔχουν μπεῖ κανονικά στήν Ἐκκλησία.
Πόσο μακριά εἴμαστε ἀπό αύτά! Αὐτό βέβαια εἶναι πολλή μεγάλη ἐκκοσμίκευση καί ἔτσι φτάσαμε
νά ἔχουμε ἐκκοσμίκευση καί στό ἱερατεῖο. Παλαιότερα Ἐπίσκοπος δέν γινόταν κάποιος, ἄν δέν εἶχε
φτάσει στήν θέωση. Δηλαδή ὄχι στόν φωτισμό, νά ἔχει τήν αὐτενεργοῦσα προσευχή μέσα του,
ἀλλά στήν θέωση, τήν κορυφαία πνευματική κατάσταση. Ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία δέν βρίσκει τέτοιους
ἀνθρώπους σήμερα, ἀναγκάζεται καί κάνει Ἐπισκόπους ἁπλῶς κάποιους καλούς ἀνθρώπους.
Μία Ἐκκλησία λοιπόν πού δέν θεραπεύει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά ἀσχολεῖται μέ ἄλλα ἔργα εἶναι
ἐκκοσμικευμένη. Μία Ἐκκλησία πού ἔχει ὡραῖες τελετές, χωρίς νά διατηρεῖ τόν ἡσυχαστικό,
θεραπευτικό χαρακτήρα, εἶναι θρησκευτική ὀργάνωση. Δυστυχῶς αὐτό ἰσχύει. Μᾶς ἐνδιαφέρει τό
ἐξωτερικό καί ὄχι τό ἐσωτερικό, τό ἀληθινό, τό ἡσυχαστικό πνεῦμα, ποῦ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία.
Ἀκόμα ἡ Ἐκκλησία ἐκκοσμικεύεται ὅταν θεωρεῖται ὡς ἰδεολογικός χῶρος καί ὄχι ὡς χῶρος ζωῆς.
Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία, ἡ πίστη καί ἡ Ὀρθοδοξία θεωρεῖται μία ὡραία
ἰδεολογία, μία ὡραία φιλοσοφία. Ἄν βλέπουμε ἔτσι τήν Ἐκκλησία, δέν μπαίνουμε σέ ἕναν χῶρο
ζωῆς -ὅπως εἶναι πράγματι- ἀλλά σέ ἕναν χῶρο πού ἁπλῶς γίνεται μία ὡραία διδασκαλία, ἀκοῦμε
καί κάτι καλό. ‘Καλό πράγμα νά πηγαίνεις στήν Ἐκκλησία, νά πηγαίνεις καί καμιά φορά νά
ἐξομολογεῖσαι, νά κοινωνᾶς, νά κάνεις καί λίγο τά θρησκευτικά σου καθήκοντα’. Κάποιοι δηλαδή
ἄνθρωποι θέλουν νά ὑπάρχει στήν ζωή τούς ἡ Ἐκκλησία, ἀλλά ἐπιφανειακά, χωρίς νά γίνεται
τρόπος ζωῆς. Φοβοῦνται νά μή γίνουν τά παιδιά τους καλόγεροι…
216
Ὑπάρχουν τέτοιοι γονεῖς πού μοῦ λένε «Πάτερ τό παιδί μου χάνεται». Ὅταν ἔρχεται τό παιδί νά τό
δῶ, καταλαβαίνω ὅτι τό παιδί εἶναι καλοπροαίρετο καί πιστεύει ὅσα λέει ὁ Πνευματικός καί ἀρχίζει
νά ζεῖ σωστά. Ὁπότε βλέποντας αὐτήν τήν ἐξέλιξη ὁ γονέας λέει «Πάτερ εἴπαμε νά συμμαζέψεις
λίγο τό παιδί μου, ἀλλά ὄχι νά τό κάνεις καί καλόγερο (καλόγρια)». Ἐγώ τό κάνω; Ὄχι. Ὁ Θεός τό
κάνει, χωρίς νά τό ἐκβιάζει. Ὁ γονέας θέλει τό παιδί του νά ἔρθει κοντά στήν Ἐκκλησία, ἀλλά
μέχρι ἑνός ὁρίου. Γιατί; Γιατί πηγαίνει ἀντίθετα στό κοσμικό πνεῦμα που ἔχουν οἱ γονεῖς.
Καταλάβατε; Θέλουν ἁπλῶς τό παιδί τους νά μήν μπλέξει μέ ναρκωτικά, νά μήν τό πιάσει ἡ
ἀστυνομία, νά ἔχει κάποιες καλές σχέσεις μέ τούς γονεῖς, νά τούς ἀνταποδίδει κάποια καλά
πράγματα. Ἄρα, οἱ γονεῖς τό κάνουν αὐτό γιά τόν ἑαυτό τούς καί ὄχι γιά τόν ἴδιο τόν Χριστό.
Θέλουν τόν Χριστό σάν ἕναν ἀστυνόμο πού θά συμμαζέψει τό παιδί τους. Θέλουν νά μή χάσει τό
παιδί τους αὐτά πού θεωροῦνται ὑπεραξίες στόν κόσμο. Δέν σκέφτονται τί πρέπει νά κάνουν, ὥστε
νά μήν χάσει τό παιδί τους τόν Χριστό.
Δέν εἶναι λοιπόν ὁ Χριστιανισμός καί ἡ Ὀρθοδοξία μία ἰδεολογία, οὔτε ἕνα καλό πράγμα, ἀλλά
εἶναι ἡ ζωή μας. Ὁ Χριστός εἶναι ἡ ζωή μας, ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν. Δέν εἶναι ἕνα ἰδανικό. Λένε οἱ
ἄνθρωποι:
– Γιατί σήμερα εἶναι ἔτσι ἡ νεολαία;
«Γιατί δέν ἔχουν ἰδανικά. Δέν ἔχουν πίστη, πατρίδα κ.ἄ». Αὐτό εἶναι ὁ Χριστιανισμός; Ἕνα ἰδανικό
εἶναι; Ὄχι. Ὁ ἄνθρωπος δέν ζεῖ μέ ἰδανικά, ἀλλά μέ τήν Ζωή, πού εἶναι ὁ Χριστός. Ἄν δέν τοῦ
δώσεις τόν Χριστό, δέν τοῦ δίνεις τίποτα. Ἄν τοῦ δώσεις τόν Χριστό σάν ἕνα ἰδανικό καί ὄχι ὡς
ἕνα Πρόσωπο, μέ τό ὁποῖο μπορεῖ νά κάνει ζωντανή σχέση, νά δώσει καί νά πάρει, νά νιώσει τήν
ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί νά ἀγαπήσει καί τό ἴδιο, τότε δέν τό θεραπεύεις τό παιδί, δέν τοῦ προσφέρεις
τίποτα.
Μιά τέτοια ἐκκοσμικευμένη Ἐκκλησία θεωρεῖται πλέον καί ὡς ἕνα φιλανθρωπικό σωματεῖο πού
κάνει συσσίτια. Κάνει φιλανθρωπίες καί παίρνει ἐπαίνους ἀπό τήν πολιτεία. Ἀναφέρουν ὅλα τά
καλά ἔργα πού κάνει καί τά διατυμπανίζουν. Αὐτός εἶναι ὁ σωστός τρόπος πού μᾶς δίδαξε ὁ
Χριστός νά κάνουμε ἐλεημοσύνη; Αὐτός εἶναι ὁ κύριος σκοπός τῆς Ἐκκλησίας, τό νά κάνει
κοινωνικό – φιλανθρωπικό ἔργο; Ὄχι, δέν εἶναι αὐτό. Αὐτό εἶναι δεύτερο, τρίτο. Τό πρῶτο εἶναι τό
νά γυρίσει τούς ἀνθρώπους στή μετάνοια.
Ἀλλά, προσέξτε, ξαναλέω, μή ρίχνουμε εὐθύνες στούς ἄλλους, ἀλλά καί σέ μᾶς τούς ἴδιους, ἀφοῦ
τά θέλουμε κί ἐμεῖς αὐτά καί τά χειροκροτοῦμε. Ὁπότε καί οἱ θεσμικοί ἀντιπρόσωποι, οἱ ἱερεῖς καί
οἱ ἐπίσκοποι δίνουν ὅλο τέτοια στόν λαό, ἀφοῦ βλέπουν πώς ὁ λαός αὐτά θέλει. Πρέπει νά
ζητήσουμε ἀπό τούς παπάδες καί τούς δεσποτάδες μας, αὐτήν τήν ἡσυχαστική μέθοδο καί
διδασκαλία, τήν μετάνοια, τό κήρυγμα τό σωστό καί τήν καθημερινή Θεία Λειτουργία, ὅπως τήν
εἶχαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί. Τότε θά βοηθήσουμε τήν Ἐκκλησία νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν
ἐκκοσμίκευση.
Μιλοῦμε ἀκόμα καί γιά ἐκκοσμίκευση στήν θεολογία. Φοβερό πράγμα! Στήν πατερική παράδοση
οἱ θεολόγοι εἶναι θεόπτες, ἔχουν δεῖ τόν Θεό, ἔχουν φτάσει στήν θέωση, ἤ τουλάχιστον στόν
φωτισμό. Ὅταν ὅμως προηγεῖται ἡ λογική καί ὄχι ἡ πίστη, ὅπως γίνεται δυστυχῶς σήμερα καί στήν
μοντέρνα θεολογία, τότε δέν μποροῦμε νά φτάσουμε νά δοῦμε τόν Θεό. Μέ τήν λογική ὁ ἄνθρωπος
δέν μπορεῖ νά δεῖ τόν Θεό καί αὐτή ἡ μέθοδος νά μιλᾶμε γιά τόν Θεό διά συλλογισμῶν, διά
στοχασμῶν, ἐγκεφαλικά δηλαδή, εἶναι ἐκκοσμίκευση τῆς θεολογίας. Ὁ ἄνθρωπος ἑπομένως μέ
αὐτόν τόν τρόπο δέν μπορεῖ νά βρεῖ τόν Θεό.
Ὑπάρχει καί ἄλλη μία ἐκκοσμίκευση, ἡ ὁποία φαίνεται στήν ποιμαντική, δηλαδή στό πῶς
θεραπεύει ἡ Ἐκκλησία τόν ἄνθρωπο. Δέν θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἐξαντλεῖται
σέ μία ἐξωτερική δραστηριότητα, σ’ αὐτά πού εἴπαμε προηγουμένως, μιά φιλανθρωπική
δραστηριότητα καί νά κάνουμε γιά τά παιδιά ὑπολογιστές, χορούς, πινγκ πονγκ κ.λ.π. Δέν βοηθᾶνε
αὐτά στήν κάθαρση καί στόν φωτισμό, οὔτε ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά ἐξαντλεῖται σέ μιά ψυχολογική
217
ἀνάπαυση καί ξεκούραση.
Πηγαίνει κάποιος νά ἐξομολογηθεῖ καί μένει μισή ὥρα καί μιλάει κι ἄς περιμένουν ἄλλοι τριάντα
ἄνθρωποι ἀπ’ ἔξω. Κάθεται μέσα γιά νά βρεῖ ψυχολογική ἀνάπαυση. Μά δέν εἶναι αὐτός ὁ σκοπός
τῆς Ἐξομολόγησης. Οὔτε ἐπιτρέπεται νά ζητᾶμε ἀπό τόν Πνευματικό μία ἀνθρώπινη ἀνακούφιση
καί παρηγοριά. Δέν εἶναι σωστό αὐτό. Ἔτσι ἐκκοσμικεύουμε καί τό μυστήριο καί τόν Πνευματικό,
ἀλλά καί ὅλη τήν Ἐκκλησία. Βλέπετε πῶς ἀπό ἐμᾶς ξεκινάει; Ὁ σκοπός τῆς Έξομολόγησης εἶναι
νά πᾶς ἐκεῖ μετανοημένος, νά καταθέσεις τίς ἁμαρτίες σου καί νά πάρεις τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, νά
ξεκινήσεις πάλι ἀπό τήν ἀρχή καί νά προχωρήσεις πνευματικά.
Δέν πρέπει νά ζητᾶμε λοιπόν μία ψυχολογική ἀνθρώπινη παρηγοριά. Ὄχι, αὐτό εἶναι πολύ λίγο. Γι’
αὐτό μερικοί σκέφτονται ὅτι δέν εἶναι ἀνάγκη νά πᾶνε στόν Πνευματικό, ἀφοῦ μποροῦν νά ποῦν
ὅσα νιώθουν στή μάνα τούς ἤ σέ κάποιο ἄλλο πρόσωπο. Δηλαδή δέν ἔχουν συνείδηση τοῦ τί εἶναι
τό μυστήριο τῆς Ἐξομολόγησης καί θεωροῦν ὅτι εἶναι μία συζήτηση. Δέν εἶναι συζήτηση. Βλέπετε
πόσο ἔχουμε τήν ἐκκοσμίκευση μέσα μας; Τήν βλέπουμε τήν Ἐκκλησία σάν ἕναν χῶρο
ψυχολογικῆς ξεκούρασης. Δέν μπαίνουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι στήν προσπάθεια νά ζήσουν τό
μυστήριο τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό την ἀδιάλειπτη προσευχή καί τήν κάθαρση. Αὐτό βέβαια εἶναι
ἐκκοσμίκευση.
Βλέπουμε λοιπόν πόσο μεγάλο εἶναι αὐτό τό πρόβλημα. Πρέπει νά μᾶς προβληματίσει καί νά
κάνουμε αὐτό πού λέμε «αὐτοκριτική». Γιατί ἀπό αύτήν τήν ἐκκοσμίκευση ξεκινάει μετά καί κάθε
αἵρεση καί ψευτοδιδασκαλία καί ὁπωσδήποτε δέν μπορεῖ ὁ ἐκκοσμικευμένος ἄνθρωπος νά σωθεῖ.
Πρέπει νά ἀποβάλλει αὐτό τό κοσμικό φρόνημα καί πνεῦμα. Αὐτό πού τοῦ λέει «Νά εἶσαι λίγο τοῦ
Χριστοῦ καί λίγο τοῦ κόσμου», «Μήν κοιτάζεις μόνο ὅ,τι θέλει ὁ Θεός, ἀλλά καί ὁ κόσμος». Καί
οὐσιαστικά μετά κάνουμε μόνο ὅ,τι θέλει ὁ κόσμος. Ἐγκλωβιζόμαστε σέ αὐτόν τόν ὑπαρξιακό
θάνατο, πού λέγεται «κοσμικό φρόνημα», «κοσμικό πνεῦμα» καί «κοσμική ζωή».
Εἶναι ὕπουλη ἡ ἐκκοσμίκευση γιατί -προσέξτε- δέν ἐμφανίζεται σάν μία κατευθείαν ἄρνηση τοῦ
Θεοῦ. Δέν σοῦ λέει ‘γίνε ἄθεος’, ἀλλά σοῦ λέει: εἶναι καλό πράγμα νά πηγαίνεις στήν Ἐκκλησία,
ἀλλά δέν πρέπει νά τό παρακάνεις. Πηγαίνει ἔτσι ὕπουλα καί πλάγια. Δέν σοῦ λέει νά ἀρνηθεῖς τήν
πίστη σου, νά ἀρνηθεῖς ὅτι ὑπάρχει ὁ Χριστός, ἀλλά σοῦ λέει, ‘ὑπάρχει Χριστός καί ἐγώ πιστεύω’
ἄσχετα ἄν ἔχει νά πατήσει στήν Ἐκκλησία δυό-τρία χρόνια ἤ δέν ξέρει κάν ποῦ βρίσκεται. Καί
ἀντιδροῦν οἱ ἐκκοσμικευμένοι Χριστιανοί λέγοντας στούς πραγματικούς Χριστιανούς «Τί μοῦ
κάνεις τόν Χριστιανό, ἀφοῦ καί ἐγώ Χριστανός εἶμαι;».
Ἡ ἐκκοσμίκευση δέν ἀρνεῖται τά δόγματα, ἀλλά τόν Ὀρθόδοξο τρόπο ζωῆς. Λένε οἱ
ἐκκοσμικευμένοι ἄνθρωποι πώς πρέπει νά πιστεύεις, ἀλλά μέ τήν δικαιολογία ὅτι εἴμαστε
ἄνθρωποι, λένε ὅτι πρέπει νά ζήσουμε καί λίγο τήν ζωή μας καί ὅτι δέν πειράζει νά κάνουμε καί
καμιά ἁμαρτία. Ὅμως ὁ Χριστός μᾶς εἶπε ὅτι πειράζει. Ἀκόμα καί τά δόγματα τά ἰδεολογικοποιεῖ,
δηλαδή θεωρεῖ ὅτι τά δόγματα εἶναι κάποιες ἰδέες. Αὐτό ὅμως δέν ἰσχύει, γιατί τά δόγματα δέν
εἶναι ἰδέες, εἶναι ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτή τήν ἀλήθεια, ἄν δέν τήν πάρουμε ὡς κατευθυντήρια
γραμμή τῆς δικῆς μας ζωῆς, δέν μποροῦμε νά θεραπευτοῦμε, νά καθαριστοῦμε. Τά δόγματα λοιπόν
εἶναι ἡ ἄλλη ὄψη τῆς ζωῆς καί δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἰδεολογία.
Μέ τήν ἐκκοσμίκευση ὅμως τί γίνεται; Ἀλλάζοντας τόν τρόπο ζωῆς, θεωρεῖς καί τό δόγμα μία ἰδέα
καί τελικά χάνεις καί τό δόγμα καί γίνεσαι αἱρετικός. Αὐτό ἔγινε στή Δύση. Ἐπειδή ἄλλαξε ἡ ζωή
τους, ἀλλοιώθηκε, δέν ἦταν πλέον Ὀρθόδοξη, χάσανε καί τήν ὀρθόδοξη πίστη.
Ἡ ἐκκοσμίκευση ἀκόμα εἶναι ἡ ἀπώλεια τοῦ Πνεύματος τῆς μετάνοιας. Ὁ ἐκκοσμικευμένος
Χριστιανός δέν μετανοεῖ. Μπορεῖ νά ἐξομολογεῖται, πολλοί ἐξομολογοῦνται, ἀλλά λίγοι
μετανοοῦν. Πηγαίνουν κάθε φορά καί λένε τά ἴδια καί τά ἴδια, ὄχι ἀπό ἀδυναμία, ἀλλά διότι
θεωροῦν ὅτι ἔτσι εἶναι καί δέν μποροῦν νά ἀλλάξουν τήν ζωή τους. Φοβοῦνται ὅτι ἄν ἀλλάξουν, θά
μείνουν μόνοι τους.
Στήν ἐκκοσμίκευση ὁ ἄνθρωπος δέν φλέγεται ἀπό τόν πόθο τοῦ Θεοῦ. Δέν ποθεῖ, δέν ζητάει τόν
218
Θεό, κάτι ἀνώτερο καί βαθύτερο. Εὐαρεστεῖται σέ αὐτά, τά κοσμικά. Ὄχι, ὁ Θεός θέλει τό
παραπάνω καί θέλει συνέχεια νά πηγαίνουμε παραπάνω. Ὁ Θεός εἶναι ἄπειρος καί δέν μπορεῖ
κανείς νά τόν φτάσει. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὅλο ἀνεβαίνει. Δέν ὑπάρχει τέρμα σ’ αὐτήν τήν ἄνοδο.
Αὐτό εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅταν ὁ Χριστιανός σταματήσει νά ἀνεβαίνει, αὐτός εἶναι
ἐκκοσμικευμένος Χριστιανός.
Ἀκόμα, ἡ ἐκκοσμίκευση, πού οὐσιαστικά εἶναι μία αἵρεση, ἀξιολογεῖ τήν λατρεία καί τελικά καί
τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία, ὡς ἕναν φορέα μεταξύ τῶν ἄλλων καί γιά τήν ἐξυπηρέτηση εἰδικῶν
ἀναγκῶν. Ὅπως, γιά παράδειγμα, ὑπάρχει καί ὁ φορέας τῆς κοινωνικῆς ἀσφάλισης, γιά νά
ἐξυπηρετεῖ τούς ἀνθρώπους σέ θέματα ὑγείας. Ἀντίστοιχα οἱ ἐκκοσμικευμένοι ἄνθρωποι θεωροῦν
ὄτι καλό εἶναι νά ὑπάρχει καί ἡ Ἐκκλησία ὡς φορέας, γιά κάποιους ‘περίεργους’ πού θέλουν νά
ἀσκοῦν τά θρησκευτικά τους καθήκοντα. Ἕνας ἁπλῶς φορέας κοντά σέ ὅλους τούς ἄλλους. Αὐτή
εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση.
Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνας φορέας, εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή μας. Εἶναι ὁ χῶρος πού ζοῦμε
πραγματικά καί ἀξιολογεῖ τό μέτρο τῆς κοινωνικῆς χρησιμότητας τῆς Ἐκκλησίας, συγκρίνοντάς το
μέ τό κοινωνικό ἔργο τῆς παιδείας, τῶν σοφρονιστικῶν συστημάτων ἤ τῆς ἀστυνομίας. Καί
θεωροῦν ὅτι καί ἡ Ἐκκλησία ἐπειδή βοηθάει κάπως σέ ὅλα αὐτά, καλό εἶναι νά ὑπάρχει. Δέν
δέχεται ὅτι ὅλα ξεκινοῦν ἀπό τήν Ἐκκλησία πού ἔχει κυρίαρχο καί πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ἡ ἐκκοσμίκευση ἀκόμα παραποιεῖ τό Ὀρθόδοξο φρόνημα καί νοθεύει τά ἐκκλησιαστικά κριτήρια.
Παύει πλέον ὁ Χριστιανός νά εἶναι «μωρία καί σκάνδαλο» (Α΄Κορ. 1,23) καί κοιτάζει ἁπλῶς αὐτό
πού λέμε σήμερα «νά εἶναι μέσα σέ ὅλα». Σήμερα θεωρεῖται καλή Χριστιανή (Χριστιανός) αὐτή
πού εἶναι μοντέρνα καί ντύνεται κοσμικά, ἀλλά πηγαίνει καί στήν Ἐκκλησία καί ἐξομολογεῖται.
Εἶναι καί μέσα στήν ἐποχή καί ἡ ζωή της οὐσιαστικά δέν διαφέρει πολύ. Ὅπως ἔλεγε καί ὁ Ἅγιος
Παΐσιος «πηγαίνουν στίς ἀγρυπνίες καί ἀπό τό ἕνα χέρι κρατᾶνε τό κερί καί ἀπό τό ἄλλο τήν
καινούρια τους φιλενάδα». Εἶναι αὐτό χριστιανική ζωή; Ὄχι, αὐτό εἶναι ἐκκοσμίκευση. Εἶναι
παραποίηση τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κριτηρίων. Βέβαια ὁ κόσμος
θρωρεῖ ὅτι εἶναι πολύ καλά παιδιά αὐτοί πού ξέρουν νά συμβιβάζουν καί τόν κόσμο καί τόν
Χριστό. Ὅμως αὐτό δέν γίνεται.
Οἱ ἐκκοσμικευμένοι Χριστιανοί εἶναι οἱ Χριστιανοί τοῦ Ντοστογιέφσκι, ὁ ὁποῖος γράφει σέ ἕνα
διήγημά του γιά τόν Χριστό πού ξαναεπιστρέφει στήν γῆ καί οἱ Χριστιανοί Τόν ξανασταυρώνουν!
Αὐτό κάνουν οἱ ἐκκοσμικευμένοι Χριστιανοί. Εἶναι αὐτοί οἱ Χριστιανοί γιά τούς ὁποίους θά πεῖ ὁ
Κύριος «οὐκ οἶδα ὑμᾶς» (Ματθ. 25,12), δέν σᾶς ξέρω. Αὐτοί πού πολεμοῦσαν τόν Ἀπόστολο
Παῦλο, ὅταν ἔγινε Χριστιανός, γιατί ἤθελαν νά ἐπιβάλλουν τήν περιτομή, τά ἐξωτερικά δηλαδή.
Βλέπετε σήμερα ὁ χειρότερος πόλεμος πού γίνεται στούς πραγματικούς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας,
γίνεται ἀπό τούς ὑποτιθέμενους ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας. Δέν γίνεται ἀπ’ ἔξω ὁ μεγαλύτερος
πόλεμος, ἀπό τούς ἄθεους, ἀλλά μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Θέλει μία γυναίκα ἤ ἕνας ἄντρας νά κοινωνάει τακτικά καί θά τόν πολεμήσουν οἱ ἐνορίτες του ἤ
ἀκόμα καί ὁ ἴδιος ὁ παπάς καί θά τοῦ ποῦν «Τί τό πέρασες, κάθε μέρα θά κοινωνᾶς;». Γιατί; Γιατί
νιώθουν ὅτι χαλάει τό κατεστημένο. Δέν θέλουν νά ἀλλάξει τό κατεστημένο, γιατί δέν θέλουν νά
πάψουν νά ζοῦν χαλαρά, μέ τά πάθη τους. Γιατί γιά νά κοινωνάει κάποιος τακτικά, θά πρέπει νά
κάνει θυσίες. Θά πρέπει νά ἀντισταθεῖ στά πάθη, πού ἀναφέραμε πρίν, στή φιληδονία, στή
φιλαργυρία καί στή φιλοδοξία. Αὐτό ὅμως δέν τό θέλουν οἱ ἐκκοσμικευμένοι ἄνθρωποι. Θέλουν νά
εἶναι ὅλοι μέ τό ρεῦμα τῆς ἐποχῆς, νά εἶναι ὑποταγμένοι στόν κόσμο. Ὅμως αὐτοί πού
ὑποτάσσονται στά πάθη θά ἀκούσουν ἀπό τόν Χριστό «οὐκ οἶδα ὑμᾶς».
Ἔτσι οἱ ἐκκοσμικευμένοι ἄνθρωποι καταντοῦνε «δικηγόροι» τοῦ Θεοῦ. Κάνουν τούς ὑπόλοιπους
νά πιστεύουν ὅτι ὑπερασπίζονται τόν Θεό καί ὅτι οἱ σωστοί Χριστιανοί εἶναι ἀνευλαβεῖς καί
ὑποκριτές. Βλέπετε πῶς ἀντιστρέφονται τά πράγματα πολύ ἔντεχνα ἀπό τόν διάβολο καί αὐτό πού
εἶναι κακό παρουσιάζεται ὡς καλό; Αὐτός πού πρέπει νά ἀλλάξει, νά μετανοήσει καί νά
προσπαθήσει ὁ ἴδιος νά κοινωνάει συχνά, λόγου χάρη, κατηγορεῖ τούς ἄλλους καί παρουσιάζεται
219
ὡς δικηγόρος τοῦ Θεοῦ.
Μία κοπέλα πού θέλει νά ντύνεται σεμνά, θά ἀντιμετωπίσει πόλεμο ἀπό τό ἴδιο της τό σπίτι, ἀπό
ὑποτιθέμενους Χριστιανούς. Μπορεῖ ἀκόμα καί ἕνας ἱερέας νά τῆς κάνει παρατήρηση ἐπειδή
ντύνεται σεμνά ἤ ἐπειδή θέλει νά φορέσει μαντήλι. Ἐγώ δέν ἐπιβάλλω νά φορέσουν οἱ γυναῖκες
μαντήλι. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τό λέει ὅτι οἱ γυναῖκες πρέπει νά ἔχουν καλυμμένη τήν κεφαλήν
τους καί ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἀγιορείτης τό ἐπαναλαμβάνει κ.λ.π. Ἐπειδή τώρα ἔχει ἐπικρατήσει ἡ
ἐκκοσμίκευση, κάποιον πού θέλει νά τήρήσει τό σωστό καί νά φορέσει μαντήλι, θά τόν
στοχοποιήσουμε, ἐπειδή ἀντιστέκεται στό ρεῦμα; Ὄχι, πρέπει νά ἀντισταθοῦμε στό ρεῦμα.
Ἀκόμα ἡ ἐκκοσμίκευση ἀπορρίπτει τήν Θεοφάνεια, τήν σάρκωση τοῦ Θεοῦ. Ὁδηγεῖ σ’ ἕνα βόλεμα
στή φυσική πίστη καί ὄχι στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Δέν ἐνδιαφερόμαστε
τελικά νά μάθουμε τό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ. Ἄν τό μάθουμε τό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ, θά δεῖτε ὅτι
ἀκριβῶς ἀνατρέπει ὅλα τά ἄλλα μηνύματα, ὅτι εἶναι ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπό ὅλα αὐτά τά
μηνύματα πού ἐπικρατοῦν σήμερα στόν κόσμο. Ὁ ἐκκοσμικευμένος Χριστιανός ἀρνεῖται τελικά
τήν χάρη τοῦ Θεοῦ.
Ἐπίσης, ὑποτιμᾶ τόν μοναχισμό. Οἱ ἄνθρωποι πού κατηγοροῦν καί πολεμοῦν τόν μοναχισμό, τό
κάνουν γιατί ὁ μοναχισμός εἶναι ἀντίθετος στήν ὑποταγή στόν κόσμο, στήν ἐκκοσμίκευση. Ὅταν
λοιπόν ἀκοῦτε νά βρίζουν τούς μοναχούς καί τίς μοναχές, νά ξέρετε ὅτι τό κάνουν γιατί δέν
ὑποτάσσονται στό δικό τούς κοσμικό πνεῦμα. Δέν συμπορεύονται μέ τόν κόσμο. Οἱ
ἐκκοσμικευμένοι ἀρνοῦνται τόν πόλεμο κατά τῶν παθῶν, ἀρνοῦνται τή θέωση. Ὑπάρχει καί ἡ
λεγόμενη «μεταπατερική θεολογία», μία ὁμάδα θεολόγων πού ἀρνοῦνται τόν πόλεμο κατά τῶν
παθῶν. Λένε ὅτι μόνο μέ τήν ἀγάπη μέσα στήν Ἐκκλησία σώζονται οἱ ἄνθρωποι καί ὅτι δέν μᾶς
καταδικάζουν οἱ ἁμαρτίες. Δέν εἶναι ἔτσι ὅμως τά πράγματα.
Μία ἄλλη ὄψη τῆς ἐκκοσμίκευσης εἶναι ἡ ἄρνηση τοῦ προσωπικοῦ μαρτυρίου στήν ζωή τῶν
χριστιανῶν. Σήμερα δέν ἐπιτρέπεται νά γίνεις μάρτυρας, γιατί θά σέ θεωρήσουν ἀνόητο. Σήμερα
«ἔχει πέραση» αὐτός πού τά βρίσκει μέ ὅλους, ξέρει νά μιλάει καί νά συμπλέει μαζί τους, παίρνει
τό χρῶμα τοῦ περιβάλλοντος σέ κάθε περίσταση καί εἶναι ἀρεστός σέ ὅλους. Μέ τούς
οἰκουμενιστές οἰκουμενιστής, μέ τούς ὀρθόδοξους ὀρθόδοξος, ἕνας ὑποκριτής δηλαδή. Δέν λέμε νά
χτυπᾶμε καί νά σκοτώνουμε, ὅποιον δέν εἶναι χριστιανός. Νἀ ἔχουμε εἰρηνική συνύπαρξη, ἀλλά
δέν ἐπιτρέπεται νά ἀδιαφοροῦμε γιά τή σωτηρία τους καί νά μήν τούς κηρύττουμε τόν Χριστό.
Ἀκόμη ἐκκοσμίκευση εἶναι ἡ ἄρνηση στόν ἁμαρτωλό καί ἡ ἀπολυτοποίηση τῆς ἠθικῆς.
Ἐπίσης εἶναι ἡ ἄρνηση τοῦ συνοδικοῦ συστήματος καί ἡ δημιουργία τοῦ παπικοῦ πνεύματος μέσα
στούς κόλπους τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τό παπικό πνεῦμα εἶναι τό τί θά πεῖ ὁ πρῶτος. Ἀντίθετα
στήν Ὀρθοδοξία δέν ἔχουμε πρῶτο καί Πάπα. Ὁ Πάπας εἶναι στήν αἵρεση, στόν παπισμό καί
ὑπέρκειται καί τῶν συνόδων. Ἄν δηλαδή μία σύνοδος ἀποφασίσει κάτι, ὁ Πάπας μπορεῖ νά μήν τό
δεχτεῖ καί τότε εἶναι ἄκυρη ἡ ἀπόφαση τῆς συνόδου. Στήν Ὀρθοδοξία δέν ἰσχύει αὐτό. Στήν
Ὀρθοδοξία ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἁπλῶς προεδρεύει καί ἔχει μία ψῆφο καί συναποφασίζει μέ τούς
ὑπολοίπους, πού καί αὐτοί ἔχουν ἀπό μία ψῆφο. Ἡ ἀπόφαση λαμβάνεται συνοδικά. Ἐκκοσμίκευση
εἶναι νά ψηφίζεις ὅ,τι ψηφίζει ὁ πρῶτος. Αὐτή εἶναι ἠ ἐκκοσμίκευση, ἡ ὑποταγή στόν κόσμο.
Ἡ κατάργηση τοῦ σεβασμοῦ στόν κλῆρο εἶναι πάλι ἐκκοσμίκευση. Ὅλη αὐτή ἡ κατηγορία πού
ὑπάρχει τόσο διάχυτη στούς ἀνθρώπους, μόλις πηγαίνει τό θέμα στήν Ἐκκλησία καί τούς παπάδες,
εἶναι ἐκκοσμίκευση. Κατηγοροῦν πολύ εὔκολα τούς ἄλλους, ἀντί να κατηγορήσουν πρῶτα τόν
ἑαυτό τους.
Ὑπάρχει ἀκόμα μία νοοτροπία τῶν κοσμικῶν ὅτι θά σώσουν τήν Ἐκκλησία καί ὅτι ἡ Ἐκκλησία
ἔχει ἀνάγκη ἀπό αὐτούς. Ἀντίθετα, ὅλοι ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἑμεῖς πρέπει νά
ἀλλάξουμε. Δέν πρέπει νά ἀλλάξει ἡ Ἐκκλησία καί νά γίνει κόσμος, ἀλλά ὁ κόσμος νά ἀλλάξει καί
νά γίνει Ἐκκλησία. Αὐτό εἶναι τό συμπέρασμά μας. Κι ἐμεῖς πού εἴμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία νά
ἐξετάζουμε ἄν ἀλλάζουμε πρῶτα ἐμεῖς ἤ ἄν θέλουμε νά ἀλλάξουμε τήν Ἐκκλησία καί ὅλους τούς
220
ἄλλους. Τόν ἑαυτό μας πρέπει πρῶτα νά ἀλλάξουμε κι ἄν τά καταφέρουμε, τότε ἀλλάζουμε πρός τό
καλύτερο καί ὅλη τήν Ἐκκλησία.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: Πάτερ, ὅσα εἴπατε ἐκφράζουν ἐμένα καί τήν καθημερινή ζωή μου. Ὅταν πηγαίνω νά φερθῶ
ὅπως πρέπει, γυρνώντας τήν πλάτη μου στή δουλειά, μέ κοροϊδεύουν, μέ περνᾶνε γιά τρελή.Ἐγώ
πάντως, πατέρα, περιφρονοῦμαι ἀπό ὅλους. Καί ἀπό τούς συγγενεῖς καί ἀπό τούς συνεργάτες. Ἐδῶ
βέβαια (στό μοναστήρι, στίς συνάξεις) εἶναι διαφορετικά.
– Ἀπ. : Αὐτή εἶναι ἡ μωρία τοῦ Σταυροῦ. Γιά τούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου, ὁ Χριστός εἶναι μία
μωρία, μία ἀνοησία. Καί ὁ Χριστιανός εἶναι μία ἀνοησία.
Μᾶς τό ἔχει πεῖ ὁ Κύριος ξεκάθαρα: «ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοί αὐτοῦ» (Ματθ. 10,36), ὅτι
οἱ πρῶτοι πού θά σέ καταδιώξουν εἶναι οἱ δικοί σου ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ὑποτίθεται ὅτι εἶναι τοῦ
Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά στήν πράξη δέν εἶναι, ὑπάρχει αὐτή ἡ ἐκκοσμίκευση, αὐτό τό θολό
καί χλιαρό πνεῦμα. Θυμᾶστε πού λέει στήν Ἀποκάλυψη «ἔπρεπε νά εἶσαι ἤ ψυχρός ἤ θερμός.
Ἐπειδή εἶσαι χλιαρός, μέλλω σε ἐμέσαι» (Ἀποκ. 3,16), θά σέ κάνω ἐμετό. Δέν ἀρέσει στόν Χριστό
ἡ χλιαρότητα. Δέν Τοῦ ἀρέσει.
Ἄν σήμερα -ἄς ποῦμε- δέν μποροῦμε νά ἀντισταθοῦμε σέ μία εἰρωνία, μᾶλλον νά ὑπομείνουμε μία
εἰρωνία, αὔριο πῶς θά ἀντισταθοῦμε στόν ἀντίχριστο, πού θᾶ μᾶς πεῖ «ἤ ψωμί ἤ χάραγμα». Τί θά
κάνεις τότε; Θά σκεφτεῖς νά πάρεις τό χάραγμα γιά νά δώσεις στά παιδιά σου νά φᾶνε; Δέν πρέπει
νά τό πάρεις. Ἄν ὅμως δέν ἔχεις πάρει τήν ἀπόφαση νά ὑπομείνεις τό ἐλάχιστο, τήν παραμικρή
εἰρωνία καί ἀπομόνωση πού θά σοῦ κάνουν, πῶς θά ὑπομείνεις τό πιό μεγάλο; Πῶς θά γίνεις
μάρτυρας; Ὁ Κύριος τό εἶπε ὅτι τούς πραγματικούς Χριστιανούς θά τούς κάνουν ἀποσυνάγωγους,
θά τούς ἀπομονώσουν, θά τούς περιθωριοποιήσουν. Ἔ, καί λοιπόν; Καί τόν Χριστό τόν εἶχαν βάλει
στό περιθώριο τοῦ περιθωρίου. Νά μποῦμε στό περιθώριο γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε τό λέει
καί στήν Ἀποκάλυψη ὅτι ἡ Ἐκκλησία, οἱ Χριστιανοί θά πᾶνε στήν ἔρημο στά ἔσχατα.
– Ἐρ. : Πάτερ, τόσα χρόνια πού προσπαθῶ νά εἶμαι κοντά στόν Χριστό, δέν μπορῶ νά ἀπαντήσω
σέ κάποιον ὁ ὁποῖος εἶναι μορφωμένος καί ἔχει θέσεις ἔναντι τῆς Ἐκκλησίας. Πρόσφατα μέ πῆρε
μία γνωστή μου τηλέφωνο καί μέ ρώτησε «Γράφει κάπου μέσα στό Εὐαγγέλιο ὅτι δέν πρέπει νά
ὁρκιζόμαστε;» Ἐγώ ἀμέσως εἶπα ναί, ἀλλά δέν εἶχα τήν εὐστροφία καί τήν ἐτοιμότητα νά τῆς
ἀπαντήσω μέ ἐπιχειρήματα. Νομίζω κάποιες φορές εἶναι καλύτερα νά σιωποῦμε.
– Ἀπ. : Μποροῦμε ὅμως νά ἀπαντᾶμε μέ τήν ζωή μας. Ἄν δηλαδή μποῦμε στή διαδικασία νά
καθαριστοῦμε καί νά φροντιστοῦμε, αὐτό εἶναι τό καλύτερο κήρυγμα γιά τόν κόσμο. Ἄν γεμίσουμε
μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα πού ἔχουμε μέσα μας καί ἀνάψουμε καί ἀναζωπυρώσουμε αὐτήν τήν φωτιά,
μετά θά μιλάει ὅλη μας ἡ ὕπαρξη καί ἄς μή λέμε τίποτα μέ τά λόγια μας. Αὐτά τά λόγια πού θά
χρειαστεῖ νά ποῦμε θά μᾶς τά ἐμπνεύσει τό Ἅγιο Πνεῦμα πού θά εἶναι ἐνεργό μέσα μας καί θά τούς
ἀποστομώνουμε.
Γιατί ὁ Κύριος λέει «θά σᾶς πᾶνε σέ δικαστήρια καί δέν χρειάζεται νά προμελετᾶτε τί θά πεῖτε.
Ἐγώ θά σᾶς δώσω λόγο» (Ματθ. 10,19), πού θά σφραγίσει τό στόμα αὐτῶν πού ἀντιλέγουν, τῶν
ἀθέων, καί δέν θά μποροῦν νά ποῦν τίποτα. Πῶς ὅμως θά μᾶς δώσει λόγο, ἄν ἐμεῖς Τόν ἔχουμε
ἀπενεργοποιημένο μέσα μας; Τελικά, δέν φταῖνε οἱ ἄλλοι, οὔτε τό ὅτι ἐμεῖς δέν ἔχουμε διαβάσει.
Φταῖει τό ὅτι ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἐργαστεῖ μέσα μας, ὥστε νά ἔχουμε ἐνεργό αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα
πού θά μᾶς φωτίζει κάθε στιγμή πού θά πρέπει νά ποῦμε κάτι, ἄν χρειάζεται.
Ἡ ὅλη μας στάση καί τό φῶς πού θά ἐκπέμπουμε, θά τούς προβληματίσει. Γιατί ἑλκύστηκε ὅλος ὁ
κόσμος στόν Χριστό μέ τούς πρώτους Χριστιανούς; Γιατί οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ἦταν ὅλοι
ἡσυχαστές, ἀσκητές, ζοῦσαν τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἦταν Ἅγιοι. Ὅλοι εἶχαν μέσα τους ἐνεργό
τό Ἅγιο Πνεῦμα καί τό ἄκουγαν, προσεύχονταν, ἔλεγαν «Κύριε Ἱησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Πόσοι
ἀπό τούς σημερινούς Χριστιανούς ἔχουν ἔρθει σέ αὐτήν τήν κατάσταση; Ἐλαχιστότατοι. Γι’ αὐτό
221
πάσχουμε. Ἀπό ἐμᾶς πρέπει νά ξεκινήσουμε καί μετά θά διορθωθεῖ καί ὁ περίγυρος. Πρέπει νά
μποῦμε στή διαδικασία τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ.
Τό ξανατονίζω ὅτι κορυφαῖο ἐργαλεῖο γιά νά φτάσουμε στήν κάθαρση εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη
προσευχή. Πρέπει νά σιωποῦμε, ὥστε νά μποροῦμε νά συγκεντρωνόμαστε μέσα μας καί ἐκεῖ χωρίς
κανέναν ἄλλον λογισμό, νά προσευχόμαστε στόν Χριστό νά μᾶς ἐλεήσει. Αὐτή εἶναι ἠ θεραπευτική
προσπάθεια. Συγχρόνως νά κάνουμε ὑπακοή στόν Θεό, γιατί δέν ἀρκεῖ νά λέμε συνέχεια «Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με» καί ἀπό τήν ἄλλη νά μήν τηροῦμε αὐτά πού λέει. Θά τηροῦμε ὅσα λέει ὁ
Χριστός καί θά κάνουμε καί ἀδιάλειπτη προσευχή. Τότε θά γίνει μέσα μας αὐτή ἡ ἀναζωπύρωση.
Θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα γιά νά τό καταλάβετε. Ἦταν μία Ὀρθόδοξη κοπέλα πού παρασύρθηκε
καί πῆγε στούς γκουρού. Ἐκεῖ τῆς δίδαξαν τόν διαλογισμό. Διαλογισμός εἶναι μία ἰνδουιστική
μέθοδος πού ὁ ἄνθρωπος ἀδειάζει ἀπό λογισμούς. Λένε συνέχεια μία φράση καί ἔτσι δέν μένει
τίποτα μέσα στόν νοῦ τους. Ἔφτασε αὐτή λοιπόν ἡ κοπέλα νά δεῖ τήν ψυχή της. Μέσα στήν ψυχή
της ἔβλεπε ἕνα Ἐκκλησάκι. Ὅταν πῆγε στόν γκουρού τῆς εἶπε νά πάει σέ ἕναν ὀρθόδοξο
Ἰερομόναχο νά τῆς ἐξηγήσει τί εἶναι αὐτό πού βλέπει. Ὁ Ἰερομόναχος τῆς εἶπε ὅτι αὐτό πού βλέπει
εἶναι ἡ χάρις τοῦ Βαπτίσματος. Ἡ κοπέλα ἦταν βαπτισμένη καί εἶχε τήν χάρη πού πῆρε στό
βάπτισμα, ἡ ὁποία ἦταν ἀνενεργός. Τότε τῆς ἐξήγησε τί νά κάνει γιά νά τήν ἐνεργοποιήσει καί ὅταν
τό ἔκανε ἔγινε μία φωτιά, ὅλη Φῶς.
Αὐτό πρέπει νά κάνουμε ὅλοι μας. Νά ἐνεργοποιήσουμε αὐτό τό Ἐκκλησάκι καί νά τό κάνουμε μία
μεγάλη Ἐκκλησία πού θά μᾶς στεγάσει. Νά γίνουμε ναός τοῦ Θεοῦ(Α΄Κορ. 3,16), ὅπως λέει καί ὁ
Ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ ὅλος ἄνθρωπος, τό σῶμα καί ἡ ψυχή μας νά γίνει ναός. Μέσα σέ αὐτήν τήν
Ἐκκλησία νά λατρεύουμε τόν Θεό μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Αὐτός εἶναι ὁ σωστός Χριστιανός,
τό πραγματικό μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐμεῖς ἔχουμε πάρει τή δυνατότητα, ἐπειδή εἴμαστε
βαπτισμένοι, ἀλλά δέν τήν ἔχουμε ἐνεργοποιήσει. Ἄς ἐνεργοποιήσουμε αὐτή τή δωρεά τοῦ Θεοῦ
καί στή συνέχεια θά μᾶς φωτίσει ὁ Θεός τί νά λέμε.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
222
Ὑποκρισία
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν εὐχή τοῦ Σεβασμιοτάτου καί τίς εὐχές τῶν Πατέρων πού εἶναι ἐδῶ, θά
προσπαθήσουμε νά προσεγγίσουμε λίγο αὐτό τό τεράστιο θέμα -οὐσιαστικά τό μεγάλο ἁμάρτηματό θέμα τῆς ὑποκρισίας.
Ἐπειδή μᾶς ἀρέσουν τά γεγονότα, θά ἀρχίσω μέ ἕνα γράμμα, τό ὁποῖο γράφει ἕνας δεκαεφτάχρονος
στόν Χριστό.
«Ἰησοῦ Χριστέ, εἶμαι ἕνα ἁπλό παιδί, ἄν καί ἔκλεισα τά δεκαεφτά μου. Εἶναι ἡ ἡλικία τῆς
ἐφηβείας, ἀλλά δέ θέλω καί δέ μπορῶ νά τή σκέφτομαι. Δυσκολεύομαι. Σοῦ γράφω κάποιες
σκέψεις. Ὁ κόσμος δέ μοῦ λέει σχεδόν τίποτα γιά Σένα. Δέ Σέ γνωρίζει. Καί οὔτε πού θέλει νά Σέ
γνωρίσει. Οὔτε τουλάχιστον τό ὄνομά Σου δέν προφέρουν οἱ ἄνθρωποι πού βρίσκονται γύρω μου.
Πολλοί ἀπ’ αὐτούς πού μέ περιτριγυρίζουν ὑποφέρουν ἀπό ἐγωισμό, ἀπό ὑποκρισία, ἀπό μίσος. Δέ
θέλουν νά Σέ βροῦν, νά Σέ αἰσθανθοῦν, νά Σέ συναντήσουν. Ὅταν τούς ρωτάω κάτι γιά Σένα, μοῦ
γελοῦν εἰρωνικά καί μέ κοιτάζουν μέ περιφρόνηση. Δέν ἔχουν χρόνο γιά Σένα. Ἴσως δέν πιστεύουν
σέ Σένα. Εἶναι ἀπασχολημένοι μέ τά προβλήματά τους, τά τόσο μικρά, τά τόσο πρόσκαιρα, τά τόσο
ποταπά».
Νομίζω ὅλοι συμφωνοῦμεὅτικάνει πολύ καλή περιγραφή τῆς σύγχρονης κοινωνίας.
«Καί μέ πονάει τό ὅτι πάντοτε φαίνονται χαρούμενοι». Φαίνονται χαρούμενοι! «Καί εὐτυχισμένοι.
Τό χαμόγελο ἐμφανίζεται στά χείλη τους. Φαίνονται νά ζοῦν τή ζωή τους. Ἐγώ ὅμως δέ μπορῶ νά
αἰσθανθῶ ἔτσι». Γιατί ἄραγε! «Ἴσως ξέρεις πόσο συχνά μέ βαρύνει ἡ λύπη, ἡ ἀδυναμία, ἡ μοναξιά.
Ἴσως θά ἤθελα νά εἶμαι σάν κι αὐτούς. Ἀλλά κάτι ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μέ σταματάει. Συχνά
αἰσθάνομαι ἐγκαταλελειμμένος ἀνάμεσά τους. Αἰσθάνομαι σάν ἕνα νησί λύπης καί πόνου στό μέσο
ἑνός ‘ὠκεανοῦ εὐτυχίας’».
Θέλει νά πεῖ τό παιδί ὄτι οἱ ἄνθρωποι δέν εἶναι εὐτυχισμένοι, ἀλλά προσποιοῦνται τόν εὐτυχισμένο
καί μάλιστα δείχνουν ὅτι πλέουν σέ πελάγη εὐτυχίας. Καί ἀναρωτιέται: «Γιατί αὐτοί μποροῦν νά
εἶναι εὐτυχισμένοι καί ἐγώ ὄχι; Ποιός κάνει λάθος Χριστέ; Αὐτοί ἤ ἐγώ; Ὅλοι μοῦ ζητοῦν, σχεδόν
μέ ὑποχρεώνουν νά εἶμαι σάν αὐτούς».
Ὅποιος ξεχωρίζει ἀπό τή μάζα εἶναι ἀποδιοπομπαῖος κατά κανόνα. Τό δόγμα ‘δέν πρέπει νά
ξεχωρίζουμε’, δέν ταιριάζει σέ Χριστιανό. Γιατί, ὅταν κανείς κάνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ -ἔλεγε ἕνας
Γέροντας- εἶναι σάν τή μύγα μέσα στό γάλα. Τό γάλα εἶναι ὅλος ὁ κόσμος καί ἡ μύγα ὁ
Χριστιανός. Αὐτό τό παιδί θέλει νά γνωρίσει τόν Χριστό, ἀλλά βλέπει τήν τεράστια ὑποκρισία
γύρω του. Ὅλοι προσποιοῦνται τόν εὐτυχισμένο. Φοροῦν μία μάσκα εὐτυχισμένου ἀνθρώπου, ἀλλά
τό παιδί αἰσθάνεται τήν ὑποκρισία.
«Τρέφομαι μέ δάκρυα καί πάλι μέ δάκρυα. Δέ μπορῶ νά κλάψω μπροστά στούς φίλους μου. Ξέρεις
καλά ὅτι κοντά τους προσπαθῶ νά χαμογελῶ καί νά φαίνομαι εὐτυχισμένος». Γιατί ἔτσι ἐπιβάλλει
τό κοινωνικό σύνολο. Ἀλλιῶς θά θεωρηθεῖς ἀπροσάρμοστος καί ψυχολογικά διαταραγμένος.
«Ἄν κάποια μέρα δέν καταφέρω νά ὑποκριθῶ τόν εὐτυχισμένο καί ἡ λύπη μοῦ πιέζει ὅλη τήν
ὕπαρξη, κανείς δέ μέ ρωτάει τί ἔχω». Οὐσιαστικά δέν ὑπάρχει ἀγάπη καί ἐνδιαφέρον ἀπό κανέναν
γιά κανέναν. Ἐπικρατεῖ μιά ἀπέραντη μοναξιά.
«Μοῦ εἶναι εὔκολο νά Σοῦ γράψω ὅτι ὁ κόσμος γύρω μου εἶναι ἐγωιστής, ψεύτης καί
διεστραμμένος. Μέ πληγώνει ἡ ἀδιαφορία τους, μέ πληγώνει ἡ κακία καί ἡ ὑποκρισία τους. Ἔγινα
στόχος εἰρωνιῶν τῶν γύρω μου. Ἐάν μιλοῦσα βρώμικα καί ζοῦσα μιά ζωή πρόστυχη, κανείς δέ θά
γελοῦσε μαζί μου. Δέ θά ἔβλεπαν κάτι διαφορετικό. Θά μέ θεωροῦσαν δικό τους. Ὡστόσο ἐγώ δέ
θέλω νά φτάσω νά γίνω αὐτό πού τώρα μέ ἀηδιάζει». Δηλαδή ἕνας ὑποκριτής. Νά ὑποκριθῶ ὅτι
223
εἶμαι ἕνας εὐτυχισμένος. Ἀφοῦ δέν εἶμαι.
«Πολλοί γύρω μου δέν πιστεύουν σέ Σένα. Πολλοί ὁρκίζονται ὅτι εἶδαν ἐξωγήινους καί ὅτι θά
ἤθελαν πολύ νά ὑπάρχουν. Ἀλλά Ἐσένα, δέ Σέ δέχονται. Πιστεύουν σέ χαμένους πολιτισμούς,
ἀλλά γιά Σένα δέ θέλουν ν’ ἀκούσουν. Δέν ξέρω σέ ποιόν νά ἔχω ἐμπιστοσύνη». Αὐτό εἶναι τό πιό
τραγικό. Ἡ ὑποκρισία κάνει ὅλους νά μήν ἐμπιστεύονται κανέναν. Κανένας δέν ἐμπιστεύεται
κανέναν. Γιατί ἔχει γίνει ἡ ὑποκρισία τρόπος ζωῆς, γιά νά μήν πῶ ἐπιστήμη. Ἡ λεγόμενη πολιτική
ἐπιστήμη οὐσιαστικά εἶναι μιά ἐπιστήμη τῆς ὑποκρισίας.
«Μισῶ τήν ἁμαρτία. Ἀλλά μοῦ φαίνεται ἀδύνατο νά μήν κάνω λάθος. Δέν ξέρω σέ ποιόν νά ἔχω
ἐμπιστοσύνη. Ποιός εἶναι στ’ ἀλήθεια φίλος μου; Ζῶ δεκαεφτά χρόνια σ’ αὐτή τή γῆ καί ἀκόμα δέν
ξέρω σέ ποιόν νά ἔχω ἐμπιστοσύνη. Συχνά προδώθηκα, συχνά πληγώθηκα. Ἀπό ποιόν; Ἀπό
ἐκείνους πού τό περίμενα λιγότερο, πού περίμενα μιά ἀληθινή στήριξη. Ὅταν πέφτω, αἰσθάνομαι
κατάθλιψη. Τότε καταλαβαίνω τί εἶναι κόλαση καί ὑπόσχομαι νά μήν ἐπαναλάβω τό ἴδιο λάθος.
Ἀλλά εἶμαι ἕνα παιδί, Κύριε Ἰησοῦ, καί εἶμαι ἀδύναμο. Εἶμαι μόνος σέ ἕνα κόσμο βρώμικο καί
ὑποκριτή».
– Τί εἶναι ὅμως ὑποκρισία;
Ὁ Κύριός μας στηλίτευσε τούς Φαρισαίους καί τούς ὑποκριτές. Δέ στηλίτευσε τούς ἀνήθικους,
τούς ἁμαρτωλούς, τίς πόρνες, οὔτε κάποιες ἄλλες ὁμάδες. Ἀλλά κατεξοχήν καί κυρίως στηλίτευσε
τούς ὑποκριτές.
Εἶχε πάει κάποτε σέ μία συναγωγή. Ὁ Κύριος τηροῦσε τόν νόμο. Δέν ἤθελε νά φαίνεται
παράνομος. Πήγαινε λοιπόν κι Αὐτός στή συναγωγή, ὅπως οἱ καλοί Χριστιανοί στίς μέρες μας πᾶνε
στήν Ἐκκλησία τήν Κυριακή. Ἐκεῖ ἔκανε ἕνα θαῦμα. Μιά γυναίκα συγκύπτουσα, δηλαδή
καμπούρα, πού ὑπέφερε πάρα πολύ γιά δεκαοχτώ ὁλόκληρα χρόνια, βρισκόταν κι αὐτή ἐκεῖ,
παρόλη τήν κατάστασή της. Παρόλη τήν ἀσθένεια καί τούς πόνους της, πήγαινε κι αὐτή στή
συναγωγή. Ὁ Χριστός μας πού τήν εἶδε ἔτσι καί εἶδε ὅτι εἶχε πίστη, τή θεράπευσε. Ἀλλά ἦταν
Σάββατο.
Οἱ Ἑβραῖοι, ὅπως γνωρίζουμε ἀκολουθοῦσαν τόν νόμο τοῦ Μωϋσέως, πού ἔλεγε ὅτι δέν πρέπει νά
ἐργάζονται τό Σάββατο. Βέβαια εἶχαν διάφορα ‘τρίκ’ γιά νά παρακάμπτουν τόν νόμο νά κάνουν τίς
δουλειές τους μέσα ἀπό διάφορους τύπους. Ὅταν ὅμως ὁ Κύριος θεράπευσε αὐτή τή γυναίκα, ὁ
ἀρχισυνάγωγος ἀγανάκτησε, γιατί τήν θεράπευσε τό Σάββατο κι ἔλεγε στόν ὄχλο: «ἕξι μέρες
ὑπάρχουν γιά νά ἔρχεστε καί νά θεραπεύστε καί αὐτές πρέπει νά ἐργαζόμαστε» (Λουκ. 13,14). Λές
καί ἡ θεραπεία, τό θαῦμα πού ἔκανε ὁ Χριστός ἦταν κι αὐτό ἐργασία. Ἀλλά ποιό ἦταν τό ὑπόβαθρο
τῆς δήλωσης; Ἦταν ὁ φθόνος, ἡ ζήλεια καί ὑποκρινόταν τόν θιγμένο. Ὑποκρινόταν τόν
ὑπερασπιστή τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά οὐσιαστικά ἔβγαζε τό μίσος του καί προσπαθοῦσε νά πληγώσει τόν
Χριστό. Νά Τόν ἐμφανίσει στόν λαό ὡς παράνομο. Ὅτι δέν τηροῦσε τόν νόμο τοῦ Μωϋσέως.
– Πῶς τοῦ ἀπάντησε ὁ Κύριος;
«Ὑποκριτά». Κατευθείαν. Ὄχι Κύριε, σᾶς παρακαλῶ, μήν τά λέτε αὐτά τά πράγματα. Τόν
χαρακτηρίζει. «Ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τόν βοῦν αὐτοῦ ἤ τόν ὄνον ἀπό τῆς φάτνης καί
ἀπαγαγών ποτίζει;» (Λουκ. 13,15). Καθένας ἀπό σᾶς τό Σάββατο δέν κάνει αὐτή τή στοιχειώδη
ἐργασία, νά πάρει τό ζῶο του ἀπό τό παχνί καί νά τό πάει στήν ποτίστρα νά τό ποτίσει;
«Ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραάμ οὖσαν, ἥν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδού δέκα καί ὀκτώ ἔτη, οὐκ ἔδει
λυθῆναι ἀπό τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου;» (Λουκ. 13,16). Αὐτή πού εἶναι θυγατέρα
τοῦ Ἀβραάμ, παιδί τοῦ Θεοῦ, ὄχι ζῶο, ἄνθρωπος, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, δέν ἔπρεπε αὐτή τήν ἡμέρα τοῦ
Σαββάτου νά τή λύσω, νά τή θεραπεύσω, νά τήν ἀπαλλάξω ἀπ’ αὐτό τό βάσανο πού εἶχε δεκαοκτώ
ὁλόκληρα χρόνια; Ἐσύ νοιάζεσαι γιά τό ζῶο σου πού διψάει καί καλά κάνεις. Γιά τόν ἄνθρωπο; Νά
μία τεράστια ὑποκρισία!
Παίρνω ἀφορμή τώρα καί κάνω μιά παρέκβαση. Δεῖτε τή δική μας ὑποκρισία:
224
– Πόσα παιδιά σκοτώνονται κάθε χρόνο στήν Ἑλλάδα ἀπό τίς ἐκτρώσεις;
Μερικοί μιλᾶνε γιά 300.000 ἤ γιά 500.000. Ἄν ὅμως ἕνα παιδάκι, τό καημένο, πνιγεῖ, γίνεται
ὁλόκληρος σάλος. Δέν λέω καί αὐτό νά τό ἀναφέρουμε. Ἀλλά γιά αὐτά τά παιδάκια γιατί δέν λέει
κανένας; Γιατί αὐτά τά παιδάκια ἔχουν καί πολύ χρῆμα ἀπό πίσω. Ἔχουν ἕνα ὁλόκληρο
ἐργοστάσιο, μιά ὁλόκληρη βιομηχανία πού ἐκμεταλλεύεται τά ἔμβρυα ἀπό τίς ἐκτρώσεις κ.λ.π.
κ.λ.π. Ἀλλά αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη μας ὑποκρισία. Καιγόμαστε γιά τό σαριδάκι καί ἀφήνουμε τό
δοκάρι..
Ἐνῶ τά ἔλεγε αὐτά, κατησχύνετο βεβαίως ὁ ὑποκριτής καί ὅλοι ἡ παρέα του, ἐνῶ ὁ λαός ἔχαιρε.
Λέει ἕνας σπουδαῖος ἑρμηνευτής, ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης: «Ἀκούσατε ποιά ὀνομασία ἔδωσε ὁ
Θεάνθρωπος στόν ἀρχισυνάγωγο. Ὑποκριτής. Ἀλλα ἦταν τά λόγια καί ἄλλος ἦταν ὁ σκοπός τῶν
λόγων του. Φαινομενικά τά λόγια ἦταν ἡ ὑπεράσπιση τοῦ νόμου, ἀλλά ὁ σκοπός του ἦταν νά
πληγώσει τόν Νομοδότη, Αὐτόν πού εἶχε δώσει τόν νόμο. Τόν εἶπε ὑποκριτή καί ἐθεάτρισε τήν
ὑποκρισία του. Τό ἁμάρτημα τῆς ὑποκρισίας, ἄλλοι μέν τό ὀνομάζουν φυσική ἐπιτηδειότητα», ὅτι
εἶναι ὑποτίθεται χάρισμα. «Ἄλλοι δέ, τέχνη ὠφέλιμη καί ἄλλοι ἀναγκαία οἰκονομία. Ἀλλά
οὐσιαστικά εἶναι ἕνα μέγα ἁμάρτημα καί πολλῶν καί ποικίλων καί μεγάλων ἁμαρτιῶν πρόξενος».
Ἡ ὑπόκρισις ἔχει ρίζα τήν πονηρία, τήν κακία καί καρπούς τό ψεῦδος, τήν ἀπάτη, τή δολιότητα,
τήν αἰσχροκέρδεια, τήν ἀτιμία τοῦ πλησίον καί τή βλάβη. Μερικοί πού τά ἀκοῦτε αὐτά τώρα, θά
νομίζετε ὅτι εἶναι παράξενα καί παράδοξα. Ὅμως ἄς ἀνοίξουμε τίς Θεῖες Γραφές νά δοῦμε τί λένε.
Ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος ἀπό φιλανθρωπία θέλει τά ἤθη τῶν ἀνθρώπων νά εἶναι τίμια, ὁ νοῦς τους
καθαρός καί ἡ ψυχή ἁγία, τί μᾶς προστάζει;
«Ἔστω δέ ὁ λόγος ὑμῶν ναί ναί, οὔ οὔ». Νά εἶναι ὁ λόγος σας, τό ναί ναί καί τό ὄχι ὄχι. «Τό δέ
περισσόν τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ ἐστιν» (Ματθ. 5,37). Τό περισσότερο ἀπό αὐτό εἶναι ἀπό τόν
πονηρό, ἀπό τόν κακό.
«Ἄνθρωπε, λέγει, τό ναί συλλογίζεται ὁ νοῦς σου; Τό ναί νά λέει καί τό στόμα σου. Τό ὄχι
συλλογίζεται ὁ νοῦς σου; Τό ὄχι νά λέει καί τό στόμα σου. Τό περισσότερο τοῦ ναί καί τοῦ οὔ,
δηλαδή οἱ ἀμφιλογίες, οἱ ἀμφισημεῖες (ἀμφισημεῖα θά πεῖ μία λέξη πού ἔχει διπλές σημασίες καί
μπερδεύει), τά διφορούμενα λόγια, ἡ ἐπιτετηδευμένη σκοτεινή ἀπόκριση» θολά πράγματα, «ὅλα
αὐτά εἶναι ἀπό τόν πονηρό. Ἐάν ἄλλο στοχάζεσαι καί ἄλλο λέγεις, ἐάν ὁ λόγος σου λέγει ναί καί τό
ἔργο σου οὔ», ὄχι, «ἤ τά πράγματα λένε ναί καί ὁ λόγος λέει οὔ, ὅλα αὐτά εἶναι γεννήματα τῆς
πονηρίας. Εἶναι ἐφευρήματα τοῦ διαβόλου. Εἶναι ἡ ὑπόκρισις, ὅπως μᾶς βεβαιώνει καί ὁ Ἅγιος
Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος, πού ἐπαναλαμβάνει τά ἴδια λόγια καί λέει «ἤτω δέ ὑμῶν τό ναί ναί, καί τό
οὔ οὔ, ἵνα μή εἰς ὑπόκρισιν πέσητε» (Ἰακ. 5,12), γιά νά μήν πέσετε στό ἁμάρτημα τῆς ὑποκρισίας.
Ὅταν ἄλλο συλλογίζεσαι καί ἄλλο λέγεις, ἄλλο μελετᾶς καί ἄλλο ὑπόσχεσαι, ἄλλο λέγεις καί ἄλλο
πράττεις, τότε πίπτεις στό ἁμάρτημα τῆς ὑποκρίσεως. Δηλαδή γίνεσαι ψεύστης, ἀπατεώνας καί
ἐπιβλαβής καί δόλιος».
Σήμερα αὐτό θεωρεῖται ἀρετή! Μεγάλη ἱκανότητα! Νά μπορεῖς νά ξεφεύγεις, νά ἑλίσσεσαι, νά
κάνεις σωστή πολιτική..
«Ἐάν στρέψεις τά ὄμματα στά ἔργα τοῦ ὑποκριτοῦ, βλέπεις αὐτόν νά κάνει ἐλεημοσύνη, νά εἶναι
προσευχόμενος, νά νηστεύει, νά ἐλέγχει καί τά παραμικρά σφάλματα τῶν ἄλλων, νά εἶναι ζηλωτής
τοῦ νόμου, νά διδάσκει ἀρετή καί ἁγιοσύνη. Βλέπεις, λέγω, καί ὁμιλία καί σχῆμα καί βάδισμα τοῦ
ὑποκριτοῦ καί ὅλα τά ἔργα του ντυμένα τό μόρφωμα τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἁγιότητας. Ἔτσι,
νομίζοντας ὅτι αὐτός κάνει αὐτά γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του, τόν
εὐλαβεῖσαι ὡς ἐνάρετο καί ἅγιο ἄνθρωπο». Αὐτό ἀκριβῶς ἔκαναν οἱ Φαρισαῖοι καί ὁ ἁπλός κόσμος
τούς θεωροῦσε περί πολλοῦ, ὅτι εἶναι ἅγιοι.
«Ἄν ἐξετάσεις ὅμως ἀκριβῶς τά περιστατικά πού συνοδεύουν τίς πράξεις αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου,
βλέπεις φανερά ὅτι αὐτός κάνοντας αὐτά, δέν ἔχει ἄλλο σκοπό παρά πῶς νά φανεῖ ἅγιος μπροστά
225
στούς ἀνθρώπους καί νά δοξαστεῖ ἀπ’ αὐτούς. Γι’ αὐτό καί εἶπε ὁ Χριστός μας: ‘πάντα τά ἔργα
αὐτῶν ποιοῦσι πρός τό θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις’ (Ματθ. 23,5)». Ἔχει μείνει καί σήμερα ὡς
ἔκφραση καί λέμε ‘τό κάνει πρός τό θεαθῆναι’. Εἶναι ἀπό τό Εὐαγγέλιο. Ὅλα τά ἔκαναν οἱ
Φαρισαῖοι γιά νά φανοῦν στούς ἀνθρώπους.
«Καί ἄν αὐτό μόνο, δηλαδή ἡ φιλοδοξία, ἦταν ὁ σκοπός τοῦ ὑποκριτοῦ, θά ἔβλαπτε, μπορούσαμε
νά ποῦμε, μόνο τόν ἑαυτό του. Αὐτός ὅμως ἔχει κι ἄλλο σκοπό κύριο καί καθαυτόν». Ποιόν; «Τή
φιλοκέρδεια. Τό νά κερδίσει χρήματα, νά κερδίσει ὕλη, ὑλικά πράγματα. Διά μέσου τέτοιων
δολερῶν καί ἀπατηλῶν τρόπων τῆς ὑποκρίσεως, ἐξαπατώντας ὁ ὑποκριτής τούς ἀνθρώπους,
κερδίζει τήν ὑπόληψη τῆς ἀρετῆς καί τῆς ἁγιότητος». Ξεγελάει τούς ἀνθρώπους ὅτι εἶναι ἐνάρετος.
«Καί ἔτσι γίνεται κύριος τῆς καρδιᾶς τους. Τότε ὁ λόγος του ἔχει ἰσχύ». Ἔχει δύναμη.
«Τότε ὁ κόσμος τρέχει πίσω του. Τότε προσπορίζεται, ὄχι μόνο τιμή καί εὐλάβεια καί προσκύνηση,
ἀλλά καί χρήματα καί κτήματα καί ὅλα ὅσα ἐπιθυμεῖ». Θυμηθεῖτε τί ἔλεγε ὁ Χριστός μας:
‘ὑποκριταί, κατεσθίετε τάς οἰκίας τῶν χηρῶν’ (Ματθ. 23,13). Ἔπαιρναν δηλαδή ἀπό τίς χῆρες τά
σπίτια μέ τέτοιους τρόπους. Ἔπειθαν ὅτι εἶναι μεγάλοι ἅγιοι, ὁ κόσμος τούς ἐμπιστευόταν καί
προσπόριζαν χρήματα καί κτήματα.
«Βλέπω μέ αὐτά, πάλαι μέν, τελεσθέντα ὑπό τῶν διδασκάλων τῆς ἀνομίας καί τῆς αἱρέσεως καί τῆς
ἀσεβείας». Εἶναι ἡ γλώσσα του παλιά, ἀλλά ὡραία. Δηλαδή λέει ὁ Ἱερομόναχος Νικηφόρος ὅτι καί
παλιά γινόταν αὐτό ἀπό τούς διδασκάλους τῆς ἀνομίας καί τῶν αἱρέσεων. Ἔπειθαν τόν λαό ὅτι
εἶναι ἅγιοι καί μέσα σέ μία θολωμένη ἀτμόσφαιρα, πού δημιουργοῦσαν μέ τά λόγια τους, τούς
παραπλανοῦσαν. Προσέξτε αὐτό γίνεται πάντα. Καί σήμερα οἱ αἱρετικοί, οἱ οἰκουμενιστές, οἱ
μεταπατερικοί λεγόμενοι -πού βρίζουν τούς ἅγιους Πατέρες- ἔχουν ἕναν τέτοιο λόγο θολωμένο καί
μέσα στή θολούρα πετᾶνε τό δηλητήριο. Ὁ κόσμος δέν καταλαβαίνει καί πολλά… Ἀλλά γιά νά μήν
καταλαβαίνουμε, λένε, θά ‘ναι καί σοφοί αὐτοί…
Ἔτσι καί παλιότερα καί σήμερα καί οἱ λεγόμενοι ‘γκουρού’, παραπλανοῦν πολύ κόσμο καί
κερδίζουν καί πάρα πολλά χρήματα. Λέγανε γιά κάποιον γκουρού πώς εἶχε, δέν ξέρω πόσες, ρόλς
ρόις. Ὁλόκληρο στόλο. Μέ τά χρήματα πού μάζευε ἀπό τούς ἀφελεῖς, οἱ ὁποῖοι τόν εἶχαν
θεοποιήσει.
«Μέ τό ὑποκριτικό ψεῦδος, μιμηθέντες καί σχηματισθέντες κατά τά ἀληθινά καί ἅγια πράγματα,
ἐκήρυξαν τόν ἑαυτό τους προφήτη καί ἀπεσταλμένο ἀπό τόν Θεό. Ὑποκρίθηκαν ὅτι μιλοῦν μέ
ἀγγέλους. Ἔπλασαν ὀπτασίες καί θαύματα, κατασκεύασαν νόμους, τάχα ὑπό Θεοῦ δοθέντα εἰς
αὐτούς». Ἐδῶ ὑπονοεῖ, ἀλλά δέ μπορεῖ νά τό πεῖ ξεκάθαρα, τούς μουσουλμάνους τό ἰσλάμ. Ὁ
Μωάμεθ παρουσιάστηκε ὡς προφήτης καί εἶπε ὅλα αὐτά τά ψέματα καί ὅτι πῆρε τό κοράνιο ἀπό
τόν οὐρανό.. Ὅλα αὐτά εἶναι κατασκευές ὑποκρισίας γιά νά κερδίσει τόν κόσμο. Γι’ αὐτό λέει:
«νοεῖτε οἱ ἀκούοντες ποῦ ἀφορᾶ ὁ λόγος».
Ὁ Νικηφόρος Θεοτόκης ἔζησε ἀπό τό 1731 ὡς τό 1800, γιά νά καταλάβετε, αὐτά τά λόγια
λέγονται, δύο αἰῶνες καί κάτι πρίν. Ἀλλά θά δεῖτε ὅτι ἔχουν μιά ἐξαιρετική ἐπικαιρότητα, γιατί τά
πράγματα ἐπαναλαμβάνονται καί σήμερα.
«Τώρα λοιπόν βλέπουμε αὐτά», πού εἶπε προηγουμένως, «νά ἐνεργοῦνται ἀπό κάποιους ὑποκριτές,
οἱ ὁποῖοι παραπλανώντας μέ τήν ὑπόκριση τούς ἁπλουστέρους, τούς ἁρπάζουν τίς οἰκίες τους.
Ἀκοῦμε δέ τά ἴδια αὐτά κηρυττόμενα κατά τῶν ὑποκριτῶν ἀπό τόν Σωτήρα μας, ὁ Ὁποῖος
ταλανίζοντάς τους τί τούς εἶπε; ‘Οὐαί ὑμῖν, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τάς
οἰκίας τῶν χηρῶν καί προφάσει μακρά προσευχόμενοι· διά τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρῖμα’
(Ματθ. 23,13). Πρός τοῦτο βλέπουμε ὅτι τό θεομίσητο πράγμα καί ὄνομα τῆς ὑπόκρισης μετέβαλλε
ἡ πονηρία τῶν ἀνθρώπων σέ πράγμα περισπούδαστο καί τοῦ ἔδωσε κι ἕνα ὄνομα καλό. Ποιός
σήμερα δέ θέλει νά σπουδάσει τήν πολιτική»;
Σήμερα ἔχει λίγο ἀπαξιωθεῖ ἡ πολιτική, ἀλλά βλέπετε ἀκόμα ὁ λαός τρέχει πίσω ἀπό τούς
πολιτικούς. Ἔχει γίνει ἐπιστήμη ἡ πολιτική.
226
– Τί εἶναι οὐσιαστικά ἡ πολιτική;
Μιά ὑποκρισία.
«Ποιός δέ θέλει νά λογίζονται καί νά σκέφτονται καί νά τόν ὀνομάζουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωπο
πολιτικό»; Ὅτι ἔχει δηλαδή ἱκανότητες πολιτικές. Μπορεῖ νά ἑλίσσεται. «Σχεδόν κανένας. Τήν
πολιτική ὅλοι σχεδόν τή λογαριάζουν, τή θεωροῦν ὡς τέχνη ἀναγκαία καί ἐπιστήμη ὠφελιμότατη».
Λένε, γιά παράδειγμα, γιά τούς Τούρκους ὅτι ἔχουν πολύ καλούς πολιτικούς. Ξέρετε πῶς
ἐργάζονται οἱ πολιτικοί τους! Δίνοντας διαμάντια καί χρυσάφια. Δωροδοκοῦν δηλαδή γιά νά
περάσει αὐτό πού θέλουν στούς μεγάλους τῆς γῆς.
«Ἡ πολιτική πολιτεύεται στίς βασιλικές αὐλές». Σήμερα θά λέγαμε στά Κυβερνεῖα καί στίς Βουλές.
«Πολιτεύεται στά δικαστήρια, περπατεῖ στήν ἀγορά, εἰσέρχεται -ἀλλίμονο- καί μέσα στήν
Ἐκκλησία». Αὐτό εἶναι πού μᾶς ἀφορᾶ περισσότερο ἴσως. «Αὐτή ἐπαινεῖται καί θαυμάζεται.
Θεωρεῖται μεγάλη προκοπή καί μεγάλο ἔργο. Κι ὅμως δέν εἶναι τίποτα ἄλλο παρά ὑπόκρισις. Καί ὁ
πολιτικός τίποτα ἄλλο, παρά ὑποκριτής. Καί τά μέν πράγματα εἶναι τά ἴδια, τά ὀνόματα εἶναι
διαφορετικά. Γιατί τί ἄλλο εἶναι ὁ πολιτικός, παρά ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔχει ἄλλο στό στόμα καί ἄλλο
στήν καρδιά; Ἔρχεσαι σέ καιρό ἀνάγκης στόν πολιτικό, παρακαλώντας τον καί λέγοντας:
‘Εὐγενέστατε κύριέ μου, ἐπιστάτησόν με (πρόσεξέ με, βοήθησέ με) διά ἀγάπην Θεοῦ, στήν ἀνάγκη
μου βοήθησέ με παρακαλῶ σ’ αὐτόν μου τόν κίνδυνο’. ‘Ναί’, ἀποκρίνεται ἐκεῖνος, ‘μετά χαρᾶς’.
Καί λόγια γλυκά καί ὑποσχέσεις μεγάλες. Καί σύ ἀναχωρεῖς ἥσυχος καί ἀναπαύεσαι ἀμερίμνως».
Χωρίς φροντίδα. «Ἐλπίζοντας ὅτι αὐτός κατά τά λόγια καί τίς ὑποσχέσεις του φροντίζει γιά τήν
καλή ἔκβαση τῆς ὑπόθεσής σου. Κι αὐτός μέν οὐδεμία, οὔτε τήν παραμικρή φροντίδα δέν
ἀναλαμβάνει γι’ αὐτά. Καί ἡ ὑπόθεσή σου χειροτερεύει καί σύ τρυγᾶς τούς καρπούς τῆς βλάβης.
Ἐάν ὅταν ἦρθες παρακαλώντας τον, σοῦ ἔλεγε τήν ἀλήθεια, δηλαδή τό ‘δέν θέλω’ ἤ ‘δέν μπορῶ νά
ἐκπληρώσω τό ζήτημά σου’, ἐσύ τότε θά φρόντιζες καί θά ἔτρεχες ἀλλοῦ καί θά εἶχες μετέλθει
κάθε τρόπο καί τουλάχιστον, ἄν δέν ξέφευγες ὅλη τή δυσκολία, ἕνα μέρος τῆς ζημιᾶς θά τό
ξέφευγες. Ἐπειδή ὅμως αὐτός μέ τίς πολιτικές του», μέ τά λόγια του τά πολιτικά, «σέ ἀποκοίμισε
καί κατά κάποιο τρόπο σοῦ ἔδεσε τά χέρια, ἔπαθες τόσο μεγάλη βλάβη. Αὐτό λοιπόν διδάσκει ἡ
πολιτική τέχνη: τό ναί στό στόμα καί τό ὄχι στήν καρδιά ἤ τό ἀνάποδο. Αὐτό κάνει ὁ πολιτικός
ἄνθρωπος τό ναί διά τοῦ λόγου, τό οὔ διά τοῦ ἔργου ἤ τό ἀντίθετο. Τί εἶναι αὐτό ἄν δέν εἶναι
ὑπόκρισις γυμνή καί ψεῦδος καί ἀπάτη καί βλάβη τοῦ πλησίον»;
Αὐτό δέν ἰσχύει μόνο γιά τούς πολιτικούς πού ξέρουμε καί τούς βλέπουμε στήν τηλεόραση, ἀλλά
νά τό πάρουμε εὐρύτερα. Μιά ἐπιχείρηση λέει ‘ἔχω τήν πολιτική μου’. Ὁ σύζυγος γιά τή σύζυγο
‘ἔχω τήν πολιτική μου’ ἤ ἡ σύζυγος γιά τόν σύζυγο. Ἡ πολιτική εἶναι μιά μεγάλη ὑπόκριση. Εἶναι
ἁμάρτημα ἄλλα νά λές καί ἄλλα νά ‘χεις στόν νοῦ σου.
«Συναντᾶς τόν πολιτικό ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι κρυφός ἐχθρός σου. Αὐτός ἔχει τό μέλι στό στόμα
καί τό φαρμάκι στήν καρδιά. Σέ χαιρετίζει εὐθύς ὡς ἀγαπημένος». Λές καί βλέπει τόν πιό
ἀγαπημένο του φίλο. «Σέ γλυκοφιλεῖ, σοῦ λέει λόγια ὡραῖα, ἁπαλά ὑπέρ τό ἔλαιον», τό λάδι. Ὅπως
τό λέει στό Ψαλτήρι ‘ἡπαλύνθησαν οἱ λόγοι αὐτοῦ ὑπέρ ἔλαιον’ (Ψαλμ. 54,22). Τά λόγια του εἶναι
ἀκόμα πιό ἁπαλά κι ἀπό τό λάδι. «Ἀλλά αὐτά τά λόγια οὐσιαστικά εἶναι μαχαιρίδια πού σέ
πληγώνουν. Οἱ δέ ‘εἰσι βολίδες’(Ψαλμ. 54,22)». Τά λόγια αὐτά οὐσιαστικά εἶναι μαχαιριές. Γιατί,
ἄν πλανηθεῖς καί θεωρήσεις ὅτι αὐτός εἶναι φίλος σου καί τόν ἐμπιστευτεῖς καί τοῦ πεῖς τό μυστικό
σου καί τήν ὑπόθεσή σου, ἐκεῖνος τότε σέ ἐξαφανίζει. Αὐτό εἶναι λοιπόν αὐτό πού σήμερα καλοῦμε
‘πολιτική’ καί στήν οὐσία τέχνη διαβολική. Εἶναι δόλος καί ὑποκρισία καί προσπαθεῖ μέ κάθε
τρόπο ὑποκριτικό νά παραπλανήσει τόν πλησίον».
«Εἶναι τέχνη διαβολική γιατί ὁ πρῶτος πού τή βρῆκε», προσέξτε δέν εἶναι ἄνθρωπος, «εἶναι ὁ
διάβολος, ὁ ὁποῖος ντύθηκε τό σχῆμα τοῦ ὄφεως», τοῦ φιδιοῦ, «ὅπως οἱ πολιτικοί ντύνονται τό
σχῆμα τοῦ προστάτου καί τοῦ φίλου». Στό πανεπιστήμιο τούς λέγαμε ‘φοιτητοπατέρες’. Τό
παίζουν ‘πατέρες, ἀλλά δέν εἶναι. «Καί αὐτός πρῶτος, ἀντί τοῦ ναί, ‘θανάτω ἀποθανεῖσθε’ (Γεν.
227
2,17), ὅπως εἶπε ὁ Θεός, εἶπε τό οὔ». ‘Τί σᾶς εἶπε ὁ Θεός ὅτι θά πεθάνετε ἄν θά φᾶτε ἀπό αὐτό τό
δέντρο; Ὄχι’. «‘Οὔ θανάτω ἀποθανεῖσθε’». ‘Δέν θά πεθάνετε. Μήν ἀκοῦτε τί σᾶς λέει ὁ Θεός’.
Αὐτός πρῶτος ἐψεύσθη καί ἐξαπάτησε καί ἔβλαψε τό ἀνθρώπινο γένος, καθώς καί οἱ σήμερον
πολιτικοί λέγοντες ἀντί τοῦ ναί τό οὔ». Καί ἀντί τοῦ οὔ, τό ναί. «Ψεύδονται καί ἐξαπατοῦν καί
βλάπτουν καί καθ’ ἕκαστον ἀνά μέρος καί κοινῶς πόλεις καί χώρας καί λαούς».
Ἐπαναλαμβάνω μήν τό πάρουμε μονομερῶς, νά τό βάλουμε καί σέ μᾶς. Γιατί ὁ καθένας μας
δυστυχῶς ἔχει ἐπηρεαστεῖ ἀπό αὐτή τήν ὑποκρισία, γι’ αὐτό καί τό καημένο τό παιδί, πού
διαβάσαμε τήν ἐπιστολή του προηγουμένως, ἔλεγε ὅτι ζῶ σ’ ἕνα κόσμο, πού ἄλλο ζεῖ μέσα του καί
ἄλλο δείχνει. Φοράει μιά μάσκα εὐτυχίας καί μέσα του φυσικά ἔχει ἕνα ἀπέραντο κενό, ὅπως εἶχε
καί τό ἴδιο τό παιδί καί τό ὁμολογοῦσε. Ἀλλά οἱ ἄνθρωποι δέν ἔχουν τήν εἰλικρίνεια νά
φανερώσουν τό κενό τους καί καταστρέφονται οἱ ἴδιοι καί καταστρέφουν καί τούς γύρω τους.
Γιατί αὐτό τό μοντέλο τοῦ ‘καθώς πρέπει’, τό περνᾶνε καί στούς ἄλλους, σχεδόν μέ τή βία. Ἄν δέν
τό ἔχεις καί σύ υἱοθετήσει τό μοντέλο, εἶσαι κοινωνικά ἀπροσάρμοστος. Πρέπει νά πᾶς σέ
ψυχίατρο.
Ἤ ἅμα ἀρχίσεις νά πηγαίνεις λίγο στήν Ἐκκλησία, ὅπου ἀρχίζεις νά βρίσκεις λίγη παρηγοριά, θά
σοῦ ποῦνε μήπως κάτι δέν πάει καλά μέ τό μυαλό σου. Μήπως τρελάθηκες.
«Αὐτή τήν τέχνη δίδαξε πρῶτος ὁ παμπόνηρος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ διαβολική ὑπόκριση
ἔσβησε τήν ἀρετή, πού εἶναι τόσο ἀναγκαία γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς, ἀλλά καί γιά τή σύσταση
τοῦ κοσμικοῦ πολιτεύματος. Ἔσβησε τήν ἀγάπη καί ἄναψε τήν ὑποψία καί τήν ἀμφιβολία, ἀπό τά
ὁποῖα βλάστησαν στόν κόσμο ὅλα τά κακά».
Ξέρετε τί εἶπε κάποιος; ‘Οὔτε τήν γυναίκα μου δέν ἐμπιστεύομαι’. Ἀκοῦτε ὁμολογία; Τί ζωή κάνεις
μετά; Ἄν ἀμφιβάλλεις γιά τήν γυναίκα σου ἤ ἡ γυναίκα γιά τόν ἄνδρα. Ποιόν νά ἐμπιστευτεῖς μετά;
Αὐτό τό κακό ἔχει κάνει ἡ ὑποκρισία. Νά μήν ἐμπιστεύεται κανένας κανέναν. Ὅλοι νά
ὑποψιάζονται ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Μήπως πίσω ἀπό τό χαμόγελο καί τήν καλημέρα κρύβεται κάτι
κακό.
«Ὁ δεσπότης, ὁ κύριος διστάζει γιά τήν ἐμπιστοσύνη τοῦ δούλου του. Ὁ δοῦλος γιά τήν προστασία,
τήν ὁποία ὑπόσχεται σ’ αὐτόν ὁ δεσπότης του. Οἱ φίλοι ἀμφιβάλλουν γιά τή φαινομενική φιλία τῶν
φίλων. Ὁ ἀδελφός δέν ἐμπιστεύεται τόν ἀδελφό. Ὁ πατέρας ὑποπτεύεται τόν γιό καί ὁ γιός τόν
πατέρα. Ὁ ἄνδρας φοβᾶται γιά τήν τιμή, τήν ὁποία ὑπόσχεται ἡ γυναίκα του σ’ αὐτόν. Ἡ γυνή
ἀμφιβάλλει γιά τή σωφροσύνη τοῦ ἄνδρα της. Καί ὅπου κυριεύει ἡ ὑποψία καί ἡ ἀμφιβολία καί ὁ
φόβος, ἐκεῖ φυγαδεύεται ἡ ἀγάπη».
Τί ἀγάπη νά ὑπάρχει μετά στήν οἰκογένεια, σέ μιά ὁμάδα, στήν ἐνορία, σ’ ἕνα κοινωνικό σύνολο;
Ἔχει καταστραφεῖ ἡ ἀγάπη ἀφοῦ ὑπάρχει ἡ ἀμφιβολία καί ἡ ὑποψία, ἐπειδή ὑπάρχει ἡ ὑποκρισία.
Δυστυχῶς, αὐτό τό ἄκουσα ἀπό Δεσπότη, -συγχωρέστε με Πατέρες- λέει: ‘Ἔχω φρίξει μέ τήν
ὑποκρισία τῶν ἱερέων’. Γιά νά μή λέμε μόνο τοῦ κόσμου. Νά ποῦμε καί τά δικά μας. Μέ
συγχωρεῖτε. Θέλει πολύ προσοχή αὐτό τό θέμα, αὐτή ἡ ὑποκρισία. Ἔχει μπεῖ μέσα στό μεδούλι μας
καί μᾶς ἔχει διαβρώσει. Ἄλλο εἴμαστε καί ἄλλο φαινόμαστε.
«Ἐπειδή τό ναί δέν εἶναι ναί, ἀλλά ὄχι. Καί τό ὄχι δέν εἶναι ὄχι, ἀλλά ναί. Ἐπειδή καί ἡ ἀπό
στόματος ὁμολογία καί ἡ ἔγγραφη καί ἡ ἔνορκη ἀκόμα ὑπόσχεση, οὔτε ὁμολογία εἶναι, οὔτε
ὑπόσχεση, ἀλλά σχηματισμοί καί πλάσματα». Σοῦ λέει ‘δέν σέ πιστεύω, ὁρκίσου’. Ὁρκίζεται καί
ὁρκίζεται ψέματα. «Έπειδή ἔχεις χρεία φιλονικίας καί μάχης καί κριτηρίων γιά νά ἀποδείξεις τό ναί
ναί καί τό ὄχι ὄχι». Πρέπει νά γίνει ὁλόκληρη φασαρία γιά νά καταλάβεις -κι ἄν τό καταλάβεις
πάλι- ὅτι εἶναι ὄντως ναί τό ναί καί δέν εἶναι ὄχι.
«Ἐπειδή ὑποπτευόμαστε ὅτι τό ναί δέν εἶναι ναί καί τό ὄχι δέν εἶναι ὄχι, τότε πῶς μπορεῖ νά
ὑπάρχει ἀγάπη μεταξύ μας; Πῶς μπορεῖ νά ὑπάρχει ὁμόνοια στή συζυγία; Πῶς μπορεῖ νά ὑπάρχει
εἰρήνη μεταξύ τῶν συγγενῶν; Πῶς μπορεῖ νά ὑπάρχει ἀλήθεια στά δικαστήρια»;
228
Πρόσφατα τό ἔμαθα, δέν τό ἤξερα. Ἔξω ἀπό τά δικαστήρια ὑπάρχει καί μιά ὁμάδα ἀνθρώπων, οἱ
ὁποῖοι περιμένουν νά πληρωθοῦν καί νά πᾶνε νά ψευδομαρτυρήσουν. Τό ξέρετε αὐτό; Ὑπάρχουν
καί αὐτοί! Ἐπάγγελμα! Ἔχεις ἔτοιμο ψευδομάρτυρα, ἄν θέλεις. Τραγικό. Ἀλλά δείχνει πόσο
βασιλεύει ἡ ὑποκρισία κι ὁ ἄλλος δέν τό ‘χει σέ τίποτα νά βάλει καί τό χέρι του στό Εὐαγγέλιο καί
νά πεῖ ψέματα.
«Ποιά ἕνωση μπορεῖ νά ὑπάρχει στούς ἀνθρώπους; Ποῦ ὑπάρχει ἡ μία καρδιά; Ποῦ ὑπάρχει ἡ μία
ψυχή καί γνώμη; Ποῦ ὑπάρχει ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου καί τῆς ψυχῆς; Ὁ ἕνας ὑποπτεύεται τόν
ἄλλον. Ὁ ἕνας παραπλανάει τόν ἄλλον. Καί ὁ καθένας σπουδάζει μέ τήν περισσότερη ὑποκρισία νά
ἐξαπατήσει τούς ἄλλους». Ὁ πιό ὑποκριτής ἀπό τούς ὑποκριτές προσπαθεῖ νά κυριαρχήσει.
«Ἀλλα πῶς θά ζήσουμε λέτε σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ἐάν δέ χρησιμοποιήσουμε τήν πολιτική; Οὔτε θά
μπορέσουμε νά διοικήσουμε, οὔτε νά κάνουμε ἐμπόριο, οὔτε νά πετύχουμε στό σπίτι μας, οὔτε
κανένα ἄλλο ἔργο πάει καλά», ἅμα δέν χρησιμοποιήσουμε τήν ὑποκρισία. «Ἐσεῖς πού τά λέτε αὐτά
νομίζετε ὅτι ὁ φιλανθρωπότατος Θεός γι’ αὐτό ἐνομοθέτησε καί εἶπε: ‘ἔστω ὁ λόγος ὑμῶν ναί ναί,
οὔ οὔ’ (Ματθ. 5,37). Τό νομοθέτησε αὐτό γιά νά μᾶς βλάψει καί νά μᾶς κάνει δυστυχεῖς καί
ἄθλιους»;
Τέτοιος εἶναι ὁ Θεός; Γιατί ὅταν λές ἐσύ ὅτι δέν γίνεται νά ζήσεις ἄν δέν εἶσαι ὑποκριτής, τί κάνεις;
Λές ὅτι ὁ Θεός εἶναι κακός. Γιατί μᾶς ἔδωσε ἀκριβῶς τήν ἀντίθετη ἐντολή, νά λές αὐτό πού ἔχεις
καί στήν καρδιά σου. Ἔτσι βλασφημεῖς τόν Θεό, ὅταν λές ὅτι ἄν τηρήσω τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, θά
ἀποτύχω. Ἔτσι δέν εἶναι; Λές ὅτι ὁ Θεός δέν μᾶς ἀγαπάει.
«Ἀλλοίμονο τῆς παραλογίας καί τῆς βλασφημίας! Φεῦ! Μεγάλη ἀληθινά ἡ σκοτομήνη τοῦ
ἀνθρώπου». Ὁ σκοτισμός τοῦ ἀνθρώπου. Νά λέει τίς ἐντολές τοῦ Ζωοδότου ὅτι εἶναι
καταστροφικές. Ἀκοῦς καί σήμερα ἀνθρώπους νά λένε ‘δέν γίνεται σήμερα τό Εὐαγγέλιο, δέ
μπορεῖς νά ζήσεις μέ τό Εὐαγγέλιο, δέν πᾶς μπροστά μέ τό Εὐαγγέλιο’. Δέν πᾶς μπροστά, πᾶς
ψηλά! Πᾶς στόν Θεό μέ τό Εὐαγγέλιο καί μέ τόν Σταυρό. Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο. Γιατί ἡ ζωή μας
ἀδελφοί μου τελειώνει. Πολύ γρήγορα θά φύγουμε καί θά βρεθοῦμε μπροστά στό Κριτήριο. Καί τό
Κριτήριο θά ἔχει τούς νόμους τοῦ Θεοῦ ὡς ἄρθρα, μέ τά ὁποῖα θά κριθοῦμε.
«Ἐσεῖς πού τά λέτε αὐτά φυσικά οὔτε στόν Θεό πιστεύετε, οὔτε ἀκόμα καί στίς αἰσθήσεις σας δέν
πείθεσθε. Ἐσεῖς πού τά λέτε αὐτά καί βλέπετε καί ἀκοῦτε καί ψηλαφᾶτε, γιά νά πῶ ἔτσι, ὅτι ἐκεῖνος
ὁ ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου τό ναί εἶναι ναί καί τό ὄχι ὄχι, ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος πού ποτέ δέ λέει
ψέματα, οὔτε ἐξαπατᾶ, οὔτε δολιεύεται, οὔτε βλάπτει τόν πλησίον, ἀλλά λαλεῖ πάντοτε τήν
ἀλήθεια, μισεῖ τήν ἀπάτη, φεύγει τόν δόλο, ὠφελεῖ ὅσο μπορεῖ τόν καθένα καί ἰδιαιτέρως καί ὅλη
τήν κοινότητα, ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος, τόν ὁποῖο τιμᾶ καί ἐπαινεῖ καί εὐλαβεῖται καί ἐμπιστεύεται
ὅλος ὁ κόσμος, ἑκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὁ τίμιος καί σεβάσμιος καί ἐπαινετός καί ἀγαπημένος ἀπ’ ὅλο
τόν κόσμο, ἐκεῖνος καί διοικεῖ ἐκείνους πού εἶναι κάτω ἀπ’ αὐτόν ἄριστα καί προκόβει καί
κατευθύνει ὅλα τά ἔργα του στό ἀγαθό».
Αὐτόν τόν ἄνθρωπο ἐσύ τόν ἀπαξιώνεις. Ἀλλά στήν πράξη ἀκριβῶς αὐτό συμβαίνει. Ἐκεῖνοι πού
προοδεύουν εἶναι αὐτοί πού ἔχουν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ τελικά. Οἱ ὑποκριτές καί οἱ ψεῦτες μέχρι
ἕνα σημεῖο θά πᾶνε καί μετά θά χαθοῦν ὅλα. ‘Εἶδα τόν ἀσεβῆ ὑπερυψούμενον ὡς τάς κέδρους τοῦ
Λιβάνου (Ψαλμ. 36,35) καί μετά πέφτει, συντρίβεται. Ἐνῶ ὁ ταπεινός, πού φοβᾶται τόν λόγο τοῦ
Θεοῦ καί τηρεῖ τά προστάγματα τοῦ Θεοῦ, εὐδοκιμεῖ.
– Τί εἶναι λοιπόν ἡ ὑποκρισία;
Λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «Ὑποκρισία εἶναι ἄλλο νά ἔχεις στό μυαλό σου καί ἄλλο νά κάνεις».
Καταπληκτικός ὁρισμός. Ἁπλά πράγματα. Αὐτό εἶναι ὑποκρισία: ἄλλα ἔχεις στό μυαλό σου καί
ἄλλα κάνεις.
«Ὑποκρισία» ἐπίσης λέει ὁ ἅγιος Νεκτάριος «εἶναι κλοπή ὑπόληψης». Κλέβεις ὑπόληψη ἀπό τούς
ἄλλους πού δέ σοῦ ἀνήκει. Δέν εἶσαι τόσο καλός, ὅσο φαίνεσαι. «Εἶναι κακία μέ τό σχῆμα ἀρετῆς,
229
ὥστε ἄν ἡ ἀλήθεια εἶναι κάτι τό θεῖον, αὐτός πού δέν τήν ἔχει καί ἄλλος εἶναι ἐνῶ ἄλλος δείχνει
(ὅτι εἶναι), εἶναι ὑποκριτής καί προφανῶς ἐχθρός τοῦ Θεοῦ». Γιατί ἀντιστρατεύεται στήν ἀλήθεια.
Οὐσιαστικά ἀντιστρατεύεται στόν Χριστό. Γιατί ἡ Ἀλήθεια δέν εἶναι πράγμα, οὔτε ἰδέα, εἶναι ἕνα
πρόσωπο, «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀλήθεια» (Ἰωαν. 14,6). Ὅταν δέ λές τήν ἀλήθεια, ἀντιστρατεύεσαι στήν
Ἀλήθεια, στόν Χριστό. Γίνεσαι ἐχθρός τοῦ Θεοῦ. Βλέπετε πόσο βαρύ πράγμα εἶναι τό ψέμα καί ἡ
ὑποκρισία;
Λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος γιά τούς ὑποκριτές: «Ἀπό τήν εὐλάβεια περιμένεις τή δόξα; Ἄν
πράγματι εἶσαι εὐλαβής καί δέ σκέπτεσαι πονηρά ἀπό μέσα σου, νά χαίρεσαι ὄχι γιατί φαίνεσαι
εὐλαβής, ἀλλά γιατί εἶσαι. Ἄν πράγματι δέν ἐπιθυμεῖς τή δόξα τῶν πολλῶν, φρόντισε νά
καταλάβεις πώς δέ θά μᾶς κρίνουν αὐτοί κατά τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ἀλλά Αὐτός, ὀ ὁποῖος μέ
ἀκρίβεια γνωρίζει αὐτά πού τώρα δέ φαίνονται». Μπορεῖ τούς ἀνθρώπους νά τούς ξεγελάσεις μέ
τήν ὑποκρισία σου. Τόν Θεό δέ μπορεῖς νά Τόν ξεγελάσεις ποτέ. Ὁ Θεός θά εἶναι ὁ Κριτής σου, ὄχι
οἱ ἄνθρωποι.
«Ἄν συνειδητοποιεῖς τά ἁμαρτήματά σου, ἀλλά παρουσιάζεσαι στούς ἄλλους καθαρός, ὄχι μόνο
δέν πρέπει νά χαίρεσαι, ἀλλά νά πονᾶς καί νά στενάζεις πικρά σκεπτόμενος συνεχῶς τήν ἡμέρα
στήν ὁποία ὅλα θά ἀποκαλυφθοῦν». Γι’ αὐτό καί οἱ ἅγιοι Πατέρες δέν ἤθελαν τίς τιμές. Ὁ κόσμος
τούς τιμοῦσε, ἦταν ἅγιοι, προσπαθοῦσαν, ἀλλά δέν ἤθελαν τήν τιμή, γιατί εἶχαν ταπεινό φρόνημα.
Ἤξεραν πολύ καλά τόν ἑαυτό τους, ὅτι ἄν φύγει ἡ Χάρις, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θά μέ δεῖτε
ἐμένα πού μέ λέτε ἅγιο, νά τρέχω στά καταγώγια. Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μᾶς φυλάει. Βεβαίως καί ὁ
ἄνθρωπος πρέπει νά προσέχει, δέν ἀφηνόμαστε ‘μαγικά’ στή Χάρη, ἀλλά δέν εἶναι δικό μας τό
κατόρθωμα. Δικά μας εἶναι μόνο τά ἁμαρτήματα.
«Ἀπολαμβάνεις τιμή;» λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος. «Νά τήν ἀποκρούεις». Μήν τή δέχεσαι τήν τιμή.
«Γνωρίζοντας ὅτι αὐτή ἡ τιμή σέ καθιστᾶ ὀφειλέτη». Καί νά χαίρεσαι γι’ αὐτό, πού δέ δέχεσαι τήν
τιμή. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι τούς λές κάτι κολακευτικό -ὑπάρχουν πολλοί κόλακες- καί λένε
‘εὐχαριστῶ πολύ’. Τό δέχονται. Αὐτό εἶναι μεγάλη ζημιά. Ἡ τιμή ἀνήκει μόνο στόν Χριστό. “Ὅτι
σοι πρέπει πᾶσα δόξα, τιμή καί προσκύνησις…”. Πᾶσα δόξα, ὄλη ἡ δόξα ἀνήκει στόν Θεό.
– Ποιός εἶσαι ἐσύ πού θά κλέψεις τή δόξα τοῦ Θεοῦ;
Λέει καί ὁ Μέγας Βασίλειος γιά τόν ὑποκριτή: «Ὁ ὑποκριτής κρατάει τό μίσος στό βάθος τῆς
καρδιᾶς του ἐπιδεικνύοντας ἐπιφανειακή ἀγάπη κατά τόν ἴδιο τρόπο πού γίνεται μέ τούς ὑφάλους,
οἱ ὁποῖοι καλύπτονται μέ λίγο νερό, ἀλλά γίνονται ἀπρόοπτο δυστύχημα γι’ αὐτούς πού δέ
φυλάγονται». Ξέρετε ὁ ὕφαλος εἶναι βράχος μέσα στή θάλασσα πού φαίνεται πολύ λίγο. «Ἡ
ὑποκρισία εἶναι καρπός τοῦ φθόνου καί ἀπό αὐτήν προκύπτουν ὅλα τά κακά».
Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος λέει: «Θέλει νά καλεῖται ἅγιος καί νά προσκυνᾶται ἀπό ὅλους ὡς εὐλαβής»,
ὁ ὑποκριτής. Βλέπεις τήν ἐξωτερική του παρουσία καί νομίζεις ὅτι κάνει τά πάντα κατά Θεόν, ἀλλά
ἡ καρδιά του εἶναι γεμάτη ζήλεια, δόλο καί κάθε εἴδους κακό».
Καί ὁ ἅγιος Νεῖλος: «Χρησιμοποιεῖ ὁ ὑποκριτής τήν κατσουφιά σάν παραπέτασμα, πού μπορεῖ νά
κρύβει τήν ἐνυπάρχουσα θρασύτητα. Ἐνῶ εἶναι θρασύς μέσα του, ἀλαζόνας, ὑπερήφανος,
ἀδίστακτος, ἐμφανίζεται μέ σχῆμα ταπεινό». ‘Ἀφανίζετε τά πρόσωπά σας’ λέει ὁ Χριστός μας
στούς Φαρισαίους ‘γιά νά δείξετε στόν κόσμο ὅτι νηστεύετε’ (Ματθ. 6,16) καί δέ μπορεῖτε νά
πάρετε τά πόδια σας ἀπ’ τή νηστεία τάχατες, ‘ἀλλά μέσα σας εἶστε γεμάτοι βρωμιά’. «Καί τά αἴσχη
τῆς ψυχῆς του ὁ ὑποκριτής τά ἐπικαλύπτει μέ ξένα ἐνδύματα».
Καί ὁ Ἰώβ λέει: «Διδάσκει μέ τό στόμα καί τιμᾶ μέ τά χείλη, ἀλλά ἡ καρδιά ἀπέχει μακριά. Μάταια
διδάσκει διδασκαλίες ὠφέλιμες σέ ἄλλους. Τούς ξεγελάει ὅλους μέ πρόσχημα σεμνότητας.
Καί ἄλλος σοφός λέγει: «Κατά μέν τή φωνή καί τό πρόσωπο θεωρεῖται ἀρνί, τό δέ ἐσωτερικό του
σέ τίποτα δέ διαφέρει ἀπό τόν δράκο». ‘Προβατόσχημος λύκος’, τήν ἔχουμε ἀκούσει τήν ἔκφραση.
«Ὁ ὑποκριτής εἶναι ὁ πιό ἄδικος ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους, γιατί τό νά νομίζει κανείς ὅτι εἶναι
230
δίκαιος καί νά μήν εἶναι, θεωρεῖται ἐσχάτη ἀδικία».
Νά ποῦμε κι ἕνα περιστατικό λίγο νά ξεκουραστοῦμε. Νά δεῖτε ὅτι ἡ ὑποκρισία εἶναι ἕνα θέατρο.
Κάποιος μοναχός ἀπό τή Θηβαΐδα εἶχε λάβει ἀπό τό Θεό τό χάρισμα τῆς διακονίας καί τῆς ἀγάπης
καί μάλιστα νά μπορεῖ νά δίνει στόν καθένα, πού τοῦ ζητοῦσε βοήθεια, ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες
του. Κάποτε λοιπόν ἔδινε ἐλεημοσύνες σέ μιά κωμόπολη, μέ τό χάρισμα πού εἶχε, δηλαδή ἔβαζε τό
χέρι στό σακούλι καί ὅσα ἔπιανε τά ἔδινε. Ἦταν ἀκριβῶς ὅσα χρειαζόταν ἐκεῖνος πού τόν
παρακαλοῦσε γιά βοήθεια. Τόν πλησίασε λοιπόν ζητώντας ἐλεημοσύνη, αὐτόν τόν χαρισματούχο,
μιά γυναίκα ντυμένη παλιόρουχα, ρακένδυτη. Βλέποντάς την ἐκεῖνος νά φοράει παλιά, ἔβαλε τό
χέρι του στό σακούλι νά τῆς δώσει πολλά. Ὅμως τό χέρι του μαζεύτηκε καί ἔβγαλε λίγα. Δέν τόν
ἄφησε τό Ἅγιο Πνεῦμα νά δώσει πολλά.
Ἔπειτα ἦρθε μιά ἄλλη καλοντυμένη καί βλέποντας τό ντύσιμό της, ἔβαλε τό χέρι νά τῆς δώσει
λίγα. Σκέφτηκε αὐτή, μέ ὡραῖα ροῦχα δέ θά ἔχει πολύ ἀνάγκη. Ἀλλά αὐτό ἁπλώθηκε καί ἔβγαλε
πολλά. Ρώτησε τότε καί γιά τίς δύο καί ἔμαθε ὅτι ἡ καλοντυμένη ἦταν ἀπό πλούσια οἰκογένεια πού
φτώχυνε καί ἔβαλε τά ροῦχα αὐτά ἀπό ὑπόληψη. Φόρεσε ὅ,τι τῆς εἶχε μείνει. Ἐνῶ ἡ ἄλλη ἔβαλε
παλιά, γιά νά πάρει περισσότερα. Ἦταν ὑποκρίτρια, εἶχε χρήματα.
«Ὑποκριτής», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «εἶναι ἐκεῖνος πού ὑποκρίνεται ξένο πρόσωπο στό θέατρο».
Ὁ ὅρος ὑποκριτής στήν ἀρχαία ἑλληνική γλώσσα σημαίνει θεατρίνος. «Ἐνῶ εἶναι δοῦλος» καί στά
ἀρχαῖα χρόνια ὑπῆρχαν δοῦλοι, λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «πολλές φορές ὑποδύεται τό πρόσωπο τοῦ
κυρίου». Γίνεται ἀφέντης. «Καί ἐνῶ εἶναι κοινός πολίτης, ὑποδύεται τό πρόσωπο τοῦ βασιλιά».
Πῶς; Ἀλλάζοντας μάσκες. Στό ἀρχαῖο θέατρο ἕνας ἠθοποιός ἔπαιζε πολλούς ρόλους, ἀλλάζοντας
προσωπεῖα, μάσκες. Αὐτό γίνεται καί σήμερα. Οἱ ἄνθρωποι ἁπλῶς ἀλλάζουν μάσκες.
«Ἔτσι καί ἡ ζωή αὐτή. Οἱ πιό πολλοί παίζουν θέατρο. Σάν νά παίζουν στή σκηνή τῆς δικῆς τους
ζωῆς ἔχοντας ἄλλα στήν καρδιά καί ἐπιδεικνύοντας ἄλλα φανερά στούς ἀνθρώπους. Ἡ ὑποκρισία
εἶναι ψέμα».
Κοιτᾶξτε τί λέει ἕνας σπουδαῖος Πατέρας ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος: «Ὑπάρχουν τρεῖς διαφορές
ψεύδους». Τρεῖς καταστάσεις ψεύδους. «Ὑπάρχει αὐτός πού ψεύδεται κατά διάνοια». Στό μυαλό
του λέει ψέματα. «Ὑπάρχει αὐτός πού λέει ψέματα μέ τά λόγια καί ὑπάρχει κι αὐτός πού λέει
ψέματα μέ ὅλη του τή ζωή».
Ὁ πρῶτος τρόπος εἶναι νά ψεύδεται κανείς κατά διάνοια». Τί σημαίνει αὐτό; Νά ἔχει μέσα του
ὑπόνοιες, ὑποψίες. Ἡ γυναίκα γιά τόν ἄνδρα, ὑποψίες.. Ξέρετε τί βάσανο εἶναι αὐτό; Εἶναι
ἁμάρτημα αὐτό. Εἶναι ψέμα. Ἀλλά τό λές μέσα σου καί λές ‘δέ λέω ψέματα’. Λές ψέματα κατά
διάνοια. «Αὐτός πού ἔχει καχυποψίες, ἄν δεῖ κάποιον νά ὁμιλεῖ μέ ἕναν ἄλλο, ὑποπτεύεται πώς
μιλοῦν γι’ αὐτόν». Ἐκεῖ νά δεῖτε βάσανο! «Ἄν διακόψουν τήν ὁμιλία, ὑποψιάζεται πώς διέκοψαν
γι’ αὐτόν». Ὅτι τάχα τόν εἶδαν καί μαζεύτηκαν. «Ἡ καχυποψία, πού εἶναι μία μορφή ψεύδους, τόν
κάνει νά μή λέγει τίποτε τό ἀληθινό, ἀλλά νά κατασκευάζει ὅλο ὑποθέσεις». Ὁλόκληρος συρφετός
λογισμῶν. Πλῆθος λογισμῶν. «Τά ἀποτελέσματα τῆς περιπτώσεως αὐτῆς εἶναι περιέργειες,
κρυφακούσματα, καταλαλιές, κατακρίσεις καί μαλώματα». Καί φυσικά ἀπουσία ἀγάπης. Δέ μπορεῖ
νά ὑπάρξει ἀγάπη καί οἰκογένεια ὅταν ὑπάρχει αὐτό τό κατά διάνοια ψέμα.
«Ὁ δεύτερος τρόπος εἶναι νά ψευδόμαστε μέ τόν λόγο. Ἕνας πού εἶναι ψεύτης στά λόγια,
προσπαθεῖ νά δικαιολογήσει τίς ἁμαρτίες του, τά πάθη του ἤ προσπαθεῖ νά ἐπιτύχει τοῦ σκοποῦ του
μέ ψέματα. Τροποποιεῖ τίς εἰς βάρος του κατηγορίες μέ ψέματα. Λέγει ψέματα γιά νά ἐκπληρωθοῦν
οἱ ἐπιθυμίες του. Ψεύδεται γιά νά ἐντυπωσιάσει, νά ἀποφύγει πολλές καταστάσεις ἤ γιά νά κερδίσει
χρήματα καί ἀγαθά. Αὐτός πού λέει ψέματα στά λόγια του, φτάνει στό σημεῖο νά μήν τόν
πιστεύουν οἱ ἄλλοι, ἔστω καί ἄν λέγει ἀλήθεια». Στό σχολεῖο τό εἴχαμε μάθει αὐτό στό παραμύθι
μέ τό βοσκό πού κορόιδευε τούς χωριανούς του καί ἔλεγε ‘ἐλᾶτε βοηθῆστε, λύκος’ καί ὅταν πῆγε
πράγματι ὁ λύκος, δέν πῆγε κανένας. Ἔτσι τήν παθαίνει ὁ ψεῦτης. Εἶναι ἀναξιόπιστος.
«Ὁ τρίτος τρόπος εἶναι ὅταν ψεύδεται κάποιος μέ ὅλη του τή ζωή. Ἄλλη εἶναι ἡ πραγματική ζωή
231
πού κάνει καί ἄλλη δείχνει νά κάνει. Εἶναι ἄσωτος, ἀλλά ἐμφανίζεται ἐγκρατής. Εἶναι πλεονέκτης
καί ἐμφανίζεται ἐλεήμονας καί μιλᾶ μέ θέρμη γιά τήν ἐλεημοσύνη. Εἶναι ὑπερήφανος καί θαυμάζει
τήν ταπεινοφροσύνη. Προβάλλει τήν ἀρετή ἤ γιά νά σκεπάσει τόν ἑαυτό του ἤ γιά νά τόν
θαυμάζουν οἱ ἄλλοι. ‘Οὗτος οὐκ ἔστιν ἁπλοῦς ἄνθρωπος, ἀλλά διπλοῦς’». Διπλός ἄνθρωπος καί θά
τολμούσαμε νά ποῦμε καί πολλαπλός. «Εἶναι διπλοπρόσωπος» καί πολλαπλοπρόσωπος. «Ἡ
κατάσταση τῆς ὑποκρισίας συνδέεται στενά μέ τό ψεῦδος, καί μάλιστα μερικές φορές ἡ ὑποκρισία
καί τό ψεῦδος ταυτίζονται». Εἶναι τό ἴδιο πράγμα.
Εἶναι ἑπομένως ἡ ὑποκρισία ἕνα θέατρο καί ὁ ὑποκριτής ἕνας θεατρίνος. Εἶναι ἐπιτήδευση τῆς
ἀρετῆς καί τῆς εὐσεβοῦς ζωῆς. Ἡ ἀνυπαρξία ἐσωτερικῆς ζωῆς καί πραγματικῆς εὐσέβειας, ἡ ὁποία
ὅμως ἐκδηλώνεται ἐξωτερικά ὡς ὑπάρχουσα, ἐνῶ δέν ὑπάρχει πνευματική ζωή. Εἶναι ἕνα θέατρο
χειρίστης μορφῆς. Οἱ ὑποκριτές ὅ,τι κάνουν, τό κάνουν, ὅπως λέει ὁ Κύριος «ὅπως φανῶσι τοῖς
ἀνθρώποις» (Ματθ. 6,5). Εἶναι προσποίηση τῆς φιλίας. Κεκαλυμμένο μίσος σέ σχῆμα φιλίας.
Θυμηθεῖτε τόν Ἰούδα..
Ἔχθρα, πού ἐκδηλώνεται ὡς εὔνοια. Ἐνῶ κάποιος σέ ἐχθρεύεται, σέ μισεῖ, φέρεται μπροστά σου
σάν νά εἶναι ὁ καλύτερός σου φίλος. Μοῦ ἔλεγε κάποιος ὅτι εἶναι τόση ἡ ὑποκρισία στίς μέρες μας,
πού μπορεῖ κάποιος νά σέ σκοτώσει καί μετά νά ρθεῖ στήν κηδεία σου καί νά πεῖ τόν πιό
δακρύβρεχτο λόγο. Νά βγάλει καί λόγο γιά σένα καί νά κλαίει μέ μαῦρο δάκρυ. Τόση εἶναι ἡ
ὑποκρισία!
Ὑποκρισία εἶναι ὁ πλασματικός καί ὄχι ὁ πραγματικός βίος τῆς ἀρετῆς. Ἡ προσποίηση τῆς
δικαιοσύνης, ἡ ἀπάτη πού ἔχει τή μορφή ἀλήθειας. Οὐσιαστικά εἶναι ἡ ἁμαρτία πού γιά νά
κυκλοφορήσει ντύνεται ὡς ἀρετή. Ὅπως ὁ διάβολος παρουσιάζεται ὡς φιλάνθρωπος. Ἔτσι
παρουσιάστηκε στήν Εὔα καί τῆς εἶπε ‘Τί ἀκοῦς τόν Θεό; Τί γιά ὑπακοές μοῦ λές τώρα καί νά
περιμένεις… Ἐδῶ καί τώρα. Θά φᾶς αὐτό, πού ὁ Θεός εἶπε νά μή φᾶς, γιατί ὁ Θεός εἶναι ψεύτης’.
Βλέπετε αὐτό πού εἶναι ὁ ἴδιος τό λέει γιά τόν ἄλλον. Τό λέει γιά τόν Θεό. ‘Ἄν φᾶτε θά γίνετε σάν
κι Αὐτόν. Γι’ αὐτό σᾶς εἶπε ὁ Θεός νά μή φᾶτε’. Βλέπετε ψέμα, βλέπετε συκοφαντία; Βλέπετε
ὑποκρισία; Ἐνῶ ὁ ἴδιος εἶναι κακός, λέει τόν καλό Θεό, κακό. Αὐτό γίνεται καί στίς μέρες μας.
Πόσοι ἄνθρωποι δέ θέλουν νά ἀκούσουν κάν τό ὄνομα Χριστός; Ὅ,τιδήποτε ἄλλο μπορεῖς νά πεῖς,
ἐκτός ἀπό τή λέξη Χριστός.
Κάτι ἀκόμα. Ἡ ὑποκρισία εἶναι τό κύριο χαρακτηριστικό ἤ γιά νά τό ποῦμε πιό ἤπια, ἕνα ἀπό τά
κύρια χαρακτηριστικα τῆς κοσμικῆς ζωῆς. Θά διαβάσουμε πάλι ἕνα γράμμα, τό ὁποῖο γράφτηκε
περίπου διακόσια χρόνια πρίν, πρός τόν Ἅγιο Θεοφάνη τόν ἔγκλειστο ἀπό ἕναν νέο. Κοιτᾶξτε τί
γράφει αὐτός ὁ ἄνθρωπος. Γιά τήν ἐποχή του φυσικά, πρίν διακόσια χρόνια.
«Παρατηρῶ στόν περίγυρό μου πῶς καταναγκάζουν καί καταπιέζουν ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Κανένας
δέν ἔχει τή δική του βούληση. Κανένας δέν εἶναι ἐλεύθερος. Δέν τολμᾶς νά ντυθεῖς ὅπως θά ‘θελες,
νά φερθεῖς ὅπως θά ‘θελες, νά πεῖς ὅ,τι θά ‘θελες». Σήμερα τολμοῦν τά παιδιά νά ντυθοῦν
διαφορετικά; Μιά κοπέλα πού δέν φοράει παντελόνι θά τήν κοροϊδεύουν στό σχολεῖο καί
ὑποκρίνεται κι αὐτή ὅτι θέλει νά εἶναι μοντέρνα, ἐνῶ στό βάθος μπορεῖ νά θέλει νά εἶναι μέ τόν
Χριστό. Ἀλλά ντρέπεται. Ὑπάρχει τέτοια ἐξωτερική πίεση! Ἐδῶ ὅμως εἶναι ὁ ρόλος μας. Ἐδῶ εἶναι
πού θά δώσουμε ἐξετάσεις καί θά ἀποδείξουμε ὅτι θέλουμε νά εἴμαστε μέ τόν Χριστό, ὅ,τι κι ἄν
κοστίσει. Κι ἄς εἶσαι σάν τή μύγα μές στό γάλα. Ἐδῶ πρέπει νά ξεχωρίσει ὁ Χριστιανός. Ἀλλοῦ δέν
πρέπει νά ξεχωρίζεις. Ὅταν ἔχεις ἀρετή καί ξεχωρίζεις, νά ξεχωρίζεις. Τότε δέν σκανδαλίζεις.
– Πότε σκανδαλίζεις;
Ὅταν γίνεσαι ἕνα μέ τόν κόσμο, μέ τή μάζα, μέ τή μόδα, μ’ αύτό πού ἐπικρατεῖ, τό ὁποῖο εἶναι
ἁμαρτία. Τότε καί νά πηγαίνεις στήν Ἐκκλησία, θά ποῦν ‘νά ἕνας ὑποκριτής’. Πάει στήν Ἐκκλησία
καί εἶναι σάν καί μᾶς. Γιατί νά πάω στήν Ἐκκλησία; Τά νέα παιδιά αὐτό λένε. ‘Βλέπω καί σένα
μπαμπά καί μαμά, δέ φάγαμε ποτέ γλυκό ψωμί, τσακώνεστε ὅλη μέρα. Γιατί νά πάω; Ἐσεῖς πού
πηγαίνετε τόσα χρόνια καί ἐξομολογεῖστε καί κοινωνᾶτε, ἀλλάξατε; Ὄχι. Σάν τούς ἄλλους εἶστε’.
232
Ἴσως λίγο πιό βελτιωμένη ἔκδοση.
«Δέν τολμᾶς νά ξεχωρίσεις ἀπ’ τούς ὑπόλοιπους. Ἐπιβάλλεται ἀπό ἕναν ἄγραφο νόμο. Ἕναν νόμο,
στόν ὁποῖο ὅλοι ὑποτάσσονται. Ἕναν νόμο, ὡστόσο, πού κανένας δέν ξέρει πῶς καθιερώθηκε, μά
οὔτε καί τό πῶς νά τόν ἀποφύγει. Μ’ αὐτόν τόν τρόπο ἀλληλοβασανίζονται. Νά ποιά εἶναι ἡ
ἐλευθερία μας! Ἐξωτερικά ὅλοι φαινόμαστε ἐλεύθεροι ἄνθρωποι. Ἐλεύθεροι, ἐνῶ εἴμαστε δεμένοι
χειροπόδαρα». Γιατί βλέπετε κυριαρχεῖ τό πάθος.
– Ποιό εἶναι τό κυρίαρχο πάθος;
Ἡ κενοδοξία. Ἡ ἀνθρωπαρέσκεια πού σέ ὁδηγεῖ στήν ὑποκρισία.
«Μέ ἀφορμή αὐτή τήν παρατήρηση», λέει αὐτός ὁ νέος, «ἄρχισα νά ἐξετάζω συστηματικά ἄν οἱ
ἄνθρωποι κάνουν μέ τήν καρδιά τους, ὅλα ὅσα κάνουν. Καί τό ἀποτέλεσμα; Δέν ξέρω ἄν πέφτω
ἔξω, ἀλλά τίποτα δέν εἶδα νά γίνεται μέ εἰλικρινή ἐγκαρδιότητα καί αὐθόρμητη διάθεση». Ἁπλῶς
ὅλοι εἶναι προγραμματισμένοι καί ἀκολοθοῦν τή μόδα. «Κενές ἁβρότητες, πρόθυμες τάχα
ἐξυπηρετήσεις, ἐκφράσεις ἀλληλοθαυμασμοῦ καί ἀλληλοεκτιμήσεως, μά ὅλα συμβατικά καί
ἐπιφανειακά».
– Τί εἶναι αὐτή ἡ εὐγένεια τῆς Εὐρώπης; Δέν εἶναι μιά μεγάλη ὑποκρισία τό σαβουάρ βιβρ;
‘Σᾶς παρακαλῶ’. ‘Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ’. Καί τίποτα ἄλλο. Μιά καρδιά ψυχρή καί πολλές φορές
ὕπουλη.
«Πίσω ἀπό τήν ἐξωτερική ἐμφάνιση καί συμπεριφορά τήν τόσο λεπτή καί εὐγενική κρύβεται ἕνα
ἐντελῶς διαφορετικό πνεῦμα. Ἕνα πνεῦμε πού ἄν ἐρχόταν ποτέ στό φῶς θά διαπιστώναμε ὅτι στήν
πραγματικότητα ὄχι μόνο λεπτό δέν εἶναι μά οὔτε κἄν ὑποφερτό. Τελικά τί ἀποδεικνύεται; Ὅτι οἱ
κοσμικές συγκεντρώσεις μας δέν εἶναι παρά συναθροίσεις ἠθοποιῶν πού ὑποκρίνονται. Τί
κωμωδία; Τή μεγαλύτερη ἔκπληξη ὅμως μοῦ τήν προξενεῖ ἡ γενική ψυχρότητα πού βλέπω γύρω
μου».
Σήμερα ἔχει αὐξηθεῖ πολύ αὐτή ἡ ψυχρότητα, γι’ αὐτό καί ἔχουν αὐξηθεῖ πολύ οἱ μοναχικοί
ἄνθρωποι. Αὐτό δέν εἶναι καθόλου ὑγιές. Ὁ ἄνθρωπος δέν σώζεται μόνος του ποτέ. Σωζόμαστε
ὅλοι ὡς σῶμα Χριστοῦ, ὡς Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό πολύ καλά κάνετε καί συγκεντρώνεστε κι ἀκοῦτε
λόγο Θεοῦ. Γιατί ὅπου ὑπάρχει ὁ ἱερέας καί ὑπάρχει καί τό ποίμνιο, ὑπάρχει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ
καί ὁ Χριστός, ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία. Φανερώνεται ἡ Ἐκκλησία. Μέσα σ’ αὐτή τή συνάθροιση
περνάει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί θεραπεύεται ἡ ψυχή μας. Δέ συμβαίνει μόνο μέ τή Θεία Κοινωνία
καί τήν ἐξομολόγηση, ἀλλά καί μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, τή συνάθροιση, τή σύναξη ἐπί τό αὐτό. Οἱ
πρῶτοι Χριστιανοί ἦταν συνέχεια μαζί μέ τούς Ἀποστόλους καί ἀκούγανε κήρυγμα μέ τίς ὧρες.
«Πῶς μποροῦν νά δείχνουν ὅλοι ὅτι εἶναι φίλοι μεταξύ τους; Ἔτοιμοι νά προσφέρουν στούς ἄλλους
ἀκόμα καί τό πουκάμισό τους, βαθύτερα ὅμως νά ἔχουν τόση ψυχρότητα»;
Κοιτᾶξτε τί τοῦ ἀπαντάει ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ ἔγκλειστος: «Οἱ διαπιστώσεις σου εἶναι ἀπόλυτα
σωστές. Δέν ἔχω τίποτα νά προσθέσω στά ὅσα γράφεις».
Ἐπειδή συμπληρώθηκε ἡ ὥρα, ἄς σταματήσω καί ἄς κρατήσουμε ἕνα δίδαγμα: Νά πολεμήσουμε
τήν ὑποκρισία, ὅπου κι ἄν τή βρίσκουμε, στόν ἑαυτό μας. Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νά ἐξετάσουμε τόν ἑαυτό
μας ποῦ ὑποκρινόμαστε, ποῦ λέμε ψέματα. Ὅπως εἴπαμε, ὄχι μόνο μέ τά λόγια, ἀλλά καί κατά
διάνοια καί μέ τή ζωή μας. Ἄλλο εἴμαστε καί ἄλλο φαινόμαστε. Γιά νά ἀρχίσει ἡ θεραπεία καί τοῦ
ἑαυτοῦ μας καί τοῦ κόσμου ὅλου μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ.
Βλέπετε σήμερα μᾶς περνᾶνε πολλά μηνύματα μέσω τῶν Μαζικῶν Μέσων Ἐνημέρωσης -τά λένεΣυσκότισης, μποροῦμε νά τά ποῦμε κ.λ.π. Περνᾶνε τήν προπαγάνδα τους.
– Δέν σᾶς κάνει ἐντύπωσε πού ὅλα τά μέσα, τά μεγάλα κανάλια, σήμερα εἶναι ὑπέρ τῶν
ὁμοφυλοφίλων;
233
Μά καλά δέν ὑπάρχει καί ἕνας νά διαφωνίσει; Κι αὐτό ἔχει περάσει στό λαό ὡς κάτι πού ἐπικρατεῖ
σέ ὅλους. Ἐνῶ δέν ἐπικρατεῖ. Εἶναι μιά ἀσήμαντη μειοψηφία αὐτοί οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι. Δέν
ἔχουμε τίποτα μ’ αὐτούς, τούς ἀγαπᾶμε. Ἀλλά δέ μποροῦμε νά δεχτοῦμε αὐτή τή νομιμοποίηση τῆς
ἁμαρτίας καί νά τούς χειροκροτήσουμε γιά τήν ἁμαρτία αὐτή πού κάνουν. Νά τούς δεχτοῦμε ὡς
εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, τούς δεχόμαστε. Τραυματισμένες εἰκόνες, ὅπως εἴμαστε ὅλοι. Ἀλλά δέ μποροῦμε
νά δεχτοῦμε τήν ἁμαρτία καί νά ποῦμε ‘μπράβο, καλά κάνετε’. Αὐτό θέλουν αὐτοί. Αὐτός εἶναι ὁ
ἔσχατος βαθμός κακίας, νά ἁμαρτάνεις δημόσια καί νά θέλεις καί τό χειροκρότημα τῶν ἄλλων.
Ἀλλά βλέπετε ὅτι σιγά-σιγά μᾶς τό περνᾶνε. Ἤδη τό ἔχουν περάσει στήν Ἀμερική. Στήν Ἀμερική
εἶσαι ‘political correct’, (political=πολιτικός) εἶσαι σωστός δηλαδή, ὅταν δέν ἀντιδρᾶς σ’ αὐτό τό
θέμα. Εἶναι κι αὐτοί ‘φυσιολογικοί’, ἁπλῶς εἶναι διαφορετικοί.
Στή συνέχεια θά μᾶς ποῦνε ὅτι καί οἱ κτηνοβάτες (συγνώμη γιά τή λέξη) εἶναι καί αὐτοί ἁπλῶς
διαφορετικοί. Θά τό χάψουμε κι αὐτό, θά δεῖτε. Γιατί; Γιατί μπαίνουμε κι ἐμεῖς μέσα σ’ αὐτή τήν
ὑποκρισία καί ὑποκρινόμαστε ὅτι τό δεχόμαστε. Κι ὅταν ὑποκρίνεσαι ὅτι τό δέχεσαι, θά
ἐπικρατήσει. Ἐκεῖ ποντάρει ὁ διάβολος. Μετά θά φτιάξει καί νόμους. Καί ἔφτιαξε τό κράτος καί
τούς ψηφίσαμε καί κανένας δέν ἔκλεισε κανέναν δρόμο! Ὅταν ὅμως ἀπειλήθηκε ἡ τσέπη μας,
κλείσαμε τούς δρόμους. Δέ λέω νά μήν τούς κλείσουμε. Νά τούς κλείσουμε καί γι’ αὐτό. Ἀλλά τό
ἄλλο, οὔτε κἄν τό πήραμε εἴδηση ὅτι ψηφίστηκε αὐτός ὁ νόμος.
Αὔριο ἄν θέλεις νά διαπαιδαγωγεῖς σωστά τά παιδιά σου, θά τά φωνάξεις ἐνδεχομένως κάποια
στιγμή καί μέ αὐτή τήν ἀφορμή θά σοῦ ‘κλέβουν’ τό παιδί, μέ τήν κοινωνική λειτουργό καί τόν
ἀστυνόμο, γιατί δέ θά εἶσαι ὅπως θέλει τό σύστημα…
Ἤδη τό κακό ἔχει ξεκινήσει πολλά χρόνια πρίν. Φταῖμε γιατί εἴμαστε δέσμιοι τῶν παθῶν μας. Λέει
κανείς: ‘Αὐτοί ψηφίζουν αὐτό. Ποιός τούς δίνει σημασία’; Ὄχι. Τό κακό προχωράει καί μπαίνουμε
σ’ αὐτή τήν κατάσταση ὅλοι σιγά-σιγά καί ὀφείλουμε νά ἀντιδροῦμε καί νά βγάζουμε τίς μάσκες
μας, ὅ,τι κι ἄν κοστίσει. Αὐτό εἶναι καί ἡ κάθαρση.
Λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «Ὅσο ὁ ἄνθρωπος προσεύχεται, βλέπει σιγά-σιγά τή βρωμιά
του». Ὅταν λές συνέχεια ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’, ὅπως πρέπει νά λέμε ὅλοι, ἀποκτᾶς
ἔνα φῶς, τό φῶς τοῦ Θεοῦ, μέ τό ὁποῖο βλέπεις πρῶτα-πρῶτα τήν τραγική σου κατάσταση, τά
ἄγρια ζῶα πού ὑπάρχουν μέσα στόν νοῦ σου, στήν ψυχή σου. Τούς δαίμονες, τά πάθη. Κι ὅλο καί
βαθαίνει αὐτή ἡ γνώση καί ὅσο πληθαίνει τό φῶς, τόσο καί τά διώχνεις αὐτά. Στό τέλος φτάνεις
στό εἰδεχθές προσωπείο τῶν παθῶν. Φτάνεις σέ μία ἀπαίσια μάσκα, πού τή φορᾶς καί νομίζεις ὅτι
δέν τή φορᾶς καί νομίζεις ὅτι αὐτός εἶσαι, ἐνῶ κυκλοφορεῖς μόνιμα μέ μάσκα. Ἐκεῖ φαίνεται ἡ
ἀποφασιστική κίνηση νά πετάξεις αὐτή τή μάσκα. Νά βγάλεις τό εἰδεχθές προσωπείο τῶν παθῶν
καί νά φαίνεσαι αὐτός πού εἶσαι.
Βλέπετε πᾶς κοντά σ’ ἕναν ἅγιο καί ξεκουράζεσαι, γιατί καταλαβαίνεις ὅτι δέ φοράει καμιά μάσκα,
ὅτι εἶναι ἀληθινός. Δέ σοῦ λέει ἄλλα κι ἄλλα ἔχει στό μυαλό του. Θά σέ μαλώσει, ναί. Ἀπό ἀγάπη.
Μερικοί μοῦ λένε, εἶσαι αὐστηρός. Και ‘γω σᾶς λέω δέν ὑπάρχει αὐστηρός πνευματικός. Ὑπάρχει
ἄνθρωπος θεραπευμένος, ὑπάρχει γιατρός σωστός καί ὑπάρχει γιατρός πού σέ κοροϊδεύει. Ἔτσι καί
ὁ πνευματικός. Δυστυχῶς ὑπάρχουν καί πνευματικοί χωρίς Ἅγιο Πνεῦμα καί σήμερα καί πάντα
ὑπῆρχαν. Ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ νέος θεολόγος πρίν χίλια χρόνια τό λέει. Ὑπῆρχαν στήν ἐποχή του
πνευματικοί πού δέν ἤξεραν τίποτα γιά κάθαρση ἀπό τά πάθη, γιά φωτισμό τοῦ νοῦ, γιά θέωση.
Σήμερα πόσοι τά λένε αὐτά; Ἁπλῶς καλά λόγια. Μέ καλά λόγια δέ θεραπευόμαστε, ἄν δέν
ἐνεργοποιηθεῖ μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού πήραμε στό Βάπτισμα, ἄν δέ λειτουργήσει ἡ νοερά
προσευχή ἀδιάλειπτα μέσα μας. Γι’ αὐτό δέ μποροῦμε νά εἴμαστε ἀληθινοί. Γιατί δέν ἔχουμε
πετάξει τά προσωπεῖα ἀπό μέσα μας. Φορᾶμε μία μάσκα ὁ καθένας καί κυκλοφοροῦμε κι ἄν πᾶμε
σ’ ἄλλο περιβάλλον φορᾶμε ἄλλη μάσκα, γιατί δέ βολεύει παντοῦ ἡ ἴδια μάσκα. Και γινόμαστε σάν
τούς χαμαιλέοντες πού παίρνουν τό χρῶμα τοῦ περιβάλλοντος κάθε φορά καί ἀναρωτιέσαι τελικά
‘ποιός εἶμαι’; Δέν εἶσαι πρόσωπο. Βγάλε τή μάσκα, μπές μέσα στή θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας καί
θά ζήσεις τή ζωή σου ἀληθινά κι ἐδῶ καί στήν αἰωνιότητα.
234
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: Ὑποκρισία εἶναι κάτι πού παίρνουμε ἀπό τά παιδικά μας χρόνια; Δηλαδή εἶναι κάτι πού ἔχει
σχέση καί μέ τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν μέσα στήν οἰκογένεια; Ἤ εἶναι κάτι πού τό παιδί μαθαίνει
ὅταν βγαίνει στόν κόσμο;
– Ἀπ.: Εὐχαριστῶ πολύ γιά τήν ἐρώτηση. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἔχει μία ὁμιλία -γιατί
δέ θέλω νά λέω δικά μου πράγματα- καί μπορεῖτε νά τήν ἀναζητήσετε ‘περί κενοδοξίας καί πῶς
πρέπει οἱ γονεῖς νά ἀνατρέφουν τά τέκνα τους’. Ὁ τίτλος τῆς ὁμιλίας. Θά πεῖ κανείς τί σχέση ἔχει ἡ
κενοδοξία μέ τήν ἀγωγή τῶν παιδιῶν; Ἔχει τεράστια σχέση. Γιατί; Γιατί οἱ γονεῖς -τά λέει ὁ Ἱερός
Χρυσόστομος, μήν πεῖτε ὅτι τά λέω ἐγώ- ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού γεννιέται τό παιδί τοῦ τρέφουν
τήν κενοδοξία. Δηλαδή τό πῶς θά γίνει ἀρεστό στό περιβάλλον. Αὐτό εἶναι πού μᾶς καίει ὅλους
λίγο-πολύ. Ὅλοι τό ἔχουμε τό πάθος καί οἱ γονεῖς, ἄν εἶναι ἀθεράπευτοι. ‘Πῶς μέ βλέπουν; Μέ
ἐκτιμοῦν; Μέ ἀποδέχονται; Ἐνδιαφέρονται γιά μένα’; Αὐτό μᾶς καίει.
Οὐσιαστικά αὐτό ἦταν πού ἔκαιγε καί τούς Φαρισαίους. Γι’ αὐτό ἦταν ἄπιστοι. Καί εἶπε ὁ Χριστός
μας: «Πῶς μπορεῖτε νά πιστέψετε δόξαν παρά ἀλλήλων λαμβάνοντες» (Ἰω. 5,44). Παίρνετε δόξα ὁ
ἕνας ἀπό τόν ἄλλον ‘μπράβο, μπράβο’. Αὐτό ἀκριβῶς κάνουν οἱ γονεῖς στά παιδιά. «Χρυσό μου,
κορώνα μου..», κανακέματα «μπράβο, μπράβο..», στό σχολεῖο «μπράβο, μπράβο, εὔγε, δέκα» μέ
δέκα θαυμαστικά ἀπό δίπλα. Ὅλο αὐτό τί κάνει; Τρέφει στό παιδί τή μάσκα του! Ὅτι εἶναι καλό!
Φοράει καί τό παιδί τή μάσκα τοῦ καλοῦ. Καί τρέμει μήπως κάποιος τοῦ βγάλει τή μάσκα ἤ μήπως
ἀποδεχθεῖ ὅτι εἶναι ψέμα αὐτό, πού οἱ ἄλλοι δείχνουν νά πιστεύουν –γιατί κι αὐτοί δέν τό
πιστεύουν. Ἁπλῶς λένε γιά νά νιώσει καλά τό παιδί πές του μπράβο. Καί τί γίνεται; Ψέμα πάνω στό
ψέμα. Ἔρχεται καί κάποια στιγμή πού τό παιδί θά σοῦ ζητήσει ναρκωτικά καί δέ μπορεῖς νά τοῦ
πεῖς «ναί, παιδάκι μου, μπράβο». Δέ μπορεῖς νά τοῦ πεῖς μπράβο. Καί θά σοῦ πεῖ «γιατί μαμά;
Μέχρι τώρα μοῦ ‘λεγες ναί σέ ὅλα, τώρα γιατί μοῦ λές ὄχι»;
Καταλαβαίνετε πόσο λάθος εἶναι αὐτή ἡ ἀγωγή; Ἐνῶ πρέπει νά μάθουμε στό παιδάκι νά μήν
ἀγαπάει τόν κόσμο, τά στοιχεῖα δηλαδή τοῦ κόσμου, τά ὁποῖα λέει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος στήν Ἅγια
Γραφή εἶναι: ἡ φιλοδοξία, ἡ φιληδονία καί ἡ φιλαργυρία. Τά τρία ‘φ’. Οἱ τρεῖς μεγάλες ἄρρωστες
ἀγάπες. Αὐτά τά τρέφουμε ἀπό τήν πρώτη στιγμή στό παιδί καί τό παιδί μαθαίνει νά ζεῖ
ὑποκρινόμενο ὅτι εἶναι καλό καί φοράει προσωπεῖα. Καί σέ σένα μπροστά, στόν πατέρα, στή
μητέρα καί στόν κόσμο, στούς συμμαθητές καί πολλές φορές λέει ψέματα καί στόν ἴδιο τόν ἑαυτό
του.
Αὐτό εἶναι τό πιό τραγικό ὅτι λέμε ψέματα καί στόν ἑαυτό μας. Διαστρέφουμε καί τήν ἴδια τή
συνείδησή μας. Ἐνῶ μέσα σου σοῦ φωνάζει «δέν πᾶς καλά», «ὄχι» λές ἐσύ «θά πάω καλά» μέ τό
ζόρι καί πᾶς ἀντίθετα στή φωνή τοῦ Θεοῦ. Καταλήγει ὁ ἄνθρωπος στή σχιζοφρένεια. Φυσικά μετά
τρελαίνεσαι. Ἀντιστρατεύεσαι στό ἴδιο τό εἶναι σου.
Ἐνῶ ποιό εἶναι τό ὑγιές; Νά προκαλεῖς μόνο τά «μπράβο τῶν ἀνθρώπων; Ἀφοῦ μέσα σου σοῦ
μαρτυρεῖ ὅτι δέν εἶσαι καλός, ὅτι δέν πᾶς καλά. Ἡ ὑγεία εἶναι νά ἔχεις τήν πληροφορία μέσα σου
ὅτι εἶσαι καλός. Δέν ἔχει σημασία τί λένει οἱ ἄλλοι ἔξω. Ἄν μέσα σου ἔχεις τήν πληροφορία, τότε
πᾶς καλά. Ἔχεις τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, αἰσθάνεσαι τήν εἰρήνη, τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
«ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη..» (Γαλ. 5,22). Τότε πᾶς καλά. Ὄχι ὅταν οἱ ἄλλοι σέ ἀποδέχονται. Οἱ ἄλλοι
θά σέ ἀποδεχτοῦν μπροστά σου καί οἱ ἴδιοι μόλις στρίψεις στή γωνία, θά σέ βρίσουν, θά σέ
ἀπαξιώσουν. Αὐτή εἶναι ἡ δόξα τοῦ κόσμου.
Ὁ πλοῦτος θά ‘ρθεῖ καί θά φύγει πάλι. Βλέπετε τώρα πόσοι πλούσιοι κινδυνεύουν νά χάσουν τά
χρήματά τους μέ τά capital control. Ἔτσι εἶναι. Γιατί λέει ὁ Χριστός ὅτι «δέν μπορεῖτε νά
λατρεύετε καί τόν Θεό καί τόν μαμωνά» (Λουκ. 16,13). Δέ γίνεται.
Δέ μπορεῖ νά κυνηγᾶς τίς ἡδονές καί τή σαρκική ἀπόλαυση καί νά εἶσαι καί φίλος μέ τόν Θεό. Δέ
γίνεται, ὅσο κι ἄν τό ὑποστηρίζουν κάποιοι καί κάποιοι ἱερωμένοι καί καθηγητές. Λένε: «Δέν
πειράζουν οἱ προγαμιαῖες σχέσεις, ἐφόσον γίνονται ἀπό ἀγάπη, δέν εἶναι τίποτα αὐτό». Μά ἔτσι
235
λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ; Ἤ λέει καί τά μάτια σου ἀκόμα πρέπει νά προσέχεις καί τή σκέψη σου
(Ματθ. 5,28). Γιατί μπορεῖς νά κάνεις μοιχεία μόνο μέ τά μάτια.
Γι’ αὐτό ὀφείλουμε ἀδελφοί μου νά ἀντισταθοῦμε πρῶτα πρός τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας πού ρέπει
πρός τό ψέμα καί τήν ὑποκρισία καί μετά θά ὠφελήσουμε καί τά παιδιά μας. Νά μάθουν κι αὐτά νά
μήν ὑποκρίνονται. Ἔρχονται γονεῖς καί μοῦ λένε «Τό παιδί μου λέει ψέματα». Ἀναρωτήθηκες
μήπως καί σύ λές ψέματα; Ἤ πόσα ψέματα λές κάθε μέρα; Ὄχι μόνο μέ τά λόγια σου καί μέ τή
διάνοιά σου καί μέ τήν ὅλη σου ζωή.
Στίς ταινίες γράφει ἀκατάλληλο γιά ἀνηλίκους, κατάλληλο γιά ἐνήλικους. Γιατί εἶναι κατάλληλο
γιά ἐνήλικους; Δέν ξέρω ἄν ὑπάρχει ἡ ὁρολογία σήμερα. Ἐμεῖς τότε εἴχαμε αὐτή τήν ὁρολογία.
Τώρα λένε πρέπει νά ἔχει τή γονική συναίνεση. Δηλαδή ὁ γονιός μπορεῖ νά τό δεῖ καί τό παιδί δέ
μπορεῖ. Ὁ γονιός εἶναι καλύτερος; Πιό βρώμικος εἶναι ὁ γονιός. Βλέπετε ἡ ὐποκρισία μας ποιά
εἶναι; Ἤ ἔχει φτάσει στήν ἀπάθεια αὐτός; Καθόλου ἀπάθεια.
Ἑπομένως ἔχει τεράστια σημασία ἡ ἀγωγή τῶν παιδιῶν διότι τείνει νά μάθει τά παιδιά νά εἶναι
ὑποκριτές, καλοί θεατρίνοι. Γι’ αὐτό καί σᾶς διάβασα τό πρῶτο κείμενο, πού ἕνας εἰλικρινής νέος
λέει ἐγώ δέν τό δέχομαι αὐτό, θέλω αὐτό πού φαίνομαι νά εἶμαι. Ὄχι ἄλλο νά φαίνεσαι κι ἄλλο νά
εἶσαι. Ἐδῶ σᾶς καλῶ σέ μία ἀντίσταση. Νά εἴμαστε αὐτό πού φαινόμαστε καί νά φαινόμαστε αὐτό
πού εἴμαστε. Ὄχι ἄλλο νά ἔχεις στήν καρδιά σου καί ἄλλο νά λές.
– Ἐρ.: Θυμήθηκα μία ὁμιλία πού εἶχα ἀκούσει κάποτε σχετικά μέ τίς μάσκες πού ἀλλάζουμε
ἀνάλογα μέ ποιόν ἔχουμε ἀπέναντί μας, τόν φίλο μας, τόν γείτονά μας, τόν ὑφιστάμενό μας, τόν
προϊστάμενό μας κ.λ.π. Ἄν θέλετε Γέροντα κάντε μας κάποιο σχόλιο πάνω σ’ αὐτό, γιά τίς μάσκες
πού ἀλλάζουμε.
– Ἀπ.: Ὅτι φορᾶμε μάσκες εἶναι σίγουρο. Ποιά εἶναι τά αἴτια; Αὐτό εἶναι τό σημαντικό. Γιατί
φορᾶμε μάσκες; Τό ὑπόβαθρο, ἡ αἰτία.
Πρῶτον, λένε οἱ Πατέρες, εἶναι τό συμφέρον. Τό κακῶς ἐννοούμενο συμφέρον, ὄχι τό αἰώνιο
συμφέρον, γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Τό κοσμικό συμφέρον. Κατεξοχήν τά χρήματα. Ἡ
φιλαργυρία. Αὐτό μᾶς ἐνδιαφέρει. Νά μή χάσουμε τό βαλάντιο… καί ὑποκρινόμαστε.
Δεύτερο, ἡ ἀνθρωπαρέσκεια. Τό κύρος μας, νά μή χάσουμε τό κύρος μας. Οἱ Φαρισαῖοι γιατί δέν
πήγαιναν στόν Τίμιο Πρόδρομο νά βαφτιστοῦν; Κάποτε πῆραν τόν Χριστό μας καί τόν ἔβαλαν σ’
ἕνα δίλημμα καί τοῦ λένε «Ἐσύ μέ ποιό δικαίωμα μπῆκες ἐδῶ στό ναό; Πῶς μιλᾶς στό ναό; Πῆρες
ἄδεια ἀπό μᾶς; Ἐμεῖς εἴμαστε ἐδῶ». Καί τούς εἶπε ὁ Χριστός: «θά σᾶς πῶ μέ ποιό δικαίωμα ἦρθα
ἐδῶ, ἄν μοῦ πεῖτε καί σεῖς ἄν τό Βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἦταν ἀπό τόν Θεό ἤ ἀπό τούς ἀνθρώπους»
(Ματθ. 21,24-25). Καί κόμπιασαν. Γιατί λένε ἄν ποῦμε ἀπό τόν Θεό, θά μᾶς πεῖ «τότε γιατί δέν
πήγατε νά Βαφτιστεῖτε κι ἐσεῖς;». Πράγματι δέν πῆγαν οἱ Φαρισαῖοι. Γιατί δέν πῆγαν; Γιατί θά τούς
ἔβλεπε ὁ κόσμος καί θά ἔλεγε «Ὁ δάσκαλός μας πού τόν ἔχουμε γιά ἅγιο, εἶναι κι αὐτός
ἁμαρτωλός. Πῆγε κι αὐτός νά βαπτιστεῖ στόν Τίμιο Πρόδρομο». Γιά νά μή χάσουν τό κύρος τους
καί ἔπεσαν στήν ὑποκρισία. Ἄν ποῦμε ἀπό τούς ἀνθρώπους, θά μᾶς λιντσάρει ὁ λαός γιατί ὁ λαός
εἶχε τόν Ἰωάννη ὡς Προφήτη καί μερικοί τόν μπέρδευαν καί τόν ἔλεγαν καί ἀνώτερο ἀπό τόν
Χριστό ἀκόμα. Τί εἶπαν; Ξέρετε τί εἶπαν; ‘Δέν ξέρω’. Πολιτική! Βλέπετε ἡ πολιτική; Δέν ξέρω.
Ξέρανε καί πολύ καλά. Πολύ καλά ξέρανε ὅτι τό Βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἦταν ἀπό τόν Θεό, ἀλλά
δέν τό εἶπαν γιά νά φυλάξουν τό κύρος τους. Βλέπετε ὑποκρισία;
Τρίτη αἰτία ὑποκρισίας: ἡ οἴηση, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἡ ἰδέα δηλαδή ὅτι εἴμαστε
κάτι.
Καί τέταρτη, ἡ αὐταρέσκεια καί ἡ ἰδιορρυθμία. Ἔχουμε φτιάξει ἕνα ψεύτικο ‘ἐγώ’, ἕναν ψεύτικο
ἑαυτό καί τόν λατρεύουμε, τόν προσκυνᾶμε. Δέ θέλουμε νά γκρεμιστεῖ αὐτό τό ἐγώ καί αὐτό τό
εἴδωλο καί ὑποκρινόμαστε καί ψευδόμαστε συνεχῶς.
Ὁπότε ἄς κάνουμε μιά αὐτοκριτική κι ἄς ἐντοπίσουμε ποῦ ψευδόμαστε γιά ν’ ἀρχίσουμε ἀπό τόν
236
ἑαυτό μας, ἀδελφοί μου. Ἄς ἀφήσουμε τούς ἄλλους ὑποκριτές. Ὅλοι εἴμαστε ὑποκριτές λίγο ὡς
πολύ. Νά μάθουμε νά εἴμαστε εὐθεῖς, νά εἴμαστε ἁπλοί, ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος. Σήμερα καί οἱ
ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν χάσει τήν ἁπλότητα. Συναντᾶς ἕνα ψεύτικό, ἕνα δῆθεν. Ἔρχονται
ἄνθρωποι ἀπό τόν κόσμο καί λένε ‘Πάτερ, δέ μπορῶ τό δῆθεν’. Κι ἔχουν δίκαιο οἱ ἄνθρωποι.
Ἔχουν κατατσακιστεῖ στόν κόσμο καί ἔρχονται στήν Ἐκκλησία καί βλέπουν και κεῖ τό ἴδιο.
Ὑποκρισία, δῆθεν, ψυχρότητα. Μοῦ ‘λεγε ἕνα παιδί, πάω σ’ ἕνα ναό, φοιτητής ἦταν ἀπό ἄλλη
πόλη, δύο μῆνες στήν ἴδια Ἐκκλησία. Δέ βρέθηκε ἕνας νά μοῦ πεῖ μιά καλημέρα. Οὔτε ἔνας. Ποῦ
εἶναι ἡ ἀγάπη μας; Ἐκκλησιαζόμαστε δῆθεν. Ἀλλά δέ μᾶς νοιάζει ὁ ἄλλος.
Μᾶς νοιάζει τό ‘ιματζ’, ἡ εἰκόνα μας. Γι’ αύτό ὑπάρχουν καί ‘ίματζ μέικερ’. Ὑπάρχουν καί
ἄνθρωποι πού σοῦ φτιάχνουν τήν εἰκόνα σου. Θά βάλεις αὐτό στό ἴντερνετ κι αύτό… γιά νά
φτιάξεις καλή εἰκόνα πρός τά ἔξω. Δέ μᾶς νοιάζει ποιοί εἴμαστε, ἀλλά τί φαινόμαστε ὅτι εἴμαστε.
Μακιγιάζ! Τί εἶναι τό μακιγιάζ καί τά βαψίματα; Δέν εἶναι μιά ὑποκρισία, ἕνα ψέμα; Ἀφοῦ εἶσαι
γριά, τί βάφεις τά μαλλιά σου μαῦρα; Κοροϊδεύεις τόν κόσμο. Περιφέρεις μιά ὑποκρισία. Αὐτό δέν
εἶναι; Εἶσαι γέρος, γιατί βάφεις τά μαλλιά σου; Τά βάφουν καί οἱ ἄνδρες, μή νομίζετε ὅτι τά ‘χω μέ
τίς γυναῖκες. Δυστυχῶς. Δέν εἶναι ὑποκρισία αὐτό, τί εἶναι; Ψέμα εἶναι, τό ὁποῖο τό διακινεῖς σ’
ὅλη τήν πόλη!
– Ἐρ.: Θά ἤθελα νά ρωτήσω κάτι σχετικά μέ τόν οἰκουμενισμό. Ἔχουμε μπερδευτεῖ πλέον, δέν
ξέρουμε ποιόν νά πιστέψουμε. Γιά παράδειγμα, τόν Ἀρχιεπίσκοπο Τυράνων Ἀναστάσιο, ὁ ὁποῖος
φαίνεται, στίς ἐκπομπές πού βγαίνει, πολύ ὡραῖος ἄνθρωπος. Πρόσφατα μάθαμε ὅτι βραβεύτηκε
ἀπό τό Βατικανό μ’ ἕνα βραβεῖο εἰρήνης, κάτι τέτοιο. Ποιά εἶναι ἡ ἄποψή σας πάνω σ’ αὐτό;
– Ἀπ.: Νά ποῦμε γιά τόν οἰκουμενισμό καί ὄχι γιά συγκεκριμένα πρόσωπα καί μετά μᾶς
κατηγορήσουν ὅτι κουτσομπολεύουμε κιόλας!
Δυστυχῶς πολλές φορές πολλοί πού φαίνονται ἀξιόπιστοι -δέν ἀφήνω ὑποννοούμενα γιά τόν
Ἐπίσκοπο Ἀναστάσιο- ἀλλά ἰσχύει αύτό, φοροῦνε μάσκες καί ὑποκρίνονται τόν εὐλαβή.
Μάλιστα εἶχα σκοπό νά σᾶς πῶ τί λέει ὁ ἅγιος Νεκτάριος γιά τή ‘ψευδοσεμνοπρέπεια’. Ψευδήςσεμνοπρέπεια, ψευδής σεμνότητα, ψεύτικη εὐλάβεια. Ἔχει ὁ ἅγιος στό βιβλίο «Γνῶθι σαυτόν» γιά
τούς διάφορους χαρακτῆρες καί γιά τόν χαρακτήρα τοῦ ψευδοσεμνοπρεποῦς, πού ἐμφανίζεται μέ
μιά ψεύτικη χριστιανικότητα. Νά μήν ἐκπληττόμαστε. Τί εἶπε ὁ Χριστός μας; Σᾶς δίνω ἕνα
κριτήριο: «Πῶς θά καταλάβετε τό δέντρο ἄν εἶναι καλό;» Ἀπό τά φύλλα; Ἀπό τόν κορμό; Ὄχι.
«Ἀπό τούς καρπούς» (Ματθ. 12,33). Τό δέντρο τό καλό τό καταλαβαίνεις ἀπό τούς καρπούς. Ἄν τό
δέντρο εἶναι σκουληκιασμένο καί τά φροῦτα του θά εἶναι σκουληκιασμένα.
Ὁπότε, ἄν θέλεις νά καταλάβεις ἕναν ἄνθρωπο τί εἶναι, νά δεῖς τούς καρπούς του. Τά
πνευματικοπαίδια του, ἄς ποῦμε, ἄν εἶναι ἱερέας, τό πῶς ζεῖ ὁ ἴδιος, ὄχι τό τί λέει. Γιατί εἴπαμε,
ἴσως ἄλλα λέει κανείς καί ἄλλα κάνει.
Αὐτό σήμερα θεωρεῖται μεγάλη ἀρετή. Πολιτικές ἐπιστῆμες! Δηλαδή τό ψέμα ἔγινε ἐπιστήμη.
Ἕνας πού ξέρει νά λέει ὄμορφα καί ἔξυπνα ψέματα, ἔχει πολύ πέραση σήμερα καί θεωρεῖται πολύ
σπουδαῖος καί μεγάλος. Δυστυχῶς αὐτό μπαίνει καί μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἄνθρωποι πού θέλουν
νά ἱκανοποιήσουν τά πάθη τους καί θέλουν νά ἀνελιχθοῦν, χρησιμοποιοῦν αὐτή τή μάσκα.
Ἑπομένως, ἐγώ δέ θά σᾶς πῶ γιά κανέναν προσωπικά, ἀλλά θά σᾶς πῶ νά ἔχετε τόν νοῦ σας. Θά
σᾶς πῶ καί κάτι πού μᾶς ἔλεγε ἕνας καθηγητής μας πολύ καλός. Σήμερα -μή βάλετε στό νοῦ σας
κανέναν, δέν εἶναι ὑπονοούμενο γιά κανέναν- ὁ λύκος ἔχει μπεῖ μέσα στά πρόβατα –μιλάει καί ἡ
Γραφή γιά προβατόσχημους λύκους- καί δέν ἔχει φορέσει μόνο προβιά καί φαίνεται σάν πρόβατο,
ἀλλά ἔχει πάρει καί τή στολή τοῦ τσοπάνη. Ὁ νοῶν νοείτω. Αὐτό δέν εἶναι ὕβρις. Τό λέω γιατί τό
λένε οἱ Πατέρες. Νά προσέχεις ποιούς πνευματικούς πατέρες ἀκολουθεῖς, γιατί λέει ὁ Ἱερός
Χρυσόστομος «Ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τήν πίστιν» (Ἑβρ.13,7). Ὄχι
ἐπειδή φοράει ράσο, τρέχουμε ἀπό πίσω του, ἅγιος θά ‘ναι σίγουρα ἀφοῦ φοράει ράσο. Δέν εἶναι
237
πάντα. Μπορεῖ νά εἶναι καί λύκος. Πῶς θά τό καταλάβεις; Ἀναθεωρών τήν ἔκβαση τῆς
ἀναστροφῆς, θά δεῖς τή ζωή του.
Μερικοί ἀναρωτιοῦνται ὑπάρχουν καλοί Πνευματικοί; Ὑπάρχουν κριτήρια. Θά δεῖς πῶς ζεῖ. Ἄν
ζεῖ, ὅπως ζοῦσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀκητικά, ταπεινά.. Θά δεῖς, ἄν ἔχει ἀνθρώπους κοντά του
-μπορεῖ νά μήν εἶναι ὅλοι- ἀλλά ἀρκετούς, πού νά εἶναι θεραπευμένοι, πού νά ἔχουν τή χαρά τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος. Θά δεῖς καί ἄν ὁ ἴδιος θεραπεύεσαι. Εἴμαστε πρόβατα, ἀλλά ὄχι ἄλογα πρόβατα.
Αὐτό πρέπει νά τό καταλάβουμε. Και ἔχουμε μέσα στήν Ἐκκλησία ρόλο καί εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιἀ
ὅλη τήν Ἐκκλησία. Ἄς εἶστε λαϊκοί.
Τώρα συζητιέται ἡ μέλλουσα νά συνέλθει Πανορθόδοξη Σύνοδος. Αὐτά πού θά ἀποφασίσει δέν θά
ἔχουν καμία ἰσχύ, ἐάν δέν ἐπικυρωθοῦν ἀπό τή συνείδηση τοῦ λαοῦ. Γιατί τό ἔσχατο κριτήριο τῆς
Ὀρθοδοξίας, τῶν ὅποιων ἀποφάσεων, εἶναι ἡ συνείδηστη τοῦ λατρεύοντος λαοῦ. Ὄχι ὅλου τοῦ
λαοῦ. Ὅλος ὁ λαός σήμερα, ἄν πάρεις ὅλους τούς Ἕλληνες δέν εἶναι μέ τήν Ἐκκλησία. Ἔλεγε ἕνας
Γέροντας ἀπό τά 10.000.000, τά 2.000.000 εἶναι καί ἄν… Λοιπόν, θά πάρεις τόν πιστό λαό καί θά
δεῖς, ἄν ἔστω καί ἕνας, καί ἕνας νά πεῖ «Ὄχι δέν εἶναι ἔτσι» καί εἶναι ἀληθινό αὐτό πού λέει, ἡ
Ἐκκλησία θά εἶναι μ’ αὐτόν καί μόνο. Μή σᾶς κάνει ἐντύπωση. Γι’ αὐτό, ἔχει σημασία νά
καταρτιζόμαστε ὅλοι. Ἕνας ἀπό σᾶς, ἄν πεῖ «Λάθος Κύριοι» καί νά τό ἀποδείξει ὅμως μέ βάση τήν
Ἁγία Γραφή, ὅλη ἡ Σύνοδος καταρρίπτεται.
Ἔτσι ἔγινε μέ τόν Ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή. Τί ἦταν ὁ Ἅγιος Μάξιμος; Οὔτε Δεσπότης ἦταν,
οὔτε κἄν παπάς, ἁπλός μοναχός. Στά χρόνια του εἶχαν ὅλοι συμπράξει μέ μία αἵρεση τοῦ
Μονοθελητισμοῦ. Ὅλοι οἱ Πατριάρχες -καλή ὥρα ὅπως τώρα πού θά συγκεντρωθοῦν-, ὅλοι οἱ
Ἐπίτροποι καί οἱ ἱερεῖς εἶχαν συνταχθεῖ μέ τόν Μονοθελητισμό κι αὐτός ἕνας ἁπλός μοναχός ἔλεγε
‘Λάθος, δέν εἶναι ἔτσι. Ὁ Χριστός δέν ἔχει μία θέληση, ἔχει δύο θελήσεις’. Και τοῦ λένε ‘Καλά ἐσύ
ξέρεις καλύτερα ἀπό τόν Δεσπότη»; ‘Ναί’. Γιατί δέν εἶναι ὁ Δεσπότης μου ἡ ἀλήθεια. Ἡ ἀλήθεια
εἶναι ὁ Χριστός καί ὅταν ὁ Δεσπότης δέν εἶναι μέ τόν Χριστό καί μέ τήν ἀλήθεια, δέν τόν ἀκοῦμε,
δέν τόν ἀκολουθοῦμε, γιατί εἴμαστε λογικά πρόβατα καί ἀναθεωροῦμε τήν ἔκβαση τῆς
ἀναστροφῆς, βλέπουμε ὅ,τι λένε καί ὅ,τι κάνουν, ἄν εἶναι σύμφωνοι μέ τούς Ἅγιους Πατέρες.
Ἄν λοιπόν αὐτή ἡ Σύνοδος δώσει Ἐκκλησιαστικότητα στούς Παπικούς καί πεῖ ὅτι καί οἱ Παπικοί
εἶναι Ἐκκλησία, αὐτό εἶναι αἵρεση, εἶναι λάθος. Δέν εἶναι Ἐκκλησία οὔτε οἱ Παπικοί, οὔτε οἱ
Προτεστάντες, οὔτε καμία ἀπ’ αὐτές τίς παραφυάδες. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη, Μία, Ἁγία,
Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία. Δέν ὑπάρχει ἄλλη Ἐκκλησία. Ἀκοῦμε μιλᾶνε συνέχεια γιά
Ἐκκλησίες, γιά Ἐκκλησίες, γιά ἑνότητα. Ποιά ἑνότητα; Γιά ποιά ἑνότητα μιλᾶμε; Ἡ Ἐκκλησία
ὑπάρχει, δέν ἔχει διασπασθεῖ ποτέ, ἁπλῶς κάποιοι ξεκόπηκαν. Οἱ Παπικοί, οἱ Προτεστάντες ἔχουν
φύγει ἀπό τήν Ἐκκλησία. Εἶναι αἱρετικοί. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια. Τώρα ἄν βρεθεῖ μία Σύνοδος καί
πεῖ «Ὄχι, εἶναι κι αὐτοί Ἐκκλησία», μπορεῖ νά τό πεῖ, ἀλλά δέ θά εἶναι Σύνοδος Ὀρθόδοξη, θά
εἶναι Ληστρική. Κι ἔχουμε τέτοιες Συνόδους ληστρικές, οἱ ὁποῖες καταρρίφθηκαν ἀπό τή
συνείδηση τοῦ λαοῦ καί δέν πέρασαν αὐτά πού ἀποφάσισαν. Ὁπότε μήν ἀνησυχεῖτε. Νά
ἀνησυχοῦμε γιά τόν ἑαυτό μας ὁ καθένας, ἄν ὄντως εἴμαστε ὀρθόδοξοι κι ἄν ζοῦμε σωστά καί
ὀρθόδοξα. Ὁπότε μετά θά εἴμαστε μέ τόν Χριστό καί μέ τήν Ἐκκλησία.
Ἔτσι λέγανε στόν Ἅγιο Μάξιμο «Ἐσύ μέ ποιόν εἶσαι;» καί ἔλεγε «Ἐγώ εἶμαι μέ τήν Ἐκκλησία».
Μέ τόν Θεό, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Γι’ αὐτό ἡ ἀλήθεια νά ξέρετε εἶναι πάντα πλειοψηφία. Ἄς εἶσαι
καί ἕνας. Ὅταν ἔχεις τήν ἀλήθεια, εἶσαι πλειοψηφία. Σήμερα μᾶς ἔχουν περάσει τό μήνυμα ὅτι
αὐτό πού κάνουν οἱ πολλοί εἶναι ἡ ἀλήθεια. Λάθος.
Σήμερα οἱ πολλοί μπορεῖ νά φαίνονται ὅτι ἀποδέχονται τήν ὁμοφυλοφιλία σάν κάτι τό
φυσιολογικό. Μπορεῖ νά φτάσουμε σ’ αὐτό τό σημεῖο. Δέν εἶναι τό σωστό, γιατί ἀντίκειται στήν
Ἁγία Γραφή πού τό λέει ξεκάθαρα ὅτι εἶναι ἁμάρτημα καί δέ μπορεῖς νά πᾶς στή Βασιλεία τοῦ
Θεοῦ μ’ αὐτό τό ἁμάρτημα. Ὀφείλεις νά τό πεῖς. Εἶσαι μέ τήν ἀλήθεια κι ἄς εἶσαι ἕνας.
– Ἐρ.: Θέλω νά μοῦ πεῖτε ἐπειδή χαρακτηρίσατε τήν ὑποκρισία βαρύ ἁμάρτημα γιατί στή
238
θεατρολογία θεωρεῖται Τέχνη ὑποκριτική καί μάλιστα κατέχει ἐξέχουσα θέση; Δηλαδή αὐτή τήν
ἀντιδιαστολή νά τήν ἑρμηνεύσετε.
– Ἀπ.: Θά μέ πεῖτε αὐστηρό! Ἀλλά νά σᾶς ρωτήσω κάτι (ὄχι ἐσᾶς προσωπικά); Γνωρίζετε, ἄν ἕνας
πού ἦταν θεατρίνος στά πρῶτα χρόνια, πού οἱ ἄνθρωποι κατηχοῦντο πρίν βαπτιστοῦν καί μπορεῖ νά
διαρκοῦσε ἡ κατήχηση καί τρία χρόνια, μποροῦσε νά κατηχηθεῖ -ὄχι νά βαπτισθεῖ. Ξέρετε; Δέ
μποροῦσε κἄν νά κατηχηθεῖ. Δέν τόν δεχόντουσαν.
Τό ψέμα, γιατί τό θέατρο οὐσιαστικά εἶναι ψέμα, ὑποκρισία, συνδέεται μέ τήν ἀνηθικότητα. Εἶχα
ἕνα πνευματικοπαίδι πού δούλευε σ’ ἕνα θέατρο καί μοῦ ἔλεγε δυστυχῶς ‘οἱ πλεῖστοι εἶναι
ὁμοφυλόφιλοι’. Τό λέω καί ντρέπομαι, ἀλλά ἔτσι εἶναι. Συνδέεται ἄμεσα ἡ ὑποκρισία, τό ψέμα καί
εἶναι λογικό. Γιατί, ὅταν λές ψέματα, ἔστω κι ἀπό σκηνῆς καί πέφτει χρῆμα γι’ αὐτό, οὐσιαστικά
κάνεις ἐπίσημα ἕνα ἁμάρτημα καί βραβεύεσαι κιόλας. Σέ συγκρίνουν καί μέ τόν κατώτερο, σοῦ
δίνουν καί βραβεῖο Καννῶν κ.λ.π. Βραβεύουμε τόν καλύτερο ψεύτη δηλαδή, τόν ἀρχιψεύτη. Ἔχει
γίνει ἐπιστήμη καί ἔχει γίνει καί τέχνη. Θέατρο, σοῦ λέει. Στό σχολεῖο κάνουν καί μάθημα
θεατρολογίας. Ἀπαράδεκτα πράγματα. Αὐτή εἶναι ἡ ἀγωγή πού θά δώσουμε στά παιδιά; Δηλαδή νά
τά μάθουμε νά παίζουνε θέατρο. Ἔχουμε γίνει μιά κοινωνία θεατρίνων πού κανένας δέν
ἐμπιστεύεται κανέναν καί ἔχει ψυγεῖ ἡ ἀγάπη. Τί νά ἀγαπήσεις; Ἀφοῦ δέν ξέρεις τί εἶναι ὁ ἄλλος.
Λέει ἡ κοπέλα ‘μοῦ λέει ἀλήθεια ἤ ψέματα’; Κι ὁ νέος τό ἴδιο. Μπορεῖ νά σταθεῖ μετά ἡ
οἰκογένεια; Ζεῖς μιά σχιζοφρένεια. Στό τέλος καταλήγεις μόνος. Μιά ἀπέραντη μοναξιά καί δέ
θέλεις νά ξέρεις κανέναν καί νά σέ ξέρει κανένας. Σιχαίνεσαι στό τέλος τό ψέμα. Βλέπετε πού
ὁδηγεῖ αὐτό; Ἀλλά ὁ διάβολος μᾶς τά πλασάρει μέ περιτυλίγματα. Σοῦ λέει ‘εἶδες τί ὡραῖο πράγμα
εἶναι αὐτό’; Βάλτο καί στό σχολεῖο. Νά μάθουν τά παιδιά θέατρο. Ἐπιστήμη. Ἔχει γίνει τό ψέμα
ἐπιστήμη. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη μας διαστροφή. Γι’ αὐτό καί οἱ Χριστιανοί δέν δεχόντουσαν τούς
θεατρίνους. Ἔπρεπε νά ἀλλάξουν ἐπάγγελμα γιά νά μποῦν στούς κατηχούμενους, νά ἀκούσουν
λόγο Θεοῦ. Ἀλλιῶς δέν ἔχεις μετανοήσει, ὅταν μπαίνεις σέ τέτοια περιβάλλοντα καί παίζεις
ρόλους. Τό Βάπτισμα προϋποθέτει μετάνοια. Ἀλλαγή ζωῆς.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
239
Οἱ ρινόκεροι
Ὑπάρχει ἕνα θεατρικό ἔργο, πού τό ἔγραψε ἕνας Ρουμάνος ὀνόματι Ἰονέσκου καί -ἄν δέν κάνω
λάθος- ὁ τίτλος του εἶναι «Ρινόκεροι». Ὁ συγγραφέας εἶναι κοσμικός, ἀλλά ἔχει ἕνα ὡραῖο νόημα
τό ἔργο του αὐτό. Ὅπως ὁ Χριστός μας, μιλοῦσε μέ ἱστορίες ἀλλά ὁ κόσμος μετά ἔφευγε, γιατί δέν
εἶχαν ὄρεξη, οὔτε διάθεση νά μάθουν τί ἐννοοῦσε. Ὅσοι εἶχαν πραγματικό ἐνδιαφέρον, μετά τό
τέλος τῆς ἱστορίας, τοῦ ζητοῦσαν νά τούς πεῖ καί τήν κρυμμένη ἀλήθεια, πού ὑπῆρχε πίσω ἀπό
αὐτήν.
Ἡ ἱστορία λοιπόν ἔχει ὡς ἑξῆς: σέ μία πόλη ὑπήρχαν ἄνθρωποι καλοί, πού ζοῦσαν σωστά. Κάποια
στιγμή ἕνας ἄνθρωπος ἄρχισε νά ζεῖ ἄτσαλα, ἀπρόσεχτα. Ἐκτός ἀπό αὐτό, φάνηκε ἡ διαφορά καί
ἐξωτερικά, γιατί αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔβγαλε στό μέτωπό του ἕνα καρούμπαλο, τό ὁποῖο ἄρχισε σιγά
σιγά νά μεγαλώνει. Στό τέλος τό καρούμπαλο ἔγινε ἕνα κέρατο. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἔμοιαζε
μέ ρινόκερο!Συνέχιζε νά ζεῖ αὐτήν τήν ἀπρόσεχτη καί ἀντίχριστη -θά λέγαμε- ζωή καί ὅλοι τόν
εἶχαν δακτυλοδεικτούμενο. «Νά ὁ ρινόκερος, νά αὐτός»! Ἔλεγαν ὅτι ἔβγαλε αὐτό τό κέρατο,
ἐπειδή δέν ζοῦσε σεμνή καί σωστή ζωή καί ὅλοι τόν ἀπαξίωναν, τόν καταδίκαζαν.
Ὅμως μετά ἀπό λίγο καιρό ἔβγαλε κι ἄλλος ἕνας ἄνθρωπος κέρατο. Ἀργότερα ἔβγαλε καί τρίτος
καί τέταρτος καί πέμπτος κ.λ.π. Ἔτσι γέμισε ἡ πόλη μέ ρινόκερους. Οἱ ἄνθρωποι, λοιπόν,
συνήθισαν τό θέαμα καί δέν ἔλεγαν πλέον τίποτα. Στό τέλος ἔγιναν ὅλοι ρινόκεροι, ἐκτός ἀπό 2-3
ἀνθρώπους. Τότε ὅλη ἡ πόλη ἐναντιώθηκε σ’ αὐτούς πού δέν εἶχαν κέρατο γιατί διέφεραν ἀπό τούς
ἄλλους!
Κάπως ἔτσι εἶναι ἡ ἐποχή μας. Αὐτός κοσμικός, ἀλλά σκεπτόμενος ἄνθρωπος τό ἔπιασε τό νόημα.
Ζοῦμε σήμερα ‘ρινοκερικές’ καταστάσεις.
Νά ἀναφέρουμε μία; Σήμερα τά νέα παιδιά δέν παντρεύονται, ἀλλά συζοῦν πρῶτα, γιά νά
γνωριστοῦν καλύτερα ἤ ἴσως γιά ἄλλους λόγους. Οἱ γονεῖς συγκατατίθενται βλέποντας ὅτι ὅλοι
σχεδόν οἱ ἄλλοι κάνουν τό ἴδιο πράγμα. Ἡ πλειοψηφία λοιπόν εἶναι οἱ ρινόκεροι. Οἱ γονεῖς, πού
συμφωνοῦν, ὁδηγοῦν τό παιδί στό νά γίνει κι αὐτός ρινόκερος, νά βγάλει κέρατο. Στή συνέχεια οἱ
νέοι κάνουν πολιτικό γάμο καί ὄχι θρησκευτικό, ἔπειτα κάνουν παιδί κι ἄν τό ἀποφασίσουν κάποια
στιγμή, μπορεῖ νά κάνουν καί κανονικό γάμο.
Αὐτή εἶναι μιά ρινοκερική κατάσταση, πού ὑπερτερεῖ τῆς φυσιολογικῆς. Ποιά εἶναι ὅμως ἡ
φυσιολογική; Σήμερα δέν ξέρουμε κἄν ποιό εἶναι τό σωστό. Ὅλοι ἔχετε παρευρεθεῖ σέ γάμο. Ὅταν
ὁ ἱερέας παίρνει τό χέρι τοῦ γαμπροῦ καί τῆς νύφης καί τά ἑνώνει, δηλώνει ὅτι αὐτή εἶναι ἡ πρώτη
σαρκική ἐπαφή τῶν δύο νέων. Δηλαδή ὅποιος κάνει κάτι ἄλλο πρίν τόν γάμο, μοιάζει μέ τούς
ρινόκερους τοῦ Ἰονέσκου. Ἐπειδή ὅμως σήμερα οἱ περισσότεροι εἶναι ρινόκεροι, ἄν κάποιος
θελήσει νά κρατήσει τήν ἁγνότητά του, τότε οἱ ὑπόλοιποι θά τόν χλευάσουν, θά τόν ἐπιπλήξουν, θά
τόν θεωρήσουν μή φυσιολογικό, θά τόν στείλουν καί σέ γιατρό. Ἐπειδή λοιπόν ὅλοι σήμερα εἶναι
διεφθαρμένοι, ὅταν κάποιος κάνει τό φυσιολογικό, δηλαδή δέν βγάλει κέρατο, τότε οἱ ρινόκεροι θά
τοῦ ἐπιτεθοῦν, θ’ἀντιδράσουν, θά τόν κάνουν νά αἰσθανθεῖ παράξενα.
Αὐτή δυστυχῶς τήν ἀντίδραση δέν τήν ἔχει μόνο ὁ περίγυρος, ἀλλά καί οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς. Ὄχι ἁπλά
συγκατατίθενται στό νά ἔχει τό παιδί σαρκικές σχέσεις πρό τοῦ γάμου του, ἀλλά ὑπάρχουν καί
γονεῖς πού ὁδηγοῦν τά παιδιά τους σέ πορνεία γιά νά τά κάνουν ‘ἄντρες’. Ἔχουμε κάνει δηλαδή τό
κέρατο, φυσιολογικό.
Ἄλλο παράδειγμα εἶναι ἡ ἀμφίεση σήμερα. Οἱ γυναῖκες φοροῦν κατά κανόνα παντελόνι. Αὐτή εἶναι
ρινοκερική κατάσταση. Τό πρόβλημα εἶναι ὅτι κανένας, εἰδικά ἀπό τόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας δέ
διαμαρτύρεται, οὔτε κἄν οἱ ἱερεῖς, οἱ μοναχοί ἤ οἱ Γερόντισσες.
Ὑπάρχουν μάλιστα ἱερεῖς, τό ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Παΐσιος, πού ἔχουν σπουδάσει ψυχολογία καί
240
κάνουν τεράστια ζημιά στήν Ἐκκλησία. Αὐτοί ἰσχυρίζονται ὅτι γιά νά βρεῖ κανείς τόν Θεῖο ἔρωτα,
πρέπει πρῶτα νά ζήσει τόν ἀνθρώπινο ἔρωτα. Ἔτσι, νομιμοποιοῦν τίς προγαμιαῖες σχέσεις καί
πρόσφατα νομιμοποίησαν καί τήν ὁμοφυλοφιλία. Ἐπειδή δημόσια τά λένε καί τά διδάσκουν αὐτά,
μποροῦμε νά τούς ὀνοματίσουμε. Κάποιοι ἀπό αὐτούς εἶναι ὁ π. Φιλόθεος Φάρος, ὁ π. Βασίλειος
Θερμός καί ἀρχηγός τους εἶναι ὁ καθηγητής Γιανναρᾶς. Δέν ἔχουμε τίποτα μέ τούς ἀνθρώπους,
μακάρι νά μετανοήσουν, ἀλλά ἔχουν κάνει τήν πιό μεγάλη ζημιά στούς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ νέοι ἀκολουθοῦν αὐτούς τούς ἱερεῖς καί διαβάζουν τά βιβλία τους, πού ἐρωτολογοῦν. Ἀκοῦνε
γιά ἔρωτα καί ἐπιλέγουν νά συμβουλεύονται καί ν’ ἀκοῦν αὐτούς τούς ἱερεῖς πού δέν εἶναι
‘αὐστηροί’. Κάνουμε διάκριση αὐστηρῶν καί μή αὐστηρῶν ἱερέων. Ποῦ ἀκούστηκε αὐτό; Εἶναι
σάν νά λέμε ὅτι ὑπάρχει γιατρός αὐστηρός καί γιατρός χαλαρός. Ὄχι! Ἁπλά ὑπάρχει γιατρός πού σέ
θεραπεύει καί τσαρλατάνος. Αὐτοί εἶναι κρυμμένοι λύκοι καί κάθε ἄλλο παρά σέ θεραπεύουν.
Πρέπει νά τούς ὀνοματίζουμε γιά νά ξέρουν οἱ ἄνθρωποι καί νά προφυλάσσονται. Οἱ ἅγιοι Πατέρες
τούς ἔλεγαν μέ τό ὄνομά τους, ὁ Ἄρειος, ὁ Νεστόριος κ.ἄ. Πρέπει νά γνωρίζουμε ποιοί εἶναι αὐτοί
οἱ ἄνθρωποι γιατί κάνουν τόση ζημιά στούς ἀνθρώπους καί μέσα ἀπό τό μπέρδεμα πού σπέρνουν,
περνάει ἡ ἀνηθικότητα καί δικαιώνεται κιόλας! Πρέπει νά προφυλαχθοῦμε ἐμεῖς, ἀλλά νά
προφυλάξουμε καί τά παιδιά μας ἀπό αὐτή τήν αἵρεση.
Κάποτε, σέ μία συνεστίαση, κάποια Παρασκευή -ἡμέρα νηστείας- ὅλοι ἔτρωγαν κρέας. Τότε
κάποιος εὐγενικά ἀρνήθηκε νά φάει καί ρώτησε ἄν ὑπάρχει κάτι ἄλλο γιά νά φάει. Οἱ ὑπόλοιποι
ἀντέδρασαν καί ἄρχισαν νά τόν εἰρωνεύονται. Ἐκεῖνος δέ δείλιασε, ἀλλά συνέχισε νά μένει
σταθερός καί τούς ἔδωσε νά καταλάβουν ὅτι ὅπως ὁ ἴδιος δέν ἀσχολεῖται μέ τό τί κάνουν, ἔτσι καί
ἐκεῖνοι δέν εἶχαν κανένα δικαίωμα νά παρεμβαίνουν σ’ αὐτό πού κάνει. Ὁπότε αὐτοί ἄρχισαν νά
μαζεύονται. Ἐπίσης, στήν πορεία τοῦ δείπνου ἀκόμα ἕνας ἄνθρωπος, ἀκολούθησε τό παράδειγμα
τοῦ ἀνθρώπου καί ἀφοῦ τόν συνεχάρη γιά τή σταθερότητα καί τή συνέπειά του στήν πίστη μας καί
στίς ἐντολές τῆς Χριστιανοσύνης, ζήτησε κι αὐτός νηστήσιμο φαγητό.
Σήμερα ἀντίθετα ὑπάρχουν χριστιανοί, πού ἰσχυρίζονται ὅτι κάποιος, ἀκόμα κι ἄν νηστεύει, πρέπει
νά φάει, γιά νά μή σκανδαλίσει τούς ἄλλους. Αὐτή ὅμως εἶναι ἡ ἀντιστροφή τοῦ σκανδάλου.
Σκάνδαλο εἶναι ὅταν σπρώχνεις κάποιον στήν ἁμαρτία, στήν παρακοή. Σκανδαλίζει αὐτός ὁ ὁποῖος
τρώει τίς ἡμέρες τῆς νηστείας. Σκανδαλίζει, γιατί τόν βλέπουν οἱ ἄλλοι καί παρασύρονται
καταλύοντας τή νηστεία. Σήμερα οἱ περισσότεροι δέν τηροῦν τίς νηστεῖες. Ρινοκερική κατάσταση!
Τό ἀποτέλεσμα εἶναι νά φουντώνουν τά σαρκικά πάθη καί κυρίως στά νέα παιδιά ἡ σάρκα
ξεσηκώνεται, προκαλεῖται ἡ ἀνηθικότητα καί ἡ βαρβαρότητα.
Ὑπάρχει μιά λανθασμένη ἀντίληψη ὅτι δέν πρέπει νά ξεχωρίζουμε ἀπό τούς ἄλλους. Ὁ Θεός ὁ
ἴδιος λέει ὅτι ὀφείλουμε νά ξεχωρίσουμε, γιατί ἄν δέν τό κάνουμε καί γίνουμε ἕνα μ’ αὐτούς πού
παραβαίνουν τίς ἐντολές, τότε προδίδουμε τόν Θεό. Ἄς μή πεῖ κανείς «Ἕνας κοῦκος θά φέρει τήν
ἄνοιξη»; Ἀκόμα κι ἄν εἶσαι ἕνας, ὁ μόνος πού ἀπέμεινε νά κάνει τό σωστό, ὀφείλεις νά κάνεις τό
σωστό καί ἄς ξεχωρίσεις. Ὁ Χριστός ἦταν Ἕνας καί οἱ Ἀπόστολοι ἦταν δώδεκα. Κι ὅμως ἔφεραν
τήν ἄνοιξη σέ ὅλα τά ἑκατομμύρια τῆς ἀνθρωπότητας. Ἕνας ἦταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς και έφερε τήν
ἄνοιξη σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα. Ἄν δέν εἶχε βγεῖ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἀπό τή μονή Φιλοθέου νά κηρύξει τόν
λόγο τοῦ Θεοῦ, σήμερα, πολύ πιθανόν, ὅλοι οἱ Ἕλληνες νά ἤμασταν μουσουλμάνοι. Ἐκεῖνο τόν
καιρό ὁλόκληρα χωριά μέ ἐπικεφαλῆς τόν παπά, τόν δάσκαλο καί τόν πρόεδρο, ἔκαναν περιτομή
καί ὑποτάσσονταν στούς μουσουλμάνους, γίνονταν δηλαδή μουσουλμάνοι. Ἄν ἔλεγε κι ὁ ἅγιος
Κοσμᾶς ὅτι ὅλοι ὑποτάχθηκαν καί ὑποτασσόταν κι αὐτός, τότε θά ἤμασταν ὅλοι μουσουλμάνοι. Κι
ὅμως ξεχώρισε καί ἔφερε τήν ἄνοιξη σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Πρέπει λοιπόν νά
ξεχωρίζουμε.
Τά νέα παιδιά νά μή ντρέπονται. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος «δέν εἶναι καιρός μαρτυρίου, ἀλλά εἶναι
καιρός νά δώσουμε μαρτυρία γιά τόν Χριστό» μέ τή ζωή, τή στάση μας, τή σταθερότητά μας, τά
ἔργα καί τά λόγια μας. Πρέπει ν’ ἀντισταθοῦμε στό κακό. Νά μή δειλιάζουμε, νά μή φοβόμαστε, νά
ἐναντιωνόμαστε σέ ὅ,τι ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀκόμα κι ἄν μᾶς τό λέει ἱερέας
241
ἤ δεσπότης, ἄν κάτι δέν εἶναι σύμφωνο μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, νά ἐναντιωνόμαστε καί νά μήν τό
πράττουμε, ἄλλα καί νά μή μπερδευόμαστε.
Ὅταν ζοῦσε ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ἦταν ἕνας ἁπλός μοναχός. Ὅλη ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία,
οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ Πατριάρχες εἶχαν προσκυνήσει μιά αἵρεση, τόν μονοθελητισμό. Ἡ αἵρεση αὐτή
ὑποστήριζε ὅτι ὁ Χριστός εἶχε μόνο μία θέληση. Ὁ Χριστός ὅμως ἔχει δύο θελήσεις, γιατί εἶναι
τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος. Ὁπότε ἔχει καί τή θεία θέληση, ἀλλά καί τήν ἀνθρώπινη καί τή
Θεία ἐνέργεια καί τήν ἀνθρώπινη. Γι’ αὐτό εἶχε ὅλα τά ἀνθρώπινα, ἐκτός τῆς ἁμαρτίας. Οἱ
αἱρετικοί αὐτοί ἀκύρωναν τήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ λέγοντας ὅτι ἔχει μόνο μία θέληση, τή
θεϊκή. Ἀκύρωναν τήν ἀνθρώπινη φύση. Ὁ ἅγιος Μάξιμος ἕνας ἁπλός μοναχός ἐναντιώθηκε, ἄν καί
ἦταν ἁπλός μοναχός. Τόν ρωτοῦσαν ‘εἶσαι ἐνάντια στόν Δεσπότη, ἐνάντια στόν Πατριάρχη’; Καί
ἀπαντοῦσε ‘ἐγώ εἶμαι μέ τήν Ἐκκλησία, ἐσεῖς ἔχετε βγεῖ ἐκτός’.
Ἔτσι κι ἐμεῖς, πρέπει νά ἐναντιωνόμαστε σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, σέ ὅλους τούς ρινόκερους,
τονίζοντας τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀνάγκη νά τόν τηροῦμε. Αὐτό δέν εἶναι ὑπερηφάνεια,
εἶναι ἡ άλήθεια. Δέν τό λέμε γιατί εἴμαστε καλύτεροι ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ὄχι, εἴμαστε οἱ
χειρότεροι. Προσπαθοῦμε ὅμως νά τηρήσουμε αὐτά πού λέει ὁ Χριστός, χωρίς νά μᾶς ἀπασχολεῖ
ἄν αὐτό ἀρέσει στούς πολλούς.
ΑΠΟΡΙΕΣ
-Ὅταν διαπιστώσουμε ὅτι εἴμαστε ρινόκεροι καί θέλουμε ν’ ἀλλάξουμε, νά γίνουμε φυσιολογικοί,
τί γίνεται; Μέσα στά σπίτια μας ὅλοι, λίγο πολύ, εἴμαστε Βεζούβιοι, ἡφαίστεια. Ὅταν βλέπουμε
αὐτήν τή συμφορά καί νιώθουμε ἀνήμποροι νά κάνουμε ὁτιδήποτε, γιατί ἤδη εἴμαστε ρινόκεροι,
ἀλλά θέλουμε ν’ ἀλλάξουμε, γιά ν’ ἀλλάξουμε καί τό ‘γίγνεσθαι’ τοῦ σπιτιοῦ, τί νά κάνουμε;
– Πρέπει νά κάνουμε πολλή προσευχή γιατί εἶναι τό δυνατότερο μέσο καί βέβαια νά κόψουμε τό
δικό μας κέρατο!
Εἶχε πάει κάποτε στόν ἅγιο Παΐσιο ἕνα παιδάκι καί ἔβρεχε. Ὁ Γέροντας εἶχε κάτι μαῦρες σακοῦλες,
αὐτές πού βάζουμε τά σκουπίδια. Ἔκοψε τή σακούλα κάνοντας δύο τρύπες γιά τά μάτια καί τοῦ τή
φόρεσε. Τότε τόν ρώτησε ἄν εἶναι ὑπερήφανος. Ἔτσι ἔκοψε καί τή μύτη, γιά νά μπορεῖ ν’ ἀναπνέει
τό παιδί. Αὐτή ὅμως ἦταν διδασκαλία. Ἡ μύτη εἶναι ὑπερηφάνεια, γι’ αὐτό πρέπει νά κοπεῖ.
Ἡ ὑπερηφάνεια ἐμποδίζει τό Φῶς νά ἔρθει στούς ἀνθρώπους. Ἄν δέν ἔχουμε φῶς, πῶς θά δώσουμε
φῶς στούς ἄλλους; Ὁπότε πρῶτα πρέπει νά προσευχηθοῦμε, νά μετανοήσουμε καί στή συνέχεια θά
ἐργαστεῖ ὁ Θεός καί ἄν καί τά μέλη τοῦ περιβάλλοντός μας θέλουν, τότε μποροῦν νά βροῦν τόν
δρόμο. Ἐμεῖς ὅμως ἔχει σημασία νά εἴμαστε γνήσιοι, αὐθεντικοί, νά μήν περικόπτουμε τό
Εὐαγγέλιο, ἀλλάζοντάς το σύμφωνα μέ ὅ,τι μᾶς συμφέρει. Δέν βάζουμε ‘λίγο νερό στό κρασί μας’
γιατί τό κρασί ἔτσι ξινίζει καί μετά ἄν τό δώσεις στό παιδί σου θά τό ἀρνηθεῖ. Θά σοῦ πεῖ -καί
δικαιολογημένα- ‘γιατί νά πάω στήν Ἐκκλησία μήπως ἐσύ εἶσαι διαφορετική ἀπό τούς ἄλλους;
Μέσα στά νεῦρα εἶσαι, στό ἄγχος, στήν κατάθλιψη… Ποιό τό ὄφελος ἄν ἐξομολογεῖσαι καί
κοινωνᾶς;’ Πρέπει λοιπόν νά ἀκολουθοῦμε κατά γράμμα τό Εὐαγγέλιο.
Ἄν οἱ ἄνθρωποι ζοῦνε αὐθεντικά τόν Χριστό, τότε δέν χρειάζεται νά ποῦνε τίποτα στό παιδί. Τό
παιδί θά ἔχει μπεῖ στό κλίμα τοῦ χριστιανισμοῦ ἀπό τήν παιδική ἠλικία καί θά ἀκολουθεῖ. Ἄν ὅμως
δέν εἴμαστε σωστοί ἐμεῖς καί ἐπιλέξαμε λάθος σύζυγο, τότε εἶναι πολύ δύσκολο. Γι’ αὐτό
χρειάζεται αὐτός πού ἔχει βρεῖ τόν σωστό δρόμο, τουλάχιστον νά βοηθήσει τά παιδιά. Νά τούς
δώσει νά καταλάβουν ποιός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ γάμου, τῆς οἰκογένειας, νά τούς κάνει κατήχηση.
Μ’ αὐτόν τόν τρόπο σιγά σιγά θά γεννηθεῖ μιά νέα γενιά ὑγιῶν πνευματικά ἀνθρώπων. Αὐτό
μπορεῖ νά γίνει, δέν εἶναι ἀδύνατο, ἀρκεῖ νά ἐργαστοῦμε σωστά.
Ὁι ἅγιοι δέν γεννήθηκαν ἅγιοι, ἔγιναν ἅγιοι στήν πορεία, μέ μεγάλη προσπάθεια. Ἔτσι κι ὅλοι
ἐμεῖς, ἄν προσπαθήσουμε, μποροῦμε νά γίνουμε ἅγιοι. Γι’ αὐτό ἦρθε ὁ Χριστός στόν κόσμο, γιά νά
μᾶς κάνει ἁγίους καί νά κάνει ὅλη τή γῆ ἕνα μοναστήρι.
242
Σήμερα δέν ἀντιστεκόμαστε στό κακό. Νά σᾶς πῶ τό ἑξῆς: Ἕνα κοριτσάκι τετάρτης δημοτικοῦ,
εἶπε στή μητέρα του ὅτι ἀγαπάει τή φίλη της. Ἡ μητέρα θεώρησε ὅτι αὐτό εἶναι φυσιολογικό, ἀφοῦ
εἶναι φίλες. Ὅμως τό κοριτσάκι ἐπιβεβαίωσε στή μητέρα του ὅτι ἐννοοῦσε ὅτι τήν ἀγαπᾶ ἐρωτικά
καί τό εἶπε ξεκάθαρα ὅτι εἶναι «Gay»! Κοριτσάκι τετάρτης δημοτικοῦ! Αὐτά διδάσκονται σήμερα
στά σχολεῖα. Ἄν ἕνα παιδάκι κατακρίνει τούς gay, τότε τό κοροϊδεύουν. Στά σχολεῖα προωθεῖται
αὐτό.
Ἐπίσης μοῦ εἶπαν ὅτι ἡ τηλεόραση ἔδειξε μέ πᾶσα μεγαλοπρέπεια τόν πρῶτο γάμο ὁμοφυλοφίλων
στήν Ἀθήνα. Ὁ δήμαρχος Καμίνης, πού δηλώνει ἄθεος, ἔλεγε ὅτι εἶναι ὑπερήφανος πού ἔκανε τόν
πρῶτο γάμο ὁμοφυλοφίλων. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅλα τά ΜΜΕ, δέν εἶναι μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης,
ἀλλά μέσα μαζικῆς ἐξαπάτησης καί ὅ,τι προβάλλουν εἶναι στημένο, ἀπό ὅσους θέλουν νά
περάσουν τήν ‘δικτατορία τῶν ὁμοφυλοφίλων’.
Ἕνα κείμενο λέει: χιλιάδες παιδιά στίς πιό ‘προοδευμένες’ χῶρες μέ τό ὑψηλότερο βιοτικό ἐπίπεδο
(Σκανδιναβία, Φινλανδία, Νορβηγία) ἔχουν ἁρπαχθεῖ ἀπό τίς οἰκογένειές τους καί ἔχουν δοθεῖ σέ
ὁμοφυλόφιλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι καί παιδόφιλοι! Ἡ διαδικασία εἶναι ἡ ἀκόλουθη: ἡ κοινωνική
λειτουργός, ἀκούγοντας τό παιδί νά λέει κάτι γιά τή μητέρα του, κρίνει ὅτι δέν εἶναι ἱκανή νά τό
μεγαλώσει σωστά. Ἔτσι, τό δίνουν τό παιδί στούς ὁμοφυλόφιλους καί τούς δίνουν καί ἐπίδομα γιά
τήν ὑιοθεσία πού ἔκαναν! Ἔμεῖς ἐφησυχάζουμε, κοιμόμαστε, λέμε εἶναι ἀνοχή, εἶναι φιλανθρωπία,
οἱ καημένοι, οἱ ἀδικημένοι οἱ ὁμοφυλόφιλοι. Δέν εἶναι καθόλου ἔτσι, ὅλα αὐτά θά ἔρθουν καί στή
χώρα μας, αὐτή ἡ δικτατορία τῶν ὁμοφιλοφίλων.
Στά σχολεῖα γιά πρώτη χρονιά φέτος, ἀφοῦ ἔδιωξαν τούς πνευματικούς, ἔφεραν ἐπιτροπές
ψυχολόγων. Οἱ ψυχολόγοι αὐτοί, σιγά σιγά σέ συνεργασία μέ τούς διευθυντές καί τούς κοινωνικούς
λειτουργούς, θά σᾶς παίρνουν τά παιδιά. Ὅμως, ὅταν πρίν ἀπό ἕναν μήνα ψηφίστηκε τό σύμφωνο
συμβίωσης, κανένας δέν βγῆκε νά διαμαρτυρηθεῖ. Διαμαρτυρόμαστε μόνο ὅταν κινδυνεύει τό
πορτοφόλι μας καί ὄχι τό παιδί μας. Ἄκόμα ὅμως κι ἀπό αὐτό κρινόμαστε.. Σέ τί δίνουμε ἀξία!
Ἔτσι ἐπιτρέπουμε σ’ αὐτούς νά ὀργανωθοῦν. Στίς χῶρες αὐτές ἔχουν φτιάξει μέ τέτοιο τρόπο τή
νομοθεσία, ὥστε νά μή μπορεῖ νά πάρει πίσω ὁ γονιός τό παιδί του. Ὑπάρχουν περιπτώσεις
μάλιστα πού δέν ἐπιτρέπουν στή βιολογική μητέρα καί στόν πατέρα οὔτε τηλεφωνική ἐπικοινωνία.
Δέν εἶναι ἀστεῖα τά πράγματα. Ὅταν ἦταν νά ψηφιστεῖ τό σύμφωνο κάποιοι δέν ἀντέδρασαν, γιατί
θεώρησαν ὅτι δέν τούς ἐπηρεάζει. Κι ὅμως αὐτό ὅλους μᾶς νοιάζει καί μᾶς ἐπηρεάζει κι αὐτό θά τό
συνειδητοποιήσουμε ἐν καιρῶ. Ἡ πρώτη συνέπεια ἤδη συνέβη καί εἶναι ἡ οἰκονομική. Ὁ Θεός
βλέποντας ὅτι δέ δίνουμε σημασία στά πνευματικά ζητήματα, ἐπιτρέπει νά στριμωχτοῦμε στά
ὑλικά, μήπως καί συνειδητοποιήσουμε τήν ἀνομία μας καί μετανοήσουμε.
Ὅλες αὐτές τίς ὑπεραξίες, πού ὑπάρχουν στόν κόσμο, ὅπως τά χρήματα, οἱ ἡδονές, ἡ γνώμη τοῦ
κόσμου, πρέπει νά πέσουν στά μάτια μας, νά τά ἀπαξιώσουμε καί νά ἀγκαλιάσουμε τόν Χριστό
μας.
– Διάβασα κάπου ὅτι τά πάρτι τῶν gay τά χρηματοδοτεῖ ἡ ἀμερικάνικη πρεσβεία.
– Ναί, ἰσχύει ὅτι τίς παρελάσεις τῶν gay, τίς χρηματοδοτεῖ ἡ ἀμερικάνικη πρεσβεία.
Ἐν κατακλείδι νά ποῦμε, ὅτι πρέπει νά εἴμαστε ὅλοι μαζί γιά νά περνάει αὐτό καί στά παιδιά.
Σωζόμαστε στήν Ἐκκλησία ὅλοι μαζί, ὄχι ὁ καθένας μόνος του. Εἶναι ἀπαραίτητο νά πηγαίνουμε
στίς συνάξεις, γιατί ὅπου ὑπάρχει ὁ ἱερέας καί οἱ πιστοί, εἶναι ὁ Χριστός, τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ
Ἐκκλησία.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
243
Οἱ ὀθόνες πού προκαλοῦν τόν θάνατο
Ὁ προφήτης Ἰερεμίας ἀναφέρει στήν Ἁγία Γραφή: «ἀνέβηκε ὁ θάνατος διά μέσω τῶν
θυρίδων»(Ιερ. 9,21). Αὐτό σημαίνει ὅτι πέρασε ὁ θάνατος μέσα ἀπό τά παράθυρα.
 Ποιά εἶναι τά παράθυρα καί γιά ποιόν θάνατο μιλάει ὁ προφήτης;
Προφανῶς δέ μιλάει γιά θάνατο σωματικό, ἀλλά πνευματικό. Ἕναν θάνατο τῆς ψυχῆς. Δηλαδή
μπορεῖ ὁ θάνατος νά περάσει μέσα ἀπό τά ‘παράθυρα’ καί ὁ ἄνθρωπος νά πεθάνει.
 Ποιά εἶναι τά ‘παράθυρα’ τοῦ ἀνθρώπου καί πῶς ἡ ψυχή μας ‘βλέπει’ ἔξω;
Ἔχουμε τήν ψυχή, ἡ ὁποία υπάρχει καί μέσα στό σῶμα μας καί ἔξω ἀπ’ αὐτό. Ἡ ψυχή εἶναι
πνευματική καί βλέπει -μέσα ἀπό τά μάτια-, ἀκούει, ὄσφραίνεται, ἀγγίζει. Ὅλα τά ὄργανα, πού
χρησιμοποιοῦμε γιά νά καταλάβουμε τό περιβάλλον, τροφοδοτοῦν τήν ψυχή μας.
Μέ ἄλλα λόγια, εἶναι οἱ πύλες μέσα ἀπό τίς ὁποῖες περνάει ἡ τροφή τῆς ψυχῆς. Αὐτή ἡ τροφή θά
πρέπει νά προσέχουμε νά εἶναι καλή. Ὅπως φροντίζουμε γιά τό σῶμα μας, νά μήν τρῶμε κάτι
χαλασμένο ἤ σάπιο, ἔτσι πρέπει νά κάνουμε καί μέ τήν ψυχή μας.
Ἑπομένως, εἶναι ἀπαραίτητο, αὐτά πού περνᾶνε μέσα στήν ψυχή ἀπό τίς αἰσθήσεις μας, νά εἶναι
πράγματα τοῦ Θεοῦ. Γιά παράδειγμα, μέσα στήν Ἐκκλησία, βλέπουμε μόνο ἁγνά πράγματα.
Βλέπουμε τόν Χριστό μας, τήν Παναγία μας, τούς Ἁγίους μέ ἕνα πρόσωπο καθαρό, ἤρεμο καί
ταπεινό. Γύρω ἀπό τό κεφάλι τους παρατηροῦμε ἕνα φωτεινό στεφάνι. Τό φῶς αὐτό, εἶναι τό φῶς
τοῦ Θεοῦ. Αυτό τό ἔχουν μόνο ὅσοι ἔχουν μέσα τους τόν Θεό, δηλαδή ὁ Θεός κατοικεῖ μέσα τους
μόνιμα. Ὁ Θεός εἶναι φῶς καί φωτίζει κι αὐτούς μέσα στούς ὁποίους κατοικεῖ.
Ὁ σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά γίνει ἅγιος, νά μοιάσει δηλαδή στούς Ἁγίους. Γι’ αὐτό βάζουμε
εἰκόνες τῶν ἁγίων παντοῦ, γιά νά τούς βλέπουμε. Πρέπει κι ἐμεῖς νά ἔχουμε καθαρότητα μέσα στήν
καρδιά μας, ὅπως ἔχουν καί οἱ ἅγιοι, ὥστε νά κατοικήσει μέσα μας ὁ Θεός καί νά γίνουμε καί ἐμεῖς
φῶς. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας κι αὐτό στή θεολογία λέγεται «θέωση», νά κατοικεῖ
δηλαδή ὁ Θεός μέσα μας. Γι’ αὐτό τόν λόγο μᾶς ἔπλασε ὁ Θεός.
 Τί ἀφήνουμε νά περάσει ἀπό τά παράθυρα καί τίς πόρτες τῆς ψυχῆς μας σήμερα;
Σήμερα περνᾶνε στήν ψυχή μας διάφορες εἰκόνες καί ἀκούσματα. Γιά παράδειγμα, μέσα ἀπό τό
κινητό, ἀκοῦμε καί βλέπουμε. Ἐκτός ὅμως ἀπό τήν ὀθόνη τοῦ κινητοῦ, στό σπίτι μας ὑπάρχουν κι
ἄλλες ὀθόνες. Ἔχουμε τηλεόραση, ὑπολογιστή, tablet, ἠλεκτρονικά παιχνίδια.. Κάποιος μέτρησε
περίπου 20 μέ 25 ὀθόνες γύρω μας, τίς ὁποῖες χρησιμοποιοῦμε. Ἀκόμα καί μέσα στό αὐτοκίνητο
ἔχει ὀθόνες. Σέ λίγο θά βγάζουν ψυγεῖα καί σκοῦπες μέ ὀθόνες.
 Τί περνάει μέσα μας ὅμως ἁπό αὐτές τίς ὀθόνες; Περνᾶνε πάντα πράγματα τοῦ Θεοῦ;
Κάθε ἄλλο. Περνᾶνε διαβολικά πράγματα. Περνᾶνε μηνύματα βίας, ἄνθρωποι πού μαλώνουν,
χτυπάει ὁ ἕνας τόν ἄλλον, σκοτώνονται. Αὐτά τά παιχνίδια βίας εἶναι τόσο ζωντανά, πού ὅποιος
παίζει -ἐλπίζω ἐσεῖς νά μήν παίζετε-, γίνεται κι αὐτός μαχητής καί οὐσιαστικά παίρνει μέρος στόν
πόλεμο. Τόσο πραγματική εἶναι φτιαγμένη ἡ εἰκόνα, πού ὅταν παίζει κανείς νιώθει πώς εἶναι κι
αὐτός ἕνας πολεμιστής. Κάλλιστα θά μποροῦσε σήμερα ἕνας τρομοκράτης νά ἐκπαιδευτεῖ μ’ αὐτά
τά παιχνίδια καί νά μάθει νά σκοτώνει.
Ἕνας σύγχρονος Γέροντας ἔλεγε σ’ ἕνα πνευματικό του παιδί «τρία πράγματα δέν θά ἔχεις:
ὑπολογιστή, κινητό και τηλεόραση». Γιατί τό εἶπε αὐτό ὁ Γέροντας; Τί κακό μᾶς κάνουν αὐτά τά
τρία πράγματα; Αὐτά ἱικανοποιοῦν τίς ἐπιθυμίες μας, ὄχι τίς πραγματικές μας ἀνάγκες. Πολλές
φορές, θέλουμε κάτι, πού νομίζουμε ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη, ἀλλά στήν πραγματικότητα ὁ διάβολος μᾶς
πείθει ὅτι τό χρειαζόμαστε. Δηλαδή οὐσιαστικά εἶναι ἁπλές ἐπιθυμίες ἀπό τόν διάβολο. Αὐτά
244
δυστυχῶς μᾶς τά περνᾶνε οἱ τρεῖς αὐτές ὀθόνες.
Ὁ κακός ἄνθρωπος, πού ἔχουμε ὅλοι μέσα μας, πιθανόν νά θέλει νά δεῖ κάτι πονηρό καί κακό.
Ἔτσι μᾶς ξυπνάει τήν περιέργεια καί ἐμφανίζεται μέσα μας ἡ ἐπιθυμία νά δοῦμε αὐτά τά πονηρά
καί ἄχρηστα πράγματα στίς ὀθόνες μας. Αὐτό δέν εἶναι ἀνάγκη, ἀλλά μιά κακή ἐπιθυμία, τήν ὁποία
αὐτά τά μέσα εὔκολα τήν ἱκανοποιοῦν. Ἄρα, ἕνας πρῶτος κίνδυνος εἶναι νά παρασυρθοῦμε ἀπό τόν
κακό ἑαυτό μας, νά ἐπιθυμήσουμε πράγματα, πού δέν πρέπει καί μέσα ἀπό αὐτά τά τεχνολογικά
μέσα νά ἱκανοποιήσουμε αὐτήν τήν κακή μας ἐπιθυμία. Ἔτσι ὅμως πέφτουμε σέ μιά ἁμαρτία.
 Εἶναι ὅμως ἁμαρτία νά δοῦμε κάτι κακό;
Γνωρίζουμε ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ὅτι ὁ βασιλιάς Δαβίδ, πού ἦταν καί προφήτης καί ἅγιος,
κάποια στιγμή, ἐπειδή δέν πρόσεξε τά μάτια του, παρασύρθηκε ἀπό μιά κακή ἐπιθυμία. Κάποια
μέρα βγῆκε στήν ταράτσα τοῦ ἀνακτόρου του καί εἶδε κάτω στό ποτάμι μιά γυναίκα. Ἐνῶ δέν
ἔπρεπε νά τήν περιεργαστεῖ καί νά τή δεῖ μέ πονηρό τρόπο, ἐκεῖνος τό ἔκανε καί ἔτσι τοῦ ἦρθε ἡ
ἐπιθυμία. Οἱ ἀρχαῖοι λέγανε «ἀπό τοῦ ὁρᾶν τίκτεται τὸ ἐρᾶν». Τί σημαίνει αὐτό; Ἀπό τό νά βλέπεις,
γεννιέται ἡ ἐπιθυμία.
Γιά παράδειγμα, θά δοῦμε ἕνα γλυκό στό ζαχαροπλαστεῖο. Ἄν δέν σκεφτοῦμε ὅτι δέν τό
χρειαζόμαστε -ἀφοῦ ἔχουμε ἤδη φάει- τότε μᾶς γεννιέται ἡ ἐπιθυμία νά τό ἀγοράσουμε. Δέν θά
γεννιόταν ἡ ἐπιθυμία, ἀλλά ἐξαιτίας τοῦ ὅτι τό εἴδαμε και σκεφτήκαμε ὅτι θά ἦταν ὡραῖα ἄν τό
ἀγοράζαμε καί τό τρώγαμε, γι’ αὐτό τό θελήσαμε καί τό ἀγοράσαμε. Ἔτσι, ἄν δέν προσέχουμε κατ’
ἀρχήν αὐτά πού βλέπουμε, στή συνέχεια αυτά που βλέπουμε, θά τά ἐπιθυμοῦμε κιόλας.
Ὅταν ἕνα παιδί παίζει ἕνα παιχνίδι, πού ἔχει βία, πόλεμο, αἵματα, ξύλο, ἀποκεφαλισμούς, γίνεται
βίαιο καί μετά θέλει νά κάνει τά ἴδια. Ἐπειτα πηγαίνει στό σχολεῖο καί ἐκφοβίζει ἤ κακοποιεῖ ἄλλα
παιδιά. Μπορεῖ νά χτυπήσει ἕνα ἄλλο παιδί ἤ νά τό πληγώσει μέ τά λόγια του. Κανένας ὅμως δέν
ἐπιτρέπεται νά χτυπήσει ἄλλον ἄνθρωπο. Ὁ Χριστός μας ποτέ δέν χτύπησε κανέναν, παρόλο πού
τοῦ κάνανε τόσα πολλά καί στό τέλος Τόν σταύρωσαν. Καί μιά μέρα, πού μπῆκε στόν ναό τοῦ
Θεοῦ καί βρῆκε ἐκεῖ τούς ἐμπόρους, δέν τούς χτύπησε, ἁπλῶς ἀναποδογύρισε τά τραπέζια, πού
εἶχαν τά νομίσματα. Δέν τούς ἔκανε κακό ἀνεπανόρθωτο. Ἔτσι κι ἐμεῖς δέν πρέπει νά κάνουμε
ποτέ κακό σέ κανέναν.
Ὅταν ὅμως κάποιος βλέπει συνέχεια αὐτές τίς σκηνές βίας, μετά μιμεῖται κι αὐτός, αὐτά πού
βλέπει. Ἔχουμε περιστατικά παιδιῶν, πού εἶδαν τέτοιες σκηνές στόν κινηματογράφο, στήν
τηλεόραση, στό διαδίκτυο καί τήν ἑπόμενη μέρα ἔκαναν τά ἴδια πράγματα. Εἴτε χτύπησαν κάποιον,
εἴτε σκότωσαν ἤ ἀκόμα αὐτοκτόνησαν. Ὅλα αὐτά συνέβησαν γιατί δυστυχῶς ἡ τηλεόραση δείχνει
τά πάντα ἀδιακρίτως καί ἀνεξαιρέτως.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, διαπιστώνουμε ὅτι στήν Ἐκκλησία ὅλα εἶναι προσεγμένα καί δέν θά δεῖ
κανείς κάτι κακό. Τό κακό ἡ Ἐκκλησία δέν τό δείχνει. Οἱ ἅγιοι λένε «τό ὅποιο κακό οὕτε νά τό
βλέπεις, οὕτε νά τό σκέφτεσαι, οὕτε κάν τήν κακιά αὐτή λέξη νά ξέρεις». Ὅσο λιγότερα ἄσχημα
ξέρεις, τόσο πιό καθαρή θά εἶναι ἡ ψυχή σου καί τότε ἔρχεται ὁ Θεός μέσα σου. Ὁ Θεός ἀγαπάει
πολύ τούς ἁγνούς ἀνθρώπους, πού ἔχουν καθαρή καρδιά.
Ἄν ὅμως κάποιος βρίσκεται ὅλη τήν ἡμέρα μπροστά ἀπό τίς ὀθόνες, μαθαίνει πολλά κακά
πράγματα καί γεμίζει ἡ ψυχή μέ βρωμιές, γίνεται ἀκάθαρτη. Τότε δέν εἶναι δυνατόν ὁ Θεός νά
ἔρθει μέσα του. Πρέπει ὁ ἄνθρωπος πρῶτα νά ἐξομολογηθεῖ καί στή συνέχεια ν’ ἀγωνιστεῖ νά
βγάλει ἀπό μέσα του, ὅσα εἶδε καί ἔμαθε. Ὁ διάβολος ὅμως δέν θά τόν ἀφήσει εὔκολα νά βγάλει
ἀπό μέσα του αὐτές τίς κακές ἐνθυμήσεις. Θά φροντίζει νά τοῦ τά θυμίζει συνέχεια. Γι’ αὐτό
χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή.
Τό πρῶτο λοιπόν καί μεγαλύτερο κακό πού προκαλοῦν οἱ ὀθόνες εἶναι ἡ ἁμαρτία. Διότι εἶπε ὁ
Χριστός μας «Ἄν δεῖς πονηρά, ἤδη κάνεις μοιχεία στήν καρδιά σου» (Ματθ. 5,28), δηλαδή
σαρκική ἁμαρτία. Μόνο πού θά δοῦμε κάτι αἴσχρό ἤ πονηρό, χωρίς νά τό κάνουμε κιόλας, ἀποτελεῖ
245
ἁμαρτία γιατί τό κάνεις μέσα στήν καρδιά σου.
 Ἐκτός ἀπό τό ὅτι μᾶς δημιουργεῖ ἐπιθυμίες, τί ἄλλο κακό γίνεται;
Καταστρέφει πολλούς ἀνθρώπους μέσω τῶν τυχερῶν παιχνιδιῶν πού προβάλλονται. Πείθονται οἱ
ἄνθρωποι ν’ ἀσχοληθοῦν καί νά παίξουν τυχερά παιχνίδια, τάχα γιά νά κερδίσουν εὔκολα καί
γρήγορα χρήματα. Καταλήγουν ὅμως σέ καταστροφή, χάνουν τά πάντα, ἀναγκάζονται νά
πουλήσουν ὅλη τους τήν περιουσία, τό σπίτι τους καί νά μήν ἔχουν χρήματα νά ταΐσουν οὕτε τήν
οἰκογένειά τους καί τά παιδιά τους. Στό τέλος μπορεῖ νά τούς σπρώξει ὁ διάβολος καί στήν
αὐτοκτονία, ἀφοῦ τούς ἀπελπίσει. Φοβερή παγίδα καί αὐτή τῶν ὀθονῶν.
 Τί ἄλλο κακό κάνουν οἱ ὀθόνες;
Στεροῦν τήν ἐλευθερία. Στηνόμαστε μπροστά ἀπό τίς ὀθόνες καί στήν οὐσία ὑποδουλωνόμαστε,
γινόμαστε δοῦλοι τῶν ὀθονῶν. Ὅπως οἱ ναρκομανεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἐξαρτημένοι καί
ὑποδουλωμένοι σέ μία οὐσία, σ’ ἕνα χάπι, σ’ ἕνα χόρτο, πού δημιουργεῖ παραισθήσεις. Βάζοντας
τήν οὐσία στό σῶμα τους, ζαλίζονται καί χάνουν τίς αἰσθήσεις τους. Οἱ ἐπιστήμονες, ἀφοῦ
ἐξέτασαν τόν ἐγκέφαλο τῶν ναρκομανῶν, ἀνακάλυψαν ὅτι ὁ ἐγκέφαλος τῶν ἐξαρτημένων αὐτῶν
ἀτόμων εἶναι διαφορετικός ἀπό τόν ἐγκέφαλο τῶν μή ἐξαρτημένων, δηλαδή τῶν ὑπόλοιπων
ἀνθρώπων.
Ἔπειτα, οἱ ἐπιστήμονες ἐξέτασαν τόν ἐγκέφαλο ὅσων ἀτόμων εἶναι ἐθισμένοι στίς ὀθόνες καί
βλέπουν πολύ τηλεόραση ἤ γενικά περνᾶνε ὧρες μπροστά ἀπό μιά ὀθόνη. Διαπίστωσαν τότε, ὅτι ὁ
ἐγκέφαλός τους ἦταν ἴδιος μέ αὐτόν τῶν ναρκομανῶν. Ἄρα οἱ ὀθόνες, (τό διαδίκτυο, ἡ τηλεόραση
κ.λ.π.) εἶναι κάτι σάν ναρκωτικό. Προκαλεῖ ἐξάρτηση. Αὐτό ἐξηγεῖται καί ἐπιστημονικά γιατί
βγαίνουν κάποιες οὐσίες στόν ἐγκέφαλο, πού φέρνουν μιά εὐχαρίστηση. Ὑπῆρχαν παιδιά, πού
ἐθίστηκαν στήν ὀθόνη μπροστά καί ἔμειναν ἐκεῖ νά παίζουν γιά 24 ἤ 48 ὧρες. Οὔτε κοιμόντουσαν,
οὔτε ἔτρωγαν, οὔτε ἔπιναν νερό. Ἦταν κολλημένοι μπροστά ἀπό μιά ὀθόνη. Ἔτσι ὁ ὀργανισμός
τους δέν ἄντεξε καί πέθαναν. Ἀπό τήν πλήρη ἀπορρόφηση πού εἶχαν στά παιχνίδια, πέθαναν!
Ὑπάρχουν καί κλινικές γιά ὅσους εἶναι ἐξαρτημένοι καί δέν ξεκολλᾶνε μπροστά ἀπό τίς ὀθόνες.
 Βλέπετε πόσο βαριά μπορεῖ νά μᾶς ἐπηρεάσουν οἱ ὀθόνες;
Ὑπάρχουν ὅμως κι ἄλλα ἀρνητικά. Οἱ ὀθόνες μᾶς σπαταλοῦν χρόνο. Ὁ χρόνος φεύγει καί σιγά
σιγά περνάει ἡ ζωή μας. Ὁ Χριστός μᾶς ἔφερε στή ζωή καί μᾶς ἔδωσε τόν χρόνο, ὄχι γιά νά τόν
σπαταλᾶμε μπροστά στίς ὀθόνες, ἀλλά γιά νά τόν ἀξιοποιήσουμε, ὥστε νά πᾶμε στόν Παράδεισο,
στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἴσως λοιπόν φτάσει ἡ στιγμή, πού κάποιος περάσει τήν ζωή του ἄσκοπα. Οἱ ἐπιστήμονες ἔχουν
ὑπολογισει ὅτι ἕνας ἄνθρωπος 65 ἐτῶν, πού βλέπει τηλεόραση, ἔχει περάσει 9 χρόνια ἀπό τή ζωή
του μπροστά ἀπό αὐτήν. Τά ἐννιά χρόνια τά πέρασε ἀποβλακωμένος. Ἀκόμα χειρότερος ἐθισμός
εἶναι τό ἴντερνετ. Ὅσο περισσότερο ἀσχολεῖται κάποιος μέ τό διαδίκτυο, ὁ ἐγκέφαλος δέ λειτουργεῖ
σωστά, ἀτροφεῖ.
Γι’ αὐτό, αὐτοί πού φτιάχνουν τούς ὑπολογιστές -στή Σίλικον Βάλεϊ, μιά περιοχή τῆς Ἀμερικῆςἀπαγορεύουν στά παιδιά τους νά χρησιμοποιοῦν ὑπολογιστή καί στό σπίτι καί στό σχολεῖο. Φυσικά
οἱ κατασκευαστές ἐπειδή γνωρίζουν τούς κινδύνους, δέν ἐπιτρέπουν στά παιδιά τους κάτι
ἐπικίνδυνο. Τούς ἐπιτρέπουν μόνο τήν κιμωλία, τόν πίνακα καί τό στυλό, καθόλου ὑπολογιστές.
Τά παιδιά μέχρι τά 24 πρέπει νά ἀναπτύξουν δεξιότητες. Νά μάθουν ἕνα μουσικό ὄργανο, μιά ξένη
γλώσσα, νά πάρουν τίς βασικές γνώσεις, ἱστορία, γεωγραφία, μαθηματικά, θρησκευτικά,
προπάντων νά μάθουν τήν πίστη μας. Ἄν δέν τό κάνουν σ’ αὐτήν τήν ἡλικία, δέν θά τό κάνουν
ποτέ. Αὐτό γίνεται διότι μέχρι τά 24 στόν ἐγκέφαλό μας γίνεται ἀλλαγή καί μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος,
ἀνάλογα μέ αὐτά πού κάνει, νά διαμορφώσει τόν ἐγκέφαλό του κι αὐτό νά τό διατηρήσει σ’ ὅλη
του τή ζωή. Ἀπό τή στιγμή ὅμως πού δέν θά γίνει μέχρι τή συγκεκριμένη ἡλικία, μετά δέν θά
μπορέσει νά τό κάνει, ἀφοῦ ὁ ἐγκέφαλος κόβει τά κύτταρα καί τίς συνδέσεις, πού δέν χρησιμοποιεῖ
246
καί μένει ὁ καθένας μέ τίς λίγες γνώσεις πού ἔχει ἀποκτήσει.
Σήμερα τά παιδιά δέ μποροῦν νά μιλήσουν. Αὐτό συμβαίνει γιατί εἶναι ὅλη τήν ὥρα μπροστά ἀπό
μία ὀθόνη ἄφωνα, χωρίς νά κάνουν διάλογο, ὁπότε δέν ἀναπτύσσουν τή γλώσσα τους, οὔτε
διαβάζουν γιά νά πλουτίσουν τό λεξιλόγιό τους. Ὑπάρχουν πολλά παιδιά πού ὅλο τό λεξιλόγιό τους
φτάνει τίς διακόσιες λέξεις. Συνέχεια ἐπαναλαμβάνουν τίς ἴδιες λέξεις. Ἄν δέν μπορεῖς νά μιλήσεις
σωστά, τότε καί ἡ ψυχή σου εἶναι φτωχή. Αὐτό γίνεται ὅταν εἴμαστε παθητικοί μπροστά ἀπό τίς
ὀθόνες. Γι’ αὐτό ἄς μένουμε, ὅσο μποροῦμε, μακριά καί ἄς κάνουμε τά ἀναγκαῖα.
Οἱ ζημιές πού προκαλοῦν εἶναι τόσο στό ἐπίπεδο τῆς μόρφωσης, ἀλλά κυρίως στό πνευματικό
ἐπίπεδο, ἀφοῦ καταλήγουμε σέ διάφορες ἁμαρτίες.
Μποροῦμε νά ἔχουμε μόνο «πνευματική τηλεόραση», ὅπως εἶχε ὁ ἅγιος Πορφύριος καί ὁ ἅγιος
Παΐσιος. Ὅλοι ἔχουμε αὐτήν τή δυνατότητα, ὅταν ἡ ψυχή μας καθαριστεῖ. Τότε, λένε οἱ ἅγιοι, ἡ
ψυχή γίνεται διορατική. Ἀπό τή φύση της, ἡ ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου εἶναι διορατική. Αὐτό εἶναι
τό λεγόμενο διορατικό χάρισμα, νά καταλαβαίνεις δηλαδή τί σκέφτεται ὁ ἄλλος. Αὐτό ὅμως τό
καταλαβαίνει μόνο μιά καθαρή ψυχή. Ὅσο ἔχουμε μέσα μας βρωμιές, πού μπαίνουν μέσα ἀπό τίς
ὀθόνες, τά ἀκούσματα καί τά λοιπά, δέν μποροῦμε νά εἴμαστε διορατικοί. Δέν μποροῦμε νά
βλέπουμε οὔτε τόν Θεό, οὔτε τόν ἀδελφό μας.
 Ἄλλη ζημιά πού γίνεται ἀπό τίς ὀθόνες;
Αὐτά πού προβάλλουν εἶναι ψεύτικα. Μᾶς παραπλανοῦν. Στίς εἰδήσεις μᾶς δείχνουν -στήν
καλύτερη περίπτωση- αὐτό πού οἱ ἴδιοι οἱ δημοσιογράφοι θεωροῦν σημαντικό κατά τήν
ὑποκειμενική τους ἄποψη. Οἱ δημοσιογράφοι φτιάχνουν τίς εἰδήσεις, μέσω τοῦ ἐπιτελείου τους.
Ὑπάρχει ἕνα φαινόμενο, πού ὀνομάζεται φαινόμενο τῆς προβολῆς. Αὐτό προωθεῖ τήν ἰδέα ὅτι
προβάλουμε στούς ἄλλους, αὐτό πού ἐμεῖς ἔχουμε μέσα μας κι αὐτό θεωροῦμε σημαντικό. Ἕνας
διεφθαρμένος δημοσιογράφος, θά ἐπιλέξει εἰδήσεις πού ἐντυπωσιάζουν τόν ἴδιο, δηλαδή ἄπρεπες ἤ
ἀνήθικες.
Στή χειρότερη βέβαια περίπτωση πληρώνονται ἀπό ἄλλους γιά νά μᾶς δείξουν ὅ,τι θέλουν ἐκεῖνοι.
Προωθοῦν τή διαστροφή, τήν ἀνηθικότητα, τήν ὁμοφυλοφιλία, γιατί πίσω κρύβεται ἕνα ὁλόκληρο
κύκλωμα, πού φέρνει κέρδη καί χρῆμα. Ἀπό τήν προβολή εἰκόνων δημιουργοῦνται οἱ ἐπιθυμίες.
Ἔτσι, οἱ ἄνθρωποι ἀγοράζουν τά προϊόντα, πού βλέπουν στήν τηλεόραση καί δουλεύει μιά
ὁλόκληρη βιομηχανία ἀνηθικότητας, διαφθορᾶς καί τό τραγικότερο «ὑγείας», γιατί ὅλη αὐτή ἡ
ἀνηθικότητα δημιουργεῖ ἀρρώστιες. Τό aids, ὅπως καί ὅλα τα νοσήματα, πού συνδέονται καί
προκύπτουν ἀπό τήν ἀνηθικότητα, δίνουν πολλά κέρδη στά νοσοκομεῖα καί στούς γιατρούς. Γι’
αὐτό καί δέν ἀναφέρουν τούς κινδύνους, πού προέρχονται ἀπό αὐτά, ἀλλά προβάλουν συνεχῶς
ἀνήθικες εἰκόνες, μέ μοναδικό σκοπό τά κέρδη. Οἱ ἄνθρωποι εἶναι τόσο διεφθαρμένοι, πού ρίχνουν
τούς ἀνθρώπους στήν ἁμαρτία, τούς ἀρρωσταίνουν καί μετά μέσω τῶν φαρμάκων, τούς
θεραπεύουν. Ὅλα τά κάνουν στόν βωμό τοῦ κέρδους.
Γιά παράδειγμα, ἡ ὁμοφυλοφιλία δημιουργεῖ καρκίνους καί aids, ἀλλά δέν τό λένε. Ἡ ἁμαρτία
ἀρρωσταίνει τό σῶμα μας. Ὁ ἄνθρωπος ἐγκλωβίζεται σ’ αὐτό τό σύστημα. Σ’ ἕνα σύστημα
ὑποκρισίας. Τό bulling ἀπό τίς ὀθόνες προκαλεῖται. Κι ἐνῶ ὅλοι ἀναρωτιοῦνται δῆθεν πῶς θά
ἀπαλλαγοῦμε, δέν σταματοῦν νά προβάλουν τίς εἰκόνες βίας καί πολέμων. Ἀποφεύγοντας τίς
ὀθόνες, δέν ὑπηρετοῦμε αὐτό τό διεφθαρμένο σύστημα.
Ὅσο μποροῦμε νά ἀποφεύγουμε τίς ὀθόνες. Πρέπει νά προσπαθήσουμε ν’ ἀγαπήσουμε τόν Χριστό,
νά μάθουμε νά προσευχόμαστε. Οἱ μεγάλες ἀλλαγές εἴπαμε στόν ἐγκέφαλο εἶναι μέχρι τά 24. Γι’
αὐτό ὅσο νωρίτερα τό κάνουμε, τόσο καλύτερα.
Ὁ ἅγιος Πορφύριος μόλις 16 χρονῶν ἦταν ὅταν ἀπέκτησε τό διορατικό χάρισμα. Μποροῦσε νά
καταλάβει τή σκέψη τοῦ ἄλλου. «Ἔβλεπε» πίσω ἀπό ἕναν τεῖχο ποιός ἐρχόταν ἤ πίσω ἀπό τό
βουνό. Ἀγαποῦσε πολύ τόν Θεό, γι’ αὐτό καί ὁ Θεός μπῆκε μέσα του καί τοῦ ἔδωσε τό χάρισμα. Ὁ
247
ἅγιος πήγαινε στήν Ἐκκλησία καί προσευχόταν, ἔκλαιγε, ἔλεγε λόγια ἀγάπης στόν Θεό, ἔκανε
μετάνοιες καί νηστεῖες. Μποροῦσε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀκόμα καί νά γιατρεύει ἀρρώστους.
Σταύρωνε τόν καρκινοπαθή καί γινόταν καλά. Ὅλα τά ‘ἔβλεπε’, ἀφοῦ ἦταν μέσα του ὁ Θεός.
Κοιτοῦσε κάτω στή γῆ κι ‘ἔβλεπε’ ὅτι ἀπό κάτω περνοῦσε ἕνα ποτάμι ἤ ὅτι ἦταν θαμμένη μιά πόλη
ἤ ὅτι ὑπῆρχε ἕνα κιούπι μέ λίρες.
Ὅσο πιό μικρός εἶναι κάποιος καί πιο καθαρός, τόσο πιό εὔκολο εἶναι νά γίνει ἅγιος. Ὅσο περνᾶνε
τά χρόνια καί μπαίνουν μέσα διάφορες παραστάσεις, εἶναι πολύ πιό δύσκολο νά καθαριστεῖ. Πολύ
θά μᾶς βοηθοῦσε νά ξεκινούσαμε τήν προσευχή ἀπό μικρή ἡλικία. Ὁπότε δέν θά χρειαζόμασταν
ὀθόνες, ἀλλά θά εἴχαμε μιά ὀθόνη μέσα μας καί θά τά βλέπαμε ὅλα.
Ὁ ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε: «ἐγώ ἔχω μέσα μου μία ἀσπρόμαυρη τηλεόραση, ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔχει
ἔγχρωμη» (δηλαδή ὅτι ὁ ἅγιος Πορφύριος εἶχε πιό δυνατή διόραση καί τά ἔβλεπε ἀκόμα πιό
καθαρά).
Πήραν τηλέφωνο κάποτε ἀπό ἕνα μοναστήρι στή Σερβία καί εἶπαν στόν ἅγιο Πορφύριο, πού
βρισκόταν στήν Ἀθήνα, ὅτι δέν ἔχει νερό στό μοναστήρι τους. Ἐκεῖνος τότε ἄρχισε νά λέει τήν
εὐχή, ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’ καί ἐνῶ προσευχόταν, ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε τήν ἀπάντηση.
Τούς εἶπε τότε, ὅτι πρέπει νά βροῦν τό δέντρο πού δίπλα του εἶχε μιά μάντρα καί νά μετρήσουν
κάποια μέτρα. Ἐκεῖ τούς εἶπε νά σκάψουν καί τότε θά βροῦν νερό στά 30 μέτρα. Ὁ Γέροντας ἦταν
στόν Ωροπό καί ‘ἔβλεπε’ τό νερό στή Σερβία. Πῶς τό ‘ἔβλεπε’; Μέ τήν ‘ὀθόνη’, πού εἶχε μέσα του,
μέ τή διόραση, τό χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτήν τήν ὀθόνη ἄς ἀποκτήσουμε ὅλοι καί ἄς
ἀφήσουμε τίς ὑπόλοιπες ὀθόνες, πού προξενοῦν τόσες ζημιές καί ἄς μήν παρασυρόμαστε ἀπό ὅλα
αὐτά τά ψεύτικα πού μᾶς δείχνουν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
248
Τηλεόραση, διαδίκτυο,κινητό καί πνευματική ζωή
Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος: «Ὅσο μποροῦμε ν’ἀποφεύγουμε τίς ἀφορμές τῆς ἁμαρτίας. Νά
προσέχουμε τίς αἰσθήσεις μας, γιατί ὅλα ἀπό ἐκεῖ ξεκινοῦν». Σήμερα οἱ αἰσθήσεις μας δέχονται
πάρα πολλές προκλήσεις μέσα ἀπό τά ποικίλα τεχνολογικά μέσα καί τίς ποικίλες ὀθόνες. Κάποιος
μέτρησε πόσες ὀθόνες ὑπάρχουν σ’ ἕνα σημερινό σπίτι κι ὁ ἀριθμός ἦταν διψήφιος, ἦταν περίπου
25 μέ 30 ὀθόνες.
Μᾶς ἔχουν πεῖ οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅτι ἀπό τά μάτια καί γενικῶς ἀπό τίς αἰσθήσεις περνάει πολλές
φορές ὁ θάνατος. «Ἀνέβη θάνατος διά τῶν θυρίδων» (Ἱερ. 9,21). Θυρίδες εἶναι οἱ αἰσθήσεις.
«Ὅταν αὐτό καμιά φορά ἤ καί πολλές φορές εἶναι δύσκολο -τό νά προσέχουμε δηλαδή τίς
αἰσθήσεις- τουλάχιστον ν’ἀποφεύγουμε τήν περιέργεια», λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος. Ἀκόμα κι ἄν πέσει
δηλαδή τό μάτι μας σέ κάτι, πού εἶναι πονηρό, πού δέν εἶναι ὡραῖο, δέν πρέπει νά τό
περιεργαστοῦμε. Εἶναι πολύ σημαντικό νά πάρουμε τά μάτια μας ἀπ’ αὐτό. «Γιά νά μήν παίρνουν
τά μάτια μας εἰκόνες ἁμαρτωλές καί μᾶς παίζουν μετά οἱ δαίμονες σινεμάδες». Μέσω τῆς
φαντασίας, ἀλλά καί στόν ὕπνο.
Τόν ρωτάει τόν ἅγιο κάποιος: «Γέροντα πῶς γίνεται ἡ ἐργασία αὐτή (τό νά προσέχει δηλαδή κανείς
τίς αἰσθήσεις καί ν’ἀποφεύγει τίς προκλήσεις μέσω αὐτῶν);»
Ἀπαντάει ὁ Γέροντας: «νά προσπαθεῖ κανείς κάθε μέρα νά προσθέτει μέσα του κάτι τό πνευματικό,
τό ὁποῖο θά ἀπωθεῖ κάτι τό κοσμικό καί τό ἁμαρτωλό. Ἔτσι σιγά-σιγά θά ἀπεκδυθεῖ τόν παλαιό
ἄνθρωπο καί θά κινεῖται ἐλεύθερα στόν πνευματικό χῶρο». Γιά παράδειγμα, ἡ τηλεόραση μιά ἀπό
τίς πολλές ἀρνητικές συνέπειες -τίς ὁποῖες δέν ἔχουμε ἀξιολογήσει ὅσο πρέπει- πού ἔχει, εἶναι ὅτι
ἐξάπτει τή φαντασία.Ἡ εἰκόνα ἐξάπτει τή φαντασία γιατί τυπώνεται πολύ ζωηρά μέσα μας καί
δημιουργεῖ μιά σθεναρή μνήμη. Αὐτό δέ γίνεται στόν ἴδιο βαθμό μέ τίς ὑπόλοιπες αἰσθήσεις. Τά
ἀποτυπώματα τῶν ὀπτικῶν ἐρεθισμάτων εἶναι πολύ ἔντονα στόν ἄνθρωπο. Μέσω αὐτῶν πού
βλέπουμε, κινοῦνται πάρα πολύ τά σαρκικά καί τά ποικίλα πάθη. Ἀντί νά δοῦμε λοιπόν τηλεόραση,
λέει ὁ ἅγιος νά βάλουμε κάτι πνευματικό μέσα μας. Μποροῦμε νά διαβάσουμε ἕνα κεφάλαιο μέσα
ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Νά καθιερώσουμε δεκαπέντε λεπτά νά περπατᾶμε στή φύση βλέποντας τά
θαυμάσια ἔργα τοῦ Θεοῦ, τή δημιουργία. Ἀντί νά βλέπουμε τηλεόραση, νά δοῦμε τήν τηλεόραση
τοῦ Θεοῦ.
«Νά ἀντικαταστήσεις τά τραγούδια μέ ψαλμωδίες καί τά κοσμικά περιοδικά μέ πνευματικά βιβλία.
Νά τοποθετήσεις ἅγιες εἰκόνες ἀντί ἁμαρτωλές στή μνήμη σου. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν ξεκόψει ἀπό
ὁ,τιδήποτε τό κοσμικό καί ἁμαρτωλό καί δέν ἔχει ἐπικοινωνία μέ τόν Χριστό, μέ τήν Παναγία, μέ
τούς ἁγίους, μέ τή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία καί δέν ἀφεθεῖ τελείως στά χέρια τοῦ Θεοῦ, δέ μπορεῖ
ν’ ἀποκτήσει τήν πνευματική ὑγεία». Προσέξτε τή λέξη «τελείως», πού χρησιμοποιεῖ. Δέ μποροῦμε
νά δινόμαστε κατά ἕνα μέρος στόν Θεό καί κατά ἕνα ἄλλο μέρος νά λερωνόμαστε, ἀφήνοντας
ἀπρόσεκτα τά μάτια μας ἤ τά αὐτιά μας. Γι’ αὐτό χρειάζεται τό ὁλοκληρωτικό δόσιμο.
Εἶναι ἀρκετά αὐτά πού καθημερινά ἀκοῦμε καί βλέπουμε, χωρίς νά τό ἐπιδιώκουμε, ἄθελά μας.
Περπατᾶμε γιά παράδειγμα στόν δρόμο κι ἀκοῦμε βρισιές καί βλασφημίες. Αὐτό δέ μποροῦμε νά
τό ἀποφύγουμε. Μποροῦμε ὅμως νά μήν τό βάλουμε μέσα μας, νά μήν τό ἐπεξεργαστοῦμε καί νά
μήν τό τυπώσουμε μέσα μας, νά τό προσπερνᾶμε.
«Θέλει προσοχή νά κλείνουμε τίς πόρτες καί τά παράθυρα, τίς αἰσθήσεις. Νά μήν ἀνοίγουμε
χαραμάδες στόν πειρασμό καί μπαίνει ἀπό ἐκεῖ ὁ ἐχθρός. Ἐκεῖ εἶναι τά ἀδύνατα σημεῖα. Ἐάν
ἀφήσουμε ἔστω καί μία σχισμή ἀνοιχτή, ἀπό ἐκεῖ μπορεῖ νά σοῦ κάνει ζημιά». Ἄν ὅμως ἡ καρδιά
εἶναι καθαρή, ὁ διάβολος θά δυσκολευτεῖ πολύ νά σέ πειράξει.
Λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος «ὅσοι προσέχουν τίς αἰσθήσεις τους καί ἡσυχάζουν, δέν διεγείρουν τίς
ἐξωτερικές αἰσθήσεις, τότε ἠρεμοῦν». Ἐπίσης ὁ Μέγας Βασίλειος λέει «ἡ ἡσυχία εἶναι ἡ ἀρχή τῆς
249
καθάρσεως». Πῶς θά καθαριστεῖ ὁ ἄνθρωπος καί ἡ καρδιά του; Πρέπει πρῶτα νά ἡσυχάσει, νά
ἠρεμήσει ἀπό αὐτήν τή μόλυνση πού ἔρχεται ἀπ’ ἔξω καί περνάει μέσω τῶν αἰσθήσεων. Θά πρέπει
ἑπομένως νά ἡσυχάσουν οἱ αἰσθήσεις. Νά κόψει δηλαδή τά πολλά -εἰ δυνατόν καί ὅλα- ὀπτικά καί
ἀκουστικά ἐρεθίσματα.
Στή συνέχεια εἶναι ἀπαραίτητο νά κάνει ἐγκράτεια στό φαγητό καί σέ ὅλα. Ἡ νηστεία καί γενικά ἡ
ἄσκηση παίζει σημαντικό ρόλο, ἀφοῦ ἡσυχάζει τίς αἰσθήσεις ἑνός ἀτόμου. Ἀντίθετα, ἕνας
ἄνθρωπος πού συνέχεια κάτι τρώει, πού συχνάζει σέ ζαχαροπλαστεῖα καί μαγειρεῖα, διεγείρει τις
αἰσθήσεις, τίς ἐπιθυμίες καί ἀκολούθως τό πάθος τῆς γαστριμαργίας καί τῆς λαιμαργίας.
Ἡ Ἁγία Γραφή λέει «ἕκαστος δέ πειράζεται ὑπό τῆς ἰδίας ἐπιθυμίας» (Ἰακ. 1,14). Δέν μᾶς πειράζει
ὁ ἄλλος, ἀλλά οἱ ἐπιθυμίες μας. Ἀλλά γιατί ἔχουμε ἐπιθυμίες; Γιατί βλέπουμε καί ἐπιθυμοῦμε.
Ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι «ἐκ τοῦ ὁρᾶν τίκτεται τό ἐρᾶν». Ἐπειδή βλέπουμε, μετά ἐπιθυμοῦμε αὐτό πού
βλέπουμε. Ὁπότε καταλήγουν οἱ ἅγιοι: «Μπορεῖς νά δεῖς καί νά μήν ἐπιθυμήσεις; Τότε νά δεῖς. Ἄν
δέν μπορεῖς νά δεῖς καί νά μήν ἐπιθυμήσεις αὐτό πού βλέπεις, τότε μήν τό βλέπεις (ἐκ τοῦ μή ὁρᾶν,
τίκτεται τό μή ἐρᾶν)». Θέλεις ν’ ἀποφύγεις τίς ἐπιθυμίες; Τότε μή βλέπεις. Εἶναι ἕνας πολύ εὔκολος
καί ἀποτελεσματικός τρόπος, γιά νά νικήσεις, χωρίς κἄν νά κουραστεῖς. Εἶναι, ὅπως λέει ὁ ἀββᾶς
Ἰσαάκ «νίκη χωρίς ἀγώνα».
Ἐξαιτίας τῶν ἐπιθυμιῶν, στεναχωριόμαστε. Ἐπειδή δέν ἱκανοποιοῦνται οἱ ἐπιθυμίες μας. Ὅταν
ὅμως δέν ἔχουμε ἐπιθυμίες, τότε δέν στεναχωριόμαστε. Γι’ αὐτό μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός μας νά μήν
ἐπιθυμοῦμε, ἀλλά νά λέμε «Γενηθήτω τό θέλημά Σου». Νά θέλουμε νά γίνεται ὅ,τι θέλει ὁ Θεός,
ὄχι ἐμεῖς. Νά μήν ἱκανοποιεῖται τό δικό μας θέλημα. Νά μήν ἔχουμε ἐπιθυμίες. Νά ἔχουμε μόνο μία
ἐπιθυμία, τό νά ἀρέσουμε σέ Αὐτόν.
Λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ «ἡ ἡσυχία νεκρώνει τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις καί διεγείρει τίς ἐσωτερικές
κινήσεις» ὅταν δηλαδή ἡσυχάζει ὁ ἄνθρωπος, οἱ ἐξωτερικές αἰσθήσεις του εἶναι σάν νεκρές.
Ἀρχίζει τότε νά ζεῖ ὁ ἐσωτερικός ἄνθρωπος. Λειτουργεῖ μέ τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις (ἐσωτερική
ὅραση, ἀκοή, ὄσφρηση). Λειτουργεῖ πλέον ὁ ἔσω ἄνθρωπος καί ἀνοίγουν τά ἐσωτερικά πνευματικά
αἰσθητήρια.
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού δέν αἰσθάνονται τήν εὐωδία τῶν ἁγίων λειψάνων γιατί εἶναι τελείως
νεκρές οἱ ἐσωτερικές αἰσθήσεις. Δέν ἔχουν τήν ἐσωτερική ὄσφρηση. Τά ἐσωτερικά αἰσθητήρια
εἶναι νεκρά γιατί ἔχει ἐνεργοποιήσει ὑπέρ τό δέον τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις καί λειτουργεῖ πλέον
μόνο μ’ αὐτές. Δέν μπορεῖ νά ἐνεργοποιήσει τίς ἐσωτερικές αἰσθήσεις καί κινήσεις, ἀφοῦ δέν ἔχει
μπεῖ στόν ἐσωτερικό ἄνθρωπο.
Συνεχίζει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ «ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος δέν ἡσυχάζει, διεγείρει τά ἀντίθετα τούτων».
Διεγείρει δηλαδή τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις καί νεκρώνει τίς ἐσωτερικές κινήσεις. Ἔτσι, δέν
πιστεύουμε στόν Θεό καί ἀναρωτιόμαστε πού εἶναι. Δέν μποροῦμε νά τόν δοῦμε, ἀφοῦ
ἀσχολούμαστε συνέχεια μέ τό κινητό, μέ τήν τηλεόραση καί δέν δίνουμε ἔστω ἕνα δευτερόλεπτο,
γιά νά ποῦμε μιά προσευχή, γιά νά διεγείρουμε τίς ἐσωτερικές κινήσεις. Πῶς νά κινηθεῖς πρός τόν
Θεό, ὅταν οἱ ἐξωτερικές αἰσθήσεις εἶναι συνέχεια ἀπασχολημένες; Οἱ κοσμικοί ἄνθρωποι τρέμουν
νά μείνουν μόνοι τους. Ἀκόμα καί ὅταν εἶναι μόνοι τους, βάζουν τά ἀκουστικά στά αὐτιά τους γιά
ν’ ἀκοῦν ἕνα τραγούδι. Φοβοῦνται μήν τυχόν καί μείνουν χωρίς ἕναν ἐρεθισμό τῶν ἐξωτερικῶν
αἰσθήσεων! Φοβοῦνται, γιατί ὅταν ἡσυχάσουν οἱ ἐξωτερικές, ἐνεργοποιοῦνται οἱ ἐσωτερικές. Τότε
ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά ἔχει ἀναζητήσεις, ἀναρωτιέται ποιός εἶναι, γιατί ὑπάρχει, ποῦ θά πάει, τί
εἶναι ὁ θάνατος, τί θ’ ἀκολουθήσει μετά. Αὐτά ὁ κοσμικός ἄνθρωπος δέ θέλει νά τά σκέφτεται καί
διεγείρει συνεχῶς τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις.
Ἐξ οὗ καί ἡ «διασκέδασις». Τί σημαίνει «διασκέδαση»; Σημαίνει διασκόρπισμα, διάλυση.
Νομίζουμε ὅτι ξεκουραζόμαστε, οὐσιαστικά ὅμως διαλυόμαστε καί ‘χυνόμαστε’ διά τῶν
αἰσθήσεων στά κτίσματα, στό περιβάλλον. Ἀσχολούμαστε μέ τό τί εἶπε ὁ ἕνας, τί ἔκανε ὁ ἄλλος,
παρακολουθοῦμε τηλεόραση γιά ν’ ἀκούσουμε τά ‘νέα’ τῶν εἰδήσεων. «Τό πάντων καινόν
250
καινότατον» (Ἅγιος Ἰωάννης Δαμασκηνὸς), τό μόνο ἀληθινό νέο εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος
καί πέθανε γιά ὅλους ἐμᾶς τούς ἄνθρώπους. Αὐτό εἶναι τό ἀληθινό νέο, πού καλούμαστε νά
μάθουμε καί νά ζήσουμε.
Πῶς ὑποτάσσονται οἱ αἰσθήσεις; Πῶς θά μπορέσουμε νά μαζέψουμε τίς αἰσθήσεις μας; Δέν πρέπει
νά χυνόμαστε πρός τά ἔξω διά τῶν αἰσθήσεων γιατί χάνουμε τίς ἐσωτερικές κινήσεις. Δέ μποροῦμε
τότε νά πᾶμε στόν Θεό. Δέ θά μποροῦμε οὔτε προσευχή νά κάνουμε γιατί θα ἔχουμε συνεχῶς σέ
ὑπερένταση, σέ ὑπερλειτουργία καί διέγερση τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις. Μετά βέβαια εἶναι
σκορπισμένος ὁ νοῦς. Πῶς θά γίνει νά συγκεντρωθοῦμε, νά ὑποτάξουμε τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις;
Λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος «Ἐν πολλῷ καιρῷ πειραζόμενος καί ἔλαβα πείρα, ἐμπειρία». Οἱ
πειρασμοί εἶναι πολύ χρήσιμοι γιατί μᾶς δίνουν ἐμπειρία τοῦ πολέμου τοῦ πονηροῦ ἀφενός καί
ὅταν λειτουργήσουμε σωστά καί τοῦ τρόπου νά νικοῦμε τόν πονηρό. Γι’ αὐτό, ὁ Θεός ἀφήνει τούς
πειρασμούς. Δέ μᾶς τούς δίνει γιατί θέλει νά μᾶς βασανίζει, ἀλλά γιά ν’ ἀποκτοῦμε τήν ἐμπειρία
τῆς νίκης καί τόν τρόπο καί τήν μεθοδολογία τοῦ νά νικοῦμε τόν πονηρό.
Ἕνας ἅγιος σύγχρονος ἄνθρωπος ἔλεγε ὅτι «περισσότερο ἀπό τόν ἅγιο Παΐσιο καί τόν ἅγιο
Πορφύριο, μέ βοήθησε ὁ διάβολος μέ τούς πειρασμούς πού μοῦ ἔβαζε. Μέ τήν ἀναγκαστική πλέον
προσευχή καί τόν ἀγῶνα πού ἔκανα, προχώρησα πνευματικά». Προσευχόταν γιατί δέν ἤθελε νά
συγκατατεθεῖ καί νά νικηθεῖ ἀπό τόν πονηρό κι ἔτσι ὠφελήθηκε διά τῶν πειρασμῶν.
Ἔλεγε λοιπόν ὁ ἅγιος Ἰσαάκ «γιά πολύ καιρό εἶχα πειρασμούς καί ἀπό τά δεξιά κι ἀπό τά
ἀριστερά», τόν πείραζε καί ἀπό τά δεξιά μέ τά φαινομενικά καλά πράγματα, πού στήν
πραγματικότητα δέν εἶναι καλά, ἀλλά καί ἀπό τά ἀριστερά μέ τίς ξεκάθαρες ἁμαρτίες. «καί ἑαυτόν
δοκιμάσας», καί ἀφοῦ πειραματίστηκα μέ τόν ἑαυτό μου «καί ἀφοῦ ἀξιώθηκα καί πολλῶν μεγάλων
βοηθειῶν, ἐκομισάμην ἑαυτῷ πεῖραν» ἀποκόμισα γιά τόν ἑαυτό μου πείρα «κι ἔμαθα μέ τή χάρη
τοῦ Θεοῦ αὐτά τά πράγματα: ὅτι ὁ θεμέλιος ὅλων τῶν ἀγαθῶν, τῶν καλῶν καί ἡ ἀνάκλησις τῆς
ψυχῆς ἀπό τήν αἰχμαλωσία τοῦ πονηροῦ καί ἡ ὁδός πρός τό φῶς καί τή ζωή εἶναι αὐτοί οἱ δύο
τρόποι: Τό συνάξαι ἑαυτόν εἰς ἕνα τόπον, καί τό ἀεί νηστεῦσαι» τό νά συγκεντρώσεις τόν ἑαυτό
σου σ’ ἕναν τόπο, νά περιοριστεῖς δηλαδή καί τό νά νηστεύεις πάντοτε. Μέ αὐτούς τούς δύο
τρόπους ἡ ψυχή ἀπελευθερώνεται ἀπό τή δουλεία στίς αἰσθήσεις καί στά πάθη.
«Τουτέστι τό κανονίσαι ἑαυτόν ἐν ἐγκρατείᾳ γαστρός σοφῶς καί φρονίμως ἐν ἀκινήτῳ καθέδρα καί
ἀδιαλείπτῳ σχολῇ καί μελέτη Θεοῦ». Νά κανονίσεις τόν ἑαυτό σου μέ ἐγκράτεια κοιλίας, μέ
σωφροσύνη, χωρίς νά κάνεις μετακινήσεις καί συνεχῶς νά προσεύχεσαι. Εἶναι ἀπαραίτητο ὁ
ἄνθρωπος νά ἀποφύγει τίς πολλές καί ἄχρηστες μετακινήσεις καί νά νηστεύει κατεξοχήν ἀπό τό
φαγητό, ἀλλά καί γενικότερα νά νηστεύει στίς αἰσθήσεις, στήν ἀνάπαυση, στίς σαρκικές
ἀπολαύσεις καί τά λοιπά καί συγχρόνως νά προσεύχεται ἀδιάλειπτα.
«Ἐντεῦθεν ἡ τῶν αἰσθήσεων ὑποταγή», ἀπό αὐτά τά δύο μετά ἔρχεται ἡ ὑποταγή καί ἡ
χαλιναγώγηση τῶν αἰσθήσεων. Γιατί σήμερα δέν μποροῦμε νά μαζέψουμε τά μάτια μας; Γιατί δέν
κάνουμε νηστεία; Γιατί συνεχῶς μετακινούμαστε, κάνοντας ἄχρηστες πολλές φορές μετακινήσεις.
Ὅταν νηστεύουμε, μποροῦμε νά συγκρατοῦμε καί τά μάτια μας καί δέν τά ἀφήνουμε νά πηγαίνουν
ἀπό ἐδῶ κι ἀπό ἐκεῖ καί νά λερώνουν τήν ψυχή καί τήν καρδιά μας. Εἶπε ὁ Κύριος ὅτι κι ἕνα
ἀπρόσεκτο βλέμμα, μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει στή μοιχεία, δηλαδή σέ μία θανάσιμη ἁμαρτία. Δέ
χρειάζεται ν’ἁμαρτήσει ὁλόκληρο τό σῶμα γιά νά πέσουμε στάν ἁμαρτία τῆς μοιχείας, ἀρκεῖ καί
μόνο ἕνα βλέμμα. Ἄν ὅμως νηστεύουμε καί ἡσυχάζουμε, μποροῦμε εὔκολα νά συγκρατήσουμε τά
μάτια καί τίς αἰσθήσεις μας. Ἀπό ἐκεῖ καί μετά ἔρχεται καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία. Αὐτή εἶναι ἡ
πραγματική ἐλευθερία, τό νά ἐλέγχουμε τόν ἑαυτό μας, κυβερνώντας τά πάθη μας. Ἀπό αὐτά τά
δύο πράγματα λοιπόν, γεννιέται ἡ χαρά τῆς ψυχῆς καί ἡ ἀνάσταση μέ τόν Χριστό στή Βασιλεία
Του καί ἡ ἀληθινή ἐλευθερία.
Τί συμβαίνει ὅταν λυθοῦν οἱ αἰσθήσεις; Τότε λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ «λύνεται καί ἡ καρδιά». Ὁ
ἄνθρωπος δηλαδή βλάπτεται, ἀκόμα κι ἄν εἶναι γέρος, ὅταν ἀφήσει τίς αἰσθήσεις του ἀπρόσεκτες.
251
«Ἡ μέν ἀνάπαυσις τούς νέους μόνον βλάπτει. Ἡ λύσις δέ -τῶν αἰσθήσεων- καί τούς τελείους καί
τούς γέροντες». Ἀκόμα κι ἕνας ἅγιος κι ἕνας γέροντας, ἄν ἀφεθεῖ ἀπρόσεκτα στίς αἰσθήσεις του,
τότε ὁδηγεῖται καί αὐτός στήν πνευματική βλάβη.
Λέμε ὑποκριτικά «τό ἔργο εἶναι ἀκατάλληλο γιά ἀνηλίκους». Γιατί εἶναι κατάλληλο γιά ἐνηλίκους;
Αὐτή εἶναι ἡ ὑποκρισία μας. Οἱ ἐνήλικες εἶναι πιό βρώμικοι, πιό ἐπιρρεπεῖς καί ἐπίφοβοι στή
βρωμιά, ἀπό ὅτι τά παιδιά. Πολύ περισσότερο οἱ μεγάλοι δέν πρέπει νά τό δοῦνε, γιατί μέ ὅλη
αὐτήν τή βρωμιά, πού ἔχουν συσσωρεύσει καί μέ ὅλα αὐτά πού ἔχουν ἀπομνημονεύσει, μέ τό πού
θά δοῦν κάτι, ἀμέσως θά λειτουργήσουν κι ὅλα τά προηγούμενα.
Ἡ τηλεόραση, τό διαδίκτυο, τά κινητά τηλέφωνα, τά βιντεοπαιχνίδια, τά παιχνίδια τοῦ διαδικτύου,
ἔχουν τεράστια ἐπίδραση στήν ψυχή, ἀλλά καί στήν ἀνάπτυξη τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν παιδιῶν
ἰδιαιτέρως. Ἐκτός ἀπό τίς ἀφορμές γιά τήν ἁμαρτία, πού εἶναι πάρα πολλές, ἔχουμε κι ἄλλες
ἐπιπτώσεις.
Οἱ ἐπιστήμονες ἔχουν ἀνακαλύψει ὅτι ἔχουμε δύο περιόδους ἀνάπτυξης τοῦ ἐγκεφάλου. Ἡ μία
εἶναι στήν πολύ πρώιμη ἡλικία τοῦ παιδιοῦ (0-18 μηνῶν) καί ἡ δεύτερη περίοδος εἶναι μεταξύ 10
καί 13 ἐτῶν. Αὐτές τίς δύο περιόδους ὁ ἐγκέφαλος ἀναπτύσσεται πάρα πολύ. Ἀπό τά 14-24 ἀρχίζει
μιά διαδικασία ἐξειδίκευσης τοῦ ἐγκεφάλου. Ἀφενός ἑδραιώνονται οἱ νευρικές συνάψεις, πού
ἀντιστοιχοῦν σέ γνώσεις καί δεξιότητες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀπαραίτητες ὥστε νά ἀνταποκριθεῖ ὁ
ἄνθρωπος στό ἰδιαίτερο περιβάλλον πού ζεῖ. Ἀφετέρου ἐξαλείφονται οἱ «περιττές» νευρικές
συνάψεις, ἐλαττώνεται ἡ φαιά οὐσία, μέσω μιᾶς διαδικασίας πού λέγεται ΄κλάδεμα΄. Ἡ περίοδος
δηλαδή ἀπό τά 14-24 εἶναι μιά ἰδιαίτερα κρίσιμη περίοδος, ὅπου τά παιδιά, ἄν ἀφεθοῦν
ἀνεξέλεγκτα, θά παίζουν ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ παιχνίδια στό διαδίκτυο. Σήμερα ἔχουν
δημιουργηθεῖ μέχρι καί κλινικές ἀπεξάρτησης ἀτόμων, πού ἔχουν ἐθιστεῖ στό διαδίκτυο. Μελέτες
δείχνουν ὅτι ὁ ἐγκέφαλος ὅσων ἀσχολοῦνται πολύ μέ τό διαδίκτυο, μοιάζει πολύ μέ τόν ἐγκέφαλο
τῶν ναρκομανῶν, πού ἔχουν ἐξάρτηση ἀπό ναρκωτικές οὐσίες. Καταλήγουν νά ἔχουν τήν ἴδια
διαμόρφωση στόν ἐγκέφαλο.
Σ’ αὐτή λοιπόν τήν ἡλικία, τό παιδί διαμορφώνει ἔτσι τόν ἐγκέφαλό του, ὥστε ν’ ἀνταποκριθεῖ στίς
ἀνάγκες τοῦ περιβάλλοντος στό ὁποῖο ζεῖ καί σ’ αὐτά τά ὁποῖα θέλει νά μάθει. Ἀποκτᾶ δηλαδή
κάποιες δεξιότητες, μαθαίνει κάποια ἐπιστήμη, κάποια ξένη γλώσσα. Πνευματικά, θά λέγαμε, ὅτι
μαθαίνει νά ζεῖ τόν Θεό καί νά προσεύχεται. Ἄν ἀπό αὐτά δέ μάθει τίποτα, οἱ ἀχρησιμοποίητες
νευρικές συνάψεις ‘κλαδεύονται’, κόβονται. Τά νευρικά κύτταρα, ἐφόσον κόβονται, δέν
ἀναπαράγονται, τά χάνουμε. Ἕνα παιδί, πού σ’ αὐτήν τήν ἡλικία δέ θά χρησιμοποιήσει αὐτήν τήν
περίσσεια τῆς φαιᾶς οὐσίας, τή χάνει γιά ὅλη του τή ζωή. Γίνεται αὐτό πού λέμε στά ἀγγλικά «use
it, or lose it» (ἤ τό χρησιμοποιεῖς ἤ τό χάνεις). Αὐτή λοιπόν εἶναι μία ἀκόμα ἀρνητική συνέπεια.
Ἡ χειρότερη συνέπεια βέβαια εἶναι ἡ ἁμαρτία πού κάνουν τά παιδιά. Μέσα στό διαδίκτυο μέ τό
πάτημα ἑνός κουμπιοῦ μπορεῖ κανείς νά δεῖ ὅ,τι χειρότερο, ὅ,τι πιό διεστραμμένο. Τά χειρότερα
πράγματα πού δέν μπορεῖ νά φανταστεῖ κἄν ὁ ἄνθρωπος. Ἐκτός ὅμως ἀπό αὐτό γίνεται καί
μαθησιακή ζημιά, στό γνωστικό ἐπίπεδο.
Ἄν ἕνας ἔφηβος ἀσχολεῖται, γιά παράδειγμα, μέ τήν ἐκμάθηση ἑνός μουσικοῦ ὀργάνου ἤ μέ τή
μελέτη τῶν μαθημάτων του, ὁ ἐγκέφαλός του καλωδιώνεται. Διαμορφώνονται δηλαδή τά νευρικά
κύτταρα καί οἱ συνδέσεις μέ τόν ἀντίστοιχο τρόπο. Μέ ἄλλα λόγια, ὅ,τι μάθει σ’ αὐτήν τήν ἡλικία,
θά τό ἔχει σ’ὅλη του τή ζωή. Ἄν συνηθίζει νά τεμπελιάζει ἤ ἐπιδίδεται στά βιντεοπαιχνίδια, στήν
παρακολούθηση τηλεόρασης, βιντεοκλίπ κ.λ.π. τότε τά ἀντίστοιχα κύτταρα καί οἱ συνδέσεις εἶναι
αὐτά πού θά ἐπιβιώσουν γιά ὅλη του τή ζωή στόν ἐγκέφαλό του. Θά μάθει δηλαδή ὅλη του τή ζωή
νά παίζει παιχνίδια ἤ νά βλέπει τηλεόραση γιατί ἔτσι θά ἔχει διαμορφωθεῖ ὁ ἐγκέφαλός του, δέ θά
γνωρίζει τίποτα ἄλλο.
Ἔχουν ὑπολογίσει ὅτι ἕνας ἄνθρωπος, ἡλικίας 65 ἐτῶν, ἔχει περάσει 9 χρόνια τῆς ζωῆς του
βλέποντας τηλεόραση. Σκεφτεῖτε τί μεγάλη ἀπώλεια! Ἔχασε 9 χρόνια ἀπό τή ζωή του βλέποντας
252
ὅλα αὐτά τά ὁποῖα οὔτε κἄν ἀληθινά εἶναι (π.χ. εἰδήσεις), ἁπλῶς εἶναι μηνύματα, μέσα ἀπό τά
ὁποῖα προσπαθοῦν νά διαμορφώσουν χαρακτῆρες οἱ διάφοροι στρούκτορες τῆς νέας ἐποχῆς.
Σέ μιά ἔρευνα, πού ἔκαναν στήν Ἀμερική, παρατηρήθηκε ὅτι ὁ ἐγκέφαλος αὐτῶν, πού ἦταν
ἔμπειροι χρῆστες τοῦ διαδικτύου καί κυρίως τό τμῆμα τοῦ προμετωπιαίου λοβοῦ ἦταν
διαφοροποιημένο σέ σχέση μέ αὐτό τῶν ἀνθρώπων πού δέν χρησιμοποιοῦσαν ἴντερνετ.
Ἐπίσης, μελετήθηκε ὁ ἐγκέφαλος ἀνθρώπων πού δέν ἦταν χρῆστες τοῦ ἴντερνετ, ἀλλά ἄρχισαν νά
τό χρησιμοποιοῦν γιά μία μόλις ἐβδομάδα. Μέσα σ’ ἕνα τόσο μικρό χρονικό διάστημα, οἱ
ἐγκέφαλοι αὐτῶν τῶν ἀρχαρίων χρηστῶν εἶχαν ἀρχίσει ἤδη νά ἀνακαλωδιώνονται καί νά μοιάζουν
μέ τήν εἰκόνα τῶν ἐγκεφάλων τῶν ἐμπείρων χρηστῶν.
Οἱ ἐπιστήμονες πού φτιάχνουν τούς ὑπολογιστές καί συγκεκριμένα τούς πυρῆνες τῶν ὑπολογιστῶν
-πού εἶναι ὅ,τι πιό σημαντικό στόν ὑπολογιστή- στή Silicon Valley στήν Ἀμερική, ἀπαγορεύουν
στά παιδιά τους νά χρησιμοποιοῦν ὑπολογιστές καί στό σπίτι καί στό σχολεῖο. Πίνακας, κιμωλία
καί στυλό. Ὄχι ὑπολογιστές. Ἐμεῖς θεωροῦμε πρόοδο νά βάλουμε ὑπολογιστές στά σχολεῖα. Ὄχι,
δέν εἶναι πρόοδος κάτι τέτοιο, ἀφοῦ τό παιδί δέν ἀποκτᾶ τίς δεξιότητες, πού πρέπει νά ἀποκτήσει.
Τίς δεξιότητες τοῦ γραψίματος καί τῆς κλασικῆς μελέτης. Σήμερα τά παιδιά δέν διαβάζουν, παρά
μόνο κάτι στά γρήγορα στό διαδίκτυο. Γιατί ὅμως συνέβη αὐτό; Γιατί ἀφήσαμε αὐτές τίς κλασικές
καί δοκιμασμένες μεθόδους μάθησης. Αὐτό εἶναι μεγάλη ζημιά. Οἱ σύγχρονοι ἐπιστήμονες ἀκριβῶς
αὐτό τονίζουν, ὅτι πρέπει ν’ ἀφήσουμε τούς ὑπολογιστές καί ὅλα αὐτά τά λεγόμενα ‘μοντέρνα’
πράγματα καί νά γυρίσουμε πίσω γιατί μέ τήν ὕπαρξη αὐτῶν, τά παιδιά μένουν ἀνάπηρα.
Τά βιντεοπαιχνίδια καί κυρίως τά πολεμικά, πλέον ἔχουν τέτοια δυνατότητα, πού οὐσιαστικά εἶναι
προσομοιωτές μάχης. Τό παιδί δηλαδή εἶναι πολεμιστής, μαθαίνει νά σκοτώνει. Εἶναι τόσο
ζωντανά τά πράγματα, πού εἶναι μιά ἄριστη ἐκπαίδευση, θά λέγαμε, γιά ἕναν μελλοντικό
τζιχαντιστή, τρομοκράτη. Δέν εἶναι καθόλου ἀθῶα αὐτά τά παιχνίδια. Κάτι ἀντίστοιχο συμβαίνει
ὅταν πρόκειται γιά παιχνίδι αἰσθησιακό. Ζεῖς πλέον αὐτό τό πράγμα καί μετέχεις πολύ ἔντονα μέσα
σέ αὐτά τά ‘παιχνίδια’. Ἔτσι γίνεται μεγάλη ζημιά στά παιδιά.
Ἐπίσης, ἅλλο δημοσίευμα ἀναφέρει ὅτι ἕνα μέσο παιδί μεταξύ 10 καί 11 ἐτῶν, θά περάσει περίπου
2000 ὧρες μπροστά στήν ὀθόνη ἑνός ὑπολογιστή. Αὐτό τό γεγονός μπορεῖ νά προκαλέσει φυσικές
ἀλλαγές στόν ἐγκέφαλο, ὁδηγώντας σέ διαταραχές τῆς προσοχῆς καί τῆς συμπεριφορᾶς. Πολλά
παιδιά σήμερα παραπονιοῦνται ὅτι δέ μποροῦν νά συγκεντρωθοῦν. Γιατί; Ἡ ἀπάντηση εἶναι οἱ
ὀθόνες, ἡ ὑπερδιέγερση τῶν αἰσθήσεων ἡ ὁποία δέν τούς ἐπιτρέπει νά μαζέψουν τόν νοῦ τους. Ὁ
Μέγας Βασίλειος λέει «νοῦς μέν γάρ μή σκεδαννύμενος ἐπί τά ἔξω διά τῶν αἰσθήσεων, ἐπάνεισι
μέν πρός ἑαυτόν». Πῶς νά μαζέψει τό παιδάκι τό μυαλό του, ὅταν ὁ νοῦς του συνεχῶς σκορπίζεται
διά τῶν αἰσθήσεων πρός τά ἔξω, πρός τά κτίσματα; Πῶς νά τό κάνει αὐτό καί πῶς νά βρεῖ τόν Θεό;
Νά μιά αἰτία πού σήμερα οἱ ἄνθρωποι δέ μποροῦν νά προσευχηθοῦν. Ἐλάχιστοι ἄνθρωποι
προσεύχονται σωστά, γιατί οἱ περισσότεροι συνεχῶς εἴμαστε σκορπισμένοι διά τῶν αἰσθήσεων, τήν
τηλεόραση, τό διαδίκτυο…
Οἱ ἐπιστήμονες ἀναφέρουν ἰδιαίτερα γιά τά βιντεοπαιχνίδια, τά ὁποῖα διεγείρουν ἔντονα τίς
αἰσθήσεις, ὅτι αὐτό ‘ξετινάζει’ τό μυαλό, ἀπενεργοποιώντας προσωρινά ἤ μόνιμα ὁρισμένες
νευρικές συνδέσεις τοῦ ἐγκεφάλου. Οὐσιαστικά ‘καῖνε’ τόν ἐγκέφαλό τους. Ὅπως ἔχει ἀποδειχθεῖ
ὅτι καί τό λεγόμενο multitasking, τό νά προσπαθεῖ κάποιος νά κάνει ταυτόχρονα πολλά πράγματα,
καίει τόν ἐγκέφαλο διότι δέν εἶναι φτιαγμένος νά λειτουργεῖ ἔτσι.
Μελέτη πού ἐκπονήθηκε μέ τή συνεργασία διαφόρων πανεπιστημίων, ἔδειξε τήν ἐπίδραση τῶν
βιντεοπαιχνιδιῶν σέ ἐπιμέρους περιοχές τοῦ ἐγκεφάλου. Ὑπολειτουργία τοῦ πρόσθιου φλοιοῦ
προκαλεῖ συναισθηματικές ἐναλλαγές, καθώς καί ἀνάπτυξη ἐπιθετικῆς συμπεριφορᾶς. Ὑπάρχουν
ἔφηβοι πού ἔχουν ἄκρως ἐπιθετική συμπεριφορά καί φθάνουν ἀκόμα και σέ φόνους. Αὐτό
ἑρμηνεύεται μέ τά βιντεοπαιχνίδια. Ἔκκριση ντοπαμίνης, πού ὁδηγεῖ σέ ἀνάπτυξη ἐθισμοῦ. Ὁ
ἐγκέφαλος δηλαδή παράγει κάποιες οὐσίες πού δημιουργοῦν εὐχαρίστηση, ὅταν τό παιδί παίζει
253
συνέχεια. Αὐτό ἔπειτα δημιουργεῖ ἐξάρτηση καί ὑπολειτουργία περιοχῶν τοῦ ἐγκεφάλου πού
διευθετοῦν περιπτώσεις ἀντίθετων συναισθημάτων. Ἔτσι, ὅταν, γιά παράδειγμα, ὁ παίκτης
πυροβολάει, τό ἀρνητικό συναίσθημα αὐθόρμητα καταπνίγεται, προκειμένου νά συνεχίσει τό
παιχνίδι. Ὁπότε τό παιδί μαθαίνει νά σκοτώνει. Στήν ἀρχή ἔχει μιά ἀναστολή σκεπτόμενο τό πῶς
θά πυροβολήσει, μετά ὅμως φεύγει ἡ ἀναστολή. Εἶναι ἕνας τρόπος νά φτιάξεις ἐγκληματίες, μέσα
ἀπό αὐτά τά ἐπικίνδυνα βιντεοπαιχνίδια.
Τά παιχνίδια βίας ὁδηγοῦν βραχυπρόθεσμα ἤ μακροπρόθεσμα σέ ἀνάπτυξη ἐπιθετικῶν
συναισθημάτων, συμπεριφορῶν καί σκέψεων. Οἱ παῖκτες βιντεοπαιχνιδιῶν ὑψηλῆς ἐπιθετικότητας
εἶναι σημαντικά πιό ἀγχώδεις ἀπό τούς ὑπόλοιπους ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό συναντοῦμε μικρά παιδιά
γεμάτα ἄγχος.
Ἐπίσης, ὅσον ἀφορᾶ τά παιχνίδια βίας καί ἐπιθετικότητας ἔρευνες ἀναφέρουν ὅτι ὁδηγοῦν σέ
ἀπευαισθητοποίηση τοῦ ἐγκεφάλου ἀπέναντι στή βία καί τόν θάνατο, ἐνῶ ταυτόχρονα τόν
προγραμματίζουν ν’ ἀντιδράει ἐπιθετικά, καθώς μέσα ἀπό τό παιχνίδι ὁδηγεῖται στήν ἐκμάθηση ὅτι
τέτοιου εἴδους συμπεριφορές ἀνταμείβονται: Ἐπιπλέον πόντοι, ξεκλείδωμα επιπέδων κτλ.
Μαθαίνει νά ἀνταποδίδει βία στή βία.
Ἐν συνεχεία, οἱ ἀντιδράσεις αὐτές, καθώς ὁ ἐγκέφαλος προσαρμόζεται στό νά λειτουργεῖ μ’ αὐτόν
τόν τρόπο, ἐκδηλώνονται καί στήν πραγματική ζωή. Σ’ αὐτό συντελεῖ καί ἡ γραφική ἀνάπτυξη τοῦ
περιβάλλοντος τῶν γραφικῶν. Τά παιχνίδια ἔχουν τέλεια γραφικά καί ἔχουν φτάσει σέ πολύ ὑψηλό
σημεῖο μίμησης τῆς πραγματικότητας.
Ἔχουμε ὁμολογίες ἀπό νεαρούς ἐγκληματίες ὅτι ἐμπνεύστηκαν, ἀλλά καί ἐκπαιδεύτηκαν ἀπό
τέτοιου εἴδους παιχνίδια. Καταλαβαίνουμε πόσο μεγάλη εὐθύνη ἔχουν οἱ γονεῖς, πού ἀγοράζουν
στά παιδιά τέτοια παιχνίδια ἤ τούς ἐπιτρέπουν νά παίζουν στό διαδίκτυο. Δέν εἶναι ἀσήμαντο.
Ὀφείλεις νά πεῖς «ὄχι» στό παιδί σου τουλάχιστον, ὅσο εἶναι ὑπό τήν ἐξουσία σου. Μέχρι τά 18 ἔτη
εἶναι ὑπεύθυνος ὁ γονιός γιά τό παιδί του καί λογοδοτεῖ καί στόν Θεό καί στήν κοινωνία.
Παρενθετικά ν’ ἀναφέρουμε ὅτι μέσα ἀπό τό διαδίκτυο διαφημίζονται καί τά ναρκωτικά καί τό
ἀλκοόλ, τά ὁποῖα κάνουν τεράστια ζημιά στούς νέους.
Σύμφωνα μέ ἐπιστημονικές μελέτες κατά μέσο ὅρο οἱ νέοι χρησιμοποιοῦν τά ἠλεκτρονικά μέσα
διασκέδασης 6,5 ὧρες τήν ἡμέρα. Οὐσιαστικά εἶναι τεράστιο τό μέγεθος, ἄν σκεφτοῦμε ὅτι ἀπό τίς
ἐνεργές ὧρες (δηλαδή ἐκτός ὕπνου), οἱ ἑξίμισι εἶναι μπροστά σέ μιά ὀθόνη.
Ἐπίσης, ὅπως ὑποστηρίζουν οἱ ψυχίατροι καί οἱ ψυχολόγοι, τά μηνύματα πού μεταδίδονται ἀπό τήν
τηλεόραση, τόν κινηματογράφο, βιντεοταινίες, βιντεοπαιχνίδια, διαδίκτυο, μουσικά βίντεο,
ἐφημερίδες καί περιοδικά, γίνονται εὔκολα μέρος τοῦ ἐσωτερικοῦ τοῦ παιδιοῦ, ἐπηρεάζουν τή
συμπεριφορά του καί διαμορφώνουν τίς ἀξίες του.
Σήμερα οἱ μασώνοι διαδίδουν τά ψέματά τους μέσα ἀπό ταινίες. Οἱ ταινίες τοῦ Σκορτσέζε, ἡ ταινία
πού βλασφημοῦσε τόν Χριστό, ἡ ἄλλη ταινία τοῦ Ντα Βίντσι κ.ἄ. Αὐτές οἱ ταινίες φτιάχτηκαν γιά
νά ἐπηρεάσουν ὄχι μόνο τούς μεγάλους, ἀλλά καί τα παιδιά, τά ὁποῖα γνωρίζουμε ὅτι πλέον δέν
διαβάζουν, βλέπουν ὅμως ταινίες. Ἔτσι, γίνεται μιά τεράστια διαφθορά, γιατί σέ τελική ἀνάλυση
ὑιοθετοῦμε τόν διάβολο καί τίς πλάνες του.
«Σήμερα εἶναι ἐπιβεβαιωμένο ὅτι στόν ἐγκεφαλικό φλοιό ὑπάρχει μιά εἰδική ὁμάδα νευρώνων, ἡ
ὁποία ἐνεργοποιεῖται, ὅποτε ἀνιχνεύεται ἀπό τούς νευρῶνες αὐτούς κάποια κινητική ἤ ἄλλη
σωματική μεταβολή, εἴτε στό ἴδιο τό ζῶο, εἴτε σέ κάποιον ὀργανισμό πού βρίσκεται κοντά του.
Αὐτοί οἱ νευρῶνες, λέγονται «νευρῶνες κάτοπτρα» -καθρέπτες- καί ἐνεργοποιοῦνται ὄχι μόνο ὅταν
ὁ ὀργανισμός ὁ ἴδιος κάνει κάτι, ἀλλά καί ὅταν ἁπλῶς βλέπει κάποιον ἄλλον ὀργανισμό νά ἐκτελεῖ
αὐτήν τήν πράξη». Οὐσιαστικά τί γίνεται; Κάνεις κι ἐσύ αὐτήν τήν πράξη μέσα σου, ἤ τείνεις νά
τήν κάνεις. Δηλαδή ὁ ἄνθρωπος μιμεῖται καί στόν ἐγκέφαλο ὑπάρχουν εἰδικές ὁμάδες κυττάρων,
πού ἐνεργοποιοῦνται ὅταν βλέπεις κάποιον νά κάνει κάτι καί θέλεις νά τό κάνεις κι ἐσύ. Σκεφτεῖτε
254
ὅλη τή βία πού προβάλλεται ἀναίσχυντα μέσω τηλεόρασης, διαδικτύου, παιχνιδιῶν κτλ., πόση
ζημιά κάνει στό παιδί, τό ὁποῖο μέσω ἐγκεφαλικῆς λειτουργίας τείνει νά τά κάνει κι αὐτό.
Ἀλλά κι ἐμεῖς γινόμαστε ἀναίσθητοι μπροστά σ’ αὐτόν τόν πόνο καί τή βία πού προβάλλεται.
Ἀπανθρωπιζόμαστε, χάνουμε τό πρόσωπό μας. Ἡ μιά διαφήμιση δείχνει μιά μπύρα καί ἡ ἑπόμενη
ἕναν ἀπαγχονισμό. Δηλαδή τά προβάλλει σάν νά πρόκειται νά εἶναι ἴδιας σημασίας. Ἀντίθετα
στήνἘκκλησία ἀκόμα καί οἱ εἰκόνες τῶν μαρτύρων ἔχουν αὐτήν τήν εἰρήνη. Ὅλα εἶναι ἤρεμα,
ταπεινά καί σέ ὁδηγοῦν σέ μιά ἡσυχία καί γαλήνη.
Σύμφωνα μέ τήν ἀνακάλυψη ἑνός Ἰταλοῦ, «ὑπάρχουν στόν μετωπιαῖο λωβό αὐτοί οἱ νευρῶνες
κάτοπτρα. Ὅταν κάνουμε μιά κίνηση πυροδοτεῖται μιά ὁμάδα πρόσθιων κινητικῶν νευρώνων (γιά
νά κάνουμε μιά κίνηση δηλαδή, κάποια κύτταρα πυροδοτοῦνται καί δίνουν ἐντολή στόν ἐγκέφαλο
νά κάνουμε τήν κίνηση). Ὅταν ἕλκουμε, τραβᾶμε κάτι, μιά ἄλλη ὁμάδα πυροδοτεῖται. Ὑπάρχει μιά
ὁμάδα κινητικῶν κυττάρων πού πυροδοτεῖται, ὅταν βλέπουμε τόν ἄλλον νά κάνει μιά κίνηση καί
τείνουμε κι ἐμεῖς νά τόν μιμηθοῦμε. Νά προσομοιώσουμε τήν πράξη τοῦ ἄλλου καί νά εἰκάσουμε
τή συνέχειά της».
Αὐτός εἶναι καί ὁ μηχανισμός τῆς μάθησης. Ἔτσι μαθαίνουμε. Ὅταν γιά παράδειγμα βλέπει τό
παιδί τή μητέρα του νά προσεύχεται, τή μιμεῖται. Ἔτσι προσεύχεται κι αὐτό. Τό παιδάκι δέν ἔχει
κρίση, δέν εἶναι πλήρως ἀναπτυγμένο ἀκόμα στόν ἐγκέφαλό του γιά νά σκεφτεῖ ὅτι πρέπει νά βρεῖ
τόν Θεό. Βλέπει καί μιμεῖται τούς γονεῖς του.
Ὁ πατήρ Ἱερώνυμος -μεγάλος ἀσκητής στήν Αἴγινα- ἔμαθε ἀπό τή μητέρα του νά προσεύχεται.
Ἔβλεπε τή μητέρα του νά κατεβαίνει σ’ἕνα ὑπόγειο χωρίς παράθυρα κάθε βράδυ καί νά κλαίει
προσευχόμενη. Τότε ἔκλαιγε κι αὐτό. Ἡ δασκάλα πού τό παρατήρησε εἰδοποίησε τή μητέρα του.
Ὅταν ἐκείνη τόν ρώτησε γιατί ἔκλαιγε, τότε τῆς ἀπάντησε ὅτι κλαίει, γιατί κλαίει κι αὐτή. Αὐτο
εἶναι μίμηση. Ἔτσι ἔγινε μέγας ἀσκητής.
Ὁ πατήρ Ἰάκωβος ἐπίσης ἔβλεπε τή μητέρα του νά προσεύχεται 10-12 κάθε βράδυ καί ἕνα φῶς
πάνω ἀπό τό κεφάλι της. Ὅταν στίς 12 ἡ μητέρα του πήγαινε γιά ὕπνο, τότε αὐτός ἔπαιρνε τή θέση
της καί προσευχόταν. Ἔτσι ἔμαθε νά προσεύχεται. Ἔτσι θά διδάξουμε τά παιδιά. Ὁ ἄνθρωπος
μιμεῖται.
Ἐμεῖς ὅμως μέ τά παιδιά μας ὅταν βλέπουμε στήν τηλεόραση καί στό διαδίκτυο ὅλα αὐτά τά
ἐγκλήματα καί τή βία, τότε εἶναι ἀναμενόμενο ὅτι αὐτά θά κάνουν καί τά παιδιά ὅταν μεγαλώσουν.
Αὐτό εἶναι σκόπιμο. Δέν εἶναι τυχαῖο πού μᾶς τά προβάλουν αὐτά, ἀφοῦ κάποιοι
δαιμονοκρατούμενοι ἄνθρωποι ἔτσι θέλουν νά φτιάξουν τόν κόσμο. Θέλουν νά γίνει κόσμος
ἐγκληματιῶν, γιά νά φέρουν τόν ἀντίχριστο.
Πρέπει λοιπόν νά προσέχουμε ὄχι μόνο τίς αἰσθήσεις μας, ἀλλά καί τίς αἰσθήσεις τῶν παιδιῶν μας.
Νά μήν τά ἀφήνουμε ἀνεξέλεγκτα σέ ὅλα αὐτά τά «μοντέρνα» τεχνολογικά μέσα, τά ὁποῖα κάνουν
πολύ μεγάλη ζημιά.
Ἕνας Γέροντας ἔλεγε στό πνευματικοπαίδι του τρία πράγματα νά μήν ἔχει: τηλεόραση, ὑπολογιστή
καί κινητό. Ἐδῶ βλέπουμε μωρά καί ἔχουν κινητό. Ὅσα δέν ξέρουν νά ξεχωρίζουν τό ἀληθινό ἀπό
τό ψεύτικο, τούς δίνουν οἱ γονεῖς ἕνα ψεύτικο κινητό γιά ἀρχή.
Ἐπίσης στήν Κίνα ἔχουν κάνει καί τό ἑξῆς τραγικό: ἔφτιαξαν εἰδικούς πεζόδρομους γιά τούς
ἀνθρώπους πού περπατᾶνε καί ἔχουν τό κινητό μπροστά τους, γιατί καθυστεροῦν τούς ἄλλους πού
βιάζονται!
Ἡ Ἁγία Γραφή ἀναφέρει «μυρμηκολέων ὤλετο παρά τό μή ἔχειν βοράν» (Ἰώβ. 4,11). Πέθανε ὁ
λέοντας, δηλαδή ὁ διάβολος- μυρμηκολένοντας γιατί δέν εἶχε φαγητό. Τό φαγητό τοῦ
μυρμηκολέοντα, τοῦ διαβόλου, περνάει μέσω τῶν θυρίδων, μέσω τῶν αἰσθήσεών μας. Δέν πρέπει
λοιπόν νά θρέψουμε τόν μυρμηκολέοντα πού, ἐνῶ δέν ζεῖ μέσα μας ὑποστατικά ὡστόσο, μᾶς
ἐπηρεάζει πολύ ἀρνητικά. Γι’ αὐτό, νά προσέχουμε τί βάζουμε μέσα μας. Τί περνάει ἀπό τά μάτια,
255
ἀπό τά αὐτιά καί τίς ἄλλες αἰσθήσεις τίς δικές μας, ἀλλά καί τῶν παιδιῶν μας. Τή μεγαλύτερη
ζημιά τήν κάνουν τά ἀπρόσεκτα μάτια. Ὅταν δέν δίνουμε τροφή στόν διάβολο, θά πεθάνει. Ὁ
ἄνθρωπος τότε θά ἐλευθερωθεῖ. Αὐτός εἶναι ἕνας τρόπος «ἄκοπος». Ἄν ὅμως ἀφήσεις νά μποῦν
ὅλες αὐτές οἱ βρωμιές μέσα σου καί ἐξεγερθοῦν τά πάθη, μετά θά πρέπει νά παλέψεις μέ τά θηρία.
Τότε θά σκεφτεῖς ὅτι εἶναι ἀδύνατο νά τά νικήσεις. Πάλι μπορεῖς μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ νά τά
νικήσεις, ἀλλά θά ταλαιπωρηθεῖς πολύ. Εἶναι πολύ πιό εὔκολο νά κρατᾶς τόν ἔχθρό ἀπ’ ἔξω, παρά
νά τόν βάλεις μέσα στό σπίτι σου.
ΑΠΟΡΙΕΣ
– Ὑπάρχουν καί θετικά πράγματα πού παίρνει κάποιος ἀπό τό διαδίκτυο καί τήν τηλεόραση.
Μπορεῖ νά μορφωθεῖ, παίρνοντας γνώσεις ἤ νά δεῖ ἕνα ντοκιμαντέρ σχετικό μέ τή φύση καί τά ζῶα.
Ὅσον ἀφορᾶ τά παιχνίδια φόνου στήν Ἀμερική ἔχουμε ἀκούσει ὅτι παιδιά πού ἔπαιζαν τέτοια
παιχνίδια σκότωσαν συμμαθητές τους. Τέλος, προωθοῦνται πολύ καί παιχνίδια τζόγου. Στά
παιχνίδια τά παιδικά, πρέπει μέσω τοῦ παιχνιδιοῦ τό παιδί, νά σημειώσει νίκες, ν’ ἀνέβει ἐπίπεδο
κτλ. Αὐτό ὅμως προωθεῖ τόν τζόγο, ὁ ὁποῖος εἶναι καταστρεπτικός.
– Ἕνας Γέροντας ἔλεγε γιά τίς εἰδήσεις καί τήν ἐνημέρωση: «καλύτερα νά τά ἀκοῦς. Μήν τά
βλέπεις». Διότι μέσα ἀπό τίς εἰκόνες (τίς λεγόμενες ἀνταποκρίσεις, συνεντεύξεις καί ὅλα αὐτά),
πάλι πολύ εὔκολα ξεσηκώνονται τά πάθη. Φυσικά καί μποροῦμε νά δοῦμε κι ἕνα καλό
ντοκιμαντέρ, πολύ σπάνια ὅμως νά εἶναι τελείως ἀβλαβές. Αὐτό συμβαίνει γιατί αὐτοί πού τά
φτιάχνουν δέν εἶναι οὔτε ἅγιοι, οὔτε πνευματικοί ἄνθρωποι. Ἔτσι λειτουργεῖ τό φαινόμενο τῆς
προβολῆς. Ἀνάλογα μέ τό τί ἔχουμε μέσα μας, αὐτό καί βλέπουμε. Οἱ δημοσιογράφοι ἀνάλογα μ’
αὐτό πού ἔχουν μέσα τους, αὐτό καί προβάλλουν. Ἄν ὁ ἄνθρωπος εἶναι διεφθαρμένος, τή διαφθορά
θά προβάλλει καί θά τόν πληρώσουν κιόλας. Οἱ διεφθαρμένοι ἔχουν οἰκονομικό ὄφελος ἀπό τό νά
διαδοθεῖ ἡ διαφθορά γιατί λειτουργεῖ ἕνα τεράστιο κύκλωμα ἐπιχειρηματιῶν, πορνογραφίας,
κινηματογράφου, διεφθαρμένων ἀνδρῶν καί γυναικῶν. Ὅλα αὐτά ἔχουν ὄφελος γι’ αὐτούς καί
αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού τά προβάλλουν. Δέν εἶναι καθόλου τυχαῖο.
Σήμερα ὅλα τά κανάλια τάσσονται ὑπέρ τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Εἶναι τυχαῖο αὐτό; Ὄχι. Ἁπλούστατα
αὐτή εἶναι ἡ σκοπιμότητα τῆς νέας ἐποχῆς σήμερα, αὐτό θέλουν νά περάσουν ὡς μήνυμα. Γι‘ αὐτό
μᾶς παραπληροφοροῦν. Ἑπομένως, ἀκόμα καί μέσα ἀπό ἕνα ντοκιμαντέρ, θά μᾶς δείξουν καί κάτι
πού δέν πρέπει νά δοῦμε κι ἐμεῖς μετά τό τέλος τῆς προβολῆς του, θά θυμόμαστε αὐτό πού δέν
ἔπρεπε νά δοῦμε. Τότε θά ταραχτοῦμε καί ἐνδεχομένως θά ἔχουμε καί πόλεμο.
Γι’ αὐτό χρειάζεται πολλή προσοχή. Πρέπει νά βάλουμε ‘κάγκελα’, φραγμούς στίς αἰσθήσεις μας.
Γράφει στήν Παλαιά Διαθήκη: «τά παράθυρα τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος ἦταν περιφραγμένα μέ
πλέγματα γιά νά μή μπαίνουν μέσα τά ἀκάθαρτα ζωύφια». Ὁ ἅγιος Νικόδημος λέει ὅτι αὐτό ἔχει
ἀλληγορική σημασία. Δηλαδή λέει «ὅποιος θέλει νά μή μπαίνουν στήν ψυχή του οἱ ἀκάθαρτες
ἡδονές τῶν αἰσθήσεων, πρέπει νά ἔχει περιφραγμένα μέ πλέγματα, τά παράθυρα τῶν αἰσθητηρίων
του. Τά πλέγματα εἶναι δύο:
 Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου καί
 Ἡ ἀπολογία τήν ὥρα τῆς φοβερῆς κρίσεως καί ἡ μνήμη τῶν αἰωνίων κολάσεων».
Πρέπει νά μήν ξεχνᾶμε ὅτι ἔρχεται ὁ θάνατος γιατί δέν ἔχουμε χρόνο γιά χάσιμο. Ὁ ἅγιος Παΐσιος
μοῦ εἶχε δώσει τή συμβουλή «μή χάνεις δευτερόλεπτο. Κι ἕνα δευτερόλεπτο νά ἔχεις δῶσε το στόν
Θεό. Μουρμούρισε ἕναν ψαλμό, πές ἕνα ‘Κύριε ἐλέησον’, ψάλλε κάτι» . Αὐτή εἶναι σοφή
συμβουλή. Κάθε δευτερόλεπτο σέ πάει πιό κοντά στό μνῆμα. Μετά τόν θάνατο μᾶς περιμένει μιά
αἰώνια κόλαση, ἄν δέν μετανοήσουμε καί δέ φερθοῦμε συνετά. Αὐτό νά θυμόμαστε. Αὐτά εἶναι τά
κάγκελα, ὁ φραγμός. Ὅσο σκέφτεσαι τήν αἰώνια κόλαση, τήν κρίση τοῦ Θεοῦ, τότε κατά κάποιο
τρόπο θά συσταλλεῖς καί δέ θά θέλεις νά δεῖς τίποτα πού θά σέ διασκεδάζει καί θά σέ διασκορπίζει.
Θά θέλεις νά πεῖς ἕνα ‘Κύριε ἐλέησον’, ὅσο πιό συγκεντρωμένος μπορεῖς.
256
«Μέσω λοιπόν αὐτῶν τῶν δύο, μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀποβάλλει τίς ἡδονές καί τίς ἁμαρτίες, ὅταν
παρουσιαστοῦν μπροστά στά μάτια του».
Ὁ ἅγιος Νεῖλος λέει «αὐτοί πού θέλουν νά φυλάγουν τή διάνοιά τους ὡς ναό καθαρό, ὅπως ἐκεῖ
αὐτός κατασκευάστηκε μέ πλέγματα στά παράθυρα, γιά νά μήν εἰσέρχεται κάποιο ἀπό τά ἀκάθαρτα
ζωύφια, μέ τὀν ἴδιο τρόπο πρέπει καί στίς αἰσθήσεις νά ὑπάρχουν τά προστατευτικά κωλύματα τῶν
λογισμῶν, τά δυσχερή τῆς μελλούσης κρίσεως καί νά τειχίζουν ἔτσι τήν εἴσοδο ἐνάντια στίς
ἀκάθαρτες μορφές πού πρόκειται νά διεισδύσουν». Δηλαδή νά μήν ἀφήνεις τόν λογισμό, πού σοῦ
σπέρνει ὁ διάβολος, νά διεισδύσει.
– Ὅπως στόν Κάιν καί στόν Ἄβελ, στόν ἄνθρωπο ὑπάρχει κάτι πού τόν ὠθεῖ νά πάει κόντρα μέ τόν
Θεό, θά λέγαμε. Στά Γεροντικά διαβάζουμε ὅτι κάποιο παιδάκι μαζί μέ τόν πατέρα του, ἦταν
ἀπομονωμένο καί δέν εἶχε δεῖ γυναίκα. Παρόλα αὐτά, καθώς μεγάλωνε, παρουσιάστηκε στόν ὕπνο
του πειρασμός καί εἶδε γυναίκα καί ἀπό αὐτό ταλαιπωρήθηκε. Ἄρα μέσα στόν ἄνθρωπο κι ὅλα
αὐτά τά τεχνολογικά μέσα νά τά ἀποφύγουμε, πάλι κάτι ὑπάρχει πού τόν ταλαιπωρεῖ.
– Βεβαίως ὑπάρχει. Καί αὐτό τό ‘κάτι’ μᾶς τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἡ κληρονομιά τῆς πτώσης.
Ὅταν πέσαμε ἀπό τόν παράδεισο ἔγινε τό ἑξῆς: Ὅπως σ’ ἕνα δέντρο, ὅταν ἀρρωστήσει ἡ ρίζα του
καί οἱ καρποί θά εἶναι σκουληκιασμένοι, ἔτσι ἔγινε καί σέ μᾶς. Ἀρρώστησε ἡ ρίζα μας, ὁ Ἀδάμ καί
ἡ Εὔα καί αὐτή ἡ ἀρρώστια μεταδόθηκε καί μεταδίδεται καί σέ μᾶς. Ἀλλά μέ τό νά μήν
προσέχουμε καί ἐμεῖς στή συνέχεια, κάνουμε δύσκολη τή ζωή μας. Ἔχουμε ἤδη μέσα μας τό
σκουλήκι ἀπό τήν κληρονομικότητα τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, ἀλλά τό κάνουμε ἀκόμα πιό
καλοαναθρεμμένο μέ αὐτά πού ρίχνουμε κι ἐμεῖς. Ἄν ὅμως προσέξουμε, τό σκουλήκι σιγά σιγά θά
ψοφήσει.
Αὐτό λέει καί ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ «ὅσο κλείνεις τίς ἐξωτερικές αἰσθήσεις καί δέν τρέφεις τόν
μυρμηκολέοντα -ὅπως λέει καί ἡ Ἁγία Γραφή- θά πεθάνει». Ἐμεῖς ἐπειδή τόν τρέφουμε μέσω τῶν
αἰσθήσεων καί μετά μέσω τῆς φαντασίας, ἀνακινώντας καί ἀναμεμνησκόμενοι ὅλα αὐτά τά
βρώμικα γεγονότα, πού ἔχουμε κρατήσει στή μνήμη μας, μετά γίνεται καί αὐτός πολύ ἰσχυρός καί
μᾶς ταλαιπωρεῖ. Ὄντως εἶναι μέσα μας ἡ κληρονομιά καί ὁ Κάιν καί ὁ Ἄβελ ἀπό τήν πτώση τοῦ
Ἀδάμ καί τῆς Εὔας κληρονόμησαν κι αὐτοί τήν ἀρρώστια. Κληρονομᾶμε ὅλη τήν ἁμαρτία ἀπό τόν
Ἀδάμ μέχρι τώρα, ἀλλά καί ὅλη τήν ἁγιότητα τῆς ἀνθρωπότητας. Ὅλα τά ἔχουμε μέσα μας, καί τό
καλό καί τό κακό. Αὐτή εἶναι καί ἡ μεγαλειώδης ἰδιότητα πού ἔχει δωρίσει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο
ὅτι εἴμαστε αὐτεξούσιοι νά ποῦμε ‘ναί’ στό καλό καί ‘ὄχι’ στό κακό.
Ὁ ἅγιος Πορφύριος λέει «Ποῦ θά δώσουμε τήν ζωτικότητα τῆς ψυχῆς μας, τό νεράκι τῆς ψυχῆς
μας; Θά τό δώσουμε στόν ἀνθόκηπο ἤ στόν ἀγκαθόκηπο;» Στίς ἀρετές ἤ στίς κακίες; Στήν καλή
κληρονομιά ἤ στήν κακή; Αὐτό εἶναι ὅλο τό θέμα. Πρός τά ποῦ θά στρέψουμε ὅλες τίς δυνάμεις
τῆς ψυχῆς μας. Γι’ αὐτό τά πάθη οὐσιαστικά εἶναι μιά λανθασμένη χρήση τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς
μας.
Γιά παράδειγμα, ὑπάρχει ἡ λανθασμένη χρήση τοῦ θυμοῦ. Οἱ ἅγιοι λένε ὅτι ὁ θυμός εἶναι πολύ
καλό πράγμα, εἶναι δῶρο Θεοῦ. Εἶναι τά νεῦρα τῆς ψυχῆς. Εἶναι ὁ δυναμισμός τῆς ψυχῆς. Ἄν ὅμως
ὁ θυμός κινηθεῖ ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου σου, τότε εἶναι ἁμαρτία. Καί ἄν τόν κινεῖς συνέχεια
γίνεται τό πάθος τοῦ θυμοῦ. Ἄν ὅμως ὁ θυμός κινηθεῖ ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τότε εἶναι ἀρετή. Ἄν
κινηθεῖ ἐναντίον τοῦ βλασφήμου, τότε εἶναι πάλι ἀρετή, εἶναι καλό πράγμα. Ὀφείλεις νά θυμώσεις
ὅταν βλασφημεῖται ὁ Θεός καί ὅταν ἀδικεῖται ὁ πλησίον σου. Τότε ὁ θυμός εἶναι ἀρετή καί εἶναι
ἁμαρτία τό νά μή θυμώσεις. Γι’ αὐτό λέει ἡ Ἁγία Γραφή ‘ὀργίζεσθε, καὶ μὴ ἁμαρτάνετε’ (Ψαλμ.
4,5). Ἀλλά ὅταν ὁ θυμός κινεῖται γιά νά ὑπερασπιστεῖς τόν ἐαυτό σου -πού ἀδικεῖται ἤ νομίζεις ὅτι
ἀδικεῖται- τότε εἶναι ἁμαρτία. Ἔτσι καί μέ ὅλες τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς. Κάνουμε κακή χρήση τῶν
δυνάμεων, πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός. Αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία. Αὐτό ἀφείλεται σ’ ἐμᾶς καί γι’ αὐτό
δίνουμε λόγο στόν Θεό.
Βεβαίως κληρονομοῦμε ἀπό τόν Ἀδάμ, γιατί κι ἐκεῖνος ἔκανε κακή χρήση τῶν δυνάμεών του. Τί
257
ἔπαθε ὅμως ἡ Εὔα; Πῶς ξεκίνησε ἡ πτώση; Ἀπό τίς αἰσθήσεις. Ἡ πρώτη πτώση τῆς Εὔας ἦταν ὅτι
ἄκουσε. Τί ἄκουσε; Τόν διάβολο. Μέσα ἀπό τήν ἀκοή πέρασε τό μήνυμα τοῦ διαβόλου πού
συκοφάντησε τόν Θεό. Ἡ δεύτερη πτώση ἦρθε ἀπό τό μάτι, ὅταν εἶδε τόν καρπό καί τῆς φάνηκε
ὡραῖος στήν ὄψη. Ἡ τρίτη πτώση ἦταν ἀπό τήν γεύση. Μετά γεύτηκε τόν καρπό καί εἶπε ὅτι ο
καρπός ἦταν καλός εἰς βρῶσιν καί τόν ἔδωσε καί στόν Ἀδάμ καί ἔπεσε κι ὁ Ἀδάμ. Ἀπό τίς
αἰσθήσεις πέσαμε. Ἄν ἡ Εὔα φύλαγε τίς αἰσθήσεις της, δέν θά ἁμάρτανε καί δέν θά ἁμάρτανε κι ὁ
Ἀδάμ. Βλέπετε πῶς τό κακό περνᾶ μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις; Αὐτό τό λάθος τό συνεχίζουμε.
Μερικοί π.χ. ἰσχυρίζονται ὅτι μποροῦν νά κάνουν παρέα μέ ὅλους χωρίς νά ἐπηρεάζονται. Αὐτό
εἶναι μεγάλη ἀνοησία. Μήπως ἄν τρῶς ἀκαθαρσίες, δέν θά ἀρρωστήσεις καί δέν θά πεθάνεις; Ὁ
ἔξυπνος ἄνθρωπος ἐπιλέγει τί θά δεῖ, τί θά ἀκούσει καί μέ ποιούς θά συναναστραφεῖ.
Ἔλεγε ἕνας δαιμονισμένος «τούς ἔχω μολύνει ὅλους μέσα ἀπό τό ἴντερνετ». Αὐτά τά λόγια τά
ἔλεγε ὁ διάβολος, τό ὁμολογοῦσε. Μ’ ἕνα κουμπί εἶναι πολύ εὔκολο νά δεῖς ὅλη τήν ἀνηθικότητα
καί φυσικά μετά θά ἔχεις ἄτοπες ἐπιθυμίες, διότι ἐκ τοῦ ὁρᾶν, τίκτεται τό ἐρᾶν.
Τά παιδιά δυστυχῶς δέν ἔχουν ἀντιστάσεις καί ἐνῶ πολύ εὐκολα μαθαίνουν τό ἴντερνετ, γίνονται
ἕρμαια, διότι οἱ γονεῖς -λόγω τῆς ἔλλειψης ἀγάπης- τά ἐκθέτουν μπροστά στόν κίνδυνο τῶν ὀθονῶν
μέ σκοπό νά τελειώσουν τίς δικές τους δουλειές, χωρίς νά τούς ἐνοχλοῦν τά παιδιά. Τό παιδί
βέβαια πεθαίνει πνευματικά, γιατί δέν ἔχει καθόλου τίς ἀντιστάσεις, νά πεῖ ‘ὄχι’ στόν πειρασμό. Γι΄
αὐτό, μήν ἀφήνετε τά παιδιά σας μόνα τους μπροστά ἀπό τήν τηλεόραση ἤ τό διαδίκτυο. Θά δοῦν
ὅλα τά βρώμικα καί θά τά μιμηθοῦν. Τά παιδιά δέν ἔχουν φραγμούς, ὅπως εἴπαμε
δραστηριοποιοῦνται τά συγκεκριμένα κύτταρα στόν ἐγκέφαλο καί ὅ,τι βλέπουν, τό κάνουν. Ἔτσι
βλέπουμε παιδιά στό νηπιαγωγεῖο νά κάνουν μεταξύ τους αὐτά τά βρώμικα πού βλέπουν στίς
ὀθόνες.
– Ὅταν οἱ δύο γονεῖς δέν κάνουν τήν ἴδια ζωή, ὅταν ὁ ἕνας ζεῖ πνευματικά, ἀλλά ὁ ἄλλος ὄχι καί τά
παιδιά βλέπουν διαφορετικές συμπεριφορές, τί κάνουν τότε τά παιδιά;
– Σ’ αὐτήν τήν περίπτωση, αὐτός πού ζεῖ πνευματικά καί ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό, πρέπει νά
λιώσει τά γόνατά του στήν προσευχή καί τά μάτια του στό κλάμα, γιά νά βοηθήσει τό παιδί του.
Ἐφόσον ἔχει μερίδιο εὐθύνης γιατί σχετίστηκε καί παντρεύτηκε ἕναν ἄθεο. Ἴσως ἔφταιγε ὅτι τότε
καί οἱ δύο ἦταν ἄθεοι. Ὁπότε τώρα πληρώνει τό λάθος. Τά παιδιά σήμερα δέν ξέρουν γιατί
παντρεύονται.
Ποιός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ γάμου; Εἶναι ἡ θέωση. Ἀντίστοιχα καί ὁ σκοπός τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι ἡ
θέωση. Δέν εἶναι κανένας ἄλλος ὁ λόγος. Δυστυχῶς ὅμως ἔχουμε ἀσχετοσύνη, εἴμαστε ἀκατήχητοι,
δέν γνωρίζουμε τίποτα πνευματικά καί δέν φροντίζουμε νά μάθουμε τήν ἀλήθεια. Ἔπειτα ἔρχονται
οἱ συνέπειες τῶν λαθῶν. Ἡ προσευχή ὅμως καί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τά διορθώνει.
Γνωρίζω τό ἑξῆς περιστατικό: Μιά μητέρα εἶχε δύο κόρες πού ξεπόρτιζαν. Ἡ μητέρα προσευχόταν
καί οἱ κόρες τήν ἔβλεπαν πού προσευχόταν συνέχεια. Ἔφευγαν προσευχόταν, γύριζαν οἱ κόρες
πάλι τήν ἔβλεπαν νά προσεύχεται. Κάποια στιγμή τῆς ζήτησαν νά σταματήσει νά προσεύχεται γιατί
τούς τά χαλάει ὅλα. Τούς τά χαλοῦσε ὅλα μέ τήν προσευχή! Αὐτή εἶναι ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς!
Εἶναι ἡ μεγαλύτερη δύναμή μας.
Ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔμπαινε στό μυαλό τοῦ ἄλλου καί τοῦ ἄλλαζε τό μυαλό! Ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ
ὅλα τά κάνει, γι’ αὐτό δέν πρέπει νά ἀπελπιζόμαστε, μποροῦμε νά βοηθήσουμε τά παιδιά μας. Καί
ὅσοι ἔχετε τό ἕτερον ἥμισυ ἐκτός Ἐκκλησίας, μήν ἀπελπίζεστε. Γίνετε ἐσεῖς ἅγιοι, ὅπως θέλει ὁ
Θεός καί θά βοηθήσετε καί τά παιδιά σας.
– Μπορεῖ ἡ προσευχή μας νά βγεῖ σέ κατάκριμα;
– Ὅλα μποροῦν νά μᾶς βγοῦν σέ κατάκριμα, ἄν δέν τά κάνουμε μέ τόν τρόπο πού πρέπει. Καί ἡ
Θεία Κοινωνία μπορεῖ νά μᾶς βγεῖ σέ κατάκριμα, ὅταν δέν προετοιμάζεσαι σωστά. Καί ἡ
προσευχή, ὅταν δέν εἶναι σωστή, βγαίνει σέ κατάκριμα. Δέν μπορεῖς νά ζητᾶς ἀπό τόν Θεό, γιά
258
παράδειγμα, στήν προσευχή σου νά κάψει τόν ἐχθρό σου, γιατί μετά θά καεῖς ἐσύ.
Μιά μητέρα, τῆς ὁποίας τό παιδί εἶχε καρκίνο, πῆγε στήν Παναγία καί ἔλεγε «ἀπαιτῶ νά κάνεις
καλά τό παιδί μου». Αὐτό εἶναι ἀνεπίτρεπτο. Παρακαλᾶμε τήν Παναγία, δέν ἀπαιτοῦμε. Τελικά ὁ
γιός της ἔγινε καλά, ἀφοῦ τό ἀπαιτοῦσε (αὐτά εἶναι τά λεγόμενα θελήματα), ἀλλά μετά σκότωσε
τόν ἀδελφό του, τή μάνα του, τόν πατέρα του καί στό τέλος αὐτοκτόνησε, γιατί ἀγαποῦσε τήν ἴδια
κοπέλα μέ τόν ἀδελφό του.
Ὁ Θεός ξέρει πολύ καλύτερα ἀπό ἐμᾶς τό καλό μας. Γι’ αὐτό πρέπει νά τοῦ ζητᾶμε νά κάνει
καλούς ἐμᾶς, ὄχι νά μᾶς κάνει τό τάδε καλό. Νά ἀφεθοῦμε ὁλοκληρωτικά σ’ Αὐτόν.
– Στό διαδίκτυο ἔχει κάποια ὀρθόδοξα ἰστολόγια, ὅπου ἔχει τούς βίους ἁγίων μέ κινούμενες
ἁγιογραφίες καί παράλληλα ὑπάρχει κάποιος ἀπό πίσω πού ἐξηγεῖ τήν ἱστορία τους. Αὐτό βοηθάει
κάπως τά παιδιά μας πνευματικά, ποῦ δέν διαβάζουν βιβλία, ὅσο εἶναι μικρά; Στό πατριωτικό θέμα
κάποια ντοκιμαντέρ εἶναι καλό νά τά βλέπουν τά παιδιά ἤ δέν πρέπει νά ἀσχολοῦνται καθόλου μέ
τό διαδίκτυο; Τί εἶναι καλύτερο;
– Νά ἀσχολοῦνται μέ τήν Ἐκκλησία ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ. Γιά νά γίνει αὐτό βέβαια, πρέπει
πρῶτοι οἱ γονεῖς νά τό κάνουν. Μήν ψάχνουμε νά ξεφύγουμε. Ἡ σωστή ἀγωγή γίνεται μέσα στήν
Ἐκκλησία. Οἱ Χριστιανοί ὀφείλουν κάθε μέρα, πρωί καί βράδυ, νά εἶναι στήν Ἐκκλησία. Πόσοι
ἀπό ἐμᾶς τό κάνουν αὐτό; Πρέπει νά εἴμαστε κάθε μέρα στόν Ὄρθρο καί στόν Ἑσπερινό καί
φυσικά ὅποτε ἔχει Θεία Λειτουργία. Αὐτό ἀποτελεῖ σωστή ἀγωγή τῶν παιδιῶν. Ἄν τό παιδί μάθει
νά πηγαίνει στήν Ἐκκλησία, τότε δέν θά σκεφτόμαστε τί νά τοῦ δείξουμε στήν τηλεόραση ἤ στό
διαδίκτυο.
Ὅλα αὐτά εἶναι ἄχρηστα, γιατί αὐτοί πού τά φτιάχνουν δέν εἶναι ἅγιοι. Ἔτσι βέβαια θά
ζωγραφίσουν λάθος ἕναν ἅγιο. Θέλεις νά δεῖς πῶς εἶναι ἕνας ἅγιος; Νά πᾶς στήν Ἐκκλησία νά δεῖς
τούς ἅγιους ἁγιογράφους, οἱ ὁποῖοι ἁγιογράφησαν τήν Ἐκκλησία. Ὑπάρχουν δυστυχῶς καί
μοντέρνοι ἁγιογράφοι πού κι αὐτοί δέν ἀποδίδουν σωστά. Πηγαίνουν ν’ ἁγιογραφήσουν
ἀκούγοντας τραγούδια καί καπνίζοντας. Τότε τί ἅγιο θά φτιάξει;
Βλέπουμε σ’ αὐτά τά ὑποτιθέμενα ὀρθόδοξα κινούμενα σχέδια πολλές φορές κάτι πρόσωπα ἄγρια
καί φρίττουμε. Εἶναι αὐτή κατήχηση καί διδασκαλία σωστή γιά τό παιδί; Καλύτερα νά μήν τά δεῖ
ποτέ.
Τό ζητούμενο εἶναι ὁ δικός μας ἁγιασμός. Τό ἔλεγε αὐτό ὁ ἅγιος Πορφύριος «ὅταν ἐμεῖς
ἁγιαστοῦμε, θά ἁγιαστοῦν καί τά παιδιά μας». Μήν ψάχνετε τί νά δώσετε στά παιδιά, ψαχτεῖτε
ἐσεῖς! Νά ψάξετε πῶς νά γίνετε ἐσεῖς πρῶτα ἅγιοι. Αὐτό περνάει στά παιδιά καί αὐτό διδάσκει τά
παιδιά.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
259
Διασκέδαση ἤ ψυχαγωγία;
Τήν προηγούμενη φορά εἴχαμε ἀναφέρει ὅτι μέσα ἀπό τίς ὀθόνες μπορεῖ νά μπεῖ ὁ διάβολος, πού
μᾶς φέρνει τόν θάνατο, ὅπως λέει καί ἡ Ἁγία Γραφή «πέρασε ὁ θάνατος μέσα ἀπό τά παράθυρα»
(Ἱερ. 9,21). Αὐτά ὅμως πού βλέπουμε στίς ὀθόνες, κατεβαίνουν στήν καρδιά μας καί μᾶς κάνουν
κακό, μᾶς λερώνουν. Ἡ καρδιά ὅ,τι βλέπει τό ἐπιθυμεῖ. Γι’ αὐτό, λένε καί οἱ ἀρχαῖοι ὅτι ἀπό αὐτό
πού βλέπουμε, γεννιέται ἡ ἐπιθυμία. Ὁπότε, ἄν δέν βλέπουμε, γλιτώνουμε ἀπό τήν κακή ἐπιθυμία.
Πολλές φορές λέμε πιεστικά στούς γονεῖς μας ὅτι θέλουμε κάτι κι ἄν δέν μᾶς τό δώσουν,
θυμώνουμε μαζί τους. Γιατί ὅμως τό θέλουμε καί τό ζητᾶμε; Γιατί πρίν τό θελήσουμε, τό ἔχουμε
δεῖ πρῶτα, τό σκεφτήκαμε καί ἡ καρδιά μας τό ἔχει ἐπιθυμήσει. Ἄν δέν τό εἴχαμε ὡς ἐπιθυμία, δέν
θά τό θέλαμε, δέν θά πιέζαμε τούς γονεῖς μας νά μᾶς τό δώσουν κι ἐμεῖς δέν θά
στεναχωριόμασταν.Πολλές φορές πιέζουμε τούς γονεῖς μας νά μᾶς κάνουν κάτι, ἀλλά δέν πρέπει,
γιατί ἔτσι κάνουμε κακό καί στόν ἑαυτό μας καί στούς γονεῖς μας. Εἶναι λάθος αὐτό γιατί συνήθως
τά πράγματα πού ἀπαιτοῦμε, δέν εἶναι γιά τό καλό μας. Τό ἴδιο ὅμως συχνά κάνουμε καί μέ τόν
Θεό.
Κάποτε μιά μάνα, πού ὁ γιός της εἶχε πάθει καρκίνο, πῆγε σ’ ἕνα προσκύνημα στήν Παναγία. Ἐκεῖ
ἔκανε μιά προσευχή στήν Παναγία, ἡ ὁποία ὅμως δέν ἦταν καλή, γιατί δέν τήν παρακάλεσε, ἀλλά
ἀπαίτησε νά κάνει καλά τό παιδί της. Οἱ ἄλλες γυναῖκες τή μάλωσαν, πού μίλησε ἔτσι στήν
Παναγία. Μετά ἀπό δύο χρόνια ξαναπῆγαν οἱ γυναῖκες στό προσκύνημα, ἀλλά αὐτή ἡ γυναίκα
ἔλειπε. Οἱ μοναχές στό μοναστήρι ρώτησαν τί ἀπέγινε ἡ κυρία ἐκείνη πού ἀπαιτοῦσε ἀπό τήν
Παναγία νά κάνει καλά τό παιδί της. Οἱ γυναῖκες τότε ἀπάντησαν ὅτι, ἐνῶ τό παιδί θά πέθαινε ἀπό
καρκίνο, τελικά ἡ Παναγία τό ἔκανε καλά. Ὅμως αὐτό τό παιδί μετά, ἐξαιτίας τοῦ πάθους, πού εἶχε
μέ μιά κοπέλα, σκότωσε τόν ἀδελφό του, ἐπειδή εἶχε πάθος κι ἐκεῖνος μέ τήν ἴδια. Ἔπειτα σκότωσε
καί τούς γονεῖς του καί στό τέλος αὐτοκτόνησε.
Ἄρα ποτέ δέν πρέπει νά ζητᾶμε ἐπίμονα ὅ,τι θέλουμε. Ποτέ νά μή λέμε ὅτι ὁπωσδήποτε θέλουμε
κάτι. Γιά νά μή θελήσουμε ὅμως, πρέπει πρῶτα νά προσέξουμε τά μάτια μας, τή σκέψη μας καί τήν
καρδιά μας.
Σήμερα θά ἀναλύσουμε τό θέμα τῆς διασκέδασης. Τί θά πεῖ διασκέδαση; Συνήθως οἱ ἄνθρωποι
ἐννοοῦνε τά γλέντια, πῶς νά περνᾶνε καλά καί πίσω ἀπό ὅλα κρύβονται ἁμαρτίες. Διασκέδαση
εἶναι σύνθετη λέξη καί ἐτυμολογικά σημαίνει (διά + σκεδάννυμι = διά + σκορπίζομαι). Ἄρα
διασκέδαση σημαίνει διασκόρπισμα. Ἡ σωστή λέξη, ἡ ξεκούραση τῆς ψυχῆς, εἶναι «ψυχαγωγία».
Ψυχαγωγία εἶναι ἡ ἀγωγή τῆς ψυχῆς. Ἡ ἀγωγή τῆς ψυχῆς σημαίνει τό νά πάρω τήν ψυχή μου καί
νά τήν ὁδηγήσω ἐκεῖ πού ξεκουράζεται, δηλαδή στόν Θεό. Ἄν ὁ ἄνθρωπος βρεῖ τόν Θεό, τότε
ψυχαγωγεῖται ἀληθινά.
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἀντί γιά ψυχαγωγία, λένε διασκέδαση, δηλαδή διασκόρπισμα. Σκέφτονται ὅτι
θέλουν νά βγοῦν, νά πᾶνε στά κέντρα, νά πιοῦν, νά μεθύσουν, νά χορέψουν, νά γλεντήσουν γιά νά
ξεχαστοῦν. Σέ τελική ἀνάλυση ὅμως τό νά βγεῖς λίγο ἀπό τόν ἑαυτό σου, σέ κάνει νά φαίνεσαι
τρελός. Στήν οὐσία θέλουν νά διαλυθοῦν. Αὐτό τό θεωροῦν καλό! Μά εἶναι δυνατόν ἄν διαλύεται
κάποιος νά παθαίνει κάτι καλό;
Ὅταν ζοῦσα στή Θεσσαλονίκη, ἔμενα στό κέντρο καί τά πρωινά τῆς Κυριακῆς, πού ξυπνοῦσα στίς
5:30 γιά νά πάω νά λειτουργήσω, ἔβλεπα τά νέα παιδιά πῶς γυρνοῦσαν ἀπό τή διασκέδαση τοῦ
Σαββάτου. Ξέρετε σέ τί κατάσταση ἦταν; Κάποια δέν φοροῦσαν παπούτσια, ἦταν μεθυσμένα,
τρικλίζανε, βριζόντουσαν μεταξύ τους, τά μάτια τους ἦταν μαῦρα, ξενυχτισμένα, βλασφημοῦσαν,
ἔκαναν ἐμετό. Εἶναι διασκέδαση αὐτό ἤ προσφέρει χαρά; Αὐτή δέν εἶναι μιά διάλυση; Δέν εἶναι
ξεκούραση, εἶναι κούραση. Πλέον παύεις νά εἶσαι ἄνθρωπος, χάνεις τήν ἀνθρωπιά σου.
Ἡ σωστή ψυχαγωγία εἶναι ἡ προσευχή καί ὅ,τι ἄλλο μᾶς πάει στόν Θεό. Θέλεις νά ξεκουραστεῖ
260
λίγο ἡ ψυχή σου; Κάνε προσευχή, ἀκόμα καί ἀπό τό διάβασμα νά σταματήσεις. Ἔλεγε ὁ ἅγιος
Νικόδημος σ’ ἕναν δάσκαλο συμβουλεύοντάς τον: «στό σχολεῖο, τά παιδιά γιά νά ξεκουραστοῦν,
νά τά ἀφήνεις λίγο στό θρανίο ὅπως κάθονται, νά γέρνουν λίγο τό κεφάλι τους καί νά λένε τή νοερά
προσευχή, τό ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με’. Ἔτσι, ξεκουράζεται ἡ ψυχή μας. Ἄν κάποιο παιδί
θέλει νά ξεκουραστεῖ ἀπό τό διάβασμα, ἄς δοκιμάσει γιά 1-2 λεπτά νά καθίσει κάπου ἥσυχα καί νά
πεῖ τήν προσευχή αὐτήν. Θά νιώσει πολλή ξεκούραση καί ἡ ψυχή θά βρεῖ μεγάλη ἀνάπαυση.
Ἑπομένως νά μήν ἐπιζητοῦμε τή διασκέδαση, ἀλλά τήν ψυχαγωγία, τήν ἀγωγή τῆς ψυχῆς στόν
Θεό. Αὐτό εἶναι τό σωστό, πού πρέπει νά κάνουμε. Ὁ μεγάλος προφήτης καί βασιλιάς Δαβίδ ἔλεγε
«Θυμήθηκα τόν Θεό καί εὐφράνθηκα» (Ψαλμ. 76,4). Μόνο, δηλαδή, πού σκέφτηκα τόν Θεό,
γέμισα μέ χαρά. Βλέπετε ἡ χαρά δέν ἔρχεται ἀπό τή διασκέδαση, ἀφοῦ, ὅπως εἴδαμε
προηγουμένως, ἔχει ἄσχημη κατάληξη. Ἡ ἀληθινή χαρά ἔρχεται ἀπό τόν Χριστό.
Στόν δεύτερο μακαρισμό ὁ Χριστός μας λέει «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοί
παρακληθήσονται» (Ματθ. 5,4). Παράκληση δέν σημαίνει ἁπλῶς παρακαλῶ, ἀλλά παρηγορῶ. Ὁ
Χριστός λοιπόν λέει ὅτι εἶναι μακάριοι αὐτοί πού κλαῖνε γιά τίς ἁμαρτίες τους, γιατί αὐτοί θά
παρηγορηθοῦν, θά πάρουν χαρά ἀπό τόν Θεό. Ἐνῶ φαίνεται παράδοξο κι ὅμως μέ τό κλάμα γιά τίς
ἁμαρτίες μας ἔρχεται ἡ ἀληθινή χαρά. Γι’ αὐτό οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ὅλη τήν ἡμέρα καί εἰδικά τό
βράδυ στήν προσευχή τους κλαῖνε, γιατί μέσα ἀπό αὐτό τό κλάμα παρηγοροῦνται. Ἄν δέν
κλάψουν, νιώθουν ὅτι ἡ προσευχή τους δέν ἦταν τέλεια καί δέ ζήτησαν εἰλικρινή καί ταπεινή
συγγνώμη ἀπό τόν Θεό γιά τίς ἁμαρτίες τους. Καί ἐσεῖς νά προσπαθεῖτε στήν προσευχή σας νά
κλαῖτε. Οἱ ἄνθρωποι παλιά ἔκλαιγαν στήν προσευχή τους. Σήμερα τό ἔχουμε χάσει αὐτό.
Κάποτε ἦταν ἕνα παιδί ἀπό τήν Καππαδοκία, πού ἀργότερα ἔγινε σπουδαῖος ἱερομόναχος. Ὅταν
ἦταν ὅμως ἀκόμα μικρός, ἔβλεπε κάθε βράδυ τή μαμά του, πού πήγαινε σ’ ἕνα σκοτεινό ὑπόγειο,
χωρίς παράθυρα κι ἔκλαιγε ὅλη τή νύχτα. Προσευχόταν μέ δάκρυα. Ἔτσι καί τό παιδί πήγαινε στό
σχολεῖο κι ἔκλαιγε. Τότε ἡ δασκάλα φώναξε τή μητέρα καί τήν ἐνημέρωσε γιά τήν κατάσταση τοῦ
παιδιοῦ. Ὅταν ἡ μητέρα ρώτησε τόν μικρό της γιό, γιατί ἔκλαιγε, ἐκεῖνος ἀπάντησε ὅτι κλαίει
ἐπειδή κλαίει κι αὐτή. Ἔκλαιγε δηλαδή τό παιδί, βλέποντας τή μητέρα νά κλαίει. Μετά, ὅταν
μεγάλωσε, ἔγινε κι αὐτός ἅγιος. Εἶναι ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος τῆς Αἴγινας. Ἔμαθε ἀπό τή μητέρα του
νά κλαίει στήν προσευχή.
Ἀπό τό πένθος κι ἀπό τά δάκρυα, ἔρχεται ἡ ἀληθινή χαρά. Ἄν τό ποῦμε αὐτό σ’ἕναν κοσμικό
ἄνθρωπο, θά φέρει ἀντιρρήσεις καί θά μᾶς θεωρήσει τρελούς. Ὁ κοσμικός ἄνθρωπος θεωρεῖ ὅτι ἡ
καλοπέραση καί ἡ διασκέδαση φέρνουν χαρά, ὅμως κάτι τέτοιο δέν ἰσχύει, ἀφοῦ αὐτό εἴδαμε ὅτι
φέρνει μόνο μιά ἀηδία, μιά στενοχώρια καί σέ ὁδηγεῖ σέ μιά δαιμονική κατάσταση.
Ὁ Χριστός μας λέει «νά μάθετε ἀπό μένα, πού εἶμαι πράος καί ταπεινός καί θά βρεῖτε ἀνάπαυση
στίς ψυχές σας». Πῶς θά τό μάθουμε αὐτό; Ἄν γίνουμε καί μεῖς πράοι καί ταπεινοί, ἤρεμοι καί
ὅταν ἀντιμετωπίζουμε αὐτούς πού μᾶς ἀδικοῦν χωρίς θυμό, τότε θά βροῦμε ἀληθινή χαρά. Μόνο
τότε θά νιώθουμε καλά, ὅταν θά εἴμαστε ταπεινοί, ὅπως ὁ Χριστός μας. Ὅταν εἴμαστε ὑπερήφανοι
καί συνεχῶς ζητᾶμε ἐπίμονα πράγματα, ὅταν διεκδικοῦμε τά δικαιώματά μας, τότε ὄχι ἁπλά δέν θά
βροῦμε ἀληθινή χαρά, ἀλλά θά ἔχουμε καί στεναχώρια.
Τά γενέθλια εἶναι διασκέδαση ἤ ψυχαγωγία; Δέν εἶναι ἀληθινή ψυχαγωγία, εἶναι διασκέδαση. Σέ
κάνουν ὑπερήφανο καί ἐγωιστή. Κάποια φορά περνώντας ἀπό ἕνα ἐστιατόριο στή Θεσσαλονίκη
ἄκουσα σέ γενέθλια ἑνός παιδιοῦ, πού τοῦ ἔλεγαν τό τραγούδι τῶν γενεθλίων καί τελείωνε «νά
ἕνας σοφός». Πολλοί ἄνθρωποι λοιπόν μαζί ἔλεγαν στό παιδί ὅτι εἶναι σοφός. Αὐτό ὅμως τοῦ
τρέφει τήν ὑπερηφάνεια. Ἄν εἴμαστε ὑπερήφανοι, χωριζόμαστε ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτόν κυρίως τόν
λόγο δέν εἶναι καλά τά γενέθλια. Φυσικά καί τό ὅτι κάνουν χορούς καί ἄσχημα πράγματα, παίζουν
ἄσεμνα παιχνίδια, δέν τηροῦν τίς νηστεῖες κ.λ.π. εἶναι ἐπίσης κακό. Τό βασικό κακό ὅμως εἶναι ὅτι
μᾶς τρέφει τόν ἐγωισμό.
Ἡ σωστή ἡμέρα, πού πρέπει νά γιορτάζουμε, εἶναι ἡ γιορτή μας. Ἐκείνη τήν ἡμέρα γιορτάζουμε
261
τόν Ἅγιό μας. Τά πιό πολλά παιδιά σήμερα δέν ξέρουν κἄν πότε γιορτάζουν, ξέρουν μόνο τά
γενέθλιά τους γιατί ἔχουμε ἀλλοτριωθεῖ καί ἔχουμε πάρει τά ἔθιμα ἀπό τή Δύση, ἀπό τήν Εὐρώπη,
ἀπό αὐτούς πού εἶναι ἄθεοι, καί μακριά ἀπό τόν Θεό. Ἄρα γενέθλια δέν πρέπει νά κάνουμε, ἀλλά
οὔτε νά πηγαίνουμε, ὅταν μᾶς καλοῦν.
Τά καρναβάλια εἶναι καλή ψυχαγωγία ἤ διασκέδαση; Εἶναι διασκέδαση, σκόρπισμα. Στά
καρναβάλια καί γενικά στούς χορούς, χορεύει ὁ διάβολος. Οἱ ἅγιοί μας, πού εἶναι τό στόμα τοῦ
Χριστοῦ, λένε ὅτι δέν ἐπιτρέπεται νά χορεύουμε. Κάποιοι λένε ὅτι δέν εἶναι κακό νά χορεύουμε
δημοτικούς χορούς. Κι ὅμως οὔτε δημοτικούς χορούς πρέπει νά χορεύουμε. Τρεῖς χοροί
ἐπιτρέπονται. Ὁ ἕνας χορός εἶναι ὁ χορός τῆς μετανοίας μας. Ἄν κάνουμε τίς μετάνοιές μας, τότε
κάνουμε τόν χορό πού ἀρέσει στόν Χριστό. Ἕνας ἀκόμα χορός πού κάνουμε εἶναι ὁ χορός γύρω
ἀπό τήν κολυμβήθρα τήν ὥρα πού κάποιος βαφτίζεται. Ὁ τρίτος χορός ὅταν κάποιος παντρεύεται
καί γυρίζουν γύρω γύρω ἀπό τό τραπέζι πού βρίσκεται τό Εὐαγγέλιο. Δηλαδή δοξάζουμε τόν Θεό
καί χαιρόμαστε μαζί Του καί ὄχι μακριά ἀπ’ Αὐτόν.
Ἀντί γιά χορούς καί γλέντια, ὁ ἅγιος Νικόδημος λέει «Θέλεις νά χαρεῖς; Νά κάνεις ἕνα τραπέζι
σεμνό στό σπίτι σου καί νά καλέσεις ψάλτες». Νά μήν καλέσεις δηλαδή αὐτούς πού παίζουν
ὄργανα, πού θά σοῦ ζαλίσουν τό κεφάλι. Νά καλέσεις τούς ψάλτες, πού θά ὑμνήσουν καί θά
δοξάσουν τόν Θεό.
Ποιός εἶναι ὁ σωστός τρόπος γιά νά γιορτάσουμε τή γιορτή μας; Θά πρέπει νά λειτουργηθοῦμε
στήν Ἐκκλησία. Νά ἔχουμε φροντίσει νά ἐξομολογηθοῦμε ἀπό πρίν, νά πάρουμε τήν ἄδεια τοῦ
Πνευματικοῦ μας καί νά κοινωνήσουμε τήν ἡμέρα τῆς γιορτῆς μας. Ἐπίσης πρέπει νά κάνουμε
ἀρτοκλασία. Νά φέρουμε ἄρτους, νά τούς εὐλογήσει ὁ ἱερέας καί νά τούς μοιράσουμε σέ ὅσους
βρίσκονται στήν Ἐκκλησία. Θέλεις νά καλέσεις τούς φίλους σου, ὅταν γιορτάζεις; Πρῶτα νά τούς
καλέσεις στήν Ἐκκλησία. Μόλις τελειώσει ἡ Θεία Λειτουργία, νά τούς κεράσεις. Σήμερα δυστυχῶς
ἐπιλέγουμε ἄλλα μέρη νά κερνᾶμε τούς γνωστούς μας, γιατί, ἄν τούς προσκαλέσουμε στήν
Ἐκκλησία, δέν θά ἔρθει κανένας. Ὅμως δέν πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει ἄν θά ἔρθουν οἱ κοσμικοί
ἄνθρωποι, ἀλλά οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ὁπότε ἄν δέν ἔρθουν, δέν μᾶς πειράζει, ἐμεῖς θά κάνουμε
αὐτό πού λέει ὁ Χριστός.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τίς σχολικές ἐκδρομές.Ἐπειδή ἐκεῖ συμβαίνουν πολλά ἄσχημα πράγματα, δέν
πρέπει νά πηγαίνουμε. Μέσα στό λεωφορεῖο, γιά παράδειγμα, θά ἀκούσουμε βλασφημίες, ἀνήθικα
ἀνέκδοτα, βρισιές καί στό τέλος θά βγοῦμε μέ πολλές κακές σκέψεις. Γι’ αὐτό, ἀντί νά πηγαίνουμε
στίς σχολικές ἐκδρομές, νά πηγαίνουμε στήν Ἐκκλησία καί σέ προσκυνήματα. Ἄν κάνει ὁ
πνευματικός μας προσκυνήματα, μέσα στό λεωφορεῖο θ’ ἀκούσουμε ἅγια πράγματα καί θά
ἐπισκεφθοῦμε μέρη, ὅπου θά προσκυνήσουμε ἁγίους. Τελευταία κάναμε ἕνα προσκύνημα στήν
ἁγία Σοφία στήν Κλεισούρα καί πήραμε πολύ Χάρη ἀπό τήν Ἁγία καί μάλιστα εἴχαμε μαρτυρίες
ἀπό ἀρκετούς ὅτι ἡ Ἁγία ἐκπλήρωσε τά αἰτήματά τους.
Γιατί λοιπόν νά διασκορπιζόμαστε καί νά μήν ψυχαγωγούμαστε πηγαίνοντας στόν Θεό; Νομίζετε
ὅτι ἔχουμε πολλά χρόνια; Δέν ἔχουμε πολύ καιρό. Δέν πρέπει νά σκορπίζουμε τόν χρόνο μας
ἄσκοπα. Θά πρέπει νά ἀξιοποιοῦμε κάθε δευτερόλεπτο τῆς ζωῆς μας.
Ὅταν ἤμουν μικρότερος, ὡς δόκιμος μοναχός, πῆγα νά ἐπισκεφτῶ τόν Ἅγιο Παΐσιο στό Ἅγιο
Ὄρος. Μέ συμβούλευσε λοιπόν λέγοντάς μου: «μή χάνεις δευτερόλεπτο, ὅπου κι ἄν εἶσαι νά
προσεύχεσαι. Ἀκόμα καί μέσα στό λεωφορεῖο καί στό τρόλεϊ, ἄν δέν μπορεῖς νά προσεύχεσαι μέ
τήν καρδιακή προσευχή, τό ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’, νά μουρμουρᾶς, νά σιγοψέλνεις. Νά
μή χάνεις δευτερόλεπτο». Αὐτή τή συμβουλή δίνω καί σέ σᾶς. Νά προσευχόμαστε, νά μή χάνουμε
δευτερόλεπτο. Νά πηγαίνουμε τήν ψυχή μας στόν Θεό συνέχεια. Τότε εἴμαστε ἀληθινά ἔξυπνοι
ἄνθρωποι. Δέν εἴμαστε ἔξυπνοι παρακολουθώντας τηλεόραση ἤ ὅλα αυτά τά ἄτοπα πράγματα, πού
μᾶς γεμίζουν ἁμαρτίες.
ΑΠΟΡΙΕΣ
262
 Ὅταν εἶπα σέ κάποια παιδιά νά βάλουμε ψαλμούς, ὅλοι ἄρχισαν νά μοῦ φωνάζουν!
 Τό ἔκαναν αὐτό γιατί αυτά τά καημένα τά παιδιά δέν ἔχουν χριστιανούς γονεῖς καί δέν
ἔχουν μάθει νά ζοῦν χριστιανικά. Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά κάνουμε παρέα μ’ αὐτά τά παιδιά,
γιατί δέν πρόκειται νά βγάλουμε ἄκρη. Ἐδῶ πολλές φορές σέ προσκυνήματα μέ παπάδες καί
βάζουν στό λεωφορεῖο λαϊκά τραγούδια, ὄχι ψαλμωδίες. Δέν εἶναι σωστά προσκυνήματα
αὐτά, εἶναι κοσμικές ἐκδρομές. Θέλει πολλή προσοχή μέ ποιούς κάνουμε παρέα. Δέν
μποροῦμε νά κάνουμε παρέα μέ ὅλους.
 Ἕνα παιδί στό σχολεῖο κάτι μοῦ ἔκανε (μέ ἔφτυσε) καί ἐγῶ παρακαλοῦσα τόν Χριστό ἀπό
μέσα μου νά σταματήσει, ἀλλά αὐτό δέν σταματοῦσε..
 Μπορεῖ καί νά σοῦ χρειαζόταν λιγάκι! Ἐσύ νά λές ‘Καλά νά πάθω, εἶναι γιά τίς ἁμαρτίες
μου, Χριστέ μου συγχώρεσέ με’. Εἴδατε τί λέμε στό ‘Πάτερ ἡμῶν’: ‘ἄφες ἡμῖν τὰ
ὀφελήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν’. Δηλαδή λέμε: ‘Θεέ μου
συγχώρεσε τίς ἁμαρτίες μου, ὅπως ἐγώ συγχωρῶ τούς ἄλλους’. Τό παιδί, πού σέ ἔφτυσε, ἄν
κι ἐσύ τό συγχωρέσεις, τότε καί ὁ Θεός θά συγχωρέσει καί τίς δικές σου ἁμαρτίες καί τά
λάθη. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάνουμε λάθη καί ἔχουμε ἁμαρτίες.
 Μιά φορά ἀκούστηκε ἡ καμπάνα, ἔκανα τόν σταυρό μου καί εἶπα σ’ ἕνα παιδί νά κάνει κι
αὐτό τόν σταυρό του, ἀλλά ἐκεῖνο τό ἔκανε βιαστικά κι ὄχι σωστά.
 Θά πρέπει πρῶτα ἐμεῖς νά κάνουμε σωστά τόν σταυρό μας. Ἔτσι, θά διδάσκουμε καί τούς
ἄλλους μέ τό παράδειγμά μας.
 Δέν πρέπει νά ἐπιβάλουμε στούς ἄλλους αὐτό πού θέλουμε.
 Δέν πρέπει νά τούς ἐπιβάλουμε ὅ,τι θέλουμε ἐμεῖς. Θά πρέπει ἁπλά νά τούς συμβουλεύουμε
μέ ἀγάπη.
Συμπερασματικά νά ποῦμε ὅτι δέν πρέπει νά ἐπιδιώκουμε τήν διασκέδαση, ἀλλά τήν ψυχαγωγία.
Οὔτε τό διασκόρπισμα καί τή διάλυση, ἀλλά τήν προσευχή, γιά νά βροῦμε τόν Θεό.
 Ἔχετε νά μοῦ προτείνετε κάποιον ἄλλον τρόπο ὑγιοῦς ψυχαγωγίας;
Ἐκτός ἀπό τήν προσευχή καί τή Θεία Λειτουργία, οἱ ἅγιοι λένε νά κάνουμε μελέτη τῆς φύσεως, τῆς
δημιουργίας». Νά μελετοῦμε τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἅγιοι πολλές φορές καί γιά ὧρες κάνουν
περίπατο στή δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πολύ ὡραῖο νά κάνει κάποιος περίπατο στό δάσος, γιά
παράδειγμα. Τήν ὥρα ἐκείνη πού περπατᾶ, βλέπει τή δημιουργία, τόν ἥλιο, τά δέντρα, ἀκούει τά
πουλάκια. Θαυμάζει δηλαδή τά ἔργα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό βοηθάει πάρα πολύ ν’ ἀνεβεῖ ἡ ψυχή μας
στόν Θεό.
Ὁ ἅγιος Παΐσιος μία ὥρα τήν ἡμέρα εἶχε πρόγραμμα νά περπατάει καί νά λέει τήν Εὐχή. Ἔτσι
ξεκουράζεται πολύ ἡ ψυχή μας. Ἄς κάνουμε κι ἐμεῖς τό ἴδιο, εἴτε μόνοι μας, εἴτε μέ παρέα, νά
περπατᾶμε στό βουνό, στό δάσος, στήν ἀκρογιαλιά καί νά προσευχόμαστε. Αὐτή εἶναι ἀληθινή
ψυχαγωγία. Γιατί πῶς θά ἀνέβεις στόν Θεό; Λένε οἱ ἅγιοι ‘πρῶτα ἔχουμε τή φυσική θεωρία’. Ἡ
φυσική θεωρία εἶναι ἕνα στάδιο πρίν πᾶς στή μυστική θεολογία. Εἶναι τό νά βλέπεις τή φύση, νά
θεωρεῖς τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ.
Ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος «Ξυπνᾶτε βρέ τό πρωί νά δεῖτε πῶς βγαίνει ὁ βασιλιάς ἥλιος μέσα ἀπό
τό πέλαγος»! Ἔχετε δεῖ ποτέ τήν ἀνατολή; Εἶναι πολύ ὡραῖο νά βλέπεις τό δίσκο τοῦ ἥλιου νά
βγαίνει κατακόκκινος μέσα ἀπό τό πέλαγος. Ἄν ὅμως κοιμόμαστε ἀργά, μετά δέ μποροῦμε νά
ξυπνήσουμε τό πρωί. Ὅπως λένε γιά κάποιον ζωγράφο, πού εἶχε ζωγραφίσει τόν ἥλιο καί λέγανε
ἀποκλείεται νά εἶναι ἀνατολή, δύση εἶναι, γιατί αὐτός κοιμᾶται πάντα τό πρωί!
Νά βλέπουμε τά θαυμάσια τοῦ Θεοῦ. Νά μελετᾶμε ὅλη αὐτήν τήν ποικιλία. Ὁ Θεός δέ μᾶς δίνει
καμιά μέρα ὅμοια μέ τήν προηγούμενη. Μᾶς χαρίζει ποικιλία. Κάθε μέρα μᾶς δίνει κάτι
263
διαφορετικό. Σκεφτεῖτε νά εἴχαμε συνεχῶς καύσωνα ἥ χειμώνα. Θά ἦταν μονότονο. Μᾶς δίνει
αὐτήν τήν ποικιλία, τήν ἐναλλαγή τῶν ἐποχῶν. Μᾶς δίνει ποικιλία στίς τροφές. Ὅλο αὐτό κάτι
θέλει νά μᾶς πεῖ. Μᾶς δίνει ὅλη αὐτή τήν ὀμορφιά τοῦ οὐρανοῦ. Μέσα ἀπό αὐτόν τόν τρόπο,
ἄγεται, ὁδηγεῖται ἡ ψυχή μας στόν Θεό. Εἶναι ἡ λεγόμενη φυσική θεωρία. Εἶναι ὡραιότατη
ψυχαγωγία. Μερικοί πᾶνε στό χωριό καί ἀντί νά ἡσυχάσουν, νά ἠρεμήσουν, νά θαυμάσουν τή
φύση, ἀσχολοῦνται μέ τά κινητά καί τούς ὑπολογιστές τους. Ἔτσι δέ χαίρονται τήν ὀμορφιά τῆς
φύσης.
Ὁ Θεός ἔκανε ὅλο αὐτό τό σύμπαν γιά ἐμᾶς. Οἱ ἅγιοι λένε ὅτι «ὁ Θεός δημιούργησε πρῶτα ἕνα
ὡραῖο παλάτι (τό σύμπαν) καί τήν τελευταία ἡμέρα ἔφτιαξε τόν ἄνθρωπο». Μᾶς ἔφτιαξε τό παλάτι
καί μᾶς ἔβαλε σάν πρίγκηπες ἐμᾶς νά χαιρόμαστε τό σύμπαν. Πόσο μᾶς ἀγαπάει ὁ Θεός! Αὐτά
ὅμως πρέπει νά τά μελετήσουμε, νά τά σκεφτοῦμε. Ἔτσι ἀνεβαίνεις καί στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Πῶς
θά μπορέσουμε ν’ ἀγαπήσουμε τόν Θεό, χωρίς νά Τόν σκεφτόμαστε, χωρίς νά ἀγαπήσουμε τά ἔργα
Του; Νά σκεφτοῦμε πώς ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε μιά οἰκογένεια. Αὐτό δέν εἶναι τυχαῖο. Νά σκεφτόμαστε
τίς εὐεργεσίες πού ἔχει κάνει ὁ Θεός προσωπικά σ’ ἐμᾶς. Ὑπάρχουν ἄλλα παιδιά, πού οἱ γονεῖς
τους πέθαναν ἤ εἶναι χωρισμένοι. Νά σκεφτοῦμε ὅτι μᾶς ἔδωσε τήν ὑγεία μας, ἐνῶ ἄλλα παιδιά
εἶναι καθηλωμένα στό κρεβάτι τους ἤ σ’ ἕνα ἵδρυμα ἀναπήρων.
Εἶχα γνωρίσει ἕνα παιδάκι, πού δέν κουνοῦσε τίποτα, ἀκόμα καί γιά νά σέ δεῖ, θά ἔπρεπε κάποιος
νά τοῦ γυρίσει τό κεφάλι. Κι ὅμως ξέρετε πόση χαρά εἶχε! Πλημμύριζε ἀπό χαρά, γιατί πίστευε
πολύ κι ἐκεῖ στό κρεβάτι πού ἤτανε προσευχόταν κι ἀντί νά πᾶς νά τό παρηγορήσεις ἐσύ, σέ γέμιζε
χαρά αὐτός. Ἐμεῖς ἴσως τόν λυπόμασταν γιατί δέν μπορεῖ νά σηκωθεῖ, νά χορέψει κ.λ.π., ἀλλά
αὐτός χορεύει συνέχεια μπροστά στόν Θεό. Δηλαδή ἡ χαρά δέν ἔρχεται ἀπό τή ‘διασκέδαση’, ἀλλά
ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό.
Τά θαυμαστά τοῦ Θεοῦ εἶναι πάρα πολλά, ὅσο περισσότερο τά μελετοῦμε τόσο πιό πολύ
πιστεύουμε. Γι’ αὐτό καί οἱ ἀληθινοί ἐπιστήμονες εἶναι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄθεοι ἐπιστήμονες
εἶναι αὐτοί πού βλέπουν ἐπιφανειακά τά πράγματα καί δέ βλέπουν τόν Λόγο πού ὑπάρχουν ὅλα.
Αὐτός ὁ Λόγος γράφεται μέ λάμδα κεφαλαῖο γιατί εἶναι ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος τά ἔφτιαξε ὅλα κι ὅλα
μιλοῦν γι’ Αὐτόν.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
264
Χαρακτηριστικά τοῦ ἀσθενοῦς πνευματικά ἀνθρώπου
Εἴχαμε ἀρχίσει νά ἐξετάζουμε τόν ἀσθενή πνευματικά ἄνθρωπο σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Πορφύριο
καί στή συνέχεια, ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ἀναφερθοῦμε στά θεραπευτικά μέσα, πῶς θεραπεύεται ὁ
ἀσθενής πνευματικά ἄνθρωπος.
Ὁ ἀσθενής πνευματικά ἄνθρωπος εἶναι μπερδεμένος, ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος, δηλαδή
ἐγωιστής. Αὐτή ἡ λέξη εἶναι τεχνικός ὅρος -θά λέγαμε- γιά τόν Γέροντα καί αὐτός ὁ ἐγωισμός, ἡ
ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν παθῶν.
Ἐπίσης εἴχαμε ἀναφέρει, ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά μήν ἀπωθεῖ αὐτό τό γεγονός στά βάθη τῆς
ψυχῆς του, ὅπως συμβαίνει, ἀλλά νά τό βγάζει μέ τή διαδικασία τῆς μετάνοιας καί τῆς
ἐξομολόγησης, πού θά ἀναλύσουμε πιό κάτω πῶς γίνεται. Ὁ Γέροντας ξεκάθαρα λέει πώς ἄν κανείς
δέν ἀγωνίζεται νά γεμίζει μέ τόν Θεό, γεμίζει μέ τό κακό. Δηλαδή δέν μπορεῖς νά εἶσαι ἄδειος. Ἤ
θά εἶσαι μέ τό ἕνα ἤ θά εἶσαι μέ τό ἄλλο.Ἤ θά εἶσαι μέ τό φῶς ἤ θά εἶσαι μέ τό σκοτάδι. Ὅποιος
δέν γεμίζει μέ τό φῶς, γεμίζει μέ τό κακό, γεμίζει μέ τήν μελαγχολία -εἶναι λόγια τοῦ Γέροντα
αὐτά. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν προσπαθεῖ νά ἀγαπήσει τόν Θεό, ἀρρωσταίνει.
Εἴχαμε μιλήσει καί γιά τή λεγόμενη ἀνασφάλεια, ἡ ὁποία, ὁ Γέροντας ἔλεγε, εἶναι δαιμονική
ἐπήρεια, καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά καί ὅλα τά ψυχολογικά. Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὅτι πίσω ἀπ’ ὅλα
αὐτά κρύβονται δαιμόνια. Ἡ κυριότερη πνευματική ἀσθένεια τοῦ ἀνθρώπου, ἡ κυριότερη ἰδιότητα
-ἄν θέλετε- εἶναι ὁ ἐγωισμός, ἡ ὑπερηφάνεια, ἡ ὁποία φανερώνεται ὡς ἴδιον θέλημα. Δηλαδή ὁ
ὑπερήφανος ἔχει ἕνα θέλημα πολύ ἰσχυρό καί θέλει νά τό ἐπιβάλλει. Νά κάνει δηλαδή τό θέλημά
του καί νά τό ἐπιβάλλει καί στούς ἄλλους. Δέν μπορεῖ νά κάνει ὑπακοή. Ὁ ἐγωιστής ἄνθρωπος,
ἐπειδή ἀκριβῶς ἔχει τό ἰσχυρό θέλημά του, δέν τό ἀρνεῖται ποτέ, δέν τό κόβει ὅπως λέμε. Γιατί, γιά
νά κάνεις ὑπακοή, πρέπει νά κάνεις ἐκκοπή στό θέλημά σου, νά ἀρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου, ὅπως λέει
ὁ Κύριος, καί νά ἐγκολπωθεῖς τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ.
Ἑπομένως λέγοντας νά κόψει κανείς τό θέλημά του, δέν ἐννοοῦμε νά κάνει μία λοβοτομή στήν
ὕπαρξή του, νά κατακρεουργήσει τήν ὕπαρξή του ἤ νά τήν κάνει ἀνάπηρη, νά κόψει ἕνα κομμάτι.
Ὄχι. Ἀλλά νά ὑποτάξει τό θέλημά του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά τό ταυτίσει.
Ὁ ἐγωιστής ἄνθρωπος λοιπόν δέν μπορεῖ νά κάνει ὑπακοή, δέν ταπεινώνεται, ὁπότε, ἀφοῦ δέν
ταπεινώνεται -γιατί ἡ ὑπακοή εἶναι ἐφαρμοσμένη ταπείνωση- δέν ἔρχεται ἡ Χάρις καί ἀφοῦ δέν
ἔρχεται ἡ Χάρις, δέν θεραπεύεται. Μένει ἀθεράπευτος. Αὐτή εἶναι ἡ ἐξήγηση πού στίς μέρες μας
ἔχουμε τόσους πολλούς ψυχικά ἄρρωστους ἀνθρώπους, τό γεγονός ὅτι ὑπάρχει πολύς ἐγωισμός καί
οἱ ἄνθρωποι αὐτοί δέν ταπεινώνονται, ὁπότε δέν ἔρχεται ἡ Χάρις. Εἶναι σάν ἕναν ἄνθρωπο δηλαδή
πού ἀρνεῖται νά πάρει φάρμακο, ὁπότε δέν θεραπεύεται.
Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι κάνουν ἀκριβῶς ὅ,τι ἔκαναν ὁ Ἀδαμ καί ἡ Εὔα στόν Παράδεισο. Ἡ αἰτία πού
βγῆκαν ἀπό τόν Παράδεισο εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, εἶναι τό ἴδιον θέλημα, τό ὁποῖο τούς ὁδήγησε
στήν παρακοή. Ἐνῶ ὁ Θεός τούς εἶχε δώσει μία συγκεκριμένη ἐντολή, αὐτοί σκέφτηκαν γιατί νά
μήν κάνουν καί τό ἀντίθετο. Καί τό ἔκαναν. Καί ἔστω ὅτι τό ἔκαναν, ἀλλά μετά δέν ζήτησαν
συγγνώμη παρόλο πού ὁ Θεός, ὅπως φαίνεται ξεκάθαρα στό κείμενο, προσπαθεῖ νά τούς βοηθήσει
νά ζητήσουν συγγνώμη. Ὅμως δέν λένε συγγνώμη, μόνο δικαιολογοῦνται καί ὁ ἕνας ρίχνει τήν
εὐθύνη στόν ἄλλον.
– Πῶς ἔπεσε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα;
Ἐμπιστεύτηκαν τόν λογισμό τους καί μέ τήν ὑποβολή τοῦ πονηροῦ, διέκοψαν τή φιλία πού εἶχαν μέ
τόν Θεό. Θεώρησε ὁ ἄνθρωπος -καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα- ἀναξιόπιστο τόν Θεό καί ἀξιόπιστο τόν
πονηρό. Αὐτό εἶναι πολύ τραγικό. Δυστυχῶς αὐτό συνεχίζεται καί σήμερα. Ὅταν κάποιος
παραβαίνει μιά ἐντολή τοῦ Θεοῦ, κάνει οὐσιαστικά τό ἴδιο λάθος, θεωρεῖ ἀναξιόπιστο τόν Θεό καί
265
ἀξιόπιστους αὐτούς πού τοῦ σερβίρουν τήν ἁμαρτία, εἴτε εἶναι ἄνθρωποι, εἴτε εἶναι δαίμονες. Εἶναι
φοβερό! Γιά παράδειγμα, ἐνῶ ὁ Θεός λέει δέν ἐπιτρέπεται νά κάνεις πορνεία ἤ διεστραμμένα
πράγματα, ἐσύ λές «Γιατί ὄχι; Τί θά πάθω; Δέν παθαίνω τίποτα».
Πίστεψαν λοιπόν στή σκέψη τους, ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, καί πίστεψαν καί στίς αἰσθήσεις τους. Δέν
πίστεψαν σ’ αὐτά πού τούς εἶπε ὁ Θεός ὅτι «ἐάν θά φᾶτε ἀπ᾿ αὐτό τό δένδρο, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε»
(Γεν. 2,17). Δέν τό πίστεψαν, ἀλλά τί πίστεψαν; Στίς αἰσθήσεις τους.
– Τί ἔγινε μέ τίς αἰσθήσεις;
«Εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλόν τό ξύλον εἰς βρῶσιν» (Γεν. 3,6), ἡ Εὔα δηλαδή εἶδε ὅτι ὡραῖο εἶναι τό
δέντρο καί ἐπιθύμησε τόν καρπό ὡς φαγητό. «Καί ὅτι ἀρεστόν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καί ὡραῖόν
ἐστι τοῦ κατανοῆσαι» καί ὅτι ἦταν εὐχάριστο στά μάτια καί ὡραῖο στό νά τό περιεργάζεται. «Καί
λαβοῦσα ἀπό τοῦ καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε», χωρίς τίποτα ἄλλο, χωρίς νά σκεφτεῖ ὅτι ὁ Θεός εἶχε πεῖ
ὅτι ἄν φᾶτε θά πεθάνετε. Τό σκέφτηκε, ἀλλά τό ἔβαλε στήν ἄκρη καί ἐμπιστεύτηκε τίς αἰσθήσεις:
‘‘Ἄ, αὐτό ὡραῖο εἶναι, γιατί νά μήν τό πάρω;’’. Ἐνήργησε δηλαδή κάπως, θά λέγαμε, παρορμητικά,
μόνο μέ τίς αἰσθήσεις. Ὑποδουλώθηκε στίς αἰσθήσεις καί χωρίς νά βάλει τή λογική, χωρίς νά βάλει
τόν νοῦ, νά ἐξετάσει αὐτό πού λένε οἱ αἰσθήσεις, ἔπεσε στόν θάνατο.
Ἀφοῦ λοιπόν ἔφαγε αὐτή «ἔδωκε καί τῷ ἀνδρί αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καί ἔφαγον» (Γεν. 3,6). Νά καί τό
λάθος τοῦ ἄνδρα, τό ὅτι θεώρησε τήν γυναῖκα του πιό ἀξιόπιστη ἀπό τόν Θεό. Ἡ γυναίκα τοῦ τό
σέρβιρε. Ἄν καί ὁ Ἀδάμ λειτουργοῦσε σωστά, θά ἔλεγε ‘’Γιά στάσου, ἐσύ μοῦ τό δίνεις, ἀλλά ὁ
Θεός εἶπε νά μήν τό φᾶμε. Γιατί τό τρῶς; Γιατί μοῦ τό δίνεις νά τό φάω καί ἐγώ;’’. Δέν τό ἔκανε.
Ἑπομένως ἔκανε ὁ ἄνθρωπος αὐτό τό πολύ μεγάλο λάθος, ἔβαλε τήν κρίση του, τόν ἑαυτό του,
πάνω ἀπό τόν Θεό, πάνω ἀπό τόν Δημιουργό. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη μας ὑπερηφάνεια. Αὐτή εἶναι ἡ
ὑπερηφάνεια, ἡ δαιμονική, ἡ ἑωσφορική ὑπερηφάνεια νά βάζεις τήν κρίση σου πάνω ἀπό τήν κρίση
τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό γίνεται συνεχῶς. Πόσοι ἄνθρωποι λένε: ‘Κοίταξε αὐτό. Γιατί νά κάνει ὁ Θεός ἔτσι; Γιατί
ἐπιτρέπει αὐτό; Γιατί ἐκεῖνο; Τί μοῦ τό δίνει αὐτό;’. Κρίνουν τόν Θεό. Θεωροῦν τή δική τους κρίση
πιό σωστή ἀπό τήν κρίση τοῦ Θεοῦ!
«Ὑπέκυψε ὁ ἄνθρωπος στόν πειρασμό τῆς ἄνεσης καί τῆς φιλαυτίας». Αὐτός ἦταν ὁ πειρασμός.
Γιατί ὁ διάβολος τί τοῦ εἶπε; ‘‘Θά γίνεις Θεός, ἐδῶ καί τώρα, μέ τό πού θά φᾶς τόν καρπό καί ἄσε
τό ‘ἀβέβαιο’ τοῦ Θεοῦ πού σοῦ λέει κάνε ὑπακοή καί θά γίνεις. Ἐδῶ καί τώρα θά γίνεις μόλις φᾶς
ἀπό τό δέντρο. Εἶναι ἡ κρυμμένη γνώση, πού δέν σοῦ ἔχει ἀποκαλύψει ὁ Θεός γιατί δέν θέλει τό
καλό σου’’. Πόσο σατανικό ἦταν αὐτό πού πρότεινε ὁ διάβολος, ὡς σατανᾶς πού εἶναι…
Συκοφάντησε τόν Θεό, ὅτι ὁ Θεός δηλαδή λέει ψέματα.
Καί τώρα τό ἴδιο δέν γίνεται; Λένε, λόγου χάρη, οἱ ἐντολές οἱ νέοι νά εἶναι ἁγνοί. Ἔρχεται ὁ
Φρόυντ καί οἱ τάχατες ἐπιστήμονες καί λένε: ‘Ὄχι ψέματα εἶπε ὁ Θεός. Ἴσα-ἴσα ἅμα
ἀπελευθερώσεις τό σεξουαλικό, θά εἶσαι εὐτυχισμένος’. Τό ἴδιο ἀκριβῶς τέχνασμα τοῦ διαβόλου.
Ὁ Θεός εἶπε ὄχι καί ἔρχεται ὁ διάβολος καί λέει ψέματα σᾶς εἶπε ὁ Θεός, νά φᾶτε, θά γίνετε Θεοί.
Πῶς ἐξακολουθοῦμε πέφτουμε στήν ἴδια παγίδα!
«Ὑπέκυψε» λοιπόν «στόν πειρασμό τῆς ἄνεσης, τῆς φιλαυτίας, ὑπάκουσε στόν πονηρό, ὁ ὁποῖος
τοῦ ψιθύρισε ἕναν τάχα εὐκολότερο δρόμο ἀπό τόν δρόμο τῆς ὑπακοῆς στόν Θεό, τόν δρόμο τῆς
αὐτονόμησης ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος αὐτός δρόμος τόν ὁδήγησε τελικά στήν πλάνη, στή φθορά καί
στόν θάνατο».
Αὐτό παθαίνουμε καί μέ τήν τεχνολογία, πού δῆθεν μᾶς ἐπαγγέλεται τήν πλήρη ἄνεση καί τήν
εὐτυχία κι ὅμως ὅλα αὐτά τά ἔθνη πού ἔχουν ἀναπτύξει τήν τεχνολογία, εἶναι τά πιό δυστυχισμένα.
Ἡ Ἀμερική ἄς ποῦμε πού θεωρεῖται ὁ παράδεισος τῆς τεχνολογίας ἔχει ἕνα ποσοστό πού πλησιάζει
τό 100% τῶν ἀνθρώπων πού παίρνουν ψυχοφάρμακα. Δηλαδή ὅλοι παίρνουν ψυχοφάρμακα. Δίοτι
ἐπιλέξαμε νά θεμελιώσουμε τή ζωή μας στόν ἑαυτό μας, στήν κρίση μας, στή λογική μας, στόν
266
πολιτισμό μας, πού εἶναι ἕνας πολιτισμός τῆς πτώσης. Δέν εἶναι ἕνας πολιτισμός σύμφωνος μέ τίς
ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἕνας πολιτισμός, πού ὑπακούει στίς αἰσθήσεις. Ἔτσι δουλεύει ἡ ἐπιστήμη.
Τί βλέπω, τί ἀκούω, τί αἰσθάνομαι, τί πιάνω κ.λ.π. Ἀλλά μόνο αὐτό ὑπάρχει;
Ἔλεγε χαρακτηριστικά ὁ Γέροντας Πορφύριος: «Ἡ ἔλλειψη ὑπακοῆς ὀφείλεται στόν ἐγωισμό καί
τή φιλαυτία». Ἐγωισμός, τό ἰσχυρό θέλημα καί φιλαυτία ἡ ἄρρωστη ἀγάπη στό σῶμα. Ἡ ὑπακοή
ἀπαιτεῖ μία θυσία, μία θυσία σωματική πολλές φορές, ἕναν κόπο. Ὁ φίλαυτος ἀρνεῖται νά κάνει
αὐτόν τόν κόπο. Λέει: ‘Γιατί νά κάνω ὑπακοή; Ἐγώ θέλω νά εἶμαι ἀραχτός –πού λένε οἱ νέοι- γιατί
νά κουραστῶ;’. Γι’ αὐτό λέει ὁ Γέροντας: «ποτέ ἕνας ἐγωιστής δέν μπορεῖ νά κάνει ὑπακοή», οὔτε
ἕνας φίλαυτος, γιατί ἔχει θρεμμένο τό θέλημα.
«Θέλει πάντα νά ἐξετάζει αὐτό πού τοῦ λένε, ἄν εἶναι καλό ἤ ὄχι, ἄν εἶναι ἔτσι ἤ ἀλλιῶς, κι
ἀνάλογα τό κάνει. Ἤ τό κάνει μέν, ἀλλά μέ ἀντιρρήσεις καί ἀντιλογίες, νομίζοντας ὅτι μ’ αὐτή τή
στάση δείχνει τήν ἐλευθερία τήν ἀληθινή, ἐνῶ δουλεία εἶναι αὐτή πού τόν ἀναγκάζει νά μήν
ὑπακούει. Ὅταν ὑπακούει, ἐντάσσεται πιά στήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ». Αὐτά
διαβάζουμε στό βιβλίο ‘Βίος καί λόγοι’.
Ὁ ἄνθρωπος πού ἀμφισβητεῖ, πού διστάζει ἤ καί πού ἀντιδρᾶ στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, δέν
μπορεῖ νά θεραπευτεῖ. Εἶναι αὐτός πού «πειράζει» τόν Θεό. Ἀμφισβητεῖ, διστάζει, δέν πάει μέ ὅλη
του τήν καρδιά, πάει μ’ ἕναν δισταγμό στόν Θεό καί στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ἤ καί ἀντιδρᾶ στήν
ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο εἶναι ἀκόμα πιό βαρύ. Ἀμφισβητεῖ τήν ἀγαθότητα, διστάζει ἄν ὁ
Θεός εἶναι ἀγαθός, ἤ καί ἀντιδρᾶ. Δέν δέχεται τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἤ αὐτοί
οἱ ἄνθρωποι πού κρατοῦν αὐτή τή στάση ἀπέναντι στόν Θεό δέν μποροῦν νά θεραπευτοῦν καί ὁ
Γέροντας ἔλεγε ὅτι αὐτοί «πειράζουν» τόν Θεό καί ἄν δέν μετανοήσουν γίνονται «κομπλεξικοί».
Ὁ σύγχρονος λογικοκρατούμενος ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά πιστεύσει, δηλαδή νά ἐμπιστευθεῖ τόν
Θεό, ἄν δέν μετα-νοήσει. Δέν μπορεῖ. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός τό πρῶτο πού εἶπε ἦταν «Μετανοεῖτε».
Γιά νά μπορέσουμε νά πιστέψουμε, πρέπει νά μετανοήσουμε. Γιά νά μπορέσουμε νά δοῦμε τόν Θεό
διά τοῦ νοῦ καί νά Τόν ἐγκολπωθοῦμε, νά Τόν ἐμπιστευθοῦμε, θά πρέπει νά καθαριστεῖ λίγο ὁ νοῦς
καί αὐτή ἡ κάθαρση τῶν ὀφθαλμῶν τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ὁ νοῦς, γίνεται διά τῆς μετανοίας. Γι’ αὐτό
τό πρῶτο καί ἀναγκαῖο πράγμα πού πρέπει νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι νά μετανοήσει, νά
προσπαθήσει δηλαδή νά καθαρίσει λίγο τά μάτια του, τά μάτια τῆς ψυχῆς.
Ἐκεῖνοι πού εἶναι παραδομένοι στήν ἁμαρτία καί δέν θέλουν νά μετανοήσουν, εἶναι καί ἄθεοι.
Ἄλλο νά πέφτει κανείς ἀπό ἀδυναμία καί ἄλλο νά πέφτει συνειδητά. Ἄν, λοιπόν, αὐτός πού εἶναι
ἐμπαθής, δέν μετανοήσει, δηλαδή ἄν δέν μεταθέσει τόν νοῦ του -αὐτό σημαίνει μετάνοια =
μετακινῶ τόν νοῦ μου- ἀπό ἐκεῖ, πού δέν πρέπει νά εἶναι (δηλαδή «κολλημένος», ὑποδουλωμένος
στή λογική καί στίς αἰσθήσεις, δέν πρέπει νά εἶναι ἐκεῖ ὁ νοῦς μας), ἄν δέν τόν στρέψει πρός τόν
Θεό, διά τῆς καρδιακῆς νοερᾶς προσευχῆς, αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἐμπιστευθεῖ τόν Θεό
καί ἐμπιστεύεται τήν κρίση του.
Αὐτό ἔπαθε καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, σύμφωνα μέ τούς Ἅγιους Πατέρες, ἐνῶ εἶχαν τήν κοινωνία μέ
τόν Θεό, ἔχασαν αὐτή τήν κοινωνία, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί μπόρεσε ὁ διάβολος νά
‘σφυρίξει’ στήν Εὔα αὐτά πού τῆς ‘σφύριξε’ καί ἡ Εὔα τά δέχτηκε -ἀφοῦ ἦταν χωρίς νοερᾶ
προσευχή, χωρίς κοινωνία μέ τόν Θεό- ἐπειτα ὁ Ἀδάμ ἐπίσης δέχτηκε τό σφύριγμα τῆς Εὔας καί
ἔτσι ἔγινε ἡ πτώση. Γι’ αὐτό, ὁ ἅγιος Κύριός μας μᾶς εἶπε συνέχεια νά προσέχετε, ὥστε νά μήν
βρίσκει τόπο ὁ διάβολος νά μᾶς πλανάει.
Ἡ λογική, καθώς καί οἱ αἰσθήσεις, δέν εἶναι δυνάμεις μέ τίς ὁποῖες μπορεῖ κανείς νά «δεῖ» καί νά
ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό. Οὔτε μέ τή λογική βλέπεις τόν Θεό, οὔτε μέ τίς αἰσθήσεις. Τό μόνο κατάλληλο
ὄργανο εἶναι ὁ νοῦς, τοῦ ὁποίου νοῦ ἡ ἔδρα εἶναι στήν καρδιά. Ὁ Θεός λοιπόν φανερώνεται στήν
καθαρή καρδιά καί γιά νά φανερωθεῖ πρέπει νά εἶναι καθαρή ἡ καρδιά. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Κύριος
«μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» (Ματθ. 5,8). Ὁ Θεός δέν
φανερώνεται σ’ αὐτούς πού Τόν «πειράζουν», σ’ αὐτούς, ξαναλέω, πού ἔχουν δισταγμό,
267
ἀμφισβήτηση ἤ ἀντίθεση στήν ἀγαθότητά Του. Ὁ σωστός δρόμος, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία
ὅλων τῶν ἁγίων μας, εἶναι ἡ εὐχαριστία καί ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ γιά ὅλα. Λέγει ὁ σοφός
Σολομών ὅτι ὁ Χριστός «εὑρίσκεται τοῖς μή πειράζουσιν Αὐτόν» (Σοφ. Σολ. 1,2). Δηλαδή σ’
αὐτούς πού δέν ἐκπειράζουν τόν Θεό, πού δέν βάζουν σέ πειρασμό τόν Θεό.
– Ποιοί εἶναι οἱ μή «πειράζοντες» τόν Θεό;
Ἀπαντάει ὁ Γέροντας «εἶναι ὅσοι ἀμφιβάλλουν, διστάζουν ἤ καί, χειρότερα ἀκόμη, ἀνθίστανται
στήν παντοδυναμία Του καί πανσοφία Του», ἀντιστέκονται στήν παντοδυναμία καί στήν πανσοφία
Του. Αὐτοί πειράζουν τόν Θεό. Δέν πρέπει ἡ ψυχή μας ν’ ἀντιστέκεται καί νά λέει, ‘’γιατί τό ἔκανε
ἔτσι αὐτό ὁ Θεός, γιατί τό ἄλλο ἀλλιῶς, δέν μποροῦσε νά κάνει διαφορετικά;’’. Αὐτοί πειράζουν
τόν Θεό. Βάζουν τή λογική καί τήν κρίση τους πάνω ἀπό τόν Θεό.
«Ὅλ’ αὐτά δείχνουν μία ἐσωτερική μικροψυχία καί ἀντίδραση. Δείχνουν τήν μεγάλη ἰδέα πού
ἔχομε γιά τόν ἑαυτό μας, τήν ὑπερηφάνειά μας καί τό μεγάλο ἐγωισμό μας. Αὐτά τά «γιατί» πολύ
βασανίζουν τόν ἄνθρωπο, δημιουργοῦν αὐτά πού λέει ὁ κόσμος «κόμπλεξ». Ἔτσι δημιουργοῦνται
τά κόμπλεξ. Ἀπό τά πολλά ‘γιατί’ καί τόν γογγυσμό γίνονται κομπλεξικοί.
Παραδείγματος χάριν, «γιατί νά εἶμαι πολύ ψηλός;» ἤ-καί τό ἀντίθετο- «πολύ κοντός;». Ὑπάρχουν
ἄνθρωποι πού ἔχουν αὐτό τό κόμπλεξ. Αὐτό δέν γίνεται ἀπό τή μία στιγμή στήν ἄλλη. Ἔχουν
προηγηθεῖ αὐτοί οἱ γογγυσμοί. Στό βάθος δηλαδή ὑπάρχει «πειρασμός» τοῦ Θεοῦ, δηλαδή
«πειράζουν» τόν Θεό αὐτοί οἱ ἄνθρωποι καί λένε «γιατί μέ ἔκανες ἔτσι; Γιατί δέν μέ ἔκανες πιό
ψηλό; Γιατί δέν μέ ἔκανες πιό κοντό; Γιατί τό ἔκανες ἔτσι;». Κι ὅλο αὐτό βέβαια πηγάζει ἀπό ἕναν
πολύ μεγάλο ἐγωισμό. Ποιός εἶσαι ἐσύ πού θά πεῖς στόν Θεό «γιατί;», ἀφοῦ εἶναι Πάνσοφος.
Ἀμφισβητεῖς τήν πανσοφία Του καί τήν παντοδυναμία Του, σάν νά μή μποροῦσε ὁ Θεός νά σέ
κάνει πιό ψηλό! Δέν μποροῦσε; Μποροῦσε. Γιατί δέν σέ ἔκανε; Γιατί δέν σέ συμφέρει πολύ ἁπλά.
Γιατί σ’ ἀγαπάει. Γιατί ἄν ἦσουν πιό ψηλός, μπορεῖ νά ἦσουν στήν κόλαση ἀπό τήν πρώτη στιγμή.
Ξέρει ὁ Θεός γιατί δέν σέ ἔκανε ψηλό.
«Αὐτό δέν φεύγει ἀπό μέσα», ἔλεγε ὁ Γέροντας, αὐτό τό κόμπλεξ. «Καί προσεύχεται κανείς καί
κάνει ἀγρυπνίες, ἀλλά γίνεται τό ἀντίθετο. Καί ὑποφέρει καί ἀγανακτεῖ χωρίς ἀποτέλεσμα». Γιατί
δέν λύνεται τό πρόβλημά του! Αὐτός θέλει νά λυθεῖ τό πρόβλημά του. Θέλει νά ψηλώσει ἄς ποῦμε
καί ὁ Θεός δέν τοῦ τό κάνει.
«Ἐνῶ μέ τόν Χριστό, μέ τή χάρη φεύγουν ὅλα. Ὑπάρχει αὐτό τό ‘κάτι’ στό βάθος, δηλαδή τό
‘γιατί’, ἀλλ΄ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐπισκιάζει τόν ἄνθρωπο». Πάλι μένει αὐτό τό ‘κάτι’, ἀλλά ἡ χάρις τό
κουκουλώνει ὅλο αὐτό τό ἄρρωστο πράγμα καί ὁ ἄνθρωπος ἐλευθερώνεται. «Κι ἐνῶ ἡ ρίζα εἶναι τό
κόμπλεξ», αὐτά πού λέει ἡ ψυχολογία, συναισθήματα κατωτερότητος, πού οὐσιαστικά εἶναι
κρυμμένος ἐγωισμός, «ἐκεῖ πάνω φυτρώνει τριανταφυλλιά μέ ὡραῖα τριαντάφυλλα κι ὅσο ποτίζεται
μέ τήν πίστη, μέ τήν ἀγάπη, μέ τήν ὑπομονή, μέ τήν ταπείνωση, τόσο παύει νά ἔχει δύναμη τό
κακό, παύει νά ὑπάρχει· δηλαδή δέν ἐξαφανίζεται, ἀλλά μαραίνεται. Ὅσο δέν ποτίζεται ἡ
τριανταφυλλιά, τόσο μαραίνεται, ξηραίνεται, χάνεται κι ἀμέσως ξεπετάγεται τό ἀγκάθι».
«Δέν εἶναι, ὅμως, μόνο ἡ ἀντίδραση καί τά «γιατί», πού δείχνουν ὅτι ἐκπειράζομε τόν Θεό.
Ἐκπειράζομε τόν Θεό, ὅταν ζητοῦμε κάτι ἀπό Ἐκεῖνον, ἀλλά ἡ ζωή μας εἶναι μακράν τοῦ Θεοῦ».
Ἀπό τή μιά μεριά ἔχουμε ἄγχος, ἀγωνία, πού εἶναι ζωή ἀντίθετη μέ τόν Θεό κι ἀπό τήν ἄλλη
παρακαλᾶμε ‘κάνε μου αὐτό, κάνε μου ἐκεῖνο’. Ὁ Θεός θέλει πρῶτα νά ἐλευθερωθεῖς ἀπό αὐτό, νά
θεραπευτεῖς πνευματικά δηλαδή καί μετά θά σοῦ τά κάνει ὅλα τά ἄλλα.
Ἕνα λοιπόν ἀκόμα χαρακτηριστικό αὐτοῦ τοῦ ἀσθενοῦς ἀνθρώπου εἶναι αὐτά τά διάφορα κόμπλεξ,
τό «Γιατί Θεέ μου; Γιατί σέ μένα;», καθώς ἐπίσης καί τό ὅτι ζητᾶμε, ἐνῶ δέν ζοῦμε σωστά.
Ἀπαιτοῦμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς ἐξυπηρετήσει χωρίς νά θέλουμε νά ἔχουμε σχέση μαζί Του. Τόν
βλέπουμε δηλαδή καί τόν Θεό σάν ὑπάλληλό μας. Πῶς πᾶς καί λές «Θά σοῦ δώσω καί παραπάνω,
θά κάνω κι ἕνα τάμα, νά μοῦ κάνεις αὐτό πού θέλω. Ἀλλά μαζί Σου σχέση δέν θέλω νά ἔχω». Ἐγώ
θέλω νά ἔχω σχέση μέ τά πάθη μου. Ὅπως λέει ἕνας ἱεροκήρυκας: «Ἀνάβουμε μεγάλες λαμπάδες
268
στίς Ἐκκλησίες, ἀλλά τή φιλενάδα δέν τήν ἀφήνουμε», τήν παράνομη σχέση δηλαδή.
Ἕνα ἀκόμα σημεῖο τοῦ ἄρρωστου ἀνθρώπου εἶναι ὅτι ἀρνεῖται τόν Χριστό. Ἐκτός τοῦ ὅτι ἔχει
κόμπλεξ, ἐκτός τοῦ ὅτι ἔχει ἀνασφάλειες, ἐκτός τοῦ ὅτι ἔχει ἄγχος καί εἶναι μπερδεμένος -ὅλα αὐτά
εἴπαμε εἶναι χαρακτηριστικά του- ἐκτός τοῦ ὅτι ἔχει μελαγχολία καί ὅλα αὐτά τά ψυχολογικά, ἔχει
καί ἄρνηση. Δηλαδή οὐσιαστικά δέν πιστεύει στόν Θεό, ἀρνεῖται τόν Θεό. Καί ἀφοῦ ἀρνεῖται τόν
Θεό, ἡ ἀρρώστεια γίνεται χειρότερη. Εἶναι πληγωμένος, γιατί στερεῖται αὐτό πού ἔχει πραγματικά
ἀνάγκη γιά νά γεμίσει τήν ψυχή του. Ἀρνεῖται τόν ἴδιο τόν Χριστό «τὸ πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν
πᾶσι πληρουμένου» (Ἐφ. 1,23). Αὐτό τό πλήρωμα, τό γέμισμα, πού γεμίζει τά πάντα εἶναι ὁ
Χριστός. Ἡ ψυχή μας γιά νά γεμίσει θέλει τό ἄπειρο. Καί τό ἄπειρο εἶναι ὁ Χριστός.
Αὐτό κάνουν ὅσοι ἁμαρτάνουν, γιατί ἀκόμα καί μία κατάκριση εἶναι ἄρνηση. Ἐμεῖς θεωροῦμε
ἄρνηση, τήν ἄρνηση τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ἀλλά καί μία κατάκριση πάλι εἶναι ἄρνηση γιά τόν
Χριστό. Ὅποιος λοιπόν Τόν ἀρνεῖται, βιώνει τό ὑπαρξιακό κενό. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι σήμερα
νοιώθουν ἄδειοι, χωρίς νά βρίσκουν νόημα στή ζωή τους. Ἔλεγε ὁ Γέροντας «κανείς δέν μπορεῖ νά
ἀρνηθεῖ ὅτι τό πλήρωμα εἶναι ὁ Χριστός». Τό πλήρωμα, δηλαδή τό γέμισμα πού γεμίζει τά πάντα
εἶναι ὁ Χριστός.
«Ὅσοι ἀρνοῦνται αὐτή τήν ἀλήθεια, εἶναι ἄρρωστοι ψυχικά, κατέχονται ἀπό τό κακό πνεῦμα.
Ἀρνοῦνται αὐτό πού τούς λείπει. Βρίσκει κενή τήν ψυχή τους καί μπαίνει ὁ διάβολος μέσα τους. Κι
ὅπως τό παιδί πληγώνεται πολύ βαθιά, ἄν στερηθεῖ στή ζωή του τόν πατέρα του, τή μητέρα του,
ἔτσι καί πολύ περισσότερο, ἄν στερηθεῖ ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστό καί τήν Παναγία».
Βλέπετε πολύ γλυκά καί μέ πολύ πόνο τό λέει ὁ Γέροντας. Βλέπει ἕναν ἁμαρτωλό καί πονάει γιά
τήν κατάσταση πού ζεῖ αὐτός ὁ ἁμαρτωλός. Ἡ πιό μεγάλη τραγικότητα εἶναι ἡ ἁμαρτία καί τό νά
ζεῖς μέσα στήν ἁμαρτία. Αὐτό τό βιώνει ὁ Γέροντας, τό βλέπει καί ὅπως τό ἐκφράζει ἐδῶ, δέν
κατακεραυνώνει τούς ἁμαρτωλούς, ἀλλά τούς οἰκτείρει, τούς λυπᾶται, τούς συμπονάει, γιατί εἶναι
σάν παιδιά πού χάσανε τόν πατέρα καί τήν μάνα τους. Ἔτσι εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἀρνεῖται τόν
Θεό. Εἶναι ὀρφανός.
Ἀρνεῖται αὐτό πού τοῦ λείπει! Εἶναι πολύ ὡραία φράση αὐτή. Ἐνῶ ξέρει ὅτι τοῦ λείπει ὁ Χριστός,
στό βάθος τό ξέρει, ὅμως ἀρνεῖται καί δέν θέλει νά Τόν βάλει μέσα του. Ἐνῶ, ἄν Τόν βάλει μέσα
του, θά γεμίσει. Οἱ ἀρνητές τῆς πίστεως εἶναι οἱ μπερδεμένοι», οἱ ψυχικά ἄρρωστοι, δηλαδή οἱ
ἐγωιστές. Ὅποιος παρεκλίνει ἀπό τήν σωστή πίστη καί πέφτει στήν ὅποια αἵρεση, ἔχει ἤδη
παρεκλίνει ἀπό τήν σωστή ζωή. Εἶναι ὅπως ἔλεγε ὁ Γέροντας «μπερδεμένος» δηλαδή ἐγωιστής,
ὑπερόπτης. Γι’ αὐτό προσπαθεῖ μέ ὑπερηφάνεια, νά βρεῖ τήν θέωση χωρίς τόν Θεό, χωρίς τήν
ταπεινή ἀκολούθηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Νά τήν βρεῖ μόνος του. Νά τήν ἀνακαλύψει. Εἴδατε
ὅλες αὐτές οἱ σέκτες καί οἱ ἀνατολικοῦ τύπου θρησκευτικές κινήσεις λένε νά βρεῖς τό ἐσωτερικό
σου φῶς, νά τό ἀνακαλύψεις ἐσύ μόνος σου αὐτόνομα. Δέν σοῦ χρειάζεται ὁ Θεός. Κανένας δέν
σοῦ χρειάζεται. Μόνος σου θά τό κάνεις. Αὐτή εἶναι ἡ πλάνη τοῦ ἑωσφόρου καί δέν βρίσκουν τό
φῶς τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τό δαιμονικό φῶς. Εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο λάθος πού ἔκαναν καί οἱ
πρωτόπλαστοι στόν Παράδεισο.
Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ποιό εἶναι τό πιό καλό; Νά εἶσαι πρᾶος, ταπεινός, ἥσυχος, νά ἔχεις μέσα σου
ἀγάπη ἤ νά εἶσαι νευρικός, στενόχωρος, νά διαπληκτίζεσαι μέ τούς πάντες;». Νά σοῦ φταῖνε ὅλοι
καί ὅλα; «Ἀσφαλῶς τό ἀνώτερο εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἡ θρησκεία μας ἔχει ὅλ’ αὐτά τά καλά καί εἶναι ἡ
ἀλήθεια. Ὅμως πολλοί πᾶνε σέ κάτι ἄλλο».
«Ὅσοι ἀρνοῦνται αὐτή τήν ἀλήθεια, εἶναι ἄρρωστοι ψυχικά. Εἶναι σάν τά ἄρρωστα παιδιά, πού,
ἐπειδή τούς ἔλειψαν οἱ γονεῖς ἤ χώρισαν ἤ μάλωσαν, ἔγιναν ἀπροσάρμοστα. Καί στίς αἱρέσεις πᾶνε
ὅλοι οἱ μπερδεμένοι. Μπερδεμένα παιδιά μπερδεμένων γονέων».Ἕνα λοιπόν ἀκόμα
χαρακτηριστικό τοῦ ἀσθενοῦς ἀνθρώπου εἶναι ἡ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ καί τό γεγονός ὅτι παρασύρεται
ἀπό αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες εἶναι βέβαια ἑωσφορικῆς κατασκευῆς καί γι’ αὐτό σπρώχνουν τόν ἄνθρωπο
σ’ αὐτή τήν αὐτονόμηση ἀπό τόν Θεό.
269
Ἕνα ἀκόμα γνώρισμα εἶναι ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ζοῦνε δαιμονικές καταστάσεις. Ὅσοι δηλαδή
εἶναι πνευματικά ἄρρωστοι, ζοῦνε τήν δαιμονική ἐνέργεια, τίς δαιμονικές ἐπήρειες. Ὁ Γέροντας
ἔλεγε ὅτι τέτοιες δαιμονικές ἐπήρειες εἶναι ἡ νευρασθένεια, ἡ ψυχασθένεια καί τό αἰσθημα τῆς
κατωτερότητας, τά ὁποῖα ὅλα αὐτά εἶναι ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας. Τά πραγματικά αἴτια τῶν
λεγόμενων ψυχικῶν παθήσεων εἶναι πνευματικά.
Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ζεῖ χωρίς Θεό, χωρίς γαλήνη, χωρίς ἐμπιστοσύνη, ἀλλά μέ
ἄγχος, ἀγωνία, κατάθλιψη, ἀπελπισία, ἀποκτάει ἀσθένειες σωματικές καί ψυχικές». Εἶναι πολύ
σημαντικό αὐτό. Τά πάθη δηλαδή δέν ἀρρωσταίνουν μόνο τήν ψυχή, ἀλλά καί τό σῶμα καί
ἀποκτάει ὁ ἄνθρωπος ἀρρώστειες. Οἱ πλεῖστες ἀρρώστειες εἶναι ἀπό τό ἄγχος. «Ἡ ψυχασθένεια, ἡ
νευρασθένεια, ὁ διχασμός εἶναι δαιμονικές καταστάσεις. Δαιμόνιο εἶναι ἐπίσης καί ἡ
ταπεινολογία». Τό νά ἐμφανίζεσαι ὡς ταπεινός ἐνῶ δέν εἶσαι. «Τό λένε αἴσθημα κατωτερότητος. Ἡ
ἀληθινή ταπείνωση δέν μιλάει», ἐνῶ ὁ ταπεινολόγος προβάλλει τόν ἑαυτό του, ἔστω μέ ἕναν τρόπο
ἐξευτελιστικό, ἄς τόν ποῦμε, ἀλλά πάλι προβάλλει τόν ἑαυτό του. Εἶναι κρυμμένος ἐγωισμός. Ἐνῶ
ὁ ἀληθινά ταπεινός δέν μιλάει, δέ φαίνεται, δέν κάνει ντόρο. «Δέν λέει ταπεινολογίες, δηλαδή
‘’εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀνάξιος, ἐλάχιστος πάντων…’’. Φοβᾶται ὁ ταπεινός μήπως μέ τίς ταπεινολογίες
πέσει στήν κενοδοξία. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δέν πλησιάζει ἐδῶ. Ἀντίθετα, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ βρίσκεται
ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή ταπείνωση, ἡ θεία ταπείνωση, ἡ τέλεια ἐμπιστοσύνη στόν Θεό. Ἡ
ἐξάρτηση ἀπό Ἐκεῖνον».
Ὁ Γέροντας λόγω τῶν πολλῶν ἁγιοπνευματικῶν χαρισμάτων του γνώριζε πολλά πράγματα, ἐν
πολλοῖς ἄγνωστα, πού τοῦ ἀποκάλυπτε ὁ Θεός. Ἔλεγε, γιά παράδειγμα, σχετικά μέ τή
νευρασθένεια: «τά ἄϋλα μικρόβια τῆς νευρασθένειας πετᾶνε· πετᾶνε ὅπως τά κουνούπια καί
προσβάλλουν τήν ψυχή» καί προσβάλλουν τήν ψυχή αὐτοῦ πού βοηθάει ἕναν νευροπαθῆ. Δηλαδή
μπορεῖ νά εἶσαι δίπλα σ’ ἕναν νευροπαθῆ καί νά πάθεις κι ἐσύ κατάθλιψη ἅμα δέν προσέξεις, γιατί
κολλάει.
Ἔλεγε ἕνα πνευματικό του παιδί, σέ συγγενῆ νευροπαθοῦς ὁ Γέροντας συνιστοῦσε νά προσέχει τόν
ἑαυτό του μήπως «μολυνθεῖ» κι ἐκεῖνος. Σέ ἐρώτησή του πῶς μπορεῖ νά συμβεῖ αὐτό, ἀφοῦ αὐτή ἡ
ἀρρώστεια δέν εἶναι κολλητική, ὁ Γέροντας ἀπάντησε: «Δέν εἶναι ἔτσι ὅπως τά λές. Τά ἄϋλα
μικρόβια τῆς νευρασθένειας πετᾶνε· πετᾶνε ὅπως τά κουνούπια καί προσβάλλουν τήν ψυχή».
Ἔκανε ἀναπαράσταση τῆς πτήσεως τῶν μικροβίων αὐτῶν, κινώντας ἐκφραστικά τά δάχτυλα τοῦ
χεριοῦ του. «Καλό εἶναι νά βοηθᾶς τό νευροπαθή, ἀλλά πρέπει νά προστατεύεις καί τή δική σου
ψυχή, μέ τή χάρη τοῦ Χριστοῦ».
Ἔχεις δηλαδή στό σπίτι κάποιον ἄνθρωπο πού ἔχει κατάθλιψη, πρέπει νά προσέχεις πιό πολύ νά
μήν κολλήσεις κι ἐσύ. Τό συναντῶ αὐτό σέ σπίτια πού ἔχουν τέτοιο πρόβλημα, πού ἐπηρεάζονται
καί οἱ ἄλλοι. Θά πρέπει νά ἔχεις πλούσια χάρη, ὥστε νά ἀντιστέκεσαι στή δαιμονική ἐπήρεια, γιατί
εἶναι δαιμονική ἐπήρεια αὐτή πού ἔχει ὁ καταθλιπτικός καί αὐτό ἐκπέμπεται καί στό περιβάλλον.
Θά πρέπει δηλαδή νά κάνεις πιό πολύ νοερᾶ προσευχή, πιό πολύ νηστεία, πιό πολύ νά τηρεῖς τόν
νόμο τοῦ Θεοῦ, μέ ὅλη σου τήν καρδιά.
Ὁ Γέροντας ἐκφραζόταν μέ ἕναν ἀπόλυτο τρόπο γιατί οἱ γνώσεις του ἦταν ἐμπειρικές. Δέν σοῦ
ἔλεγε «ἴσως ναί», σοῦ ἔλεγε «αὐτό εἶναι», ἦταν καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἔλεγε ὅτι ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ζεῖ μέ τόν Χριστό, ζεῖ μέσα στή μελαγχολία, μέσα στίς σωματικές
καί ψυχικές νόσους. Δηλαδή ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό τοῦ ἀσθενοῦς ψυχικά ἀνθρώπου εἶναι αὐτά
τά λεγόμενα ψυχολογικά, ἀλλά καί οἱ σωματικές ἀρρώστειες, τά λεγόμενα ψυχοσωματικά.
Ἀντίθετα, ὅταν ζεῖ μέ τόν Χριστό, ζεῖ ἔχοντας σωματική καί πνευματική ὑγεία. Ἔλεγε: «Ὅταν…
δέν ζεῖς μέ τόν Χριστό, ζεῖς μές στήν μελαγχολία, στή θλίψη, στό ἄγχος, στή στενοχώρια· δέν ζεῖς
σωστά». Καί ὅλοι αὐτοί πού τούς βλέπετε νά χασκογελᾶνε καί τοῦς θεωροῦμε εὐτυχισμένους, δέν
εἶναι εὐτυχισμένοι, γιατί ὁ Γέροντας εἶναι ἀπόλυτος, ἡ ἁμαρτία δίνει μιά πρόσκαιρη χαρά, πολύ
σύντομη καί μετά ἀκολουθοῦν ὅλα αὐτά πού λέει ἐδῶ τό ἄγχος, ἡ στενοχώρια, ἡ μελαγχολία καί ἡ
θλίψη.
270
«Τότε παρουσιάζονται πολλές ἀνωμαλίες καί στόν ὀργανισμό». Δηλαδή ἐπηρεάζεται καί τό σῶμα,
γιατί ἡ ψυχή εἶναι ἄμεσα συνυφασμένη μέ τό σῶμα καί τό ἐπηρεάζει καταλυτικά. «Ἐπηρεάζεται τό
σῶμα, οἱ ἐνδοκρινεῖς ἀδένες, τό συκώτι, ἡ χολή, τό πάγκρεας, τό στομάχι».
Ὅλα αὐτά τά ὄργανα ἐπηρεάζονται. Γιά παράδειγμα, ἀπό τό ἄγχος ἔχουμε μία ὑπερέκκριση
ἀδρεναλίνης. Ἀδρεναλίνη εἶναι μιά ὁρμόνη ἀπό τά ἐπινεφρίδια -κάποιοι ἀδένες πού εἶναι πάνω στά
νεφρά- ἡ ὁποία ἀλλάζει ὅλον τόν ὀργανισμό καί τόν κινητοποιεῖ, τόν ξεσηκώνει δηλαδή, ὅταν
πρόκειται νά ἀντιμετωπίσει ἕνα στρές. Ὅταν συνεχῶς γίνεται αὐτό -φανταστεῖτε τόν ὀργανισμό νά
εἶναι σέ συνεχή ὑπερένταση- κάποια στιγμή ἐξαντλεῖται καί ξεσπάει αὐτή ἡ πίεση πού ἀσκεῖ στά
διάφορα ὄργανα καί εἴτε θά πάθεις ἕλκος στό στομάχι, εἴτε εὐερέθιστο ἔντερο, εἴτε νόσο τοῦ
Crohn, χίλια δυό πράγματα, τά ὁποῖα τά λέμε ψυχοσωματικές ἀρρώστειες.
Ἀλλά ἐγώ θά ἔλεγα ὅτι ὅλες οἱ ἀρρώστειες εἶναι ψυχοσωματικές. Δηλαδή πολλές φορές, παρατηρῶ,
ἄν θέλετε στόν ἑαυτό μου καί τό ἐξομολογοῦμαι, ἅμα στενοχωρεθῶ -πού εἶναι ἁμαρτία ἡ
στενοχώρια- μετά ἀμέσως κρυολογῶ. Δηλαδή καί τό ἁπλό κοινό κρυολόγημα ἔρχεται μετά ἀπό μιά
πτώση, ἀπό μιά ἁμαρτία. Δηλαδή ἐπηρεάζεται ἄμεσα ὁ ὁργανισμός ἀπό τήν ψυχή. Γι’ αὐτό, τό
πρῶτο πού πρέπει νά ἐπιδιώκουμε εἶναι τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς, τήν πνευματική ὑγεία.
«Σοῦ λένε: ‘’Γιά νά εἶσαι ὑγιής, πάρε τό πρωί τό γάλα σου, τό αὐγουλάκι σου, τό βουτυράκι σου μέ
δύο-τρία παξιμάδια’’. Κι ὅμως, ἄν ζεῖς σωστά, ἄν ἀγαπήσεις τόν Χριστό, μ’ ἕνα πορτοκάλι κι ἕνα
μῆλο εἶσαι ἐντάξει. Τό μεγάλο φάρμακο εἶναι νά ἐπιδοθεῖ κανείς στή λατρεία τοῦ Χριστοῦ».
Ἐκεῖνο πού πραγματικά θεραπεύει εἶναι ἡ Χάρις, δηλαδή ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. «Ὅλα
θεραπεύονται. Ὅλα λειτουργοῦν κανονικά», ὅταν ὁ ἄνθρωπος μπεῖ μέσα στήν Χάρη. Ἄν εἶναι
δυνατόν καί κάθε μέρα νά λειτουργιόμαστε καί νά μπαίνουμε μέσα σ’ αὐτή τή Χάρη τῆς Θείας
Λειτουργίας, αὐτό θά ἦταν τό καλύτερο φαγητό μας. Τό καλύτερο πρωϊνό! Εἶναι δυνατό, ἄν τό
ἐπιδιώκουμε. Ἀλλά καί στό σπίτι, νά κάνεις μιά ὡραία, δυνατή, πρωϊνή προσευχή, νά μπαίνεις
πλούσια μέσα στή Χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτό θά σοῦ χαρίσει ὑγεία ψυχική καί σωματική. «Ἡ ἀγάπη τοῦ
Θεοῦ ὅλα τά μεταβάλλει, τά μεταποιεῖ, τά ἁγιάζει, τά διορθώνει, τά ἀλλάζει, τά μεταστοιχειώνει».
Ἄλλο παράδειγμα τῆς φωτισμένης διάνοιας τοῦ Γέροντα εἶναι αὐτά, πού ἔλεγε σχετικά μέ τίς
ἐμφανίσεις τοῦ πονηροῦ καί τούς σχιζοφρενεῖς. Δίδασκε ὅτι αὐτοί πού βλέπουν τόν διάβολο εἶναι
οἱ μπερδεμένοι καί οἱ ἐπιβαρυμένοι κληρονομικά. Ἐπισης μᾶς ἀποκάλυψε ὅτι ὁ σχιζοφρενής
ἐπηρεάζεται ἀπό τά βιώματα τῶν προγόνων. Ἔλεγε: «Μερικοί βλέπουν τόν διάβολο νά
παρουσιάζεται μέ διάφορες μορφές, νά κάνει θορύβους, νά τούς χτυπάει κ.ἄ. Αὐτά γίνονται, τίς πιό
πολλές φορές, στούς μπερδεμένους». Καί ξέρετε πλέον ὅτι μπερδεμένος θά πεῖ ἐγωιστής, δηλαδή
συγγενής μέ τόν διάβολο γιατί ὁ διάβολος εἶναι ὁ κατεξοχήν ἐγωιστής. Ὁπότε, γι’ αὐτό τούς
ἐμφανίζεται.
«Οἱ μεγάλοι Πατέρες, ὅπως ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὁ Μέγας Βασίλειος καί οἱ ἄλλοι δέν μᾶς λένε
γιά τόν διάβολο, πῶς ἐμφανίζεται κ.λ.π. Ἐκεῖνοι ἐπορεύθηκαν μ’ αὐτό τόν τρόπο πού λέμε, μέ τήν
ἀγάπη στόν Χριστό». Βλέπετε πόσο σοφός εἶναι ὁ Γέροντας. Πράγματι οἱ μεγάλοι Πατέρες δέν μᾶς
λένε γιά τόν διάβολο, τίς ἐμφανίσεις του κ.λ.π. Βέβαια, θά πεῖτε δέν ὑπάρχει ἄλλη περίπτωση;
Ὑπάρχει, ἔχουμε ἁγίους πού τρώγανε ξύλο ἀπό τόν διάβολο, ἐπειδή ὁ Θεός ὅμως ἐπέτρεπε αὐτήν
τήν δοκιμασία γιά νά τελειοποιηθοῦν. Ἀλλά ὁ πατερικός δρόμος εἶναι αὐτό πού λέει ὁ Γέροντας,
δηλαδή νά ταπεινώνεσαι καί ν’ ἀγαπᾶς. Ν’ ἀγαπᾶς τόν Θεό καί νά προχωρᾶς μέ αὐτόν τόν θεῖο
ἔρωτα.
«Ὁ σατανᾶς, ἀνάλογα μέ τό ποιός εἶσαι, φανερώνεται», ἤ δέν φανερώνεται φυσικά. «Ὅταν κανείς
δέν ἄρχισε κανονικά τήν πνευματική ζωή ἤ τόν βαραίνει κάτι κληρονομικό, βλέπει τόν σατανᾶ νά
παρουσιάζεται μπροστά του ἤ νά τοῦ κάνει φασαρίες. Καμιά φορά μπορεῖ νά πάθει καί
σχιζοφρένεια ὁ ἄνθρωπος. Ὁ σχιζοφρενής ἐπηρεάζεται ἀπ’ τά βιώματα τῆς παλιᾶς ζωῆς τῶν
προγόνων».
Ἡ κορυφή τῶν παθῶν καί ἡ γεννήτρια ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ φιλαυτία. Ἕνα ἄλλο
271
χαρακτηριστικό τοῦ ἀσθενοῦς πνευματικά ἀνθρώπου εἶναι ἡ φιλαυτία. Εἴπαμε γιά τά ψυχολογικά,
γιά τίς ἀνασφάλειες, γιά τίς σωματικές ἀρρώστιες, γιά τίς ἐμφανίσεις τοῦ διαβόλου, εἴπαμε γιά τή
σχιζοφρένεια καί τέλος τώρα λέμε ὅτι ἡ φιλαυτία εἶναι ἐπίσης ἕνα γνώρισμα τῶν πνευματικά
ἀσθενῶν ἀνθρώπων.
Οἱ γίγαντες τῶν παθῶν (οἱ ὁποῖοι γεννιοῦνται ἀπό τήν φιλαυτία) σύμφωνα μέ τούς Ἁγίους Πατέρες
εἶναι ἡ κενοδοξία, ἡ φιληδονία καί ἡ φιλαργυρία. Ἡ κενοδοξία μάλιστα, μᾶς κάνει κούφιους διότι
μᾶς κλέβει τόν πνευματικό πλοῦτο. Ὁ κενόδοξος δέν μπορεῖ νά ταπεινωθεῖ. Διά τῆς κενοδοξίας,
πού εἶναι ἕνα σκαλοπάτι πρίν τήν ὑπερηφάνεια, ὁ πονηρός μᾶς «κλέβει» ὅ,τι ἀποθησαυρίσαμε διά
τῆς πνευματικῆς ἐργασίας. Ὁ κενόδοξος κυνηγάει τή μάταιη δόξα τοῦ κόσμου καί γι’ αὐτό δέν
ἀγαπάει τήν ταπείνωση. Θέλει νά φαίνεται, νά ἀγαπιέται, νά «χαίρει ἐκτιμήσεως» ἀπό τούς ἄλλους,
νά δοξάζεται, νά εἶναι γνωστός, νά ἔχει «καλό ὄνομα» στήν κοινωνία, νά ἔχει κύρος καί
«ἀξιοπρέπεια». Νοιάζεται πάντα γιά τό «τί θά πεῖ ὁ κόσμος» καί ὄχι γιά τό τί λέγει γι’ αὐτόν ὁ
Θεός. Γι’ αὐτό καί ἡ καρδιά του εἶναι πάντα γεμάτη ἄγχος, φροντίδα, ταραχή καί ἄθλια ἐκζήτηση
καί ἀναζήτηση τῆς μάταιης ἀνθρώπινης δόξας. Ὅταν κάποτε καταφέρει νά τήν ἔχει, ὅπως νομίζει,
«φουσκώνει», γεμίζει «φυσίωση», ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες· τότε, πλέον, νοσεῖ τήν «νόσο τοῦ
διαβόλου», πού εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια.
Ἔτσι ἕνα ἀκόμα χαρακτηριστικό τοῦ ἄρρωστου ἀνθρώπου εἶναι ἡ κενοδοξία, πού ξεκινάει ἀπ’ τή
φιλαυτία.
Ἔλεγε ὁ Γέροντας: «Ἡ καρδιά τοῦ κενόδοξου δέν μπορεῖ νά ταπεινωθεῖ. Ὅταν τόν ἐλέγχουν ἤ
νουθετοῦν, ἀντιλέγει ἔντονα». Δέν δέχεται τόν ἔλεγχο, οὔτε καί τήν νουθεσία ἀκόμα. «Ἐνῶ, ὅταν
τόν ἐπαινοῦν καί τόν κολακεύουν, φέρεται ἄπρεπα», καυχιέται, κομπάζει, φουσκώνει καί
ὑπερηφανεύεται.
«Ὅ,τι καί νά τοῦ πεῖς, ἐννοεῖ νά ὑπερηφανεύεται περισσότερο. Ἀσχολεῖται καί περιστρέφεται γύρω
ἀπ’ τόν ἑαυτό του. Ἀντίθετα, ὁ ἁμαρτωλός πού μετανοεῖ κι ἐξομολογεῖται βγαίνει ἀπ’ τόν ἑαυτό
του. Ὅταν ἐξομολογηθεῖ, δέν γυρνάει πίσω. Ὁ κενόδοξος τήν ψυχή του τήν ἀποξενώνει ἀπ’ τήν
αἰώνια ζωή. Τελικά ὁ ἐγωισμός εἶναι σκέτη κουταμάρα! Ἡ κενοδοξία μᾶς κάνει κούφιους. Ὅταν
κάνουμε κάτι γιά νά ἐπιδειχθοῦμε, καταντοῦμε ἄδειοι ψυχικά. Ὅ,τι κάνομε, νά τό κάνομε γιά νά
εὐχαριστήσομε τόν Θεό· ἀνιδιοτελῶς, χωρίς κενοδοξία, χωρίς ὑπερηφάνεια, χωρίς ἐγωισμό, χωρίς,
χωρίς, χωρίς…».
Τότε ἔρχεται ἡ πραγματική ὑγεία. Ἄν μπεῖ ἔστω καί λίγο λογισμός, χαλάει τό πράγμα, λογισμός
ἀνθρωπαρέσκειας δηλαδή.
Λέει ἕνα παράδειγμα ὁ Γέροντας: «Νά εἶσαι ψάλτης στήν ἐκκλησία, στό μοναστήρι. Νά ἔχεις φωνή
πολύ ἀγγελική καί νά ψάλλεις στόν Θεό, χωρίς νά ξέρεις ὅτι τόσοι ἄνθρωποι σ’ ἀκοῦνε, δηλαδή
χωρίς νά τό σκέπτεσαι». Αὐτό ἔχει σημασία. Μή σέ νοιάζει πόσοι σέ ἀκοῦνε, μήν τό σκέφτεσαι
κάν. «Γίνεται; Δέν γίνεται εὔκολα. Εἶναι δύσκολο αὐτό. Γι’ αὐτό πολλοί ψάλτες ἐπλανήθησαν.
Κατά κανόνα, ὅλοι οἱ καλοί ψάλτες ἔχουν μεγάλο ἐγωισμό. Ὄχι βέβαια ὅλοι, ἀλλά οἱ
περισσότεροι».
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
– Ἐρ.: Εἴπατε προηγουμένως γιά μετάδοση μικροβίων σχετικά μέ τήν κατάθλιψη. Ἡ ἀντιμετώπιση ἔχει νά κάνει μέ τόν
δικό μας πνευματικό ἀγῶνα; Μέ αὐτόν τόν τρόπο προσφέρουμε καί καλύτερη βοήθεια στούς ἀνθρώπους…
– Ἀπ.: Ὁπωσδήποτε, γιατί ἐκπέμπουμε «καλή ἐνέργεια» -ἄν καί δέ μοῦ ἀρέσει ἡ ὁρολογία- δηλαδή τήν Χάρη τοῦ
Θεοῦ. Γιατί ὅ,τι ἔχεις, αὐτό καί ἐκπέμπεις. Ἔχεις τόν Θεό, Τόν ἐκπέμπεις καί ὁ ἄλλος ἄν εἶναι δεκτικός, Τόν παίρνει
καί οἱ δαίμονες βέβαια φεύγουν. Γιατί, ὅταν πλησιάζανε οἱ Ἅγιοι σ’ ἕναν δαιμονισμένο, ἄρχιζε ὁ δαιμονισμένος νά
σκούζει. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μόλις πλησίαζε, ἄρχιζαν οἱ δαιμονισμένοι νά φωνάζουν. Γιατί φωνάζουν; Γιατί ὁ δαίμονας
δέν ἀντέχει τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ δηλαδή, πού ὑπάρχει σ’ ἕναν ἅγιο ἄνθρωπο. Γι’ αὐτό
φωνάζουν καί οἱ δαιμονισμένοι στόν Ἅγιο Γεράσιμο στήν Κεφαλονιά, φωνάζουν «μ’ ἔκαψες, μ’ ἔκαψες».
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
272
Περί ψυχῆς καὶ θεραπείας αὐτῆς – 1ο μέρος
Σκέφτηκα μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μέ τίς εὐχές τοῦ Γέροντα, νά ἀναλύσουμε ἕνα θέμα πού ἔχει
σχέση μέ τά παιδιά καὶ τούς γονεῖς καὶ μὲ αὐτά πού λέγαμε στίς συνάξεις περί ψυχῆς καὶ θεραπείας
τῆς ψυχῆς. Ἔχω τήν αἴσθηση, ὅτι ὑπάρχει ἕνα μπέρδεμα μέσα μας, μέ αὐτό πού λέγεται
«ψυχολογία» καὶ μέ τούς ὅρους πού χρησιμοποιοῦμε μερικές φορές, σὰν νά εἶναι τεκμηριωμένες
ἐπιστημονικές γνώσεις καὶ ὅτι ἔχουν κάποια συγκεκριμένη ἔννοια.
Ἕνα πρῶτο ἐρώτημα εἶναι ἄν μποροῦμε νά ὑιοθετήσουμε τήν ψυχολογία, ὅπως εἶναι καὶ ὅπως
κυκλοφορεῖ ὡς ἐπιστήμη. Εἴχαμε πεῖ στίς συνάξεις ὅτι ἡ ψυχολογία δὲν εἶναι ἐπιστήμη καὶ ὅτι ὁ
ὅρος αὐτός πού τῆς ἀποδίδεται εἶναι παραπλανητικός.
Εἶναι ὅντως ἐπιστήμη ἡ ψυχολογία καὶ ἡ ψυχοθεραπεία καὶ μπορεῖ νά θεραπεύσει; Σὰν ὅρος ἡ
ψυχολογία σημαίνει λόγος γιά τήν ψυχή. Λέω ὅμως ὅτι ὁ ὅρος εἶναι παραπλανητικός, γιατί ὅταν
λέω ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί κάνουν λόγο γιά τήν ψυχή, θά δεῖτε ὅτι οὐσιαστικά κάνουν λόγο γιά τίς
ἐνέργειες τῆς ψυχῆς. Ἀντίθετα, ἡ ὀρθόδοξη γνώση λέει ὅτι ἡ ψυχή ἔχει καὶ οὐσία, ὄχι μόνο
ἐνέργειες. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ὅλοι, οἱ λεγόμενοι ψυχολόγοι, ἀγνοοῦν αὐτό τό πράγμα καὶ μένουν
μόνο στίς ἐνέργειες. Γι’ αὐτό, ὅταν μελετᾶνε ἕναν ἄνθρωπο λένε γιά παράδειγμα, ὅτι αὐτός
δουλεύει σέ ἕνα θορυβῶδες περιβάλλον καὶ κουράζεται. Εἶναι μία παρατήρηση συμπεριφοράς, ὅχι
ἕνας λόγος γιά τήν ψυχή στήν οὐσία τῆς. Σκέφτονται λοιπόν τί νά κάνουν γι’ αὐτόν τόν ἄνθρωπο
πού κουράζεται, εἶναι στεναχωρημένος γιατί ἐργάζεται σέ τέτοιο περιβάλλον. Σκέφτονται πώς νά
βοηθήσουν καὶ πώς θά ἀλλάξουν τήν συμπεριφορά ἑνός παιδιοῦ πού εἶναι νευρικό καὶ συνεχῶς
θυμώνει, γιατί καὶ οἱ γονεῖς του εἶναι ἔτσι καὶ τό σπίτι εἶναι ὅλο ταραγμένο. Ἑπομένως δὲν γίνεται
λόγος γιά τήν οὐσία τῆς ψυχῆς, ἀλλά γιά τίς ἐνέργειες, γιά τό πώς ἐκδηλώνεται ἡ ψυχή. Ἑπομένως
ὁ ὅρος εἶναι παραπλανητικός, δὲν εἶναι λόγος γιά τήν ψυχή, ἀλλά γιά τίς ἐνέργειες, τήν
συμπεριφορά καὶ γιά τό πώς μποροῦμε νά βοηθήσουμε ἕναν ἄνθρωπο νά ἀλλάξει συμπεριφορά.
Αὐτό ὅμως δὲν θεραπεύει τήν ψυχή, δὲν λέει γιά τήν οὐσία τῆς ψυχῆς τίποτα.
Ἐπιπλέον νά ποῦμε ὅτι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δὲν πιστεύουν στήν ψυχή, τήν ἀρνοῦνται σάν οὐσία καὶ
μιλᾶνε μόνο γι’ αὐτές τίς ἐνέργειες. Αὐτές ὅμως οἱ ἐνέργειες εἶναι μόνο τό ζωῶδες κομμάτι, ἀφοῦ
τέτοιες ἐνέργειες ἔχει καὶ ἡ ψυχή τῶν ζώων, ἡ ὁποία ὅμως δὲν ἔχει οὐσία. Ὁπότε καὶ τόν ἄνθρωπο
τόν βάζουν στό ἴδιο μέτρο μέ τά ζῶα, ἐνῶ ἡ διαφορά του ἀπό τά ζῶα εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει
ψυχή καὶ οὐσία. Τά ζῶα λοιπόν ἔχουν μόνο ἐνέργειες καὶ μποροῦν νά τρῶνε, νά κινοῦνται, νά
πηδᾶνε, μερικές φορές νά θυμώνουν ἤ νά εἶναι μνησίκακα κτλ. Ὅταν πεθάνει τό ζῶο χάνεται καὶ ἡ
ψυχή του, ἐνῶ, ὅταν πεθάνει ὁ ἄνθρωπος δὲν χάνεται ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς.
Τό, ἄν θεραπεύει αὐτή ἡ λεγόμενη ψυχοθεραπεία, φαίνεται ἀπό τά πράγματα καὶ τά γεγονότα.
Σύμφωνα μέ μία μελέτη ἑνός γιατροῦ πού εἶναι ἐδῶ καὶ 25 χρόνια γιατρός, ὁμολογεῖ πώς σύμφωνα
μέ τήν προσωπική του πείρα, ποτέ δὲν εἶδε ἄνθρωπο νά γίνεται καλά μέ τήν ψυχανάλυση. Ἀκριβῶς
αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ξαναλέω, ἀγνοοῦν τό λογικό κομμάτι, τήν οὐσία τῆς ψυχῆς καὶ δὲν μποροῦν νά
θεραπεύσουν τήν οὐσία, ἀσχολοῦνται ἁπλῶς μέ κάποιες ἐνέργειες. Καὶ ὅλη αὐτή ἡ ψυχοθεραπεία
εἶναι ἁπλῶς μία φιλοσοφική προσέγγιση, δὲν βασίζεται πουθενά, δὲν εἶναι ἐπιστήμη.
Σήμερα δυστυχῶς ἔχουμε φτάσει σέ ἕνα σημεῖο πού καὶ ἱερεῖς καὶ πνευματικοί ἀκόμα, ἔχουν κάνει
αὐτόν τόν διαχωρισμό σέ ψυχολογικά προβλήματα καὶ πνευματικά. Καὶ ἔτσι στέλνουν τόν
ἄνθρωπο γιά τά ψυχολογικά προβλήματα σέ ψυχολόγο καὶ ψυχοθεραπευτή καὶ γιά τά πνευματικά
τόν στέλνουν στόν πνευματικό. Λές καὶ ὑπάρχει κάποιο στεγανό, κάποια περιοχή, ὅπου ἀπό ἐκεῖ
δὲν ἐνεργεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Εἶναι τελείως ἀναληθές αὐτό. Πῶς εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχει κάποια
περιοχή πού νά μήν μπορεῖ νά ἐνεργήσει ὁ Θεός καὶ νά χρειάζεται καὶ κάποια ἄλλη «ἐπιστήμη».
Ὑπάρχει καὶ μία ἀντίληψη ὅτι ὁ ἄνθρωπος θά πρέπει νά πάει νά ψυχαναλυθεῖ καὶ μετά νά πάει στόν
273
πνευματικό. Ἕνας ψυχαναλυτής καὶ πάστορας, δηλαδή ὅχι ὀρθόδοξος ἱερέας, ἀλλά πολύ
ἀποδεκτός στόν χῶρο τῶν ψυχολόγων, ὁμολογεῖ αὐτό πού εἶναι αὐτονόητο γιά ἐμᾶς, ὅτι στήν
ψυχική διαταραχή, διαλεγόμαστε μέ πρόβλημα πού στήν οὐσία του εἶναι πνευματικῆς φύσεως. Τά
λεγόμενα δηλαδή «ψυχολογικά προβλήματα», εἶναι οὐσιαστικά «πνευματικά προβλήματα». Ὁ
πατήρ Πορφύριος τό ἔλεγε ὅτι «πίσω ἀπό ὅλα τά ψυχολογικά προβλήματα, κρύβονται πειρασμικά
γεγονότα». Κρύβεται δηλαδή ὁ πειρασμός, ὁ διάβολος. Οἱ ψυχολόγοι καὶ οἱ ψυχίατροι ἐπειδή δὲν
πιστεύουν ὅτι ὑπάρχει διάβολος, ἔχουν ἐφεύρει αὐτούς τούς ὅρους. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη τέχνη
τοῦ διαβόλου, νά σέ πείσει ὅτι δὲν ὑπάρχει. Τούς ὅρους αὐτούς ὁ πατήρ Πορφύριος δὲν ἤθελε νά
τούς ἀκούει καθόλου «ψυχοκαταναγκασμός, ἀνασφάλεια, φοβία, μειωμένη αὐτοεκτίμηση» κτλ.
Ὅλα αὐτά πού κυκλοφοροῦν τόσο πολύ, πού ἔχουν μπεῖ στό καθημερινό λεξιλόγιο μας καὶ
νομίζουμε ὅτι ἔχουν μία ὑπόσταση καὶ ἀλήθεια, ἕνας ἅγιος καὶ θεραπευμένος ἄνθρωπος, μᾶς τό
λέει ὅτι εἶναι ἐφευρέσεις τῶν ἀθέων. Ὅλη αὐτή ἡ λεγόμενη ἐπιστήμη τῆς ψυχολογίας εἶναι μία
θρησκεία οὐσιαστικά.
Μάλιστα πρόσφατα ἕνας Ἀμερικανός ψυχολόγος ἔβγαλε ἕνα βιβλίο μέ τίτλο «ἡ ψυχολογία εἶναι
μία σέκτα αὐτολατρείας». Σέκτα σημαίνει αἵρεση ἤ θρησκεία, ὅπως γιά παράδειγμα εἶναι ἡ σέκτα
τῆς σαϊεντολογίας, οἱ αἱρέσεις ἀπό τίς ἀνατολικές θρησκεῖες. Ἐπομένως μιλᾶμε ὄχι γιά μία
ἐπιστήμη, ἀλλά γιά μία θρησκεία αὐτολατρείας, ὅπου δηλαδή ὁ ἄνθρωπος λατρεύει τόν ἑαυτό του
καὶ τόν κάνει κέντρο τῶν πάντων. Ἡ ψυχανάλυση οὐσιαστικά εἶναι νά γυρνᾶς γύρω ἀπό τό ἐγώ
σου καὶ σιγά σιγά νά χάνεσαι καὶ νά διαλύεσαι.
Αὐτή ἡ λεγόμενη ἐπιστήμη τῆς ψυχῆς ἀγνοεῖ τί εἶναι ἡ ψυχή δὲν τήν παραδέχεται καὶ εἶναι αὐτό
σίγουρα τέχνη σατανική . Ὁ διάβολος ἔχει ἐφεύρει πλῆθος ὅρων γιά νά μᾶς παραπλανήσει. Ἀντί νά
ἀναζητήσουμε τόν Θεό, μᾶς προβάλει σάν μία νέα θρησκεία τήν ψυχολογία καὶ τήν λατρεία τοῦ
ἑαυτοῦ μας.
Λέει κάπου ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «τί ζητᾷς φάρμακα τά ὁποῖα δὲν ὡφελοῦν πουθενά. Τόν
ἑαυτό σου γιάτρεψε, τόν ἑαυτό σου ἐλέησε. Στόν ἑαυτό σου πρόσφερε τό σωτήριο φάρμακο». Ποιό
εἶναι τό φάρμακο αὐτό; Δὲν εἶναι νά ἀναλυθεῖς καὶ νά βρεῖς τίς αἰτίες τῆς συμπεριφορᾶς σου, νά
βρεῖς δηλαδή καὶ νά ψάξεις καὶ ἀπό τήν παιδική σου ἡλικία ἀκόμα τί προκαλεῖ μία συμπεριφορά
σου. Αὐτό εἶναι πολύ δύσκολο νά γίνει, ἀλλά καὶ νά τό κάνεις, πάλι δὲν θεραπεύεσαι. Ἡ θεραπεία
εἶναι ἀλλοῦ. Κοιτᾶξτε τί λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «τό σωτήριο φάρμακο εἶναι ἄν πάρεις
μέσα σου τόν Λόγο». Λόγος εἶναι ὁ Ὑιός τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Θυμηθεῖτε ὅτι ἡ ψυχή εἶναι λογική
καὶ πρέπει νά Λογοποιηθεῖ, νά πάρει μέσα της τόν Θεό Λόγο καὶ τότε θεραπεύεται, πηγαίνει ἀπό τό
«κατ’ εἰκόνα» στό «καθ’ ὁμοίωσιν». Νά τό φάρμακο τῆς ψυχῆς καὶ ἡ ἐκπλήρωση τοῦ προορισμοῦ
μας.
Λέει ὁ Ἅγιος «ἐάν πάρεις μέσα σου ὅλον τόν Λόγο, τόν Χριστό, θά πάρεις ὅλες τίς θεραπεῖες τοῦ
Χριστοῦ στήν ψυχή σου, τίς ὁποῖες τίς χρειάζεται ὁ καθένας γιά νά θεραπευτεῖ». Ὁ Χριστός μᾶς
δίνει στόν καθένα τό φάρμακο πού χρειάζεται. Δὲν εἶναι τό ζήτημα ἁπλῶς νά βροῦμε τήν αἰτία. Καὶ
ξέρετε ὑπάρχουν κάπου 200-300 σχολές ψυχοθεραπευτικές πού ἡ καθεμία ἀπό αὐτές λέει μία
διαφορετική αἰτία. Ἕνα χάος δηλαδή. Ἄλλη λέει ὅτι αἰτία εἶναι ὁ σεξουαλικός παράγοντας, ἄλλη
ὅτι εὐθύνεται ἡ μάνα πού δὲν ἔδωσε ἀρκετή ἀγάπη στά παιδιά, ἄλλη λέει ὅτι φταίει τό τραῦμα τῆς
γέννηση κτλ. Ὅλα αὐτά ἔχουν ἐπιμέρους ἀλήθεια, δὲν εἶναι ἀπορριπτέα. Δὲν λένε ὅμως ὅλη τήν
ἀλήθεια, εἶναι αὐτό πού λέμε «σπερματικές ἀλήθειες». Ἀκόμα ὅμως καὶ νά τό βρεῖ κάποιος τί
φταίει, ὄχι μόνο δὲν θεραπεύεται καὶ πάλι, ἀλλά μπορεῖ νά γίνει καὶ χειρότερα.
Ὅταν ἦταν ἡ ἐποχή πού μεσουρανοῦσε ὁ Φρόυντ, ὁ θεμελιωτής τῆς ψυχανάλυσης, τότε ζοῦσε καὶ ὁ
Ἀϊνστάιν. Ὁ Ἀϊνστάιν τά κορόιδευε λίγο αὐτά, γιατί ἤξερε τί σημαίνει νά ἀναλύεται κάποιος. Τό
λένε καὶ οἱ Πατέρες ὅτι, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναλύεται πολύ, στό τέλος καταντάει σχιζοφρενής. Τό
βλέπετε καὶ ἐσεῖς ὅταν συνέχεια ψάχνετε γύρω ἀπό τόν ἑαυτό σας προσπαθώντας νά βρεῖς καὶ νά
ἀπαντήσεις στά ἀμέτρητα γιατί. Ἄσε τόν ἑαυτό σου, γιατί ἡ θεραπεία εἶναι ἀλλοῦ, στό νά βάλεις
μέσα σου τόν Θεό Λόγο.
274
Ὁ Ἀϊνστάιν ἔλεγε ἕναν μῦθο. Ὁ φρύνος ἔχει μόνο δύο πόδια, ἐνῶ ἡ σαρανταποδαρούσα σαράντα.
Κάποτε ὁ φρύνος ἔχοντας δίπλα του τήν σαρανταποδαρούσα, εἶχε μία σατανική ἰδέα. Ζήτησε
λοιπόν ἀπό τήν σαρανταποδαρούσα νά τοῦ ἐξηγήσει ἀπό ὅλα της τά πόδια, ὅταν κινεῖ τό πρῶτο καὶ
τό δεύτερο πόδι, μετά πῶς γίνεται ἡ κίνηση γιά νά μεταφέρει τό σῶμα της. Τότε ἡ
σαρανταποδαρούσα ἄρχισε νά σκέφτεται ποιό πόδι κινεῖ πρῶτο, ποιό δεύτερο, ποιό τρίτο ἀπό τά
ἑκατό καὶ στό τέλος ἀπό τήν πολλή κίνηση, δὲν μποροῦσε νά κινηθεῖ. Ἀπό τήν πολλή ἀνάλυση
διαλύθηκε.
Τό ἴδιο ἔλεγε ὁ Ἀϊνστάιν καὶ γιά τόν ἄνθρωπο. Ἔλεγε ὅτι τό πόδι μας ἔχει κάπου ἑκατό μύες γιά νά
τό κινήσουμε. Τί θά ὡφελήσει νά ξέρεις ποιός μῦς κινεῖται πρῶτος , δεύτερος , τρίτος κοκ.; Στό
τέλος θα καταντήσεις παράλυτος.
Ἔτσι καὶ τήν ψυχή δὲν ὡφελεῖ νά τήν ἀναλύουμε πολύ, ἀλλά νά τῆς δίνουμε τό φάρμακο, πού εἶναι
ὁ Χριστός. Οἱ Πατέρες τό λένε πολύ ὡραῖα «νά κινοῦμε τήν ψυχή πρός τόν Χριστό». Εἶναι ἡ
θεμελιώδης θεραπευτική τομή. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς
–πού εἶναι κορυφαῖοι θά λέγαμε ψυχοθεραπευτές- καὶ μᾶς λένε ὅτι ἡ ψυχή μας ἔχει ἀπό τόν Θεό
μέσα της, αὐτήν τήν τάση νά κινηθεῖ. Δὲν πρέπει ὅμως νά κινηθεῖ ὁριζόντια, ὅπως κάνουμε
συνέχεια οἱ ἄνθρωποι καὶ τρέχουμε δεξιά καὶ ἀριστερά σάν παλαβοί, νομίζοντας ὅτι κάνουμε κάτι
σωστό. Πρέπει νά κινηθεῖ κατακόρυφα πρός τόν Θεό. Αὐτή εἶναι ἡ κίνηση πού θεραπεύει τήν
ψυχή. Καὶ βλέπετε ἡ Ἐκκλησία λέει νά κάνουμε ἀδιάλειπτη προσευχή, νηστεία, μετάνοιες. Ὅλα
αὐτά εἶναι ἡ κίνηση πρός τόν Θεό, πού θεραπεύει τήν ψυχή μας. Εἶναι καίρια θεραπευτική τομή.
Μία δεύτερη θεραπεία σύμφωνα μέ τούς δύο ἁγίους εἶναι ὅτι ὁ Θεός ἔχει βάλει μέσα στήν ψυχή
μας μία νοερά δύναμη πρός ἡδονή. Ἔχει μία τάση ἡ ψυχή νά ἀναζητήσει τήν ἡδονή πρός τόν Θεό,
νά ἀγαπήσει τόν Θεό, νά βρεῖ τόν Θεῖο ἔρωτα. Εἶναι καί αὐτό καίριο φάρμακο. Αὐτήν τήν τάση
πρός ἡδονή ὁ Θεός δὲν τήν ἔβαλε –λέει ὁ Ἅγιος Μάξιμος- στίς αἰσθήσεις. Τήν ἔβαλε στήν ψυχή,
γιά νά κινηθεῖ πρός τόν Θεό καὶ νά ζητήσει τήν ὑπέρτατη ἡδονή. Ἄν δὲν πάει πρός τά ἐκεῖ ὁ
ἄνθρωπος, ἄν δὲν ζητήσει τήν ἡδονή πρός τόν Θεό, τότε γεμίζει μέ ἡδονή τίς αἰσθήσεις. Τότε
ἀναζητάει στά ὁριζόντια μεγέθη τήν ἡδονή καὶ ἀπό ἐκεῖ ἀρχίζει ἡ ἁμαρτία. Ἀντί νά πάει πρός τόν
Θεό, προσπαθώντας νά Τόν ἀγαπήσει, ἀγαπάει τά κτίσματα καὶ προσπαθεῖ ἀπό αὐτά νά πάρει αὐτό
πού δὲν πῆρε σωστά ἀπό τόν Θεό. Τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἄνθρωπος τῆς ἡδονῆς. Τότε ἀρχίζει νά
τρώει, νά ἀναζητάει τήν ἡδονή ἀπό τό φαγητό, ἀπό τά θεάματα, ἀπό τήν σάρκα, ἀπό τούς ἐπαίνους
τοῦ κόσμου κ.ο.κ. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὑποδουλώνεται στίς ἡδονές μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις. Αὐτό τοῦ
συμβαίνει, γιατί δὲν κινήθηκε ὅλος ὁ ἄνθρωπος καὶ οἱ αἰσθήσεις του πρός τόν Θεό.
Λέει πολύ ὡραῖα ὁ Ἅγιος Μάξιμος, ὅτι δὲν ἔβαλε ἡδονή στίς αἰσθήσεις μας ὁ Θεός, ἀλλά ἐμεῖς. Οἱ
αἰσθήσεις μας, ὅταν λειτουργοῦν σωστά, δὲν μᾶς δίνουν ἡδονή, ἀλλά στρέφονται πρός τόν Θεό καὶ
ἀπό ἐκεῖ ρουφᾶνε τήν ἡδονή. Τότε ὅλος ὁ ἄνθρωπος ἐν πάσῃ αἰσθήσει παίρνει αὐτήν τήν ὑπέρτατη
ἡδονή, πού προκύπτει ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό, ἀπό τόν Θεῖο Ἔρωτα. Αὐτός εἶναι ὁ
φυσιολογικός ἄνθρωπος, πού κινεῖται σύμφωνα μέ τίς προδιαγραφές του.
Ὅταν λοιπόν κάποιος ἄνθρωπος κινεῖται ὁριζόντια, ὅταν ἀναζητᾷ τίς ἡδονές στά ὁριζόντια μεγέθη,
εἶναι ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ἔχει ἀστοχήσει, δὲν ἔφτασε στό «καθ’ὁμοίωσιν». Αὐτό εἶναι καίριο
σημεῖο γιά τά παιδιά πού ἀναζητοῦν τήν ἡδονή μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις. Πρέπει νά τά βοηθήσουμε
σέ αὐτό.
Ἐδῶ λοιπόν ἔρχεται ὁ Θεός καὶ μᾶς δίνει τό φάρμακο τῆς ἡδονῆς, πού εἶναι ἡ ὀδύνη. Δὲν μᾶς
ἐγκαταλείπει ὁ Θεός, παρόλο πού σφάλαμε ἀγαπώντας τά κτίσματα καὶ ὅχι Αὐτόν.
Ἡ ὀδύνη λοιπόν, ὁ πόνος χαλιναγωγεῖ τήν λάθος ἡδονή πού περνάει μέσα ἀπό τίς αἰσθήσεις.
Ὁδηγούμαστε μέσω τῆς ὀδύνης γιά παράδειγμα στήν νηστεία, ὥστε νά καταπολεμήσουμε τό πάθος
τῆς γαστριμαργίας πού ἀποκτήσαμε. Ἔτσι νηστεύουμε Τετάρτη, Παρασκευή, Χριστούγεννα,
Μεγάλη Σαρακοστή κοκ. Αὐτό γίνεται, ὥστε μέσα ἀπό αὐτόν τόν πόνο, αὐτήν τήν στέρηση, νά
καταπολεμήσουμε αὐτήν τήν λάθος ἡδονή, μέχρι νά φτάσουμε στό σημεῖο νά ἀδιαφοροῦμε γιά τήν
275
ἡδονή πού παίρνουμε ἀπό τό φαγητό.
Ἔτσι λοιπόν θά μπορέσουμε νά ἀπελευθερωθοῦμε ἀπό τίς ἡδονές καὶ νά μᾶς γεμίζει μόνο ἡ
ὑπέρτατη ἡδονή πού νιώθουμε, ὅταν κινούμαστε πρός τόν Θεό. Αὐτό πρέπει νά βοηθήσουμε καὶ τά
παιδιά νά τό κάνουν. Νά μὴν τούς δίνουμε πράγματα πού τρέφουν τίς ἡδονές τῶν αἰσθήσεων. Θά
πεῖτε «μά δὲν θά τούς δώσουμε ἕνα γλυκό;». Δὲν λέω νά μὴν τούς δώσουμε, ἀλλά τό πολυτελές καὶ
τό τρυφηλό, αὐτό πού δημιουργεῖ ἄκρατη καλοπέραση, αὐτό δὲν πρέπει νά τό δίνουμε. Νά τά
μαθαίνουμε τά παιδιά στήν ἐγκράτεια καὶ τήν ἄσκηση, νά τά ἀσκοῦμε.
Ὑπάρχει μία ἀντίληψη πού λέει ὅτι τά παιδιά εἶναι μικρά καὶ δὲν πρέπει νά νηστεύουν. Αὐτή ἡ
ἀντίληψη εἶναι λάθος. Διαβάστε στόν Ἀγιο Νικόδημο πού ἀναφέρεται ὅτι καὶ τά παιδιά πρέπει νά
νηστεύουν. Αὐτό ἰσχύει, γιατί ἡ ἀγωγή ἔγκειται ἀκριβῶς ἐκεῖ, στό νά μάθουμε τό παιδί νά ἀναζητᾷ
τήν ἡδονή στήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καὶ ὄχι πρός τά ὑλικά. Ἄν δὲν τό κάνουμε αὐτό, μετά θά γίνει
ὑποδουλωμένο, μετά ὅταν θά φτάσει στήν ἐφηβεία, θά γίνει δοῦλος στά σαρκικά. Μετά πώς θά τό
βοηθήσεις τό παιδί, ἀφού ἤδη τό ἔχεις καταστρέψει. Ἀντίθετα βλέπετε ὅτι στίς ζωές τῶν ἁγίων μας
τά παιδάκια ἀπό βρέφη ἀκόμα νηστεύουν.
Πρέπει νά μάθουμε τό παιδί νά κινεῖται πρός τόν Θεό, νά προσεύχεται. Νά μὴν τό κινοῦμε γιά νά
ἐπιβληθοῦμε στό περιβάλλον του. Μερικοί γονείς προτρέπουν τά παιδιά τους νά ἀποκτήσουν
προσόντα καὶ πτυχία, ὥστε νά ἐπιβιώσει στήν ἀνταγωνιστική κοινωνία πού ὑπάρχει. Πού εἶναι ὁ
Θεός σέ ὅλα αὐτά; Μέ αὐτόν τόν τρόπο βάζουμε τό παιδί νά κινηθεῖ στά ὁριζόντια. Ἔτσι, ὅχι μόνο
τό παιδί δὲν θεραπεύεται, ἀλλά τό καταστρέφουν. Ἄν ἀντίθετα τό μάθεις νά προσεύχεται καὶ ὅλα
τά λεγόμενα προβλήματα νά τά κάνει προσευχή, τότε τό θεραπεύεις. Τότε κινεῖται πρός τόν Θεό,
σύμφωνα μὲ τίς προδιαγραφές του.
Πρέπει νά φτάσουμε οἱ ἄνθρωποι σέ ἕνα σημεῖο, πού ὁ Ἅγιος Μάξιμος τό λέει πολύ ὄμορφα
σημεῖο τῆς ἀτρεψίας. Νά γίνει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος ἄτρεπτος, νά ξεφύγει ἀπό τά πάθη του, νά
καθαριστεῖ ἡ ψυχή του ἀπό τίς ἡδονές καὶ νά σταματήσει κατά κάποιο τρόπο. Στήν
πραγματικότητα ὅμως δὲν σταματᾷ, γιατί εἶναι μέσα στόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἄπειρος. Φτάνει
ὅμως ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτό τό σημεῖο πού φαίνεται ὅτι σταματᾷ, ἀλλά δὲν σταματᾷ, ἁπλῶς γίνεται
ἄτρεπτος, δὲν γυρνάει δηλαδή πίσω μετά. Τότε φτάνει στήν ἔκσταση ἀπό ὅπου ὁ ἄνθρωπος δὲν
θέλει νά γυρίσει πίσω καὶ εἶναι πολύ δύσκολο νά ἁμαρτήσει. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φτάσει σέ αὐτό τό
σημεῖο ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος στόν φωτισμό.
Ἡ Πατερική παράδοση ἔχει τρία στάδια θεραπείας τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ αὐτά εἶναι ἡ
κάθαρση, ὁ φωτισμός καὶ ἡ θέωση. Ὅταν προχωρήσει ὁ ἄνθρωπος στήν κάθαρση κόβοντας τά
πάθη του μέ τήν μετάνοια καὶ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, φτάνει στόν φωτισμό, ὅπου γίνεται
ἄτρεπτος, εἶναι πολύ δύσκολο νά πέσει σέ ἁμαρτία, φτάνει στήν ἔκσταση. Εἶναι τό σημεῖο τοῦ
πλήρους φωτισμοῦ ὅπου πλέον ὁ ἄνθρωπος δὲν προσεύχεται ὁ ἴδιος, ἀλλά ἔχοντας ἐνεργοποιήσει
τήν χάρη πού πῆρε μέ τό Ἅγιο Βάπτισμα, ἀκούει τό Ἅγιο Πνεῦμα πού προσεύχεται μέσα του. Εἶναι
αὐτό πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ‘’Τό Πνεῦμα κράζει μέσα μου «Ἀββᾶ, ὁ πατήρ»’’. Τότε ὁ
ἄνθρωπος συμμετέχει στίς προσευχές πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του. Αὐτή εἶναι ἡ
κατάσταση τῆς ὑγείας τῆς ψυχῆς.
Ἀπό τήν ἔκσταση συνεχίζεις νά κινεῖσαι πρός τόν Θεό, καὶ, ἄν τό ἐπιτρέψει ὁ Θεός φτάνεις καὶ στό
τρίτο στάδιο, πού τό λένε οἱ Πατέρες, θέωση.
 Χρειάζεται ἡ ψυχολογία στό νά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή; Ποια εἶναι ἡ θέση τῶν Πατέρων;
Ὁ πατήρ Παΐσιος λέει « Αὐτοί πού δὲν εἶναι καλά πνευματικά ( εἶναι ἄρρωστοι δηλαδή
πνευματικά), εἶναι μερικοί ἱερωμένοι πού σπουδάζουν ψυχολογία γιά να βοηθήσουν τίς ψυχές μέ
ἀνθρώπινες τέχνες». Κυριαρχεῖ καὶ αὐτή ἡ ἀντίληψη ὅτι, ἄν ὁ Πνευματικός εἶναι καὶ ψυχολόγος,
εἶναι καλύτερα. Γιατί; Τί ἔχει νά πάρει ἡ Ὀρθοδοξία ἀπό μία αἵρεση; Ἀπολύτως τίποτα. Βλέπετε
δὲν διστάζει ὁ γέροντας νά πεῖ τήν ἀλήθεια, γιατί δυστυχῶς ἡ ἀλλοτρίωση ἔχει μπεῖ καὶ μέσα στούς
χώρους τῆς Ἐκκλησίας. Φτάσανε κάποιοι μάλιστα νά λένε πώς γιά νά γίνει κάποιος ἱερέας πρέπει
276
νά περνάει ἀπό ἐπιτροπή ψυχιάτρων. Αὐτό προτάθηκε ἐπίσημα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Νά
γνωμοδοτοῦν οἱ ψυχίατροι, ἄν κάποιος εἶναι κατάλληλος γιά ἱερέας. Αὐτή μάλιστα ἡ γνωμοδότηση
πρότειναν νά ἐπαναλαμβάνεται στά τρία χρόνια. Εἴδατε πού φτάσαμε. Εὐτυχῶς δὲν ψηφίστηκε
αὐτό. Ὅμως καὶ τό ὅτι ὑπάρχει σάν πρόταση καὶ ξεκίνησε μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, δείχνει
πόσο ἔχουμε ἐπηρεαστεῖ ἀπό αὐτήν τήν αἵρεση, τήν ψυχολογία.
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει πολύ συγκεκριμένη μέθοδο πού μᾶς θεραπεύει, ἄσχετα ἄν δέν τήν ξέρουν οὔτε
κἄν κάποιοι ἱερείς. Εἶναι δυστύχημα αὐτό, ἀλλά ὑπάρχει.
Ἦτανε κάποτε κάποιος πνευματικός πού ἔκανε καρτέλες, ὅπως κάνει ἀντίστοιχα ἕνας γιατρός πού
κρατάει τό ἱστορικό τοῦ ἀσθενή. Ἔτσι ἔκανε καὶ ὁ Πνευματικός γιά τά πνευματικά του παιδιά.
Κρατοῦσε σημειώσεις στίς καρτέλες του καθενός γιά τίς ἁμαρτίες πού ἔλεγε κάθε φορά ὁ
ἐξομολογούμενος, γιά το ποιές ἁμαρτίες ἐπαναλάμβανε ποιές ὄχι. Στό τέλος ὅμως ἄρχισε νά
βλάπτει τούς «ἀσθενεῖς»του. Ἀντί νά κάνει καλό, ἔκανε ζημιά, γιατί δὲν θεραπεύεται ὁ ἄνθρωπος
μέ ἀνθρώπινες μεθοδολογίες καὶ τέχνες. Τό μυστήριο τῆς πνευματικῆς πατρότητας δὲν ἀναλύεται,
δὲν μπαίνει μέσα σέ αὐτό ἡ ἐπιστημονική μεθοδολογία. Τόν ἄνθρωπο κάθε φορά πού ἔρχεται νά
ἐξομολογηθεῖ, τόν βλέπεις ἐκείνη τήν στιγμή, τό παρελθόν του δὲν πρέπει νά τό βλέπει κανείς. Οἱ
Πατέρες συμβουλέυουν νά μὴν γυρίζουμε στο παρελθόν, ἐνῶ ἡ ψυχανάλυση λέει τό ἀντίθετο. Ἡ
ψυχανάλυση προτρέπει τόν ἄνθρωπο, νά ψάξει στό παρελθόν του, νά βγάλει ἐπάνω τά ἐσώψυχά
του σὰν ἀφρούς πού βγάζει ἡ θάλασσα.
Ἡ ἐξομολόγηση λοιπόν λέει πώς ἀπό τήν στιγμή πού ἐξομολογούμαστε μία ἁμαρτία, δὲν πρέπει νά
ἀναμοχλεύουμε τό παρελθόν καὶ νά γυρνᾶμε σέ αὐτήν. Οἱ ἄνθρωποι αὐτό πού παθαίνουν μέ τήν
μνησικακία καὶ θυμοῦνται τό κακό πού τούς ἔκαναν οἱ ἄλλοι, προκαλεῖ κακό καὶ ἀρρωσταίνει τήν
ψυχή τους. Καὶ φυσικά αὐτό δὲν εἶναι μετάνοια. Ἀφήνουν αὐτό τό πάθος νά κυριαρχεῖ μέσα τους.
Μά καὶ τότε δὲν καταφέρνουν τίποτα, ἀφοῦ τό ἐξομολογήθηκαν καὶ δὲν τό σταμάτησαν. Ἡ
θεραπεία εἶναι νά τό ξεχάσεις.
Ἡ ψυχανάλυση ἀκόμα βάζει τούς ἀνθρώπους νά ψάχνουν τά ὄνειρά τους. Σέ αὐτούς πού δὲν ἔχουν
ὄνειρα, τούς τά δημιουργεῖ αὐτή, κάνοντας τους ὕπνωση, πράγμα δαιμονικό. Οἱ πατέρες τό λένε
ξεκάθαρα ὅτι τά πιό πολλά ὄνειρα εἶναι ἀπό τούς δαίμονες. Λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος
ὅτι, ὅποιος ἀσχολεῖται μέ τά ὄνειρα, στό τέλος καταντάει τρελός, σχιζοφρενής.
Συνεχίζοντας ὁ πατήρ Παΐσιος ἀναφέρει « Τό παρέξενο εἶναι πού οἱ δάσκαλοί τους οἱ ψυχολόγοι
δὲν πιστεύουν στόν Θεό καὶ δὲν παραδέχονται οὔτε τήν ψυχή, ἤ τήν δέχονται μέ ἕναν δικό τους
τρόπο. Ἀπό αὐτήν τήν πράξη τους, οἱ κληρικοί αὐτοί φανερώνουν ὅτι πραγματικά εἶναι
ἅρρωστοι…». Πράγματι στήν ψυχιατρική πηγαίνουν αὐτοί πού ἔχουν πρόβλημα, ὥστε νά
αὐτοθεραπευτούν. Στήν οὐσία ὅμως μπερδεύονται χειρότερα. Ἔχουν κατορθώσει ὅλοι αὐτοί οἱ
ψυχοθεραπευτές τό ἀκατόρθωτο, νά πολλαπλασιάσουν τούς ψυχικά ἀσθενεῖς, ὅχι νά τούς
θεραπεύσουν. Οἱ ψυχικές γνώσεις εἶναι στήν κορυφή τῶν νοσημάτων σήμερα στήν ἀνθρωπότητα.
«… καί ἔχουν ἀνάγκη ἀπό ἁγιοπατερικές ἐξετάσεις…». Βλέπετε; Ἀντιστρέφει ὁ πατήρ Παΐσιος
τούς ὅρους.
«…Καί ἀφού θεραπευτοῦν, τότε θά διακρίνουν καὶ μόνοι τους τό ἄρρωστο αὐτό πνεῦμα καὶ θά
γνωρίσουν παράλληλα καὶ τήν Θεία Χάρη, γιά νά χρησιμοποιοῦν στό ἐξῆς στίς ψυχές πού πάσχουν
τήν Θεία Ἐνέργεια καὶ ὄχι τίς ἀνθρώπινες τέχνες». Βλέπετε πώς ὁ πατήρ τά λέει πολύ ἁπλά καὶ
ξεκάθαρα. Δὲν θεραπεύεσαι μέ τίς ἀνθρώπινες ἐνέργειες οὔτε καὶ ὁ Πνευματικός θεραπεύει μέ
ἀνθρώπινο τρόπο. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι πού θεραπεύει τόν ἄνθρωπο.
Σέ τί ἔγκειται ἡ βοήθεια πού θά σοῦ δώσει ὁ Πνευματικός; Εἶναι ἀκριβῶς αὐτό, τό ὅτι θά σέ
βοηθήσει νά πάρεις τήν χάρη καὶ νά σοῦ πεῖ πολύ ἀπλά πράγματα, νά κάνεις προσευχή. Θά
σκεφτεῖς «καλά τόσο ἁπλά; Δέν θά μοῦ πεῖ κάτι συνταρακτικό;» Μά τί συνταρακτικό νά πεῖ ὁ
Πνευματικός ἀφοῦ τό μόνο πού θά θεραπεύσει τήν ψυχή του εἶναι νά κινηθεῖ πρός τόν Θεό. Ὅσο ὁ
ἄνθρωπος ἐπιμένει νά μὴν κινεῖται πρός τόν Θεό, νά μὴν ζεῖ δηλαδή ὅπως λέει ἡ Έκκλησία, τότε θά
277
εἶναι ἄρρωστος, γιατί πηγαίνει κόντρα στίς προδιαγραφές του.
Ἀντίστοιχα, ἄν ἀγοράσει κάποιος ἕνα αὐτοκίνητο καὶ τό παρατήσει στό γκαράζ, χωρίς νά τό
κινήσει, θά ἀρχίζει νά χαλάει ἡ μπαταρία του, νά σαπίζει ὁ σκελετός. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι
φτιαγμένος νά κινεῖται, ἀλλά ὁριζόντια. Ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι εἶναι ὑγιής ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι
δραστήριος καὶ κινεῖται μέσα σέ ὅλα καὶ ἅρρωστο κάποιον πού εἶναι καταθλιμμένο καὶ δὲν κινεῖται
καθόλου. Στήν οὐσία ὅμως καὶ οἱ δύο ἅρρωστοι θά εἶναι ὅσο δὲν κινοῦνται πρός τόν Θεό. Αὐτό
κάνει ὁ Πνευματικός, βοηθάει τόν ἄνθρωπο νά κινηθεῖ πρός τόν Θεό, ὥστε νά πάρει τό φάρμακο,
πού εἶναι ἡ Θεία Χάρη. Τό δεύτερο φάρμακο πού δίνει ὁ Πνευματικός εἶναι νά βοηθήσει τόν
ἄνθρωπο νά ἁγαπήσει τόν Θεό, μέσα ἀπό τήν προσευχή πού θά τόν ὁδηγήσει νά ἀναζητήσει τόν
Θεῖο Ἕρωτα. Καὶ αὐτό πάλι γίνεται μέ τήν ὁδύνη, τόν ἀσκητικό πόνο, ὥστε νά μπορέσει νά
ἐλευθερώσει τίς αἱσθήσεις καὶ τήν ψυχή του ἀπό τήν ὑποδούλωση πού ἔχει στίς ἡδονές τῶν
αἰσθήσεων. Καὶ ἐκεῖ πρέπει νά πονέσει, νά ἀσκηθεῖ. Ξέρετε, γιά παράδειγμα πόσο εὔκολο εἶναι νά
θεραπευτοῦν οἱ ναρκομανεῖς, μέ τά δύο αὐτά φάρμακα τῆς Ἐκκλησίας; Ἄν δὲν δώσεις σέ αὐτά τά
παιδιά αὐτήν τήν κίνηση πρός τόν Θεό, ἄν δὲν τά βοηθήσεις νά προσεύχονται καὶ τόν ἀσκητικό
πόνο, τότε ἀκόμα καὶ ἄν δείχνουν ὅτι εἶναι καλά, αὐτό κάποια στιγμή θά ἀλλάξει καὶ θά γυρίσουν
ξανά στά ἴδια. Δὲν λέω ὅτι καὶ ἡ μεθαδόνη ὅπως καὶ ἀντίστοιχα ἄλλα φάρμακα τῆς Ἰατρικῆς δὲν
βοηθᾶνε, ἀλλά τά οὐσιαστικά φάρμακα πού θά τούς γιατρέψουν εἶναι ἡ κίνηση πρός τόν Θεό καὶ ἡ
ὀδύνη. Ἡ ἀρρώστιά τους ὁφείλεται στό ὅτι κινήθηκαν στήν ἀναζήτηση τῆς ἡδονῆς σέ λάθος
κατεύθυνση, ἀναζητώντας την μέσα ἀπό αὐτές τίς οὐσίες.
Γιά νά ἀπελευθερωθεῖ κάποιος τώρα ἀπό αὐτήν τήν ἡδονή, πρέπει νά πονέσει, νά νηστέψει, νά
ἐγκρατευτεῖ, νά μπεῖ σέ αὐτήν τήν θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό εἶναι πολύ εὔκολο. Βλέπετε
ὅμως πώς καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀκόμα ἄν φτιάξει τέτοια ἱδρύματα πολύ φοβᾶμαι πώς θά τά γεμίσει
δυστυχῶς μέ ψυχολόγους. Ἔτσι κάναμε καὶ στά σχολεῖα μας. Μέ νόμο τοῦ κράτους, διώξανε τούς
Πνευματικούς, ἀπαγορεύοντάς τους νά πηγαίνουν ἐκεῖ καὶ ὄχι μόνο φέρανε στήν θέση τους
ψυχολόγους, ἀλλά τους ἐπέτρεψαν καὶ νά ἐπιβάλλονται.
Συνεχίζει ὁ Ἅγιος Παΐσιος : «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βοηθηθεῖ νά πιστέψει στόν Θεό καὶ στήν μέλλουσα
ζωή, τήν αἰώνια, συλλάβει δηλαδή τό βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς καὶ μετανοήσει, ἀλλάξει ζωή,
ἔρχεται ἀμέσως ἡ θεία παρηγοριά,μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀλλοιώνει τόν ἄνθρωπο
διώχνοντας καὶ ὅλα τά κληρονομικά του». Λένε πώς ἡ κληρονομικότητα παίζει τεράστιο ρόλο.
Φυσικά καὶ παίζει. Ἄλλωστε καὶ ὁ πατήρ Πορφύριος ἔλεγε πώς κουβαλᾶμε μέσα μας ὅλον τόν
Ἀδάμ. Κουβαλᾶμε δηλαδή ὅλα τά θετικά καὶ ἀρνητικά βιώματα ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι σήμερα.
Ὅμως, αὐτό μπορεῖ νά ξεπεραστεῖ, δὲν εἴμαστε δοῦλοι τῆς κληρονομικότητας. Θά ξεπεραστεῖ μόνο
ὅταν μπεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μπεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία καὶ ζήσει ὀρθόδοξα,
ἐκκλησιαστικά.
Λέει ὀ Ἅγιος Παΐσιος «Ἔτσι ἔγινε σέ πολλούς ἀνθρώπους πού μετανόησαν. Ἀγωνίστηκαν μέ
φιλότιμο ταπεινά, χαριτώθηκαν καὶ ἔγιναν καὶ Ἅγιοι πού τούς προσκυνᾶμε τώρα μέ εὐλάβεια καὶ
ζητᾶμε καὶ τίς πρεσβεῖες τούς, ἐνῶ πρῶτα εἶχαν πολλά πάθη καὶ κληρονομικά». Μάλιστα ὁ
κατεξοχήν τρόπος νά θεραπευτοῦν τά κληρονομικά σύμφωνα μέ τόν πατήρ Πορφύριο, εἶναι «νά
κάνεις μία γενική ἐξομολόγηση». Νά πεῖς ὅλη σου τήν ζωή στόν Πνευματικό πού ὅση ὥρα μιλᾶς
προσεύχεται, στέλνοντας τήν χάρη τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ψυχή σου. Ὁ πατήρ Πορφύριος ἔβλεπε
μάλιστα καὶ πῶς ἐνεργοῦσε ἡ χάρις. Αὐτή κατά τόν Ἅγιο εἶναι ἡ Θεία, ἡ ἀληθινή ψυχανάλυση, ὁ
οποία δὲν εἶναι μόνο ψυχανάλυση, ἀλλά καὶ ψυχοθεραπεία.
Ἔτσι ἔχουμε ὅλους αὐτούς τούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι μήν νομίζετε ὅτι γεννήθηκαν
ἔτσι. Ἦταν ἄνθρωποι κατεστραμμένοι, ἠθικά, σωματικά καὶ πνευματικά. Μετανόησαν,
ἀκολουθώντας αὐτήν τήν θεραπευτική καὶ ἔγιναν ἅγιοι. «Γιά παράδειγμα» – λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος –
«ὁ Ὅσιος Μωυσῆς ὁ Αἰθίοπας ἦταν ἕνας ‘γκάνγκστερ’ τῆς ἐποχῆς του. Ἦταν πολύ σωματώδης καὶ
πολύ πονηρός. Ἦταν ἀρχηγός τῶν ληστῶν, ὁ πιό αἱμοβόρος ληστής μέ κληρονομική κακία. Μόλις
πίστεψε στόν Θεό, μετανόησε, ἀσκήθηκε καὶ ἔφυγαν ὄλα τά πάθη. Τόν ἐπισκέφτηκε ἡ χάρις τοῦ
278
Θεοῦ καὶ ἀξιώθηκε νά λάβει ἀκόμα καὶ τό προφητικό χάρισμα. Πέρασε δέ στήν εὐαισθησία ἀκόμα
καὶ τόν Μέγα Ἀρσένιο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἄκρως ἡσυχαστής καὶ πάρα πολύ ἔκλαιγε. Ξεπέρασε τόν
Μέγα Ἀρσένιο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπό τήν μεγαλύτερη ἀρχοντική οἰκογένεια τῆς Ρώμης, μέ
κληρονομικές ἀρετές καὶ ἐπιστημονική, μεγάλη μόρφωση.
Νά θυμηθῶ ἕνα ἄλλο περιστατικό ἀπό τόν πατέρα Παΐσιο. Λέει ὁ Ἅγιος «Ὅταν πήγαινα στήν
Αὐστραλία, ἦρθε ἡ ἀεροσυνοδός καὶ μοῦ ἔδωσε καραμέλες. Μόλις πήρα τήν καραμέλα, μοῦ εἶπε
καὶ ‘εὐχαριστῶ’. Καὶ λέω μέσα μοῦ ‘Πώ, πώ αὐτή ἔχει ξεπεράσει καὶ τόν Ἅγιο Ἰσαάκ τόν Σῦρο
στήν εὐαισθησία’». Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ ἔκανε προσευχή γιά ὅλους, ἀκόμη καὶ γιά τούς δαίμονες καὶ τά
φίδια. «Μόλις πήγα στήν Αὐστραλία ἄκουσα γιά αὐτούς τούς πολιτισμένους Εὐρωπαίους ὅτι
πηγαίναν σαφάρι στά δάση τῆς Αὐστραλίας καὶ σκότωναν τούς ὁμογενεῖς». Δὲν σκότωναν ζῶα,
ἀλλά ἀνθρώπους. Αὐτοί οἱ ‘πολιτισμένοι’, ἐμεῖς δηλαδή πού εἴμαστε τόσο εὐαίσθητοι. Τί
εὐαισθησία εἶναι αὐτή; Μία μεγάλη ὑποκρισία εἶναι. Εἶναι θεραπευμένος ἄνθρωπος αὐτός; Ὅχι,
εἶναι ἕνας μεγάλος ὑποκριτής.
Λέει ὁ γέροντας «Ἑπομένως τό πᾶν εἶναι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ τήν ψυχή μπορεῖ νά τήν βοηθήσει
ΜΟΝΟ χαριτωμένος Πνευματικός καὶ κανείς ἄλλος. Μέ πίστη πού ἀγαπάει τήν ψυχή καὶ τήν
πονάει, γιατί γνωρίζει τήν μεγάλη της ἀξία. Τήν βοηθάει στήν μετάνοια, τήν ξελαφρώνει μέ τήν
ἐξομολόγηση, τήν ἐλευθερώνει ἀπό τό ἄγχος καὶ τήν ὁδηγεῖ στόν Παράδεισο. Ἤ πετάει τόν
λογισμό μέ τόν ὁποῖο βασανίζει τήν εὐαίσθητη ψυχή ὁ πονηρός καὶ θεραπεύεται». Πολλές φορές
ἐμεῖς πνιγόμαστε μέ ἕναν λογισμό. Ἄλλωστε ἔλεγε καὶ ὁ πατήρ Παΐσιος ὅτι ἡ μεγαλύτερη
ἀρρώστια, εἶναι οἱ λογισμοί γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο. Μᾶς κυριεύει λοιπόν αὐτό τό πράγμα.
Αὐτό οἱ ψυχολόγοι τό ὀνομάζουν «ἔμμονες ἰδέες», ἀλλά οὐσιαστικά εἶναι πειρασμικά πράγματα.
Πῶς θά θεραπευτεῖ αὐτό, ἄν δὲν ἐξομολογηθεῖς; Ἄν δὲν προδώσεις τόν διάβολο, δὲν φεύγει, γιατί
εἶναι πονηρό πνεῦμα. Οἱ ψυχολόγοι ἀπό τήν ἄλλη θεωροῦν ὅτι δὲν εἶναι κάτι φοβερό αὐτό πού μᾶς
στοιχειώνει. Λένε ὅτι εἶναι κάτι πού πηγάζει ἀπό τήν παιδική μας ἡλικία καὶ πρέπει νά τό
ξεπεράσουμε, νά βγάλουμε αὐτές τίς ἔνοχες ἱδέες. Ἔτσι μᾶς κάνουν ἀπενοχοποίηση, ἀφήνοντας
μας μετά ἐλεύθερους νά κάνουμε τά πάντα. Κι ἔτσι θεραπεύτηκες; Ὄχι, ἔτσι χειροτερεύουμε τήν
κατάσταση, γιατί ὅταν ἀφήσουμε τά ἔνστικτά καὶ τά πάθη μας ἀχαλίνωτα, δηλαδή τό ζωῶδες
κομμάτι, ἡ ψυχή ὅση λογικότητα διατηρεῖ, στό τέλος θά τήν χάσει. Ἔτσι θά φτάσει σέ πλήρη
διάλυση καὶ σχιζοφρένεια.
Αὐτός ὁ γιατρός ἀναφέρει ἕνα περιστατικό ἀπό ἕναν θεολόγο. Ὁ θεολόγος, εἶχε μπεῖ στήν
θεραπευτική τῆς ψυχανάλυσης. Ὅταν μετά ἀπό χρόνο ὁ ἰατρός τόν ρώτησε, ἄν κάνει καθόλου
προσευχή, ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε ὅτι πλέον δὲν μπορεῖ νά κάνει καθόλου προσευχή. Ἀπό τήν πολλή
ψυχανάλυση πού ἔκανε, διαλύθηκε τελείως ὁ ἄνθρωπος.
Συνεχίζοντας ὁ πατήρ Παΐσιος λέει :«Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀρρώστια στόν κόσμο ἀπό τόν
λογισμό. Ὅταν δηλαδή πείσει ὁ διάβολος τόν ἄνθρωπο μέ λογισμούς ὅτι δὲν εἶναι καλά. Ὅπως καὶ
δὲν ὑπάρχει καὶ ἀνώτερος γιατρός σέ αὐτές τίς περιπτώσεις ἀπό τόν ἔμπειρο πνευματικό, πού
ἐμπνέει ἐμπιστοσύνη μέ τήν ἁγιότητά του καὶ πετάει αὐτούς τούς λογισμούς ἀπό τά εὐαίσθητα
πλάσματα τοῦ Θεοῦ καὶ θεραπεύει ψυχές καὶ σώματα, δίχως φάρμακα, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ
τὶς ἐξασφαλίζει στὸν Παράδεισο». Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἡσυχάζει καὶ γιατρεύεται.
Ἕνας ἄλλος Ρῶσος ἡσυχαστής, ὁ γέροντας Γαβριήλ, λέει ὅτι οἱ λογισμοί εἶναι οἱ χειρότεροι ἐχθροί
μας καὶ πρέπει νά τούς ἀποκαλύπτουμε, γιά νά ἀντιμετωπίσουμε ἐπιτυχῶς αὐτήν τήν δαιμονική
ὀρχήστρα. Βλέπετε ὅτι καὶ οἱ πατέρες τό λένε ξεκάθαρα ὅτι πρέπει νά ἀποκαλύπτουμε τούς
λογισμούς πού μᾶς ταλαιπωροῦν. Πού ὅμως νά τούς ἀποκαλύπτουμε; Ὄχι στόν ψυχοθεραπευτή καὶ
τόν ψυχίατρο. Αὐτοί δὲν μποροῦν νά μᾶς θεραπεύσουν, νά μᾶς δώσουν Χάρη. Πρέπει νά
προδώσουμε στόν Πνευματικό τόν διάβολο, ὥστε νά φύγει. Ἡ μεγαλύτερη χαρά τοῦ διαβόλου εἶναι
νά μὴν ἀποκαλύπτει ὁ ἄνθρωπος τούς λογισμούς του. Ἔλεγε ὁ πατήρ Πορφύριος ἀπευθυνόμενος
στίς γυναῖκες ( ὄχι ὅτι καὶ οἱ ἄνδρες δὲν τό κάνουν αὐτό) : «Ἑσεῖς οἱ γυναῖκες ἔχετε ἕνα δωμάτιο
παλιατζίδικο καὶ ἐκεῖ μέσα βάζετε ὅτι πράγμα παλαιό ἔχετε. Στό τέλος κλείνετε καὶ τήν πόρτα καὶ
279
νομίζετε ὅτι εἶστε ἐντάξει». Ἔτσι γίνεται καὶ στήν ψυχή. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕνα παλιατζίδικο καὶ
ἐκεῖ μέσα συσσωρεύει ὅλα αὐτά τά λεγόμενα ἀπωθημένα. Δὲν εἶναι ἀπωθημένα αὐτά. Αὐτά
ὀφείλονται στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὑποτάσσεται στήν δαιμονική ντροπή καὶ δὲν ἀποκαλύπτει τόν
ἑαυτό του στόν Πνευματικό. Ἔχει μέσα μιά τέτοια ἀποθήκη πού κάποια στιγμή θά ἀποκαλυφθεῖ ἄν
ὅχι σέ αὐτήν τήν ζωή, στήν Τελική Κρίση, στήν Δευτέρα Παρουσία. Γι’ αὐτό, πρέπει ὁ ἄνθρωπος
νά φροντίσει νά ἀδειάσει αὐτό τό παλιατζίδικο, ὅλες τίς ἰδέες, τίς ἐνοχές, τίς ἁμαρτίες πού ἔχει
συσσωρεύσει καὶ ἀπό δαιμονική ἐπήρεια δὲν τά ἔχει πεῖ στόν Πνευματικό.
Ὅλοι αὐτοί οἱ λογισμοί κάνουν μία δαιμονική ὀρχήστρα. «Αὐτό μέτά» λέει ὀ γιατρός ἐδῶ,
«δημιουργεῖ καὶ ἕνα ρεσιτάλ ἀπό σωματικά ἐνοχλήματα». Ἕνας ἄνθρωπος δηλαδή πού δὲν ἔχει
ἐξομολογηθεῖ σωστά, μετά ἀποκτάει καὶ σωματικά νοσήματα, τά λεγόμενα ψυχοσωματικά.
Τό λένε οἱ Πατέρες ὅτι τό κυρίαρχο μέσα μᾶς εἶναι ἡ ψυχή πού ἀγκαλιάζει ὅλο τό σῶμα. Ὅταν ἡ
ψυχή εἶναι ὑγιής, τότε καὶ τό σῶμα εἶναι ὑγιές. Ὅταν βλέπουμε κάποιον ἄνθρωπο ἄρρωστο
σωματικά, πρέπει νά ψάξουμε τήν ψυχική του ἀρρώστια. Γι’αυτό ὅταν πήγαινε κάποιος στόν
Χριστό μας γιά νά τόν κάνει καλά σωματικά, Αὐτός τόν ἔκανε πρώτα καλά ψυχικά. Τοῦ ἔλεγε
«πιστεύεις ὅτι εἶμαι ὁ Θεός»; Ἄν Τόν πίστευε, μετά τόν θεράπευε καὶ σωματικά. Ἀντίθετα βλέπετε
στήν πατρίδα Του, τήν Ναζαρέτ, ὁ Χριστός δὲν μπόρεσε νά θεραπεύσει σωματικά κανέναν, γιατί
ὅπως λέει « εἶναι ἄπιστοι». Δὲν ἤθελαν νά ἀλλάξουν ζωή, δὲν Τόν πίστευσαν. Ζητᾶμε πράγματα
ἀπό τόν Χριστό καὶ μετά Τόν ἀγνοοῦμε. Ἔτσι πολλές φορές ὁ Θεός δὲν μᾶς πραγματοποιεῖ τίς
ἐπιθυμίες μας, γιατί ἔτσι δὲν θεραπευόμαστε στήν οὐσία. Ἀντίστοιχα καὶ στήν Ἐκκλησία πολλές
φορές πηγαίνουν ἐκεῖ ἁπλῶς γιά νά πάρουν κάτι καὶ μετά φεύγουν. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως πρέπει νά
τούς βοηθήσει, νά νοιαστεῖ γιά τό ποίμνιο, νά συμβουλεύσει σωστά τούς ἀνθρώπους
ἐνημερώνοντας τους ποιό εἶναι τό σωστό. Παραδείγματος χάριν κάποιος πού θέλει νά παντρευτεῖ
νά τοῦ πεῖ πώς πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ πρῶτα καὶ νά κοινωνήσει. Ἄν κάποιος γίνει νονός ἤ
κουμπάρος νά τόν ἐνημερώσει γιά τό τί πρέπει νά κάνει, τί εὐθύνες θά ἔχει ἀπέναντι στό μωρό. Νά
τοῦ πεῖ ἀναλυτικά ὅτι πρέπει αὐτό τό μωρό νά τό ἔχει ὑπό τήν πνευματική του προστασία, νά τό
κατηχήσει, νά τό μάθει νά ἐξομολογεῖται, ὅτι θά δώσει λόγο γιά τήν ψυχή τοῦ παιδιοῦ στόν Θεό.
Δὲν εἶναι νονός μόνο γιά νά χαμογελάει στό Μυστήριο. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως δυστυχῶς κινδυνεύει νά
ἐκπέσει σέ ἕνα γραφεῖο τελετουργιῶν, κλείνοντας μυστήρια καὶ ὁρίζοντας τιμές. Ἔτσι ὅμως δὲν
θεραπεύεται ὁ λαός.
Ὁ πατήρ Ἱερόθεος ὁ Βλάχος σέ ἕνα πολύ ὡραῖο βιβλίο τήν «Ὀρθόδοξη ψυχοθεραπεία», γράφει:
«Πολλοί σήμερα διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἔρθει σέ γνώση τοῦ ἐαυτοῦ του μέ τήν
αὐτοανάλυση καὶ τήν ψυχανάλυση, ἀλλά αὐτό εἶναι πλάνη καὶ μπορεῖ νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο σέ
φρικτά ἀποτελέσματα. Ὅταν κανείς αὐτοαναλύεται, τότε τό πιθανότερο εἶναι νά καταλήξει στήν
σχιζοφρένεια. Ἀντίθετα ἡ μέθοδος τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀσκητική, εἶναι πολύ ἀπλή. Ἐπιδιώκουμε μέ
τήν τήρηση τοῦ νοῦ, μέ τήν κάθαρση καὶ τήν ἐπιστροφή του στήν καρδιά διά τῆς μετανοίας καί τῆς
νοερᾶς προσευχῆς, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, νά ἐλευθερώσουμε τόν νοῦ μας ἀπό
τίς εἰκόνες καί τήν αἰχμαλωσία στά αἰσθητά πράγματα καὶ ἀπό τίς ἡδονές πού ἔρχονται ἀπό αὐτά.
Καὶ ἔτσι, ἐπιστρέφοντας στήν καρδιά, νά δεῖ τήν ἐρήμωσή του τήν ἐσωτερική». Αὐτό τό λέμε
μετάνοια. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται εἰς ἑαυτόν, ὅπως ἔκανε καὶ ὁ ἄσωτος. Τότε ἡ ἐνέργεια τῆς
ψυχῆς μας, ὁ νοῦς μας παύει αὐτήν τήν περιπλάνηση πού ἔχει στά πράγματα, στό περιβάλλον καὶ
ἐλευθερώνεται ἀπό αὐτήν τήν ὑποδούλωση πού ἔχει σέ αὐτό καὶ γυρνάει στήν καρδιά, ἐκεῖ πού
ἀνήκει. Ἡ κατοικία τοῦ νοῦ μας εἶναι ἠ καρδιά καὶ ἐκεῖ μέσα θά ἀρχίσει νά κινεῖται κυκλικά καὶ
πρός τόν Θεό. Τήν κίνηση αὐτήν τήν κάνει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ Ἐκκλησία ἐπαναφέρει τήν
νοερά ἐνέργεια στήν φυσιολογική λειτουργία. Ξαναγυρνάει ὁ νοῦς στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου καὶ
μέ τήν νοερά προσευχή, τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν καὶ τήν μετάνοια, ὁ ἄνθρωπος βλέπει τήν
ἐσωτερική του ἐρήμωση, τήν καταστροφή πού ἔχει κάνει ὁ ἴδιος στόν ἑαυτό του. Αὐτή εἶναι ἡ
ἀληθινή αὐτογνωσία. Δὲν γίνεται μέ ψυχαναλύσεις, ἀλλά μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὅταν κανείς προσεύχεται μέ τήν καρδιά του, τότε γνωρίζει τόν ἑαυτό του, τότε βλέπει τά πάθη του,
γιατί τότε ἀνοίγουν τά μάτια τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἀφενός, καὶ ἀφετέρου
280
ἐπειδή ὁ νοῦς προσεύχεται, τραβάει καὶ τό φῶς. Γιατί μπορεῖ νά ἔχεις μάτια, ἄν ὅμως δὲν ἔχουμε
φῶς δὲν θά μποροῦμε νά δοῦμε. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, ἔχει μάτι τόν νοῦ, ἀλλά τό μάτι αὐτό εἶναι
κλειστό, ὅσο ὁ ἄνθρωπος εἶναι στά πάθη καὶ στήν ἁμαρτία καὶ ὁ νοῦς του περιφέρεται ἐκτός
καρδιάς. Ὅταν γυρίσει ὁ νοῦς στήν καρδιά ἀνοίγει τό μάτι, ἀλλά καὶ πάλι δὲν μπορεῖ νά δεῖ, ἄν δὲν
ὑπάρχει καὶ φῶς, ἄν ὁ νοῦς δηλαδή δὲν ἀρχίσει νά ἀναφέρεται στόν Θεό, νά προσεύχεται. Ὅταν
ἔρθει καὶ τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τότε βλέπεις τά πάθη καὶ τήν ἐσωτερική σου καταστροφή. Αὐτή εἶναι ἡ
αὐτογνωσία. Τότε γνωρίζεις τόν ἑαυτό σου καὶ μπαίνεις μετά στήν διαδικασία τῆς ἀδιάλειπτης
προσευχῆς, ὥστε νά διώξεις ὅλα αὐτά τά θηρία πού ἔχουν μπεῖ μέσα στήν καρδιά σου καὶ ἔχουν
κάνουν κατοχή ἐκεῖ.
Μόνον ὅταν ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μέ τήν δική μας ἐργασία, φωτίσει τήν ψυχή, γνωρίζουμε κάθε
λεπτομέρεια τοῦ εἶναι μας, μέ ἀκρίβεια. Γι’ αὐτό ἡ κάθε λεπτομέρεια τοῦ νοῦ μας φανερώνει τήν
ὕπαρξη τῶν παθῶν. Ὁπότε, φωτιζόμενοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καὶ ἐνδυναμούμενοι ἀπό αὐτό,
μποροῦμε νά πολεμήσουμε ἑναντίον τους. Κί ἔτσι ἀρχίζει ἡ διαδικασία τῆς κάθαρσης, τό πρῶτο
στάδιο τῆς Πνευματικῆς ζωῆς. Καὶ τώρα ὁ καθένας ἄς ἀναρωτηθεῖ «Ἔχω μπεῖ σέ αὐτήν τήν
διαδικασία;», «ἔχω γυρίσει τόν νοῦ μου στήν καρδιά μου;», «ἔχω δεῖ τήν ἐσωτερική μου ἐρήμωση,
ἤ ἀκόμα εἶμαι ἔξω, περιφέρομαι καὶ βλέπω τά λάθη τῶν ἄλλων καὶ κατακρίνω καὶ ρίχνω τό
φταίξιμο στούς ἄλλους;» Ἄν ἰσχύει αὐτό , τότε δὲν ἔχει ἀρχίσει κἄν ἡ κάθαρση, δὲν ἔχουμε δεῖ τήν
ἐσωτερική μας ἐρήμωση καὶ τό ὅτι ἑμεῖς φταῖμε καὶ ἔχουμε τά θηρία μέσα μας καὶ θυμώνουμε,
κατακρίνουμε, ἔχουμε ἀνασφάλειες, φοβίες κτλ.
Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς εἶναι κυρίως καὶ προπαντώς ἡ ζωοποίηση καὶ ὁ φωτισμός τοῦ νοῦ. Δὲν εἶναι
ἁπλῶς ἡ εὕρεση τῶν ἀπωθημένων βιωμάτων. Ὁ Ἅγιος Διάδοχος ὁ Φωτικῆς τὸ λέγει σαφῶς: «νοῦν
καθαρῖσαι μόνου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐστὶν» (μὲ τὸν Θεὸ ἐνεργοῦντα καὶ τὸν ἄνθρωπο
συνεργοῦντα). Χρειάζεται αὐτή ἡ συνεργασία Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, ἀλλιῶς δὲν πρόκειται νά
καθαρίσεις.
Σᾶς εἶπα καὶ τό παράδειγμα τοῦ Ἀϊνστάιν πού φανερώνει σαφῶς ὅτι τό νά σκαλίζει κανείς τό
ἀσυνείδητό του, ὄχι μόνο δὲν βοηθάει, ἀλλά καταντάει τόν ἄνθρωπο καὶ σχιζοφρενή.
Ἔλεγε ὁ πατήρ Πορφύριος, ὅτι ὅλος ὁ κόσμος καὶ αὐτοί πού πιστεύουν καὶ αὐτοί πού δὲν
πιστεύουν, αὐτό τό πράγμα τούς τρώει. ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό, πού φέρνει τήν μοναξιά.
Ἔχουν γίνει τόσοι γιατροί, ψυχίατροι, ψυχαναλυτές, ψυχολόγοι καὶ δέχονται ἀσθενεῖς. Ποιούς
ἀσθενεῖς βρέ, ποιός εἶσαι ἐσύ πού δέχεσαι ἀσθενεῖς; Καὶ στό τέλος πάλι «Τί βλέπεις γιατρέ μου»;
«Δὲν εἶναι τίποτα, ἔχεις ἀνασφάλεια». Τι θά πεῖ ἀνασφάλεια; «Δὲν ἔχεις τίποτα πάρε ἕνα χαπάκι».
Μά γίνεται καλά ἡ ψυχή μας μέ ἕνα χαπάκι;
Θυμάμαι εἶχε ἔρθει ἕνας ψυχολόγος στό κελί μας ἐπάνω καὶ μᾶς εἶπε ὅτι ἦρθε γιατί τόν ἔπιασαν τά
ὑπαρξιακά του. Ἐν τῷ μεταξύ αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶχε γραφεῖο καὶ δεχόταν ἀσθενεῖς. Πῶς θά
βοηθήσει ἄλλους ἀνθρώπους, ἐνῶ ὁ ἴδιος πρῶτα δὲν ἔλυσε τά ὑπαρξιακά του, δὲν ἤξερε δηλαδή
γιατί ζεῖ! Μετά τί θεραπεία θά δώσει στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων ἀπό τούς ὁποίους θα πάρει καὶ ἕνα
σωρό λεφτά γιά τήν ὑποτιθέμενη θεραπεία.
Λέει ὁ πατήρ Πορφύριος: «Ἄν δὲν δώσεις τόν ἑαυτό σου στόν Θεό, τί νά σοῦ κάνει αὐτό τό χάπι
πού θά σοῦ δώσει ὁ ψυχίατρος; Θά σέ ναρκώσει σήμερα, ἀλλά αὔριο μπορεῖ νά σοῦ ρθεῖ πιό
μεγάλη συμφορά».
Καὶ ὁ πατήρ Παΐσιος πάλι λέει: «Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν Πνευματικό τους καὶ
τούς ἔχουν πνίξει οἱ λογισμοί καὶ τά πάθη καὶ καταλήγουν νά κάνουν ἐξομολόγηση στούς
ψυχιάτρους». Αὐτή ὅμως ἡ ἐξομολόγηση, δὲν θεραπεύει. Μία τέτοιου εἶδους ἐξομολόγηση ἦταν
καὶ αὐτό πού ἔκαναν οἱ γυναῖκες στα χωριά, τήν ρούγα. Μαζευόντουσαν καὶ ἔλεγαν τί τούς ἔκανε ὁ
ἄντρας τους, τά παιδιά τους κ.ο.κ. Ἔτσι ἔνιωθαν μία ψυχική ἀνακούφιση, ἀλλά δὲν θεραπεύονταν.
Ἴσα ἴσα φορτώνονταν πιο πολύ μέ τήν καταλαλιά.
281
Ἔτσι γεμίζουν οἱ ἄνθρωποι μέ πάθη καὶ προσπαθούν κάνοντας ἐξομολόγηση στούς ψυχιάτρους νά
λύσουν τό πρόβλημα πού τούς ἀπασχολεῖ. Μόλις περάσει λίγο διάστημα καὶ ξαναεμφανιστεῖ τό
πρόβλημα, κάνουν πάλι τά ἴδια. Ἡ ψυχανάλυση μπορεῖ νά κρατήσει καὶ 7 χρόνια. Μά καὶ τί θά βγεῖ
ἀπό ὅλη αὐτήν τήν ἱστορία; Στό τέλος πιο ἄρρωστοι βγαίνουμε. Ἐνῶ, ἄν τακτοποιηθεῖ κανείς
ἐσωτερικά, κοιμᾶται ἤρεμα χωρίς χάπια.
Τήν ἀδυναμία νά θεραπεύσουν τά φάρμακα τίς ψυχικές δυσκολίες, μοῦ τήν εἶχε τονίσει ὁ πατέρας
Πορφύριος πάρα πολλές φορές μέ τόν πιό κατηγορηματικό τρόπο: «Ε τι! Τό πιστεύεις αὐτό πού
σοῦ λέω; Τό ἔχεις δεῖ; Δὲν λύνονται μέ αὐτά τά προβλήματα τῶν ἀνθρώπων. Δὲν τά θέλω ἐγώ
αὐτά! Ψυχαναλυτικές καὶ ψυχιατρικές ἑρμηνεῖες καὶ θεραπεῖες ἀνθρωποκεντρικές θεωρίες τῶν
προβλημάτων μας».
Βλέπετε ὅτι στό κέντρο εἶναι ὁ ἄνθρωπος καὶ ὄχι ὁ Θεός. Θυμηθεῖτε αὐτό τό βιβλίο τοῦ
Ἀμερικανοῦ πού σᾶς ἔλεγα. Οὐσιαστικά εἶναι μία σέκτα αὐτολατρείας, ὁ ἄνθρωπος καταντάει νά
λατρεύει τόν ἑαυτό του. Ὅλη αὐτή ἡ ἐνασχόληση μέ τό ἐγώ καὶ τά προβλήματά μου, εἶναι αὐτό
πού εἶπε ὁ Χριστός «ἐκεῖνος πού θά ζητήσει τήν ψυχή του, θά τήν χάσει καὶ αὐτός πού θά μισήσει
τήν ψυχή του, θά τήν βρεῖ». Ἐννοεῖ ὅτι θά χαθεῖ ἡ ψυχή πού εἶναι κλεισμένη στό ἐγώ καὶ τά
προβλήματα τοῦ ἀνθρώπου καὶ γυρνάει γύρω-γύρω ἀπό αὐτές τίς ἐνέργειες τῆς ζωώδους ψυχῆς,
ἀγνοώντας τήν οὐσία τῆς, τόν λόγο, τήν λογική. Ἔτσι δὲν γίνεται τίποτα. Αὐτό πρέπει νά τό
μισήσουμε, νά Λογοποιηθεῖ ἡ ψυχή μας καὶ νά ἀρνηθοῦμε αὐτήν τήν ἐγωιστική αὐτοενασχόληση.
Συνεχίζει ὁ γέροντας : «Πᾶνε καὶ χάνουν τόσες ὧρες καὶ ξοδεύουν τόσα χρήματα. Δὲν ἔρχονται
στήν Ἐκκλησία μας, στόν Πνευματικό, νά τούς πεῖ τί κρύβεται πίσω ἀπό ὅσα τούς κάνουν νά
ὑποφέρουν καὶ νά γίνουν πραγματικά καλά». Ὁ γέροντας ὀνειρευόταν νά κάνει ἕνα μοναστήρι πού
νά εἶναι ἐφημερεύον, νά λειτουργεῖ ὅλες τίς ὧρες. Γιατί τό μοναστήρι εἶναι ἀκριβῶς ὁ χῶρος τῆς
ψυχοθεραπείας τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ ἔχει διασωθεῖ τό θεραπευτικό τριαδικό σχήμα κάθαρση,
φωτισμός, θέωση. Στίς ἐνορίες ὑπῆρχε τούς πρώτους αἰῶνες, ἀλλά τώρα ἔχει χαθεῖ. Μόνο ἄν
ὐπάρχει κανένας ἱερέας πού νά εἶναι κοντά στά μοναστήρια, τότε κάπως τό ἐνεργοποιεῖ αὐτό καὶ
στήν ἐνορία . Ἐκεῖ ὅμως πού διασώζεται καὶ μπορεῖ νά λειτουργήσει ἀποτελεσματικά, εἶναι στά
μοναστήρια. Ὁ πατήρ Πορφύριος λοιπόν ὀνειρευόταν ἕνα τέτοιο μονστήρι πού νά λειτουργεῖ 24
ὧρες τό 24ωρο. Ἔτσι, ἀνά πᾶσα στιγμή, ὅποιος ἔνιωθε τήν ἀνάγκη, θά πήγαινε ἐκεῖ γιά νά
θεραπευτεῖ ψυχικά. Γιά παράδειγμα, κάποιος στίς 2 τά ξημερώματα πού θέλει νά αὐτοκτονήσει, νά
μπορεῖ νά πάει στό μοναστήρι καὶ νά σωθεῖ. Γιατί πολλές φορές εἶναι ἐπείγοντα τά ψυχικά
προβλήματα. Μόνο ἐκεῖ μπορεῖ κάποιος νά γίνει καλά.
Δυστυχῶς γίνεται αὐτό τό μπέρδεμα –μετά λύπης μου τό λέω- στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν
ἱερέων καὶ λένε ὅτι, ὅποιος ἔχει ψυχολογικά προβλήματα, πρέπει νά πηγαίνει σέ ψυχίατρο γιατί ὁ
ἱερέας εἶναι μόνο γιά τά πνευματικά. Λές καὶ εἶναι διαφορετικά τά ψυχολογικά ἀπό τά πνευματικά!
Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τό λέει ξεκάθαρα ὅτι ὅλα τά προβλήματα εἶναι πνευματικά. Ὅλα συνδέονται
μεταξύ τους ,ὅσα κάνουμε.
Ὁ παππούλης ἀπάντησε σέ μία ἐρώτηση γραπτή κάποιου γιατροῦ: «Μωρέ τί εἶναι αὐτά τά
ἀπωθημένα πού γράφει; Ἄν ἔχουν σχέση μέ τό ψυχολογικό του πρόβλημα! Τί εἶναι αὐτά τά
κληρονομικά ; Ὅλα αὐτά πού γράφει εἶναι ἀπό τόν παλαιό ἄνθρωπο πού ἔχουμε μέσα μας». Ὅταν
λέει «παλαιό ἄνθρωπο», ἐννοεῖ τά πάθη. Ἀλλά βλέπετε τήν τεχνική τοῦ διαβόλου! Δὲν τά ὀνομάζει
πάθη, ἀλλά ἀπωθημένα. Δίνει ἄλλο ὄνομα, γιατί τά ὀνόματα ἔχουν τεράστια σημασία. Ὅταν
ἀλλάξεις τό ὄνομα τόν μπερδεύεις τόν ἄνθρωπο. Βλέπετε πῶς ἔχει καταφέρει ὁ διάβολος νά
μπερδέψει τούς ἀνθρώπους μέ λάθος ὁρολογία! Τοῦ λέει «ψυχολογία» καὶ ἐντυπωσιάζεται ὁ
ἄνθρωπος γιατί λέει ὅτι πρόκειται γία λόγο περί τῆς ψυχῆς. Κι ὅμως δὲν εἶναι λόγος γιά τήν ψυχή,
ἀλλά γιά τήν συμπεριφορά. Λέει «ψυχοθεραπεία», ἀλλά δὲν ἰσχύει, γιατί πρόκειται γιά μία
φιλοσοφική προσέγγιση, μία θρησκεία. Ἀντίστοιχα βλέπετε ὅτι καὶ οἱ δυτικοί μᾶς ἄλλαξαν ὅλη τήν
ἱστορική μνήμη, φορτώνοντάς μας λάθος ὄνομα καὶ μᾶς ὀνόμασαν «Βυζαντινούς». Ἐμεῖς ὅμως δὲν
εἴχαμε αὐτό τό ὄνομα. Ὀνομαζόμασταν Ρωμιοί. Ἀλλάζοντάς μας το ὄνομα, πέτυχαν νά ξεκόψουν
282
τήν Δυτική Ρωμιοσύνη, δηλαδή ὅλους τούς Ὀρθόδοξους Εὐρωπαίους, ἀπό τήν Ἀνατολική
Ρωμιοσύνη, τό Βυζάντιο. Τώρα αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἀφομοιώθηκαν. Στήν δυτική Εὐρώπη εἴχαμε
πολλούς Ὀρθοδόξους, ἀκόμα καὶ ἁγίους. Ἡ ἀλλαγή τοῦ ὀνόματος ὁδήγησε στό νά ἀποκοποῦμε.
Ἑμεῖς ὅμως εἴμαστε οἱ Ρωμαῖοι, οἱ διάδοχοι τοῦ Ρωμαϊκοῦ κράτους. Βλέπετε πόσο τεράστια
σημασία ἔχει ἡ ἀλλαγή τοῦ ὀνόματος; Γι’αὐτό κανείς πρέπει νά προσέχει καὶ τί ὁρολογία
χρησιμοποιεῖ καὶ νά μὴν ὑιοθετεῖ ἀβασάνιστα αὐτήν πού τοῦ «σερβίρουν».
Λέει ὁ ἄλλος τήν λέξη «ψυχιατρική», ἀφήνοντας νά καταλάβει ὁ ἄλλος πού τήν ἀκούει τήν λέξη
ὅτι γιατρεύει τήν ψυχή. Αὐτός ὅμως εἶναι ψευδής ὅρος. Ἡ ψυχιατρική γιατρεύει τό νευρικό
σύστημα, τό σωματικό μέγεθος, ὅχι τήν ψυχή. Κί ὅμως ἀκούγοντας κάποιος αὐτόν τόν ὅρο καὶ ἄν
ἔχει κάποιο πρόβλημα ψυχολογικό, ἐπιλέγει παραπλανημένος νά πάει στόν ψυχίατρο. Ἔτσι
καταλήγει νά παίρνει χάπια. Μά ἡ ψυχή εἶναι ἄυλη, πνευματική, δὲν θεραπεύεται μέ τά χάπια. Στό
ἐξωτερικό μάλιστα ἀρχίζουν καὶ διορθώνουν αὐτό τό πράγμα, μιλώντας γιά mental disease, γιά
θεραπευτική τῶν διανοητικῶν νόσων τοῦ ἐγκεφάλου.
Σέ ἕνα πνευματικό παιδί τοῦ πατρός Πορφυρίου, πού διάβαζε πολλά τέτοια ψυχαναλυτικά, εἶπε ὁ
πατήρ: «Νά πάρεις καὶ νά τά πετάξεις ὅλα αὐτά τά σχετικά μέ τήν ψυχανάλυση, γιατί σέ
μπερδεύουν, σοῦ κάνουν κακό, πού δὲν διορθώνεται μετά εὔκολα». Παρατηρῶ κί ἐγώ καὶ ἄλλους
ἀνθρώπους πού ἀσχολοῦνται μέ αὐτά πώς μπερδεύονται, χάνονται στό χάος μίας ὁρολογίας πού
στήν πραγματικότητα τίποτα δὲν ἀντιπροσωπεύει. Καὶ οἱ ἴδιοι ἀκόμα οἱ γιατροί δὲν ξέρουν τί
σημαίνουν ὅλοι οἱ ὅροι. Ἀντίθετα, οἱ πατέρες εἶναι ξεκάθαροι. Λένε ὅτι θα θεραπεύσεις αὐτήν τήν
νοερά ἐνέργεια, μέ συγκεκριμένο τρόπο καὶ θά ἔχεις αὐτό τό ἀποτέλεσμα καὶ ὅποιος τό κάνει θά
ἔχει πάντα τό ἴδιο ἀποτέλεσμα. Ἐδῶ μιλάμε γιά μία ἐπιστήμη. Πού εἶναι τό κοινό ἀποτέλεσμα πού
ἔχουν ὅλες αὐτές οἱ ψυχοεπιστῆμες; Πουθενά, ἀφοῦ ἀπό μία ἀτέλειωτη κουβέντα δὲν βγαίνει κάτι.
Πιό πολλή ἀρρώστια βγαίνει καὶ τά ψυχιατρεῖα ὅλο καὶ αὐξάνονται.
Συνεχίζει ὁ γέροντας: «Ὅταν ἀγαπήσουμε τόν Χριστό μέ ὅλη μας τήν ψυχή, ὅταν ἔρθει ὁ θεῖος
ἕρωτας μέσα μας, τότε ὅλα τά προβλήματα φεύγουν καὶ γεμίζουμε μέ πραγματική χαρά».
Θυμηθεῖτε αὐτό τό θεραπευτικό τοῦ Ἁγίου Μαξίμου, τήν κίνηση πρός τόν Θεό, πού τήν ἔχουμε
μέσα μας. Ἄν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀγαπήσει τόν Θεό, θά εἶναι συνέχεια ἄρρωστος. Ἄν θέλουμε νά
κάνουμε σωστή ἀγωγή στά παιδιά, πρέπει νά τούς μάθουμε νά ἀγαπήσουν τόν Θεό. Ὅσο δὲν τό
κάνουμε αὐτό, κάνουμε λάθος ἤ ἐλλιπή ἀγωγή στό παιδί. Οὐσιαστικά τό ἀφήνεις στήν ἀρρώστια
του καὶ τήν καταστροφή του, τό κάνεις νά εἶναι μόνιμα ἄρρωστο, ἄν δὲν τό μάθεις νά ἀγαπήσει τόν
Θεό, νά Τόν ἐρωτευτεῖ μέ τόν Θεῖο Ἔρωτα. Κατά τούς πατέρες εἴμαστε ὅλοι ψυχοπαθεῖς, ἔχουμε
πάθος ψυχῆς καὶ ὅλοι χρειαζόμαστε θεραπεία, γιατί ὅλοι ἁμαρτάνουμε καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος
ἁμαρτάνει, εἶναι ψυχασθενής.
Λέει ὁ γέροντας ἀπευθυνόμενος στόν συγγραφέα τοῦ βιβλίου : «Ἐσύ μωρέ, τά ξέρεις αὐτά πού σοῦ
τά εἶπα τόσες φορές. Οἱ ψυχίατροι καὶ ψυχολόγοι μιλᾶνε γιά ἀπωθημένα καὶ κληρονομικά, γιατί
δὲν γνωρίζουν τήν ἀνθρώπινη ψυχή πού μόνο μέ τόν Θεῖο Ἔρωτα θεραπεύεται καὶ ζεῖ τήν ἐν
Χριστῷ χαρά. Οἱ ἀσθένειες ὁφείλονται στήν ἁμαρτία. Ὅταν ὅμως κατοικήσει μέσα σέ ὅλη τήν
ψυχή ὁ Χριστός, τότε φεύγει ἡ ἁμαρτία, φεύγει καὶ ἡ ἀσθένεια». Αὐτό σημαίνει πώς ὁ ἄνθρωπος
φταίει πού ἔχει καταντήσει ψυχασθενής καὶ ψυχοπαθής. Ὅλες αὐτές οἱ λεγόμενες ψυχοθεραπεῖες,
βλέπετε ὅτι προσπαθοῦν νά ἀπενοχοποιήσουν τόν ἄνθρωπο, νά τόν πείσουν ὅτι δὲν φταίει αὐτός.
Εἶχε πάει κάποτε κάποιος σέ ἕναν ψυχίατρο καὶ εἶχε πέσει σέ μοιχεία, εἶχε κάνει καὶ δεύτερη
σχέση. Ὁ ψυχαναλυτής τοῦ ἔδωσε ἄφεση, λέγοντας πώς δὲν πειράζει, καθώς μερικοί εἶναι
φτιαγμένοι νά κάνουν παράλληλες σχέσεις. Φαντάζεστε τί διαστροφή! Ἄν εἶναι δυνατόν τώρα
αὐτός ὁ ἄνθρωπος νά θεραπευτεῖ.
«Γιατρός τῆς ψυχῆς εἶναι μόνο ὁ Χριστός καὶ μέ τήν Χάρη τοῦ Χριστοῦ εἶναι καὶ ὁ Ἅγιος, ὁ ὁποῖος
γνωρίζοντας τήν ψυχή, ἔχει ἀποκτήσει αὐτογνωσία, ἔχει πρῶτα θεραπευτεῖ ὁ ἴδιος καὶ μετά ἔχει
ἀποκτήσει καὶ ἐτερογνωσία». Γι’αὐτό βλέπετε ὅτι πηγαίνεις, σέ βλέπει, σέ διαβάζει, βγάζει
διάγνωση καὶ σέ συμβουλεύει. Ἐνῶ εἶσαι τόσο μπερδεμένος, ἀκούγοντας αὐτά πού σοῦ λέει
283
ἀπορεῖς μέ τό πόσο εὔκολο ἦταν αὐτό πού σέ βασάνιζε χρόνια. Αὐτό συμβαίνει, γιατί πρόκειται γιά
ἕνα μυστήριο. Ὁ ἄνθρωπος αὐτό δὲν τό ἔβλεπε, γιατί δὲν εἶχε μπεῖ στήν διαδικασία τῆς μετάνοιας,
ὥστε νά μπεῖ τό Φῶς μέσα του καὶ νά ἀνοίξουν τά μάτια τῆς ψυχῆς του.
«Ὁ Χριστός καὶ ὀ κατά χάριν τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ἅγιος, ἀφού μπορεῖ νά πραγματοποιεῖ τό
δυσκολότερο, δηλαδή τήν θεραπεία τῆς ψυχῆς, μπορεῖ νά πραγματοποιεῖ καὶ τό εὐκολότερο,
δηλαδή τήν θεραπεία τοῦ σώματος, ὅταν ἡ δεύτερη βοηθάει τήν πρώτη. Οἱ σωματικές ἀσθένειες
ἐξυπηρετοῦν πολλούς καὶ ποικίλους σκοπούς τῆς ὑπέρλογης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ». Ὅταν λοιπόν ὁ
ἄνθρωπος θεραπευτεῖ ψυχικά, πολλές φορές θεραπεύεται καὶ σωματικά.
«Ὁ Χριστός ἐνηνθρώπισε, ἵνα λύσει τά ἔργα τοῦ διαβόλου». Δηλαδή ὁ Θεός ἦρθε στήν γῆ καὶ πῆρε
ἀνθρώπινη σάρκα, γιά νά καταλύσει τά ἔργα τοῦ διαβόλου. Ἔρχεται τώρα αὐτή ἡ σέκτα
αὐτολατρείας, αὐτή ἡ αἵρεση, ἡ ψυχολογία καί λέει ὅτι δὲν ὑπάρχει Χριστός καὶ διάβολος, μόνος
του ὁ ἄνθρωπος θά γίνει καλά.
Ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, σέ ἕνα κείμενο περί ἀσθενείας λέει: «Ἡ ψυχή εἶναι κυρίαρχος στόν
ἄνθρωπο. Ὅταν τό σῶμα κατατρίχεται ἀπό ἀσθένεια, αὐτό ὁφείλεται στήν Θεία Πρόνοια».
Ὁφείλεται δηλαδή σέ αὐτήν τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προνοεῖ, φροντίζει καὶ συντηρεῖ τά
πάντα. Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε ὅτι φροντίζει ἀκόμη καὶ για τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς μας, γιά πράγματα
πού ἑμεῖς δὲν ἀσχολούμαστε, ἀκόμη καὶ γιά τά πιό ἀμελητέα.
«Αὐτή ἡ Θεία Πρόνοια ἀφήνει τόν ἄνθρωπο νά ἀσθενήσει, γιατί μέ αὐτόν τόν τρόπο ἐξασθενοῦν τά
πάθη καὶ ὁ ἄνθρωπος συνέρχεται». Ἡ ἀρρώστια, φέρνει ὀδύνη, πόνο. Αὐτός ὁ πόνος θεραπεύει τήν
ἡδονή πού ἔβαλε μέσα του ὁ ἄνθρωπος. Γιά παράδειγμα, βλέπετε πόσες ἀρρώστιες προκαλεῖ ἡ
παχυσαρκία. Ἡ παχυσαρκία εἶναι ἡ ὑποδούλωση στό πάθος τῆς γαστριμαργίας καὶ τῆς
κοιλιοδουλίας πού κάνει τόν ἄνθρωπο μετά νά ὑποφέρει. Παχαίνει, παθαίνει ζάχαρο, καρδιακά
προβλήματα, ἀκόμα καὶ καρκίνο. Ὅλα αὐτά δὲν εἶναι τιμωρία, ἀλλά τό φάρμακο τοῦ Θεοῦ, γιά νά
ἀρρωστήσουμε , νά χαλιναγωγήσουμε τά πάθη μας καὶ νά θεραπευτοῦμε ἀπό τίς ἡδονές πού
βάλαμε μέσα μας. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος συνέρχεται. Ἀλλά ἄν δὲν μπεῖ καὶ στήν πλήρη θεραπευτική
τῆς ψυχῆς, στήν κίνηση πρός τόν Θεό καὶ τήν ἀναζήτηση τῆς ὑπέρτατης ἡδονῆς,, τοῦ Θείου
Ἔρωτος, πάλι θά ξανάρθουν αὐτά.
Λέει ὁ Ἅγιος «Μερικές φορές πάλι ἡ σωματική ἀσθένεια προκαλεῖται ἀπό τά πάθη. Γιατί, ὅπως
λέει καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Θεός δὲν εἶναι ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ. Αὐτά συμβαίνουν λόγω τῆς
ἁμαρτίας. Ἀπομάκρυνε τήν ἁμαρτία καὶ οἱ ἀρρώστιες θά θεραπευτοῦν. Ἀπό πού προέρχονται οἱ
ἀσθένειες, οἱ σωματικές πληγές; Ὁ Κύριος δημιούργησε τό σῶμα, ἀλλά ὄχι τήν ἀρρώστια, τήν
ψυχή, ἀλλά ὅχι τήν ἁμαρτία. Τί εἶναι πιό χρήσιμο καὶ πιό ἀπαραίτητο ἀπό ὄλα; Ἡ ἕνωση μέ τόν
Θεό καὶ ἡ ἐπικοινωνία μέ τήν ἀγάπη». Προσέξτε το αὐτό μέ τήν ἀγάπη. Δὲν ἀξίζει νά κάνεις μία
προσευχή χωρίς ἀγάπη, νά τήν κάνεις ἁπλά γιά νά τελειώνεις. Καλύτερα τότε νά μήν τήν κάνεις.
Ἄν δὲν ὑπάρχει ἡ προσπάθεια νά ἀναζητήσεις τόν Θεῖο Ἔρωτα, δὲν θεραπεύεσαι, μπορεῖ καὶ νά
βλάπτεσαι.
«Ἄν χάσουμε αὐτήν τήν ἀγάπη, ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τόν Θεό καὶ ἐφόσον ἀπομακρυνόμαστε ἀπό
Ἐκεῖνον, παθαίνουμε διάφορες ἀσθένειες».
Ὁ γέροντας Πορφύριος δὲν μισοῦσε κανέναν. Τήν ψυχιατρική τήν διέκρινε ἀπό τούς γιατρούς πού
τήν ὑπηρετοῦσαν. Μᾶς εἶχε μιλήσει πολύ γι’ αὐτά τά ζητήματα. Κί ἔλεγε ξεκάθαρα ὅτι «τούς
ψυχιάτρους τούς ἀγαπῶ, ἀλλά τήν ψυχιατρική δὲν τήν θέλω». Ἦταν ἀπόλυτα ἀρνητικός σέ αὐτήν
τήν ψυχαναλυτική ἄποψη τῆς συνεχοῦς ἀναφορᾶς στά ἀπωθημένα, στό νά γυρνᾶς πίσω στό
παρελθόν κι ἔλεγε: «Νά κοιτᾶτε μπροστά, νά τά ξεχάσετε τά πρίν, νά χαίρεστε τήν ζωή σας. Ἡ
ἀναμόχλευση τῶν περασμένων ἐρώτων, ἁμαρτιῶν, σχέσεων, γεγονότων πού μᾶς πίκραναν, παθῶν,
στοιχείων τοῦ ὑποσυνειδήτου πού φέρνουν στήν ἐπιφάνεια οἱ ἀναλυτές, εἶναι τόσο ἐπικίνδυνη, ὅσο
δὲν φαντάζονται, οὔτε οἱ ἀναλυόμενοι, οὔτε οἱ θεραπευτές. Κάτι πολύ διαφορετικό συμβαίνει στήν
ἐξομολόγηση καὶ ὄχι διαχείριση ἐνοχῶν , ὅπως πιστεύουν κάποιοι». Δυστυχῶς αὐτό τό πιστεύουν
284
καὶ κάποιοι ἱερεῖς. Βεβαίως καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐλευθερώνεται ἀπό τίς ἐνοχές, ἀλλά τό σημαντικότερο
εἶναι ὅτι θεραπεύεται καὶ ἡ ψυχή.
Συζήτηση
Ὅπως ἔλεγε ὁ πατήρ Παΐσιος «ἔχουμε μέσα μας ὅλα τά βιώματα». Ἔχουμε τά βιώματα τοῦ πατέρα
μας, τῆς μητέρας μας καὶ ἰδίως τῆς μάνας μας ἀπό τήν κυοφορία ἀκόμα, τά βιώματα ἀπό τόν Ἀδάμ
μέχρι τώρα, ὅλα τά πάθη καὶ ὅλες τίς ἀρετές. Τά κουβαλᾶμε μέσα μας. Θεραπευόμαστε μέ τήν
γενική Ἐξομολόγηση, ἡ ὁποία μπορεῖ νά γίνει πολλές φορές, ὄχι μόνο μία φορά. Τότε ὁ ἄνθρωπος
ἐλευθερώνεται ἀπό ὅλα αὐτά. Ἄν δὲν τήν κάνει αὐτήν την γενική ἐξομολόγηση, μπορεῖ νά ἔχει
μέσα του μία ἐνέργεια ἡ ὁποία θά ὀφείλεται σέ κάτι πού ἔγινε στό παρελθόν, πχ ἡ μάνα νά μὴν
ἤθελε το μωρό. Αὐτό μπορεῖ νά ἔχει περάσει στήν ψυχή τοῦ παιδιοῦ, νά τό κουβαλάει ὅλη τήν ζωή
του σὰν ἔλλειψη ἀγάπης καὶ νά ξεσπάει στό φαγητό, χωρίς νά ξέρει γιατί. Ἄν δὲν κάνει τήν γενική
ἐξομολόγηση, νά μπεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μέσα του, δὲν θά θεραπευτεῖ ἡ ψυχή του. Ὅλοι οἱ ἱερεῖς
ἔχουν αὐτήν τήν χάρη. Τό παιδί ἐπηρεάζεται πολύ ἀπό τήν μητέρα. Ὅ,τι ζεῖ ἡ μητέρα τό περνάει
στό παιδί, ἰδίως τήν περίοδο τῆς κυοφορίας. Γι’ αὐτό θά πρέπει ἡ κυοφορία νά εἶναι Ἅγια. Νά μήν
ἔχουν σαρκικές σχέσεις οἱ σύζυγοι ἐκείνη τήν περίοδο, οὔτε νά θυμώνει, νά μνησικακεῖ, νά πίνει,
νά καπνίζει, μέ λίγα λόγια νά μήν ὑποδουλώνεται στίς ἡδονές. Ὅσο ἁγία εἶναι ἠ μητέρα, τόσο πιό
ἅγιο θά εἶναι καὶ τό παιδί καὶ τόσο λιγότερο θά δυσκολευτεῖ μετά στόν ἀγώνα του.
Δυστυχῶς οἱ ἴδιοι οἱ γονείς μαθαίνουν λάθος πράγματα στό παιδί. Οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς, ἀλλά καὶ τό
συγγενικό περιβάλλον γιά παράδειγμα, ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού γεννιέται τό παιδί, τό μαθαίνουν
νά ἀγαπάει τά λεφτά. Χρυσώνουν τό παιδί τήν πρώτη μέρα πού θά γεννηθεῖ στό μαιευτήριο,
περνώντας του τό χειρότερο πάθος, τήν ρίζα τῶν παθῶν, τήν φιλαργυρία. Κάνουμε αὐτό ἀντί νά
καλέσουμε τόν παπά. Ποιός τό ξέρει αὐτό; Τήν πρώτη ἡμέρα πού θά γεννήσει ἡ γυναίκα, πρέπει νά
πάει ὁ ἱερέας νά τήν διαβάσει. Θεραπευτική τῆς ψυχῆς τῆς μητέρας καὶ τοῦ μωροῦ. Τήν πρώτη
μέρα καὶ τήν ὄγδοη μέρα πρέπει πάλι νά διαβάσει τό μωρό, γιά νά δώσει τό ὄνομα. Κί ὅμως δέν τό
κάνουμε, ἀλλά βάζουμε λεφτά «γιά τό καλό»! Μά ποιό καλό!
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
285
Ἡ αἰτία τῆς κατάθλιψης.
Δέν ξέρω ἄν ἔχετε σκεφτεῖ ποτέ ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Κάποτε ἕνας ἔμπορος
ὀνόματι Μοτοβίλωφ, ρωτοῦσε ἕναν μεγάλο ἅγιο, ποιός ἄραγε εἶναι ὁ σκοπός. Γιατί κάνουμε ὅλα
αὐτά πού κάνουμε; Γιατί νηστεύουμε; Γιατί προσευχόμαστε; Γιατί ἀγωνιζόμαστε πνευματικά; Ὁ
ἅγιος τοῦ ἀπάντησε ὅτι ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Νά τό ποῦμε πιό σωστά θεολογικά, μέ μεγαλύτερη ἀκρίβεια, εἶναι ἡ ἐπανενεργοποίηση τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος, τό ὁποῖο ὑπάρχει μέσα στό βαπτισμένο πιστό, ἀλλά κατά κανόνα εἶναι
ἀπενεργοποιημένο, δέν εἶναι ἐνεργό λόγω τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν καί τῶν παθῶν πού ὑπάρχουνε
μέσα στόν ἄνθρωπο καί κατ’ ἐξοχήν στήν καρδία του.
Ἄρα, ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἀλλά πολύ
νωρίτερα καί πολύ σαφέστερα καί καθαρότερα μᾶς τό εἶπε ὁ Κύριος, εἶναι νά καθαρισθεῖ ἡ καρδιά.
Νά φύγουν τα πάθη γιατί ἐκεῖνο πού μολύνει τόν ἄνθρωπο, εἶπε ὁ Κύριος, ὅτι εἶναι οἱ λογισμοί.
Αὐτό πού ἐξέρχεται ἀπό τόν ἄνθρωπο καί μάλιστα ἀπό τήν καρδία τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό εἶναι πού
τόν λερώνει τόν ἄνθρωπο καί ὄχι οἱ διάφορες τροφές πού θεωροῦνταν ἀκάθαρτες ἀπό τους
Ἑβραίους καί θεωροῦσαν ὅτι αὐτές μόλυναν τόν ἄνθρωπο.
Ὁ Κύριος λοιπόν εἶπε, ὅτι αὐτό πού ἐξέρχεται ἀπό τήν καρδία, πονηροί λογισμοί, φόνοι, μοιχεῖες
κ.λ.π., αὐτά εἶναι πού μολύνουν τόν ἄνθρωπο καί θά πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά τά διώξει ὅλα αὐτά ἀπό
τήν καρδία του, ὥστε νά μπορέσει νά δεῖ τόν Θεό. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν
Θεόν ὄψονται» (Ματθ. 5,8) εἶναι ἕνας ἀπό τούς μακαρισμούς πού εἶπε ὁ Κύριος καί μᾶς δίδαξε
ἀκριβῶς ὅτι ἄν θέλουμε νά δοῦμε τόν Θεό, ἄν θέλουμε νά μποῦμε δηλαδή στή Βασιλεία Του -αὐτό
σημαίνει νά δῶ τόν Θεό- θά πρέπει νά καθαρίσουμε τήν καρδιά μας. Εἶναι ἀπαραίτητο νά μήν
ὑπάρχουν ἐκεῖ μέσα αὐτά ὅλα τά πάθη, αὐτές ὅλες οἱ κακές -ἄς ποῦμε- ρίζες, οἱ κακές πηγές
παραγωγής μολυσμοῦ, οἱ ὁποῖες λερώνουν μετά καί ὅλη τήν ψυχή, ἀλλά καί τό σῶμα, ὅλη τήν
ὕπαρξη. Ὅλον τόν ἄνθρωπο λερώνουν αὐτές οἱ κακές πηγές, οἱ κακές ρίζες πού λέγονται πάθη.
Τί εἶναι αὐτά τά πάθη; Εἶναι ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖες ἔχουν γίνει πολλές φορές. Ἔχουν ἐπαναληφθεῖ
πολλές φορές καί ἔχουν γίνει συνήθειες, ἔχουν γίνει ἕξεις. Ὅταν κανείς -ἄς ποῦμε- μιά φορά
θυμώσει, δέ σημαίνει ὅτι ἔγινε καί θυμώδης. Ἀλλά ἄν θυμώσει καί δεύτερη φορά καί δέν
ἀντισταθεῖ καί τρίτη καί τέταρτη καί πέμπτη καί … ἑκατοστή, σιγά-σιγά μετά ἀποκτάει αὐτή τήν
κακή συνήθεια, νά θυμώνει εὔκολα καί τότε πλέον ἔχει ἀποκτήσει τό πάθος τοῦ θυμοῦ καί εἶναι
θυμώδης ἤ είναι ὀργίλος, ὅπως λένε ἀλλιῶς οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
Πῶς καθαρίζεται ἡ καρδιά; Τό ἐπόμενο ἐρώτημα. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες πάλι μᾶς εἶπαν ὅτι ἡ καρδιά
καθαρίζεται με τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ὅταν τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τότε ἡ καρδιά
πράγματι καθαρίζεται. Ἡ πρώτη ἐντολή τοῦ Θεοῦ εἶναι τό ν’ ἀγαπήσεις τό Θεό. «Ἀγαπήσεις
Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ τῆς καρδίας σου καί τῆς διανοίας σου» καί
δεύτερη ἐντολή ὅμοια μέ τήν πρώτη, μᾶς εἶπε ὁ Θεός, εἶναι τό νἀ «Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς
σεαυτόν» (Ματθ. 22,37-39).
Τήν Τετάρτη θά γιορτάσουμε τήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί ὁ Σταυρός ἔχει κι αὐτή τήν
ἔννοια: τῆς διπλῆς ἀγάπης. Ἔχει τό κατακόρυφο σκέλος του, τό ὁποῖο εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό
καί ἔχει καί τό ὁριζόντιο σκέλος του, πού εἶναι ἡ ἀγάπη στόν πλησίον. Θά πρέπει ἡ ζωή μας νά
εἶναι «σταυροειδής», θά λέγαμε. Σταυρική, ἄν θέλετε. Δηλαδή νά ἔχει αὐτές τίς δύο ἀγάπες.
Πρῶτον καί κατ’ ἐξοχήν τήν πρός τόν Θεό, τό κατακόρυφο σκέλος τοῦ Σταυροῦ καί δεύτερον τήν
ὁριζόντια πρός ὅλους τούς ἄνθρώπους.
Ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος ἀποφασίσει νά καθαρίσει τήν καρδιά του, πρέπει ν’ ἀρχίσει μέ τήν τήρηση
τῶν ἐντολῶν καί κυρίως ἀπό τήν πρώτη ἐντολή. Ἡ πρώτη ἐντολή λοιπόν ζητάει ἀπό τόν ἄνθρωπο
νά ἀγαπήσει τόν Θεό μέ ὅλη του τήν καρδιά, μέ ὅλη του τήν ἰσχύ, μέ ὅλη του τήν ψυχή, μέ ὅλη του
286
τή δύναμη καί μέ ὅλη του τή διάνοια. Κάθε συναίσθημα -θά λέγαμε- κάθε ἐπιθυμία, κάθε σκέψη,
κάθε κίνηση πού θά κάνει ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει ὡς στόχο τόν Θεό, ὡς ἀφορμή τόν Θεό, ὡς σκοπό
τόν Θεό καί ὡς τέλος πάλι τόν Θεό. Ὁ Θεός ἐπιβάλλεται νά εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τῶν πάντων
γιά τόν ἄνθρωπο. Ὅλες του οἱ σκέψεις νά εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλες του οἱ ἐπιθυμίες νά εἶναι ὁ
Χριστός. Ὅλα του τά βλέμματα νά εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλη του ἡ ἀκοή νά εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτό πού
λέμε πολύ ὄμορφα στήν προσευχή μετά τή Θεία Μετάληψη, τήν ὁποία τήν ἔχει διατυπώσει ὁ Ἅγιος
Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στόν «Ἀόρατο Πόλεμο» καί εἶναι πολύ καλό νά τή διαβάζουμε μετά τή
Θεία Εὐχαριστία καί ἐκεῖ λέει «..κάνε με Χριστέ μου νά μή βλέπω τίποτα παρά Ἐσένα. Νά μήν
ἀκούω τίποτα παρά Ἐσένα. Νά μή θέλω τίποτα παρά Ἐσένα..». Γιατί ἔτσι θά πρέπει νά ζοῦμε, ὄχι
γιά τόν ἑαυτό μας ἀλλά γιά τόν Χριστό.
Πῶς μπορεῖ κανείς νά φτάσει νά τηρήσει αὐτή τήν ἐντολή, ἡ ὁποία εἶναι ἡ κορυφαία ἐντολή. Καί
θά λέγαμε, μέσα σ’ αὐτή τήν ἐντολή κλείνονται ὅλες οἱ ἐντολές. Ἄν κανείς τηρήσει δηλαδή αὐτή
τήν ἐντολή, θά καθαρίσει τήν καρδιά του. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, ἡ καρδιά μολύνεται ἀπό τούς
λογισμούς. Οἱ ὁποῖοι, λογισμοί εἶναι κακοί, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί καλοί. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς
εἶπαν ὅτι μέσα στήν καρδιά δέν πρέπει νά ἔχουμε κανένα λογισμό, καμία σκέψη. Εἶναι σκόπιμο οἱ
λογισμοί ὅλοι νά μένουν μέχρι τόν ἐγκέφαλο, μέχρι τή διάνοια. Νά μήν κατεβαίνουν στήν καρδιά.
Μέσα στήν καρδιά θά πρέπει νά ὑπάρχει μόνο μία σκέψη, ἕνας λογισμός, μιά ἐπιθυμία, ἕνας πόθος,
ὁ Χριστός. Τίποτα ἄλλο. Ὅπως ἔλεγε κι ἕνας Γέροντας στό Ἅγιο Ὄρος, «ὁ Χριστός στήν καρδιά
μας δέ θέλει παρέες. Θέλει νά ’ναι μόνος του. Νά εἶναι βασιλιάς». Γι’ αὐτό εἶπε πάλι ὁ Χριστός
μας, νά ζητᾶτε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τή δικαιοσύνη Αὐτοῦ. Αὐτό σημαίνει, νά κάνετε τόν
Χριστό βασιλιά. Δικό σας βασιλιά. Ὁ βασιλιάς μας εἶναι ὁ Χριστός καί συνεπῶς στό θρόνο τῆς
καρδιάς, στό κέντρο τῆς ὕπαρξής μας θά πρέπει νά εἶναι καθισμένος ὁ Χριστός καί κανένας ἄλλος.
Δέν μπορεῖς νά ἔχεις καί συμβασιλεῖς, νά ἔχεις κι ἄλλους βασιλιάδες νά κάθονται μαζί στό θρόνο
τῆς καρδιᾶς σου. Εἶναι ἀπαράδεκτο αὐτό. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει ὁ Χριστός μαζί μέ κάποιον ἄλλον.
Γι’ αὐτό, εἶπε ὁ Κύριος πάλι, δέ μπορεῖτε νά δουλεύετε σέ δύο κυρίους, δηλαδή νά ἔχετε δυό
βασιλιάδες. Τόν ἕνα θά μισήσεις καί θα καταφρονήσεις καί τόν ἄλλο θ’ ἀγαπήσεις. Ἐκεῖ κάνει
λόγο βεβαίως γιά τόν βασιλιά τοῦ κόσμου τούτου, τόν «μαμωνά», ὁ ὁποῖος κατά κανόνα εἶναι ὁ
βασιλιάς στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Στούς περισσότερους ἀνθρώπους, πού μπορεῖ νά λέγονται καί
χριστιανοί καί νά πηγαίνουν στήν ἐκκλησία, βασιλιάς δέν εἶναι ὁ Χριστός. Καί πῶς φαίνεται αὐτό;
Φαίνεται ἀπό τά ἔργα τους. Γιατί ἔχεις βασιλιά αὐτόν στόν ὁποῖο ὑπακοῦς.
Ἄν λοιπόν τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, τότε εἶναι βασιλιάς μας ὁ Χριστός. Ἄν τηροῦμε τίς
ἐντολές τοῦ κόσμου, τότε βασιλιάς μας εἶναι ὁ κόσμος κι ὁ ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου, πού εἶναι
ὁ μαμωνάς. Δηλαδή ἡ φιλαργυρία καί κατ’ ἐξοχήν ὁ διάβολος τοῦ χρήματος, τῆς φιλοχρηματίας.
Πῶς λοιπόν θά τηρήσουμε αὐτή τήν πρώτη ἐντολή, ὥστε νά καθαρίσει ἡ καρδιά μας καί νά ἔχουμε
μόνο μία σκέψη μέσα της, δηλαδή τόν Χριστό; Καί καμία ἄλλη.. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς εἶπαν ἕναν
τρόπο πολύ ἀποτελεσματικό. Ὁ τρόπος αὐτός εἶναι ἡ λεγόμενη ‘νοερά προσευχή’. Ἡ ἀδιάλειπτη
δηλαδή ἐπίκληση, μέ τό νοῦ, τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Νά μιλᾶμε συνεχῶς
στόν Χριστό καί νά Τοῦ λέμε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με».
Μέχρι τώρα δέν σᾶς εἶχα μιλήσει γι’ αὐτό τό θέμα, ἀλλά τώρα μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή
τοῦ Γέροντα, ἀποφάσισα ν’ ἀσχοληθοῦμε μ’ αὐτό τό θέμα καί νά δοῦμε, ὄχι βέβαια δικά μας
πράγματα, ἀλλά αὐτά πού λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες πάνω σ’ αὐτό τό θέμα. Γιατί πολλά κυκλοφοροῦν
καί πολλά εἶναι πλανεμένα ἀπ’ αὐτά πού κυκλοφοροῦν. ‘Υπάρχει -ἄς ποῦμε- μιά ἀντίληψη ὅτι δέν
θά πρέπει οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν στόν κόσμο νά ἀσχολοῦνται μ’ αὐτά τά θέματα γιατί αὐτά εἶναι
μόνο γιά τούς μοναχούς. Δέν θά πρέπει νά διαβάζουν τέτοια βιβλία, ὅπως εἶναι γιἀ παράδειγμα ἡ
Φιλοκαλία, ἡ Κλίμακα γιατί δέν ἀπευθύνονται σέ αὐτούς πού εἶναι ἔγγαμοι, ἀπευθύνονται μόνο
στούς μοναχούς ἤ σέ κάποιους τέλος πάντων πολύ φανατικούς, φιλομόναχους ἀνθρώπους.
Εἶναι ὅμως ἀλήθεια ὅλα αὐτά; Θά δοῦμε τί λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Προκαταβολικά σᾶς λέω ὅτι δέν
εἶναι ἀλήθεια. Μέ πολλά τεκμήρια καί πολλές ἀποδείξεις, ὄχι μόνο ἀπό ἁγίους ἀνθρώπους, ἀλλά κι
287
ἀπ’ τόν ἴδιο τόν Θεό, οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς ἐπιβεβαιώνουν ὅτι ἡ ἐργασία αὐτή εἶναι γιά ὅλους.
Νά σᾶς πῶ ἕνα περιστατικό πού σχετίζεται μέ τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, τόν Ἅγιο τῆς πόλης
μας. Ὅταν ἤταν στή σκήτη τῆς Βεροίας, εἶχε μιά συζήτηση μ’ ἕναν εὐλαβή μοναχό, ὀνόματι Ἰώβ
καί ἡ συζήτηση ἤταν πάνω σ’ αὐτό τό θέμα, ἄν τή νοερά προσευχή, τή συνεχή ἐπίκληση τοῦ
ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ θά πρέπει νά τήν κάνουνε καί οἱ λαϊκοί ἤ πρέπει νά τήν
κάνουνε μόνο οἱ μοναχοί. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς ἔλεγε ὅτι πρέπει νά τήν κάνουν ὅλοι καί
εἶναι γιά ὅλους. Γιατί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τό ’χει πεῖ ὅτι πρέπει ἀδιάλειπτα νά προσευχόμαστε. Ἄν
θυμᾶστε εἴχε πεῖ καί τήν παραβολή τοῦ ἀδίκου κριτοῦ καί τῆς χήρας, μέ σκοπό νά μᾶς τονίσει καί
νά μᾶς ξεκαθαρίσει αὐτή τήν ἀλήθεια ὅτι πρέπει συνεχῶς νά προσευχόμαστε καί νά μήν
ἀποκάμνουμε στήν προσευχή. Ὁ Ἰώβ ἤτανε καλός μοναχός, ἀλλά δέν τό δεχότανε καί ἔλεγε :
- Πῶς εἶναι δυνατόν οἱ κοσμικοί, οἱ λαϊκοί πού ἔχουν συζύγους, ἔχουν παιδιά, ἔχουν ἐπαγγέλματα
θορυβώδη κ.λ.π., ἔχουν τόσες μέριμνες νά κρατοῦν τό νοῦ τους συνεχῶς καί νά προσεύχονται
ἀδιάλειπτα; Δέν εἶναι γι’ αὐτούς..
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος δέν ἐπέμενε, δέν τοῦ εἶπε βέβαια ὅτι ἔχεις δίκιο, τόν ἄφησε. Ὁ Ἰώβ ἔφυγε στό
κελί του καί ἐκεῖ στό κελί του -ἤτανε καλός μοναχός κατά τά ἄλλα- εἴχε μιά ἀποκάλυψη. Ὁ ἴδιος ὁ
Θεός τοῦ ἔστειλε ἕναν ἄγγελο γιά νά τόν διδάξει. Καί ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε ὅτι δέν ἔχεις δίκιο. Ὁ
Γρηγόριος εἶναι αὐτός πού ἔχει δίκιο καί ν’ ἀκοῦς αὐτά πού σοῦ λέει ὁ Γρηγόριος. Καί αὐτή ἡ
προσευχή εἶναι γιά ὅλους, δέν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς. Δηλαδή βλέπουμε τήν ἐπικύρωση
αὐτῆς τῆς ἀλήθειας ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό.
Πολλοί Ἅγιοι διδάσκαν αὐτή τήν προσευχή καί στά μικρά παιδιά καί στους λαϊκούς, σέ ὅλους. Ὁ
Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὁ πρόσφατος Ἅγιος, πολύ κοντινός μας Ἅγιος, ἔλεγε στούς ἀνθρώπους,
«θά ἤθελα ὅλοι νά ἔχετε στό χέρι σας, στό ἀριστερό σας χέρι ἀπό ἕνα κομποσκοίνι καί νά κάνετε
συνεχῶς τήν εὐχή, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με. Καί μέ τό ἄλλο σας χέρι νά κάνετε τίς ἄλλες
σας ἐργασίες». Ἤθελε νά τούς πεῖ δηλαδή ὅτι θά πρέπει νά κρατάει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου τήν
ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀδιάλειπτα.
Μέ τόν τρόπο αὐτό μόνο εἶναι δυνατόν νά καθαρισθεῖ ὁ νοῦς. Γιατί ὁ νοῦς εἶναι ἀεικίνητος. Πάντα
πρέπει νά ἔχει κάτι γιά νά ἀλέθει. Ἄν λοιπόν δέν τοῦ δώσουμε ἐμεῖς ὑλικό, θά τοῦ δώσει ὁ πονηρός.
Ἄν ὁ νοῦς μας δηλαδή δέν εἶναι στόν Χριστό, θά πάει στό πονηρό, θά πάει στό βλάσφημο, θά πάει
στο αἰσχρό, θά πάει στό δαιμονικό. Τότε εἶναι ἀκριβῶς πού μολύνεται. Ἄν λοιπόν συνεχῶς τοῦ
δώσεις τοῦ νοῦ σου νά σκέφτεται τόν Χριστό μ’ αὐτή την εὔκολη προσευχή ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ
ἐλέησόν με’, δέ θά μολύνεται. Θά ἀποφεύγεις τό μολυσμό καί θά ἔχεις καθαρό τό νοῦ σου, καθαρή
δηλαδή τήν καρδιά σου.
Ὅπως πάλι μᾶς εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἡ καρδιά εἶναι τό κατοικητήριο τοῦ νοῦ. Ἐκεῖ στήν καρδιά
βρίσκεται τό κέντρο τῆς ψυχῆς μας καί ἡ οὐσία τῆς ψυχῆς μας, πού λέγεται καί νοῦς. Ὑπάρχει
λοιπόν ἕνα βιβλίο -πάρα πολλά βιβλία ὑπάρχουν πού μιλᾶνε γιά τή νοερά προσευχή- ἀλλά ὑπάρχει
ἔνα κατ’ ἐξοχήν βιβλίο, πού μιλάει γι’ αὐτή τήν πνευματική ἐργασία. Καί φυσικά τό ξέρετε, λέγεται
Φιλοκαλία. Τό βιβλίο αὐτό ἔχει μιά πολλή σπουδαία εἰσαγωγή, τήν ὁποία ἔχει γράψει ὁ συντάκτης
του, ὁ ὁποῖος, ἴσως θά ξέρετε, εἶναι ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὀ Ἁγιορείτης μαζί μέ τόν Ἅγιο Μακάριο
Ἐπίσκοπο Κορίνθου τόν Νοταρά. Ὁ Ἅγιος Μακάριος συνέλεξε τά κείμενα προφανῶς ἀπό
μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους στά δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας καί ὡς θησαυρό τά
παρέδωσε στόν Ἅγιο Νικόδημο στίς Καρυές. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος τά ἐπιμελήθηκε φιλολογικά,
ἔγραψε καί τούς βίους τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ὑπάρχουν μέσα στό σύγγραμμα αὐτό τῆς Φιλοκαλίας
καί ἔφτιαξε αὐτό τό ὑπέροχο σύγγραμμα πού λέγεται ‘Φιλοκαλία’.
Τί σημαίνει φιλοκαλία; Φιλία τοῦ καλοῦ. Ἀγάπη δηλαδή γιά τό καλό, ἀγάπη γιά τήν ὀμορφιά, γιά
τό κάλλος. Καί ἀληθινό κάλλος βεβαίως εἶναι τό κάλλος τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί, κατ’ ἐξοχήν, ἡ
Φιλοκαλία εἶναι ἡ φιλία γιά τόν Θεό, τό νά γίνεις φίλος τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὄντως Καλοῦ. Τοῦ ὄντως
Ἀγαθοῦ. «Οὐδείς ἀγαθός, εἰμὴ εἷς, ὁ Θεός» (Λουκ.18,19) , εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος.
288
Λοιπόν σκέφτηκα ν’ ἀρχίσουμε, γιά νά μποῦμε λίγο στό νόημα, ἀπό τήν εἰσαγωγή. Νά
σχολιάσουμε τό κατά δύναμιν αὐτή τήν εἰσαγωγή πού ἔχει γράψει ὁ Ἅγιος Νικόδημος στό
σύγγραμμα αὐτό, πού εἶναι συρραφή πολλῶν συγγραμμάτων τῶν Ἀγίων Πατέρων καί ἔχει ὡς
κεντρικό ἄξονα, -ὅπως σᾶς εἶπα- τή νοερά προσευχή. Τήν ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ
Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Άλλά δέν εἶναι μόνο αὐτό. Μέσα σ’ αὐτό τό βιβλίο εἶναι
ἀποθησαυρισμένη ὅλη ἠ πατερική σοφία. Ἄν κανείς ἀσχοληθεῖ μ’ ἕναν Ἅγιο, ἕναν Πατέρα τῆς
ἐκκλησίας νά διαβάσει, οὐσιαστικά εἶναι σάν νά τούς διαβάζει ὅλους.
Ὑπάρχει μιά διάκριση, θά τήν ἔχετε ἀκούσει, οἱ «νηπτικοί» Πατέρες καί οἱ λεγόμενοι «κοινωνικοί»
Πατέρες. Γιά παράδειγμα, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖται «κοινωνικός» Πατέρας.
Δηλαδή, Πατέρας πού μιλοῦσε στόν κόσμο καί ἀσχολιόταν πάρα πολύ μέ τόν λαό, μέ τόν κόσμο.
Ἔζησε καί στόν κόσμο ἐν πολλοῖς. Ὄχι ὅτι δέν ἔζησε καί ὡς μοναχός. Ἔζησε καί ὡς μοναχός,
ἀλλά μετά πιό πολύ ἀσχολήθηκε μέ τό κήρυγμα στόν κόσμο. Οὐσιαστικά αὐτή ἡ διάκριση νά
ξέρετε εἶναι -θά λέγαμε- τυπική καί οἱ λεγόμενοι κοινωνικοί Πατέρες εἶναι κι αὐτοί νηπτικοί,
δηλαδή Πατέρες πού ἔκαναν σγχρόνως τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί ζοῦσαν μοναχικά καί
μοναστικά. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τόν ὁποῖο ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει, ἔχει τρεῖς
ὁλόκληρους λόγους γιά τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, γιά τή νοερά προσευχή, στήν ὁποία προτρέπει
τούς πιστούς νά τήν κάνουνε συνεχῶς, ἀπό πρωίας ἕως ἑσπέρας καί εἰ δυνατό ἀπό ἑσπέρας ἕως
πρωίας. Καί ἀπ’ τό βράδυ μέχρι τό πρωί ἄν μπορεῖς λέει πάλι νά φωνάζεις, νά βοᾶς «Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλό». Θά πρέπει νά ξέρουμε ὄτι αὐτή ἡ ἐργασία, ἡ
ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος στούς πρώτους χριστιανούς ἦταν αὐτονόητη. Ἤταν δηλαδή
κάτι τό πολύ.. κοινό. Δέν χρειαζόταν νά τούς τό πεῖ κανένας. Τό κάνανε ὅλοι. Τό θεωρούσανε «ἐκ
τῶν ὧν οὐκ ἄνευ», ἦταν ἀπαραίτητο στοιχεῖο τοῦ χριστιανοῦ νά βαστάζει τό ὄνομα τοῦ Κυρίου
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Βαστάζω τό ὄνομα, σημαίνει ἔχω τό νοῦ μου συνεχῶς κρατημένο σ’ αὐτό τό
ὄνομα.
Αὐτή ἠ ἐργασία λοιπόν γινόταν ἀπό ὅλους τούς χριστιανούς, τούς πρώτους χριστιανούς. Γιά τό
λόγο αὐτό, δέν ἔχουμε ἀναφορές πάνω σ’ αὐτή τήν ἐργασία στούς πρώτους Πατέρες γιατί τό
κάνανε ὅλοι καί θεωροῦνταν πολύ κοινό θέμα νά τό πεῖ κάποιος Πατέρας ὡς κήρυγμα καί νά
παρακινήσει τούς χριστιανούς νά προσεύχονται. Τό κάνανε ὅλοι. Ὅπως εἶναι περιττό νἀ κάνουμε
μαθήματα ἰατρικῆς γιά τό πῶς θά ἀναπνέουμε! Ὅτι χρειάζεται ν’ ἀναπνέουμε καί ὅτι εἶναι καλό
πράγμα ν’ ἀναπνέεις! Κανένας δέν τό κάνει. Κανένας δηλαδή ἀπ’ τούς γιατρούς δέν βγαίνει νά μᾶς
κάνει τέτοιο μάθημα. Γιατί τό θεωροῦμε φυσιολογικό ν’ ἀναπνέουμε. Ἔτσι καί στούς χριστιανούς
τότε ἦταν φυσιολογικό ν’ ἀναπνέει ἡ ψυχή τους μέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά δυστυχῶς αὐτή ἡ
ἐργασία ἀτόνισε.
Ὅσο πέρασε ὁ κόσμος μέσα στήν ἐκκλησία καί ὅσο ἐκκοσμικεύτηκε ἡ ἐκκλησία, τόσο ἀτόνισε
αὐτή ἡ ἐργασία. Ἔτσι ἔχουμε ἀπό τόν 4ο αἰῶνα καί μετά ἐκτενεῖς πλέον ἀναφορές τῶν Ἀγίων
Πατέρων πάνω σ’ αὐτή την ἐργασία τῆς ἀδιάλειπτης προσευχής. Σᾶς εἶπα περί τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη
τοῦ Χρυσοστόμου, πῶς μιλάει γιά τή νοερά προσευχή. Ἀπό ΄κεῖ καί μετά βέβαια ἔχουμε καί τούς
ἄλλους Ἅγιους Πατέρες καί ὅλο καί περισσότερο θά λέγαμε μᾶς τονίζουν αὐτό τό θέμα. Ὁ Ἅγιος
Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος τό 10ο αἰῶνα, ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς 14ο αἰῶνα, ὁ Ἅγιος
Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μέ τούς Κολλυβάδες τό 18ο αἰῶνα, ὅλοι αὐτοί μᾶς κάνουν λόγο γιά τήν
ἀνάγκη τῆς ἀναπνοῆς τῆς ψυχῆς μέ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Λέει λοιπόν στήν εἰσαγωγή του ὁ Ἅγιος Νικόδημος. «Θεός, ἡ μακαρία φύσις» ὁ Θεός εἶναι ὁ
ἀληθινά μακάριος, ἡ ἀληθινά μακάρια φύσις. «Ἡ ὑπερτελής τελειότης» εἶναι ἡ πιό τέλεια
τελειότης, δέν ὑπάρχει κάτι πιό τέλειο ἀπό τόν Θεό. «Ἡ πάντων τῶν ἀγαθῶν καί καλῶν ποιητική
ἀρχή ὑπεράγαθος καί ὑπέρκαλος», δηλαδή ὁ Θεός εἶναι ὅλων τῶν καλῶν καί ὅλων τῶν ὡραίων ἡ
Ποιητική Ἀρχή. Αὐτός πού ἔφτιαξε τά πάντα καί αὐτός πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε καλό καί κάθε
ὡραῖο. Μήν ξεχνάτε ὅτι μιλάμε γιά τό «κάλλος» ἔ; Γιά τήν ἀληθινή ὀμορφιά. Καί μᾶς λέει εὐθὺς
ἐξαρχῆς ὁ Ἅγιος, ὅτι τό ἀληθινό κάλλος, τό ὑπέρκαλο κάλλος εἶναι ὁ Θεός. Γιά κάθε πιστό, εἴτε
289
εἶναι ἔγγαμος, εἴτε εἶναι ἄγαμος, εἴτε εἶναι κληρικός, μοναχός εἴτε εἶναι λαϊκός, ὁ Θεός εἶναι τό
ἀληθινό κάλλος, ἡ ἀληθινή ὀμορφιά. Εἶναι Αὐτός πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε ἀγαθό, Ὑπεράγαθος καί
πάνω ἀπό κάθε ὀμορφιά, Ὑπέρκαλος. Ὁ Θεός λοιπόν αὐτός ὁ Ὑπεράγαθος καί Ὑπέρκαλος
«ἔχοντας προορίσει ἀπό πάντοτε κατά τήν θεαρχική Του ἰδέα νά κάνει τόν ἄνθρωπο Θεό καί
ἔχοντας θέσει γι’ αὐτόν ἀπό τήν άρχή μέσα στό νοῦ Του πρίν ἀπό κάθε τί ἄλλο αὐτόν τόν σκοπό
τόν δημιούργησε ὅταν Ἐκείνος ἔκρινε καλό» νά τόν δημιουργήσει.
Ὁ Θεός λοιπόν ἀπό ἄπειρη ἀγάπη δημιούργησε τόν ἄνθρωπο καί ἔβαλε κι ἕναν σκοπό στόν
ἄνθρωπο. Ὁ σκοπός ἦταν καί εἶναι νά κάνει τόν ἄνθρωπο Θεό. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας. Οἱ
ἄνθρωποι βάζουμε σκοπούς στή ζωή μας. Μερικοί ἄνθρωποι… Ἄλλος βάζει σκοπό νά παντρευτεῖ.
Ἄλλος βάζει σκοπό νά γίνει ἐπιστήμονας. Ἄλλος βάζει σκοπό νά γίνει μοναχός. Ὅλα αὐτά εἶναι
λάθος γιατί ὁ σκοπός ὑπάρχει καί ἔχει μπεῖ ἀπό τόν κατασκευαστή μας. Αὐτός εἶναι τό νά γίνουμε
Θεοί. Ὁ δρόμος τώρα καί ὁ τρόπος εἶναι δικό σου θέμα. Ἄν θέλεις νά γίνεις μέσω τοῦ μοναχισμοῦ,
γίνε. Ἄν θέλεις νά γίνεις μέσω τοῦ γάμου, γίνε. Τό θέμα εἶναι ὅμως νά γίνεις Θεός. Τότε πέτυχες
στή ζωή σου. Βλέπουμε σ’ αὐτό τό σημείο πόσο εὔστοχος, πόσο ἀληθινός, πόσο σωστός εἶναι ὁ
Ἅγιος Νικόδημος.
Ὁ Θεός λοιπόν πρό πάντων τῶν αἰώνων, προαιωνίως ἔβαλε ὡς προορισμό τοῦ ἀνθρώπου τή θέωση
καί σέ ἕνα συγκεκριμένο χρόνο, ὅταν ἐκεῖνος εὐδόκησε δημιούργησε τόν ἄνθρωπο. Ἤ νά τό ποῦμε
πιό σωστά μαζί μέ τό χρόνο, ἔφτιαξε καί τό χῶρο καί ἀφοῦ ἄρχισε νά τρέχει ὁ χρόνος σέ κάποια
συγκεκριμένη στιγμή φτιάχνει καί τόν ἄνθρωπο. Αὐτή ἡ θέωση, ἡ ἔνωση δηλαδή μέ τό Θεό εἶναι ὁ
σκοπός ὅλων. Κοινός σκοπός καί τῶν λαϊκῶν καί τῶν μοναχῶν. Δέν εἶναι σκοπός μόνο τῶν
μοναχῶν ἡ θέωση. Εἶναι καί τῶν λαϊκῶν. Ὁ μοναχός ἐγκαταλείποντας τόν κόσμο καί τήν κοσμική
κοινωνία, δέν ἐγκαταλείπει καί τόν προορισμό του, ἀλλά ἔχει συνεχῶς αὐτόν τό σκοπό μπροστά
στά μάτια του, δηλαδή τή θέωση. Τό ἴδιο ὡστόσο πρέπει να κάνει καί αὐτός πού ζεῖ μέσα στόν
κόσμο, νά μή χάσει τό σκοπό του, δηλαδή τή θέωση. Ὁ μοναχός πού φεύγει ἀπ’ τόν κόσμο δέν
φεύγει ἐπιζητώντας μιά ἀτομική καί αὐτάρεσκη σωτηρία γιά τό δικό του ὄφελος, ἀλλά γιά νά
εὐαρεστήσει στόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἔχει ἕνα καί μοναδικό θέλημα «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι
καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄Τιμ.2,4). Ὁμοίως ὁ λαϊκός πού μένει μέσα στόν κόσμο,
πρέπει νά μένει ἐπιζητώντας τή σωτηρία του, μέσω αὐτοῦ τοῦ δρόμου πού διάλεξε καί ν’ ἀγωνιστεῖ
πολύ περισσότερο ἀπ΄ ὅτι ὁ μοναχός διότι μέσα στόν κόσμο εἶναι πολύ πιό δύσκολη ἡ σωτηρία
λόγω τῶν πολλῶν πειρασμῶν πού ὑπάρχουν. Ἀλλά ἐφόσον τό ἐπιλέγει, βεβαίως ἔχει κάθε δικαίωμα
νά τό ἐπιλέξει ἀφοῦ εἶναι ἐλεύθερος, θά πρέπει νά ἀγωνιστεῖ.
«Καί ἀφοῦ ἔλαβε τό σῶμα ἀπό τήν ὕλη τού ἔβαλε ἀπό τόν ἑαυτό Του τήν ψυχή», ὁ Θεός. Μᾶς
φτιάχνει λοιπόν ἀπό σῶμα καί ψυχή. «Φτιάχνει ἕνα κόσμο, μεγάλο στό πλῆθος τῶν δυνάμεων καί
στήν ὑπεροχή, μέσα στό μικρό σῶμα», ἕναν μεγάλο κόσμο πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Εἶναι ἕνας
μεγάλος κόσμος μέσα σ’ ἕνα μικρό κόσμο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα μεγάλο στολίδι μέσα στόν
κόσμο, πού εἶναι κι αὐτός ἕνα στολίδι. Εἶναι ἕνας πολύπλοκος καί πολυσύνθετος μέσα σ’ ἕναν
ἐπίσης πολύπλοκο καί πολυσύνθετο κόσμο, ὁ ἄνθρωπος μέσα στό σύμπαν.
Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε με σκοπό νά ἐπιβλέπει τήν αἰσθητή κτίση καί να μυσταγωγεῖται στή
νοούμενη. Λέει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅτι «ὁ Θεός φτιάχνει τόν ἄνθρωπο γιά νά βλέπει
ἐποπτικά τήν αἰσθητή κτίση, δηλαδή ὅλο αὐτό τό σύμπαν νά τό βλέπει, νά τό μελετᾶ καί νά
διδάσκεται ἀπ’ αὐτό», ὅπως λέμε στό σχολεῖο νά ἔχει μιά ἐποπτική διδασκαλία. Τί νά διδάσκεται;
Ὅτι ὑπάρχει ἕνας παντοδύναμος καί πάνσοφος καί πανάγαθος νοῦς πού ἔχει φτιάξει αὐτό τό
σύμπαν. Βλέποντας αὐτή τήν ἄπειρη ὡραιότητα, τήν τόσο τεράστια δύναμη, τήν τόσο λεπτή
τελειότητα πού ὑπάρχει μέσα στό σύμπαν, καταλαβαίνει τίς ἰδιότητες τοῦ Δημιουργοῦ, τοῦ
Κτίστου καί ἀνάγεται διά τοῦ σύμπαντος, διά τῆς κτίσεως στόν Κτίστη. Γι’ αὐτό ὁ Θεός μᾶς ἔβαλε
σ’ αὐτό μέσα τόν ὑπέροχο κόσμο, ὄχι γιά νά τόν κάνουμε εἴδωλο καί νά τόν λατρέψουμε αὐτόν
καθ’ ἑαυτόν, ἀλλά γιά νά δοῦμε πίσω ἀπ’ αὐτόν καί πάνω ἀπ’ αὐτόν τόν Δημιουργό του, πού εἶναι
καί δικός μας Δημιουργός. Καί μέσα σ’ αὐτό ὅλο τό σύμπαν βάζει τόν ἄνθρωπο «σάν ἕνα ἄγαλμα ἤ
ἁλλιῶς σάν μιά θεότευκτη εἰκόνα», ὅπως λέει ὄμορφα. Τόν βάζει ὁ Θεός, δηλαδή τόν ἄνθρωπο,
290
σάν μιά θεοκατασκεύαστη εἰκόνα. Δηλαδή δίνει στόν ἄνθρωπο τήν εἰκόνα Του.
Τοῦ δίνει καί μία ἐντολή. Ποιά ἦταν ἡ ἐντολή; Νά μή φᾶνε ἀπό ἕνα δέντρο. Ἐνῶ ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα
θά μποροῦσαν νά φᾶνε. Γιατί τοῦ τή δίνει αὐτή τήν ἐντολή; Τοῦ τή δίνει, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος
«σάν μιά δοκιμασία στό αὐτεξούσιο». Ἔκανε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο ἐλεύθερο, αὐτεξούσιο, νά
μπορεῖ νά ἐξουσιάζει δηλαδή τόν ἑαυτό του καί νά μπορεῖ νά κινηθεῖ ἐλεύθερα εἴτε πρός τό καλό
εἴτε πρός τό κακό. Εἴτε πρός τόν Θεό, εἴτε ἀντίθετα ἀπό τόν Θεό. Καί γιά νά τόν δοκιμάσει ὁ Θεός
τοῦ δίνει αὐτή τήν ἐντολή. Ἦταν πάρα πολύ εὔκολη στήν τήρησή της. Τί δυσκολία εἶχε νά μή φάει
ἀπό ἕνα δέντρο; Ἐνῶ εἶχε τόσα ἄλλα γιά νά φάει. Τόν βάζει λοιπόν στήν διαδικασία τῆς ὑπακοῆς.
Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἔκανε ὑπακοή, θά γινόταν κατά χάριν Θεός καί θά ἀπεδείκνυε ὅτι ἐλεύθερα, μέ τή
θέλησή του, ἀγαπάει τόν Θεό. Θά περνοῦσε μέ ἐπιτυχία δηλαδή αὐτή τή δοκιμασία τοῦ
αὐτεξουσίου του.
Ὅμως, ὅπως ὅλοι ξέρουμε, ὁ ἄνθρωπος ἀπέτυχε. Δέν πέρασε στίς ἐξετάσεις. Δοκιμάστηκε τό
αὐτεξούσιό του καί κινήθηκε ἀντίθετα ἀπό τόν Θέο. Ἔκανε παρακοή. Κι ἔρχεται ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ
Χριστός και κάνει αὐτό πού δέν ἔκανε ὁ παλαιός Ἀδάμ. Δηλαδή τί; Κάνει ὑπακοή. Εἶναι Αὐτός ἐν
ᾧ ὁ Πατήρ ηὐδόκησε (Ματθ.3,17). Γίνεται ὁ νέος Ἀδάμ ὁ Χριστός, αὐτός ὀ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ
ὁποῖος εἶναι καί Υἱός τοῦ ἀνθρώπου καί ὁ ὁποῖος κάνει αὐτή τήν τέλεια ὑπακοή καί ἀποκαθιστᾶ
τόν ἄνθρωπο. Τώρα πλέον ὁ ἄνθρωπος, ὁ κάθε ἄνθρωπος ἑνούμενος μέ τόν Χριστό μπορεῖ νά
πετύχει αὐτό πού δέν πέτυχε ὁ Ἀδάμ, δηλαδή νά γίνει Θεός μέ τή λειτουργία τῆς ὑπακοῆς. Γίνεται
πλέον ὁ χριστιανός, υἱός τοῦ Θεοῦ κατά χάριν, μιμητής τοῦ Χριστοῦ. Πῶς γίνεται μιμητής τοῦ
Χριστοῦ; Διά τῆς ὑπακοῆς.
Σήμερα ἔχουμε, ὅπως ὅλοι ξέρετε, τό μοναχισμό. Τί εἶναι ὁ μοναχισμός; Το ’χουμε πεῖ κι ἄλλη
φορά, ὅτι ὁ μοναχισμός εἶναι ἡ συνέχεια τῆς πρώτης ζωῆς τῶν πρώτων χριστιανῶν. Οὐσιαστικά τό
πῶς ζοῦσε ὁ Χριστός μέ τούς Ἁγίους Ἀποστόλους. Εἶναι ἡ ζωή τῆς πρώτης ἐκκλησίας πού
συνεχίζεται σήμερα. Δέν εἶναι κάτι ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία, ὅπως μερικοί ἴσως φαντάζονται.. κάτι
ἀκραῖο, κάτι φανατικό, κάτι σάν τούς ‘ταλιμπάν’, ἄς ποῦμε, οἱ μοναχοί. Ὄχι. Εἶναι ἀκριβῶς ἡ ζωή
τῶν Ἀποστόλων. Γι’ αὐτό καί στήν πρώτη του ἐκφορά ὁ μοναχισμός ὀνομαζόταν ἀποστολική ζωή.
Στά πρῶτα χρόνια, ὅταν ἐμφανίστηκαν οἱ μοναχοί καί συνέπτυξαν τά πρῶτα κοινόβια, ἡ ζωή πού
ἔκαναν ὀνομαζόταν ἀποστολική γιατί ἦταν ἀκριβῶς ἡ συνέχεια τῆς ζωῆς τῶν Ἀποστόλων. Τότε
πού ἀρχισε νά ἐκκοσμικεύεται ἡ ζωή τῶν χριστιανῶν στίς πόλεις, βρέθηκαν κάποιοι ἄνθρωποι καί
εἴπανε :
- Γιά σταθεῖτε, δέν πᾶμε καλά.
Ἐμεῖς διαχωρίζουμε τήν θέση μας, βλέπουμε ὅτι δέν μποροῦμε νά συνυπάρξουμε ἐδῶ στήν πόλη,
θά πᾶμε στην ἔρημο νά συνεχίσουμε αὐτό πού μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι. Ἔτσι
ἔγιναν τά πρῶτα κοινόβια, τά ὁποῖα δέν ἦταν μακριά ἀπό τίς πόλεις, ἦταν πολύ κοντά καί ὅπου
ὑπῆρχε πνεῦμα ἀγωνιστικό, ὑπῆρχαν καί μέσα στίς πόλεις. Ακόμη καί μέσα στην
Κωνσταντινούπολη εἴχαμε πολλά μοναστήρια, γι’ αὐτό καί ὅλη ἡ Κωνσταντινούπολη λεγότανε τό
‘Μέγα Μοναστήρι’.
Ὅσο ἀλλοτριωθήκαμε οἱ χριστιανοί, τόσο καί διώξαμε μακριά ἀπό τίς πόλεις τά μοναστήρια. Στίς
μέρες μας ὑπάρχει αὐτή ἡ πολεμική πού γνωρίζετε ἐναντίον τοῦ μοναχισμοῦ καί πρόσφατα μάλιστα
ἕνα βλάσφημο θεατρικό ἔργο κυκλοφορεῖ ἀνά τήν Ἑλλάδα μέ στόχο τό μοναχισμό. Λοιπόν, ὅλα
αὐτά εἶναι ἀποτέλεσμα ἄγνοιας -θά λέγαμε- στήν καλύτερη περίπτωση γιά νά μήν ποῦμε ἄλλους
λόγους. Δυστυχῶς βεβαίως ὑπάρχουν καί ἄλλα χειρότερα πίσω ἀπ’ αὐτό. Γι’ αὐτό καί γίνεται αὐτή
ἡ πολεμική στό μοναχισμό. Ἐκεῖνο μόνο θά σᾶς πῶ ὅτι, οἱ λεγόμενοι «φίλοι» μας, οἱ Εὐρωπαῖοι τό
πρῶτο πού ἔκαναν ὅταν ἦλθαν στήν Ἑλλάδα μέ τόν Ὄθωνα, ἦταν ἀκριβῶς νά χτυπήσουν τό
μοναχισμό. Αὐτό ἔχει νά μᾶς πεῖ πολλά πράγματα. Γιατί ὁ μοναχισμός ὡς συνέχεια τῆς γνήσιας
χριστιανικῆς ζωῆς ἦταν ἀντίθετος μέ τά σχέδιά τους, τά ὁποῖα ἦταν διαβολικά καί ἐξακολουθοῦν
νά εἶναι διαβολικά. Ἀκόμα καί σήμερα, ἄν θέλετε νά τό ποῦμε ξεκάθαρα, ὁ στόχος πάλι εἶναι ὁ
μοναχισμός καί ἡ Ὀρθοδοξία. Γι’ αὐτό χτύπησαν τό Βατοπαίδι καί βγάζουνε ὅλα αὐτά τά
291
ψευτοσκάνδαλα. Γιατί αὐτό μόνο εἶναι ἐμπόδιο στα σχέδιά τους. Τίποτα ἄλλο δέν ἀντιστέκεται
πλέον στά σχέδια τοῦ διαβόλου, παρά μόνο ὁ γνήσιος χριστιανισμός, ὅπως ἔχει διασωθεῖ στό
μοναχισμό.
Γιατί τί κάνει ὁ μοναχός; Ὁ μοναχός κάνει αὐτό πού ἔκανε καί ὁ Χριστός. Κάνει ὑπακοή. Ὅπως ὁ
Χριστός ἔκανε ὑπακοή στόν Πατέρα Του σέ ὅλα, ἔτσι κι ὁ μοναχός κάνει ὑπακοή στόν πνευματικό
του πατέρα σέ ὅλα. Κάνει δηλαδή, συνεχίζει θά λέγαμε, τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Καί γι’ αὐτό εἶναι
φῶς γιά ὅλους. Ὁ μοναχός εἶναι φῶς γιά τούς λαϊκούς, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Γιατί
ὅπως κάνει ὁ μοναχός πρέπει νά κάνει καί ὁ λαϊκός. Νά κάνει κι αὐτός ὑπακοή στόν πνευματικό
του πατέρα καί οὐσιαστικά στόν Χριστό. Γιατί ἡ ὐπακοή εἴτε τοῦ μοναχοῦ εἴτε τοῦ λαϊκοῦ, τελικά
ἀφορᾶ στό Χριστό. Πηγαίνει στό Χριστό.
Ὁ πνευματικός, «ὁ Γέροντας», ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστός πατήρ Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, «εἶναι
γιά τόν μοναχό ἕνας ὁρατός Θεός, ὁ ὁποῖος τοῦ ἀποκαλύπτει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή ἀκριβῶς
εἶναι Γέροντας», ὅταν βέβαια εἶναι Γέροντας. Ὄχι ὅποιος αὐτοαποκαλεῖται «Γέροντας» ὅτι εἶναι
καί Γέροντας.. ὅταν εἶναι πραγματικά Γέροντας ἀποκαλύπτει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ στόν
ὑποτακτικό. Καί ὁ τελευταίος κάνοντας ὑπακοή στόν Γέροντά του προχωράει στή Θέωση καί
πραγματώνει αὐτό τό σκοπό τοῦ ἀνθρώπου, πού δέν μπόρεσε νά πραγματώσει ὁ Ἀδάμ μέσα στόν
παράδεισο. «Πιστέψτέ με», λέει ὁ π. Ἐφραίμ «μέ πείρα σᾶς μιλῶ, μέ εἰλικρίνεια σᾶς λέω, ὅποιος
ὑποτακτικός φτάσει στήν τελειότητα τῆς ὑπακοῆς δέν φοβᾶται Θεό, οὔτε τήν κρίση, οὔτε τήν
δευτέρα παρουσία. Φοβᾶται μόνο τό πνεῦμα τοῦ Γέροντα νά μή λυπήσει. Ὁ Γέροντας εἶναι ὁ
ὁρατός Θεός. Λύπησες τόν Γέροντα, λύπησες τόν Θεό. Ἀνέπαυσες τόν Γέροντα, ἀνέπαυσες τόν
Θεό. Γι’ αὐτό καί οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἤξεραν τί ἔλεγαν: Ὑπακοή – ζωή, παρακοή – θάνατος. Δέν
θέλει ἐδῶ οὔτε μεταλήψεις, οὔτε ἀγῶνες, οὔτε φιλοξενίες, οὔτε νοερές προσευχές. Ὅλα μπροστά
στήν ὑπακοή καταργοῦνται. Δέκα φορές τήν ἡμέρα νά μεταλαμβάνεις, ἄν δέν κάνεις ὑπακοή,
προορίζεσαι γιά τήν κόλαση».
Βλέπετε, σταράτα λόγια, ξεκάθαρα.. γιατί ἀκριβῶς ἡ ὑπακοή εἶναι μίμηση τοῦ Χριστοῦ καί ἡ
ὑπακοή εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Ὅταν ὑπακοῦς τότε τηρεῖς τίς ἐντολές καί ὅταν τηρεῖς τίς
ἐντολές καθαρίζεις τήν καρδιά. Μπορεῖς νά μεταλαμβάνεις καί κάθε μέρα, ἀλλά ἡ καρδιά νά μήν
καθαρίζεται γιατί δέν τηρεῖς τίς ἐντολές. Ἔχεις ἕνα τέλειο ἐργαλεῖο, πού εἶναι ἡ Θεία Κοινωνία,
ἀλλά δέν τό χρησιμοποιεῖς σωστά. Τό χρησιμοποιεῖς αὐτοκαταστροφικά. Γιατί βέβαια γίνεται «εἰς
κρῖμα ἢ εἰς κατάκριμα», ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει καί τίς προϋποθέσεις. Τό ἴδιο καί ὅλα τ’ ἄλλα
ἐργαλεῖα. Ἡ νηστεία, οἱ ἀγρυπνίες, οἱ πολλές προσευχές καί ὅλα αὐτά. Ὅλα αὐτά εἶναι ἐργαλεῖα,
εἶναι μέσα γιά νά πραγματοποιηθεῖ ὁ σκοπός πού εἶπαμε εἶναι ἡ ἀπόκτηση ἤ πιό σωστά ἡ
ἐπανενεργοποίηση τῆς Θείας Χάρης πού πήραμε στό Βάπτισμα. Ἄν δέν γίνει αὐτή ἡ κάθαρση τῆς
καρδιᾶς μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, ἄν δέν ὑπάρχει δηλαδή ἡ ὑπακοή, ἄν δέν ὑπάρχει δηλαδή ἡ
ταπείνωση μέ λίγα λόγια, μάταια κάνεις ὅλα αὐτά πού κάνεις. Τίς λεγόμενες ‘εὐλάβειες’. Ἔτσι
πολλοί χριστιανοί καί πολλές χριστιανές κάνουν μεγάλες νηστεῖες, μεγάλες προσευχές..ναί τά
κάνεις ὅλα αὐτά, ἀλλά ὅταν σοῦ πεῖ ὁ πνευματικός σου κάνε αὐτό, τό κάνεις; Ἤ ἐκεῖ λές «ἔ, θά τό
δοῦμε τώρα, θά τό ἐξετάσουμε.. Μήπως κάνει καί λάθος. Μήπως πλανιέται κιόλας. Ἔ..ἄνθρωπος
δέν εἶναι κι αὐτός;» Ἅμα πᾶς μέ τέτοιο πνεῦμα, φυσικά δέν πρόκειται νά προχωρήσεις.
Τί ἔγινε ὅμως μέ τήν πλάση τοῦ ἀνθρώπου, πού μπῆκε στόν παράδεισο καί τόν ἔβαλε ὁ Θεός σέ
κοινωνία μαζί του; Ἐμφανίζεται ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος φθόνησε καί τόν Πλάστη καί τό πλάσμα.
Ἑπομένως γίνεται ὁ διάβολος ὁ εἰσηγητής τῆς κακίας γιατί δέν βάσταξε νά δεῖ νά γίνεται ὁ
ἄνθρωπος-Θεός.
Γιατί φθονεῖ ὁ διάβολος τόν Θεό; Διότι εἶναι ὑπερήφανος. Ὁ διάβολος θέλησε ν’ ἀνεβεῖ ἐκεῖ πού
δέν τοῦ ἄξιζε. Θέλησε νά πάρει τή θέση τοῦ Πλάστη. Νά μπεῖ στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ὅταν
γκρεμίστηκε ἀπό τόν οὐρανό, λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς του, τότε θέλησε νά «πληγώσει» τόν Θεό -ὁ
Θεός δέν πληγώνεται- παρασύροντας τόν ἄνθρωπο στήν ἴδια ἁμαρτία, τήν ὁποία ἔχει καί ὁ ἴδιος,
δηλαδή στήν ὑπερηφάνεια. Ἔτσι «σφύριξε» στήν Εὔα νά προχωρήσει στή θέωση χωρίς τό Θεό, μ’
292
ἕναν εὔκολο τρόπο.. «Θά φᾶς αὐτό τόν καρπό καί θά γίνεις Θεός». Γνώριζε πολύ καλά ὁ διάβολος,
ὅτι ἄν ὁ ἄνθρωπος παρέμενε στήν ὑπακοή, θά γινόταν Θεός καί θα πετύχαινε αὐτό πού δέν πέτυχε
ὁ ἴδιος. Γνώριζε ὅτι, ἄν ὁ ἄνθρωπος παρέμενε στήν ὑπακοή, θά κέρδιζε τή θεία δόξα καί τή θέωση.
Γι’ αὐτό ἔκανε τό πᾶν ὥστε νά ἐμποδίσει τόν ἄνθρωπο νά κάνει ὑπακοή καί γενικά νά ξέρουμε
-πρέπει νά τό ξέρουμε- ὅτι ὅλη ἡ προσπάθεια τοῦ διαβόλου εἶναι νά μᾶς ὁδηγήσει στήν παρακοή
τῶν θείων ἐντολῶν.
Ἔτσι πετυχαίνει τό θάψιμο τῆς Θείας Χάρης πού λάβαμε ὅλοι μας κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα. Ὡς ἐκ
τούτου, πετυχαίνει τήν ἀκύρωση τοῦ σκοποῦ τῆς ὕπαρξής μας πού εἶναι ἡ θέωση. Πόσοι ἄνθρωποι
εἶναι βαφτισμένοι γύρω μας; Τό 96% τῶν Ἑλλήνων εἶναι βαφτισμένοι. Πόσοι ὅμως τηροῦν τίς
ἐντολές τοῦ Θεοῦ; Ἐλαχιστότατοι. Οἱ πιό πολλοί εἶναι «προτεστάντες» στό φρόνημα. Ὁ καθένας
ἔχει κι ἕνα δικό του Θεό, μιά δική του ἀντίληψη γιά τό Θεό. Καί σοῦ λέει ‘ Ἐγώ νομίζω ὅτι.. ἔτσι
εἶναι ὁ Θεός, ἔτσι πρέπει νά ’ναι ἡ ἐκκλησία, ἔτσι πρέπει νά ’ναι οἱ παπάδες, οἱ δεσποτάδες καί ἔτσι
πρέπει νά ’μαι καί ’γω καί γι’ αὐτό εἶμαι ἔτσι ὅπως εἶμαι’. Μέ τόν τρόπο αὐτό, πετυχαίνει ὁ
διάβολος μιά χαρά τό σκοπό του. Μᾶς ὁδηγεῖ στήν παρακοή καί ἀκυρώνει τό σκοπό μας πού εἶναι
ἡ θέωση.
Τό δρόμο τῆς ὑπακοῆς πού, ὅπως εἴπαμε, ἀκολουθοῦν οἱ μοναχοί, θά πρέπει νά τόν ἀκολουθήσουν
ὅλοι. Ὅσοι θέλουν νά σωθοῦν. Οἱ λαϊκοί νά κάνουν ὑπακοή στόν πνευματικό τους πατέρα καί στό
σύζυγο/στή σύζυγο -ἄν ὑπάρχει- ἀλλά καί σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους ἐκτός βεβαίως ἁμαρτίας καί
πάντα μέ διάκριση.
Ὁ διάβολος ἐξαπάτησε τόν ἄνθρωπο μέ δόλο, τόν χώρισε ἀπό τόν Θεό, τόν χώρισε ἀπό τή Θεία
Δόξα. Πῶς τόν ἐξαπάτησε; Τόν ἐξαπάτησε μέ τή χρηστολογία, δηλαδή μέ καλά λόγια. Ὁ διάβολος
ἔκανε τό φίλο στόν ἄνθρωπο καί τοῦ εἶπε «ξέρεις ὁ Θεός σᾶς ἐξαπάτησε, δέν σᾶς εἶπε τήν ἀλήθεια.
Ἐγώ εἶμαι πού σᾶς λέω τήν ἀλήθεια. Ξέρεις γιατί σᾶς εἶπε νά μή φᾶτε ἀπ’ αὐτό τό δέντρο;
Διότι..διότι..διότι..θά γίνετε Θεοί. Θά γίνετε σάν κι αὐτόν καί δέ θέλει νά χάσει τήν ἐξουσία Του».
Πανουργία! Καί ’μεῖς τόν πιστέψαμε!
Δέν πρέπει νά πιστεύουμε τή χρηστολογία τοῦ διαβόλου. Καί σήμερα ὑπάρχει χρηστολογία ἀπό τό
διάβολο, ἔτσι; Σήμερα ὁ διάβολος φαίνεται – φανερώνεται σάν κάποιος καλός, ὁ ὁποῖος τάχατες
μᾶς ὁδηγεῖ στό συμφέρον μας. Καί σοῦ λέει τώρα τί ν’ ἀκοῦς τί λένε οἱ παπάδες κι ὁ παπα-Σάββας
καί ὅλοι αὐτοί οἱ αὐστηροί καί ὅ